οἱ δὲ οὕτως ὑφ ' ἕν : τί κομπῶ καὶ φλυαρῶ παρὰ τὸν δέοντα καιρὸν , ἵνα τὴν κατά ἀντὶ | ||
] , οἶμαι . καταλέλοιπεν οἰκίαν , οὐ ? ? φλυαρῶ ? ? ? [ , τόν τ ' ] |
ὅ τι ἂν ἅπαντες οὗτοι γνῶσι πράττειν με δεῖν , ποιήσω . καὶ πρὸς μὲν σὲ ταῦθ ' ἱκανά : | ||
διὰ πλατείας . . . οὐράνιον . . παιδιάν βάψας ποιήσω μέλαν . ἀκούεις ὡς στένει ; Ἀστυάναξ γέγονα . |
. Ὅδ ' ἐστὶν ἁνὴρ ὃν λέγεις . Τί οὖν ποιῶ ; Ἀπόδυσον αὐτόν : οὐδὲν ὑγιὲς γὰρ λέγει . | ||
δ : λαμβάνω μίαν πλευρὰν τοῦ κζ τὴν τριάδα καὶ ποιῶ τρὶς δ , γίνονται ιβ : ἰδοὺ ὁ ιβ |
ΑΝΩ ὑπὲρ δύο συλλαβὰς συστέλλει τὸ Α : λιμπάνω ἁνδάνω λαμβάνω , πλὴν τοῦ ἱκάνω κιχάνω . Τὰ εἰς ΙΣ | ||
Χίοις εἶπε διότι λήψομαι ὅ τι ἂν παρά τινος ὑμῶν λαμβάνω τούτοις τοῖς μέτροις καὶ σταθμοῖς καὶ λαβὼν τὰ ἱκανὰ |
τὸν καρπόν . τί γὰρ πλέον θέλεις εὖ ποιήσας , ἄνθρωπε ; οὐκ ἀρκεῖ τοῦτο , ὅτι κατὰ φύσιν τὴν | ||
ρωτᾶν ἅπαντας ἐν μέρει , Τί γὰρ σύ , ὦ ἄνθρωπε , δέδοικας τὴν πενίαν οὕτως πάνυ , τὸν δὲ |
, ] αὕτη . τόδ ' ] κατὰ . * λυποῦμαι . τύπτε σεαυτὸν εἰς ἐμὴν χάριν . * βρέχομαι | ||
τι ἡ Ἄλκηστις ἀπέθανεν ; εἶτά φησιν ὁ Ἄδμητος ὅτι λυποῦμαι καὶ δι ' ἐκείνην , μέλλουσαν τελευτᾶν . εἶτα |
πρόσπολοι , δόμων πάρος , οὗ σῶμα μοχθῶν μυρίοις ζητήμασιν φέρω τόδ ' , εὑρὼν ἐν Κιθαιρῶνος πτυχαῖς διασπαρακτὸν κοὐδὲν | ||
, οἶμαι , βαδίζειν εἰς τὸ χωρίον τοῦ ἔργου : φέρω γὰρ ἐν ἐμαυτῷ τὰ τῆς ἐμῆς τέχνης ἀγάλματα , |
παρ ' οὐδὲν θέμενος : τοῦτο ἀντὶ τοῦ καταφρονήσας , παραλογισάμενος . τὰς σπονδὰς πατήσας καὶ τοὺς ὅρκους παρ ' | ||
. Κρόνου δὲ ἐπελθόντος ποτὲ ὁ Ζεὺς τὸν ἑαυτοῦ πατέρα παραλογισάμενος τὰς μὲν νύμφας μετέβαλεν εἰς ἄρκτους , αὐτὸς δὲ |
γῆς ἀπελήλυθε ; φυλάττεται παρὰ τίσιν ; οὐ γὰρ δὴ κἀγὼ καθάπερ ἐκεῖνος ἐν ὑποψίαις εἰμί , ὡς ἀπιστεῖσθαι . | ||
ἀλλὰ πρὸς τὰς τῶν πραγμάτων φύσεις καὶ μεταπτώσεις . οὕτω κἀγὼ καθάπερ τι φοβερὸν θηρίον κεχαρισμένοις λόγοις τιθασεύσας τὸν Ἀλέξανδρον |
ζήσονται τῷ θεῷ . Διατί , φημί , κύριε , εἶπας περὶ τῶν τηρούντων τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ : Ζήσονται τῷ | ||
χοαὶ ἐπὶ τῶν νεκρῶν : οἷον : εἰς τί τοῦτο εἶπας : ἐνέχυρον τῆς σωτηρίας ἡμῖν : λείπει τὸ ἕνεκεν |
κοινός : κοινός : . . . ἢ παρὰ τὸ γῶ , τὸ δέχομαι , γίνεται γοινὸς καὶ κοινός , | ||
. . γῆ , , : γῆ : παρὰ τὸ γῶ , τὸ χωρῶ : ἡ πάντα χωροῦσα . τοῦτο |
Ὀρθάγῃ τε κρίμνα καὶ λυκοψίαν μόνον νέοις ἱδρῶτα , μωρὲ Λυκόφρον , οὐδὲν ἄλλο πλὴν ἢ κενοὶ λήρων λόγοι . | ||
Ὀρθάγῃ τε κρίμνα καὶ λυκοψίαν μόνον νέοις ἱδρῶτα , μωρὲ Λυκόφρον , οὐδὲν ἄλλο πλὴν ἢ κενοὶ λήρων λόγοι . |
ἢ προτακτικὸν ὂν ἢ ὑποτακτικόν , οἷον ἔχω ἴσχω , μένω μίμνω , τέκω τίκτω , ῥέπω ῥίπτω . Τὰ | ||
αὐτὸν εἶπεν : Ἀλλ ' ἐγὼ τέως νῦν ἄδειπνος οὐ μένω διὰ τό σέ μου ἀφορμὴν πᾶσαν λύειν . Ὅτι |
