καὶ ἀνέσεις πρὸς τὸν τῆς Σελήνης χρηματίζονται δρόμον : ὅθεν τριταίαν μὲν κρίσιν λαμβάνω κατὰ τὸ ζῴδιον ἐξ οὗ μεθισταμένη
Οὐ μόνον δὲ δεῖ ταῦτα σκοπεῖν , ἀλλὰ καὶ τὴν τριταίαν καὶ ἑβδομαίαν καὶ τεσσαρακοσταίαν ἡμέραν τῆς ἐκτροπῆς , ὥσπερ
5634681 διαμετρει
. Οἷον ἔστω Κρόνος Καρκίνου μοίρᾳ καʹ ὁρίοις Ἀφροδίτης : διαμετρεῖ Αἰγόκερως ὅρια Ἄρεως : οὗτος ἦν Ταύρου μοίρᾳ κζʹ
κατὰ τὰ ἰσανάφορα , ἀλλὰ δὲ καὶ Κριὸς τὴν Παρθένον διαμετρεῖ καὶ ὁ Ζυγὸς τοὺς Ἰχθύας κατὰ τὰς ἰσοδυναμίας :
5585537 κρισιμον
, ὅτι ἐπὶ μὲν τῶν δύο τετράδων τὴν ἑβδόμην λέγομεν κρίσιμον καὶ οὐχὶ τὴν ὀγδόην , καὶ ἐπὶ μὲν τῶν
, ἐν ἀρχῇσιν ὑπόγλισχρα διαχωρήματα , ἐξ οἵων τὸ παχὺ κρίσιμον , ἀγρύπνῳ : μετὰ ταῦτα , ὑπόγλισχρα , ὑπόχολα
5523668 ἑβδομην
ἱεροπρεπὲς αὐτῆς πεφοίτηκε . Τοσούτου δ ' ἀξιοῖ σεβασμοῦ τὴν ἑβδόμην , ὥστε καὶ ἄλλα ὁπόσα ταύτης μετέχει τετίμηται παρ
καὶ τὴν πέμπτην ἕκτην καὶ τὴν ἕκτην πέμπτην καὶ τὴν ἑβδόμην τετάρτην καὶ τὴν ὀγδόην τρίτην καὶ τὴν ἐνάτην καὶ
5507210 ἑνην
] ἤγουν χειμὼν παρὰ καιρόν . παρεῖναι δ ' εἰς ἕνην : οἷον εἰς τρίτην . καὶ Ἡσίοδος : “
ἐκκλησίας συνήγοντο πάλιν βουλευσόμενοι περὶ τῶν αὐτῶν . Ἀττικοὶ καλοῦσιν ἕνην καὶ τὴν παλαιάν . καὶ Δημοσθένης ἐν τῷ κατὰ
5459229 ἑκτην
, τρίτην Κυρηναϊκήν , τετάρτην Ἐπικούρειον , πέμπτην Ἀννικέρειον , ἕκτην Θεοδώρειον , ἑβδόμην Ζηνώνειον τὴν καὶ Στωϊκήν , ὀγδόην
δένδροις Ξενοφῶν , δένδρεσι Θουκυδίδης . δείλης πρωΐας τὸ μετὰ ἕκτην ὥραν , δείλης ὀψίας πρὸς ἑσπέραν . κατ '
5389778 εἰκοστην
: ἐξέρυθρος . Γυναικὶ καρηβαρικῇ ἰσχυρῶς , ταύτῃ ἐκρίθη περὶ εἰκοστήν : καυσώδης ὑποχόνδρια : ἑβδόμῃ οὐ κάρτα ᾑμοῤῥάγησεν :
πέμπτη ἐς τὴν ἑπτακαιδεκάτην , ἡ δὲ ἕκτη ἐς τὴν εἰκοστήν : αὗται μὲν οὖν ἐπὶ τῶν ὀξυτάτων διὰ τεσσάρων
5387189 ὀχευειν
οὐ παρὰ μέγεθος διαφέροντα . ἄρχεται δὲ ὁ μὲν ἄρρην ὀχεύειν γενόμενος ἐνιαυσιαῖος , ἡ δὲ θήλεια βαίνεται ὀκταμηνιαία .
. . ἀνθέμιον ] χρυσίον ἐκλεκτόν . . τό τε ὀχεύειν καὶ τὰ τοιαῦτα . . ἐρυμνὰ ] ἠσφαλισμένα .
