ἀμνησικάκως καὶ μεγαλοψύχως αὐτοῖς προσηνέχθη , τὴν ἐλευθερίαν ἀντὶ δουλείας χαρισαμένη . ὁμοίως δὲ καὶ τοῖς Ἰλλυριοῖς : καὶ τούτων | ||
; ὥσπερ τὴν τοῦ σώματος ἡγεμονίαν ἡ φύσις ἀνῆψε κεφαλῇ χαρισαμένη καὶ τόπον οἰκειότατον ὡς βασιλεῖ τὴν ἄκρανἄνω γὰρ αὐτὴν |
ἐπιστήμην ἐμποιοῦσα θεραπείας θεοῦ , ἣν πάσης ἀρχῆς καὶ ἡγεμονίας ἀρχικωτέραν καὶ βασιλικωτέραν εἶναι νομιστέον . παραπλήσια δὲ τοῖς εἰρημένοις | ||
δὴ καὶ ταύτην τὴν ἀπορίαν , ἄνεισι πρός τινα θεωρίαν ἀρχικωτέραν , ἀρχὴν ταύτην ὑποτιθείς , ὅτι οὐ πᾶς ὁ |
ψυχὴν μαθήμασιν . ὡς πρὸ τῶν μεγάλων μυστηρίων τὸ μικρὰ παραδοτέον , καὶ πρὸ φιλοσοφίας παιδείαν . ὁ μὲν τῆς | ||
διαθέσεως . βʹ . ὅτι ἀριθμητικὴν καὶ γεωμετρίαν καὶ ἀστρονομίαν παραδοτέον . γʹ . τῷ προσέοικεν ἡ ἡμετέρα φύσις παιδείας |
τῆς τύχης συμπτώματα . ἐγὼ δ ' Ἡρακλέος : οὐκ ἀφίσταμαι τοῦ Ἡρακλέους . ἢ οὕτως : ἐγείρω τὸν λόγον | ||
ἀνάγεται , οὐ προΐεμαι τοὺς νόμους , οὐδὲ τῆς πολιτείας ἀφίσταμαι , οὐδὲ ποιῶ τὴν φήμην αὐτῆς τῆς πόλεως πόρθησιν |
ηʹ , τῷ ιβʹ , ἔσται τὸ σύμπτωμα λαθραῖον καὶ κρύφιον καὶ πᾶσιν ἀδιάγνωστον . εἰ δὲ ἀποκεκλικὼς μὲν ᾖ | ||
τότε διὰ μελέων ὀξὺ βέλος πέπηγε μύσταις , ἀφανές , κρύφιον , δεδυκὸς ὑπὸ μυχοῖσι γυίων , πόδα , γόνυ |
ὄν . Νεῖται δὲ καὶ τὴν οὐσιώδη ἐπάνοδον καὶ τὴν ζωτικήν , ἀλλ ' ἐν τρίτῃ τάξει καὶ οἷον πόρρωθεν | ||
δὲ ὁράσεως : ἀδύνατον γὰρ ὁμολογουμένως ἐν γραφῇ κίνησιν εἶναι ζωτικήν : ἀλλὰ . . . τῶν γλυπτῶν εἰκόνων κατάλληλοι |
γένει προσέχειν τὸν νοῦν : οὐδεὶς γὰρ πώποτε ἐκποίητος γενόμενος ἐκληρονόμησε τοῦ οἴκου ὅθεν ἐξεποιήθη , ἐὰν μὴ ἐπανέλθῃ κατὰ | ||
, Ἄρης Παρθένῳ , Σελήνη Λέοντι . τῷ μζʹ ἔτει ἐκληρονόμησε φίλον , ἐν δὲ τῷ αὐτῷ καὶ γυναικὸς ἐχωρίσθη |
Διόνυσον : ὃς ἀκμάσας εἰς τιμὴν τῆς μητρὸς τὸν λόφον Ἄργιλλον μετωνόμασε : στρατολογήσας δὲ Πᾶνας καὶ Σατύρους , ἰδίοις | ||
Ἄργην νύμφην ἁρπάσας , ἀπήνεγκεν εἰς ὄρος τῆς Αἰγύπτου , Ἄργιλλον καλούμενον : καὶ ἐγέννησεν ἐξ αὐτῆς υἱὸν , καλούμενον |
ἐμψύχοισι , τὸ δὲ σῶμα διαφέρει ἑκά - στου . Ψυχὴ μὲν οὖν αἰεὶ ὁμοίη καὶ ἐν μέζονι καὶ ἐν | ||
ἀρνούμενοι εἶναι αἴσθησιν ὡμολόγησαν . Ὅμηρος μὲν οὖν εἰπών : Ψυχὴ δ ' ἠΰτ ' ὄνειρος ἀποπταμένη πεπότηται , ἐν |
συντελεῖται , τοῖς μὲν ἀγνοοῦσιν ἄπιστα , τοῖς δὲ πεῖραν εἰληφόσιν ἀνυπομόνητα . περὶ δὲ τὰς ἐσχατιὰς τῆς Αἰγύπτου καὶ | ||
ἐδόκει μηδ ' ὁτιοῦν τὴν ἀρχὴν εἰληφέναι ἢ οὕτω λαμπρῶς εἰληφόσιν ἔπειθ ' ὑπ ' οὐδεμιᾶς ἀξιολόγου προφάσεως τοῦτ ' |
πολλάκις ἐπισκιάζονται τὴν νουθεσίην : φρονιμώτερον δὲ ἐν παντὶ τὸ ἀπαθέστερον , ἅτε μὴ ἐπικλώμενον ὑπ ' εὐνοίης . Ἔῤῥωσο | ||
, ἵν ' ἡ τρίψις ἰσχύῃ , τὸ δὲ τρύπανον ἀπαθέστερον : δι ' ὃ τὸ τῆς δάφνης ἄριστον : |
κίνησιν , οἱ δὲ μετὰ δρόμου κινούμενοι καὶ μὴ πρότερον ἀντιλαμβανόμενοι βαρύτητος , μετὰ τὴν κίνησιν βαρύνονται τὰς κεφαλάς ; | ||
τὸν λόγον , οἱ δὲ σοφοὶ καθ ' αὑτούς : ἀντιλαμβανόμενοι γὰρ τοῦ ὄντος καὶ θεωροῦντες τὰ ὄντα ἐπιφέρουσι κατ |
τὰ κάλλιστα τῶν ἐν ἀνθρώποις διὰ τοῦ μεγίστου τῶν παραδειγμάτων ἐξέφηναν , ὥστ ' ἔχειν ἕκαστον εἰς δύναμιν εἶναι μιμεῖσθαι | ||
