περι βασιλειας ἱστορει Θεοφραστος , αἱρετοι τινες ἠσαν τυραννοι : ᾑρουντο δ ' αὐτους αἱ πολεις οὐτ ' εἰς ὁριστον
πολεως ἁπαντες , ἐξ αὑτων δε ἑνα κατ ' ἐνιαυτον ᾑρουντο πρυτανιν , ὁς την του βασιλεως εἰχε ταξιν ,
9999972 διενοουντο
ὁν εἰποιμεν ἀν ὁτι τους μεν Ἡρακλειτειους , εἰπερ οὑτω διενοουντο τῳ λογῳ , νυν ἐκποδων ποιησομεθα : οὑτοι γαρ
ναυσιν , ἀπολειται τα ἐν Χιῳ πραγματα . οἱ δε διενοουντο βοηθησειν . ἐν τουτῳ δε ὁ Πεδαριτος αὐτος τε
9999968 ἐκαλουντο
μεχρι του χανειν ἐπ ' ἀνθρακων ὀπτωμενοι : σωληνισται δε ἐκαλουντο οἱ συναγοντες τα ὀστρεα . Φαινιας γουν φησιν ὁ
νυν ἐπ ' ἀδοξον μετακειται πραγμα , προτερον δ ' ἐκαλουντο παρασιτοι οἱ ἐπι την του ἱερου σιτου ἐκλογην αἱρουμενοι
9999968 ᾐσχυνοντο
εὐκαταφρονητον ὑπηρχε τοις φοιτηταις , ἀλλα τον νεον ὡς πρεσβυτην ᾐσχυνοντο την ἐπιστημην αἰδουμενοι . Περικλεους μεν οὐν το μεγα
συγγενων , ὡς , ὁτε μεν προὐκειτο , ὠκνουν και ᾐσχυνοντο λογους περι αὐτου ποιεισθαι , ἐξενεχθεντος δε ἠ περι
9999966 πιπρασκομενα
τουτο οὐν ἐφη ἐπιπαστα . δημιοπρατα δε λεγει τα δημοσιᾳ πιπρασκομενα . διαβαλλει δε αὐτον δια της λεξεως ὡς τα
, εἱς ἐκ της φυλης ἑκαστης : διοικουσι δε τα πιπρασκομενα ὑπο της πολεως παντα , τελη και μεταλλα και
9999966 αὐτοϲ
ὡϲτε το ἐν βαθει τηϲ κλειδοϲ ὀϲτουν ἀνακλαϲθηναι , παλιν αὐτοϲ τοιϲ δακτυλοιϲ διαπλαττε το καταγμα . εἰ δε μεροϲ
παραχρημα : ϲυκηϲ ὀποϲ εἰϲ το πληγμα ἐνϲαχθειϲ , ἠ αὐτοϲ ὁ πληξαϲ ϲκορπιοϲ ἐπιτεθειϲ κατα ἀντιπαθειαν τινα ἀκρωϲ βοηθει
9999965 σφραγιδων
τουτο ἐποιουντο . . σφραγιδονυχαργοκομητας ] ἠγουν τους ἐπιμελουμενους δια σφραγιδων των ὀνυχων αὐτους λευκαινοντας , τους δακτυλιοις και ὀνυχων
γαρ ὑποθηκης οὐτε παρακαταθηκης εἰναι δικας , οὐδε μαρτυρων οὐδε σφραγιδων αὐτοις δειν , ἀλλα πιστευειν παραβαλλομενους : και τα
9999965 ἀθροισας
ἀγειν την ταχιστην . ὁς ἐπει κατεπλευσεν εἰς Εὐβοιαν , ἀθροισας τας ναυς οὐσας πεντηκοντα κατα σπουδην ἀνηχθη . και
Ἀρκαδιας , Εὐανδρος υἱος Χαρμαντος θεοφορουμενῃ τῃ μητρι πεισθεις λαον ἀθροισας ἡκεν εἰς Ἰταλιαν , κατεσχε δε λοφον Κερμαλον ,
9999965 διεκειτο
ὑγιεια ἐναντιαῥητεον ὡς ἐστι μεν ἡ ἐναντια διαθεσις , ἡν διεκειτο ὁ ὀφθαλμος ὁτε ὑγιαινεν , οὐ κειται δε αὐτῃ
ὀνομα κυριον , ὁ εὐνουχος ὁ τριπρατος . οἰκειως δε διεκειτο προς Ἀριστοτελην , και την θετην αὑτου θυγατερα ἐδωκε
9999965 Ἡρακλειδης
ἀλλα μοι ἐν στηθεσσιν ἀληθευουσι μενοιναι . ὁ δε φυσικος Ἡρακλειδης εἰναι ὀντως φησι σανιδας τινας Ὀρφεως , γραφων οὑτως
γινεται τα του βιου αὐτου πβ . . τουτον φησιν Ἡρακλειδης ὁ Ποντικος [ . , . ] περι αὑτου
9999965 κατεψευσατο
εἰτ ' εἰ μεν ἀπεφυγες την γραφην , οὐκ ἀν κατεψευσατο οὑτος του θεου , ἐπειδη δε συνεβη σοι ἁλωναι
κοιλιαν παθη . ἐπει Ἐρασιστρατος ἐν τῳ δευτερῳ Περι κοιλιας κατεψευσατο τε των ἑαυτου πρεσβυτερων , ἐταραξε τε και συνεχει
9999965 ἀθροισαι
ἐλαττωματα και την των Τιτανων ἐπ ' αὐτον συνδρομην , ἀθροισαι στρατιωτας ἐκ της Νυσης , ὡν εἰναι συντροφους διακοσιους
μηχανας ἐκτος βελους . ἐπειτα γενομενης ἡμερας προσεταξε τοις ὑπηρεταις ἀθροισαι τα βελη τα πεσοντα παρα των Ῥοδιων , ἐκ
9999965 εἰργαζοντο
σχολαζουσιν ὁρμη ἐνεπεσε περιστασιν ἐκτειχισαι το χωριον . και ἐγχειρησαντες εἰργαζοντο , σιδηρια μεν λιθουργα οὐκ ἐχοντες , λογαδην δε
βοσκηματα κατεβιβαζον ἐκ των ὀρων και της χωρας τα πλειστα εἰργαζοντο . ἐπει δε ἐδοκουν τῳ Ἀγησιλαῳ πανυ ἠδη θαρρειν
9999965 Ἀλεξανδρου
και βιαιως το δορυ ὠσαμενος διαρρηξας τε την τε ἀσπιδα Ἀλεξανδρου και την δεξιαν ἐπωμιδα διηλασε δια του θωρακος .
