, στη δ ' Ἰθακης ἐνι δημῳ ἐπι προθυροις ' Ὀδυσηος , οὐδου ἐπ ' αὐλειου : παλαμῃ δ '
μνηστηρες πυματον τε και ὑστατον ἠματι τῳδε ἐν μεγαροις ' Ὀδυσηος ἑλοιατο δαιτ ' ἐρατεινην , οἱ δη μοι καματῳ
9999972 κτητικον
ποταμων : Ἑλλανικος : Φιλικος ὀνομα κυριον : το γαρ κτητικον ὀξυνεται , και βραχυ ἐχει το ι : το
και Καπιννητης ] , ὡς Αἰγινατης και Αἰγινητης . το κτητικον Καπιννατιος . Καππαδοκια , χωρα τῃ Κιλικιᾳ προσχωρος ,
9999972 Καλλιστρατου
ἐπ ' ἀρχοντος Εὐκλειδου : τους δε Βαβυλωνιους ἐδιδαξε δια Καλλιστρατου Ἀριστοφανης ἐτεσι προ του Εὐκλειδου κδʹ ἐπι Εὐκλεους .
ἐπειδη χαλεπως ἐφερον οἱ Ἑλληνες το των φορων ὀνομα , Καλλιστρατου οὑτω καλεσαντος , ὡς φησι Θεοπομπος ἐν ιʹ Φιλιππικων
9999972 συμβουλευτικοις
των ἰδιων ἐπιτρεψειε . τοιουτος μεν δη τις ἐν τοις συμβουλευτικοις λογοις ὁ ἀνηρ . ἐν δε τοις δικανικοις τα
χρησις ἐστι μεν και παρα Δημοσθενει ἐν Φιλιππικοις τε και συμβουλευτικοις , μαλιστα δε παρα Θουκυδιδῃ ἐν ταις δημηγοριαις :
9999972 συλλογιζομενοι
διανοια , τουτεστι το εἰδικον : κατα γαρ την διανοιαν συλλογιζομενοι θηρωμεν τα πραγματα : γνωστον δε το εἰδος των
διαφορων φωτισματων αὐτης : διο και ἐκ των αἰτιατων τεκμηριωδως συλλογιζομενοι το αἰτιον ἑαυτοις ἀποδεικνυομεν , τα αἰτιατα του αἰτιου
9999972 μεμερισμενως
λογον ἀμερεις οὐσας , ἀλλα την λευκοτητα ἀμεριστον οὐσαν δεχεται μεμερισμενως ἡ ὑλη . ὡσπερ οὐν ἀλλο το ζωον και
των ἰσχιων και μηρων ἀρθρα εἰτα ἐπι τας χειρας , μεμερισμενως ἑκαστου ἀρθρου πασχοντος , ὁτε καθως προειρηται ἀρθριτις κυριως
9999972 Καλλατιανος
πολεις δυο , ἡ μια Φωκιδος , ὡς Δημητριος ὁ Καλλατιανος , ἡ δε ἐν Μαλιευσιν , ὡς Ἀπολλοδωρος .
πολεις δυο : ἡ μια Φωκιδος , ὡς Δημητριος ὁ Καλλατιανος , ἡ δε ἐν Μαλιευσιν , ὡς Ἀπολλοδωρος .
9999972 ἀκολουθουντος
εἰναι φησιν , ὁσα και μονουμενα , ἠτοι μηδενος ἀλλου ἀκολουθουντος αὐτοις ἠ ἐκ της αἱρεσεως αὐτων ἀποβαινοντος , εἰσι
κινουμεν , ἐνταυθα δε ὡς βουλης οὐσης μονης και οὐδενος ἀκολουθουντος κακου παρα των δικαστων την ἐξετασιν ποιουμεθα , κἀκει
9999972 κενης
ἐγω δε παρεληλυθα σημερον συντελεσων τῃ πανηγυρει , οὐκ ἀχρι κενης φιλοτιμιας , ἀλλ ' ὁ τῳ κοσμῳ και χρειαν
ἐντιθησιν . ἀλλα γαρ ἐπετειχισθη τοις ὠφελουσι τα ἡδεα της κενης δοξης ἀλειμματα , εἰς ἁ και μυρεψοι πονουσι και
9999972 Ὀδυσσηος
γιγνεται . Ἀιδει ὁ Δημοδοκος ἐν τῃ Φαιακων δαιτι νεικος Ὀδυσσηος και Πηλειδεω Ἀχιληος : Ὀδυσσευς παρων , ἀκουων της
κακορραφιῃσι νοοιο : σφας γαρ παρθεμενοι κεφαλας κατεδουσι βιαιως οἰκον Ὀδυσσηος , τον δ ' οὐκετι φασι νεεσθαι . νυν
9999972 φιλοπολεμος
ἀλλην τινα ἡδονην ἠθελε δαπαναν εἰς πολεμον . οὑτω μεν φιλοπολεμος ἠν : πολεμικος δε αὐ ταυτῃ ἐδοκει εἰναι ὁτι
ὁ δ ' ἡκε και των μετριων δεδιοτων , μη φιλοπολεμος ἀνηρ ἐπιτριψῃ το πληθος , πανυ σεμνως ἐκελευε την
9999971 ἀφαιρεθεντος
ὁ μεν γαρ κοσμος ἐπ ' ἐλαττονα οὐσιαν ἀνεδραμεν , ἀφαιρεθεντος αὐτῳ του σωματοειδους , ἐφθαρη δ ' ἡ ψυχη