, ἔπειτα ῥηγνύντες βίᾳ τὸ νέφος βροντάς τε καὶ ἀστραπὰς ἐξέφηναν : ἐκπίπτοντες δ ' ἐπὶ μέγα διάπυροι μὲν κεραυνοί |
ἀλεξιάρη παίδων εὐκηλήτειρα . εὔχεσθαι Διὶ χθονίῳ Δημήτερί θ ' ἁγνῇ . σχόλιον : εὐσεβεῖν , ἀπαλεξήσουσα καὶ ἀπείργουσα ἄρουραν | ||
παίδων εὐκηλήτειρα . Εὔχεσθαι δὲ Διὶ χθονίῳ Δημήτερί θ ' ἁγνῇ ἐκτελέα βρίθειν Δημήτερος ἱερὸν ἀκτήν , ἀρχόμενος τὰ πρῶτ |
δύο χιλιάδας πολεμιστῶν . Καὶ ἦλθον εἰς τὸν χείμαρρον καὶ ἐκρύβησαν εἰς τὴν ὕλην τοῦ καλάμου καὶ ἐκάθισαν ἔμπροσθεν πεντακόσιοι | ||
ἐφευρεῖν πολλὰ τῶν μετάλλων . ἄλλως . Πολυδεύκης καὶ Κάστωρ ἐκρύβησαν ἐν κοιλώματι δρυός . Ἴδας δὲ βαλὼν ἀνεῖλε τὸν |
, οὐδ ' ἐφεισάμην ἥβης , ἔχους ' ἐν οἷς ἐτερπόμην ἐγώ . καίτοι ς ' ὁ φύσας χἠ τεκοῦσα | ||
πυρρὸν νευρῶδες ἔσω καὶ ἔξω ἐντρέχον ἐνέβαλέ μοι , κἀγὼ ἐτερπόμην . ἡ δὲ μήτηρ ἀκούσασα ἔφη ὦ τέκνον , |
ὑπόμνημα τοῦ πραχθέντος τὴν ἔλαφον χρυσώσασα ἀνέθηκε γαμηθεῖσα Διί . Ταϋγέτα : ὄνομα κύριον , Ἄτλαντος θυγάτηρ . αὕτη ἀφιέρωσε | ||
χρυσᾶ , καὶ διὰ τοῦτο ὡς ἀξίαν θαύματος ἀνέθηκεν . Ταϋγέτα : ἡ Τηϋγέτη τῆς Ἀρτέμιδός ἐστι φίλη . ταύτης |
. , . , . . ἀβδέλυκτα : ἀμύσακτα , ἀμίαντα . τὰ μὴ μιαίνοντα , ἃ οὐκ ἄν τις | ||
~ . . Α . : ἀβδέλυκτα : ἀμύσακτα , ἀμίαντα . τὰ μὴ μιαίνοντα , ἃ οὐκ ἄν τις |
. ἀποτρόποισι δαίμοσι ] τοῖς ἀποτρεπτικοῖς κακῶν ὀνειράτων . . ἀποτρόποισι δαίμοσιν ] τοῖς θεοῖς , οἷς ἀποτροπιαζόμεθα τοὺς ὀνείρους | ||
ἀχαλίνωτον γενόμενον . πέπλους ῥήγνυσιν ] αἰδεσθεὶς τὸ πτῶμα . ἀποτρόποισι ] οἷς ἀποτροπιαζόμεθα τοὺς ὀνείρους . χηλαῖς : τοῖς |
θεάσει αὐτὸν κατὰ τὴν νύκτα φαίνοντα , ὥσπερ λαμπάδα . Πολύπους ζῷόν ἐστι , τὸ λεγόμενον ὀκταπόδιον . οὗτος ζωμευθεὶς | ||
Ὄψον κυρίως πᾶν τὸ διὰ πυρὸς εἰς ἐδωδὴν κατασκευαζόμενον . Πολύπους , πολύποδος , ἡ αἰτιατικὴ τὸν πολύπουν , ὡς |
τούτων τῶν θεῶν ἐπηβόλους ἐόντας Ἀνδρίους οὐ δώσειν χρήματα : οὐδέκοτε γὰρ ἂν τῆς ἑωυτῶν ἀδυναμίης τὴν Ἀθηναίων δύναμιν εἶναι | ||
πάντα διὰ παντὸς κυβερνᾷ , καὶ τάδε καὶ ἐκεῖνα , οὐδέκοτε ἀτρεμίζον . Οἱ δὲ ἄνθρωποι ἐκ τῶν φανερῶν τὰ |
ἔλαφον θήλειαν ἄξονθ ' , ἅν ποτε Ταϋγέτα ἀντιθεῖς ' Ὀρθωσίας ἔγˈραψεν ἱεράν . τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα | ||
φησί . ἐγένοντο δ ' αὗται πρὸς τῷ βωμῷ τῆς Ὀρθωσίας Ἀρτέμιδος , τῆς τὴν πολιτείαν ἀνορθούσης . παρειστήκει γὰρ |
δὲ ὁ Σύριος Ζᾶντα μὲν εἶναι ἀεὶ καὶ Χρόνον καὶ Χθονίαν τὰς τρεῖς πρώτας ἀρχάς , τὴν μίαν φημὶ πρὸ | ||
δὴ ξόανον τῆς Θέτιδος ἐν ἀπορρήτῳ φυλάσσουσι : Δήμητρα δὲ Χθονίαν Λακεδαιμόνιοι μὲν σέβειν φασὶ παραδόντος σφίσιν Ὀρφέως , δόξῃ |
Διός , Ἡλίου , Ἑρμοῦ , Ἀπόλλωνος , Πανός , Εἰλειθυίας , ἄλλων πλειόνων . τὸν δ ' ἀέρα προσαγορεῦσαί | ||
πολιορκῶν οὐδὲν ἀνύσει διὰ τὸ ἐπικοινωνεῖν τῷ Αἰγοκέρωτι τὸ τῆς Εἰλειθυίας ζῴδιον ἀκέφαλον ὄν , ἐν δὲ ταῖς τελευταίαις ὥραις |
καὶ εὐθείας , ἀλλ ' ὅτι καὶ κλητικῆς : ὅπερ ἑνούμενον εὐθείας ἐστίν , ὅμοιον τῷ ἐγὼ γράφω κἀκεῖνος γράφει | ||
γὰρ ὥσπερ κοῦφον ὂν μετάρσιον θερμὸν πέλον καὶ ξηρὸν οὐχ ἑνούμενον τῇ ψυχρᾷ καὶ βαρείᾳ τοῦ ῥείθρου φύσει ὡς ὑγρᾷ |