εἰ γενήσομαι κληρικός ξζ εἰ ἐπιτεύξομαι τῆς ἐπικλήσεως ξη εἰ ἕξω ἐλπίδα πίστεως ξθ εἰ θεὶς παραβόλιον νικήσω ο εἰ | ||
⃞ον , ἐὰν ἄρα τινὶ ⃞ῳ προσθῶ Μο ι , ἕξω τὸν ὑπ ' αὐτῶν : ἔστω τῷ δ . |
ἡδόμεσθ ' ἀγῶνι δυστυχεῖ δόμοις δισσῶν ἀδελφῶν μόρον ἀκούοντες σέθεν οἴμοι τὸ πᾶν δῆτ ' ἐσφάλημεν ἐλπίδων ται μέγα τείσασθε | ||
τοῦ ἀπό τινος ἐσθίειν , ὡς Ἕρμιππος ἐν Στρατιώταις : οἴμοι τάλας , δάκνει , δάκνει , ἀπεσθίει μου τὴν |
καὶ καταρχὰς προσόδῳ τοῦ ε . Τέθεικα παρακείμενος ἀπὸ τοῦ θήσω μέλλοντος γίνεται τροπῇ τοῦ σω εἰς κα καὶ προσόδῳ | ||
. : Ἀθηνᾶ : . . . ἢ παρὰ τὸν θήσω μέλλοντα τὸν δηλοῦντα τὸ θηλάσω , οἷον „ γυναῖκά |
τοὺς πόδας , τοῦτ ' εἶπε : τοῖς ὅλοις μὲν ἔρρωμαι , ξένε , καὶ τῶν κολάκων πολὺ μᾶλλον ἐπὶ | ||
ἐξαπίνης περὶ τοὺς πόδας πάθος , ἔφη τοῖς μὲν ὅλοις ἔρρωμαι , ξένε , καὶ τῶν κολάκων ἐπὶ δεῖπνον πολὺ |
, ἀφύην , ἑψητόν . Ναστὸς τὸ μέγεθος τηλικοῦτος , δέσποτα , λευκός : τὸ πάχος γὰρ ὑπερέκυπτε τοῦ κανοῦ | ||
. Ἡράκλεις καὶ κέντρ ' ἔχουσιν . οὐχ ὁρᾶις ὦ δέσποτα ; οἷς γ ' ἀπώλεσαν Φίλιππον ἐν δίκηι τὸν |
δ ' ἄγε σύν μοι βούλευσον , ποτέρην εἰς ὑμέναιον ἄγω . εἶπεν : ὁ δὲ σκίπωνα , γεροντικὸν ὅπλον | ||
μοί μοι . κώλῳ , πάτερ , ᾇ ς ' ἄγω . ˘˘˘ – ˘˘ – ˘ – – – |
μέν σοι δοῦναι δίκην , ἐμὲ δὲ γέρας εὑρέσθαι . αἰτῶ δή σε τὸν πατέρα σῴζειν δι ' ἐμὲ ἢ | ||
μήπω τετελεσμένον , ἀτέλεστον δὲ τὸ μὴ δυνάμενον τελεσθῆναι . αἰτῶ καὶ αἰτοῦμαι διαφέρει . τὸ μὲν γὰρ αἰτῶ ἐπὶ |
] Τῷ πολέμῳ . Θεάομαι σαφὲς ] * Θεάομαι καὶ βλέπω πρᾶγμα σαφές , τὸν Ἀλκμαίωνα πρῶτον διεξάγοντα καὶ ἰθύνοντα | ||
: ποθεινός : ποθητός : πολυπόθητος . Βλέφαρον παρὰ τὸ βλέπω καὶ αἴρω , βλεπέαρόν τι ὄν : τὰ γοῦν |
η εἰς τὴν ει δίφθογγον , ὡς ἥρωες εἵρωες . τέθεικας , τέθεικε . Δυϊκά . Τεθείκατον , τεθείκατον . | ||
κωμικός φησι : τί τἀργύριον , ἄνθρωπε , τιμιώτερον σαυτοῦ τέθεικας ἢ πέφυκε τῇ φύσει ; ἀλυσιτελὴς εἶ τῇ πόλει |
. εἰ μὲν γὰρ οὖν κρείττων ἐστὶ τῇ τύχῃ , δίδωμι τὰς μυρίας . εἰ δὲ τὴν αὐτήν μοι ἔχει | ||
τι τήνδε τὴν λεπαστὴν ἐκπιών , τῷ Διονύσῳ πάντα τἀμαυτοῦ δίδωμι χρήματα . λοιβάσιον ᾧ τὸ ἔλαιον ἐπισπένδουσι τοῖς ἱεροῖς |
στήλην , ἣν ἐκάλουν ὅρον , ἐν ᾗ ἐκεχάρακτο τὸ χρέος καὶ ὁ χρήστης , ἵνα μὴ πλανηθεὶς ἕτερος ὡς | ||
οὐ βούλεται , οὐδὲ δεύτερον εὐεργετηθεὶς ἐπίσταται , διὰ τὸ χρέος μὲν ἐν δουλείᾳ σχὼν μηδὲν ἐπαχθὲς , νῦν δὲ |
στρατόπεδα γινόμενα , νῦν ἀναδεικνύω ναύαρχον , ἂν ἐγώ τι πάθω , τὸν διαδεξόμενον Κλέαρχον , ἄνδρα πεῖραν δεδωκότα τῶν | ||
ἐνεστῶτος γίνεται , ὃς τὸ παθεῖν δηλοῖ , ὅθεν τὸ πάθω , ἐξ οὗ τὸ παθήσω ὡς τυχήσω , οὗ |
τέκνον . Ἀλλ ' ἦ παραφρονεῖς ; Κριβανίτας , ὦ τέκνον . Ὁ δὲ μεθύων ἤμει παρὰ τοὺς ἀρχηγέτας . | ||
τὴν θυγατέρα Ὀμύρητος , καὶ αὐτῷ γίνεται ἐκ κοίτης θῆλυ τέκνον , ᾧ οὔνομα τίθεται Κρηθηΐδα . καὶ αὐτὸς μὲν |
