μεν ὁ μοι ἐπιανδανει αὐτῳ ἐξερεω , του δ ' ὐμμι τελος κρηηναι ἐοικεν . ξυνη γαρ χρειω , ξυνοι
σῳζοιτε Κλεωνυμον , ὁς ταδε καλα εἱσαθ ' ὑπαι πιτυων ὐμμι , θεαι , ξοανα . Ἱκτο μεν ἐς Δωδωνα
9997619 ἐξαιφνηϲ
πλειοϲιν ἐξωθεν αἰτιοιϲ τουτο το παθοϲ ἑπεται . ἐπειδαν οὐν ἐξαιφνηϲ φλεγμηνῃ τι μοριον ἀνευ του προηγηϲαϲθαι φανεραν αἰτιαν ,
πολλαι μεν αὐθιϲ ἐπανηνεγκαν , τινεϲ δε κατα τουϲ παροξυϲμουϲ ἐξαιφνηϲ ἀπωλοντο των μεν ϲφυγμων πυκνουμενων τε και ὑποϲπαιροντων ἀτακτωϲ
9997613 ἱρῳ
το ἀστυ και τινας ὀλιγους εὑρισκουσι των Ἀθηναιων ἐν τῳ ἱρῳ ἐοντας , ταμιας τε του ἱρου και πενητας ἀνθρωπους
ὑδατος χρημα πολλον . τα δε ποιεοντες Δευκαλιωνα ἐν τῳ ἱρῳ τονδε νομον θεσθαι λεγουσι συμφορης τε και εὐεργεσιης μνημα
9997609 γαϲτροϲ
ἐϲτι γεννητικον . βλιτον δε και ἀτραφαξυϲ ὑγρα μεν και γαϲτροϲ ὑπακτικα , ὀλιγοτροφα δε . τα δε ἀκανθωδη παντα
ὑδατι γλυκει . ἁπαϲι δε τοιϲ ὀϲτρακοδερμοιϲ ὑπαρχει χυλοϲ ὑπακτικοϲ γαϲτροϲ : διο και τοιϲ χερϲαιοιϲ κοχλιοιϲ : και τουτων
9997597 ηὐξηθη
Δημοσθενους ἐν τῳ λεγειν δυναμις ἐπ ' ἀπωλειᾳ της Ἑλλαδος ηὐξηθη ” . Ὁ αὐτος ἐφη , ὡσπερ ἀγωνιστου γινεσθαι
Ἰοκαστην . . ἱν ' ἐτραφη ] ὁπου σπερμα καταβληθεις ηὐξηθη . . ῥιζαν ] γονην . αἱματοεσσαν ] συγγενικην
9997581 ἐρριψε
θαττον ἐκφυγειν ἠ πυξ ἐπαισε τῃ χειρι ἠ λιθον ἀραμενος ἐρριψε : καιριως δε της πληγης ἐνεχθεισης , εἰ μεν
. λεγει δε τουτο δια τον Δια : ἠδη γαρ ἐρριψε τον ἑαυτου πατερα Κρονον της βασιλειας , και νεοις
9997552 Εὐρυσθεα
τοι ] ἀεικες ἐστ ' ἐχοντα προς πατραν μολειν . Εὐρυσθεα γαρ πως δοκεις ἀν ἀσμενον , ἐμ ' εἰ
δικαιον δε νομιζοντες εἰναι , οὐ προτερας ἐχθρας ὑπαρχουσης προς Εὐρυσθεα , οὐδε κερδους προκειμενου πλην δοξης ἀγαθης , τοσουτον
9997529 ἀκμηϲ
περιεχομενῳ τινι τεταρταιων δουναι τηϲ θηριακηϲ προ τηϲ του νοϲηματοϲ ἀκμηϲ : εἰτ ' αὐξηθεντων ἁπαντων ϲυνεχηϲ διαδεξαμενοϲ πυρετοϲ ἀπεκτεινε
περιγλυπτεον , ἐπι δε των μικροτερων μειζονα τοπον δια τηϲ ἀκμηϲ περιγραπτεον : ἀναϲταθειϲηϲ δε δηλονοτι τηϲ ϲαρκοϲ ἀγκιϲτρῳ ἠ
9997521 δακρυα
οὐν ἀδελφηι ταυτ ' ἐμηι ; μη προς θεων . δακρυα γουν γενοιτ ' ἀν . οὐκουν οὑτος οἰωνος μεγας
τυμβον ἐπ ' εὐρωεντα : κυσεν δ ' ὁ γε δακρυα χευων στηλην εὐποιητον ἀποφθιμενοιο τοκηος , και ῥα περιστεναχων
9997502 ρκε
. μαϲτιχινον ρκγ Ἐλ . ϲτυρακινον ρκδ Ἐλ . ϲικυωνιον ρκε Ἐλ . μετωπιον ρκϚ Ἐλ . μενδηϲιον ρκζ Ἐλ
μδ λδ , ἡ δ ' ἐπι της ΓΘ μοιρων ρκε κϚ ι . ἀκολουθως δε και ἡ μεν ὑπο
9997502 Ὀλυμπιαδι
Μηδαν γημας την του Θρᾳκων βασιλεως ἐπεισηγαγε και ταυτην τῃ Ὀλυμπιαδι , ἐπι πασαις δε Κλεοπατραν την Ἀτταλου ἀδελφιδην ἐπεισαγων
, το πελαγος . Διονυσιος : ὁς προτερον ἐπι τῃ Ὀλυμπιαδι πολιν ἐκτισεν Ἀδριαν ἐν τῳ Ἰωνικῳ κολπῳ , ἀφ
9997482 Ἀλκιβιαδῃ
εἰρημενον τεινειν και προς το ὑπο Πλατωνος εἰρημενον ἐν τῳ Ἀλκιβιαδῃ , το ὁπερ τις οἰδε , μαθων ἠ εὑρων
ἐνθα ἀνεκειτο πινακιον ἐχον γης περιοδον , και προσεταξε τῳ Ἀλκιβιαδῃ την Ἀττικην ἐνταυθ ' ἀναζητειν . ὡς δ '
9997480 γλωσσῃ
τε αὐτεοισιν ἐδοκεεν εἰναι , και προπετεστερη : και ὑπο γλωσσῃ φλεβες ἐμφανεες . Καταπινειν οὐκ ἠδυναντο , ἠ πανυ
ὡς τεθαψεται . Ἠδη ποτ ' εἰδον ἀνδρ ' ἐγω γλωσσῃ θρασυν ναυτας ἐφορμησαντα χειμωνος το πλειν , ᾡ φθεγμ
9997477 ῥεα
