ἀναγκηϲ ἀγαθη : εἰ μεν γαρ δια ῥωμην ἐγενετο τηϲ ἐγχωριου δυναμεωϲ ὑλην χρηϲτην τε και πολλην δημιουργουϲηϲ , ἀγαθον
Κυρηνης της Ὑψεως [ κατα Πινδαρον ] ἠ Κυρης πηγης ἐγχωριου . ἐστι και Ἰβηριας . και Μασσαλιας ἀλλη .
9999995 ἐγχωριους
και ταττοντος εἰς τα δεξια μερη , τους δ ' ἐγχωριους ἀτιμοτερον ἀγοντος και τον εὐωνυμον τοπον ἀπονεμοντος της φαλαγγος
: και ἀπο της του πυρος προσημασιας παρατετηρηκοτα προλεγειν τους ἐγχωριους ἀνεμους εὐστοχως , ἐξ οὑ ταμιαν αὐτον εἰναι των
9999990 ἐγχωριος
μη παιδι τα κοινα . ὁτι ; το πυριατηριον . ἐγχωριος ἀνηρ , ἐγχωριον πραγμα ἀριστητικος ἡσθημα θηρια καπνοδοκην καυχησεται
και Θησει , βελτιω δ ' ἀστος , ἐπιχωριος , ἐγχωριος , ἡμεδαπος , ὁμοφυλος , ἐγγενης , ἐντοπος :
9999985 κοριου
ὑδατι βραχειϲ και λειωθειϲ και προϲλαβων ῥοδινου βραχεοϲ και χυλον κοριου , ἐπιτηδειον γιγνεται καταπλαϲμα ταιϲ ἐρυϲιπελατωδεϲι φλεγμοναιϲ ἠ ἀντι
χρη παρηγορουνταϲ και μετριωϲ ἐμψυχονταϲ την κεφαλην . ἐμβρεχεϲθωϲαν οὐν κοριου χυλῳ μετα ῥοδινου και το ϲωμα ὁλον αὐτῳ χριεϲθωϲαν
9999984 μυριους
το στομα το κατα το Βυζαντιον , ὁτι ἐστι περι μυριους σταδιους και ὀκτακισχιλιους , ποιοιη δε τρισμυριων το ἀπο
μετ ' ᾠδης της αὑτων ἐπι την ναυμαχιαν ἡκον . μυριους δ ' ἀν τις ἐχοι λεγειν πολεμους τῃ των
9999983 νομιζομενης
ἐν τῳ τριτῳ των γεωγραφικων ἐκτεθεντα κεφαλαιωδως περι της τοτε νομιζομενης Ἰνδικης , ἡνικα Ἀλεξανδρος ἐπηλθε : και ἠν ὁ
: ἡ διπλη ὁτι παρθενιος λεγεται ὁ ἐξ ἐτι παρθενου νομιζομενης γεννωμενος , σκοτιος δε ὁ κατα λαθραιαν μιξιν και
9999983 χοριου
παρακειμενα . γιγνεται δε και δι ' ἐξολκην εὐτονον του χοριου , ὁπερ μαλιστα ἐν ταις λεγομεναις ὠμοτοκιαις συμβαινει .
οδʹ . Περι ἐμβρυουλκιαϲ και ἐμβρυοτομιαϲ . οεʹ . Περι χοριου ἐκλειψεωϲ . οϚʹ . Περι καυϲεωϲ ἰϲχιαδων . οζʹ
9999983 διδασκοντα
Προτερα ἀναλυτικα , τα δε αὐτην την μεθοδον της ἀποδειξεως διδασκοντα εἰσι τα Δευτερα ἀναλυτικα , τα δε ὑποδυομενα αὐτην
, δει τρια προωμολογησθαι , το διδασκομενον πραγμα , τον διδασκοντα και τον μανθανοντα , τον τροπον της μαθησεως .
9999982 εὐδαιμονεστερον
του ἐναντιου αὐτῳ και προς ὁ ἐμελλεν ἡ ἐξετασις γιγνομενη εὐδαιμονεστερον ἀποφαινειν αὐτο : θνητον μεντοι εἰναι τουτο , εὐμηχανωτατον
: ἐκεινου δε περι πως ἀν φαιημεν ; ποτερον ἀν εὐδαιμονεστερον τε και βελτιω ἡγησαιμεθα εἰναι ἀνθρωπον , εἰ ὡς
9999982 παραγραφης
ἀγωνα και την εὐθυδικιαν : διο και ταυτῃ διαφερει της παραγραφης ἡ μεταληψις : ἡ μεν γαρ ἐστιν ἀπο του
ἀποδειξεις της εὐθυδικιας , ὀλιγα χρη εἰποντας ἡμας περι της παραγραφης εὐθυς χωρειν ἐπι τον λογον της εὐθυδικιας : ὁπερ
9999982 ἀναβαινουσι
ἐξω τησδε της σπουδης . δεκα νεανιαι το ἀκμαιοτατον ἀνθουντες ἀναβαινουσι ναυν ἐλαφραν και δια ταυτα τοι και ταχυτατην :
ὑδωρ ἐστιν : εἰς το ὑδωρ οὐν καταβαινουσι νεκροι και ἀναβαινουσι ζωντες . κἀκεινοις οὐν ἐκηρυχθη ἡ σφραγις αὑτη και
9999981 δοκουντα
ἰδιαν ὑποθεσιν . τουτο μεν το παραδειγμα του τα αὐτα δοκουντα ἑτερῳ λεγειν ἑτερα ἀγωνιζεσθαι . Ὁ δε Διομηδης τι
ἀρνησιν τῳ ῥητῳ προσετιθεσαν τον ἐπιτετηδευμενον μεν , μη μεντοι δοκουντα . ἀμεινον δε τῳ Ἁλικαρνασει Διονυσιῳ ἑπομενους ποιητικον μεν
9999981 ὑπερβαλλουσι
τα φωτα ἐν ἀρσενικοις ᾐ ζῳδιοις , οἱ μεν ἀνδρες ὑπερβαλλουσι του κατα φυσιν , αἱ δε γυναικες του παρα
του τα δεοντ ' ἐχειν τα περιττα μισω : τοις ὑπερβαλλουσι γαρ τερψις μεν οὐκ ἐνεστι πολυτελεια δε . Εἰ
9999981 κληρονομιας
σωματων θανατους : ἐπι δε των του Διος δοξας , κληρονομιας , περικτησεις , παιδοποιιας , προκοπας , συστασεις μειζονων
. Κρονος Διι καλον και πρακτικον τον χρονον δηλοι : κληρονομιας γαρ ἠ καταλειψεις λαμβανουσι και ἀπο πρεσβυτερων ἠ νεκρικων
9999981 ἀνατολικου
τε ὡροσκοπου και του δυνοντος ὁποιος αὐτων ὑπαυγος του ἑτερου ἀνατολικου ὀντος : κακα γαρ σημαινει τῳ οἰκειῳ αὐτου προσωπῳ
