αὐτης διανοηθεντες ; Ὡς οἱ τοτε περιφυγοντες την φθοραν σχεδον ὀρειοι τινες ἀν εἰεν νομης , ἐν κορυφαις που σμικρα
ὡς οἱ μεν αὐτων ἑλειοι , οἱ δ ' αὐ ὀρειοι , και τριτον ἠδη γενος πεδινοι εἰσιν , ἁλισκονται
9999980 μισθωσασθαι
ναυσθλωσομαι : οὐ νεως ἐπιβησομαι . κυριως δε το ναυν μισθωσασθαι . ὡς εἰς ναυν . του μυθοποιου . φερεται
. μισθοφορων ] μισθον δεχομενος ἐκ της πολεως ὑπερ του μισθωσασθαι ξενους και διαδουναι αὐτοις χρηματα . . . .
9999980 παραυτικα
συμβαινει δε των διδυμων το μεν ζην , το δε παραυτικα θνῃσκειν ἠ μετ ' ὀλιγον τινα χρονον . Λεγει
τουτων γαρ ὁ καρπος και ἀποθησαυρισθεις ἀσηπτος μενει , και παραυτικα ἐσθιομενος προς τῳ τροφιμῳ και το οἰνωδες ἐχει .
9999980 κομισασθαι
ἑτερωσε ὁρωσαν λαβειν ζητει και τους εἰωθοτας μισθους των εὐεργεσιων κομισασθαι . δια ταυτα οἱ Φωκεις και το Τιλφωσσαιον ὑμνειται
μεν Ποτιδαιαν και τας ἀποικιας , Αἰγινηται δε την αὑτων κομισασθαι , Μεγαρεις δε ἀγοραις και λιμεσι χρησθαι τοις Ἀθηναιων
9999980 παραλαβουσα
δεδωκοτι την χαριν . Τι γαρ ἐλευθεριας σεμνοτερον , ἡ παραλαβουσα θεον τον ἀνθρωπον ἀπεργαζεται ; Ἀρ ' οὐν οὐκ
, ἀγονα τε ἐστι και ἀνεμιαια και οὐ ταμιευεται αὐτα παραλαβουσα ἡ μνημη , ἀλλα δεχεται ἐκπιπτοντα παραχρημα ὁ της
9999980 κρατουσαν
το φως συναιτιον της ἐμφασεως : την δε χροαν την κρατουσαν μαλλον εἰς την ἑτεραν ἐμφαινεσθαι ἀει . τον αὐτον
ἐν τῃ ἀτελει και σωματικῃ , και την συνεχουσαν και κρατουσαν ἐν τῃ ἐχομενῃ και ἀρχομενῃ , ὡσπερ ἀν εἰ
9999979 συμπτωσεως
κυκλου περιφερειας δυο εὐθειαι ἐφαπτομεναι συμπιπτωσιν , ἡ ἀπο της συμπτωσεως ἀγομενη διαμετρος διχα τεμει την τας ἁφας ἐπιζευγνυουσαν εὐθειαν
προσεισιν : ἐκ γαρ της [ δια ] των τοπων συμπτωσεως προδηλα κρινειν των γενομενων τα πραγματα . και το
9999979 ἀπαλλαγεις
οὐν ἰδων ἑρμαιον ᾠηθην , εἰ των κατα ἀστυ πραγματων ἀπαλλαγεις εἰς ἀγρον βαδιοιμην και συνεσοιμην ἀνδρι φιλῳ , γεωργῳ
αὐτου φυσιν ὠσθη εἰς ὁ ἐχει και ἐνταυθα και ἐντευθεν ἀπαλλαγεις εἰς ἀλλον τοιουτον τοπον φυσεως ὁλκαις . Τῳ δε
9999978 συλλογιστικαι
ὁμοιως του τε ἀναγκαιου και του ὑπαρχοντος τιθεμενων αἱ συζυγιαι συλλογιστικαι : και γαρ ὁτε το ὑπαρχον καθολου ἀποφατικον ,
, οὑτως ἐχουσι και αὑται : αἱτινες γαρ ἐκει ἠσαν συλλογιστικαι , αὑται και ἐνταυθα γινονται : ὁμοιως και αἱ
9999978 ἀπιοι
ϲχινοϲ ϲελινον ἀειζωα μηκων κυτιϲοϲ ἀλοη ἀκαληφη ἠ κνιδη γιγαρτα ἀπιοι κροκοϲ ἀλθαια τερεβινθοϲ βαλανοϲ ὑοϲκυαμοϲ κιϲϲοϲ νυμφαια φοινικεϲ ὠου
ὡραιοι καλουμενοι καρποι παντεϲ κακοχυμοι , μηλα τα μηπω πεπειρα ἀπιοι πριν πεφθηναι , περϲικα ῥοιαι μεϲπιλα κρανα προυμνα κερατια
9999978 τεταμενη
λουτρα τα μεν τετελεσμενα , τα δε ἀνιοντα , στοα τεταμενη τε εἰς μηκος και εἰς ὡραν ἀνθουσα τοσουτον ἐχουσα
δε ἀπορραγεν τουτο ὀφρυς ἠν ὡρας εἱνεκα ὑπερ της θυρας τεταμενη λιθου του στιλβοντος ἐγκειμενου τῳ μη τοιουτῳ : ὁν
9999978 θαυμασιωτατος
ἐκ της Μιλητου ἐκεινην Ἀσπασιαν , ᾑ και ὁ Ὀλυμπιος θαυμασιωτατος γε αὐτος συνην , οὐ φαυλον συνεσεως παραδειγμα προθεμενοι
Σωφρων δε στρουθωτα ἑλιγματα φησιν ἐντετιμημενα . Ὁμηρος δε ὁ θαυμασιωτατος των στρωματων τα μεν κατωτερα λιτα εἰναι φασκει ἠτοι
9999978 τετρακοσιους
θυρωμασι και πετροις , ἐξεβιβασε δ ' εἰς αὐτον στρατιωτας τετρακοσιους και βελων πληθος παντοδαπων , ἀπεχοντος ἀπο των τειχων
ἐδεξατο ἐρετας πλειους των τετρακισχιλιων , εἰς δε τας ὑπηρεσιας τετρακοσιους : εἰς δε το καταστρωμα ἐπιβατας τρισχιλιους ἀποδεοντας ἑκατον
9999978 μιγνυσθαι
Ἀσελγαινειν : σημαινει μεν κυριως το παρα φυσιν ταις γυναιξι μιγνυσθαι : καταχρηστικως δε το ὁπωσδηποτε ἀκολασταινειν . εἰρηται δε
