ὠ κρατιστε , και θεοις εὐχου σωτηριαν και νοστον ἡμιν ἀπημονα ὀπισω πεμψαι και το τελος των ἐγχειρουμενων μη μονον
ἠδε ξανθου Ἑλικωνος , δος δ ' οὐρον καλον και ἀπημονα νοστον ἀρεσθαι ναυταις οἱ νηος πομποι ἠδ ' ἀρχοι
9999972 Ἀλεξανδρου
και βιαιως το δορυ ὠσαμενος διαρρηξας τε την τε ἀσπιδα Ἀλεξανδρου και την δεξιαν ἐπωμιδα διηλασε δια του θωρακος .
κατα τους ὑστερον χρονους Ἀγαθοκλεα τον Συρακοσιων βασιλεα μιμησαμενον την Ἀλεξανδρου στρατηγιαν ἀνελπιστον και μεγαλην νικην περιποιησασθαι : διαβαντα γαρ
9999971 ἐπηγγελλοντο
οὐσων των ἀρχων παντα τα παθη και τας οὐσιας ἀποδωσειν ἐπηγγελλοντο , ὑφ ' οὑ τε τι γινεται και πως
ὡς ἀναξια της ἡμετερας προαιρεσεως και φιλανθρωπιας δι ' ὡν ἐπηγγελλοντο βεβουλευμενοις μεμψαμενοι , του δ ' ὡς ἀδυνατοις ἐπιχειρουντος
9999971 ἑλκουσαν
μετα . και την μεν ἀν προσειδες εὐθηλον ποριν μυκωμενην ἑλκουσαν ἐν χεροιν διχα , ἀλλαι δε δαμαλας διεφορουν σπαραγμασιν
μεγιστος οὐ φοβειται τους ψοφους : Και νους ἐχεφρων πασαν ἑλκουσαν βιαν . Ἀκων μεν , ὡς Ζευς οἰδεν :
9999970 ἀτεραμονα
των ὀσπριων ἠ και του παντος σιτου κυαμον και φακον ἀτεραμονα γινεσθαι ψευδος ὑποληπτεον ἀλλα μαλιστα διαπειρωμενοι τουτων δια την
δε και το χωριον ὁτε μεν τεραμονα φερειν ὁτε δε ἀτεραμονα της αὐτης ἐργασιας τυγχανον : και των συνεχων αὐλακος
9999970 παραγωγῃ
ἀλλα μην και το ἑκαστατω και ἑκαστερω ἠν ἐν συγκριτικῃ παραγωγῃ . τα γ ' οὐν προκατειλεγμενα δεδεικται ὡς εἰη
μεσου μερους ἐπι φαλαγγος , εὑρουσιν ἰσως ταυτα ὡς ἐν παραγωγῃ , τουτεστιν δια των ἀκρων του μεσου μερους ,
9999970 θυγατερα
πολις ἐν Θεσσαλιᾳ . Τινες δε φασι την Κυρηνην Πηνειου θυγατερα γενεσθαι , κακως . Ἐνεμεν γαρ παρ ' αὐτῳ
δε κἀκεινο προς τουτοις , ὁτι ἀρα ἀπορων ἐκδουναι την θυγατερα , ἐδωκεν αὐτῃ προικα ἐχειν τα ἐπη τα Κυπρια
9999970 Αἰγυπτιοις
Ζευς παντος του αἰσθητου κοσμου δημιουργος , οὑτος παρ ' Αἰγυπτιοις Ἀμμων καλειται ἀπο του ἀφανους εἰς το ἐμφανες παντα
Ὠριωνος ἐπιτελλει . Ἱππαρχῳ ἐτησιαι ἀρχονται πνειν . κεʹ . Αἰγυπτιοις ζεφυρος ἠ ἀργεστης και καυμα . κϚʹ . ὡρων
9999970 δαιμονα
γενεσεως ἐπιφανεστερα ὑπαρξαι νομιζουσι : Νικοτελειᾳ γαρ τῃ μητρι αὐτου δαιμονα ἠ θεον δρακοντι εἰκασμενον συγγενεσθαι λεγουσι . τοιαυτα δε
Εὐρυκλης ἐπι των ἑαυτοις κακα μαντευομενων . Εὐρυκλης γαρ ἐδοκει δαιμονα τινα ἐν τῃ γαστρι ἐχειν , τον ἐγκελευομενον αὐτῳ
9999970 συλλογιστικως
μεν δη ἑνα τροπον φησι , δι ' οὑ ὁρισμον συλλογιστικως μεν , οὐκ ἀποδεικτικως δε εὑρεθηναι ἐνδεχεται , και
τ ' αὐτο συναγων τῳ ἀνδρειῳ , οὐ πανυ τι συλλογιστικως : ὡς δε ἀκολουθουντος τῳ τους ἐπιστημονας και ἐμπειρους
9999970 τμητικης
ταξιν , θερμοτητα δ ' οὐδεμιαν ἐπιφανη κεκτηται . Μυρικη τμητικης ἐστι και ῥυπτικης δυναμεως ἀνευ του ξηραινειν ἐπιφανως :
, ἐχει δε τι και διαφορητικον . ὁ δε καρπος τμητικης μετεχει δυναμεως . Παπυρος καυθεισα φαρμακον γινεται ξηραντικον ὡς
9999970 μελανες
, και ὁ οἰνος μελας , ἐπειδη των οἰνων οἱ μελανες εἰσι φυσει παχυτεροι . Και ταυτα και τα ψυχοντα
τε οὐσαις ; οὐτε γαρ αἱ μεν λευκαι αἱ δε μελανες . θεσιν δε οὐ δυνατον εἰπειν , ἐπει οὑτως
9999969 μνημονευει
ἑτεροις : τα της θεου γαρ πανταχως ἐχειν καλως . μνημονευει αὐτου και ἐν Ἀνδρογυνῳ ἠ Κρητι . Τιμοκλης δ
ὁ Λυκουργος παρ ' Ἀρκασιν , ὡς φησιν Ἀριστομενης . μνημονευει και Ὁμηρος τουτου του Λυκουργου : τον Λυκοοργοςὑποφθας δουρι
