θειου χαρισασθαι μοι τι τοιουτο , δι ' οὑ γαυριασας ἱλαρος εἰς την Ἀλεξανδρειαν και την πατριδα κατελθειν δυνηθω .
του φιλου εὐνοιαν εὐθυς εἰσιοντα τας θυρας . ὁ θυρωρος ἱλαρος πρωτον ἐστιν , ἡ κυων ἐσηνε και προσηλθ '
9999986 ος
ὀνομαζων ? ? [ ἰδε ] , πως [ ] ος ἀπο [ ] εται ? και [ ] οτου
θυ [ ] μονης [ ] κακοις ? [ ] ος βλεπει [ ] ος . . . . τι
9999986 πλειστος
ἐμποιησει και βαρος ὁλου του σωματος . Ὁ δη οὐν πλειστος μοι λογος γεγονε περι της μεταβολης της ἐπι τα
βοσκημασι : κυκλῳ δ ' ὑπερκεινται δρυμοι ποικιλης ὑλης . πλειστος δ ' ὁ στυραξ φυεται παρ ' αὐτοις ,
9999985 ἱλαρον
ἐπισημοις και συνηθειαν και ἐπιπλοκας γυναικων παρεχει : ἐπικερδη και ἱλαρον ἑξει καιρον : ἀγαμοις γαμον , τοις δε ἐχουσι
οὐδε το της Ἰαστι γενος ἁρμονιας οὐτ ' ἀνθηρον οὐτε ἱλαρον ἐστιν , ἀλλ ' αὐστηρον και σκληρον και ὀγκον
9999985 παρακειμενος
, ἐνθεν βεβυσμενος : οὑ παραγωγον βυζω , ὁ παθητικος παρακειμενος βεβυκται , ὡς βαζω βεβακται , οἱον : ἐπος
: τετυπα γαρ ἐστιν : κοινῳ δε λογῳ ἁπας μεσος παρακειμενος τοιουτον συμφωνον ἐχει ἐν τῃ ληγουσῃ , οἱον ἐχει
9999984 παρακειμενον
ἀριθμου ἡγησομεθα πληθος βιωσιμων ἐτων . δει μεντοι λογιζεσθαι τον παρακειμενον ἀριθμον και ταις μοιραις των ἐτων , πρωτον ὡρας
ΠΟΣΣ ' ἉΠΑΛΟΙΣΙΝ ι . . Το ΚΑΤΕΙΕΝ εἰς μεσον παρακειμενον , οὑτως : εἰω το πορευομαι , ὁ μελλων
9999984 διαμενοντα
, κατεσκευασεν ἐργα πολλα και μεγαλα μεχρι των νυν καιρων διαμενοντα και ἀπο του κατασκευασαντος Δαιδαλεια καλουμενα . ᾠκοδομησε δε
, ἁπαντα γαρ φαινεται τα ζωα και τα φυτα και διαμενοντα και γεννωμενα ἐν τοις οἰκειοις τοποις ὁμοιως ἐνυδρα και
9999984 καιομενου
δακρυον ϲυν ἐλαιῳ ἀλειφομενον και το ἀπο του χλωρου κληματοϲ καιομενου ἱδρουμενον ὑγρον . Ἀλλο ἀτριχον . τιθυμαλλου κιβωριτου χυλου
ὁμοιον ἐγω εἰδον γενομενον , εἰκος δε και σε παρειναι καιομενου τοτε του γεροντος . Οὐδε ἀνηλθον , ὠ πατερ
9999984 ἀνιωμενος
παρανομιᾳ . θ δυσφορων ] βαρεως φερων . δυσφορων ] ἀνιωμενος . δυσφορων ] λυπουμενος . δυσφορων ] ἀγανακτων .
δη πεμπομενος ἐπορευετο ἐχων τους ἑαυτου ἱππεας ὡς ἑκατον , ἀνιωμενος ὁτι οὐ και αὐτος τοτε ἐπορευθη μετα του Κυρου
9999984 ἐχοντος
ποθεις και διουρηθειη ἀν , οὑτως εἰς τουτο πως ἐπιτηδειως ἐχοντος του ὑδαρους των οἰνων : μη των παχεων ὡσαυτως
ἀποκτειναι ἐχρην ἠ τελευταν , ἀλλην του καιρου διεξοδον οὐκ ἐχοντος . ἐπαν δε το ζῳον ἐκ της πληγης και
9999984 μεριστος
. χρονος μεν οὐν οὐκ ἐστι πρωτος , ἐπειδη πας μεριστος , ἐν ᾡ δε πρωτῳ ἐκινειτο ἠ ἀλλο τι
γαρ ἐστιν ὁ ἐνεστως χρονος , ἠτοι ἀμεριστος ἐστιν ἠ μεριστος . ἀμεριστος μεν οὐν οὐκ ἐστιν : ἐν γαρ
9999984 τελουμενος
ὀξυδορκιαν . Οὑτος εὑρισκεται εἰς την καρδιαν του ζῳου και τελουμενος ποιει πολλας ἐνεργειας και τα ἐν σκοτειᾳ φαινεσθαι .
τρια ἠ τετταρα πληρωματα ὑπομενειν τα ᾀσματα ἐκμανθανων . και τελουμενος τῳ Σαβαζιῳ σπευσαι , ὁπως καλλιστευσῃ παρα τῳ ἱερει
9999984 ληματος
ἐκ της Νεμεας και ἐξ Ἐπιδαυρου και ἀπο Μεγαρων . ληματος : φρονηματος . ἡ δε ἀπο κατα κοινου :
προαποσταλεντες ὑπο των ἀλλων ἀρχομενης ἐτι της καταστασεως , νεανιαι ληματος πληρεις ἀπο ῥυτηρος και μετα μαστιγος ἐλαθεισι τοις ἱπποις
9999984 μωρος
βασεως . . . . βλαξ : ὁ εὐηθης και μωρος και ἀνοητος . Ἀριστοφανης : βλακες † φιλεργοι .