μετα το ἐπιφανηναι ἐπιμεινασαν , ὁκοταν ἠδη ξηρη ᾐ , μιγνυσθαι . Ἡ | τινι ἀν ἡ μητρη ἐμπυος γενηται
9999978 χαλεπος
μητρας , μυθος ἐστι . λιμωττων μεν οὐν λεων ἐντυχειν χαλεπος ἐστι , κορεσθεις δε πραοτατος : φασι δε και
βορεης ἀνεμος μεγας οὐδ ' ἐπι γαιῃ εἰα ἱστασθαι , χαλεπος δε τις ὠρορε δαιμων : τῃ τρεισκαιδεκατῃ δ '
9999977 στυπτηριας
ὀπτων λεκιθων , κηρου τυρρηνικου ἀνα δραχ . δ . στυπτηριας σχιστης δραχ . β . οἰσυπου ὑγρου , πομφολυγος
γρ . Ϛʹ σμυρνης τρωγλιτιδος . . γρ . Ϛʹ στυπτηριας . . . . . γρ . Ϛʹ ὀμφακιου
9999977 Κυρηναιος
ἐν ἡδονῃ και καλλει διαφερει . „ Ἀριστιππος , ὁ Κυρηναιος φιλοσοφος , πλεων εἰς Ἀθηνας ἐναυαγησεν και ὑποληφθεις ὑπ
και βωμακευ - ματα και βωμολοχευματα . Ἀπολλοδωρος δε ὁ Κυρηναιος ὡς εὐτραπελον και γελωτοποιον , τινες δε τον μετα
9999977 Πεισανδρον
Εὐρυαδην δ ' ἀρα Τηλεμαχος , Ἐλατον δε συβωτης , Πεισανδρον δ ' ἀρ ' ἐπεφνε βοων ἐπιβουκολος ἀνηρ .
δη του πατρος ἀεικεα τισετε λωβην . Ἠ , και Πεισανδρον μεν ἀφ ' ἱππων ὠσε χαμαζε δουρι βαλων προς
9999977 χαρακτηριστικον
βαρυτονως , τοτε το Ἰωνικον ἐχει προ του αται το χαρακτηριστικον συμφωνον του μεσου παρακειμενου , οἱον πεφρασται πεφραδαται ,
ὁ ἐχεσον , ἐξενεχθεντες δια του σ , ὁπερ ἐστι χαρακτηριστικον του πρωτου ἀοριστου , κατα δε ἀντιπαθειαν εὑρεθη .
9999977 ἀκριβολογεισθαι
. Ὀνυχιζειν και ἐξονυχιζειν ταὐτον , τιθεται δε ἐπι του ἀκριβολογεισθαι : το δε ἀπονυχιζειν το τας ὑπεραυξησεις των ὀνυχων
κυμινα πριστειν † : ὁτι δει τον ἐν κακοις ὀντα ἀκριβολογεισθαι . Κακον κακῳ ἑπεται . Κενην ψαλλεις : ἐπι
9999977 μακαριος
ἡγειται , παντων δε ἀνθρωποις : ἡς ὁ γενησεσθαι μελλων μακαριος τε και εὐδαιμων ἐξ ἀρχης εὐθυς μετοχος εἰη ,
ἀθλιος μεν οὐδεποτε γενοιτ ' ἀν , ἀλλα μονον οὐ μακαριος της γε τυχης ἑνεκα , ἐαν Πριαμικαις περιπεσῃ τυχαις
9999977 τετταρακοντα
Διονυσιον ὠνησασθαι παρα των συγγενων του Φιλολαου ἀργυριου Ἀλεξανδρινων μνων τετταρακοντα και ἐντευθεν μεταγεγραφεναι τον Τιμαιον . : τελευτᾳ δ
γαρ δη δει πρωτον ἀναλαβειν ἡμας τον των πεντακισχιλιων και τετταρακοντα , ὁσας εἰχεν τε και ἐχει τομας προσφορους ὁ
9999977 ἀποινα
δ ' ἐπιβοησαντες αἰδεισθαι θ ' ἱερηα και ἀγλαα δεχθαι ἀποινα της ἀγνωμοσυνης του μη πεπεισμενου γεγονασι παραναλωμα . Πλην
μιαινων την δικην , ἐπει παρα . ἰσθι μοι δωσων ἀποινα τησδε μωριας χαριν . κομπασον θαρσων , ἀλεκτωρ ὡστε
9999977 Κορινθιον
Ἡσιοδος δε Ἰδυιαν . . . . Ἐπιμενιδης δε φησι Κορινθιον τωι γενει τον Αἰητην , μητερα δε αὐτου Ἐφυραν
οἰκειων ἐχειν ἁρματων θεις περας του δρομου ἐπαθλον γαμου τον Κορινθιον ἰσθμον εἰ δυνηθειεν ἀφικεσθαι μεχρι τουτου . αὐτος δε
9999977 ῥητορικος
ἀπο ταὐτοματου δεθηναι την γλωτταν . ἠν δε ὁ ἀνηρ ῥητορικος , φησι , και συμβουλευσασθαι δυναμενος . ταττεται ἡ
περι πασαν ὑλην ὁμοιως τῃ δυναμει χρηται , ὁ δε ῥητορικος εἰ και αὐτος περι των προτεθεντων λεγει , εἰτε
9999977 κατειχοντο
τας μικρας των νησων Καρας ἐξελαυνων , ὑφ ' ὡν κατειχοντο , και μισθος της συμμαχιας αὐτῳ μοιρα της Λημνου
ταυτας ἐν τοις σωμασιν οἱονει ἐν φρουρᾳ τινι , και κατειχοντο ὑπο των σωματων , ἐφοβουντο δε μεταχειρισασθαι τι προς
9999977 ἐβασιλευσαν
και κατ ' Ἀσιαν ἁπασαν , νειμαμενοι κατα χωρας , ἐβασιλευσαν . ἐκεινων δε προς ἀλληλους διαφερομενων , πολεμοις τε
ἀφαιρω λʹ , λοιπα ιʹ Σεβηρου και Ἀντωνινου . και ἐβασιλευσαν κεʹ , γινεται λεʹ : ἐξ ὡν ἀφαιρω λʹ
9999976 κυριωτατων
, ἡλιῳ καθαρῳ τον ἰδιον βιον ἀνταυγασοντες και δια των κυριωτατων αἰσθησεων τους συλλογους ὀνησοντες , ὁρωντας μεν ἡδιστας ὁμου
