αὐτην ὁδον ᾑ διενοηθησαν , ἀλλα τοὐναντιον ἠ οἱ Συρακοσιοι ἐτηρουν , προς την θαλασσαν . ἠν δε ἡ ξυμπασα
περιεσῳζον , μεχρι τινες των στρατιωτων , οἱ την γεφυραν ἐτηρουν , ἰδοντες ἐπεδραμον τε και την κεφαλην ἀπετεμον .
9999970 τριπλασιονα
το ΕΟΖΠΗΡΘΣ πολυγωνον , κορυφη δε το Ν σημειον , τριπλασιονα λογον ἐχει ἠπερ ἡ ΒΔ προς την ΖΘ .
ἀρα ἡ Λ σφαιρα προς την ΑΒΓ σφαι - ραν τριπλασιονα λογον ἐχει ἠπερ ἡ ΕΖ προς την ΒΓ .
9999970 συμπληρουν
οἰκου τε και πολεως και , το μεγιστον , κοσμου συμπληρουν ὀφειλει το ἀπογινομενον τουτων ἑκαστον , ἐαν μελλῃ μητε
και διαβαλλει την πολιν ἐν οἱς λεγει : καθολου δε συμπληρουν δει το παραγραφικον , ἐπαναγοντα ἐπι την διαβολην της
9999966 ἀμφιβολοι
ἐπειτα δε ὁτι και του συμφεροντος ἑνεκεν των ἀκουοντων πολλακις ἀμφιβολοι διδονται χρησμοι την διανοιαν αὐτων γυμναζοντες : χρωνται γαρ
. οὐ πεποιθοτες τυχῃ ] οὐ θαρρουντες , ἀλλ ' ἀμφιβολοι ὀντες εἰ ἐτι σωθειημεν . ἐβουκολουμεν ] ὡσπερ ἐθεραπευομεν
9999966 κατεστρεψατο
, ἠρχε νομιμως των Αἰγυπτιων και μεγαλης ἐτυγχανεν ἀποδοχης . κατεστρεψατο δε και τας ἐν Κυπρῳ πολεις και πολλα των
των ἐθνων ἀκολουθως Κτησιᾳ τῳ Κνιδιῳ πειρασομεθα συντομως ἐπιδραμειν . κατεστρεψατο μεν γαρ της παραθαλαττιου και της συνεχους χωρας την
9999965 ἀναπλαττε
α : ἀναλαμβανε ὀπῳ τιθυμαλλου , μαλιϲτα του μυρϲινιτου και ἀναπλαττε κολλυρια φαϲηλου μεγεθοϲ και διδου γ μονα . Ἀλοηδαρια
πικρων κεκαθαρμενων , ἀψινθιου ἀνα ⋖ δ . ὑδατι ἀναλαβων ἀναπλαττε τροχισκους ἐχοντας ἀνα ⋖ α . ἀπυρετοις μετ '
9999965 καταπλασμα
οἰσθα , το καλουμενον ὑπο των ἰατρων ἀρτομελι κατασκευαζοντες εἰς καταπλασμα τοιαυτης φλεγμονης , ὑδατος ἐμιξαμεν , ἐπι δε σπληνος
σκευαζεσθω δε χωρις ὀξους . ἁρμοζοι δ ' ἀν το καταπλασμα τουτο και δοθιησι και τοις ἀλλοις φυμασι τοις σκληροις
9999965 συμπερασμα
οὐδε ἀναγκαιον συναγεται , δηλον ἐντευθεν : το γαρ ἀναγκαιον συμπερασμα ἠ ἐξ ἀναγκαιων ἀμφοτερων ἠ της ἀποφατικης ἀναγκαιας οὐσης
, τουτεστιν ὁ ἐλαττων τῳ μειζονι . και οὑτως το συμπερασμα ἀντιστρεψαντες εὑρησομεν και το Α τινι των Β ἐνδεχομενως
9999965 χαλεπωτεραν
ἐγωγε ἀθλια , ἡτις την γην ὡς ἐπιβουλον ἐφυλαττομην πολυ χαλεπωτεραν ἐχουσα την θαλασσαν , ἐφ ' ἡν κατεφυγον .
: τροπον γαρ τινα και ὁ μετανοων σῳζεται , την χαλεπωτεραν των ἐν τῳ σωματι παθων νοσον ψυχης ἐκτρεπομενος .