διηγουμένου χορὸν ἀγρευτικόν , παιζούσας ἐν ὄρει τὰς νύμφας , ἐξηγουμένης τῆς Ἀρτέμιδος ; Πασάων δ ' ὕπερ ἥδε κάρη | ||
ἔσω τρέχον ἔσω μοι ἐνέβαλεν . ἀκούσασα δὲ ἡ μήτηρ ἐξηγουμένης τῆς θυγατρὸς αὐτῆς ἔφη ὦ τέκνον , ἀπώλεσας καὶ |
φανεραί ] ποταπαί . ※ . δροσερὰν ] ὑδατώδη . εὐάγητον ] εὐκίνητον : τοιοῦτον γὰρ τὸ ὕδωρ . τὸ | ||
φανεραὶ “ πενθημιμερὲς ὅμοιον : τὸ γʹ ” δροσερὰν φύσιν εὐάγητον “ ἀναπαί ⌊ στικὸν [ ἑφθημιμερές ] ⌋ : |
γάρ ποτ ' , ὦναξ , οὐδ ' ὃς ἂν βλάστῃ μένει νοῦς τοῖς κακῶς πράσσουσιν , ἀλλ ' ἐξίσταται | ||
γε γλαῦκα μὴ τοῦτο τοῖς ὀρνέοις ποιεῖν παραινεῖν μηδὲ φυτοῦ βλάστῃ ἐφήδεσθαι ἰξὸν πεφυκότος φέρειν , πτηνοῖς ὄλεθρον . τὰ |
οὐ λέγει δὲ οὕτως , ἀλλ ' αὐτὴν τὴν Ἑλένην καύχημα . . σοῖς ἀγανοῖς ἐπέεσσιν ἐρήτυε φῶτα ἕκαστον : | ||
ἕρμα , μάντευμα , ἐπιτέλεσμα , δίδαγμα , φρύαγμα , καύχημα , αὔχημα , ἀλαζόνευμα , αὔλημα , πάθημα , |
καὶ παρὰ τὸ κάρη καρίς . ταθείσης δὲ τῆς παρατελευταίας ἐτάθη καὶ τὸ τέλος , καὶ ὁμοίως λέγεται τῷ ψηφὶς | ||
: ἴσον τῷ ἐξετρυχώθη καὶ ἐξεπονήθη . ὑπὸ γὰρ ἡμῶν ἐτάθη : εἰς φόρον : ἐξετάθη πλείονα φόρον παρέχουσα . |
δὲ τοῦ προοιμίου εὔχεται ἀεὶ τὴν Ἱμέραν ἐλευθέραν εἶναι καὶ ἀνυπότακτον ἄλλοις . φανερὸν δὲ ὅτι καὶ διὰ τοῦτο τὴν | ||
τῶν ὁμοίων καὶ αὗται . Ἐλευθεριώτερος Σπάρτης : διὰ τὸ ἀνυπότακτον καὶ γενναῖον φρόνημα . Διὸ οὐδὲ τειχισθῆναι λέγει τὴν |
τὸ ἡνωμένον ὑπέστη κατὰ τὴν οἷον πῆξιν τῆς τῶν πολλῶν χύσεως τε καὶ ἀπείρου φύσεως , ἣν ῥύσιν τινὰ τοῦ | ||
' ἀνιαρὰ γίνεται : μεταπίπτει γὰρ εἰς ἀμετρίαν οὕτω γε χύσεως , ὡς διαφορεῖσθαι καὶ λύεσθαι καὶ σκεδάννυσθαι τὴν οὐσίαν |
εὐδαίμων , ἐν δὲ τοῖς κατ ' αἴσθησιν καὶ ἀλόγοις κινήμασιν εἰκάζει . τὰ γὰρ μὴ παρὰ τὴν τοῦ λόγου | ||
. στυγνῆς πρὸς κύμασιν ἄτης ] ταραχαῖς . . λυπηρᾶς κινήμασιν βλάβης . . ἦ σοφὸς ] τὸν Πιττακὸν λέγει |
εἴσεισιν , οὕτω μαθόντα κατὰ πίστιν , ὡς ἐπὶ χρῆμα μακαριστὸν εἴσεισιν , ἤδη αὐτὸν δοῦναι εἰς τὸ εἴσω καὶ | ||
τέλος δὲ κατέκανε : καὶ τὸν πρῶτον μέντοι βοηθήσαντα πολλοῖς μακαριστὸν ἐποίησεν . ἐπεὶ δὲ κατεπέμφθη ὑπὸ τοῦ πατρὸς σατράπης |
γίνεσθαι συμπιπτόντων τῶν χαρακτήρων καὶ τῶν γραμμάτων , ἀναλαμβάνει καθάπερ ἐκμαγεῖον καὶ διατυποῦται ῥᾳδίως ὑπὸ τῶν φαντασμάτων τορνευόμενός τε καὶ | ||
οὐδεμίαν ποτὲ οὐδενὶ τῶν εἰσιόντων ὁμοίαν εἴληφεν οὐδαμῇ οὐδαμῶς : ἐκμαγεῖον γὰρ φύσει παντὶ κεῖται , κινούμενόν τε καὶ διασχηματιζόμενον |
τῶν χυλῶν , πλείους γὰρ , εὐοσμία γίνεσθαι καθάπερ ἅμα πνευματική τις οὖσα καὶ οὔπω τοῦ χυλοῦ τὴν οἰκείαν ἔχοντος | ||
τῆς φωνῆς τὴν γένεσιν λαμβάνει : διὸ καὶ ἀνεμώδης τουτέστι πνευματική . ὃς μοίσᾳ λιγὺ πᾶξεν ἰοστεφάνῳ : ὃς μουσικῶς |
πέτˈραις ἐν ἄλλαις χαλκοδάμαντ ' ἀκόναν . πίσω σφε Δίρκας ἁγˈνὸν ὕδωρ , τὸ βαθύζωνοι κόραι χρυσοπέπˈλου Μναμοσύνας ἀνέτειλαν παρ | ||
αὔραις ἐπ ' Ἀξείνου στόμα πεμπόμενοι ἤλυθον : ἔνθ ' ἁγˈνὸν Ποσειδάωνος ἕσσαντ ' ἐνναλίου τέμενος , φοίνισσα δὲ Θρηϊκίων |
ὁ μὲν γὰρ θερμοῦ τυχὼν τοῦ λοιποῦ σώματος , ψυχρὰν εἴληχε τὴν κεφαλήν . ἄλλος δὲ ὑγρὸς μὲν τὸν ἐγκέφαλον | ||
