τον ποδα , ὁ δε ἰατροϲ ταιϲ χερϲιν ϲυνευθυνετω το ἐξαρθρημα , και τον ἑτερον δε ποδα ἀλλοϲ ἐπι τα
του κινεισθαι κατα την δια των δακτυλων παραγωγην , το ἐξαρθρημα δε ἀκινητον εἰναι μεχρι της διαστασεως . Περι κλειδος
9999942 ὡροσκοπουσης
. λογιζομαι το διαστημα το ἀπ ' αὐτου ἑως της ὡροσκοπουσης μοιρας : γινονται μοιραι λεʹ , ἁτινα ἐστι ὡραι
ὁρωντων . συν δε τῃ Σεληνῃ δυνοντος ἠ της Σεληνης ὡροσκοπουσης , μαχλοι και σπαναδελφοι . εἰ δε συν Ἀφροδιτῃ
9999941 ἐξουσιᾳ
πρωτα ἐπιτρεψαντες αὐτοις και το ἀνοητον της ἀρχης μεγαλῃ καθοπλισαντες ἐξουσιᾳ , ὁτε Κοιντιον Καισωνα τῳ παρελθοντι ἐνιαυτῳ κρινειν ἐπ
το βρεχειν ἠν , φησιν , ἐπι τῃ του Διος ἐξουσιᾳ , και μη των Νεφελων ἠν τουτο ἐργον ,
9999940 δριμυτερα
προϲ μεν την κοινην διαιταν τα γλυκεα , τα δε δριμυτερα ὡϲ φαρμακον ποτε δοτεον , οἱον ἑλειοϲ ἀϲπαραγοϲ πετροϲελινα
κατα θερμοτητα ἐπιδεξαμενη δυσκρασιαν , τα τε οὐρα ἀλλοιωθειη ἀν δριμυτερα τε και λεπτοτερα γεγενημενα και του πυρετου ἐπινεμομενου ἠδη
9999940 ἐζητησεν
ἀλλων πολιτων οὐ κοινην , ἀλλ ' ἰδιαν την σωτηριαν ἐζητησεν . Ἀγανακτω δε μαλιστα ὠ ἀνδρες , ἐπειδαν ἀκουσω
ἀναιρεσεως . Τουτο δ ' ἐντος οὐ πολλου χρονου παις ἐζητησεν οὐδε δωδεκα ἐτη γεγονως τον δεσποτην ἀποκτειναι : και
9999939 ἀκανθης
, κεινται δε ἐν τοις δυσεντερικοις και ὁ δια της ἀκανθης και ὁ δι ' ἠλεκτρου , προς αἱμοπτοϊκους ἀναγραφεντες
κατα δε τον νωτον αὐτων ἡ πολλη και ἐπιμηκης της ἀκανθης περιπλοκη τραχυνεται . Των δε δυσμενων και ἀγριων ἀνδρων
9999939 Τηλεκλειδης
ἱστοριαν συνθεις , εἰτ ' Ἐπιμενιδης ἐστιν ὁ Κρης ἠ Τηλεκλειδης εἰτ ' ἀλλος τις . . . , :
και Διι Κακουμενῳ : τω προσεμφερη την σοφιαν . οὑτω Τηλεκλειδης Ἡσιοδοις και οἱ λοιποι . ἀμφοτερα : κατ '
9999937 Ἀλεξανδρευσι
δημαρχων νομον , ἀνευ στρατιας Πομπηιον ἐχοντα ῥαβδουχους δυο διαλλαττειν Ἀλεξανδρευσι τον βασιλεα . Και Πομπηιος μεν ἐδοκει τῳ νομῳ
ἐπιχρυσοι και θυμιατηρια και τρυβλια . ΒΗΣΣΑ ποτηριον παρ ' Ἀλεξανδρευσι πλατυτερον ἐκ των κατω μερων , ἐστενωμενον ἀνωθεν .
9999937 γραμμασι
γραψαι με δει : τουτοις ἀξιον κοσμησαι την ποικιλην τοις γραμμασι , οὐχι δε τοις ὑπο σου τουτοις πιναξι τιμασθαι
πατερα ἐντεταλθαι ῥημασι , μηδεν δε ἐπεσταλκεναι τοις βασιλειοις ἀρκουμενον γραμμασι , πιστευσας ὁ νεανιας , ἀσχαλλων μεν και δυσφορων
9999937 ἀδηκτως
ἐστι την συστασιν , ἀναγκη γεωδες ὑπαρχειν αὐτο και ξηραινειν ἀδηκτως ἐμπλαττεσθαι τε δυσαπολυτως τοις κατα το σωμα ποροις .
τε και Χρυσιππος ἐνια των προσθεν αὐτοις ἀρεσκοντων ἀθορυβως και ἀδηκτως και μεθ ' ἡδονης ἀφεισαν . . . .
