λογον ἀμερεις οὐσας , ἀλλα την λευκοτητα ἀμεριστον οὐσαν δεχεται μεμερισμενως ἡ ὑλη . ὡσπερ οὐν ἀλλο το ζωον και
των ἰσχιων και μηρων ἀρθρα εἰτα ἐπι τας χειρας , μεμερισμενως ἑκαστου ἀρθρου πασχοντος , ὁτε καθως προειρηται ἀρθριτις κυριως
9999987 φιλονεικος
την θηραν ὁ Ἐρως αὐτῳ , και , ἁτε δη φιλονεικος θεος , ἀντιταττομενον ἰδων και βεβουλευμενον , ὡς ᾠετο
τουτο . ἀνδρων : ἀνθρωπων . Δυσμαχος : ἀπιστος , φιλονεικος , δυστυχης , δυσπειθης κατα του διηγεισθαι . ἀτρεκεεσσι
9999987 συντεταγμενως
, μη ἐκτρεχοντες δε και λυοντες την ταξιν , ἀλλα συντεταγμενως περιπατουντες προς ἐκδικησιν των κουρσορων , εἰπερ αὐτους ὡς
ἐρχομενον εἰς καταφυγην και ἁμα τοις της πρωτης ταξεως ἐπερχεσθαι συντεταγμενως , και μη διαλυεσθαι μεχρι τελειας ἐκβασεως του πολεμου
9999986 παραλαμβανομενη
ὀνοματικη θεσις , καθως ἐπεδειξαμενΠως . οὐν ἡ οὐ δεοντως παραλαμβανομενη ἀντωνυμια παρωσεται μεν την ἀναγκαιως παρειλημμενην κατα δευτερον προσωπον
Ἐτι ἐνδιαθετον σχημα και ἡ τοιαυτη ἐπιδιορθωσις ἡ αὐξησεως ἑνεκα παραλαμβανομενη , οἱον ὀψε γαρ ποτε ὀψε λεγω ; χθες
9999986 ἐναντιως
εἰς τον χρεωστην , ἐαν δε ᾐ λειψιφως ἡ Σεληνη ἐναντιως . Κακη δε ἡ Σεληνη ἐν τοις συνδεσμοις ἠ
ὁλοι , ἠ παραπλησιοι . ἀντιφερονται : ἐναντιως ἀντιμαχονται , ἐναντιως φερονται , ἀντιμαχονται , μαχονται ἐξ ἐναντιας . Ὀλβῳ
9999986 ἀγομενη
τῃ κορυφῃ πασῃ τῃ δοθεισῃ εὐθειᾳ ἰσην ἀποληψεται τις εὐθεια ἀγομενη ἀπο της του κωνου τομης παρα την ἐν τῃ
οὐκ ἀρα ἡ ἀπο του Α σημειου παρα τεταγμενως κατηγμενην ἀγομενη εὐθεια ἐντος πεσειται της γραμμης : ἐκτος ἀρα πεσειται
9999986 συμπεπλεγμενων
κατα τα χρωματα , ἁτε και των χυμων συμπεφυκοτων και συμπεπλεγμενων . και ταυτα μεν οὑτω . Γινεται δ '
δικανικων ἐμνησθημεν , λαβε και παρα Πλατωνος παραδειγματα ἀγωνων πλειονων συμπεπλεγμενων και τροπον τινα παντων των μερων της ῥητορικης συναγομενων
9999985 ἀποστρεφεσθαι
ὁρωμενη , ἠρυθρια δε μαλλον ἐπαινουμενη , ὡστε την ἀγοραν ἀποστρεφεσθαι , συνειναι δε τῃ μητρι και σεμνως οἰκουρειν .
προστιθεασι το ι , ἱνα ἐν ταὐτῳ και χαρακτηρα μεταδιωξωσιν ἀποστρεφεσθαι την ὀξειαν τασιν και βραχυτεραν την συλλαβην ἀπεργασωνται .
9999985 ὡρισμενως
μεν το τις ἀοριστως νοειται : εἰ δε βουλει και ὡρισμενως τουτο , εἰπε οὑτως : ἐμε δε ἀκειομενον και
ὡρισμενως το δε λοιπον ἀοριστως , ἠ ἐμπαλιν ἑν μεν ὡρισμενως τα δε δυο ἀοριστως . ἀλλ ' εἰ τε
9999985 ἐμπιπλασθαι
Οὐδετερον ἀρα διαφερει τι τοις θεοις , οὐτε το ἡμας ἐμπιπλασθαι ὑλικων σωματων , οὐτε εἰ τινες ὑλικοι σωματων ἀτμοι
. ἐλινυειν οὐ ξυμφερει , ἀλλα γυμναζεσθαι μεν , μη ἐμπιπλασθαι δε , τους νεους ἐλλεβοριζειν , ἰγνυην ταμνειν ,
9999985 εὐδαιμονεστερος
, ἱνα , καθ ' ὁσον αὐτῳ δυναμις , εὐδαιμονων εὐδαιμονεστερος ᾐ . ὁ δε γενναιος τυραννος οὐ μακαριων εἰναι
λυποιτο λυπας ἀρα τοιουτου ὀντος του βιου , οὐκ ἐσται εὐδαιμονεστερος ὁ του κοσμιου ἠ του ἀκολαστου ; ὁ μεν
9999985 πεντακοσιων
μονους παρακατεσχε , και τους συμπαντας ἐχων οὐ πλειους των πεντακοσιων , ἑτοιμος ἠν ὑποδεξασθαι τον ὑπερ της Ἑλλαδος θανατον
: ἠσαν δε Ἀθηνησι δυο βουλαι : ἡ μεν των πεντακοσιων καθ ' ἑκαστον ἐνιαυτον κληρουμενη βουλευειν , ἡ δε
9999985 ἑλκομενης
εἰς τα κενωματα των ἀπενεχθεντων κατα τα πλαγια των ἀγγειων ἑλκομενης της τροφης και καταχωριζομενης ” . ἀλλ ' οὐδε
τον τοπον ἐνιοτε λαμβανειν ἀνακλωμενης της ἡμετερας ὀψεως ἀπο της ἑλκομενης ὑγροτητος ὑπ ' αὐτου προς τον ἡλιον . δια
9999985 συμποσιων
και ταυτ ' ἐχων παραδειγματα την τε του ποιητου των συμποσιων ποικιλιαν και την Πλατωνος τε και Ξενοφωντος χαριν .