τε ὡροσκοπου και του δυνοντος ὁποιος αὐτων ὑπαυγος του ἑτερου ἀνατολικου ὀντος : κακα γαρ σημαινει τῳ οἰκειῳ αὐτου προσωπῳ
9999981 αἰσχιστων
τον παιδα ἠ μη ἐαν πορευεσθαι την τεταγμενην ὁδον των αἰσχιστων ἐστιν , ὡς ἐξομολογουμενοις ὁτι ἀναξιος ὁ παις εἰη
ὑπαρχοντων , ὡς ἐστι των αἰσχρων , μαλλον δε των αἰσχιστων , μη μονον πολεων και τοπων ὡν ἠμεν ποτε
9999981 ἰσχυροτατον
. ταμιαν ] διοικητην . . ἀγριον ] μεγαν , ἰσχυροτατον , ἰσχυρον , βιαιον . μοχλευτην ] παρακτην ,
μεν του βρεγματος χαυνοτατα και ἀσθενεστατα εἰσι : πυκνοτατον και ἰσχυροτατον το κατ ' ἰνιον : μεσον δε ἀμφοιν το
9999981 παρακλησεως
προεβληθη , και κατα δυναμιν αὐτων ἑκαστος ἐνεχθεντες , ἐκ παρακλησεως και παρασκευης των κροτων συντελουμενων , ἀπηλλαγησαν , και
γαρ ἐπιλεκτων ὑπερβαλλομενων ταις ἀνδραγαθιαις , και της ἀρετης και παρακλησεως Ἐπαμεινωνδου πολλα συμβαλλομενης , μογις ἐβιασθησαν οἱ Λακεδαιμονιοι :
9999981 παρατηρησεως
των Ἑλληνων συνηθειαν ἐκ παραπλασμου και της ἐν ταις ὁμιλιαις παρατηρησεως ἀναγομενος . οἱον ὁ μεν της Ζευς ὀρθης πτωσεως
ἀστερων καθ ' ἑαυτους δυναμεις τοιαυτης ἐτυχον παρα των παλαιων παρατηρησεως . ἐκεινο δε νοεισθω , ὁτι τουτων των ἀστερων
9999981 παραβαλλομενη
και ἡ κοπρος παντων των φυτων ταις μεν ῥιζαις ἀγαθον παραβαλλομενη , εἰ δε θελεις ἐπι τους πτορθους και τους
ἐπιδεχεται το μαλλον και ἡττον , αὐτη δε προς ἑαυτην παραβαλλομενη ἀνεπιτατος ἐστι και ἀνανετος : οὐδεις γαρ λεγει μαλλον
9999981 συμβαλλουσι
ὁρωσι την Ἀνθιαν και ἠν μεν ἐτι ἀγνωστος αὐτοις , συμβαλλουσι δε παντα , τον ἐρωτα , τα δακρυα ,
κυβειῳ , οὑ ἡ τηλια τιθεται και τους ἀλεκτρυονας τινες συμβαλλουσι . Τηλια : ἠτοι κυβευτικα ὀργανα , ἠ τραχηπιθου
9999981 λαμβανων
, προσεχετω τον νουν προς ἡμων οἱα πεισεται κακα , λαμβανων οὐτ ' οἰνον οὐτ ' ἀλλ ' οὐδεν ἐκ
αὐτων εἰ τις εἰδεναι βουλεται , τας των πεντετηριδων γραφας λαμβανων ἐπισκοπειτω . Της δε Διονυσιακης πομπης πρωτοι μεν προῃεσαν
9999981 παραγωγης
τελειον και ὀρειον . οὑτως γαρ ἐκπιπτει και τα της παραγωγης , εἰ μη το α παραληγοι ἐν τῳ εἰς
τυπου ἰδιου ἐχομενα , την εἰς τοπον σχεσιν ἐσημαινε , παραγωγης τυγχανοντα της δια του δε : τα μεντοι τοιαυτα
9999981 κατοικισαι
ὡς βασιλευς Δαρειος ἐβουλευσατο Φοινικας μεν ἐξαναστησας ἐν τῃ Ἰωνιῃ κατοικισαι , Ἰωνας δε ἐν τῃ Φοινικῃ , και τουτων
καταβαλλοντας φορον , την δε δευτεραν ἀπαγαγειν ἐν Κωνσταντινουπολει και κατοικισαι , την δε τριτην ἀνδραποδισας διεδωκε τοις στρατιωταις :
9999981 συμβολου
ἀκολουθησει των σεσωσμενων και λελυμενων , ἀνευ πιλου και ἀνευ συμβολου . ἐγω οὐν τουτον ὑπολαμβανω τον θριαμβον ἱερωτερον ,
αὐτον ἀναστρεφομενοι τοπον οἰωνοι σχολαιοτερᾳ τῃ πτησει προς ἀγαθου εἰναι συμβολου , τοις δε των ἀλλοτριων ἐφιεμενοις οἱ την ἐπιτομον
9999980 ἐγχειρουντων
. Ἀνιπτοις χερσιν : ἐπι των βεβηλοις χερσι τοις ἱεροις ἐγχειρουντων . Ἀειδε τα Τελληνος : ἐπι των σκωπτικων :
ἐν Ἱμερᾳ συντεθεισης κατ ' ἐμου ἐπιβουλης δικαιοτερος ὠν των ἐγχειρουντων περιεγενομην . οὐ γαρ δηπου φαυλος ἀν κριτης των
9999980 παρακλησει
αὐτος ἐπεβαινε και περιεπλει παντας παρακαλων : ἐπι δε τῃ παρακλησει τα στρατηγικα σημεια , ὡς ἐν κινδυνῳ μαλιστα ὠν
το μεν τῃ συμφορᾳ το δε ἀπειλῃ το δε και παρακλησει σωφρονιζοντος : Ἀκυλας δε της διαιρεσεως ταυτης ἐπιλαμβανεται λεγων
9999980 κληρονομος
: ἡμων δε τοιαυτῃ τυχῃ χρησαμενων , Κλεωνυμος ἁπαντων ἐγιγνετο κληρονομος . Οὐτε γαρ παιδες ἡμιν ἠσαν οὐτ ' ἀλλοι
μετηλλαξε τον βιον ἀπολιπουσα μεγαλην οὐσιαν , ἡς οὑτος ὑπηρξε κληρονομος . ἐν τουτοις οὐν πρωτην ἐδωκε πειραν της ἰδιας
9999980 παρεισι
διοτι οἱ Ἑλληνες νενικηκοτες [ ἐν Πλαταιαις ] τους Περσας παρεισι νυν ἐλευθερωσοντες τας κατα την Ἀσιαν Ἑλληνιδας πολεις .