9999965 κατηγορησε
και ἐνιοτε οἱς αὐτος τις ἐνοχος ἐστι , ταυτι φθασας κατηγορησε του πλησιον ἐκφυγειν οὑτω πειρωμενος την διαβολην . και
, μαθητου την φωνην αὐτωι χρησαντος Ἀρχαγορου του Θεοδοτου . κατηγορησε δ ' αὐτου Πυθοδωρος Πολυζηλου , εἱς των τετρακοσιων
9999964 νοτιωτερα
ἐξ ἀρχης , ὁτι οὐ μεταθετεον την Ἰνδικην ἐπι τα νοτιωτερα , ὡσπερ Ἐρατοσθενης ἀξιοι , σαφες ἀν γενεσθαι τουτο
τον ἡλιον κινουμενη παραλλαττει τῳ πλατει , ἠ βορειοτερα ἠ νοτιωτερα γινομενη . ὁταν μεντοι το πλατος αὐτης κατα τον
9999964 φυλακης
τον βασιλεα και την μητερα την Ῥωξανην προαγαγων ἐκ της φυλακης ἀποδῳ τοις Μακεδοσι και το συνολον ἐαν μη πειθαρχῃ
τα ἰδια , ἀλλ ' ὡς τα ἰδια ἑξοντων δια φυλακης . ἀντιπροκαλουμεθα τε ὑμας , εἰ βουλεσθε τα δικαια
9999963 μονογενες
. ἐκ παραγωγης . Παν εἰς ΟΝ ὑπερ τρεις συλλαβας μονογενες κυριον ἠ προσηγορικον ἠ ὑποκοριστικον προπαροξυνεται : Περγαντιον Αἰαντιον
πρεσγυς πρεσγυος . Ἰστεον δε ὁτι το πρεσβυς οἱ τεχνικοι μονογενες λεγουσιν εἰναι , και ὁτι ἐπειδη μονογενες ἐστιν ὠφειλε
9999963 ἐλευθερουν
ἁλωσις ὑπο Συρακοσιων . θʹ . Ὡς Ἀκραγαντινοι τους Σικελιωτας ἐλευθερουν ἐπεχειρησαν . ιʹ . Ὡς των Συρακοσιων εἰκοσι ναυς
Λεωτυχιδην συνεδρευσαντες μετα των ἡγεμονων και διακουσαντες των Σαμιων ἐκριναν ἐλευθερουν τας πολεις , και κατα ταχος ἐξεπλευσαν ἐκ Δηλου
9999962 βραχυτερα
τροπων του ἡλιου πορευομενου ἡμερα ἡ προτερον της ὑστερον ἐστι βραχυτερα , ἐλασσων ἀρα ἡ ἡμερα , ἐν ᾑ ὁ
και δυνασταις , και Παρθυαιοις καιπερ οὐσιν ἐχθροις ἐς τα βραχυτερα : ἐπι δε το μειζον ἐργον οὐκ ἀνεμειναν ἐρχομενους
9999962 ἑτεροτητι
ἀνθρωπικας ποιουσα , ἡτις εἰς ταὐτον τῃ κατ ' οὐσιαν ἑτεροτητι των ψυχων συντρεχει . Δευτερα δ ' ἐστι κρισις
ἀλληλων . ὁλως δε τας μεν ἀρχας ἁμα οὐσας εὐλογον ἑτεροτητι διαφερειν , ὡσπερ και τους της φυσεως λογους ἁμα
9999962 θαυμασμου
” , “ Ποσειδον ” και “ Ἀπολλον ” ἐπι θαυμασμου , ἐπιρρηματικως , ἐκπληκτικον , ἐπι θαυμασμου τουτο .
τα ὑπ ' αὐτων κελευομενα παντας βιουν , σπουδαζοντες μειζονος θαυμασμου και σεμνοτητος τυχειν , ἀνεπλασαν περι αὑτους ὑπερβαλλουσαν τινα
9999962 κατεσκευασεν
της πραγματειας περι παντων τουτων ἀναδιδασκει και ἐν τουτοις λεληθοτως κατεσκευασεν , ὁτι του σοφου περι τουτων ἐπιστασθαι : εἰ
' Ἡρακλης ἐκ του Φλεγραιου πεδιου κατελθων ἐπι την θαλατταν κατεσκευασεν ἐργα περι την Ἀορνον ὀνομαζομενην λιμνην , ἱεραν δε
9999962 ἐκινησεν
Ἰλιου , εἰ μη ὁτε πυρι κατεφλεχθη ὁ νεως , ἐκινησεν οὑτος , και προς γαμον δη ἐς την βασιλειον
ἀκινητον ὠθισθη τον τοιχον . ὁ μεν οὐν ἀνθρωπος μονως ἐκινησεν , ἡ δε θυρα μονως ἐκινηθη , τα δε
9999962 διεχρησατο
Κρονου . Κρονος δε υἱον ἐχων Σαδιδον ἰδιῳ αὐτον σιδηρῳ διεχρησατο , δι ' ὑπονοιας αὐτον ἐσχηκως , και της
πολεμιοις ἐγενοντο . Τοτε τοινυν ποικιλως αὐτους προτερον αἰκισαμενος ἁπαντας διεχρησατο , τρεις τε μεδιμνους δακτυλιδιων εἰς ἀποδειξιν των ἀνῃρημενων
9999962 θριδακιναι
μεθ ' ὑδατοϲ και τα ῥοφητα ὠα ἀνευ γαρου και θριδακιναι ἀπεζεϲμεναι . ποτῳ δε ὑδατι παντωϲ χρηϲτεον . διδοναι
ἐδεσματων . μαλιστα δε αὐτων ἁρμοζουσιν αἱ ὑγραι και γλυκειαι θριδακιναι . πεπλυσθωσαν δε ἀκραφνει ψυχρῳ ὑδατι , καλλιστα μεν
9999962 Στρατοκλης
σε φασιν , Ἀπολλωνιε , τουτι γαρ ἀπηγγειλεν ἐνταυθα και Στρατοκλης ὁ Φαριος ἐντετυχηκεναι σοι φασκων ἐκει , και την
γαρ και Ἁγνιας , ὠ ἀνδρες , και Εὐβουλιδης και Στρατοκλης και Στρατιος ὁ της Ἁγνιου μητρος ἀδελφος ἐξ ἀνεψιων
9999962 ἀριστερῳ
κορυδαλου ἐξαιρουντες την καρδιαν περιαπτον ποιουσιν ἐν τῳ μηρῳ τῳ ἀριστερῳ περιθεντες αὐτο . Χοιρου λαβων ἐκ του τυφλου ἐντερου
δεξιῳ τριγωνῳ τῳ δια του θʹ , ἐν δε τῳ ἀριστερῳ τριγωνῳ τῳ δια εʹ , ἐν δε τῳ δεξιῳ
9999962 πτερωτα
τα κνεφαλα ἀνεπληρουν , Εὐβουλος ἐν Ἀγχισῃ διδασκει : και πτερωτα και πτιλωτα προσκεφαλαια ὀνομαζουσιν . καυνακας δε τινας πορφυρους
ἁμα γαρ τῳ πλησιαζειν το γηρας ἐγγινεται τοις σωμασιν αὐτων πτερωτα γενη φθειρων , ὁμοια μεν τῳ τυπῳ τοις κροτωσι
9999961 χαλεπας
ἐπεφνεν ἐπι ῥηνεσσιν ἑοισιν . οὐδ ' ὁγ ' ἀριστηων χαλεπας ἠλευατο χειρας , ὡς μαθον οἱον ἐρεξε . νεκυν
ἐαν στιξωμεν εἰς το τουδε , νοητεον οὑτως : ἀρα χαλεπας και ἐχθρας λογιζομαι τας τουτου φρενας , του Ἀγαμεμνονος
9999961 θαυμαστα
τον τοπον ἀθεωρητον . προ δε της εἰσοδου πεφυκεναι δενδρα θαυμαστα , τα μεν καρπιμα , τα δε ἀειθαλη ,
ἐκχαυνουν τον πολυν λαον . ἐν τοισι γαρ τουτοισι ταυτα θαυμαστα ἐστιν , ἠν ἠ κρεμαμενον ἰδωσιν ἠ ῥιπτομενον .
