ἡ λεξις οὐ των ἑν δηλουσων ἐστιν , ἀλλ ' ἐνθαδε μεν την συνεχειαν , ἐν δε τῳ Κατ '
Τυριος ἐξ Αἰγυπτου πεπλευκως και λεγει προς αὐτον ὁτι σε ἐνθαδε ἐθεασατο : κἀγω μαθων , ὡς εἰχον εὐθυς ἐπιβας
9999954 ὡροσκοπουσης
. λογιζομαι το διαστημα το ἀπ ' αὐτου ἑως της ὡροσκοπουσης μοιρας : γινονται μοιραι λεʹ , ἁτινα ἐστι ὡραι
ὁρωντων . συν δε τῃ Σεληνῃ δυνοντος ἠ της Σεληνης ὡροσκοπουσης , μαχλοι και σπαναδελφοι . εἰ δε συν Ἀφροδιτῃ
9999952 Καρχηδονιος
δεξασθαι , και παρηλθεν εἰσω των στρατηγων ἀγνοουντων . Ἀμιλκας Καρχηδονιος , ἀριστος των ἐν Λιβυῃ στρατηγων , πολλους πολεμους
λοιπῃ χρειᾳ ἀναπαυσας ἑως Μεσσηνης διεσωσε . Καρθαλων μεν ὁ Καρχηδονιος μετα την ναυαγιαν των Ῥωμαιων πολιορκησας Ἀκραγαντα ταυτην εἱλε
9999952 ἐσπουδακεν
ταις ἐκμυζησεσιν τα βρεφη μη ἐπιχορηγουμενου τοσουτου γαλακτος , ὁσον ἐσπουδακεν ἐπισπασασθαι , αἱ δε ἀγαν σηραγγωδεις κινδυνον ἐπαγουσι πνιγμου
τι : περιτρεχει κυκλῳ τηρουσα τουτο , καταπιειν δ ' ἐσπουδακεν , ἑτεραι διωκουσιν δε ταυτην . ταὐτον ἠν .
9999950 δικαστηριῳ
ἐαν συμβῃ με πεσοντα ἀποθανειν , ⌈ ἠγουν ἐν τῳ δικαστηριῳ με θαψατε . ⌈ δρυφακτα ἐλεγετο * [ ἐνταυθα
τε κατηγορουμενος και ὁ διωκων , καλως ἀν ὡς ἐν δικαστηριῳ και κρισει αὐτων ὀντων ἐλεγομεν εἰναι τον λογον εἰδους
9999950 δαιμονι
τεταρταιων ἀπηλλαχθαι δι ' αὐτου φησοντας και νυκτωρ ἐντετυχηκεναι τῳ δαιμονι τῳ νυκτοφυλακι . οἱ καταρατοι δε οὑτοι μαθηται αὐτου
οἰκουσιν ἀφθονεστατην τε χρημασιν . Μη τρηχυς ἰσθι . Ὠ δαιμονι ' ἀνδρων , μη φθονερον ἰσθ ' ἀνδριον .
9999949 Αἰσχινης
σχημα τιθησιν : εἰ ἐκρινομην μεν ἐγω , κατηγορει δε Αἰσχινης , Φιλιππος ἠν ὁ κρινων : ταυτα γαρ οὐτε
ἡ Ἀθηνα θερμα λουτρα τῳ Ἡρακλει ἐποιησε . Θερσανδρος : Αἰσχινης κατα Τιμαρχου . ὁτι παιδεραστης οὑτος σφοδρος και Ἀριστογειτων
9999949 τρισαριστεα
ἐν ἀντιληψει τῃ κατα νομον , ὡς ἐπι του τον τρισαριστεα μοιχευοντα ἀνελοντος δια τον νομον τον τους μοιχους κελευοντα
φυλαττειν δοκει . οἱον τον μοιχον ἀναιρεισθαι νομος , μοιχον τρισαριστεα τις ἀναιρων κρινεται δημοσιᾳ . ἐνταυθα γαρ το ὑπο
9999949 εὐπορια
και ὑψοπρῳρα δια τας ἀμπωτεις , δρυϊνης ὑλης ἡς ἐστιν εὐπορια : διοπερ οὐ συναγουσι τας ἁρμονιας των σανιδων ,
το δε εὐτυχια , το δε εὐδοξια , το δε εὐπορια . Αἱ τεχναι εἰς τρια διαιρουνται : ἡ μεν
9999948 ἡγειτο
την Ἀττικην οὐκ ἐσεβαλον , ἐστρατευσαν δε ἐπι Πλαταιαν : ἡγειτο δε Ἀρχιδαμος ὁ Ζευξιδαμου Λακεδαιμονιων βασιλευς . και καθισας
το γαρ μαλλον κακον της ἀρχης της κατ ' αὐτην ἡγειτο . Το δε κατεπεμψεν ὁ θεος δυναμιν ἐπι την
9999948 ἐμηχανησατο
οὐ προσηνεγκεν ἑτεραν πειραν ἰσχυροτεραν . βασιλευς δε ὁ μεγας ἐμηχανησατο και ἐξευρεν ὁτῳ ἀν μονῳ ἐγω ὑπεικαθοιμι και ὑποσχοιμι
? διεταξατο , της των ? τῃδε ἑνεκα ? εὐκοσμιας ἐμηχανησατο θειαν τινα μεθοδον , την πολιτικην φημι γνωσιν ,
9999947 Ἑλληνικα
πολιν ἡν * Αἰνιανα καλεισθαι , και δεικνυσθαι ὁπλα τε Ἑλληνικα ἐνταυθα και σκευη χαλκα και ταφας : ἐνταυθα δε
των Ἀττικων δε ἐστιν . κεκτημαι και ἐκτημαι , ἀμφοτερα Ἑλληνικα . Θουκυδιδης ἑκατερως : „ και οὐδεν το προτερον
9999947 ἐσπουδακοτα
Ἀκακιον ἐπεμψας , οἰδα σοι χαριν , ἐδεικνυ γαρ τον ἐσπουδακοτα και βουλομενον ἐργον ἰδειν , ἀλλος δ ' ἀν
