[ ] ? . τῷ δὲ μέλας ? βοέοιο ? φερώνυμος [ ] [ ] πορφυρέει κ [ ! !
τόργοισιν αἰώρημα φοινίοις δέμας . σπιλὰς δ ' ἐκείνη σῆς φερώνυμος τύχης πόντον προσαυγάζουσα φημισθήσεται . Οἱ δ ' αὖ
6148261 ἐπικεκλιται
ἀπ ' οὔρεος Ἀρμενίοιο . τοῦ δὲ πρὸς ἀντολίην βορέην ἐπικέκλιται ἰσθμός , ἰσθμὸς Κασπίης τε καὶ Εὐξείνοιο θαλάσσης .
νῆις ἐὼν ἑτάροις ἅμα νήισινΑἶα δὲ Κολχίς Πόντου καὶ γαίης ἐπικέκλιται ἐσχατιῇσιν ; ” Ὧς φάτο : τὸν δ '
5692193 ὁμιχλη
τοὺς καλάμους . εὐρῶτι παλύνεται : εὐρὼς κυρίως ἡ πρασινώδης ὁμίχλη . ἐπάξα : τὸ βʹ πρόσωπον τοῦ μέσου ἀορίστου
θαλάσσης πόρον ἀπέκλειον . ἐφέρετο δὲ πολλὴ μὲν ὑπὲρ αὐτῶν ὁμίχλη πολὺς δὲ πάταγος , ἦν δὲ ἀδύνατον καὶ τοῖς
5666081 κονις
ἔστι γὰρ τοῦτο σεσηπὸς αἷμα . ταὶ δ ' αἶψα κόνις καὶ γαῖα [ ἐσσυμένως ἐγένοντο ] : διὰ τούτου
Κύπριον πῦρ : ὀστὰ δ ' ἔχει Σαλαμίς , ὧν κόνις ἀστάχυες . ψυχὴν δ ' ἄξονες εὐθὺς ἐς οὐρανὸν
5630374 κορυφαι
ἀλίμενος , τῇ δὲ ἕλος ἄβατόν τε καὶ βαραθρῶδες . κορυφαί τέ εἰσιν ἐν αὐτῇ δύο ὀρῶν ἀπόκρημνοι , καὶ
† σφοῖς ἀδελφιδεοῖς κᾶρα καὶ φόνον εὕδουσι δ ' ὀρέων κορυφαί τε καὶ φάραγγες πρώονές τε καὶ χαράδραι φῦλά τ
5615820 ἐβρεμεν
δοῦπος ὀρώρει αὐτῶν ἠδ ' ἵππων , περὶ δ ' ἔβρεμεν ἄσπετα τεύχη . Ὡς δ ' ὁπόταν μεγάλοιο βίη
] μα πέτρηι ξ [ ] ν [ ] ν ἔβρεμεν μ [ ] α ? [ ] γλυκυνεκτ [
5600243 πυματη
” , αἰπεῖα κολώνη , τηλοῦ ἐπ ' Ἀλφειῷ , πυμάτη Πύλου „ ἠμαθόεντος . ” Ὁ δὲ Κυπαρισσήεις ἔστι
, τὴν δ ' αὐτῶν Αὐσονιήων . ἀλλ ' ἤτοι πυμάτη μὲν ἀγαυῶν ἐστιν Ἰβήρων , γείτων Ὠκεανοῖο πρὸς ἑσπέρου
5597405 λειμων
καὶ ἐπὶ γενικῆς : δαφνών : παρθενών : ἀνδρών : λειμών : χειμών : ἀγών : αἰών : σεσημείωται τὸ
] ! [ . . . θελουσ ! [ ! λειμών ? ? ? [ ! ] ! ! !
5594972 στεγη
] εἰς τὴν ἐκβοήθησιν τῶν ἐμπυρισμῶν . Ἡ δὲ πρώτη στέγη ἐχέτω τὸ ὕψος πήχεις ζ ⊂ : ἡ δὲ
μεγίστου οἴκου στέγῃ κείμενον , σκηνῆς ἔχον τάξιν : ᾧ στέγη μὲν οὐκ ἐπῆν , διατόναια δὲ τοξοειδῆ διὰ ποσοῦ
5590153 πνοιαι
πᾶσα δ ' ἄρ ' ὀκριόεσσα πέτρη ποταμῶν τε ῥέεθρα πνοιαί τε λιγέων ἀνέμων ἀμέγαρτον ἀέντων οἰωνοί τε θοῇσι διεσσύμενοι
ναυτίλλοντο οὔρεα Παφλαγόνων θηεύμενοι : οὐδὲ Κάραμβιν γνάμψαν , ἐπεὶ πνοιαί τε καὶ οὐρανίου πυρὸς αἴγλη μίμνεν ἕως Ἴστροιο μέγαν
5553027 ἐκτελεσας
: αὐτῆι δ ' Ἀμφιτρύων λαοσσόος , ἀγλαὸς ἥρως , ἐκτελέσας μέγα ἔργον ἀφίκετο ὅνδε δόμονδε : οὐδ ' ὅ
μῆκος ] ἤγουν πολύ : τουτέστι πολλοὺς χρόνους ἐκτελευτήσας ] ἐκτελέσας ἐντός ἄψορρον ] ὀπισθορμήτως εἰς φάος ] εἰς τὸ
5548380 ἀσπετος
Ὀλυμπίου εἰσὶν ἀοιδοί , ἃς ἐν χέρσῳ θρέψε Διὸς παῖς ἄσπετος ὄμβρος , λευκοτέρας χιόνος , ἔσθειν δ ' ἀμύλοισιν
ἂν δ ' ὀλοὸν σύριγξ ' ἐπὶ δ ' ἔβραχεν ἄσπετος αἰθήρ : Δένδρεα δ ' ἐσμαράγησε , κραδαινόμεν '
5536055 πολυδειραδος
συναθροίσας τοὺς θεοὺς ἅπαντας ἄρχηται τῶν μεγάλων ἀπειλῶν ἀκροτάτῃ κορυφῇ πολυδειράδος Οὐλύμποιο . Πρῶτος ἕστηκεν αὐτός , ἐπειδὴ τὴν ἀνωτάτω
τῶν θεῶν ἀγορὰν ὀψὲ γίνεσθαι ἀπρεπῶς . . ἀκροτάτῃ κορυφῇ πολυδειράδος Οὐλύμποιο : ἡ διπλῆ , ὅτι ἀντὶ τοῦ ἄκρᾳ