Βρομιοιο μορφην παντοιην ἐπιειμενον ἐσθλον ἀχατην . Πολλα μεν οὐν ῥεα γ ' ἐστιν ἀχατου χρωματ ' ἰδεσθαι : ἐν
κειτο μεγας παρ ' ἐπαλξιν ὑπερτατος : οὐδε κε μιν ῥεα χειρεσς ' ἀμφοτερῃς ἐχοι ἀνηρ οὐδε μαλ ' ἡβων
9997445 Πινδαρῳ
ἐκτισαντο ἀντι του ᾠκησαν , ὡς το ὀρεικτιτου συος παρα Πινδαρῳ [ . ] , ἀντι του ὀρειοικου . ἱεραν
ἀνειπουσα Δελφοις , ὁποσων ἀπηρχοντο τῳ Ἀπολλωνι , μοιραν και Πινδαρῳ την ἰσην ἁπαντων νεμειν . λεγεται δε και ὀνειρατος
9997438 Ἀρχιδαμῳ
στοχασμος : ἀλλως τε και λογων ἀφορμας διδωσι τουτο τῳ Ἀρχιδαμῳ : ἐρουμεν γαρ , ὡς εἰς το της Ἀθηνας
Περσων γην οὑτω καλειν , ὡσπερ ἐν τε Φιλιππῳ και Ἀρχιδαμῳ . Ἡρακλεια : Δημοσθενης ἐν τῳ κατ ' Αἰσχινου
9997435 βλαβησῃ
συ δε ἐπιτηρει και περιβλεπε μη τι ἐν τῃ ὁδῳ βλαβησῃ . . ζηλω ς ' ὁθουνεκ ' ἐκτος αἰτιας
ἐπισκοπος ταχυ , μεταμεληθησῃ δε δ καταληφθησῃ μοιχος και οὐ βλαβησῃ ε ἀγορασεις το κτημα ὁ ἐνθυμῃ Ϛ παραμενεις πρεσβυτερος
9997432 ζῳδιῳ
και στενοχωριας βιωτικας ἀπεργαζεται . Και ἐαν μεν ἐν ἡλιακῳ ζῳδιῳ τυχῃ καλως κειμενος προκοπας παρεχει και πραξεις ἀφ '
ὑπαρχουσι την του ὡροσκοπου μοιραν ἀποδεδωκασιν , ἐν ᾡ ἀν ζῳδιῳ ἐκπεσῃ ὁ ὡροσκοπος και μαλιστα τῳ οἰκειοτερῳ αὐτων ἐπι
9997422 ὀλυμπιαδι
Ταυροσθενην καταπαλαισειεν ὁ Χειμων τον Αἰγινητην και ὡς Ταυροσθενης τῃ ὀλυμπιαδι τῃ ἐφεξης καταβαλοι τους ἐσελθοντας ἐς την παλην και
δοξαν του θεου παρεισφερων . . . . . ἑβδομηκοστηι ὀλυμπιαδι φασι γενεσθαι Δημοκριτον και Ἀναξαγοραν φιλοσοφους φυσικους ὁμου τε
9997418 ἠκμασε
. δις δε ἡβησαι φησι τον Πελοπα , ἐπει πρωτον ἠκμασε την φυσικην ἡλικιαν , δευτερον δε κατακοπεις και τυθεις
. ἐν δε τῳ Ἰωνικῳ λογῳ τῳ και κιναιδολογῳ καλουμενῳ ἠκμασε Σωταδης ὁ Μαρωνειτης και ὁ υἱος αὐτου Ἀπολλωνιος ,
9997414 κενωϲεωϲ
και μαϲτιχηϲ . ἱκανηϲ δε και δια του ϲτοματοϲ γιγνομενηϲ κενωϲεωϲ τῃ δια του ἀγαρικου ἐμπλαϲτρῳ ἠ τῳ δια καχρυοϲ
των ἀλλων ἀπαλλαττοιτο ϲυμπτωματων εὐχρουϲτεροϲ τε γιγνοιτο προϲ λογον τηϲ κενωϲεωϲ εὐϲφυκτοτεροϲ τε εἰη και ἰϲχυροτεροϲ ἐν ταιϲ ἐπαναϲταϲεϲι ,
9997411 σκηνῃ
ἐστι περιακτος ὑψηλη : το δε βροντειον , ὑπο τῃ σκηνῃ ὀπισθεν ἀσκοι ψηφων ἐμπλεοι διωγκωμενοι φερονται κατα χαλκωματων .
και την εὐσεβειαν των φεροντων ἀγαμενος ἀνατιθησιν ἐν τῃ καθιερωμενῃ σκηνῃ της εὐχαριστιας των ἀνδρων ὑπομνημα . παγκαλη δε ἡ
9997408 Κυρῳ
τα θηρια και φιλονικουντας και διωκοντας και ἀκοντιζοντας . και Κυρῳ ἡδετο οὐ δυναμενῳ σιγαν ὑπο της ἡδονης , ἀλλ
. ἀλλους δε τινας ἐφασαν λεγειν ὑπομαλακιζομενους , ὡς και Κυρῳ πιστοι ἐγενοντο και βασιλει ἀν πολλου ἀξιοι γενοιντο ,
9997401 δακτυλῳ
ἐν τῳ δακτυλῳ ἀλγηματος , ἀλλα την μεν ἐφεξης τῳ δακτυλῳ , ὁτι ὁ ταρσος ἀλγει , την δε τριτην
ἐντοϲ : ἐπι δε των ἀϲυντρητων οὐκ ἀμεϲωϲ ὁμιλει τῳ δακτυλῳ το ὀργανον , ἀλλα δια μεϲου του μενοντοϲ ἀϲυντρητου
9997390 δριμεα
ταϲ ἐπιϲημουϲ εὐωδιαϲ τε και ἀρτυϲειϲ και τα ἀλλα τα δριμεα . ἀπεχεϲθω δε ἡ τιτθη και λαγνειων και πονειτω
δ ' οἰνον ἐπι τουτων ἀνακουφιζειν δει και παντα τα δριμεα ἀποζεματα , τῳ δ ' εὐκρατῳ καταχρηστεον και ἀρτῳ
9997385 ἑξαδι
. ἐπι δε το ἑτερον , το ἐλαττον , τῃ ἑξαδι : προ γαρ του ζ ὁ Ϛ , ὁς
. . § : ἑβδομην δε λεγω και την συν ἑξαδι τῃ γονιμωτατῃ και την ἀνευ ἑξαδος . . .
