ὀντος και συνημμενου τῳ ΗΖΘ προλεχθεντι ἐσοπτρῳ , ἡ ΛΒ ἰσημερινη ἀκτις ἀνακλασθησεται ἐπι το Α δια της ΛΑ εὐθειας
, τοιουτων ἡ μεν θερινη σκια ι , ἡ δε ἰσημερινη λθʹ ∠ , ἡ δε χειμερινη Ϙγ ιβʹ .
9999965 θερινη
ἐνταυθα , οἱων ὁ γνωμων ξ , τοιουτων ἡ μεν θερινη σκια λα γʹ ιβʹ , ἡ δε ἰσημερινη οε
ἡμερας ὑπο γην ἐνεχθησεται . Λεγω δη , ὁτι ἡ θερινη ἡμερα αὐτοις γιγνεται ἡμερων τριακοντα . Ἀπειληφθω γαρ ἑκατερα
9999962 συλλογισμου
, τον τε προσεχη των πρωτων δυο , ὁτι περι συλλογισμου , και τον ἀπωτερω των ὑστερων δυο , ὁτι
ὑποθετικοι : τα γαρ ἀμφιβαλλομενα ἐν τοις ὑποθετικοις δια κατηγορικου συλλογισμου δεικνυουσιν , ἱνα μη ἐπ ' ἀπειρον προελθωσιν δι
9999961 Πυθαγορειου
και μετροις ἀειδομενα . . . . . . Ἀρχυτα Πυθαγορειου ἐκ του Περι νομου και δικαιοσυνης . Δει δε
τᾳ ἀτιμιᾳ καλοκαγαθω . . . . . . Διωτογενεος Πυθαγορειου ἐκ του Περι ὁσιοτητος . Τως δε νομως οὐκ
9999960 ἐγραψαμεν
εἰη τον ἱερεα τυχειν . οὑτω πολλας εὐφημιας πυρος ἀγγειοις ἐγραψαμεν . ταυτα γυναικας οἰκουρειν εἰθισμενας προιεναι παρασκευαζει και τας
, ἡμεις μεν , ὠ ἀνδρες δικασται , οὐτε μαρτυριας ἐγραψαμεν περι των ὁμολογουμενων , οὐτε μαρτυρας προσεκαλεσαμεθα , ἀλλ
9999959 ἀναγεγραμμενα
τοιγαρουν ἐπι τοις ἠριοις μαρτυρια ἐστιν ἰδειν της ἀρετης αὐτων ἀναγεγραμμενα ἀληθη προς ἁπαντας τους Ἑλληνας , ἐκεινοις μεν :
και τα ἀπ ' αὐτων εὐθυγραμμα ὁμοια τε και ὁμοιως ἀναγεγραμμενα ἀναλογον ἐσται . Και αἱ λοιπαι ἀρα πλευραι .
9999959 χαλκου
ναδιον τε και σαλπιγξ , και κορνικες : ἀνευ δε χαλκου , μονοκαλαμον , δικαλαμον , πολυκαλαμον , και ῥαξ
μελι κεδρινον , ὀλιγον : τα δε ξηρα , ἀνθος χαλκου , σμυρνα , σιδιον αὐον . Ἑτερον : ἀνθος
9999959 ἐλευθεριοτητα
οὐν ὑπο ἐθους ἠ ὁπωσουν μεταβαλλοι , ἐλθοι ἀν εἰς ἐλευθεριοτητα : ἀλλ ' ὁ μεν τῳ ὀντι ἀσωτος βελτιων
του προκειμενου ἐργου , ὡς ἐρει . Ὁτε ἐλεγε την ἐλευθεριοτητα περι χρηματων μεσοτητα . ὡς γαρ ἡ ἐλευθεριοτης ἀπο
9999959 χειμερινη
, ἡ δε ἰσημερινη των αὐτων ξ , ἡ δε χειμερινη ρνε ιβʹ . ιϚʹ . ἑκκαιδεκατος ἐστιν παραλληλος ,
μερους του ἰσημερινου τεσσαρων σταδιων δε τρισμυριων και ͵γχʹ : χειμερινη ἀναπαλιν τηι θερινηι πλειον ἐχουσα το ὑπο τον ὁριζοντα
9999959 ἰσημερινα
βλεπειν ἀλληλα δια το ἐπισκοπειν το κυκλωμα της γης τα ἰσημερινα . βλεποντα δε τα ἰσον ἀπεχοντα των τροπικων και
τοις κατα κορυφην σημειοις ἐγχρονιζειν ταχειας γινομενης της περι τα ἰσημερινα τμηματα κατα πλατος παραχωρησεως , ὁθεν ἀν το θερος
9999958 δημιουργιαν
και ἡ διαπλαστικη δυναμις , εἰ μη ἐχει ὑλην εἰς δημιουργιαν μοριου ἐπιτηδειαν , οὐ δυναται τι ποιησαι . ὁταν
οὐσιωδη προς τι ὑπαρχουσι και συντελουντα εἰς την της φυσεως δημιουργιαν . ἀδυνατον δ ' ἐστιν αὐτα καθ ' αὑτα
9999958 συλλογιστικως
μεν δη ἑνα τροπον φησι , δι ' οὑ ὁρισμον συλλογιστικως μεν , οὐκ ἀποδεικτικως δε εὑρεθηναι ἐνδεχεται , και
τ ' αὐτο συναγων τῳ ἀνδρειῳ , οὐ πανυ τι συλλογιστικως : ὡς δε ἀκολουθουντος τῳ τους ἐπιστημονας και ἐμπειρους
9999958 σφετεροισι
ὁ Πριαμος οὐδε οἱ ἀλλοι προσηκοντες αὐτῳ , ὡστε τοισι σφετεροισι σωμασι και τοισι τεκνοισι και τῃ πολι κινδυνευειν [
, ἐπει δοκει πρωτα μεν ξηραινεσθαι , εἰτα ὀπτασθαι . σφετεροισι τεκεσσι , τοις ἑαυτου τεκνοις , λεγει δε τοις
9999958 θριδακος
μιγνυναι τι των ψυχοντων , ἠ της κολοκυντης ἠ της θριδακος τον χυλον και του στρυχνου και του ὀμφακος .