τινος , εἰποι τις ἀν , παρουσαι ; Ἠ οὐ παρεισι ; Καιτοι παντη φαμεν παρειναι και οὐδεν ἐρημον .
9999980 θερμαινουσι
, ἐξ ὡν εἰπομεν ὀφειλειν διαγινωσκειν , εὐδηλον ὁτι τοις θερμαινουσι δει κεχρησθαι παντι τροπῳ , οὐ μονον ἐδεσμασι τοιουτοις
λευκα χρω - ματα ἠ μελαινουσι τα μελαινα , ὡς θερμαινουσι τα θερμα παθος ἐμποιουντα παρωνυμον ἑαυτοις : εἰ γαρ
9999980 λευκοτητος
δια την ἐπι θερμοτητα ἐπιταθεισαν δυσκρασιαν παρειται τι και της λευκοτητος , καταβαφης τινος ἀπο της χολης ἐπιδοσεως συναναδιδομενης τε
και την του σωματος διαλαμπειν χροαν της ἐν τῃ περιβολῃ λευκοτητος την ἐν τοις μελεσιν αὐγην ἐξιεναι συγχωρουσης . ἐστη
9999980 ἐντιμος
γινεται λιθουμενος ἐκ της μεταλλου τρεις ἐχων ὑποστασεις , ὡν ἐντιμος λιθος μεν εὐγνωστος πελει . παντες δε ἀγνοουντες αὐτον
ἡ παλαιοτατη των ἀρετων , ἡ τιμια , δικη , ἐντιμος δικαιοσυνη . Μετα : ἐν . ἐχει : εἰχεν
9999980 χου
τε και ἠμεσα εἰς ἑσπεραν , ἐνθυμιον ποιησαμενος το του χου του ἐμφορουμενου . Ὁμως δε ἐτι διεσκοπουμην περι της
οἱς Ἀμμωνιος τε ἠν ὁ ἐξ Αἰγυπτου , Πλουταρ - χου του θειοτατου γεγονως διδασκαλος , Πλουταρχος τε αὐτος ,
9999980 συμβαινουσι
ὠφελεια συγγενειας ἐστιν ; Ὁ δε ἀπεφηνατο : Ἐαν τοις συμβαινουσι νομιζωμεν ἀτυχουσι μεν ἐλαττουσθαι , και κακοπαθωμεν ὡς αὐτοι
των εὐωνυμων . κλιμακτηρες δ ' ὑποκεινται και κινδυνοι μεγαλοι συμβαινουσι και γινονται ἐν ἐτεσιν ἀφυκτοις προς τεταρτον και ἐννατον
9999980 φρονησεως
ἡκει του τεχνογραφου Ἑρμογενους συγγραμματα θαυμαστα τε και πολιτικης ἀναμεστα φρονησεως ὑπαρχειφημι δε το περι των στασεων αὐτου συγγραμμα ,
τῳ Περι ἀνδραγαθηματων . . Περι δη τουτου του ἀνδρος φρονησεως τε και ἀρετης ἰσχυν δειξαι ὁποσον δυναται , τα
9999980 ἀποτελουμενα
τῳ εἰναι νοουμενα ἀλλα τῳ γνωστως ἐνεργειν , και γνωστα ἀποτελουμενα κατα δευτεραν και προϊουσαν ἀπο της οὐσιας ἐνεργειανεἰ μη
δ ' ὁλκον και εὐεργον εἰναι , ἐξ ἡς τα ἀποτελουμενα εἰκοτως ἠν ἀνυπαιτια . δευτερον δε , οὐκ ἐκ
9999980 καθαιρουσι
ἰσχυρας καθαρσεις . τι ποτ ' οὐν αὐτος ὁ Ἐρασιστρατος καθαιρουσι χρηται φαρμακοις και οἰνον διδωσιν ὑδατι ψυχρῳ κεραννυς ,
τοιαυτην καθαιρουσι χολην , αἱ δε μελαντεραι τοις τον μελαγχολικον καθαιρουσι χυμον . χρη γαρ προ της του πεπονθοτος μοριου
9999980 οἰκουντες
πολις Τρωαδος , κτισμα τινος των Αἰνειου παιδων . οἱ οἰκουντες Γεντινιοι . Γεραιστος , κωμη Εὐβοιας , ἐν ᾑ
. προσφερονται δε και ἰχθυς οἱ τε παρα τους ποταμους οἰκουντες και παρα την ἐντος και την ἐξω θαλασσαν ,
9999980 μεταχειρισασθαι
εἰς την σην νεοτητα και εἰπω ταυτην ἀριστα τους πολεμους μεταχειρισασθαι τε και κατορθουν . λεγει οὐν εὐανθεα στολον το
και χρησασθαι τουτοις δεῃ , οἱ μεν οὐδε ὁπως χρη μεταχειρισασθαι αὐτα ἰσασιν : παρελθων δε τις εἰς το μεσον
9999980 μελισσοφυλλον