5535145 αἰγλη
τὸ λίαν γίνεται αἴγλη : πάνυ γάρ ἐστιν ὁρμητικὴ ἡ αἴγλη . οὕτως εὗρον ἐν Ἐπιμερισμοῖς τοῦ Ψαλτῆρος . σημαίνει
αὐτοὺς κύματα μακρὰ φέροντο : περὶ στεροπῇσι δ ' ἀνάσσης αἴγλη μαρμαίρεσκε διὰ κνέφας ἀίσσουσα . Οἳ δ ' ἄποτον
5531910 περιδρομος
ἐπιστέγην ἕως τῶν ἐπ ' αὐτῷ δοκῶν , ὅπως ᾖ περίδρομος ἔγκυκλος . Ἐξῇρε δ ' ἐκ μέσης τῆς στέγης
εἶναι τὴν γῆν . . διαπρὸ ] διόλου . . περίδρομος ] στρογγύλη . . διαπρὸ περίδρομος : οὐ περὶ
5520894 νηχετο
ποτ ' ἠὼς νυμφίον εἶδε Λέανδρον ἀριγνώτοις ἐνὶ λέκτροις . νήχετο δ ' ἀντιπόροιο πάλιν ποτὶ δῆμον Ἀβύδου ἐννυχίων ἀκόρητος
ὃ μὲν ἱπταμένων πτερύγων ῥοίζημα τινάσσων ἄσχετος ὑψικέλευθος ἐς ἠέρα νήχετο Χειμών , ὤμοις ζωογόνοις ἐγκύμονα κάλπιν ἀείρων . καὶ
5510863 χαλκειος
ἄλλων † ὑπερέπλετο εἰν ἁλὶ νήσων : τοὺς δὲ Τάλως χάλκειος , ἀπὸ στιβαροῦ σκοπέλοιο ῥηγνύμενος πέτρας , εἶργε χθονὶ
Εὐηνίαν αὐτήν φησι καλεῖσθαι . . : Ἰοφῶσσα : ἡ χάλκειος , ὥς φησι Φερεκύδης . . . . ,
5490497 νηυς
κἰλαρὴ κατάστηθι ! ! ! ! ! ις ἄλλον : νηῦς μιῆς ἐπ ' ἀγκύρης οὐκ ] ἀσφαλὴς ? ?
ἀεὶ κατεναντία λύχνου αὐτὸς ἐὼν ἐρέτης , αὐτόστολος , αὐτόματος νηῦς . Ἡρὼ δ ' ἠλιβάτοιο φαεσφόρος ὑψόθι πύργου ,
5475197 Ἀθως
, ποταμοὶ ἐξαιρούμενοι τῆς γῆς καὶ θαλάττης ζεῦγμα καὶ ὁ Ἄθως ὡς ἐτμήθη . φασὶ δὲ καὶ ἀνδρῶνι ἐντυχεῖν ,
ὑπερτάτην ἄτην : ἐπὶ τῶν πασχόντων ἄξια ὧν ἔδρασαν . Ἄθως καλύπτει πλευρὰ Λημνίας βοός . Ἀπὸ κώπης ἐπὶ βῆμα
5456743 τροπις
βασιλέως τῶν Κορινθίων . λάληθρον τὴν Ἀργὼ λέγει ὅτι ἡ τρόπις αὐτῆς ἐκ τῆς Δωδωναίας δρυὸς ἦν φωνήεσσα καὶ λάλος
δὲ στιγμή , ποταμοῦ δὲ πηγὴ καὶ ζώου καρδία καὶ τρόπις ἐν νηί : ὡς γὰρ πρὸς ἀριθμὸν ἡ μονάς
5456532 Ἰδη
ἐστιν ὅτι λεπτή τε κατὰ τοῦτο καὶ σηραγγώδης ἐστὶν ἡ Ἴδη . ἀπέχει δὲ Ἀλεξανδρείας τῆς ἐν τῇ Τρῳάδι τεσσαράκοντα
νῆσος μεγάλη καὶ λιπαρὰ καὶ εὔτροφος : ἐν ᾗτινι ἡ Ἴδη ὄρος , Ἴδη δρυσὶ θάλλουσα καλλιφύλλοις , ἤτοι ὑψηλαῖς
5451680 στροφαλιγγι
/ πρῶτα μὲν αἰγλήεντα [ * * ] / ἀρρήτωι στροφάλιγγι [ ] πάλιν [ ] [ δίνητον ] [
δὲ τοῖς πλέουσι συνιέναι διὰ τὰ κολπώματα . Εἰλεῖται δὲ στροφάλιγγι , βιοῦ κέρᾳ ἐοικὼς , ὁ πόρος δηλονότι :
5439244 πολυπλαγκτων
ἐᾷ . Τίς ἄρα νέατος ἐς πότε λή - ξει πολυπλάγκτων ἐτέων ἀριθμός , τὰν ἄπαυστον αἰὲν ἐμοὶ δορυσσοήτων μόχθων
ὀλίγον ζώεσκον ἐπὶ χρόνον οὐδ ' ἐπὶ δηρὸν ἀγρύπνων ἀπόναντο πολυπλάγκτων ὑμεναίων . ἀλλ ' ὅτε παχνήεντος ἐπήλυθε χείματος ὥρη
5438196 πετρη
τῆς λείας , ὅπερ καὶ θηλυκῶς λέγεται , οἷον : πέτρη γὰρ λίς ἐστι περιξεστῇ εἰκυῖα . Λίσπη : ἐκτετριμμένη
πᾶσα μὲν ὕλη , πᾶσα δ ' ἄρ ' ὀκριόεσσα πέτρη ποταμῶν τε ῥέεθρα πνοιαί τε λιγέων ἀνέμων ἀμέγαρτον ἀέντων
5435378 δεδορκεν
πανταχῆ βλέπεται καὶ βοᾶται ὁ Ὀλυμπιακὸς ἀγών . τὸ γὰρ δέδορκεν , ἀντὶ παθητικοῦ τοῦ βλέπεται . ἵνα ταχυτὰς ποδῶν
ἀκταῖς Ἑλώρου , ἔνθ ' Ἀρείας πόρον ἄνθρωποι καλέοισι , δέδορκεν παιδὶ τοῦθ ' Ἁγησιδάμου φέγγος ἐν ἁλικίᾳ πρώτᾳ :
