ὁ γεωμετρης εἰς μεν την κατασκευην χρηται τῳ πρωτῳ και ἐννατῳ , εἰς δε την ἀποδειξιν τῳ δʹ μονῳ :
χαριν Τουτῳ συνουσων , ἀπο κακου δε τροπου . Ἐν ἐννατῳ μαχιμους ἀνδρας μηνυει , Λῃστας τε δεινους , πορνικους
9999950 Καρχηδονιους
' ἁς οὐκ ἐδει διαβαινειν τον Ἰβηρα ποταμον ἐπι πολεμωι Καρχηδονιους . εἰ δε την Σαρδονος ἀφαιρεσιν και τα συν
την ἀκτην ἐχοντας Ἰταλιωτων , ἐς δε την Σικελιαν διαβας Καρχηδονιους ἠναγκασεν ἀπαναστηναι Συρακουσων . φρονησας δε ἐφ ' αὑτῳ
9999949 ἐνικησεν
οὐσα του Ἁγνιου . ἐπειδαν οὐν λεγῃ Μακαρτατος , ὁτι ἐνικησεν ὁ πατηρ αὐτου Θεοπομπος του κληρου τουτου , ὑπολαμβανετε
ἐς τους ἐπειτα ὁσων τε και οἱων τον Οἰνομαον κρατησαντα ἐνικησεν αὐτος . ἀπεθανον δε ὑπο του Οἰνομαου κατα τα
9999948 ἐπιφωνημα
των ἐργων ἐθελησαντι προσλαβειν . οἱς ἐπιτιθησιν οὐδε μειρακιῳ προσηκον ἐπιφωνημα : λογῳ μεν γαρ την ἡμετεραν δυναμιν σῳζοι ἀν
σ βαρυνεται : σεσημειωται το πρωϊ ὀξυνομενον : το γιγγρι ἐπιφωνημα τι ὀν ἐν καταμωκησει λεγομενον , εἰ ὀξυνετο ,
9999948 Πελοποννησιακον
παλιν ἐπ ' ἐκεινου . ἐδοξε τοις Ἑλλησι καταλυσαι τον Πελοποννησιακον πολεμον : γραφει τις και τα τροπαια ἀναιρειν :
την κοινην της φυσεως ὁμοπαθειαν . Ἀθηναιοι γαρ κατα τον Πελοποννησιακον πολεμον εἰς την Σφακτηριαν νησον πολλους των Λακεδαιμονιων κατακλεισαντες
9999948 συνεχωρησε
, οὐκ ἐγενετο ἐλεγχος : ᾑ δε ποσως και ὁλως συνεχωρησε τουτο , ἠλεγχθη . Ἐτι καθαπερ ἐν τοις ῥητορικοις
ἐασαι παραφυλαξαι τον χρονον τον ἐπιτηδειον ἐς την πραξιν . συνεχωρησε το μειρακιον . ἐφ ' ἑαυτου τοινυν ὁ Χαριτων
9999947 ἐργαστηρια
σμηνη μη φαρμακουσθαι μηδε ἀγρους μηδε οἰκιας μηδε κτηνοτροφεια μηδε ἐργαστηρια . θʹ . προς το ἀνελειν κηφηνας . ιʹ
τεχναις ἀποβαινουσιν . αὐτοις δε και ταις τεχναις ὁμοιως τα ἐργαστηρια αὐτων ὁρωμενα ἀποβαινει χωρις ἑταιρας και πορνειου : αὐτη
9999947 τυγχανουσης
παρα φυσιν , λεγω δη της ἐκτος θερμοτητος , δραστηριου τυγχανουσης , διαφορεισθαι το κατα φυσιν ἡμιν θερμον . ἀλλα
της σεληνης κατα το ἀπογειον ἠ το περιγειον του ἐπικυκλου τυγχανουσης , τουτεστιν ἀνωμαλιας # ἠ ρπ : πλειστον δ
9999946 μαθηματικα
. εἰ τοινυν μη ἐστι παρα τα αἰσθητα και τα μαθηματικα ἑτερα τινα ἑν ὑπαρχοντα τῳ ἀριθμῳ , οἱα περ
και τοις φυσικοις . διαφερουσι δε ἀλληλων ὁτι τα μεν μαθηματικα ἀκινητα ὑπαρχουσι , τα δε φυσικα παντα ἐν κινησει
9999946 κατεσκευασατο
, τουτῳ δωρα ἀμεμπτως ἐδιδου , ὡστε λαμπροτατα το ξενικον κατεσκευασατο . συνεστρατευετο δε τῳ Φαρναβαζῳ και ὁποτε εἰς Μυσους
προϊοντος γνωσθεις , εἰς το χαλεπον γηρας ἐρημιαν αὑτῳ πασαν κατεσκευασατο ἐπι τελει του βιου , ὡστε ζωντων και μη
9999944 Σικελιωτας
μεγεθους ἐχρησατο τῳ περιρρυτος , ὁ δε Θουκυδιδης ὁμονοειν τους Σικελιωτας καλον οἰεται εἰναι , γης ὀντας μιας και περιρρυτου
των Ἀθηναιων ὑποδεξαμενων την θεον , πρωτοις τουτοις μετα τους Σικελιωτας δωρησασθαι τον των πυρων καρπον : ἀνθ ' ὡν
9999944 σπουδαιοι
το ἀλογον ἀποσειεται . και δια τουτο συγχαιρουσιν ἑαυτοις οἱ σπουδαιοι και συλλυπουνται . εἰρηται γαρ ὁτι οἱς χαιρει ἠ
χρωνται προς την των ἀδοκιμων δογματων εἰσηγησιν και παλιν οἱ σπουδαιοι προς τε την τουτων ἀναιρεσιν και προς το των
9999943 ἐβουλοντο
καταλυσαι , μικραν και εὐτελη προφασιν τοις στρατιωταις ἐς ἁ ἐβουλοντο της τυχης παρασχουσης . Μαισα ἠν τις ὀνομα ,
γεγονεναι , συνετους δε τινας και νομοθετικους . : οὐκ ἐβουλοντο οἱ παλαιοι Ῥωμαιων , ὠ Σηβωσε ἀνδρων ἀριστε ,
9999943 βλαστημα
και ζην . τινες δε λιπερνητας , οἱ λιποντες το βλαστημα του ἀνθους του πλουτου . λεγονται δε * *
ἀναγραπτεον : γης γαρ θρεμμα και οὑτος , οὐκ οὐρανου βλαστημα . τεκμηριον δε : οἰωνοις και ψευδεσι μαντειαις ἑπομενος
