τουτων ἐμηνυσε Προκνῃ τας ἰδιας συμφορας . Μαθουσα τοινυν ἡ Προκνη τα συμβαντα τῃ Φιλομηλᾳ , Ἰτυν ἀπεκτεινεν , ὁν
Τηρει και λαβων εἰχεν ἐν τῃ Θρᾳκῃ : ἐσχε δε Προκνη δυο παιδας . μετ ' ὀλιγον δε χρονον ἠλθεν
9999764 βελτιονι
ἡ των παθων ἀμετρος ἰσχυς ἐξασθενησασα πλατος ἐμπαρασχῃ ψυχης τῳ βελτιονι μερει . Προσεξεταστεον δε ὁτι και οἰκειοτατον ἑκαστῳ των
μεν μετασχειν αὐτοις της πολιτειας ἁπαντες ἐν ἐπιτηδευμασι και βιωι βελτιονι διετελουν ὀντες : ἐπει δε της δημοκρατιας των Βυζαντιων
9999751 ὑδατοϲ
και τα ἀγγεια τα τε του οἰνου και τα του ὑδατοϲ , και ἐν οἱϲ ἑψωϲι τα ὀψα , πωματιζετωϲαν
ἐρευθουϲ χωριϲ ὑγραϲιαϲ . πυριαν οὐν αὐτουϲ ϲυχνωϲ ϲπογγοιϲ ἐξ ὑδατοϲ θερμου και ἐπιτιθεναι τοιϲ βλεφαροιϲ εἰϲ κοιτην ᾠον μετα
9999744 Μακεδονι
τοὐνομα του βαλλοντος ἐγκεχαραγμενον : ὁθενπερ και Φιλιππῳ ἐφωραθη τῳ Μακεδονι πολιορκουντι Μεθωνην ὁ βαλων ἐκ του τειχους τοξοτης .
ἀποστειλαντος Ἀλεξανδρου ἠρετο τους κομισαντας : τι δε ἐδοκει τῳ Μακεδονι τοσων ὀντων Ἀθηναιων και τοσων ἐμε δωρησασθαι μονον χρυσιῳ
9999743 χαλεπωτατη
ξανθη χολη ὑπεροπτηθειϲα εἰϲ την μελαιναν μεταπεϲουϲα , ὁτε και χαλεπωτατη ἡ φρενιτιϲ γινεται : ἐϲτιν ὁτε και τῳ διαφραγματι
ἀφεσεις ἐκβαλλομεναι εἰς τας φθαρτικας των κακοποιων ἀκτινας ἐμπεσωσιν , χαλεπωτατη γινεται ἡ νοσος . εἰ μεν γαρ ἀπο Ἀρεως
9999738 ὀκτωκαιδεκα
προελθοντι δυο εἰσιν ἀλλοι λοφοι , Φιλιππων μεν αὐτων ὁσον ὀκτωκαιδεκα σταδιους ἀφεστωτες , ἀλληλων δε ὁσον ὀκτω , ἐν
. κατα δε την ναυμαχιαν των μεν Ἀθηναιων διεφθαρησαν τριηρεις ὀκτωκαιδεκα , των δε Λακεδαιμονιων διεφθαρησαν μεν εἰκοσι και τετταρες
9999738 βακτηριᾳ
ἐκ της Σινωπης ἀγωνιστην , κατα τον Τηλεφον ἐκεινον , βακτηριᾳ και θυλακῳ . Συνετελει δε αὐτοις και τα σχηματα
ὀγκῳ τε χλανιδος εὐ τεθωρακισμενος , σχημ ' ἀξιοχρεων ἐπικαθεις βακτηριᾳ , ἀλλοτριον , οὐκ οἰκειον , ὡς ἐμοι δοκει
9999738 Αἰθιοπες
των βαρβαρων ὡς την εὐκρατον οἰκουντες . Σκυθαι δε και Αἰθιοπες , οἱ μεν ὑπο κρυους ἐνοχλουμενοι , οἱ δε
δε Μεγαν κολπον τον προς τῳ δυτικῳ ὠκεανῳ , ἰχθυοφαγοι Αἰθιοπες , και μεσημβρινωτεροι μεν τουτων μεχρι της ἀγνωστου γης
9999732 θεωρητικῳ
. ὡστε γενοιτ ' ἀν ποτε και ἡ ἐν τῳ θεωρητικῳ νῳ ὀρεξις αἰτια τῳ σωματι της κατα τοπον κινησεως
φοβον ἐγκυμονει και οἱον χρειωδεις τινας ἀφορμας ἐκ τουτου τῳ θεωρητικῳ μερει του νοος ἐμβιβαζει , ἐξ ὡν διδασκεται της
9999730 δοξῃ
τον λογον λεγειν , ἱνα ἐκ της παραθεσεως των λογων δοξῃ αὐτῳ ὁ Λυσιας σοφος εἰναι : ἐπει δοξει το
λεγει , ἱνα λυθωσιν ἐν τοις νομοθεταις ἠ ἱνα μη δοξῃ μονῳ τῳ Εὐβουλῳ ἐναντιουσθαι ὡς ἐχθρος . οἱ δε
9999730 χρεα
πολλαχοθεν ἀντειπειν , και ἠν ὀνοματα ταυτα χρεων , οὐ χρεα . ἐγω μεν οὐν την ἐμαυτου πορευομενος και ἁμα
φιλοις ἁμαρτειν μεν ὁμολογουντων , την δε αἰτιαν ἐς τα χρεα φεροντων τα ἐν Ῥωμῃ . ὡν ὁ Κορβινος αἰσθανομενος
9999730 κυβερνητικη
ταυταις ἀλλαι ἀλλων ἀκριβεστεραι και αὐταρκεστεραι : ἡττον γαρ διηκριβωται κυβερνητικη γυμναστικης και το πλειστον ἐπι τῃ τυχῃ ἐστι .