Ὑπ . . . . . . , . Κρονοϲ μωρος : Ὑπ . . . . . , .
9999984 προσκειμενος
ἐναλλαγην ἐν ἐκεινῳ τῳ ἐτει αὐθεντικος εἰδημων των πρακτεων και προσκειμενος τοις ἐργοις , τευξεται δε τιμης και ἀξιας ὑψηλης
και μενων , προσμενων , ἐγκειμενος , φροντιδα ἐχων , προσκειμενος . Μεμηλως παρα το μελω το φροντιζω , ὁ
9999984 διαλεγονται
, ὁπερ οὐ ποιουσιν οἱ ἐφεκτικοι : οὐτε γαρ ἀκριβως διαλεγονται οὐτε προσδιοριζονται , εἰπερ παντων ἀκαταληψιαν λεγουσι . δευτερον
σημαινουσι και αὐτοι πραγματα τα ὑπο το καθολου περι οὑ διαλεγονται ἀναφερομενα , προς δε γε των πολλων την μιαν
9999984 διζημενος
και μελαν [ ὑδωρ ] [ εὐνας ] ? λειπομενων διζημενος εἰ που ἐφευροι [ . ] [ ὡς δε
. Ἐργινε Κλυμενοιο παϊ Πρεσβωνιαδαο , ὀψ ' ἠλθες γενεην διζημενος : ἀλλα και ἐμπης ἱστοβοηϊ γεροντι νεαν ποτιβαλλε κορωνην
9999984 ἐνατος
, και γονευσι περι ἐχθρων και δουλων , και γυναικος ἐνατος περι δοξης και πραξεως και τεκνωσεως : ἐστι δε
γʹ , ἡ δε χειμερινη οδ Ϛʹ . θʹ . ἐνατος ἐστι παραλληλος , καθ ' ὁν ἀν γενοιτο ἡ
9999984 συνταγματος
προκειμενον , τουτον φιλον ἡγεισθαι . ἀκουσαντες οἱ Τεριναιοι του συνταγματος ἐδοξαν τινας ἐξ αὐτων ἐχειν προδοτας και ἐκ τουτου
και ἑξης δειχθησεται τουτο προς το μη δεισθαι του Ἀρχιμηδειου συνταγματος ἑνεκεν μονου του θεωρηματος τουτου . Ἐστω γαρ κυκλος
9999984 προσκειμενον
οἱ μανθανοντες εἰς κολασιν ἠσαν ὑπευθυνοι . το γαρ ἰσως προσκειμενον ἐνταυθα ταυτην την ἐννοιαν βουλεται λανθανοντως εἰσαγειν . ἐν
περι , θελω πυθεσθαι μη ' πι τοις παλαι κακοις προσκειμενον τι πημα σην δακνει φρενα . ὠ παι ,
9999984 ποιουμενος
κατεσχεν αὐτους : και παντ ' ἀναδεχομενος και εἰς αὑτον ποιουμενος τα τουτων ἁμαρτηματ ' ἐστιν . ὑπερ δε Φωκεων
ἀοριστον πραγμα , διο οὐκ ἐμνησθη αὐτης ὡς προς εἰσαγομενους ποιουμενος τον λογον : αὐτη γαρ ἡ κινησις οὐδεν ἑτερον
9999984 ἐνοχλουμενος
ἐνθα χειροτονησειν ἐμελλον , και τα μεσα της ἐκκλησιας . ἐνοχλουμενος δ ' ὑπο των δημαρχων και των πλουσιων ,
, ἑως ἀν ἀπειπωμεν ἐγω μεν γραφων , συ δε ἐνοχλουμενος , ὁπως ἀν και μαθω βεβαιως , εἰ δει
9999984 ποιηματος
μετα των ἀλλων ἀπωλεσαμεν . ἠν δε ἡ ἀρχη του ποιηματος αὑτη , Νυν δε μοι ἐννεπε , Μουσα ,
τελειαν ἐπονομαζουσι : τελος δε και γνωσεως και πραξεως και ποιηματος : το και ἀποβαινον , ὡς παρ ' Εὐριπιδῃ
9999983 διορθουμενος
Ἀπολλωνιῳ ἐφαινετο και ἐς το εὐφραινον κατεσκευασμενη μαλλον , ὁθεν διορθουμενος αὐτον φησιν ” αὐλῳ και λυρᾳ μαλλον ἠ λογῳ
μαλλον ὡς δωρεας διδομενης ἠ χρεος ὀφειλομενον ὑπ ' ἐμου διορθουμενος . ἐαν μεντοι πυνθανηται , ποθεν ἐχομεν Φιλοδημου τοσαυτα
9999983 διαμετρος
προς ὀρθας ἀπ ' ἀκρας ἀγομενη ἐφαπτεται του κυκλου , διαμετρος δε ἡ ΑΓ του ΓΗΔΘ κυκλου . Ὀρθαι ἀρα
ἡ δε δια του πρωτου ἀπογειου και του τριτου περιγειου διαμετρος αὐτου ἡ ΑΕΓ , ἐφ ' ἡς το του
9999983 ἀνιατος
το | θυσιαστηριον ἀναπλεων ἐστι : δυσιατος δε ἠ παντελως ἀνιατος μωμος το φασκειν και κακων αἰτιον εἰναι το θειον
και ἀνιατος : Ἐκπλαγεντος δ ' ἐκεινου και πυθομενου πως ἀνιατος : “ ὁτι νη Δια ” φαναι τον Ἐρασιστρατον
9999983 ἐοντος
ἀνδρων ὁστις ἐῤῥωμενος , ἐν τουτῳ τῳ σχηματι του πηχεος ἐοντος , παρα τον ἀγκωνα καταναγκαζετω ἐς το κατω .