οὔτε ἐξ ἀρχῆς ἠμφεσβήτηκε πρὸς ἐμὲ οὐδὲν οὔτε νῦν δίκην εἴληχε περὶ αὐτῶν , ἀλλὰ ταῦτα πάντα καλῶς ἔχειν ὡμολόγηκεν |
μάγειρος . ἡ φύσις πάσης τέχνης ἀρχέγονόν ἐστ ' , ἀρχέγονον , ὦλιτήριε . οὐκ ἔστιν οὐθὲν τοῦ πονεῖν σοφώτερον | ||
. ] Κατ ' ἄλλον δὲ λόγον τὸν Ὠκεανὸν ἔφασαν ἀρχέγονον εἶναι πάντωνοὐ γὰρ μία μυθολογία περὶ τοῦτον ἐγένετο τὸν |
: οὗ Ἀστυδάμεια ἡ Τληπολέμου μήτηρ . καὶ αὐτὸς δὲ Ἀμύντωρ εἰς Δία τὸ γένος ἀνάγει : ἔνιοι δὲ καὶ | ||
. . . . ἐπιδείξασθαι ] πρὸς τὸ “ μαρτυρεῖ Ἀμύντωρ ” συντακτέον τὸ Δημοσθένην ἐπιδείξασθαι . . ἐκκλήτευε ] |
δὲ τρισυλλάβως „ Γόρτυνά τε τειχιόεσσαν „ . οἱ δὲ Γόρτυναν ὡς ἄμυναν . Γότθοι , ἔθνος πάλαι οἰκῆσαν ἐντὸς | ||
, Βρενθεάτης δὲ ἐκ τῆς Μεγαλοπολιτῶν γῆς , παρὰ δὲ Γόρτυναν ἔνθα ἱερὸν Ἀσκληπιοῦ , παρὰ δὴ ταῦτα Γορτύνιος ῥέων |
ἀντὶ δὴ τούτων ἀπολαύοις μὲν τῆς εὐνοίας τῶν θεῶν , ἀπολαύοις δὲ τῆς τῶν θείων βασιλέων , πατρός τε καὶ | ||
, καὶ δεύτερος τῶν ἄλλων , τῶν τοῦ βιβλίου καλῶν ἀπολαύοις . ἀμέλει τῷ θειοτάτῳ φίλῳ καὶ πατρὶ ἡμῶν καὶ |
' οὖν κατ ' Αἴγυπτον ἀνθρώπους τὸ παλαιὸν γενομένους , ἀναβλέψαντας εἰς τὸν κόσμον καὶ τὴν τῶν ὅλων φύσιν καταπλαγέντας | ||
' οὖν κατ ' Αἴγυπτον ἀνθρώπους τὸ παλαιὸν γενομένους , ἀναβλέψαντας εἰς τὸν κόσμον καὶ τὴν τῶν ὅλων φύσιν καταπλαγέντας |
α [ ὕμνων εργοριαις [ ! ! ! ] ? θάλλοντι ? [ ] [ ! ! ! ! ! | ||
τῇ κατασκευῇ . ” τῶν ἅπαξ εἰρημένων . ἔρνεϊ δένδρῳ θάλλοντι : “ ὁ δ ' ἀνέδραμεν ἔρνεϊ ἶσος . |
εἰαρινοῖσιν ἀνοιγόμενον ζεφύροισιν : / οὔπω γὰρ φύεν ἄνθος ἐπώνυμον Ἀντινόοιο . . , . : Παγκράτης δ ' ἐν | ||
: ” ἦ ῥα , καὶ ἐκ χειρὸς χεῖρα σπάσεν Ἀντινόοιο ” . . . . . ἄσπετον , , |
καὶ τὰς εἰκόνας αὐτῶν ἀνατιθέναι τοὺς πλείστους ἐν τοῖς ἱεροῖς ἐντεταμένας καὶ τῇ τοῦ τράγου φύσει παραπλησίας : τὸ γὰρ | ||
καὶ τὰς γεφύρας εὗρον διαλελυμένας , τὰς ἐδόκεον εὑρήσειν ἔτι ἐντεταμένας , καὶ τούτων οὐκ ἥκιστα εἵνεκεν ἐς τὸν Ἑλλήσποντον |
. καλείσθω δὲ κυβερνήτης . . . καὶ κατ ' Ἀτα ὁ ποδοχῶν ἢ μᾶλλον κατ ' ἐμὲ ὁ ποδηγῶν | ||
τοῦ ἔντιμον . οὕτως Ἀ . . μεθέορτοι ἡμέραι κατὰ Ἀτα . καλείσθω δὲ κυβερνήτης . . . καὶ κατ |
παναρκεῖς . . παντοδύναμοι . . τέλειοι ] ἀνελλιπεῖς : ἀνελλιπὲς γὰρ τὸ θεῖον . . δορύπονον ] ποταπὴν αἰχμάλωτον | ||
αὕτη ὁμοίως διέμεινε πολύυδρος . Παρὰ τὸ βέβαιον οὖν καὶ ἀνελλιπὲς , Βεβαία . : Φέρεται δὲ τοῦτο καὶ ἐν |
, φασί , τοσοῦτον μετέβαλεν ὥστε οἴκτιστα ἀνελεῖν τὴν ἁπασῶν προσφιλεστάτην δι ' ἑνὸς ἀνδρὸς ἁμαρτίαν , εἴπερ ἥμαρτεν . | ||
. , : Ἰνδοὶ συγκατακαίουσιν ὅταν τελευτήσωσι τῶν γυναικῶν τὴν προσφιλεστάτην . Αὐτῶν δὲ ἐκείνων ἀγὼν μέγιστος γίγνεται , σπουδαζόντων |
δ ' ἁδελφὴ ' ποιήσει τοῦτό σοι ἀντάλλαγόν γ ' ἕξουσα τούτῳ διδομένη . Μάγειρ ' , ἀηδής μοι δοκεῖς | ||
τὸν ὅρμον ἔσχε Λάβδακος . [ ἐδέξατ ] ' οὖν ἕξουσα δύσφημον [ κλέος ; [ ἐδέξαθ ] ' , |
φύλακας εἶναι τῶν πεπολεμηκότων : καὶ οὐκ ἀρκούσης ἐνίοτε τῆς δορικτήτου γῆς καὶ τὴν δημοσίαν ἐπένεμον ἢ ἐωνοῦντο ἑτέραν . | ||
