τοὺς βίῳ νήφοντι συζῶντας ἀήθης ἄκρατος , οὕτως καὶ τοὺς χαίροντας μέθῃ νῆψις ἐξαπιναῖος . . . . Ἐκ τοῦ
φίλων διατριβή , καθόσον εἰσὶ φίλοι , καὶ ὅτι βλέπουσι χαίροντας τοῖς αὐτῶν ἀγαθοῖς , ὃ τῆς μεγίστης εὐνοίας τεκμήριόν
7526882 ὑβριστας
θυμικοὺς καὶ κριτικοὺς καὶ ἐπιτευκτικούς , ἐπὶ δὲ τῶν ἐναντίων ὑβριστάς , ἀδιαφόρους , ὠμούς , ἀνεξιλάστους , στασιαστάς ,
ῥιψοφθάλμους , λάγνους , καταφερεῖς , διασύρτας , μοιχικούς , ὑβριστάς , ψεύστας , δολοπλόκους , ὑπονοθευτὰς οἰκείων τε καὶ
7497907 ἀθλιους
ὀρέγεσθαι καὶ πράγματα ἔχειν : ἄλλους δὲ ἀπλήστους τε καὶ ἀθλίους ὄντας , φοβουμένους μήποτε αὐτοῖς ἐλλίπῃ , πρὸς αὑτοὺς
καρποῦσθαι βίον . ὁρῶ γὰρ οἷς μὲν οὐκ ἔφυσαν , ἀθλίους : ὅσοισι δ ' εἰσίν , οὐδὲν εὐτυχεστέρους .
7424444 πανουργους
ζῳδίων τὰ ἑξῆς ἀπαρτίσας οἷον ζῷα , οἷς καὶ τὰς πανούργους ἐχαρίσατο δυνάμεις καὶ πάντεχνον πνεῦμα γεννητικὸν τῶν εἰς ἀεὶ
Ἄρην ὁ Ἑρμῆς ἐπιδεκατεύει , δεινοὺς ἐξετέλε - σεν , πανούργους , ἀλλοτρίων ἅρπαγας : οἱ τοιοῦτοι γὰρ ἀπὸ ἄλλου
7370500 πικρους
μόνον δ ' ὅτι πολλῇ θερμασίᾳ τοὺς τοιούτους ἐργάζεται χυμοὺς πικρούς , [ καὶ ] ἀνεπιτήδειός ἐστι γλυκὺς οἶνος τοῖς
δριμεῖς , τοὺς δὲ τὸ ῥυπτικὸν ἔχοντας σφοδρὸν ὥστε συντήκειν πικρούς , τοὺς δὲ ἠρέμα καθαίροντάς τε καὶ ῥύπτοντας ἁλμυρούς
7369765 ἀθεους
] ? % καὶ [ τοὺς ὁσιωτάτους ] ? ὡς ἀθέους [ λείαν ] κατατρέχουσιν [ . καὶ ] ?
μέρους , ἀλλ ' ὑπὲρ τοῦ τῆς ψυχῆς πάντας τοὺς ἀθέους ἐκτέμνειν λογισμοὺς ἐπιβάθρᾳ χρωμένους ἅπασιν ὧν γένεσίς ἐστι :
7357229 γεωργους
τοὺς ὁμοτέρμονας ἀγροὺς ὑπὸ τῶν δυνατῶν ἀποστελλόμενοι καὶ πολλὰ τοὺς γεωργοὺς τῶν Ῥωμαίων ἔβλαπτον : ὃς ἐπειδὴ τὴν κοινὴν σύνοδον
, ἀλλὰ τοῦ σίτου τὰς τιμὰς συνιστάντων . συγκαλέσας δὴ γεωργοὺς καὶ χειροτέχνας καὶ καπήλους καὶ πάντων ἁπλῶς τιμητὰς ὠνίων
7317158 ἀκολαστους
κατὰ τὸ μέσον πλήρεις εἰσὶν ὡς κύουσαι , βδελυροὺς καὶ ἀκολάστους καὶ ἀναιδεῖς δηλοῦσιν : ὡς τὸ πολὺ δὲ κνημῶν
μὲν μήλων ὀσμῆς ἐρῶντας ἢ ῥόδων ἢ θυμιαμάτων οὐ λέγομεν ἀκολάστους , ἀλλὰ τοὺς μύρων καὶ ὄψων ἀκολάστους καλοῦμεν :
7312955 χαλκεας
βασιλεῦσιν οἱ μὴ ψευδώνυμοι , τοὺς φαλακροὺς δὲ καὶ τοὺς χαλκέας τοὺς ἐπιθεμένους τῇ δεσποίνῃ ὀρφανευθείσῃ οὐκ ἐποίει Πλάτων δημιουργοὺς
γναφέας αὐτῶν ἢ τοὺς σκυτέας ἢ τοὺς τέκτονας ἢ τοὺς χαλκέας ἢ τοὺς γεωργοὺς ἢ τοὺς ἐμπόρους ἢ τοὺς ἐν
7307557 φροντιζοντας
. ἑώρων γὰρ αὐτοὺς κοσμίως βαδίζοντας , ἀναβεβλημένους εὐσταλῶς , φροντίζοντας ἀεί , ἀρρενωπούς , ἐν χρῷ κουρίας τοὺς πλείστους
' ἔργα τυράννου παρέχων , καταμαθὼν ὑμᾶς τοῦ μὲν ὀνόματος φροντίζοντας , τοῦ δὲ πράγματος ἀμελοῦντας . Τοσοῦτον δὲ διαφέρει
7256178 γηρασκοντας
μὲν ἀνδρείᾳ νέους ὄντας ἔφη χρῆσθαι , τῇ δὲ φρονήσει γηράσκοντας ἀκμάζειν . τοσοῦτον διαφέρειν τὴν φρόνησιν τῶν ἄλλων ἀρετῶν
γίνεται . ἄδικον δὲ παρὰ φιλοσοφίᾳ καὶ τὸ τοὺς πατέρας γηράσκοντας κατασφάττειν , ὡς λύοντας τὸν φυσικὸν δεσμὸν παρὰ γνώμην
7246839 καθαρους
: τὸν δὲ σῖτον , ἐπειδὴ τοὺς ἡλίους οὐκ ἔχουσι καθαρούς , ἐν οἴκοις μεγάλοις κόπτουσι , συγκομισθέν - των
: τὸν δὲ σῖτον , ἐπειδὴ τοὺς ἡλίους οὐκ ἔχουσι καθαρούς , ἐν οἴκοις μεγάλοις κόπτουσι , συγκομισθέντων δεῦρο τῶν
7243243 σπουδαιους
ἀρετὰς καὶ τὰς ἐναρέτους πράξεις καὶ τοὺς φίλους καὶ τοὺς σπουδαίους ἀνθρώπους , θεούς τε καὶ σπουδαίους δαίμονας . παρ