αἱ ῥιζαι των λαχανων και αὐτα τα λαχανα παντα πλην θριδακος και ἰντυβου . οἰνων οἱ παχεις και νεοι δυσπεπτοι
9999958 ἐνεισι
ἐς την Ἐρυθρην καλεομενην θαλασσαν , ἐν τῳ αἱ λιθοτομιαι ἐνεισι αἱ ἐς τας πυραμιδας κατατμηθεισαι τας ἐν Μεμφι :
νους ἐνουσας ἰδεας τῳ ὁ ἐστιν ζῳον , οἱαι τε ἐνεισι και ὁσαι , καθορᾳ , τοιαυτας και τοσαυτας διενοηθη
9999958 ἐκρινετο
τυραννιδος χαλεπωτερα και δεινοτερα νυν , ἠ ὁταν της τυραννιδος ἐκρινετο , ἐπι το δικαστηριον αὐτον εἰςαγγελλοντες ἐληλυθαμεν : και
ἀλλο οὐδεν ἐπεσημανθη , ἀλλ ' ἐν τῃ φωνῃ μουνῃ ἐκρινετο . Τα δε νυκταλωπικα ἱδρυετο , ὡς και τα
9999958 πτεροισι
και πολεις ἐλθειν , ἀλλα κατ ' αἰθερ ' αἰει πτεροισι φορεισθω . εἰ δε θεοις ἠν ξυνεσις και σοφια
' ἀν Ϛ λαβραζων κα περκνος ζ αἰχμητης θ χαρων πτεροισι κβ χερσον κη αἰετος η διαγραφων λ ῥαιβῳ λβ
9999958 τεταραγμενη
ἡ ᾠδη ; Πανταπασιν , ὠ Μενιππε , παγγελοιος και τεταραγμενη . Και μην , ὠ ἑταιρε , τοιουτοι παντες
πληθος συνδυο λαμβανομενα ἐν τῳ αὐτῳ λογῳ , ᾐ δε τεταραγμενη αὐτων ἡ ἀναλογια , και δι ' ἰσου ἐν
9999956 γιγνωσκομεν
μηδενος ὁλως ἀποτυγχανειν : ἀλλ ' ὡσπερ ἡμεις τα ζῳα γιγνωσκομεν ὁρωντες , ὁτι τουτο μεν ἐστι προβατον , εἰ
οὐ προσδιδασκουσιν , οὐκ ἐννοουντες ὁτι πολλοστον μερος ἐστιν ἁ γιγνωσκομεν ὡν ἀγνοουμεν : ἀλλως τε ὁτι και των ἐναντιων
9999956 κινητικην
γαρ την των ὁλων γενεσιν ἐρωτα συμπαρελαβον , τουτεστι την κινητικην και συναγωγον των ὀντων αἰτιαν , ὁ μεν Ἡσιοδος
λεγουσι της ψυχης , ἀλλ ' οἱ μεν ἐπι την κινητικην δυναμιν αὐτης ἀπενεχθεντες των λοιπων ὠλιγωρησαν , οἱ δε
9999956 μαλακωτεροι
και δια τουτο την ἰσχυν ἐξελυσαν και ταις γνωμαις ἐγενοντο μαλακωτεροι ἐπι τοσουτον , ὡστε και τον βασιλεα αὐτων μεγαλαυχειν
της ἀρετης ὀνομα πολλῳ μαλλον των ῥητορων φανουνται δειλοτεροι και μαλακωτεροι . σκοπει δη οὑτως . πρωτον μεν οὐκ ἐστιν
9999956 πεισμα
ἐξω της λιμνης προς το πελαγος . Τουτο δε το πεισμα , δι ' οὑ ὁ Τριτων εἱλκε την Ἀργω
χυσις , πολλαι δε σιδηρου αἰχμαι τριγλωχινες ἐπασσυτεραι πεφυασι : πεισμα δε μιν περιμηκες ἐϋπλοκον ἀμφιβεβηκε . δουρι δ '
9999955 δουλοσυνης
. Ἠθελες , ὠ Ζηνων , ἀνδρα τυραννον κτεινας ἐκλυσαι δουλοσυνης Ἐλεαν . ἀλλ ' ἐδαμης : δη γαρ σε
ἐπ ' ἡμεας μουνους ἐστρατηλατεε ὁ Περσης τεισασθαι της προσθε δουλοσυνης βουλομενος , χρην αὐτον παντων των ἀλλων ἀπεχομενον ἰεναι
9999955 κυαμου
τον δε ἰσχυροτερον ἐνδεχεται . Της δ ' ἀσθενειας του κυαμου κἀκεινο σημειον ἀν τις λαβοι : μονος γαρ δοκει
φυλλα , ἰσα λειωσας ἀναπλασσε και παραπλασας χυλῳ διδου καταπινειν κυαμου μεγεθος και ἐπιρροφειτω οἰνον κεκραμμενον : κινει και καταμηνια
9999955 ἀπεχωρουν
Τολμιδου του Τολμαιου στρατηγουντος . και Χαιρωνειαν ἑλοντες και ἀνδραποδισαντες ἀπεχωρουν φυλακην καταστησαντες . πορευομενοις δ ' αὐτοις ἐν Κορωνειᾳ
. αἱ μεν οὐν ἀλλαι των αἰχμαλωτιδων προς τους βαρβαρους ἀπεχωρουν , ἡ δε μητηρ του Δαρειου Σισυγγαμβρις παρακαλουσων αὐτην
9999955 ἐσπεισαντο
θουροι δε πυρωπεες , αἰολοδειροι , δορκοισιν φιλιην παρα τεμπεσιν ἐσπεισαντο , ἠθαλεοι τε πελουσι και ἀλληλοισιν ὁμαυλοι , εὐνας
, σκοροδα δε σιτουνται προθυμοτατα . οἱ τοινυν ταυτα προμαθοντες ἐσπεισαντο προς αὐτους ἑκοντες ἀθηριαν : ὁστις δε τῃ τουτων
9999955 διελεγετο
ἐν ταυτῃ τῃ νησῳ τῃ Θηρᾳ : ἐν αὐτῃ γαρ διελεγετο ἡ Μηδεια . τεκωνται : ἀντι του τεξονται .