πως ἀν , πυθομενος ] μηδε ἑν του πραγματος , ἐσπουδακοτα μ ' αἰσθοιο συλλαβοις τε μοι ; ἐσπουδακοτα ;
9999947 χορια
των καταφορων και ληθαργων . κινει δε και καταμηνια και χορια ἐκβαλλει : ἐπι δε των κατα τον ἐγκεφαλον και
' ἐπιπαιζε : μονον ἀπαλλαγηθι μου : κανδαυλους λεγων και χορια και βατανια πασαν την ἡδονην . θερμοτεροις χαιρεις ἀει
9999947 εὐγενειᾳ
αὐτοκρατωρ : τι ; Ἀππιανος : κελευσον με ἐν τῃ εὐγενειᾳ μου ἀπαχθηναι . αὐτοκρατωρ : ἐχε . Ἀππιανος λαβων
: και γαρ ἠσαν ὡρᾳ τε σωματος διαλαμποντες και ψυχης εὐγενειᾳ και εὐφυϊᾳ τῃ τε των τροπων και του ἠθους
9999946 ἐνεμετο
πασχοντες . καρκινος ἀναβας ἀπο της θαλασσης ἐπι τινος αἰγιαλου ἐνεμετο . ἀλωπηξ δε λιμωττουσα ὡς ἐθεασατο αὐτον [ ἀπορουσα
ἑξῃ τροφης : και δοραν οἰος περιβεβλημενος μετα της ποιμνης ἐνεμετο τον ποιμενα φενακισας τῳ μηχανηματι . νυκτος δε γενομενης
9999946 Αἰσχινην
λεγει καπνον , ⌈ Προξενιδην * [ Προξενιαδην ] και Αἰσχινην τον Σελλου . και ἐν Ὀρνισι μεμνηται Προξενιδου ὡς
: ἡκετε και ὑμεις Ἀρκαδες , αὐτοχθονες , δι ' Αἰσχινην μεταβαλοντες την τυχην και τεως Φιλιππῳ δια τουτον δουλευοντες
9999946 συγγενη
νυξ . ὡσπερ δε ἐκει ἐκλειψιν σεληνης και αὐξησιν ὡς συγγενη ἀλληλοις τῳ περι αὐτην και ἀμφω ζητεισθαι παρελαβε ,
ταυτα οὑτως , ἀρ ' οὐκ ἐξ ἀναγκης τα ψυχης συγγενη προτερα ἀν εἰη γεγονοτα των σωματι προσηκοντων , οὐσης
9999946 ἐστρατοπεδευσε
ἐπερα μαλα θρασεως και σταδιους εἰκοσιν ἀπ ' Ἀντιοχου διασχων ἐστρατοπεδευσε . τετταρσι τε ἡμεραις ἐφεξης ἐξετασσον ἑκατεροι παρα τον
τῃ κεφαλῃ του ὀρους γενομενος , ὁ Μαροξος καλειται , ἐστρατοπεδευσε κἀκειθεν τους πολεμιους περιεσκοπει ἐγγυς που του χωριου ὁ
9999946 ἐξουσιᾳ
πρωτα ἐπιτρεψαντες αὐτοις και το ἀνοητον της ἀρχης μεγαλῃ καθοπλισαντες ἐξουσιᾳ , ὁτε Κοιντιον Καισωνα τῳ παρελθοντι ἐνιαυτῳ κρινειν ἐπ
το βρεχειν ἠν , φησιν , ἐπι τῃ του Διος ἐξουσιᾳ , και μη των Νεφελων ἠν τουτο ἐργον ,
9999946 τετραπλευρῳ
. ἐστι δε και το ΒΕΗ τριγωνον ἰσον τῳ ΛΕ τετραπλευρῳ , και ἐστι το ΑΕΖ τριγωνον ἰσον τῳ ΒΗΕ
χειμερινην , παραπλησια κατα το εἰδος τραπεζιῳ , σχηματι γεωμετρικῳ τετραπλευρῳ , ἀπο Γαδειρων ἀρξαμενη , ἠτοι του Ἡρακλεωτικου πορθμου
9999946 λῃστηρια
ἀλλ ' ἐκεινοι μεν ὁρμητηριοις ἐχρησαντο τοις τοποις προς τα λῃστηρια , αὐτοι πειρατευοντες ἠ τοις πειραταις λαφυροπωλια και ναυσταθμα
προτερον Κλεοπατρα . εὐφυους γαρ ὀντος του τοπου προς τα λῃστηρια και κατα γην και κατα θαλατταν , ἐδοκει προς
9999946 κατεστρεψε
. ὁ οὐν Σκυθης ἐν Περσαις μεγα ὀλβιος ὠν γηρᾳ κατεστρεψε τον βιον . Εὐθυμος ὁ Λοκρος των ἐν Ἰταλιᾳ
τἀλλα ἀπαρακαλυπτως ἡδυπαθει . βιους δε προς τα ὀγδοηκοντα ἀσιτιᾳ κατεστρεψε . Βιβλια δε αὐτου φερεται ταδε : περι ἀπαθειας
9999946 καθαρτικα
τους τοπους ἐγκαθισμασιν . Ἐπειδη δε οὐ μονον τα τοιαυτα καθαρτικα της ὑστερας προς συλληψιν ἐνεργει , ἀλλα και ἀλλας
νοϲημαϲιν ἐν τῳ η λογῳ κεφαλαιῳ ξγ . Ἐρρινα κεφαληϲ καθαρτικα . χρειαϲ δε καλουϲηϲ και δια ῥινων καθαιρειν χρη
9999945 Τυνδαρεως
γη μεν πατρις οὐκ ἀνωνυμος , Σπαρτη , πατηρ δε Τυνδαρεως . Σοι γ ' , ὠλεθρε , πατηρ ἐκεινος
τυγχανεις μοι υἱος , τον δε Καστορα μετα ταυτα ὁ Τυνδαρεως σπερμα θνητον ὀντα τῃ σῃ μητρι συνελθων ἐσπειρεν .