οὐ γάρ ἐστιν ἄλλων τοιαύτη σοφία τῶν νῦν ἀνθρώπων . Κἀγὼ εἶπον : Τί γελᾷς , ὦ Κλεινία , ἐπὶ | ||
σκορπίον , ἐκταραχθέντα ἀναπηδῆσαι , εἶτα γνόντα τὸ γεγενημένον , Κἀγὼ σὲ , φησὶν , ἐκφοβήσω , βασιλεῦ : δός |
, φης ' , ἕως ἂν οὗ βινητιάσω καὶ τοσοῦτον λήψομαι . Νικὼ λέγεται τὴν Αἶγα , Πύθωνός τινος αὐτήν | ||
: ἀλγῶ γάρ μὴ σιγᾶν ] λέγων γὰρ ταύτας παραμυθίαν λήψομαι τύχας ] δυστυχίας τάσδ ' ] ἃς πάσχω θνητοῖς |
. Εἰπέ μοι , καὶ πῶς ἐγὼ ἀλλαντοπώλης ὢν ἀνὴρ γενήσομαι ; Δι ' αὐτὸ γάρ τοι τοῦτο καὶ γίγνει | ||
Κομιδῇ μὲν οὖν . Οὔκουν ἐγώ τε οὐδὲν ἄλλο ποτὲ γενήσομαι οὕτως αἰσθανόμενος : τοῦ γὰρ ἄλλου ἄλλη αἴσθησις , |
μὴ εἴη κατ ' Αἰολίδα διάλεκτον , περισπᾶται : σκηνῶ θρηνῶ σφηνῶ φωνῶ ὠνῶ κοινωνῶ . τὸ πώνω βαρύνεται ὡς | ||
τυφθῆναί σε . Θ . οἰμώζειν : Οἰμώζω , τὸ θρηνῶ . ἀφ ' οὗ οἰμωγὴ , ὁ θρῆνος , |
τε καὶ Κλυταιμήστρας τόκος , ὄνομα δ ' Ὀρέστης : ἔρχομαι δὲ πρὸς Διὸς μαντεῖα Δωδωναῖ ' . ἐπεὶ δ | ||
ἔργων τῶν ἐκ τῆς τέχνης , ἐπ ' αὐτὸ δὴ ἔρχομαι τὸ κεφάλαιον ὧν προὐθέμην . Ἆρα εἴ τις ὑψοῦ |
ἀλλήλοις κεράννυσθαι καὶ οὐδὲ ταύτας ἐπὶ πολὺ τραχυνούσας τὴν εὐέπειαν εὑρίσκω , φωνηέντων δὲ παρα - θέσεις τὰς μὲν ἐν | ||
ἄλφα : τὸ στοιχεῖον : παρὰ τὸ ἀφλῶ , τὸ εὑρίσκω : πρῶτον γὰρ τῶν ἄλλων στοιχείων εὑρέθη . ἢ |
Γυμνοὺς μὴ ἐνοχλεῖν ξυμβουλεύοντα ἃ μὴ πείσεις . ” ” πείσομαι „ ἔφη „ καὶ ὁμολογείσθω ὁ μισθός . ” | ||
μνῆμα τῆς Διὸς κόρης . ἀλλ ' ὦ τέκνον σοι πείσομαι : λέγεις γὰρ εὖ . ὡς εὐτυχοῦσά γ ' |
τὸ ῥέω , οὗ μέλλων νάσω , νάμα , ὡς δράσω δράμα . Ναρόν . παρὰ τὸ αὐτὸ ῥῆμα , | ||
βλέποντα κοὐκ ἀφῆκας εἰς Ἅιδου μολεῖν ; Οἴμοι , τί δράσω ; πῶς ἀπιστήσω λόγοις τοῖς τοῦδ ' ὃς εὔνους |
, ὁμηλικίη δ ' ἐμοὶ αὐτῷ : τοὔνεκα σοὶ προτέρῳ δώσω χρύσειον ἄλεισον . ” ὣς εἰπὼν ἐν χερσὶ τίθει | ||
τὰ φθόρια τὴν Ἱπποκράτους προσκαλούμενοι μαρτυρίαν λέγοντος : “ οὐ δώσω δὲ οὐδενὶ φθόριον ” , καὶ ὅτι τῆς ἰατρικῆς |
ἄγομαι δῶρον δοθεῖσα τῇ Μαντοῖ καὶ εἰς χεῖρας τῆς ζηλοτυπούσης δίδομαι : σὺ δὲ ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ μείνας οἰκτρῶς ἀποθνῄσκεις | ||
: τίθημι τίθεμαι τίθεσαι τίθεται , ἵστημι ἵσταμαι , δίδωμι δίδομαι δίδοτε δίδομεν δίδοται . ] Πᾶσα μετοχὴ εἰς ΩΝ |
Οἶδα , ὦ τέκνον , πολλὰ ἐκεῖνον ἐτόξευσας . Οἷα πεποίηκας , ὦ Τιτάνων κάκιστε ; ἀπολώλεκας τὰ ἐν τῇ | ||
καὶ μόνον ἐπριάμην τοῦ σοῦ ἔρωτος , ὅτι μου τηλικαύτην πεποίηκας τὴν γαστέρα καὶ μετὰ μικρὸν παιδοτροφεῖν δεήσει , πρᾶγμα |
καὶ καθὼς ἠρξάμην ἐρωτᾷν τὴν πορείαν , εἶπέ μοι ὅτι ὑπάγω τηρῆσαι τὸν ἀδελφὸν Λὼτ ἀπὸ Σοδόμων : καὶ τότε | ||
δὲ καὶ τοῦτ ' ἐστί . δός . ἀπέσωσας . ὑπάγω , τρόφιμ ' : ἐκεῖ διώκετε . οὕτως ἔχω |
. Δηὼ ὁ θεὸς παρὰ τὸ δαίω τὸ καίω , δηὼ δ ' ἡ γῆ παρὰ τὸ δαίω τὸ μερίζω | ||