ᾀδειν . οὑτως ὑπο του παθους ὡς προς ἐτι ζωντα διελεγετο τον υἱον : τοιουτον γαρ μαλιστα πεφυκασιν αἱ γυναικες
9999955 Ὀλυμπιας
ἐλσαις ὁλον τε στρατον : ἐν χωριῳ τινι χωριζομενῳ της Ὀλυμπιας κατα την των γεωγραφων βουλην σταδιους τρεις . ὁ
ἀγωνος του ἐν Ὀλυμπιᾳ : ὁθεν , ἠγουν ἀπο της Ὀλυμπιας , ὁ ὑμνος , οὑ πολυ κλεος , πλεκεται
9999955 ξηραντικωτερα
ἀναπλαττοντες . ἐστι δε και τα ξηρα φυλλα των χλωρων ξηραντικωτερα . ὁ δε χυλος οὐκ ἐκ των φυλλων μονον
και ξηροτριβειϲθωϲαν ἐν ἡλιῳ : και ἡ λοιπη δε διαιτα ξηραντικωτερα παραλαμβανεϲθω . ταριχουϲ οὐν ἐϲθιετωϲαν και ναπυ και ϲκορδα
9999955 Κορινθιοις
, ἠ ὁτι μουσικωτατοι ἠσαν Κορινθιοι , ἠ ὁτι ἐν Κορινθιοις καλλιστοι ποιηται ἐγενοντο , ὡν εἱς ἠν Ἐσων .
Ἀργος . Ἐν δε τουτῳ ἐδοκει πρωτον τοις βοιωταρχαις και Κορινθιοις και Μεγαρευσι και τοις ἀπο Θρᾳκης πρεσβεσιν ὀμοσαι ὁρκους
9999955 μυριαδας
ἐφηδρευε προς ἀναπληρωσιν των κενουμενων ταξεων , ὡς αὐτοβοει πολλας μυριαδας καταστορεσαι και μηδενα της ἀντιταχθεισης νεοτητος ἀπολιπεσθαι : κτεινουσι
του βασιλεως και μελλοντος ὀλιγοις στρατιωταις προς τους σατραπας διαγωνιζεσθαι μυριαδας ἑπτα στρατιωτων ἐχοντας , συμμαχησαντος αὐτῳ Χαρητος πασῃ τῃ
9999955 ἀποτελεσμα
δʹ . Σκοπος ἐστι προεπινοουμενον τελος : τελος δε το ἀποτελεσμα του σκοπου . εʹ . Ἀφορισμος ἐστι λογος συντομος
, ὁτι αἰτιον ἐστι του ἀποτελεσματος , ὁταν ἐκεινο ὡς ἀποτελεσμα καταλαμβανωμεν . ἀλλ ' οὐδε το ἀποτελεσμα του αἰτιου
9999955 Κρητικης
φοινωδεα ] φοινικουν σιδη το ἀνθος της ῥοιας Κρησιδος ] Κρητικης Κρησιδος : εἰδος ῥοιας οἰνωπης : εἰδος ῥοιας και
Κλυτιη . τον δε Πανδαρεων Μιλησιον τε ἐκ Μιλητου της Κρητικης ὀντα ἰστω τις και ἀδικηματος ἐς την κλοπην Τανταλῳ
9999955 συνελαβεν
οἱσπερ οὑς ἠγγυησαντο . Ἡ δε βουλη ἐξελθουσα ἐν ἀπορρητῳ συνελαβεν ἡμας και ἐδησεν ἐν τοις ξυλοις . Ἀνακαλεσαντες δε
οὐκ ἀργην . ὀλιγον οὐν προ του πτωματος ἡ γυνη συνελαβεν . ἀλλα δια τους κινδυνους και την ταλαιπωριαν την
9999954 Κορινθιος
ἠρτημενους , οὑτως τον Ἀντιπατρον ἐπιχλευαζων . Δειναρχος δε ὁ Κορινθιος ὁ κατηγορος ἠν . ἀλλ ' ὁ γε Δημαδης
ῥαφανον τις ἑφθην . Οἰνος ξενικος παρην : ὁ γαρ Κορινθιος βασανισμος ἐστι . Φιλοτησιαν σοι τηνδ ' ἐγω ἰδιᾳ
9999954 Βορυσθενης
πεντακοσιων σταδιων , ἱερα του Ἀχιλλεως , πελαγια . Εἰτα Βορυσθενης ποταμος πλωτος ἐφ ' ἑξακοσιους σταδιους και πλησιον ἀλλος
Ὀλβια καλουμενη , μετα ταυθ ' ὑφ ' Ἑλληνων παλιν Βορυσθενης κληθεισα : ταυτην την πολιν Μιλησιοι κτιζουσι κατα την
9999954 τετρακτυς
ἐπισυνθεσιν των πρωτων ἀποτελουμενη ἀριθμων . δευτερα δ ' ἐστι τετρακτυς ἡ των κατα πολλαπλασιασμον ἐπηυξημενων ἀπο μοναδος κατα τε
τεσσαρα δεκα γινεται . ἐστι τε οὑτος ὁ ἀριθμος πρωτη τετρακτυς , πηγη δε ἀεναου φυσεως λελεκται παροσον κατ '
9999954 ἀπολωλοτα
λαμπρος ὁρωμενος πασιν ἐστιν ἀγαθος , μαλιστα δε τοις τα ἀπολωλοτα ζητουσι και τοις ἀποδημειν βουλομενοις : παντα γαρ ἐν
ἡ Σεληνη ἐν θηλυκοις ὠσι ζῳδιοις κτηματα γυναικος εἰσι τα ἀπολωλοτα , ἐαν δε ὁ Ἀρης μαρτυρῃ τῃ Ἀφροδιτῃ ὑελινα