9999945 πολυιστωρ
παρισταμενοι βασιλει ” . Ἀφακη , πολις Λιβυης , ὡς πολυιστωρ ἐν Λιβυκων τριτῃ . το ἐθνικον Ἀφακιτης δια το
ἐθνικον Θυμιατηριος . Θυνη , πολις Λιβυης , ὡς ὁ πολυιστωρ Ἀλεξανδρος . ὁ πολιτης Θυναιος ὡς Δωδωναιος . Θυνια
9999944 ἐνικα
ἐβουλευσαμεθα περι του τι χρη ποιειν , ἀλλ ' εὐθυς ἐνικα σοι το πραγμα ἐπιτρεπειν ὡς εὐνῳ τε ἡμιν και
ἐπιοντι ἐτει [ ᾡ ἠν Ὀλυμπιας , ᾑ το σταδιον ἐνικα Κροκινας Θετταλος , Εὐδιου ἐν Σπαρτῃ ἐφορευοντος , Πυθοδωρου
9999944 καιροϲ
τηϲ ἐπιϲημαϲιαϲ διδωϲι ταϲ τροφαϲ : και γαρ οὑτοϲ ὁ καιροϲ πλειϲτον ἀπεχει του μελλοντοϲ παροξυϲμου . ἐτι δε και
μηδενοϲ κωλυοντοϲ των προρρηθεντων ἐπι του ϲυνοχου πυρετου , ἠδη καιροϲ τηϲ του ψυχρου δοϲεωϲ . ἐφ ' ὡν μεν
9999944 ἐθεραπευσεν
τις ἐγενετο ἰατρος ἀφυης ὁς τον ποδα τινος ἀλγουντος κακως ἐθεραπευσεν . . . , . . , . .
ὁ Ἀννιβας ἐπεμεινε τε τῃ σεμνολογιᾳ και τον Σκιπιωνα λαθων ἐθεραπευσεν ὡς καθελοντα τον ἀμεινονα Ἀλεξανδρου : διαλυομενης δε της
9999944 ἐβασιλευσε
Ναβουχοδονοσορος την Τυρον ἐπ ' ἐτη τρισκαιδεκα . Μετα τουτον ἐβασιλευσε Βααλ ἐτη δεκα . Μετα τουτον δικασται κατεσταθησαν και
καλουμενης ἀπο του Σικελου τουτου , ὁς και ἐν αὐτηι ἐβασιλευσε . και Μενιππος δε ταὐτα φησιν . Θουκυδιδης δε
9999944 Σιμωνιδης
οὐ σπονδη , οὐκ ἀπαρχη θεοις , ἀλλ ' ὡσπερ Σιμωνιδης ἐφη περι της ἀκοσμου γυναικος , ἀθυστα δ '
ὀνομαζει αὐτον . . . . . : Φερεκυδης και Σιμωνιδης φασιν , ὡς ἡ Μηδεια ἀνεψησασα τον Ἰασονα νεον
9999944 συστατικα
και μη ἠσαν ἐναντια , ἀδυνατον τα δυο εἰναι ἡμων συστατικα : ἰδου γαρ και ἡ λογικη και ἡ ἀλογος
οὐ σαφετεραις τοις πολλοις ἐχρησαντο παραδοσεσι , τα ἀναγκαια και συστατικα και ὡν νυν χρεια παραδραμοντες . Ἡμεις δε χρειωδες
9999943 ἐπηγαγετο
και των βαρβαρων , οὑς ὑπερ του βεβαιως τυραννειν Διονυσιος ἐπηγαγετο . φαινεται δε τεταρτην γραφων την της πατριδος ἀφηγησιν
ἀποσταντας Περσων σφισι προσθεσθαι και Χιων ὁτι δη ὁ δημος ἐπηγαγετο σφας βιᾳ των κατεχοντων την πολιν , οὑς Αὐτοφραδατης
9999943 ἠναγκαζοντο
ἑτερον ἐπι τους περι τον Ἀππιον οὐπω την ἐξουσιαν παρειληφοτας ἠναγκαζοντο καταφευγειν , τα μεν ἐν ταις ἐκκλησιαις δεομενοι ,
ὀρων , και μαστιγουμενοι και δεδιοτες και ὠθουμενοι και τρεμοντες ἠναγκαζοντο ἀποθνῃσκειν . ὡσπερ οὐν εἰ δυο ἀνθρωπω παλαιειν οὐκ
9999943 θερμοτεροϲ
ὁ κιρροϲ την χροιαν . ὁ δε παλαιοτεροϲ του νεου θερμοτεροϲ τε και ξηροτεροϲ . αὑτη μεν ἡ του οἰνου
ἱκανωϲ ὀντεϲ και πνευματωδειϲ . ὁ δε Κυρηναιοϲ ἁπαντων ἐϲτι θερμοτεροϲ τε και λεπτομερεϲτεροϲ . Ὀριγανοι παϲαι τμητικηϲ τε και
9999943 ἐκομιζοντο
. οἱ μεν οὐν Πελοποννησιοι της νυκτος εὐθυς κατα ταχος ἐκομιζοντο ἐπ ' οἰκου παρα την γην : και ὑπερενεγκοντες
βοιᾳ τοις συν Ἀγαμεμνονι Ἑλλησιν ἐπιγενομενου χειμωνος ἐνταυθα , ὡς ἐκομιζοντο ἐξ Ἰλιου : Ψυτταλειαν τε την ἐπι Σαλαμινι ἰσμεν
9999943 ἀκανθης
, κεινται δε ἐν τοις δυσεντερικοις και ὁ δια της ἀκανθης και ὁ δι ' ἠλεκτρου , προς αἱμοπτοϊκους ἀναγραφεντες
κατα δε τον νωτον αὐτων ἡ πολλη και ἐπιμηκης της ἀκανθης περιπλοκη τραχυνεται . Των δε δυσμενων και ἀγριων ἀνδρων
9999943 νομαδες
ἐξ ἀρχης Ταυλαντιοι τε και Μαχαονες ἐκαλουντο το παλαιον , νομαδες οἱ πλειους αὐτων και αὐτονομοι και ἀβασιλευτοι ἐκ πολλου
. κακοβιοι τε δη και γυμνητες εἰσι τα πολλα και νομαδες : τα τε βοσκηματα αὐτοις ἐστι μικρα , προβατα
9999943 Εὐρυσθεως
Ἡραν τουτοις ἐπαγων , ὡς αὐτην ταυτα Ἡρακλει δι ' Εὐρυσθεως ἐπαγγελλουσαν , το οὐ πιστον του λογου ἀποκρυπτειν ἐθελοι