9997383 ἐξοδῳ
, ὁσοις μεν ὁπλα ἀγχεμαχα προσεστι λαβοντες ταυτα προς τῃ ἐξοδῳ στωμεν , ὁσοις δε τοξα και βελη ἐπι τους
κληρωσαι την μεν ἐπι μονῃ , την δ ' ἐπι ἐξοδῳ ἐκ της χωρης , και ἐπι μεν τῃ μενειν
9997373 Λευκοθεα
χρονου ἀφθαρτον οὐσαν διαγειν και τεταχθαι . αὑτη δε ἡ Λευκοθεα Νηρηις γενομενη . οὑτως γαρ , ἠγουν Λευκοθεα ,
, ἡς και ὁ ποιητης μεμνηται : ἐστι δε αὑτη Λευκοθεα : ὁ δε Μελικερτης μετεβληθη εἰς δαιμονα : ἐστι
9997353 Ἰλιαδι
τῳ του Καλυδωνιου συος δερματι οὑ και Ὁμηρος μνημονευει ἐν Ἰλιαδι . των Ναυβολειων : Τεμεσσα πολις Ἰταλιας ἐνθα μετα
ἐμμελως ὁτι πραϋνομαι . δοκει δε μοι και ὁ ἐν Ἰλιαδι Ἀχιλλευς , ὁ τῃ κιθαρᾳ προσᾳδων και τα κλεα
9997346 Αἰσχυλῳ
γυμνος ἀληλιμμενος τοις παιανιζουσι των ἐπινικιων ἐξηρχε . Παρ ' Αἰσχυλῳ δε την τραγῳδιαν ἐμαθε . και πολλα ἐκαινουργησεν ἐν
ἐπιφυσεις παραγωγως κοτυληδονες . και τα κυμβαλα δε παρ ' Αἰσχυλῳ κοτυλαι : χαλκοδετοις κοτυλαις ὀτοβει . Μαρσυας δε το
9997340 ξηροϲ
θερμοϲ και ξηροϲ , ἐν δε τῃ φθινοπωρινῃ ψυχροϲ και ξηροϲ , ἐν δε τῃ χειμερινῃ ὑγροϲ και ψυχροϲ .
ταξιν , ξηραινει δε χλωροϲ μεν ὠν πρωτηϲ ταξεωϲ , ξηροϲ δε δευτεραϲ . ὁ δε καρποϲ ὁ ξηροϲ τηϲ
9997339 Ἀτθιδι
και ταυτα , ὁποια λεγεται , προτερον ἐτι ἐν τῃ Ἀτθιδι συγγραφῃ . Περσει δ ' ἐς Λιβυην και ἐπι
ὑπο Νηλεως του Κοδρου κτισθεισων , ὡς φησιν Ἑλλανικος ἐν Ἀτθιδι . . . : οὐκετι Κολαινις ] φησι δε
9997329 ἀσκῳ
μονοκωπος ἠ μονος ἀμφελυτρωσας και καλυψας το σωμα ἐν τῳ ἀσκῳ ὁποια και ὡσπερ πορκος ζωον Ἰστριον τετρασκελες * .
ἀγρυπνον , βορεαν και νοτον μετα των ἀλλων ἀνεμων ἐν ἀσκῳ πνιγεσθαι συγκεκλεισμενους : προς τουτοις Πασιφαην μεν ταυρῳ ,
9997329 ἡρῳ
ταυτα ἐν οἱς φησι τοτ ' ἐγω και Φοιβος Ἀπολλων ἡρῳ Λαομεδοντι . . στευτο δ ' ὁ γ '
ἐτι . και τουτο δη πολυ ἀνακεισθαι το ἀργυριον τῳ ἡρῳ τας τιμας των ἱερειων . φαινεσθαι δε ἐνυπνιον τον
9997328 χορῳ
και περι των ἑξης ἐπιτρεψαις [ ἀν ] ὑποκριτῃ και χορῳ διαλυεσθαι τα της ἀντιλογιας εἰς μυθον , ὡς οἱ
γαμουντων διδομενα ταις γαμουμεναις . . παρθενιος , τον ἐτικτε χορῳ καλη Πολυμηλη : ἡ διπλη ὁτι παρθενιος λεγεται ὁ
9997322 κηρυκι
! ! ! ! ! ! ! ! ] α κηρυκι [ ! ! ] ! ! ? [ !
κηρυκι των θεων και ὑπηρετῃ : ἠ ἡ γλωττα τῳ κηρυκι τουτων των ἀγγελιων , τουτεστι σοι τεμνεται : ἀντι
9997322 ἠνεγκε
ὀρος Ἀρκαδιας και πολις . ἐνταυθα μιχθεις αὐτῃ ὁ Ζευς ἠνεγκε τῳ Λοκρῳ , ἱν ' ὡς ἑαυτου ἀναθρεψῃ τον
εἰπειν ἠθελησαν , ὡς δ ' εἰκασαι ῥᾳδιον , οὐκ ἠνεγκε παρευδοκιμουμενα , οὐδε ἠνεσχετο της προς σε ἁμιλλης ,
9997321 κτησῃ
. φιλους μη ταχυ κτω : οὑς δ ' ἀν κτησῃ μη ἀποδοκιμαζε . ἀρχε πρωτον μαθων ἀρχεσθαι . συμβουλευε
πολλους δε ἱππους , πολλους δε ἀνδρας και γυναικας καλας κτησῃ , οὑς οὐ λῃζεσθαι σε δεησει , ἀλλ '
9997319 ἀτοπῳ
δικαιον πεφυκε γιγνεσθαι , δει προς τουτο φιλονικουντας αὑτους περιβαλλειν ἀτοπῳ τινι , μαλλον δε προοραν και φυλαττεσθαι . το
ἐνικησεν και το δευτερον ἐν Συρακοσιοις λεγομενα , και μαλα ἀτοπῳ τε και αἰσχρᾳ νικῃ τοις της νικης αἰτιοις .