κατα τους ὑστερον χρονους Ἀγαθοκλεα τον Συρακοσιων βασιλεα μιμησαμενον την Ἀλεξανδρου στρατηγιαν ἀνελπιστον και μεγαλην νικην περιποιησασθαι : διαβαντα γαρ
9999965 πολιῳ
ποιμνιων χρηστεον καλαμινθῃ και ἀσφοδελῳ , ἠ γλιχωνι , ἠ πολιῳ , ἠ κονυζῃ , ἠ ἀβρο - τονῳ :
ἀπεκριναμην αὐτοις . Ἀπελθων δε ἐς την πανηγυριν ἐπεστην τινι πολιῳ ἀνδρι και νη τον Δι ' ἀξιοπιστῳ το προσωπον
9999964 σκοπουσι
ἀν γενοιτο τροφη και ταις τικτουσαις και τοις τικτομενοις , σκοπουσι . τεμνομενου τοινυν εἰς τοσαυτας τομας του σιτου τῳ
; πρωτον μεν ἐπειδη τα ὀνοματα των πραγματων οἱ πολλοι σκοπουσι και ἀπο τουτων ἠ προσιενται τινα των βλαβερων ἠ
9999964 ξηραντικωτερα
ἀναπλαττοντες . ἐστι δε και τα ξηρα φυλλα των χλωρων ξηραντικωτερα . ὁ δε χυλος οὐκ ἐκ των φυλλων μονον
και ξηροτριβειϲθωϲαν ἐν ἡλιῳ : και ἡ λοιπη δε διαιτα ξηραντικωτερα παραλαμβανεϲθω . ταριχουϲ οὐν ἐϲθιετωϲαν και ναπυ και ϲκορδα
9999964 παρεσκευαζοντο
κειμενην χωραν , αὐτοι δε δογμα γραψαντες ἀκολουθον τοις προειρημενοις παρεσκευαζοντο τα προς την στρατειαν . Περδικκας δε τους τε
του πολεμου παραδοξος ἁπασι γενομενη και ὁ χρονος ἐν ᾡ παρεσκευαζοντο πολυς ἐφελκυσθεις διεχεεν αὐτων τα βουλευματα . των γαρ
9999964 Κασσανδρου
και το συμμαχικον τουτο ἐγενετο Ἀθηναιοις αἰτιον μαλιστα διαφυγειν τον Κασσανδρου πολεμον . Ὀλυμπιοδωρῳ δε τουτο μεν ἐν Ἀθηναις εἰσιν
ἀνδρας Μακεδονας , και δια ταυτα οὐκ ἀναξια ὑστερον ὑπο Κασσανδρου παθειν νομισθεισης , Αἰακιδην [ οὐν ] κατ '
9999964 κατηρασατο
αὐτοις ἐσται ἡ των χρηματων διανομη . οὐ μονον Οἰδιπους κατηρασατο τοις παισι σιδηρῳ το δωμα διαλαχειν , ἀλλα και
ὁ Μελεαγρος εἰς τον πολεμον οὐκ ἐξῃει μεμφομενος ὁτι αὐτῳ κατηρασατο ἡ μητηρ δια τον των ἀδελφων θανατον . ἠδη
9999964 συλλογιστικως
μεν δη ἑνα τροπον φησι , δι ' οὑ ὁρισμον συλλογιστικως μεν , οὐκ ἀποδεικτικως δε εὑρεθηναι ἐνδεχεται , και
τ ' αὐτο συναγων τῳ ἀνδρειῳ , οὐ πανυ τι συλλογιστικως : ὡς δε ἀκολουθουντος τῳ τους ἐπιστημονας και ἐμπειρους
9999964 Πατροκλεους
το παραπετασμα αὐλαιαν καλειν , Ὑπερειδου εἰποντος ἐν τῳ κατα Πατροκλεους . οἱ δ ' ἐννεα ἀρχοντες εἱστιωντο ἐν τῃ
ἐν τῳ κατα Μειδιου , και ἐν τῳ κατα των Πατροκλεους παιδων Δειναρχου . Πλινθειον : ὁ τοπος ἐν ᾡ
9999963 ἀσφαλεια
κλεις ὑπερτατας , ὁτι εἰρηνης οὐσης προς ἀλληλους μεγιστη τις ἀσφαλεια γινεται πασι και των βουλων των ὑπερ αὑτων και
, οὐ χρησομεθα τοις ὀθονιοις πασιν : ἡ μεν γαρ ἀσφαλεια της των κατεαγοτων ἐπιδεσεως ἐκ της πιεσεως και του
9999963 Χαρικλης
ταυτα της ζακορου διηγουμενης μεταξυ του λογου διαβοησας εἰπεν ὁ Χαρικλης , Οὐκουν το θηλυ , κἀν λιθινον ᾐ ,
ἀνδρων εἰς γυναικα θηλυνεσθαι ; Τοιαυτα συντονως μεταξυ παθαινομενος ὁ Χαρικλης ἐπαυσατο δεινον τι και θηριωδες ἐν τοις ὀμμασιν ὑποβλεπων
9999963 κοποι
ἐστιν ἡ γεννησις , πληθυνθησονται αἱ φροντιδες αὐτου και οἱ κοποι και συγχυσιν ἑξει ὁ βιος αὐτου και οὐκ ὠφεληθησεται
ὡς ἐπι το πολυ προηγουνται και λυπαι και θυμοι και κοποι και ἐπι σιτιοις μοχθηροις και κακοχυμοις . ἐτι δε
9999963 σοφωτατου
ἐπιστειλαντος μου μεριμνησειν ὑπερ των Θεοφιλου πραγματων , ἀνδρος και σοφωτατου και δικαιοτατου και ὁς ἐν μεσῳ βιβλιων και ἐγρηγορε
της εὐδαιμονιας τελος , και ταυτα δια του παρεισαγομενου προσωπου σοφωτατου παρ ' αὐτῳ . Πεποιηται γαρ Ὀδυσσευς ἀναφωνων :
9999963 ἀποδειξεσι
δευτερα Περι του ἐγκρινειν τους ἀρχαιους την διαλεκτικην συν ταις ἀποδειξεσι προς Ζηνωνα βʹ , Περι της διαλεκτικης προς Ἀριστοκρεοντα