, μαστιχη Χια , μελι , οἰνος , πισσα , μελισσοφυλλον , πρασιον , προπολις , σικυου ἀγριου χυλος ,
παρωνυχια ἱκανως , πευκεδανου ὀπος , πηγανον , πισσα , μελισσοφυλλον , πρασιον καταπλασσομενα , πταρμικη το θαμνιον , πυκνοκομου
9999980 ὑπερσυντελικος
εἰς ζω ληγοντα βαρυτονα ῥηματα , ὡν ὁ παρακειμενος και ὑπερσυντελικος δια του κ ἐκφερονται , φραζοντων ἐν δυσι σσ
παρακειμενην ἐχων την πληρωσιν , ὡς το τετυφα , ὁ ὑπερσυντελικος , ὁστις ὑπερ τον παρακειμενον συντετελεσται , ὡς το
9999980 κομιζοντας
. Χρηματων αὐτῳ κομισθεντων ἀπ ' Ἀλεξανδρου , ἑστιασας τους κομιζοντας τον αὑτου τροπον ἀπαγγειλατε ἐφη Ἀλεξανδρῳ , ὁτι ἐστ
και καλλιστα πιστευσας και παντοθεν μαλλον ἠ Κεγχρεαθεν ἀναγομενῳ τους κομιζοντας ἐπιβησας σκαφει . ἐρρωσο . Τῳ μεν κηρυκι σευ
9999980 ἀνταρκτικου
κδʹ : λοιπαι ιβʹ . αἱς προσθετεον τας ἀπο του ἀνταρκτικου μεχρι του θερινου παλιν μοιρας λʹ και τας ἀπο
κυκλου δια του κεντρου της σφαιρας ἑως του κεντρου του ἀνταρκτικου . παρειληπται δε , ἱνα εἰδωμεν , ὁτι περι
9999980 ὀνομαζουσι
στεγην ἐποιουντο . ἐς δε το χωριον , ὁ Κηπους ὀνομαζουσι , και της Ἀφροδιτης τον ναον οὐδεις λεγομενος σφισιν
ἐστιν ἠδη του Πρωνος : Πρωνα γαρ το ὀρος τουτο ὀνομαζουσι . τειχος μεν δη περι πασαν την Ἑρμιονα ἑστηκε
9999980 νομιζομεν
Νωτον δε και τα ὀπισθια παντα του γηρως εἰναι σημαντικα νομιζομεν . ὁθεν ὀρθως ἐνιοι και Πλουτωνος αὐτα καλουσιν ἰδια
γενομενους θαυμαζομεν τε φιλοπονους τε και φιλοκαλους ὀνομαζομεν και κοινους νομιζομεν εὐεργετας τους των καλων ἐπιμελητας . ὁτε τοινυν οὑτω
9999980 ἀναχωρησει
νωτα τε δειξωσι και εὐκατεργαστοι γενωνται , καθαπερ εἰκος ἐν ἀναχωρησει ταχειᾳ , και εἰς μιαν ὁδον ἁπαντες βιαζομενοι ,
ἐξω τοξευματος τα πλοια , ἐπει ἐν γε τῃ ἀλλῃ ἀναχωρησει οὐκ ἀτοπως οἱ Θρᾳκες προς το των Θηβαιων ἱππικον
9999980 βαλλουσι
' ἐν ταις χερσι . κατα δε τας πολεμικας χρειας βαλλουσι λιθους πολυ μειζους των ἀλλων οὑτως εὐτονως , ὡστε
θαττον λογου παντος τῃ γῃ τουτον προσερραξαν , και τοσαυταις βαλλουσι πληγαις ὡς μη ἐπι πολυ ἀντισχειν του ἀθλιου το
9999980 βουλομενην
. Κεινην τε δη ὑπερβαλλεσθαι την ἀποδοσιν των ἱππων , βουλομενην ὡς πλειστον χρονον συνειναι τῳ Ἡρακλεϊ , και τον
την Βρουτου γυναικα Νικολαος ὁ φιλοσοφος ἱστορει και Οὐαλεριος Μαξιμος βουλομενην ἀποθανειν , ὡς οὐδεις ἐπετρεπε των φιλων , ἀλλα
9999980 γυναικειους
παιδων δ ' ἐζυγη ξυναγονει . και τρις γοναισι τους γυναικειους πονους ἐκαρτερησα : ἀρουραν οὐκ ἐμεμψατο του μη ἐξενεγκειν
τους στημονι ὁμοιους ὑπ ' ἰσχνοτητος . Φερεκρατης δε τους γυναικειους πλοκαμους πλοκαδας καλει . τας μεντοι συνεστραμμενας μετα ῥυπου
9999980 παρηλλαγμενην
. ἀλλοκοτον φησι την νοσον αὐτου , ἠγουν ξενην και παρηλλαγμενην , παροσον ὁ μεν πατηρ φιλοδικος ἐστιν , ὁ
ὑπο τινος , τιμωριαν ἐλαβε παρ ' αὐτης ἀνηκεστον και παρηλλαγμενην : μεθ ' ἱππου γαρ αὐτην εἰς οἰκισκον τινα
