| : παραβολή . πολυῤῥαίσταο : πολυφθόρου , ἤως τοὺς πολλοὺς φθείροντος . νέφος : πλῆθος . Ὀλβίη : πλουσία , | ||
| τὴν ἐπιφάνειαν , θανάσιμος δὲ βρωθείς . κακοφθορέος δὲ κακῶς φθείροντος ἔμπης ] πάντως οὐλομένην ] τὴν φθαρτικήν τόν ] |
| . θρίων δ ' οἰχομένων ῥέα μὲν φλόγες , ἄλλοτε ῥιπαί πῆξαν σάρκα τυπῇσι : τὰ δ ' οὐ βάσιν | ||
| αἰγιαλόν . Ὀξεῖαι : ταχεῖαι . στεροπαί : ἀστραπαί . ῥιπαί : ὁρμαὶ , φοραί . Ζαφλεγέες : ἄγαν φλογεραὶ |
| ἐμπαλαχθεῖσα καὶ περιπαρεῖσα ἀποθνήσκει . ἐφίσταται οὖν ὁ θηρατὴς καὶ ᾕρηκε σὺν τῇ μητρὶ τοὺς ἐκγόνους . Πόλις ἐστὶν ἐν | ||
| ἢ πλάττειν βουλομένοις , ὧν κἂν μικροῦ τύχῃ τις , ᾕρηκε τὸν θεόν . καὶ γὰρ οἱ κόρυμβοι στέφανος ὄντες |
| τοῦ οὔτε : τὸ γάρ κε ἀντὶ τοῦ τε . πεπέδηται : δεδέσμηται . Γόμφοισιν : ἥλοις , καρφίοις : | ||
| κρατήσει . συνοχῇ : κρατήσει . πεπέδηνται : δεδέσμηνται . πεπέδηται : πέπηκται , ἢ δεδέσμηται . Ὡς δ ' |
| δ ' ἐναντίον τούτων κατάδηλον μέν , ὅμως δὲ μηδὲν ἐπιδεὲς ἔστω λόγου . τὰ γὰρ δὴ τῶν περὶ τὸ | ||
| ὀλιγοδεής , ἀθανάτου καὶ θνητῆς φύσεως μεθόριος , τὸ μὲν ἐπιδεὲς ἔχων διὰ σῶμα θνητόν , τὸ δὲ μὴ πολυδεὲς |
| οἱ δὲ ἀσθματίαι , ὁπόσοις καθάπερ ἐκ δρόμου τὸ πνεῦμα ἐλαύνεται , ἄβουλοι , κακόθυμοι . . . . παντολόγοι | ||
| γαίης . καὶ δρόμον ἰσοκέλευθον ὀπιπεύουσα τοκῆος , παρθένος ἀντιπρόσωπος ἐλαύνεται οὐδ ' ἀπολήγει λοξὰ παραΐσσουσα : φιλαγρύπνοιο δὲ κούρης |
| οὐχ ὡς ὑπάλληλα γένη ἀλλ ' ὡς δεκτικὰ ἀλλήλων : δεκτικὴ γὰρ ἡ μὲν ἐπιφάνεια τῶν γραμμῶν , τὰ δὲ | ||
| ἕκαστον τῶν τοιούτων ἡ αὐτὴ οὐσία δεχομένη τῶν ἐναντίων εἶναι δεκτικὴ λέγεται . ἀλλ ' εἰ τοῦτο μάλιστα οὐσίας ἴδιον |
| [ ] λᾱλ ? [ . . . ἀχαΐνην στέατος ἔμπλεων τράγον . ἦλθ ' ἦλθε χελιδὼν καλὰς ὥρας ἄγουσα | ||
| δεσμοῖς ὑπὸ Ἐρινύων . εἶναί τε πάντα τὸν ἀέρα ψυχῶν ἔμπλεων : καὶ τούτους τοὺς δαίμονάς τε καὶ ἥρωας νομίζεσθαι |
| δὲ καὶ φλεγμονὰς τῶν αἰσθητηρίων , ἔτι δὲ τὰς ἐντὸς κακότητας , οἷς ἀναγκαστῶς , ἅτε παρεσπαρμένη τοῖς πόροις , | ||
| ἀδίκων γενεάν : ὁ γὰρ οὐδένος ἐκφὺς χρόνος δείκνυσιν ἀνθρώπων κακότητας . ἔτι ὁ Εὐριπίδης : Οὐ γὰρ ἀσύνετον τὸ |
| πρότερα ἐξ ὧν γέγονεν , ἡ ὕλη ἄμορφος οὖσα καὶ ἀειδής , καὶ τὸ εἶδος ὃ καλοῦμεν ἐντελέχειαν , καὶ | ||
| ' αἴσθησιν , οὐκ ἔστιν , ἀλλ ' ἀόρατος , ἀειδής , ψυχῇ μόνον ὡς ψυχῇ καταλαμβανόμενος . τίς ἂν |
| γῆν τόπον , εἴπερ ἐστίν , ἐπειδὴ φρικώδη αὐτὸν καὶ φθαρτικὸν ᾄδουσιν , ἀποτάττωμεν τοῦ κόσμου . „ Ταῦτα τοῦ | ||
| , πῦρ δὲ εἰς τὸ χρειῶδεςἄπληστον δ ' ἐστὶ καὶ φθαρτικὸν τοῦτοκαὶ κατὰ τοὐναντίον εἰς τὸ σωτήριον , ὅπερ εἰς |
| , ζῷον ἀθάνατον ἐν θνητῷ καθειργμένον φρουρίῳ : τὸ δὲ σκῆνος τουτὶ πρὸς κακοῦ περιήρμοσεν ἡ φύσις , ᾧ τὰ | ||
| φιλαργυρίης τρόπον ἴδιον ἐλέγχουσα . τοῦ αὐτοῦ . ὧν τὸ σκῆνος χρήιζει , πᾶσι πάρεστιν εὐμαρέως ἄτερ μόχθου καὶ ταλαιπωρίης |
| Ἀγαθὸς μᾶλλον λέγε , μὴ ἀγαθώτερος , καὶ ἀντὶ τοῦ ἀγαθώτατος ἀγαθὸς μάλιστα . Ἀρχῆθεν ποιηταὶ λέγουσιν , τῶν δὲ | ||
| . Ἀγαθὸς μᾶλλον λέγεται καὶ ἀγαθὸς μάλιστα , ἀλλὰ μὴ ἀγαθώτατος καὶ ἀγαθώτερος . Ἀρχῆθεν οἱ ποιηταὶ λέγουσιν , τῶν |