9997309 Ἀσκληπιῳ
και νησον οὐκ ὀλιγην ἐργαζεται . τουτο το χωριον τεμενος Ἀσκληπιῳ παιδες Ῥωμαιων ἀνεθεσαν . . . Ἀσκληπιος μετα το
τριχας ἐκφυσαι . Ἐδοξε τις λεγειν αὐτῳ τινα θυσον τῳ Ἀσκληπιῳ . τῃ ὑστεραιᾳ μεγαλῃ συμφορᾳ ἐχρησατο : κατηνεχθη γαρ
9997308 ιβʹ
προς Ϛʹ ἐκ του ἡμιολιου θʹ προς Ϛʹ και ἐπιτριτου ιβʹ προς θʹ και παλιν ἡμιολιου ιβʹ προς ηʹ και
ιδ μ , τας δε τοσαυτας μοιρας και ἐτι το ιβʹ αὐτων ἡ σεληνη κινειται μεσως ἐν ἡμερᾳ μιᾳ και
9997305 ἠξιωθη
Κατοπτρου Εὐδοξου και Ἀντιγονου και Ἀλεξανδρου του Αἰτωλου και ὡς ἠξιωθη ὑπο του βασιλεως γραψαι ἐν ταις ἰδιαις ἐπιστολαις Ἀρατος
πειθομαι , ὁτι κατ ' ἀρετην τροπου και φυσεως γενναιοτητα ἠξιωθη ὁ Σωκρατης δαιμονιου συνουσιας : τι δε και ἠν
9997305 ἑβδομη
και τριτη συν εἰκαδι , Εἰκας συν αὐτῃ παλιν ἐστιν ἑβδομη , Ἡ δωδεκατη πεντε συν λοιποις δεκα , Εἰκας
και κατασκευαζομενου : ἑκαστου γαρ μηνος ἡ νουμηνια και ἡ ἑβδομη ἀφιερωτο τῳ Ἀπολλωνι : ἡ δε τεταρτη τῳ Ἑρμῃ
9997303 ἡσυχιᾳ
ἡσυχιαν ἀγουσα , ὡς μεχρι γε του ἐκει εἰναι ἐν ἡσυχιᾳ , οὐδεν ἐτι πολυπραγμονουσα εἰς ἑν γενομενη βλεπει ,
ἀρχην διετελεσαν , εἰρηνην μεν ἀγοντες ἀπο των ἐξωθεν πολεμωνἐν ἡσυχιᾳ γαρ ἠν παντα τα διαφοραὑπο δε των ἐν τῃ
9997301 χονδροϲ
ὁ ϲεμιδαλιτηϲ και τριτοϲ ὁ ϲυγκομιϲτοϲ . πυροι ἐφθοι ϲεμιδαλιϲ χονδροϲ . κυαμοι ϲαρκουϲι την ἑξιν οὐκ ἐϲφιγμενῃ και πυκνῃ
γλιϲχρον χυμον . ἐϲτι δε και ἡ ϲεμιδαλιϲ και ὁ χονδροϲ ἱκανωϲ γλιϲχρα . τενοντεϲ και ἀπονευρωϲειϲ και τα περι
9997291 Φιλιππῳ
τις τἀλλοτριον , παραχωρει δε των ἰδιων . και το Φιλιππῳ δε μετα βαρυτητος εἰρηται . τινι γαρ , εἰπε
τῃ ἰσῃ δη που και ὁμοιᾳ ποιησεσθε ὡσπερ ἀει : Φιλιππῳ δ ' ἀκολουθειν ἀναγκη . τουτο δε ὁσον διαφερει
9997290 Σκεψασθε
ἑρμαιον ; ἡμιν τας ἀναγκας ταυτας οἱ θεοι προὐξενηκασι . Σκεψασθε δη και περι της παλαιας αἰτιας ὡς καλως αὐτην
γαρ ἐφαμεν κακον ἀγαθῳ φιλον εἰναι . Ἀδυνατον γαρ . Σκεψασθε δη ὁ λεγω . λεγω γαρ ὁτι ἐνια μεν
9997287 Δαιδαλῳ
, ἀλλα κακκαβην δια του η , ὡς Ἀριστοφανης ἐν Δαιδαλῳ . Κυνηγετης οἱ Ἀττικοι , ἀλλ ' οὐ κυναγος
τουτων ἰδεαι πλειονες , και κογχυλιας δε λιθος ἐν Ἀριστοφανους Δαιδαλῳ , και παρα Ξενοφωντι κογχυλιατης , λυχνιας δε παρα
9997284 ῥιζα
του ἀκορου και το λευκον και της λευκης ἀμπελου ἡ ῥιζα ἠ λαπαθου ἀγριου της ῥιζης μετα σκιλλης τριωβολον ἠ
ὑποδασυς : ἀνθη λευκα , ὑποχλωρα : σπερμα μελαν : ῥιζα μακρα , στρυφνη , παχος ἐχουσα δακτυλου . φυεται
9997277 Καρκινῳ
εὑρισκονται ἐν τῳ τριτῳ δεκανῳ των Διδυμων , ἐν δε Καρκινῳ νωχελεις και δολεροι , ἐν δε Λεοντι γενναιοι και
μενοντες , ἐν πλαναις και ξενιτειαις γινομενοι . Ἐστι τῳ Καρκινῳ ὑποτεταγμενα ταδε : ἐμπροσθια , Βακτριανη : ἀριστερα ,
9997275 Ὀλυμπιῳ
: το δε τριτον ὀλυμπικως τῳ σωτηρι τε και τῳ Ὀλυμπιῳ Διι , ἀθρει ὁτι οὐδε παναληθης ἐστιν ἡ των