9999969 τμητικην
ὁ και ψυχοτροφον , Ῥωμαϊστι δε βεττονικη , δυναμιν ἐχει τμητικην : πικρα γουν ἐστι και ὑποδριμυς . Κηκις ἡ
και διακρατειν εὐτονως τα ἀκρα . ὀσφραντα δε προσαγεσθω τα τμητικην ἐχοντα δυναμιν , και ἐν ταις ἀνεσεσι σικυαζεσθωσαν ἐνεργως
9999968 Θερσανδρου
του πατρος αὐτου φονον : ὁθεν , ἠγουν ἀπο του Θερσανδρου , ἐχουσι την ἀρχην του σπερματος , τουτεστι του
ἠ γενος ὑπολειπομενον Φριξουτουτων ἑνεκα ἐποιησατο Ἁλιαρτον και Κορωνον τους Θερσανδρου του Σισυφου : Σισυφου γαρ ἀδελφος ἠν ὁ Ἀθαμας
9999968 ἐσπεισαντο
θουροι δε πυρωπεες , αἰολοδειροι , δορκοισιν φιλιην παρα τεμπεσιν ἐσπεισαντο , ἠθαλεοι τε πελουσι και ἀλληλοισιν ὁμαυλοι , εὐνας
, σκοροδα δε σιτουνται προθυμοτατα . οἱ τοινυν ταυτα προμαθοντες ἐσπεισαντο προς αὐτους ἑκοντες ἀθηριαν : ὁστις δε τῃ τουτων
9999968 ἐλευθεριοτητα
οὐν ὑπο ἐθους ἠ ὁπωσουν μεταβαλλοι , ἐλθοι ἀν εἰς ἐλευθεριοτητα : ἀλλ ' ὁ μεν τῳ ὀντι ἀσωτος βελτιων
του προκειμενου ἐργου , ὡς ἐρει . Ὁτε ἐλεγε την ἐλευθεριοτητα περι χρηματων μεσοτητα . ὡς γαρ ἡ ἐλευθεριοτης ἀπο
9999968 εὐμενες
δηλονοτι ἐρωτωντος και του την ἀποκρισιν διδοντος , ὑπερ του εὐμενες αὐτοις ἐσεσθαι το θειον και το ἐσομενον ἀποκαλυψαι κατα
χυμοις ἠ πυκνωσει δερματος συνισταμενων . ἐστι δε και ὑποχονδριῳ εὐμενες , εἰπερ τι και ἀλλο . ἐξανθηματων δε δια
9999968 Σκορπιου
τα γαρ λϚʹ ἐτη ἀναφορα Λεοντος , ὁμοιως δε και Σκορπιου , ἐνθα ἐτυχεν Ἀφροδιτη καθυπερτερουμενη ὑπο Κρονου . ἐμελλε
. . . . . . . . . . Σκορπιου κζ # βο νβ δʹ με των ἐν τῳ
9999968 σκορπιος
, ὡς Σοφοκλης ἐν Αἰχμαλωτισιν : ἐν παντι γαρ τοι σκορπιος φρουρει λιθῳ . * λαι : πετρῳ το δε
' ἐχω περιβαριδας . ὠ και λεων και μυγαλη και σκορπιος κρεαδιον τι φαυλον ἠ ταριχιον οὐδ ' ὀψοφαγος οὐδ
9999968 ῥητορικου
Ἑρμογενους ὁρου πιπτοντας εὑρησομεν . ἐτι δε οὐ μονον του ῥητορικου ὁρου οἰκειος ἐστιν ὁ ὁρος , ἀλλα και τοις
δοκεις ἀληθη εἰρηκεναι : ἀλλα δη την του τῳ ὀντι ῥητορικου τε και πιθανου τεχνην πως και ποθεν ἀν τις
9999968 γλαυκου
, περκη σχιστη , τευθις σακτη , συνοδων ὀπτος , γλαυκου προτομη , γογγρου κεφαλη , βατραχου γαστηρ , θυννου
. Ἡττον τ ' ἀποσταιην ἀν ὡν προειλομην ἠ Καλλιμεδων γλαυκου προοιτ ' ἀν κρανιον . Ταριχος ἀντακαιον εἰ τις
9999967 βακτηριαν
˘˘˘ – ἀπαλλαγηναι ] . . α ἀζημιος ] ι βακτηριαν ] ι ] προς το “ φενακισας ” φησι
τις ἐγενετο ἀνηρ Ἀθηνησι μεγιστων τιμων λαχων . Δαφνινην φορω βακτηριαν : ἐπι των ὑπο τινων ἐπιβουλευομενων : παροσον ἀλεξιφαρμακον
9999967 ἐρωτικως
, ὁπως Ἀχιλλει ὁπλα κατασκευασηι , τον δε ποιησαι . ἐρωτικως δε ἐχοντα τον Ἡφαιστον της Θετιδος , οὐ φαναι
συνετελεσθη . Δαμας γαρ τις των ἐνδοξων ἀριθμουμενος ἐν Συρακουσσαις ἐρωτικως διετεθη προς τον Ἀγαθοκλεα και το μεν πρωτον δαψιλως
9999967 τυγχανουσι
. εἰσι δε ἐμμελεις μεν ὁσοι συναπτομενοι προς ἀλληλους εὐφοροι τυγχανουσι προς ἀκοην , ἐκμελεις δε ὁσοι μη οὑτως ἐχουσι
αἱ μαλιστα τουτο διαπραττονται , πολλης ἐρημιας τε και ἀναχωρησεως τυγχανουσι δεομεναι : και ὡσπερ τοις νοσουσιν , εἰ μη
9999967 Θεσσαλιαν
οὐδ ' ἐπιχειρειν ἐδυνατο . ἐντευθεν ὁ μεν Ἀρχελαος ἐπι Θεσσαλιαν δια Βοιωτων ἀνεζευγνυε και συνηγεν ἐς Θερμοπυλας τα λοιπα
Πηλει δωρησασθαι , ᾑ τα προσπιπτοντα των θηριων διαχρωμενος εἰς Θεσσαλιαν κατηλθε , και κατελθων κατεπολεμησεν Ἀκαστον και την Ἰωλκον
9999967 συνελαβεν