δε εἰσιν αἱ στοχαστικαι πασαι τεχναι , οἱον ἰατρικη , κυβερνητικη , ῥητορικη και αἱ τοιαυται : οὐ γαρ ἐξ
9999722 ἡμικυκλιῳ
ἐπι τα Δ , Ξ μερη τῳ ἀπο του Α ἡμικυκλιῳ ὡς ἐπι τα Α , Θ μερη . ὁμοια
χρονῳ ἀνατελλει ἠ δυνει , των δε ἐν τῳ λοιπῳ ἡμικυκλιῳ , ὁ ἐστιν μετα τον αἰγοκερω , ἡ τυχουσα
9999720 ἀψευδες
και ἐκτεινας αὐτοχειρι τον φιλον : κἀγω το Φοιβου θειον ἀψευδες στομα ἠλπιζον εἰναι , μαντικῃ βρυον τεχνῃ , ὡς
φιλοσοφον . ἀλλ ' ὠ Εὐριπιδη , χρυσουν σου το ἀψευδες στομα , ὁτε ἐλεγες πολλαι μεν ὀργαι κυματων θαλασσιων
9999720 ὑγροτητοϲ
κατα φυϲιν εὐεξιαν ἐπαναγει το μοριον . τηϲ γαρ μοχθηραϲ ὑγροτητοϲ δαπανωμενηϲ ἡ φυϲιϲ ἐπι ταϲ ἰδιαϲ ἐνεργειαϲ ἀφικνειται ,
: οἱ τε εὐθυϲ ἐν τῃ κομιδῃ των καρπων πολληϲ ὑγροτητοϲ πληρωθεντεϲ , οἱ τε ἀλλωϲ ὑδατοϲ προϲλαβοντεϲ , ὀξειϲ
9999719 ἐθαυμασε
ποθεν τοινυν ἰχνη παγανων ἐν τῳ παραδεισῳ ; ὁ δε ἐθαυμασε , [ και ] ὡς μεν ἡ παραβολη δηλονοτι
τελευτην και ὡς ταυτα σοι προηγορευε Καλχας . ὁ δε ἐθαυμασε τε και καλειν ἐκελευσε και ἐπεμψεν ὁσα ἐξην ,
9999719 θαυμασῃ
της ὁσιοτητος αὐτον εἰχε τον ἐχθρον . ἱνα δε μη θαυμασῃ τις ἐχθρον ἀκουων τον κοινουμενον της ἀρχης , ἐρω
γαρ τις χαριζεται τῳ θεῳ ” . ὁ δε „ θαυμασῃ „ ἐφη ” μαλλον , ὁτι μητε ἱκετευσας ποτε
9999717 λαβρῳ
' ἀναστασεις . ἐμαθον δ ' εὐρυποροιο θαλασσας πολιαινομενας πνευματι λαβρῳ ἐσοραν ποντιον ἀλσος , πισυνοι λεπτοδομοις πεισμασι λαοποροις τε
τοιω γ ' ἑκατερθε πολυσμαραγοιο θαλασσης ἀντιπορω ποταμω καταβαινετον ὑδατι λαβρῳ : ἐνθεν μεν Βορεαο τεμων ἀργητα χαλινα ἀν Σκυθιην
9999716 ἐγχειρῃ
τῳ θειῳ παρεδωκε δικαστηριῳ . φησι γαρ : ὁς ἀν ἐγχειρῃ τι πραττειν μεθ ' ὑπερηφανιας , ” τον θεον
μηδεν ὀργῃ προ λογισμου χαριζομενη , βεβαιοτερον ὁπως και σταθερωτερον ἐγχειρῃ τοις πρακτεοις . εὐθυς οὐν πεμπετω κηρυκας τους προκαλεσομενους
9999716 ἀλοχοιο
και γαρ τις θ ' ἑνα μηνα μενων ἀπο ἡς ἀλοχοιο ἀσχαλαᾳ συν νηι πολυζυγῳ . Θουκυδιδης ἐν Περικλεους λογῳ
μεν χολοεντος ἐχις πεφορυγμενος ἰου ἱκτο λεχος ποτι θινα θαλασσαιης ἀλοχοιο : εἰαρι ποντος ὁλος δε περισμαραγει Κυθερειῃ και νεποδες
9999716 ὁρμητηριῳ
αἰσθησεων φθαρται τε και φθορας αἰτιαι , ὁ δ ' ὁρμητηριῳ χρωμενος ταις ἀρεταις λογος ἱερος και θειος ὀντως ,
ἠγουν την Μεσσηνην . ἐξ αὐτου ὁρμωμενοι : ἠγουν ὡς ὁρμητηριῳ χρωμενοι . σφισι : τοις Συρακουσιοις . βουλομενοι .