λεπται αἱ ἀπο του πνευμονος ἐσωθεν γενομεναι τῃ φυσει ἀραιου ἐοντος , ἐς την καρδιην , ἁτε ὑπ ' αὐτεου
9999983 ἐπικειμενος
δε Ἑρμης ὁ τον κριον φερων ὑπο τῃ μασχαλῃ και ἐπικειμενος τῃ κεφαλῃ κυνην και χιτωνα τε και χλαμυδα ἐνδεδυκως
τε και ψελιοις κοσμουμενος , ἐς εἰδος δε τιαρας στεφανην ἐπικειμενος χρυσῳ και λιθοις ποικιλην τιμιοις . ἠν τε αὐτῳ
9999983 ἐαρος
ἀρχην περι την Βισαλτιαν και Ἀμφιπολιν και Γραιστωνιαν της Μακεδονιας ἐαρος μεσουντος τας μεν συκας συκα , τας δ '
ἀπεδυεν . ἰκτινος αὐ μετα ταυτα : Ἐν Ἑλλαδι καιρῳ ἐαρος φαινεται ἰκτινος , ὁτε κουρευεται τα θρεμματα . πεκειν
9999983 παραληγονται
τα εἰς ω ληγοντα ῥηματα βαρυτονα , εἰ μεν μακρᾳ παραληγονται , δια του αθω ποιουσι την παραληγουσαν , οἱον
Ε διφθογγῳ παραληγονται . Τα δια του ῳος κτητικα διφθογγῳ παραληγονται , οἱον κῳος , μινῳος : οἱς ἠκολουθησε και
9999983 ὁρος
και του μελλοντος το γεγενημενον , ἀτελες δε ἐν ὁρῳ ὁρος γινεται , οὐ γαρ εἰ ἐστιν τι δηλον ,
εἰτε ὁ βουλεται τις . και γαρ τι ἐστιν ὁ ὁρος βουλομενοι παρισταν εἰς ἀνηνυτον ἐμπιπτουσι διαφωνιαν , ἡν δια
9999983 ἀναγονται
εἰη ἀν δεδειγμενον , ὁτι παντες οἱ συλλογισμοι εἰς ἐκεινους ἀναγονται τους δυο . εἰεν δ ' ἀν ἐν τοις
. Ὑπο γουν τουτο ἡρωες , και τα ἑτερα τρια ἀναγονται , το ἐξ ἐρας και γης , το ἐν
9999983 περιβαλομενος
φησι ποιησαι τον ἐν τῃ Κυμῃ ὀνον , ὁς λεοντην περιβαλομενος και τραχυ ὀγκωμενος ἠξιου λεων και αὐτος εἰναι :
ἐφαινετο . Ἐξοπλισας οὐν ἑαυτον και πασαν δυναμιν ἐρωτικων φαρμακων περιβαλομενος ἐστρατευεν ἐφ ' Ἁβροκομην . Ἠγετο δε της Ἀρτεμιδος
9999983 ἐπισπωμενος
πατηρ : Ἡλιου δε , ἐπειδη διαπυρος ὠν την ἰκμαδα ἐπισπωμενος ἐργαζεται νεφελην . εἰκοτως των θεων τουτων ἐμνημονευσεν ,
, πυρων τε την γευσιν οὐ λιαν οὐδε ἀθροως σιελον ἐπισπωμενος : πνιγωδης γαρ ὁ τοιουτος . πρωτευει δ '
9999983 περιττωματος
τις ἀλλος εἰη των χυμων , δια καθαρσεως του λυπουντος περιττωματος . Εἰ δε κατα συμπαθειαν του στομαχου γινοιτο ἠ
ἐχρωντο . γινεται δε μικρον ἐν Περσαις ὀρνιθιον , ὡι περιττωματος οὐδεν ἐστιν ἀλλ ' ὁλον διαπλεων πιμελης τα ἐντος
9999983 ὑπατον
διεληλυθοτος Ἀθηνησι μεν ἠρχε Βιων , ἐν Ῥωμῃ δε την ὑπατον ἀρχην διεδεξαντο Πουπλιος Σερουιλιος Στρουκτος και Λευκιος Αἰβουτιος Ἀλβας
τον ἀριθμητικον λογον συμφωνειν . τον γαρ νεατον προς τον ὑπατον ἐκ διπλασιου λογου ἡρμοσμενον την δια πασων συμφωνιαν ἀποτελειν
9999983 λουομενος
μεν : ἠλειφομην μυροισι και βακκαρι , Ἀριστοφανης δε : λουομενος μοι μυρου και βακκαριδος . βρενθειου δε μυρου μνημονευει
ἐῃ της κεφαλης , τῳ ἀσκῳ μηκετι χρησθω , ἀλλα λουομενος πολλῳ θερμῳ πινετω τα διουρητικα και μελικρητα ὑδαρεα :
9999983 ὑπισχνουμενος
' ἐξοδῳ της ἀρχης , και δη και γυναικας παλαι ὑπισχνουμενος ἀξειν αὐτοις τας σεμνοτατας και καλλιστας των ἐν Θηβαις
Κυρῳ βουλονται : ὁ δε Κλεαρχος ἐν τοις στρατιωταις δημηγορει ὑπισχνουμενος μεν ἑψεσθαι τοις στρατιωταις πανταχοσε , ἐν δε τῳ
9999983 ὑπομενοντα
τον ἀγωνα τουτον καθιστησιν . Ἐπειδη δ ' ἑωρα με ὑπομενοντα , τιθησι την ἱκετηριαν , ὡς ἐμε μεν ἀποκτενων
συνηχησειν ἐμελλεν , ἀντιδοσιν τινα και ἀντεκτισιν παντα δια παντων ὑπομενοντα προς την του κοσμου παντος ἐκπληρωσιν : ταυτῃ και
9999983 καταγνυται
και το κυβοειδες . Περι ἀστραγαλου . ἀστραγαλος δε οὐ καταγνυται δια το περιεχεσθαι περονῃ και κυβοειδει , δια δε
αὐτη ἡ κεφαλη του βραχιονος κατα την ἐπι - φυσιν καταγνυται : τουτο δε δοκεον κακοσινωτερον εἰναι πολλῳ , πολλῳ