9999943 ὁμολογια
. και τα πραγματα ὁμοφροσυνη , ὁμονοια , ὁμογνωμοσυνη , ὁμολογια , συμφωνια ὁμοφωνια , ἀνακρασις , συνδεσμος . ταυτα
προς ἑαυτο , ἡ δε γνωσις οἱον συγκαταθεσις ἐστι και ὁμολογια του ἑκαστον εἰναι ὁ ἐστιν . Ἐπισυνακτεον δε τῳ
9999943 θανατοιο
, εἰς ὁτε κεν μιν μοιρ ' ὀλοη καθελῃσι τανηλεγεος θανατοιο , μη τις μοι κατα δημον Ἀχαιϊαδων νεμεσησῃ ,
δεξηται στυγερης τ ' ἐνοπης κωκυτον ἀκουσῃ , οὐ τηλου θανατοιο ταχ ' ἐσσεται , ἀλλα οἱ ἀτην και μορον
9999942 σωφροσυνης
μαινεται , εἰ μη και μαλλον ὁ τι περ κεφαλαιον σωφροσυνης ὁ αὐτος ἀν και φρονησεως εἰη . ὁμοιως δε
: περι των μεγιστων γαρ ἐστιν ἡ αἱρεσις , ἠ σωφροσυνης ἠ τεκνου . ” παλιν τουτο ἐπῃνεσεν ἡ Πλαγγων
9999942 πληθυντικα
λεγει εὐαγγελεις . Ἐκαθεσθη , καθεσθεις , καθεσθησομαι και τα πληθυντικα καθεσθησονται ἐκφυλα . λεγε οὐν καθεζομαι , καθεδουμαι ,
φαγων ἐλαβα λεγοντες και ἐφαγα , και τριτα δε τουτων πληθυντικα εἰς αν ληγοντα λεγουσιν . ὁ οὐν ἀπο της
9999942 ᾐτησεν
ἀπολωλεκως . ὁθεν και δια Θρασωνος πρεσβευτου παρα των Ἀθηναιων ᾐτησεν αὐτῳ την ἐν Κεραμεικῳ ταφην . ἐρωτηθεις δε ,
βιασαμενος οἱα τυραννος λαβειν τασδε τας τιμας , ἁς οὐδε ᾐτησεν . ἀνελευθερωτατοι δε ἀρα ἡμεις , οἱ τοιαδε τοις
9999942 χαλκανθου
εἰπε χαλκανθον ξανθην , ὡδε ἀπροσδιοριστως , μετα της κυανου χαλκανθου , ἐπηγαγεν ; Ἀλλα ταυτα , ὠ Διοσκορε ,
κεκαυμενος ἠ χαλκανθος ἁμα χορειᾳ χολῃ . ἀλλο δραστικωτερον . χαλκανθου μερος αʹ . κομμεως Ἀραβικου μερος ʹʹ . οἰνῳ
9999942 συγγενεσι
ἐπιμεριζει ὁ Ἡλιος ἐν τῃ γεροντικῃ ἡλικιᾳ , εὐφρανθησεται ἐπι συγγενεσι και τεκνοις και τευξεται ἀξιολογων εὐτυχιων : ἐπιμεριζει δε
Λατινους ἐπι παντα ἐκαλει τα Ῥωμαιων , ὡς οὐκ εὐπρεπως συγγενεσι της βουλης ἀντιστηναι δυναμενης : των τε ἑτερων συμμαχων
9999942 εὐδαιμονες
ἀρχωμεθα και τουτου ἐντευθεν . ὀρθως λεγονται οἱ μηδενος δεομενοι εὐδαιμονες εἰναι , και ὡς των ἀπεραντους ἐχοντων τας ἐπιθυμιας
ἐπιμισγεται , ἀλλοτε δ ' ἐσθλῳ . δοκουσι γαρ οἱ εὐδαιμονες συγκεκραμενον ἐχειν τοις ἀγαθοις και φαυλον : οἱ δε
9999942 κομιζει
εἰς ἁλα , ταυτ ' ἐμβαλων πορπακι γενναιαν χερα αὐτος κομιζει δορυ τε δεξιαι λαβων , ὡς τωι θανοντι χαριτα
ἐπειτα αἰδεσθεις εἰ μηδε αἰγος φιλανθρωπιαν μιμησεται , νυκτα φυλαξας κομιζει παντα προς την γυναικα Μυρταλην , και τα γνωρισματα
9999941 ἐτυραννησεν
ᾐτησεν εἰς το γερας ἀναιρεσιν της γραφης και ἐλαβεν : ἐτυραννησεν ἐκεινος και καθελων αὐτον οὑτος συνειδοτος φευγει : τῃ
. ἠκμαζε δε περι την τριακοστην ὀγδοην Ὀλυμπιαδα , και ἐτυραννησεν ἐτη τετταρακοντα . Σωτιων δε και Ἡρακλειδης και Παμφιλη
9999941 σφοδροτητα
την κεφαλην ἠ , εἰπερ ἀδυνατον εἰη τουτο δια την σφοδροτητα της φυσικης δυσκρασιας , προνοεισθαι γουν αὐτης δια παντος
φλεγμαινον εἰη τι μοριον , ἀλλα προαιρῃ κἀνταυθα την μεν σφοδροτητα του πυρετου παυσασθαι , πλειονων δ ' ἡμερων δεησεσθαι
9999941 ἀλογια
μετ ' ἀφροσυνης και της ἀλλης κακιας ἑπομενας πολλη που ἀλογια τῳ νῳ μειγνυναι τον βουλομενον ὁτι καλλιστην ἰδοντα και
οὐτε ἐν τοις χειροσι : τοις μεν γαρ οὐκ ἐστιν ἀλογια , τοις δ ' οὐκ ἐστι λογος . τουτων
9999941 μυραιναν
δε ἰχθυς θαλασσιος . ἀντι δε του εἰπειν ἐχιδναν , μυραιναν εἰπε . Γοργονες Τιθρασιαι : Ἀπο δημου της Ἀττικης
ἐδοξεν εἰναι , ἡν δαιονται μακαρες θεοι αἰεν ἐοντες . μυραιναν δ ' ἐπεθηκε φερων το καλυμμα τραπεζης , ζωνην
9999941 τηνικα
το ἠμος , ἡνικα , εἰ μη γενοιτο τημος και τηνικα . οὐ παρειπετο οὐν τῳ ἐνθαδε το τοιουτον :
τῃ πῃ ὁπῃ , οὑ του που ὁπου , ἡνικα τηνικα πηνικα ὁπηνικαἸσως . οὐν τις φησει τα κατα πευσιν
9999941 μυριοι
[ ! ! ! ⌊ ε παρεσσονται ] ⌋ μαλα μυριοι οὐδε ⌊ κεν [ ἀνηρ ⌋ ! ! !