| γὰρ ἔοικε πάντας ἀεὶ πεπιθέσθαι , ἐπεὶ μάλα φέρτατός ἐστιν ἰφθίμων τε θεῶν ὀλιγοσθενέων τ ' ἀνθρώπων . Καὶ γὰρ | ||
| ἠδ ' ὅσα Κύκλωψ ἕρξε , καὶ ὡς ἀπετείσατο ποινὴν ἰφθίμων ἑτάρων , οὓς ἤσθιεν οὐδ ' ἐλέαιρεν : ἠδ |
| ὑγεία ἐστὶ τὸ οὕτως ἔχειν καὶ διάθεσις κατὰ φύσιν ἐνεργείας οἰστική , εἰδικῶς δὲ τίς τε ὑγεία καὶ μὴ ἐπιπολάζειν | ||
| λέγειν . καὶ ἡ γυμναστική . ἰατρική ἐστιν ἀπούσης ὑγιείας οἰστική , γυμναστικὴ δὲ παρούσης ὑγιείας φυλακτική . τῶν μὲν |
| : ἄλλ ' ἐς ὠμοπλάτην , στῆθος , γαστέρα , ὀστέοισι , συνδέσμοισιν : ἀπὸ δὲ αἰδοίου παρ ' ἀρχὸν | ||
| : αἱ δὲ χεῖρες ἄρθρα ἔχουσι πολλά . ὁκόσα γὰρ ὀστέοισι ξυμβάλλουσι , πάντα ἄρθρα ποιέουσι . ποτὲ δ ' |
| τὸ ἕτερον ὡσαύτως κινεῖται , λεχθήσεται τῷ λοιπῷ κινήσεως εἶναι παρεκτικόν . οἷον : κινεῖται ὁ τροχός , κινεῖται δὲ | ||
| , ἐν πολλοῖς νήδυμον αὐτὸν ὀνομάζων , ὡς ἂν ἡδονῆς παρεκτικόν . Εἰ τοίνυν ἡ ἡδονὴ διάχυσίς ἐστι τοῦ σώματος |
| οὐδ ' ὄθομαι τοῦ κοτέοντος : καὶ ψεδνὴ δ ' ἐπενήνοθε λάχνη : ἐνόθω ἔνοθεν ἐνήνοθεν , ἀντὶ τοῦ ἔκειτο | ||
| : αὐτὰρ ὕπερθεν φοξὸς ἔην κεφαλήν , ψεδνὴ δ ' ἐπενήνοθε λάχνη . καὶ ἄλλα πολλά , ἐν οἷς ἢ |
| πῶς τὸ πλῆρες καὶ ναστὸν καὶ τῶν ὄντων βαρύτατον οὐ βρίθει ταλαντεῦον στερεοῦ μηδενὸς ἐπερείδοντος ; ἐξ οὗ φάσματι ἂν | ||
| μαστεύοντες , ἄποροι ὄντες τοῦ τὸ θηρώμενον ἐλέγξοντος φθόγγου , βρίθει καὶ ἐπαφῇ ἄπιστον εἰκασίαν λαβόντες , περιπίπτοντες ἀλλήλοις καὶ |
| εἰ τελέοιτο διάκρισις Ἀλκινόοιο . Ἠὼς δ ' ἀμβροσίοισιν ἀνερχομένη φαέεσσιν λῦε κελαινὴν νύκτα δι ' ἠέρος , αἱ δ | ||
| θυμῷ ναυσιόεις ὀλοοῖσιν ὑποτρύει καμάτοισι : πολλάκι δ ' ἐν φαέεσσιν ἄλην ἑτερειδέα λεύσσων ἄλλοτε δ ' ὑπναλέος ψύχει δέμας |
| κατῆσθαι : ἢν γὰρ ἐμοὶ γένηται κατὰ νόον , οὐδαμοὺς μέζονας ὑμέων ἄξω . Ταῦτα ἀκούσαντας Ἀργείους λέγεται πρῆγμα ποιήσασθαι | ||
| ἀτυχίας εἶδος ἀκαίρως παραγενόμενον , οὐ μὰν ἀλλὰ νόσως γε μέζονας ποὲν πέφυκεν ἁ λεγομένα παρὰ πάντεσσιν εὐτυχία , ὥσπερ |
| ἄλλων : οἷον διόγκωσις , πόνοι συνεχεῖς , πυρώδης καὶ πελιὸς ὁ τόπος καὶ τρυγώδης : ἴλιγγος , ἐκλύσεις , | ||
| αὐτὸς ἐμέοι , ὀλέθριον : τάχιστον δὲ θάνατον σημαίνει ὁ πελιὸς καὶ κακώδης : ἐστὶ δὲ θανάσιμος ὁ ἐρυθρὸς ἔμετος |
| ἀνεμώλια πάντ ' ἀγορεύειν ; Οὐδέ σε παρθενικὴ καὶ ἀκήρατος ἀμπέχει αἰδώς , ἀλλά σε λύσς ' ὀλοὴ περιδέδρομε : | ||
| ἀκούουσαν . ἣ ] ἥτις . νιν ] αὐτόν . ἀμπέχει ] περικαλύπτει . εἶμι ] † πορεύσομαι . κόσμον |
| ' ὑπὸ κεύθεσι λίμνης δύνεις , ὁπλίζῃ δὲ καὶ ἐν νεπόδεσσι κελαινοὺς ἀτράκτους , ὡς μή τι τεῆς ἀδίδακτον ἀνάγκης | ||
| εἰσδέξασθαι ἀναπνοὴν , οὔτ ' ἐκβαλεῖν . Καὶ γὰρ καὶ νεπόδεσσι : ἐνταῦθα γενόμενος μέμφομαι τὸν ποιητὴν κακῶς εἰρηκότα ὅτι |
| τὸ πλῆθος τῶν θηρίων . εἶθ ' ἑξῆς ἔστι νῆσος φωκῶν , ἀπὸ τοῦ πλήθους τῶν θηρίων τούτων ὠνομασμένη . | ||
| ἐκβαίνων ἐκ τῆς θαλάσσης συγκοιτάζεται ταῖς φώκαις . δέρματα γοῦν φωκῶν καὶ σὺ λαβὼν παρ ' ἐμοῦ νεοδάρτων ὑπόδυσαι καὶ |
| τυράννοις : ἐμοὶ μέλει μύροισι καταβρέχειν ὑπήνην : ἐμοὶ μέλει ῥόδοισι καταστέφειν κάρηνα . τὸ σήμερον μέλει μοι : τὸ | ||