τὰ τοιαῦτα πόλεμος . Σωκράτης δὲ ἔλεγε μὴ αἰτεῖν τοὺς σπουδαίους , ἀλλὰ ἀπαιτεῖν : εἶναι γὰρ αὐτῶν τὰ πάντα
7239959 διαβολους
ἀλλοπροσάλλους , κακογνώμονας , ἐξαπατητάς , κυκητάς , ψεύστας , διαβόλους , ἐπιόρκους , βαθυπονήρους , ἐπιβουλευτικούς , ἀσυνθέτους ,
ὠμούς , ἀνεξιλάστους , στασιαστάς , ἐριστικούς , μονοπόνους , διαβόλους , οἰηματίας , πλεονέκτας , ἅρπαγας , ταχυμεταβόλους ,
7214463 πλεονεκτας
ῥήτορας γὰρ δημαγωγοὺς Ἀθήνησι καθίστων . περισύρει δὲ τούτους ὡς πλεονέκτας καί φησιν ὅτι ἴδε τοὺς ῥήτορας , ὡς ,
στασιαστάς , ἐριστικούς , μονοπόνους , διαβόλους , οἰηματίας , πλεονέκτας , ἅρπαγας , ταχυμεταβόλους , κούφους , μεταμελητικούς ,
7212421 ζωντας
τοῦτον λαβὼν ἀλλ ' οὐκ Εὐριπίδην , αὖθις ἐς τοὺς ζῶντας ἀνέρχεται . 〛 Ὁ Ξανθίας ἐπὶ ὄνου παράγεται καθεζόμενος
. Καὶ τοίνυν οἱ θάνατοι αὐτοῖς βελτίους ἢ τὸ οὕτω ζῶντας εἶναι , ὅπως ζῆν αὐτοὺς οὐκ ἐθέλουσιν οἱ ἐν
7201630 ἀπαιδευτους
θεοφιλεστέραν . εὐλαβοῦ μέντοι μή ποτε ἐκπέσῃ ταῦτα εἰς ἀνθρώπους ἀπαιδεύτους : σχεδὸν γάρ , ὡς ἐμοὶ δοκεῖ , οὐκ
ἐπὶ τοῦ ψόγου ταύτην τάσσει : τοὺς γὰρ αὐθάδεις καὶ ἀπαιδεύτους ἀγερώχους λέ - γει . ὁ δὲ Ὅμηρος τοὺς
7191536 γεγηρακοτας
γάρ ? ? [ ἐστι ] ? πολλοὺς [ δὴ γεγηρακότας ] ? [ παρ ' ἡμεῖν ] αὐτοῖς καὶ
. Ἀντιπελαργεῖν : ἀντιδιδόναι χάριτας . λέγεται γὰρ τοὺς πελαργοὺς γεγηρακότας τοὺς γονεῖς τρέφειν . Ἄπληστος πίθος : ἐπὶ τῶν
7151518 εὐφημουντας
νῦν περὶ αὑτὸν ἔχων κύκλῳ τὸ γένος τῶν ὑπηκόων , εὐφημοῦντας ἅπαντας , ἐπικροτοῦντας , προηγείσθωσαν ἐν τῷ πίνακι καὶ
καὶ τοὺς βλασφημοῦντας ἢ πολλῷ ἀμείνους ἐπιδεικνύντα τοὺς ἀγαπῶντας καὶ εὐφημοῦντας . ἐπεὶ καὶ Σωκράτης ἐκεῖνος πρὸ μὲν τοῦ οὐκ
7136581 νεους
θαυμάζει σφόδρα ὁ τεχνογράφος καὶ συμβουλεύει ἐπιμελέστατα αὐτὸ ἐκμαθεῖν τοὺς νέους , ἵνα μιμήσωνται ʃ γρ . ἄριστον τὠφήγημά σου
ἀρετῆς ἐφίεσθαι , εὐαγώγους εἰς ἀκολασίαν καὶ λαγνείαν παρασκευάζουσα τοὺς νέους , ἐπείπερ ὁ μουσικευσάμενος μολπαῖσιν ἡσθεὶς τοῦτ ' ἀεὶ
7126531 κολακας
Διογένης ἔλεγε πολὺ κρεῖττον εἶναι ἐς κόρακας ἀπελθεῖν ἢ εἰς κόλακας , οἳ ζῶντας ἔτι τοὺς ἀγαθοὺς τῶν ἀνδρῶν κατεσθίουσι
ἐπαίνοις θέλγοντας καὶ φρεναπατῶντάς σε ἀποδέχου : μισεῖν γὰρ τοὺς κόλακας οἱ σοφοὶ παρεγγυῶσιν ὡς μέγα βλάπτοντας . Καλὰ ἑκάστοις
7125249 καμνοντας
δότε τοίνυν κἀμοὶ προχείρως εὐεργεῖν , σώζειν , ἰᾶσθαι τοὺς κάμνοντας , καὶ τὰ τοιαῦτα : εἶτα λέγεις οὕτω τῆς
ἐμπλέοντας , ἔσωζον δ ' οἱ ἰατροὶ πάντες ἅπαντας τοὺς κάμνοντας , ἐνίκων δ ' οἱ κρείττονες , ἐνίκων δ
7101326 θεριζοντας
καὶ ψιλὴν καὶ γεωργοὺς ἀρότρῳ χρωμένους , ἑτέρους τρυγῶντας , θερίζοντας ἄλλους . εἶχε μὲν ἡ ἀσπὶς ὅσην κατέλεξα τέρψιν
ἀρετῆς ἐστιν . ὁ γοῦν ἱερὸς λόγος τοὺς ὁρῶντας εἰσάγει θερίζοντας καί , τὸ παραδοξότατον , οὐ κριθὰς ἢ πυρούς
7089364 σωφρονας
ταύτας ἀναφέρειν τὸ γένος . ὑπάρξαι δ ' αὐτὰς καὶ σώφρονας διαφερόντως , καὶ μετὰ τὴν τελευτὴν τυχεῖν ἀθανάτου τιμῆς
αἰδουμένους τὰ ἐν τῷ φανερῷ αἰσχρὰ φεύγοντας , τοὺς δὲ σώφρονας καὶ τὰ ἐν τῷ ἀφανεῖ . ] καὶ ἐγκράτειαν
7045790 ἐπιορκους
μὲν αὑτῆς ἑκάστη καταλέγουσα μαθητάς , ὁμολογοῦσα δὲ τούτων ἐνίους ἐπιόρκους εἶναι καὶ νοσεῖν ἀκρασίαν . τί οὖν , ὦ
ἐν ταῖς Νεφέλαις : φησὶ γὰρ “ εἴπερ βάλλει τοὺς ἐπιόρκους , πῶς δῆτα οὐχὶ Σίμων ' ἐνέπρησεν οὐδὲ Κλεώνυμον
7033872 ἀφρονας
μάθε νάρδῳ , ἤνυσε δὲ σφαλερούς , ὁτὲ δ ' ἄφρονας , ἐν δὲ μονήρει ῥηιδίως ἀκτῖνι βαρὺν κατεναίρεται ἄνδρα