ἐκει - νως σημαινει , περι δε των μεγιστων και κυριωτατων δια καλλιστου ἀγγελου σημαινει ; τι ἐστιν ἀλλο ,
9999976 κρατησαι
κρινομαι : εἰ δε της πολιορκιας ἀπαλλαξαι , και του κρατησαι των πολεμιων , οὐ κρισεως οὐδε μεμψεως τα κατ
και παντι τροπῳ ἀποβαντας των τε ἀνδρων και του χωριου κρατησαι . και ὁ μεν τους τε ἀλλους τοιαυτα ἐπεσπερχε
9999976 δραστηριος
τε και παρασκευασαμενων , οὑς ἠγε Λευκιος Μαμιλιος , ἀνηρ δραστηριος , ἐχων την μεγιστην ἐν τῃ πολει τοτε ἀρχην
πραγματα μεν συνιδειν ἱκανος , ἐξικεσθαι δε προς τα συνεωραμενα δραστηριος , οἰκτιρμων τε το ἠθος και χρηστος , και
9999976 εὐφροσυνας
ἐαν δε ἡ Ἀφροδιτη δια φιλικας προφασεις ἠ ἑταιρειας ἠ εὐφροσυνας ἠ γυναικας , ἐαν δε ὁ Ἑρμης δια πανουργιας
παθειν . οὐ γαρ ἐπιστανται κατεχειν κορον , οὐδε παρουσας εὐφροσυνας κοσμειν δαιτος ἐν ἡσυχιῃ . . . . .
9999976 γελοιοι
σημαινουσιν εἰς παρατασιν ἠ ἀνυσιν . . Πως οὐν οὐ γελοιοι και οἱ ἀφορισαμενοι ὡς Δωριεις οὐ περισπωσι τους ὑποτακτικους
και δικαιοι εἰσιν ὁμοιως φιλεισθαι , εἰ δε μη , γελοιοι . δια ταυτα δοκει και ἐξ ἐναντιων συνεσταναι φιλιαν
9999976 σμικροτητος
ὡς ἐοικε , και ἰσοτητος ἀν μετειη και μεγεθους και σμικροτητος . Ἐοικεν . Και μην και οὐσιας γε δει
[ εἰπειν ] , οἱον πρωτον ἡ του μεγεθους και σμικροτητος , και ψυχροτητος και θερμοτητος , και πληθους και
9999976 πικροις
εὐμενως εὐχου κατω . “ ἰον δε πως βαζοντες ἐν πικροις λογοις κλησιν κατεπλουτησαν ἰαμβογραφων . ποιητικον δε παν ἀνωνυμως
και βοειᾳ χολῃ φυραθεισα , χριε . ἀλλο . ἀμυγδαλοις πικροις μετ ' ὀξυκρατου ἀποσμηχε . ἀλλο . ἀφρονιτρον και
9999976 ἀποδεικτικης
και πως γινεται : εἰρηται δ ' ἁμα και περι ἀποδεικτικης ἐπιστημης : ταυτης γαρ ἐργον ἀποδειξις . Περι δε
και τῃ ἀποδειξει συναγεται , την δυναμιν της συλλογιστικης και ἀποδεικτικης ἐπιστημης ἐπεγνωμεν , και αὐθις ἐκ των κατ '
9999975 πιστευομεν
εἰσιν ἡμιν συγγνωμην νεμειν , εἰ περι των δοκουντων Πλατωνι πιστευομεν οἱς αὐτος Ἑλλην ὠν , προς Ἑλληνας ἡμας ,
ὁτι δε ὁ σπουδαιος φιλος ἀλλος ὁ φιλων ἐστι , πιστευομεν ἐκ των ὁσημεραι . ἀν γαρ τις σφοδρα φιλῃ
9999975 τυραννιδος
την πολιν ἐλευθεροι , τιμην αὑτῳ και γενει ἀϊδιον ἀντι τυραννιδος ἐφη - μερου και ἀδικου κτωμενος . τριτον δε
κατεχομενον , μετα ταυτα ἐκεινος ἐτυραννησεν ἀφεθεις : καταλυθεισης της τυραννιδος κρινεται συνειδοτος ὁ στρατηγος : ἐνταυθα γαρ ἐν τῃ
9999975 ὑπηκουσαν
και οὐ πολεμιοις , και ὁτι οὐδε οἱ πατερες ὑμων ὑπηκουσαν μηδενι , μητε Ξερξῃ μητε Μαρδονιῳ μητε Δαρειῳ μητε
προς ἁρπαγην ὡρμησαν : των δε ἡγεμονων διωκειν κελευοντων οὐχ ὑπηκουσαν ὠφελειαν φανεραν οὐ καλον ἡγουμενοι προεσθαι . Μιθριδατης δε
9999975 βελτιστων
τα της ψυχης , διατηρουσαν την ὑγειαν και την των βελτιστων ἐπιτηδευματων ἐπιθυμιαν . φανερον δε εἰναι και δια της
και μετασχων τουτου του μαθηματος οὐκ ἀν ποτε ἀποσταιη των βελτιστων , οὐδε τουτων ἀμελησας αἰσχρον τι και φαυλον προελοιτ
9999975 κυνηγεσιοις
ἑπονται γαρ οἱ κυνες τοις των θηριων ἰχνεσιν ἐν τοις κυνηγεσιοις . τινες δε προστακτικως ἀνεγνωσαν . ἠγουν ὁπου τις
και ὁ καισαρ εὐθυς μετεκεκλητο περι Βιθυνιαν διαγων και σχολαζων κυνηγεσιοις δια το ὑποπτον εἰναι τῳ βασιλει : μηπω δε
9999975 δριμυτερων
τινες ἀλγηδονες ἀλλοιωθηναι μη δυναμεναι , εἰ μη τι των δριμυτερων αὐταις προσενεγκοις . ὁ γουν λογος οὐτε θαυμαζει τουτων
χολην μετα μελιτοϲ . παραιτειϲθαι μεντοι την ϲυνεχη χρηϲιν των δριμυτερων φαρμακων , ϲυνεχωϲ δε κεχρηϲθαι τῳ παλαιοτατῳ ἐλαιῳ .