τοῦ πρὸς Ἀντίγονον κεκοινωνηκότος οὐδὲν αὐτῷ μετέδωκαν οἱ βασιλεῖς τῆς δορικτήτου χώρας , πρὸς ταύτας τὰς διαβολὰς ἀντεῖπε Σέλευκος φάμενος |
αἰΐ καὶ αἰέ καὶ ἀΐ , ἐξ οὗ καὶ τὸ ἀΐδιον , καὶ ἠΐ καὶ αἰή καὶ ἀέ καὶ ἀές | ||
ὅτι οὐ διοίσουσιν ὡς ἀγαθά , ὅτι τὸ μὲν αὐτοάγαθον ἀΐδιον , τὸ δὲ οὔ , ὥσπερ οὐδὲ τὸ πολυχρόνιον |
κυρίου σέθεν . οἵδ ' , ὦ γεραιέ , σὺν τέκνωι θανουμένην ἄγουσί μ ' οὕτως ὡς ὁρᾶις . τί | ||
καὶ τάφου μεταίτιον , κοινὸν τόδ ' ἔργον προστιθεὶς ἐμῶι τέκνωι πόλει τ ' Ἀθηνῶν . τυγχάνω δ ' ὑπὲρ |
σχέο : καὶ ἀνάσχεο . ἀνιεῖσα παρὰ τὸ ἀνίημι ὂ σημαίνω τὸ ὑποχαλῶ καὶ ἀσθενὲς ποιῶ . ἀσπάζω ἔστι ῥῆμα | ||
οὐσίαν τε ὀνομάζω καὶ τὴν πρὸς ἕτερον σχέσιν αὐτῆς τοιάνδε σημαίνω : ὅτε δὲ εἴπω τὸ ὑποκείμενον ἄνθρωπον εἶναι τέμνοντα |
ξύμμετρόν τε τῶι παιδὶ δαλόν . ἐπεὶ . . . κελάδησε ] ἐξότε πεσὼν ἀπὸ τῆς μητρὸς ἐβόησεν , τουτέστιν | ||
καταίθουσα παιδὸς δαφοινὸν δαλὸν ἥλικ ' , ἐπεὶ μολὼν ματρόθεν κελάδησε , ξύμμετρόν τε διαὶ βίου μοιρόκραντον ἐς ἦμαρ . |
ἔγχεε . . . . Ζ : Αἴλιος μέντοι Διονύσιος Δαῖραν γράφων δισυλλάβως τὴν Δάειράν φησιν , ὅτι οἱ περὶ | ||
λήθην ποιουμένη τῶν τε παρουσῶν συμφορῶν καὶ τῶν ἐπαυξηθησομένων . Δαῖραν μουνογένειαν : τὸ Δαῖραν κατ ' ἔλλειψίν ἐστι τοῦ |
μυξώδη ἢ αἷμα πρός τε ψώρας κύστεως καὶ ἑλκώσεις . Σικύου σπέρματος λελεπισμένου ⋖ ιβ , σελίνου σπέρματος , ὑοσκυάμου | ||
τὸ διὰ τῶν φρύνων : τῆς ὅλης διαθέσεως ἀπαλλάττει . Σικύου ἀγρίου ῥίζης χλωρᾶς , ἐλαίου γλυκέος ἀνὰ λι Ϛʹ |
πανστρατιᾷ , παναισχές , παμπρασία , πανδαισία , πανθοινία , παγκαρπία , πανοπλία . Ἀντιφῶν δὲ καὶ ἐξαλᾶσθαι πανοικεσίᾳ ἔφη | ||
ὁ πάντα ἐπιστάμενος . πανσθενέστατον : ἰσχυρότατον . πανσπερμία : παγκαρπία . πάντα θεῖν ἐλαύνετα : παροιμία ἐπὶ τῶν εὐπόρων |
τιμωρούμενος : ὅθεν καὶ τὸν οἶνον ἐπὶ τοῦτ ' αὐτὸ δεδώρηται . ἐγὼ δὲ τὰ μὲν τοιαῦτα τοῖς ἀσφαλὲς ἡγουμένοις | ||
αὖ καὶ τὸ κακὸν εἰς τὸ δεινότερον οἴχεται , ὅπου δεδώρηται γυναῖκας Σικελικὰς τρεῖς ἀναλέκτους τὸ κάλλος καὶ ἀργύρια πάμπολλα |
πέλουσαν : μηδὲ πλαθείην γαμέτᾳ τινὶ τῶν ἐξ οὐρανοῦ . ταρβῶ γὰρ ἀστεργάνορα παρθενίαν εἰσορῶς ' Ἰοῦς ἀμαλαπτομέναν δυσπλάνοις Ἥρας | ||
ἀθλίαις προσωφελήσων , ὦ τέκνον , κεχρημέναις ; ὡς οὔτε ταρβῶ σὺν δίκηι ς ' ὁρμώμενον Κάδμου θ ' ὁρῶσα |
ζωὴ καθ ' ἑαυτὴν μὲν οὖσα ἅτε κίνησις ὑπάρ - χουσα ἀόριστός ἐστιν , ὁρίζεται δὲ ὑπὸ τῆς ἀύλου καὶ | ||
μικρὸν τὴν μυῖαν ὕστερον . σύντροφος δὲ ἀνθρώποις ὑπάρ - χουσα καὶ ὁμοδίαιτος καὶ ὁμοτράπεζος ἁπάντων γεύεται πλὴν ἐλαίου : |
τὰς ἀποκαλύψεις καὶ τὰ ὁράματα ἅ μοι ἔδειξεν διὰ τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας αὐτοῦ τελειώσῃ , ἵνα με ἰσχυροποιήσῃ καὶ δῷ | ||
[ , . ] περὶ τούτων τά τε ἐπὶ τῆς ἁγίας κιβωτοῦ ἱστορούμενα μηνύει τὰ τοῦ νοητοῦ κόσμου τοῦ ἀποκεκρυμμένου |
. εἰ δ ' ἀνδρὸς γενέθλην ἠδ ' αὖ κείνοιο συνεύνου σκεψάμενος κατίδοις ἄμφω ζώοιν ἔνι Μήνην , αἰὲν ὁμοφροσύνῃσιν | ||
συζύγων . εἰκὸς γὰρ ἦν τοῦτον ἀεὶ θρηνεῖν ἔρημον τῆς συνεύνου τὴν ἑστίαν καὶ τὴν κλίνην ὁρῶντα . τὰ μὲν |