. Δηὼ ὁ θεὸς παρὰ τὸ δαίω τὸ καίω , δηὼ δ ' ἡ γῆ παρὰ τὸ δαίω τὸ μερίζω |
εἰσεδέξατο δι ' εὐπετείας τειχέων ἔσω μολεῖν . ὃ καὶ δέδοικα μή με δικτύων ἔσω λαβόντες οὐκ ἐκφρῶς ' ἀναίμακτον | ||
Πειθοῦς παγχρίστῳ συγκραθεὶς ἐπὶ προφάνσει θηρός . Γυναῖκες , ὡς δέδοικα μὴ περαιτέρω πεπραγμέν ' ᾖ μοι πάνθ ' ὅς |
, ὅτε ἐγὼ μὲν τὸν γενόμενόν μοι ἄνδρα σώσασα τοιαύτην χάριτα παρὰ τοῦ δαιμονίου λαμβάνω , Λαοδίκη δὲ τὸν ἴδιον | ||
ἀδύνατον ἐδείκνυ δέξασθαι αὑτὸν παρὰ γονέων ἔτι ζώντων τὴν τοιαύτην χάριτα . οὗτος τὸν πατέρα τοῦ πεπρωμένου καταλαβόντος διεδέξατο τὴν |
ὁρᾷ οὐδὲ μετέρχεται αὐτῶν τὰς ἀσεβείας καὶ ἀσυνεσίας : † πάσχω δηλονότι : μοῦσαν οὐράνιόν φησι τὴν μεγάλην καὶ περίβλεπτον | ||
' : ὦ τάλαιν ' ἐμὴ πατρίς , ὡς δεινὰ πάσχω . τί δέ με καὶ τεκεῖν ἐχρῆν ἄχθος τ |
οὗ δηλοῖ τὸν πόλεμον μαινομένη . μέμηνας ] ἐμάνης . μέμηνας ] ὀργίζῃ . μέμηνας ] μαίνῃ . γράφεται καὶ | ||
, ὡς οὐκ οἶσθα ποῦ ποτ ' εἶ λόγων : μέμηνας ἤδη , καὶ πρὶν ἐξεστὼς φρενῶν . στείχωμεν ἡμεῖς |
, εὐτυχὴς δ ' ἴσως ” . Γ λείπω ] ἀφίημι . Γ Ἑλλάνιε Ζεῦ : Ἑλλάνιος Ζεὺς ἀπὸ τοῦ | ||
διασύρειν τὸ τῆς ἀριστείας κατόρθωμα , σιωπῶ τὰ λοιπὰ , ἀφίημι τοῦτον μόνον ὡς ἀληθῶς τῆς ἐλευθερίας προστάτην : τί |
τὸ ἀφανίσαι . παρὰ τὴν ἄμμον ἀποβολῇ τοῦ ἑνὸς μ ἀμῶ γίνεται : ὡς δοῦλος δουλῶ , φίλος φιλῶ , | ||
Ἀπὸ τοῦ ἀμέρδω τὸ ἀφανίζω : τοῦτο δὲ ἀπὸ τοῦ ἀμῶ τὸ θερίζω . . ΕΝΘΑ ΚΕ . Τὸ Ἔνθα |
ἐνεργητικόν , ἐξ οὗ γίνεται τὸ ἀπτώς ἀπτῶτος : πάλιν τέτρωμαι ἀτρώς ἀτρῶτος : ἰδοὺ ταῦτα πάντα μίαν συλλαβὴν ἐφύλαξαν | ||
, θαρσήσας εἶπον : “ Οἴμοι , φιλτάτη , πάλιν τέτρωμαι χαλεπώτερον : ἐπὶ γὰρ τὴν καρδίαν κατέρρευσε τὸ τραῦμα |
τὸ δὲ νηλής ἀπὸ τοῦ λῶ , ὃ σημαίνει τὸ θέλω , κατὰ στέρησιν ὁ φευκταῖος καὶ μὴ θελόμενος . | ||
αου , λείψαντα συναμφότερον , ποιεῖν Μο κδ . Ἐπεὶ θέλω τὸν ὑπὸ τοῦ αου καὶ τοῦ βου , λείψαντα |
ὡς υἱὸς ἀνθρώπου μετανοεῖ καὶ ἅπαξ εἰπὼν οὐκ ἐμμένει . φθέγξεται τὸ παράπαν οὐδέν , ὃ μὴ τελειωθήσεται βεβαίως , | ||
μ ' ἀναιρήσετε ; τὰ τοιαῦτα πολλάκις οἶδ ' ὅτι φθέγξεται , βουλόμενος φθόνον τιν ' ἐμοὶ διὰ τούτων τῶν |
. , . * . Ἀδρανής : δραίνω , τὸ πράττω , δρανῶ ἔδρανον δρανής , καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ | ||
γάρ , ὥστε ὁρᾶν ἐξέσται αὐτῇ ὅ τι ἂν ἐγὼ πράττω . Ὥρα ἄν , ἔφη , συσκευάζεσθαι ὑμῖν εἴη |
ὅ τε χαρακτὴρ τοῦ στοιχείου καὶ τὸ ὄνομα , οἷον Ἄλφα : φωνήεντα δέ ἐστι τῶν στοιχείων ἑπτά , α | ||
δὲ τὸ φάγε : καὶ πάλιν : διάτι προτάσσει τὸ Ἄλφα τῶν ἑτέρων εἴκοσι τριῶν γραμμάτων ; διότι ἀφ ' |
ἐξισῶσαι τοὺς πολίτας κἀφελεῖν τὰ δείματα . Κεἴ τις ἥμαρτε σφαλείς τι Φρυνίχου παλαίσμασιν , ἐγγενέσθαι φημὶ χρῆναι τοῖς ὀλισθοῦσιν | ||