παλαιου ὑιδουν φιλοποτουντα διατελεσαι και την ἐπανοδον την ἀπο των συμποσιων ποιεισθαι ἐπι θρονου καθημενον και ὑπο τεσσαρων βασταζομενον οὑτως
9999985 παρεσκευασμενοι
την εἰσοδον ὑπαρχειν . κατα δε την ἐπανοδον του ζῳου παρεσκευασμενοι τοξοτας και σφενδονητας , ἐτι δε ἱππεις πολλους ,
Ἀττηλαν τοποις διατριβειν συνεβαινεν ἀφικομενον περισταντες εἰχον οἱ προς τουτο παρεσκευασμενοι βαρβαροι και τα χρηματα , ἁπερ τῳ Ἐδεκωνι ἐκομιζεν
9999984 ἀγαθοποιοις
την της καταρχης Σεληνην συναπτειν μελλει . εἰ μεν γαρ ἀγαθοποιοις συναπτει , εὐφορια γινεται , εἰ δε κακοποιοις ,
τας μαρτυριας Ἀρεως και Ἀφροδιτης . Συνουσης της Σεληνης τοις ἀγαθοποιοις ἠ μαρτυρουμενης και ἐν τοις ἁρμοζουσι ζῳδιοις καλλιστον γεωργειν
9999984 σπουδαιον
ἐχει προς εὐδαιμονιαν το φιλοσοφειν , οὑτω και προς το σπουδαιον ἡμιν ἠ φαυλον εἰναι αὐτο διακεισθαι . παντα γαρ
μητε σχειν ἐνδεχεται , ὑπαρχειν δε δει : οἱον το σπουδαιον εἰναι και το δικαιον εἰναι ἀγαθον ἐστι : και
9999984 κτησασθαι
ὑμων τα δεοντα ἁμα δοξαν και σωτηριαν και ἐλευθεριαν δυναμενον κτησασθαι οὐ μονον ὑμιν ἀλλα και τοις ἀλλοις ἁπασιν Ἑλλησιν
θεων τινος καιρος παραγεγενηται , ἐαν δεομενοις βοηθησητε Λακεδαιμονιοις , κτησασθαι τουτους εἰς τον ἁπαντα χρονον φιλους ἀπροφασιστους . και
9999984 ἁρμονικον
Των δε της μουσικης μερων κυριωτατον ἐστι και πρωτον το ἁρμονικον , των γαρ πρωτων μουσικης πεφυκε θεωρητικη . πρωτα
, ἐφη , το μη δυνασθαι συμπληρωσαι . προς δε ἁρμονικον τινα , κηπουρον ὀντα προτερον , ἀμφισβητουντ ' αὐτωι
9999984 παραγωγως
τοις κερασι τυπτοντα , μαχιμον . λευκιτας δε ὁ λευκος παραγωγως ὡς ἀπο του ὁδος ὁδιτης , κορυπτιλος ὁ κεραστης
μη λεγομενον παν λευκον μελαν ἐνομιζετο . το δε κελαινεφες παραγωγως ἰσον τουτου . κελαρυζει ἰδιωμα ψοφου . κελαδεινη ἐπιθετον
9999984 θερμαινομενα
δε στασιμα των σιτιων , και θερμαινεται βραδεως , και θερμαινομενα ξηραινεται και ξυνισταται , και δια τουτο περισκληρα γινομενα
ὁ χυμος του ὑγρου : δοκει γαρ τα θυμιωμενα και θερμαινομενα μαλλον ὀδωδεναι . δειξει δε ταυτα τα ἐν τοις
9999984 δογματικοις
ἰσην πιθανοτητα τουτων τε των λογων και των παρα τοις δογματικοις κειμενων την ἐποχην συναγοντες . Εἰ μεντοι και δοιημεν
, οἰμαι , πασαν την γεγενημενην περι αὐτων παρα τοις δογματικοις ματαιοπονιαν . εὐθεως οὐν , εἰ ὁ μεν ἀγνοων
9999984 μαλακοις
' ὁλως εἰς λεπτα καταθραυεσθαι , τοις δε κραυροις και μαλακοις ἀνευ γλισχροτητος ἑτοιμως εἰς λεπτα λυεσθαι , προδηλον οἰμαι
ἐπι ταις πυριαις εὐδιορθωτον γινεται , χρησθαι δε και τοις μαλακοις προσθετοις και τῃ μηλῃ δε και τῳ δακτυλῳ ἀπευθυνειν
9999984 εὐδαιμονιας
ἑτερων κλητον Ἀθηνηθεν ἐλθοντα νεων ἀρχην κτησασθαι μακαριστον , πηλικης εὐδαιμονιας το Ἀθηναιους εἰναι τους μεταπεμπομενους ; ἐγω δε ἡσθην
τι ἁπαντες ἀνθρωποι . αἱ δε ἀπαρχαι εἰσι νηες γεμουσαι εὐδαιμονιας , και ὁ τι ἀν ἡ φυσις ἀριστον τεκῃ
9999984 ἐναρμονιων
δαιμονιως μηχανωμενος κερασματα τινων μελων διατονικων τε και χρωματικων και ἐναρμονιων , δι ' ὡν ῥᾳδιως εἰς τα ἐναντια περιετρεπε
τεσσαρων ἠ των ὁμοιων . γενει δε τα διατονικα των ἐναρμονιων ἠ χρωματικων , ἠ τα χρωματικα ἠ ἐναρμονια των
9999984 παραγγελιας
. Παρατηρητεον οὐν ἐπι πασης γενεσεως τας προγεγραμμενας ἐν ἀρχῃ παραγγελιας και τας φασεις και τας μοιρας , ἱνα μη
Δειναρχος ἐν τῃ Κατα Πολυευκτου ἀποφασει : και τας ἰδιᾳ παραγγελιας γεγενημενας και τας δεησεις . . . . δωρων
9999984 βουλευσασθαι
, ἐστι σοι και τουτων οὑτως ἐχοντων ὁμως τα δεοντα βουλευσασθαι : μαλιστα μεν γαρ ἐγωγε φαιην ἀν την μητερα