ἐπὶ δολερῶν καὶ μικρῶν , ὅμως δὲ μεγάλα καταγωνιζομένων , ἄφρονας ⋮ Αἱ ἀλώπεκες ὅταν θεάσωνται σφηκιὰν εὐθετουμένην , αὗται
7028634 ἐπιμελουμενους
τὸν κίνδυνον . αὐτοὺς τοίνυν ὑμᾶς τούτων μάρτυρας παρέξομαι , ἐπιμελουμένους μὲν ἑκάστου μηνός , ἐπιγνώμονας δὲ πέμποντας καθ '
βουκόλον ἑξῆς λέγει : οὕτω γὰρ καλοῦσι τοὺς τῶν βοῶν ἐπιμελουμένους τὸν μυριωπὸν ] τὸν μυριόφθαλμον : τὸν διὰ παντὸς
6999358 κοσμιους
καὶ τοῖς ἐπὶ τὸ πράσσειν ὡρμημένοις : οὓς μὲν γὰρ κοσμίους , οὓς δὲ φοβεροὺς ποιεῖ . γυνὴ δὲ εἰ
: τάξεως . Ἀττικὴ δὲ ἡ λέξις . καὶ γὰρ κοσμίους λέγομεν τοὺς εὐτάκτους καὶ κοσμητὰς τοὺς τῆς ἐφήβων εὐταξίας
6978339 τυγχανοντας
μὲν σφόδρα ἀρέσκοντας , παρ ' ἑτέροις δὲ οὐδενὸς λόγου τυγχάνοντας . ὁλόκληρον δὲ καὶ ἀληθινὸν κάλλος θαυμαστὸν εἴ τῳ
μὲν ἐπὶ Νομᾶ καὶ τοὺς ὀλίγῳ μετ ' αὐτὸν ἔτι τυγχάνοντας ἀγριωτέρους μουσικῇ παιδευομένους εἶχε , ἰδίᾳ τε ἐν εὐωχίαις
6977539 φρονιμους
; Ναί . Οὐκοῦν φῂς παραπλησίως χαίρειν καὶ λυπεῖσθαι τοὺς φρονίμους καὶ τοὺς ἄφρονας καὶ τοὺς δειλοὺς καὶ τοὺς ἀνδρείους
ἐνέχεε . συνέβη δὲ τοὺς μὲν μικροφυεῖς πληρωθέντας τοῦ μέτρου φρονίμους γενέσθαι , τοὺς δὲ μακροὺς ἅτε [ μὴ ]
6968083 γενναιους
' ᾧ εὗρεν ὀδυνωμένην παύσας καὶ παῖδας ἐκ τῆς μητρὸς γενναίους ποιήσας τί ἦν αἰσχρόν ; . . . ἀλλὰ
παρ ' ἐλπίδα λεχθέντι ἐκπλαγείητε . χρὴ δ ' ἄνδρας γενναίους τε καὶ σώφρονας εὔχεσθαι μὲν ὑπάρχειν τὰ βέλτιστα ,
6943914 κενους
τὸ ὑγρᾶναι ἀλείφεσθαι . πρὸς δὲ τὰ σιτία δεῖ βαδίζειν κενοὺς καὶ μηδὲν ἄπεπτον ἔχοντας τῶν βρωθέντων πρότερον : γινώσκοι
τρυφάς . Παρὰ τὸ Αἱ δ ' ἐλπίδες βόσκουσι τοὺς κενοὺς βροτῶν . Βότρυς πρὸς βότρυν πεπαίνεται : ἐπὶ τῶν
6941654 τεθνηκοτας
οὐδ ' οἱ χρόνῳ μολόντες : εἰπὼν τοὺς ἐπὶ ξένης τεθνηκότας καὶ ἐπιλογισάμενος καὶ ἀποθεὶς τὴν περὶ τούτων ὑπόθεσιν μεταβαίνει
ἐκ τῶν δεξιῶν πρὸς σωτηρίαν , καὶ διὰ τοῦτο τοὺς τεθνηκότας ἀνήγειρεν . [ εὗρον δέ τινας λεγομένους ἀναστῆναι ὑπ
6940717 πλουσιους
χεῖρα μηδὲ ἄλλο μηδὲν τοῦ σώματος , μηδὲ τοὺς πάνυ πλουσίους ἀναλῶσαι ἂν μηδεμίαν ὑπὲρ τούτου δραχμήν : ἓν δὲ
δύσμορον πέλει τέλος . Ἀλλὰ καὶ τρίτος δεκανὸς σώφρονας καὶ πλουσίους , εὐμεταδότους , εὐσεβεῖς , καλὴν ἔχοντας τύχην ,
6936724 κακους
ἐφ ' ἡμῖν ἐστι . ταῦτα δὲ ἡμᾶς ἀγαθοὺς ἢ κακοὺς ποιεῖ : ὥστε ἐφ ' ἡμῖν ἐστι τὸ ἐπιεικέσιν
κακίᾳ διαιρεῖν ταῦτα . πολλοὺς γὰρ καὶ τῶν Ἑλλήνων εἶναι κακοὺς καὶ τῶν βαρβάρων ἀστείους , καθάπερ Ἰνδοὺς καὶ Ἀριανούς
6926184 ἀγριωτερους
ἀκαταστασίαν καθ ' ὅλην τὴν γῆν , τούς τε κροκοδείλους ἀγριωτέρους ἔσεσθαι καὶ θανάτους πολλούς , ξηρῶν δὲ καρπῶν δαψίλειαν
τῶν ὄντων λέγειν ὥστε φησὶν ὡς Περικλῆς παραλαβὼν Ἀθηναίους ἡμερωτέρους ἀγριωτέρους καὶ χαλεπωτέρους ἀπέδειξε , καὶ ταῦτα εἰς αὐτὸν ὃν
6921481 ἱλαρους
ὁρᾶν αὐτοὺς ὑφ ' αὑτῶν καὶ καταπίπτοντας νεκρούς , ἐξὸν ἱλαρούς , παίζοντας , ὑποπεπωκότας , αὐλουμένους . ωδει λέγ
. ἡ Ἀφροδίτη μετὰ τῆς Σελήνης ἀγαθούς , εὐμόρφους , ἱλαρούς , γάμος δὲ τοῖς τοιούτοις ἀβέβαιος , καὶ ἀσελγεῖς
6917834 ἀσεβεις
μῆκος τοῦ πελάγους εἰς τοὐπίσω ποιήσονται τὸν πλοῦν , ὡς ἀσεβεῖς καὶ λυμεῶνας ὅλου τοῦ ἔθνους τιμωρίαις περιπεσεῖσθαι ταῖς μεγίσταις
] καὶ [ τὴν μανίαν - ] ἐπινοεῖν οὐκ [ ἀσεβεῖς - ] ἐδόκουν μόνον ἀλλὰ καὶ φενακισταί , [
6917151 καλους
ἔχω : τὸ γὰρ πρᾶγμ ' αὐτό μοι καλῶς ἔχον καλοὺς παρασχεῖν τοὺς λόγους δυνήσεται αἰδὼς ἀπώλες ' αὐτόν ,