, μητρὸς οὐ φράσας θεᾶς μνήμων ἐφετμάς , ἀλλὰ ληθάργῳ σφαλείς , πρηνὴς θανεῖται στέρνον οὐτασθεὶς ξίφει . Καὶ δὴ |
πόλις ] ἑτέρα . ἡ . πύθηται ] ἀκούσῃ . κένανδρον ] † ἥγουν τὴν ἐρημίαν καὶ κενανδρίαν ἤγουν τὴν | ||
ἀνδρῶν ὂν τὸ ἄστυ . μὴ τὸ τῆς Σουσίδος ἄστυ κένανδρον ἀκούσῃ . ἀντίδουπον : ἀντηχήσει τοῖς θρήνοις : μὴ |
Ἄργου γηγενοῦς : † ἄλευ ' , ἆ δᾶ : φοβοῦμαι , τὸν μυριωπὸν εἰσορῶσα βούταν . ὁ δὲ πορεύεται | ||
τοῦ ἐμοῦ τάφου παρακαθημένην τὴν ἐμὴν ὁμόκοιτον γυναῖκα καὶ σύζυγον φοβοῦμαι μή τι κακὸν αὐτῇ ἐπιγέγονε . τὰς χοὰς δέ |
μειρακίου . σύ τε ] ὦ δίκαιε . ἀλλ ' ἐπίδειξον σύ : τῷ δικαίῳ φησίν . σύ τε ] | ||
σε , τοῦτο τί ; Φιλοξένου καινή τις ὀψαρτυσία . ἐπίδειξον αὐτὴν ἥτις ἐστίν . ἄκουε δή . Ἄρξομαι ἐκ |
ἐστ ' ἰσάργυρον ; Ὡς σκαιὸς εἶ κἄγροικος αἰσχροεπῶν : ἔα , ἐπαρίστερ ' ἐν τῷ στόματι τὴν γλῶτταν φορεῖς | ||
ἀπίστασθαι , Ἑκαταῖος δ ' ὁ λογοποιὸς πρῶτα μὲν οὐκ ἔα πόλεμον βασιλέϊ τῷ Περσέων ἀναιρέεσθαι , καταλέγων τά τε |
ὡς παρὰ τὸ φέρω φέρτρον , λέγω , ἐπὶ τοῦ κοιμῶμαι , λέκτρον . . . . . . τέρετρον | ||
ζῷον τὸ κατοικίδιον : παρὰ τὸ † ἀλέγω , τὸ κοιμῶμαι , οἷον : τῷ δ ' ἄρα παρκατέλεκτο γυνή |
μὰ δί ' , οὐ πρὶν ἄν γέ σε στέφανον ἴδω λαβόντα γεύσωμαί τ ' ἔτι . οἱνοχόος ἄδικος . | ||
ἢ τοῖς σοροπηγοῖς τὴν μανίαν αὐτοῦ φράσω ; φέρ ' ἴδω , σὺ τοῦτον τίνα νομίζεις ; εἰπέ μοι . |
ὡς τὸ “ ὁ δὲ δοῦλός σου ἠδολέσχει ἐν τοῖς δικαιώμασί σου ” , τὸ παίζειν , ὡς τὸ “ | ||
τῷ περὶ τῆς πρεσβείας . Ἀριστοτέλης δ ' ἐν τοῖς δικαιώμασί φησιν οὕτως “ ἔπειτα Δρυμὸν ἕνα Ἀττικὸν καὶ ἕτερον |
τις ἄλλος εἴρξῃ τὰς παρ ' ἐμοῦ δωρεὰς λαβεῖν τὴν Φιλοδήμου θυγατέρα γαμου - μένην , ἃ πέμπω δέδωκα , | ||
ἠγνοεῖτο . Ἐμοὶ δέ , ὦ Ἀθηναῖοι , ἐκ τῆς Φιλοδήμου θυγατρὸς καὶ Φίλωνος ἀδελφῆς καὶ Ἐπικράτους τρεῖς παῖδές εἰσι |
ἐάμ ποτ ' οἶνον ἔτι τ ? [ ἀλλ ' ὀμνύω ϲοι τοῦτο [ οὐκ οἶϲθα πρὸϲ ὕδωρ ? ? | ||
: καὶ ὑμεῖς εἰς κατάραν μεγάλην παραδοθήσεσθε . καὶ νῦν ὀμνύω ὑμῖν τοῖς φρονίμοις καὶ οὐχὶ τοῖς ἄφροσι , ὅτι |
ἐκάλεσεν αὐτῷ συνήγορον Δημοσθένην , ἀλλ ' οὐκ ἐμέ . Παρελθὼν δ ' ὁ μισοφίλιππος Δημοσθένης , κατέτριψε τὴν ἡμέραν | ||
εἷς δὲ τῶν βουλευτῶν ἦν Δημοσθένης ὁ ἐμὸς κατήγορος . Παρελθὼν δ ' ὁ Ἀριστόδημος , πολλήν τινα εὔνοιαν ἀπήγγειλε |
τύχας ἐχθροῦ λέοντος δυσμενῆ βλαστήματα ἤλαυνες ἂν κακοῖσιν ἀλλὰ σωφρόνως εἴασας οἰκεῖν Ἄργος : οὔτιν ' ἂν πίθοις . νῦν | ||
ὁ τρίτος μοι βεβουλεῦσθαι σωφρόνως : εὐτυχῶς γὰρ εἰπεῖν οὐκ εἴασας : κακόηθες γὰρ οὐδ ' ὁτιοῦν τοῖς ἀδελφοῖς συνειδὼς |
ἐπιθυμῶ : τὸ δὲ λελιημένος παρ ' Ὁμήρῳ ἀπὸ τοῦ λῶ τὸ θέλω γίνεται κατὰ τοὺς παλαιούς , ὅπερ λῶ | ||
γὰρ λεγομένης φωνῆς ἦν τὸ πάθος . καὶ ἔτι τὸ λῶ ἀφῃρημένον ἐκ τοῦ θέλω , ἢ καὶ τὸ βῆ |
' αὐτῇ . Οὐκοῦν ἐπεὶ λίθου τοῦτό γε ὡς ἀληθῶς ἐποίησας οὔτε παρακολουθήσας οὔτε τὸν Σμυρναῖον ἐκεῖνον ἐρόμενος , ὅστις | ||