. Ἐαν μεγεθος μεγεθους ἰσακις ᾐ πολλαπλασιον , ὁπερ ἀφαιρεθεν ἀφαιρεθεντος , και το λοιπον του λοιπου ἰσακις ἐσται πολλαπλασιον
9999971 συμπερασματα
δι ' ἡς οὐ χαλεπως πολλα και ἀτοπα συναγειν δυναται συμπερασματα , ὁμοιον ὡς εἰ και τον αὐτοανθρωπον και το
ἀναγκαιου : ταὐτα δε συναγονται ἐν ταυταις ταις συζυγιαις τα συμπερασματα , ἁ συνηγοντο και ἐν πρωτῳ σχηματι ἐπι της
9999971 ἀναισχυντοι
ἀπηλασεν αὐτος ἀντιλεγων ὑπερ του Τισσαφερνους ὡς οἱ μεν Χιοι ἀναισχυντοι εἰεν πλουσιωτατοι ὀντες των Ἑλληνων , ἐπικουριᾳ δ '
Θρασυμαχος , ἡττον δε αὐθαδεις ἠ Πωλος , ἡττον δε ἀναισχυντοι ἠ Καλλικλης , τυχον δε και ἡττον μεν ῥᾳδιουργοι
9999971 στενοτερα
ὁσον διπηχεις : τα δε φυλλα χαμελαιᾳ ὁμοια , πλην στενοτερα και λιπαρωτερα , ὑπογλισχρα ἐν τῳ διαμασασθαι και κολλωδη
διελειν κατοπτευοντων ἡμων το καταγμα . ὁταν δε τα περατα στενοτερα ὀντα εἰστρεπηται και το καταγμα σκεπηται , εἰωθα προς
9999971 νομικαι
γαρ κοινωνειν δοκει . Ἰστεον δε , ὁτι πασαι αἱ νομικαι μονοειδεις εἰσιν , ὡσπερ αἱ τε ἀντιθετικαι και ἡ
ἁπλως τα γεγραμμενα : καιτοι οὐ παντων νομιμων . Ὁμως νομικαι καλουνται τῳ τον νομον κυριωτατον και τιμιωτατον ἐν τοις
9999971 κελης
] δημοσιον τεθριππον : / [ Ἱερωνος ] Συρακοσιου [ κελης ] . / [ οη Παρμενειδης ] [ Ποσειδωνιατ
, μη δυναμενα κινεισθαι και κελλειν : ἐνθεν και ὁ κελης και το κελλωνιον . ἠτοι δυσκινητα , μη δυναμενα
9999971 διδως
εὐ ἰσθι ὁτι εἰσι τινες αὐτων οἱ ὡν μεν συ διδως χρηματων οὐδε μικρον τουτων ἑνεκα σε μαλλον θαυμαζουσιν :
τουθ ' ἁπαντες , ὁτι ἐν Ἀρειῳ παγῳ , οὑ διδως ' ὁ νομος και κελευει του φονου δικαζεσθαι ,
9999971 ἐνδεικνυμενοι
ἐνεγκουσης ἐπι τας Ἀθηνας ἐμφανιζωμεν ὁτι δυσχεραινομεν την ἀπολειψιν , ἐνδεικνυμενοι † τους ἀνιωμενους † : εἰτα ἐκ μεθοδου ἡξομεν
τε πεμψειν κατα ταχος ἀγγελους . Ἐπιτηδες ὠν ἐποιευν , ἐνδεικνυμενοι τοισι Λακεδαιμονιοισι την ἑωυτων γνωμην . Ὡς δε ἐπαυσατο
9999971 τριπλασιου
τοιουτων οὐδεν . το γαρ αὐτο εἰδος του διπλασιου και τριπλασιου ἐν τε τοις ἐλαττοσι και ἐν τοις πλειοσιν ἀριθμοις
δε πως γινεται ἐπι τε του διπλασιου ὑποδειγματος και του τριπλασιου . τινες δε αὐτην ἁρμονικην καλεισθαι νομιζουσι . θελει
9999971 περιγενοιτο
δε μοι τοιαυτα , οἱα τοις κακον τι νοουσιν ὑμιν περιγενοιτο . και περι μεν τουτων ἱκανα . Ἡδεως δ
ὁτι το μεν μεγαλα και ὡς ἐτυχε χαριζεσθαι οὐκ ἀν περιγενοιτο , εἰ μη ἐκ του ἁρπαζειν και βιαζεσθαι ,
9999971 δογματικοις
ἰσην πιθανοτητα τουτων τε των λογων και των παρα τοις δογματικοις κειμενων την ἐποχην συναγοντες . Εἰ μεντοι και δοιημεν
, οἰμαι , πασαν την γεγενημενην περι αὐτων παρα τοις δογματικοις ματαιοπονιαν . εὐθεως οὐν , εἰ ὁ μεν ἀγνοων
9999971 χαλεπον
οὐδεν χαλεπον γνωναι . Οὐ δητα . Τοδε δε ἠδη χαλεπον , εἰ τῳ αὐτῳ τουτῳ ἑκαστα πραττομεν ἠ τρισιν
λεγεις . Ἐχει μεν γαρ οὑτως , ὠ Κλεινια , χαλεπον δε αὐτα προταξαμενον τουτῳ τῳ τροπῳ νομοθετειν : ἀλλ
9999971 Ἀρχεστρατου
, λαβε μοι ταυτασι τας μαρτυριας , ὡς ἐγενετο Πασιων Ἀρχεστρατου . Εἰτα τον σῳσαντα μεν ἐξ ἀρχης τα πραγματα