9999716 ἐταραχθη
οἰκιας και ἀπολυειν ἐλευθερον . Και ταχα ἀν ἑτερος ὠν ἐταραχθη δημον ὁρων τοσουτον μαινομενον και θορυβουμενην πολιν μεγιστην ,
τῳ βασιλει ἁπαντα τα γενομενα . ὁ δε Κροισος ἀκουσας ἐταραχθη και ἐβουλευσατο προς ὑποδειγμα των ἀλλων την Σαμον κατασκαψαι
9999714 σταφιδα
. ἀλλο . συκης φλοιον λειον καταπλασσε . ἀλλο . σταφιδα ἀγριαν καταπλασσε . Κεφ . στʹ . [ αʹ
ὀρχιν , λινου καρπον , λιτρον , ἀρου ῥιζαν , σταφιδα ἀγριην , καλαμινθης φυλλα χλωρα , στρουθιου καρπον ,
9999713 χαλεπῳ
ὁτι οὐχ ὑπερηφανησεν , ματευσαιμην δ ' ἀν εἰκοτι τῳ χαλεπῳ χρωμενος , ὡς και συ εἰ αὐτο τουτο δωρον
βιοτευσει . οἱς δ ' ἀρ ' ὑπερθ ' ὡρης χαλεπῳ ἐν δαιμονι καλη Ἀφρογενης φαινῃ , την δ '
9999713 φλοιοϲ
ζυμη ἰτεαϲ ὁ ὀποϲ καλαμινθη καλαμοϲ ἀρωματικοϲ καλαμου φραγμιτου ὁ φλοιοϲ κεκαυμενοϲ καϲϲια καρπηϲιον κεγχροϲ κεδρινον ἐλαιον κοκκυμηλεαϲ κομμι μαϲτιχη
δερμα δε ϲυν ὀξει καταχριομενον ῥυπτικον ἐϲτιν . ὁ μεντοι φλοιοϲ αὐτου πανυ ϲτυφει . Βακχαριϲ εὐωδηϲ ἐϲτιν ποα παραπληϲιοϲ
9999713 βοηθημαϲι
δε και τηϲ ἐκ του ψυχρου βοηθειαϲ , τοιϲ ἀλλοιϲ βοηθημαϲι κεχρηϲθαι τοιϲ δυναμενοιϲ ταϲ ἐμφραξειϲ ἐκφραττειν και το πληθοϲ
παχειαϲ ϲυντιθενται . μιγνυται δε και τοιϲ ἀϲθματικοιϲ και βηχικοιϲ βοηθημαϲι και τοιϲ ἀρτηριακοιϲ : οὐ μην τραχυνει γε την
9999713 πυρετοϲ
ὡϲ βυρϲα τιϲ ἱϲταται . ὁ μεν οὐν ἀκριβηϲ μαραϲμωδηϲ πυρετοϲ , ὡϲ ἐφην , ἀνιατοϲ ἐϲτι . μαραινεται γαρ
ἐπι πλειον ϲαπειη , προηγειται μεν ῥιγοϲ , ἑπεται δε πυρετοϲ , ἐκνικωμενηϲ τηϲ ψυξεωϲ ὑπο του πληθουϲ τηϲ θερμαϲιαϲ
9999712 Φαρμακα
ἱνα το σιαλον ἀνιεναι δυνηται και ἰσχυῃ ὁ καμνων . Φαρμακα δε της ἀναγωγης ἑκταιοισι και ἑβδομαιοισι και ἐνναταιοισι και
πρωτην , ἀνθος ὀλιγον ἐν οἰνῳ λευκῳ εὐωδει προστιθει . Φαρμακα προσθετα εἰς το μητρην καθηραι ἐπιτηδειοτατα : λαβων ἀνθος
9999712 ὀλιγαρχιᾳ
ἀρχων . Το δε σοφοι λεγει , ἐπειδη ἐν τῃ ὀλιγαρχιᾳ οἱ ῥητορες τον δημον ἀγουσι , καθαπερ ἠσαν ἐν
χαριν ᾐδει . και ἀρχην μεν οὐδεμιαν ἠρξεν ἐν τῃ ὀλιγαρχιᾳ : ἐπειδη δε ταχιστα ἠλθον εἰς την Ἀκαδημειαν Λακεδαιμονιοι
9999712 χοιρειῳ
και ὑποχυσιν ὀφθαλμων θεραπευει . το δε στεαρ μιχθεν συν χοιρειῳ στεατι βοηθει ἀρθριτικοις , τρομωδεσι , και ψυγμενοις ,
δε ποτε ἑλκωθειη το μερος ὑπο των φαρμακων , ἰασθαι χοιρειῳ στεατι ἠ χηνειῳ ὑπαλειφοντα , ἠ ῥοδινῳ . Κεφ
9999711 βαθη
ταλαντιαιους εἰς ῥοδα μισθους διεδωκε , και κατεστρωθη ἐπι πηχυαια βαθη τα ἐδαφη των ἀνδρωνων ἐμπεπετασμενων δικτυων τοις ἑλιξιν .
δολιχον : μακρον . πορον : πορειαν . βαθιστα : βαθη . Μετ ' οἰδμασιν : ἐν οἰδμασιν . Δηθυνειν
9999710 αἰγειῳ
σατυρισκος πενταπηχυς , ἐστεφανωμενος πιτυος στεφανῳ χρυσῳ , τῃ δεξιᾳ αἰγειῳ κερατι χρυσῳ σημαινων . Ὁ δε ἐλεφας σκευην εἰχε
και οἰνου πινομενον ἐλμινθας και ταινιας ἐξαγει . γαλακτι δε αἰγειῳ συνεψομενον θωρακα ἰαται . θυμιωμενον δε ὀφεις ἐλαυνει .
9999707 κινδυνοϲ
το δε πληθοϲ μη μεχρι λειποθυμιηϲ : περιπνευμονιην γαρ ἐπιφοιτηϲαι κινδυνοϲ , ἠν το ϲωμα ἐπιψυχθεν την ψυχην ἐκλειπῃ .
ἀρρωϲτοϲ ᾐ και προϲ τουτοιϲ ἀνωμαλοϲ ἰϲχυρωϲ , ἐϲχατοϲ ὁ κινδυνοϲ και χρη πραττειν τα λελεγμενα , μηδεν ἀλλο περιεργαζομενον
9999706 ξηροτητοϲ
θερμον ἐν τῃ πρωτῃ που ταξει , και ὑγροτητοϲ και ξηροτητοϲ ἐν τῳ μεϲῳ πωϲ τετακται . ἐϲτι δε κακοϲτομαχον
τεταμενα ϲωματα και οὐδεν ἀλλο ὑπολειπεται κατα το ϲωμα πλην ξηροτητοϲ , ἡν ἐκ τηϲ ἀμετροτεραϲ κινηϲεωϲ ἐϲχεν : ὡϲτε
9999706 ἀλωπεκα
ΓΘ κερδω ] ἀλωπεκα . Γ πολυιδριν λεγει τον Κλεωνα ἀλωπεκα , ὁτι πολυπειροι αἱ ἀλωπεκες . και παροιμια “
τολμηρον ὀντα , και ἀλκιμον και των φοβουντων καταφρονητικον , ἀλωπεκα δε πανουργον και δολεραν δια το ἐν ταις ἐνεργειαις
9999706 σα
τῳ βασιλει συνων : το γαρ Σατυρος ὀνομα εἰς το σα Τυρος διαλαβων προθυμοτερον τον βασιλεα πολεμειν ἐποιησεν , ὡστε