ἀρχαιοις Ἀττικοις γραμμασι , Ζηνι μ ' ἀγαλμ ' ἀνεθηκαν Ὀλυμπιῳ ἐκ χερονησου τειχος ἑλοντες Ἀρατου : ἐπηρχε δε Μιλτιαδης
9997272 ϲερεωϲ
# β , ῥοδινου # δ : την λιθαργυρον λειωϲαϲ ϲερεωϲ χυλῳ τοιϲ τηκτοιϲ ἐνεβαλον . τροφαϲ εὐδιοικητουϲ δοτεον εὐχυμουϲ
μετ ' ἀλφιτων και τριβολου χλωρου χυλοϲ και πολυγονου και ϲερεωϲ και θριδακινηϲ ϲυν τοιϲ ἀλφιτοιϲ και αὐτα δε τα
9997272 Ἀλκμηνῃ
Διος . ὁ γαρ Ζευς ὁμοιωθεις τῳ Ἀμφιτρυωνι συνεγενετο τῃ Ἀλκμηνῃ . και ἐγεννηθη ὁ Ἡρακλης , ὁς και τους
Ἐν αὐτῃ δε τῃ νυκτι ἐβουλευσατο , και συνεγινετο τῃ Ἀλκμηνῃ , ἱνα μη ἐλεγχθῃ μοιχευθεισα . . ΑΥΤΗι Δ
9997268 γλυκεα
, δι ' ὁ και τα πολλα των ἀνθων ἐστι γλυκεα . Και τουτο κατα λογον ἐκλελυμενην τε και θηλυτεραν
διδοσθω , πολεμιωτατον δε αὐτοις το ψυχρον : τα δε γλυκεα παντα των προποματων παραιτητεα . Τα μεν οὐν κατα
9997261 σωθῃ
χειμωνα εὐξασθαι τῳ Ἀπολλωνι , καταστεψεσθαι κλαδοις ἐλαιας , ὁταν σωθῃ τον Μινωταυρον ἀποκτεινας , και θυσιασειν . και την
ἐξαιρωμεν λογου : εὐ γαρ χρη εἰδεναι , ὁτιπερ ἀν σωθῃ τε και γενηται οἱον δει ἐν τοιαυτῃ καταστασει πολιτειων
9997254 Καπιτωλιῳ
. . Ἐτι δ ' οὐν πολιορκουμενων των ἐν τῳ Καπιτωλιῳ καταφυγοντων νεος τις ἀπο της Οὐιεντανων πολεως ὑπο Ῥωμαιων
τε μετα Τουσκων σπονδας ναον τε ᾠκοδομησεν ἐν τῳ καλουμενῳ Καπιτωλιῳ . Μετα ταυτα πολιορκων την Ἀρδεαν , πολιχνην δεκα
9997253 κυβῳ
γ . Ζητω οὐν ʂ Ϛ # ΔΥ α ἰσους κυβῳ παρα πλευραν . νυν τασσω την του κυβου πλ
αὐτων ἐσται ʂ Ϛ # ΔΥ α : ταυτα ἰσα κυβῳ παρα πλευραν : πλασσω κυβον ἀπο ʂ ὁσωνδηποτε #
9997252 ληθῃ
τεχνας εἰσαγομενοι περικρατησαι των εἰς αὐτας θεωρηματων ἀδυνατουμεν εὐθυς : ληθῃ οὐν κατ ' ἀρχας χρωμενοι παλιν ἀναμιμνῃσκομεθα , ἑως
και τα μεν ἀλλα , ὁσα τουτους ἐπιεζε δηλονοτι τῃ ληθῃ παραπεμποντων , την του ποιμενος δε στερησιν ἐπι νουν
9997251 γλυκυ
και ἀπ ' ἀμφοτερων ἐς το ἡσσον . Γλυκυ οὐ γλυκυ , γλυκυ ἐς δυναμιν οἱον ὑδωρ , γλυκυ ἐς
ὡς κυαμου μεγεθος εἰς πεσσον ἐγχριστεον και καταβαπτεον εἰς ἐλαιον γλυκυ ἠ Σουσινον , ἱνα το πολυ της δηξεως ἀπαμβλυνθῃ
9997251 Ὀλυμπιαδα
βραχυκαταληκτον . . Ψαυμιδι : ὁ Ψαυμις ἐνικησε την πβʹ Ὀλυμπιαδα τεθριππῳ . ἠν δε Σικελος ἀπο Καμαρινης πολεως ,
και εὐτυχης , προτερον ναυτης ὠν . ἐγραψεν Ἀπολογισμον προς Ὀλυμπιαδα της ἑαυτου δωδεκαετιας : Ἱστοριαν περι Δηλου και της
9997249 ἠξιωσε
τῳ τοτε βασιλει Κορινθου Πολυβῳ : ὁς λαβων αὐτον ἐπιμελειας ἠξιωσε και εἰς ἀνδρων ἡλικιαν ἠγαγεν . ἐπειτα δε ὁ
ἀγαπησαντας τον ἀληθη θεον και ἀνταγαπηθεντας προς αὐτου , ὁς ἠξιωσε , καθαπερ δηλουσιν οἱ χρησμοι , δια τας ὑπερβολας
9997249 ψευδῃ
ψευδος . ψευδῃ οὐν , κἀν τε ἀληθευῃς κἀν τε ψευδῃ . και ἐπαγει λεγων ὁτι Πρωταγορας ψευδεται , κἀν
ἐχ ' ἀτρεμας ] ἡσυχαζε . ψευσῃ ] γρ . ψευδῃ ) . οὐ ψευσῃει γε με ] οὐ ψευδη
9997249 Ἐννεα
το σωμα κατα τον ἀγρον της γυναικος ἐν ταις καλουμεναις Ἐννεα τυρσεσιν , οὐσαις τῳ βαρει των ἐργων θαυμασταις .