καὶ τὸ ὑπῆρχον δέ , εἰ τότε κοῦρος ἔα . ἄεμμα : ἡ νευρά . φαεσφορίην : ἢ ὅτι λαμπαδοῦχος | ||
[ ] ! [ ! ] ! ! γυμνὸν ? ἄεμμα [ ] ! ⌊ καί κεν Ἀθηναίης δολιχαόρου ⌋ |
. πρόσταξις ἧκεν ἀδελφὴ τῆς προτέρας προστιθεῖσα θαλαττίῳ χλαμύδος βαφῇ λιθοκόλλητον ταινίαν φέρουσάν τι καὶ αὐτὴν καρποῦ θαλαττίου . ὁ | ||
τὸ ἄγαλμα τοῦτο Ἀφροδίτης εἶναι , καὶ πελειάδα αὐτῇ παρέστησε λιθοκόλλητον : καὶ ἀνὰ πᾶσαν ἡμέραν θυσίαις τε ἱλεοῦτο καὶ |
Θείου . Κόραν ] Ἤγουν νέαν γῆν καὶ νῆσον . Ῥίζαν ] Καὶ μητρόπολιν ἐσομένην . Ἀλεξάνδρου Φορτίου . Κόραν | ||
ῥύσιν καὶ εὐτονωτέραν ποιεῖ . [ Πρὸς ἐνουροῦντας . ] Ῥίζαν κρίνου δὸς πιεῖν προαναζέσας , ἢ ὑοσκυάμου χυλὸν ἢ |
ἀεὶ τὰ φύλλα ἔχει . διὸ προσέθηκεν ” ἐν φύλλοισι θαλλούσης , “ πρὸς τὸν καρπόν . οὐ γὰρ διηνεκὴς | ||
ἀεὶ γὰρ ἔχει τὰ φύλλα : διὸ προσέθηκεν ἐν φύλλοισι θαλλούσης πρὸς τὸν καρπόν . οὐ γὰρ διηνεκής . στέμματα |
] τοῦ τὰς φρένας βεβλαμμένου . βλαψίφρονος ] φρενοβλαβοῦς . βλαψίφρονος ] τοῦ φρενοβλαβοῦς ἢ ὅτι τοὺς παῖδας κατηράσατο ἢ | ||
ἱεράς , ὁσίας , λιγυφώνους , ἐκτὸς ἐοῦσα κακῆς λήθης βλαψίφρονος αἰεί , πάντα νόον συνέχουσα βροτῶν ψυχαῖσι σύνοικον , |
πρὸς τὸ ἄπειρον τῶν τόπων τὸ δίζεσθαι . φθαίη : προλάβοι πρὸ τοῦ συμποσίου . νηπιάχοντα : Ἡρακλῆς γήμας Δηιάνειραν | ||
τοῦτο νομίζειν κέρδος ἐν τοῖς τοιούτοις , ὅ τι ἂν προλάβοι τις ἐξαπατήσας ἢ βιασάμενος τὸν ἐχθρόν ; τοιαῦτα γὰρ |
τὸ ποθούμενον ἴδωσιν . εἶτα διὰ τὸν τῆς ἀθανάτου καὶ μακαρίας ζωῆς ἵμερον τετελευτηκέναι νομίζοντες ἤδη τὸν θνητὸν βίον ἀπολείπουσι | ||
ἰσόθεον ποιεῖ καὶ οὐδὲ διὰ τὴν θνητότητα τῆς ἀφθάρτου καὶ μακαρίας φύσεως λειπομένους ἡμᾶς δείκνυσιν . ὅτε μὲν γὰρ ζῶμεν |
λέγων τῆς μορφῆς ὥσπερ ἀποτύπωσιν ἐν τῷ ἀέρι γίνεσθαι . Ἐπάγει δὲ ὡς ἐπ ' ἐνίων ὁμογενὲς ἔοικεν εἶναι τὸ | ||
ἐπενόει , ὧν ἐδόκει τοῖς πολιορκουμένοις ἡ χελώνη φοβερωτέρα . Ἐπάγει γοῦν ταύτην ὅλην τὴν δύναμιν συγκινήσας πύργῳ τινὶ ὑπόπτως |
δαΐδας : τοὶ δὲ τρείουσιν ἰδόντες ἔλλοπες , οὐδὲ μένουσιν ἑλισσομένην ἀμαρυγήν : ὣς καὶ θῆρες ἄνακτες ἐπιμύουσιν ὀπωπάς . | ||
Νεῖλός σε . ἀντίστροφον ] τὴν ἐξ ἀμφοτέρων τῶν μερῶν ἑλισσομένην , ὅ ἐστιν ἀμφιέλισσαν . βροτιοσα ροσαται ] ἡ |
βάθρον ἐρεῖ δένδρῳ ὡς βάθρῳ . Ὅμηρος δὲ λέγων δένδρεον ὑψιπέτηλον ὡς χάλκεον , ἐρεῖ καὶ δενδρέῳ ὡς χαλκέῳ . | ||
σῦς : [ γίνετο δ ' ὑγρὸν ὕδωρ καὶ δένδρεον ὑψιπέτηλον . ] ἡμεῖς δ ' ἀστεμφέως ἔχομεν τετληότι θυμῷ |
τὴν ἀηδίαν συναλείφοντες τρισυλλάβως γράφουσιν , διὸ καὶ ἐξετάθη . ἄκυλος : ὁ τῆς πρίνου καρπός . ὑῶν δ ' | ||
. οὐδ ' ἀκύλοις : ταῖς τῆς πρίνου βαλάνοις : ἄκυλος γὰρ ὁ τῆς πρίνου καρπός . αἱ μὲν γὰρ |
, τὸ δὲ συμμιγνύμενον πρὸς τὸ ἀλόγιστον καὶ σκοτεινὸν τοῦ σωματοειδοῦς καὶ ὑλικοῦ πληροῦται πολλῆς ἀγνωσίας : ὅθεν οὐδέποτε τὴν | ||
” ἀντὶ τοῦ οὐκ ἐδύνατο . θέμις ἐπὶ μὲν τῆς σωματοειδοῦς “ Ζεὺς δὲ Θέμιστα κέλευσε θεοὺς ἀγορήνδε καλέσσαι , |
τὴν ἀναφορὰν δέξαιτο . ιηʹ Ἦι πρὸς τὸ τῆς ἄγρας Ἀγραίας Ἀρτέμιδος ἱερὸν ἵδρυσαν Ἀθηναῖοι , διὰ τὸ ἔφορον εἶναι | ||
Ἰλισόν . ποταμὸς ἐν Ἀττικῇ . τὸ ἐν Ἄγρας . Ἀγραίας Ἀρτέμιδος ἱερὸν ἵδρυσαν Ἀθηναῖοι διὰ τὸ ἔφορον εἶναι παντὸς |