9999983 διακειμενος
ἠν πεφυγαδευμενος μεν ὑπο Ἀρυμβου του πατρος , ἀλλοτριως δε διακειμενος προς Κασανδρον . διο και Λυκισκος ὁ τεταγμενος ἐπι
γαρ ἐπισταμενος αἰδεισθαι προς ἑκαστην των εἰρημενων ὑπεροχων προσερχεται οὑτως διακειμενος , οὐ δια το ἡμαρτηκεναι τι , ἀλλα δια
9999983 πυθομενος
ἐνετυχεν ἀπαγομενῳ τῳ παιδι . πληγεις δ ' ἐρωτι και πυθομενος καθ ' ἡντινα προφασιν ἐρχονται , δεινον ἐποιησατο μη
Περγαμον ἀνεβη , ἱμερον ἐχων θεησασθαι . Θεησαμενος δε και πυθομενος ἐκεινων ἑκαστα , τῃ Ἀθηναιῃ τῃ Ἰλιαδι ἐθυσε βους
9999983 παρθενος
καθεστηκασιν ἐπετειοι , δρωσι δε και ἀλλο τοιονδε : ἑκαστη παρθενος πλοκαμον ἀποκειρεται οἱ προ γαμου , κειραμενη δε ἀνεθηκεν
ἐκαμε δε μηνας τρεις ἠ τεσσαρας . Ἐν Λαρισσῃ , παρθενος αἱμα ἐμεσασα οὐ πουλυ , ἐμπυος γενομενη , πυρετων
9999983 κατακειμενον
μαλιστα σφας μεσουν δειπνουντας . τον οὐν Ἀγαθωνατυγχανειν γαρ ἐσχατον κατακειμενον μονονΔευρ ' , ἐφη φαναι , Σωκρατες , παρ
πλειον ἐπαγουσαι δηλον ὡς εὐποριαν περιποιουσι . τουτο οὐν και κατακειμενον , ὁσον ἀει ἐπισυναγεται και θησαυριζεται , μη λυπειν
9999983 μισγονται
πατερα κρυψασα Θοαντα . προσσχοντες οὐν τοτε γυναικοκρατουμενῃ τῃ Λημνῳ μισγονται ταις γυναιξιν . Ὑψιπυλη δε Ἰασονι συνευναζεται , και
οὑτω λεγοι την κεφαλην του Δρακοντος πορευεσθαι ἡιχι περ ἀκραι μισγονται δυσιες τε και ἀντολαι ἠελιοιο , καθ ' ὁ
9999983 ὀμματος
ἀκτινων ὁρωμενα μετεωροτερα φαινεται . ιαʹ . Των ἀνω του ὀμματος ἐπιπεδων κειμενων τα πορρω ταπεινοτερα φανειται . ἐστω γαρ
ἐπηρεφεας φολιδεσσιν . τοιο δ ' ἑλισσομενοιο κατ ' † ὀμματος εἰσατο † κουρη , Ὑπνον ἀοσσητηρα , θεων ὑπατον
9999983 μελεται
' ὁτε δουπον ἀνθιαι εἰσαϊοντες ἀναθρωξωσι θαλασσης , ἀλλοις μεν μελεται κωπης πονος , αὐταρ ὁ γ ' ἀκρης ἐκ
σιγαν χαλεπωτατον ἀχθος , φθεγγομενος δ ' ἀδαης οἱσι παρηι μελεται , ἐχθαιρουσι δε παντες : ἀναγκαιη δ ' ἐπιμειξις
9999983 ἀρχομενον
προς δουλον και ἀνδρος προς γυναικα και ὁλως ἀρχοντος προς ἀρχομενον , οὑτω και φιλια , ἡ μεν κατ '
“ , ἡσυχασαντος ἐμου , και ἐνεδεχετο ἀπ ' ἀληθους ἀρχομενον ἐπι ψευδος ληγειν το ” ἐγω διαλεγομαι “ :
9999983 ἀρσενος
γυναικι και ἐν τῳ ἀνδρι ἐστι γονος και θηλεος και ἀρσενος τοισιν ἐμφανεσι γινομενοισι : πολλαι γαρ γυναικες ἠδη ἐθηλυτοκησαν
του κτητορος ἀδηλα ἐν γενει : και γαρ ἐπ ' ἀρσενος το ἐμος και ἐπι θηλεοςΛεληθε . γαρ ὡς μαλλον
9999983 δεξιουμενος
ὁ τ ' ἀδελφος αὐτου Ταυροσθενης , ὁ νυνι παντας δεξιουμενος και προσγελων , τους Φωκικους ξενους διαβιβασας , ἠλθον
του Βελλεροφοντου , ἐδειτο ὁπως αὐτῃ συνευνασθῃ : ὁ δε δεξιουμενος το ὁσιον ἀντελεγεν . Ἡ δε Ἀντεια δεισασα μη
9999983 περιγενηται
του βουβωνος , και κινδυνευσει ἀποθανειν , ἠν δε και περιγενηται , ἀφορος ἐσται . Ἐστι δε ᾑσι κατα το
Κιλλος και μετα θανατον τωι Πελοπι δοκει συλλαβεσθαι , ὁπως περιγενηται του Οἰνομαου περι τον δρομον . ἡ ἱστορια παρα
9999983 ποιουμενον
ἡνιοχους , ἀγαθον δε εὐθυς ἀναγκη εἰναι τον περι πολλου ποιουμενον τους ἀγαθους . Ἀλλ ' ἐπανιτεον ἐπι τον λογον
Ἀσφαλαξ ζῳον ἐστιν τυφλον , ὑποκατω της γης την οἰκησιν ποιουμενον , ἐν ᾑ και φωλευει και βαδιζει . εἰ
9999983 ληψομενον
γαρ ἠν προξενος αὐτῳ : οἱ δε και ὡς δωρα ληψομενον δια την ξυμβουλην ταυτην : οἱ δε ὑπωπτευον και
ἐνθαδε . τῃ δε τριακοστῃ προσδεχεσθε με ἡμερᾳ τας ἀποκρισεις ληψομενον . Ταυτ ' εἰπων ἀνεστη και διελυσε τον συλλογον