9999954 Σικελιαν
ταυτης δ ' ἐτι καθεστωσης ἐν πολεμῳ διεβησαν εἰς την Σικελιαν , ἀφελομενοι δε Καρχηδονιων αὐτην ἐπανηλθον ἐπι τους περι
ὑπαρχοντα σωζειν . ἐπειδη δε ἐτελευτησεν ἐκεινος , ὠνειροπολουν μεν Σικελιαν , ἐφιεντο δε Ἰταλιας , ὠρεγοντο δε Καρχηδονος και
9999953 δουλοσυνην
ἀν προκαμων ἀλλωι καματον μεταδοιης , οὐτ ' ἀν πτωχευων δουλοσυνην τελεοις : οὐδ ' , εἰ γηρας ἱκοιο ,
τουτους ηὐξησατε ῥυματα δοντες , και δια ταυτα κακην ἐσχετε δουλοσυνην . ὑμεων δ ' εἱς μεν ἑκαστος ἀλωπεκος ἰχνεσι
9999953 ἐμποιουν
τουτο την μεν γλωσσαν οἰδει , φλεγον αὐτην και παραφροσυνην ἐμποιουν ἐσθιειν αὐτην παρασκευαζει . δικην δε ἰξου την τροφην
ἐλαιου : λιπαρον γαρ ὀν και ἐν τῳ ἐξεμεισθαι ὀλισθον ἐμποιουν , οὐκ ἐᾳ καταξυεσθαι τα σωματα : λιθουμενη γαρ
9999953 ἑλκουσαν
μετα . και την μεν ἀν προσειδες εὐθηλον ποριν μυκωμενην ἑλκουσαν ἐν χεροιν διχα , ἀλλαι δε δαμαλας διεφορουν σπαραγμασιν
μεγιστος οὐ φοβειται τους ψοφους : Και νους ἐχεφρων πασαν ἑλκουσαν βιαν . Ἀκων μεν , ὡς Ζευς οἰδεν :
9999953 ἐβουληθησαν
τιμωριαν ποθεινοτεραν αὐτων λαβοντες και κινδυνων ἁμα τονδε καλλιστον νομισαντες ἐβουληθησαν τους μεν τιμωρεισθαι των δ ' ἐφιεσθαι , ἐλπιδι
τ ' ᾐ παρασκευαζεσθαι . . Ἐνδοξοι και περιβλεπτοι τινες ἐβουληθησαν γενεσθαι , την ἐξ ἀνθρωπων ἀσφαλειαν οὑτω νομιζοντες περιποιησεσθαι
9999953 Ἀπολλωνιδης
και πληθυντικως ἐπιγραφεται Τριαγμοι , καθα Δημητριος ὁ Σκηψιος και Ἀπολλωνιδης ὁ Νικαευς ἀναγραφουσιν . * * δε ἐν αὐτωι
, ὁτι ὀγδοηκοντα μονον κεραμια παρηγετο ἐν τῳ πλοιῳ . Ἀπολλωνιδης Ἁλικαρνασσευς μαρτυρει εἰδεναι δανεισαντα Ἀντιπατρον , Κιτιεα το γενος
9999953 προπολεωϲ
, εὐφορβιου ⋖ ιϚ , ὑποκιϲτιδοϲ χυλου ⋖ ιϚ , προπολεωϲ ⋖ ιϚ , ϲμυρνηϲ ⋖ ιϚ , ἑλενιου ⋖
ψυχη βοτανη . ἀντι ὀπου πευκεδανου γλυκυριζηϲ χυλοϲ . ἀντι προπολεωϲ λαδανον . ἀντι πιτυοκαμπηϲ ϲφηκεϲ εἰϲ κεδριαν . ἀντι
9999953 τετρακισχιλιοις
, διοτι του δια Βαβυλωνος ὁ δια της Θαψακου ἀρκτικωτερος τετρακισχιλιοις ὀκτακοσιοις , συμπιπτειν φησι πλειους των ὀκτακισχιλιων . πως
ἐδεχοντο τον Σκιπιωνα . ὁ δε ἐσηλθε μεν συν ἀνδρασι τετρακισχιλιοις , και φυγη ταχεια των Καρχηδονιων ἐς την Βυρσαν
9999953 προκαταρκτικα
γαστρος , ἠ δια οὐρων . ζητει δε και τα προκαταρκτικα αἰτια των αἰτιων , διαφορον ποιουντα κενωσιν . εἰ
πολλακις ἡ ἀγρυπνια και ἡ ἐκταραξις της γαστρος οὐχ ὡς προκαταρκτικα αἰτια ὑπαρχοντα νεκρωδες ποιουσι το προσωπον , ἀλλ '
9999953 φοινικας
φασκειν ἐληλυθεναι : τουτου δε ἐν τῳ κοιλοτατῳ πεφυκεναι τους φοινικας . ταυτα μεν οὐν ταχ ' ἀμφοτερως ἀν εἰη
ἰδειν δε ἐν Βαβυλωνι ὁ αὐτος λε - γει τους φοινικας αὐτορριζους ἀνατρεπομενους ὑπο των ἐλεφαντων τον αὐτον τροπον ,
9999953 κυαθου
του χυλου του ἀψινθου ξυνεχωϲ ἀπο ϲμικρου του μεγεθεοϲ ἀχρι κυαθου . κωλυμα γαρ τοδε χοληϲ γενεϲιοϲ . ἀγαθον δε
και ϲμυρνηϲ κυαμου Ἑλληνικου μεγεθοϲ ϲυν γλυκει πινομενα ἐν ἡμιϲει κυαθου μελικρατου και δικταμνου ἀφεψηματοϲ κυαθοι β και ἀμμωνιακον και