5430693 κατεποντισεν
ἐπεισελθοῦσα ἡ θάλασσα τούς τε ἅλας ἐξέτηξε καὶ τὴν ναῦν κατεπόντισεν . Ἀνεπαρίασαν : ἐπὶ τῶν μεταγινωσκόντων καὶ μετατρεπομένων εἴρηται
τὸν τῶν Ῥηγίνων στρατηγὸν συλλαβών , τὸν μὲν υἱὸν αὐτοῦ κατεπόντισεν , αὐτὸν δὲ τὸ μὲν πρῶτον ἔδησε πρὸς τὰς
5416927 χθων
ὑπ ' ἐκείνου ἢ δι ' ἐκείνου . . πᾶσα χθών : ἤτοι χθὼν ἐστεφάνωνται τῷ ὠκεανῷ , ἢ ὑπὸ
” ὣς εἰποῦσα θεὰ σκέδας ' ἠέρα , εἴσατο δὲ χθών : γήθησέν τ ' ἄρ ' ἔπειτα πολύτλας δῖος
5415129 δρομος
καρπαλίμως οἴμησαν ἐοικότες ἰρήκεσσι : τῶν δὲ καὶ ἀμφήριστος ἔην δρόμος : οἳ δ ' ἑκάτερθεν Ἀργεῖοι λεύσσοντες ἐπίαχον ἄλλυδις
ᾠήθην τῇ πόλει συμφέρειν . ὡς γὰρ τῶν πολεμίων ὁ δρόμος οὐ δέδωκε τῇ Φήμῃ καιρὸν ἀγγελίας , ἀλλ '
5410300 ποντος
θηρῶν ἀνόητα γένη , σοὶ δὲ καὶ χθὼν πᾶσα καὶ πόντος καὶ ὁ παμμήστωρ Ἄρης . καίτοι γε πόσῳ κρεῖττόν
παρεῖχ ' ἄφερτον Ἰδαία χιών , ἢ θάλπος , εὖτε πόντος ἐν μεσημβριναῖς κοίταις ἀκύμων νηνέμοις εὕδοι πεσών τί ταῦτα
5401325 βοσκομενη
ἐφαίνετο μεγάλου πάλιν ἐκ τῆς ὑμετέρας οἰκίας ἐν ἡμετέροις σίμβλοις βοσκομένη μέλιττα . ἣν ὅτι πάσης ἀξιώσει προνοίας ὁ μελιττουργός
γὰρ πόα ἥτις τὴν λύγγα τὴν ἀπὸ κόρου γενομένην ἰᾶται βοσκομένη προβάτοις τε καὶ αἰξίν : ἰᾶται δὲ καὶ τοὺς
5391841 ἐπληρου
θεσπίζων περὶ τοὺς τρίποδας καὶ καταλαβὼν Κασταλίαν καὶ τοὺς Δελφοὺς ἐπλήρου τὴν προφῆτιν μαντικοῦ [ τοῦ ] πνεύματος , τῶν
αὐτὸν ἡ ψυχὴ ἀπεδήμει καθ ' ἑαυτήν , εἶτα ἐπανελθοῦσα ἐπλήρου αὖθις τὸ σῶμα καὶ ἀνίστα τὸν Ἑρμότιμον . Ἀργὸς
5382122 ὁστ
Ὁμήρου , γένος δ ' ἦν ἐκ ποταμοῖο Ἀλφειοῦ , ὅστ ' εὐρὺ ῥέει Πυλίων διὰ γαίης , καὶ ἐμὲ
Δηλιάσιν καρποφόροις γυάλοις ἔτικτε , χρυσοκόμαν ἐν κιθάραι σοφόν , ὅστ ' ἐπὶ τόξων εὐστοχίαι γάνυται : φέρε δ '
5380434 Ἠλεκτρυωνης
φρεσὶ μήδετο θέσκελα ἔργα : αὐτῆι μὲν γὰρ νυκτὶ τανισφύρου Ἠλεκτρυώνης εὐνῆι καὶ φιλότητι μίγη , τέλεσεν δ ' ἄρ
φιλότητος ἐφιμέρου : οὐδέ οἱ ἦεν πρὶν λεχέων ἐπιβῆναι ἐυσφύρου Ἠλεκτρυώνης , πρίν γε φόνον τείσαιτο κασιγνήτων μεγαθύμων ἧς ἀλόχου
5375785 ἑστια
. ἐπὶ τῶν ἐπιχειρούντων τι ποιεῖν καὶ ἀποτυγχανόντων . αὐτόχθων ἑστία : ἡ τοῦ Χείρωνος . αὐτοχόωνος : αὐτοχώνευτος .
Οἶκος θεοῦ λέγοιτο ἂν ἡ ἑκάστου τάξις καὶ ἰδιότης καὶ ἑστία καὶ μονή : οὐ γὰρ ὡς ἄλλος ἐν ἄλλῳ
5367598 ἀπαστραπτουσα
, ἐξ ὧν εὐφροσύνη περιγίνεται ψυχῇ τελεία φῶς τὸ ἀληθείας ἀπαστράπτουσα . τοὺς μὲν οὖν ἀμπελῶνας εὐφροσύνης , τοὺς δ
φωτίζει τε ὁμοῦ καὶ γλυκαίνει , φέγγος μὲν τὸ ἀληθείας ἀπαστράπτουσα , πειθοῖ δέ , ἀρετῇ γλυκείᾳ , τοὺς διψῶντας
5360109 βαιην
ἐστήρικται ἠῴην οἶμον καὶ δείελον Ἠελίοιο κρίνων καὶ θνητοῖσιν ἄγων βαιὴν λύσιν ἔργων : ὃς δὲ περιστρέφεται πύματον πόντον τε
φιλήματι μητρὸς ὀπώρην . ὃς δὲ πολυρραθάμιγγος ὀπιπεύων χύσιν ὄμβρου βαιὴν χεῖρα τάνυσσε περίσσυτον ἠέρι πέμπων , καὶ παλάμην ἐδίηνε
5358396 ἐντοσθεν
γαμήλιος αἴθεται αἰδώς : ὣς αἵ γ ' ἐνδόμυχοι θαλάμων ἔντοσθεν ἑκάστη αἰεὶ δηθύνουσιν , ὅπῃ πόσις αὐτὸς ἀνώγει .