καὶ ἀπὸ τοῦ ἰδίου σώματος : σὺ γὰρ ἐξ ἀρχῆς ἐποίησας αὐτὸν ἐλεεῖν ψυχὰς πάντων ἀνθρώπων . τότε κύριος πρὸς |
λέγει . πάλιν δὲ φῶς ἐγένετο αὐτοῖς ἀπὸ τῆς ἡμετέρας φω - νῆς : ἄνευ γὰρ κιθάρας ἢ ἄνευ ἀνδρὸς | ||
ἀκαμαντοχάρμαν μετὰ τοῦ ν , ἢ διὰ τὴν ἐπαλληλίαν τῶν φω - νηέντων , ἐπεὶ εἰ οὕτω ἐγένετο ὦ ἀκαμαντοχάρμα |
πρόφασις καλῶς εὑρημένη : τὸν γὰρ γέροντα διαβαλοῦμαι τήμερον . Οἴμοι . τί [ δήποτ ' ] ἐστί ; μῶν | ||
ἐλύσσα . Τὸν δὲ νεβρὸς ἐξ ὕλης ἰδὼν ἔφησεν : Οἴμοι τῷ ταλαιπώρῳ : τί γὰρ μεμηνὼς οὕτως οὐχὶ ποιήσει |
ἔστιν . Τοῦτο μὲν τοίνυν , εἰπεῖν τὸν Σωκράτη , φύλαξον παρὰ σαυτῷ μεμνημένος ὅτου : τοσόνδε δὲ εἰπέ , | ||
Ἄρεως . φράξαι ] φύλαξαι , ἀσφάλισαι . φράξαι ] φύλαξον , ὅπλισον . φράξαι ] φύλαξον καὶ ἀσφάλισαι . |
ἔχων † † η οἰκέτην θέσκε † κάρηαρ φὴ γέρον οἶσον ἀκαχύνω . ἀκαχυνέμεν ἄργειτε τερέντερον Τίπτε , μόθων ἄτλητος | ||
οἴστη , μαλλός : οἰσυπηρόν : οἰσύδρα , ὑδροχέα : οἶσον , σχοινίον : οἰστρεῖον ὁρᾶν : οἶστρος : οἶστρα |
ἅπαξ μόνον . Ἢν ἐγὼ πάθω τι τήνδε τὴν λεπαστὴν ἐκπιών , τῷ Διονύσῳ πάντα τἀμαυτοῦ δίδωμι χρήματα . Μείζων | ||
ἅπαξ μόνον , ἢν ἐγὼ πάθω τι τήνδε τὴν λεπαστὴν ἐκπιών , τῷ Διονύσῳ πάντα τἀμαυτοῦ δίδωμι χρήματα . εἰ |
χάριν , ἣν ἐν ταῖς περὶ τὸν νόθον τὸν ἐμὸν ἀπολήψομαι σπουδαῖς : πλάττουσι γὰρ τὸν Ἀρράβιον ἄμφω . Βασσιανὸς | ||
ἆρά μέ ποτε γνωρίσεις ; ἆρά σου τὴν φωνὴν ἐκείνην ἀπολήψομαι ; μάντευσαί τι καὶ νῦν καθεύδουσα : καὶ γὰρ |
διὰ τοῦτο οὖν εἶπε τήξας , ὡσανεὶ ἀναλύσας νέμοις ] δός ἐνὶ βάμματι οὖν τήξας : ἀντὶ τοῦ ἐν ὄξει | ||
εἴρηκά σοι πρὸς τὴν θύραν μὴ προσιέναι ; τὸν ἱμάντα δός , γραῦ . μηδαμῶς , ἀλλ ' ἄφες . |
ἐπεχείρουν μιμεῖσθαι , ἅτε ἐπιθυμῶν αὐτῆς . Πῶς γὰρ οὐκ ἀπορῶ , ἔφη , καὶ ἐγὼ καὶ οἱ ἄλλοι ἅπαντες | ||
, προῄρησαι λέγειν ; Πάνυ γε : νῦν μέντοι σχεδὸν ἀπορῶ , καὶ δέομαί γε , ὦ Σώκρατες , αὐτόν |
παίδων δορὸς Φοίβωι μ ' ἔπεμψαν ἐνθάδ ' ἀκροθίνιον . μέλλων δὲ πέμπειν μ ' Οἰδίπου κλεινὸς γόνος μαντεῖα σεμνὰ | ||
εἱρκτή : ἐκ τοῦ εἵργω , τὸ κωλύω , ὁ μέλλων εἵρξω καὶ εἱρκτή . . . , : ἐκάπυσσεν |
λεχθήσεται δὲ καὶ ἕτερα . ἐρεῖς τι καὶ εἰς τὴν σεαυτοῦ πατρίδα ὡς χρονίως μὲν ἐπανελθὼν ἐπ ' αὐτήν , | ||
ἂν γὰρ ἅπαξ χρόνου καὶ διατριβῆς τύχῃς , ῥᾷον κρατήσεις σεαυτοῦ . Θάνατος καὶ φυγὴ καὶ πάντα τὰ δεινὰ φαινόμενα |
ταύτας ἀπικομένας ἐνθάδε ἔσωσά τοι ἐγώ , σῶστρα δὲ σὺ παρέσχες : ἔχω γὰρ ἐκ σέο παῖδας τρεῖς . Τούτους | ||
ὄπα ἔμεινας , οὐκ ἤλεγξας , οὐ χρόνωι μακρῶι σκέψιν παρέσχες , ἀλλὰ θᾶσσον ἤ ς ' ἐχρῆν ἀρὰς ἐφῆκας |
Ἀττικὸν ἀντὶ τοῦ ναί . τοῦ δέει : Τίνος χρείαν ἔχεις . . τίνος χρῄζεις . . πρὸς : Εἰς | ||
ὀλίγα . πρῶτον μέν , ἴδιον , φησίν , οὐδὲν ἔχεις ἀγαθόν , ἀλλ ' ὅ τι ἂν νομίσῃς ἔχειν |