οἱσπερ οὑς ἠγγυησαντο . Ἡ δε βουλη ἐξελθουσα ἐν ἀπορρητῳ συνελαβεν ἡμας και ἐδησεν ἐν τοις ξυλοις . Ἀνακαλεσαντες δε
οὐκ ἀργην . ὀλιγον οὐν προ του πτωματος ἡ γυνη συνελαβεν . ἀλλα δια τους κινδυνους και την ταλαιπωριαν την
9999967 λιθαργυρον
. ξεστ . δʹ . ἑψε το ἐλαιον και την λιθαργυρον και το ὀξος ἑως ἀμολυντου , εἰτα θες χαμαι
, ψιμμυθιου δραχμας κε , ἐλαιου λιτραν ἡμισειαν . Ἑψε λιθαργυρον , ἐλαιον , ἑως συστῃ , εἰτα κηρον ,
9999967 πτεροισι
και πολεις ἐλθειν , ἀλλα κατ ' αἰθερ ' αἰει πτεροισι φορεισθω . εἰ δε θεοις ἠν ξυνεσις και σοφια
' ἀν Ϛ λαβραζων κα περκνος ζ αἰχμητης θ χαρων πτεροισι κβ χερσον κη αἰετος η διαγραφων λ ῥαιβῳ λβ
9999967 γλυκυτητος
εἰ και βραχυ , ἀλλ ' οὐν ἐχειν τι και γλυκυτητος , δηλον γε μην , ὁπερ ἐφην , ὁτι
δυο , μεστη χυλου , δριμεια μετα ποσης στυψεως και γλυκυτητος , ὑπερυθρος : ὁμοιως δε και ὁ χυλος ἐρυθρος
9999967 ἐνεργουσα
κατα την ἀτελη κινησιν , ἀλλ ' ὡς μη προτερον ἐνεργουσα ὑστερον δια το παρειναι το αἰσθητον την ἐνεργειαν προβαλλομενη
και ἐπι των ἀνθρωπων τετακται ἡ δικη , ταὐτα ἐκεινοις ἐνεργουσα : ἐκεινα μεν γαρ κρατει την ταξιν των ὀντων
9999967 Συρακουσσας
ἀχρηστους εἰς πολεμον των ἐκ Κυρηνης παραγενομενων ἐμβιβασας ἀπεστειλεν εἰς Συρακουσσας . χειμωνων δ ' ἐπιγενομενων ἁ μεν διεφθαρη των
. διαδοντος δ ' αὐτου λογον ὡς κατα σπουδην εἰς Συρακουσσας ἀναζευγνυειν διεγνωκε , τριακοσιοι των ἐκ Λιβυης ἱππεων κατα
9999967 κυκλοτερες
ἀποσπασμα του ἡλιου λεγουσιν αὐτην . ὡς και Ἐ . κυκλοτερες . . . φως [ ] . ̈ .
Ὁσοι τε : και ἀλλοι . περιμετρον : μεγα , κυκλοτερες , περιττον κατα μετρον , μεγα και ὑπερ μετρον
9999967 πορευομενῳ
συμμαχους ἐπορευετο , και πρεσβεις Φωκεων ἠσαν οἱ παρηκολουθουν αὐτῳ πορευομενῳ , και παρ ' ἡμιν ἠριζον οἱ πολλοι Θηβαιοις
τῃ του νικηφορου οἰκιᾳ , προσυποτιθεται δε ὁτι και ὑπηντησε πορευομενῳ εἰς τον ἀγωνα και της μαντειας ἐφηψατο και αὐτος
9999967 κατεσκευασμενη
διαλλαττει της Θουκυδιδου λεξεως ἡ Δημοσθενους ἡ παρα τον αὐτον κατεσκευασμενη χαρακτηρα , εἰπωμεν : ἀπαιτει γαρ ὁ λογος .
Διωνος φιλοσοφια ῥητορικωτερα τῳ Ἀπολλωνιῳ ἐφαινετο και ἐς το εὐφραινον κατεσκευασμενη μαλλον , ὁθεν διορθουμενος αὐτον φησιν ” αὐλῳ και
9999967 χαλκου
ναδιον τε και σαλπιγξ , και κορνικες : ἀνευ δε χαλκου , μονοκαλαμον , δικαλαμον , πολυκαλαμον , και ῥαξ
μελι κεδρινον , ὀλιγον : τα δε ξηρα , ἀνθος χαλκου , σμυρνα , σιδιον αὐον . Ἑτερον : ἀνθος
9999967 θεοειδης
ὁσον ἠθελε θυμος , δη τοτ ' Ἀθηναιη και Τηλεμαχος θεοειδης ἀμφω ἱεσθην κοιλην ἐπι νηα νεεσθαι : Νεστωρ αὐ
νοοειδης γινεται ἠτοι νους κατα μεθεξιν , εἰτα δε και θεοειδης ὡς θεῳ ἑνωθεισα κατα το ἐν αὐτῃ ἐγκειμενον ἑν
9999966 σοφωτατου
ἐπιστειλαντος μου μεριμνησειν ὑπερ των Θεοφιλου πραγματων , ἀνδρος και σοφωτατου και δικαιοτατου και ὁς ἐν μεσῳ βιβλιων και ἐγρηγορε
της εὐδαιμονιας τελος , και ταυτα δια του παρεισαγομενου προσωπου σοφωτατου παρ ' αὐτῳ . Πεποιηται γαρ Ὀδυσσευς ἀναφωνων :
9999966 Συρακουσαις
' οὑ τα ἐπιτηδεια ἑξει . Τῳ δε Ἁβροκομῃ ἐν Συρακουσαις ὡς χρονος πολυς ἐγενετο , ἀθυμια ἐμπιπτει και ἀπορια
και ὁσων δεοι παρασκευασωνται ὡς ἐς το ἐαρ ἐπιχειρησοντες ταις Συρακουσαις . Και οἱ μεν ταυτῃ τῃ γνωμῃ ἀπεπλευσαν ἐς
9999966 δημιουργιαν
και ἡ διαπλαστικη δυναμις , εἰ μη ἐχει ὑλην εἰς δημιουργιαν μοριου ἐπιτηδειαν , οὐ δυναται τι ποιησαι . ὁταν
οὐσιωδη προς τι ὑπαρχουσι και συντελουντα εἰς την της φυσεως δημιουργιαν . ἀδυνατον δ ' ἐστιν αὐτα καθ ' αὑτα
9999966 καταληκτικα
το Ϛʹ μονομετρον , τα δε λοιπα διμετρα ἀκαταληκτα και καταληκτικα , ἠτοι ἑφθημιμερη . ὠμοι πεπληγμαι ] εἰσθεσις διπλης
ἀκαταληκτων ηʹ . ἐν ἐκθεσει δε κωλα βʹ ἰαμβικα διμετρα καταληκτικα ἠτοι ἑφθημιμερη , ἁ καλειται , ὡς εἰρηται ,
9999966 συνεβουλευσεν
ἡ εἰρηνη ποιει . οὐ μονος δε περι της εἰρηνης συνεβουλευσεν , ἀλλα και ἀλλοι πολλοι ποιηται . οὐδεν γαρ
Πολυνεικους εἰς το Ἀργος προς τον ἐκεισε βασιλευοντα Ἀδραστον και συνεβουλευσεν αὐτῳ στρατευσαι κατα Θηβαιων . Ἐριννυος κλητηρα ] τον
9999966 ἀκαταληκτα
ἑφθημιμερους : τα δε ἑξης δυο ἐν ἐκθεσει ἰαμβεια τριμετρα ἀκαταληκτα . βοασομαι . . . ταν ὑπερτονον : παρα
τοις φροντισταις παραθεντων “ κωλα ἀναπαιστικα , διμετρα ὑπερκαταληκτα και ἀκαταληκτα και καταληκτικα . νυν οὐν χρησθων : νυν οὐν
9999966 Ἀριστειδης
της ἀγορας ἰδειν ἀνισχοντα , τουτο δε ἀνα στομα ἐχειν Ἀριστειδης μελετησεται τημερον ἐν τῳ βουλευτηριῳ ὡρας τεταρτης . ταυτα
* : δυσπαραιτητοι ] Παραιτουμαι το συγγνωμην αἰτω , ὡς Ἀριστειδης : παραιτεισθαι μεν οὐκ οἰδα . δυσπαραιτητος δε κριτης
9999966 κρατουν
, φασιν , τους νομους ἐν τῃ πολει ἑκαστοτε το κρατουν . ἠ γαρ ; Ἀληθη λεγεις . Ἀρ '
εἰ θεον καλειν σε δει . δει δε : το κρατουν γαρ νυν νομιζεται θεος . ἐφ ' ὁσον βαδιζεις
9999966 θεραπαινιδας
. ἐκ μακρας οὐν θαλασσης ἀπολουσαι την ἀσιν : ἐχεις θεραπαινιδας . ” μολις μεν και μη βουλομενην , προηγαγε
ὡς οὐν ἡκεν οὑτος εἰς τους ἀγρους , καταλαμβανει τας θεραπαινιδας ζητουσας την Λευκιππην και πανυ τεταραγμενας : ὡς δε
9999966 σκορπιου
περι ὁλον το σωμα συναισθησις γινεται κνησμωδης . [ Περι σκορπιου . ] Τοις δε ὑπο σκορπιου πληγεισιν ὁ μεν
, κολοκυνθις ἀγρια , βρυωνια , κυκλαμινος , ἀνδραχνη , σκορπιου θαλασσιου πνιγεντος οἰνῳ το ἀποβρεγμα . Ἀγνου σπερμα ,
9999966 Ἡρακλειδης
ἀλλα μοι ἐν στηθεσσιν ἀληθευουσι μενοιναι . ὁ δε φυσικος Ἡρακλειδης εἰναι ὀντως φησι σανιδας τινας Ὀρφεως , γραφων οὑτως
γινεται τα του βιου αὐτου πβ . . τουτον φησιν Ἡρακλειδης ὁ Ποντικος [ . , . ] περι αὑτου
9999966 ἀπαρακαλυπτως
καταφανως και περιφανως , γνωριμως , σαφως , πεφασμενως , ἀπαρακαλυπτως , ἀνυποστολως , πολυθρυλητως τεθρυλημενως : σκληρον γαρ το
προαιρουμενη , κἀν μη μετ ' εὐλογου προσχηματος δυνηθῃ , ἀπαρακαλυπτως πονηρευεται . αἰλουρος συλλαβων ἀλεκτρυονα τουτον ἐβουλετο μετ '
9999966 ὑποδημα
διαλεκτῳ νεοποικιλτον ἐπαγγειλαι ὑμνον . πεδιλον δε κυριως μεν το ὑποδημα , νυν δε το μελος . το δε Δωριῳ
τετραγωνον οἱ τεσσαρες ὁροι : ὁ οἰκοδομος ὁ σκυτοτομος το ὑποδημα ἡ οἰκια : ὁ οἰκοδομος μεν , ἐφ '
9999966 ἐγευσαντο
ἐκαθεζοντο περι την βασιλιδα και οὐτε πυρ ἀνηψαν οὐτε τροφης ἐγευσαντο : πεπεισμεναι γαρ ἠσαν ἑαλωκεναι μεν βασιλεα και ἀπολωλεναι
ὁμου προθειναι τοις θηριοις : και τους μεν αὐτικα ὡς ἐγευσαντο διεφθειρεν ὁ φλοιος , το ξυλον δε ἐκεινο ἐκειτο
9999966 προθυμιᾳ
ταυτα οὐδενες αὐτων ἐγγυς της πολεως οὐτε πληθει στρατοπεδου οὐτε προθυμιᾳ γενομενοι , ἡ δε ὑμετερα πολις πολλῳ προτερον της
. βλεψας οὐν εἰς τον διδοντα την ἐπιστολην ἡμερον χρησαι προθυμιᾳ περι το ἐργον . Ἐγω σε φιλον τε ᾐδειν
9999966 ἀναλαβουσα
του ποδος το παθος καταμαθουσα οἰκτειρει τον νεοττον , και ἀναλαβουσα συν πολλῃ τῃ φειδοι κατειλει την πληγην , και
πραγμα πεπειραμενῳ . Οὑτω γαρ κατασκευαζεται ψυχης καθαρα διαθεσις , ἀναλαβουσα τα καλλιστα : και προς το παντων κυριωτατον νενευκυια
9999966 ἀπεκτεινα
, τουτο ὡς ἐνην ἀριστα διεπραξαμην , και τον τυραννον ἀπεκτεινα ἑτερῳ φονῳ , οὐχ ἁπλως οὐδε πληγῃ μιᾳ ,
ἑκατερων διαγωνισαμενων ὑφ ' ἑνα καιρον και τοπον ἐγω πλειους ἀπεκτεινα . δηλον οὐν ὡς κατα την αὐτην περιστασιν ὁ
9999966 ἐπιπλασμα
ὠμη μαλαχη ἀρτῳ ἠ παλῃ ἀλευρων μιγνυται , και γινεται ἐπιπλασμα ταις ὀχληραις φλεγμοναις ἐπιτηδειον , και ἐνιοτε μεν εἰς
ἐν τουτῳ διαχειται φοινιξ ὁ πατητος . τουτο ὀφθαλμων ὀδυνωμενων ἐπιπλασμα ἐστιν . Ἀλλο : φοινικες ὑδατι διεθεντες ἑψωνται συν
9999966 συνελθουσης
τῳ κρατυναντι τον θηρα την δοραν δωσειν ἀριστειον ὑπεσχετο , συνελθουσης δε μετα των ἀριστεων και Ἀταλαντης της Σχοινεως ,
Ῥεας Σιλβιας , οὑτω καλουμενης Ἑστιακης παρθενου , τῳ Ἀρεϊ συνελθουσης , ὡς ὁ πολυς κατειχε λογος , ἐκ διδυμου
9999965 σμικροτης
οὐ μονον ὀξυτης και βαρυτης , ἀλλα και μεγεθος και σμικροτης και λειοτης και τραχυτης φωνης , εὑροι δ '
ἐν τῃ διαστολῃ του σφυγμου ; ὀκτω , μεγεθος , σμικροτης , σφοδροτης , ἀμυδροτης , ταχυτης , βραδυτης ,
9999965 κυβερνητων
ἐκελευσε συμπλεκεσθαι . οὐ μην οὐδ ' ἐνταυθα την των κυβερνητων τεχνην ἀπρακτον εἰναι συνεβαινεν , ἀλλ ' εὐφυως ἐκκλινοντες
τουτων προνοιας εἰς το μηδεν ἡκωμεν , καθαπερ τι σκαφος κυβερνητων ἀπορουν . Καιτοι ὁταν ἐξ ἀτελειας , ὠ Δημοσθενες
9999965 τυγχανουσαν
τοιαυτα : την δε μιαραν μητρυιαν πολεμιον τῳ προγονῳ φυσει τυγχανουσαν , δια τον φονον εἰκος μηδε μιας ἀποσχεσθαι κατα
αὐτου δεσποινης γεννητορων οἰκιαν , μητε ταυτην εἰδεναι προσποιουμενος ἐκεινων τυγχανουσαν , μητε μην ἐν αὐτῃ την δεσποιναν μενουσαν .
9999965 κατειληφεν
δυναμεις ἐκ του Δημιουργου την ἀρχην εἰληφεναι καλως ὁ λογος κατειληφεν : οὐδεν γαρ ἀργον , οὐδε περιττον , οὐδε
δε τησδε σεμνοτερον . οὐ γαρ ἑνος πελαγους το μεσον κατειληφεν : ἐξεστι δ ' εἰπειν οὐ πολλην αὐτῃ μονον
9999965 Αἰγυπτιακοις
τας προκειμενας , ὡστε ἐν ὁλοις πρωτοις νυχθημεροις τ προς Αἰγυπτιακοις ἐτεσι ιθ τας προς τον ἐκκεντρον ἀποκαταστασεις ποιεισθαι υϘ
Οὐλπιανος ἡμας διδασκειν δικαιος . Λυκεας δ ' ἐν τοις Αἰγυπτιακοις προκρινων τα Αἰγυπτιακα δειπνα των Περσικων Αἰγυπτιων ἐπιστρατευσαντων ,
9999965 σκευαζομενα
ὀξους και χλιαρον ἐπιχεομενον και τα δια γλαυκιου και κροκου σκευαζομενα παντα τον αὐτον τροπον και αὐτα προς μετριας φλεγμονας
παρωτιδας δυναμενων , οἱα ἐστι τα δια ζυμης και ἰξου σκευαζομενα βοηθηματα , οὑτοι φανερως αἰτιοι του πνιγηναι τους καμνοντας
9999965 θεραπαιναν
εἰς τα οἰκια παραδιδωσι τῃ Ἀηδονι κατα τα συγκειμενα ὡς θεραπαιναν την ἀδελφην , ἡ δε αὐτην διεφθειρε προς τα
αὐτοπτης ἐγινετο και φησιν , ὁτι γυνη τις ὑπηρχεν ἐχουσα θεραπαιναν , ἡτις εὐπρεπεστατη ἠν , και ἐκ της πορνειας
9999965 Συρακουσσων
τα κατα την δυναστειαν , μελλοντος δ ' ἐκ των Συρακουσσων ἐξιππευειν προς ἑκουσιον φυγην Ἑλωρις ὁ πρεσβυτατος των φιλων
φιλοσοφοι κατεχουσι . . . . ἀφ ' οὑ Ἱερων Συρακουσσων ἐτυραννευσεν ἐτη ΗΗΓΙΙΙ ἀρχοντος Ἀθηνησι Χαρητος [ / ]
9999965 παρεσκευασεν
τοτε ᾑρημενος Λυκορταν μεν και την συν αὐτῳ στρατιαν ἀναχωρησαι παρεσκευασεν ἀπρακτον , τας ἐς την Μεσσηνιαν ἐκ της Ἀρκαδιας
γαρ τυχη , φησι , τουτους ἡμιν παντας τους καιρους παρεσκευασεν : οὐκουν μεθ ' ἡμων εἰσιν οἱ κρειττους .
9999965 ἑλκουσι
ἠ ἡτταν ἐκ βιας ἐπιθυμιων , αἱ προσελθουσαι ἀγουσι και ἑλκουσι και οὐκετι ἐργα ἐωσιν εἰναι , ἀλλα παθηματα παρ
διογενεις δε τους θεους λεγει ὁτι ἐκ Διος το γενος ἑλκουσι : πατηρ γαρ ἀνδρων τε θεων τε ὁ Ζευς
9999965 ἀπειρητο
οἰνον ἀποθανειν . παρα δε Ῥωμαιοις , φησι Πολυβιος , ἀπειρητο γυναιξι πινειν οἰνον : τον δε καλουμενον πασσον πινουσιν
καταφαγων σκοροδα και κατακοιμηθεις ἐν τῳ της Ῥεας ἱερῳ : ἀπειρητο δε τῳ τουτων φαγοντι μηδε εἰσιεναι : ἐπιστασης αὐτῳ
9999965 ἐπρεσβευσαν
και ὁτι ληφθεισης αὐτης περι εἰρηνης πρωτοι Λακεδαιμονιοι προς Ἀθηναιους ἐπρεσβευσαν . οὐχ ὡς ὡρισμενην τινα πολιν , ἀλλ '
ψηφισαμενων δε Ῥωμαιων Κρησι πολεμειν δια ταδε , οἱ Κρητες ἐπρεσβευσαν ἐς Ῥωμην περι διαλλαγων . οἱ δε αὐτους ἐκελευον
9999965 πειραστικη
λεγει την ἀτεχνον και ἀλογον τριβην . διαιρειται τοινυν ἡ πειραστικη εἰς τε την ἀλογον ἐμπειριαν και εἰς την μετα
εἰναι . περι ἁ οὐν , φησι , ἡ διαλεκτικη πειραστικη ἐστικαι εἰρηται κατ ' ἀρχας πως ἐστιπερι ταυτα ἡ
9999965 νησιωτης
κτισαντος . ἐκαλειτο δε και Ὀφιουσα και Δρυοπις . ὁ νησιωτης Κυθνιος . και Κυθνιος τυρος και Κυδιας ὁ ζωγραφος
τον Μενελαου φησι . και δη ἁπαντα ἐσκοπιαζον ὁσα ὁ νησιωτης ἐκεινος νεανισκος . ὁρω δε οὐχ Ἑλενην , μα
9999965 ἐπικαιρῳ
ταυτα μεν τους Κρητας πεισοντα ἐκλιπειν , τα δε ἐν ἐπικαιρῳ του παραπλου συνοικιουντα ἀντ ' αὐτων . ἀνεστησαν δε
ἐκ των δωδεκα ἐκεινων ταλαντων οἰκιαν τε ἠδη ᾠκοδομησαμην ἐν ἐπικαιρῳ μικρον ὑπερ την Ποικιλην , την παρα τον Ἰλισσον
9999965 ἑκουσα
ἐλεγον οὐν οἱ ἀνθρωποι , ἀνδρεια γε ἡ Ἀλκηστις , ἑκουσα ὑπεραπεθανεν Ἀδμητου . Τοιουτο μεντοι οὐκ ἐγενετο , ὡς
αὐ ταυτην γλυκυτατην ἐν τῳ παροντι καρπουται . ὁθεν δη ἑκουσα εἰναι οὐκ ἀπολειπεται , οὐδε τινα του καλου περι
9999965 ἐπηγαγοντο
τε Σικυωνιων τυραννουντα προεστησαντο ἡγεμονα εἰναι και Σολωνα ἐξ Ἀθηνων ἐπηγαγοντο συμβουλευειν : χρωμενοις δε σφισιν ὑπερ νικης ἀνειπεν ἡ
πολλαις γενεαις ὑστερον πιεζομενοι Ἀμπρακιωτας ὁμορους ὀντας τῃ Ἀμφιλοχικῃ ξυνοικους ἐπηγαγοντο , και ἡλληνισθησαν την νυν γλωσσαν τοτε πρωτον ἀπο
9999965 ἐλευθεριης
Κλυθι πολυθρονιου βριαρον σθενος ἀντιδοτοιο , Καισαρ , ἀδειμαντου δωτορ ἐλευθεριης , κλυθι Νερων : ἱλαρην μιν ἐπικλειουσι Γαληνην εὐδιον
ὡστε οὐδεν δει τουτο γε ὀνειδιζειν . Ἀλλ ' ὁμως ἐλευθεριης γλιχομενοι ἀμυνεομεθα οὑτω ὁκως ἀν και δυνωμεθα . Ὁμολογησαι
9999965 στυπτηριαν
, και ἐχε χρυσον καλλιστον . ΞΑΝΘΩΣΙΣ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟΥ . Λαβων στυπτηριαν ἑως στραφῃ ὡς οἰδας , και ἐπιβαλε ἀργυρῳ :
βραχεις , και ῥανθεις , μυιας ἀναιρει . ἐαν δε στυπτηριαν και ὀριγανον λειωσας χρισῃς , οὐ καθεδουνται . Εἰς
9999965 ἐδεισαν
φοβον οὐχ ἡττω της Ἀννιβου τυραννιδος . Περι αὐτης γουν ἐδεισαν Ῥωμαιοι της πολεως . Πολλακις γουν συμμιξαντες και πολλακις
. οἱ δε Ἀθηναιοι της πολεως ταυτης ξυνοικιζομενης το πρωτον ἐδεισαν τε και ἐνομισαν ἐπι τῃ Εὐβοιᾳ μαλιστα καθιστασθαι ,
9999965 ἐγραψαμεν
εἰη τον ἱερεα τυχειν . οὑτω πολλας εὐφημιας πυρος ἀγγειοις ἐγραψαμεν . ταυτα γυναικας οἰκουρειν εἰθισμενας προιεναι παρασκευαζει και τας
, ἡμεις μεν , ὠ ἀνδρες δικασται , οὐτε μαρτυριας ἐγραψαμεν περι των ὁμολογουμενων , οὐτε μαρτυρας προσεκαλεσαμεθα , ἀλλ
9999965 ἀριθμητικης
και ἡ ἐπαγωγικη πιστις ἀπο των μαθηματων , γεωμετριας ἀστρολογιας ἀριθμητικης . ἀλλα τις ἀναγκη τοιαυτην εἰναι ἐπιστημην , ἡτις
ἑξεις αἱ περι αὐτα , ὡς ἐπι γεωμετριας ἐχει και ἀριθμητικης . ἐπει γαρ ἑτερον ἀριθμος και ἑτερον μεγεθος ,
9999965 χαλεπωτατων
και ἐπιστημην ἐλθειν του εἰναι τι ἀπο τοιουτου τροπου των χαλεπωτατων ἐστιν . εἰρηται γαρ και προτερον ὁτι το ἀπο
χερσι καλλιστον διδασκαλιον γινεται : περι δε των ἀφανεστατων και χαλεπωτατων νουσηματων δοξῃ μαλλον ἠ τεχνῃ κρινεται : διαφερει δε
9999965 κρατουσα
. Οὑτω συμβουλευσαμενη ἡ Ἀθηνα ἀνεβη εἰς τον διφρον , κρατουσα ἐν ταις χερσι νικην και δοξαν , τουτεστι ,
δυναται . εἰ δ ' ἐπι πλεον ἡ θερμασια φαινοιτο κρατουσα , και την των ψυχοντων δυναμιν ἐπιτεινειν σε χρη
9999965 ἐστρατευσαντο
οἱ Τεγεαται ἐπεμψαν ἐς Δελφους , Λακεδαιμονιους ὁτε ἐπι σφας ἐστρατευσαντο αἰχμαλωτους ἑλοντες : Λακεδαιμονιων δε ἀπαντικρυ τουτων ἀναθηματα ἐστιν
τετελευτηκοτα : ἠτοι γαρ οὐδε ὁλως ἐστρατευσαντο , ἠ εἰπερ ἐστρατευσαντο , παντες ἐφυγον . Ἀντισθενης μεν οὐν και Διογενης
9999964 ἀντεγκληματικη
ἀντεγκληματικη : ἑνι δε λογῳ ἡ ἀντιθεσις ἠ ἀντιστατικη ἠ ἀντεγκληματικη εὑρισκεται : μεταστατικη δε ἠ συγγνωμονικη οὐδεποτε : ἐναντιαν
: ἐπειδη πας συλλογισμος ὡς ἐπεγκλημα τι ἐστιν , ἡ ἀντεγκληματικη ἀναφυεται , και εἰ τις ἀναστρεψει τον ἐκ του
9999964 βελτιστην
το μελι : και σμυρναν την στακτην και ἀλλως ὡς βελτιστην τριψας λειην , διεσθαι του οἰνου του αὐτου παρεγχεοντα
ἱεραν οἱ ναυτιλλομενοι φασιν , καθιεναι , και ἐπι την βελτιστην ἀπονοιαν ὁρμησαντες , ἐτι τε και τολμαν και ἀμαθιαν
9999964 βαρυτερα
ἐπι των βαρων ἐστιν ἰδειν : συνιοντα γαρ τα βαρη βαρυτερα γινεται ἠ ὁταν ᾐ διακεκριμενα . και προς τουτοις
χρωματικη μεχρι της βαρυτατης χρωματικης ἡ τε της διατονου συντονωτατης βαρυτερα πασα ἐστι διατονος μεχρι της βαρυτατης διατονου . νοητεον
9999964 ἐλευθεροι
θεραποντες δ ' ὁσοι κατα το κηρυγμα προς Κινναν ἐκδραμοντες ἐλευθεροι γεγενηντο και αὐτῳ Κιννᾳ τοτε ἐστρατευοντο , ταις οἰκιαις
τους δεσμωτας ποιει , ὁμως μετα τιμης και δοξης αὐτους ἐλευθεροι . Σεληνη ἐν τοις αὐτοις οὐσα ζῳδιοις και ὑπο
9999964 βεβουλευμενα
: τα προτερον ἐγνωσμενα λυσας βεβαιοις τα μετ ' ἐκεινα βεβουλευμενα . μενε τοινυν ἐπι των τελευταιων και φυλαττε την
Μολοσσων ἐξανιστανται ταραχθεντες και οἱ Ἀμβρακιωται φωρασαντες τα ἐπι σφισι βεβουλευμενα ἐπιχειρουσιν ἐν τῃ νυκτι , και ἐκρατησαν μαχῃ των
9999964 νησου
παρεγενετο τυγχανουσα ἐγκυος , εὐθεως ἐν τῃ γῃ της εἰρημενης νησου δυο καλλιστα φυτα ἀνεβλαστησαν , φοινιξ και δαφνη ,
νησου : πλεοναζει ἡ αι συλλαβη : ἐστι γαρ Αἰης νησου , Αἰα δε μητροπολις Κολχων . νησου δε μεμνηται
9999964 μυρικης
προς Ἐρυθραιον πολεμον φανηναι τον Ἀπολλωνα καθ ' ὑπνον ἐχοντα μυρικης κλωνα . και Μητροδωρος ἐν τῳ περι συνηθειας ἀρχαιοτατον
ἐν πολλοις παρηγαγεν τοποις και ἐν τῃ Εὐρωπῃ τινας δια μυρικης μαντευομενους . και ἐν Λεσβῳ δε ὁ Ἀπολλων μυρικης
9999964 ἀναγεγραμμενα
τοιγαρουν ἐπι τοις ἠριοις μαρτυρια ἐστιν ἰδειν της ἀρετης αὐτων ἀναγεγραμμενα ἀληθη προς ἁπαντας τους Ἑλληνας , ἐκεινοις μεν :
και τα ἀπ ' αὐτων εὐθυγραμμα ὁμοια τε και ὁμοιως ἀναγεγραμμενα ἀναλογον ἐσται . Και αἱ λοιπαι ἀρα πλευραι .
9999964 κορυφης
ἀεριον ἐχει , την δε περιφερειαν ψιλην πανταχοθεν μεχρι της κορυφης . ἀκροκομα δ ' ὀντα διαφορους ἐχει τας ἀπο
την κατ ' ἰθυωριαν ἐπιδεσιν αἱρουμεθα , δια μεν της κορυφης ἀγομενου του ἐπιδεσμου , καταγομενου δ ' ἐντευθεν ἐπ
9999964 μονοειδης
, ἀμεταβλητος κατα την ὑποστασιν και νοητη και ἀειδης και μονοειδης : οὐκουν ἀσυνθετος , ἀδιαλυτος , ἀσκεδαστος : το
ἀνθ ' ἑνος τε και ἡνωμενου , ἡ δε οὐσια μονοειδης και ἀδιακριτος , ἡ δε ζωη την μεσην και
9999964 γινοιντο
. Εἰ μεν ἐπιτεινοιντο και προλαμβανοιεν οἱ παροξυσμοι και σφοδροτεροι γινοιντο πολλῳ και δια τριτης ἀπαντῳεν , ἐν ταχει το
πραξεις γινεσθαι και τας πεισεις , ἱνα κατ ' ἀρετην γινοιντο , και ἡ μετα του ὀρθου λογου ἑξις ἀρετη
9999964 τυγχανεις
νυν δε ὁ οὐχ ὁρᾳς ὁρων φαινῃ . ὡμολογηκως δε τυγχανεις το ὁραν ἐπιστασθαι και το μη ὁραν μη ἐπιστασθαι
. ἐπει τα γε ἀλλα ὁποταν ἐθελησῃς μαθειν , οἱα τυγχανεις οὐσα την ὀψιν , ἀπο πετρας τινος , εἰ
9999964 ἀστερες
τα ὀρη διεζωσμενα νοτια ὡς τα πολλα . Οἱ κομηται ἀστερες ὡς τα πολλα πνευματα σημαινουσιν , ἐαν δε πολλοι
Παρατηρειν δε δει πως ἐχουσι συνοικειωσεως οἱ την κυρειαν λαβοντες ἀστερες προς τας χωρας ἠ πολεις αἱς το συμπτωμα διασημαινεται
9999964 ἀλεκτοριδος
αἰγειον ποτε στεαρ ὠφελησε τα οὑτως ἐσκληρυσμενα και το της ἀλεκτοριδος : ἀλλα ταυτα μεν ἀσθενεστερα τε ἐστι και τας
γλευκινον μετα βουτυρου , ἐντακεντων αὐτοις στεατων τινων χηνος ἠ ἀλεκτοριδος ἠ μυελου ἐλαφειου . Ὑπελθουσης δε της γαστρος ,
9999964 Αἰγυπτιαν
τε την ἡμεραν και την ἐπιουσαν νυκτα ἐφεροντο ἀναμετρουντες την Αἰγυπτιαν καλουμενην θαλατταν : τῃ δε δευτερᾳ ἐπεπαυτο μεν ὁ
την Ἑλλαδα ἐμαθε την Ἑλλαδα φωνην , ἐχων και την Αἰγυπτιαν . ὁ δε λογος ὁ λεγων αὐτοχθονας εἰναι Ἀθηναιους
9999964 Κρητικης
φοινωδεα ] φοινικουν σιδη το ἀνθος της ῥοιας Κρησιδος ] Κρητικης Κρησιδος : εἰδος ῥοιας οἰνωπης : εἰδος ῥοιας και
Κλυτιη . τον δε Πανδαρεων Μιλησιον τε ἐκ Μιλητου της Κρητικης ὀντα ἰστω τις και ἀδικηματος ἐς την κλοπην Τανταλῳ
9999964 γενυες
μη . Τετανος : οἱ τετανοι ὁταν ἐπιλαβωσιν , αἱ γενυες πεπηγασιν ὡς ξυλα , και το στομα διοιγειν οὐ
ἐχομενοις τῳ παθει και σπονδυλοι και των πλευρων διαρθρωσεις και γενυες ὀδυνωνται , ἐνιοις δε και ἡ ῥις , και
9999964 γραμματεια
ὑπερ του δεοντος ἀγωνα ἐλεγον . των δε δικαστικων ὀνοματων γραμματεια , διαμαρτυρια , διαθηκαι , ἀντιγραφα , κατασεσημασμενα ,
, ἀνδρος ἐπιφανους και πρωτου Ἐφεσιων τα πολιτικα : και γραμματεια τε εἰσεφοιτα παρα της γυναικος αὐτῳ και στεφανοι ἡμιμαραντοι
9999964 κατεστρατοπεδευσεν
δε ὡς ἀφικετο προς την πολιν , τῃ μεν πρωτῃ κατεστρατοπεδευσεν ᾑ μαλιστα ἐπιμαχον αὐτῳ ἐφαινετο το τειχος , και
τοις Λακεδαιμονιοις , τοτε μεν ἀναχωρησας μικρον ἀπο της πολεως κατεστρατοπεδευσεν : παραγγειλας δε δειπνοποιεισθαι , καταλιπων των ἱππεων τινας
9999964 οἰκοδομιαις
ἑκαστον ἐν μερει και ῥυομενος και χειρα ὀρεγων και κοσμων οἰκοδομιαις την πολιν διατελεις , μη διαφθειρῃς πολλας και λαμπρας
ἐαν ὁ χαραξ , τουτεστιν το φοσσατον , ταφρῳ ἠ οἰκοδομιαις ὠχυρωται , ἐδοξε δε ἐν τῳ χαρακι εἰσελθειν τους

Back