ὑπομένειν πληγὰς ἄκμων : κονδύλους πλάττειν δὲ Τελαμών : τοὺς καλοὺς πειρᾶν καπνός . κἀν Πυθαγοριστῇ δέ φησι : πρὸς
6907454 ἀτυχησαντας
προοισόμεθα , τοὺς καταφυγόντας μὲν ἐπὶ τὸν βωμόν , μὴ ἀτυχήσαντας δὲ ὧν ἠξίωσαν , οἷον τοὺς Ἡρακλείδας , καὶ
αῦτα ἀνάγκη πάσχειν , οἷα ἂν αὐτοὶ πράξωσιν εἰς τοὺς ἀτυχήσαντας . ὁ δ ' οὖν Διονύσιος , ἐπειδὴ πάντ
6905113 γοητας
πρὸς τὸ στῆθος ἀνασχεῖν . ἦν δὲ τὸ ὄρυγμα , γόητας ἡγεῖτο τοὺς ἐν τοῖς τρίβωσιν ἐκεῖνος ὃς καὶ τοὺς
δ ' ἐστὶ τέχνη , οὔπω οἶδα , ἀλλὰ τοὺς γόητας ψευδοσόφους φημί : τὰ γὰρ οὐκ ὄντα εἶναι καὶ
6898107 βελτιστους
ἀλλὰ τοῦτο νομίζειν ἡδίστην εὐωχίαν εἶναι τοὺς συμμάχεσθαι μέλλοντας ὅτι βελτίστους παρασκευάζειν : ἡνίκα δὲ [ Γωβρύας ] ὡς εἰς
κατασκευασάμενον ζῆν , φιλεῖν μὲν χρὴ καὶ ἀσπάζεσθαι ὡς ὄντας βελτίστους εἰς ὅσον δύνανται , καὶ συγχωρεῖν Ὅμηρον ποιητικώτατον εἶναι
6897696 θεραποντας
δὲ τέχνης ἐθέλεις δεδαηκότας ἐντύνασθαι ἢ σοφίης υἱῆας ἢ ὀτρηροὺς θεράποντας , χρυσοφαὴς εἴη τοι ἐπ ' Ἀρνειοῖο Σελήνη ,
ἢ τὸ μὲν οἴκους νοήσεις διὰ τοὺς ἐν τῶι οἴκωι θεράποντας καὶ θεραπαινίδας : εἰκὸς γὰρ ἦν θρηνεῖν κἀκείνους τὴν
6880134 βλαπτομενους
πλείω τὰ ὄντα ποιῆσαι δυνήσονται , καὶ τοῖς ἀρχαίοις ἑκόντας βλαπτομένους , ἀλλ ' ἐπιχειροῦντας μὲν ἐάν τι περιῇ ,
ὅτι βλαβήσονται ὑπ ' αὐτῶν ; Ἀνάγκη . Ἀλλὰ τοὺς βλαπτομένους οὗτοι οὐκ οἴονται ἀθλίους εἶναι καθ ' ὅσον βλάπτονται
6870677 οἰκειοτατους
πατρὸς δεδιέναι τοὺς ἐκείνῳ πολεμιωτάτους , ἀποθανόντος δὲ τοὺς ἑαυτῷ οἰκειοτάτους . ” ἀποθανοῦμαι δὲ „ εἶπε „ τίνα τρόπον
κτεινέτω μὴ μόνον ἀλλοτρίους ἀλλὰ καὶ φίλων καὶ συγγενῶν τοὺς οἰκειοτάτους ἐπιστροφάδην , εὐαγέστατον κρίνων τὸ ἔργον ὑπὲρ ἀληθείας καὶ
6868489 ἐμπειρους
βραδύγαμοι μέντοι γίνονται . ὁ Κρόνος Ἑρμῆν τριγωνίζων συνετοὺς καὶ ἐμπείρους καὶ τὴν γνώμην βεβαίους , αἱ δὲ τούτων πράξεις
πληθυντικῶν , ἴεντο . ἴδριας : σοφούς : ἐπιστήμονας : ἐμπείρους : ἀπὸ τοῦ εἴδω ὁ μέλλων , εἴσω :
6866098 σωτηρας
ἀγαθοὺς νόμους ἴσχειν εἰκὸς , οὓς καὶ κοινοὺς τῶν πραγμάτων σωτῆρας μετὰ τοὺς θεοὺς ἅπαντες ἴσμεν , ἀλλὰ καὶ τῷ
καὶ θαυμάσαντες οἱ Ἀθηναῖοι Ἄνακτας αὐτοὺς ἐκάλεσαν ἤγουν θεοὺς καὶ σωτῆρας . * οἱ τῶν Ἀθηναίων ἅρπαγες καὶ πορθηταὶ λέγει
6864917 ἡμετερους
μαθητὴς ὀχούμενον , ἀπεπήδα δὲ περὶ τὰς θύρας ὡς τοὺς ἡμετέρους , οἳ ἐκάθηντο θέατρον αὐτῷ . καὶ οὕτως ἀντὶ
ἐπαινέσαντες γὰρ πολλὰ ἑαυτοὺς οὐδαμοῦ ἀντεῖπον ὡς οὐκ ἀδικοῦσι τοὺς ἡμετέρους ξυμμάχους καὶ τὴν Πελοπόννησον : καίτοι εἰ πρὸς τοὺς
6863819 ἀργους
, ὥς φησιν Ὅμηρος οὐρῆας μὲν πρῶτον ἐπῴχετο καὶ κύνας ἀργούς . ἦτρον τὸ γονάτιον ἢ τὸν ὀμφαλὸν τοῦ νάρθηκος
: Μ . . οὐρῆας μὲν πρῶτον ἐπῴχετο καὶ κύνας ἀργούς : ὅτι οὐκ ὀρθῶς τινὲς οὐρῆας τοὺς φύλακας ,
6855981 ἀφοβους
τὸν ὕπνον ἰοῦσιν , ὅπερ ἀνάπαυμα κακῶν ἐστιν ἀνθρώποις , ἀφόβους μὲν καὶ ἄλυπα μεριμνῶντας ἔρχεσθαι εἰς αὐτόν , γιγνομένους
: διὰ γὰρ τὸ ἀρτεμές , ὅπερ ἐστὶν ὑγιές , ἀφόβους αὐτοὺς διαφυλάττει . καὶ γυναιξὶ τικτούσαις ἀγαθὴ ἡ θεός
6850056 τραφεντας
πανταχόθεν εὔλυτον εἶναι τὴν γαστέρα . οἶδα γάρ τινας δαμασκηνὰ τραφέντας πλείονα καὶ τελείως ἀποθεραπευθέντας ἀβιάστως αὐτοῖς τῆς κόπρου διαχωρηθείσης
; μῶν ὁμοίους πάντας κεκτημένους καὶ μὴ διηκριβωμένους ἔστιν οὓς τραφέντας τε καὶ πεπαιδευμένους ; Ἀλλ ' , ὦ θαυμάσιε
6848757 δημιουργους