: Κλεαρχος δε ἐν τοις περι παροιμιων και διδασκαλον του Ἀρχεστρατου γενεσθαι φησιν Τερψιωνα , ὁν και πρωτον γαστ -
9999971 ξυμβουλος
' ὡς πανουργος καὐτος εἰναι μοι δοκεις και τουδε τις ξυμβουλος . Οὐκ ἐτος παλαι ᾐγυπτιαζετ ' . Ἀλλ '
κἀκεινου , κατασχειν δ ' ἀν αὐτην ῥᾳον , εἰ ξυμβουλος αὐτῳ ἐλθοι , το μεν αὐτικα ἐκεινο γραφει προς
9999971 λειοτατου
ἑτερον και τας βρογχοκηλας , ἐχει δε οὑτως . Ἁλος λειοτατου και χνοωδεστατου , ψιμμυθιου , ἀνα λιτραν α ,
του γαλακτοϲ ϲκευαϲθεντι δια μελικρατου , εἰτα μιξαντεϲ αὐτῳ ἐπιθυμου λειοτατου ⋖ γ . ἐρρεθη δε ἡ ϲκευαϲια του ὀρου
9999971 Ἀριστονικου
της Καλλιξενου Ζωγραφων τε και ἀνδριαντοποιων ἀναγραφης και ἐκ των Ἀριστονικου Περι του ἐν Ἀλεξανδρειαι Μουσειου και ἐκ των Ἀριστοτελους
. . . οὐ γεγονε μετα Σολωνα κρειττων οὐδε εἱς Ἀριστονικου νομοθετης : τα τ ' ἀλλα γαρ νενομοθετηκε πολλα
9999970 γραμματα
ἑτερου προς την οἰκειαν ἀναγνωσιν . τι οὐν λεγει τα γραμματα ; εἰς πολιαν , φησιν , ἀφικοιτο βασιλευς :
γραμματα γραψας ὁτι εὐνουςνομος δε ἐστιν ὁ κωλυων ψευδη εἰσφερειν γραμματα , δευτερον δε μη ἐξειναι ἐν τῳ θεατρῳ στεφανουσθαι
9999970 δυσεντερικοις
μυελον ἐλαφου . [ Προς δυσεντερικους . ] Ἐπι δε δυσεντερικοις εἰδεναι ἀναγκαιον ὁτι ἐξαιρετον δυσεντεριας ἐστι φαρμακον , ὀλιγοσιτια
ῥυπαρα εἰη ἑλκωσις ὡς τρυγωδη εἰναι τα φερομενα , τοις δυσεντερικοις χρη - στεον : καθαρας δε γενομενης , τοις
9999970 ἀναγκαζουσι
πατρος ἐσθλου γεγωτες δυστυχους ' ἀναξιως . τρισσαι μ ' ἀναγκαζουσι συννοιας ὁδοι , Ἰολαε , τους σους μη παρωσασθαι
παιδων ὑπογραψαντες γραμμας τῃ γραφιδι οὑτω το γραμματειον διδοασι και ἀναγκαζουσι γραφειν κατα την ὑφηγησιν των γραμματων , οὑτω δη
9999970 κεκλημενοι
ἠτ ' ἀρα . οὐδ ' οἱ σοφοι γε δαιμονες κεκλημενοι πτηνων ὀνειρων εἰσιν ἀψευδεστεροι . πολυς ταραγμος ἐν τε
οὐδε ταις θλασταις ἐλααις . Ποσοι το πληθος εἰσιν οἱ κεκλημενοι εἰς τους γαμους , βελτιστε , και ποτερ '
9999970 καταληκτικης
δε βουλει , περιοδος καταληκτικη ἐξ ἰαμβικης συζυγιας και τροχαϊκης καταληκτικης . το βʹ χοριαμβικον διμετρον ἀκαταληκτον ἐκ χοριαμβου και
το αʹ περιοδικον καταληκτικον , ἐξ ἰαμβικης συζυγιας και τροχαικης καταληκτικης : το βʹ ἰαμβικον διμετρον ἀκαταληκτον : το γʹ
9999970 καρτερως
. οἱ δε την Λακωνικην φαλαγγα ῥηξαι βουλομενοι και διεξελθειν καρτερως ἠγωνιζοντο , και φονος ἀμφοτερων πολυς . Ἀγησιλαος παρηγγειλε
και Ἡρακλειαν και ἑτερας . Σινωπη δ ' ἀντειχεν ἐτι καρτερως και διεναυμαχησεν οὐ κακως . πολιορκουμενοι δε τας ναυς
9999970 κοινωνιαν
ἐπι την ἀκροστιχιδα και παντως εὑρησομεν την προς τον περισσαρτιον κοινωνιαν ἐπι του ἀρτιοπεριττου , ὁ μεσος ἡμισυς ἠν των
φαγοι τις ἐντος ἑξηκοντ ' ἐτων , ὁποτε γυναικος λαμβανοι κοινωνιαν , στρεφοιθ ' ὁλην την νυκτα , μηδε ἑν
9999970 διδασκομενοι
, εἰτα την παρα Βηρισαδου : μαλιστα γαρ οὑτω γνωσεσθε διδασκομενοι . Λεγε και την ἐπιστολην την του Βηρισαδου .