9999953 νεανισκους
ἐστι πλανωσα τον νουν και την διανοιαν , και καταγει νεανισκους εἰς ᾁδην , οὐκ ἐν καιρῳ αὐτων . Και
γυναικας : ὁταν δε τουτων ἀπολαυσωσιν , αὐθις αὐτοις εἰσαγουσιν νεανισκους ἀκμαζοντας , οἱ πλησιαζουσιν αὐτοις ἐκεινοις . ἀφροδισιαζουσιν δε
9999953 χαρακτηρας
μεταθειναι διαλεκτον , και τας προσηγοριας ἑκαστωι ταξαι και τους χαρακτηρας διατυπωσαι . κοινηι μεν οὐν τα γραμματα Φοινικηια κληθηναι
ἐτυχε συνταξαντων τας λεξεις : διο και παντοιους τε ὑπαρξαι χαρακτηρας διαλεκτων και τα πρωτα γενομενα συστηματα των ἁπαντων ἐθνων
9999953 ἀναποδιζει
την ἐναλλαγην ἐχων ἐπιτηδευσεται ψευδη και πλαστογραφιας . εἰ δε ἀναποδιζει τις αὐτων , δηλοι και κλοπας . εἰ δε
την Σεληνην , δηλοι κακιαν του ἐτους . ὁτε δε ἀναποδιζει ὁ κυριος τινος των κατα πηξιν τοπων ἠ των
9999952 εὐμενη
πολυς ὁ καρπος . Ὁταν οὐν και τα του ἀερος εὐμενη τυγχανῃ , πραϋς γαρ ἠδη και ἀχειμαντος τοις ὀψισποροις
. Πανιλαον : εὐμενες , πασιν ἱλεων , πασι τουτοις εὐμενη . ἠτορ : ψυχην : ἀπο του ἀω το
9999952 ἑλκουσι
ἠ ἡτταν ἐκ βιας ἐπιθυμιων , αἱ προσελθουσαι ἀγουσι και ἑλκουσι και οὐκετι ἐργα ἐωσιν εἰναι , ἀλλα παθηματα παρ
διογενεις δε τους θεους λεγει ὁτι ἐκ Διος το γενος ἑλκουσι : πατηρ γαρ ἀνδρων τε θεων τε ὁ Ζευς
9999952 συνεβουλευσεν
ἡ εἰρηνη ποιει . οὐ μονος δε περι της εἰρηνης συνεβουλευσεν , ἀλλα και ἀλλοι πολλοι ποιηται . οὐδεν γαρ
Πολυνεικους εἰς το Ἀργος προς τον ἐκεισε βασιλευοντα Ἀδραστον και συνεβουλευσεν αὐτῳ στρατευσαι κατα Θηβαιων . Ἐριννυος κλητηρα ] τον
9999952 πιστευουσι
και Τανταλον γεννησας , ὡς οἱ μυθοι λεγουσι και παντες πιστευουσι , το μεν ὡς οἱ μυθοι λεγουσιν ἀναφορα ,
: ἀλλ ' ἰδου γιγνωσκει , διαφοιτᾳ γαρ , και πιστευουσι μεν ἠδη μυριοι , πηδωσι δ ' ὑφ '
9999952 ἐστρατευσαντο
οἱ Τεγεαται ἐπεμψαν ἐς Δελφους , Λακεδαιμονιους ὁτε ἐπι σφας ἐστρατευσαντο αἰχμαλωτους ἑλοντες : Λακεδαιμονιων δε ἀπαντικρυ τουτων ἀναθηματα ἐστιν
τετελευτηκοτα : ἠτοι γαρ οὐδε ὁλως ἐστρατευσαντο , ἠ εἰπερ ἐστρατευσαντο , παντες ἐφυγον . Ἀντισθενης μεν οὐν και Διογενης
9999952 ὑπεμεινα
, εἰ ἐγω μεν τα ἐργα των ὑπερ ὑμων πονων ὑπεμεινα , ὑμεις δε μηδε τους λογους αὐτων ἀνεξεσθε .
γιγνωσκειν ὑμας ἡγουμαι και αὐτους παρεσκευασθαι , οἱσπερ ἐγω πιστευσας ὑπεμεινα , ὁρων ὑμας και ἐν τοις ἰδιοις και ἐν
9999952 ἀποφορα
ἐχει κυκλοτερη τα κατω . ἀποφορα και εἰσφορα διαφερει : ἀποφορα μεν γαρ ἐστιν το ὑπο των δουλων τοις δεσποταις
[ οὐ ] γινεται δε τουτο : οὐκ ἀρα ἡ ἀποφορα αἰτια ἐστι της ῥυσοτητος . * * συλλεγουσι ?
9999952 Μεσοποταμιαν
: ἐνεχθεντες δε δια Μηδιας και Παραιτακηνης ἐμβαλλουσιν εἰς την Μεσοποταμιαν , ἡν ἀπολαμβανοντες εἰς μεσον αἰτιοι κατεστησαν τῃ χωρᾳ
ἐπι το Σεμιραμιδος σημα , και ἐν δεξιᾳ ἐχων την Μεσοποταμιαν ἐξιησι δια Σελευκειας εἰς τον Περσικον κολπον . Ἡ
9999952 ποτηρια
ἐπι τεινας εὐρειης στιβαδος , παρεθηκ ' αὐτοισι θαλειαν δαιτα ποτηρια τε , στεφανους δ ' ἐπι κρασιν ἐθηκεν .