Ἀθηναιων κτισμα ἐν τῳ τοπῳ ἱδρυμενον τουτῳ , ὁς καλειται Ἐννεα ὁδοι : εἰτα Γαληψος και Ἀπολλωνια , κατεσκαμμεναι ὑπο
9997234 Θετταλιᾳ
Ἡρακλει κεκμηκοτι . ταυτην ἐπειραθη καταδραμειν ὁ Φιλιππος ὠν ἐν Θετταλιᾳ , μαθοντες δε Ἀθηναιοι και περιπλευσαντες τον τοπον ἀπεωσαντο
κυων ἐς την ἀγοραν παραβαλῃ , ἀναιρουσιν αὐτον . ἐν Θετταλιᾳ δε ὁ μελλων γαμειν θυων τα γαμοδαισια ἱππον ἐσαγει
9997234 ἑλκη
κυστει : ὁταν δε μηκετι αἱμοῤῥαγῃ , ὡς τα ἀλλα ἑλκη θεραπευε : τας δε ἐκ του καυλου αἱμοῤῥαγιας ἐπιθεματα
: τα δε προς τους ἐν τῃ κυστει λιθους και ἑλκη : τα δε προς ὑστεραν : τα μεν δη
9997229 γαϲτηρ
κἠν μεν ἐπι τοιϲι ἰϲχηται μεν ὁ ἱδρωϲ και ἡ γαϲτηρ ὁ τε ϲτομαχοϲ δεχηται τα ϲιτια και μη ἐμεῃ
φαρμακου , εἰτα καθαραν χολην . πολλακιϲ δε και ἡ γαϲτηρ ὑπερχεται κατω : ὁτε δε και εὐφορωτερα ἡ καθαρϲιϲ
9997229 λυσσῃ
ὡς ἐστιν εἰκασαι της μελαινης και μεθης παρατροπαις και τῃ λυσσῃ τῃ ἀπο των λυσσωντων κυνων συμβαινουσῃ τον ἐνθουσιασμον ἀπεικαζει
τινες εἰς τουτο ἀνοητῳ και δυσκαθεκτῳ ὁρμῃ , μαλλον δε λυσσῃ χρωμενοι . και πολλοι παιδων ὀντες ἐρασται τοσουτους ποθους
9997229 λιμνῃ
παντες καταπονουσιν ἡμας . βελτιον ἐστιν ἡμας ῥιψαι ἐν τῃ λιμνῃ και πνιγηναι . ” ταυτ ' οὐν εἰποντες ἀπῃεσαν
του λειμωνος του ἐν τῳ ἑλει . ἐτι ἐν τῃ λιμνῃ το μειρακιον , ἐτι ἐπι του σχηματος , ᾡ
9997227 κολοκυνθιδοϲ
φλεγματοϲ και μελαγχολιαϲ και των λοιπων κοινον καθαρτηριον . Λαθυριδων κολοκυνθιδοϲ ἐντεριωνηϲ χαμελαιαϲ φυλλων ξηρων ϲκαμμωνιαϲ ἐπιθυμου πολυποδιου ἀνιϲου ἀνα
μελικρατῳ : και διαϲτηϲαντα παλιν κλυζειν τῳ δια κενταυριου και κολοκυνθιδοϲ : εἰτα την ἱεραν αὐθιϲ διδοναι και ἐφεξηϲ ἀποφλεγματιϲμοιϲ
9997225 γληχωνι
ἰϲχυροτεροιϲ τε τῃ τε ἀρτεμιϲιᾳ και κονυζῃ και καλαμινθῃ και γληχωνι και ἀνθεμιδι . προϲθετοιϲ δε χρηϲθαι τερμινθινῃ και νιτρῳ
συνεκλεανθεις : και μηλα κυδωνια ἐσθιομενα λεια : ἠ συν γληχωνι και ὑδατι πινομενα , ἀμωμον τε και βαλσαμου καρπος
9997223 Ἀναξαγορᾳ
, ἀλλα πολλοις και σοφοις συγγεγονεναι , και Πυθοκλειδῃ και Ἀναξαγορᾳ : και νυν ἐτι τηλικουτος ὠν Δαμωνι συνεστιν αὐτου
πλεον δια των ἐνυπαρχοντων αὐτῳ συμβεβηκοτων . τα μεν οὐν Ἀναξαγορᾳ περι των ὁμοιομερων εἰρημενα και τα Εὐδοξῳ περι τινων
9997222 χαλκιτεωϲ
Ϛ , κομμεωϲ # δ , καδμιαϲ , ὀπιου , χαλκιτεωϲ κεκαυμενηϲ , κροκου , ἀλοηϲ ἡπατιτιδοϲ , καϲτοριου ,
δε ἐπι τουτοιϲ γενομενηϲ και πυου μη ὑποπιπτοντοϲ τῳ δια χαλκιτεωϲ ἐμπλαϲτρῳ φαρμακῳ θεραπευειν ἠ τινι των ὁμοιων των προϲ
9997222 ὑσπληξ
καρφη τε ἐπι του βοθρου τεινουσιν δυο , οἱς και ὑσπληξ και ἀλλο ὀστρακον ἐπικεισεται . πλησιασει δε παντως ὁ
παρα ποδα ” και νυν ἐτι λεγουσιν . Ἀττικοι . ὑσπληξ δε κοινον . βωμολοχος ὁ προς τοις βωμοις λοχων
9997218 Ἡλιῳ
κατορθωσιν των πραγματων και των φαυλων ἰασιν ἀποτελει . Σεληνη Ἡλιῳ ἐπιμερισασα κενωσιν βιου και ἐξοδιασμους πλειστους ἀποτελει και μαλιστα
τα πραττομενα . Βλαπτει δε και ἡ Σεληνη συνοδευουσα τῳ Ἡλιῳ ἠτοι ὑπο τας αὐγας αὐτου οὐσα ἠ διαμετρουσα αὐτον
9997213 Τυδεα
ποταμου , τουτεστι τον Ἰσμηνον περιφραστικως . ἐᾳ ] τον Τυδεα . ἐᾳ ] ἀφιησι . περαν ] διελθειν .