9999961 τετρασυλλαβως
λεγε προγραμμα . Ὑπαιθρον μη λεγε , ἀλλ ' ὑπαιθριον τετρασυλλαβως . Κοιτων και προκοιτων ἀδοκιμα : χρη οὐν προδωματιον
Τρυφων δ ' ἐν παρωνυμοις „ Ἁλαιος τρισυλλαβως και Ἁλαιαιος τετρασυλλαβως . . . ὡς Ληναιος Ληναιευς , Κρηταιος Κρηταιευς
9999961 τρισμυριοι
δε πασα δυναμις ἠν των περι τον Εὐμενη πεζοι μεν τρισμυριοι πεντακισχιλιοι , ἱππεις δε ἑξακισχιλιοι ἑκατον , ἐλεφαντες δε
πληθος ἠν τοδε : της μεν Σπαρτιητικης ταξιος πεντακισχιλιοι και τρισμυριοι ἀνδρες ὡς ἐοντων ἑπτα περι ἑκαστον ἀνδρα , και
9999961 κυριευσας
σιτον οὐκ εἰχον , συκα ἐλαβε . διο και Μυουντος κυριευσας , τοις Μαγνησιν ἐχαρισατο το χωριον ἀντι των συκων
συνεφυγον εἰς την ἀκροπολιν , ὁ δε Δημητριος της πολεως κυριευσας τον μεταξυ τοπον των οἰκιων και της ἀκρας κατειχε
9999961 μετεπεμψαντο
Σταγειριτην και ἑορτην ἠγον Ἀριστοτελεια : και ἐν Χαλκιδι τελευτησαντος μετεπεμψαντο το σωμα και βωμον ἐπεστησαν τῳ ταφῳ και Ἀριστοτελειον
αὐτῳ μεγα οἱ Ἀθηναιοι προτερον πολεμιον νομιζοντες προξενον ἐποιησαντο και μετεπεμψαντο , βουλομενοι Σιταλκην σφισι τον Τηρεω , Θρᾳκων βασιλεα
9999961 κατελιπεν
πολλοι φρονιμοι γεγονασι : ταυτην γαρ μιαν ὁ νους ἑαυτῳ κατελιπεν διδασκαλον , ὡσπερ δικαστην ἠ κριτην ἠ κυριον .
τουτων μαρτυρουντων , ἐγω δε ἀπεστερηθην ὡν ὁ πατηρ μοι κατελιπεν χρηματων και του δικην λαβειν περι ὡν ἀδικουμαι .
9999961 Ἀμφιπολις
τῃ πολει : τῃ οἰκειᾳ . το πολισμα : ἡ Ἀμφιπολις . της διαβασεως : της γεφυρας . προσπεσων :
οἰκιουντες : ἰδιοποιουντες ʃ οἰκειουμενοι . Ἀμφιπολιν : σημειωσαι : Ἀμφιπολις εἰρηται δια το περιρρεεσθαι αὐτην ὑπο του ποταμου Θασιοι
9999961 κινδυνευσει
σφι πασαν την ἀληθειην των ἀγωνων εἰπειν , αὐτος τε κινδυνευσει ἀπολεσθαι και ὁ μετ ' αὐτου στρατος , ταυτα
και ἀπο τουτεων ἑλκεα ἐγγινεται ἐν τῃσι μητρῃσι , και κινδυνευσει , και χρη , ὁκως μη τα ἑλκεα παλαια
9999961 κολλαν
ἀσφαλτος . και τοις μεν χυτοις χρη τα οἰκοδομηματα συνδειν κολλαν , συναπτειν , συναρμοττειν συμπηγνυναι , συμβαλλειν , τιτανῳ
προϲτιθεμενην . Ναρκιϲϲου ἡ ῥιζα ξηραντικηϲ ἐϲτι δυναμεωϲ , ὡϲ κολλαν τραυματα μεγιϲτα μεχρι και των κατα τουϲ τενονταϲ διακοπων
9999961 μεμαρτυρηκεν
ἀποφευγειν αὐτῳ προσηκει , ἀλλ ' ἀν αὐτος ὡς ἀληθη μεμαρτυρηκεν ἀποφηνῃ . Ἐφ ' ᾡ τοινυν , ὠ ἀνδρες
προσαποτισαι χρηματα . Διος μεν οὑτω περι των προειρημενων ἡμιν μεμαρτυρηκεν . . . οἱ μεν μεθεξιν λεγουσι και αἰτιον
9999961 Αἰσχυλος
ἐπι πλου τιθεασιν , πλην και ἐπι ὁδοιποριας , ὡς Αἰσχυλος και Ἀριστοφανης . . , : ἀκταινωσαι . .