σατυρικων ζῳων , ἀληθινον ἐχοντων ἱματισμον , οἱς παρεκειτο και ποτηρια χρυσα . Κατα μεσον δε των ἀντρων νυμφαι ἐλειφθησαν
9999952 ἀφαιρουσης
δε τοις φευγουσι το την Σεληνην τοις ἀριθμοις προστιθεναι , ἀφαιρουσης δε αὐτης τοις ἀριθμοις συμφορον . ὁ Ἡλιος δε
ἐν τῳ □ ἠ διαμετρῳ ἠ συνοντος τῃ ☾ μαλιστα ἀφαιρουσης και τῳ φωτι και τοις ἀριθμοις , ἐσται ἡ
9999952 χαλεπου
δ ' ἀντελλουσα παλιν τουτοις Κυθερεια προς δυσιν ἐρχομενοιο Κρονου χαλεπου μαλ ' ἐοντος , μαχλοις πρεσβυτεραις ἠ και δουλῃσι
Ἰταλους παλιν οὐδαμου ἐλλειποντι το μη οὐχ ὁμοιῳ φαινεσθαι . χαλεπου γαρ του γνωναι ἑαυτον δοκουντος χαλεπωτερον ἐγωγε ἡγουμαι το
9999952 ἐλευθεροι
θεραποντες δ ' ὁσοι κατα το κηρυγμα προς Κινναν ἐκδραμοντες ἐλευθεροι γεγενηντο και αὐτῳ Κιννᾳ τοτε ἐστρατευοντο , ταις οἰκιαις
τους δεσμωτας ποιει , ὁμως μετα τιμης και δοξης αὐτους ἐλευθεροι . Σεληνη ἐν τοις αὐτοις οὐσα ζῳδιοις και ὑπο
9999952 δισχιλιοι
. αὐτοις : τοις Ἠλειοις . χιλιοι ἑκατερων : τουτεστι δισχιλιοι ὑπεμενον την ἑορτην : προσεδεχοντο την ἑορτην των Ὀλυμπιων
. προκριναντες : ἀντι του προκριθεντων οἱ μεν : οἱ δισχιλιοι . οἱ δε : ἠγουν οἱ Λακεδαιμονιοι . πλειστου
9999952 στυπτηριαν
, και ἐχε χρυσον καλλιστον . ΞΑΝΘΩΣΙΣ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟΥ . Λαβων στυπτηριαν ἑως στραφῃ ὡς οἰδας , και ἐπιβαλε ἀργυρῳ :
βραχεις , και ῥανθεις , μυιας ἀναιρει . ἐαν δε στυπτηριαν και ὀριγανον λειωσας χρισῃς , οὐ καθεδουνται . Εἰς
9999952 ἀπανευθεν
ἀμφι δε φορμιγγων ἰαχη πελεν ἱμεροεσσα . Ἀργειοι δ ' ἀπανευθεν ἐθαμβεον εἰσοροωντες αὐλων φορμιγγων τ ' ἰαχην αὐτων τε
μεν ἀρ πολεμοιο τεραατα παντα τετυκτο : εἰρηνης δ ' ἀπανευθεν ἐσαν περικαλλεα ἐργα . Ἀμφι δε μυρια φυλα πολυτλητων
9999952 νησιωτης
κτισαντος . ἐκαλειτο δε και Ὀφιουσα και Δρυοπις . ὁ νησιωτης Κυθνιος . και Κυθνιος τυρος και Κυδιας ὁ ζωγραφος
τον Μενελαου φησι . και δη ἁπαντα ἐσκοπιαζον ὁσα ὁ νησιωτης ἐκεινος νεανισκος . ὁρω δε οὐχ Ἑλενην , μα
9999952 παρεσχετο
μελεταν . ὁτι δ ' ἐν τοσουτῳ λογῳ οὐδαμου μαρτυρας παρεσχετο ὑμιν , ὡς ἠ διατιθεμενῳ τῳ πατρι τῳ ἐμῳ
τραπεζαν ἑνδεκα ταλαντα εἰς τας παρακαταθηκας . Ἁς μεν τοινυν παρεσχετο συνθηκας ὡς κατα ταυτας μισθωσαμενος την τραπεζαν , αὑται
9999952 βαρυτερα
ἐπι των βαρων ἐστιν ἰδειν : συνιοντα γαρ τα βαρη βαρυτερα γινεται ἠ ὁταν ᾐ διακεκριμενα . και προς τουτοις
χρωματικη μεχρι της βαρυτατης χρωματικης ἡ τε της διατονου συντονωτατης βαρυτερα πασα ἐστι διατονος μεχρι της βαρυτατης διατονου . νοητεον
9999952 Συροι
τυρβη : ὁ ταραχος . οὑτως Ἀριστοφανης ὁ γραμματικος . Συροι προς Φοινικας : ἑκατερα τα ἐθνη διαβεβληται ὡς πανουργα
πλησιον το χωριον , ἡν ποτε μεν ᾠκουν εὐγενεις ὀντες Συροι , μετα ταυτα δ ' , ὡς λεγουσιν ,
9999952 μονιμα
σημαινομενον . φαινεται δε πολλα τοιαυτ ' εἰναι των ζωων μονιμα και μονης της ἁπτικης κοινωνουντα αἰσθησεως . αὑτη γαρ
, ἀστρα ἀπλανη , στασιμα , ἀμεταθετα , ἀκινητα , μονιμα , ἑστηκοτα , βιαιοτερον γαρ το ἀφορητα : πλανωμενα
9999952 κομισθεντα
δενδρα ταυτα τα ἀγλαοκαρπα , ὁτι σοι μη ἐθελοι δευρο κομισθεντα βριθομενων των κλαδων ἐναρμοσθεντα τῃ γῃ ταὐτον ποιειν .