ἑκαστῳ πεντηκοντ ' ἐσαν ἀνδρες παρεχει λογιζεσθαι ὁτι ἠσαν πεντακις μυριοι ἀνευ των συμμαχων . Την δε μουσικην , οἰκειοτατην
9999941 ἐγραφεν
οὐ γαρ ἀμεινω μεν ἐν ταις ὑπο των σων κομιζομεναις ἐγραφεν , οὐ τοιαυτα δε ἐν ταις ὑπο των αὑτου
ὑπο τουτων οἱς νυν ὑπηρετων τους κατ ' ἐμου λογους ἐγραφεν , ἐπειδη δ ' ἁ κατηγορει τοτε των ἀλλων
9999941 Πελλαν
μοι τα βρωμαθ ' ἡδονην ποιῃ . Στρατονικος ἀπεδημησεν εἰς Πελλαν ποτε παρα πλειονων ἐμπροσθε τουτ ' ἀκηκοως ὡς σπληνικους
πατρωνυμικως Βερενικιαδαι . ἐστι και ἀλλη περι Συριαν , ἡν Πελλαν καλουσι . Βερενικιδαι , δημος της Πτολεμαϊδος φυλης .
9999941 Λευκιππον
λουεσθαι . ἐνθα δη ὡς ἀφικομεναι ἀπεδιδυσκοντο και ἑωρων τον Λευκιππον μη βουλομενον , περιερρηξαν αὐτον . μαθουσαι δε την
ἠν και Πολυστρατος ὁ διαδεξαμενος Ἑρμαρχον . ἀλλ ' οὐδε Λευκιππον τινα γεγενησθαι φησι φιλοσοφον , οὐτε αὐτος οὐτε Ἑρμαρχος
9999941 ἐβουλευσαντο
: ἐπει δε συνηλθον οἱς ἐμελε περι του φρουριου , ἐβουλευσαντο κοινῃ φυλαττειν οἱσπερ ἀγαθον ἠν φιλιον ὀν , ὁπως
συσταντες ἀνδρες ἐκ της συγκλητου τε και των ἱππεων ἑξηκοντα ἐβουλευσαντο αὐτῳ φονον . Ἠσαν δε ἡγεμονες της των ἀνδρων
9999940 ὠνησατο
Δημαρατον παυσειε βασιλευοντα , και την τε ἐν Δελφοις προμαντιν ὠνησατο , Λακεδαιμονιοις αὐτην ὁποσα αὐτος ἐδιδασκεν ἐς Δημαρατον χρησαι
ἐν δευτερῳ Ἀπομνημονευματων ὡς Ἀριστοτελης αὐτου τα βιβλια τριων ταλαντων ὠνησατο . . . φησι δε Φαβωρινος ἐν τῳ δευτερῳ
9999940 ἐστεφανωσατο
και βωμος ἐν αὐτῳ τῳ τοπῳ , ἐν ᾡ και ἐστεφανωσατο και τον κλαδον ἀφειλε . και ἐτι και νυν
πομπα και κρισις ἀμφ ' ἀεθλοις . των ἀνθεσι Διαγορας ἐστεφανωσατο δις , κλεινᾳ τ ' ἐν Ἰσθμῳ τετˈρακις εὐτυχεων
9999940 ἐνθα
δε χειρ ὀλισθανει ἠ εἰσω ἠ ἐξω ἠ ἐνθα ἠ ἐνθα , μαλιστα δε εἰσω . ἐστι δ ' ὁτε
φευγοντας ζημιουν θανατῳ : πολισμα οὐν ἑλων Σικυωνιων Φοιβιαν , ἐνθα ἠσαν το πολυ οἱ Βοιωτιοι φυγαδες συνηγμενοι , ἀφιησι
9999940 εἰσομεθα
σαφως των ἀντικρυς ἠδη ταις αἰσθησεσιν ὡμολογημενων , ὡς αὐτικα εἰσομεθα ἐκ της κατ ' αὐτον των τετραχορδων διαιρεσεως .
παρα το ὀν , οὐδεν ἀληθες οὐτε νοησομεν οὐτ ' εἰσομεθα . Ἐστιν οὐν , πατερ , ἀληθεια και ἐν
9999940 ἀξιολογοι
ἡ το χρυσιον παρατριβομενον δοκιμαζουσα . οὑτως παντες κεχρηνται οἱ ἀξιολογοι . ἐκ του Ῥητορικου , . , . .