Μελανθιον φησι τουτ ' εὐξασθαι λεγων : Τιθωνου Μελανθιος ἐοικε βουλευσασθαι βελτιον . ὁ μεν γαρ ἀθανασιας ἐπιθυμησας ἐν θαλαμῳ
9999984 ἀποδιδους
ἐπιστημῃ διϊστησι της φρονησεως , δια τουτο ταυτα προστιθησιν , ἀποδιδους τας αἰτιας περι ἀμφοιν , δι ' ἁς και
' ἐστι το δικαιωμα . ὁ μεν γαρ την παρακαταθηκην ἀποδιδους δικαιοπραγει , ὁ δε τῳ μη ἀποδιδοντι ἐπεξιων δικαιοι
9999984 κτητικον
ποταμων : Ἑλλανικος : Φιλικος ὀνομα κυριον : το γαρ κτητικον ὀξυνεται , και βραχυ ἐχει το ι : το
και Καπιννητης ] , ὡς Αἰγινατης και Αἰγινητης . το κτητικον Καπιννατιος . Καππαδοκια , χωρα τῃ Κιλικιᾳ προσχωρος ,
9999984 ἀποψηφισασθαι
φυσιν τοις πραγμασι , και μη ἐντευθεν ἐκ των ἐλαττονων ἀποψηφισασθαι . ἀξιω - σομεν οὐν αὐτους ὑπολαμβανειν και ἀλλην
' ὠ ἀνδρες , ὁτι οὐδ ' ἐν ὑμιν ἐστιν ἀποψηφισασθαι Λεωκρατους τουτουι , τα δικαια ποιουσι . το γαρ
9999984 διδομενη
γινωσκειν , ὁτι ἐπι πασης δυσκρασιας θερμης συμμετρως και δεοντως διδομενη , ὡσπερ και ἀλλο τι , βοηθειν ὀξυτατα δυναται
χολη του ἱππου καταγλυκαινομενη ἐν μολυβδινῳ ἀγγειῳ ἰσχυρας πραξεις ἀποτελει διδομενη ἐν οἰνῳ ἀνθρωπῳ και ἀναπαυσιν ἀποτελει . Της δε
9999984 ἐπαγγειλασθαι
. κοινου δε του συμφεροντος φανεντος , την μεν Μηδειαν ἐπαγγειλασθαι συνεργησειν αὐτοις μεχρι ἀν συντελεσωσι τον προκειμενον ἀθλον ,
. κοινου δε του συμφεροντος φανεντος , την μεν Μηδειαν ἐπαγγειλασθαι συνεργησειν αὐτοις μεχρι ἀν συντελεσωσι τον προκειμενον ἀθλον ,
9999984 φιλονεικουντων
βροτων . Βοτρυς προς βοτρυν πεπαινεται : ἐπι των ἐξισουσθαι φιλονεικουντων . Βουζυγης : ἐπι των πολλα ἀρωμενων . Ὁ
ἐνικα μαχην . Εἰ δε τις ἐρει των προς ἁπαντα φιλονεικουντων , ὁτι τουτον ἰσως ἐγραψε τον λογον ταις Ἀριστοτελους
9999984 παραχρημα
αὐτην , ἠτοι την ἰσχυν της φυσεως . των τε παραχρημα : των παραπιπτοντων . γνωμων : κριτης ἐπι πλειστον
την συνηθη καταντᾳ κοιτην . κατακλιθεις δε ἀθροῳ τῳ βαρει παραχρημα μετα της του δενδρου φορας ἐπι την γην καταφερεται
9999984 διαφορητικοις
καππαρεως και τοις τοιουτοις : ἐξωθεν δε μαλακτικοις φαρμακοις και διαφορητικοις : οἱον τῃ κωφῃ , τῃ κιτρινῃ : πολλην
και περιπατοις και ταις ἀλλαις κινησεσιν , ἐτι δε χρισμασι διαφορητικοις ταχεως ἐκκενωσαι του πληθους , εἰ μη ἀρα σοι
9999984 φυλακτικον
την ἀντιπαλον ἀλλοτριοτητα : το μεν οὐν ὁμοιον ἐστι και φυλακτικον του παραπλησιου , το δ ' ἀνομοιον και φθαρτικον
οἰκειον και ἀλλοτριον θαυμαστον και τῳ συνανθρωπιζον οἰκουρον εἰναι και φυλακτικον του των εὐ δρωντων βιου παντων περιττοτατον : ὡν
9999984 προγινωσκων
τον καμνοντα . Δευτερον συλλογισμον λεγει τοιουτον , ὁτι ὁ προγινωσκων ἰα - τρος προευτρεπιζεται : ὁ δε προπαρασκευαζομενος οὐ
ἀν εἰη [ . . ] : φησιν ὁτι ὁ προγινωσκων ἰατρος “ και εἰ τι θειον ἐνεστιν ἐν ταις
9999984 ὑπακουστεον
προκατελαβον ἰασομενοι . . . . της τριμηνου ] προθεσμιας ὑπακουστεον . . δοξαν ] ἀντι του δοκησιν , ὑποληψιν
δε φιλτατοις : γραφεται και ἀμφω τεκνα : ἀνωρμησεν : ὑπακουστεον το ἐλεγομεν : οἱ Θηβαιοι : ἐν δε τοις
9999984 προσαγορευομενοι
ὀρος διειργει της Σκυθιας , ἡν κατοικουσι των Σκυθων οἱ προσαγορευομενοι Σακαι : την δε τεταρτην την προς δυσιν ἐστραμμενην
τον Νειλον . Παροικουσι δε τουτοις οἱ ῥιζοφαγοι και ἑλειοι προσαγορευομενοι δια το ἐκ του παρακειμενου ῥιζοτομουντας ἑλους κοπτειν λιθοις
9999984 τραχειαν
ἐκμελη , ἀμελη , ἀναγωγον , ἀπειθη , δυσκαμπη , τραχειαν , διεσπασμενην , ἀηδη , λυπηραν , βραγχωδη ,
. διο και Ἡσιοδος εἰκοτως την προς ἀρετην φερουσαν ὁδον τραχειαν προσειπεν . την του κατορθωσαι ἐπιτυχιαν . κεκρυμμενον .