γίνεται περισπώμενον τρίτης συζυγίας τῶν περισπωμένων , ὡς χρυσῶ χρυσοῖς χρυσώσω ὁ μέλλων . εἴρηται δὲ κνυζοῦν δηλοῦν τὸ ξύειν | ||
: τὰ δὲ ἀπὸ ὀνομάτων διὰ τοῦ ω , χρυσῶ χρυσώσω παρὰ τὸ χρυσός , σαρῶ σαρώσω , ὑψῶ ὑψώσω |
' ἂν ἐκ τούτων ὁ τοῦ γένους ἡμῖν θηρευθείη ; ζητῶ δὴ τί κοινὸν ἐν τῷ χαλεπῶς ἔχειν πρὸς ἀτιμίαν | ||
ἐπιζητηθεῖσα πρὸς μίξιν . ἢ παρὰ τὸ μαστεύω , τὸ ζητῶ , ὅθεν καὶ μαστός . . . . . |
: συνάπτεται τοίνυν τὸ ἑαυτόν τῷ τρίτῳ προσώπῳ καὶ ἐὰν τολμήσῃ εἰσελθεῖν εἰς τὸ δεύτερον ἢ πρῶτον πρόσωπον ἐλέγχεται ὡς | ||
, ὅστις νοῦν κέκτηται καὶ τὸν βραχύτατον , οὔποτε μὴ τολμήσῃ καινοτομῶν , ἐπὶ θεοσέβειαν ἥτις μὴ σαφὲς ἔχει τι |
ὅλην ὑφαντικὴν ἐδήλωσε . καὶ ὅμηρος : ἱστὸν ἐποιχομένην καὶ ἐμὸν λέχος ἀντιόωσαν : Τοῦτο βούλεται εἰπεῖν , ὡς , | ||
Ἰνάχῳ Πλούτωνος δ ' ἐπείσοδος : καὶ πάλιν τοιόνδ ' ἐμὸν Πλούτων ' ἀμεμφίας χάριν . Ἄλλως . 〛 τὸν |
γὰρ ἔνερθεν γῆς ὀλέσας ψυχὴν κείσομαι ὥστε λίθος ἄφθογγος , λείψω δ ' ἐρατὸν φάος ἠελίοιο : ἔμπης δ ' | ||
μὴ θανοῦμαί γ ' : εἰ δὲ μή , οὐ λείψω ποτέ . ὡς τοῦτ ' ἄραρε κοὐ μενῶ πόσιν |
περὶ αὐτῶν πῶς λέγεις ; τὸ μέν που ἀρετὴν αὐτοῖν καλεῖς , τὸ δὲ κακίαν ; Πῶς γὰρ οὔ ; | ||
καὶ τῷ ἐπιστέλλειν . καὶ σὺ μὲν τὸ δεύτερον τολμᾶν καλεῖς , ἐγὼ δέ σε μὴ γράφοντα ἀδικεῖν ἂν ἡγούμην |
τὸ Β ὑπάρχει , τούτῳ παντὶ τὸ Α ὑπάρχει , παραλογίζομαι : καὶ τὸ Β γὰρ εἰ ὑπάρχει τῷ Γ | ||
σύνθεσιν ἀπαφῶ : ἔνθεν τὸ ἀπαφίσκω , τὸ ἀπατῶ καὶ παραλογίζομαι . ἢ ἡ ἀπὸ τὸ ἄπωθεν δηλοῖ : καὶ |
πένης ἦν : ὅτι δὲ ταῦτα πολλά ἐστι , τοσοῦτον κερδαίνω , πλείω μὲν φυλάττειν δεῖ , πλείω δὲ ἄλλοις | ||
ἀναβιβάζω , παλαίω , ἐμπαίζω , ἀσωτεύομαι , ἐνθεάζομαι , κερδαίνω , ἱλαρεύομαι , λούομαι , νοσφίζομαι , μηχανῶμαι , |
δὲ μή , ἵν ' ἀλεξιφάρμακα ἔχων ἴῃς καὶ μηδὲν πάθῃς δεινόν . Εὖ μοι δοκεῖς λέγειν , ὦ Σώκρατες | ||
ἀπόλλυσι . σὺ δὲ μήτε ἐργάσῃ περαιτέρω μηδὲν μήτε αὐτὸς πάθῃς . ἐνθυμοῦ δὲ ὅτι πᾶσι πράγμασιν ὥσπερ ὅρους ἡ |
: παρὰ τὸ ἄλη ἀλῶ , παράγωγον ἀλαίνω , ὡς δρῶ δραίνω , . , . . Ἀλαλή : ὁ | ||
: ἢ παρὰ τὸ ἄνω βλέπειν : ἢ παρὰ τὸ δρῶ , τὸ βλέπω , ἄδρωπος καὶ ἄνθρωπος : ἢ |
τῆι παραπεσούσηι εὐπραγίαι κατὰ τῶν πολεμίων ἐπεξιὼν τήν τε ἐμβολὴν ἀφειδῆ ποιεῖται καὶ λίθωι πληγεὶς πρὸς τὴν κεφαλὴν ἀφυλάκτως ἐπὶ | ||
μέγα κρίνετ ' ἐν Ἑρμιονεῦσι : τὸν ἐξ ἀγέλης γὰρ ἀφειδῆ ταῦρον , ὃν οὐχ αἱροῦς ' ἀνέρες οὐδὲ δέκα |
τινας βουλόμενος ἐβόα , ὡς ἀγαθοποιὸν δαίμονα καὶ κέρδους τηρητικὸν πιπράσκει . τῶν δὲ παρατυχόντων τινὸς εἰπόντος πρὸς αὐτόν : | ||
πάλιν ἀπῆλθεν . ἔχων δὲ τίς τοιοῦτον κάλλος ἐν ἐρημίᾳ πιπράσκει καὶ ταλάντου τὴν τῶν βασιλέως χρημά - των ἀξίαν |
παραλίᾳ καὶ ἐν ταῖς νήσοις , λελυμένου παντὸς τοῦ τοιούτου φό - βου . τὸ γὰρ μᾶλλον καὶ ἧττον θαρρεῖν | ||