9999980 κοινωνικον
ψυχης , ἱνα και δυνωμεθα κοινωνειν ἀλληλοις και συμπολιτευεσθαι : κοινωνικον γαρ ζῳον ὁ ἀνθρωπος : διοπερ οἱ μη κεχρημενοι
. Ὁσοι μεν εἰς την χρειαν την ἀνθρωπινην ἀνηγαγον το κοινωνικον , οὐκ ἐλαβον ἀρχην ἀσφαλη του της προς ἀλληλους
9999980 δυσκινητον
' ὑπο των ξηραινοντων βλαπτοιτο αὐχμηρον τε και ξηρον και δυσκινητον γενοιτο , ξηροτητος , ὡσπερ γε και εἰ βαρυνοιτο
βαρυνεσθωσαν , μητε ἰσχνοτητι ταπεινουσθωσαν : ὀγκος μεν γαρ σωματος δυσκινητον και ἀργον προς τε θηρων μεταδιωξιν , προς τε
9999980 ἐφυλαττον
ἀλιτηριος ὁ Ζευς , ὁτι λιμου συντονου γενομενου τους ἀλουντας ἐφυλαττον δια το μη κλεπτειν τι των ἀλουμενων : ὡς
του λοιπου βλαβην ἐδεχοντο παρα των λιθων , ἀλλ ' ἐφυλαττον ἰσχυρως τον τε λιμενα και το Κερας . ἐν
9999980 θερμασιαν
θερμασιαν , ἀλλ ' ἐμφραττουσα τους πορους κωλυει διαφορηθηναι την θερμασιαν , οὑτως και ἐνταυθα ἐλαιον ἐπιτιθεμενον τῃ κεφαλῃ ,
τα ψαμμια , διαφορον ἐχοντα την χροιαν , παρα την θερμασιαν και την ὑλην και τον χρονον . ἀλλ '
9999980 ἀποτελεσει
το γαρ προστιθεμενον των ἀγαθων μετα της εὐδαιμονιας ἀγαθον τι ἀποτελεσει της εὐδαιμονιας αἱρετωτερον : τοιουτον δε και το ζητουμενον
κομην προς βορραν ἀποτεινῃ , λυπας και δενδρικων καρπων ἀφοριας ἀποτελεσει . ἐν δε Αἰγοκερωτι ἀμαυρωθεις τῳ ἡγεμονι Αἰγυπτου και
9999980 παραλαμβανει
το συμβεβηκος ἐν οὐσιᾳ . τουτο οὐν το ἐν τινι παραλαμβανει ἐν τῳ ὁρισμῳ ὡς γενος κατα πολλων λεγομενον .
ᾑ κληρουχοι Ῥωμαιων ἠσαν ἁμα τοις ἐπιχωριοις πολιτευομενοι , και παραλαμβανει την πολιν ἐξ ἐφοδου . ὡς γαρ ἐγνωσαν οἱ
9999980 ἀπολαμβανων
φασκων ὑπο σου και πεντακισμυριους κατα την ἐφεξης μαχην , ἀπολαμβανων τον ἡκοντα ξυμμετρως ἠρωτων , τι δ ' ὁ
ὁ τοπος ἐπι τῃ ἀρχῃ του ἰσθμου , ἐντος μεν ἀπολαμβανων την Ἐρυθραιαν ἐκτος δε την των Κλαζομενιων . ὑπερκειται
9999980 πολυτελεια
και δενδρεσιν οἰκιαι κρυπτομεναι και δενδρα ὑπεραιροντες θαλαμοι και λουτρων πολυτελεια , χωρος Ἀφροδιτῃ πρεπων και τῳ ταυτης υἱει τῳ
διαστροφη , και ἡ περι τας ἐσθησεις και ὑποδεσεις ἐπηκμασε πολυτελεια . Ὁμηρος δε την του μυρου φυσιν εἰδως οὐκ
9999980 καθαιρει
διοικων , και τους ἀδυνατους δυναμοι , και τους δυνατους καθαιρει της δυναμεως . Ὡν το μεν δηλοι το βριαειν
χρηματιζει τε ὁ θεος και ἐπισχει τινας ἡμερας : και καθαιρει την ἀνω , και σχεδον οὐκ εἰσαπαξ . και
9999980 διαφραγματι
φυσωμενη και την ἐκδρομην προς την χερσον ἐρευγομενη , τῳ διαφραγματι του τῃδε τειχους κωλυομενη , μη ἐχουσα τινι την
και χαλεπωτατη ἡ φρενιτιϲ γινεται : ἐϲτιν ὁτε και τῳ διαφραγματι ϲυμπαϲχων ὁ ἐγκεφαλοϲ δια των καταϲπειρομενων ἐν αὐτῳ νευρων
9999980 ἀπατης
εἰς τον ἑαυτου λογον , ἰδιον εἰδος πιστεων δι ' ἀπατης εὐαγωγου πεπορισμενον ἀσυλλογιστῳ παθει του προς ταυτα πειρωμενου .