δευτερολογιαν : ὁ μεν γαρ ἐπιλογος ἐστι λογος ἐπι ταις ἀποδειξεσι ταις εἰρημεναις ἐπιλεγομενος : ἐν δε ταις δευτερολογιαις εὑρισκεται
9999962 ἀγνωμονως
: και τα ἐπιρρηματα ἀχαριστως , ἀναισθητως , ἀδικως , ἀγνωμονως , ἐπιλησμονως . το δε δικαιον εἰναι περι τους
Καλλιας εἰρηκεν ὁ κωμικος . και τα ἐπιρρηματα ἀνεπιστημονως , ἀγνωμονως , ψευδως , ἀνοητως , ἀθεατωςτο γαρ ἀθεαμονως βιαιοτερον
9999962 Ὀλυμπιος
κεν ἁδροσυνῃ σταχυες νευοιεν ἐραζε , εἰ τελος αὐτος ὀπισθεν Ὀλυμπιος ἐσθλον ὀπαζοι , ἐκ δ ' ἀγγεων ἐλασειας ἀραχνια
φαλαγγες . Ὡς δ ' ὁτ ' ἐν οὐρεσι πρωνας Ὀλυμπιος οὐρανοθεν Ζευς ἀμφι μιῃ κορυφῃ συναρηροτας ἀλλυδις ἀλλον ῥηξῃ
9999962 Λευκιου
ἀκοντισαι μεν ἀμεινονων ὀντων των Καισαρος , συμπλεκεσθαι δε των Λευκιου μονομαχων : και πολλους ἐκτεινον συμπλεκομενοι . Ὡς δε
Ῥωμαιων ἐς την Ἑλλαδα ἠπειγετο , στρατηγουντος Ποπλιου και ναυαρχουντος Λευκιου . . . . , . . ὁτι ὁ
9999962 πληρουν
της προς Φιλιππον εἰρηνης και συμμαχιας σταθεισαν , ναυς δε πληρουν και τα ἀλλα ἐνεργειν τα του πολεμου . .
α : οἱ δε και λιβανου ⋖ δ . Ξηρον πληρουν κεφαλικον . Ὀροβινου ἀλευρου , ἁλικος , ἀμυλου ,
9999962 καταληκτικα
το Ϛʹ μονομετρον , τα δε λοιπα διμετρα ἀκαταληκτα και καταληκτικα , ἠτοι ἑφθημιμερη . ὠμοι πεπληγμαι ] εἰσθεσις διπλης
ἀκαταληκτων ηʹ . ἐν ἐκθεσει δε κωλα βʹ ἰαμβικα διμετρα καταληκτικα ἠτοι ἑφθημιμερη , ἁ καλειται , ὡς εἰρηται ,
9999962 σκευαζομενα
ὀξους και χλιαρον ἐπιχεομενον και τα δια γλαυκιου και κροκου σκευαζομενα παντα τον αὐτον τροπον και αὐτα προς μετριας φλεγμονας
παρωτιδας δυναμενων , οἱα ἐστι τα δια ζυμης και ἰξου σκευαζομενα βοηθηματα , οὑτοι φανερως αἰτιοι του πνιγηναι τους καμνοντας
9999962 ἱστορικοι
της Ἐπαφου και Μεμφεως θυγατρος , καθως σχεδον οἱ παντες ἱστορικοι φασιν . Ἀνδρων δε ὁ Ἁλικαρνασευς Ὠκεανον φησι γημαι
ἐκληθη δε ἀπο Χαλκιδος του παρακειμενου ποταμου , ὡς οἱ ἱστορικοι ἁπαντες φασι . Χαλκητοριον , πολις Κρητης . ὁ
9999962 παρεσχετο
μελεταν . ὁτι δ ' ἐν τοσουτῳ λογῳ οὐδαμου μαρτυρας παρεσχετο ὑμιν , ὡς ἠ διατιθεμενῳ τῳ πατρι τῳ ἐμῳ
τραπεζαν ἑνδεκα ταλαντα εἰς τας παρακαταθηκας . Ἁς μεν τοινυν παρεσχετο συνθηκας ὡς κατα ταυτας μισθωσαμενος την τραπεζαν , αὑται
9999961 δημιουργιαν
και ἡ διαπλαστικη δυναμις , εἰ μη ἐχει ὑλην εἰς δημιουργιαν μοριου ἐπιτηδειαν , οὐ δυναται τι ποιησαι . ὁταν
οὐσιωδη προς τι ὑπαρχουσι και συντελουντα εἰς την της φυσεως δημιουργιαν . ἀδυνατον δ ' ἐστιν αὐτα καθ ' αὑτα
9999961 συλλογισμου
, τον τε προσεχη των πρωτων δυο , ὁτι περι συλλογισμου , και τον ἀπωτερω των ὑστερων δυο , ὁτι
ὑποθετικοι : τα γαρ ἀμφιβαλλομενα ἐν τοις ὑποθετικοις δια κατηγορικου συλλογισμου δεικνυουσιν , ἱνα μη ἐπ ' ἀπειρον προελθωσιν δι
9999961 ἱκοντο
και οὐκ ἐθελοντε πιθοντο . Ἐς δ ' ἀρα νηας ἱκοντο συν Ἀργειοισι και ἀλλοις μαντιν ἀγασσαμενοι τον ἀρ '
Φορκυν , ἀμφω ἀδελφειους , οἱ τ ' ἐκ Σαλαμινος ἱκοντο Αἰαντος νηεσσι και οὐκετι νοστον ἑλοντο . Τοισι δ
9999961 Ὀλυμπιοις
. οὐ γαρ ἀξιον την ἐκεινων ὡς ἡμας καταφυγην τοις Ὀλυμπιοις γενεσθαι βλαβην . ἀλλ ' ἱδρυεσθω μεν τῃδε το
ἡ των ὀνοματων ἰσχυς . ἐνι δε τις και τοις Ὀλυμπιοις μοιρα περι βραχυ τι και αὐτη μενουσα . τουτῳ
9999961 ἀκαταληκτα
ἑφθημιμερους : τα δε ἑξης δυο ἐν ἐκθεσει ἰαμβεια τριμετρα ἀκαταληκτα . βοασομαι . . . ταν ὑπερτονον : παρα
τοις φροντισταις παραθεντων “ κωλα ἀναπαιστικα , διμετρα ὑπερκαταληκτα και ἀκαταληκτα και καταληκτικα . νυν οὐν χρησθων : νυν οὐν