δε τοις Συρακοσιοις συστρατευοντων , ἠθροισθησαν παρ ' ἀμφοτεροις δυναμεις ἀξιολογοι . φιλοτιμιας δε μεγαλης γενομενης ταις πολεσιν , ἀντεστρατοπεδευσαν
9999940 παραβεβλησθω
, και τῳ ἀπο της ΑΓ ἰσον παρα την ΔΕ παραβεβλησθω το ΔΖ πλατος ποιουν την ΔΗ . και ἐπει
μεν ἀπο της ΑΒ ἰσον παρα την ΕΖ παραλληλογραμμον ὀρθογωνιον παραβεβλησθω το ΕΚ , τοις δε ἀπο των ΑΓ ,
9999940 εὐφροσυνης
μερος ἠρημωσαν . ἐν σχηματι δε εἰπεν , ἀντι του εὐφροσυνης ἐρημον ἐποιησαν . ἀλλως : τον μεν Καδμον αἱ
της γης Ἀριστοφανης μετα δακρυων , ἀλλα βαδιζετω μετ ' εὐφροσυνης προς το του Πελοπος χωριον . ἐν μεσῃ Πελοποννησῳ
9999940 Καρχηδονιοις
Καρχηδονα τοις Ἀκραγαντινοις μετα των ἀλλων των διαμειναντων παρα τοις Καρχηδονιοις ἀποκατεστησε τον ταυρον , ὁς και τωνδε των ἱστοριων
αἰχμαλωτους ναυς , και ἀνελκυσαντες αὐτας ἐθεραπευον , ὡστε τοις Καρχηδονιοις μη μονον ἀκουστον , ἀλλα και θεωρητον ποιησαι το
9999940 ἀποδεικτικη
ἐσται των καθ ' αὑτα ὑπαρχοντων ταις πασαις οὐσιαις και ἀποδεικτικη , εἰτε και ἡ αὐτη εἰη τῃ περι τας
πασων ἡ διαιρετικη , δευτερα ἡ ὁριστικη , τριτη ἡ ἀποδεικτικη , τεταρτη ἡ ἀναλυτικη . των δε τριων μονων
9999940 ὀρνιθεια
, πυρετοις , ὀποις . ὁραν τε κειμενα ἀμητας ἡμιβρωτας ὀρνιθεια τε , ὡν οὐδε λειφθεντων θεμις δουλῳ φαγειν ,
μεν τον κεγχρον , ἐς ἑσπερην δε κρεα σκυλακιου ἠ ὀρνιθεια ἑφθα ἐσθιειν , και του ζωμου ῥοφανειν : σιτιοισι
9999940 ἠδικησεν
, κἀκεινου δοντος τῳ Θεμιστοκλει λογον και μαθοντος ὡς οὐδεν ἠδικησεν , ἀπελυθη της τιμωριας . δοξας δε παραδοξως ὑπ
του Κηφεως θυγατερα την Ἀνδρομεδαν ἐπεμψατε , οὐτε την παιδα ἠδικησεν , ὡς οἰεσθε , και αὐτο ἠδη τεθνηκεν .
9999939 Πελοποννησιακων
προτερου , ὁς ἐπεκληθη Μελικερτης . γεγονε δε προ των Πελοποννησιακων : και γεγραφε Γενεαλογιαν ἐν βιβλιοις τρισιν : Εὑρηματα
, ὡς το σαν . Καλλιστρατος δε Σαμιος ἐπι των Πελοποννησιακων μετηνεγκε την γραμματικην και παρεδωκεν Ἀθηναιοις ἐπι ἀρχοντος Εὐκλειδου
9999939 ἐξηγησαντο
ἰατρον προνοιαν ἐπιτηδευειν . το “ δοκεει μοι ” τινες ἐξηγησαντο : φασι γαρ ὁτι ὁ Ἱπποκρατης οὐκ ἐτολμησεν οὑτως
δριμεα , τουτεστιν οὐ ξηρα . τινες δε και ἀλλως ἐξηγησαντο , λεγοντες , ὁτι ἐπι των λυπουμενων τα οὐρα
9999939 ὁριστικα
ἐκεινου οὑ ἀν ᾐ ἀριθμος οὑτω και τα εἰδη παντων ὁριστικα εἰσι και μετρητικα : ἐπει οὐν λογοι των εἰδων
καταφασει , τα ἐν καταφασει ῥηματα ἀναιρει , ἁπερ ἐστιν ὁριστικα , ἐχοντα ἐν αὑτοις την καταφασιν , ἀνθ '
9999939 κρατημα
ἀγονται κατω , και προσδεονται κλιμακιῳ τινι της κλιμακος προς κρατημα . τουτων γενομενων , ὡς εἰρηται , στρεφεται ὁ
ἀρχαι ἀγονται κατω και ἀποδιδονται κατω κλιμακιῳ ἀκινητῳ προς το κρατημα γινεσθαι και ἀνατασιν εὐθυπορον . δυναται δε και κατω
9999939 φιλοτιμια
μεν την φιλοτιμιαν ἀφιλοτιμια φαινεται , προς δε την ἀφιλοτιμιαν φιλοτιμια , προς ἀμφοτερα δε ἀμφοτερα πως . τουτο δε
παθος λαβων . και τουτο ἀρα σε μονον ἡ τοτε φιλοτιμια λυπει , ὁτι τῃ μνημῃ της δωρεας ἡ συμφορα
9999939 ἀπεικονισμα
αὐτη τε και τα μερη . ὁλη μεν δη γεγονεν ἀπεικονισμα και μιμημα του κοσμου , τα δε μερη των
περιγειοις ἐξαιρετον ἀπονενεμησθαι τοπον ἱερον τῳ ἀορατῳ θεῳ μηδεν ὁρατον ἀπεικονισμα περιεξοντα προς μετουσιαν ἐλπιδων χρηστων και ἀπολαυσιν ἀγαθων τελειων
9999939 ἀνεπεισε
ὀν και ἀνθος και φαρμακον και μυρον . ταυτα Ἀγχισην ἀνεπεισε , ταυτα Ἀρην ἀπεδυσε , ταυτα Ἀδωνιν ἐλθειν ἀνεμνησε
μικρον μετα τουτ ' ἐπος εἰπον : μνεα μ ' ἀνεπεισε γεροντα και οὐκ ἐθελοντ ' ἀναβηναι και σπανις ,
9999939 Θετταλιαν
τριακοντα πολεις ἐπι Θρᾳκης ὑπερ ὑμων ἀνῃρηκεναι φησει , και Θετταλιαν ἁπασαν ἐχειν φρουραις και τετραδαρχιαις κατειληφως , ἱν '