, οἱ παραδοξοι , οἱ ἀπο γνωμης , οἱ ἐξ ἀπατης , οἱ ὁρικοι και ἑτερα λεπτοτερα τουτων μετα την
9999980 ἀπολαμβανομενην
, ἐσται , ὡς ὁλη ἡ διηγμενη προς την ἐκτος ἀπολαμβανομενην μεταξυ της παραλληλου και της τομης , οὑτως τα
την ὑποτεινουσαν ἀχθῃ τις εὐθεια , ἡ ἀχθεισα προς την ἀπολαμβανομενην ὑπο της ἀχθεισης και μιας των περιεχουσων την ὀρθην
9999980 θαυμαστον
, φησι , τοις διοσκουροις παρα τῳ παμφαῃ , οὐδεν θαυμαστον εἰναι , ἐκεινοις , ἀθληταις οὐσιν ἀγαθοις , και
παντα ταυτα κατεβιβαζεν ἐπι το μουσικωτερον . και μηδεις ὑπολαβῃ θαυμαστον εἰναι τον λογον , εἰ και τῃ πεζῃ λεξει
9999980 ἀναφαιρετον
ἀν εἰη ἀλλο , ἠ ἀρετη ; ἡ δε ἀρετη ἀναφαιρετον . Οὐκ ἀδικηθησεται τοινυν ὁ την ἀρετην ἐχων ,
ἡμιν ἀλλοτριων ἀγαθων και ταυτα πεφρουρημενων κραταιᾳ χειρι προς το ἀναφαιρετον ; „ και τοις δυσιν ἐπιδραμοντες μικρου καταλευουσιν αὐτους
9999980 ποιητικοις
γαμοις , εὐτελεστατα και ἐν πεζοις ὀνομασι μαλλον ἠ ἐν ποιητικοις , ὡστε αὐτης μαλλον ἐστι τα ποιηματα ταυτα διαλε
τουτῳ Μελισσος και Παρμενιδης . ὁ γε μην Παρμενιδης και ποιητικοις ἐπεσιν ἀνακηρυσσει την οὐσιαν ἑν εἰναι και ἀιδιον και
9999980 μακροτατον
πρωτης μεχρι εἰκοστης . και δητα μεχρι μεν τεσσαρακοντα το μακροτατον , των ὀξεων νοσηματων αἱ κρισεις γινονται . τα
ἐπι μηκος τεινομενην σπειραν ποικιλην ποιει . * περιμηκεα : μακροτατον * ποικιλον : πολυτροπον * αἰολλει : κινει στρεφει
9999979 λαβους
Ξερξου φιλη , ἐλθους ' ἐς οἰκους κοσμον ὁστις εὐπρεπης λαβους ' ὑπαντιαζε παιδι . † παντα γαρ κακων ὑπ
: ἱκανως κεχορτασμαι γαρ . ἀγαθου δαιμονος . δεχομαι . λαβους ' ἀπενεγκε ταυτην ἐκποδων . ἐπειτα της αὐτης ὁδου
9999979 στρατευομενοι
και μη τον δεινα πυνθανησθε τι πραττει ἀντι του ἱνα στρατευομενοι των ἀγαθων μεταλαμβανητε . και αἱ κατασκευαι μεν ἀπο
Ἑλλαδος πασης ἀνω και κατω φερομενης , πλεοντες ὁμου και στρατευομενοι ᾠκιζον την πολιν , ὡσπερ τινες φρουριον ἠ στρατοπεδον
9999979 ἀποδιδοσθαι
: Δημων Συρακουσιους εὐδαιμονησαντας φησι ψηφισασθαι την δεκατην των ὑπαρχοντων ἀποδιδοσθαι εἰς ἐπισκευην ναων τε και ἀναθηματων και ἱερειων :
βαρος τε θωρακος και ὑποχονδριου , μετα του πολλα πνευματα ἀποδιδοσθαι : ἐφ ' ὡν δι ' ἐμετων ἐκκομισθηναι δει
9999979 ἀποφαινομαι
περι ὡν ἀν σκοπῃ . ὡς γε μη εἰδως σοι ἀποφαινομαι . τουτο γαρ μοι ἰνδαλλεται διανοουμενη οὐκ ἀλλο τι
. δεδιως δε λεγω ταυτα , ὁτι ὑπερ ἀνθρωπου δοξαν ἀποφαινομαι , οὐ φαυλου ζῳου ἀλλ ' εὐμεταβολου , πλην
9999979 Σικελον
εἰρηκεν ἀπο της χωρας , ὡς ἐαν τις τον Συρακοσιον Σικελον λεγῃ ἠ τον Ῥωμαιον Ἰταλον . ὁ δε Ἰβυκος
παιγνιου Σικελικου , καθαπερ και Ἀνακρεων ὁ Τηιος πεποιηκε : Σικελον κοτταβον ἀγκυλῃ λαταζων . διο και τα σκολια καλουμενα
9999979 ποτηριοις
και ὁ μεν , ὡς προκειται , παραιτειται πινειν μεγαλοις ποτηριοις , ὁ δε τον Σωκρατην παραγει τῳ ψυκτηρι πινοντα
ὀρνιθος κυμβῃσι ] τρυβλιοις κυμβῃσι ] κυμβοισι γραπτεον , ἠγουν ποτηριοις ῥοφηθεις ] πινομενος ὁσσα τε πετρηεντος : και ὁσα
9999979 κατεσκευασμενων
δι ' ὀργανων των προς τουτο αὐτο ὑπο της οἰκειας κατεσκευασμενων φυσεως : ὁσα τε ἀναπνειν δια ῥινων πεφυκε των
ἀν και ἐλευθεριωτερους και γοργοτερους φαινεσθαι . οὑτω γε μην κατεσκευασμενων μορας μεν διειλεν ἑξ και ἱππεων και ὁπλιτων .