9999961 Καλλισθενην
ἐς το ἐπιβουλευσαι . φιλοσοφιαι ἐδοκει προσεχειν τον νουν και Καλλισθενην θεραπευειν ; σφων τε αὐτων κατειπον την ἐπιβουλην και
ὑποπτος ὠν τοις νουθετουσιν εὐκολον σεαυτον παρεχεις και χειροηθη . Καλλισθενην μεν γαρ Ἀλεξανδρος , ὁτι παρῃνει τοις νομιμοις ἐμμενειν
9999961 ἐστρατευσαντο
οἱ Τεγεαται ἐπεμψαν ἐς Δελφους , Λακεδαιμονιους ὁτε ἐπι σφας ἐστρατευσαντο αἰχμαλωτους ἑλοντες : Λακεδαιμονιων δε ἀπαντικρυ τουτων ἀναθηματα ἐστιν
τετελευτηκοτα : ἠτοι γαρ οὐδε ὁλως ἐστρατευσαντο , ἠ εἰπερ ἐστρατευσαντο , παντες ἐφυγον . Ἀντισθενης μεν οὐν και Διογενης
9999961 ἐχειρωσαντο
σφισιν ἀνταναχθεισας , και τριτην νεων πενταδα και ὡσαυτως τεταρτην ἐχειρωσαντο . ἀνεθεσαν οὐν ἐς Δελφους ταις ἁλουσαις ναυσιν ἀριθμον
ἀλλων ἐκβαλλωνται κρειττονων . οἱ τε Ῥωμαιοι πολυ ῥᾳον τουτους ἐχειρωσαντο ἠ τους Ἰβηρας : και γαρ ἠρξαντο προτερον και
9999961 κατεστρατοπεδευσεν
δε ὡς ἀφικετο προς την πολιν , τῃ μεν πρωτῃ κατεστρατοπεδευσεν ᾑ μαλιστα ἐπιμαχον αὐτῳ ἐφαινετο το τειχος , και
τοις Λακεδαιμονιοις , τοτε μεν ἀναχωρησας μικρον ἀπο της πολεως κατεστρατοπεδευσεν : παραγγειλας δε δειπνοποιεισθαι , καταλιπων των ἱππεων τινας
9999961 δουλοσυνης
. Ἠθελες , ὠ Ζηνων , ἀνδρα τυραννον κτεινας ἐκλυσαι δουλοσυνης Ἐλεαν . ἀλλ ' ἐδαμης : δη γαρ σε
ἐπ ' ἡμεας μουνους ἐστρατηλατεε ὁ Περσης τεισασθαι της προσθε δουλοσυνης βουλομενος , χρην αὐτον παντων των ἀλλων ἀπεχομενον ἰεναι
9999961 αἱρετωτερα
. των δε πτηνων ἡ ὀρνις ἡ κατοικιδια μαλλον ἐστιν αἱρετωτερα και ἀπο ζεματος ἐσθιομενη και συν τοις λαχανοις ἑψομενη
ῥηθεν ὑπο τινων των παλαι σοφων , ὁτι συγγνωμη τιμωριας αἱρετωτερα : παντες γαρ ἀποδεχομεθα τους ἐπιεικως χρωμενους ταις ἐξουσιαις
9999960 ἐπαυσατο
δεδεμενος . ἐγω δε οὐδενι τουτων προσειχον . Ὡς δε ἐπαυσατο , την ἀντιδοσιν ᾐτει του λογου των ἀτυχηματων ,
ἐκ του χασματος . ἠρι : ἑωθεν . ἐσχεθεν : ἐπαυσατο του κτενιζεσθαι . ἀψηκτους : ἀκτενιστους . ἠθειαι :
9999960 ὑπεκειτο
συμπλεοντας οὐθ ' ὁ πλους ἠν ὀλιγος , ἀλλα πολυς ὑπεκειτο και χαλεπος . διοπερ ἀπιστουντες ἁμα τοις λεγομενοις και
ὡστε και το Α καθολου του Γ . ἀλλ ' ὑπεκειτο ὡς ἐπι το πολυ . πως οὐν το αὐτο
9999960 ποιουμεθα
ὁ σπουδαιος . και ἐπι των ἀλλων ἁπαντων δη μετρον ποιουμεθα την ἀρετην και τον σπουδαιον . ὡς γαρ ὁ
των ἀλλων των ὁμογενων . οὑ δε ἑνεκα τον λογον ποιουμεθα , τουτ ' ἐστιν , ὁτι σοφιαν την ὀνομαζομενην
9999960 γραμματεια
ὑπερ του δεοντος ἀγωνα ἐλεγον . των δε δικαστικων ὀνοματων γραμματεια , διαμαρτυρια , διαθηκαι , ἀντιγραφα , κατασεσημασμενα ,
, ἀνδρος ἐπιφανους και πρωτου Ἐφεσιων τα πολιτικα : και γραμματεια τε εἰσεφοιτα παρα της γυναικος αὐτῳ και στεφανοι ἡμιμαραντοι
9999960 Ἀρχιλοχος
και Ὁμηρος λεγων : τας πολεις αὐτων εὐ ναιεταωσας και Ἀρχιλοχος ἐν οἱς ἐπισκωπτων τινα φησι : νομος δε Κρητικος
ὁ Χειρων . . . . : Θρια Θρικη : Ἀρχιλοχος : και ὁτι ἀπο Θριων των Διος θυγατερων διωνομασθησαν
9999960 πιστευουσι
και Τανταλον γεννησας , ὡς οἱ μυθοι λεγουσι και παντες πιστευουσι , το μεν ὡς οἱ μυθοι λεγουσιν ἀναφορα ,
: ἀλλ ' ἰδου γιγνωσκει , διαφοιτᾳ γαρ , και πιστευουσι μεν ἠδη μυριοι , πηδωσι δ ' ὑφ '
9999960 ἀναγεγραμμενα
τοιγαρουν ἐπι τοις ἠριοις μαρτυρια ἐστιν ἰδειν της ἀρετης αὐτων ἀναγεγραμμενα ἀληθη προς ἁπαντας τους Ἑλληνας , ἐκεινοις μεν :
και τα ἀπ ' αὐτων εὐθυγραμμα ὁμοια τε και ὁμοιως ἀναγεγραμμενα ἀναλογον ἐσται . Και αἱ λοιπαι ἀρα πλευραι .