οἱ περι φιλοσοφιαν , και ποιειν οὐκ ὀλιγους εἰς τα σα βλεποντας δικαιοτερους . ποιεις δε και ἡμιν τα περι
9999705 ἡγεμονικῳ
δε αὐτον ἐλυπει το φιλοτιμον , Ἀντιπατρου δε ἠχθετο τῳ ἡγεμονικῳ , Πτολεμαιου δε το δεξιον ὑφεωρατο , Ταρριου δε
ἐπιρρεψει , ἀν τε θελῃς ἀν τε μη . λογικῳ ἡγεμονικῳ δειξον μαχην και ἀποστησεται : ἀν δε μη δεικνυῃς
9999704 λευκῳ
σιδιον , κηκιδα , ῥουν την ἐρυθρην , ἐν οἰνῳ λευκῳ διατριψας , τουτῳ χρισας , ἐντιθεναι : ἐπειτα πισαι
, καλαμινθη ἐν οἰνῳ ἑφθη , λιθαργυρος πεπλυμενη συν ῥοδινῳ λευκῳ . τας δ ' ἐκ λειχηνων οὐλας και τας
9999704 δραχ
. αʹ ἐν ἀλλῳ . . . . . . δραχ . Ϛʹ σικυου ἡμερου σπερματος . . . δραχ
. . δραχ . αʹ τερεβινθινης . . . . δραχ . αʹ σταφιδων γλυκεων . . δραχ . δʹ
9999702 ἀπεπεμψε
μεν λοιπους των Νομαδων ὡς ὑποπτους ὁ Καισαρ ἐς Λιβυην ἀπεπεμψε , Πασιου δε πελασαντος αὐτῳ συν καταφρονησει και μερος
δειπνοποιεισθαι . της δ ' ἡμερας διελθουσης τον μεν κηρυκα ἀπεπεμψε , δους εἰς την αὐριον την ἀναιρεσιν , αὐτος
9999701 τραχηλῳ
της κεφαλης , των δ ' ἐπικειμενων αὐτοις ἁμα τῳ τραχηλῳ παντι την κεφαλην . ἀνανευουσι μεν οὐν ἐπ '
. Τῳ Καλλιμεδοντος ξυνηνεγκε προς το φυμα το ἐν τῳ τραχηλῳ , σκληρον ἐον και μεγα και ἀπεπτον και ἐπωδυνον
9999701 Ἀτρειδαο
γαρ και ἐμευ , οὐχ ὡς ἡ Ἀτρειδεω και ἡ Ἀτρειδαο ἠ καλοιο . . Καθως προκειται οὐν , ἀναφερομεναι
κατα την παραληγουσαν , οὐδεποτε δε ἐν ἀμφοτεροις βραχυνονται , Ἀτρειδαο Ἀτρειδεω , Πριαμοιο , και ἐτι ἐπ ' ἀντωνυμιων
9999701 τριψεωϲ
Πυκνωθεντοϲ δερματοϲ θεραπεια μζ Πωϲ ἐπιμελητεον ἐγκαυϲεωϲ μη Περι ἑωθινηϲ τριψεωϲ μθ Περι ἑϲπερινηϲ τριψεωϲ ν Περι ἀπεψιαϲ να Περι
χωριϲ λιπουϲ ἠ ϲυν τινι των διαφορητικων . Περι ἑϲπερινηϲ τριψεωϲ . Ἡ δε ἑϲπερινη τριψιϲ τοιϲ κοπωδεϲιν ἠ ἐξηραϲμενοιϲ
9999700 κοσμῳ
ἡμων τον νουν ἡλιον , ὁς ἐν ἀνθρωπῳ τῳ βραχει κοσμῳ μη ἀνατειλας και το ἰδιον φεγγος ἐκλαμψας , πολυ
το ἀστρον ὁραται δυνον ἐλασσων ἡμισους ἐνιαυτου . Ἐστω ἐν κοσμῳ ὁριζων ὁ αβγδʹ , ζῳδιακος δε ὁ αεγζʹ ,
9999700 στυπτηριᾳ
εἰς οὐρον παιδος συν ἁλμῃ , θαλασσιῳ ὑδατι , και στυπτηριᾳ σχιστῃ , ζεσον ἑπτακις ; και ἐασον , και
και διασκεψον ὁτι τον ἰον λαμβανων , ποτε μεν ἐν στυπτηριᾳ προσπλεκει , ποτε δε ὠχραν , ποτε δε ἐλυδριον
9999699 νυκτωρ
κατ ' ὀλιγον ἐμπιμπλανται των ἀλφιτων και καταναλισκουσιν αὐτα . νυκτωρ δε ἐαν ἐπειγηι τι τους Αἰγυπτιους , κροτουσι παλιν
γαρ αὑτου κρατειν ἰσως ἀν ἐδυνατο , οὐτε τῳ ἀπαγοντι νυκτωρ μακραν ὁδον ἡ προφασις ἀν εἰκοτως ἐγιγνετο : ζητουμενου
9999699 Ἀντιπατρῳ
ὑπομνηματων το προσηκον ἡμιν μερος τοδε δραμα το βιβλιον φησιν Ἀντιπατρῳ μεμηνυσθαι παροντα τον Ἀρχιαν . ὁ δ ' Ἀρχιας
οὐκ ὠν ἀξιομαχος ἠναγκασθη την ἐπιτροπην και την ἐξουσιαν πασαν Ἀντιπατρῳ δουναι περι της πολεως . ὁ δε φιλανθρωπως αὐτοις
9999698 χρυσωι
! ντ [ . . . ἀργυρεαν τεπ ? [ χρυσωι ὑπερθε [ ἐκ Δαρδανιδ ! ! [ Πλεισθενιδας !
τιμωσι τον ἐκ δικαιοσυνης βιον . τα δε κεκοσμημενα ἐν χρυσωι και κεκαλλωπισμενα ἐνδοξα και πλουσια δωματα συν πινωι και
9999696 ἐξαλλαγη
δια τεσσαρων ποιησαι προς τους προ της μεσης φθογγους , ἐξαλλαγη γινεται και πλανη ταις αἰσθησεσι του γενομενου παρα το
ἐπειδη τριγωνα και παραλληλογραμμα τα δεικνυμενα , και ἐστιν εἰδων ἐξαλλαγη , ἡ ἰσοτης γενεσεως δειται και μηχανης ὡς καθ
9999696 Σικελικη
ὁ Ἀττικος κεραμος . πρωτον μεν ἡ των κοτταβων εὑρεσις Σικελικη ἐστιν παιδια , ταυτην πρωτων εὑροντων Σικελων , ὡς
τουτων ἑκαστη κατα λογον ἐπιγραφονται , Ῥωμαϊκων Κελτικη τε και Σικελικη και Ἰβηρικη και Ἀννιβαϊκη και Καρχηδονιακη και Μακεδονικη και
9999696 Εἰρηνη
ποει καλως . Καλως δητ ' , ὠ ποτνι ' Εἰρηνη φιλη . Ἀγε νυν ἀπαρχου κᾀτα δος τἀπαργματα .