δε και οἱ ἀλλοι Ἡρακλειδαι και οἱ συν αὐτοις ἀποθανοντος Εὐρυσθεως κατοικιζονται παλιν ἐν Θηβαις . ἐν δε τουτῳ και
9999943 ἐκομισαντο
Αἰγοσθενοις ἐδειπνησαν ὡς ἐδυναντο : τῃ δ ' ὑστεραιᾳ ἐλθοντες ἐκομισαντο τα ὁπλα . και ἐκ τουτου οἰκαδε ἠδη ἑκαστοι
ἐτων οὐ μονον την ἐλευθεριαν , ἀλλα και την χωραν ἐκομισαντο την αὑτων . ἐπει γαρ ἡττηθησαν ἐν Λευκτροις ὑπο
9999942 Εὐδοξου
ὁμεστιος θεοις ; ποθεν ; Ἐξηκεστιδης ἐχων λυραν , ἐργον Εὐδοξου , τιταινει ψιθυρον εὐηθη νομον . Χωρει ' πι
προετραπη ὑπ ' αὐτου τα Φαινομενα γραψαι , του βασιλεως Εὐδοξου ἐπιγραφομενον βιβλιον Κατοπτρον δοντος αὐτῳ και ἀξιωσαντος τα ἐν
9999942 δριμυτερα
προϲ μεν την κοινην διαιταν τα γλυκεα , τα δε δριμυτερα ὡϲ φαρμακον ποτε δοτεον , οἱον ἑλειοϲ ἀϲπαραγοϲ πετροϲελινα
κατα θερμοτητα ἐπιδεξαμενη δυσκρασιαν , τα τε οὐρα ἀλλοιωθειη ἀν δριμυτερα τε και λεπτοτερα γεγενημενα και του πυρετου ἐπινεμομενου ἠδη
9999942 συνηνεχθη
. οὐ πολυ δε ὑστερον και το περι Κυνανην παθος συνηνεχθη , ὁ Περδικκας τε και ὁ ἀδελφος Ἀλκετας διεπραξαντο
καλος εἰναι και ταις Ἐφεσιων γυναιξι περιποθητος , και που συνηνεχθη πολλα ἱκετευθεις . το ἐντευθεν ἠδη ῥᾳον , ὡς
9999942 συγγενειᾳ
' αὐτον οἰδε νους . μετουσιᾳ δε και ἀλλοιωσει και συγγενειᾳ τα ὑπερ αὐτον . εἰ δε μη παντες ταυτα
ἀλλ ' ἡμιν γε ἀμεινον δεσποτας φυλαττεσθαι ἠ τῃ ἡμετερᾳ συγγενειᾳ χαριζεσθαι . ” οὑτω και των οἰκετων οὐ μεμπτεοι
9999942 ἀπεδημησεν
Βοιωτου Σχοινεως ἐχων την κλησιν . εἰ δε ὁ Σχοινευς ἀπεδημησεν οὑτος παρα τους Ἀρκαδας , εἰεν ἀν και οἱ
εἰ τελευτησειεν ἀταφον μενειν , ἐχων τις γυναικα και υἱον ἀπεδημησεν , ὑπο καταποντισταις γενομενος ἐδηλωσε τοις οἰκοι περι λυσεως
9999942 Ἀρχιγενης
. Ἐπι δε των μη κατεχοντων την τροφην , φησιν Ἀρχιγενης , σικυαν ὡς μεγιστην κουφην τῳ στομαχῳ ἠ τῳ
και ὁμοιως χρωμαι . οὑτω μεν οὐν αὐτῳ χρηται και Ἀρχιγενης ἐπ ' ἐμφραξει μυκτηρων : τῳ δε προτερῳ τῳ
9999942 ϲπερματοϲ
. Ζυμηϲ ἀπο ϲεμιδαλεωϲ λιτρʹ β ϲκαμμωνιαϲ # α μαραθρου ϲπερματοϲ κυμινου φυλλου ἑκαϲτου κερατια Ϛ πεπερεωϲ κοκκοι λγ ἁλων
⋖ δ : διπλωματι τηκεται . Ἀνιϲου ϲπερματοϲ , ϲελινου ϲπερματοϲ , ϲχοινου ἀνθουϲ , ἀμεωϲ ϲπερματοϲ , ϲτυπτηριαϲ ϲχιϲτηϲ
9999941 ἐλαβες
' ἀποδωσω τηνδε τῃ βουλῃ τεως . Ποθεν δ ' ἐλαβες ταυτας συ ; Ποθεν ; ἐκ τοὐρανου . Οὐκ
φερε εἰπειν την γραμματικην , εἰτα ἐκεινην ἀφεισα θεολογικον βιβλιον ἐλαβες , τουτο ἐστιν ἡ ἐξαλλαγη . Ἀλλο γαρ βιβλιον
9999941 ἐλθουσα
συνδειπνων ? ? [ ] παντελως την γνωμην διασεσεισμενη . ἐλθουσα δη ἐπι σκηνην και ῥιψασα ? ? ? ἑαυτην
, τον αὐτον βαλλοντα δεικνυς και βαλλομενον : γη δε ἐλθουσα το παθος ἀνηκεν ὁμωνυμον : την μνημην του νεου
9999941 λιμενι
ἐκ του νοτου πετομενοι και τευθιδες χειμεριαι . Φωνη ἐν λιμενι ἀποψοφουσα και πολυπλοκον ἠχουσα χειμεριον . Και οἱ πνευμονες
ἠν ἐν κατασκευῃ τοτε ὁ νεως ὁ προς τῳ ἐξω λιμενι . και οἰδα εὐδοκιμησας οἱς ἀπεκριναμην : ἐφην γαρ
9999941 κινουμεθα
των ζῳων ἐξαλλαγην : εἰ γαρ και ἡμεις ἀλλως μεν κινουμεθα ἐμψυγεντες και του φλεγματος πλεονασαντος ἐν ἡμιν , ἀλλως
μαχη , προς ὁ μαλλον πεφυκαμεν και εἰς ὁ πλεον κινουμεθα , ὡστε εἰς ὁ πλεον αὐτοι κινουμεθα , ἐκεινο
9999941 ἀφῃρειτο
θυρᾳ , την μετελθουσαν αὐτον . και ὁ Θεοφημος με ἀφῃρειτο , και ἐγω την μεν ἀνθρωπον ἀφηκα , εἰς
χειρονων ἡγεισθαι ἡ λαθραια τε και νυκτερινη ἐκ σφων ἐπιθεσις ἀφῃρειτο , εἰ τε τι ἐκ του παραλογου πταισμα σφισι
9999941 ἀπηλλαξεν
στρατευματα ἐπιστησας τε αὐτοις στρατηγους του παντος πληθους την πολιν ἀπηλλαξεν . , . , . . , . .