9999960 Δημοσθενην
λογοις οἱ συμπρεσβεις , ἀλλ ' ὁλην την πορειαν ἠναγκαζομεθα Δημοσθενην ὑπομενειν ἀφορητον ὀντα και βαρυν ἀνθρωπον : ὁς διασκοπουντων
δε του ἐλλειποντος , ὁταν δεικνυωμεν μη καλως φαμενον τον Δημοσθενην , ὑποκρισιν εἰναι την ῥητορικην : πολλων γαρ και
9999960 ἐκπληρωσαι
τριτῃ βυβλῳ τα περι Μυτιληναιους ἀρξαμενος γραφειν , πριν ὁλην ἐκπληρωσαι την διηγησιν , ἐπι τα Λακεδαιμονιων ἀπεισιν ἐργα :
μεν Λευκιος Ἰουνιος , ὁμωνυμος τῳ καταλυσαντι τους βασιλεις , ἐκπληρωσαι δε την ὁμωνυμιαν βουλομενος ἠξιου και Βρουτος ἐπικαλεισθαι .
9999960 συγγραμματι
περιεχομενον νουν , δηλονοτι τον ὀντα νουν και ἐγκειμενον τῳ συγγραμματι . Ἀναγιγνωσκομεν δε τα μεν ἡρωϊκα ἡρωϊκως , ἠγουν
των ὀντων : θεολογησαι γαρ αὐτῳ προκειται ἐν τῳ παροντι συγγραμματι . ἀμελει τοι και περι στοιχειων διαλεγεται και περι
9999960 ἀναπληρουν
ἀνδριζομενους , ἀπειλειν τοις ἀποδειλιωσι , παρακαλειν τους μελλοντας , ἀναπληρουν το ἐλλειπον , ἀντιμεταγειν εἰ δεοι λοχον , ἐπαμυνειν
τον μελλοντα βιωσεσθαι καθ ' ἡδονην τας ἐγγιγνομενας ὀρεξεις ἁπασας ἀναπληρουν . ἠ τι φης ; Κἀμοι δοκει . Οὐκουν
9999960 ἐπεθετο
και του θειου κατεφρονει . Των γουν προειρημενων , οἱς ἐπεθετο , παμπολλους ἐν τοις ναοις ἀπεκτεινε : ἑνος δε
, Ἀλεξανδρος ἐπηκολουθει πολλοις ἱππευσι και τοις ἐπι της οὐραγιας ἐπεθετο . των δε Βοιωτων οἱ μεν κατακοντιζομενοι συνεχως ἀπεθνησκον
9999960 γραμματι
, την τιμωριαν ἀποφυγγανει , του συνειδοτος οὐ προκειμενου τῳ γραμματι : εἰτα παραδειγμασι τουτο βεβαιωσον : ὁ φονευς ἀν
και πινομενον δε ὁϲον γρ . γ ἠ δ ϲυν γραμματι καϲτοριου ἐν τῃ ἐμβαϲει του λουτρου προμαϲηϲαμενων αὐτων ἰϲχαδα
9999960 Συρακουσσας
ἀχρηστους εἰς πολεμον των ἐκ Κυρηνης παραγενομενων ἐμβιβασας ἀπεστειλεν εἰς Συρακουσσας . χειμωνων δ ' ἐπιγενομενων ἁ μεν διεφθαρη των
. διαδοντος δ ' αὐτου λογον ὡς κατα σπουδην εἰς Συρακουσσας ἀναζευγνυειν διεγνωκε , τριακοσιοι των ἐκ Λιβυης ἱππεων κατα
9999960 ῥητορικου
Ἑρμογενους ὁρου πιπτοντας εὑρησομεν . ἐτι δε οὐ μονον του ῥητορικου ὁρου οἰκειος ἐστιν ὁ ὁρος , ἀλλα και τοις
δοκεις ἀληθη εἰρηκεναι : ἀλλα δη την του τῳ ὀντι ῥητορικου τε και πιθανου τεχνην πως και ποθεν ἀν τις
9999960 μαχοντο
ἀρχον ἀρηϊφιλον ποθεοντες φοιτων ἐνθα και ἐνθα κατα στρατον οὐδε μαχοντο . Οἱ δ ' ἀρ ' ἰσαν ὡς εἰ
κατα τειχος ἐβαινον , ἱππους δ ' εἰσελασαντες ἐπι πρυμνῃσι μαχοντο ἐγχεσιν ἀμφιγυοις αὐτοσχεδον , οἱ μεν ἀφ ' ἱππων
9999960 σκορπιου
περι ὁλον το σωμα συναισθησις γινεται κνησμωδης . [ Περι σκορπιου . ] Τοις δε ὑπο σκορπιου πληγεισιν ὁ μεν
, κολοκυνθις ἀγρια , βρυωνια , κυκλαμινος , ἀνδραχνη , σκορπιου θαλασσιου πνιγεντος οἰνῳ το ἀποβρεγμα . Ἀγνου σπερμα ,
9999960 Πλουταρχου
ἐπολιορκουν Κλειταρχον , [ ὁς προτερον ] μεν ἀντιστασιωτης ἠν Πλουταρχου και διεπολιτευετο [ ] [ ] προς αὐτον ,
περι Ἠλιν , ἡς Ἱ . μνημονευει . . , Πλουταρχου ἐκ του Περι του διαβαλλειν . Ἱ . λεγει
9999959 ἀλεκτοριδος
αἰγειον ποτε στεαρ ὠφελησε τα οὑτως ἐσκληρυσμενα και το της ἀλεκτοριδος : ἀλλα ταυτα μεν ἀσθενεστερα τε ἐστι και τας
γλευκινον μετα βουτυρου , ἐντακεντων αὐτοις στεατων τινων χηνος ἠ ἀλεκτοριδος ἠ μυελου ἐλαφειου . Ὑπελθουσης δε της γαστρος ,