Ζεὺς δῷσι παλίντιτα ἔργα γενέσθαι : νήποινοί κεν ἔπειτα δόμων ἔντοσθεν ὄλοισθε . ” ὣς φάτο Τηλέμαχος , τῷ δ
5352855 ἀεναων
ἀφθόνους τῶν ἐν χερσὶ περιουσίας , αἳ καθάπερ ἀπ ' ἀενάων πηγῶν τῶν τοῦ θεοῦ χαρίτων ῥέουσαι βαθὺν πλοῦτον ἰδίᾳ
ὄμματος ἀτρέπτοιο βολὴν ἐπὶ γαῖαν ἐρείσας , ἄφνω δ ' ἀενάων ἐπέων ὠδῖνας ἀνοίξας δεινὸν ἀνεβρόντησε καὶ ἠερίης ἅτε πηγῆς
5352431 αὐλη
ἔχουσαν ἐν αὑτῇ , οἰκουμένην . διαφέρει δὲ σταθμὸς καὶ αὐλή : ὁ μὲν γὰρ σταθμὸς οἰκητήριον θρεμμάτων , ἡ
, εἴποι ἄν Ζηνός που τοιήδε γ ' Ὀλυμπίου ἔνδοθεν αὐλή . ὁ δὲ κόλαξ τοῦτο τὸ ἔπος κἂν περὶ
5342922 Περγαμων
ἐμελπόμαν χοροῖσι : φοινία δ ' ἀνὰ πτόλιν βοὰ κατέσχε Περγάμων ἕδρας : βρέφη δὲ φίλια περὶ πέπλους ἔβαλλε ματρὶ
λευκοπτέρου φίλιον Ἁμέρας βροτοῖς φέγγος ὀλοὸν εἶδε γαίας , εἶδε Περγάμων ὄλεθρον , τεκνοποιὸν ἔχουσα τᾶσδε γᾶς πόσιν ἐν θαλάμοις
5337169 ἑλισσων
ἔστιν Ἑλένης πρόσπολ ' εἰπεῖν Ἴλιον Ἴλιον : ταυρόκρανος ἀγκάλαις ἑλίσσων κυκλοῖ χθόνα : τοῦτο ἔξωθεν ὁ ποιητὴς πρὸς ἀναπλήρωσιν
φησίν , ὦ Πόσειδον Ἐλέλιχθον , ἤγουν ὁ τὴν γῆν ἑλίσσων καὶ κινῶν , προσέρχεται καὶ ἀποδεκτὸς καὶ ἀρεστός ἐστι
5334614 φαρεϊ
] Κρητικὸν τάμνε πέλαγος : τηλαυγέϊ γὰρ [ ἐν ] φάρεϊ βορήϊαι πίτνον [ ] αὖραι κλυτᾶς ἕκατι πελεμαίγιδος [
φαεσφόρος ὑψόθι πύργου , λεπταλέαις αὔρῃσιν ὅθεν πνεύσειεν ἀήτης , φάρεϊ πολλάκι λύχνον ἐπέσκεπεν , εἰσόκε Σηστοῦ πολλὰ καμὼν Λείανδρος
5334589 βυθος
, καὶ τροπῇ τοῦ α εἰς υ , ὡς βάθος βύθος , . . , . Βύνη : ἡ Λευκοθέα
αἰγιαιλοὶ παρὰ τὸ κρύος κύειν : ψυχροὶ γὰρ ἤπερ ὁ βύθος . κρόκαι δὲ Μινυῶν οὕτω σύντασσε : ὅντινα ναὸν
5327202 πετρα
μήτε χλιαρὰ μήτε πικρὰ , ἀλλ ' ἡδίστη . Ἀγέλαστος πέτρα : ἐπὶ τῶν λύπης προξένων ἡ παροιμία : ἐπ
τῶν κρημνῶν ῥίψαντες σφᾶς ἀπέθανον . εἴχετό τε Ἀλεξάνδρῳ ἡ πέτρα ἡ τῷ Ἡρακλεῖ ἄπορος γενομένη καὶ ἔθυεν ἐπ '
5326705 ἀγρονομοι
καὶ σημασίαν . καὶ ἅπαξ εἴρηται ἐν Ὀδυσσείᾳ , “ ἀγρονόμοι παίζουσι , γέγηθε δ ' ἄρα φρένα Λητώ ,
δέ θ ' ἅμα Νύμφαι , κοῦραι Διὸς αἰγιόχοιο , ἀγρονόμοι παίζουσι : γέγηθε δέ τε φρένα Λητώ : πασάων
5324209 Ὀλυμπος
δὲ μεταξὺ τὰ μὲν μεσημβρινὰ ἡ Ἀμαθουσία , καὶ ὁ Ὄλυμπος τὸ ὄρος , τὰ δὲ ἀρκτικὰ ἡ Λαπηθία .
: Ἥτε καθαλλομένη ἰοειδέα πόντον ὀρίνει ἐπάλμενος ὀξέϊ δουρί . Ὄλυμπος οὕτω ψιλοῦται , καὶ οὕτω λέγεται οὐρανός . Ὁμοίως
5321893 κατεσκευαστο
ὁποῖα εἰώθεσαν , ἀφίκοντο ἐπὶ τὴν θάλατταν , ἐν ᾗ κατεσκεύαστο ἐμπόρια μικρά , καὶ πλοῖα δὲ ἐν αὐτοῖς ὥρμει
. Ἐν δὲ τούτῳ κατὰ μὲν τὴν δεξιὰν πλευρὰν ἄντρον κατεσκεύαστο , οὗ χρῶμα μὲν ἦν ἔχον τὴν πετροποιίαν ἐκ
5316028 κρυφιος
: πρὸ δέ γε ταύτης αὐτὸ τὸ ὄν , ὁ κρύφιος τῷ ὄντι διάκοσμος . Ἔτι οὖν μειζόνως ἡ τούτου
μέμνηταί τί που . καὶ δεῦρό γ ' ὡς σὲ κρύφιος ἐζήτει μολεῖν . χρυσὸς δὲ σῶς ὃν ἦλθεν ἐκ
5303591 πηγη
. . οϚ ∠ ʹ ιϚ μεθ ' ὃ ἡ πηγὴ τὸ καλούμενον Στυγὸς ὕδωρ . . . . .
λεῖοι , τρεῖς αὐτῶν σκοτινοὶ καὶ εἷς φωτινός , καὶ πηγὴ ὕδατος ἀνὰ μέσον αὐτοῦ . καὶ εἶπον Πῶς λεῖα
5303070 ἠρηρειστο
νεφέλης , ἣ κίονος τρόπον τὴν μὲν βάσιν ἐπὶ γῆς ἠρήρειστο , τὸ δ ' ἄλλο σῶμα πρὸς αἰθέριον ὕψος
ἀνηρεφέος πέλε νηοῦ , στιάων : εἴσω δὲ μέλας λίθος ἠρήρειστο ἱερός , ᾧ † ποτε πᾶσαι † Ἀμαζόνες εὐχετόωντο
5298628 ἀποτεμνεται
καὶ τὰ κρινόμενα δὲ τῶν νοσημάτων ἕνα καιρὸν τὴν παρακμὴν ἀποτέμνεται . αἱ γὰρ κρίσεις περὶ τὴν ἀκμὴν λύουσι τὰ
, καὶ μήπω κυρήσῃ τὸ σῶμα τεθνεὸς ταύτῃ , ἧ ἀποτέμνεται , κάρτα κίνδυνος ὑπὸ τῆς ὀδύνης λειποθυμῆσαι : αἱ
5297425 ὀρφνη
ὡς στέγης τινὸς ἐπικειμένης τοῖς τῶν ἀνθρώπων ὀφθαλμοῖς ὄρφνη καὶ ὀρφνὴ ἡ νὺξ ἀπὸ τοῦ τὴν ὅρασιν φονεύειν , ἢ
περιφορᾷ καὶ δινήσει . . Ὄρφνη ἡ νὺξ βαρυτόνως : ὀρφνὴ δὲ νὺξ ἀντὶ τοῦ σκοτεινὴ ἐπιθετικῶς , ὀξύνεται .