9999937 φαινομεθα
κριθησεται , οὐ δη καλον , ἀφ ' ὡν εὐδοκιμουντες φαινομεθα και μεθ ' ὡν ἐπιτηδευματων διαγεγοναμεν , ἀκυρα ποιειν
ὁσα πολυχορδα και πολυαρμονια , δημιουργους οὐ θρεψομεν . Οὐ φαινομεθα . Τι δε ; αὐλοποιους ἠ αὐλητας παραδεξῃ εἰς
9999936 Ἑλληνικα
πολιν ἡν * Αἰνιανα καλεισθαι , και δεικνυσθαι ὁπλα τε Ἑλληνικα ἐνταυθα και σκευη χαλκα και ταφας : ἐνταυθα δε
των Ἀττικων δε ἐστιν . κεκτημαι και ἐκτημαι , ἀμφοτερα Ἑλληνικα . Θουκυδιδης ἑκατερως : „ και οὐδεν το προτερον
9999936 φορημα
και καθευδειν . ἐτι δε φανερωτερον και ἐν τοισδε οἱον φορημα ὁ φοβος : ἐνιοι γαρ φοβουμενοι μη ληφθεντες ἀποθανωσι
περιβεβληται τηβενναν , το ἐπιχωριον των ὑπατων τε και στρατηγων φορημα , στεφανον δ ' ἐπικειται δαφνης , μεμειωται δε
9999936 ἐξαιρετως
τε Βυβλῳ και Τυρῳ και κατα πολλα της Συριας μερη ἐξαιρετως ἱερουργουμενας , και οὐχι δεισιδαιμονιας ἑνεκα το τοιουτον ὑπομεινας
οὐδεις ἀν εἰποι . το πλαττομενον οὐν τουτον τον τροπον ἐξαιρετως σχημα καλειται , και ἡμεις περι τουτου ποιουμεθα τον
9999936 Αἰσχινης
σχημα τιθησιν : εἰ ἐκρινομην μεν ἐγω , κατηγορει δε Αἰσχινης , Φιλιππος ἠν ὁ κρινων : ταυτα γαρ οὐτε
ἡ Ἀθηνα θερμα λουτρα τῳ Ἡρακλει ἐποιησε . Θερσανδρος : Αἰσχινης κατα Τιμαρχου . ὁτι παιδεραστης οὑτος σφοδρος και Ἀριστογειτων
9999935 μεθηκε
ἐκεινον ἐμε συγκατακανειν . “ οἰκτου δε ἐξ ἁπαντων γενομενου μεθηκε σῳζεσθαι τον Μετελλον ὁ Καισαρ , καιτοι πολεμιωτατον αὐτῳ
βασιλεα τοσαυτῃ κατεχρησατο παρρησιᾳ , ὡς ὁ βασιλευς ἠδη και μεθηκε την ψυχην , και παντα γε συνεχωρησεν ὁσα Κλεαρχος
9999935 ἀποδῳ
παραφθειρει . και ἐνθεν το ῥημα μετοχη γινεται , ἱνα ἀποδῳ τῳ ἀρθρῳ και την ὀρθην πτωσιν και το ἀρσενικον
σιτον λαμβανειν ἠ τι των τοιουτων ἐν δανει , ἱνα ἀποδῳ τις : χρησασθαι δε ἐλεγον ἱματιον ἠ σκευος .
9999935 θερμοτεροϲ
ὁ κιρροϲ την χροιαν . ὁ δε παλαιοτεροϲ του νεου θερμοτεροϲ τε και ξηροτεροϲ . αὑτη μεν ἡ του οἰνου
ἱκανωϲ ὀντεϲ και πνευματωδειϲ . ὁ δε Κυρηναιοϲ ἁπαντων ἐϲτι θερμοτεροϲ τε και λεπτομερεϲτεροϲ . Ὀριγανοι παϲαι τμητικηϲ τε και
9999935 κουρευς
' ἐμου τον φαλακρον ἐξυπνισεν . Σχολαστικος και φαλακρος και κουρευς συνοδευοντες συνεθεντο προς τεσσαρας ὡρας βιγλευσαι . ἐλαχεν οὐν
ποιμενας , ἐν δε Χρυσῳ γενει Εὐπολιδος ἐπειθ ' ὁ κουρευς τας μαχαιριδας λαβων ὑπο της ὑπηνης κατακερει την εἰσφοραν
9999935 ἀποριᾳ
' αὐτων τον οὐρανον . Παντα γαρ που τα τοιαυτα ἀποριᾳ ὀψεως , και ἀσθενειᾳ δηλωσεως , και γνωμης ἀμβλυτητι
προτιμωσιν ἁπαντων το καλλος ; ἀλλ ' ἱνα μη δοξωμεν ἀποριᾳ των περι καλλους λογων περι ταὐτα διατριβειν ἀει ,
9999935 δισχιλια
οὐκ ἐχω λεγειν ὁποσα , πλειω δ ' οὐν ἠ δισχιλια ἐστι , μηδε ῥημα γε αὐτο μονον των ὑπ
Ἰωνιας , τινα μαλιστα ἀν τροπον εὐδαιμονοιη , εἰς ἐπη δισχιλια . των δε ᾀδομενων αὐτου εὐδοκιμησε ταδε : ἀστοισιν
9999934 γυναικοϲ
τα τηκτα . Ἐν Ἀλεξανδρειᾳ , φηϲιν , ἐπι τινοϲ γυναικοϲ κινδυνευουϲηϲ ζητηϲαϲ λυχνιδα και μη εὑρηκωϲ , εἰ μη
Κλ ? [ ἀνδροϲ [ ὁμονοιαν ] [ ] και γυναικοϲ ! [ ἐκ του ? ? ? [ !
9999934 ἐθεραπευσεν
τις ἐγενετο ἰατρος ἀφυης ὁς τον ποδα τινος ἀλγουντος κακως ἐθεραπευσεν . . . , . . , . .