5373628 τετραγωνιζει
περιφέρειαν ἢ ἴσην ἔχει ἡμικυκλίου ἢ μείζονα ἢ ἐλάττονα , τετραγωνίζει δὲ ὁ Ἱπποκράτης καὶ τὸν ἴσην ἡμικυκλίου ἔχοντα καὶ
ἣν μέλλομεν εἰπεῖν : ἡ γὰρ σελήνη ἑπτὰ ἡμερῶν γενομένη τετραγωνίζει τὸν ἥλιον : ἅπας δὲ καιρὸς , ἤτοι ἔαρ
5295932 ὀγδοην
νομίζονται . φασὶ καὶ παίδων πένταθλον παρελθεῖν ἐκεῖ κατὰ τὴν ὀγδόην καὶ τριακοστήν , ὅτε νικῆσαι μὲν Εὐτελίδαν Λακεδαιμόνιον ,
καὶ ὁ τὰς Γεωγραφίας συνταξάμενος Ἀρτεμίδωρος ὁ Ἐφέσιος κατὰ τὴν ὀγδόην βίβλον καί τινες ἕτεροι τῶν ἐν Αἰγύπτωι κατοικούντων ,
5276654 διαλειπων
συνεχεῖς τοῖς διαλείπουσιν . Ὅτ ' ἂν οὖν γένηται τριταῖος διαλείπων καὶ ἀμφημερινὸς συνεχὴς , εὔδηλον ὅτι δύο γεγόνασι πυρετοὶ
τὸν διαλείποντα ἔχει τοιαύτην συνυπάρχουσαν ἀλλήλοις . οὔτε γὰρ ὁ διαλείπων δύναται νοηθῆναι δίχα τοῦ παλινδρομοῦντος οὔτε χωρὶς τοῦ διαλείποντος
5264595 ἑωσφορου
ἐστὶ φωτὸς τῆς μεγάλης ἡμέρας . Καὶ ἰδοὺ πλησίον τοῦ ἑωσφόρου ἐσχίσθη ὁ οὐρανὸς καὶ ἐφάνη φῶς ἀνεκλάλητον . Καὶ
χρόνων προσειληφέναι , τὰς μὲν ἰσοδρόμους ἴσα , ἡλίου καὶ ἑωσφόρου καὶ στίλβοντος ἐπίκλησιντρεῖς γὰρ τῶν πλανήτων | ἰσοταχεῖς οὗτοι
5195737 πολευει
ἔσχατον δωδεκάτη διέπει : τῆς δὲ τριτάτης νύκταν αὖ Ἄρης πολεύει πᾶσαν . καὶ Κρόνος ταύτης πρώτιστον ὥραν αὐτὸς διέπει
Κρόνου . αὐτὸς ὁ ἀστὴρ κύριος τῆς ἡμέρας γίνεται καὶ πολεύει ὅλην τὴν ἡμέραν , τὴν πρώτην ὥραν αὐτὸς πολεύων
5181540 φοβησονται
ἐπισιτισμοῦ Συρακοσίοις ὧν κύριοι καταστήσονται ; νὴ Δί ' ἀλλὰ φοβήσονται τὴν δευτέραν ἔφοδον ταυτηνί . μᾶλλον θαρρήσουσι συνειδότες ὡς
ὁρᾶν δοκῶμεν τοὺς πολεμίους : πολὺ δὲ κἀκεῖνοι μᾶλλον ἡμᾶς φοβήσονται , ὅταν ἀκούσωσιν ὅτι οὐ φοβούμενοι πτήσσομεν αὐτοὺς οἴκοι
5180983 πανσεληνον
: καὶ πάλιν ἀπὸ τοῦ Θ ἀρχομένη κατὰ τὴν πρώτην πανσέληνον , ὑπερπίπτεν [ ] τὸ Ζ σημεῖον κατὰ τὴν
κατὰ τὴν πρώτην πανσέληνον ὁπωσδήποτε , καὶ κατὰ τὴν τελευταίαν πανσέληνον ἐκλείπειν : ἀρχομένη γὰρ ἀπὸ τοῦ Ε καὶ κινηθεῖσα
5180010 μετοπωρινην
ἑξῆς ἔτει , πρώτωι δὲ μετὰ τὴν ἅλωσιν ὑπὸ τὴν μετοπωρινὴν ἰσημερίαν ἄραντες οἱ Τρῶες ἐκ τῆς γῆς περαιοῦνται τὸν
δὲ ἰδίως τῇ τοῦ Νείλου ἀναβάσει , κατὰ δὲ τὴν μετοπωρινὴν ἰσημερίαν τῷ σπόρῳ , κατὰ δὲ τὴν χειμερινὴν τροπὴν
5107126 ἀνισχουσιν
Ἕλληνα κλητέον . καὶ δὴ δύ ' αὗται λαμπάδες ῥητορικῆς ἀνίσχουσιν , ἡ μὲν τὴν Εὐρώπην , ἡ δὲ καταλάμπουσα
' ἐννάτης λέγω δὴ ἕως τρισκαιδεκάτης Ἀρκτοῦρος καὶ Παρθένος τε ἀνίσχουσιν ὁμοίως τεσσαρεσκαιδεκάτῃ τε Ἵππος Πλειάς τ ' ἀνίσχει .