Ἀσωπον . Πηνειος μεν οὐν κατοικησας περι την νυν οὐσαν Θετταλιαν ἐπωνυμον ἑαυτου τον προειρημενον ποταμον ἐποιη - σεν :
9999939 νεανισκου
ἐκεινον , οὐκ ἠθελησαν εἰπειν ἐρωτηθεντες , ἀφεμενοι δε του νεανισκου ἐτυπτον ἐμε . μαχης δε γενομενης , ὠ βουλη
παραδοξον , ὁ μεν βασιλευς Κρεων θαυμασας την ἀρετην του νεανισκου την τε θυγατερα Μεγαραν συνῳκισεν αὐτῳ και καθαπερ υἱῳ
9999939 ἀναμφισβητητως
ἐτι πλεον οὐδεν , ἀποδεδωκοτι τας μισθωσεις ἐχειν ἐμοι προσηκον ἀναμφισβητητως , οὑτοι τηλικαυτην δικην λαχοντες και σφετερα αὐτων εἰναι
πασι , περι τε της ἐν τῃ ψυχῃ αὐτεξουσιου δυναμεως ἀναμφισβητητως ἀπεδειξε , και προϊων περι της του λογου και
9999939 γινωσκουσα
σχολην ] βραδυτητα . ἀξυνημων ] ἠγουν μη συνιεισα και γινωσκουσα τα λεγομενα . δεχηι ] ἠγουν νοεις . λογον
ἀγνοουσα , οὐδεις ἐσται ταυτῃ προσεχων , εἰ δε ὡς γινωσκουσα , τῳ περιττῳ και τῳ ἀδυνατῳ ἐκβληθησεται τοιαυτα φαμεν
9999939 ἀπεστρεψεν
ἐνην και κατα τον Ξενοφωντα τους τουτων ὁτι πορρωτατω ὀχετους ἀπεστρεψεν , οὐδαμη καταισχυνασα το του ὁλου ζῳου καλλος .
μονον των ἐγκληματων ἐρρυσατο Ἡρωδην , ἀλλα και την ὀργην ἀπεστρεψεν ἐπι τους κατηγορους . Ὁ μεν οὐν Ἀραψ ἠδη
9999939 κατεγνωσθη
. Ἐπειδη τοινυν , ὠ ἀνδρες δικασται , θανατος αὐτων κατεγνωσθη και ἐδει αὐτους ἀποθνῃσκειν , μεταπεμπονται εἰς το δεσμωτηριον
τε δεοι και ἁ μη δεοι ποιειν ὑπο των δικαστων κατεγνωσθη θανατος , οἰεται αὐτον ἐλεγχεσθαι περι του δαιμονιου ψευδομενον
9999939 μεσοτητι
δει οἰκονομουμενη . ἀλλως : ἠθικη ἀρετη ἐστιν ἑξις ἐν μεσοτητι οὐσα παθων τε και πραξεων ὡρισμενη τῳ ὀρθῳ λογῳ
μητε την νεμεσιν ἀρετας εἰναι ἀλλα παθη ἐπαινετα τῳ ἐν μεσοτητι εἰναι . ἐστι δε ἡ νεμεσις λυπη ἐπι ταις
9999939 χαλεπως
νεοι των νεβρων οὑτως ἁλισκονται : οἱ δε ἠδη μεγαλοι χαλεπως : νεμονται γαρ μετα των μητερων και ἑτερων ἐλαφων
φορτικωτερος φαινεσθαι , χρωμενος ἀγροικῳ σοφιᾳ , προσηρμοσα ἀν οὐ χαλεπως ἑκαστον ὡν κατελεξα παθηματων ἑκαστῳ ὡν ὁ μυθος λεγει
9999938 πιστευσειεν
, : ῥαιον δ ' ἀν τις Ἡσιοδωι και Ὁμηρωι πιστευσειεν ἡρωολογουσι και τοις τραγικοις ποιηταις ἠ Κτησιαι τε και
ὡδε ἐπισκοποιμεν , τῳ ποτερως παιδι φιληθεντι μαλλον ἀν τις πιστευσειεν ἠ χρηματα ἠ τεκνα ἠ χαριτας παρακατατιθεσθαι . ἐγω
9999938 κατηλθε
μεν ἐπι Προυσιαδος ἠγεν , ἐντευθεν δε ἐπι την Ποντικην κατηλθε θαλασσαν , και παρελθων την παραλιαν τοις κατα κορυφην
ἐκεινος , ἀλλ ' ἐκυσε μεν Αἰσχυλον , ὁτε δη κατηλθε , κἀνεβαλε την δεξιαν κἀνεικος ὑπεχωρησεν αὐτῳ του θρονου
9999938 ἐνθουσιᾳ
, μικτην ἐχοντες δυναμιν : τῃ μεν γαρ ὁ προφητης ἐνθουσιᾳ πυνθανομενος , τῃ δε ὁ πατηρ θεσπιζει λογου και
ἀπεμαξατο τας περι των μελλοντων ἀψευδεστατας δια των ὀνειρων μαντειας ἐνθουσιᾳ , τοτε δε κἀν ταις ἐγρηγορσεσιν : ὁταν γαρ
9999938 σκοποι
ἡ ὁλη , και τινες οἱ ὑπ ' αὐτην μερικοι σκοποι και ποσαχως και εἰς τινα διαιρουμενοι , ποθεν τε
των Ἀλπεων . ἐνθα ὑπαντωμενοι τῳ Μαξιμινῳ οἱ προφυλακες και σκοποι του στρατου ἠγγειλαν κενην ἀνθρωπων εἰναι την πολιν πανδημει
9999938 ἀκουσομεθα
, των νυν εἰρημενων λογων οὐ χειρους οὐδ ' ἐλαττους ἀκουσομεθα , μακραν ἀν ἐλθοιμι ἐγωγε . “ δηλονοτι εἰκασμῳ
ἡ ὀψις σημειολυτου ; ἐκ του σαπρου τουτου τι ἀγαθον ἀκουσομεθα ; ” και ἠρξαντο γελαν . ὁ δε Αἰσωπος
9999938 ἐσπουδασαν
οὐν ἐπαινειν ἀξιον , ὁτι πρωτοι ταις ἐπιβολαις ἐχρησαντο και ἐσπουδασαν εὑρειν τι χρησιμον τῳ βιῳ . ἐπιγενομενος δε τουτοις
γαρ ἐκεινος και οἱ μετ ' αὐτον ἁπαντες περι ταυτην ἐσπουδασαν την πολιν και το βασιλειον ἐνταυθα μετηνεγκαν : και
9999938 Λακεδαιμονα
εἰκος ἐστιν , Ἀντισθενην Ἀττικον γε ὀντα παραγενομενον Ἀθηνηθεν εἰς Λακεδαιμονα ἐκ της γυναικωνιτιδος λεγειν εἰς την ἀνδρωνιτιν ἐπιεναι .