καλοῦ γνώμην τοιαύτην λαβεῖν , ἣ τῶν παρόντων Ἀλέξανδρον ἀπαλλάξει φό - βων , ὥστε καὶ τοῖς ἐμοῖς πολίταις ἐγγενέσθαι |
ἀποκλῖναι ; Τὸν σόν τοι παράδειγμ ' ἔχων , τὸν σὸν δαίμονα , τὸν σόν , ὦ τλᾶμον Οἰδιπόδα , | ||
λυπεῖν τὸν Δία . στέλλου κομίζου : Πορεύου εἰς τὸν σὸν οἶκον , καὶ φύλαττε τὸν παρόντα νοῦν , ἤγουν |
. διότι . ἐχρῆν : Ἀντὶ τοῦ χρή . . πέπονθα : Ἔπαθα . . ἔπαθον . . δεινὰ : | ||
προτέρων φρενῶν ἀπολειφθεὶς καὶ μανείς : † ἄλλως : τί πέπονθα ἀπολειφθεὶς τῶν πρὸ τῆς μανίας φρενῶν : † ἄλλως |
δὲ ἄλλη ποίησις ἔργον ἐποιήσατο τὴν εἰκόνα τὴν σήν ; ἔδωκα δ ' ἂν ἔγωγε καὶ ἀνάστασιν τῷ ἀγάλματι ἐν | ||
φασιν αἴτιον εἶναι , ἐγὼ οὐκ αἴτιος : οὐ γὰρ ἔδωκα . Αἰτιάσασθαι μὲν οὖν καὶ καταψεύσασθαι ἔξεστι τῷ βουλομένῳ |
δοίδυκα καὶ κιβώτιον . Λίθινον ; Μὰ Δί ' οὐ δῆτ ' , οὐχὶ τό γε κιβώτιον . Σὺ δὲ | ||
θεῶν μέγας , ἄξειν νιν ὑπτίασμα κειμένου πατρός . τί δῆτ ' ἐγὼ κάτοικτος ὧδ ' ἀναστένω ; ἐπεὶ τὸ |
τοῦ πατρός σου ἔργον , ὃ ἂν μὴ ἐκπληρώσῃ , ἀπώλεσεν τὸν πατέρα , τὸν φιλόστοργον , τὸν ἥμερον . | ||
λόγος , ξὺν παισὶ πεντήκοντα ναυτίλῳ πλάτῃ Ἄργος κατασχών ληκύθιον ἀπώλεσεν . Τουτὶ τί ἦν τὸ ληκύθιον ; Οὐ κλαύσεται |
τοὺς ἠτυχηκότας , εἰ καὶ δύ ' εἰσὶ μόνοι , συγχωρῶ : παντὶ γὰρ πλείους εἰσὶ τοῦ δέοντος , καὶ | ||
καὶ μὴ μόνον τῇ λέξει ἀλλὰ καὶ τοῖς ἑπομένοις αὐτῇ συγχωρῶ , ἐπειδὴ καὶ Ἰσοκράτης φησὶ ῥήτορος εἶναι τὸ τὰ |
λέγει ὧδε : ” Ὦ δέσποτα , τόδε μοι μέγα κειμήλιον ἐν τοῖσι οἰκείοισι ἀπεκέατο , τὸ ἐγὼ κάρτα ἐπόθεον | ||
τὰς τῶν δηλητηρίων φαρμάκων ἐποίει πόσεις , ἔδει καθάπερ τι κειμήλιον οἴκοι κατακείμενον περιορᾷν τὸ φάρμακον , ὑπὸ τοῦ χρόνου |
. καὶ τί γε δὴ διὰ μέσου παρεμπεσὸν τὸ καὶ σκοπῶ , ὑφ ' οὗ δὴ τὸ μέτρον ἐπισκοτούμενον ἠφάνισται | ||
. Τὸ ποῖον δή ; Τὸ δοξάζειν τινὰ ψευδῆ . σκοπῶ δὴ καὶ νῦν ἔτι διστάζων , πότερον ἐάσωμεν αὐτὸ |
ὅσον τάχος ; οὔ , πρίν γ ' ἂν εἴπηι τοὔπος ἑρμηνεὺς τόδε , εἴτ ' ἔνδον εἴτ ' οὐκ | ||
Πριάμου γὰρ ᾑρήκασιν Ἀργεῖοι πόλιν . πῶς φῄς ; πέφευγε τοὔπος ἐξ ἀπιστίας . Τροίαν Ἀχαιῶν οὖσαν : ἦ τορῶς |
παρούσης πημονῆς ἀπαλλαγῶ ] τούτου τοῦ δεσμοῦ ἐλευθερωθῶ . . πέπονθας ἀεικὲς πῆμα ] ὁ χορὸς ἀκούσας τῶν τοῦ Προμηθέως | ||
. Ἀριστοφάνης Ἱππεῦσιν : ὅπερ γὰρ οἱ τὰς ἐγχέλεις θηρώμενοι πέπονθας . καὶ δευτέραις Νεφέλαις : τὰς εἰκοῦς τῶν ἐγχέλεων |
εἰς ἔρευναν ἐξευρεῖν γονάς ; ἔχω γὰρ οὐδέν , ὦ γύναι , τεκμήριον . τάλαινά ς ' ἡ τεκοῦς ' | ||
αὐτῷ . ἀλλ ' ἔρχευ , λέκτρονδ ' ἴομεν , γύναι , ὄφρα καὶ ἤδη ὕπνῳ ὕπο γλυκερῷ ταρπώμεθα κοιμηθέντες |
: διαβαίνων δὲ ποταμὸν Ἄναυρον ἐξῆλθε μονοσάνδαλος , τὸ ἕτερον ἀπολέσας ἐν τῷ ῥείθρῳ πέδιλον . θεασάμενος δὲ Πελίας αὐτὸν | ||
Διαβαίνων δὲ ποταμὸν Ἄναυρον , ἐξῆλθε μονοσάνδαλος , τὸ ἕτερον ἀπολέσας ἐν τῷ ὕδατι πέδιλον . Θεασάμενος δὲ Πελίας αὐτὸν |