| , μέγαθος κατὰ μῆλον . Ἔστι δὲ καὶ ἄλλα κρίνεα ῥόδοισι ἐμφερέα , ἐν τῷ ποταμῷ γινόμενα καὶ ταῦτα , |
| καὶ μεταβάλλον εἰς ἑαυτὸ τὴν τροφήν , τὸ δὲ τεχνικὸν αὐξητικόν τε καὶ τηρητικόν , οἷον ἐν τοῖς φυτοῖς ἐστι | ||
| περιφραστικῶς , ἥτις ἀμαυροῖ τοὺς ἔχοντας . . ἐπίρροθον ] αὐξητικόν . . ὅ τοι κατόπτης ] ὁ ἐπιτηρητὴς τοῦ |
| : Χάος ἦν καὶ Νὺξ Ἔρεβός τε μέλαν πρῶτον καὶ Τάρταρος εὐρύς : γῆ δ ' οὐδ ' ἀὴρ οὐδ | ||
| ὡς Χάος πρῶτον , ἐπὶ δὲ αὐτῷ Γῆ τε καὶ Τάρταρος καὶ Ἔρως γένοιτο : Σαπφὼ δὲ ἡ Λεσβία πολλά |
| περίφοιτον ἀειφανὲς οὐρανιώνων οὔτε πολυρραφέος μεθέπει σπείρημα χιτῶνος οὔτε χαμαιγενέων ἐπιδεύεται : ἡμετέρη δὲ ἔστιν ὀλισθηρὴ μερόπων φύσις , ἔνθεν | ||
| εἰ δὲ κόπος ἐστὶν εὑρεῖν τὰς βοτάνας ταύτας . * ἐπιδεύεται : δέεται χρήζει * καμάτου : πόνου * αὖλιν |
| ἐκ λίθου ἢ ξύλου γινομένου : αὕτη γὰρ ἡ φωνὴ ἀσήμαντός ἐστιν : οὔτε γὰρ τίθεται κατὰ πράγματος . Τούτων | ||
| γραφαὶ καὶ σχήματα τῶν γεγονότων , εἶτα χρυσὸς καὶ ἄργυρος ἀσήμαντός τε καὶ σεσημασμένος καὶ εἴ τι τοιουτότροπον ἄλλο , |
| , τετράδα καμπτομένην ἑτέρων ἔσφιγξεν ἑλίξας , δεσμῶι ἀναγκαίωι μεμερισμένα δάκτυλα βάλλων , ὅττι πολὺ σκηπτοῦχος ὑπέρτερος εἰς σθένος ἄλλων | ||
| καὶ σκαιὴν παλάμην ὑψούμενος ἄσπετος Αἰὼν παλλομένην ἐτίταινεν ἐς αἰθέρα δάκτυλα κάμπτων , φάρεος ἄκρον ἔχουσαν ἐπήορον : ἰσοπαλὴς γὰρ |
| ὠκεανοῖο , εἷς μὲν ἐὼν , πολλῇσι δ ' ἐπωνυμίῃσιν ἀρηρώς . Εἶτα ὑποκαταβαίνων οὕτως : ὠκεανὸς περιδέδρομε γαῖαν ἅπασαν | ||
| Ἀττικὸν ἄρηρα , ἡ μετοχὴ ἀρηρώς : οὔτε φρεσὶν ᾗσιν ἀρηρώς . Δωρικῇ τροπῇ ἄραρα καὶ ἄραρεν , οἷον : |
| εὐπρεπής τε καὶ εὐσχήμων καὶ τὸ „ ὁρεῖ τε δεινὰ θιγγάνει τε ἀηδέων „ οὐκ ἔχουσα . καὶ ἔστιν † | ||
| πένθεια τλησικάρδιος δόμῳ ' ν ἑκάστου πρέπει . πολλὰ γοῦν θιγγάνει πρὸς ἧπαρ : οὓς μὲν γάρ τις ἔπεμψεν οἶδεν |
| ἕκαστον , τῶν δὲ ἰδεῶν ὁμωνύμως τὰ καθ ' ἕκαστον μεταλαμβάνει . τὰς μὲν οὖν ἰδέας διὰ ταῦτα οὐκ ἀνάγκη | ||
| δὴ τούτοις ἅπασιν ὃς μὲν ἂν δικαίως διαγάγῃ ἀμείνονος μοίρας μεταλαμβάνει , ὃς δ ' ἂν ἀδίκως , χείρονος : |
| ὑπάρχει , ὃς οὔτε μεγέθους ἐστὶ λόγος οὔτε χρόνου , περιεκτικὸς δὲ τούτων ἁπάντων καὶ τῶν ἄλλων , ὅσοις ὑπάρχειν | ||
| , ὑπ ' οὐδενὸς περιεχόμενος . Ὡς γὰρ ὁ τόπος περιεκτικὸς σωμάτων ἐστὶ καὶ καταφυγή , οὕτω καὶ ὁ θεῖος |
| οὔτε λίην ἀνέμοισιν ἐπίδρομον , ἀλλὰ καὶ αἴθρῃ καὶ σκεπανοῖς κευθμῶσιν ἐναίσιμα μέτρα φέροντα . ἔνθ ' ἤτοι πρῶτον μὲν | ||
| , δασέσι , δασυτάταις . Αἴθρῃ : εὐδίᾳ . Σκεπανοῖς κευθμῶσιν : σκεπάσμασι , κατασκόποις , ἐσκεπασμένοις . ἐναίσιμα : |
| τουτέων ὅσοι ἐκ γενεῆς καὶ στρεβλοὶ , ἀσύνετοι , ἢ λιθιῶντες , ἢ μαινόμενοι : οἷσι δὲ μὴ ἑτέρου κακοῦ | ||
| ὅτι οὕτως ἔχει : τὸ γὰρ οὖρον λαμπρότατον οὐρέουσιν οἱ λιθιῶντες , ὅτι τὸ παχύτατον καὶ θολωδέστατον αὐτέου μένει καὶ |
| τοῦτο δρᾷ : ἥ τε αὖ τελέωσις ἡ κατὰ φύσιν οἰκειοτάτη τάχα δὲ καὶ μόνη : τροφὴν γὰρ τότε λαμβάνει | ||
| δὴ καὶ γονέων καὶ εὐεργετῶν ποιητέον ἐπιμέλειαν τὸν χαρίεντα . οἰκειοτάτη δὲ τοῖς εἰρημένοις εὑρίσκοιτ ' ἂν οὖσα ἡ Πλάτωνος |
| λόγοις . φωνῇ . * τόν . * ξενοδόχον . στήριγμα : * * ἑδραίωμα . τῆς ἐν Σικελίᾳ πόλεως | ||