ἀπο των εἰς τουτο ἀξιουσων πολεων βοηθον αὐτον γενεσθαι . Λακεδαιμονα γουν παρειληφαμεν μετα τον ὑπ ' ἐκεινου γενομενον αὐτῃ
9999938 σημαντικα
, τα δε θηλυκα πονηρα , ἀμφοτερα δε φροντιδων ἐστι σημαντικα . παιδες δε και νεανισκοι γεροντων συμφορωτεροι βλεπεσθαι προς
ὡστε ἀποφαινεσθαι ” . διοτι οὐν πας μεν λογος ἐχει σημαντικα τινα μορια , ταυτα δ ' ἐπι μεν τινων
9999938 γιγνωσκων
αὐτον ἡ γη ἑως ἑσπερας . Λεγει ὁτι ὡς και γιγνωσκων την μορφην του ἡλιου ὁποια ἠν . Και ἐξωρισεν
' αὐτο ἐφαμεν τοιουτον εἰναι , ὁτι ἐνιοτ ' ἐγω γιγνωσκων Σωκρατη , πορρωθεν δε ὁρων ἀλλον ὁν οὐ γιγνωσκω
9999937 ϲτυπτηριαν
ϲαρκωματα ἐν μυκτηρϲι . λεπιδα ϲιδηρου και λεπιδα χαλκου και ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην ἰϲα λεαναϲ ἐμφυϲα ἠ τῃ μηλῃ παραπτου και
και λεπιδοϲ ἰου τε και τιτανου μετριωϲ πλυθειϲηϲ : ἠ ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην λειαν ἐπιπαϲϲε . ὑϲϲωπου ⋖ δ , ϲταφιδοϲ
9999937 ἀκριβεια
μεσον ὑπευθυνους τοις βουληθεισιν ἐσομενους ἐξενεγκειν . ἡ μεν οὐν ἀκριβεια ἐν ἐκεινωι δηλουται τωι λογωι , λεχθησεται δε και
μεσον ὑπευθυνους τοις βουληθεισιν ἐσομενους ἐξενεγκειν . ἡ μεν οὐν ἀκριβεια ἐν ἐκεινῳ δηλουται τῳ λογῳ , λεχθησεται δε και
9999937 κυβερνητου
, ὡσπερ και κυβερνητου μεν ἀρετη , ἀν τα του κυβερνητου ποιῃ και ἀρχῃ των ναυτων , των δε γε
δη . . . : περι του Ἀριστωνος του Κορινθιου κυβερνητου και της συμβουλης αὐτου και οἱ Συρακοσιοι : σημειωσαι
9999937 πυκνως
ἐπεθυμησεν Ἑλληνων κληθηναι δεσποτης . ἐρασθεις οὐν ἐκελευσεν οἰκετην παρεστηκοτα πυκνως αὐτον ἀναμιμνησκειν των Ἀθηναιων , ἱνα μη λαθῃ των
σπαδονεσσιν ] σπασμασιν ἀλυων ] ἀδημονων δηθακις ] πλειστακις , πυκνως σκαιρει ] λακτιζει σπαιρει ] λιποψυχει , πηδᾳ ,
9999937 κατεστρατοπεδευσε
: καταντησασα δε προς ὀρος το καλουμενον Βαγιστανον πλησιον αὐτου κατεστρατοπεδευσε , και κατεσκευασε παραδεισον , ὁς την μεν περιμετρον
της Φρυγιας ] και της Παφλαγονιας ἐκει [ το στρατευμα κατεστρατοπεδευσε ] , τον δε Σπιθριδατην [ προς Γυην ἐπεμψεν
9999937 ὀλιγοτητα
ὁμου , ἱνα μη διαρκεσειαν αὐτοις οἱ Ῥωμαιοι δια την ὀλιγοτητα . ὡν ἠδη νυκτος οὐσης ὁ Μασσανασσης παρα τινων
τε ἀνδρας ὑπεξιοντας λαθραιως τους τε ὀντας ἀσθενως δι ' ὀλιγοτητα μαχομενους και γνους ἐκ τουτων τον τε δρασμον των
9999937 ἀποφαινομεθα
ἀπο του καιρου κρινοντες και των ἀλλων περιστασεων ἀλλοτε ἀλλα ἀποφαινομεθα : και ποτε μεν τους ἐλλειποντας ἐπαινουμεν και πρᾳους
ὑπαρχειν , εἰ δε λοιπον το μη ὑπαρχον μη ὑπαρχειν ἀποφαινομεθα , οἱον τον Σωκρατην μη εἰναι ἀδικον , ἀποφασιν
9999937 σωφροσυνην
τροπον , την εὐσεβειαν μεν και δικαιοσυνην , ἐτι δε σωφροσυνην και ἐγκρατειαν και φρονησιν και την ἀλλην * *
ὡς εἰς γενος ἀναφερομεναι την ὑποληψιν , και φησι την σωφροσυνην την τοιαυτην ὑποληψιν σωζειν μονην , την περι τα
9999937 ποικιλῳ
ἀτακτον ἐκεινην ᾠδην ἀπᾳδοντες . ἀλλ ' ἐν αὐτῳ γε ποικιλῳ και πολυειδει τῳ θεατρῳ παντα μεν γελοια δηπουθεν ἠν
, παρα πρωτοις εὑρεθεντα τοις τραγικοις . , . : ποικιλῳ ] Συνετῳ . : γινωσκε σαυτον ] Γνωθι σαυτον