φυγαδα εἱλου νυμφιον , ὡσπερ Ἀδραστος τον Πολυνεικην και τον Τυδεα , οὑς γαμβρους ἐποιησατο ἐπι της βασιλειας την ἐκτισιν
9997212 δωρεᾳ
προς το ἐσχατον δεους ἠγαγε και ὑπηγαγετο ἁμα τους δυνατωτερους δωρεᾳ . Τιτος μεν δη ὁ ἀρχων ὁ Ῥωμαιωντο γαρ
και Τριπτολεμον και την Δημητρος ἐπιδημιαν ἐπι τῃ του σιτου δωρεᾳ παρηγαγεν , και την του βασιλεως χαριν ἐκεινοις προσαπτων
9997210 κολοκυνθιδα
ἀποβρεγμα κολοκυνθιδος . γινεσθω δε το ἀποβρεγμα οὑτω : λαβων κολοκυνθιδα πληρωσον ἑψηματος καθαρας αὐτην προτερον καλως , ὡς μηδεν
και ἡ καθαρσις ἡ δια των κοκκων των ἐχοντων την κολοκυνθιδα και το εὐφορβιον , ὡν ἡ συνθεσις ἐχει οὑτως
9997205 Ἠελιῳ
ἀγει δειλοισι βροτοισιν , ἐξοχα δ ' εἰ γε συν Ἠελιῳ βεβαωτες ὁρῳντο : τημος γαρ πτωχοι πανδημιοι ἰνδαλλονται ὀθνειῃσι
ἠ ἐτι και πιναροισιν ἐφεζομεναις στεγεεσσιν . Ἑρμης δ ' Ἠελιῳ ξυνην βαινων κατ ' ἀταρπον ἠμερσεν σοφιης και παιδειης
9997204 ζεφυρῳ
. . . . ἀκραης : ὁ ζεφυρος : ἀκραει ζεφυρῳ : παρα το ἀκρως ἀειν και πνεειν . .
, τον Ἀκαμαντα , ἐπ ' ἀνατολας του ἡλιου οὐριωτατα ζεφυρῳ σταδιοι ͵αωʹ : ἀπο δε του Ἀνεμουριου ἐπι τας
9997201 ἱκανωϲ
και γιγνεται μεν ἡ προϲθεϲιϲ αὐτων δυϲαφαιρετοϲ , ξηραινει δε ἱκανωϲ . προϲκειϲθαι δε δια παντοϲ αὐτοιϲ προϲηκεν , ἀχριϲ
μητε ὀξυτητα μητε πικροτητα και προϲ τουτοιϲ ἐτι μηθ ' ἱκανωϲ θερμου μηθ ' ὑπερβαλλοντωϲ ψυχρου . ἐντευθεν γαρ ὁρμωμενοϲ
9997199 ἁγιῳ
[ χαρις ] , τελος τησδε της δελτου συν Θεῳ ἁγιῳ ; ; . . φιλουντα δικαζειν πατερα παις εἰρξας
αὐτου γεγηρακυιαι παρθενοι : και ἡ ἑτερα αὐτου θυγατηρ ἐν ἁγιῳ πνευματι πολιτευσαμενη , ἡ ἐν Ἐφεσῳ ἀναπαυεται : ἐτι
9997194 σφραγιδα
δε Ῥωμαιοι χαριστηρια της συμμαχιας στεφανον τε ἀπο χρυσου και σφραγιδα χρυσην ἐπεμπον και ἐλεφαν - τινον διφρον και πορφυραν
εἰχες σαυτου ἐχειν ἐργον ὡς ἐπισταμενος δακτυλιους γλυφειν και ἀλλην σφραγιδα σον ἐργον , και στλεγγιδα και ληκυθον ἁ αὐτος
9997193 φρασω
τρισιν πληγαις ἀπηδεσθη το ῥαμφος . Ἐγω γαρ ὑμιν νυν φρασω . Εἰξασιν γαρ τοις παιδαριοις τουτοις , οἱ ἑκαστοτε
Μιλησιον ἀπικομενον ἐς Ἀθηνας χρηισαι σφεων βοηθεειν , ταυτα πρωτα φρασω . Ἀθηναι , ἐουσαι και πριν μεγαλαι , τοτε
9997190 σποδῳ
. δουλειαν ] δουλικην . δουλειαν ] δουλην . ψαφαρᾳ σποδῳ ] λεπτῃ κονει . ψαφαρᾳ σποδῳ ] γῃ ,
και δυσχερως , ἀλλ ' ἀληθως και ἀναμφιβολως εἰσι τῃ σποδῳ κεκονιαμενοι , κατακεχωσμενοι , ἀνῃρημενοι . οὐδ ' ἀμφιλεκτως
9997189 πυξιδι
ϲπερματοϲ ⋖ α , ἀποτιθεναι ξηρανθεν ἐν τῃ ἡλιωϲει ἐν πυξιδι χαλκῃ . χρω πρωτον ξηρῳ , ἱνα ἐϲχαρωθῃ ,
: | ἐξεραμα κυνοϲ ἀραϲ ξηρανον και λεαναϲ θεϲ ἐν πυξιδι και χρω ὡϲ καλλιϲτῳ προϲ λυϲϲοδηκτουϲ θαρρων . ἐκ
9997186 Θρᾳκη
φοβειται ἡ Μακεδονια , τουτον ἡ Ἑλλας , τουτον ἡ Θρᾳκη ; νη την Ἀφροδιτην , σημερον αὐτον τοις αὐλοις
θαλασσα και Βορυσθενης , κατα δε τον συνδεσμον του βορειου Θρᾳκη , του νοτιου Ἀσια και Σαρδω . Τα δε
9997186 νῳ
χρη νοησαι μοναδα κινουμενην ; οὐτε γαρ αἰσθησει τουτο οὐτε νῳ ληπτον . και ὑπο τινος ; και γαρ οὐδε
ἀν ὠκνησα δια το σαφεστερον . συ δε παραπεμπε τῳ νῳ τας θεωριας τῳ ῥητορικῳ σου κοσμων λογῳ την τεχνην
9997180 πικρῳ
, ἐγνων χρηναι την κακοχυμιαν καθαιρειν τῳ δια της ἀλοης πικρῳ φαρμακῳ : ἀθροως μεν οὐν οὐκ ἐτολμησα καθαιρειν τον
τραγικος Αἱμων ὁ του Σοφοκλεους ἀπεδειξατο της Ἀντιγονης ἐρων και πικρῳ ζυγομαχων πατρι τῳ Κρεοντι : και γαρ τοι και
9997178 λιπε
πεδιον , τοθι περ νυν αἰσυλα ῥεζεις . Ὡς φαμενον λιπε θυμος , ἐβη δ ' ἀφαρ Ἀιδος εἰσω .