: . . . φοιταις ἐπι δειπνον ἀνηστις , και Αἰσχυλος ἐν Φινει : × – ἀνηστις δ ' οὐκ
9999960 κινδυνευουσαν
την μητερα , την τρεφουσαν , την δι ' ἐμε κινδυνευουσαν , ἐπι το ξιφος ἑωρων . περας δ '
ἀτοπον , ὡστε την δυναμιν ἀνακαλεσασθαι ἀπο της ἀγαν ἀγρυπνιας κινδυνευουσαν . εἰ δε ἀσθενεια δυναμεως εἰη , φευγε παντελως
9999960 κατεφρονησε
ἰσχυον . ὁ δε γε παις ὁ ἐμος και τειχων κατεφρονησε , και την πολιν ἐχειν εἰς τροπαιον . ἀνῃρεθην
ἀλλως παρα Ῥωμαιοις . και δια τουτο των μεν ὀνοματων κατεφρονησε , των δε πραγματων και αὐτων των σημειων φροντιδα
9999960 νοτιωτεροι
γνωριζομενων : ἠδη δε τἀπεκεινα δια ψυχος ἀοικητα ἐστι : νοτιωτεροι δε τουτων και οἱ ὑπερ της Μαιωτιδος Σαυρομαται και
αὐτου παραλληλου κεινται , ἀλλα πολλῳ εἰσιν ἀλληλων οἱ μεν νοτιωτεροι , οἱ δε βορειοτεροι : ἐπειτα ἐαν τουτο παραπεμψαντες
9999960 λιμνης
ἐπι τερσαινονται , εὐτ ' ἀν δε κλυζῃσι κελαινης ὑδατα λιμνης ἠιονας πνοιῃ πολυηχεος ἐξ ἀνεμοιο , δη τοτ '
ἐπι της ἑτερας πλευρας ταδε : προς βορεην Μαιωτιδος ὑδατα λιμνης , ὡς εἰ ἐλεγεν : οὐ μονον το Κριου
9999960 ἐνοησεν
τε δυ ' ἐρχομενω , και τε προ ὁ του ἐνοησεν ὁππως κερδος ἐῃ : μουνος δ ' εἰ περ
τις ἀνδρων οὐκετ ' ἐοντων ἐφρασατ ' : οὐδ ' ἐνοησεν ἁπαντ ' ὀνομαστι καλεσσαι μορφωσας : οὐ γαρ κ
9999960 κεκοινωνηκεν
ἑκαστα , ἁ το περιεχον εἰδος και αὐτο του αὐτου κεκοινωνηκεν ὀνοματος , οὑ δη και το περιεχον εἰδος τα
και χυμῳ το ὁρατον και ἀκουστον και γευστον ἀφοριζεται , κεκοινωνηκεν . ἡνωται γαρ γευσις ἁφῃ μεν τῳ ἀμεσως ποιεισθαι
9999960 πιπτουσης
ἀλλ ' ἐξαιρεται ὑψου ἀει προς τον οὐρανον , χαμαι πιπτουσης της ἐπι τον ζοφον ἀγουσης . ἀλλ ' οὐδε
, ἁτε της ὀψεως ἐν τῳ δι ' αὐτων ἐπιπεδῳ πιπτουσης και ἐτι ὁ δια Συηνης παραλληλος ὀρθος προς ἐκεινην
9999960 ἀχρουν
ἀλλα μην ἐπι των λυπουμενων ἐστιν εὑρειν ὠχροτερον και ἁπλως ἀχρουν το σωμα . τῳ γαρ την ἐμφυτον θερμασιαν εἰς
δυϲκινητον τε και δυϲπνουν γιγνεται το βρεφοϲ και ἀνορεκτον και ἀχρουν και λημαϲ ἐχει παχειαϲ και μυξαϲ ὁμοιαϲ φυϲαι τε
9999960 φαλαγγιου
την των ὀδοντων ἀντιτυπιαν ἐγχριμψαντος δε , ὁ ἐστι του φαλαγγιου πληξαντος , ἀνουτητον και ἀτρωτον το σωμα μενει του
ἀρχομενου του ἐαρος ἐν τοις ὁδοις , και αὐτου του φαλαγγιου τα ὠα , ἐαν λαβῃς εἰς ὀνομα του πασχοντος
9999960 Καλλικρατιδας
ἀλλα ἀπεθνησκεν ὑπερ της Σπαρτης : μερος ὁ Ὀθρυαδας , Καλλικρατιδας μερος : τοιγαρουν ἀφαιρουμενων σμικρων μερων , ἐσωζοντο αἱ
ὡρμισατο εἰς τον εὐριπον τον των Μυτιληναιων . ὁ δε Καλλικρατιδας ἐπιπλευσας αὐτῳ ἐξαιφνης δεκα μεν των νεων ἐλαβε ,
9999960 ἀποστροφη
ἐργου : φησι γαρ αὐτῳ ὁτι τουτου του ἀσεβηματος ἡ ἀποστροφη και ἡ ἀναφορα προς σε ἐστιν ‖ ἱνα ‖
ἀληθες . Ἰδωσι : ἰδωνται . Πομπιλε : γλυκυτης , ἀποστροφη και ἀναφωνησις του ποιητου προς τον ἰχθυν . Τρεις
9999960 δημιουργου
ὀντα εἰπε νοητα εἰτε και αἰσθητα κατα ἀριθμον ὑπο του δημιουργου νου και της ἀρρητου τουτου σοφιας και του παναγιου
γοναι της θεου , κεφαλαιον μεν εἰπειν ὁτι του παντων δημιουργου και βασιλεως παις ἐστι μονη δη μονου . οὐ
9999960 ἐπαινεσομεθα
τα των Λακεδαιμονιων ἁρμοττει γενεσθαι : οὐτε γαρ ἐν Ἀθηναις ἐπαινεσομεθα την ξενηλασιαν , οὐτε ἐν Λακεδαιμονι το τοις ξενοις
των τους τριβωνας ἠμφιεσμενων τουτου κατηκοον ἰσμεν , και τουτον ἐπαινεσομεθα και ζηλωσομεν , ὡς αὐτῳ γε οὐκ ἐξεγενετο Σωκρατει
9999960 Συρακοσιος