9999937 ἀθλιοι
. ἀλλ ' εἰ μεν ὁτι ἐδεηθησαν κολασεως λεγοιεν ὡς ἀθλιοι οἱ κακοι , διδοντες δε δικην ὠφελουντο ὑπο του
τι ἀτοπον εἰρηκεν ; οὐ γαρ ὡς ἁπαντες οἱ ἀνθρωποι ἀθλιοι εἰσι φησιν , ἀλλ ' ὁτι οὐθεν ἐστι ζῳον
9999937 τριγενη
συστελλεται . Ὁ ἡδυς του ἡδεος : τα εἰς υς τριγενη και ἑξης . Τριγενη ἐστιν ὁσα ποιει θηλυκον και
δε ἐστι ζητησαι , ὁτι μη γενομενα τα εἰς υς τριγενη δια του ε και ω ἀττικως κατα την γενικην
9999937 γιγνωσκουσι
τι ὑμας διαφεροντως δει γιγνωσκειν περι αὐτου ἠ οἱ οἰκειοι γιγνωσκουσι : τοιαυτα γαρ ἐστιν , ὡστ ' εἰ και
και ἀλλο παθημα , ὠ Σιμωνιδη , των τυραννων . γιγνωσκουσι μεν γαρ οὐδεν ἡττον των ἰδιωτων τους ἀλκιμους τε
9999937 γεννημα
: και ὁ λογος δε ὁ προφορικος , ὁστις ἐστι γεννημα ἡμων , δια του στοματος προφερεται . σνηʹ Αὐτῳ
τον Ὀρεστην λεγει . τιμαορος ] βοηθος . φιτυμα ] γεννημα . ποινατωρ ] τιμωρος , ἐκδικητης . κατεισιν ]
9999937 κατηνεχθη
παροιμια δηπου και τουτο και λογος ἐχων ἀξιωμα της ὁθεν κατηνεχθη φιλοσοφιας την ἀρχαιοτητα , ὡστε βοειον ἐπιβλεπειν αὐτῃ :
. Νικιας τις των συγκυνηγετουντων ἀπροοπτως παραφερομενος ἐς ἀνθρακευτων καμινον κατηνεχθη , οἱ δε κυνες οἱ συν αὐτῳ τουτο ἰδοντες
9999937 κληροι
ἐπει γης μεν ἀποτομην οὐκ ἐλαχον οὐδε προσοδευομενας κτησεις , κληροι δ ' εἰσιν αὐτοις αἱ παρα του ἐθνους ἀπαρχαι
των ζῳδιων και των ἀστερων ἐν λη τοποις και οἱ κληροι , εἰτε πολλους βουλει εἰτε ὀλιγους : πλην ὁτε
9999937 διωρθωσατο
ἐκπεμψας , ἐβοηθησε τοις πιεζομενοις και την ἡτταν των ἰδιων διωρθωσατο , αὐτος δ ' ἐχων το κρατιστον του στολου
ἐπειδη δημον κατα δημου παροξυνειν οὐχ οἱος τε ἠν , διωρθωσατο , τους γαρ δυνατους ὁ δημος μισει . .
9999937 ἐνατῳ
ἁλωσιν του ναου του ἐν Ἱεροσολυμοις κτισθεισα , ὡς Κουαδρατος ἐνατῳ Παρθικων . το ἐθνικον Σολυμηνος . Σολυμοι , οἱ
ᾠκουν . εἰσι και Καβειριοι ἐθνος Βοιωτιας , ὡς Παυσανιας ἐνατῳ . και Καβειρος Καβειρια , ἀφ ' οὑ το
9999937 βλεπουσα
και ἐπι ποιηματων μεταβολης . Ἡ δε διπλη ἡ ἐξω βλεπουσα παρα μεν τοις κωμικοις και τοις τραγικοις ἐστι πολλη
' ἐχθρας γενοιμην ὁμευνετῃ τινι των οὐρανιων . φοβουμαι γαρ βλεπουσα την της Ἰους παρθενιαν την ἀστεργανορα : ἡν οὐ
9999937 εἰργασατο
τε ὁ Σωφρονισκου προ της ἐς την ἀκροπολιν ἐσοδου Χαριτων εἰργασατο ἀγαλματα Ἀθηναιοις . και ταυτα μεν ἐστιν ὁμοιως ἁπαντα
νοειν περι θεου ἐμφασιν του ὑψιστου κινει . τι δε εἰργασατο ἠδη καλον ὁ Ἀβραμ , ὁτι κελευει αὐτῳ πατριδος
9999936 ἀρτηρια
αἰδοιου : μεχρι μεν γαρ ἐντος των λαγονων ἐστιν ἡ ἀρτηρια και ἡ φλεψ , ἁμα τοις γε ἀλλοις ἁπασι
συγκρισιν του ἐν τῃ ἀρτηριᾳ : † και ἡ μεν ἀρτηρια ὑποκατω κειται της φλεβος , ἡ δε φλεψ ἐπανω
9999936 συμβουλῃ
ἐπακουσαι αὐτων της συμβουλευτικης ἰδεας ἐστιν : κυριωτατον γαρ ἐν συμβουλῃ κεφαλαιον το συμφερον . και διδασκαλιαν ποιουμενος μη περι
' αὐτων σκευωρουμενον αὐτοις ὑπεδηλωσε . φυγῃ γουν , τῃ συμβουλῃ τουτου , ἐχρησαντο αὐτῳ ἐποχουμενοι και τον πλουν διαπεραιουμενοι
9999936 παρεσκευασε