9999975 τετρασι
τετρασι : ταις μεν τριασι συνημμεναις ἁπασαις , ταις δε τετρασι δυο μεν παρα δυο συνημμεναις , δυο δε παρα
λογος βιωφελης . διαφερει δε ἡ μεν γνωμη της χρειας τετρασι τοισδε , τῳ την μεν χρειαν παντως ἀναφερεσθαι εἰς
9999975 συνεστρατευοντο
τον υἱον ἐκελευεν αὐτου ἡγεισθαι . προθυμως δ ' αὐτῳ συνεστρατευοντο Τεγεαται : ἐτι γαρ ἐζων οἱ περι Στασιππον ,
παντας και τους λοχαγους . και ἐπει παντες ἐπεισθησαν , συνεστρατευοντο και ἀφικνουνται ἐν δεξιᾳ ἐχοντες τον Ποντον δια των
9999975 διακοσια
πολεμον ] τον περι Ἀμφιπολιν λεγει , εἰς ὁν χιλια διακοσια ταλαντα ἀνηλωθη . προσεσθ ' ] τῃ ζημιᾳ περιφρονησις
: μιλια δ ' ἐστι , φησι Πολυβιος , ταυτα διακοσια ἑξηκοντα ἑπτα . ταυτην δη την ὁδον ἐκ των
9999975 συστρατευσαι
Ζελειτας δε ἀφηκε της αἰτιας , ὁτι προς βιαν ἐγνω συστρατευσαι τοις βαρβαροις : Δασκυλιον δε παραληψομενον Παρμενιωνα ἐκπεμπει :
την χωραν των Ἀμαζονων μετα στρατιας της συνεκπεσουσης αὐτωι : συστρατευσαι δε και Σιπυλον τωι Μοψωι τον Σκυθην πεφυγαδευμενον ὁμοιως
9999975 ἐπικινδυνα
και ῥιζα δενδρου , ἡτις των ὀφεων δηγματα δοκει ἀπεχειν ἐπικινδυνα : τους μεν ἐκ της χωρας ἐν ᾑ πεφυκε
τοις Συρακουσιοις δηλονοτι . πονηρα : ἀσθενη ʃ ἐπισφαλη , ἐπικινδυνα . καταγγελτους : δηλους δια μηνυματων . λαθειν γαρ
9999975 Σπαρτιατης
Ἀττικων , ὡς τα βαρβαρικα των Ἑλληνων . Ἐαν δε Σπαρτιατης εἰναι λεγων και Ἑλλην και Δωριευς και Ἡρακλειδης ,
Ὀλυμπικης , ὁ δε Ἀθηναιος νικης τριηρικης , ὁ δε Σπαρτιατης ὁπλιτικης , ὁ Κρητικος θηρας , ὁ Συβαριτης χλιδης
9999975 συγγενικην
ὡριζετο ἰσοτητα εὐνοιας ἀντιστροφου : ταυτης δε την μεν εἰναι συγγενικην , την δε ἐρωτικην , την δε ξενικην .