ὁ Ἀννιβας ἐπεμεινε τε τῃ σεμνολογιᾳ και τον Σκιπιωνα λαθων ἐθεραπευσεν ὡς καθελοντα τον ἀμεινονα Ἀλεξανδρου : διαλυομενης δε της
9999934 Αἰσχινην
λεγει καπνον , ⌈ Προξενιδην * [ Προξενιαδην ] και Αἰσχινην τον Σελλου . και ἐν Ὀρνισι μεμνηται Προξενιδου ὡς
: ἡκετε και ὑμεις Ἀρκαδες , αὐτοχθονες , δι ' Αἰσχινην μεταβαλοντες την τυχην και τεως Φιλιππῳ δια τουτον δουλευοντες
9999934 νομαδες
ἐξ ἀρχης Ταυλαντιοι τε και Μαχαονες ἐκαλουντο το παλαιον , νομαδες οἱ πλειους αὐτων και αὐτονομοι και ἀβασιλευτοι ἐκ πολλου
. κακοβιοι τε δη και γυμνητες εἰσι τα πολλα και νομαδες : τα τε βοσκηματα αὐτοις ἐστι μικρα , προβατα
9999934 ἀποδεδωκε
' ἡς αὐτους ἐτρεψατο ἀν . ὁ μεντοι Ἀπολλωνιος αἰτιαν ἀποδεδωκε , δι ' ἡς ὁ Ἡφαιστος κατεσκευασε τῳ Αἰητῃ
. , = . , : γελοιως ὁ Ἀπιων ἱπποκορυστας ἀποδεδωκε τους κορυθας ἐχοντας ἱππειαις θριξι κεκοσμημενας . εἰ γαρ
9999934 ἀκολουθα
συμφερον και το καλον και το ἡδυ και τα τουτοις ἀκολουθα , καθαπερ ἐν ἀρχῃ διειλομην , κοινα πασι τοις
και οἱ μεν ἀγενητον αὐτον και ἀϊδιον φυσιν φασκοντες οὐκ ἀκολουθα εἰπον τοις γενητον αὐτον δογματισασιν . εἰκασμῳ γαρ ταυτα
9999934 γλυκυτερα
. κρειττων δε , φησιν , ἡ βουνιας καθεστηκεν : γλυκυτερα γαρ ἐστι και πεπτικωτερα προς τῳ εὐστομαχος εἰναι και
Χαριβαηλ , τους ὁρμους μεν ἐπιτη - δειους και ὑδρευματα γλυκυτερα [ και ] κρεισσονα της Ὀκηλεως ἐχουσα , ἠδη
9999934 πιθανωτατα
δοκει , πολλων ἀμφιλογα εἰποντων ἑπομενῳ μαλιστα Ῥωμαιων τοις τα πιθανωτατα γραφουσι περι των ἐξ Ἰταλιας ἀνδρων , οἱς δη
κρημνους ἐρειδων ] ὑπερογκα ἐγκληματα και διαβολας λεγων χαλεπωτατας . πιθανωτατα : ἐγγυς πιστεως και ἀληθειας ἐχομενα πλαττει , ἐπιφερων
9999934 πιθανωτερα
ψυχρων και βαρεων ἀποκρινομενων του παντος . Ἐστι δε τις πιθανωτερα δοξα ταυτης εἰρηκοτων ἐνιων , ὡς οἱ διᾳττοντες ἀστερες
των ? [ γαρ ἀποντων ] αἰει τα [ παροντα πιθανωτερα ] και ? [ ἐπιδοξος ] ἑκαστος ἐστιν ἠ
9999934 καθαρτικη
. Οὐκουν το γε εἰκος . Ἐστω δη διακριτικης τεχνης καθαρτικη , καθαρτικης δε το περι ψυχην μερος ἀφωρισθω ,
ἐπικρατει δ ' ἐν μεν τῳ φλοιῳ της ῥιζης ἡ καθαρτικη , ἐν δε τοις ἀωροις μοροις ἡ ἐφεκτικη :
9999934 εὐφημα
παραγραφος . συστημα κατα περικοπην στιχων ιβʹ . εὐφημειν ] εὐφημα λεγειν . της εὐχης ] ἡν αὐτος εὐξομαι .
ὡς Μαγνης ὁ κωμικος . στομωδη δε τα εὐστομα και εὐφημα Σοφοκλης , στομοδοκον δε τον στωμυλον και λαλον Φερεκρατης
9999934 ἐκοσμησεν
Θηβαιων εἰσι και αἱ Θεραπναι και ὁ Τευμησσος , ὁν ἐκοσμησεν Ἀντιμαχος δια πολλων ἐπων , τας μη προσουσας ἀρετας
θεος . . . . . παντι κοσμῳ την γυναικα ἐκοσμησεν . πως ἀνω μεν Ἡφαιστος ἐποιησε , το δε
9999934 ἀπελιπεν
δε κρινας ἐχεσθαι του πολεμου , Πνυταγοραν μεν τον υἱον ἀπελιπεν ἡγε - μονα των ὁλων ποιησας ἐν τῃ Κυπρῳ
γε : τρις γαρ τελειος ὑπαρχουσα οὐδ ' ἐπιδοσιν αὐξησεως ἀπελιπεν , ἀλλα και δυο κυβων ἁμα συνθεσις , του
9999933 κοινωνιᾳ
κοινωνου . ἐν δε τοις προς ἑτερον ἀδυνατουσιν , ἐν κοινωνιᾳ , δια το μη ἐμπειριαν ἐχειν των πραγματων .
αὐτῳ περιθεντες κλαδους , ἐπικομιζονται και χειροηθεις ὀρνιθας ἐπι τῃ κοινωνιᾳ της ἀγρας . εἰναι δ ' αὐτους ταχεις προσηκει
9999933 ἐμηχανησατο
οὐ προσηνεγκεν ἑτεραν πειραν ἰσχυροτεραν . βασιλευς δε ὁ μεγας ἐμηχανησατο και ἐξευρεν ὁτῳ ἀν μονῳ ἐγω ὑπεικαθοιμι και ὑποσχοιμι
? διεταξατο , της των ? τῃδε ἑνεκα ? εὐκοσμιας ἐμηχανησατο θειαν τινα μεθοδον , την πολιτικην φημι γνωσιν ,
9999933 ἐκφορα
Λυπει το καλλος ὁταν χαριν του καιρου Ἡ των πραγματων ἐκφορα λιμον ποιῃ . Εἰς ἀποριαν φθονος . Ἑρμηνεια .
τῃ αὐτος συντιθεσθαιΔηλον . δε ὡς ἡ μετα δασεος βραχεια ἐκφορα του ι ἐλλειπη αὐτην κατεστησε κατα την χρησιν .
9999933 κατακλυσμῳ
ὁ δικαιος και ἐν τῳ μεγαλῳ και ἐπαλληλῳ του βιου κατακλυσμῳ , μηπω δυναμενος διχα αἰσθησεως ψυχῃ μονῃ τα ὀντα
και Ἠλεκτρας της Ἀτλαντος θυγατρος καταλιπων την Σαμοθρᾳκην ἐν τῳ κατακλυσμῳ κατασκευασας σχεδιαν και εἰς τα κατα την Τροιαν μερη
9999933 ἀπορῳ
: ἀντι του καταλιπων την αὐτου φυλακην ἀλλ ' ἐν ἀπορῳ ἠσαν εἰκασαι : ἀποριαν εἰχον μεχρι και εἰκασμου .