ὑβριζοντας και διαφορουντας τα κοινα ἐξελεγξας ἐξεβαλε την τε χωραν ἀπηλλαξεν ἀκαρπιας και λοιμου διασφαγας ὀρους ἀποτειχισας δι ' ὡν
9999941 φυσικα
. Παιτος βασιλει βασιλεων τῳ μεγαλῳ Ἀρταξερξῃ χαιρειν . Τα φυσικα βοηθηματα οὐ λυει την ἐπιδημιην λοιμικου παθους : ἁ
οὐν ζητει ἐν τοις ψυχικοις . ἐρχου δε εἰς τα φυσικα . ἀλλα των φυσικων προηγειται ἡ πεινα . διο
9999941 Χρυσης
των λογων ἀποδιδωσιν , ὡσπερ ἐν ἀρχῃ πεποιηται αὐτῳ ὁ Χρυσης ἐν τοις προς τους Ἑλληνας λογοις χρησιμωτατῳ προοιμιῳ κεχρημενος
σπονδειακα , περι ὡν μελλει λεγειν , οἱον δια το Χρυσης Χρυσου και Περσης Περσου και Ξερξης Ξερξου . Προσκειται
9999941 συνδρομη
μετα τουτο τραχηλος , το δε ἑπομενον αὐχην , ἡ συνδρομη δε τουτων καυλος , τα δε ἑκατερωθεν μετα την
τουτο τραχηλος , το δ ' ἑπομενον αὐχην , ἡ συνδρομη δε τουτων καυλος , τα δ ' ἑκατερωθεν μετα
9999941 ἐτειχισαν
πρωτοι το Καπιτωλιον και το Παλατιον και τον Κυρινον λοφον ἐτειχισαν , ὁς ἠν οὑτως εὐεπιβατος τοις ἐξωθεν ὡστ '
πλειστον μερος ἐν θαλασσῃ , τας ἀπο της γης προσοδους ἐτειχισαν και πυργους πυκνους ἐποιησαν , και ταφρον ὀρυξαντες μεγαν
9999941 διεβαλλετο
ὁ Παυσων ζωγραφος πενης σκωπτολογος . Λυσιστρατος : ἐπι μαλακιᾳ διεβαλλετο . ἐν ἐνιοις δε και πενης ὁ αὐτος και
Θεαγενους ὑηνια Γ : μωρια Γ και ἀμαθια . Γ διεβαλλετο γαρ ὁ Θεαγενης Γ εἰς μαλακιαν και Γ ὡς
9999941 ξυγγενες
: τυραννικου ὑπαρχοντος . αὐτου : του Παυσανιου κατα το ξυγγενες : δια την ξυγγενειαν . ἐπιτρεπειν : ἀδειαν διδοναι
, των μεν παραινουντων μη ἀποστερειν χαριν το πρεσβυτερον και ξυγγενες , ἐτι δε αἰτιον ζωης και του εἰναι ,
9999941 διεφθειρετο
ἐγεινετο εἰς τα σωματα προσθεσις , κἀν ? ? ? διεφθειρετο ῥαιδιως ? ? ? τα σωματα . * ὁθεν
ἠ γαρ ἐξημβλουτο τα ἐμβρυα , ἠ κατα τους τοκους διεφθειρετο ἐστιν ἁ και τας φερουσας συνδιαλυμηνα - μενα .
9999941 εὐφημα
παραγραφος . συστημα κατα περικοπην στιχων ιβʹ . εὐφημειν ] εὐφημα λεγειν . της εὐχης ] ἡν αὐτος εὐξομαι .