. λαβετε δε αὐτους μη πολεμιως μηδ ' ὡς ἀξυνετοι διδασκομενοι , ὑπομνησιν δε του καλως βουλευσασθαι προς εἰδοτας ἡγησαμενοι
9999970 μικροις
* * : ἀπτησι , ἠ μη ἱπτασθαι δυναμενοις , μικροις , . , . , + . . Ἀπτερος
πασι γαρ τα ἀλλα παντα ἐστι , και ἐν τοις μικροις και ἐν τοις μεγαλοις και ἐν τοις καθ '
9999970 δικαστηριου
τα παιγνια , τι εἰκος πραξαι τον ἀνδρα ἐκ τοιουτου δικαστηριου αὐταις ψηφοις και καταδικαις αὐταις ; Οὑτω και ὁ
περας σχοιης των κακων . εἰς ἀγοραν : Εἰς συναθροισιν δικαστηριου . . ἐπι του τροχου : Τροχος τις ἠν
9999970 δεσποτας
ἡγουμενου και ἀλλον ἀλλου ἀφελεσθαι τα κτηματα , τους δε δεσποτας αὐτων δι ' ἐνδειαν ἐπαιτησαι τροφην , ἐν δε
παντα λογισασθαι και στεργειν τον κατεχοντα δαιμονα και τους γενομενους δεσποτας ἀγαπαν . Ἰσθι γαρ ὡς ἐνεστι σοι και εὐδαιμοσυνην
9999970 Ὀδυσσειαν
ἠγαγεν . ὑστερον δε Πεισιστρατος συναγαγων ἀπεφηνε την Ἰλιαδα και Ὀδυσσειαν . Φασι παχυτατον γενεσθαι την διανοιαν οἱ της κωμῳδιας
ὀσσε δε οἱ παρακειται ἀστερισκος , ὁτι ἀμφοτεροι εἰς την Ὀδυσσειαν μετακεινται οὐκ ὀρθως . . Καλχαντα πρωτιστα κακ '
9999970 μαλακωτερας
ἐστι . Ἡ δε πολυϋδρια γλυκαινει τε τας ῥοας και μαλακωτερας ποιει : δειται γαρ ἡ στρυφνοτης τοιαυτης και ἡ
κρατησειν , εἰ δ ' ἀπο των ταπεινοτερων ἀρξαιντο , μαλακωτερας ὑπελαμβανον τας ὀργας των πολιτων προς τους ἐπιφανεστατους και
9999970 χολου
κακως γραφει “ ἡρως ἀπριατης . ” ἀποσκυδμαινε ὀργιζου , χολου . ἀποκηδησαντες ἀπακηδιασαντες . ἀπολιχμησονται ἀπολειξουσιν . ἀποσταδα πορρωθεν
ἀμυμονος , οὐκ ἀρ ' ἐμελλες οὐδε θανων λησεσθαι ἐμοι χολου εἱνεκα τευχεων οὐλομενων ; τα δε πημα θεοι θεσαν
9999970 εὐκοιλιος
ἠ και βελονη και ἀβλενης , δυσπεπτος , ὑγρος , εὐκοιλιος . θρισσα , χαλκις , εὐαναδοτα . κεστρευς ἐστι
ψαθυρος , γλυκυς , κουφος , εὐπεπτος , εὐαναδοτος , εὐκοιλιος . τουτων δε ὁ προσφατος ὑποπτος , ἐπειδη τους
9999970 νομισας
ἑαυτου τεταγμενων μετα τουτων ἐπερραξε τοις περι τον Ἀλεξανδρον και νομισας το φιλαδελφον της ψυχης οἰσειν αὐτῳ περιβοητον παρα Περσαις
Δασιος δε , ἐπει τας πυλας εἰδεν ἀνεῳγμενας , ἡσθη νομισας προλαβειν τον ἐχθρον και ἐσηλατο γεγηθως . ὁ δ
9999970 στρατιωτικοις
τα πολλα ἐν τῳ στρατοπεδῳ ἐτρε - φετο και τοις στρατιωτικοις ἐχρητο ὑποδημασιν . ἐκ των καλιγων οὐν Καλιγολαν αὐτον
ὑποτιθεται . και γαρ ὁ Πλατων ἐφη Κυρον και Δαρειον στρατιωτικοις ἐθεσι παιδευθεντας ἀνδρας ἀγαθους γενεσθαι , τους δε παιδας
9999970 Σαλαμινος
, δελφις δελφινος δελφιν , Τελχις Τελχινος Τελχιν , Σαλαμις Σαλαμινος Σαλαμιν , ῥις ῥινος ῥιν , θις θινος θιν
μεν λιθοις ποτε δε ὀϊστοις αὐτους βαλλοντων . το ἀντικρυς Σαλαμινος ὀρος λεγει το Αἰγαλεον , ὡς φησιν Ἡροδοτος .
9999970 ἐμποιουντα
δε ἐγγυς της πηγης πικρα τε και φαρμακωδη , σπασμον ἐμποιουντα και ἰλιγγον τοις πιειν ἐκ της χροας ἀπατηθεισι .
λαζομαι ἐλαζομην και συναρχομενως λαζετο . Λαθικηδεα : τον ληθην ἐμποιουντα τοις παισι των κακων ⌊ παντων ⌋ . Λαισηια
9999970 μεμιγμενην
αὐτο κεκλιμενῃ : ἐνταυθα δ ' ἐστιν ὁ φοινικων , μεμιγμενην ἐχων και ἀλλην ὑλην ἡμερον και εὐκαρπον , πλεοναζων
Ἡλιον φασεις ἀναλογως και την ἐν τοις ἐνεργημασι συγκρασιν λαμβανων μεμιγμενην ἐκ των κεκοινωνηκυιων φυσεων την περι το ἀποτελουμενον ἰδιοτροπιαν
9999970 μετοπωρου
ἐπικρατουντα κατακλειειν αὐτην εἰς την γην : και ἐαρος και μετοπωρου μαλλον , ἀνωμαλους γαρ ταυτας εἰναι τας ὡρας :
ἐχει δε ἡ Λιλαια και προς τας του ἐτους ὡρας μετοπωρου και ἐν θερει και ἠρος ἐπιτηδειως : τον δε
9999970 συναπτουσης
ἐν εἱρκταις ἀποθνῃσκουσιν , και μαλιστα ἀλλοτριωθεντων των ἀγαθοποιων . συναπτουσης δε Ἀρει σφαγησονται . Φυλακτεον δε και ταυτα .
ποιεισθαι της Σεληνης ληγουσης και προς τους ἀγαθοποιους σχηματιζομενης ἠ συναπτουσης . παραφυλαττεσθαι δε ἱνα μητε ἐν Κριῳ μητε ἐν
9999970 διδομενη
γινωσκειν , ὁτι ἐπι πασης δυσκρασιας θερμης συμμετρως και δεοντως διδομενη , ὡσπερ και ἀλλο τι , βοηθειν ὀξυτατα δυναται
χολη του ἱππου καταγλυκαινομενη ἐν μολυβδινῳ ἀγγειῳ ἰσχυρας πραξεις ἀποτελει διδομενη ἐν οἰνῳ ἀνθρωπῳ και ἀναπαυσιν ἀποτελει . Της δε
9999970 καταρρουν
. οὐ χειρον δε και εἰς την ῥινα παροχετευειν τον καταρρουν , ὀσφραντοις μεν τῳ μελανθιῳ και τῳ ἀνησῳ ,
το πολυ κενουσθαι , λοιπον δε και τῳ προηγησασθαι ἠ καταρρουν ἠ ἁλμυρων και πανυ δριμεων προσφοραν ἠ λυπας ἀμετρους
9999970 ὑπερβαλλοντι
δε των Ῥωμαιων εἰναι στρατηγον ἐφασαν . καταπλαγεις οὐν τῳ ὑπερβαλλοντι της τιμης ὁ βασιλευς αὐτος στρεψας τον ἱππον ὀπισω
της σκιας ὠνομασεν , οὐ λογων τεχναις , ἀλλα νοηματων ὑπερβαλλοντι καλλει φιλοσοφων . ἐγνω γαρ ὁτι πας ἠ ναυτικος
9999970 ἐλευθεριου
και δια τουτο την Τυχην προσαγορευει [ και ] Διος ἐλευθεριου παιδα , ἡν και παρακαλει ἀμφιπολειν την Ἱμεραν .