φοβει τε ἠδη λιμον , ἐπειδαν τ ' ἐν τῳ ἀπορῳ γενωμεθα ἐτι μαλλον φοβησει , χωρις δε τουτων ὁ
9999933 κατεστρεψε
. ὁ οὐν Σκυθης ἐν Περσαις μεγα ὀλβιος ὠν γηρᾳ κατεστρεψε τον βιον . Εὐθυμος ὁ Λοκρος των ἐν Ἰταλιᾳ
τἀλλα ἀπαρακαλυπτως ἡδυπαθει . βιους δε προς τα ὀγδοηκοντα ἀσιτιᾳ κατεστρεψε . Βιβλια δε αὐτου φερεται ταδε : περι ἀπαθειας
9999933 λαμβανετω
οὑτως συντετελεσμενου τα ἀνω ζυγα προβολην ἀπο των μεσοστατων μειζονα λαμβανετω κατα μετωπον , και μεταξυ αὑτων δυο ὀρθα δεχεσθω
: προσταττεσθω πινειν ἐπι τουτοις ἀμπελινον τεφραν ὀξει φυραθεισαν : λαμβανετω και μεντοι και του καλουμενου πυρεθρου τας ῥιζας ,
9999932 λειᾳ
προσοφειλετε χαριν εἰπεν , ἐπειδη φασιν ὁτι ἐστεφανωσαν ἐπι τῃ λειᾳ τον Χαρητα . καθειρξαντες ] οἱον συγκλεισαντες και μη
μετα ταυτα καταχριε σταφιδι ἀγριᾳ ἠ φρυκτῃ μετ ' οἰνου λειᾳ . Ἀλκυονιον το τραχυτερον καυσας και λυχνου ἐλαιῳ λειωσας
9999932 δορυφοροι
. ἀνδρας αἱ μαχαι ζητουσι . παρεισιν ἐν τοις βασιλειοις δορυφοροι πολλοι και λυρας ἀπειροι και φεροντες ὁπλα . Λυδοις
τους θυρεους ὁπλοφορουντες ἐκ των ὀπισω παρεστασιν , οἱ δε δορυφοροι κατα την ἀντικρυ καθημενοι κυκλῳ καθαπερ οἱ δεσποται συνευωχουνται
9999931 ἐγκλημα
καειν , Ἀθηναιοις δε και το μη τρεφειν ἠ χειραγωγειν ἐγκλημα ἐδοκει . τινες δε και τουτο φασιν : ὡς
οὐν αὐξει το γεγονος δεινουντος του κατηγορου και μεγαλοποιουντος το ἐγκλημα ἠ το εὐεργετημα : ἐκ δε των ἐναντιων του
9999931 καθαρτικα
τους τοπους ἐγκαθισμασιν . Ἐπειδη δε οὐ μονον τα τοιαυτα καθαρτικα της ὑστερας προς συλληψιν ἐνεργει , ἀλλα και ἀλλας
νοϲημαϲιν ἐν τῳ η λογῳ κεφαλαιῳ ξγ . Ἐρρινα κεφαληϲ καθαρτικα . χρειαϲ δε καλουϲηϲ και δια ῥινων καθαιρειν χρη
9999931 κατεσκευασε
τρισμυριους νεανισκους ἐπιλεξας και παιδευσας τα πολεμικα των ἐργων ἀντιταγμα κατεσκευασε τῃ Μακεδονικῃ φαλαγγι . νβʹ . Ὡς Ἁρπαλος δια
ὑποτροχον δε πασαν τροχοις στερεοις τεσσαρσιν ὀκταπηχεσι το ὑψος . κατεσκευασε δε και κριους ὑπερμεγεθεις και χελωνας δυο κριοφορους .
9999931 ἀφαιρεθεισης
μη χρωμενων , ἀπηλλοτριωται δ ' αὐτων , της χρειας ἀφαιρεθεισης δια το εἰς ἐνια ἀπρεπες . Δεδειγμενου δ '
ἀλλα τινα φυσιν ἐν μεθοριῳ , καθαπερ ἀπο ἀμπελου κληματιδος ἀφαιρεθεισης εἰς ἑτερας ἀμπελου γεννησιν . Διο φησιν : ἑνεκα
9999931 κοιλια
ἐξουρειϲθαι ποιειν φηϲιν ὁ Διουϲκουριδηϲ . ἡ δε τηϲ γαληϲ κοιλια πινομενη παντοϲ ἀλεξιφαρμακον θηριου λεγεται . Κοκκοϲ Κνιδιοϲ ὁ
ΓΘ ἀλλως : τοις βοϊδιοις . ἡ γαρ του βοος κοιλια βολιτους ἐχει . λεγει δε φαυλοις εἰδεσιν ἐν αὐτοις
9999931 δακτυλοι
και το μετα ταυτα πεφυλαγμενωϲ ἐνεργειν τῃ χειρι . Παραφυονται δακτυλοι παρα την χειρα ποτε μεν ἐγγυϲ των μεγαλων δακτυλων
, μεταπλασμος γενους τα λυχνα , ὡς ὁ δακτυλος οἱ δακτυλοι τα δακτυλα . δει δε εἰδεναι , ὡς ὁ
9999931 φανεισα
ἐκ της Ταναγρας , ἐκελευσε κατ ' ὀναρ ἡ Δημητηρ φανεισα αὐτοις ἀκολουθησαι τῳ γινομενῳ ἠχῳ , και ὁπου ἀν
, οὐδ ' ἠν γενηται . Ῥαφη δε ἐν ἑλκει φανεισα , ὀστεου ψιλωθεντος , πανταχου της κεφαλης του ἑλκεος
9999931 φαινοιτο