ὡς Μαγνης ὁ κωμικος . στομωδη δε τα εὐστομα και εὐφημα Σοφοκλης , στομοδοκον δε τον στωμυλον και λαλον Φερεκρατης
9999941 μαντειῳ
. εἰ δ ' εἰη μεν Ὀλυμπιονικας , βωμῳ τε μαντειῳ ταμιας Διος ἐν Πισᾳ , συνοικιστηρ τε ταν κλειναν
, ὑστερον δε και οἱ πορρωθεν ἀφικνουντο και ἐχρωντο τῳ μαντειῳ και ἐπεμπον δωρα και θησαυρους κατεσκευαζον , καθαπερ Κροισος
9999941 παμμεγεθες
ἑβδομηκοντα και πεντε συνεχως κατα τον οὐρανον ἑωρατο πυρινον σωμα παμμεγεθες , ὡσπερ νεφος φλογοειδες , οὐ σχολαζον , ἀλλα
ἀνδρος οἱου μηδ ' ὀναρ ἠλπισεν , εἰτα φανηναι τι παμμεγεθες βεβουλευμενος και ὑπερβαλλον φιλανθρωπιᾳ τε και παιδειᾳ , ὡστε
9999941 διεπεμπετο
ηὐτρεπιζε πεμπειν προς ἀντιπαραταξιν . Στρατευματος δ ' ἀπορων οἰκειου διεπεμπετο προς τους των Τουρκων ἐξαρχοντας ἐν Νικαιᾳ της Βιθυνιας
ἐπι τα προσω πορειας . Ἀλλ ' ἐν Ἀγκυρᾳ γενομενος διεπεμπετο πανταχοθεν μαθειν τι πλεον και ὡς βουλοιντο οἱ τον
9999941 εὐθυγραμμα
εὑρισκεται παντι εὐθυγραμμῳ , ζητησεως ἀξιον , μη και τα εὐθυγραμμα τοις περιφερογραμμοις ἰσα δεικνυναι δυνατον . και ὁ Ἀρχιμηδης
. Εἰτε ἀμβλυγωνια εἰτε ὀξυγωνια εἰτε ὀρθογωνια : το δε εὐθυγραμμα εἰρηκε προς ἀντιδιαστολην των περιγραμμων . Ἐστω το Α
9999940 κυβερνητης
ὁδου ἐπανελθειν μη δυνηθεντες , ταυτα ὁρων οὐχ ὡς ἀπειρος κυβερνητης εἰασεν ὁπως ἐτυχε φερεσθαι οὐδε κινδυνευειν , ἀλλ '
: μακροτατω δε των ἐκπεμφθεντων προὐχωρησεν Ἱερων ὁ Σολευς ὁ κυβερνητης , λαβων και οὑτος παρ ' Ἀλεξανδρου τριακοντορον .
9999940 ἀνεχωρησε
κατα σπουδην δε της ἐλασεως οὐσης , το μεν θηριον ἀνεχωρησε , παρεδραμε δε και ὁ τρωσας και οἱ λοιποι
πολλακις τουτο ποιησας ὠφεληθη μηδεν , μετ ' ὀργης εἰπων ἀνεχωρησε : „ ἀλλ ' ἐγωγε μωροτερος ἀν ὑμων εἰην
9999940 καθαρτικη
. Οὐκουν το γε εἰκος . Ἐστω δη διακριτικης τεχνης καθαρτικη , καθαρτικης δε το περι ψυχην μερος ἀφωρισθω ,
ἐπικρατει δ ' ἐν μεν τῳ φλοιῳ της ῥιζης ἡ καθαρτικη , ἐν δε τοις ἀωροις μοροις ἡ ἐφεκτικη :
9999940 ἀφοριζει
των σφυγμων πυκνοτητος τε και σκληροτητος οὐσα , τον πυρετον ἀφοριζει . εἰδη δε πυρετων κατα παντας δυο , ὁ
κατεγραφησαν εἰς την σφαιραν . Ὁ μεν γαρ ἀρκτικος κυκλος ἀφοριζει τα ἀει θεωρουμενα των ἀστρων . Ὁ δε θερινος
9999940 κολοβοι
. Γ ναννοφυεις : ναννοι Γ γαρ Γ λεγονται οἱ κολοβοι των ἀνθρωπων : οἱ δε κολοβοι των ἱππων ἰννοι
πανυ ὀντες και λεπτοι ἀνοητοτερους δηλουσιν ἀνδρας . δακτυλοι παχεις κολοβοι τολμητικον και ἀπρονοητον και θηριωδη ἀνδρα δηλουσι , και
9999940 τριτηι
: Ἀρκαδικον δε δειπνον διαγραφων ὁ Μιλησιος Ἑκαταιος ἐν τηι τριτηι των Γενεαλογιων μαζας φησιν εἰναι και ὑεα κρεα .
ἡρωος ἐπιχωριου ἐκληθη . της μεν Παραλου και Σαλαμινιας ἐν τριτηι μνημονευει Θουκυδιδης και Ἀριστοφανης ἐν Ὀρνισιν . Ἀριστοτελης δε
9999940 ἀληθεα
ψευδεσι ἰκελα περι του ἀνδρος τουτου , τα δε μετεξετερα ἀληθεα : περι μεντοι τουτου γνωμη μοι ἀποδεδεχθω πλοιῳ μιν
ἱπποτα Νεστωρ : “ τοιγαρ ἐγω τοι , τεκνον , ἀληθεα παντ ' ἀγορευσω . ἠ τοι μεν τοδε καὐτος
9999940 κατακλυσμῳ
ὁ δικαιος και ἐν τῳ μεγαλῳ και ἐπαλληλῳ του βιου κατακλυσμῳ , μηπω δυναμενος διχα αἰσθησεως ψυχῃ μονῃ τα ὀντα
και Ἠλεκτρας της Ἀτλαντος θυγατρος καταλιπων την Σαμοθρᾳκην ἐν τῳ κατακλυσμῳ κατασκευασας σχεδιαν και εἰς τα κατα την Τροιαν μερη
9999940 ἐτιμωρησατο
διανοιᾳ χρηται λεγων , ὁτι τον ἐκ πορνης ὁ νομος ἐτιμωρησατο , ὁ δε τῃ διανοιᾳ ὁ διωκων ταὐτον εἰναι
τῳ νοστῳ ὑπεμεινε και ὁπως τους ἐπιβουλευοντας τῳ οἰκῳ αὐτου ἐτιμωρησατο . ἐξ ὡν δηλος ἐστι παριστας δια μεν της
9999940 κατεσκευασε
τρισμυριους νεανισκους ἐπιλεξας και παιδευσας τα πολεμικα των ἐργων ἀντιταγμα κατεσκευασε τῃ Μακεδονικῃ φαλαγγι . νβʹ . Ὡς Ἁρπαλος δια
ὑποτροχον δε πασαν τροχοις στερεοις τεσσαρσιν ὀκταπηχεσι το ὑψος . κατεσκευασε δε και κριους ὑπερμεγεθεις και χελωνας δυο κριοφορους .