λαβειν . τα μεν οὐν εἰς Ἰταλιαν ὑπ ' Αἰνειου κομισθεντα ἱερα τοις εἰρημενοις ἀνδρασι πειθομενος γραφω των τε μεγαλων
9999952 αἱρετωτερα
. των δε πτηνων ἡ ὀρνις ἡ κατοικιδια μαλλον ἐστιν αἱρετωτερα και ἀπο ζεματος ἐσθιομενη και συν τοις λαχανοις ἑψομενη
ῥηθεν ὑπο τινων των παλαι σοφων , ὁτι συγγνωμη τιμωριας αἱρετωτερα : παντες γαρ ἀποδεχομεθα τους ἐπιεικως χρωμενους ταις ἐξουσιαις
9999952 τοιουτοϲ
και ϲυμπαντα ϲημεια και ϲυμπτωματα ὀλεθρια , τεθνηξεται μεν ὁ τοιουτοϲ ἀρρωϲτοϲ , ἀλλ ' εἰ μεν ὀξεωϲ κινοιτο κατα
ταπεινοϲ τιϲ ἠ ϲτενοϲ ἠ και βραχυϲ φαινομενοϲ οὐκ ὠν τοιουτοϲ , ἀλλα δια παχοϲ πιμεληϲ τινοϲ ἠ ϲαρκων ἠ
9999952 νεανισκος
, Συρακοσιοι γενος ἐσμεν . ἀλλ ' ὁ μεν ἑτερος νεανισκος πρωτος Σικελιας δοξῃ τε και πλουτῳ και εὐμορφιᾳ ποτε
γραφην του ἀγωνος ἠφανισαν . βαρεως δε ἐπι τουτοις ὁ νεανισκος ἠνεγκεν ὑβρισθαι λεγων , και ὡμολογει την ὀργην την
9999952 νεωτεροι
ὁπλιταις : ἠδη γαρ ποτε και ἐκ τοσουτου διωξαντες οἱ νεωτεροι των Λακεδαιμονιων ἑλοντες ἀπεκτειναν τινας αὐτων . καταφρονουντες δε
ὁμοιαν την λαμπηδονα ποιησαι της ἀληθους . μαλεροιο : οἱ νεωτεροι του λαμπρου , οἱ δε του μαραντικου . Ἀντιοπης
9999952 παρεκελευετο
πατριδος , ἡν ἑτερος Ἀλεξανδρος καθαιρησει . ” Ὁ αὐτος παρεκελευετο τοις ἀνθρωποις ἠ νουν ἠ βροχον . Ὁ αὐτος
κορην και ὀμνυσιν ἠ μην φυλαξειν ἀμολυντον , και θαρρειν παρεκελευετο . Και ἡ μεν παρα τῳ αἰπολῳ ἠν ἐν
9999952 χαλεπωτατων
και ἐπιστημην ἐλθειν του εἰναι τι ἀπο τοιουτου τροπου των χαλεπωτατων ἐστιν . εἰρηται γαρ και προτερον ὁτι το ἀπο
χερσι καλλιστον διδασκαλιον γινεται : περι δε των ἀφανεστατων και χαλεπωτατων νουσηματων δοξῃ μαλλον ἠ τεχνῃ κρινεται : διαφερει δε
9999952 εὐεργεσιαις
' , ὡς ἀκουω , φιλοτιμον κακον , ἀλλα μοναις εὐεργεσιαις ἡττωμενον , διαγωνιουνται τε σοι περι τησδε της χαριτος
ἐτι δε ὑψηλον και ἀνδρειον , και μαλιστα δη χαιροντα εὐεργεσιαις , ὁπερ ἐστιν ἐγγυτατω της των θεων φυσεως :
9999952 ἐλευθεριοι
ἀναγκη γινεσθαι κινουμενης πως της ψυχης , και αἱ μεν ἐλευθεριοι και καλαι ποιουσι τοιαυτας , αἱ δ ' ἐναντιαι
ὀντες βουλεσθαι δικαιοπραγειν , και ἐλευθερια πραττειν , μη ὀντες ἐλευθεριοι . ἐπειτα οὐδε τελεια ἐστιν ἡ ἀρετη ἐν μονῃ
9999952 θεραπαινιδας
. ἐκ μακρας οὐν θαλασσης ἀπολουσαι την ἀσιν : ἐχεις θεραπαινιδας . ” μολις μεν και μη βουλομενην , προηγαγε
ὡς οὐν ἡκεν οὑτος εἰς τους ἀγρους , καταλαμβανει τας θεραπαινιδας ζητουσας την Λευκιππην και πανυ τεταραγμενας : ὡς δε
9999952 ἐσωσαν
φυγοντας ἐκ της τροπης ὑποδεξαμενοι τραυματιας και ἀνοπλους ἁπαντας ὀντας ἐσωσαν , οὐκ ἀγνοουντες , ὁτι κοινον ἐπηγον ἁπασι τοις
θεοις εἰδεναι χαριν ὁτι κἀν τον ἑτερον ὑμιν των βασιλεων ἐσωσαν , παυσασθαι δε ἠδη τας ψυχας και τας γνωμας
9999952 πεντακοσιοι
Ὀυουλτουρνῳ ποταμῳ , ἐν ᾑ πολιορκουμενοι Πραινεστινων ἀνδρες τετταρακοντα και πεντακοσιοι προς ἀκμαζοντα Ἀννιβαν ἐπι τοσουτον ἀντεσχον , ὡσθ '
των Ἀθηνων του αὐτου θερους τελευτωντος χιλιοι ὁπλιται Ἀθηναιων και πεντακοσιοι και χιλιοι Ἀργειων και χιλιοι των ξυμμαχων ναυσι δυοιν
9999952 ἐγευσαντο
ἐκαθεζοντο περι την βασιλιδα και οὐτε πυρ ἀνηψαν οὐτε τροφης ἐγευσαντο : πεπεισμεναι γαρ ἠσαν ἑαλωκεναι μεν βασιλεα και ἀπολωλεναι
ὁμου προθειναι τοις θηριοις : και τους μεν αὐτικα ὡς ἐγευσαντο διεφθειρεν ὁ φλοιος , το ξυλον δε ἐκεινο ἐκειτο
9999951 φιλανθρωπιαν
φοβων , νυν δε πειθων , νυν δε ἐναγων εἰς φιλανθρωπιαν , νυν δε το δικαιον ἀπαιτων . και οὐκ
την στασιν τεκμηριον ἠν . Ἐχει σου και τριτην λεγειν φιλανθρωπιαν ὁ δημος ὁ Καισαρεων . σιτοδειας γαρ ἐναγχος ἐκεινοις
9999951 γραμματεια
ὑπερ του δεοντος ἀγωνα ἐλεγον . των δε δικαστικων ὀνοματων γραμματεια , διαμαρτυρια , διαθηκαι , ἀντιγραφα , κατασεσημασμενα ,
, ἀνδρος ἐπιφανους και πρωτου Ἐφεσιων τα πολιτικα : και γραμματεια τε εἰσεφοιτα παρα της γυναικος αὐτῳ και στεφανοι ἡμιμαραντοι
9999951 δικαστηρια
δικανικου , συμβουλευτικου , πανηγυρικου , τοποι του μεν δικανικου δικαστηρια , του δε συμβουλευτικου ἐκκλησιαι και δικαστηρια , του
ἁπαντας μεν γαρ τους ὁμιλουντας οὐ . πολλοις γαρ τα δικαστηρια μεταλλα . δει δε οὐδε ἁπαντων κατεγνωκεναι κακιαν .