9999983 παροξυνομενον
ὁτι τριετη ἠν τα θυομενα : και το νεοια δε παροξυνομενον την δια της οι διφθογγου γραφην ἐφυλαξεν . Τα
ἐνθα δ ' ἐνι Σκυλλη ναιει : το μεν γαρ παροξυνομενον ἐστι , το δε προπαροξυνομενον ἐν παραθεσει του συμπλεκτικου
9999983 ἡττημενος
, εὐθεως τε ἐχωρει ἐπι Δαρειον . ὁ δε Δαρειος ἡττημενος δυσι μαχαις προς την τριτην παρεσκευαζετο συνηθροισεν τε παντα
καστορειον [ ] μικρου καταπαυσαι [ ? ] : διοπερ ἡττημενος [ ] ὁτ ' ἐξῃει ? ταὐτου : „
9999983 διαφεροντος
Σεληνην οὑτως ἰδῃ ἠτοι ἐκ του αὐτου ζῳδιου ἠ ἐκ διαφεροντος κρεισσον . ὁ δε Ἑρμης τας των ἀστερων δοσεις
θυειν τουτον τῳ θεῳ : γενομενου δε τοτε ταυρου καλλει διαφεροντος ἑτερον των ἡττονων ταυρων θυσαι : τον δε Ποσειδωνα
9999983 ἐπιλυσιν
μη γινεσθαι τουτο κατα την πεμπτην ἡμεραν , ἀναμενουμεν ἑτεραν ἐπιλυσιν . ἐπιδεοντα δε δει τον πρωτον ἐπιδεσμον τα μεν
ἐπιλυσιν . Ηὐφρανθην , φημι , κυριε , ταυτην την ἐπιλυσιν ἀκουσας . Ἀκουε νυν , φησι : την σαρκα
9999983 συρεται
του Ποντου διερχεται , οὑτινος καλλιστον ὑδωρ ἐπι την γην συρεται . Τοσουτοι μεν ἀνδρες του Ποντου περιοικοι ὑπαρχουσιν :
Ἰηπυγων τετανυσμενα μεσφ ' Ὑριοιο παραλιης , Ὑριου , τοθι συρεται Ἀδριας ἁλμη ποντον ἐς ἀγχιπορον Ἀκυληϊον ἐνθα νενασται ἀστυ
9999983 συνερχονται
ἐστι δε της Ταυρικης χερρονησου . Αἱτινες ἀκραι ἐναντιαι ἀλληλαις συνερχονται , οὐδαμως οὐσαι πλησιον ἀλληλων , ἀλλ ' ὁποσον
δυστυχουσιν . τα πλειστα συνεισιν : Περισσοτερα ὑπαρχουσιν . . συνερχονται . . . οὐκουν εἰναι φημι : 〚 Ὁ
9999983 πλεισταις
της διορθωσεως των νομων . ὁρωντα γαρ αὐτον ἐν ταις πλεισταις πολεσι δια το πληθος των ἐπιχειρουντων ἐπανορθουν τους νομους
ἁ μη βουλομεθα συμβαινειν ἡμιν , και μαλιστα συμβαινει ταις πλεισταις πολεσι . ταυτα δη δια λογου μεν νομῳ προσταττειν
9999983 ψυχεται
γαρ ἐπελθῃ τῳ σωματι ὁ ὑπνος , τοτε το αἱμα ψυχεται , φυσει γαρ πεφυκεν ὁ ὑπνος ψυχειν : ψυχθεντι
τους ἐτησιας , δι ' ὡν ἀει κατα το θερος ψυχεται το πολυ του καυματος : της δε θερμασιας ἐπιτασιν
9999983 παθοντας
τινος χειρα ἠ σκελος ἠ τινα των μικροτερων μερων , παθοντας ἠδη εἰς κινησιν και αἰσθησιν , ἐκεινα των νευρων
γραμματων του πεποιηκοτος ἡδονη . πως οὐν ἐστι τους εὐ παθοντας ἡμας ἠ προς σε μη γραφειν ἠ προς ἀλλους
9999983 καρος
κοιλιᾳ του ἐγκεφαλου μαλλον ἐχει την ἐμφραξιν : ὁ δε καρος ἐν τῃ ἐμπροσθιᾳ . Του δε ληθαργου διαφερει τῳ
γυμνασια τα προς θηρια διψων ἐπιεν ἀναισθητως . εὐθεως δε καρος ἐπεπεσεν αὐτῳ , και ἐς ὑπνον καθελκομενος ὑπο καματου
9999983 πλουτουσιν
και ὁ Βελονοπωλης ἀμφοτεροι δανεισται Ἀθηνησιν . ἀντι του εἰπειν πλουτουσιν εἰπεν οὐχι κλαυσονται ; ] 〚 ὁ Παμφιλος δε
πληθος ἀποτρεψουσι τοις τας οὐσιας ἐχουσιν ἐπιβουλευειν , τοις δε πλουτουσιν εἰς τας κοινας λειτουργιας δαπαναν φιλοτιμιαν ἐμποιησουσι . τουτο
9999983 κατακειμενος
παραγενομενος εἰς Λακεδαιμονα και κληθεις εἰς φειδιτιον , ἐπι ξυλου κατακειμενος και δειπνων , προτερον μεν ἐφη καταπεπληχθαι την των
ἐναιωρημα ἐχοντα : γευεσθαι οὐκ ἠδυνατο . ϠΕΔΚΖΘ . Ὁ κατακειμενος ἐν τῳ Δεαλκεος κηπῳ , κεφαλης βαρος , και
9999983 καλουμενοις
της γλωττης . τουτων δε των ὑμενων ἐν τοις ἀγκυλοις καλουμενοις ὡς τα πολλα μεν ὁ μεσος , ἠ βραχυτερος
, ὡσπερ ἐστιν ἀλλοις τε τεκμηρασθαι και ἐν Κατανῃ τοις καλουμενοις Εὐσεβεσιν , οἱ , ἡνικα ἐπερρει τῃ Κατανῃ πυρ
9999983 ἑσπερος
. . . δ . . ι . ο . ἑσπερος ἑσπερα α . δ . κοιτος κοιτη γ .