ὅλου πλήθους διῃρημένου Ἀθήνησιν εἴς τε τοὺς γεωργοὺς καὶ τοὺς δημιουργούς , φυλὰς αὐτῶν εἶναι δʹ , τῶν δὲ φυλῶν
προσυφῆναί φησι τοὺς δευτέρους θεούς , τοὺς τῶν θνητῶν ζώων δημιουργούς . ἀλλ ' ὅτι γε καὶ αὐτὸς προσεδεήθη τῶν
6847707 φθονερους
ὑμῶν ἀξίαν : τρία γὰρ τὰ μέγιστα ὀνείδη κτᾶται , φθονεροὺς , ἀχαρίστους , ἀπίστους εἶναι δοκεῖν ” . περὶ
τῶν συσχηματιζομένων ἀστέρων ληπτέον . Κρόνος μὲν γὰρ δείξει στυγνοὺς φθονεροὺς βαθυπονήρους καχυπόπτους ῥυπαροὺς κρυπτοὺς πάθεσι περικυλιομένους , ἀπρεπεῖς ἁλισκομένους
6843877 φιλοπαιδας
, προσηνεῖς , διαβαλλομένους πρὸς παιδία καὶ τὰ πλεῖστα ὡς φιλόπαιδας . ἐπὶ μὲν τοῦ αʹ δεκανοῦ μακροβίους , ἐπιμόχθους
τοῦ πάθους ῥέποντα ὁρῶ , ποτέρους ἀμείνονας ἡγῇ , τοὺς φιλόπαιδας ἢ τοὺς γυναίοις ἀσμενίζοντας ; ἐγὼ μὲν γὰρ ὁ
6836269 τρεφομενους
: ὁρῶ γὰρ ἐν τοῖς αὐτοῖς νόμοις τε καὶ ἔθεσι τρεφομένους πολὺ διαφέροντας ἀλλήλων τόλμῃ . νομίζω μέντοι πᾶσαν φύσιν
τῶν φιλοδίκων , ἀλλὰ καὶ δαπανῶντας ἅπερ λάβωσι , καὶ τρεφομένους ἐκ τῶν ἀλλοτρίων : οἷά τε προθύμους ὄντας καὶ
6834060 ἐμπορους
[ ἢ ἐν τοῖς ] Διδύμοις οὔσης καπήλους δούλους καὶ ἐμπόρους ἀγόραζε . Σελήνης ἐν τοῖς ἀνθρωποειδέσιν οὔσης ζῳδίοις μετὰ
Ῥοδίους πολέμῳ . οὗτος δὲ κατὰ τὰς ἐντολὰς τοὺς μὲν ἐμπόρους ἐλῄστευε , τὰς δὲ νήσους λεηλατῶν ἀργύριον εἰσεπράττετο .
6828797 ἀσκητας
τῆς τοῦ βίου τελευτῆς . εἶτ ' οἰόμεθα τοὺς μὲν ἀσκητὰς τῆς ἐν σώμασιν εὐτονίας ἐπιβεβηκέναι φόβῳ θανάτου ἢ δι
καὶ σάλον . ἀσκητέον : ἀθλητέον . τοὺς γὰρ ἀθλητὰς ἀσκητὰς οἱ Ἀττικοὶ καλοῦσι . ἀκέσιας : τὰς ἰάσεις .
6828080 ἀδυνατους
θρέψαι καὶ θάψαι τοὺς αὑτῶν , ἐν δὲ τῷ γήρᾳ ἀδυνάτους μὲν εἶναι τῷ σώματι , πασῶν δ ' ἀπεστερημένους
τοὺς πατρῴους οἴκους μετὰ τῶν πανοπλιῶν : τοὺς δ ' ἀδυνάτους τῶν πολιτῶν δημοσίᾳ τρέφειν . ὥστε καὶ τὴν δύναμιν
6798578 γιγνομενους
ὅπερ δ ' εἶπον ἀρχόμενος τοῦ λόγου , δείξω κατηγόρους γιγνομένους αὐτοὺς ἑαυτῶν . τὴν γὰρ δίκην , ἐν ᾗ
ἐπονείδιστον ἐκλέγοντας , ἀναφροδίτου μίξεως καὶ ἀνεράστων ἐρώτων κέρδους ἕνεκα γιγνομένους συναγωγούς , αἰχμάλωτα σώματα γυναικῶν ἢ παίδων ἢ ἄλλως
6789560 ἐργαζομενους
Φίλιππος μεθ ' ἡμέραν μὲν ἐπὶ τὴν διωρυχὴν καταβαίνειν ὡς ἐργαζομένους δὴ καὶ προκαλύμματα ὑπερέτεινεν ὡς βουλόμενος λανθάνειν : τὰ
προσουρεῖν καὶ πλησίον ἀφοδεύειν τοῦ περιφράγματος , ὥστε διοχλεῖσθαι τοὺς ἐργαζομένους . Ἔγραψε γοῦν ὁ Πεισίστρατος , ὡς ἐάν τις
6783817 συνετους
δείκνυσιν ἐκ τῶν μετεχόντων αὐτῆς , οὓς ἐξ αὐτῶν παρωνύμως συνετοὺς καὶ ἀσυνέτους καλοῦμεν . ποιοὶ γὰρ ὁ συνετὸς καὶ
τοῖς τετραγώνοις . ὁ Ἄρης σὺν Ἑρμῇ ψεύστας μέν , συνετοὺς δὲ καὶ πολυπείρους , ἀεὶ ἐν κρίσεσιν ὄντας ,
6780835 γεροντας
ἰδίας καὶ ἐφύλαττε μή τις αὐτὰς μοιχεύσῃ λαθών . Καὶ γέροντας ὁρῶντας ἐξώρμησεν εἰς ἀφροδίτην τὰ τοιαῦτα θεάματα : οἱ
αἰτιωμένοις ] ὡς ἐξ ἀνάνκης [ | ] [ τοὺς γέροντας ] [ οὐχ ] ? οὗτος ? ? [
6775957 καθευδοντας
τῶν ποιητῶν καὶ βαΰζειν τοὺς κύνας : σκυζᾶν δὲ τὸ καθεύδοντας ὑποφθέγγεσθαι . λύκων δ ' ὠρυγὴ ὠρυγμὸς ὠρύεσθαι ὠρυόμενοι
ἵνα μὴ τοὺς χορεύοντας λέγωμεν ἢ τοὺς διαθέοντας ἢ τοὺς καθεύδοντας ἢ ὡς γάνυνται τῶν μήλων ἐμφαγόντες , ἴδωμεν ὅ
6775541 δυστυχεις
αἰῶνος πάτρας ἔσται πυρὸς ῥιπαῖσιν ᾐθαλωμένης . μόνη δὲ πύργων δυστυχεῖς κατασκαφὰς νήπαυστον αἰάζουσα καὶ γοωμένη δαρὸν στενάξεις . πᾶς
παῖ , πότνι ' Ἠλέκτρα , λόγους ἄκουσον οὕς σοι δυστυχεῖς ἥκω φέρων . αἰαῖ , διοιχόμεσθα : δῆλος εἶ