τους λιθους τους ἐπι τῳ ὀρυγματι , ἐν ᾡ ἠν Εἰρηνη , ὡς ἐφη ὁ Ἑρμης , ἱνα ἐλευθερωσῃ αὐτην
9999696 ἀγγελῳ
νυκτας φασιν ἱστασθαι ταυτην την πορειαν , ἀλλα τῳ ἡμερινῳ ἀγγελῳ τον νυκτερινον διαδεχεσθαι . τουτων δε οὑτω γιγνομενων φασι
, ἀνωχθ ' ὁσον ταχιστα , γαθουσῃ φρενι . ἐν ἀγγελῳ γαρ κυπτος ὀρθουται λογος . ἀλλ ' ἠ φρονεις
9999695 ἠρωτησε
ἐοικε τρωγων σικυον , ὡς ἐφανη μελιτωδης ὁ χυμος , ἠρωτησε την διακονουσαν , ὁποθεν πριαιτο : της δε κηπον
πολις , ἀλλα μολις . ἐν Πελλῃ προς φρεαρ προσελθων ἠρωτησε εἰ ποτιμον . εἰποντων δε των ἱμωντων , ἠσαν
9999695 βελτιστ
στεφανον , οὐχι προησονται τουτοις τας πραξεις , ἀλλα τα βελτιστ ' ἐρουσιν αὐτοι . εἰ δε γενησεται τουτο και
' ἐν τριβωνι παραγων αὐτον φησιν οὑτως : Σωκρατες ἀνδρων βελτιστ ' ὀλιγων , πολλῳ δε ματαιοταθ ' , ἡκεις
9999695 νησιδα
Φυλαμον δοκησεται : εἰτα μετ ' ὀλιγον και : φερωνυμον νησιδα νασσονται προμου . Ἐξερχομενος Διομηδης ἐπι Τροιαν Κομητην τον
τῃ μαχῃ . ἐνιοι δε κατεφυγον καταπονουμενοι εἰς την καταντικρυ νησιδα την Σφακτηριαν . και αὐτος ὁ Δημοσθενης μετεπεμψατο ἀπο
9999695 δουλῳ
ἐαν ἁλληται ἠ ὁ βολος , πενητι ἀηδιαν δηλοι , δουλῳ διαβολην , παρθενῳ κινδυνον , χηρᾳ ψογον : ἐχθρου
συμβουλοις χρησαμενος τοις ἀριστοις και σοφωτατοις , Ἑλικωνι τῳ εὐπατριδῃ δουλῳ , σπερμολογῳ , περιτριμματι , και Ἀπελλῃ τινι τραγῳδῳ
9999694 Μεμνονι
, ποιμενι ποιμεσι , λιμενι λιμεσι , Πλατωνι Πλατωσι , Μεμνονι Μεμνοσι , Τρυφωνι Τρυφωσιν : οὑτως οὐν και ταλανι
Ἠμαθιωνος ἀπεδωκε [ ] / ταν βασιληαν ? ? [ Μεμνονι ] / τωι ? Τιθωνου ? [ * ]
9999694 εὐσεβειᾳ
Ῥηνειαν , ὁτι οἰκισας αὐτην ὁ Μινως ἀνεθηκε τῳ Ἀπολλωνι εὐσεβειᾳ , το δ ' εὐσεβες δικαιον . του δε
οὐ την τεταγμενην κατα την ἐνεργειαν , ἀλλα την τῃ εὐσεβειᾳ ἐναντιαν ἑξιν . Το δε κατ ' ἀσεβειαν πεπραγμενον
9999693 Πελληνῃ
ἐθελουσιν ὀνομαζειν , ὁτι κατελυσε πολιτειαν ἐμοι δοκειν την ἐν Πελληνῃ , δωρον το ἐπιφθονωτατον παρα Ἀλεξανδρου του Φιλιππου λαβων
τῃ Κλειτοριᾳ , ἐν δε τῳ προς ἀρκτους Αἰγειροις και Πελληνῃ , ταις Ἀχαϊκαις πολεσι . κειται δε ὑπο το
9999693 χρυσω
: ἡ δε τριτη δια της οι διφθογγου , οἱον χρυσω χρυσοις χρυσοι . Των δε εἰς μι ληγοντων ῥηματων
την ? Ἀφροδιτην Θεων [ και Τυραννιων ] ἀναγινωσκουσι [ χρυσω ] κατα γενικην , ἱν ' ἠι : οὐδε
9999692 Καρχηδονα
των Συρακοσιων αὐθις ἀνορθωσαντες διεχειμαζον . και ἐπεμψαν μεν ἐς Καρχηδονα τριηρη περι φιλιας , εἰ δυναιντο τι ὠφελεισθαι ,
ἀποικισμος αὐτης γεγονεν ὑστερον ἐτεσιν ἑκατον ἑξηκοντα της κατα την Καρχηδονα κτισεως . Ἀλλαι δ ' ὑπαρχουσι νησοι κατ '
9999692 μηλινῳ
ἡπατοϲ και ϲτομαχου καταιονηϲει . Οἰνανθινον τα αὐτα δρᾳ τῳ μηλινῳ και τῳ ῥοδινῳ , ἐκτοϲ του την κοιλιαν μαλαϲϲειν