περι της ἰδιας δημοκρατιας βουλευσαμενοι παντες ὁμογνωμονως ἐψηφισαντο Διος μεν ἐλευθεριου κολοττιαιον ἀνδριαντα κατασκευασαι , κατ ' ἐνιαυτον δε θυειν
9999970 Καλλισθενους
ἐστιν ἡ των μετρονομων , ὡς Δειναρχος ἐν τῳ Κατα Καλλισθενους . ἠσαν δε τον ἀριθμον ⌈ ιʹ ⌉ ,
Φοινικωδη καλεισθαι . οὐκ ἀν οὐν εἰη το λεγομενον ὑπο Καλλισθενους ἀληθες , ὁτι ἀπο Φοινικων της Συριας των την
9999970 νευροις
ἐκεινο ἀποδεδεχθαι του ποιητου , εἰ ὁμως ἐν σαρξι και νευροις και ὀστεοις ὀντα κατελαβε τῳ λογῳ , ὡστε και
συνεπομενον ἀει και μηδαμῃ ἀπολειπομενον ἐκεινης , ἀνθελκειν τοις ἀλλοις νευροις ἑκαστον , ταυτην δ ' εἰναι την του λογισμου
9999970 ἁλισκομενοι
και δριμυτητος των θεωρηματων , ὑπ ' αὐτων τινες τουτων ἁλισκομενοι καταμενουσιν αὐτου , ὁ μεν ὑπο της λεξεως ,
σπλην μεγας και σκληρος , ὠδυνατο . Οἱ ὑπο τεταρταιου ἁλισκομενοι , ὑπο της μεγαλης νουσου οὐχ ἁλισκονται : ἠν
9999970 Φερεκρατους
συνιστασιν . οὐ φαυλον δ ' ἰσως παραθεσθαι και την Φερεκρατους λεξιν ποταμοι μεν ἀθαρας και μελανος ζωμου πλεον δια
παλιν ἀγανακτησῃς δηκοκταν μου λεγοντος , δειξω . κατα γαρ Φερεκρατους Ψευδηρακλεα εἰποι τις ἀν των πανυ δοκησιδεξιων . .
9999970 ποιητικου
γεγραπται δε Ἰαδι διαλεκτῳ . ὁ δε λογος ἐκ του ποιητικου προσωπου προς ἐρωμενον : ὁθεν και το ἐπιγραμμα Ἀϊτης
του εἰδικου αἰτιου γνωσιν , ὁτι και κατα την του ποιητικου αἰτιου γνωσιν δυναται ἡ σοφια εἰναι δεικνυσιν : ἐν
9999970 ἀγοραιου
το ζʹ περι τεχνης ἠ κοινωνιας , το ηʹ περι ἀγοραιου ἠ πανηγυρεως τινος , το θʹ περι προσοδων ἠ
πρατ - των ὑπερ του πληθους ἐναντια Θουκυδιδῃ πλειστον της ἀγοραιου προπετειας και κομψοτητος ἀποσχειν , ὁς γε οὐδε γελων
9999970 δαιμονιος
δει και τουτο προσθειναι , φανερος ἐστι και αὐτος ὁ δαιμονιος Ἀριστοτελης , ἐν οἱς οὐ φιλονεικει , και την
ταις ὀροφαις ὀντων τε και ὁρωντων και ἐκπληττομενων διακαρτερησας ὁ δαιμονιος εἰς δειλην ὀψιαν τον μεν θεον ἐπραϋνε , τον
9999970 αἰσθητοις
παρα αἰσθητου πυρος λαμβανοντων την περι αὐτα γινομενην ἐξαψιν το αἰσθητοις εἰναι και αὐτοις ὑπαρχει : διο και φαινεται ,
ἡ γνωσις , πως μη πασχουσα ὑπο των ἐν τοις αἰσθητοις ὁμοιουται προς αὐτα ἡ διανοια ; εἰ δε πασχει
9999970 σοφωτατος
ἀλλως ἐχον ἠ οὑτως . παντως δε πλειστας τεχνας παντων σοφωτατος εἰ ἀνθρωπων , ὡς ἐγω ποτε σου ἠκουον μεγαλαυχουμενου
εἰς κοιτην προς δυναμιν . [ Ἀλλο ᾡπερ ἐχρησατο ὁ σοφωτατος Ἀλεξανδρος . ] Πυρεθρου ⋖ βʹ . κοστου ⋖
9999970 δικαιοσυνης
κρατουσιν . Ὡς αἰει : γνωμη : ὡς αἰει της δικαιοσυνης ἀποκειται παρα πασι και ἀνθρωποις και κτηνεσι πρεσβεια ,
Αἰγιναιον Εὐρυβατον πανουργοτατον , οὑ μνημονευει Ἀριστοτελης ἐν α Περι δικαιοσυνης . Δουρις . . . ἀπο του Ὀδυσσεως ἑταιρου
9999970 συγκλεισας
ἀλλων οὐκ ὀλιγους : τελος δε τους πολιορκουντας εἰς πολιορκιαν συγκλεισας μεγαλων ἐπαινων ἐτυχεν . του δε περι την Κορκυραν
, λαγνος και γυναικιας , ὁς ἐκθηλυνας ἑαυτον και γυναιξι συγκλεισας ὑπεγραφε το προσωπον , ἐβαπτε τας ὀφρυας , ἐξυρα
9999970 ἐπικρατουσαν
ἀρτον ἠ κριθινον ἀλευρον ἠ πυρινον ἠ ἀλφιτα κατα την ἐπικρατουσαν ἑκαστῳ διαθεσιν . ὀστρακοις των ὀνομαζομενων ἰδιων ὀστρεων κεκαυμενοις
κριθινον ἀλευρον ἠ πυρινον ἠ ἀλφιτα κατα την ἐν ἑκαστῳ ἐπικρατουσαν διαθεσιν . ἡ δ ' ἀγρια προς μεν τας
9999969 σκοτεινην