καὶ πρὸς μείζονα νῦν ἀναβάντος ἀξίαν καὶ πλείονα προῖκα τὴν εὐποροῦσαν ἀπαιτῆσαι παρθένον , ὁ γὰρ ἀνόνητον ἑαυτῷ τὴν ἀριστείαν | ||
καὶ σεμνότητα τρόπων . ἐγὼ μὲν οὐδὲ τοσοῦτον οἶμαι τὴν εὐποροῦσαν ἡττᾶσθαι πρὸς ἅμιλλαν εἴδους , ὅσον ἐν πλούτῳ προέχει |
ἀνθρώπους ἀπορεῖν . ἦ καὶ τοῦτο ἀκήκοας ; Ἔγωγε . Εἴπω οὖν σοι τὸ αἴτιον ; Πάνυ μὲν οὖν . | ||
αὐτῷ ξυνάπτῃ τῷ νοητῷ νυμφίῳ καινὴν συναφὴν μυστικῆς κοινωνίας . Εἴπω τὸ μεῖζον ; Οὐδὲ μέχρι γοῦν θέας ἔρχῃ πρὸς |
ποιεῖν τὰ κάλλιστα , ἀλλὰ τὴν ἄνευ κακοπαθείας μετὰ πολλῆς εὐμαρείας ἀπονωτάτην ἐνέργειαν : ἥλιον μὲν γὰρ καὶ σελήνην καὶ | ||
' ἀλόγου πάθους ἡδονῆς θρύψιν , ἀλλὰ τὴν μετὰ πολλῆς εὐμαρείας ἄπονον χαρὰν καὶ ἀταλαίπωρον . ἀνάγκη δέ , ὅταν |
ἀνθρώποισιν ὡς μέγ ' εἶ κακόν . Ἐπιχαρμοῦ Κωμικοῦ : Φύσις ἀνθρώπων ἀσκοὶ πεφυσωμένοι : ἀνδρῶν δέ γε ? ? | ||
, ἥρωες : ἡ λύρη γάρ μόνους ἔρωτας ἄιδει . Φύσις κέρατα ταύροις , ὁπλὰς δ ' ἔδωκεν ἵπποις , |
δὲ ταύτης δίς : τὶν δ ' ἐν Ἰσθμῷ διπλόα θάλλοις ' ἀρετὰ , Φυλακίδα , κεῖται . διηπατῆσθαι δὲ | ||
σώφρονα δημοτελῆ πανυπείροχον ἐγγὺς ἀνάκτων . θάλλε μοι , εἰσέτι θάλλοις , ἕως ὅτε κέδρον ἱκάνῃς : ἀντ ' εὐεργεσίης |
δεδορκώς . Ὁρᾷς δὴ οὐσίας ἑστίαν καὶ φῶς ἐν αὐτῷ ἄυπνον καὶ ὡς ἕστηκεν ἐν αὐτῷ καὶ ὡς διέστηκεν , | ||
τε σός . εἰκότως οὖν καὶ αὐτὴ ἐπάγει τὴν ἑαυτῆς ἄυπνον κηδεμονίαν καὶ τὴν Ὀρέστου νόσον : ἐγὼ μὲν ἄυπνος |
εἰ σωφρονοῦμεν , ἀλλ ' ὅπως πόλιν δι ' ὀλιγαρχίας ἐπιβουλεύουσαν ὀξέως φυλαξόμεθα . Καὶ μεμνῆσθαι χρὴ ἡμᾶς ὅτι νεωστὶ | ||
' ἀρετῆς δόξαν θηρῶνται καὶ ἐν πλείστῳ χρόνῳ μελετῶσιν αὐτήν ἐπιβουλεύουσαν : ἡμῖν δηλονότι . καὶ ταῦτα : ἀπὸ κοινοῦ |
: ἔρωσιν Λύγων : βεργίων . Ἀργαλέων : κακίστων . ἐπισπέρχουσι : καταλαμβάνουσιν , ἐπισπεύδουσιν . μύωπες : ἔρωτες . | ||
προβολαί τε λύγων καὶ χάσμα πυλάων ἀργαλέον : τοῖοι γὰρ ἐπισπέρχουσι μύωπες . ὡς δὲ ποδωκείης μεμελημένοι ἄνδρες ἀέθλων , |
εὐφήμους τελετὰς ὁσίας νεομύστοις εὐκάρπους καιρῶν γενέσεις ἐπάγουσαι ἀμεμφῶς . Κικλήσκω κούρην Καδμηίδα παμβασίλειαν , εὐειδῆ Σεμέλην , ἐρατοπλόκαμον , | ||
πρὸς σὸν χῶρον , ἄνασσα , καὶ εὐδύνατον Πλούτωνα . Κικλήσκω Διόνυσον ἐρίβρομον , εὐαστῆρα , πρωτόγονον , διφυῆ , |
κέχρηται διῆλθον : ὁ γὰρ διὰ παντὸς εἴδους εὐεργε - σίας ἥκων καὶ μήτε μικρὸν μήτε μεῖζον μήτ ' εἰς | ||
τοῖς τόποις καὶ ναὸν Ἡρακλέους πολυτελῆ , καὶ θυ - σίας κατέδειξαν μεγαλοπρεπεῖς τοῖς τῶν Φοινίκων ἔθεσι διοικουμένας . τὸ |
διὰ τὸ θαυμάσαι ταύτην . Ὅμηρος ἠύτε πορφυρέην ἶριν θνητοῖσι τανύσσει . διὸ καὶ ἐμυθεύσαντό τινες αὐτὴν ταύρου κεφαλὴν ἔχουσαν | ||
εἶδεν Ὀλύμπου : ἡ δ ' ἑτέρη φαέεσσι διάκτορον ὄμμα τανύσσει φάρεϊ φοινίξασα διαυγέα κύκλα προσώπου , δεξιτερῆς ὅρπηκας ἐφαπλώσασα |
προτιθεμένους . ταῦτα δὲ τῇ τέχνῃ καὶ οὐ τῇ φρονήσει ἐφήρμοσε . δέδεικται δὲ ἤδη ἑτέρας εἶναι ἀλλήλων τέχνην καὶ | ||
σώματα ὁ θεὸς δημιουργήσας ὁρατὰ ἐκ πυρώδους τῆς πλείστης οὐσίας ἐφήρμοσε ταῖς σφαίραις ὑπαρχούσαις ἐκ τοῦ θατέρου κύκλου καὶ πλανωμένου |