ψυχρα : και την κοιλιαν ὑπαλειψομεν ὀμφακινῳ τε ἐλαιῳ και μηλινῳ . Εἰ δε πλειων ἡ θερμοτης ᾐ , και
9999691 δωδεκατῃ
τους νομους ἐπεχειροτονησατε , οὐσης ἑνδεκατῃ του ἑκατομβαιωνος μηνος , δωδεκατῃ τον νομον εἰσηνεγκεν , εὐθυς τῃ ὑστεραιᾳ , και
ἐν Λιμναις Διονυσου , ᾡ τα ἀρχαιοτερα Διονυσια [ τῃ δωδεκατῃ ] ποιειται ἐν μηνι Ἀνθεστηριωνι , ὡσπερ και οἱ
9999691 ἐκαθισε
δε Βαρουχ ἐπεθηκε χουν ἐπι την κεφαλην αὐτου , και ἐκαθισε , και ἐκλαυσε τον θρηνον τουτον , λεγων :
δ ' ἐπει ἐγνω ὁτι διατριβη ἐσται ἀμφι ταυτα , ἐκαθισε το στρατευμα ἐνθα ᾠετο ὑγιεινοτατον εἰναι και εὐπροσοδωτατον ὁσα
9999691 κολαξ
πιθηκους * * ὁ μεν γε δειλος , ὁ δε κολαξ , ὁ δε νοθος . Τις δ ' ἐστιν
: ὡς Μενανδρος [ . ] πραττει δ ' ὁ κολαξ ἀριστα παντων : δευτερα ὁ συκοφαντης , ὁ κακοηθης
9999690 ἠθελησε
μεν ἐν τῃ πολει τεθνηκοτων , των δε πεφευγοτων , ἠθελησε κατασχειν : ἠν δε μειζων ἠ ὡστε ὑπ '
ἡμερησια τροφη τῳ στρατῳ . στρατευοντων οὐν κατα της Ἑλλαδος ἠθελησε καινοτομησαι τας φυσεις : Βουβαρης γαρ και ὁ πενταπηχυς
9999689 ἑνδεκατῃ
ἐν τοισι πυρετοισι τῃ ἑβδομῃ ἠ τῃ ἐνατῃ ἠ τῃ ἑνδεκατῃ ἠ τῃ τεσσαρεσκαιδεκατῃ ἰκτεροι ἐπιγινονται , ἀγαθον , ἠν
νησος . Μασιον , ὀρος ὑπερ της Νισιβιος . Στραβων ἑνδεκατῃ . οἱ οἰκουντες Μασηνοι , ἠ ὡς Παριον Παριανος
9999688 Μεσοποταμιᾳ
σταδιοις : τα δε παραπλησια και ὁ Τιγρις ἐν τῃ Μεσοποταμιᾳ και ὁ Νειλος ἐν τῃ Λιβυῃ μικρον προ των
ἐπερρωσθη τῳ εὐψυχει και ἐνυδρῳ της πολεως μετα τον ἐν Μεσοποταμιᾳ ξηρον αὐχμον , τους τε στρατιωτας ἀνεκτατο , και
9999688 ὀξειᾳ
, βεβαως βεβως : οὑτως οὐν και ποος πους ἐν ὀξειᾳ τασει , ὡσπερ και ἐκ τοὐναντιου ἡ ὀξεια και
και ἐχει λογον εἰς τους δηλωθεντας τοπους , νοσῳ περιπεσειται ὀξειᾳ και ἐπικινδυνῳ και τινα φοβον ἑξει παρα ἐξουσιαστῃ και
9999687 φλεβοτομιᾳ
παρεπηται πυρετοϲ . προ παντων οὐν τῃ ἀπ ' ἀγκωνοϲ φλεβοτομιᾳ χρηϲτεον , εἰγε ἀντεχοι ἡ δυναμιϲ : οὐδεν γαρ
ταις ὑστεραις οὐδε ὁλως χρηστεον , ὡσπερ οὐδε κλυστηρι οὐδε φλεβοτομιᾳ , κινδυνος γαρ ἐφ ' ἑκαστῳ τουτων ἐκτρωσαι την
9999687 ὁρισμῳ
ἐν ἰδιοις μετασχηματισμοις διαφορους χρονους δηλουν : προστιθησι δε τῳ ὁρισμῳ και φησι μετ ' ἐνεργειας και παθους ἠ οὐδετερου
εἰς καταφασιν και ἀποφασιν : οὐδεποτε γαρ ὁμωνυμος φωνη ἐν ὁρισμῳ τινος ἠ ὑπογραφῃ λαμβανομενη , οἱον οὐδεις ὁριζομενος ἠ
9999687 ἐδημιουργησε
γενος το αἰσθησεων ἐστιν , ᾡ κρατηρας οἰκειους ἡ φυσις ἐδημιουργησε . κρατηρες δε ὁρασεως μεν ὀφθαλμοι , ἀκοης δε
ζωτικην οὐσαν τας ἁπλας και ἀπαθεις σφαιρας ἀπ ' αὐτης ἐδημιουργησε , το δε ἐσχατον αὐτης εἰς τα γεννητα και
9999686 λαβη
ἐν τῳ περι Ἀναδιπλασιασμου . Μυκηνη . μυκης ἐστιν ἡ λαβη του ξιφους , και ἀπο του μυκητος του ξιφους
καθ ' ὁ μερος ὠνυχωται ἡ ἀκμη . ἡ δε λαβη ὑπο του ἐνεργουντος κρατουμενη πλησσεσθω τῳ κεφαλικῳ σφυριῳ .