5095706 ἀνισχουσι
ὀροπέδια . Ῥαιτοὶ δὲ καὶ Νωρικοὶ μέχρι τῶν Ἀλπείων ὑπερβολῶν ἀνίσχουσι καὶ πρὸς τὴν Ἰταλίαν περινεύουσιν , οἱ μὲν Ἰνσούβροις
τὴν ἐννάτην ἡ Λύρα ἐπανίσχουσα τὸν νότον ἐπιπνέει , τριακοστὴν ἀνίσχουσι Πλειάδες , καὶ βροντή τε , καὶ μετ '
5093120 ἐπιπνεει
, καὶ τὴν ἐννάτην ταύτης Πλειάδες ὄρθρου φαίνονται καὶ νότος ἐπιπνέει , ἡ Αἲξ δὲ τὴν τριακοστήν . Ὀκτωβρίου δὲ
πρὸς ἑβδόμην τούτου , καὶ τῇ ὀγδόῃ ζέφυρος ἢ βορρᾶς ἐπιπνέει , ἐννάτῃ δὲ Ὑδροχοὸς , καὶ κρυπτὸν ἄστρον φαίνει
5088601 ἐαρινην
Ϙα . . . , ἀπὸ τροπῶν χειμερινῶν εἰς ἰσημερίαν ἐαρινὴν Εὐδόξωι καὶ Δωι ἡμέραι Ϙα , Εὐκτήμονι Ϙβ .
. φαίνεται δὴ ὁ ἥλιος κατὰ τὸ α γενόμενος ἰσημερίαν ἐαρινὴν ποιεῖσθαι , κατὰ δὲ τὸ β τροπὴν θερινήν ,
5084017 τρισκαιδεκατην
ἕως ἂν ὁ τῆς δωδεκάδος ἀριθμὸς ἀπαρτισθῇ , καὶ τὴν τρισκαιδεκάτην ἡμέραν πάλιν διδοὺς τῷ ζῳδίῳ , ἔνθα ὁ μὴν
σωρὸς δὲ ὁ θησαυρός . * μηνὸς δ ' ἱσταμένου τρισκαιδεκάτην ἀλέασθαι : καλῶς ἐπέστησεν ὁ Πλούταρχος ὅτι τὸ σπεῖραι
5064071 πολυημερος
μικρόν : στάθμιον ἀληθινὸν καὶ δίκαιον ἔσται σοι , ἵνα πολυήμερος γένῃ ἐπὶ τῆς γῆς , ἧς κύριος ὁ θεός
γʹ . ἢ δʹ . ἡμέρας , καὶ γίνεται ἐφήμερος πολυήμερος . Διατὶ καλοῦμεν ἐφήμερον πολυήμερον . Διὰ τὰ φθάσαντα
5044892 κυουσι
κεχήνασι , καὶ τὸ πνεῦμα ἐσρέον πληροῖ αὐτάς , καὶ κύουσι τριῶν ἐτῶν . λέγουσι δὲ νεοττιὰν μὴ ὑποπλέκειν γῦπα
δὲ πᾶσαν ὥραν ὀρθός , τῆς θηλείας ὑποτιθείσης ἑαυτήν . κύουσι δὲ καὶ τίκτουσι καθὼς καὶ οἱ κύνες . ζῇ
5033215 Νοεμβριου
δεῖ σε λούεσθαι τὸν Ἀπρίλλον μῆνα μέχρι καὶ ὅλου τοῦ Νοεμβρίου μηνὸς καὶ τοὺς ἀπηγορευμένους μῆνας ἀπέχου τοῦ λούεσθαι :
ἐστὶν ὁ Ὠρίων . φεύγουσαι : τουτέστι δοκὰς φεύγουσι μηνὸς Νοεμβρίου . θύουσιν ἀῆται : ὁρμῶσι καὶ ταράσσονται : ὅθεν
4998404 πολευοντος
πολεύοντος , Ἀφροδίτης διεπούσης , τὴν ἕκτην Ἑρμῇ , Κρόνου πολεύοντος , Ἑρμοῦ διέποντος , καὶ τὴν ἑβδόμην Σελήνῃ ,
πρώτην ὥραν πολεύει καὶ διέπει , τὴν δὲ δευτέραν Ἡλίου πολεύοντος λέγεται Ἀφροδίτη διέπειν , τὴν δὲ τρίτην Ἑρμῆς ,