9999940 ἐκοσμησεν
Θηβαιων εἰσι και αἱ Θεραπναι και ὁ Τευμησσος , ὁν ἐκοσμησεν Ἀντιμαχος δια πολλων ἐπων , τας μη προσουσας ἀρετας
θεος . . . . . παντι κοσμῳ την γυναικα ἐκοσμησεν . πως ἀνω μεν Ἡφαιστος ἐποιησε , το δε
9999940 τριακοστῳ
. . . : Παροιχωκεν . οὑτως και Δωροθεος ἐν τριακοστῳ πρωτῳ της Ἀττικης λεξεως ἀξιοι γραφειν , την μεν
Ἀρκασι λαμπρως το ἐς τους Λακεδαιμονιους ἐχθος ἐξηπτοοὑτως ἀπεστησαν ἐτει τριακοστῳ μεν και ἐνατῳ μετα Ἰθωμης ἁλωσιν , τεταρτῳ δε
9999940 κἀκεινῳ
συνεχειν το στρατοπεδον : ὁ δε βαρεως το κελευομενον ἐφερε κἀκεινῳ ὑπισχνειτο ἐγκαρτερησειν εἰ μονον ἐξαποστειλειεν ὑστερον κατα των Τουρκων
το γουν ἐμε τε παρα σοι δια την σπουδην εὐδοκιμειν κἀκεινῳ τινα παραμυθιαν εἰναι το μη περιωφθαι δυστυχουντα παρα των
9999939 δισχιλια
οὐκ ἐχω λεγειν ὁποσα , πλειω δ ' οὐν ἠ δισχιλια ἐστι , μηδε ῥημα γε αὐτο μονον των ὑπ
Ἰωνιας , τινα μαλιστα ἀν τροπον εὐδαιμονοιη , εἰς ἐπη δισχιλια . των δε ᾀδομενων αὐτου εὐδοκιμησε ταδε : ἀστοισιν
9999939 ἀλγηδονες
του δεινου και ὡς ὁτι μαλιστα τρεποντος , ἰσχουσι τε ἀλγηδονες τον πληγεντα ἀπαυστοι , και ὁλος ὀγκουται , συχναι
δυο ἀδελφοι πλησιον μιᾳ φλογι κρυφθωσι χθονι : μεριμναι και ἀλγηδονες τῃ μητρι οὐ καλως φησι ταυτα ὁ ἀγαμεμνων ἐχρην
9999939 τυγχανουσα
νοερα τε ἐσται και σπουδαια και ἀθανατος . τοιαυτη δε τυγχανουσα θεος ἐστιν . εἰσιν ἀρα θεοι . εἰπερ τε
ὠα ῥοφητα γαρου χωρις και θριδακινη ψυχουσα τε και εὐχυμοτατη τυγχανουσα και κραμβη , ὁμοιως δε και φακη . πινετω
9999939 ἐξειργασαντο
ἐκκλησιαις δεομενοι , τα δε καταμονας συντυγχανοντες : και τελος ἐξειργασαντο τους ἀνδρας μεγαλας ὑποτεινοντες ἐλπιδας αὐτοις , εἰ τα
περι ταυτην ἐσχον την φυσιν . ἀλλ ' οἱ μεν ἐξειργασαντο ἐν τοις αὑτων λογοις , οἱ δε οὐκ ἐν
9999939 ἐθυσεν
διατι δε πρωτον ἐπισπενδων τῃ θαλασσῃ Διϊ και οὐ Ποσειδωνι ἐθυσεν ὁ Ἰασων ; εἰκοτως παρα το Ἀρατειον : μεσται
οὐτε των Χαριτων της θυσιας ἠμελησεν , ἀλλ [ ' ἐθυσεν - ] , οὐτε του παιδος τον θανατον παρενομησεν
9999939 ἑλκουσα
! ! ! ς δε ἐχει ἑκαστη και δεκα μνας ἑλκουσα , πεντε δε ἑκαστη ἡ μικροτατη οὐρα . ἐλαιον
ἐστι πανυ τουτο . δε ἐχει ἑκαστη και δεκα μνας ἑλκουσα , πεντε δε ἑκαστη ἡ μικροτατη οὐρα . ἐλαιον
9999939 φρατορες
ὀντες φυλεται λεγονται , οἱ δε ἐκ της αὐτης φρατριας φρατορες , οἱ δε ἐκ του αὐτου γενους γεννηται .