διοτι οὐδε ἑν ὀρνεον δυναται αὐτην παραπετασαι δια το εἰναι σκοτεινην και μεγαλην . και ὁ μεν Λυκοφρων λιμνην λεγει
ἡλιῳ . Ξ ἀναλιον ] σκοτεινην . ἀναλιον ] την σκοτεινην , ἡν οὐδ ' ὁ ἡλιος ὁρᾳ . ἀναλιον
9999969 ἀναστατοι
ἐπαναληψις : το δε Μινω Ἀττικον ἀνεστησαν : ἀντι του ἀναστατοι ἐγενοντο οἱ παρα θαλασσαν ἀνθρωποι κτἑ . : πανταχου
Στυμφαλιδος λιμνης το πληθος των ἐπιπολασαντων ὀρνιθων ἐν αὐτῃ ; ἀναστατοι δε κατα την Λιβυην πολεις τινες ἐγενοντο πληθους λεοντων
9999969 ἐπικρατησει
ἀνακαθαρσεως , ταπεινωσει μεν την χωραν , οὐδεις δε αὐτης ἐπικρατησει . Σεληνης δε οὐσης ἐν τῃ ἐκλειψει ὁταν διᾳττων
, ἐπι των κατα συζυγιαν κρασεων ἀει της ἐπικρατουσης ποιοτητος ἐπικρατησει τα γνωρισματα . Ἡ μεν μικρα κεφαλη μοχθηρας ἐγκεφαλου
9999969 κοινωνησαι
μεν τῃ ψυχῃ των ἐπι τοις σπουδαζομενοις πονων , μη κοινωνησαι δε της ἐπι τοις κατορθωθεισι τιμης , και συγγνωμης
και μεταμεληθησῃ ζ προκοψεις ἐξ ἀνελπιστων η οὐ συμφερει σοι κοινωνησαι : ζημιωθησῃ γαρ θ στρατευσῃ και ταχυ προκοψεις ι
9999969 θεραπαινας
οὐ το ἐκειναις συμφερον ἐξυπηρετητεον . τιμαν μεν γαρ δει θεραπαινας το κατ ' ἀξιαν : το μεν γαρ ὠμον
γαρ κεκτησθαι νομον εἰναι τοις Λοκροις ὁμοιως οὐδε Φωκευσιν οὐτε θεραπαινας οὐτε οἰκετας πλην ἐγγυς των χρονων , ἀλλα πρωτῃ
9999969 κρατουντες
τηλικαυτην πολιν . και ἁμα ἠν τι θαυμαστον ἐργαζωνται σοφιᾳ κρατουντες την των θηριων φυσιν , ὁ θεατης ἐν τῃ
μεταφεροντων των Συρακουσιων οὐκ ἀπορησειν τους Ἀθηναιους χρηματων , ἀν κρατουντες των Συρακουσιων προσκαθεζωνται τῃ πολει ʃ φευγοντων αὐτων των
9999969 φιλονεικουντων
βροτων . Βοτρυς προς βοτρυν πεπαινεται : ἐπι των ἐξισουσθαι φιλονεικουντων . Βουζυγης : ἐπι των πολλα ἀρωμενων . Ὁ
ἐνικα μαχην . Εἰ δε τις ἐρει των προς ἁπαντα φιλονεικουντων , ὁτι τουτον ἰσως ἐγραψε τον λογον ταις Ἀριστοτελους
9999969 τετμησθαι
εὐθειαι , ἡ μεν ΑΒΓ ὡστε την ΑΒΓ περιφερειαν διχα τετμησθαι κατα το Β , τυχουσαι δε αἱ ΑΔΓ ,
τεμνοντων γαρ τουτων ἀλληλους και την σφαιραν συμβησεται εἰς τεσσαρα τετμησθαι , ὡστε ἑκαστον των τεσσαρων τμηματων μιαν ὡραν του
9999969 στρατιωτικου
ιηʹ . οὐκ ἀξιουντες δε προτερον εἰ μη τους ἀπο στρατιωτικου γενους , ὑστερον δε ἐπιλειψαντων και του ἐθους διαλυθεντος
του “ εὐδιας ” . και γυλιου στρατιωτικου : πλεγματος στρατιωτικου σκευοφορου ἐπιμηκους εἰς ὀξυ ληγοντος προς το μη καταγνυσθαι
9999969 δωδεκατον
ἐτεσι του βιου : δευτερον , ἑκτον , ἐννατον , δωδεκατον , συν τουτοις της εἰκοσαδος πρωτιστον , δευτερον σαρανταδος
δε μη , ὑδωρ θερμον καταχειν . Ὀφθαλμων , σποδιου δωδεκατον , κροκου πεμπτον , πυρηνος ἑν , ψιμυθιου ἑν
9999969 ἀνεβοησαν
και εἰς τας ἐκεινου χειρας φεροντας αὑτους ἐμβαλειν ; “ ἀνεβοησαν εὐθυς ὡς παντα μαλλον ἠ τουτο ποιητεον . ”
ἐπιστραφεντες εἰδον ἀπο μακρου τα εἰδωλα ὑπερ την ἀκραν , ἀνεβοησαν : παντας δε εἱλε φοβος ὡς ἠδη της ἀκρας
9999969 ἀτιμωρητον
σης μητρος εἰς τους οἰκους και μη ἐων αὐτο ἠρεμειν ἀτιμωρητον , [ ἠ ] ὁ σε , το αἱμα
ἐμοι τε το της ὑβρεως ἀφορητοτερον καθιστη και τον αἰκιζομενον ἀτιμωρητον διαφευγοντα ἐπεμβαινειν ὁσημεραι τῳ πενητι παρεκαλει : μοχθηρια γαρ
9999969 γυμναζομενοι
το ἐξ ἐλαιου ἀλειφειν το σωμα ὁπερ εἰωθασι ποιειν οἱ γυμναζομενοι . . ἀντι του ἐλαιῳ ἀλειφειν το σωμα .