5296931 Ἀχερουσιδος
, θαλέθει δέ τε φύλλοις , ἄκρης τυτθὸν ἔνερθ ' Ἀχερουσίδος . εἰ δέ με καὶ τό χρειὼ ἀπηλεγέως Μουσέων
Δάσκυλον ὀτρυνέω , ἐμὸν υἱέα : νόσφι δὲ Τυνδαρίδαις , Ἀχερουσίδος ὑψόθεν ἄκρης εἵσομαι ἱερὸν αἰπύ , τὸ μὲν μάλα
5293320 συμμαρψας
συβόσια τὰ συφόρβια : “ τόσσα συῶν συβόσια . ” συμμάρψας συλλαβών : “ συμμάρψας δόνακας . ” συμβλήμενος συναντήσας
' Ἥρης παρελέξατο καλλιπαρήου ἐξαπαφὼν Μῆτιν καίπερ πολύιδριν ἐοῦσαν : συμμάρψας δ ' ὅ γε χερσὶν ἑὴν ἐγκάτθετο νηδύν ,
5289762 Στεφανοιο
ἴδοιο μετήορον , ἥμισυ δ ' ἤδη ἐσχατιαὶ βάλλουσι κατερχομένου Στεφάνοιο . Αὐτὰρ ὅγ ' ἐξόπιθεν τετραμμένος ἄλλα μὲν οὔπω
ὅντινα τοῦτον ἄϊστον ὑπουρανίων εἰδώλων . . . Ἥμισυ δὲ Στεφάνοιο καὶ αὐτὴν ἔσχατον οὐρὴν Κενταύρου φορέουσιν ἀνερχόμεναι ἔτι Χηλαί
5288582 ἐπιταττουσα
καὶ ἡ φρόνησις λειπομένη καὶ δευτέρα τῆς σοφίας , ὡς ἐπιτάττουσα δι ' αὐτήν , ἵν ' ἐν ταῖς ψυχαῖς
, πολλῷ μᾶλλον ἀποδεχόμεθα τὴν μουσικήν , ὅτι οὐ βιαστικώτερον ἐπιτάττουσα ἡμῖν ἀλλὰ μετὰ θελγούσης τινὸς πειθοῦς τῶν αὐτῶν ἀποτελεσμάτων
5286831 ἀγκος
τοιόνδε τι : ὕδωρ ὀλίγον φαινόμενον ἐκ πέτρης στάζει ἐς ἄγκος , τὸ δὲ ἄγκος αἱμασιῆς τις περιθέει κύκλος .
ὀλίγον φαινόμενον ἐκ πέτρης στάζει ἐς ἄγκος , τὸ δὲ ἄγκος αἱμασιῆς τις περιθέει κύκλος . Ἡ δὲ Νώνακρις ,
5286213 ὀχος
ἄλοχον ὡς πατρὸς βίαι ; οἰκεῖος αὐτὸν ὤλες ' ἁρμάτων ὄχος ἀραί τε τοῦ σοῦ στόματος , ἃς σὺ σῶι
Ὄχθαι . τὰ χείλη τῶν ποταμῶν τὰ ἐξέχοντα . ἔχω ὄχος ἔξοχος , καὶ θηλυκὸν ὄχη , καὶ πλεονασμῷ τοῦ
5276847 κτυπος
ξυμβολαῖς ὁ στρατός , ἐς τοσόνδε ὁ ἀπὸ τοῦ ῥοῦ κτύπος κατεῖχεν , ὥστε ἐπέστησαν τὰς εἰρεσίας οἱ ναῦται ,
γὰρ ἠχώ τις ἁρμάτων προσβαλεῖν ἔοικεν : ἵππων ὠκυπόδων ἀμφὶ κτύπος οὔατα βάλλει : καί μοι δοκῶ βασιλέως ἀκούειν λέγοντος
5275503 ἀπειριτος
καὶ Αἰακίδην προσέειπεν : Ὦ Ἀχιλεῦ , περὶ δή μοι ἀπείριτος ἤλυθεν αὐδὴ οὔασιν , ὡς πολέμοιο συνεσταότος μεγάλοιο .