εἰναι σον εὑρημα : και ἐγω εἰπον ὁτι τουτο εἰ φαινοιτο σοι οὑτως ἐχειν , πολλων ἀν εἰης λογων ἐμε
περι αὐτων ἐρω . εἰ δε τι βλασφημον ἠ τραχυ φαινοιτο ἐχων ὁ λογος , οὐ τον διελεγχοντα ἐμε ,
9999931 ἐτειχισαν
πρωτοι το Καπιτωλιον και το Παλατιον και τον Κυρινον λοφον ἐτειχισαν , ὁς ἠν οὑτως εὐεπιβατος τοις ἐξωθεν ὡστ '
πλειστον μερος ἐν θαλασσῃ , τας ἀπο της γης προσοδους ἐτειχισαν και πυργους πυκνους ἐποιησαν , και ταφρον ὀρυξαντες μεγαν
9999931 Εὐρυσθεως
Ἡραν τουτοις ἐπαγων , ὡς αὐτην ταυτα Ἡρακλει δι ' Εὐρυσθεως ἐπαγγελλουσαν , το οὐ πιστον του λογου ἀποκρυπτειν ἐθελοι
δε και οἱ ἀλλοι Ἡρακλειδαι και οἱ συν αὐτοις ἀποθανοντος Εὐρυσθεως κατοικιζονται παλιν ἐν Θηβαις . ἐν δε τουτῳ και
9999931 στατηρα
σταθμα , στασιμα ὠνομασεν ἐν Ὑϊ Κηφισοδωρος ὁ κωμικος . στατηρα δ ' οἱ της κωμῳδιας ποιηται την λιτραν λεγουσιν
ἐξερχεται τε πανταχος ' ἠδη πιομενη , δεχεται δε και στατηρα και τριωβολον , προσιεται δε και γεροντα και νεον
9999931 ἱκανως
πευσεσθε μεν , οὐ μην ἐνταυθα , δειλη τε γαρ ἱκανως ἠδη και βαδιζειν ὡρα ἐς ἀστυ , ἡδιους δ
τε και αἱ των πληγων εὐλαβειαι διεμελετωντο εἰς το δυνατον ἱκανως , εἰ τε τις ἡμιν συγγυμναστων συνεβαινεν ἀπορια πλειων
9999931 κινημα
, ὡς και το παντα ψευδη : τοινυν οὐδε το κινημα της διανοιας ἀληθες ἐστιν . Ἀλλα γαρ δια τοσουτων
. : κινυγμα ] Εἰδωλον . : κινυγμα : Το κινημα : και ἐστι πρωτοτυπον το κινω , ἐξ οὑ
9999931 ἐνικα
ἐβουλευσαμεθα περι του τι χρη ποιειν , ἀλλ ' εὐθυς ἐνικα σοι το πραγμα ἐπιτρεπειν ὡς εὐνῳ τε ἡμιν και
ἐπιοντι ἐτει [ ᾡ ἠν Ὀλυμπιας , ᾑ το σταδιον ἐνικα Κροκινας Θετταλος , Εὐδιου ἐν Σπαρτῃ ἐφορευοντος , Πυθοδωρου
9999931 Ἀνδρομαχου
οὐκ ἀξιον . και ἡ δι ' ἐχιδνων δε θηριακη Ἀνδρομαχου , περι ἡς πλειστα ὁ Γαληνος διεξηλθεν , χρησιμως
ἐπιτιθει . παραδοξως δε ποιει και ἡ δι ' ἐχιδνων Ἀνδρομαχου , ὡς ἐμπλαστρος ἐπιτιθεμενη . Ὑπο σφηκων ἠ μελισσων
9999931 ὁποτερᾳ
και ἐπεζευχθω ἡ ΒΕ , και δια μεν του Δ ὁποτερᾳ των ΓΕ , ΒΖ παραλληλος ἠχθω ἡ ΔΗ ,
, και ὁτι ἀφαιρετικης μεν οὐσης της πρωτης ἀνωμαλιας ἐν ὁποτερᾳ των διχοτομων ἐτι ἐλασσων ὁ τοπος αὐτης εὑρισκεται του
9999931 Καρχηδονιος
δεξασθαι , και παρηλθεν εἰσω των στρατηγων ἀγνοουντων . Ἀμιλκας Καρχηδονιος , ἀριστος των ἐν Λιβυῃ στρατηγων , πολλους πολεμους
λοιπῃ χρειᾳ ἀναπαυσας ἑως Μεσσηνης διεσωσε . Καρθαλων μεν ὁ Καρχηδονιος μετα την ναυαγιαν των Ῥωμαιων πολιορκησας Ἀκραγαντα ταυτην εἱλε
9999931 Ἀρχιγενης
. Ἐπι δε των μη κατεχοντων την τροφην , φησιν Ἀρχιγενης , σικυαν ὡς μεγιστην κουφην τῳ στομαχῳ ἠ τῳ
και ὁμοιως χρωμαι . οὑτω μεν οὐν αὐτῳ χρηται και Ἀρχιγενης ἐπ ' ἐμφραξει μυκτηρων : τῳ δε προτερῳ τῳ
9999930 μελικρατῳ
ἀργος , ἡπαρ μεγα ἐχων . τουτου ἡ χολη συν μελικρατῳ ποθεισα ἡπατικους ἀκρως ἰαται . το δε ἡπαρ αὐτου
χρω . Εἰ δε κολπος εὐθυς ἐξ ἀρχης γενοιτο , μελικρατῳ κλυσας ἐπιμελως , σπογγον καινον ἐφ ' ἱκανον μετα
9999930 θαυμασειεν
παντων ὡν μνημονευομεν ἀμφοτεροις τοις εἰρημενοις πεπρωτευκοτα . διο και θαυμασειεν ἀν τις εἰκοτως , εἰ στερησαι σφας αὐτους ἀνδρος