9999959 θεραπαινιδας
. ἐκ μακρας οὐν θαλασσης ἀπολουσαι την ἀσιν : ἐχεις θεραπαινιδας . ” μολις μεν και μη βουλομενην , προηγαγε
ὡς οὐν ἡκεν οὑτος εἰς τους ἀγρους , καταλαμβανει τας θεραπαινιδας ζητουσας την Λευκιππην και πανυ τεταραγμενας : ὡς δε
9999959 ἱσταντο
καδος των δικαστων ἐνθα ἐβαλλον τας ψηφους . δυο δε ἱσταντο ἐν τοις δικαστηριοις καδοι , ὁ μεν χαλκους ,
ἱερεις , ἠκολουθουν δε οἱ γνωριμοι , λογων τε κρατηρες ἱσταντο και ἠρυοντο αὐτων οἱ διψωντες . ὀντων δε και
9999959 κεκρατηκεν
της ἀμελιας κεκρατηκε Φιλιππος , της πολεως δ ' οὐ κεκρατηκεν : οὐδ ' ἡττησθ ' ὑμεις , ἀλλ '
ποτερον τοξου ῥυμα το νικων , ἠ δορικρανου λογχης ἰσχυς κεκρατηκεν . ἀλλ ' ἡδε θεων ἰσον ὀφθαλμοις φαος ὁρμαται
9999959 τετρακτυς
ἐπισυνθεσιν των πρωτων ἀποτελουμενη ἀριθμων . δευτερα δ ' ἐστι τετρακτυς ἡ των κατα πολλαπλασιασμον ἐπηυξημενων ἀπο μοναδος κατα τε
τεσσαρα δεκα γινεται . ἐστι τε οὑτος ὁ ἀριθμος πρωτη τετρακτυς , πηγη δε ἀεναου φυσεως λελεκται παροσον κατ '
9999959 ἐβαλοντο
Σιδοεντι . Δαιμονος ἱλαοιο Ἐν πυρι Βακχον διον ὑπερ φιαλης ἐβαλοντο . Ὑῃ ταυροκερωτι Διωνυσῳ κοτεσασα Ῥειωνη ἀμυδις βλαψιφρονα φαρμακα
' ἀπο χειρων δακτυλοι ἐτμηθησαν , ἐπι ξιφος εὐτ ' ἐβαλοντο χειρας ἐελδομενοι στυγερας ἀπο Κηρας ἀμυνειν . Και που
9999959 φοινικας
φασκειν ἐληλυθεναι : τουτου δε ἐν τῳ κοιλοτατῳ πεφυκεναι τους φοινικας . ταυτα μεν οὐν ταχ ' ἀμφοτερως ἀν εἰη
ἰδειν δε ἐν Βαβυλωνι ὁ αὐτος λε - γει τους φοινικας αὐτορριζους ἀνατρεπομενους ὑπο των ἐλεφαντων τον αὐτον τροπον ,
9999959 ἰσχυς
δυνατος τελεσαι ὑπεσχετο , μη προγνους ὡς ἡ των Ἑλληνων ἰσχυς ἀκαταγωνιστος ἠν ἐκ των προλαβοντων ; τῃ Ἀσιανῃ :
οὑτω γαρ μοι δοκει ἡ τε ὑγιεια μαλλον παραμενειν και ἰσχυς προσγενεσθαι . Οὑτω τοινυν , ἐφη , ὠ παι
9999959 προσδιορισμῳ
* * * συναληθευειν , ἐαν ποιησωμεν την ἀποφασιν τῳ προσδιορισμῳ συναπτοντες την οὐ ἀρνησιν : ἀλλα ποτε μεν συναληθευει
και κατα τουτον τον τροπον δυναμενης της ἀρνησεως μη τῳ προσδιορισμῳ ἀλλα τῳ κατηγορουμενῳ συμπλεκεσθαι . το δε ἀπο των
9999959 ἐξαλλαττει
το φανερον ἡμισφαιριον : ἐν πλειονι ἀρα χρονῳ ἡ ΞΝ ἐξαλλαττει το φανερον ἡμισφαιριον ἠπερ ἡ ΔΠ . λεγω ,
ἡ ΘΚ . ἐν πλειονι ἀρα χρονῳ και ἡ ΖΗ ἐξαλλαττει το φανερον ἡμισφαιριον ἠπερ ἡ ΘΚ . . ,
9999959 ἀπεχωρουν
Τολμιδου του Τολμαιου στρατηγουντος . και Χαιρωνειαν ἑλοντες και ἀνδραποδισαντες ἀπεχωρουν φυλακην καταστησαντες . πορευομενοις δ ' αὐτοις ἐν Κορωνειᾳ
. αἱ μεν οὐν ἀλλαι των αἰχμαλωτιδων προς τους βαρβαρους ἀπεχωρουν , ἡ δε μητηρ του Δαρειου Σισυγγαμβρις παρακαλουσων αὐτην
9999959 προκαταρκτικα
γαστρος , ἠ δια οὐρων . ζητει δε και τα προκαταρκτικα αἰτια των αἰτιων , διαφορον ποιουντα κενωσιν . εἰ
πολλακις ἡ ἀγρυπνια και ἡ ἐκταραξις της γαστρος οὐχ ὡς προκαταρκτικα αἰτια ὑπαρχοντα νεκρωδες ποιουσι το προσωπον , ἀλλ '
9999959 προπολεωϲ
, εὐφορβιου ⋖ ιϚ , ὑποκιϲτιδοϲ χυλου ⋖ ιϚ , προπολεωϲ ⋖ ιϚ , ϲμυρνηϲ ⋖ ιϚ , ἑλενιου ⋖
ψυχη βοτανη . ἀντι ὀπου πευκεδανου γλυκυριζηϲ χυλοϲ . ἀντι προπολεωϲ λαδανον . ἀντι πιτυοκαμπηϲ ϲφηκεϲ εἰϲ κεδριαν . ἀντι
9999959 Μαντινευς