| ἔνδοθεν : ὄντες , οὖσαι . ἕρκος : περίφραγμα , στήριγμα . Νειρίτης : κοχλίας . κήρυξ : κογχύλη [ |
| τότε , ἵνα τὸ τῆς εὐδαιμονίας τε καὶ φιλοσοφίας σωτήριον ἔναυσμα χαρίσηται τῇ θνητῇ φύσει , οὗ μεῖζον ἀγαθὸν οὔτε | ||
| κτίσεως ἢ περὶ φύσεως ἀνθρώπου , καὶ οὐδὲ τὸ τυχὸν ἔναυσμα ἄξιόν τι τῆς ἀληθείας ἐξεῖπον . δοκεῖ δὲ τὰ |
| κελεύθοις , ὃς νοερῆι στροφάλιγγι γονὴν βιότοιο φυλάσσων , Ἁρμονίης οἴηκα παλινδίνητον ἀείρων , ποιμαίνει λυκάβαντα δυωδεκάμηνον ἑλίσσων καὶ χρόνον | ||
| σὺ γὰρ νωμήτορι κύκλωι ἀξονίην στροφάλιγγα θεηδόχον ἀμφιελίσσεις καὶ βιοτῆς οἴηκα παλιννόστοιο φυλάσσεις . ὦ πάτερ , ἀχράντου λοχίης αὐτόσπορε |
| , οἷον ἐλαφρὸς ἐλαφρὴ καὶ τὸ ἐλαφρὸν καὶ τὸ συγκριτικὸν ἐλαφρότερος , ἁγνὸς ἁγνὴ ἁγνὸν ἁγνότερος , λευκὸς λευκὴ λευκὸν | ||
| ἐγένετο , ᾠήθη , ὅτι , ἐὰν πάλιν πέσῃ , ἐλαφρότερος διεγερθήσεται . καὶ δὴ ἑκὼν ὠλίσθησε . συνέβη δὲ |
| κἀγώ τινα εἰπεῖν πρὸς ὑμᾶς βούλομαι γρῖφον . λέγε . πίννη καὶ τρίγλη φωνὰς ἰχθῦ δύ ' ἔχουσαι πόλλ ' | ||
| κἀγώ τινα εἰπεῖν πρὸς ὑμᾶς βούλομαι γρῖφον . λέγε . πίννη καὶ τρίγλη φωνὰς ἰχθῦ δύ ' ἔχουσαι πόλλ ' |
| δέ , ἤτοι τὸν τὴν καρδίαν ἀλγοῦντα θαμινότεροι ] πυκνότεροι κλονέουσι ] ταράττουσιν δήν ] ἐπὶ πολύ καὶ κατικμάζων , | ||
| ὑλήεντι εἱστήκει , τό περ οὔτε θοαὶ Βορέαο θύελλαι ἐσσύμεναι κλονέουσι δι ' ἠέρος οὔτε Νότοιο : ὣς ὃ ταφὼν |
| μέχρι βάθους μάλκης ] νάρκης , ψύξεως μάλκης ] ἀσθενείας δάμναται ] φθείρεται δάμναται ] κατατείνεται ἐμβαρύθων ] ἐμπίπτων αἰακώς | ||
| αἰνὸν ἐπὶ ξιφίῃσι φέρων μόρον , ἄλλοθε δ ' ἄλλον δάμναται ὅν κε κίχῃσι , φόνῳ δ ' ἐρυθαίνεται ὕδωρ |
| πάντα δεινὴ δὴ συγχωρεῖν ἀνάγκη περιειστήκει , τότε δὴ τὸν κουφότατον ᾔτει μισθόν , πόλεις καὶ χώρας καὶ ἔθνη , | ||
| , χειρομύλας χρὴ αὐτόθεν παρασκευάσασθαι αἷς σιτοποιησόμεθα : τοῦτο γὰρ κουφότατον τῶν σιτοποιικῶν ὀργάνων . συνεσκευάσθαι δὲ χρὴ καὶ ὧν |
| ἕως κάμῃ , ποτὲ δὲ ἑστήκει . τὸ δέ ἵησι μύκημα , ὅτι καὶ οὗτός ποτε ἐβόα καλῶν τὸν Ὕλαν | ||
| δὲ καὶ ὑισμὸν εἶπον καὶ ὑίζειν ὑίζοντες . βοῶν δὲ μύκημα μυκηθμὸς μυκᾶσθαι μυκώμενοι . ὀίων δὲ βληχὴ βληχᾶσθαι βληχώμεναι |
| γίνεται γῆρας καὶ φθίσις , τελείως δὲ ὑπολιπόντων θάνατος καὶ αὔανσις . ἐν μὲν οὖν τοῖς πλείστοις ἀνώ - νυμος | ||
| ἀχράδες . Τῶν δ ' ἀειφύλλων ἡ ἀποβολὴ καὶ ἡ αὔανσις κατὰ μέρος : οὐ γὰρ δὴ ταὐτὰ αἰεὶ διαμένει |
| ' εὐνὴν ἐπαμήσατο χερσὶ φίλῃσιν εὐρεῖαν : φύλλων γὰρ ἔην χύσις ἤλιθα πολλή , ὅσσον τ ' ἠὲ δύω ἠὲ | ||
| διαμπερές : ὣς ἄρα πυκνὴ ἦεν , ἀτὰρ φύλλων ἐνέην χύσις ἤλιθα πολλή . τὸν δ ' ἀνδρῶν τε κυνῶν |
| ἐπιτελοῦνται . . . παρέρχεται δ ' ἐπὶ τὸν θάλαμον προφαγὼν μῆλον ἢ καμήλου μυελόν , ἄλλο δ ' οὐδὲν | ||
| , καὶ τοὺς θαλάσσιον λαγὼ φαγόντας . ἐὰν δέ τις προφαγὼν σκόρδα πίῃ θερμὸν τὸ αἷμα σὺν οἴνῳ , παντοῖον |
| ἀλλὰ καθ ' ἣν ὁ νοῦς ἄμοιρος καὶ γυμνὸς ἀρετῆς ἀνευρίσκεται . „ Ἡ γυνὴ „ φησίν ” ἣν ἔδωκας | ||
| δι ' οὗ καὶ τὸ μέσον καὶ σύμμετρον ἐν αὐταῖς ἀνευρίσκεται , καὶ δι ' αὐτῆς μέσης ἡ περὶ τῶν |
| ἔπεμψαν , ἀνέδωκαν , ἀνεβλάστησαν , ἀνέπεμψαν , ἐγέννησαν . Δαίμονες : αἱ Μοῦσαι , αἱ θεαί . ἐν Κιλίκεσσιν | ||