4997251 προγενομενης
κλήρου καὶ τῆς ὥρας , ἔτι δὲ καὶ τῷ τῆς προγενομένης συνόδου κυρίῳ καὶ τῇ πρὸς ἀλλήλους τε καὶ τὰ
τῆς προγενομένης πανσελήνου μοῖραν . ἐγνωσμένης δὲ τῆς μοίρας τῆς προγενομένης συζυγίας δήλη ἔσται καὶ ἡ ἡμέρα ἐν ᾗ γεγένηται
4995247 τεταρτην
ὅροϲ ἐϲτὶν ἡ ἑβδόμη , τὰ δὲ πολλὰ κατὰ τὴν τετάρτην κρίνεται : εἰ δὲ ἐν πλείονι μὲν τοῦδε ,
ἀλλὰ σπάσας τὸν ἑωθινὸν καὶ μεθυσθεὶς εἰς ὥραν τρίτην ἢ τετάρτην ἠρεμεῖ . παιδεύομεν δὲ οὐ χεῖρον ἡμεῖς τοὺς νέους
4989224 ἐννατην
καὶ τὴν ὀγδόην Στέφανος ἀνίσχει σὺν Ἐρίφοις . καὶ τὴν ἐννάτην Ἔριφοι φαίνονται σὺν Πλειάδαις , τὴν δὲ δεκάτην ὁ
, τὴν δὲ ὀγδόην καῦμα τε , καὶ ἄστρον τὴν ἐννάτην κρυπτὸν ἀνίσχει , καῦμα δὲ καὶ μέτριον τόδε πέλει
4971647 Πλειαδαι
τοῦ Ταύρου δύνει , τὴν δὲ δευτέραν τῆς αὐτῆς ἀνίσχουσι Πλειάδαι , ἡ Λύρα τὴν τριτάτην τε φυλακῇ νυκτὸς πρώτῃ
καὶ Λύρα προσανίσχει . Τὴν πρώτην Νοεμβρίου δὲ δύνουσιν αἱ Πλειάδαι , Ἀρκτοῦρος τὴν δευτέραν τε , τροπὴ δὲ τοῦ
4961011 πρῳαιτατα
μονοσιτεῖν ἔτι διαμένει , ἀρχόμενοι δὲ τοῦ σίτου ἡνίκαπερ οἱ πρῳαίτατα ἀριστῶντες μέχρι τούτου ἐσθίοντες καὶ πίνοντες διάγουσιν ἔστεπερ οἱ
ἐν ταῖς ὥραις ἀγαθὰ παρέχουσι , καὶ ταῦτα πάντα ἐνταῦθα πρῳαίτατα μὲν ἄρχεται , ὀψιαίτατα δὲ λήγει . οὐ μόνον
4958484 καθαιρουσιν
δύο , ἡ μὲν δενδρώδης , ἡ δὲ χαμαιζήλη , καθαίρουσιν ἀμφότεραι φλεγματώδη καὶ ὑδαρῆ κάτω . δύναμις δ '
μόνον ἱστορίᾳ κειμένην . ῥαφανῖδες δὲ τῶν προειρημένων ἔλαττον μὲν καθαίρουσιν ἄνω , ὠφελοῦσι δὲ μᾶλλον , ὡς ἂν οὐ
4935167 διεπει
τοῖς βασιλεῦσιν ἐδέδοτο . . Ὃς ἀμφέπει ] ἀντὶ τοῦ διέπει . περιέπειν γάρ ἐστι τὸ φίλον τινὰ κυβερνᾶν καὶ
αὐτῆς πρὸς τὴν συνουσίαν γίνεται . Τὴν δὲ τετάρτην ἡλικίαν διέπει ὁ Ἥλιος ἔτη ιθ κατὰ τὴν ἐλαχίστην αὐτοῦ περίοδον
4929297 ἐνατην
ἀγαγόντων εἰς Στάγειρα : ἐγεννήθη δὲ κατὰ τὴν ἐνενηκοστὴν καὶ ἐνάτην Ὀλυμπιάδα Διοτρεφοῦς Ἀθήνησιν ἄρχοντος τρισὶν ἔτεσι Δημοσθένους πρεσβύτερος .