9999979 παραμεσης
τῳ αὑτης ὑπερεχουσαν , την δ ' ὑπατην ὑπο της παραμεσης ὑπερεχομενην ὁμοιως : ὡς γιγνεσθαι τας αὐτας ὑπεροχας των
και λιχανου διαστηματων : δια τι γαρ μεσης μεν και παραμεσης ἑν ἐστι διαστημα και παλιν αὐ μεσης τε και
9999979 ἀσθενεστατον
ἐν τοις βοθροις καταλειφθησεται ἡ του ὑδατος κακια . Ὑδωρ ἀσθενεστατον ποιησεις ἀφεψων το τριτον μερος : και τα λευκα
, σκευην δ ' ἐχει τοιαυτην : ἀχρουστατον τε και ἀσθενεστατον ὑπαρχον ὑδατι διεντες αὐτο ἑψουσιν , εἰτ ' εἰς
9999979 δραστικωτερον
: ἡ μεν γαρ πλειστη τῳ ποσῳ , το δε δραστικωτερον . ἀναισθητα μεν οὐν τα φυτα , ὁτι ἁπλα
προσπλεξει ὀλιγον ἠ και ἀλλης τινος ἀντιδοτου διαφορητικης , ἐτι δραστικωτερον ἐργασεται το φαρμακον . εἰ δε παυσαιτο μεν ἠδη
9999979 ἐπικουροι
πολυσκαρθμοιο Μυρινης : ἐνθα τοτε Τρωες τε διεκριθεν ἠδ ' ἐπικουροι . Τρωσι μεν ἡγεμονευε μεγας κορυθαιολος Ἑκτωρ Πριαμιδης :
λεοντα : ἡμεις δε μαχομεσθ ' οἱ περ τ ' ἐπικουροι ἐνειμεν . και γαρ ἐγων ἐπικουρος ἐων μαλα τηλοθεν
9999979 γινωσκοντα
ἀρρωστου δει ποιεισθαι την ἐπισκεψιν και οἱον καταλαμβανειν αὐτον μη γινωσκοντα μητε μεταχειρισαμενον αὐτον : οὑτως γαρ ἀμηνυτι εἰσερχομενου του
ἀμαυρωσαι . ἀμεινον εἰδεναι ἀγνοουντα ὁτι ἀγνοει ἠ δοκειν μη γινωσκοντα γινωσκειν . μεθης καιρος οὐδε εἱς οὐδενι ἐπει μηδε
9999979 μηνης
και ποταμους ἱστησιν ἀφαρ κελαδεινα ῥεοντας , ἀστρα τε και μηνης ἱερας ἐπεδησε κελευθους . της μεν , ἀπο μεγαροιο
προοιμια , ἀρχην ἐχοντα ” ἀμφι μοι ἠελιοιο περικλειτοιο τε μηνης / ἑσπετε μοι Μουσαι ” , τινα δε των
9999979 μητροπολεως
της Αἰαιας Αἰαιος . Νυμφαιον , πολις Ταυρικη μεταξυ Παντικαπαιου μητροπολεως και Θεοδοσιας , ὡς φησι Στραβων . το ἐθνικον
” ἐαν δε τινες ἐν ταις ὁμοροις ἐξω μιας της μητροπολεως ἐθελοντες βωμους ἠ ἱερα ἠ τινας εἰκονας ἠ ἀνδριαντας
9999979 μαθηματικους
κἀκεινοι φασιν οἱ ἀνδρες οὐκ ἀριθμους ψιλους και τουτους τους μαθηματικους προκεκρισθαι παρα τῃ φυσει και τοις φρονιμοις ἀνδρασιν ,
εὐφυεις , ζηλωτικους , εὐεργετικους , ἐπιλογιστικους , εὐστοχους , μαθηματικους , μυστηριακους , ἐπιτευκτικους , ἐπι δε της ἐναντιας
9999979 ἀσυναρτητον
ἐκ κωλων πολυσχηματιστων ιβʹ . ὡν το πρωτον τετραμετρον βραχυκαταληκτον ἀσυναρτητον προσοδιακον ἀναπαιστικον καλουμενον , ἠ δακτυλικον τετραμετρον ἀκαταληκτον .
τροχαϊκον ἑφθημιμερες , ἠτοι Εὐριπιδειον ἠ ληκυθιον . Το θʹ ἀσυναρτητον ἐκ δακτυλικης διποδιας ἠτοι διμετρου ἀκαταληκτου και τροχαϊκου πενθημιμερους
9999979 ἁμαρτανομεν
. τι οὐν ; ταχα ἐρει τις , τουτο μονον ἁμαρτανομεν , το φαυλως θεωρειν ; και περι τουτου μονου
ἡκει κρινας , το κοινως φοβερον ἁπαντας εὐ θεσθαι , ἁμαρτανομεν . ταχιστα δ ' ἀν ἀπαλλαγη αὐτου γενοιτο ,
9999979 ἀγνωμων
μη ἀνατραπεντος του σκαφους ὑπο ἰχθυων καταβρωθῃς ; κᾀτ ' ἀγνωμων ἀν εἰην , ἐφη , ὀκνων ὑπο ἰχθυων καταδασθηναι
πασι προδηλα ὁ νομοθετης : ἀλλως τε και οὐδε οὑτως ἀγνωμων ὁ νομοθετης και ὠμος και ἀπανθρωπος . ὡστε τους
9999979 δεδομενην
ὑπο την ἀχθεισαν και ἀπολαμβανουσαν το τμημα το δεχομενον την δεδομενην γωνιαν . Δια τα αὐτα δη . , ]
ΑΒΓ τριγωνον τῳ εἰδει . Ἐαν τριγωνον μιαν ἐχῃ γωνιαν δεδομενην , περι δε ἀλλην γωνιαν αἱ πλευραι προς ἀλληλας
9999979 θυγατριον
δακρυουσης γυναικος : οἱον οὐ πατηρ σοι τεθνηκεν : οὐ θυγατριον προωρον ἀποβεβληκας : οὐ παιδων τεθεασαι συμφορας : τινα
θηρευσαι μνηστηρα τῃ τεθνεωσῃ , παραστησαι δε μαλλον , ὁτι θυγατριον εὐπρεπες και τεθραμμενον κοσμιως ἐν ἐλαττονι μοιρᾳ της πατριδος
9999979 ἀπουσια
δε δακνον ἐν τῳ ἀποχωρειν φιλητον : οὑ γαρ ἡ ἀπουσια λυπηρα , φιλητον το τοιουτον . συνιστησι δε το