9999984 τυγχανοντων
προνοιᾳ , ὡς πανταχου ἀρετην κρατειν και μετατιθεμενων και διορθωσεως τυγχανοντων των ἡμαρτημενων , οἱον ἐν ἑνι σωματι ὑγιειας δοθεισης
ἐκ μεταφορας των τοξοτων , των οὐχ ὁπως του σκοπου τυγχανοντων , ἀλλ ' οὐδ ' ἐγγυς βαλλοντων . Οὑτος
9999984 Συρακουσιον
ταις ὑστεραις ἐς χαριν την Ἱερωνος του Δεινομενους ἀνηγορευσεν αὑτον Συρακουσιον , τουτων ἑνεκα οἱ Κροτωνιαται την οἰκιαν αὐτου δεσμωτηριον
δε υἱον Δεινομενην . νικησας δε τα Ὀλυμπια ἀνεκηρυξεν ἑαυτον Συρακουσιον και Αἰτναιον : ἐκτισε γαρ πολιν ἐν Σικελιᾳ Αἰτνην
9999984 σωτηριας
ἐπιμελειας ἡς ἐδυναντο πλειστης , θεοπεμπτα τε ἡγουμενους εἰναι και σωτηριας κυρια τῃ πολει . Ἁλισκομενης δε της κατω πολεως
ὡς ἐοικεν , ὁ τε Ζευς ἐξηγειται τοις θεοις τἀληθη σωτηριας των ὁλων ἑνεκα και Ὁμηρος ὡς προσηκοντα τα τοιαυτα
9999984 φαλακρος
μονον ἐπι του περιαμματος καθωμιληται . ἀναφαλαντιας : οὐχ ὁ φαλακρος , ἀλλ ' ὁ ἀρχομενος ἀποφαλακρουσθαι . ἀγροβοας ἀνηρ
ἀνθρωπος βους ἱππος ἠ Σωκρατης Πλατων Ἀλκιβιαδης ἠ φιλοσοφος σιμος φαλακρος βαδιζει , δια το ταις μεν οὐσιαις συμφυεσθαι τα
9999984 δυσμενως
: ἀτοπον γαρ ἠμεν ποιμενα μισοπροβατον και τοιουτον οἱον και δυσμενως ἐχειν τοις αὑτου θρεμματεσσι . δει δ ' αὐτον
δε ἠρημωσθαι , των δ ' αὐ συμμαχων κεκολασμενων οἱ δυσμενως εἰχον αὐτοις , πανταπασιν ἠδη καλως και ἀσφαλως ἡ
9999984 κολον
φησι αὐτοις πεπονθεναι το ἡπαρ και την κυστιν και το κολον : ἀνατμηθεντων γαρ αὐτων διεφθαρμενα πως εὑρισκεται ταυτα τα
κοιλια , πυλωρος , δωδεκαδακτυλον , λεπτον , τυφλον , κολον , νηστις , ἀρχον και ἀπευθυσμενον . ἐκ τουτων
9999984 φιλονεικιας
γνωσιμαχειν δια της λεξεως , οὐ μην πεπαυται καθαπαξ της φιλονεικιας βουλομενος το ἐξ ὑπονοιας σημειον συστησαι : δηλον δε
ἐᾳ τους ἐχοντας αὐτον σωφρονειν . ἀλλα τας μεν τουτων φιλονεικιας ἐασατε χαιρειν , ἁ δε ψηφισαμενοι τῃ πολει σωτηρια
9999984 ἀποπλευσαι
κομιδῃ σφοδρα οὐσαν εὐδαιμονα και τοθ ' ὑστερον εἰς αὐτην ἀποπλευσαι . καταλεγει δ ' αὐτου και ἀδελφους δυο ,
τριηραρχος , οὐκ ἐχων δε χρηματα τοις ναυταις χορηγειν ἐσπευδεν ἀποπλευσαι , παρωξυνεν ἐτι μαλλον ὁ Θεμιστοκλης τους τριηριτας ἐπ
9999984 τετραπλασιων
δε τριπλασιων τετραπλασιοι ἀποσῳζοντες την αὐτων εὐταξιαν , και ἐκ τετραπλασιων πενταπλασιοι και ἀει οἱ ἑπομενοι λογοι ἐκ των ἡγουμενων
ἐαν ὠσι δυο ἀριθμοι ὡν ὁ μειζων του ἐλασσονος ἐστι τετραπλασιων παρα μοναδα , ὁ ὑπ ' αὐτων προσλαβων τον
9999984 αἰσχυνεσθαι
τας πυλας και περιεσκοπει , ἐρομενου τινος τι περισκοπει , αἰσχυνεσθαι ἐφη , μη ὀφθῃ , ὡσπερ ἐκ πορνειου ἐξιων
τοις νεοις γιγνομενον , ὁ παρακελευονται λεγοντες ὡς δει παντα αἰσχυνεσθαι τον νεον . ὁ δε ἐμφρων νομοθετης τοις πρεσβυτεροις
9999984 γιγνωσκουσιν
μη κατα ζητησιν την ἡμετερην ἀπεσταλμενους . ὁτι δε οὐ γιγνωσκουσιν ἡμεας , οὐκ ἐν θωματι ποιεομαι : οὑτω γαρ
ἀρξωνται του ῥοφηματος . Τοδε γε μην και φυλασσουσι και γιγνωσκουσιν , ὁτι μεγαλην την βλαβην φερει , ἠν ,
9999984 τεισασθαι
Δαρειον ἐσβαλειν ἐς την χωρην , μετα ταυτα μεμονεναι μιν τεισασθαι , πεμψαντας δε ἐς Σπαρτην συμμαχιην τε ποιεεσθαι και
ἠερα βαλλοντα εἰπειν : Ὠ Ζευ , ἐκγενεσθαι μοι Ἀθηναιους τεισασθαι , εἰπαντα δε ταυτα προσταξαι ἑνι των θεραποντων δειπνου
9999984 ἐλευθεριου
και δια τουτο την Τυχην προσαγορευει [ και ] Διος ἐλευθεριου παιδα , ἡν και παρακαλει ἀμφιπολειν την Ἱμεραν .