θεαματων καλων , και ὀνειρων ἀληθινων . Ἠλθεν εἰς Σπαρτην Συρακοσιος σοφιστης , οὐ κατα την Προδικου καλλιλογιαν , οὐδε
ταττειν συν αὐτοις και ἐκεινο γε δηπου . Γελων ὁ Συρακοσιος καθευδων βαθυτατα ἐδοκει διοβλητος γεγονεναι . και το μεν
9999960 Ἀμφιτρυων
ἐκφευγοι νοσον , ἠ δεσμον τινα , οὑτως και ὁ Ἀμφιτρυων ἐκπληρωσας το μεγα του πολεμου ἐργον μετα χαρας ἠλθεν
Τα δε συστελλοντα το διχρονον ταδε : Ἠετιων Ἠετιωνος , Ἀμφιτρυων Ἀμφιτρυωνος , Ἐρευθαλιων Ἐρευθαλιωνος , Μοσχιων Μοσχιωνος , Ἐνδυμιων
9999960 Ὀλυμπιου
κιθαρας μεσον Ἀσκληπιου και της Ὑγιειας δεικνυσινἀναθημα τουτ ' ἠν Ὀλυμπιου του πατρος . Ὀλυμπιου δια χρονου παλιν οἰκαδε εἰσελθον
πολιν εἰς το λοιπον . ἑτερωθι δε ἐτι λαμπροτερον Προς Ὀλυμπιου Διος σε χρυσεα κλυτομαντι Πυθοι λισσομαι Χαριτεσσι τε και
9999960 κινδυνευσας
ἐσται δε θεοσεβης , εὐχρηματιστος , και περι τον τραχηλον κινδυνευσας θανατον ὑποστηναι ἐκφευξεται , τινες δε των τοιουτων και
πολεμιων μεν ἐλαττους ἀνελων , τῳ δ ' ἰδιῳ σωματι κινδυνευσας ἡττον , προκριθησεται του πρωτευοντος ἐν ἀμφοτεροις . ἀλλα
9999960 Συρακοσιους
, ὡσπερ ἀδειαν οὐσαν . ἐγω δ ' ἡγουμαι μεν Συρακοσιους οὐχ οὑτω παραφρονειν ὡστ ' ἀγαπητως και παρα δοξαν
μεν γαρ δια τον ἀπο των πολεμιων φοβον νομιζει τους Συρακοσιους μηθεν ἐπιχειρησειν κατ ' αὐτου πραξαι , καταπονηθεντων δε
9999960 συγγνωμης
και δια παντος ἠγωνισατο : και το μεν ἀπρεπες της συγγνωμης ἐξεφυγε : την δε ἀπο του κεφαλαιου ὠφελειαν τῳ
της πολεως και δημοσιας ἑνεκα χρειας ἀπιων : και ἐπι συγγνωμης , ὁτι ἐχρην σε οὐκ αὐτα εἰπειν τα ἀποῤῥητα
9999960 Πελοπιδων
δομος ἀσυστατοισι δεσποτων κεχρημενος τυχαις , ἀλαστωρ τ ' εἰσπεπαικε Πελοπιδων . ἀστυτος οἰκος , κοὐτε βυσαυχην θεας Δηους συνοικος
την Τροιαν ἀφικομενης . πρωτον μεν γαρ τους Ἡρακλειδας των Πελοπιδων ἀμεινους ἡγουντο ἀρχοντων ἀρχοντας ἐχειν , ἐπειτ ' αὐ
9999960 ὀκτακισχιλιων
τοις Ῥωμαιων διελελυμαστο σωμασι , διαφθαρεντων ἐν μεν τῃ ναυμαχιᾳ ὀκτακισχιλιων , τετρακισχιλιων δε και πεντακοσιων ἑαλωκοτων : του δε
χρονων ἐσχε κωμας ἀξιολογους και πολεις πλειους των μυριων και ὀκτακισχιλιων , ὡς ἐν ταις ἱεραις ἀναγραφαις ὁραν ἐστι κατακεχωρισμενον
9999960 τριακοσιοι
Καναι μαλιστα ἀντικεινται τῃ νησῳ και συναπαρτιζουσι , σταδιοι εἰσι τριακοσιοι τετταρακοντα : ἐντευθεν δ ' ἐπι Σιγριον , ὁπερ
ἐξ Ἐφεσου μεχρι Σμυρνης ὁδος μεν ἐστιν ἐπ ' εὐθειας τριακοσιοι εἰκοσι σταδιοι : εἰς γαρ Μητροπολιν ἑκατον και εἰκοσι
9999959 χαλαν
ποιειϲθαι , καταιονουντα τε και καταπλαττοντα τοιϲ μαλαττειν τε και χαλαν δυναμενοιϲ και τα πνευματα διαλυειν , οἱον κριθινου ἀλευρου
μειζονος δε μετα ξηρασιας μεν και φλεγμονης καταπλασσειν τοις | χαλαν δυναμενοις , μετα καθυγρασμου δε τοις στυφειν ὑπισχνουμενοις ,
9999959 ἀπελαυσαν
. κευθμωνα : το βαθος . ἠντησαν : ἐτυχον , ἀπελαυσαν . ἐρωτος : ἐπιθυμιας . Ἐνθ ' : τοτε
Ἀμαζονας πολεμου δεξαμενη , και ὑστερον δη τους ὑστερους . ἀπελαυσαν δε της μητροπολεως ἀμφοτερα , ἁβροτητας μεν εἰς το
9999959 ἐξηλλαγμενα
δ ' ἐν ταυταις ταις χωραις ζῳα γενναται ταις ἰδεαις ἐξηλλαγμενα δια την ἀφ ' ἡλιου συνεργιαν και δυναμιν ,
των Ἰσαιου και κατα την συνθεσιν και κατα τους σχηματισμους ἐξηλλαγμενα μεν της Λυσιου λεξεως , ἐοικοτα δε τῃ Δημοσθενους
9999959 κατεσκευαστο
τας πανταχοθεν δυναμεις και παντα τα προς την παραταξιν χρησιμα κατεσκευαστο . τα μεν γαρ ξιφη και τα ξυστα πολυ