σωφρονα πασιν ἐπιδειξας . ὁ και μαλιστ ' ἀν τις θαυμασειεν : των γαρ ἀλλων ἐπι μεν της πραοτητος ταπεινων
9999930 ἐξειργασαντο
ἐκκλησιαις δεομενοι , τα δε καταμονας συντυγχανοντες : και τελος ἐξειργασαντο τους ἀνδρας μεγαλας ὑποτεινοντες ἐλπιδας αὐτοις , εἰ τα
περι ταυτην ἐσχον την φυσιν . ἀλλ ' οἱ μεν ἐξειργασαντο ἐν τοις αὑτων λογοις , οἱ δε οὐκ ἐν
9999930 εὐθυγραμμα
εὑρισκεται παντι εὐθυγραμμῳ , ζητησεως ἀξιον , μη και τα εὐθυγραμμα τοις περιφερογραμμοις ἰσα δεικνυναι δυνατον . και ὁ Ἀρχιμηδης
. Εἰτε ἀμβλυγωνια εἰτε ὀξυγωνια εἰτε ὀρθογωνια : το δε εὐθυγραμμα εἰρηκε προς ἀντιδιαστολην των περιγραμμων . Ἐστω το Α
9999930 ὑβρισεν
, φερε , εἰ δ ' ἐν ἀλλῳ τινι καιρῳ ὑβρισεν , οὐκ ἀν ἠν δεινον ; εἰ δ '
ἐφ ' ἁπασι τοις ἑαυτῳ νενεανιευμενοις ἐπεθηκεν , ἐμου μεν ὑβρισεν το σωμα , τῃ φυλῃ δε κρατουσῃ τον ἀγων
9999930 δαιμονι
τεταρταιων ἀπηλλαχθαι δι ' αὐτου φησοντας και νυκτωρ ἐντετυχηκεναι τῳ δαιμονι τῳ νυκτοφυλακι . οἱ καταρατοι δε οὑτοι μαθηται αὐτου
οἰκουσιν ἀφθονεστατην τε χρημασιν . Μη τρηχυς ἰσθι . Ὠ δαιμονι ' ἀνδρων , μη φθονερον ἰσθ ' ἀνδριον .
9999930 κἀκεινῳ
συνεχειν το στρατοπεδον : ὁ δε βαρεως το κελευομενον ἐφερε κἀκεινῳ ὑπισχνειτο ἐγκαρτερησειν εἰ μονον ἐξαποστειλειεν ὑστερον κατα των Τουρκων
το γουν ἐμε τε παρα σοι δια την σπουδην εὐδοκιμειν κἀκεινῳ τινα παραμυθιαν εἰναι το μη περιωφθαι δυστυχουντα παρα των
9999929 φυσικα
. Παιτος βασιλει βασιλεων τῳ μεγαλῳ Ἀρταξερξῃ χαιρειν . Τα φυσικα βοηθηματα οὐ λυει την ἐπιδημιην λοιμικου παθους : ἁ
οὐν ζητει ἐν τοις ψυχικοις . ἐρχου δε εἰς τα φυσικα . ἀλλα των φυσικων προηγειται ἡ πεινα . διο
9999929 θελημα
, εὐχομενος ὑπερ αὐτου . τουτο γαρ ποιων ποιεις το θελημα του θεου . λεγει γαρ ὁ νομος ὁ του
ψυχας ὑμων , ὁτι σιωπωντες ἐν καθαροτητι καρδιας δυνησεται το θελημα του Θεου κρατειν , και ἀπορριπτειν το θελημα του
9999929 ἐλθουσα
συνδειπνων ? ? [ ] παντελως την γνωμην διασεσεισμενη . ἐλθουσα δη ἐπι σκηνην και ῥιψασα ? ? ? ἑαυτην
, τον αὐτον βαλλοντα δεικνυς και βαλλομενον : γη δε ἐλθουσα το παθος ἀνηκεν ὁμωνυμον : την μνημην του νεου
9999929 ὑποτακτικη
, τουτεστιν ἡ ἐγκεκλιμενη ἀντωνυμια οὐδεποτε προτακτικη , οὐδε ἐκεινη ὑποτακτικη δεοντως παραληφθησεται , ὁπου γε και αἱ ὑποτακτικαι ἐν
ὡς μελλοντων μεν ὀντων , οὐ μην ἀοριστων , ἡ ὑποτακτικη ἐγκλισις ἀκαταλληλος : ἀοριστων δε ὀντων , οὐ μην
9999929 χρισμα
: πολλα δε γινεται περι Κιλικιαν και ποιουσιν ἐξ αὐτων χρισμα . Φασι δε και εἰς τα σπουδαια των μυρων
τους διδυμους και περιναιον και ὀσφυν . Ἐκ των Ῥουφου χρισμα ἐνεργον , ἐντεινον το αἰδοιον ] . Σμυρνης ,
9999929 γραμμαρια
. Φυλλου γραμμαρια ἑξ , ναρδοσταχυος γραμμαρια δωδεκα , ἀλοης γραμμαρια ἐννεα , μελιτος ξεστην ἑνα , οἰνου ξεστας ἑξ
. Ἀγαρικου , ῥοδων ξηρων ἀνα γραμμαρια δυο , ἀλοης γραμμαρια ἑπτα , μαστιχης γραμμαρια δωδεκα , μελιτος ξεστην ἑνα
9999929 ὑποτακτικα
. μη τι κορυψῃ : οὐ περισπαται . τα γαρ ὑποτακτικα ὁμοιως ἡμιν οἱ Δωριεις προφερουσι . το δε κορυψῃ