ὁτε δε ἡ ἑσπερα , ἀρσενικως , “ μελας ἐπι ἑσπερος ἠλθε . ” ἐσσο γινου : “ ἀλκιμος ἐσσο
9999983 οὐλομενον
το τε πολλον ἐπαλθεα νουσον ἐτευξεν . Ἠν γε μεν οὐλομενον γε ποτον κοριοιο δυσαλθες ἀφραδεως δεπαεσσιν ἀπεχθομενοισι πασηται ,
μορφην δ ' οὐκ ἀγανην παναμειδητοισι προσωποις : καρχαρον , οὐλομενον , ταναον στομα , κυανεη ῥις , ὀμμα θοον
9999983 ἐπιμονον
, τυχον δια λυπην ἐπιμονον και συνεχη και φροντιδα ὁμοιως ἐπιμονον , χρονια γινονται τα νοσηματα . ἐπι γαρ των
νοσηματα , ἠ δια τι περιστατικον , τυχον δια λυπην ἐπιμονον και συνεχη και φροντιδα ὁμοιως ἐπιμονον , χρονια γινονται
9999983 ἐπικειμενον
ἐλθων δε εἰς Θηβας ὁ Οἰδιπους ὑστερον εὑρε κακον αὐτοις ἐπικειμενον μεγα , την Σφιγγα : ἡτις αἰνιγματα ἐλεγε και
ἐλεγον . χερηϊ χειρονι και ἡττονι . χερνιβα αὐτο το ἐπικειμενον ταις χερσιν ὑδωρ . ἁπαξ δε ποτε εἰπεν ὁμοιως
9999983 τυπτονται
βασανιζειν λυγιζειν φασιν . και αἱ μαστιγες αἱς οἱ ἀθληται τυπτονται λυγοι καλουνται . το δε ἰατρικης κτλ . .
. ” εἰ θεοι , και ἀθανατοι , εἰ δε τυπτονται και τα παθη ἐστιν αὐτων μυστηρια , ἀνθρωποι .
9999983 ποιησεται
ἀληθη ἐγκαλουντα οὐ τολμᾳ τον Αἰσχριωνα παραδουναι . Ἀπολογιαν τοινυν ποιησεται ὁτι ἐν τοις γραμμασιν τοις τραπεζιτικοις ἐπι Ἀλκισθενους ἀρχοντος
ἰσον ἀπεχων της συναφης ὁποτερασουν , μεσου νυκτος την τροπην ποιησεται ἐπι του μεσημβρινου , και ἐν ᾑ ἀν ποιησηται
9999983 οὐριων
ἐν εὐχῃ των πραγματων . τοιγαρουν ἡσθην τε πλεοντος ἐξ οὐριων κἀν τῃ ταραχῃ της θαλαττης ἐδεισα και παλιν λειας
τιτθεια λαβῃ τελος , δακρυουσιν . εἰ μεν οὐν ἐξ οὐριων ἡμιν το κλεος ἐτρεχεν , οὐτ ' ἀν ἑτερον
9999983 ἐπικαλουμενον
μακραν πλανην κατεπλει ἐς τινα της Ἰταλιας αἰγιαλον , Λωρεντον ἐπικαλουμενον , ἐνθα και στρατοπεδον αὐτου δεικνυται , και την
ἀνδρειως χρη , και τον Παιωνα τε και τας Μουσας ἐπικαλουμενον τους παλαιους πολιτας ἀγαθους ὀντας ἀναφαινειν τε και ὑμνειν
9999983 ἐπιταγματος
και ἀρχικῳ περι παντα γεγενημενῳ : ὁθεν ἐκεινῳ μεν ἐξ ἐπιταγματος ὑπηκουον , οὐ παραστρατηγουντες οὐδε τας αἰτιας μανθανοντες οὐδε
ἀρχης ἐφιεμενους ἐκ βιας τυγχανειν , μηδε τους στρατευομενους ἐξ ἐπιταγματος ἀρχειν της πατριδος , ὁπλισαμενους δε ἐκ των ἐνοντων
9999983 παιδων
ἀπο γενους μοι ἠν οὐτε ἐγυμναζον αὐτον , ἀλλα των παιδων τινα των παγκρατιαστων . ὁ δε ἀνθρωπος τοιουτος ἠν
ταυτ ' ἀϊων ὁ ξεινος ἐφεισατο μειζονος οἰκου δραξασθαι , παιδων κληδονα συνθεμενος . την δ ' ὀλιγην ὡς κεινος
9999983 παροσον
Ἀξιοι τριχος : ἐπι των εὐτελων και μηδενος ἀξιων : παροσον ἡ θριξ οὐδενος ἀξια . Ἀπο βραδυσκελων ὀνων ἱππος
εὐρεα νωτα θαλασσης . Ἁφαιστοιο ἑρπετον : ὁ Τυφων , παροσον ἐξ αὐτου ἠ δι ' αὐτον οἱ του πυρος
9999983 καλουμεναι
Βριμω προσηγορευθη . . . . Βρισαι : νυμφαι οὑτω καλουμεναι , ἠ ὁτι βλισαι , και γαρ μελισσουργιαν αὑται
τοις ὁπλοις κινησεις ἐγυμναζοντο μετα ᾠδης : ὁθεν ἐκινηθησαν αἱ καλουμεναι πυῤῥιχαι και πας ὁ τοιουτος τροπος της ὀρχησεως ,
9999983 κειμεναι
Ἀνδροκλειδου . Ἐπειδη δε ὠμοσαμεν ἀλληλοις και αἱ συνθηκαι ἠσαν κειμεναι παρα τῳ Ἀνδροκλειδῃ , διειλον ἐγω δυο μεριδας ,
ἡν συνοικισαι δοκει . Ἐπειτα Σηστος και Μαδυτος , αἱ κειμεναι ἐπι του στενωπου Λεσβιων δ ' οὐσαι κτισεις .