δ ' ἀν ἐκεινο δοξειε και ὡσπερ ὑπεναντιον εἰ οἱ γυμναζομενοι και εὐ ἐχοντες εὐϊδρωτες και παλιν οἱ ἀγυμναστοι και
9999969 οἰκειοτατους
θυειν και συγκαλουντες ἐπι την θυσιαν τους φιλους και τους οἰκειοτατους καταρωνται μεν τοις τεκνοις , λοιδορουνται δε ταις γυναιξι
τον υἱον . Οὐκουν περιφανως ἐπιδεικνυω ὑμιν και αὐτους τους οἰκειοτατους Νεαιρας ταυτησι καταμεμαρτυρηκοτας ὡς ἐστιν ξενη , Στεφανον τε
9999969 φιλονεικος
την θηραν ὁ Ἐρως αὐτῳ , και , ἁτε δη φιλονεικος θεος , ἀντιταττομενον ἰδων και βεβουλευμενον , ὡς ᾠετο
τουτο . ἀνδρων : ἀνθρωπων . Δυσμαχος : ἀπιστος , φιλονεικος , δυστυχης , δυσπειθης κατα του διηγεισθαι . ἀτρεκεεσσι
9999969 καθαιρεσεως
ἡ πρωτη προφασις και μικρον πταισμα εἰπων το ῥᾳδιον της καθαιρεσεως ἐδειξεν . τουτο γαρ μαλιστα του δυνατου κεφαλαιου τιμιωτατον
τε της διαιτης και της των τροφων δυναμεως και περι καθαιρεσεως σαρκων , και συν ἐκεινοις δε και πομασι και
9999969 βραχυτερους
, διαφερουσι δε ἐν τουτῳ , ὁτι τα μεν ὁριστικα βραχυτερους ἐπιδεχονται χρονους : το γαρ τυπτεις ὁριστικον και το
πλειονας ἠ ἐλαττονας , ἀλλ ' ἀπο του μειζονας ἠ βραχυτερους εἰναι τους κοκκους συμβαινει . Ἡ ῥοια διαφορως ἐμφυλλιζεται
9999968 συνεσταλμενως
στρατιωτικον πληθος . στρατεια ἐκτεταμενως το πραγμα , στρατια δε συνεσταλμενως το των στρατιωτων πληθος . ἐναλλασσει δε πολλακις ἐν
δε τους χρονους , εἰ τις τον μεν μη ἐργαζομενον συνεσταλμενως ἀργον λεγοι , την δε πολιν ἐκτεταμενως Ἀργος .
9999968 καταρτισμου
: ταυτα γαρ τα ἐνεργηματα ἀνεμποδιστως γινομενα δηλοι το του καταρτισμου τελος . ἐνεστι δε και ἐξ ἀντιπαραβολης της προς
των ὀλισθηματων πραγματειᾳ ἐκτεθειμαι . τεκμηριον δ ' ἐσται του καταρτισμου , ἐπι μεν του πηχεως ἡ ἀνεμποδιστος της χειρος
9999968 προσαγορευομενοι
ὀρος διειργει της Σκυθιας , ἡν κατοικουσι των Σκυθων οἱ προσαγορευομενοι Σακαι : την δε τεταρτην την προς δυσιν ἐστραμμενην
τον Νειλον . Παροικουσι δε τουτοις οἱ ῥιζοφαγοι και ἑλειοι προσαγορευομενοι δια το ἐκ του παρακειμενου ῥιζοτομουντας ἑλους κοπτειν λιθοις
9999968 μελλουσης
. ? Ἀχιλλειος δρομος ἐκληθη ἐκ τοιαυτης αἰτιας : Ἰφιγενειας μελλουσης σφαγιαζεσθαι ἐν τῃ Αὐλιδι τῃ Ἀρτεμιδι ἀνηρπαζεν αὐτην ἡ
εἰς τον περι ζωης και περι πραξεως και περι ὑποστασεως μελλουσης και βεβαιοι τας της συνοδου πραξεις . και καθαπερ
9999968 ἀνακοινωσασθαι
τῳ δημῳ ὠν ἐνθα παντες ἐχθροι τυραννιδος , ἠδυνω τισιν ἀνακοινωσασθαι : ἐγω δε οὐκ ἠδυναμην τῳ τυραννῳ συνων και
στοχαστικην ἀντιθεσιν θησεις ἀλλην μεταληψιν : ὁτι ἐδει τῳ δημῳ ἀνακοινωσασθαι . ΛΥσεις τῳ ἀδυνατῳ : ὁτι οὐχ οἱον τε
9999968 ἀκολουθουντων
ἐμπτωσεως , και ἀναπληρωσεων και μονων , και παραλλαξεων , ἀκολουθουντων παντων ἀλληλοις , τῳ γαρ μεγιστῳ διαφορῳ των ἀποστηματων
την ἀναφοραν . ἠ οὑτως . αἱρεσις ἐστι συστημα δογματων ἀκολουθουντων ἀλληλοις τε και τοις φαινομενοις ἠ νομιζομενων ἀκολουθειν .