6771582 ἐπιτιθεμενους
, τοῦτο δέ , ἂν συμβῇ τι πταῖσμα χαίροντας καὶ ἐπιτιθεμένους . οὐ γάρ ἐστιν οὐδεὶς ἀσθενὴς οὕτως οὐδὲ ἀδύνατος
ὑπὸ δὲ τῶν Σιμῶν ὀνομαζομένων Αἰθιόπων πολεμούμενοι διακινδυνεύουσι πρὸς τοὺς ἐπιτιθεμένους , ὅπλοις ἀμυντηρίοις χρώμενοι τοῖς τῶν ὀρύγων κέρασι :
6767142 πρεσβυτερους
οὕτω δέ , φησί , καὶ πατέρας μὲν διαρρήδην τοὺς πρεσβυτέρους καλοῦσι , κἂν ὦσιν ἀλλότριοι , μητέρας δὲ τὰς
τούτων φροντίσιν ἐσχολακότων καὶ τῆς ἐκείνων πρός τε τοὺς ἑαυτῶν πρεσβυτέρους καὶ τοὺς ὁμοχρόνους γενομένης διαφορᾶς , οὐχ ἥκιστα δὲ
6750113 ποθους
ἐστίν ; Ἆρ ' ἀγγέλλεται χρηστόν τι ; Τοῦτο γὰρ ποθοῦς ' ἐγὼ πάλαι ἔνδον κάθημαι περιμένουσα τουτονί . Ταχέως
μολπαῖς , ἐγώ σοι παραβάλλομαι θρήνους , ἄπτερος ὄρνις , ποθοῦς ' Ἑλλάνων ἀγόρους , ποθοῦς ' Ἄρτεμιν λοχίαν ,
6740512 ὑπαρχοντας
παντάπασιν ἀφήσομεν . φοβοῦμαι δὲ μὴ Θηβαίοις γιγνόμενοι σύμμαχοι τοὺς ὑπάρχοντας ἡμῖν αὐτοῖς ἀπολέσωμεν . σκοπῶν γὰρ τὰς παλαιὰς αἰτίας
δραχμὴν οὐ κατέθηκαν ὑμῖν , νόμῳ δ ' ἑνὶ πλείστους ὑπάρχοντας ἀκύρους ἐποίησαν , καὶ τούτῳ τῶν πώποτ ' ἐν
6735963 σκληρους
πιεζομένη , καὶ ὑπὸ τοῦ ἡλίου κεκαυμένη , ἐνταῦθα δὲ σκληρούς τε καὶ ἰσχνοὺς καὶ διηρθρωμένους καὶ ἐντόνους καὶ δασέας
Σκαμβὸν ξύλον οὐδέποτ ' ὀρθόν : πρὸς τοὺς ἀκάμπτους καὶ σκληρούς . Σκύτη βλέπει : ἐπὶ τῶν ὑφορωμένων πείσεσθαί τι
6725030 τοκεας
καιρῷ ἀνάγκης καιρῷ δυσκαίρῳ ληφθείς , Καὶ τοὺς τυχόντας ἄνδρας τοκέας λέγε . Ἐλεύθερον ἀδύνατον εἶναι τὸν πάθεσι δουλεύοντα .
ταύτην τοῖς ἐνθάδε κειμένοις ἀποδοῦναι χάριν , εἰ τοὺς μὲν τοκέας αὐτῶν ὁμοίως ὥσπερ ἐκεῖνοι περὶ πολλοῦ ποιοίμεθα , τοὺς
6720987 ἐστερημενους
τριάκοντα ὀρφανοὺς καταλειφθέντας , ἐν δὲ τῇ δημοκρατίᾳ τῶν ὄντων ἐστερημένους , οἷς ἡ τύχη παρέδωκεν ὥστ ' ἔτι ἡμᾶς
εὖ πεπραχότας ἢ πράττοντας ἢ πράξοντας , ἢ ἀγαθοῦ μηδέποτε ἐστερημένους ἢ μὴ στερομένους ἢ μὴ στερησομένους , ἢ κακοῦ
6720979 γεγενημενους
ζηλωτής , νικῶν ἀριθμῷ τοσούτῳ τοὺς ἐπὶ τῆς αὐτῆς τιμῆς γεγενημένους ; Καὶ ταῦτα ἅπαντα εἰκότως συμβαίνει . μόνῳ γὰρ
οὐκ ἂν ἀρνηθείην ἔγωγε κοινοὺς σω - τῆρας τῆς πόλεως γεγενημένους . ἢ ἂν ὑπὲρ συγγενῶν ποιώμεθα τοὺς λόγους :
6715890 μακαριους
ἡγεῖσθε μὲν γάρ , ὦ ἄνδρες , εὐδαίμονας ἑαυτοὺς καὶ μακαρίους , ἐπειδὴ πόλιν τε μεγάλην οἰκεῖτε καὶ χώραν ἀγαθὴν
συνδιάγειν ἐθέλειν ἀμήχανον . οὐ γὰρ δὴ μονώτας τινὰς τοὺς μακαρίους εἶναι προσήκει , ἀλλ ' ἀνάγκη μετ ' ἀλλήλων
6713483 εὐσεβεις
τῆς τύχης ἀκολουθεῖν . ἀφορμὰς ] αἰτίας : ὅτι ἐσμὲν εὐσεβεῖς καὶ δείκνυσι παρὰ θεῶν . τῶν θεῶν : εὔνοιαν
χρηστοήθεις , ἀπολαυστικούς , τρυφεροδιαίτους , εὐφροσύνους , φιλοφίλους , εὐσεβεῖς , συνετούς , πολυμηχάνους , διανοητικούς , εὐεπιβούλους ,
6701775 φιλοστοργους
κουφίσῃ . Ἀφροδίτη δὲ τοῖς φωσὶ μαρτυροῦσα ἱλαροὺς φιλομούσους φιλευφροσύνους φιλοστόργους θρησκώδεις τοὺς γονεῖς δείκνυσιν . Ἑρμῆς δὲ κοινωνικούς τε
τοὺς δὲ ἐπιμελεῖς τὸ πράγματα διοικεῖν : τούς γε μὴν φιλοστόργους ἡ συνήθεια . τίς οὖν δύναται μᾶλλον ἄρχοντας ἀποδεικνύειν
6699869 ἀγνωμονας
τοῖς Ἀθηναίοις οἱ πρώην ναύκραροι καλούμενοι οἱ ἐνεχυριάζοντες Θ τοὺς ἀγνώμονας τῶν χρεωστῶν . Θ καταδαρθεῖν Θ : Ἀττικοὶ παροξυτόνως
ἐνδεχόμενον ἀγνωμόνως χρῆσθαι τούτοις , οὓς ἐπηνόρθωσαν , οὐδ ' ἀγνώμονας καὶ καὶ τινὰς ὄντας καὶ πόλει καὶ χρησίμους .