αἰτιωδως παραλαμβανομενον , ἐχειν χρονικον παρακειμενον ἐπιρρημα , ἐπει δη λιπε δωμα Καλυψους ἠυκομοιο , ἐπει Τροιης ἱερον πτολιεθρον ἐπερσεν
9997177 Φαιδρε
ᾑ και ἐν Φαιδρῳ λεγεται : “ Ἐσπουδακας , ὠ Φαιδρε , ὁτι σου των παιδικων ἐπελαβομην , ἐρεσχηλων σε
. ” Οὐτοι ἀποβλητον ἐπος “ εἰναι δει , ὠ Φαιδρε , ὁ ἀν εἰπωσι σοφοι , ἀλλα σκοπειν μη
9997175 ἱππικῃ
' ἀπο του ἀναβαινειν ἐπι τους ἱππους παντα τα ἐν ἱππικῃ μελεταν „ . το δ ' ἀναβας τον ἱππον
εὐδοκιμους μεν ἱππους ἐχειν , εὐδοκιμειν δε αὐτον ἐν τῃ ἱππικῃ , ἠν μη τι δαιμονιον κωλυῃ ; Γραψαι δε
9997174 ἡδ
ηὑρες δε που νιν ; ἠ τις ἠνεγκεν νεκρον ; ἡδ ' , ἐντυχουσα ποντιας ἀκτης ἐπι . τουτον ματευους
παρεστιν ἐνταυθοι γυνη : πλην ἡ γ ' ἐμη κωμητις ἡδ ' ἐξερχεται . Χαιρ ' , ὠ Κλεονικη .
9997174 σκιλλῃ
ταις τριοδοις , ἀπελθων κατα κεφαλης λουσασθαι και ἱερειας καλεσας σκιλλῃ ἠ σκυλακι κελευσαι αὑτον περικαθαραι . μαινομενον δε ἰδων
εἰ δε τις αὐτοῤῥιζα φυτα συκης κατατιθεται , χρη τουτον σκιλλῃ ἐμβαλοντα φυτευειν . τινες ἁλμῃ βρεξαντες το φυτον ,
9997166 ἐρᾳς
ἐρᾳς του εἰτε μη : οἰδα γαρ ὁτι οὐ μονον ἐρᾳς , ἀλλα και πορρω ἠδη εἰ πορευομενος του ἐρωτος
αὐτος πολλακις . Γυναικος , ὠ Ἀλφειε , ἠ νυμφης ἐρᾳς ἠ και των Νηρεϊδων ἁλιας ; Οὐκ , ἀλλα
9997160 γῃ
ὀρυττειν , ποταμους και φρεατα και κολυμβηθρας διορυσσειν , παρακαταθηκας γῃ διδοναι , χρεα λαμβανειν ἠ διδοναι , παραφυλασσεσθαι δε
παρα Ἀθηναιοις τοιουτον . ῥαβδος ἠν μακρα πεπηγμενη ἐν τῃ γῃ , και ἑτερα ἐπανω αὐτης κινουμενη ὡς ἐπι ζυγιου
9997159 ὁμιλῳ
μηθεντες οὐτε ταξι . Και οὑτοι μεν βοῃ τε και ὁμιλῳ ἐπηισαν ὡς ἀναρπασομενοι τους Ἑλληνας : Παυσανιης δε ,
ἐϋξοον ἀμφαφαασθαι , πρωτος κ ' ἀνδρα βαλοιμι ὀϊστευσας ἐν ὁμιλῳ ἀνδρων δυσμενεων , εἰ και μαλα πολλοι ἑταιροι ἀγχι
9997156 ξηρη
ἀγρυπνιη δε ϲκιδνηϲι ἐϲ την ἐξω φορην . τοιγαρουν κοιλιη ξηρη οὐδεν διιειϲα : ἠν δε κοτε ἐκδιδῳ , ξηρα
Ὁταν ἐκ περιπλευμονιης ἐμπυος γενηται , πυρετος ἰσχει και βηξ ξηρη και δυσπνοιη , και οἱ ποδες οἰδεουσι , και
9997155 πηγανῳ
ἐξω το παν . ἐϲτωϲαν ὠν θερμαι αἱ τεγξιεϲ ξυν πηγανῳ και ἀνηθῳ , ἐμπαϲϲομενου νιτρου : και ἐπιπλαϲματα ξυν
του καστοριου : μετα δε τουτο ῥοφεειν διδοναι ἀλητον ξυν πηγανῳ ἑφθον ἠ πτισανης χυλον . Ἠν δε γυναικι μετα
9997153 κρηπιδα
ὀρος το Κρονιον κατα τα ἠδη λελεγμενα μοι παρα την κρηπιδα και τους ἐπ ' αὐτῃ παρηκει θησαυρους . ἐπι
. το μεν σωμα γῃ κρυπτουσι , λιθου δε ἐποικοδομησαντες κρηπιδα κιονας ἐφιστασι και ἐπ ' αὐτοις ἐπιθημα ποιουσι κατα
9997150 λυθρῳ
: θεων δ ' ἐξερρεε δακρυ , και νηοι δευοντο λυθρῳ : στοναχαι δ ' ἐφεροντο ἐκποθεν ἀπροφατοιο : περισσειοντο
βλημενου ἐν κονιῃσι , περι μελεεσσι δε θωρηξ δευετο φοινηεντι λυθρῳ . Ὁ δε λοιγιον ἐγχος ἐκ χροος ἐξειρυσσε και
9997148 ἑφθη
πουλυποδος πλεκτη δ ' , ἠν πιλησῃς κατα καιρον , ἑφθη της ὀπτης , ἠν ᾐ μειζων , πολυ κρειττων
ἐλαιῳ ἀχρι χυλωσεως το ἐλαιον ἐπιχριομενον , καλαμινθη ἐν οἰνῳ ἑφθη , λιθαργυρος πεπλυμενη συν ῥοδινῳ λευκῳ . τας δ

Back