περι της ἰδιας δημοκρατιας βουλευσαμενοι παντες ὁμογνωμονως ἐψηφισαντο Διος μεν ἐλευθεριου κολοττιαιον ἀνδριαντα κατασκευασαι , κατ ' ἐνιαυτον δε θυειν
9999984 παραλληλογραμμου
ΑΜ παραλληλος . ἡ ἀρα ὑπο ΛΘΖ γωνια του ΕΘ παραλληλογραμμου τῃ ὑπο ΓΜΔ γωνιᾳ του ΓΔ παραλληλογραμμου ἰση ἐστιν
μεχρι του ἑτερου μερους της ἐπιφανειας διχα τμηθησεται ὑπο του παραλληλογραμμου . ἠχθω δια του Ε σημειου παρα τον ἀξονα
9999984 καθαιρεσεως
ἡ πρωτη προφασις και μικρον πταισμα εἰπων το ῥᾳδιον της καθαιρεσεως ἐδειξεν . τουτο γαρ μαλιστα του δυνατου κεφαλαιου τιμιωτατον
τε της διαιτης και της των τροφων δυναμεως και περι καθαιρεσεως σαρκων , και συν ἐκεινοις δε και πομασι και
9999984 ἀγαθοποιους
Φαρμουθι κϚʹ . ὡροσκοπον οἱ πλειους ἐφερον Καρκινῳ βουλομενοι που ἀγαθοποιους κεντρωσαι , εὑρομεν δε ἡμεις ἐκ των πραγματων Διδυμοις
μερος συλλογιζεσθαι σινωθησεσθαι το πλοιον . ἐπιτηρειν δε χρη τους ἀγαθοποιους ἐν τῳ ὑπογειῳ ἠ μαρτυρουντας τῳ τοπῳ , ἐστω
9999984 δικαιοσυνης
κρατουσιν . Ὡς αἰει : γνωμη : ὡς αἰει της δικαιοσυνης ἀποκειται παρα πασι και ἀνθρωποις και κτηνεσι πρεσβεια ,
Αἰγιναιον Εὐρυβατον πανουργοτατον , οὑ μνημονευει Ἀριστοτελης ἐν α Περι δικαιοσυνης . Δουρις . . . ἀπο του Ὀδυσσεως ἑταιρου
9999983 ἀρχαιοτεροι
ἀρτον δηλοι , δηλον ἐγενετο , ὁτι Φρυγες ἁπαντων εἰσιν ἀρχαιοτεροι . ἐστιν οὐν το ⌈ βεκεσεληνος [ βεκκεσεληνος /
κυκλιους χορους στησαι πρωτον Λασον τον Ἑρμιονεα : οἱ δε ἀρχαιοτεροι Ἑλλανικος και Δικαιαρχος Ἀριονα τον Μηθυμναιον , Δικαιαρχος μεν
9999983 ἐλευθεριους
των ἀλλοτριων ὀρεγονται . ἀξιον δ ' ἐννοησαι ὡς και ἐλευθεριους ὁ τοιουτος πλουτος παρεχεται . Σωκρατης τε γαρ οὑτος
: διο και τους ἐπι πλεον δαπανηρους καιπερ οὐκ ὀντας ἐλευθεριους ὁμως φιλουσι , διοτι ὁμοιον τι ἐχουσι τοις ἐλευθεριοις
9999983 γλυκυτερον
πτυσματος : ἠν δε μη , ἐρου αὐτον , εἰ γλυκυτερον το σιαλον , και ἠν μεν φῃ , ἰσθι
εἰρηται , το γαλα , μεχρι παχυτερον τε ὁμαλως και γλυκυτερον του ὠμου γενηται . Δει δε και της των
9999983 ἀσθενεστεραν
μειζονα δυναμιν , σχολαιοτερον τον πολεμον ἐχρητο , εἰ δε ἀσθενεστεραν , νεους και φιλοκινδυνους τας ἐπιθεσεις ποιειν προετρεπετο .