γὰρ σκοπιὴν ἐς παιπαλόεσσαν ἀνελθὼν νῆσον , τὴν πέρι πόντος ἀπείριτος ἐστεφάνωται . αὐτὴ δὲ χθαμαλὴ κεῖται : καπνὸν δ
5274536 πολυκλαυτου
παῖς ἐρικτύπου Διὸς καρδίην ὤρινεν ? ? † αὐτῆς τῆς πολυκλαύτου ? λεώ ? ? ! [ ! ! ]
τε νάῃ καὶ δένδρεα μακρὰ τεθήλῃ , αὐτοῦ τῇδε μένουσα πολυκλαύτου ἐπὶ τύμβου , ἀγγελέω παριοῦσι Μίδας ὅτι τῇδε τέθαπται
5271701 δεινοιο
' ὄμμασιν : εἷς δ ' ὑπένερθεν ἐσχατιὴν ἐπέχει γένυος δεινοῖο πελώρου . Λοξὸν δ ' ἐστὶ κάρη , νεύοντι
τε κατεσθίει ὅν κε λάβῃσιν : ὣς Τρῶες ποταμοῖο κατὰ δεινοῖο ῥέεθρα πτῶσσον ὑπὸ κρημνούς . ὃ δ ' ἐπεὶ
5269096 θαλασσα
μὴ πίωσιν ἄνθρωποι . % % ἡ μέντοι καλουμένη νεκρὰ θάλασσα , καὶ ἀληθῶς οὖσα νεκράπλεῖται γὰρ οὐδέποτε , καὶ
καὶ δένδρεα μακρὰ τεθήλῃ καὶ ποταμοὶ πλήθωσι , περικλύζῃ δὲ θάλασσα , ἠέλιος δ ' ἀνιὼν φαίνῃ λαμπρά τε σελήνη
5262881 τυμβος
ἀλλὰ φυγεῖν θάνατος . Εὐθυμάχων ἀνδρῶν μνησώμεθα , τῶν ὅδε τύμβος , οἳ θάνον εὔμηλον ῥυόμενοι Τεγέαν αἰχμηταὶ πρὸ πόληος
ἐν ταῖς κυνηλασίαις καὶ θεύσεσι τῶν κυνῶν ἐτίμων αὐτόν . τύμβος δὲ γείτων : ἡ Λητοῦς ἀδελφὴ Ἀστερία φεύγουσα τὴν
5254428 ὁδευων
ἀεὶ δεῖ τὰ ὅμοια . ὁ μὲν γὰρ πελαγίζων ἢ ὁδεύων διὰ χώρας πεδιάδος κοιναῖς τισι φαντασίαις ἄγεται , καθ
εἰ μὴ Μάμερκος , ἕτερος Ῥωμαίων στρατηγός , ἐπὶ Σαυνίτας ὁδεύων ἔμαθε τὸ βούλευμα τῶν φυλάκων καὶ ἐπικρύψας τοὺς μὲν
5252863 ἐκτοσθεν
[ ? ] πυρὰ κείατε καὶ μεμαῶτες [ τείχεος ] ἔκτοσθεν φιλίην ῥύεσθε πόληα : [ – ˘˘ ] ν
γὰρ ἔντοσθεν ἄλλα τις αἰτία δυναμικωτέρα αὐτᾶς εὑρεθήσεται οὔτ ' ἔκτοσθεν φθεῖραι αὐτὸν δυναμένα : ἀλλ ' ἦν ὅδε ὁ
5249074 προδομος
τριῶν κελεύθων Ποτνιάδας ἠμείβομεν δέσποιν ' Ἑκάτη , τῶν βασιλείων πρόδομος μελάθρων κοινὸν τύχη , γνώμη δὲ τῶν κεκτημένων ὁ
καλοῦσι , τὸ δὲ τοῦ πυλωροῦντος οἴκημα πυλώριον . εἶτα πρόδομος καὶ προαύλιον : εἶτα αὐλὴ τὸ ἔνδον , ἣν
5248273 ὀφιων
παρθενίοις : ὅντινα τὸν θρῆνον ὑπὸ παρθενίοις Γοργόνων κεφαλαῖς καὶ ὀφίων ἀπλησιάστοις κεφαλαῖς ἐπήκουσε σὺν τῷ δυσπενθεῖ καμάτῳ καὶ θρήνῳ
καὶ ἡ γενικὴ τῶν πληθυντικῶν ὡμοτόνησε ταύτῃ : ἡ δὲ ὀφίων οὐ προπαροξύνεται , ἐπειδὴ εἰ καὶ προπαροξύνεται ἡ γενικὴ
5243378 πορος
ὀφθαλμὸν , ὅταν ὁ διατείνων ἀπὸ τοῦ ἐγκεφάλου καὶ μήνιγγος πόρος ἐπὶ τὸν ὀφθαλμὸν ἀποῤῥαγῇ , ὡς ἀβλεψίαν τελείαν γενέσθαι
πράγματα ἀγερμὸς συναγερμός , ἄθροισις συνάθροισις , συναθροισμὸς ἀθροισμός , πόρος , συναγωγή , ἔρανος , συλλογή , σύστασις :
5239428 περιδρομον
πλέον ἡνιοχεύων . Καὶ πολυδινήτων ἐτέων αὐτόσπορος Αἰὼν ἀμφιθαλὴς μορφοῦτο περίδρομον ἐς πόλον ἄλλον , πατροπάτωρ , περίμετρος ἀλωφήτοισι κελεύθοις
ἡ περιφέρεια τοῦ σάκους . περίδρομον ] τὸ στρογγύλον . περίδρομον ] κυκλοτερές . Ξ περίδρομον ] τὸ στρογγύλον κύτος
5230558 περιβρεμεται
διὰ τὸ μέλος εὐφραῖνον . καὶ ἐν τοῖς ἑξῆς οὗ περιβρέμεται Θρηϊκία χελιδών . Θ . . . 〚 ἃ
τε σκολιή τε καὶ ἄσχετος , ἧχι θάλασσα συρομένη μακρῇσι περιβρέμεται σπιλάδεσσιν , Ἀονίῳ τμηθεῖσα πολυγλώχινι σιδήρῳ . πρὸς δὲ
5224075 εὐρυς
ἔμελλεν ἐκτελέειν : τῶ καί μιν ἐυφρονέοντ ' ἀνὰ θυμὸν εὐρὺς ἀγάσσατο λαός : ὃ δ ' ἐν μέσσοισιν ἔειπεν
πάντες Ἀχαιοὶ ἄλλοι ὁμῶς ἄλλῃσιν ἐπάλξεσιν : ἔβραχε δ ' εὐρὺς αἰγιαλὸς καὶ νῆες , ἐπεστενάχοντο δὲ μακρὰ τείχεα βαλλομένων
5220725 ἀμφιτριτης
χειμερία οὖσα ταραχθῇ . ζέει : βράζει , ἀναβράζει . ἀμφιτρίτης : θαλάσσης . Προὔχουσαν : προβλήτιδα , προέχουσαν ,
Κασπιάδων πυλέων νοτιώτερον οἶμον ἔχουσα , ἑλκομένη καὶ μέχρις ὁμωνύμου ἀμφιτρίτης . τριχθὰ δέ μιν ναίουσι διασταδόν , οἱ μὲν
5219943 ἀντρα
ἐν μυχοῖς τοῦ Δελφινίου τόπου ἤτοι τῆς Φωκίδος περὶ τὰ ἄντρα καὶ σπήλαια τοῦ Κερδώου θεοῦ ἤτοι τοῦ Ἀπόλλωνος :
Ἐρετρικήν , ὄρη , κρημνούς , φάραγγας , καταδύσεις , ἄντρα , χαράδρας , τρώγλας , χηραμούς , πάντας μυχοὺς