9999983 δεοντος
μη εἰναι . Ἀλλ ' ὁρα , μη περαιτερω του δεοντος τον τοπον ἀποσεμνυνωμεν : σκεψαι γαρ και τους ἐναντιους
ἀδικει : ὁς ἐν δυοιν μεν ἐτοιν πλειω ἠδη του δεοντος δωδεκα ταλαντοις ἀνηλωσε , παρ ' ἑκαστον δε τον
9999983 ἐπισπωμενον
ἀρχεται των ἰδιων ἐργων , παρα τε του κυοφορουντος σωματος ἐπισπωμενον την ὑλην διαπλαττει το ἐμβρυον κατα τινας ἀπαραβατους ταξεις
κορυφῃ της πετρας ῥηγμα εἰναι φασι τους ὑπερπετομενους των ὀρνιθων ἐπισπωμενον , ὡς Ἀθηνησι τε ἰδειν ἐστιν ἐν προδομῳ του
9999983 ἐπευχομενος
λεγομενων ἀληθειας περι και τοις νεοις ἱλεων μετα πειθους γιγνεσθαι ἐπευχομενος . δει δε δη και ἐτι τριτους τους ὑπερ
ἀπεληγεν ἀταρτηροιο κυδοιμου Αἰακιδην Αἰαντα δαμασσεμεναι μενεαινων , και οἱ ἐπευχομενος μεγ ' ἀπειλεεν ἀφρονι θυμῳ : Αἰαν , ἐπει
9999983 καταγματος
βουλεται θεραπευσαι . τουτο δε το ἑλκος οὐχ ὑπο του καταγματος γεγονεν , ἀλλα ἠ δια χυμον δριμυν ἠ δια
ἐπειδη δε πολλακις κἀνταυθα ἡ μια γινεται θεραπεια και ἐπι καταγματος , δια τουτο κατα τι συμβεβηκος και περι καταγματων
9999983 βοηθειται
ἡ ῥιζα ὁμοιως και συνεχεσιν ἀρθρων ἐκπτωσεσι δι ' ὑγροτητα βοηθειται . κοπρῳ των νομαδων περιστερων πανυ συνεχως χρωμαι ,
και ἀπαλλαξαι της βλαβης τους ἀνδρας και τους θεους . βοηθειται γαρ και θεος ἀδικου ἀποκτεινομενου , . , .
9999983 βαλομενος
Ἀγαθοκλης ἀποβιβασας την δυναμιν προς τας καλουμενας Λατομιας και χαρακα βαλομενος ἐκ θαλαττης εἰς θαλατταν ἐνεωλκησε τας ναυς . Οὑτω
ἐδῃωσε και ἐνεπρησε παντα , ἐπειτα χαρακα προ του ἀστεος βαλομενος και κυκλῳ περιλαβων τῳ στρατῳ και μηχανας ἐπιστησας ἐπολιορκει
9999983 καθημενος
ὁ ] Σιμωνιδης ὁ Ζακυνθιος ἐν τοις θεατροις ἐπι διφρου καθημενος ἐρραψῳδει . : τῳ δε Θεοδεκτῃ παραπλησιως ἐπαιζε γριφους
αὐτῳ συνεξῃεσαν . ὁ δε θρονος ἐφ ' ᾡ ἐχρηματιζε καθημενος χρυσους ἠν , ὁν περιειστηκεσαν τεσσαρες κιονισκοι λιθοκολλητοι χρυσοι
9999983 τεμενος
ξυλιναις χελωναις τυπτομενην ἐν Ἀφροδιτης ἱερῳ . Διο και το τεμενος κληθηναι ἀνοσιας Ἀφροδιτης . Δεικνυσθαι δ ' αὐτης ταφον
μοι στομα παντ ' ἀναγησασθ ' , ὁσων Ἀργειον ἐχει τεμενος μοιραν ἐσλων : ἐστι δε και κορος ἀνθρωπων βαρυς
9999983 ἐχομενος
το προσωπον συνεσπασμενον ἠν : εὐτελης τε σφοδρα και βαρβαρικης ἐχομενος μικρολογιας , προσχηματι οἰκονομιας . εἰ δε τινα ἐπικοπτοι
ἀφοριζει δε την Βοιωτιαν . Ὁ Κορινθιος δε κολπος ἐστιν ἐχομενος ὁ τε Κεγχρεατης , οἱ τον ἰσθμον εἰς στενον
9999983 ἀρκουμενος
ὠφθαλμιασε δε ἰσχυρως : και γαρ μιᾳ εὐχῃ ὁ θεος ἀρκουμενος το ἑτερον ἠρνειτο . Ἐδοξε τις φευγων γραφην δημοσιων
τις αὑτη φλυαρια ; πως ἐτι ὀρθα δογματα ἐχω μη ἀρκουμενος τῳ εἰναι ὁς εἰμι , ἀλλ ' ἐπτοημενος ὑπερ
9999983 Ῥιον
. οἱ δ ' ἀμφι Τημενον μεθ ' ἡσυχιας το Ῥιον κατεσχον . Προκλης και Τημενος Ἡρακλειδαι Εὐρυσθειδαις κατεχουσι την