| πλήρη τὰ τῶν ἀρχαγγέλων , φωτεινὰ δὲ τῶν ἀγγέλων . Δαίμονες δὲ θολῶδες διαφαίνουσι τὸ πῦρ , ἥρωες δὲ σύμμικτον |
| καὶ ἵππων καὶ ὄνων καὶ τῶν ἄλλων ζῴων τοσαῦτα ἀγαθὰ ἀπολαύει ὅσα ἄνθρωποι ; ἐμοὶ μὲν γὰρ δοκεῖ , πλείω | ||
| δὲ καὶ ὁ ἐγκέ - φαλος τῆς ἀπ ' ἐκείνων ἀπολαύει τροφῆς . Ἐπεὶ δ ' οὐκ ἐπιλείπουσιν οἱ χυμοὶ |
| ὁ δ ' ἄρτιος οὐδέποτε τὸν περισσόν , ὡς οὐ γόνιμος ὢν οὐδὲ ἔχων δύναμιν ἀρχῆς . Ὥστε ἐν τῷ | ||
| τούτοις ἐπικρατοῦντος , ἑαυτῷ τε συντιθέμενος γεννᾷ τὸν ἄρτιον : γόνιμος γάρ ἐστι καὶ ἔχει δύναμιν ἀρχῆς καὶ διαίρεσιν οὐκ |
| ἐγχέας πουλλὴν χλιαρὴν κλύζειν . Ἢν τῆς κεφαλῆς τὸ ὀστέον κατεαγῇ , διδόναι γάλα καὶ οἶνον πίνειν , ἴσον ἴσῳ | ||
| . ἅπαξ οὖν συμφωνήσωμεν εἰς ἑαυτούς , καὶ ὃ ἐὰν κατεαγῇ ἢ ἀπόληται ἢ ἐκχυθῇ , λέγομεν ὅτι Αἴσωπος αὐτὸ |
| ἐστιν οὐσία ἔμψυχος αἰσθητική , ἀλλὰ καὶ ἄνθρωπος οὐσία ἔμψυχος αἰσθητική . ὃ οὖν ἂν ἐπέγραψεν , εἰ περὶ πάσης | ||
| γὰρ ἐν τοῖς καθ ' ἕκαστα καὶ ἀτόμοις ἡ αἴσθησις αἰσθητική : ἡ δ ' ἀντίληψις αὐτὴ τοῦ καθόλου γίνεται |
| κρυπτομένοισιν , ἄχρι κεν ἵζηνται μακάρων ἱεροῖς παρὰ βωμοῖς . γηθεῖ δ ' αὖ Φαέθων ἐν Καρκίνῳ , οὕνεκεν αὐτοῦ | ||
| βίῃ θάνατος καὶ μοῖρα τελεῖται . οὐδὲ μὲν οὐδὲ Κύπρις γηθεῖ Μήνης ἐνὶ οἴκῳ : μάχλους γὰρ τεύχει καὶ τερπομένους |
| . μῶμαρ δὲ ὁ μῶμος ὡς εἶδαρ ἄλκαρ εἶλαρ . μῶμαρ ὁ μῶμος . . . ἐρινύων ἐσθῆτα γʹ εἰσιν | ||
| αὐτῆς , ἥτις ὀργισθεῖσα αὐτοὺς διέφθειρεν ἐν τῇ θαλάσσῃ . μῶμαρ δὲ ὁ μῶμος ὡς εἶδαρ ἄλκαρ εἶλαρ . μῶμαρ |
| . Ἱκανῶν δὲ καὶ ἄλλων ὑπαρχόντων σημείων ἐν τῇ τῶν κροκοδείλων φύσει , αὐτάρκη τὰ δόξαντα ἐν τῷ πρώτῳ συγγράμματι | ||
| εἶδος τῆς ἴβιδος καὶ τῶν ἵππων τῶν ποταμίων καὶ τῶν κροκοδείλων τῶν Αἰγυπτίων . πραγμάτων δὲ οἷον [ φράσις ] |
| τοῖϲι δὲ νεηνίῃϲι καὶ τάδε ξύμφορα . ἀτὰρ καὶ φάρμακα δυνατώτερα ἐϲ ἔμετον αἱρέεϲθαι , ναρκίϲϲου βολβούϲ , ϲινήπιοϲ καὶ | ||
| μὲν ἡ σοφία καὶ τὸ τὰ βουλεύματα εἰδέναι χειρῶν ὄντα δυνατώτερα , ἕτερον δὲ τὸ πιστεύειν αὐτῷ συστρατεύειν τοὺς θεούς |
| τὴν γῆν , αὐτὸ τοῦτο ἐν τῇ φύσει τῶν πραγμάτων χλόη , φησίν , ἦν , καὶ πρὶν ἀνατεῖλαι χόρτον | ||
| ὕδωρ . ὁ γόγγρος ; ταὐτόν . ἡ βατίς ; χλόη . πρόσεστι θύννου τέμαχος . ὀπτήσεις . κρέας ἐρίφειον |
| βολή , ἔξαλϲιϲ καὶ ἡ ξυνευπαίδευτοϲ ἐν τούτοιϲ ἀνείληϲιϲ : τρῖψιϲ τὰ πρῶτα καὶ τὰ ὕϲτατα ϲκελῶν , κεφαλῆϲ δὲ | ||
| καὶ τὸ εὐῶδεϲ καὶ τὰ παραπλήϲια : γυμνάϲιά τε καὶ τρῖψιϲ μάλιϲτα παραλαμβανέϲθω . πρὸϲ δὲ τοὺϲ δυϲπεπτοῦνταϲ καὶ ἀνορέκτουϲ |
| διεπεράσαμεν , [ καὶ ] ἡμῶν δὲ πᾶσα δύναμις ὑδάτων ἄρδεται . Καὶ γὰρ πάλαι πέττει τὰ νικητήρια . * | ||
| ἰδοῦσα καὶ ἐποχετευσαμένη ἀντὶ τοῦ : ἐπελθόντος δὲ τοῦ ἐποχετεύοντος ἄρδεται ὡς ἐπὶ τῶν φυτῶν , ὅταν κατίδῃ τὸ ἐφετόν |
| Δημοσθένης Φιλιππικοῖς , ἀρχαιρέσια οὐδετέρως Ἕλληνες . ἄσβολος Ἀττικοί , ἀσβόλη Ἕλληνες . ἄλλοθι ἄλλοθεν ἄλλοσε Ἀττικοί , ἀλλαχόθι ἀλλαχόθεν | ||
| . καὶ ὅταν ἐπάτασσεν , ἐγένοντο αὐτῶν τινες μέλανες ὡσεὶ ἀσβόλη , τινὲς δὲ ἐψωριακότες , τινὲς δὲ σχισμὰς ἔχοντες |
| τοῦ Σωφρονίσκου : οὐ γὰρ αὐτὰ ἦσαν βλάβαι , ἀλλὰ μοχθηρία . τί δέ ἔφην , ἀλλὰ ταῦτα ἔδρα ἡ | ||