ἰόντα . . . . . . . . . ἐνάτην περὶ γαῖαν . Αὐτὴν μέν μιν ἔτετμε μεσήρεα παντὸς
4920684 τριακοστην
παιδὶ , Κυρηναίῳ τὸ γένος τῆς Λιβύης , νικήσαντι τὴν τριακοστὴν πρώτην Πυθιάδα . ἔνιοι καὶ τὴν ὀγδοηκοστὴν Ὀλυμπιάδα :
, Κιτιεὺς δὲ τὸ γένος , καὶ ἤκμαζε κατὰ τὴν τριακοστὴν καὶ ἑκατοστὴν Ὀλυμπιάδα , ἤδη γέροντος ὄντος Ζήνωνος .
4913307 ἀνατολη
ἀνώτερον ἡ Ζ , ἡ ἄρα πρὸ τῆς Ζ δύσεως ἀνατολὴ ἀνώτερόν ἐστι τῆς πρὸ τῆς Κ δύσεως ἀνατολῆς .
ἀνατολὴν ἡμέρᾳ . ζʹ Ἐὰν γένηται τῷ ἡλίῳ δύσις καὶ ἀνατολὴ κατὰ διάμετρον , ἡ δι ' ἡμίσεως ἐνιαυτοῦ νὺξ
4908248 εἰκαδος
ζῴδιον πρῶτον : περὶ ἐλελισφάκου . Ἀπὸ Φαμενὼθ δευτέρας καὶ εἰκάδος ἤγουν Δύστρου ιηʹ , κατὰ δὲ Ῥωμαίους ἀπὸ ⌊
τοῦ φωτὸς | τῆς σελήνης . αἱ μὲν γὰρ πρὸ εἰκάδος , αἱ δὲ ἐν εἰκάδι καθαίρονται , καὶ πάλιν
4891457 γενεθλιακην
τε καὶ ὥραν τῆς σπορᾶς : καὶ ἐὰν εὕρῃς τὴν γενεθλιακὴν Σελήνην ἐν τοῖς ἑπομένοις ζῳδίοις τοῦ τῆς σπορᾶς Ἡλίου
λέγε τὴν σπορὰν ἐν ἡμέρᾳ γεγενῆσθαι , ἐὰν δὲ τὴν γενεθλιακὴν Σελήνην εὕρῃς ἐν τοῖς προανηνεγμένοις ζῳδίοις τοῦ τῆς σπορᾶς
4883791 ἀλφανει
ἡμέρας , ὅτε εἶπέν μ ' ὁ κῆρυξ οὑτοσὶ τί ἀλφάνει ; ὡς διά γε τοῦτο τοὔπος οὐ δύναμαι φέρειν
χρηστὸς εἶναί μοι δοκεῖ . ἣν δῆλον οὔτι νυμφίος τε ἀλφάνει † καίτοι νέος ποτ ' ἐγενόμην κἀγώ , γύναι
4869268 τριτην
, ἣν καὶ ἄριστον καλεῖ , δευτέραν δὲ δεῖπνον καὶ τρίτην τὴν δειελινήν . ἔσσεται οὕτως ἄττα : σὺ δ
ἐν λόγῳ τινί , ἔσται ὡς ἡ πρώτη πρὸς τὴν τρίτην , οὕτως τὸ ὑπὸ τῆς πρώτης καὶ μέσης πρὸς
4865539 φθινοπωρινην
ἰσημερίαν τὴν ἐαρινήν , ἐν δὲ Ζυγῷ τὴν ἰσημερίαν τὴν φθινοπωρινήν . συγκινεῖται δὲ τῷ οὐρανῷ ὁ ζῳδιακὸς κύκλος ,
καὶ τὸν σκορπίον . Ἀμφότερα δὲ ταῦτα ἀνθεῖ μετὰ ἰσημερίαν φθινοπωρινήν . ὁ μὲν σκορπίος ἐν τῷ σαρκώδει τῷ ἐποιδοῦντι
4854136 πανσεληνιακη
τῆς ἐκτροπῆς μετὰ τὸ διάμετρον τοῦ σπορίμου Ἡλίου εὑρεθῇ , πανσεληνιακὴ ἡ σπορὰ ἔσται . τὰς αὐτὰς δὲ ἀφέσεις καὶ
τάχα οὖν εὐλογώτερον εἶναι ὑποφαίνει εἰ τύχῃ ἡ προγενομένη συζυγία πανσεληνιακὴ καὶ αὐτῆς δεσπότην λαμβάνεσθαι , ἀλλὰ ? ? ?