δε οὐδεμιαν ἀπουσα διδωσι , ἐπει οὐδε ἐνδεια ἐστιν ἡ ἀπουσια της ἐπιστημης : οὐ γαρ ἠν ὁτε παρην ἡ
9999979 ἀτοπωτερον
δυσπροσωπον ὁραθεν συναγει τας ψυχας των ὁρωντων και συστελλει . ἀτοπωτερον δ ' ἀν εἰη των οἰκειων τινα ἰδειν τοιουτῳ
τι των ποιουμενων ] ἐνδον λαλουμενων θ ' ἁμα . ἀτοπωτερον ] τουτου , μα τω θεω , ξενον οὐπωποτ
9999979 γεγενημενοι
ποιειν ὑπερ ὑμων τους θεους , ταυτ ' αὐτοι κυριοι γεγενημενοι τημερον μη ποιησαιτε , ἀλλ ' ὁν ἐκεινοις εὐχεσθ
Φωκεων των ἐκπεπτωκοτων οἱ μεν οἰμαι βελτιστοι και μετριωτατοι φυγαδες γεγενημενοι και τοιαυτα πεπονθοτες ἡσυχιαν ἀγουσι , και οὐδεις ἀν
9999979 ἀπολωλεκεναι
ἐστι το ἑν τοιουτον οἱον ἀλλου παθοντος αὐτο μηδεν παθον ἀπολωλεκεναι την αὐτου φυσιν , ἀλλα δει , εἰ μελλοι
: και πυρ ὁρων ἀπο της πολεως ἀναπτομενον σκηπτον ἐφην ἀπολωλεκεναι τους Θηβαιους , και πυρ ἐξ οὐρανου κατα της
9999979 ἀπολαμβανει
τοπου ἐφικνουμενον ἑκαστον του τελους ἐφικνειται και το οἰκειον εὐ ἀπολαμβανει . ἐν ἐκεινῳ μεν γαρ μη ὀν δυναμει ἐν
ἀν τις μαλιστα ἐπαινεσειε . τοιγαρουν και ἀξιον παρα παντων ἀπολαμβανει τον καρπον , εὐχομενων ταυτα τε αὐτῃ παραμειναι τα
9999979 αἰσθανομενα
μαθηματικα , τα δε φρονιμα . και μαθηματικα λεγει τα αἰσθανομενα των ψοφων και γινωσκοντα ποιαι μεν φωναι ἀπειλητικαι ὑπαρχουσι
ἀσθματος περιχανων ἐμπιμπλᾳ , τα δε ἀλλα ζῳα ἡκοντα και αἰσθανομενα οὐ τολμᾳ προσαψασθαι . διο εἰ μη εὐθηρια γενοιτο
9999979 νομικων
μεν πρωτη ζητησις ἡ περι της παραγραφης κατα μιαν των νομικων ἐχει την ζητησιν : ἡ δε ἑτερα εὐθυδικια οὐ
γινεται . Συριανου και Σωπατρου . Τριτη ἡ ἀντινομια των νομικων ἐστι στασεων : παρεχωρησε γαρ τῳ συλλογισμῳ δι '
9999979 ἀπορησας
, ὡς φησιν Ἑρμιππος , και χαριτας , οὐκ ἀν ἀπορησας των βουλομενων ἐπαρκειν , αἰδουμενος δε λαμβανειν παρ '
τα ἑλκη και ὁσα πελιδνα παντα λευκαινει . Ἐγω δε ἀπορησας της ὀνοθουρεως , την νυκτεριδα βοτανην , ἡν τινες
9999979 κονιορτον
ποιεισθαι τας ἀναστροφας τῃδε κἀκεισε . ὡς δε πλειστον ἐπανεστησε κονιορτον ἐπισκοτων ταις των πολεμιων ὀψεσιν , ὁ μεν ἐλαθε
καπνος ἠ ἀηρ ἠ πυρ γενοιτο , ἀλλα και εἰς κονιορτον ἀναλυθεισα . Παρεστι γουν ὁραν , ὁτι και τα
9999979 βροτου
ἐστιν ἡ ἐνιδρυουσα τοις θεοις την ψυχην κατα στερησιν του βροτου και φθαρτου λεχθεισα : διο και ὁντινα ἀν λεγοι
, ἀπο του περιεχοντος εἰριου . Ἠμβροτες . κυριως το βροτου μη τυχειν . Ἠτορ . κατα ἀποβολην του α
9999979 λιπος
Ὁμηρος : λευκοι , ἀποστιλβοντες ἀλοιφῃ . ἐαν δε γραφηται λιπος , ἐσται : εἰς ἡν ὀλισθαινουσι πολλοι τῳ ἐρωτι
μεν εἰς τρυφην ἐξοκειλας , τῳ δε νοϊ ὀστεα και λιπος ὑπεθετο . δεδωκεν οὐν τουτῳ αἱρεσιν , ὁποιον ἐθελῃ
9999979 δου
, ὁ δευτερος ἀοριστος ἐδην , μεσος . . . δου και περιδου . και Ὁμηρος “ διδει . .
Ἀλλως . ] Ἐπει οἱ ἀπο του αου τρεις του δου ὑπερεχουσι Μο κ , τεταχθω ὁ δος ʂ α
9999979 τεσσαρακοντα
το δε ὑψος συν τῳ της σκηνης ἀναστηματι μικρον ἀπεδει τεσσαρακοντα πηχων . το δε σχημα αὐτης οὐτε ταις μακραις
καταλογῳ των Ἠλειων , τον μεν συμπαντα αὐτων στολον ποιησας τεσσαρακοντα εἰναι νεων , τουτων δε τας ἡμισειας ὑπο Ἀμφιμαχῳ
9999979 κουρους
, ἡ δε γʹ κουρεωτις : ἐν ταυτῃ γαρ τους κουρους ἐνεγραφον εἰς τους φρατερας , τριετεις ἠ τετραετεις ὀντας
ἠγαγε δε Κλεων . ΓΘ κορακινους : ἐπαιξεν ἀντι του κουρους . ΓΘ παρεκινδυνευσε : περυσι γαρ ὑπεσχετο τοις Ἀθηναιοις
9999979 κατασκευαστεον
τῳ ἰδιῳ τριγωνῳ . και ἐπι των λοιπων ἀστερων οὑτω κατασκευαστεον τα τε ἱερα και τα ἀγαλματα : ἐτι μην
ἀιδιος ἀρα και ὁ κοσμος . το δε ὑπερτεθεν ἠδη κατασκευαστεον , εἰ δει και ἀποδειξεως τοις οὑτως ἐμφανεσι :

Back