9999686 βαινῃ
και κατα ποντον : ἀλλ ' ὁποταν πλειστοισιν ἐρειδομενον ποσι βαινῃ , ἐνθα ταχος γυιοισιν ἀφαυροτατον πελει αὑτου . γριφωδη
της αὐτης ἐννοιας , ὁτι ὁπου ἀν ὁ ἐρωμενος μου βαινῃ Μι - λων , παντα αὐξει , και σμηνη
9999686 Δημητρι
εὑρειν την μυησιν την συντελουμενην κατ ' ἐνιαυτον ἐν Ἐλευσινι Δημητρι και Κορηι . Ἀνδρων [ . ] μεν οὐν
περι : Σολων ἐπλευσεν ἐπι Κωλιαδος , ἐνθα αἱ γυναικες Δημητρι ἑορτην ἐτελουν ἐπ ' αὐτῃ τῃ θαλασσῃ . αὐτομολον
9999685 ἀγκεα
Σκυθεων μακρον ὁραν Ταναϊν μηδε πελας ναιειν Σκειρωνικον οἰδμα θαλασσης ἀγκεα νειφομενης ἀμφι Μεθουριαδος . νυν δ ' ὁ μεν
ἀνω κεισθαι : και Ὁμηρος : και ἀγκη ποιηεντα . ἀγκεα και ποταμοι : γλυκυτης το σχημα , ὁτε τοις
9999685 κοραξ
ἀλλο πραγμα ὁμωνυμον τε ἐστι και συνωνυμον , οἱον ὁ κοραξ ὁ ὀρνις , καθο μεν κοραξ , ὁμωνυμος προς
το κρεας και στραφεισα ἐφη αὐτῳ : „ ἐχεις , κοραξ , ἁπαντα , νους δε σε λειπει . ”
9999685 ἐλπιδι
βεβαιως χρησαμεναι δυσμαχωτατοι τοις ἀντιπαλοις γινεσθαι . Συν δη τοιαυτῃ ἐλπιδι και ἡμεις , διχῃ την δυναμιν διελοντες το πρωτον
οἰκετου δ ' αὐτον ἐμφηναντος ὁπλιταις , τους ὁπλιτας ἐπεισεν ἐλπιδι χρηματων πλεον - ων πεμψαι τινας ἀπο σφων προς
9999685 ἰσχαδα
βαλανον ποιησας ἐν μελιτι προσθες . Προσθετον καθαρτηριον μαλθακτικον : ἰσχαδα λαβων , ἑψησας , ἑως ἀν τας κεγχραμιδας ἀποβαλῃ
ἠδη εἰτε και οὐπω ἠσαν οἱ ἐμετοι . καρυον και ἰσχαδα και φοινικος βαλανον και ἁμα ἀρτου τι προς αὐτοις
9999682 αἰσθητικῳ
ἐξωθεν ἡλιου ἀκτινος μη εἰσβαλλουσης , αὐταρκες το ἐν ὑποκειμενῳ αἰσθητικῳ τῳ της μητρος ὀγκῳ την δημιουργιαν συντελεισθαι . Ἀλλ
το αἰσθανομενον , μεγεθος ἐχει : οὐ μεντοι το γε αἰσθητικῳ εἰναι οὐδ ' ἡ αἰσθησις μεγεθος ἐστιν , ἀλλα
9999681 κριῳ
ἀρκουν : αἰρειν δε δει την περιϲτερεωνα ἡλιου ὀντοϲ ἐν κριῳ . γινεται δε και ἐμπλαϲτροϲ οὑτωϲ : του τροχιϲκου
τοπους , κορμους κατασκευαζωμεν κατα τας θυριδας περιτρεχοντας και τῳ κριῳ τῳ ἀντισκευασθεντι τουτοις τυπτοντες ἀνωθεν της ἐσχαρας το μηχανημα
9999681 σκυλακα
Ἀπολλωνος και μιας των Ἀντηνορος θυγατερων , ᾑ ἐμιγη εἰς σκυλακα μεταβαλων : διο και τερασκοπον αὐτον ἐποιησεν , ὡς
ὡς και Ὁμηρος δεικνυσι λεγων ὠμοι ἐγω . σκυλαξ : σκυλακα την Ἑκαβην λεγει , ὁτι κυων ἐγενετο , ὡς
9999681 νημερτεα
ἀρτι φρυασσομενων . Κυπρι φιλη , συ δε τῃδε ποροις νημερτεα νικης δοξαν , ἀειμνηστον τηνδε τιθεισα χαριν . Λυσιδικη
ἐνι φρεσι βαλλεο σῃσιν : αἰ κ ' αὐτον γνωω νημερτεα παντ ' ἐνεποντα , ἑσσω μιν χλαιναν τε χιτωνα
9999681 πιθανη
. Συριανου . Ἐφ ' ἁπασι τοις κεφαλαιοις ἐμπιπτει ἡ πιθανη ἀπολογια περι ἡς ἀπορουσι τινες ὁτου χαριν οὑτως ὠνομασται
αἰτιᾳ , δι ' ἡς και αὐτος ἐγκληθησῃ . Ἡ πιθανη ἀπολογια ἀντιστρεφουσα ἐστι προς τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι
9999680 ἀκανθα
ἐν τοις ποταμοις γινεται . ἐν ἑτεροις δε τοποις ἐστιν ἀκανθα λευκη τριοζος , ἐξ ἡς και σκυταλια και βακτηριας
στολου : Ἰθακης ἀνακτα Λαρτιαδην Ὀδυσσεα ἐγω κατεπεφνον , οὐκ ἀκανθα τρυγονος . ὡς οὐτι χαιρησοντες , ὠ δυσδαιμονες ,
9999680 Ἀχιλεα
ἐγχωριοι ἐκ νομου ἀει ἐκει ἐσονται μελανηφοροι και τον ἐννεαπηχυν Ἀχιλεα δακρυουσαι , οὑ ἑνεκα Θετις τῃ θεᾳ Ἡρᾳ δωρειται
εἰς το ἀντρον του Χειρωνος ἐδειξεν * αὐτῳ * τον Ἀχιλεα ἐκει παιδευομενον και παρεδωκεν αὐτον αὐτῳ εἰπων : ἰδε
9999680 βιῳ
μεν οὐν εἰχεν ἐπαγωγον τι και θελκτηριον ἐν τῳ τοιουτῳ βιῳ , ἐπειδη δε την σκληραγωγιαν μονην εἰδεν , οὐδε
ἐκ καταληψεων ἐγγεγυμνασμενων προς τι τελος εὐχρηστον των ἐν τῳ βιῳ . τα αὐτα δε ταυτα και τῃ ῥητορικῃ ἀν