| ἄκοντας ἔπειτα κεχειρωμένους ἀπολύοις . συμφεύξεται γὰρ τοῖς φυγοῦσιν ἡ μοχθηρία ἅμα καὶ ἡ δουλεία , συναπολειφθήσεται δὲ τοῖς συμμένουσί |
| ἐσπάθα , λίαν ἐτρύφα τὴν περιουσίαν ἐμοῦ ἐξαντλοῦσα θοίναισιν ὄλβον ἐκχέουσα τλήμονος . σπαθᾶν δὲ τὸ λίαν τρυφᾶν εἴρηται ἀπὸ | ||
| τοῦτο δέ ἐστι τῆς εἰς ὕψος ἐπαιρομένης . αὕτη δὲ ἐκχέουσα αἷμα χαλεπὰ ποιεῖ , διότι ἡπατῖτίς ἐστι τουτέστιν ἐξ |
| γὰρ εἰς τὸν κύκνον ἰδεῖν καλόν , τὸ δὲ τῷ κολοιῷ δοῦναι χώραν οὐ καλόν , ἀλλ ' ἀτεχνῶς τὸ | ||
| ὁδοῦ καθηγεμόσιν ὀρνέοις , ὁ μὲν κορώνῃ , ὁ δὲ κολοιῷ . ὀνομάζονται δὲ ὁ μὲν Πεισθέταιρος , ὁ δὲ |
| παρυφισταμένου τέσσαρά τινα θεωρεῖται πρὸς ἀκριβῆ διάγνωσιν , σύστασις , χροιὰ , τόπος καὶ χρόνος . καὶ σύστασις μὲν ἢ | ||
| δυνάμεως τόνον , συμμαρτυρήσειε δ ' ἂν καὶ διαχωρήματα καὶ χροιὰ προσώπου καὶ ὅσα συμπτώματα λέγεται καὶ φαίνεται . Ἐπὰν |
| : οὔθατα γὰρ σφαραγεῦντο . ἄναξ δ ' ὀδύνῃσι κακῇσι τειρόμενος πάντων ὀΐων ἐπεμαίετο νῶτα ὀρθῶν ἑσταότων : τὸ δὲ | ||
| δὲ Νεμειαίοιο βίη ἐτέτυκτο λέοντος ὀβρίμου Ἡρακλῆος ὑπὸ στιβαρῇσι χέρεσσι τειρόμενος κρατερῶς : βλοσυρῇς δέ οἱ ἀμφὶ γένυσσιν αἱματόεις ἀφρὸς |
| τοῖσι ποσὶν ἐμπλάσσεται βοθροειδέα , καὶ ἤν τι φάγῃ , ἐμπίπλαται , καὶ φλεγμαίνει , καὶ ἐπειδὰν ὁδοιπορήσῃ καὶ ἔργον | ||
| ἅτε προσκειμένου τοῦ στόματος τῶν μητρέων τῇ λαπάρῃ , καὶ ἐμπίπλαται ἀπ ' αὐτέου , καὶ ἐξίσταται ἅτε πληρευμένη τοῦ |
| οὔτε κεῖται καθάπερ ἐν ἀστικῷ μειρακίῳ λιπῶσα , ἀλλ ' ἐγήγερται μὲν ὑπὸ τοῦ αὐχμοῦ , παρέχεται δὲ αὐχμηρὸν οὐδὲν | ||
| πᾶν καὶ τὸ ὑγρόν , καίτοι κατωφερῆ ὄντα , ὅμως ἐγήγερται καὶ ἕστηκε τὴν οὐχ ἑαυτῶν φυσικὴν στάσιν . οὕτως |
| πόλις συνδεῖται , ἄνευ δὲ ἀλλήλων ἑκάτερα τούτων οὐκ ἔστιν μόνιμα , ὥστε οὐ χρὴ θαυμάζειν ἐὰν ἡμῖν πολλὰ ἅμα | ||
| γὰρ ἀλλήλους ἔστεργον ἀλλὰ τὰ ἀλλήλων , ἃ μὴ ὄντα μόνιμα καὶ τὴν φιλίαν συναπόλλυσιν : οἱ δὲ ἀλλήλους στέργοντες |
| ἐντὸς τοῦ τείχους γῆ ἐλεφαντίνη : ναοὶ δὲ πάντων θεῶν βηρύλλου λίθου ᾠκοδομημένοι , καὶ βωμοὶ ἐν αὐτοῖς μέγιστοι μονόλιθοι | ||
| . ναὶ μὴν καὶ χρυσοῖο φέρει χαριέστερον ἄλλο , ὑγρῆς βηρύλλου γλαυκὴν λίθον , ἣ περὶ χῶρον φύεται ἐν προβολῇς |
| καταμετροῦν τὸ ὅλον . πάλιν δὲ λέγεται μέρος οὗ ἀφαιρουμένου κολοβὸν γίνεται τὸ ὅλον , οὐ μέντοι γε καταμετρεῖ τὸ | ||
| τῷ Συμποσίῳ φησὶ διὰ τοῦτο ἐν θυσίαις στεφανοῦσθαι ὅτι οὐδὲν κολοβὸν προσφέρομεν θεοῖς , ἀλλὰ τέλεια καὶ ὅλα . τὸ |
| : τολμηρός : γράφεται ἄλκιμος . ἄλκιμος : ἰσχυρός . ἄτρομος : ἄφοβος . ἠδὲ σαόφρων : καὶ φρόνιμος , | ||
| παλύνετο : δῦ δέ μιν ἀλκή σμερδαλέη ἄφατός τε καὶ ἄτρομος , αἱ δ ' ἑκάτερθεν χεῖρες ἐπερρώσαντο περὶ σθένεϊ |
| ἦν πάροιθε μὲν ὄλβος δικαίως : νῦν δὲ τῇδε θἠμέρᾳ στεναγμός , ἄτη , θάνατος , αἰσχύνη , κακῶν ὅς | ||
| τῆς πόλεως . διήκει ] διέρχεται . θ στόνος ] στεναγμός . στένουσι ] στενάζουσι . στένει ] στενάζει . |
| δριμεῖα : ἀντὶ τοῦ : διαπαντὸς ὀξύθυμός ἐστιν . δριμεῖα χολά : ὀξύχολός ἐστι , παραδείκνυσιν αὐτοῦ τὸ ὀξύχολον . | ||
| μυελοῦ ἐξαπτόμεναι . τελευταία δὲ νόσων αἰτία ἐντὶ πνεῦμα , χολά , φλέγμα αὐξόμενα καὶ ῥέοντα ἐς χώρας ἀλλοτρίας ἢ |