αἱ σκηναι συνεσκιαζον τους περιπατους . ἑξης δε τουτων Ἀφροδισιον κατεσκευαστο τρικλινον , δαπεδον ἐχον ἐκ λιθων ἀχατων τε και
9999959 ἐχρησατο
, παρα το στομα και τον ὀμφακα . συνθετῳ λεξει ἐχρησατο ἀπο του στοματος και του ὀμφακος , ἱν '
ἰασιν . Και ὁ Πλατων ἐν τῳ Συμποσιῳ οὑτως αὐτῃ ἐχρησατο . Ἁλων δε φορτος ἐνθεν ἠλθεν ἐνθ ' ἐβη
9999959 ἐδωδης
γεμουσας πολλων και καλων ἑστιασιν τε αὐτοις παραθειναι κατακλιθεισιν ἁπασης ἐδωδης , ἡν οὐδ ' ἀν ἐκ πολλου πανυ χρονου
ὑπτιος , ἠε τις ἀλλος πεφνῃ μιν νεποδων πυματης ἐμφορτον ἐδωδης . σημα δε τοι τοδε γαστρος ἀειμαργοιο πιφαυσκω :
9999959 κτητικης
καθως φησι Τρυφων , την αὐτην ἐχει ἀκολουθιαν , ἐκ κτητικης συντεθεισα και πρωτοτυπου . την γαρ ἀπαραδεκτον του ἀρθρου
τῃ ἁμος . τῃ μεντοι διαιρεσει ἡ πρωτοτυπος διαλλασσει της κτητικης , οὐκετι το αὐτο ἀναδεχομενης . Ἀλκμαν : ὁσαι
9999959 προσεταξε
ἡ ὀρεξις και ἡττατο της φυσεως , τηνικαυτα οὐκ ἐνεγκων προσεταξε τον παιδα πριασθαι την λοπαδα . ἐπει δε ἐφατο
ἐπενοησε τι τοιουτο . την μεν ἀλλην δυναμιν παραδους Πιθωνι προσεταξε κατα σχολην ἀκολουθειν , αὐτος δε τους ἱππεις ἀναλαβων
9999959 κρυσταλλου
κωλυοντων το διψος και ἰσχοντων , τουτο δε ὁταν τις κρυσταλλου πεπηγοτος την χειρα προτεινας ἀπονιψαμενος θερμοτερος αὐτος αὑτου και
ἠδη προηκων , οὐκ ἀν αὐτον θεασαιτο τις ὑπεκδυομενον του κρυσταλλου και ἐμπιπτοντα ἐς τον βοθρον , ἀλλ ' ἠ
9999959 φανερωτερα
τι τῳ Φιλοκρατει θεασασθε : παρ ' ἀλληλα γαρ ἐσται φανερωτερα . πρωτον μεν τοινυν Φωκεας ἐκσπονδους και Ἁλεας ἀπεφηναν
: ἐν γαρ τῃ μεταληψει των ὀνοματων εἰς τους λογους φανερωτερα γινεται τα λεγομενα . ἐπι γουν του προκειμενου το
9999959 ἐστρατευσεν
Πανηγυρικῳ . Κυρειον στρατευμα το μετα Κυρου συναναβεβηκος , ὁτε ἐστρατευσεν ἐπι τον ἀδελφον Ἀρταξερξην : οὑ μετειχε και Ξενοφων
, ἀλλα και ἐκ των πλησιον πολεων , ἀξιολογῳ δυναμει ἐστρατευσεν ἐπι τας Θηβας . ἀντιταχθεντων δε των Θηβαιων ἐγενετο
9999959 ἐχωρισεν
αἱ των ἀθλητων τε και στρατιωτων , προσθεις το λογικη ἐχωρισεν αὐτην των πρακτικων . παλιν ἐπειδη των λογικων ἀμφισβητησεων
ὀλου , αἱ δε μερικαι , προσθεις το ἐπι μερους ἐχωρισεν αὐτας των καθολου ἠτοι των φιλοσοφων : δια δε
9999959 πολυειδες
και ἐφ ' ὁσον το τε των ἐνεργειων και δυναμεων πολυειδες και διαφορον , και περι τουτων ἐντελως τι παρηκαν
και ἐστι το μετεχομενον μονοειδες μεν κατα την ὑπαρξιν , πολυειδες δε κατα μεθεξιν , ἀλλοτε ἀλλοιον δια την αὐτων
9999959 φιλοφροσυνης
, ἀφ ' ὡν ἐχει τις , ἀμειβεσθαι τους της φιλοφροσυνης ὑπαρξαντας . ὁ γηπονος τιμᾳ τοις δραγμασιν , ὁ
ἐγιγνοντο , οὐ γαρ πινειν πολυν οἰνον Ἀλεξανδρον , ἀλλα φιλοφροσυνης της ἐς τους ἑταιρους . Ὁστις δε κακιζει Ἀλεξανδρον
9999959 λαβουσης
ἡ προς την διπλην ἀνωμαλιαν της σεληνης ὑποθεσις , διορθωσιν λαβουσης της πρωτης : και κατα την μιξιν ἀμφοτερων των
καινον ἐπικειται σχημα . κωνον ἡμισεα τουτο καλουσης γεωμετριας ἀκηκοα λαβουσης ἐντευθε της προσηγοριας την ἀφορμην . τεθεαται τις τυχον
9999959 πολυσχιδες
, οὑνεκα ταυροφανες τε και ὀρθοκραιρον ὁδευει , οὐρεσιν ἐκταδιοισι πολυσχιδες ἐνθα και ἐνθα . ἐκ του ἀπειρεσιοι ποταμοι καναχηδα
εἱμαρ - μενῃ σκληρᾳ τινι , το των τεχνων ἐφανη πολυσχιδες , και πολυμοχθον , οὐκ ἐστιν ἐκφυγειν τον νουν
9999959 τερμα
, ὀστεα δ ' ἰσχει γη Μακεδων , ᾑπερ δεξατο τερμα βιου , πατρις δ ' Ἑλλαδος Ἑλλας Ἀθηναι ,