Ἀλεξανδρου στρατιας εἰς Βακτρα και Ἰνδους πολλα τε ἀλλα νεωτερισθηναι παρεσκευασε , και δη και τουθ ' ἑν των νεωτερισθεντων
, Αἰγιαλειαν δε Σθενελῳ και ἐν Ἰθακῃ δε τους μνηστηρας παρεσκευασε συναχθηναι και ἐν Κρητῃ τα ὁμοια ἐπραξεν . ἐχινον
9999936 ὑποδειγμα
ἑως ” και “ τεως ” , και ὁτι εἰς ὑποδειγμα χρησιμον . παρατηρητεον ὁτι ἐνταυθα ἀδιαφορως ἐχρησατο “ τεως
Ἱνα δε , φησιν , φανερωτερον γενηται το λεγομενον ἐκκεισθω ὑποδειγμα . και ὑποτιθεται τον ἀφετην εἰναι ἐπι της του
9999936 ἀπηντησεν
τουτο βουκολος και ἰδιωτης ἐτυχεν ὠν , οὐδεν ἀν πραγμα ἀπηντησεν ἐκ του τοιουτου ὀνειρατος . νυν δε ἐπειδη τυραννος
την ἀντιθεσιν οὐκ ἐπηγαγε την μεταληψιν , ἀλλ ' ὁρικως ἀπηντησεν : εἰπων γαρ , τι λοιπον ἠ συγγνωμην αὐτῳ
9999936 θαυμαστως
καιπερ ὀντων ποτιμων . ἐστι δε και προς βαφην ἐριων θαυμαστως συμμετρον το κατα την Ἱεραν πολιν ὑδωρ , ὡστε
συμπλεοντων τῳ Ὀδυσσει και τῳ Νεοπτολεμῳ . τα τε ἠθη θαυμαστως σεμνα και ἐλευθερια , το τε του Ὀδυσσεως πολυ
9999936 Ἑλλησι
λεγομενος , οἰκοτι χρεωμενων , ὡς οἱ μεν βαρβαροι τοισι Ἑλλησι ἐν τῃ Σικελιῃ ἐμαχοντο ἐξ ἠους ἀρξαμενοι μεχρι δειλης
, μητ ' ἐκεινος , ὁν ἡμεις ἐπιβουλευειν ἡγουμεθα τοις Ἑλλησι , την του φιλος αὐτοις δοκειν εἰναι πιστιν ληψεται
9999936 ἐκυριευσαν
ὑπο τινων δικην θανατου οὐ παρων ὠφλεν . οὐ μην ἐκυριευσαν του σωματος αὐτου , ἀλλα τον ἰον ἀπηρυγον εἰς
Βοιωτους τε και Χαλκιδεις , εὐθυς ἀπο της μαχης Χαλκιδος ἐκυριευσαν . ἐκ της ὠφελειας της των Βοιωτων δεκατην ἁρμα
9999936 ἐβουλευοντο
οὑς αὐτων οὐδε ἀχθομενους τῳ γεγενημενῳ , συλλεξαντες τους ἐπικαιριωτατους ἐβουλευοντο τι χρη ποιειν . ἐπει δε πασιν ἐδοκει ὑποσπονδους
σοι και ἐπι παραδειγματος γενηται φανερον , οἱ πιθηκοι συνελθοντες ἐβουλευοντο περι του χρηναι πολιν οἰκιζειν : και ἐπειδη ἐδοξεν
9999936 Κυρηνην
ὁτι ἐνθηρου της Λιβυης οὐσης , ὁ Βαττος οἰκισας την Κυρηνην παρεσκευασε φυγειν τους λεοντας , δεει τῳ ἀπ '
θρασυν ἀποκαλουντες . και γαρ και Δημητριου του πλευσαντος εἰς Κυρηνην ἐπι πλεον ἐρασθηναι λεγεται , και Κλεοχαρους του Μυρλεανου
9999936 βλαβην
δηλοι τῳ ἐτει ἐκεινῳ λυπας και ὑβρεις και συκοφαντιας και βλαβην των πατρων και ἐλαττωσιν του πλουτου αὐτου . εἰ
ἐν τῳ προνοεισθαι σου και πειρασθαι τον Δια πειθειν τινα βλαβην ἐνυπαρχουσαν νοεις ; εἰπε μοι . . προμηθεισθαι ]
9999936 Μελικερτην
τε σελινου Ἰσθμιον , ᾡ θ ' ὑπο κουρον ἁλιβλαπτον Μελικερτην Σισυφιδαι κτερισαντες ἐπηεξησαν ἀεθλους . ἠε συ γ '
συνελθουσα Ἀθα - μαντι δυο ἐγεννησε παιδας , Λεαρχον και Μελικερτην , και θυγατερα Εὐρυκλειαν . Οὑτοι ὑπο Ἀθαμαντος μανεντος
9999936 σκολιοτητα
καλουσι κερατα , δρακοντι δε δια το μηκος και την σκολιοτητα , βουπρῳρον δε δια την αὐτην αἰτιαν δι '
ἐθελοι : ὁς γαρ εἰδως τα δικαια μη ἀποκρυπτει δια σκολιοτητα ἠθους ἀλλ ' ἀγορευει , τουτῳ και ὁ παρα
9999936 ἐσπουδακως
και πεφορημενον ἐκ μιγαδων και συγκλυδων ἡρμοσμενον περι αὑτον ἐχειν ἐσπουδακως , ὁς εἰς μοιρας καθαπερ τινας συμμοριας διανενεμηται .
γυναικος και παιδος οὐκ ἐπιμεληθεις ; ἐγω δε περι ὑμας ἐσπουδακως , ὡς εἰκος ἀνδρα και πατερα , βουλομαι των

Back