9999968 οἰκουντα
: ἐν ἐκεινοις γαρ την χολην ἐχει . Ἀνθρωπον ἀσφαλως οἰκουντα πολιν σημηναι βουλομενοι , ἀετον λιθον βασταζοντα ζωγραφουσιν :
οἰκουντα πολιν , ἀλλ ' ὁσα εἰκος τον την αὐτην οἰκουντα οἰκιαν . ὡστ ' οὐ πλειω των ἐμων ἡ
9999968 ἀποδιδους
ἐπιστημῃ διϊστησι της φρονησεως , δια τουτο ταυτα προστιθησιν , ἀποδιδους τας αἰτιας περι ἀμφοιν , δι ' ἁς και
' ἐστι το δικαιωμα . ὁ μεν γαρ την παρακαταθηκην ἀποδιδους δικαιοπραγει , ὁ δε τῳ μη ἀποδιδοντι ἐπεξιων δικαιοι
9999968 συγχωρησαντος
ὑπο δορυ πωλουμενους ἐκ των λαφυρων , ἠ του στρατηγου συγχωρησαντος ἁμα ταις ἀλλαις ὠφελειαις και τους δορυαλωτους τοις λαβουσιν
ἁπλοτητος της των βαρβαρων ἐστι σημεια , του τε μη συγχωρησαντος μεν την ἀποβασιν την εἰς την νησον , δωρα
9999968 ἐνδοξοτατων
, το των ἀφειμενων ἠδη της στρατειας και το των ἐνδοξοτατων και το των γεροντων , χωρις του ὑπο του
ἀγειν αὐτην προς Στατειραν . Ἐτυγχανε δε ἐκεινη μετα των ἐνδοξοτατων Περσιδων ἐν κοιλῃ νηι , ὁλως οὐδεν ἐπισταμενη των
9999968 συνεταξαν
συγχωρηθεντων οὐν τουτων , ὡς ἐπανηλθον ἐπι την πολιν , συνεταξαν οὑτω την πραξιν , ἡπερ και νυν διαμενει παρ
πληθυντικου των δωματων συνταξαι την μιν , και αὐτοι οὑτως συνεταξαν : τοιγαρ νιν αὐτας ἐξεμηνα [ . . .
9999968 συντονως
ἀδδην ἐσθιων . πολυσιτοι ὀψοφαγοι . και ἐρεπτειν ἐλεγον το συντονως ἐσθιειν . ἀχρι κορου , περα κορου . γαστρις
νοσων ἐμπιμπλησι , και ὁταν εἰς τινας μαθησεις και ζητησεις συντονως ἰῃ , κατατηκει , διδαχας τ ' αὐ και
9999968 ἐμπιπλασθαι
Οὐδετερον ἀρα διαφερει τι τοις θεοις , οὐτε το ἡμας ἐμπιπλασθαι ὑλικων σωματων , οὐτε εἰ τινες ὑλικοι σωματων ἀτμοι
. ἐλινυειν οὐ ξυμφερει , ἀλλα γυμναζεσθαι μεν , μη ἐμπιπλασθαι δε , τους νεους ἐλλεβοριζειν , ἰγνυην ταμνειν ,
9999968 ἀφεστηκοτας
πασης παραληψεσθαι την σατραπειαν , ἐαν ἐγχειρισῃ τοις Περσαις τους ἀφεστηκοτας , πρωτον μεν τους κομισαντας τα χρηματα συνελαβε και
τινες ὁρμησωσι προς μεταβολην , ὁρωντες ἀθῳους γεγονοτας τους προτερον ἀφεστηκοτας . οὑτοι μεν οὐν πλευσαντες εἰς την νησον και
9999968 ἀναλαμβανων
ἐν ἀλλῳ σπερματος , γλυκυρριζης χυλου ἠ σπερματος τραγακανθης ἰσα ἀναλαμβανων ὑδατι , πλασσε δραχμιαια και χρω : καταρροφειτωσαν δε
μετενηνοχοτας , αὐτος τε αὐ παλιν ἑκαστου την διανοιαν ὀνοματος ἀναλαμβανων εἰς την ἡμετεραν ἀγων φωνην ἀπεγραφετο : και ταυτα
9999968 λαμβανομενα
πενταφυλλου ῥιζα , αἱμα τε τραγου ἠ αἰγος , ὁμοιως λαμβανομενα : δρυος τε φλοιος ἠ φηγου ἠ πρινου ,
αἰτηματα οὐτε ἀμεσα οὐτε ἀναποδεικτα , ἀλλα δεομενα μεν ἀποδειξεως λαμβανομενα δε χωρις ἀποδειξεως ἐν τοις λογοις . και εἰσιν
9999968 τραχειαι
και της ἀκμης συνεργα : οἱον ἐννοιαι μεν και λεξεις τραχειαι γενοιντ ' ἀν και ἀκμαιαι , κωλα δε τραχεα
ζῳον εἰσι και αὑται διαφορον : αἱ μεν γαρ αὐτων τραχειαι πεφυκασιν , αἱ δε λειαι πανυ : και τας
9999968 πυριαν
δηξεωϲ του ϲτομαχου ἐκπνευματωϲεων ὀξει ἀφεψηϲαντεϲ κυμινον και γληχωνα ϲπογγοιϲ πυριαν τον ϲτομαχον , ἐνιοτε δε και ϲτυπτηριαν ἐπιπαϲϲομεν τῳ
δε του σωματος , ἐπι πλεον , ἐαν ἀνεχωνται , πυριαν δια σπογγων , και καταπλασμασι χρηστεον ἀλευρῳ τε καθαρῳ
9999968 συμβαν
ἀφῃρουντο του καλλους . ἡ πηγη την εἰκονα δεξαμενη το συμβαν ἐδιδαξεν . οὑτω δε ἐρριμμενων των αὐλων ὁ Μαρσυας
δ ' ἐφευγον ἐκ χωρης . γερανοι συνηντων και το συμβαν ἠρωτων . και τις κολοιων εἰπε : “ φευγετ

Back