αἰκιζεται ] κολαζει . χαλᾳ ] ἐνδιδωσι . . ἀθλου τερμα ] του καματου τελος . . οὐκ ἀλλο γ
9999959 παθητικα
τουτο , ὁτι κακον και προοιμιων και ἐπιλογων ἀλλοτριον : παθητικα γαρ ἐστι κατα φυσιν ἀμφοτερα : και γαρ ἀρετη
ἑξις ἀν γενοιτο ἡ θερμοτης , ἀπο δε του ἀλλοιουντος παθητικα ποοτης ἠ παθους δυναμις λεγεται , οἱον ἐπι του
9999959 ἐκλειπουσης
, τοις δε παραθαλασσιοις τοποις λοιμον . της δε Σεληνης ἐκλειπουσης ἐν τῃ αʹ τριωρῳ Αἰγυπτιοις νοσους , φονους ,
ἠ και ὑλης ἀει ἐπιτηδειας ἐχομενως ἐμπιπραμενης της δ ' ἐκλειπουσης : ἠ και ἐξ ἀρχης τοιαυτην δινην κατειληθηναι τοις
9999959 δικαστικη
κρισεως και ὁ ἀδικειν νομισθεις μη εἰσπραχθειη πλεον ἠπερ ἡ δικαστικη βουλεται ψηφος . εἰ γαρ μη ὑπηρχον οἱ ταυτα
ταις πολεσιν ἀκολασταινοντας και παρανομουντας ὀρθως κολαζει ; οὐχ ἡ δικαστικη ; Ναι . Ἠ ἀλλην οὐν τινα καλεις και
9999959 ἀντιλαμβανομεθα
αὐτον . Ὁταν γουν εἰς τι σκευος ἐγχεωμεν τι , ἀντιλαμβανομεθα ἐξιοντος του ἐν αὐτῳ πνευματος , και μαλιστα ,
παντα μιξεις πολυπλοκωτατας ἐχοντα και κρασεις . αὐτικα των χρωματων ἀντιλαμβανομεθα πως ; ἀρ ' οὐ συν ἀερι και φωτι
9999959 Εὐρωπιακων
Καλλιστω ὀνομαζουσιν , ὡς ἱστορειν Μνασεαν τον Πατρεα ἐν τριτῳ Εὐρωπιακων φησι Λυσιμαχος ἐν τριτῳ Νοστων . . . :
ὁτι τας ῥοιας καλουσι Βοιωτοι Ἀγαθαρχιδης ἐν τηι ἐννεακαιδεκατηι των Εὐρωπιακων οὑτως γρα - φει : ἀμφισβητουντων Ἀθηναιων προς Βοιωτους
9999959 λιμενες
πινακες οἱ πτυκτοι : ἀλλαι γαρ ἀλλους ἀκραι σχηματιζουσι : λιμενες δε και ἀναπαυσεις μυριαι . φαιης ἀν αὐτον ἐοικεναι
κολπου . μετα δε Γλυκυν λιμενα ἐφεξης εἰσι δυο ἀλλοι λιμενες , ὁ μεν ἐγγυτερω και ἐλαττων Κομαρος ἰσθμον ποιων
9999959 κλητικης
, παλιν ἡ παραθεσις του ἀρθρου το σχημα διελεγξει . κλητικης μεν γαρ ἐστι το Θυεστα : ἀλλ ' ὁπηνικα
ἐλλειπον μεν ῥηματι εὐθειαν ὁμολογει , οὐ τῃδε δε ἐχον κλητικης ἐστιν πτωσεως το τοιουτον , οἱον ὠ Ἑλικων [
9999959 χαλκης
, λιθαργυρου # γ , ὀξους # β , λεπιδος χαλκης μελαινης # β , χαλκιτεως # β , ἰου
, στυπτηριας σχιστης και στρογγυλης , χαλκιτεως ὀπτης , λεπιδος χαλκης ἀνα # γ , ἀλοης # α # ,
9999959 ἐμονομαχησεν
ἀλλα και ψευδομεθα μη ψευδομενοι , ὡς ὁταν εἰπωμεν Αἰας ἐμονομαχησεν Ἑκτορι : τουτο γαρ και ἀληθες και ψευδος δια
ὑπο ἑνος ὀνοματος ταυτα σημαινηται : ὁταν γαρ εἰπωμεν Αἰας ἐμονομαχησεν Ἑκτορι μη διορισαμενοι περι ποτερου των Αἰαντων ἀποφαινομεθα ,
9999959 ἑνδεκατης
: ὑπο ποιαν γαρ κατηγοριαν ταυτα ἀναξομεν ; ἠ δεηθωμεν ἑνδεκατης ; ὁπερ ἀτοπον . Ὁπερ ἐμελλε τῳ Ἀριστοτελει τις
ἑως των αὐτων ἡμερινης . Τῃ τεσσαρεσκαιδεκατῃ , ἀπο ὡρας ἑνδεκατης και τριων μοριων ὡρας νυκτερινης , ἑως των αὐτων
9999958 φυλακην
των οὐ ταὐτα βουλομενων ὁπλιται τε ἠλθον και στρατια ἐς φυλακην : ἡς ἐπεξελθουσης ἐκ της Σπαρτωλου ἐς μαχην καθιστανται
παρεισαχθεις ὑπο των ἀλλοτριως ἐχοντων προς Ἀλεξανδρον της μεν πολεως φυλακην ἀπελιπε , των δε φιλων των Ἀλεξανδρου καταφυγοντων εἰς
9999958 ναρδος
αὐτης και ἀπο των ἀνω τοπων ἡ δια Προκλαϊδος καταφερομενη ναρδος ἡ Καττυβουρινη και ἡ Πατροπαπιγη και ἡ Καβαλιτη και
ἀντι μαλαβαθρου , κασσια σφαιριτης ἠ ναρδοσταχυς ἠ τρακτυλος ἠ ναρδος Ἰνδικη . ἀντι μαλαχης , τηλις . ἀντι μανδραγορου
9999958 παρεσκευασατο
, ἐξεφερε δη και ἀλλας Μηδικας στολας , παμπολλας γαρ παρεσκευασατο , οὐδεν φειδομενος οὐτε πορφυριδων οὐτε ὀρφνινων οὐτε φοινικιδων