. θεασαμενη γαρ τον της ἀδελφης ἑαυτης Λητους παιδα δεδωκε συγγενικην δοσιν . παρωνυμον ] ἀποδειξις αὑτη της δωρεας οὐκ
9999975 θεμελιοις
ἀνερχομενης δει θεμελιους πηγνυειν , βορραν δε ἀνερχομενης δει τοις θεμελιοις τοιχους ἐποικοδομειν , βορραν δε κατερχομενης τοιχους καθαιρειν ,
: ἐπι γαρ ? τοις ὑπο [ Λεωσθενους ] τεθεισιν θεμελιοις οἰκοδομουσιν οἱ νυν τας ὑστερον πραξεις . Και μηδεις
9999975 ὑποστρεφων
, και σημειωσαι ὁτι της Λευκαδος ἐστι μερος ἀναχωρων : ὑποστρεφων . αὐτοις : τοις πρεσβεσιν . ᾑ : το
' ἡλικιαν και τα ἱερατικα σοφωτατος , ἀπο της Ἑλλαδος ὑποστρεφων εἰς τα ἰδια , ἱνα τον ἀγερθεντα χρυσον τῳ
9999975 δοσαν
. . . ἀλλ ' οὐ πως ἁμα παντα θεοι δοσαν ἀνθρωποισιν : ὁ ἀστερισκος και ὁ ὀβελος , ὁτι
δ ' ὑστατιον καταλεξω ; κηδε ' ἐπει μοι πολλα δοσαν θεοι Οὐρανιωνες . νυν δ ' ὀνομα πρωτον μυθησομαι
9999975 ἐνεργητικων
μονη ἐστιν των παθητικων ἡ συνταξις : των γε μην ἐνεργητικων ἐστιν και γενικη , οὐ συνουσης της ὑπο προθεσεως
μαι και την παραληγουσαν συστελλοντα προς την παραληγουσαν των πληθυντικων ἐνεργητικων παθητικα γινεται , τιθημι τιθεμαι , διδωμι διδομαι ,
9999975 θερμοτης
και τῳ θερει καιονται . Χρη δε , ὁσον ἡ θερμοτης του ἡλιου κατεισι , τοσουτον ὀρυττειν και φυτευειν ,
ὑγιασαντος τριψις ἐγενετο των ποδων του καμνοντος , και ἐντευθεν θερμοτης ἐκινηθη , και ἐδρασεν εἰς τα ἐνοχλουντα αἰτια και
9999975 ὑπερβαλλουσα
ἑο μνησασθαι ἀναγκῃ και μαλα τειρομενον και ἐνιπλησθηναι ἀνωγει . ὑπερβαλλουσα γαρ ἐν τουτοις φαινεται αὐτου λαιμαργια μετα του μηδε
το ἐπισκυνιον , ὀδοντες λευκοι και καθαρωτατοι , σκελων ὠκυτης ὑπερβαλλουσα και προς αὐτον συγκρινομενη τον ζεφυρον , ὁν οἱ
9999975 εὑρισκομενης
ἀνισου τε και ἀνωμαλου και της ἀκριβους ὁμοιοτητος οὐδε παμπαν εὑρισκομενης , οὐπω λεγω κατα τα προσωπα , ἀλλα κατα
ἐστι , και της διαιρεσεως των κεφαλαιων φανερως ἐκ τουτων εὑρισκομενης : εἰ γαρ το πολιτικον ζητημα περι προσωπα και
9999975 Ἀλεξανδρον
ἀποπλουν ὁλοκληρῳ χρονῳ εἰς Τροιαν κατηρεν . ὀνειδιζει δε τον Ἀλεξανδρον ὡς ἀντι της εὐεργεσιας κακα διαπραξαμενον τῳ Μενελαῳ .
ηὐξατο τῳ Ἡλιῳ τας χειρας ἀνατεινας ἠ αὐτον βασιλευειν ἠ Ἀλεξανδρον . Ῥαδαμανθυος δε του δικαιου Ἰβυκος ἐραστην φησι γενεσθαι
9999975 ὀνομασι
παγκαλως λογος συγκειμενος , και ἀλλως εὐ διακειμενος και τοις ὀνομασι : προσχημα δε μοι ἐστι και ἀρχη τοιαδε τις
μιμητεον τας λεκτικας ἀρετας ἁπασας : εἰσι γαρ και τοις ὀνομασι καθαροι και σαφεις , και βραχεις και μεγαλοπρεπεις και
9999975 νοσουσαν
πυρι ἐθαλπετο . Ἐδοξε τις ἀδελφην ἐχων πλουσιαν ἁμα και νοσουσαν προ της οἰκιας της ἀδελφης συκην πεφυκεναι και ἀπ
κατακρουσον , και οὑτω προσχωσον . ἐν δε τῳ ἀνθειν νοσουσαν θεραπευ - σεις , τρυγιαν οἰνου παλαιου καταχεων των
9999975 σαν
ἀνηκουστα τας τυραννου παθεα μελεα θρεομενας ; ὀλοιμαν ἐγωγε πριν σαν , φιλα , κατανυσαι φρενων . ἰω μοι ,
ἁ δυστανος σοι κουρον , τον φρικαι ματρος βαλλω ταν σαν εἰς εὐναν , ἱνα μ ' ἐν λεχεσιν μελεαν
9999974 ἀπεχωρησαν
των ἐγκληματων ἐπι ἰσῃ και ὁμοιᾳ . και οἱ μεν ἀπεχωρησαν ἐπ ' οἰκου και οὐκετι ὑστερον ἐπρεσβευοντο : αἰτιαι
βαρος και το πληθος των πολεμιων οὐ δυναμενοι φερειν εὐθυς ἀπεχωρησαν προς τας δυσχωριας , τηρουντες τας ταξεις ἐπιμελως .
9999974 ἀπεδειξαμεν
και ἑτερον ψυχρον ἑλκει , ὁπερ ψευδος ἐστιν , ὡς ἀπεδειξαμεν . Και αὑται μοι ἀναγκαι προηγμεναι . Ἀποδειξας ἀνωτερω
. λαʹ . Ἡμεις δε το παραλελειμμενον ὑπο του Θεοδοσιου ἀπεδειξαμεν ἀστρονομικωτατα τουτον τον τροπον . Ἀνατελλετω γαρ ὁ ἡλιος
9999974 εὐεργεσιων
' οὐ θερισαι λεγεται : ὁ γαρ σταχυν ἁδροτερον των εὐεργεσιων και πληρη πεποιηκως ἑτερος ἠν , ὁς εὐτρεπισαμενος και
των φιλων ἀμοιβαις ἀπορια ἐστιν . ἐπει γαρ ἀπο μεγαλων εὐεργεσιων μικραι ὠφελειαι γινονται τοις εὐεργετουμενοις και ἀπο μικρων μεγαλαι
9999974 παραταξεσι
, μετ ' ὀλιγον δε τον Ἀννιβιακον κληθεντα πολεμον συστησαμενη παραταξεσι και ναυμαχιαις και πολλαις περιβοητοις πραξεσι νικησασα , στρατηγον
δ ' ἐξ ἐπιλεκτων ἀνθρωπων μεγαλας ποιειται ῥοπας ἐν ταις παραταξεσι και κατα το πλειστον αἰτιος γινεται της νικης .