| τὰ μὲν ἐσπάρακται τῶν μελῶν , τὰ δὲ συντέτριπται , πέφυρται δ ' ἡ κόμη , καὶ τὸ μὲν στέρνον | ||
| κητείου λύθρου προσπέφυρται . λύθροιο : δι ' αἵματος . πέφυρται : μολύνεται , γίνεται , σμίγεται , γέμει . |
| οὐκ ἂν ἀπορήσειεν ἀγγέλου φωνῆς πάνυ ἐναργῶς σημαινούσης ἕκαστα . στρεπτὴ γὰρ γλῶσς ' ἐστὶ βροτῶν , πολέες δ ' | ||
| ἔπειτα ἐνδοιαστῶς καὶ ἀνθρωπίνως ἀποφαίνεσθαι : καὶ πρὶν Ὅμηρον , στρεπτὴ δὲ γλῶσς ' ἐστὶ βροτῶν , πολέες δ ' |
| θεοὶ νεμεσῶσι καὶ ἀνέρες , ὅς κεν ἀεργὸς ζώει , κηφήνεσσι κοθούροις εἴκελος ὀργήν , οἵ τε μελισσάων κάματον τρύχουσιν | ||
| κεκρυμμένον ἔχων ἢ κόθουρος ὁ ἀργὸς ἀπὸ τοῦ κάθημι . κηφήνεσσι κοθούροις : κηφήν ἐστι ζῷον μελισσῶν ἀργότατον καὶ ἄκεντρον |
| τοὺς διανειμαμένους τὴν Ἀσίαν καὶ πόλεις οἰκοδομήσαντας πιοτάτην ] λιτρώδη πιοτάτην γεωμορίην ἠπείρου : περίφρασίς ἐστιν : ἤγουν γῆν πιοτάτην | ||
| τοὺς Ἴωνας λέγει τοὺς διανειμαμένους τὴν Ἀσίαν καὶ πόλεις οἰκοδομήσαντας πιοτάτην ] λιτρώδη πιοτάτην γεωμορίην ἠπείρου : περίφρασίς ἐστιν : |
| ἐπιδείκνυνται , διερευνᾷ μή τισιν ἀναγκαίαις αἰτίαις ἐνδέδενται , ὧν ὁλκὸς ἡ δύναμις . εἰ γάρ τις , φησί , | ||
| Συρίης τε πόληες θινὸς ἔπι στρεπτῆς περιμήκεες : ἀμφὶ γὰρ ὁλκὸς ἐς δύσιν ἔστραπται πολιῆς ἁλός , ἄχρι κολώνης οὔρεος |
| γ ' οὔτι βίης μεθίησιν ἄεθλον , ὄφρα ἑ τεθνηῶτα λίπῃ ψυχή τε καὶ ἀλκή . δὴ τότε μιν προπεσόντα | ||
| πυρὸς μένει ἔνδοθεν ὕδωρ : εἰ δέ τις ἐν ψυχρῇσι λίπῃ κονίῃσι λέβητα , παφλάζει κρατεροῖο κυκώμενον ἔνδοθι χαλκοῦ . |
| πῆξιν , τὸ δ ' ἐπὶ τῆς γῆς πεπηγὸς ὕδωρ κρύσταλλον , πάχνην δὲ δρόσον πεπηγυῖαν . . . . | ||
| : τοσαύτη ψυχρότης ἐνῆν ὑπὲρ τὴν Κασπιακὴν χιόνα καὶ τὸν κρύσταλλον τὸν Κελτικόν . ἡ γοῦν ἀσπὶς ἡ τοῦ αὐτοκράτορος |
| καὶ τὰς ἠϊόνας . ἐκκυμαινομένων γὰρ τῶν σωμάτων βαρεῖα καὶ δυσώδης προσπίπτουσα καὶ τοῖς ἔτι ἐρρωμένοις ἡ τοῦ πνεύματος ἀποφορὰ | ||
| τὸ δὲ ἆσθμα αὐτοῦ ἀθρόον συνάγεται , καὶ ἡ ἀναπνοὴ δυσώδης ἐστίν ἐκφέρεται ] ἐξέρχεται ἐχθρὸν ὄδωδεν ] κακῶς , |
| τὴν γλαυκὸν λίθον τοῦ βηρύλλου ἢ τὸν τιμιώτατον καὶ διαυγῆ ἀδάμαντα ἰχνεύουσιν , ἢ τὴν χλωρῶς διαυγάζουσιν ἴασπιν , ἢ | ||
| τὴν γλαυκὴν λίθον τοῦ βηρύλλου ἢ τὸν τιμιώτατον καὶ διαυγῆ ἀδάμαντα ἰχνεύουσιν ἢ τὴν χλωρῶς διαυγάζουσαν ἴασπιν ἢ τὸν γλαυκιόωντα |
| ὅτι κερατοφόρον ἐστί . διὰ τί ἔλαφος μακρόβιον ; ὅτι ἄχολον . ἀλλ ' ἐνταῦθά ἐστι μέσον ὃ ἐξ ἀνατομῆς | ||
| . ἐγένοντο ] δειλότατον γὰρ τὸ τῶν ἐλάφων γένος ὡς ἄχολον . Κλεισθένην ] τοῦτον ὡς μαλακὸν καὶ θηλυδρίαν διαβάλλει |
| διὰ πλῆθοϲ ὑγρῶν παχέων ἢ γλίϲχρων ἔμφραξιν ἀθρόωϲ ὑπομείνῃ ὁ πόροϲ χωρὶϲ αἰτίαϲ ἑτέραϲ , ἀνάγκη βάροϲ παρέπεϲθαι τῆϲ κεφαλῆϲ | ||
| ἐξιᾶται : τούτων δὲ καθαρθέντων καὶ ὁ τῆϲ χοληδόχου κύϲτεωϲ πόροϲ ὁ εἰϲ τὴν νῆϲτιν ἐμφυόμενοϲ τὴν οἰκείαν ἐνέργειαν ἐπιτελεῖ |
| διακρίνειν μήτε χολώδεα μήτε φλεγματώδεα . Ἀλλὰ γὰρ αἴτιος ὁ ἐγκέφαλος τούτου τοῦ πάθεος , ὥσπερ καὶ τῶν ἄλλων νουσημάτων | ||
| τῆς τοιαύτης χολώδους ὕλης περὶ τὸν ἐγκέφαλον : ὁ οὖν ἐγκέφαλος δεχόμενος τὴν τοιαύτην χολώδη ὕλην δι ' οἰκείαν ἰσχὺν |