ἐφην , λεγεις ; ἀρα γε την μεν λεπτοτεραν ὁπερ ἀσθενεστεραν , την δε παχυτεραν ὁπερ ἰσχυροτεραν ; Τουτ '
9999983 ὁρισασθαι
διαιρετικη , ἀλλ ' οὐν , ἀν ᾐ ὁ βουλομεθα ὁρισασθαι και ὁ ἀποδεδομενος λογος ταὐτον τῳ εἰδει , οὐκετι
το ὁριστον οὐχ οἱος τε ἐστι το μη γινωσκομενον αὐτῳ ὁρισασθαι , ὁ δε γινωσκων , εἰθ ' ὁριζομενος οὐκ
9999983 ἀναγκαζουσι
πατρος ἐσθλου γεγωτες δυστυχους ' ἀναξιως . τρισσαι μ ' ἀναγκαζουσι συννοιας ὁδοι , Ἰολαε , τους σους μη παρωσασθαι
παιδων ὑπογραψαντες γραμμας τῃ γραφιδι οὑτω το γραμματειον διδοασι και ἀναγκαζουσι γραφειν κατα την ὑφηγησιν των γραμματων , οὑτω δη
9999983 νευροις
ἐκεινο ἀποδεδεχθαι του ποιητου , εἰ ὁμως ἐν σαρξι και νευροις και ὀστεοις ὀντα κατελαβε τῳ λογῳ , ὡστε και
συνεπομενον ἀει και μηδαμῃ ἀπολειπομενον ἐκεινης , ἀνθελκειν τοις ἀλλοις νευροις ἑκαστον , ταυτην δ ' εἰναι την του λογισμου
9999983 νικησαντα
: Ξανθοτριχα μεν Φερενικον Ἀλφεον παρ ' εὐρυδιναν πωλον ἀελλοδρομον νικησαντα . . Ἐπειδη τεσσαρες ἀγωνες εἰσι , Ὀλυμπια ,
φασι δε τον ἀνδρα τουτον την ἐσχατην τραγῳδιαν εἰσαγαγοντα και νικησαντα χαρᾳ περιπεσειν ἀνυπερβλητῳ , δι ' ἡν και τελευτησαι
9999983 διουρητικων
, πινειν τε το ὑδωρ μετ ' οἰνου λευκου των διουρητικων : και σιτια δε ἀντι μεν των ψυχοντων θερμαινοντα
κατεσκληκοτων : ἱκανως γαρ διοχλει τους τοιουτους . των δε διουρητικων τα μεν δια στοματος λαμβανεται ποτιμα . τα δε
9999983 χαρισασθαι
οἱ πολιται οἱ Κυρηναιοι ἀνταποδοσιν της εὐεργεσι - ας βουλομενοι χαρισασθαι τῳ βασιλει , ἐποιησαν δακτυλιον , ἐν ᾡ ἡ
θεραπων ἐρχεται ἀγγελλων τον Πλουτον ἀναβλεψαντα . ] μετα το χαρισασθαι την δημοκρατιαν τοις Ἀθηναιοις τον Θησεα , Λυκος τις
9999983 κρητικον
Ἠλειων . Γ εἰτα ἐν ἐκθεσει τρισυλλαβοι βʹ κατα ποδα κρητικον . ξυνανελκετον και σφω ] εἰτα ἐν ἐκθεσει ἀναπαιστικον
Το δε παιωνικον εἰδη μεν ἐχει τρια , το τε κρητικον και το βακχειακον και το παλιμβακχειακον : ὁ και
9999983 ἀκολουθουντος
εἰναι φησιν , ὁσα και μονουμενα , ἠτοι μηδενος ἀλλου ἀκολουθουντος αὐτοις ἠ ἐκ της αἱρεσεως αὐτων ἀποβαινοντος , εἰσι
κινουμεν , ἐνταυθα δε ὡς βουλης οὐσης μονης και οὐδενος ἀκολουθουντος κακου παρα των δικαστων την ἐξετασιν ποιουμεθα , κἀκει
9999983 μεμιγμενην
αὐτο κεκλιμενῃ : ἐνταυθα δ ' ἐστιν ὁ φοινικων , μεμιγμενην ἐχων και ἀλλην ὑλην ἡμερον και εὐκαρπον , πλεοναζων
Ἡλιον φασεις ἀναλογως και την ἐν τοις ἐνεργημασι συγκρασιν λαμβανων μεμιγμενην ἐκ των κεκοινωνηκυιων φυσεων την περι το ἀποτελουμενον ἰδιοτροπιαν
9999983 εὐκοιλιος
ἠ και βελονη και ἀβλενης , δυσπεπτος , ὑγρος , εὐκοιλιος . θρισσα , χαλκις , εὐαναδοτα . κεστρευς ἐστι
ψαθυρος , γλυκυς , κουφος , εὐπεπτος , εὐαναδοτος , εὐκοιλιος . τουτων δε ὁ προσφατος ὑποπτος , ἐπειδη τους
9999983 κατηλθεν
και του καθαρου λογισμου ἀποστασα και του ψυχικου ἰδιωματος , κατηλθεν εἰς γενεσιν και πολλης της ἀλογιας και της ταραχης
. οὑτος γαρ εἰπεν ὡς ἡ του Πατροκλου ψυχη Ἀιδοσδε κατηλθεν ὁν ποτμον γοοωσα , λιπους ' ἀνδροτητα και ἡβην
9999983 χαλινους
χαλινοις ἱν ' ᾐ τους ἱππους θυμου πληρεις περι τους χαλινους ἀνακαμπτειν και περιαγειν , ἠδη βουλομενους εἰναι προς ταις
ἐπει δε πορρω του χαρακος εἰδον αὐτους ἐξελασαντας , τους χαλινους ὑποστρεψαντες και διεσκεδασμενοις αὐτοις προσβαλοντες νικωσιν αὐτους κατα κρατος
9999983 δογματικων
φασκοντες , οἱ δε εἰναι , ὡς οἱ πολλοι των δογματικων : ἡμεις δε μη μαλλον εἰναι αὐτην ἠ μη
. ἐστιν οὐν και δια τουτων ἐλεγχειν ἰσως την των δογματικων ἐν ταις αἰτιολογιαις προπετειαν . Ἐπει δε ἑκαστῳ χρωμενοι