4845604 παροδευει
τξε δʹ : ἐν τοσαύταις γὰρ ἡμέραις τὰς τξ μοίρας παροδεύει ὁ ἥλιος , ὥστε παρὰ μικρὸν ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ
καὶ ἐν ᾧ ἡ ΑΒ εὐθεῖα περὶ τὸ Β κινουμένη παροδεύει τὴν ΑΔΓ περιφέρειαν , σημεῖον ἐπ ' αὐτῆς ἀρξάμενον
4844874 ὑποστρεφειν
, ἵνα καὶ τούτους ἐκπολεμώσωσι : : μετὰ δὲ τοῦτο ὑποστρέφειν ἐς τὴν σφετέρην καὶ ἐπιχειρέειν , ἢν δὴ βουλευομένοισι
. εἰ δέ τις διὰ τὸ μὴ δύνασθαι ἀντικρὺς διελθεῖν ὑποστρέφειν ὑπολάβοι , ἄμεινον αὐτῷ ἀφίστασθαι καὶ μηκέτι δικάζεσθαι μηδὲ
4837438 διχοτομον
Σελήνη ἀπὸ πανσελήνου διελθοῦσα τὸ αʹ τετράγωνον καὶ τὴν βʹ διχότομον ὡς συμβαίνειν ἐπὶ τὴν σύνοδον ἢ τὸ συνοδικὸν ζῴδιον
τὴν δευτέραν ἀμφίκυρτον , εἶτα ἕως σοʹ μοιρῶν τὴν δευτέραν διχότομον , εἶτα ἕως τξʹ τὴν δύσιν . ἔστι δὲ
4836904 παιδικῃ
ἀλλ ' αὐτοτελὲς ἔγκειται , ἐπειδὴ οἱ ὄνυχες οὔπω ἐν παιδικῇ ἡλικίᾳ τὸ αὐτοτελὲς εἶδος ἀπέλαβον , ἀλλ ' ἐν
. Ἐὰν γυνὴ ἄῤῥενα γεννῆσαι θέλει . ] Φασκίᾳ λευκῇ παιδικῇ δῆσον τὸν δεξιὸν πόδα καὶ συγίνου . [ δʹ
4835437 ἐκλιπῃ
, τὴν δὲ τῶν χρωμένων . ὅταν μὲν οὖν τις ἐκλίπῃ τὰς οἰκείας πράξεις , ὑπεύθυνος κατὰ τοῦτο : ὁ
ὥσπερ τὰ ῥόδα διατηρεῖ τὴν εὐοσμίαν ἀποξηραινόμενα μέχρι οὗ ἂν ἐκλίπῃ : πλὴν τὰ μὲν χλωρὰ καὶ πόρρωθεν ὄζει ,
4833048 τριακοστη
κʹ ἐστὶν ἡμερῶν , συστρέφων πρὸς νοῦν , ὅτι ἡ τριακοστὴ αὐτῆς ἐγγίζει ἤδη καὶ μέλλω τοὺς τόκους ἀποδιδόναι .
ἑνδεκάτη , ἑπτακαιδεκάτη , εἰκοστὴ πρώτη , εἰκοστὴ ἑβδόμη , τριακοστὴ πρώτη . Εἰδέναι δὲ χρὴ , ὅτι , ἢν
4830299 Μουνυχιωνος
ποταμοῦ Ἰνδοὺς Ἀλεξάνδρῳ ἐγένετο ἐπ ' ἄρχοντος Ἀθηναίοις Ἡγήμονος μηνὸς Μουνυχιῶνος . Ἵνα δὲ ἡ μάχη ξυνέβη καὶ ἔνθεν ὁρμηθεὶς
Ἤλιδος χώρας , ἔνθα τὰ Ὀλύμπια καὶ ἀγὼν πενταετηρικός , Μουνυχιῶνος μηνὸς ἤγετο τῷ Διί , ἐν οἷς κότινος στέφανος
4826804 ὁρισθῃ
λόγον ἀποδώσει τὸν αὐτὸ τῶν ἄλλων χωρίζοντα . ἵνα ἄρα ὁρισθῇ τι , δεῖ πάντα εἰδέναι . οὗτος μὲν ὁ
ἴσως , ὡς καὶ ἐν τῷ χρόνῳ . Ἢ κἂν ὁρισθῇ , τούτῳ γε ἄπειρος : οὐ γὰρ τὸ πέρας
4822629 φθοροποιοις
ζῳδίῳ τῆς γενέσεως γένηται ἢ ἐν τῷ ἀντικειμένῳ σὺν τοῖς φθοροποιοῖς ἢ κατὰ τὴν πανσέληνον ἢ σύνοδον ἢ καί τις
ζῳδίῳ τῆς γενέσεως γένηται , ἐν τῷ ἀντικειμένῳ σὺν τοῖς φθοροποιοῖς ἢ κατὰ τὴν πανσέληνον ἢ σύνοδον ἢ καί τις
4822621 κατεργασια
κατὰ μεταβολὴν εἰς ἀνάδοσιν τετελεσμένη . ἑτέρως . πέψις ἐστὶ κατεργασία τροφῆς κατὰ μεταβολὴν ἐν κοιλίᾳ καὶ ἐν ἐντέροις .