6690674 ἐπισταμενους
: περίεργος δ ' ἂν εἴην ἐγὼ τοὺς ἐμοῦ μᾶλλον ἐπισταμένους διδάσκων ὅσα μὲν Ἑλλάνικος Ἀκουσιλάωι περὶ τῶν γενεαλογιῶν διαπεφώνηκεν
ποιοῦσα τοὺς μὲν ἐπισταμένους αὐτὴν πλουσίους , τοὺς δὲ μὴ ἐπισταμένους πολλὰ πονοῦντας ἀπόρως βιοτεύειν . Νῦν τοίνυν , ἔφη
6687569 ὑγιαινοντας
οὐ προσῄειν ὑπὲρ χρημάτων , ἀλλὰ κἀκείνους ἐώθουν ὡς οὐχ ὑγιαίνοντας , διεβεβλήμην δὲ πρὸς χρήματα μειράκιον ὢν ἔτι :
[ Ἕρμαρχος ] καὶ Κτήσιππος | καὶ ἐκεῖ κατειλήφαμεν | ὑγιαίνοντας Θεμίςταν | καὶ τοὺς λοιποὺς φίλους [ ] .
6682866 ἐναντιουμενους
ἀλλήλων ὑποδοχὰς καὶ τοὺς συνεργοῦντας ἀλλήλοις ἢ βλάπτοντας καὶ τοὺς ἐναντιουμένους ἢ φιλουμένους καὶ τὰς συγκράσεις ἃς ἔχουσι πρὸς ἀλλήλους
μὲν περικειμένους τοῖς νεανίσκοις δεσμοὺς περιρρῆξαι , τοὺς δ ' ἐναντιουμένους τῶν βαρβάρων ἀποκτεῖναι . ὁρμήσαντος δὲ τοῦ Φινέως πρὸς
6675559 ἐντιμους
βασιλεὺς , ὁ τοῦ Δαρείου υἱὸς , ὡς πρεσβύτας καὶ ἐντίμους ὄντας προέκρινε τῶν ἄλλων ἐφορεύειν , ἤτοι ἄρχειν ,
τὰς ἄλλας τὰς περὶ τὸ σῶμα θεραπείας ; δοκεῖ σοι ἐντίμους ἡγεῖσθαι ὁ τοιοῦτος ; οἷον ἱματίων διαφερόντων κτήσεις καὶ
6673275 συνοντας
ἴδοις ἂν τὸν μὲν γεωργικὸν μακαρίζοντα τοὺς ἀστικούς , ὡς συνόντας βίῳ χαρίεντι καὶ ἀνθηρῷ : τοὺς δὲ ἀπὸ τῶν
μάλιστα πάντων ἀνθρώπων , ἔπειτα διαλεγόμενος προετρέπετο πάντων μάλιστα τοὺς συνόντας πρὸς ἐγκράτειαν . ἀεὶ μὲν οὖν περὶ τῶν πρὸς
6673132 πεφυκοτας
Ζήνωνος λόγου τοιοῦτον εἶναι τῇ δυνάμει ” τοὺς δὲ μὴ πεφυκότας εἶναι οὐκ ἄν τις εὐλόγως τιμῴη . ” τοιούτου
πλὴν Νείλου , πρὸς δὲ ταῖς ὄχθαις τοῦ Ἀκεσίνου κυάμους πεφυκότας ὁποίους ἡ γῆ ἐκφέρει ἡ Αἰγυπτία , καὶ [
6672115 εὐδαιμονας
ἐξουσίας ἦθος καὶ νομίζων μὲν ἔργον αὑτοῦ δεικνύναι τὰς πόλεις εὐδαίμονας , χαίρων δέ , εἰ τὸ ξίφος ἀργοῖ ,
τέχνην μάθοιμεν , ἆρά ἐστιν αὕτη ἣν ἔδει κεκτημένους ἡμᾶς εὐδαίμονας εἶναι ; Οὐκ οἶμαι , ἔφη , ἐγώ ,
6668788 ἀδικους
μὴ μετέχοντα τῶν ἀνθρώπων τὰ πράγματα ἐκ τοῦ τοὺς μὲν ἀδίκους εὖ πράττειν , τοὺς δὲ δικαίους παρὰ τὴν ἀξίαν
ποιήσασθαι . δίκαιοι δ ' ἔστ ' ἐλεεῖν οὐ τοὺς ἀδίκους τῶν ἀνθρώπων , ἀλλὰ τοὺς παραλόγως δυστυχοῦντας , οὐδὲ
6665839 κοινωνουντας
μάντεις ἅλα καὶ κύαμον τιθέασιν . ὅθεν καὶ τοὺς ἀποῤῥήτων κοινωνοῦντας τοὺς περὶ ἅλα καὶ κύαμον ἔλεγον . Ἅλις δρυός
τῷ Διὶ καὶ εἰς Νεμέαν καὶ εἰς Ἰσθμὸν χρὴ πέμπειν κοινωνοῦντας θυσιῶν τε καὶ ἀγώνων τούτοις τοῖς θεοῖς , πέμπειν
6665301 παιδευθεντας
κατηγορεῖν οὐκ ἔχω . οὐ γὰρ εἰκὸς , φησὶ , παιδευθέντας ὑπ ' αὐτῶν εἰς αὐτοὺς ἐξαμαρτεῖν , οὐδ '
λεγομένης εὐδαιμονίας τὴν Μηδικὴν περιεῖδεν ὑπὸ γυναικῶν τε καὶ εὐνούχων παιδευθέντας αὑτοῦ τοὺς ὑεῖς , ὅθεν ἐγένοντο οἵους ἦν αὐτοὺς
6664394 διδασκαλους
ὀλιγοτρόφους , γραμματικοὺς καὶ νομικοὺς , μᾶλλον καὶ φιλοσόφους , διδασκάλους καὶ παιδευτὰς καὶ γραμματικωτάτους . ἀπὸ δ ' ὀγδόης
ὑπερβολήν . ἀναλοῦτο δὲ αὐτῷ πολλὰ τῶν χρημάτων εἴς τε διδασκάλους καὶ ἰατροὺς καὶ τὴν ἄλλην τῆς πατρίδος εὐθημοσύνην .