9999983 διακοσιοις
ἐμπορων καταγαγων , ὡς μεν ὁ Φιλοχορος Λ προς τοις διακοσιοις [ ] , ὡς δ ' ὁ Θεοπομπος ΡΠ
δ ' ὑστερον τους της στασεως ἡγεμονας πεντηκοντα προς τοις διακοσιοις ἀνδρας κεραυνοι κατασκηψαντες αἰφνιδιον ἀθροους ἐξαναλωσαν μηδεν μερος ὑπολειπομενοι
9999983 γεννησεως
: εἰ συμφωνει ὁ ὡροσκοπος της ἀναγορευσεως τῳ ὡροσκοπῳ της γεννησεως του παιδος του βασιλεως , γενησεται ὁ τοιουτος διαδοχος
] ἐκκενωσεως . Κωλιαδος ] ἀφροδισιας . Γενετυλλιδος ] αἰτια γεννησεως . ἀλλ ' ἐσπαθα : οὐ μην ἐρω και
9999983 ἀποστατεον
γαμῳ δοιημεν τα των ἀνθρωπων φαυλοτατα , τι μαλλον ἐστιν ἀποστατεον του γαμου ; οὐχ , ὁσα ἀν τοις πραγμασι
και κεκραγως , ὁς οὐδε ἐφθεγξω , οὐδ ' οὑτως ἀποστατεον ἠν τῃ πολει τουτων . ” Το δε ἐκβησομενον
9999983 παρακολουθησει
Κριῳ , οὐ δει γαμειν : χωρισμος γαρ ἐν ταχει παρακολουθησει . Σεληνη ἐν αʹ και γʹ δεκαμοιριᾳ του Ταυρου
και πανσεληνους και τας ἐν αὐταις ἐκλειψεις ἀξιολογος τις διαφορα παρακολουθησει . . . , και τα ἑξης ἀχρι του
9999983 ἐσαν
γενεθλα . Πρωτιστην δε λεοντι κλυτην ἀναθωμεθα μολπην . Ζηνος ἐσαν θρεπτηρες ὑπερμενεος Κρονιδαο νηπιαχου Κουρητες , ὁτ ' ἀρτιγονον
Ἡρακληος δαιδαλεοις . Περι γαρ οἱ ἐνι ζωστηρι φαεινῳ ἀρκτοι ἐσαν βλοσυραι και ἀναιδεες : ἀμφι δε θωες σμερδαλεοι και
9999983 συνεσταλμενως
στρατιωτικον πληθος . στρατεια ἐκτεταμενως το πραγμα , στρατια δε συνεσταλμενως το των στρατιωτων πληθος . ἐναλλασσει δε πολλακις ἐν
δε τους χρονους , εἰ τις τον μεν μη ἐργαζομενον συνεσταλμενως ἀργον λεγοι , την δε πολιν ἐκτεταμενως Ἀργος .
9999983 δισυλλαβον
. : Μοιρα . Οὐδεν εἰς ρα ληγον συνεσταλμενον θηλυκον δισυλλαβον τῃ οι διφθογγῳ παραληγεται , ἀλλα μονον το μοιρα
εἰ μεν ἐστιν ἡ τελευταια βραχεια , ἐστι καταληκτικον εἰς δισυλλαβον , εἰ δε μακρα , ἀκαταληκτον . Το βʹ
9999983 τετραπλασιος
αγ , γβ , ὁ ἀρα ἀπο του αβ τετραγωνος τετραπλασιος ἐστι του ἀπο του αγ τετραγωνου . και ἐπει
διπλασιος του ιβ , διος ♃ , ὁ λβ , τετραπλασιος του η , κρονου ♄ , ὁ λϚ ,
9999983 οἰκειοτατους
θυειν και συγκαλουντες ἐπι την θυσιαν τους φιλους και τους οἰκειοτατους καταρωνται μεν τοις τεκνοις , λοιδορουνται δε ταις γυναιξι
τον υἱον . Οὐκουν περιφανως ἐπιδεικνυω ὑμιν και αὐτους τους οἰκειοτατους Νεαιρας ταυτησι καταμεμαρτυρηκοτας ὡς ἐστιν ξενη , Στεφανον τε
9999983 αἰτιατικαι
συναιρεσιν . τον ἡδεα και ἡδυν : και αὑται αἱ αἰτιατικαι διχως λεγονται , τῳ λογῳ της εὐθειας και τῳ
γενικων αὐτων ὀξυνομενων . Αἱ μεντοι εἰς Ν ληγουσαι μονοσυλλαβοι αἰτιατικαι μακραν ἐχουσαι την ληγουσαν περισπωνται : μυν συν δρυν
9999983 ἐμπεδον
ἀπορθητος πολις ἐπλεν , τοφρα δε και μεγα τειχος Ἀχαιων ἐμπεδον ἠεν . αὐταρ ἐπει κατα μεν Τρωων θανον ὁσσοι
ὑπ ' αὐτου : ἐγχος δ ' οὐ δυναμαι σχειν ἐμπεδον , οὐδε μαχεσθαι ἐλθων δυσμενεεσσιν . ἀνηρ δ '
9999983 μαλακους
: των δε ὀκνουντων και ἀποστρεφομενων , λοιδορειν αὐτους ὡς μαλακους τε και ἀναξιους αὑτου και τῃ μητρι μαλλον ἐοικοτας
δι ' ἑξαμηνου φασιν ἀνερχεσθαι τον Ἀδωνιν . μαλακαι : μαλακους φησιν ἐχειν ποδας τας Ὡρας , ἐπει το ἐαρ
9999983 οἰκουντα
: ἐν ἐκεινοις γαρ την χολην ἐχει . Ἀνθρωπον ἀσφαλως οἰκουντα πολιν σημηναι βουλομενοι , ἀετον λιθον βασταζοντα ζωγραφουσιν :
οἰκουντα πολιν , ἀλλ ' ὁσα εἰκος τον την αὐτην οἰκουντα οἰκιαν . ὡστ ' οὐ πλειω των ἐμων ἡ
9999983 ἁρμονιαν
προς τον αὐτον τουτον θεον , και μικρου διαλυουσι την ἁρμονιαν του παντος εἰς την της θεομαχιας τολμαν δυσσεβεσι κοσμοις