δὲ τὴν πέπανσιν καὶ οὐκ εὐθὺς ἀφαιροῦσιν ὅτι καὶ ἡ κατεργασία καὶ ἡ ἀφαίρεσις χαλεπωτέρα καὶ ἔτι τὰ δένδρα λυμαίνοιτ
4820170 ἀμοιρουντα
ὡς ἐπὶ τὴν οἰκείαν ἀρχὴν ἐπὶ τὸ βάθος , καὶ ἀμοιροῦντα τὰ ἐπιπολῆς μόρια τῆς ἐλλάμψεως τοῦ ἐμφύτου θερμοῦ περιψύχονται
τὰ δὲ ἐκτὸς μόρια τὰ περὶ τὴν ἐπιφάνειαν ψύχονται , ἀμοιροῦντα τοῦ ἐμφύτου θερμοῦ : πυρετοῦ οὖν ὑποκειμένου , χύσις
4799502 γενεθλιον
εἰς καρποῦ κάθαρσιν , τότε καταζεύγνυται , τὴν τοῦ κόσμου γενέθλιον ἑορτάζων . οὕτως ἄρα διὰ πάντων τὸ ἱεροπρεπὲς αὐτῆς
φησὶν Ἑλένη ξενίζουσα τὸν Τηλέμαχον , πρώτην ἡμέραν ἄγοντι ταύτην γενέθλιον , ἀφ ' οὗ παραγέγονας εἰς ἀνδρὸς ἡλικίαν .
4796953 φαιδραν
αὐτὰ χειμῶνα ὁμολογεῖ . ἄρνες δὲ καὶ ἔριφοι ἀλλήλοις ἐμπηδῶντες φαιδρὰν ἡμέραν δηλοῦσιν . ὑπόχυσιν δὲ ὀφθαλμοῦ αἲξ παθοῦσα πρόσεισι
καὶ ἀπόζει αὐτοῦ ἥδιον ἢ τοῦ μετοπώρου τῶν μύρτων . φαιδρὰν δὲ ὀφρὺν περὶ τὸ ὄμμα βέβληται , τὸ γὰρ
4794244 ἀφετης
ε τόπους μετ ' ἀκριβείας ἵνα μὴ λάθῃ ποτὲ ὁ ἀφέτης , ὥς φησιν , ἐκπεσὼν εἰς ἀργὸν τόπον καὶ
ε ἀφετῶν ποιεῖν τὸν περίπατον ἰδίᾳ : ὁ μὲν πρῶτος ἀφέτης δηλοῖ τὸν χρόνον τῆς ζωῆς καὶ τὰς νόσους καὶ
4783206 φθινοντος
' αὐτοῦ λυκάβαντος ἐλεύσεται ἐνθάδ ' Ὀδυσσεύς , τοῦ μὲν φθίνοντος μηνός , τοῦ δ ' ἱσταμένοιο . ” τὸν
τάττηται ὑπ ' ἐκείνην . οἷον διὰ τί ὁ Νεῖλος φθίνοντος τοῦ μηνὸς μᾶλλον ῥεῖ ; διότι χειμεριώτερος φθίνων ὁ
4771969 συνῃσθετο
' οὔ : οὐ γὰρ ἐν τούτῳ ἑαυτοῦ ὡς ἀλλοιουμένου συνῄσθετο . πάσχει μὲν οὖν ἕκαστον τῶν ἀψύχων ὑπὸ τῶν
δὲ Στησίχορος στερηθεὶς τῶν ὀμμάτων διὰ τὴν τῆς Ἑλένης κακηγορίαν συνῄσθετο , καὶ τὴν παλινῳδίαν ᾄσας ἀνέβλεψε παραχρῆμα : ἀμείνων
4768404 ἰσημεριαν
εἰς τὴν ἀπὸ τῆς θερινῆς τροπῆς ἐπὶ τὴν ἑξῆς μετοπωρινὴν ἰσημερίαν τὰς λοιπὰς εἰς τὸν ἐνιαύσιον χρόνον ἡμέρας ἔγγιστα Ϙβʹ