6660027 ἐπιτηδειους
τούτων τοὺς πλείους μήθ ' ὅπλα κεκτημένους μήτε πρὸς μάχην ἐπιτηδείους καὶ πόλεμον : τοῖς γὰρ συνεχέσι κακοῖς καὶ τῇ
ἥκιστα ἱππάσιμα , ἢ φυγομαχείτω κατὰ δύναμιν , ἕως ἂν ἐπιτηδείους εὕρῃ τόπους καὶ τοῖς οἰκείοις ἁρμόζοντας πράγμασιν . ἀπολελείφθων
6656260 φιλτατους
διαψιθυρίζοντες . τὸ δὲ μέγιστον , ὑφορᾶσθαι δεῖ μάλιστα τοὺς φιλτάτους κἀξ ἐκείνων ἀεί τι δεινὸν ἐλπίζειν ἥξειν . ἐγὼ
ἅμα δὲ τῇ ἕῳ κατὰ τὸ εἰκὸς ἕκαστοι θεασάμενοι τοὺς φιλτάτους ἀπροσδοκήτως τετελευτηκότας , οἷς ὁμοδίαιτοι καὶ ὁμοτράπεζοι μέχρι τῆς
6655485 ὀνειρους
ἡ ψυχή μου περὶ τοῦ μὴ εἰς ἅπαν ἀσαφείᾳ τοὺς ὀνείρους ἐπισκιασθήσεσθαι : δεῖγμα γὰρ σοφίας ὁ νεανίας οὗτος ὑποφαίνει
. ὁ μὲν γὰρ θεὸς πρὸς τὸ ἀποβησόμενον δίδωσι τοὺς ὀνείρους τῇ ψυχῇ τοῦ ὁρῶντος φύσει μαντικῇ οὔσῃ ἢ εἴ
6652908 δειλους
ζώοισι βεβηκὼς Φαίνων νωχελέας τε καὶ ἀδρανέας μάλα ῥέζει , δειλοὺς πανταρβεῖς τε , φρεσὶν καταπεπτηῶτας , αὐχμηρούς , ἑὸν
ἀνδρείους ἐκ τῆς καρδίας λέγουσι καλοσπλάγχνους , ὡσαύτως καὶ τοὺς δειλοὺς ἐκ ταύτης , τοὺς δὲ συμπαθεῖς λέγουσιν εὐσπλάγχνους ἐκ
6650117 ἀκμαζοντας
δεσπόταις αὐτῶν ἐκ τῶν ἐμῶν λύτρα καταβαλών , τοὺς δὲ ἀκμάζοντας ταῖς ἡλικίαις εἰς τὸν στρατιωτικὸν κατάλογον κατέταξα , τινὰς
σπεῖρον αὐτοὺς κατὰ τὸν καιρὸν τῶν κριθῶν . ἵνα δὲ ἀκμάζοντας μηδεὶς δύνηται φαγεῖν , σικύου ἀγρίου καὶ ἀψινθίου σπέρμασι
6630759 ἀγαθους
ἀρετῆς χάριν . ὧδε γὰρ οἱ πατέρες ἁμῶν ἐτίμων ἄνδρας ἀγαθούς . ἐνόμιζον γὰρ ἦμεν Λυκούργω παῖδας , ὅσοι σύμφωνον
' ἕτερον . ποῖον τοῦτο ; ἵνα πιστεύσωσιν ἑαυτοὺς εἶναι ἀγαθούς . τὸ δὲ τέλος καὶ τὸ ἀγαθὸν καθ '
6628259 χρηστους
ὁ Σωκράτης , οἷόν τ ' εἶναι καὶ πονηρὸν ὄντα χρηστοὺς φίλους κτήσασθαι ; Ἑώρων γάρ , ἔφη ὁ Κριτόβουλος
δὲ συντόμως εἰπεῖν , πονηροῦ μὲν δεσπότου οἰκέτας οὐ δοκῶ χρηστοὺς καταμεμαθηκέναι : χρηστοῦ μέντοι πονηροὺς ἤδη εἶδον , οὐ
6626685 πρασσοντας
ἐλαφρὸν ] ῥᾴδιον ὅστις ] ἐκείνῳ ὑπάρχει πημάτων ] συμφορῶν πράσσοντας ] πάσχοντας ἤγουν τοὺς κακοπραγοῦντας ἠπιστάμην ] ἐγίνωσκον ἀρήγων
Τοὺς δὲ πλησιάζοντας , καὶ πολλῷ μᾶλλον τοὺς ἀφειδέστερον τοῦτο πράσσοντας , ἐπιμελέστερον ἑαυτῶν προνοητέον , ἵνα ὡς ὅτι ἄριστα
6617091 κἀγαθους
γίγνεσθαι , καὶ τοιοῦτος γενόμενος θηρᾶν ἐπιχείρει τοὺς καλούς τε κἀγαθούς . ἴσως δ ' ἄν τί σοι κἀγὼ συλλαβεῖν
τῆς πόλεως ἀμοιβαὶ πρὸς τοὺς ἑκάστοτ ' εἰς αὐτὴν καλοὺς κἀγαθούς . οὕτως Ἐρεχθεὺς ὁ τῆς Ἀθηνᾶς , οὕτως Ἁρμόδιος
6615869 κακοδαιμονας
ἰδὼν ἐπὶ πόδα ἂν εὐθὺς ἀνέστρεφον , οἰκτείρας δηλαδὴ τοὺς κακοδαίμονας ἐκείνους ἑλκομένους πρὸς αὐτῆς οὐ τῆς ῥινὸς ἀλλὰ τοῦ
πότερον εὐσεβεῖς αὐτοὺς χρὴ καλεῖν ἢ τοὐναντίον θεοῖς ἐχθροὺς καὶ κακοδαίμονας , οἵ γε οὕτω ταπεινὸν καὶ ἀγεννὲς τὸ θεῖον
6613144 ἐσθιοντας
κατὰ Πάχυνον , ὃς λέγεται τιθασσοὺς ἰχθῦς ἔχειν ἀπὸ χειρὸς ἐσθίοντας , ὡς Ἀπολλόδωρος ἐν Χρονικῶν πρώτῃ . : Μυοῦς
. ἐσθιόμενος δὲ πυκνῶς εὐστόμαχός ἐστι καὶ εἰς ἀφροδίσια τοὺς ἐσθίοντας παρορμᾷ . Περὶ βουγλώσσου . Βούγλωσσος θαλάσσιος , τὸ
6604389 ἀποθανοντας
μέθοδον τοῦ παραμυθητικοῦ : οὐ γὰρ θρηνεῖν οὐδὲ ἀπολοφύρεσθαι τοὺς ἀποθανόντας : οὐ γὰρ ἂν παραμυθοίμεθα τοὺς ὑπολειπομένους , ἀλλὰ
ἀποσβεσθεὶς ὄψεις ] , ἐγρηγορὼς ἅπτεται εὕδοντος . ἀνθρώπους μένει ἀποθανόντας ἅσσα οὐκ ἔλπονται οὐδὲ δοκέουσιν . δοκέοντα γὰρ ὁ
6596449 πενητας
τὰς τροφὰς χωροῦσι τὰς τῶν πλουσίων . } Ὁ πλούσιος πένητας οὐκ ἀσπάζεται : ἀλλὰ παραπέμπει μηδὲν ἠδικηκότας . }
' ἐστὶ τῶνδε θᾶσσον ἢ χρεών , πάτερ ; πολλοὺς πένητας , ὀλβίους δὲ τῶι λόγωι δοκοῦντας εἶναι συμμάχους ἄναξ
6592794 εὐμενεις
σεμνάς τε [ Χάριτας ] ? ? εὐκλεεῖς τε Μοίσας εὐμενεῖς τε Μοίρας Ἠέλιόν τ ' ἀκάμαντα Σελήνην τε πλήθουσαν
ἐκμελὴς δόξεις καὶ διασπάσονται σῶμα , ᾧ καὶ θηρία φθεγγομένῳ εὐμενεῖς ἀκοὰς παρέσχεν . ζʹ . Τίς ἡ βλοσυρὸν μὲν

Back