, αὐθαδη δε , ἐν δε τοις ἀνθρωποειδεσιν ἐπιεικη και ὑποτακτικα , ἐν δε τοις τροπικοις εἰς μεταπρασιν . Ὠνεισθαι
9999929 ἀποδημιᾳ
αὐτης ἐχειν τον ὑποκριτην : τοτε δ ' ὀντος ἐν ἀποδημιᾳ , ἐξ οὑ γεγονος ἠν ἀρρεν αὐτῳ παιδιον ,
πολεμον ἐξιεναι . χρη οὐν ἐπιλεξαμενον το ἁρμοζον ζῳδιον τῃ ἀποδημιᾳ ὁραν εἰ ἐφαρμοζει αὐτῳ ἡ των ἀγαθων μαρτυρια προς
9999929 Τηλεμαχου
ἀλλο ἠ το ἐπει ἑο κηδετο λιην ; ἠ του Τηλεμαχου , και παλιν προσεχωρει το ἐπει ἑο κηδετο λιην
[ ] ὡμειληκοτα τῃ μητρι κατα [ την τελευτην περι Τηλεμαχου και ] Πηνελοπης ἐρωτησαι , ἐπειδηπερ ὡς ἐνι μαλιστα
9999929 μελεα
και κραινοντων ἐϲ ὀϲτεα , ἠ ῥαγεντοϲ , ἀκρατεα τα μελεα και ἐπιϲυρομενα , οὐκ ἀναιϲθητα , γιγνεται . εἰδεα
, τοισι σοις ἐν ἀντροις , ἱνα τεκουσα τις παρθενος μελεα βρεφος Φοιβωι πτανοις ἐξορισεν θοιναν θηρσι τε φονιαν δαιτα
9999929 ἐλατη
και ἐστι και παρ ' ἡμιν , οἱον πευκη δρυς ἐλατη πυξος διοσβαλανος φιλυρα και τα ἀλλα δε τα τοιαυτα
ὡς εἰς μηκος αὐξητικα μαλιστ ' ἠ μονον , οἱον ἐλατη φοινιξ κυπαριττος και ὁλως τα μονοστελεχη και ὁσα μη
9999929 ηὐξησεν
, εἰ και κατ ' ὀλιγους προσιον , την δυναμιν ηὐξησεν . ὁ δε Μακρινος ὡς ταυτα ἐπυνθανετο , ἀθροισας
ἀλλ ' ὁσῳπερ το ὀργανον ἐκακισε , τοσουτῳ τον μουσουργον ηὐξησεν , ὁποτε της κρουσεως πολλακις προς τον τονον ἐμπεσουσης
9999929 ἐσπουδακεν
ταις ἐκμυζησεσιν τα βρεφη μη ἐπιχορηγουμενου τοσουτου γαλακτος , ὁσον ἐσπουδακεν ἐπισπασασθαι , αἱ δε ἀγαν σηραγγωδεις κινδυνον ἐπαγουσι πνιγμου
τι : περιτρεχει κυκλῳ τηρουσα τουτο , καταπιειν δ ' ἐσπουδακεν , ἑτεραι διωκουσιν δε ταυτην . ταὐτον ἠν .
9999928 Σιμωνιδης
οὐ σπονδη , οὐκ ἀπαρχη θεοις , ἀλλ ' ὡσπερ Σιμωνιδης ἐφη περι της ἀκοσμου γυναικος , ἀθυστα δ '
ὀνομαζει αὐτον . . . . . : Φερεκυδης και Σιμωνιδης φασιν , ὡς ἡ Μηδεια ἀνεψησασα τον Ἰασονα νεον
9999928 κολλυρια
και ἐτι βαθυτερων ὀντων βραχυ , προϲαγειν τα ἀπουλουν δυναμενα κολλυρια , οἱον ἐϲτι το του Κλεωνοϲ . και περι
ὀδυνηϲ ϲφοδραϲ μη παρουϲηϲ , ἀποκρουϲτικα παραληπτεον ἐπ ' αὐτων κολλυρια , πραϋνοντα το ϲφοδρον αὐτων τηϲ δηξεωϲ τῃ μιξει
9999928 δικαστηριῳ
ἐαν συμβῃ με πεσοντα ἀποθανειν , ⌈ ἠγουν ἐν τῳ δικαστηριῳ με θαψατε . ⌈ δρυφακτα ἐλεγετο * [ ἐνταυθα
τε κατηγορουμενος και ὁ διωκων , καλως ἀν ὡς ἐν δικαστηριῳ και κρισει αὐτων ὀντων ἐλεγομεν εἰναι τον λογον εἰδους
9999928 συνηνεχθη
. οὐ πολυ δε ὑστερον και το περι Κυνανην παθος συνηνεχθη , ὁ Περδικκας τε και ὁ ἀδελφος Ἀλκετας διεπραξαντο
καλος εἰναι και ταις Ἐφεσιων γυναιξι περιποθητος , και που συνηνεχθη πολλα ἱκετευθεις . το ἐντευθεν ἠδη ῥᾳον , ὡς
9999928 Εὐδοξου
ὁμεστιος θεοις ; ποθεν ; Ἐξηκεστιδης ἐχων λυραν , ἐργον Εὐδοξου , τιταινει ψιθυρον εὐηθη νομον . Χωρει ' πι
προετραπη ὑπ ' αὐτου τα Φαινομενα γραψαι , του βασιλεως Εὐδοξου ἐπιγραφομενον βιβλιον Κατοπτρον δοντος αὐτῳ και ἀξιωσαντος τα ἐν
9999928 μηδετερῳ
και μενειν . Μηποτε οὐν το προϊον τοιουτον ἐστιν οἱον μηδετερῳ κρατεισθαι μητε μονῃ , μητε προοδῳ μονον , ἀλλα
, φησι Σπευσιππος , και κακον κακῳ και ἀμφω τῳ μηδετερῳ , τουτεστι και ἀμφω τα κακα τῳ ἀγαθῳ .