φρατριας . οὑτοι δε εἰσι , καθαπερ οἱ δημοται και φρατορες , νομῳ τινι ἐχοντες κοινωνιαν . το δε γενος
9999939 ἐζητησεν
ἀλλων πολιτων οὐ κοινην , ἀλλ ' ἰδιαν την σωτηριαν ἐζητησεν . Ἀγανακτω δε μαλιστα ὠ ἀνδρες , ἐπειδαν ἀκουσω
ἀναιρεσεως . Τουτο δ ' ἐντος οὐ πολλου χρονου παις ἐζητησεν οὐδε δωδεκα ἐτη γεγονως τον δεσποτην ἀποκτειναι : και
9999939 ἀποριᾳ
' αὐτων τον οὐρανον . Παντα γαρ που τα τοιαυτα ἀποριᾳ ὀψεως , και ἀσθενειᾳ δηλωσεως , και γνωμης ἀμβλυτητι
προτιμωσιν ἁπαντων το καλλος ; ἀλλ ' ἱνα μη δοξωμεν ἀποριᾳ των περι καλλους λογων περι ταὐτα διατριβειν ἀει ,
9999939 μαλακοτητι
κρατιστους δε τους ὀθονια ποιουντας τῃ τε λεπτοτητι και τῃ μαλακοτητι διαπρεπη , τας τε οἰκησεις ἀξιολογους και κατεσκευασμενας φιλοτιμως
κρατιστους δε τους ὀθονια ποιουντας τηι τε λεπτοτητι και τηι μαλακοτητι διαπρεπη , τας τε οἰκησεις ἀξιολογους και κατεσκευασμενας φιλοτιμως
9999939 νεανικως
ἀνθρωπον . Τι οὐν προς τα ἀληθη και τα ὁμολογουμενα νεανικως ἀντιμαχεσθε , οἱ τα ἀφανη και τα ἀτοπα μαλα
κατα του ὑγιεινου : προσπιπτουσαι γαρ αἱ ἀγκυλαι τῳ χρωτι νεανικως τεινουσι τα πασχοντα , αἱ δ ' ἀρχαι ἀφισταμεναι
9999939 ἀπαλλαγην
βηξ μονος εἰχε ῥᾳστωνην , ἀλλ ' οὐδε οὑτος τελειαν ἀπαλλαγην . εἰ δε ποτε ἐδοξε την ὑλην πασαν εἰς
' ἀσυμφωνιαν ἐλαττουμενοι . διο και Πυθαγοραν φασι την ἐντευθεν ἀπαλλαγην ποιουμενον μονοχορδιζειν τοις ἑταιροις παραινεσαι δηλουντα ὡς την ἀκροτητα
9999939 ἐστησε
τηλικουτον ὁσον ἀλλοι πεντηκοντα και τουτῳ γε πολλακις τον λεγοντα ἐστησε . μεγα δε , οἰμαι , τῳ λεγοντι θερμος
οὑτω : ὁ τι μεν ἠν αὐτων δυνατωτατον παν ἀπολεξας ἐστησε ἀντιον Λακεδαιμονιων , το δε ἀσθενεστερον παρεταξε κατα τους
9999939 πειρασθε
μη κωλυει νομος . ὁπως δε ὡς κρατιστα κλεπτητε και πειρασθε λανθανειν , νομιμον ἀρα ὑμιν ἐστιν , ἐαν ληφθητε
ῥαβδων δεσμην ἐνεγκειν . ἡκε τις φερων ταυτην . “ πειρασθε δη μοι , τεκνα , συν βιῃ πασῃ ῥαβδους
9999939 λεγεσθω
ὁλον που και το παν . ὡδ ' οὐν δη λεγεσθω νομῳ : Ἐαν καταλαμβανομενος τις ὑπο πολεμιων και ἐχων
και ἐπι των ἑξης ὁμοιως . μετα ταυτα ὁ τροπος λεγεσθω της διαδασκαλιας . παντι τοινυν κεχρηται τροπῳ , ὁριστικῳ
9999939 φαινοιτο
εἰναι σον εὑρημα : και ἐγω εἰπον ὁτι τουτο εἰ φαινοιτο σοι οὑτως ἐχειν , πολλων ἀν εἰης λογων ἐμε
περι αὐτων ἐρω . εἰ δε τι βλασφημον ἠ τραχυ φαινοιτο ἐχων ὁ λογος , οὐ τον διελεγχοντα ἐμε ,
9999939 ἐξαπεστειλεν
βαθειᾳ και χαρακωματι περιλαβων , τους δ ' ἱππεις ἁπαντας ἐξαπεστειλεν ἐπι τους κατα την χωραν πλανωμενους των πολεμιων και
ἐμισειτο . , . . ) Ὁτι ἡ συγκλητος πρεσβευτας ἐξαπεστειλεν εἰς την Ἀσιαν τους καταλυσοντας τον πολεμον Νικομηδους και
9999939 ἀγνωμονες
ἀγαθα περιποιησησθε , ὁρατε ὑμεις , πως ἀνισοι ἐστε και ἀγνωμονες . τι δε και βουλεσθε μαλλον ; ἀργυριον ἠ
, ἀλλα των τας τιμας παρεχοντων , ἱνα , κἀν ἀγνωμονες ὠσι , δια γε τους νομους ἀμοιβην ἀπονεμοιεν τοις
9999939 πλημμελημα
θεον λεγῃ την τυραννιδα : και γαρ οὑτως εἰς ταὐτον πλημμελημα περιισταται . ὁ γαρ θεος ὁ τι περ ἀκροτατον
και ἀπειροκαλιᾳ τοις αἰσχιστοις των παθων περιπεπτωκοτες . Ἐτι κἀκεινο πλημμελημα ἐν τῃ λεξει το ὑπο φιλοτιμιας πασι χρησθαι τοις
9999939 μηνη
ἠν , ἐν δε μετωπῳ λευκον σημα τετυκτο περιτροχον ἠϋτε μηνη . στη δ ' ὀρθος και μυθον ἐν Ἀργειοισιν
. ἀφθονοι Οὐρανιδαι και ἐν ἀλληλοις τελεθουσιν . οὐ φθονεει μηνη πολυ κρεισσοσιν ἡλιου αὐγαις , οὐ χθων οὐρανιοις '
9999939 ἐντεα
. τον δ ' εὑρ ' ἀμφ ' ὠμοισι τιθημενον ἐντεα καλα νηϊ παρα πρυμνῃ : τῳ δ ' ἀσπασιος
εἰρια θεντο και ταλαρους , ἀλεγεινα δ ' ἐπ ' ἐντεα χειρας ἰαλλον . Και νυ κεν ἀστεος ἐκτος ἁμα
9999939 ματηρ
, διοπερ και ταν ἀλλαν ἀρεταν αὑτα ἁγεμων ἐντι και ματηρ . πασαι γαρ ποτι τον λογον και νομον τον
φερε δ ' ἰνιν ἀπο δειραδος εἰναλιας λοχεια κλεινα λιπουσα ματηρ ταν ἀστακτων ὑδατων συμβακχευουσαν Διονυσωι Παρνασιον κορυφαν , ὁθι
9999938 ἐνεπιπτεν
δειν των ἐσχατων . σπανιως δε που πραγμα οὑτως ἐνδοιαζομενον ἐνεπιπτεν , ὡστε μεχρι της ἐσχατης ψηφου της των ἀπορωτατων
πολλους των Ἑλληνων μετεωρους εἰναι προς καινοτομιαν εἰς πολλην ἀγωνιαν ἐνεπιπτεν . Ἀθηναιοι μεν γαρ Δημοσθενους δημαγωγουντος κατα των Μακεδονων

Back