5219474 διαπρο
. Αἴας δ ' ἀσπίδα νύξεν ἐπάλμενος : ἣ δὲ διαπρὸ ἤλυθεν ἐγχείη , στυφέλιξε δέ μιν μεμαῶτα , τμήδην
διαπρὸ ] διόλου . . περίδρομος ] στρογγύλη . . διαπρὸ περίδρομος : οὐ περὶ δρόμου διόλου , ἀλλ '
5216375 ἀκροτατῃ
καὶ [ πάλιν ἐν οἷς ] πόντοιο καὶ ἐν τῷ ἀκροτάτῃ κορυφῇ πολυδειράδος Οὐλύμποιο : ὅπου γάρ ἐστιν ἀκρότης ,
μεγάλοιο πεφύκει λείη , ἀτάρ τέ οἱ ὄζοι ἐπ ' ἀκροτάτῃ πεφύασι : τὴν μέν θ ' ἁρματοπηγὸς ἀνὴρ αἴθωνι
5216058 σφιγγουσα
τὰ σώματα ἐργάζεται , τοὺς χιτῶνας αὐτῶν συνάγουσά τε καὶ σφίγγουσα : διὸ καὶ ὑποχωρήσεις πολλαὶ ἐπὶ τούτων κατὰ κοιλίαν
διὰ ταῦτα καὶ ἡ ἐν τῷ παντὶ ἀνέχουσα πάντα καὶ σφίγγουσα δύναμις ἐν τῷ οὐρανῷ ἱδρῦσθαι λέγεται κατὰ τὴν ὑπεροχὴν
5210561 Εὐρωπη
Ἑλλάς , ἡ βάρβαρος , ἠπειρῶται , νησιῶται , ἡ Εὐρώπη , ἡ Ἀσία , δύσις , ἀνατολή : μεμένηκε
θεράπαιναν , κατὰ συγκοπήν . Ἀσία γὰρ ἡ Τροία , Εὐρώπη δὲ ἡ Πελοπόννησος : ἀλλάξας ' Ἀίδα θαλάμους :
5209055 ἠεροειδες
λιμένος τανύφυλλος ἐλαίη , ἀγχόθι δ ' αὐτῆς ἄντρον ἐπήρατον ἠεροειδές , ἱρὸν Νυμφάων , αἳ Νηϊάδες καλέονται . ἐν
περιξέστῃ ἐϊκυῖα . μέσσῳ δ ' ἐν σκοπέλῳ ἐστὶ σπέος ἠεροειδές , πρὸς ζόφον εἰς Ἔρεβος τετραμμένον , ᾗ περ
5204419 ἑσπεριη
' Ὠκεανοῖο βαθυρρόου , ἔνθ ' ἀκάμαντι Ἠελίῳ δύνοντι συνέρχεται ἑσπερίη Νύξ : ἐν δὲ καὶ ἀκαμάτοιο μέγας πάις Ἰαπετοῖο
ἀνελίσσεται : ἀντία δ ' Ἵππου ἐξ οὐρῆς Κένταυρον ἐφέλκεται ἑσπερίη Νύξ . ταῦτα μὲν ὡς ἐν βραχεῖ περὶ κινήσεως
5196181 εἰναλιου
Θυτήριον ἀρχαίη Νύξ , ἀνθρώπων κλαίουσα πόνον , χειμῶνος ἔθηκεν εἰναλίου μέγα σῆμα : κεδαιόμεναι γὰρ ἐκείνῃ νῆες ἀπὸ φρενός
δέ φησιν οὕτως εἰν Ἀρίμοις ὅθι φασὶ Τυφωέος ἔμμεναι εὐνάς εἰναλίου πέμπελος : ἡ γραῦς , παρὰ τὸ εἶναι πλησίον
5181976 ἠχηεντα
τὰ μὲν περὶ τοῦ οἴκου εἰρήκασιν , ὥς ἐστι δώματα ἠχήεντα . τοιαῦτα γὰρ δὴ τὰ ὑψόροφα καὶ μεγάλα .
ἐν οὔρεσιν ἐξεπεφύκει πίννας ἦλθε φέρων † καὶ ἄμυλα † ἠχήεντα , ἃς κατὰ φυκότριχος πέτρης λευκὸν τρέφει ὕδωρ ψῆττά
5181075 θεινομενων
οὐδ ' ἀπέληγον ὑσμίνης . Πάντων δὲ καρήατα δεύετο λύθρῳ θεινομένων ἀνὰ δῆριν ἀμείλιχον , ὡς ἐτεόν περ : οἴνῳ
Θεινόντων : οὐταζόντων . ἄμοτον : ὁμοῦ , ἀκατάπαυστον . θεινομένων : οὐταζομένων . Ἕλῃ : λάβῃ . ἑτεραλκέα νίκην
5180408 γαληνη
ἐρατεινήν : Μειλιχίη δέ τοι αἰὲν ἐπ ' ὀφρύσι νεῦσε γαλήνη παίδεσιν ἠδὲ τοκεῦσιν , ἐπὶ φρεσὶν ἠδὲ νόοιο ,
στησόμεθα : δώσω δὲ ἐγὼ τοῦ χοροῦ τὸ σύνθημα . γαλήνη μὲν ἔχει τοὺς ἀρχομένους ἅπαντας , καθάπερ ἐκ τρικυμίας
5178441 ἐπητριμοι
σφετέρου : ἅμα δ ' ἠελίῳ καταδύντι πυρσοί τε φλεγέθουσιν ἐπήτριμοι , ὑψόσε δ ' αὐγὴ γίγνεται ἀΐσσουσα περικτιόνεσσιν ἰδέσθαι
τί κεν ἔργον ἀραχνάων ἐρίσειεν . ἄλλοι δὲ Σκύθαι εἰσὶν ἐπήτριμοι , οἵτε νέμονται ἐσχατιάς : παρὰ δέ σφι δυσήμενος
5175362 ἑκαθεν
, τί σοι φάμενος ἢ τί ῥέξας τύχοιμ ' ἂν ἕκαθεν οὐρίσας , ἔνθα ς ' ἔχουσιν εὐναί , σκότῳ
κύστιος κεῖνται . Κύστις δὲ νευρώδης οὔλη καὶ μεγάλη : ἕκαθεν δὲ κύστιος μετοχὴ , εἰς ὃ πέφυκε . Καὶ
5165895 ἐγγυθι
. ἀλλ ' ἴομεν : μάλα γὰρ νὺξ ἄνεται , ἐγγύθι δ ' ἠώς , ἄστρα δὲ δὴ προβέβηκε ,
ἀπήμονα φορβήν : ὀψὲ δέ μιν νόος ὦρσε καὶ ἤγαγεν ἐγγύθι πότμου : αὐτίκα δὲ τρέσσας ἀνεχάσσατο : πολλάκι δ
5163776 Νηρεος
φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον : νύμφευσε δ ' αὖτις ἀγˈλαόκολπον Νηρέος θύγατˈρα , γόνον τέ οἱ φέρτατον ἀτίταλλεν ἐν ἀρμένοισι
ἀνεχόρευσεν αἰθήρ , χορεύει δὲ σελάνα καὶ πεντήκοντα κόραι † Νηρέος αἱ κατὰ πόντον ἀεναῶν τε ποταμῶν † δίνας χορευόμεναι
5159311 ἑλισσεται
ὀλοῆς ὑπὸ μάρνατ ' ἀνάγκης , ἀμφὶ δέ οἱ μελέεσσιν ἑλίσσεται , ἄλλοτε ἄλλας παντοίας στροφάλιγγας ὑπὸ σκολιοῖσιν ἱμᾶσι τεχνάζων
ἐξερχομένῳ πνεύματι : πρῶτον γὰρ περὶ τὸ χεῖλος τῆς σύριγγος ἑλίσσεται τὸ πνεῦμα . φορέοιτε βάτοι : βάτος . .