| μέλι κατεσθίοντος ὅσον αἱ μέλισσαι συνάγουσι . κόθουρος οὖν ὁ κηφήν , ὡς κεύθερός τις ὢν καὶ τὸ κέντρον κεκρυμμένον | ||
| κόθουρος ὁ ἀργὸς ἀπὸ τοῦ κάθημι . κηφήνεσσι κοθούροις : κηφήν ἐστι ζῷον μελισσῶν ἀργότατον καὶ ἄκεντρον ὥς φησιν Ἀριστοτέλης |
| καλέω νύμφην , γλαυκώπιδα Τηθύν , κυανόπεπλον ἄνασσαν , ἐύτροχα κυμαίνουσαν , αὔραις ἡδυπνόοισι πατασσομένην περὶ γαῖαν . θραύους ' | ||
| ' ἀμείψας τοῦ κυβερνήτου τάφον καὶ Κιμμέρων ἔπαυλα κἀχερουσίαν ῥόχθοισι κυμαίνουσαν οἴδματος χύσιν Ὄσσαν τε καὶ λέοντος ἀτραποὺς βοῶν χωστὰς |
| ἡμετέρᾳ δεσμὸς τὸ σῶμα , καὶ τῇ τοῦ παντὸς ἔσται δεσμός , καὶ εἴπερ ἡ μεριστὴ ψυχὴ πρὸς τὸ σῶμα | ||
| τοῦ ι γράφονται : οἷον , κτένιον : πέδιον ὁ δεσμός : ἐπὶ γὰρ τῆς γῆς παροξύνεται : πτύχιον : |
| ἐπὶ τὸν Καύκασον κατέφυγεν ὁ Τυφὼς διωκόμενος , καὶ ὅτι καιομένου τοῦ ὄρους ἔφυγεν ἐκεῖθεν εἰς τὴν Ἰταλίαν , ὅπου | ||
| δάκρυον ϲὺν ἐλαίῳ ἀλειφόμενον καὶ τὸ ἀπὸ τοῦ χλωροῦ κλήματοϲ καιομένου ἱδρούμενον ὑγρόν . Ἄλλο ἄτριχον . τιθυμάλλου κιβωρίτου χυλοῦ |
| αἱ ἐμβολαὶ πᾶσαι κατὰ παλαίστρην εὔχρηστοί εἰσιν , ὅτι οὐδὲν ἀλλοίων ἀρμένων δέονται ἐπεισενεχθῆναι : χρήσαιτο δ ' ἄν τις | ||
| ἢ θερινῷ πυρὶ περθόμενοι δέμας ἢ χειμῶνι , λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν , τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων , |
| ὑπὲρ τὸν ἀληθῆ ἰσχύει λόγον , ἵνα ἐξαπατῶσιν οἱ μῦθοι πεποικιλμένοι ψεύδεσι ποικίλοις . ἢ καὶ δὴ καὶ τὰς φάτις | ||
| βαρέα καὶ ὑψηλὰ ὑποδεδεμένοι , χρυσαῖς δὲ ταινίαις τὴν ἐσθῆτα πεποικιλμένοι , κράνη δὲ ἐπικεί - μενοι παγγέλοια κεχηνότα παμμέγεθες |
| . Ἄλλαι γάρ εἰσιν ἐγγύθεν καὶ πόρρωθεν καὶ νοσούντων καὶ ἐρρωμένων καὶ τεχνιτῶν καὶ ἀτέχνων καὶ φρονίμων καὶ ἀφρόνων . | ||
| καὶ εὐπραξίαν τοῖς ἐρρωμένοις σημαῖνον καὶ τοῖς νοσοῦσιν ὑγεῖαν : ἐρρωμένων γὰρ τὸ λούεσθαι μὴ πρὸς ἀνάγκην γε ὄντων . |
| βοτάνηϲ . τάδε χρὴ ξυμμίϲγειν τοῖϲι ἐπιπλάϲμαϲι , τὰ μὲν τήκοντα , τὰ δὲ ἐμπάϲϲοντα , τὰ δὲ ξὺν ἐλαίῳ | ||
| τοῦ σώματος καὶ μένοντι κατὰ χώραν πολέμια , διολλύντα καὶ τήκοντα . ὅσον μὲν οὖν ἂν παλαιότατον ὂν τῆς σαρκὸς |
| ἔχει γὰρ τὸ μέτρον ὀρθῶς . Ἐγένετο καὶ πρότερον Ἀντίλοχος βιατὰς ] * Ὁ Ἀντίλοχος υἱὸς ἦν Νέστορος : ὃς | ||
| τιμᾶς ἀμείρειν γονέων βίον πεπρωμένον . ἔγεντο καὶ πρότερον Ἀντίλοχος βιατὰς νόημα τοῦτο φέρων , ὃς ὑπερέφθιτο πατˈρός , ἐναρίμβροτον |
| , ἀλλ ' ὑπὸ πλήθους ἀνδρῶν προωθούμενον ἐποίησε [ ὑπότροχον σκέπασμα ] . Γήρας δὲ ὁ πρῶτος εὑρὼν τὸ ὑπότροχον | ||
| ἐπὶ πρόσωπον καὶ ἄνω τὸ ὀστρακῶδες καὶ κοῖλον ἔχων αὐτοῦ σκέπασμα , μήπως αὐτὸν γεμίσῃ ἡ θάλασσα . Ναίει : |
| τὸ ἀπλατές . Κέκρυπται : ἀφανῆ εἰσι καὶ κρύπτει . ἀείδελα : ἀφανῆ ὄντα , ἄγνωστα ὄντα . μυθήσαιτο : | ||
| στόμα , διὰ τοῦ στόματος . Τρομέουσιν : φοβοῦνται . ἀείδελα : ἄγνωστα , ἀθέατα , ἀφανῆ . Δερκόμενοι : |
| βαρυφθόγγων τε λεόντων . χροιὴ δ ' ἄλλοτε μὲν ψαφαρὴ ἐπιδέδρομε νώτοις , ἄλλοτε μηλινόεσσα καὶ αἰόλος , ἄλλοτε τεφρή | ||
| , ἢ καὶ τῇ ἰλύι τοῦ Νείλου ἐμφερές . * ἐπιδέδρομε : ἐπιτρέχει [ * ἐπιδέδορκε : ] ὁρᾶται * |