οἰκειον αὑτοις κοσμον . διοπερ ἠσαν ἰδιοι καθ ' ἑκαστην ἁρμονιαν αὐλοι και ἑκαστοις αὐλητων ὑπηρχον αὐλοι ἑκαστῃ ἁρμονιᾳ προσφοροι
9999983 ἐπαγγελλεσθαι
του ἀνθρωπου , τελος δε διαπεμποντα ἐς πασας τας πολις ἐπαγγελλεσθαι ἀδειην τε διδοντα και μεγαλα ὑποδεκομενον ἐλθοντι ἐς ὀψιν
Ἀκουω σε γραφειν περι ἀρετης προς ἡμας και τοις γνωριμοις ἐπαγγελλεσθαι ὁτι δια της γραφης πεισεις ἡμας φρονειν περι σου
9999983 κελευομεν
ἁπαξ δε ἐν Ὀδυσσειᾳ . . ἀνδρε δυω περι τωνδε κελευομεν , ὡ περ ἀριστω , πυξ μαλ ' ἀνασχομενω
, καθ ' ὁν ἐπι τον ὑπνον εἰωθαϲι τρεπεϲθαι , κελευομεν και ἐγρηγορεναι διοιγειν τε ποτε ἠ μυϲαι ἀναγκαζομεν τα
9999983 βασανισαι
γε φησεις . οὐκ ἰσως ἑνος γε . και μην βασανισαι τουτι γε σοι ἐξεστι . πως ; εἰ της
ταυτ ' ἀληθη , τον τε παιδα τον ἐμον παρεδωκα βασανισαι , ὁτι ἐκαμνον και οὐδ ' ἀνισταμην ἐκ της
9999983 προστιθεμενη
δε οὐκ ὀντα . ἡ μεν γαρ γραμμη κατα μηκος προστιθεμενη ποιει αὐξησιν και μειωσιν , κατα δε πλατος οὐκετι
προσθῃς , το παν γινεται ἀρτιον : μονας δε ἀρτιῳ προστιθεμενη το παν περιττον ποιει : οὐκ ἀρα ἀρτιον ἡ
9999983 παρακολουθουντα
οὐ παρακειται τηϲ ἰδεαϲ παρα τοιϲ θηριακοιϲ . τα δε παρακολουθουντα τοιϲ πεπληγοϲιν ἐϲτι ταδε : τοιϲ μεν ὑπο του
ἐθελει . εἰ δε λεγοις κατα ἀνδροφονου , και τα παρακολουθουντα γυνη ἐν χηρειᾳ , παιδες ὀρφανοι . χρω δε
9999983 φιλοπολεμος
ἀλλην τινα ἡδονην ἠθελε δαπαναν εἰς πολεμον . οὑτω μεν φιλοπολεμος ἠν : πολεμικος δε αὐ ταυτῃ ἐδοκει εἰναι ὁτι
ὁ δ ' ἡκε και των μετριων δεδιοτων , μη φιλοπολεμος ἀνηρ ἐπιτριψῃ το πληθος , πανυ σεμνως ἐκελευε την
9999983 ἀγνοουμενης
ἡ προκοπη τουτου δοξῃ γεγονεναι κατα τους ὑστερον χρονους , ἀγνοουμενης της κατα την νεοτητα περι τα καλλιστα των ἐπιτηδευματων
συνεβη την Ἰταλιαν πασαν φιλοσοφων ἀνδρων ἐμπλησθηναι και , προτερον ἀγνοουμενης αὐτης , ὑστερον δια Πυθαγοραν Μεγαλην Ἑλλαδα κληθηναι ,
9999983 παραγεγονως
ἀπελθειν εἰς την ἑαυτου πατριδα μετα τοιαυτην ἡτταν ἐν Σαρδεσι παραγεγονως εἰς ἐρωτα της Μασιστιδος ἐμπεπτωκε γυναικος και ταυτῃ συνην
δια χρονου τινος εἰς ἀγρον ἀφικομενος , ἐκ στρατιας νεωστι παραγεγονως , ἡν ἐστρατευσατο ἡ πολις εἰς Μεσσαπιους , ὡς
9999983 συγχωρησαντος
ὑπο δορυ πωλουμενους ἐκ των λαφυρων , ἠ του στρατηγου συγχωρησαντος ἁμα ταις ἀλλαις ὠφελειαις και τους δορυαλωτους τοις λαβουσιν
ἁπλοτητος της των βαρβαρων ἐστι σημεια , του τε μη συγχωρησαντος μεν την ἀποβασιν την εἰς την νησον , δωρα
9999983 δαιμονιων
ὑπερ αὐτου γλωτταν ἀνεῳξεν . Ἱερεις δε και ζακοροι των δαιμονιων ἐπων αὐτου παντες ἐσμεν ἐξ ἰσου : Τουσδε δ
ἠ ἀμεινον το τραγικον ἐκεινο ἐπειπειν , πολλαι μορφαι των δαιμονιων , πολλα δ ' ἀελπτως κραινουσι θεοι , και
9999983 Καλλατιανος
πολεις δυο , ἡ μια Φωκιδος , ὡς Δημητριος ὁ Καλλατιανος , ἡ δε ἐν Μαλιευσιν , ὡς Ἀπολλοδωρος .
πολεις δυο : ἡ μια Φωκιδος , ὡς Δημητριος ὁ Καλλατιανος , ἡ δε ἐν Μαλιευσιν , ὡς Ἀπολλοδωρος .
9999983 γλυκειαν
, οἱτινες και την παρ ' αὐτοις θαλατταν λεγουσιν εἰναι γλυκειαν , χαιροντες τοις ἐξ αὐτης γινομενοις ἐδεσμασιν , ὡς
τοις δ ' οὐδεν , ἀλλα καλουσι την γην ταυτην γλυκειαν : ἐνταυθα οὐν και το ὑδωρ καλλιον και ποτιμωτερον
9999983 στρατιωτικοις
τα πολλα ἐν τῳ στρατοπεδῳ ἐτρε - φετο και τοις στρατιωτικοις ἐχρητο ὑποδημασιν . ἐκ των καλιγων οὐν Καλιγολαν αὐτον
ὑποτιθεται . και γαρ ὁ Πλατων ἐφη Κυρον και Δαρειον στρατιωτικοις ἐθεσι παιδευθεντας ἀνδρας ἀγαθους γενεσθαι , τους δε παιδας

Back