9999974 κατεσκευασμενην
Σφιγγα την ὠμοσιτον ἐνωμα και ἐκινει και ἐφερε προσμεμηχανημενην και κατεσκευασμενην ἐν σακει χαλκηλατῳ γομφοις , ἠτοι διαπεπερονημενῳ τοις ἡλοις
, ἠ το μελαιναν θηκην ἐχον , ὡς ἐκ δερματος κατεσκευασμενην , ἠ το ἐκ μελανος σιδηρου δεδεμενον . Ὁ
9999974 κινδυνευσαντες
' ὡρας , εἰ μεν ἑξ εἰη ταγματα , δυο κινδυνευσαντες , εἰ δε πεντε , δυσιν ἐτι μικρον ἐπιθεντες
ἐναντιων φοβηθεντες , ἀλλ ' ἐν τοις σωμασι τοις ἑαυτων κινδυνευσαντες , τροπαιον μεν των πολεμιων ἐστησαν , μαρτυρας δε
9999974 ἐκληπτεον
ὡς παντα γ ' ἐστ ' ἐκεινα ] το ὡς ἐκληπτεον ἀντι του ὁτι και ἀντι του λιαν . παντα
κατα το δικαιον γινωνται , κατα το ἀναλογον την ἰσοτητα ἐκληπτεον : ὁ γαρ σκυτοτομος τῳ οἰκοδομῳ ὑποδημα δωσει ,
9999974 ἀπαλλαγεντες
και οἱ χαριν ἐχειν ὁμολογησαντες , ἀν λιμενος ἐφη τυχωμεν ἀπαλλαγεντες τοσουτου κλυδωνος , Σωτηρας ὑμας ἐπιφανεις μετα των θαλασσιων
ἑτεροις ἠδυναντ ' εἰναι χρησιμοι , ἐπει δε των τυραννων ἀπαλλαγεντες ὡμονοησαν προς ἀλληλους , οὐ μονον την πολιν ,
9999974 τεταρτοι
. ὑμεις δ ' , Αἰγιεες , οὐτε τριτοι οὐτε τεταρτοι οὐτε δυωδεκατοι οὐτ ' ἐν λογῳ οὐτ ' ἐν
τετραχορδοις , φανερον ἐκ των ὑποκειμενων : οἱ μεν γαρ τεταρτοι των ἑξης δια τεσσαρων συμφωνουντες συναφην ποιησουσιν , οἱ
9999974 ἀναγινωσκων
, ἀλλα μαλλον ἁπτομενα ἀλληλων . μη γαρ μοι τις ἀναγινωσκων συναπτετω το συντεθῃ μετα του κατα μιαν , ἀλλ
συγκαλουμενος , ὀνειδιζων την δωρεαν , φασκων νενικημενα συνεχως , ἀναγινωσκων τον περι των τυραννοκτονων νομον , και τα τοιαυτα
9999974 τετραμμενα
δε κωλα αὐτων , ἁ τινες αὐλους καλουσιν , ἐξω τετραμμενα ἐωσιν , ὁπως δια των αὐλων ὁ σιτος ῥιπιζομενος
ὁ Μεγα - ρευς ἐνισταμενος λεγει και Μεγαρεις προς ἑσπεραν τετραμμενα τα σωματα των νεκρων τιθεναι : και μειζον ἐτι
9999974 πιστευσαντα
τουτοις ἐπειτα παντων ἀμνηστιαν λαβων και κακος φανεις περι τον πιστευσαντα ἐπανεστη κατα του βασιλεως . και πρωτα μεν λαθρᾳ
εἰκοτ ' , ἀλλ ' ὁμως σε βουλομαι θεοις τε πιστευσαντα τοις τ ' ἐμοις λογοις φιλου μετ ' ἀνδρος
9999974 ἐνεπρησαν
συγκλεισαντες ἑαυτους και τα τεκνα και γυναικας εἰς τας οἰκιας ἐνεπρησαν . φασι δε τους ὑπο του πυρος τοτε διαφθαρεντας
ἡγεμονευσαντας ἐν αὐτῃ χειρωσαμενοι το λοιπον τας τε πολεις ὠμως ἐνεπρησαν και τα ἱερα των θεων κατεσκαψαν : πασι δε
9999974 συλλογισασθαι
ἐκ των ὑποκειμενων ταις ἑξεσι λαμβανεται . ἐστι δε οὑτω συλλογισασθαι το προκειμενον : του φρονιμου μαλιστα ἐργον φαμεν το
τις ἀνατεταλκος , δυνατον ἐστιν ἀκριβως την ὡραν της νυκτος συλλογισασθαι κατα τον προειρημενον τροπον . εἰ μεν γαρ ἑκαστον
9999974 ναυτικης
ξʹ , οὑς φασιν ἐσχηκεναι πολλην δυναμιν ἱππικης και παραταξιν ναυτικης κατα τους ἰδιους χρονους . Οἱ μεν Ἑβραιοι ,
Μεσσηνιων ἀτυχιᾳ , Μαγωνα μεν τον ναυαρχον ἀπεστειλε μετα της ναυτικης δυναμεως , προσταξας παραπλειν ἐπι τον λοφον τον καλουμενον
9999974 ἐμπλαστρου
ὑγρον δια των ἀδηλων πορων , ὡς εὑρισκεσθαι ἐπι της ἐμπλαστρου παχυτατον σφοδρα , χωρις του ῥηξαι : ποιει και
δε ταυτα τον κηρον και την ῥητινην ἐπεμβαλων , ὁταν ἐμπλαστρου παχος λαβῃ , καθελων ἀπο του πυρος και βαλων
9999974 προσεκτησατο
ἐχων φρενας . ὁ Ἀρταφερνης ἐξ ἐτυμολογιας . Κυρος πρωτος προσεκτησατο Περσαις την ἀρχην Μηδων ἀφελομενος . Κυρου υἱος Καμβυσης