χρηματα παντα διαγνους κατακομιζειν ἐπι θαλασσαν , ἁμαξας και καμηλους παρεσκευασατο και μετα της δυναμεως ἐχων ταυτα προηγεν ἐπι της
9999958 Ἀλεξανδρεια
ἐνια καρποφορα , μεταξυ περιειληφοτα τον καρπον , ὡσπερ ἡ Ἀλεξανδρεια δαφνη ἐπιφυλλοκαρπος . Αἱ μεν οὐν διαφοραι των φυλλων
Πηλουσιου λιμνη της Αἰγυπτου . Προς γαρ ζεφυρον κειται ἡ Ἀλεξανδρεια . Ἐνθα Σινωπιταο ] Σινωπη του Σαραπιδος ἱερον ,
9999958 δειλια
ἐξωθεν προσπιπτοντα και δια τουτο περι φοβους ἠν ἡ τε δειλια και ἡ ἀνδρεια , οὐχ οὑτω και ὁ ἀκολαστος
, δυο το ἑν γενοιτ ' ἀν : ἡ γαρ δειλια κακον και ἀγαθον , το μεν τῃ φυσει το
9999958 μεγαρῳ
πινῃ . οἰνος και κενταυρον ἀγακλυτον Εὐρυτιωνα ὠλες ' ἐνι μεγαρῳ μεγαθυμου Πειριθοοιο , ἐς Λαπιθας ἐλθονθ ' . ὁ
Ἀνα ῥωγας : ἀνα ῥωγας μεγαροιο : τας ἐν τῳ μεγαρῳ διοδους : οἱ δε τας ἀναβασεις : ἀπο του
9999958 ἡλισκοντο
οἱ δε πειρωμενοι τουτο ποιειν , πλαγιους ἐχοντες τους ἱππους ἡλισκοντο . Πολυχαρμος μεντοι ὁ Φαρσαλιος ἱππαρχων ἀνεστρεψε τε και
ἐκελευον παλιν ἀναγιγνωσκειν τους νομους και το ψηφισμα , και ἡλισκοντο οἱ τα παρανομα γραφοντες , οὐκ εἰ παντας παραπηδησειαν
9999958 θριαμβου
ταις ἀφῃρημεναις . Αὐτος δε ἐπανηλθε : και δοθεντος αὐτῳ θριαμβου , προςετεθη και το ἐπωνυμον του παππου : Ἀφρικανος
Ῥωμαιοις . Βιτουιος δε ὁ στρατηγος ἁλους μερος ἐγενετο του θριαμβου : και ἐπι τουτοις τοις ἐργοις ἑκατερος των ὑπατων
9999958 ἐπαισα
, αἱ δ ' ἁπλαι εἰς τα ἀλλοπαθη , ἐμαυτον ἐπαισα , ἐμε [ συ ] ἐπαισας , των ῥηματων
οὐδεν , ἀλλα γη πεποιημαι : ἐχω δ ' ὁκοσον ἐπαισα χὠκος ' ἠεισα χὠκοσς ' ἐρασθην [ τα δ
9999958 κυουσης
μανειην , ὡς ἐκλαθεσθαι Μυρτιου , και ταυτα ἠδη μοι κυουσης παιδιον . Ἐμανης , ὠ Φιλιννα , ἠ τι
' ἐμποριαν ἐν Δελφοις γενομενῳ μετα της γυναικος ἀδηλως ἐτι κυουσης προειπεν ἡ Πυθια χρωμενῳ περι του εἰς Συριαν πλου
9999958 ἀποκρινομεθα
τινος ἐρωτησαντος δια το ἀποσβεννυσθαι το πυρ ἐν τοις νεφεσιν ἀποκρινομεθα : τι δε ἐστι βροντη ἐρωτησαντος , λεγομεν ψοφος
ἀνθρωπος ; ἠ ποσαχως ὁ ἁλιευς ἀγρευει τους ἰχθυας ; ἀποκρινομεθα δη και προς τουτο : μοναχως , διχῃ ,
9999958 Συρακοσιων
προς τον κρημνον αὐτοις ἐξειργαστο , ἐπιχειρουσιν αὐθις τῳ των Συρακοσιων σταυρωματι και ταφρῳ , τας μεν ναυς κελευσαντες περιπλευσαι
ἀν Ἀττικων μεν νεων ἀπολομενων ἑξηκοντα , παρα δε των Συρακοσιων ὀκτω μεν τελεως διεφθαρμενων , ἑκκαιδεκα δε συντετριμμενων .
9999958 δραστικωτερα
ἀλλων τα φυλλα . ἐπι τοινυν του ἀψινθιου ἡ κομη δραστικωτερα , ὡς ἀν λεπτομερεστερα των ῥιζων ὑπαρχουσα . χρη
θερμαινοντων τε και ξηραινοντων ὁμοιως αὐτῳ : τα γαρ λεπτομερη δραστικωτερα των παχυμερων ἐστι , κἀν ἰσην ἐχῃ την δυναμιν
9999958 αὐτικα
φατο Πουλυδαμας , ἁδε δ ' Ἑκτορι μυθος ἀπημων , αὐτικα δ ' ἐξ ὀχεων συν τευχεσιν ἀλτο χαμαζε .
. Αὑτη γαρ ἡ ἰητρικη μαλιστα κατα φυσιν ἐστιν : αὐτικα γαρ λιμος νουσος ἐστιν : ὁ τι γαρ ἀν
9999958 κατεσκαψεν
τον δ ' ἀλλον ὀχλον ἀπεδοτο , την δε πολιν κατεσκαψεν . Ἐπι δε της ἑβδομηκοστης ὀλυμπιαδος , ἡν ἐνικα
πολεις τας ὑπο Μουσικανῳ τεταγμενας ἐπελθων τας μεν ἐξανδραποδισας αὐτων κατεσκαψεν , εἰς ἁς δε φρουρας εἰσηγαγε και ἀκρας ἐξετειχισε
9999958 Ἀναξαρχος
ἐπι τον οὐρανον ἀνθρωπους φερουσαν ὁδον Ἀθηναιους εἰδεναι μονους . Ἀναξαρχος δε ὁ εὐδαιμονικος φιλοσοφος , ὡς ἱστορει Σατυρος ,
[ και δογματος ] ὡσπερ ἡ Εὐδαιμονικη : ὁ γαρ Ἀναξαρχος τελος της κατ ' αὐτον ἀγωγης την εὐδαιμονιαν ἐλεγεν

Back