προς τῳ στοματι του πορθμου : παραπλευσας δε το τε Ῥιον το Τρωϊκον και το Ἀχιλλεως σημα κατηχθη ἐς Τενεδον
9999983 πασχοντος
* * Ἡ ὑστερικη πνιξ κεκληται μεν συνθετως ἀπο του πασχοντος τοπου και συμπτωματος ἑνος , λεγω δε του πνιγμου
μεν ἁφης οὑτως ὁ λογος εὐωδωται , ἀλλου φανεντος του πασχοντος και ἀλλου του κρινοντος : ἐπι δε γλωσσης και
9999983 συνοντας
φωρασαι τον φθορεα και διεκελευσατο τῳ μηνυτῃ , ὁποτε ἰδοι συνοντας , αὐτῳ δηλωσαι . του δε ἑτοιμως ὑπακουσαντος και
ἠθη , ὠ Σωκρατες , ἐφη , γενναιοτατους τους αὐτῃ συνοντας ἡ γεωργια ἐοικε παρεχεσθαι . Ἀλλα το μεν προοιμιον
9999983 πυθομενον
ἀποσταντες , εἰρεσθαι οἱτινες εἰεν οἱ Ἀθηναιοι , μετα δε πυθομενον αἰτησαι το τοξον , λαβοντα δε και ἐπιθεντα ὀϊστον
” ἐπανηρχετο ἐκ Λακεδαιμονος εἰς Ἀθηνας : προς οὐν τον πυθομενον , “ ποι και ποθεν ; ” , “
9999983 ζεοντος
των πληθος ἐχοντων ὠμοτερων χυμων . ὁταν δ ' ᾐ ζεοντος αἱματος πληθος ἀναπτον ὀξυτατον πυρετον , ἀθροας ἐστι κενωσεως
, την μεγιστην ἀρυταιναν ὑμων ἐκ μεσου βαψασα του λεβητος ζεοντος ὑδατος : εἰ δε μη , μηδεποθ ' ὑδωρ
9999983 ἀρτος
. ναστος εὐ πεπεμμενας : [ πλακους ἠ ] θερμος ἀρτος μετα ἐλαιου . . . ἀρτος καλως κατεσκευασμενος .
εἰς τας ῥινας : ἐτι γαρ θερμος ἠν . Κνηστος ἀρτος ποιος τις παρα Ἰωσιν , ὡς Ἀρτεμιδωρος . θρονος
9999983 δικαζονται
: περι μεν γαρ των ἀλλων των ἀδικουντων , ὁτε δικαζονται , δει παρα των κατηγορων πυθεσθαι , την δε
μονον οὐκ ἀδικουνται νυν , ἀλλα και παρα παντας ἡμιν δικαζονται τους νομους , βουλομαι και τουτον ὑμιν τον νομον
9999982 κελεται
θεηγενεων ὀχ ' ἀριστους : ἡμιν δ ' ἐν γαιῃ κελεται Χρυσορραπις ὀλβῳ ζωειν τερπομενοισιν ἀπειρητοις κακοτητος . ὁν δε
, μητηρ Τηλεμαχοιο : μεταλλησαι τι ἑ θυμος ἀμφι ποσει κελεται , και κηδεα περ πεπαθυιῃ . εἰ δε κε
9999982 παθοντος
καθαρσια το μυσος λυοντα , κἀν ἀφεις τις την του παθοντος χωραν ἑτερωσε δραμῃ , τον βοηθησοντα και παραμυθησομενον εὑρε
ἠν τουτων , οὐκ ἀν αὐ ἀλλου προσελθοντος ἠ τι παθοντος αὐτο μηδεν παθον ἀλλο ἀν ἐγενετο . ἐπει νυν
9999982 πεπερανται
παμπληθεις ἐν ἑκαστῃ . πολλαι δε αἱ ἐπιστημαι και οὐπω πεπερανται : ὁσαι γαρ ἐν τῳ λειποντι του χρονου φανησονται
, ὁπερ οὐδε αὐτος ἀν ἐθελησειεν : εἰ δε διοτι πεπερανται , δια τουτο οἱα τε και κινεισθαι , οὐ
9999982 διακειμενον
τους φυλασσοντας γεγονε περι τι φρουριον ἐγγιστα του Σαγγαριου ποταμου διακειμενον , ὁπερ Ἀτζουλα καλειται , ἀπεχον Νικαιας περι που
κατεδειξεν ἡμιν τον οἰνον , δια τουτο ποιουσιν αὐτον οὑτως διακειμενον , δηλον ὁτι και την Δημητρα θεριζουσαν ἠ ἐσθιουσαν
9999982 ἀπεχεται
ἐστι δια το κρατιστον . ἀφρονως δε ποιει και εἰ ἀπεχεται των ἀλλοτριων δικαστης ὠν και δυναμενος λαμβανειν . ἀλλ
ἀποφερομενων . Ὁ γαρ κεστρευς των ἀλλων ἰχθυων ἀλληλοφαγουντων μονος ἀπεχεται της σαρκοφαγιας : νεμεται δε την ἰλυν ταλαιπωρων ,

Back