τῶν δρωμένων καιρός : περὶ γὰρ τὸ ἔαρ καὶ τὴν ἰσημερίαν δρᾶται τὰ δρώμενα , ὅτε τοῦ μὲν γίνεσθαι παύεται
4766772 μεσωρι
: Ἄρχεται ἡ ταριχεία ἀπὸ μηνὸς μεχεὶρ εἰκάδος πέμπτης ἕως μεσωρὶ εἰκάδος πέμπτης : καὶ συναπτόμενος πάλιν : ὅσα ἂν
βάλλεται . Οὐκ εἶπε δὲ ὅτι μετὰ τὸ τέλος τοῦ μεσωρὶ εἰς τὸ πῦρ βάλλεται , ἀλλ ' ἀπὸ τῆς
4753008 ἐπιτελλειν
αὔλακες ἀνατέμνονται πρὸς σπόρον : ἡνίκα δ ' ἂν μέλλωσιν ἐπιτέλλειν , ἄμητον εὐαγγελίζονται , καὶ ἐπιτείλασαι χαίροντας γεωπόνους πρὸς
. . ἐν δὲ τῇ ιβ Εὐδόξῳ Ὠρίων ἀκρόνυχος ἄρχεται ἐπιτέλλειν . . ἐν δὲ τῇ ιδ Εὐδόξῳ ὑετία .
4749039 κυουσα
ἔπειτα πῖσαι δάφνης φύλλα ἐν οἴνῳ αὐστηρῷ . Ὅταν γυνὴ κύουσα προσρέηται , ὀνίδα ξηρὴν καὶ μίλτον καὶ ὄστρακον σηπίης
διὸ καὶ γηγενὴς καλεῖται . Ἐλάρη μήτηρ Τιτυοῦ , ὃν κύουσα ἐκ Διὸς καὶ ἀδυνατοῦσα γεννῆσαι διὰ τὸ μέγεθος τοῦ
4741512 ἡμεραι
Καλλίππωι Ϙβʹ . Ἀπὸ ἰσημερίας μεθοπωρινῆς ἐπὶ χειμερινὰς τροπὰς Εὐδόξωι ἡμέραι Ϙβʹ , Δημοκρίτωι ἡμέραι Ϙαʹ , Εὐκτήμονι Ϙʹ ,
, ποτῷ τε ὡς ἐλαχίστῳ χρέεσθαι , μέχρις ἂν ἑπτὰ ἡμέραι παρέλθωσιν . Καὶ ἢν μὲν οὕτως ἐθέλωσιν ἰέναι :
4739956 ἀχρονως
γὰρ ἡ σὰρξ πρῶτον αἰσθητήριον , † ἥττονος ἔδει ἢ ἀχρόνως τὴν ἅψιν γίνεσθαι . οὐ γὰρ ἐπ ' ἀκοῆς
τρόπον νέφους ἐπιπροσθοῦντος ἡμῖν , εἶτα δὲ παραλλάξαντος αὐτίκα καὶ ἀχρόνως ἡμῖν δοκεῖ τὸ ἡλιακὸν φῶς ἐπιβάλλειν , οὕτως ἡμεῖς
4739500 ὑπενεγκειν
δή τι σφοδρὸς ὥστε μηδ ' οἴκοι μένοντι ῥᾳδίως ἔχειν ὑπενεγκεῖν . καὶ συνέβη τοῦτο δὴ θειότατον τῆς ὁδοῦ ,
μᾶλλον ταῖς ῥίζαις , ὅτι ἰσχυρότερος ὁ καρπὸς ὥσθ ' ὑπενεγκεῖν τὸ σῶμα . φαίνεται δὲ οὐ καθ ' ὅλου
4731578 ἀνισχει
τε , ἀλλά γε καὶ τῇ ἕκτῃ Ἀρκτοῦρος προσφερόμενος ἡμερινὸς ἀνίσχει καὶ τῇ ἑβδόμῃ δύεται Ἵππος ἀπὸ πρωίας , ὀγδόῃ
ὁ Καρκίνος „ ἀνατέλλῃ , τῶν μὲν πρὸς ