τἀρ ' εἰναι μ ' ἐγκριδοπωλην . Των χοιρων μνους ἐρι ' ἐστιν . Ἐγω γαρ , εἰ τι ς
παυσωλη τερπωλη εὐχωλη ἀδμωλη . το δε ἐριωλη ἀπο του ἐρι και του ἀω το πνεω βαρυνεται . Τα εἰς
9999869 ἐρρυσατο
, τωι ποθωι τωι ἐκεινου . και θεριστην τις ἀετος ἐρρυσατο θανατου , ἀνθ ' ὡν αὐτος ἐξεσωσεν ἐκ δρακοντος
και συνηγορησε μοι : ἐν λογοις Αἰγυπτιων πικροις , και ἐρρυσατο με : ἐν φθονοις συν δολοις , και ὑψωσε
9999868 Αἰθιοπας
Ὠκεανον : εἰ μη Ζηνωνι τῳ φιλοσοφῳ προσεκτεον γραφοντι : Αἰθιοπας θ ' ἱκομην και Σιδονιους Ἀραβας τε . Οὐ
πηγων ὁ ποταμος . καιτοι πως οὐκ ἀτοπον και ὑπερφυες Αἰθιοπας μεν ὁμολογειν μη ἐχειν εἰπειν του Νειλου τας πηγας
9999865 ἐνεχειρισε
Μακεδονιαν ἐπ ' αὐτῳ και Ἰλλυριους , ὁσων ἠρχον , ἐνεχειρισε Βρουτῳ Καιπιωνι , τῳ κτειναντι Γαιον , ὁτε περ
ἑτοιμος ἐστι προστιθεσθαι μαλλον ἠ τῳ Λυκηρῳ , τῳ βασιλει ἐνεχειρισε , τῳ του Αἰσωπου ταυτην σφραγισαμενος δακτυλιῳ . ὁ
9999862 πλατειᾳ
ἐκ τουτου διαδιδομενης δυσφοριας τινος εἰς ὁλον το σωμα , πλατειᾳ χειρι καταληπτεον το στομα της κοιλιας ἠ παιδιον συγκατακλινειν
. μηρους γε μην τους ὑπο τῃ οὐρᾳ ἠν ἁμα πλατειᾳ τῃ γραμμῃ διωρισμενους ἐχῃ , οὑτω και τα ὀπισθεν
9999861 Αἰθιοψιν
οὑτως συνεβη . ὡς ἀνῃειν ἐπι τους βωμους οὑ τοις Αἰθιοψιν ἐστιν ἡ φρουρα , πολυ της ὀχθης ἀποσπασας του
σημεια , ἐξ ὡν το γενος ἁπαν φυσιογνωμονειται , και Αἰθιοψιν , ἀλλα και Σκυθαις και τοις ἀλλοις ἀνθρωποις κατα
9999860 γραμματικῃ
βητα και ἑκαστον των στοιχειων , τοις ὀνομασιν ἀποδιδωμεν τῃ γραμματικῃ τεχνῃ , ἐαν τι ἀφελωμεν ἠ προσθωμεν ἠ μεταθωμεν
ἀφικνουνται θυρας φιλοσοφιας , πριν ἠ ταις νεωτεραις ἐντυχειν , γραμματικῃ και γεωμετριᾳ και τῃ συμπασῃ των ἐγκυκλιων μουσικῃ :
9999859 ἐνδειᾳ
φερεσθαι ἐπι το μεσον . ἀποσυληθεντα γαρ ἐκεινα και ἐν ἐνδειᾳ της ὑλης γενομενα , την περιψυξιν ὑπομενει . Ἡ
τις ἐχει την αὑτου φυσιν και ἑξιν λοιπαζομενην ἠτοι ἐν ἐνδειᾳ οὐσαν βρωματων , ἐπιθυμει πληρωσαι αὐτην . ἐστιν οὐν
9999859 πεντεκαιδεκα
δρεπανηφορα διακοσια , ἐλεφαντες δε οὐ πολλοι , ἀλλα ἐς πεντεκαιδεκα μαλιστα Ἰνδοις τοις ἐπι ταδε του Ἰνδου ἠσαν .
, και σελινου σπερμα το ἰσον , και σηπιης ὠα πεντεκαιδεκα ἐπ ' οἰνῳ γλυκει κεκρημενῳ προσθειναι , και ἐπην
9999857 ἀφεψημα
ὠφελειαν , παλιν χρησθαι τῳ αὐτῳ ἀντι ἁπλου ὑδατος κενταυριου ἀφεψημα μιγνυντα . τα μεν οὐν πλειστα ἰσχιαδικα ταυτῃ τῃ
των ϲυνηθων ϲπερματων , οἱον ἀνιϲου ἠ ϲελινου , το ἀφεψημα πινειν ἐδιδου , και θαυμαϲτωϲ ὁπωϲ κενουμενοι δια γαϲτροϲ
9999857 διορισμῳ
το ὀν παντα κατα το ἡνωμενον , ὡς παντα ἐν διορισμῳ κατα το διακεκριμενον . Ἐστιν ἀρα ἐν παντι ἑκαστῳ
, οὐ μην διωρισμενον : οὐδε γαρ το διακεκριμενον ἐν διορισμῳ : οὐδε γαρ αὐτο ὀν ὡς τι παρα την
9999855 οἰκοδομημα
, οἰκητορος λαχειν του πανηγεμονος , ὁς το βραχυ τουτο οἰκοδομημα , τον νουν , ἐξαιρων εἰς ὑψος ἀπο γης
. . . θολος και θολιος διαφερει . θολος το οἰκοδομημα ὁ νυν καμαραν καλουσι : θολιος το μελαν της
9999854 ἀπαλλαγεισα
οἰκων ἀναφωνει και ἀνυμνει , των πολεμικων καματων ἐξ ἀπροσδοκητου ἀπαλλαγεισα και δια την σην δυναμιν ἐλευθερον βλεπουσα . ἀλλως
ἀνδρος ἀπο των του σωματος ἡδονων και παθηματων , ὁταν ἀπαλλαγεισα του περι ἐκεινο ταραχου , και ἐπιστρεψασα εἰς ἑαυτην
9999854 Ἡφαιστιωνι
γην . Οὑτω δη πλεων τριτῃ ἡμερᾳ κατεσχειν , ἱναπερ Ἡφαιστιωνι τε και Κρατερῳ κατα το αὐτο στρατοπεδευειν ἐπι ταις
Ἡφαιστιωνα . θυεσθαι δη τον Πειθαγοραν πρωτα μεν ἐπι τῳ Ἡφαιστιωνι : ὡς δε ἐπι του ἡπατος του ἱερειου ὁ
9999854 ῥητορα
ἀστοχει . Μιμειται που και φαρμακοπωλης ἰατρον , και συκοφαντης ῥητορα , και σοφιστης φιλοσοφον . Και πανταχου εὑροις ἀν
γαρ , ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι , το αὐτο φθεγγεσθαι τον ῥητορα και τον νομον : ὁταν δε ἑτεραν μεν φωνην
9999854 κρατερῳ
θεοειδης μαρναμενος Περσων πολιας και τειχεα μακρα ἀγχεμαχων διεπερσε πυρι κρατερῳ τε σιδηρῳ , νωλεμεως δ ' ἐδαμασσε πολεις τε
ἀρα οἱ φρονεοντι παριστατο Φοιβος Ἀπολλων ἀνερι εἰσαμενος αἰζηῳ τε κρατερῳ τε Ἀσιῳ , ὁς μητρως ἠν Ἑκτορος ἱπποδαμοιο αὐτοκασιγνητος
9999852 δυνησεσθε
, και ζητησατε ὑψωθηναι ὑπερ αὐτους , ἀλλ ' οὐ δυνησεσθε . Ὁ γαρ Θεος ποιησει την ἐκδικησιν αὐτων ,
χρηται δια τελους . ὀλιγου δεω λεγειν οὐδε φιλανθρωποι φανηναι δυνησεσθε , εἰ μη και προτερον χαλεποι γιγνεσθε . ἀν
9999851 πικρια
Ἀκουε , φησιν . ὁταν ὀξυχολια σοι τις προσπεσῃ ἠ πικρια , γινωσκε ὁτι αὐτος ἐστιν ἐν σοι : εἰτα
προς θεους τιμης . Ὀργη : θυμος : χολος : πικρια : μηνις : κοτος : ἐρως : ἱμερος :
9999851 αἰτιατικῃ
ἰσοσυλλαβως κλινομενον ἡνικα ποιει οὐδετερον ὁμοφωνον αὐτο ποιει τῃ ἰδιᾳ αἰτιατικῃ , καλος καλου τον καλον και το καλον ,
μεν τα της ἐνεργειας οὐ προσδιετεθη , τῃ μεντοι ἐγκειμενῃ αἰτιατικῃ , ἡς και μονης ἀν εἰη το παθητικον ,
9999851 ἐδιδαξεν
ὁτι δει και μερος της νυκτος ἀγρυπνειν ἐν τοις πολεμοις ἐδιδαξεν . ριεʹ Ἐαν δε ὁρωσι διαλεγομενους Ὡσπερ , φησιν
† † Πολυφραδμονος ἐθανεν ἐν Σικελιᾳ . Εὐπολις Ἀθηναιος . ἐδιδαξεν ἐπι ἀρχοντος Ἀπολλοδωρου , ἐφ ' οὑ και Φρυνιχος
9999850 ἀφειλετο
προφασεως , και Λεπιδον κοινωνον ὀντα της ἀρχης το μερος ἀφειλετο και οὐδετερα αὐτων ἐνειματο σοι . ” Λοιπος δ
Παυσανιαν τον Κλεομβροτου Πλαταιασιν ἡγησαμενους , τον μεν τα ὑστερον ἀφειλετο ἀδικηματα εὐεργετην μη ὀνομασθηναι της Ἑλλαδος , Ἀριστειδην δε
9999849 ῥοφημα
, ἐνεψηθεντος ὑσσωπου , και χρη μητε σιτιον αὐτοις μητε ῥοφημα μητε ὑδωρ διδοναι μητε ἐπιτρεπειν ὁλως πιειν δαψιλες ,
χιδριαν Ἀριστοφανης καλει . ὁ δ ' αὐτος και παληματιον ῥοφημα τι ὠνομασεν : ἱν ' ἐπαγλαϊσῃ το παληματιον ,
9999849 στηριγμα
δοτηρ ὁ Ἑρμης . ἠ παρα το ἑρμα , και στηριγμα εἰναι . τοις γαρ ποσι στηριζεται ἡ κλινη .
πομπεια . . . . , προπρατας συμπρατας . , στηριγμα . , συνδουλοι . , τιμη . . τιμωρια
9999849 ἀπηνεγκατο
την καθηκουσαν ἐπιμελειαν ποιησαμενος , μεγαλην εὐνοιαν παρα τοις πληθεσιν ἀπηνεγκατο . Ὁτι τον Μιθροβουζανην ἐπι την πατρῳαν ἀρχην καταγαγοντος
συμφορᾳ περιβαλων τους πολεμιους μεγαλην ἐπι στρατηγιᾳ και συνεσει δοξαν ἀπηνεγκατο . θαλασσοκρατησαι δε ἐσπευδε και την της Ἀσιας ἡγεμονιαν
9999848 πλεονασμῳ
. , . . . Ἀρεπυιαι : Ἁρπυιαι , και πλεονασμῳ του ε Ἀρεπυιαι . οὑτως Ἡρωδιανος ἐν τοις Περι
χρονικον ἐπιρρημα και ἀναφορικον ἠν το ὁτε , ὁ δη πλεονασμῳ του υ , κατα μεταθεσιν του ο εἰς το
9999848 ἐτελευτησε
οὑς ἠν κρυφα Παρυσατις , καθ ' ὁν καιρον ἐκεινος ἐτελευτησε , δια εὐνουχων καταχωσασα . . . : ἐπει
καταντησει ἐκεισε ὁ περιπατος . Μη ἀποφηνον περι ἀποδημουντος ὁτι ἐτελευτησε , πριν ἀν σκοπησῃς , ὁτι οὐ μεθυει ,
9999848 σκαμμωνια
και συνθετα , οἱον ἀλλαι τινες σκευασιαι , αἱς ἐπιβαλλονται σκαμμωνια και κολοκυνθις και ἀγαρικον και ἐλατηριον . Ὁ δ
γαρ ὀπος καλουμενος του σιλφιου δακρυον ἐστιν . ἡ δε σκαμμωνια και εἰ τι ἀλλο τοιουτον , ὡσπερ ἐλεχθη ,
9999847 ἐψηφισατο
την τροπαιοφορον πομπην καταγειν ἡ τε βουλη και ὁ δημος ἐψηφισατο , τα δε των Τυρρηνων ἐπεσε φρονηματα πασας μεν
των ἐχθρων των Δημοσθενους , ἀλλ ' αὐτος οὑτος , ἐψηφισατο ? ] ? ? ? δε ὁ δημος ?
9999847 ἀπεπλευσε
των περι Κυρηνην στασιαζοντων Πτολεμαιος ἐπελθων και παντα καταστησαμενος ὀπισω ἀπεπλευσε . Περδικκας δε Ἀντιγονωι ἐπιβουλευων εἰς δικαστηριον ἐκαλει :
διεταφρευε , μεχρι καταπλευσαντος αὐτῳ του στολου περι δειλην ἑσπεραν ἀπεπλευσε , τους εὐτολμοτατους ἐπι των τειχων ὑπολιπων : οἱ
9999847 τυραννιδες
τουτων ἀποβαινει και ὑπαρ αὐτοις τα φαυλοτατα και ἀτοπωτατα . τυραννιδες μεν γαρ οὐ πανυ τι ἐκ των τοιουτων γιγνονται
κομιζεσθαι κρατιστον ἐς ὁτιδη των ἐθνων τουτων , αἱ γαρ τυραννιδες ἡττον χαλεπαι τοις φανεροις των ἀνδρων , ἠν ἐπαινουντας
9999847 γραμματειῳ
] ἐμου . Γ τουτι περι : ⌈ ἐν τῳ γραμματειῳ ὁ Βδελυκλεων ἀπογραφεται , ⌈ ὡς ὁτι ἀντιβολουνται οἱ
μεμαρτυρηκεν ἀντιγραφα εἰναι των διαθηκων των Πασιωνος τα ἐν τῳ γραμματειῳ γεγραμμενα , τας δε διαθηκας μη ἐχει ἐπιδειξαι μηθ
9999847 τετταρα
τρεις προς τοις πεντηκοντα πηχεις . Πηδαλια δ ' εἰχε τετταρα τριακονταπηχη , κωπας δε θρανιτικας , ὀκτω και τριακοντα
και ἐνδιαιτημα ἑτερας ἐστι χρειας . Τιμηματα δ ' ἠν τετταρα , πεντακοσιομεδιμνων ἱππεων ζευγιτων θητων . οἱ μεν ἐκ
9999847 ἀπλανη
αἰσθησις φυσικως παρα του λογου της ἐπιστημονικης μεταλαμβανει τριβης προς ἀπλανη των ὑποκειμενων διαγνωσιν . Ξενοκρατης δε τρεις φησιν οὐσιας
εἰσι παντες οἱ ὑποβεβηκοτες νοες του ἑνος του κινουντος την ἀπλανη . εἰ δε ἐρεις και δια τι τον νουν
9999846 ἀκολουθιᾳ
μεν ἐτι , τῃ δε μεχρι νυν ἀπο των προγονων ἀκολουθιᾳ καλως οἰωνιζεται . Τι προς ταυτα λεγεις , θεσπεσια
Ἀμαληκ ἐμπαλιν του ἀσκητου ” την οὐραγιαν κοπτειν ” , ἀκολουθιᾳ φυσεως : ἐχθρα γαρ | τα ἐναντια και τον
9999846 ὁριστικῃ
ἐστιν ἀναλογει τῃ διαιρετικῃ , το δε τι ἐστι τῃ ὁριστικῃ * * * , το δε δια τι ἐστιν
ῥοπην σημαινουσας : οἱον βουληθεις τις γραψαι γραφω φησιν , ὁριστικῃ χρησαμενος ἐκφορᾳ : παλιν τραπεισης της ψυχης ἐφ '
9999846 ἡλισκετο
Ἀδραστον . Λεσχεως δε ἐς την Αἰθραν ἐποιησεν , ἡνικα ἡλισκετο Ἰλιον , ὑπεξελθουσαν ἐς το στρατοπεδον αὐτην ἀφικεσθαι το
τοις Ἀλεξανδρευσιν ἀρχην θορυβου παρεσχε : τελος δε , ὡς ἡλισκετο , ἀπεσφαξεν αὑτον . Λακεδαιμονιοι δε ἀσμενοι Κλεομενους ἀπαλλαγεντες
9999845 ἐδιδαξατο
ἐπιφθεγμα θαυμαστικον . εὐφημει . σιωπα , μη ἀκαιρολογει . ἐδιδαξατο . ἐδιδαξατο και ἐπαιδευσατο δι ' ἑτερου : αὐτος
ὁ διδους , ἐγγυαται δε ὁ λαμβανων . ἐδιδαξε και ἐδιδαξατο διαφερει . ἐδιδαξε μεν γαρ ὁ καθηγητης , ἐδιδαξατο
9999844 ἐναργειᾳ
το δε κοινως πασι ληπτον ἀδιδακτον : οὐκ ἀρα το ἐναργειᾳ δεικτον διδακτον . ὁ δε λογος ἠτοι σημαινει ἠ
προς διακρισιν της ἐναργειας . εἰς μεντοι το ἐπιβαλλειν τῃ ἐναργειᾳ και το ἐν ταυτῃ ἀληθες διακρινειν παλιν συνεργου δειται
9999844 Κορινθιοι
εἰναι , εἰτα Παγος , εἰτα Ἐφυρα . οἱ πολιται Κορινθιοι , και θηλυκως Κορινθιας . και συνθετον κορινθιουργης ὡς
καθιστωνται Ἀθηναιοις ἐς πολεμον . και οἱ μεν Βοιωτοι και Κορινθιοι ταυτα ἐπεσταλμενοι ἀπο τε του Ξεναρους και Κλεοβουλου και
9999844 ανα
] τωι [ γενομενωι ] πε ] ιλτισεν [ ] ανα [ ] ωι ἀφ [ ] ηξεν [ ]
απ . . . . . . . . . ανα ? . . . . . . . .
9999844 ἐνεγεγραπτο
εἰναι . ΓΘ ἀλλως : και του πεπλου : οὑ ἐνεγεγραπτο Ἐγκελαδος , ὁν ἀνειλεν ἡ Ἀθηνα : ἠν δε
ἐπεστειλας : ἀλλα τα ἀπο σου πραττεσθω δια ταχους . ἐνεγεγραπτο μεν ταυτα : και μοι προσελθοντες μαρτυρησατε οἱ λαβοντες
9999843 βουλευεσθε
ἐμου πολεμον ἐχητε χρησθαι . ἀλλ ' εἰ τα κρατιστα βουλευεσθε πραττειν και το κοινῃ συμφερον ἀμφοτεροις ἡμιν σκοπειτε ,
ἰδιωται τῳ νομῳ γεγονατε ; ταυτ ' εἰς τον δημον βουλευεσθε ἐξενεγκειν . τι γαρ δη και το κωλυον ἐσται
9999843 ὁριστικῳ
λεγει ἐν τῳ παροντι τον Ἑρμογενην χρησασθαι : τῳ μεν ὁριστικῳ , ἡνικα το πολιτικον ὁριζεται ζητημα , τῳ δε
τροπος λεγεσθω της διαδασκαλιας . παντι τοινυν κεχρηται τροπῳ , ὁριστικῳ μεν ὑπογραφων τας φωνας , διαιρετικῳ δε διαιρων αὐτας
9999843 φανη
τοτε κοιμηθημεν ἐπι ῥηγμινι θαλασσης . ἠμος δ ' ἠριγενεια φανη ῥοδοδακτυλος Ἠως , και τοτ ' ἐγων ἀγορην θεμενος
τι δαιμονες θελωσιν οὐδεν φρενοαραις βροτοις : ναα παρα λεπτοπρυμνον φανη : φευ , οἱαισιν ἐν φροντισι Κνωσιον ἐσχασεν στραταγεταν
9999843 Ἀγαθαρχιδης
μυστηριων ἐπιτελουμενων της θεας , ἐμμανης γινεται , καθως ἱστορει Ἀγαθαρχιδης ἐν τοις Φρυγιακοις . Στρυμων ποταμος ἐστι της Θρᾳκης
πολλα της ψυχαγωγιας ἑνεκα πεπλακοτες , δικαιως ἀν ἀπιστοιντο . Ἀγαθαρχιδης μεν γαρ ὁ Κνιδιος ἐν τηι δευτεραι βιβλωι των
9999843 διωρισε
. . καιτοι θεοισι ] καιτοι τις , φησι , διωρισε τιμας ἀλλος τοις νεοις τουτοις θεοις ; τουτο δε
' ὁ θεις : ὀψεσθε γαρ ὡς ἁπαντ ' εὐλαβως διωρισε και νομιμως . ἐαν τις ἀποκτεινῃ τον ἀνδροφονον φησιν
9999843 βουλοιμεθα
πολιταις δι ' ἡμων ἐγενετο , ταυτα και ὑμιν ἀν βουλοιμεθα , οἰμαι δε και πολυ μειζονως , ὁσῳ τιμιωτερον
, τῃ γουν προαιρεσει φιλους εἰναι , ἡξειν τε ὁποτε βουλοιμεθα , ὡς παρα φιλους ἀφικεσθαι βουλομενοις ἐσεσθαι : βουλομενοις
9999842 Ἠλειᾳ
τιθενται , ἀπο τουτου δε και την Ὠλενιαν ἐν τῃ Ἠλειᾳ πετραν φασιν ὀνομασθηναι , οἱ δε τον Φλιουντος Δαμεωνα
αὐτους ἐγκληματα , οὑτως ἑκκαιδεκα οἰκουμενων τηνικαυτα ἐτι ἐν τῃ Ἠλειᾳ πολεων γυναικα ἀφ ' ἑκαστης εἱλοντο διαλυειν τα διαφορα
9999842 κοχλιαρια
μαστιχης # α , κισηρεως ὀπτης # # , ὀποβαλσαμου κοχλιαρια β . Συνεχως σμηχομενον το ῥυσον σωμα τουτῳ τεινεται
μετα ἡμεραϲ τιναϲ του δηχθηναι προὐνοειτο του δεδηγμενου , δυο κοχλιαρια καθ ' ἑκαϲτην ἡμεραν ἐδιδου , ὡϲ ἀναπληρωθηναι ταϲ
9999842 ἐσχετο
ὁν ῥα καθεισεν Αἰγισθος δολομητις ἀγων , ὑπο δ ' ἐσχετο μισθον χρυσου δοια ταλαντα : φυλασσε δ ' ὁ
ἱμερος ὀτρυνεσκεν . τρις μεν ἐπειρηθη , τρις δ ' ἐσχετο : τετρατον αὐτις λεκτροισι πρηνης ἐνικαππεσεν εἱλιχθεισα . ὡς
9999842 θελκτηρια
θειον ἀοιδον : “ Φημιε , πολλα γαρ ἀλλα βροτων θελκτηρια οἰδας ἐργ ' ἀνδρων τε θεων τε , τα
και τῃ ᾠδῃ . Κηλα δε ] Ἠγουν : τα θελκτηρια γαρ . Δαιμονων θελγει ] Οὐ μονων των ἀνθρωπων
9999842 ἐπηρωτησε
. ὁ δ ' Ἀλκμαιων αἱρεθεις ὑπ ' αὐτων στρατηγος ἐπηρωτησε τον θεον περι της ἐπι τας Θηβας στρατειας και
οἱς ἐχολωθης . ἀπικομενος δε ἐς την πολιν των Ἐρυθραιων ἐπηρωτησε περι του ἐς την Χιον πλου : και τινος
9999842 ἀφροσυνη
φρονησις ἡγουμενη ὠφελιμα τα της ψυχης ἐποιει , ἡ δε ἀφροσυνη βλαβερα , οὑτως αὐ και τουτοις ἡ ψυχη ὀρθως
ἀπο της Στοας . εἰ γαρ φυσει κακον ἐστιν ἡ ἀφροσυνη , δεησει , ὁν τροπον το θερμον γνωριζεται ,
9999842 ξυμμαχοι
αὐτος ἀλλο τι ἐγιγνωσκεν , ἀλλα ξυνελθοντες ἐς Κορινθον οἱ ξυμμαχοι ἐβουλευοντο , και ἐδοξε πρωτον ἐς Χιον αὐτοις πλειν
' οἰκου ἑκασται διεκριθησαν . Λεοντινοι δε εὐθυς και οἱ ξυμμαχοι μετα Ἀθηναιων ἐς την Μεσσηνην ὡς κεκακωμενην ἐστρατευον ,
9999841 φορα
εἰς τους ἐχομενους ἐπι δεξια ὡσπερ ἡ του ἡλιου ἐχει φορα . Ὁ νοτος ἀρχομενος ξηρος τελευτων δε ὑγρος .
το παρ ' ἡμων κατω φερομενον : ἡ γαρ ὁλη φορα οὐθεν ἡττον ἑκατερα ἑκατερᾳ ἀντικειμενη ἐπ ' ἀπειρον νοειται
9999841 εὑρετο
μετανοια ἐσχεν οἱα Ἀττην ἐδρασε , και οἱ παρα Διος εὑρετο μητε σηπεσθαι τι Ἀττῃ του σωματος μητε τηκεσθαι .
ἰδιων ἁπτομενος παθεων . Μιμνερμος δε , τον ἡδυν ὁς εὑρετο πολλον ἀνατλας ἠχον και μαλακου πνευμα το πενταμετρου ,
9999841 Συρακοσιοι
ἐθνων και των πολεων των συμμαχησαντων Συρακουσιοις κατα Ἀθηναιων : Συρακοσιοι , Καμαριναιοι , Γελῳοι , Σελινουντιοι , Ἱμεραιοι ,
τουτους διηνεγκαν οἱ Ῥοδιακοι . τριτοι δ ' εἰσιν οἱ Συρακοσιοι . καλειται δ ' ὑπο Ἠπειρωτων λυρτος , ὑπο
9999841 πικρα
μεγαλην : πευκεδανον το πικρον ἀπο μεταφοφας της πευκης : πικρα γαρ αὑτη . ἀνεηκε : ἀναβλυσαι ἐποιησεν , ἀνεδωκεν
τις φαγειν θελησαι κεχορτασμενος ὠν : ἁτινα , ἠτοι τα πικρα και τα ὀξινα , οὐτε φυσει ἡδεα οὐτε ἁπλως
9999841 εὐωνυμα
ὁσα γαρ ὑπολαμβανεις εἰναι δεξια , ταυτ ' οἰεται ἐκεινος εὐωνυμα , και ὁσα τοὐναντιον σκαια , ταυτα παρ '
, και ὁμοιως τα δεξια ἐν τοις εὐωνυμοις και τα εὐωνυμα ἐν τοις : δεξιοις . οἱ δε φυλασσομενοι κατα
9999841 φιλτατε
“ και ἀληθειαν . ” γραφων δε προς σε , φιλτατε , τον παιδειας ἐπιστημονα , σχεδον ἀπηλλαγμαι και του
δει ? ? ? τροπον ] χαιρε [ ἑταιρε ] φιλτατε ? , ] περιβαλε ? ? ? [ μ
9999841 ἐφυγαδευσεν
ὑφ ' ἑαυτῳ ἐποιησατο : οὐ μεντοι ἠνδραποδισατο οὐδε ἀνδρας ἐφυγαδευσεν οὐδε νομους μετεστησεν : ἐξ ὡν τας περι ἐκεινα
ζωντας κατεκαυσε , των δ ' ἀλλων τους μεν πλειους ἐφυγαδευσεν , ὀλιγους δε συλλαβων ἀπεκτεινε . Κασανδρος δε πυθομενος
9999841 πρεσβυτερῳ
ἐμφρονεστατοις ἀκολουθων των προ αὐτου και μα - λιστα τῳ πρεσβυτερῳ των ἁλικαρνασεων φησιν Ἑρμογενης : και γαρ ἐκεινος ἐν
τῳ γηρᾳ προς αὐτους ἰσχυρῳ χρηται : ἐμοι δε οὐ πρεσβυτερῳ σου μονον εἰναι συμβαινει και δια τουτ ' ἀν
9999841 ἐξανεστη
παρθενος τοσαυτα ἐδοξεν ἐν τῳ ὀνειρατι διαλεγεσθαι : ὁ δε ἐξανεστη ἀσμενος και εὑρε τον χαλινον ἑτοιμον . οὐχ ὡς
: φυλλοις ῥοδων γουν ἐπαναπεσων και κοιμηθεις ἐπ ' αὐτων ἐξανεστη λεγων φλυκταινας ἐκ της εὐνης ἐχειν . σχολῃ γ
9999841 Ἀλεξανδρειᾳ
γνωμονος σκιας ἐπι την βασιν αὐτην του γνωμονος του ἐν Ἀλεξανδρειᾳ ὡρολογιου , αὑτη ἡ περιφερεια τμημα γενησεται του μεγιστου
της Ἀλεξανδρου τελευτης κατ ' Αἰγυπτιους Θωθ αʹ της ἐν Ἀλεξανδρειᾳ μεσημβριας το μεν ἀπογειοτατον της ἐκκεντροτητος ἀπειχεν της ἐαρινης
9999841 δριμυτητα
Πιτυϊδες μικτης εἰσι δυναμεως , ὡς ἀν και στυφουσαι και δριμυτητα τινα κεκτημεναι μετα πικροτητος . Πιτυος φλοιος ἐπικρατουσαν ἐχει
ἐπιμελειαν , ἐνιστανται τι ἰῳ , ὁτι πασαν αὐτου την δριμυτητα ἐκκναιει : ὡςαυτως δε και σκοροδων και πρασων και
9999840 ἐνεθυμηθην
αὐτου του ποιησαντος ; ἐτι δε ἐπι τουτοις και τοδε ἐνεθυμηθην , ὠ ἀνδρες , και ἐλογιζομην προς ἐμαυτον τους
οὑτως εἰπον , δεκα σταδιους θειν τῳ ποταμῳ συμπαραθεοντα . ἐνεθυμηθην δ ' αὐτο δια το εἰναι ἐν μεσογειᾳ ,
9999840 μεμψαιτο
πατριδα φιλοστοργιαν . Εἰτα , τις οὐκ εἰκοτως ἀν Ζηνωνι μεμψαιτο , διοτι το πλειον οὐ περι την των πραγματων
χρειας καταφυγην : οὐδε γε οὑτω φιλαιτιος οὐδεις ὁστις ἀν μεμψαιτο ἐκεινης της πολεως τους ὁρους . πολλη μεν γαρ
9999840 γεγενημεθα
, ἀλλ ' ἐν ταξει γε πατερων και παιδων ἀλληλοις γεγενημεθα . ἀρα σοι δοκω και αὐτος τρυφαν τας ἀφορμας
εὐθυς συναψαι το Δημοσθενικον , ὁτι οὐ μονον τοις γονευσι γεγενημεθα , ἀλλα και τῃ πολει : προς δε τουτοις
9999840 ἀφικτο
. ἐπειδη ταυτα ἠν και παλιν ἐπι ταὐτο παλαισμα Κωνσταντιος ἀφικτο καλων γραμμασι τους βαρβαρους ᾑ προτερον και χαριν αἰτων
ἀλλ ' αὐτος ἡμιν πασιν ἐξηγουμενος : ἐπει δ ' ἀφικτο τον καταρρακτην ὀδον χαλκοις βαθροισι γηθεν ἐρριζωμενον , ἐστη
9999840 ἀκριβεσι
βαδιειται γεγηθως , ἀλλ ' εἰς δικαστηριον ἀπαχθεις παρ ' ἀκριβεσι λογισταις της ἀληθειας ἐξετασθησεται , ποτερον ἑκων ἀπεκτεινεν ἠ
ἑτερου ἀνδρος . αὑτη μεν οὑτως εἰπε ] οὑτως εἰπεν ἀκριβεσι λογοις και ἐξηγητικοις , ὡστε σε μαθειν . χωρις
9999840 φυλαττετε
σοφωτατοι , ἀμεινω ταυτα και νομιμωτερα . τους μεντοι λιθους φυλαττετε , ὡς ἐφην : δεησει γαρ αὐτων μικρον ὑστερον
ὑμας ἡ τουτου κραυγη και ἀναιδει ' ἐξαπατησῃ , ἀλλα φυλαττετε και μεμνησθ ' ὁς ' ἡμων ἀκηκοατε . κἀν
9999840 ἐπαιδευσε
. ιθʹ . Ἀπολλωνιος δε ὁ Ναυκρατιτης Ἡρακλειδῃ μεν ἐναντια ἐπαιδευσε τον Ἀθηνησι θρονον κατειληφοτι , λογου δε ἐπεμεληθη πολιτικου
φρονων . Ὁμηρος ὁ θειος ποιητης τα τε ἀλλα ἡμας ἐπαιδευσε και το της μονῳδιας εἰδος οὐ παραλελοιπε : και
9999840 ἐφυλαττεν
Διονυσιος δε ἐφθονησε Χαιρεᾳ της γειτνιασεως και τον τοπον τουτον ἐφυλαττεν ἑαυτῳ . θελων οὐν ἁμα και τριβην ἐγγενεσθαι τῃ
Μινως δε ἐν τῳ λαβυρινθῳ κατα τινας χρησμους κατακλεισας αὐτον ἐφυλαττεν . ἠν δε ὁ λαβυρινθος , ὁν Δαιδαλος κατεσκευασεν
9999840 καριδα
δ ' ἐσεδρακεν , αἰψα δ ' ὀρινθεις ὡρμηθη , καριδα δομων ἐντοσθεν ἱκανειν ἐλπομενος λεχεεσσιν ἀναρσιον ἠδ ' ἀλοχοισιν
, ὡς δ ' ὁ Ἡρακλειδης ἐν Ὀψαρτυτικῳ , την καριδα . Ἀριστο - τελης δ ' ἐν πεμπτῳ ζῳων
9999839 ὁποτερῳ
της ἀντιληψεως . Και ἐαν το ἑτερον μερος των ἀντιδικων ὁποτερῳ χρησεται : ἐπι στοχασμου κακως σφοδρα τουτο εἰρηται ,
. ἀθρει δη και τα περι τους νεανιας , ξυν ὁποτερῳ αὐτων ἡ νικη : ἰδου γαρ και καθῃρηται ὁ
9999839 ἐτετυκτο
ἠκεσατ ' : οὐ μεν γαρ τι καταθνητος γ ' ἐτετυκτο . ὡς δ ' ὁτ ' ὀπος γαλα λευκον
ἠε και ἐν σπλαγχνοισιν ἐσεδρακεν : οὐ γαρ ἀιδρις μαντοσυνης ἐτετυκτο , θεος δ ' ὡς ᾐδεε παντα . Τῳ
9999839 αἰσθητηρια
ταυτα συμβαινει , ὡς λεγομεν . Ὁτι δε ταχυ τα αἰσθητηρια και μικρας διαφορας αἰσθανεται , σημειον το ἐπι των
δυναμις ἡ αἰσθησις , ἀλλ ' ἐν τῃ προς τα αἰσθητηρια οὐσιωμενη νευσει και του ζῳου οὐσα συμπληρωτικη οὐδε ἐνεργειν
9999839 Ἠλεκτρα
τον ἀδελφον ἐγνωρισεν . παρ ' Αἰσχυλῳ ἐν Χοηφοροις ἡ Ἠλεκτρα ἐκ του βοστρυχου ἐπιγινωσκει τον Ὀρεστην ἐληλυθοτα . ὡσπερ
. ἀλλ ' εἱ ' , ὑφαπτε δωματ ' , Ἠλεκτρα , ταδε , συ τ ' , ὠ φιλων
9999839 τριαδι
ε ἀρα πενταγωνος ἐστι . παλιν τις ὑπερεχει του δ τριαδι , ἐλλειπει δε δυαδι ; ὁ ζ , μεσοι
τῳ τεταρτῳ στιχῳ δ ἀριθμος της του πρωτου στιχου μοναδος τριαδι ὑπερεχει και ἐστιν ὁ γ ἐπανω του δ .
9999839 ἐτυχες
ὑπερ σου διηνεγκεν , οὐτε ἀρχαιρεσιαις νομιμοις της ἐξουσιας ταυτης ἐτυχες , ὡς ὁ παππος τε οὑμος και παντες οἱ
, ὠ Τυλλιε , παρ ' ᾡ τροφης και παιδειας ἐτυχες , ἁπαντων μαλιστα σε τιμησας φιλων και συγγενων ἀνοσια
9999838 ἠκμασεν
Ἀντιγονος κατα την ρκεʹ Ὀλυμπιαδα , καθ ' ὁν χρονον ἠκμασεν ὁ Ἀρατος και Ἀλεξανδρος ὁ Αἰτωλος . Μεμνηται δε
την ὁλην ὑφηγησιν . ὁ γουν Θεοκριτος το γενος Συρηκοσιος ἠκμασεν ἐπι Πτολεμαιου του Φιλαδελφου . το ἐπιγραμματιον ἡ Συριγξ
9999838 ᾐσχυνετο
ἀντρον δι ' ἐνατου πορευομενος ἐτους ὡν ἐτεθεικει νομων οὐκ ᾐσχυνετο κινων ὁν κρειττον ἠν κινεισθαι . Ἐγω σου μελλων
βασιλεα πρεσβευσας και πολλα δωρα παρ ' ἐκεινου λαβων οὐκ ᾐσχυνετο κολακευων οὑτω φανερως και τολμηρως τον βασιλεα ὡς λεγειν
9999838 πορρωτερω
. ὁ γαρ μικρον προϲβαλλων τηϲ προκαταληψεωϲ οὐ μικρον ὠφελει πορρωτερω διδουϲ τηϲ μελλουϲηϲ ἐπιϲημαϲιαϲ . ποτε δ ' “
' ἐγω οὑτως ἐχοντα τον Ἐρυξιαν , και εὐλαβουμενος μη πορρωτερω τις λοιδορια και ἐναντιωσις γενοιτο , Τουτονι μεν τον
9999838 συνδεσμῳ
παρακεισεται ἐγκλιτικον ἀοριστον το που . Χαριν . Δοκει ἰσοδυναμειν συνδεσμῳ τῳ ἑνεκα , χαριν Ἀπολλωνιου ἑνεκα Ἀπολλωνιου . φησι
, συμπεριελαμβανεν ἀν και την τοιαυτην προτασιν . Ἠ ὁ συνδεσμῳ εἱς : λεγει ὁ Ἰαμβλιχος ὁτι ἀνω το συνδεσμῳ
9999838 νεανισκοι
Ἰφικρατης δε βαδιζων ἐπι την πολιν παρηλθεν την ἐνεδραν . νεανισκοι τινες ἐκ της πολεως θρασυτερον ἠπειλησαν νυν γε τοι
ὡς θεαν οἱ ξενοι προσκυνουσι . πρωην ἠλθον ἐνθαδε δυο νεανισκοι καλοι παραπλεοντες : ὁ δε ἑτερος αὐτων θεασαμενος σου
9999838 ῥητορες
ἐδικασε : και εἰ ἁλῳ , ἀτιμος ἐγινετο . Ἐθαδες ῥητορες . Οἱ ἐξ ἐθους παρενοχλουντες . Ἐπιστατης . Οὑτος
' ἐαν τις ἐξαμαρτανῃ , κολαζουσιν : οἱ δε ὑμετεροι ῥητορες τρυφωσι . Παλιν την βουλην τους πεντακοσιους ὑπευθυνον πεποιηκεν
9999838 ἐγνωριζετο
νεωτερος ὠν Ἀναξαγορου . . . [ . . ] ἐγνωριζετο δε κατα τελος του Πελοποννησιακου πολεμου , καθ '
ὡς φασι , της ἡμερας ἀρξαμενος [ ἐνδοξοτατος ἁπαντων Σπαρτιατων ἐγνωριζετο , και νικηφορος ἀνα | την πολιν ἀνηγορευετο .
9999838 ὑποθωμεθα
τι ὑπολειπομενον προστιθεσθαι . ἀλλως τε δη , εἰ τουτο ὑποθωμεθα , τετραπλασιασθησεται το ἀπειρον προς τα τεσσαρα αἰτια .
ἀρχης , ἠ ἑτερον τι συμβῃ . εἰ δ ' ὑποθωμεθα αὐτην ἀπειρον , οὐδεν τοιουτον συμβησεται . Τουτο το
9999837 νομικη
ἐκ τουτου και την προσηγοριαν εἰληφεν : ἡ μεν γαρ νομικη ἐκ νομων ἐχει : και τοσουτον δειται των λογων
ὁ δε τῃ διανοιᾳ . Ἡ κατα ῥητον : ἡ νομικη στασις γινεται , οὐχ ὁταν ἁπλως ῥητον ἐμπιπτῃ ,
9999837 κολακες
το περι τας θεραπειας των ἐπιφανων εἰναι ἐκαλουντο προσκυνες και κολακες , οὑτοι οὐν συμπλεοντες τῳ Κνωπῳ , ὡς ἠδη
: τριτην τα διαβεβλημενα , οἱον ἀσωτοι , μοιχοι , κολακες : τεταρτην τα ἠθικα , οἱον γεωργοι , λιχνοι
9999837 ἀκρωτηρια
τον νεων ἀργυρῳ , πλην των ἀκρωτηριων , τα δε ἀκρωτηρια χρυσῳ : τα δ ' ἐντος , την μεν
αʹ , ποταμους ἐπισημους δʹ , κολπους ἐπισημους βʹ , ἀκρωτηρια ἐπισημα βʹ . [ Ὁμου πολεις και κωμαι της
9999837 κεφαλαιῳ
εὐδαιμονιας ἀναλαβουσιν . εἰρηται τοινυν περι αὐτης ἐν τῳ ιγʹ κεφαλαιῳ του πρωτου βιβλιου , ὁτι οὐκ ἐστιν ἑξις :
ἠ ὀξυ ; Παντα τα τοιαυτα συνεχωρουμεν ἀλληλοις . Ἐν κεφαλαιῳ δ ' , ἐφην , ὠ Κλεινια , κινδυνευει
9999837 τελικα
ἀπολογια εὐ ἐχει : οἱ δε λεγοντες , ὁτι τα τελικα κεφαλαια ἐν πασαις στασεσιν εὑρεθησονται , ἠγνοησαν , ὁτι
και το ς , των ἀρσενικων και των θηλυκων εἰσι τελικα , οἱον φιλοι Ἑκτορες , Μουσαι μητερες : το
9999837 ἀγγελια
καλως παρεσκευασμενον . Τοις μεν οὐν δεκτεα πως ἐδοξεν ἡ ἀγγελια και πιθανη , τοις δε μη , και μαλιστα
ἀρχαγγελους προσαγορευεσθαι , οἱπερ εἰσιν ἑπτα τον ἀριθμον , ὡστε ἀγγελια κατα τουτο ἐτυμωτατα ἡ ἑβδομας , μητι δε και
9999837 Φιλιππιδης
λαμπαδι ἱλασκονται . Τοτε δε πεμφθεις ὑπο των στρατηγων ὁ Φιλιππιδης οὑτος , ὁτε περ οἱ ἐφη και τον Πανα
του ἐπι θατερα ὁ ἑτερος των Περικλεους Ξανθιππος , και Φιλιππιδης ὁ Φιλομηλου και Ἀντιμοιρος ὁ Μενδαιος , ὁσπερ εὐδοκιμει
9999837 μαθησομεθα
των εἰς υξ ἐν τῳ Ὀνοματικῳ Ἡρωδιανου εἰ θεῳ φιλον μαθησομεθα . Ἰστεον δε ὁτι το κηρυξ παρα τῳ ποιητῃ
εὑρεσιν : τουτων δε μη ὀντων οὐδεν μαθησομεθα ἠ ἐκεινα μαθησομεθα , ἁ γινωσκομεν . ὁ γαρ Πλατων βουλομενος δειξαι
9999837 ὀργια
Σικελιαν ἠλθε και ἐπι πολλην ἀλλην γην ἐπλανηθη τα ἐκεινης ὀργια δεικνυων : διο λογον ἐσχεν ὡς Δημητηρ αὐτωι μισγεται
ὑστερον την Ποτνιεως και Ἰσθμιαδην Πελαργῃ συνοικουντα καταστησασθαι μεν τα ὀργια αὐτου λεγουσιν ἐξ ἀρχης , μετενεγκειν δε αὐτα ἐπι
9999837 ἀριθμητικη
ἡ τῳ αὐτῳ λογῳ των ἀκρων ὑπερεχουσα και ὑπερεχομενη : ἀριθμητικη δε ἡ τῳ αὐτῳ ἀριθμῳ των ἀκρων ὑπερεχουσα και
ῥητορικη ἀπο του ῥειν τον λογον ἀφθονως . Ἡ δε ἀριθμητικη διδασκει ἡμας την των ἀριθμων μεθοδον και ποσα τα
9999836 Ἀμφιονα
ἱνα ἀει πατηται . λευκιπποις δε εἰπε δια Ζηθον και Ἀμφιονα . τεκε οἱ και Ζηνι : τῳ Ἀμφιτρυωνι ἡ
Ἰσμηνου ἀπο Διρκης ὀνομασθεισα . οἱ γαρ περι Ζηθον και Ἀμφιονα ἐκτεθεντες ὑπο της μητρος Ἀντιοπης και τραφεντες ἐν τοις
9999836 ἑξακοσια
ὡς ὁταν εἰπω : ἡ πρωτη Ὁμηρου ῥαψῳδια μετρα ἐχει ἑξακοσια και δεκα τουτο δε Ὀδυσσευς ὁ μετρικος ἐσημειωσατο :
ἐχουσι και αὐτομολους , ἀργυριου τε αὐτοις ταλαντα χιλια και ἑξακοσια ἐσενεγκειν ἐν χρονῳ , ἐχειν δε Μασσανασσην Μασσυλιους τε
9999836 Ἐπιζεφυριοι
μεν οὐν ἀποικοι των Ἐπικνημιδιων εἰσιν , οἱ δ ' Ἐπιζεφυριοι τουτων . Τοις δε Λοκροις τοις μεν ἑσπεριοις συνεχεις
. ὀρχησεις δε ἐθνικαι αἱδε : Λακωνικαι , Τροιζηνιαι , Ἐπιζεφυριοι , | Κρητικαι , Ἰωνικαι , Μαντινικαι , ἁς

Back