σημεια της ἀλλοεθνιας . ἠσαν δ ' οὐν διωρισμενοι , προσεκτησατο δ ' αὐτους Ἀριαραθης ὁ πρωτος προσαγορευθεις Καππαδοκων βασιλευς
9999974 Εὐφρατης
, τοις δ ' ἐμαχετο ; πολυς ὠν ὁ ποταμος Εὐφρατης και πολλων ποταμων ἀντιρροπος μικρος μεν οὐδεποτε , μεγιστος
του βασιλεως καθηπτοντο ἀλληλων ἐς το φανερον , ὁ μεν Εὐφρατης ξυν ὀργῃ τε και λοιδοριαις , ὁ δ '
9999974 προσελθουσα
και ἐργατικον ἰδιωμα , οὑτως ἡ ἑνωτικη δυναμις της μοναδος προσελθουσα τῃ δυαδι , εὐποριας και χυσεως οὐσῃ πηγῃ ,
ἡ ψυχη ζωην ἀλλην ἰσχει τοτε και προσιουσα και ἠδη προσελθουσα και μετασχουσα αὐτου , ὡστε γνωναι διατεθεισαν , ὁτι
9999974 Σικελικον
εἰναι τα περι τον Ποντον , το δε Κρητικον και Σικελικον και Σαρδῳον πελαγος σφοδρα βαθεα : των γαρ ποταμων
της των Ἀθηναιων δυναμεως παραπλευσαντες εἰς Αἰγεσταν , Ὑκκαρα μεν Σικελικον πολισματιον ἑλοντες ἐκ των λαφυρων συνηγαγον ἑκατον ταλαντα :
9999974 Ὀλυμπον
το ὑδωρ και ὁ ποταμος ὁ Συςτων δε περι τον Ὀλυμπον χειμαρρων και ὁ Συς ἐστι , τοτε οὐν οὑτος
προσεφη Τελαμωνιον υἱον : Αἰαν ἐπει τις νωϊ θεων οἱ Ὀλυμπον ἐχουσι μαντεϊ εἰδομενος κελεται παρα νηυσι μαχεσθαι , οὐδ
9999974 Λυσανδρου
, τα τε σιτια πορρωθεν ὠνουμενοι και καταφρονουντες δη του Λυσανδρου , ὁτι οὐκ ἀντανηγεν , ἀποπλεοντας τοὐμπαλιν παρ '
ὡς ἀπαντησομενος τοις πολεμιοις . καταμαθων δ ' ὑπο των Λυσανδρου φιλων καταστασιαζομενος , οὐ μονον ἀπροθυμως ὑπηρετουντων , ἀλλα
9999974 βεβαιωσασθαι
ἐντιμων . και συνεβη δη μοι οὐ μονον την ἀτελειαν βεβαιωσασθαι , ἀλλα και μετα τιμης τοσαυτης και σχηματος ,
της ἐμης : χωρας ἐμου : του Συρακουσιου δηλονοτι . βεβαιωσασθαι : βεβαιοτατα σχειν ἠ περιποιησασθαι εἰ τε τις φθονει
9999974 ῥητορικους
ἡ παιδευσις τῃ Γοργιου πραγματειᾳ : λογους γαρ οἱ μεν ῥητορικους οἱ δε ἐρωτηματικους ἐδιδασκον ἐκμανθανειν , εἰς οὑς πλειστακις
δε ἀνηρ εὐδοκιμος ἐπι τῃ τεχνῃ γεγονως Ἑρμογενης και κριναι ῥητορικους λογους ἱκανωτατος , ὡς δηλοι αὐτου τα γε εἰς
9999974 νομης
νεμονται , οἱ δε λαροι την θαλατταν . ποιας οὐν νομης των πλησιων ἐπιθυμεις ; ὡς πατραλοιας τουτον ἀποδεχεται τον
τοις τραχηλοις κογχια ἀντι βασκανιων . πολεμουσι δε περι της νομης , κατ ' ἀρχας μεν διωθουμενοι ταις χερσιν ,
9999974 συνεπιμεριζει
και βιαιῳ θανατῳ περιπεσειται ἠ φονῳ αἰσχρῳ . εἰ δε συνεπιμεριζει τῳ Ἀρει ὁ Ζευς και ὑπαρχει ὁ Ἀρης ἀκακωτος
ἐν τῳ καιρῳ καθ ' ὁν ὁ κακοποιος ἐπιμεριζει ἠ συνεπιμεριζει . εἰ δε ὁ κυριος του κληρου του κατα
9999974 Κορινθιων
Ἠλειους δε ναυς τε κενας και χρηματα . αὐτων δε Κορινθιων νηες παρεσκευαζοντο τριακοντα και τρισχιλιοι ὁπλιται . Ἐπειδη δε
. Ἐπεμψαν δε και ἐς τας πολεις πρεσβεις οἱ Συρακοσιοι Κορινθιων και Ἀμπρακιωτων και Λακεδαιμονιων , ἀγγελλοντας την τε του
9999974 τετραχως
και ὁτι ὁρισμος ἀποδειξει ταὐτον τῃ θεσει διαφερων . Ὁτι τετραχως του αἰτιου λεγομενου , εἰδικου , ὑλικου , ποιητικου
και ὁ σπερματικος και ἀλλοι πλειονες . κατα δε Πλατωνα τετραχως λεγεται λογος , ἡ τε διανοια ἀνευ φθογγου και
9999974 ἀποδεικτικοι
δυνανται δεικνυναι ὁτι οὐκ ἐστιν ἡ ἀποδειξις : εἰ δε ἀποδεικτικοι εἰσιν , αὐτοι οὑτοι την ὑποστασιν της ἀποδειξεως ἐκ
ψυχης λαμβανε τας διαφορας των συλλογισμων . οἱ μεν γαρ ἀποδεικτικοι ἐπιστημονικοι εἰσιν δι ' ἀληθων ἀποδειξεων ἐπιστημονικως ὁδευοντες :
9999974 ἐποιησαντο