και Μαντινεην ἐρατεινην „ Ὁμηρος . και Παυσανιας ηʹ ” Μαντινευς και Τεγεατης και Μαιναλος Τεγεαν κτιζουσι και Μαντινειαν ”
τοις ἀπο της συλλογης χρονοις . Θρασυας δ ' ὁ Μαντινευς εὑρηκει τι τοιουτον , ὡσπερ ἐλεγεν , ὡστε ῥᾳδιαν
9999959 Καλλικρατης
δε ἐπελαβετο αὐτικα ὁ Ῥωμαιος της προφασεως , και ὁποσοις Καλλικρατης ἐπηγεν αἰτιαν Περσει σφας φρονησαι τα αὐτα , ἀνεπεμπεν
της βουλης . και αὐτων ὁ μεν κατα την ὁδον Καλλικρατης τελευτᾳ νοσῳ , οὐδε οἰδα εἰ ἀφικομενος ἐς Ῥωμην
9999959 αἰσθητηριου
δοξειεν ἀν μεταβαλλων ἠ του σωματος μεταβαλλοντος , τουτεστι του αἰσθητηριου , δια τινα χυμον συρρευσαντα ἐκεισε ποτε μεν εἰναι
, οὐκ ὀψεται , οὐχ ὡς οὐκ ὀντος του ὀπτικου αἰσθητηριου , ἀλλ ' ὡς του μεταξυ μη ὀντος ,
9999959 προδωσω
. οὐ γαρ τους ἐμοι φιλτατους ἐν ταις αὐτων ἀναγκαις προδωσω και παραβλεψομαι . . θαυμαστικως συγκρισιν ποιειται των ἐπι
, των δε διαθηκων ἐγω : και οὐποτε ἁ ἐπιστευθην προδωσω , πριν κἀμε τις ἐπανελῃ . ” θορυβου δε
9999959 τετελευτηκεν
τιμαν ὡστε τοσουτων ὁσων ἀκηκοατ ' ἀξιουν , ἐπειδη δε τετελευτηκεν , [ μηδεμιαν ποιησαμενους τουτων μνειαν ] ἀφελεσθαι τι
κρατηρας ἡλατο ὡν συνεγγυς ὀντων οὐδε μνειαν ποτε ἐπεποιητο ; τετελευτηκεν οὐν ἐν Πελοποννησωι . οὐδεν δε παραδοξον ταφον αὐτου
9999959 συνεστηκε
του το συνεχον ἐκλελοιπεναι τυγχανῃ γενομενον , ἐνδοξου προσωπου ἐπιλαμβανομενον συνεστηκε , ἠν δε ἐκ του το αἰτιον , ἀδοξου
. ἐπει γαρ ἐκ των ἐν τῳ τι ἐστι κατηγορουμενων συνεστηκε μονῳ τε ἁρμοζει τῳ πραγματι πρωτως , οὐδεν ἀλλο
9999959 μαλακωτεροι
και δια τουτο την ἰσχυν ἐξελυσαν και ταις γνωμαις ἐγενοντο μαλακωτεροι ἐπι τοσουτον , ὡστε και τον βασιλεα αὐτων μεγαλαυχειν
της ἀρετης ὀνομα πολλῳ μαλλον των ῥητορων φανουνται δειλοτεροι και μαλακωτεροι . σκοπει δη οὑτως . πρωτον μεν οὐκ ἐστιν
9999959 ἐχαρισαντο
εὐεργεσιας Ἀκαρνασι Ῥωμαιοι Λευκαδα και Ἀνακτοριον ἀφελομενοι Κορινθιους ἀνα χρονον ἐχαρισαντο Οἰνιαδας τε ἀποκαταστησαι βουλομενοις ἐπετρεψαν και τας Ἐχιναδας νησους
ἀρα ἐλευθερος εἰμι „ . οἱ δε τελωναι διαχυθεντες . ἐχαρισαντο τε τῳ Ξανθῳ το τελος και ἀπηλλαγησαν . Ὁ
9999959 βαρυτερα
ἐπι των βαρων ἐστιν ἰδειν : συνιοντα γαρ τα βαρη βαρυτερα γινεται ἠ ὁταν ᾐ διακεκριμενα . και προς τουτοις
χρωματικη μεχρι της βαρυτατης χρωματικης ἡ τε της διατονου συντονωτατης βαρυτερα πασα ἐστι διατονος μεχρι της βαρυτατης διατονου . νοητεον
9999959 Εὐδοξος
του Πυθιου προηγορευθη αὐτῳ . Παραιτητεοι γαρ ἐνταυθα Ἐπιμενιδης και Εὐδοξος και Ξενοκρατης , ὑπονοουντες τῃ Παρθενιδι τοτε μιγηναι τον
ἁπασιν ἡ της τριτης σφαιρας στροφη , ἀλλα , καθαπερ Εὐδοξος ᾠετο , τῳ μεν Ἀφροδιτης ἀστερι ἐν μησιν ἐννεακαιδεκα
9999959 χειριστη
εἰσιν αἱ συνισταμεναι αὑται , πολλα πολλακις , ὁπερ και χειριστη ἐστι πασων των συζυγιων . τι γαρ ; ὁτι
ἐμφραξει αἱματος και πληθει γινομενην : αὑτη γαρ ἡ κεφαλαλγια χειριστη ἐστι δια το συνεχες και ἐπιμονον της ὀδυνης ,
9999959 διεφαινετο
προϊοντος του χρονου χειρω τα τε χρωματα και τα παρυφισταμενα διεφαινετο . Τι οὐν ἀν τις ἐνταυθ ' ἐνομισεν ,
ὡς ἐπιστελεις οὐ κακως . ἡ τε γαρ σου χρηστοτης διεφαινετο παλαι και ἐπιστελλειν ἐμανθανες . ἡκοντος δε του καιρου