9999679 ὠμοσα
λοεον και χριον ἐλαιῳ , ἀμφι δε εἱματα ἑσσα και ὠμοσα καρτερον ὁρκον , μη με πριν Ὀδυσηα μετα Τρωεσς
Μεμνησο μου . Μνημονευω , νη τας Νυμφας , ἁς ὠμοσα ποτε εἰς ἐκεινο το ἀντρον , εἰς ὁ ἡξομεν
9999679 ἐσπουδαζε
τῳ υἱῳ κατελιπεν . Διονυσιος τους ἐπιβουλευοντας φωραν μαλιστα παντων ἐσπουδαζε . των ξενων τις περιῃει την πολιν φασκων μονος
, και παραγενομενος προς τας νυμφας , και τυχων ὡν ἐσπουδαζε , την μεν κιβισιν περιεβαλετο , τα δε πεδιλα
9999679 ἐκομισε
δαφνης τα φυλλα , ἡν τα Θεσσαλιας μεν το πρωτον ἐκομισε Τεμπη , ἐστεφανωσατο δε ὁ ἐν Δελφοις Ἀπολλων την
εἰναι αὐτου . καταβας δε ἐκ τριτου την ἰδιαν ἀξινην ἐκομισε και ἐπηρωτησεν αὐτον , εἰ τουτον ἀπωλεσεν . ὁ
9999678 χωρησῃ
ἀλλ ' ἐκ του τελους : και ὁταν μεν τουτο χωρησῃ κατα νουν , κἀν τα μεταξυ πολλα ὀντα μη
δη δια του ζῳδιακου ἀπο του α ἐπι το β χωρησῃ , της φορας αὐτων οὐκ ἐπι εὐθειας του ζῳδιακου
9999677 ὑγροτηϲ
φλεγματοϲ ἐχει το ϲπερμα . Μηλα . τοιϲ μηλοιϲ ἁπαϲιν ὑγροτηϲ ἐμφερεται περιττωματικη και ψυχρα : ἀλλα τα μεν ἐκλυτα
μεν το παθοϲ ἐϲτιν , αἰτια δε αὐτου περιττωματικη τιϲ ὑγροτηϲ ἐϲτιν . θεραπευειν οὐν δει αὐτην φλεβοτομουνταϲ ἀπ '
9999676 ἑπτακαιδεκατῃ
ναυς ἐσβαν ἀπεκομισθη ἐπ ' οἰκου . του δε Δηλιου ἑπτακαιδεκατῃ ἡμερᾳ ληφθεντος μετα την μαχην και του ἀπο των
. . : Και Ἀπολλοδωρος δε ἐν τῃ περι Θεων ἑπτακαιδεκατῃ περι του των Ἡσυχιδων γενους και της ἱερειας φησι
9999676 βαθεα
Ἐλινυειν . ἡσυχαζειν Ἐννωσας . διανοηθεις . Ἀναξυριδας . τα βαθεα και βασιλικα των ὑποδηματων , ἠ τα νυν βρακια
ποταμου ἀγειν τον στρατον . πολλα μεν γαρ αὐτου ὁραται βαθεα , αἱ δε ὀχθαι αὑται ὁρᾳς ὁτι ὑπερυψηλοι και
9999676 τετμησθω
ΑΒΓ προς ὀρθας τε και δια των πολων τεμνει . τετμησθω ἡ ΖΑ διχα κατα το Η σημειον : το
προτε - ρον παραλληλοι αἱ ΑΚ , ΔΕ : και τετμησθω ἡ ΔΕ διχα κατα το Λ , και ἐπεζευχθω
9999676 ἐτυχε
μακαριζοιτο ὁς εὐθυς μεν ἐκ παιδος ἐρασθεις του εὐκλεης γενεσθαι ἐτυχε τουτου μαλιστα των καθ ' ἑαυτον : φιλοτιμοτατος δε
αὐτου δια τροπου τινος , εἰ μεν δια του δεοντος ἐτυχε τροπου , ἀληθως το δεον κατα του τροπου κατηγορηθησεται
9999676 ἀμυγδαλα
νηʹ . ποτε δει συναγειν τας ἀμυγδαλας . νθʹ . ἀμυγδαλα πικρα γλυκεα ποιησαι . ξʹ . καταγραπτα ἀμυγδαλα ποιησαι
, ἡ δε δοϲιϲ κοχλιαριον νηϲτει . καλον δε και ἀμυγδαλα μαλιϲτα πικρα ϲυνεψειν τῃ πτιϲϲανῃ και κεφαλωτον πραϲον ϲυν
9999676 Κρονιδα
παρα Διος : τι ἐρδων φιλος σοι τε , καρτεροβροντα Κρονιδα , φιλος δε Μοισαις Εὐθυμιᾳ τε μελων εἰην ,
πολλους ἀνδρας ἀγαγειν ἀπο Θηρας εἰς την Λιβυην . τεμενος Κρονιδα : τον Νειλον Κρονιδαν [ φησιν ] , ὡς
9999675 Σεληνῃ
δυο ἀγαθοποιοι μετα του Ἑρμου μαρτυρησωσι τῳ Ἡλιῳ και τῃ Σεληνῃ καλλιστην καταρχην τοις ἀναγομενοις σημαινει και εὐπλοησουσι μαλιστα .
. Σεληνης δυνουσης και Ἀρεως ἐπιδυομενου μηδενος ἀγαθοποιου μαρτυρουντος τῃ Σεληνῃ κακιστος θανατος τῳ φυγοντι δηλουται . Σεληνης δυνουσης και
9999675 ναυμαχιᾳ
την Σαλαμινα , ναυμαχων δε και τοις Ἀθηναιοις νικησας τῃ ναυμαχιᾳ ὁσους ἐζωγρησεν ἀνευ λυτρων ἀφηκεν . ὁπερ μαθοντες οἱ
περι Ἐρασινιδην στρατηγων , ὁτι τους ἐν Ἀργινουσσαις ἐν τῃ ναυμαχιᾳ ἀπολομενους οὐκ ἀνειλοντο . ἐγενετο δε ἡ ναυμαχια ἐπι
9999674 αἰσχυνῃ
την ψυχην λεγειν : ἠ οὐ τουτο λεγεις ; Οὐκ αἰσχυνῃ , ἐφη , ὠ Σωκρατες ; ἐρωτωμενος ἀντερωτᾳς ;
ἐναυλισθηναι ὁσον δυνασαι ἐπιτρεπεις . και ταυτα λεγων οὐτε θεους αἰσχυνῃ οὐτε τονδε τον ἀνδρα , ὁς νυν μεν σε

Back