9999951 βελτιονας
του σπουδαζειν ἀμελησας , οὐ γιγνωσκων ὁτι του Πλουτου παρεχω βελτιονας ἀνδρας και την γνωμην και την ἰδεαν . Παρα
οὐν φερειν πολεμον και ἀδηλα , και μεταβολας τοις δυστυχουσι βελτιονας , ταχα δε και την δικην ἑξειν τελος ἐκει
9999951 διενειμαντο
Λιπαραν , καθ ' ἡν και ἡ πολις ἠν , διενειμαντο , τας δ ' ἀλλας ἐγεωργουν κοινηι . το
δραχμην ἑκαστῳ Περικλεους εἰσηγησαμενου . ὑστερον και πολλα ἁμα χρηματα διενειμαντο ἐπι τῃ του θεωρικου προφασει , τα μεν Διοφαντου
9999951 δισυλλαβως
μετ ' ἀλλων λεξο ἑταιρων . † ) οὑτως Ἀρισταρχος δισυλλαβως το λεξο : ἀδηλον δε ποτερον κοιμω ἠ συναριθμου
και ἐμιω και ἐτι συν τῳ ς ἐμιως και ἐμως δισυλλαβως , παρα Ῥινθωνι . Ἰτεον ἐπι τας κατα το
9999951 ἀγνωμονως
: και τα ἐπιρρηματα ἀχαριστως , ἀναισθητως , ἀδικως , ἀγνωμονως , ἐπιλησμονως . το δε δικαιον εἰναι περι τους
Καλλιας εἰρηκεν ὁ κωμικος . και τα ἐπιρρηματα ἀνεπιστημονως , ἀγνωμονως , ψευδως , ἀνοητως , ἀθεατωςτο γαρ ἀθεαμονως βιαιοτερον
9999951 ποθεισα
την μεν γαρ ὀδμην προσειδεναι τουτο τῳ ὠκιμῳ δοκει , ποθεισα δε τραχυνει την γλωτταν , και ἐξελκοι σφοδρα ,
ἑτερῳ κολληθησεται πλην σου . Ἡ δε κοπρος συν οἰνῳ ποθεισα δυσπνοιαν ἰαται . τα δε ὠα αὐτης χριομενα τοις
9999950 σφαιρικην
ἐχον την καθετον ὑψηλοτατον ὀρος ἐστι προς λογον του μη σφαιρικην εἰναι την πασαν της γης και θαλαττης ἐπιφανειαν .
τῳ ἰσημερινῳ οἰκησιν ὑψηλοτατην : οὐδεν γαρ εἰναι κατα την σφαιρικην ἐπιφανειαν ὑψος δια την ὁμαλοτητα , οὐδε δη ὀρεινην
9999950 Σικελιωταις
μεν καταλυσων την Ἀγαθοκλεους , την δ ' αὐτονομιαν τοις Σικελιωταις ἀποκαταστησων , ὑπερθεμενος δε ἐπι του παροντος ταυτην την
πλησιοχωροις πασι προσενεχθεις φιλανθρωπως , μεγαλης ἐτυχεν ἀποδοχης παρα τοις Σικελιωταις . οὑτος μεν οὐν ὑπο παντων ἀγαπωμενος δια την
9999950 ἐπιπλασμα
ὠμη μαλαχη ἀρτῳ ἠ παλῃ ἀλευρων μιγνυται , και γινεται ἐπιπλασμα ταις ὀχληραις φλεγμοναις ἐπιτηδειον , και ἐνιοτε μεν εἰς
ἐν τουτῳ διαχειται φοινιξ ὁ πατητος . τουτο ὀφθαλμων ὀδυνωμενων ἐπιπλασμα ἐστιν . Ἀλλο : φοινικες ὑδατι διεθεντες ἑψωνται συν
9999950 ἀναλαβουσα
του ποδος το παθος καταμαθουσα οἰκτειρει τον νεοττον , και ἀναλαβουσα συν πολλῃ τῃ φειδοι κατειλει την πληγην , και
πραγμα πεπειραμενῳ . Οὑτω γαρ κατασκευαζεται ψυχης καθαρα διαθεσις , ἀναλαβουσα τα καλλιστα : και προς το παντων κυριωτατον νενευκυια
9999950 διοτρεφες
ξανθος Μενελαος : Ἀντιλοχ ' εἰ δ ' ἀγε δευρο διοτρεφες ὀφρα πυθηαι λυγρης ἀγγελιης , ἡ μη ὠφελλε γενεσθαι
πειθεν : ἀμειβομενος δε προσηυδα : νυν μεν δη Μενελαε διοτρεφες ἠ μαλα τεισεις γνωτον ἐμον τον ἐπεφνες , ἐπευχομενος
9999950 ποιῳ
συνδεσμους εἰδεναι καθως προειπομεν , σκο - πειν δε ἐν ποιῳ κλιματι εὑρισκεται ἀπο των κεντρων ἠτοι προς ἀνατολας ἠ
τριων δε οὐσων κινησεων φυσικων , της ἐν ποσῳ και ποιῳ και που , εἰτ ' οὐν φορας , ἀλλοιωσεως
9999950 αἰσχυνει
ἐλαυν ' ἐκεινον τον ἀκρατη ? ? [ . ἁπαντας αἰσχυνει γαρ ἡμας τους φιλους . ἠδη ' στιν οὑτος
οὐτε τους ἰσχυροτατους φοβουμενος ἐν τοις ἀφρονεστατοις τε και ἀσθενεστατοις αἰσχυνει λεγειν . ποτερον γαρ τους γναφεας αὐτων ἠ τους
9999950 βαρυτεροι
, ὁπου μηδε τοις ἐλαττοσιν , ὁτι , ἐφη , βαρυτεροι ὀντες ἀσθενεστερους τους ἀντιπαλους ἑξομεν και της τουτων χωρας
βλαπτει και βαρυνει . Οἱ δε ποταμιοι και λιμναιοι ἐτι βαρυτεροι τουτεων . Πουλυποδες δε και σηπιαι και τα τοιαυτα

Back