περι τον Ἑλλησποντον . και λιθινην ἑδραν αὐτῳ ὑψηλην ἐκει ἐποιησαντο , ἐν ᾑπερ ἐφιδρυνθεις ὑστερον , ὁταν παρεγεγονει ,
ὑπο Φιλιππου και πρεσβεις Ἀθηναζε πεμψασιν οἱ Ἀθηναιοι συμμαχιαν τε ἐποιησαντο * * * και βοηθειαν ἐπεμψαν πελταστας δισχιλιους ,
9999974 ἀχρειοι
διαφυγειν μεν γαρ παλης ἱκανοι και οἱδε , καταπαλαισαι δε ἀχρειοι δια το ἐπικαθησθαι τοις σκελεσι . Λεοντωδεις δε και
ψυχων αἱ μεν ἀγονοι χαριτων και λησμονες και προς φιλιαν ἀχρειοι , ταις δε ἐπανθει το προθυμον εἰς την ἐκτισιν
9999974 ἱκετευομεν
ἡν ὑπεσχου σωαν ἡμιν ἀποδωσειν . και νυν τουθ ' ἱκετευομεν , οὐχ ἱνα της σαυτου φυσεως ἀναξιον τι φρονησῃς
, ῥεθος ἀελιωι δειξον . βαρος ἀντιπαλον δακρυοις συναμιλλαται : ἱκετευομεν ἀμφι γενειαδα και γονυ και χερα σαν προπιτνων πολιον
9999974 περιμετρῳ
. κα . Εὑρειν τριγωνον ὀρθογωνιον ὁπως ὁ ἐν τῃ περιμετρῳ αὐτου ᾐ τετραγωνος , και προσλαβων τον ἐν τῳ
: και ἐπιτεταχθω τον μεν ιβ εἰναι τον ἐν τῃ περιμετρῳ αὐτου , τον δε ζ τον ἐν τῳ ἐμβαδῳ
9999974 ἐλευθεριως
ἐλεγε και οὐ χρη νομοις πειθαρχειν τον σοφον , ἀλλα ἐλευθεριως ζην . . , . , . Δ .
, εἰπε ποθεν γεγεννησαι : οἱον προς το εἰδος και ἐλευθεριως φθεγγου . φαμι διδασκαλιαν Χειρωνος οἰσειν : φημι και
9999974 πινομενοϲ
οὐτε πυκνοϲ ἐϲτιν οὐτε καρτεροϲ και δυναται μετ ' οἰνου πινομενοϲ ἀκρατου αἱμοπτυικουϲ ὠφελειν . ὁ δε ἐκλευκοϲ και ϲποδιζων
ὀξυκρατου διδοαϲιν . Ἀκτηϲ του φλοιου τηϲ ῥιζηϲ ὁ χυλοϲ πινομενοϲ ὁϲον # β ϲυν οἰνῳ ὑδωρ ἀγει . Κολοκυνθιδοϲ
9999974 ἐρωτηματικως
ὑπνον συν ὁπλοις εἰς Πλαταιαν της Βοιωτιας ; και οὑτως ἐρωτηματικως τα μετα ταυτα διελευσομεθα . οὑτω δ ' ἀν
ὁς νεικεσσε θεας . δυναται δε και καθ ' ὑποκρισιν ἐρωτηματικως ἀκουεσθαι : αἱ παιδιαις και τρυφῃ ἠλθον εἰς Ἰδην
9999974 λαβομενη
μη τι ἀρα δεινον αὑτην ἐργασηται . Καλλιροη δε ἠρεμιας λαβομενη , χαμαι καθεσθεισα και κονιν της κεφαλης καταχεασα ,
. “ Ταυτα ἀκουσας Χαιρεας ἀνεθορε : Καλλιροη δε αὐτου λαβομενη ” που σπευδεις “ εἰπε ” πριν βουλευσασθαι περι
9999974 ὀκτακοσιους
σταδιους : ἀπο δε Μαλεων τους παντας περι χιλιους και ὀκτακοσιους . κατα δε τον Σχοινουντα ὁ διολκος το στενωτατον
ἀναλαβων τους κρατιστους , πεζους μεν ὀκτακισχιλιους , ἱππεις δε ὀκτακοσιους , ζευγη δε Λιβυων πεντηκοντα , κατα σπουδην ἐπηκολουθει
9999974 ἀξιωσεως
ἰδιων ἀγωνων , αὐτου λεγοντος ἐκεινου τα ἑαυτου μετα της ἀξιωσεως , ἡς εἰχε , την αὐτοπαθειαν και το παραστημα
] ἡ βασις του προοιμιου , ἡτις ἐστιν αἰτια της ἀξιωσεως και ἁπτεται αὐτου του πραγματος , παροξυνουσα τους Ἀθηναιους
9999974 θελουσαν
ἐρωτευομενας νεανισκος ξενοδοχησας προς τους παιδας αὐτου ἐφη : Την θελουσαν κερασατε και την θελουσαν ἀφροδισιασατε . κἀκειναι εἰπον :
γαμων γενεσθαι . ὁ δε μη λογοισι πειθων τοτε μη θελουσαν ἀγχει : μετα γαρ νεων ὁ Βακχος μεθυων ἀτακτα
9999974 ἐκειτο
Ὀλυμπιῳ Διι , λογος δε ὁ ποιηθεις εἰς την πανηγυριν ἐκειτο , ἐμε δε τα τε ἀλλα ἐτηκε και ἀγρυπνια
χορευτης ἠν λαβων ἀκοντιῳ : ἀλλος στερηθεις της κεκαρμενης καρας ἐκειτο πρηνης σταυρικως ἡπλωμενος και τους ἑαυτου δυστυχως κινων ποδας
9999974 κρατηρας
και ταλαντα δια μνημης ἐχεις ; Και τους δυο δε κρατηρας , εἰ βουλει , προσθησω οὑς ἐλαβον ἀποκτεινας Κλεοκριτον
πενταρραβδωι χορδαν ἀρθμωι χερα καμψιδιαυλον ἀναστρωφων ταχος . πρωτοι παρα κρατηρας Ἑλλανων ἐν αὐλοις συνοπαδοι Πελοπος Ματρος ὀρειας Φρυγιον ἀεισαν

Back