5158999 οὐρος
τοὺς ἀνάντεις τόπους . οὐρίαχοι ὁ οὔραχος τοῦ δόρατος . οὖρος ὁ φύλαξ , καθὸ συνήθως : “ οὖρος Ἀχαιῶν
, ἀλλὰ προσεπισφραγιζόμενος τὸ τῆς ἐξουσίας προσέθηκεν , Ἧι λιγὺς οὖρος ἐπιπνείῃσιν ὄπισθεν , τῇ νηὶ δὴ λέγων τῇ πλεούσῃ
5152412 ἀκταινωσαι
ὁδοιπορίας , ὡς Αἰσχύλος καὶ Ἀριστοφάνης . . , : ἀκταινῶσαι . . . . Αἰσχύλος οὐκέτ ' ἀκταίνω φησί
δὲ καὶ ἄλλοι πολλοί . , . . , . ἀκταινῶσαι : , . . , . . . ,
5147881 συνηρεφης
ἦμεν . μικρὸν δὲ ἄπωθεν τῶν ἐπαυλίων πέτρα τις ἦν συνηρεφὴς κατὰ κορυφὴν δάφναις καὶ πλατανίστοις , ἑκατέρωθεν δὲ μυρρίνης
ἦν γάρ τις οὐ πολὺ ἀπέχων ἱερὸς χῶρος ὕλῃ βαθείᾳ συνηρεφὴς , καὶ πέτρα κοίλη πηγὰς ἀνιεῖσα : ἐλέγετο δὲ
5147282 διναις
. φρεσὶν ] ἤγουν λογισμοῖς . τελεσφόροις ] τετελεσμένοις . δίναις ] στροφαῖς , ἤγουν πολλοὺς λογισμοὺς ἀνελίσσει καθ '
αὐτοῦ καθίησιν ἐς τὸ ὕδωρ , καὶ εἰλεῖται ἐν ταῖς δίναις στρεφόμενον , τό γε μὴν τέλος διὰ χειρῶν ἔχει
5142919 ἀποσκιασμα
ἧττον ὄντες ἐν φωτί ; τὸ γὰρ κωνικὸν τῆς γῆς ἀποσκίασμα , ὃ δὴ νύξ ἐστιν , οὐχ ὑπερβαίνει τὴν
. , : ἀνθήλιος : ἡ σελήνη : καὶ τὸ ἀποσκίασμα τῆς τοῦ ἡλίου ἀνταυγείας . ἐνίοτε δὲ καὶ τὸ
5141921 τετρακυκλος
ὑλῶν διαφόρων , ἐν τούτοις καὶ ὁ τῆς Σεμέλης θάλαμος τετράκυκλος πηχῶν εἴκοσι δύο ὑπὸ ἀνδρῶν ἑλκόμενος πεντακοσίων : ἐφ
, ἑκάστη φέρουσα τοὺς ἰδίους καρπούς . μετὰ δὲ τούτους τετράκυκλος μῆκος πηχῶν τεσσερεσκαίδεκα , ὀκτὼ δὲ τὸ πλάτος ,
5136173 πασαων
. πρὸς δ ' αὐγὰς Ἰνδῶν ἐρατὴ παραπέπταται αἶα , πασάων πυμάτη , παρὰ χείλεσιν Ὠκεανοῖο , ἥν ῥά τ
δέ μοι , Διός , ἔννεπε , Μοῦσα , νήσων πασάων ἱερὸν πόρον , αἵτ ' ἐνὶ πόντῳ ἀνδράσι φαίνονται
5131473 αὐγη
εἶναι καὶ ἱστίον τῷ ἅρματι , ἀφ ' οὗ καὶ αὐγή τις ἐπὶ τὸ μέτωπον καὶ τὴν κεφαλὴν ἥκει οὔπω
φαίνηται , ἀεξομένοιο διδάσκει μηνός : ὅτε πρώτη ἀποκίδναται αὐτόθεν αὐγή , ὅσσον ἐπισκιάειν , ἐπὶ τέτρατον ἦμαρ ἰοῦσα :
5131181 πτερυγεσσιν
τε ζώει τε καὶ ἕρπει , εὐνάζων ἤμειψεν ὑπὸ χρυσέαις πτερύγεσσιν . Ἷξε δ ' ὑπὸ στυφελῶν Κόλχων εὐανθέα χῶρον
Πολλάκι δ ' ἀγριάδες νῆσσαι ἢ εἰναλιδῖναι αἴθυιαι χερσαῖα τινάσσονται πτερύγεσσιν : ἢ νεφέλη ὄρεος μηκύνεται ἐν κορυφῇσιν . Ἤδη
5126970 εἱλειται
' ἔχει κεράων σκαιὸς πόρος , ὅστ ' ἐπὶ δισσὴν εἱλεῖται στροφάλιγγα , βιοῦ κεράεσσιν ἐοικώς . τοῦ καὶ πρὸς
τῇ ἀστραπῇ τῶν ὅπλων : κατόπιν δὲ αὐτοῦ ζάλη ἀνέμου εἱλεῖται πομπὸς τοῦ εἰδώλου . ἐπιλείψει με ἡ φωνή ,
5126554 ὁλκος
ἐπιδείκνυνται , διερευνᾷ μή τισιν ἀναγκαίαις αἰτίαις ἐνδέδενται , ὧν ὁλκὸς ἡ δύναμις . εἰ γάρ τις , φησί ,
Συρίης τε πόληες θινὸς ἔπι στρεπτῆς περιμήκεες : ἀμφὶ γὰρ ὁλκὸς ἐς δύσιν ἔστραπται πολιῆς ἁλός , ἄχρι κολώνης οὔρεος
5126447 ἠχηεντος
, ὧν ἑτέρη , θάμβος περιώσιον ἀνδράσι λεύσσειν , κίνυται ἠχήεντος ὑπὸ πνοιῇ Βορέαο . καὶ τὰ μὲν ὧς ἤμελλε
, Λυκάονος ὁππότε θυμὸν νοσφίσατ ' ἐκ μελέων ποταμοῦ σχεδὸν ἠχήεντος , Ἕκτορά θ ' ὡς ἐδάμασσε , καὶ ὡς

Back