. Βέλτιόν ἐστι σῶμά γ ' ἢ ψυχὴν νοσεῖν . Βούλου δ ' ἀρέσκειν πᾶσι , μὴ σαυτῷ μόνον . | ||
. † Βάρος μολίβδου καὶ κακῶν βροτῶν ἴσον . † Βούλου τὸ πρῶτον εὐσεβεῖν πρὸς τὸν θεόν . Βουλὴ πονηρὰ |
μὴ λέγε ἐκ παραλλήλου , ὥσπερ τινές . Κραταιὸν ] Πιθανόν . Δόλιον ] Πονηρόν . Φίλον εἴη φιλεῖν ] | ||
Οὐκοῦν καὶ τοῖς λέγουσιν αὐτὰ ὁμοίως πιστευτέον λέγουσιν αὐτά ; Πιθανόν , εἶπεν . Ταῦτ ' οὖν λεγόντων αὐτῶν ἠπόρουν |
δὲ σύνταξις οὕτως : παρ ' ἄλλου δ ' ἄλλος βύκτης καὶ ἄνεμος ἐνθρώσκων καὶ ἐμπίπτων ἐν πνοαῖς στροβήσει καὶ | ||
παρὰ τὸ βύζω βυστός καὶ βυθός . . . . βύκτης : ἠχητικός Ὅμηρος : ἔνθα δὲ βυκτάων ἀνέμων . |
ἄρουρα , ἤγουν ἡ τὰ πρὸς ζωὴν δωρουμένη γῆ . Ἄρουρα γὰρ κυρίως ἡ ἠροτριασμένη γῆ . . ὩΣΤΕ ΘΕΟΙ | ||
εἰς τὸ φρύγειν καὶ καίειν ἐπιτήδεια . οὕτως Εἰρηναῖος . Ἄρουρα : Ὠρίωνος παρὰ τὸ ἀρεοῦσθαι τὴν γεωργουμένην γῆν . |
ἀθλίαν . Ἔτι γὰρ σὺ τὴ μάστιγαν ἐπιτυμεῖς λαβεῖν ; Παλλάδα τὴν φιλόχορον ἐμοὶ δεῦρο καλεῖν νόμος εἰς χορόν , | ||
ἀπό τινος τῶν ᾀσμάτων τηλέπορόν τι βόαμα λύρας . ἢ Παλλάδα : ἀρχὴ ᾄσματος Στησιχόρου , ὡς Ἐρατοσθένης φησίν . |
ὅσοις διδακτὸν μηδὲν ἀλλ ' ἐν τῆι φύσει τὸ σωφρονεῖν εἴληχεν ἐς τὰ πάντ ' ἀεί , τούτοις δρέπεσθαι , | ||
καὶ ἄλλως ἐπειδὴ τὸ μέσον ἐν τριάδι τὴν ἡγεμονίδα τάξιν εἴληχεν , ἁρμοζόμενον τὰ παρ ' ἑκάτερα εἰς ἕνωσιν ἀδιαλύτῳ |
παρθένον Πισάτιδα ἐκτήσαθ ' Ἱπποδάμειαν , Οἰνόμαον κτανών , ἐν παρθενῶσι τοῖσι σοῖς κεκρυμμένην . ὦ φίλτατ ' , οὐδὲν | ||
χρανθεῖς ' ἄλεκτρος ἀνδρός : πατὴρ δέ μιν κλῄσας ἐν παρθενῶσι σφραγῖσι δέμας φυλάσσει . ταῦτ ' ἐτήτυμα μαθεῖν θέλω |
ὑπὸ ΑΓΔ τῆς ὑπὸ ΒΑΕ . ὁμοίως δὴ τῆς ΒΓ τετμημένης δίχα δειχθήσεται καὶ ἡ ὑπὸ ΒΓΗ , τουτέστιν ἡ | ||
ἀφορίζουσαι αὐτήν . ἰσοσκελὲς ἄρα τὸ τρίγωνον , καὶ δίχα τετμημένης τῆς βάσεως ἡ ἐπιζευχθεῖσα ὀρθὰς ποιήσει γωνίας καὶ ἐλάσσων |
καὶ ἁπαλὰ ταῦτα καὶ αὖα . Τὴν δὲ βύβλον τὴν ἐπέτειον γινομένην ἐπεὰν ἀνασπάσωσι ἐκ τῶν ἑλέων , τὰ μὲν | ||
τισι τόποις ὥστ ' ἐπάνω τοῦ ὀμφαλοῦ . λέγεται δὲ ἐπέτειον εἶναι καὶ φύεσθαι μὲν τοῦ ἦρος λήγοντος , ἀκμάζειν |
αἴτιος τῇ τέχνῃ τῆς συστάσεως γίνεται . ἐπεὶ γὰρ ἡ ἐξηρτημένη τῆς σχοίνου μόλιβδος βαρὺ σῶμα , τὰ δὲ βαρέα | ||
ἁγνή , πεισθῆναι τὸ σκάφος . ῥᾳδίως δὲ τῆς ζώνης ἐξηρτημένη ἡ ναῦς ἠκολούθησεν : ὁμοῦ δὲ τὸ ἐναργὲς τῆς |
Φαντὶ ] * Φασὶ δὲ τὴν παρ ' ἀνδρὶ εὐδαιμονίαν θάλλουσαν οὕτω μονίμην ἤγουν αὐξάνουσαν διηνεκῶς φέρεσθαι ἂν καὶ ἔχειν | ||
βάμματι : ὄξει * κηπαίην : κηπεύσιμον * δροσόεσσαν : θάλλουσαν πολύδροσον ἐπὶ χλωρηίδα νώτῳ : χλωρὰν ἐπὶ τῷ νώτῳ |
καὶ ὑπεξαιρεῖται τὸ λυποῦν καὶ καθέλκον τὴν πρὸς τὸν θεὸν ἐπειγομένην ψυχήν . δεῖ γὰρ αὐτὴν ἀνιοῦσαν πρὸς νοῦν γαλήνην | ||
ὧν τε Ποσειδάων εὐεργέα νῆ ' ἐνὶ πόντῳ ῥαίσῃ , ἐπειγομένην ἀνέμῳ καὶ κύματι πηγῷ : παῦροι δ ' ἐξέφυγον |
ἕδος ἀσφαλὲς αἰεὶ ἀθανάτων οἳ ἔχουσι κάρη νιφόεντος Ὀλύμπου , Τάρταρά τ ' ἠερόεντα μυχῷ χθονὸς εὐρυοδείης , ἠδ ' | ||
ἀσφαλὲς αἰεὶ ἀθανάτων , οἳ ἔχουσι κάρη νιφόεντος Ὀλύμπου , Τάρταρά τ ' ἠερόεντα , μυχὸν χθονὸς εὐρυοδείης , ἠδ |