9999928 κολοβοι
. Γ ναννοφυεις : ναννοι Γ γαρ Γ λεγονται οἱ κολοβοι των ἀνθρωπων : οἱ δε κολοβοι των ἱππων ἰννοι
πανυ ὀντες και λεπτοι ἀνοητοτερους δηλουσιν ἀνδρας . δακτυλοι παχεις κολοβοι τολμητικον και ἀπρονοητον και θηριωδη ἀνδρα δηλουσι , και
9999928 λαμβανε
. λεπτα λεπισας εἰς ἀκρατον ἐξαιθριασον , και πρωϊ νηστις λαμβανε αʹ . συνθλασας αὐτον , και καταπιε ἐφ '
ἐργον . το πειραν τηνδ ' ἐμωρανε ταλας εἰς ἀμφοτερα λαμβανε , εἰς τε το πεζος και εἰς το ναυτης
9999928 δευτερῳ
μεταφυτευσις τον καρπον ποιει . και τα μεν ἐνριζα τῳ δευτερῳ ἐτει , ἠ και θαττον τον καρπον ἀποδιδωσι :
Πυρρον Μολοσσον Αἰακιδην και Τρωαδα . Λυσιμαχος δε ἐν τῳ δευτερῳ των Νοστων [ . ] φησι Προξενον * *
9999928 φιλοτητι
' ἀρα οἱ Σεμελη τεκε φαιδιμον υἱον μιχθεις ' ἐν φιλοτητι , Διωνυσον πολυγηθεα , ἀθανατον θνητη : νυν δ
ὀνομ ' ἐμμεναι , οὑνεκα νυμφην εὑρομενος ἱλεων μιχθη ἐρατηι φιλοτητι ἠματι τωι , ὁτε τειχος ἐυδμητοιο ποληος ὑψηλον ποιησε
9999928 ἐφιλοτιμειτο
πληρες ὀν κρημνων και φαραγγων μακραν εἰχε την περιοδον . ἐφιλοτιμειτο οὐν ἁμα μεν μνημειον ἀθανατον ἑαυτης ἀπολιπειν , ἁμα
και του Ἡρακλειου στοματος , ὁς πριν μεν ἰδειν Ἑλενην ἐφιλοτιμειτο Μενελαον , ἰδων δε αὐτην ἐπεχειρει βιαζεσθαι : ὁ
9999928 παρηγγελλε
στεφανωσαμενος και ἀποδυς ἐλαμβανε τα ὁπλα και τοις ἀλλοις πασι παρηγγελλε , και τους λοχαγους ἐκελευεν ἀγειν τους λοχους ὀρθιους
ἀλλ ' αἰσχροκερδειας και ἀπατης δελεαρ . [ Ὁτι Πυθαγορας παρηγγελλε τοις μανθανουσι σπανιως μεν ὀμνυναι , χρησαμενους δε τοις
9999928 οὐρητικα
λεπτυντικη και εὐκοιλιοϲ μηδε γλιϲχρον ἠ βρομωδεϲ ἐχουϲα . και οὐρητικα μαλιϲτα προϲπλεκεϲθω ταιϲ τροφαιϲ . χρηϲτεον δε και τοιϲ
εἰεν οἱ λιθοι , πεφυλαχθαι το πλειον ποτον και τα οὐρητικα , ταις πυριαις δε και καταπλασμασι και ἐγκαθισμασιν ἀνιεναι
9999928 ἀπαλλαγην
βηξ μονος εἰχε ῥᾳστωνην , ἀλλ ' οὐδε οὑτος τελειαν ἀπαλλαγην . εἰ δε ποτε ἐδοξε την ὑλην πασαν εἰς
' ἀσυμφωνιαν ἐλαττουμενοι . διο και Πυθαγοραν φασι την ἐντευθεν ἀπαλλαγην ποιουμενον μονοχορδιζειν τοις ἑταιροις παραινεσαι δηλουντα ὡς την ἀκροτητα
9999928 εὐπορια
και ὑψοπρῳρα δια τας ἀμπωτεις , δρυϊνης ὑλης ἡς ἐστιν εὐπορια : διοπερ οὐ συναγουσι τας ἁρμονιας των σανιδων ,
το δε εὐτυχια , το δε εὐδοξια , το δε εὐπορια . Αἱ τεχναι εἰς τρια διαιρουνται : ἡ μεν
9999928 ἐστρατοπεδευσε
ἐπερα μαλα θρασεως και σταδιους εἰκοσιν ἀπ ' Ἀντιοχου διασχων ἐστρατοπεδευσε . τετταρσι τε ἡμεραις ἐφεξης ἐξετασσον ἑκατεροι παρα τον
τῃ κεφαλῃ του ὀρους γενομενος , ὁ Μαροξος καλειται , ἐστρατοπεδευσε κἀκειθεν τους πολεμιους περιεσκοπει ἐγγυς που του χωριου ὁ
9999927 ἀποδιδωμι
ἀποδειξασθαι : Ἀνθ ' ὡν , ἐφη , ταυτην αὐτῳ ἀποδιδωμι τιμην και χαριν : ἀφιημι των ἐκτισματων ἐπι τῃ
, κυριε : και εἰ τινος τι ἐσυκοφαντησα , τετραπλουν ἀποδιδωμι . ἐφ ' οὑ και ὁ σωτηρ εἰπεν :
9999927 ἑλκουσα
! ! ! ς δε ἐχει ἑκαστη και δεκα μνας ἑλκουσα , πεντε δε ἑκαστη ἡ μικροτατη οὐρα . ἐλαιον
ἐστι πανυ τουτο . δε ἐχει ἑκαστη και δεκα μνας ἑλκουσα , πεντε δε ἑκαστη ἡ μικροτατη οὐρα . ἐλαιον
9999927 ἐκομιζοντο
. οἱ μεν οὐν Πελοποννησιοι της νυκτος εὐθυς κατα ταχος ἐκομιζοντο ἐπ ' οἰκου παρα την γην : και ὑπερενεγκοντες
βοιᾳ τοις συν Ἀγαμεμνονι Ἑλλησιν ἐπιγενομενου χειμωνος ἐνταυθα , ὡς ἐκομιζοντο ἐξ Ἰλιου : Ψυτταλειαν τε την ἐπι Σαλαμινι ἰσμεν
9999927 τρισαριστεα
ἐν ἀντιληψει τῃ κατα νομον , ὡς ἐπι του τον τρισαριστεα μοιχευοντα ἀνελοντος δια τον νομον τον τους μοιχους κελευοντα
φυλαττειν δοκει . οἱον τον μοιχον ἀναιρεισθαι νομος , μοιχον τρισαριστεα τις ἀναιρων κρινεται δημοσιᾳ . ἐνταυθα γαρ το ὑπο

Back