9999959 Δημοσθενης
ποιησαι , πανηγυρικως μελεταται : και γαρ πολυς ἐστιν ἐνταυθα Δημοσθενης κατα Φιλιππου δημηγορων , ἀλλα και ὁ προς Λεπτινην
τις τουτῳ τῳ σχηματι το προοιμιον ἐξενεγκοι , ὡς ὁ Δημοσθενης εἰ μεν περι καινου τινος πραγματος προὐτιθετο , ὠ
9999959 φαινετο
ἐπ ' εὐρεα νωτα θαλασσης , τῳ δε πολυτλητων σημηια φαινετο μοχθων . κυανεη μεν ὑπερθεν ἀναθρῳσκουσα θαλασσα οὐρανον ὀρφναιων
ἐπι νηυσιν Ἀχαιων . ἡδε δε οἱ κατα θυμον ἀριστη φαινετο βουλη , πεμψαι ἐπ ' Ἀτρεϊδῃ Ἀγαμεμνονι οὐλον ὀνειρον
9999959 μεγαλῳ
εἰναι γενητος ὠν . Μητροδωρος δε φησιν ἀτοπον εἰναι ἐν μεγαλῳ πεδιῳ ἑνα σταχυν γεννηθηναι και ἑνα κοσμον ἐν τῳ
θερμαινουσιν οἱον πυρι . Ἐγκανθις ἐστιν , ὁταν ἐν τῳ μεγαλῳ κανθῳ ἑλκους γενομενου ὑπερσαρκωσις γινηται : θεραπευομεν δε αὐτο
9999959 προσηνεγκε
ἐπειθε , ταις ἐν Δωδωνῃ περι το μαντειον οὐσαις ἱερειαις προσηνεγκε λογους περι των αὐτων δια τινος Φερεκρατους , Ἀπολλωνιατου
φησιν Ἀθηναιοις θυομενοις ἐν Δηλῳ την χερνιβα βαψας ὁ παις προσηνεγκε , κἀν τῃ φιαλῃ μετα του ὑδατος ἰχθυς κατεχεεν
9999958 ἀπεστερησεν
ἑνεκα ἐπεβουλευσα αὐτῳ : ὁ γαρ πρεσβυτερος ἀδελφος παντα λαβων ἀπεστερησεν ἡμας . Ἰσως δ ' ἐρει ὡς οὐκ ἐστι
, ὁς δια τα Συρων πατρια και ἡμας των ἰχθυων ἀπεστερησεν ἑτερ ' ἐκ Συριας παρεισφερων . καιτοι γε Ἀντιπατρος
9999958 παρεκελευετο
πατριδος , ἡν ἑτερος Ἀλεξανδρος καθαιρησει . ” Ὁ αὐτος παρεκελευετο τοις ἀνθρωποις ἠ νουν ἠ βροχον . Ὁ αὐτος
κορην και ὀμνυσιν ἠ μην φυλαξειν ἀμολυντον , και θαρρειν παρεκελευετο . Και ἡ μεν παρα τῳ αἰπολῳ ἠν ἐν
9999958 δικαστηρια
δικανικου , συμβουλευτικου , πανηγυρικου , τοποι του μεν δικανικου δικαστηρια , του δε συμβουλευτικου ἐκκλησιαι και δικαστηρια , του
ἁπαντας μεν γαρ τους ὁμιλουντας οὐ . πολλοις γαρ τα δικαστηρια μεταλλα . δει δε οὐδε ἁπαντων κατεγνωκεναι κακιαν .
9999958 ἀναλαβουσα
του ποδος το παθος καταμαθουσα οἰκτειρει τον νεοττον , και ἀναλαβουσα συν πολλῃ τῃ φειδοι κατειλει την πληγην , και
πραγμα πεπειραμενῳ . Οὑτω γαρ κατασκευαζεται ψυχης καθαρα διαθεσις , ἀναλαβουσα τα καλλιστα : και προς το παντων κυριωτατον νενευκυια
9999958 φασκουσα
ἐντυχον γυνη τε ἐγενετο και χειρα ξυνηψεν ἐραν αὐτου παλαι φασκουσα , Φοινισσα δε εἰναι και οἰκειν ἐν προαστειῳ της
προτερον ἀνηκε πριν ἠ ἐπεισεν αὐτον τα μεν παραμυθουμενη και φασκουσα ἐκεινου κηδεσθαι ὁπως μη κακοπαθῃ γυμνος του χειμωνος και
9999958 κανα
οὐ περιμενει την σην σχολην . ἀλλ ' εἰσιτε : κανα προχειρα , χερνιβας , θυληματα ποιειτε . ποι κεχηνας
Ἐριχθονιου βασιλευοντος πρωτον κατεστησαν αἱ ἐν ἀξιωματι παρθενοι φερειν τα κανα τῃ θεῳ , ἐφ ' οἱς ἐπεκειτο τα προς
9999958 ἐκρινετο
τυραννιδος χαλεπωτερα και δεινοτερα νυν , ἠ ὁταν της τυραννιδος ἐκρινετο , ἐπι το δικαστηριον αὐτον εἰςαγγελλοντες ἐληλυθαμεν : και
ἀλλο οὐδεν ἐπεσημανθη , ἀλλ ' ἐν τῃ φωνῃ μουνῃ ἐκρινετο . Τα δε νυκταλωπικα ἱδρυετο , ὡς και τα
9999958 βελτιονας
του σπουδαζειν ἀμελησας , οὐ γιγνωσκων ὁτι του Πλουτου παρεχω βελτιονας ἀνδρας και την γνωμην και την ἰδεαν . Παρα
οὐν φερειν πολεμον και ἀδηλα , και μεταβολας τοις δυστυχουσι βελτιονας , ταχα δε και την δικην ἑξειν τελος ἐκει

Back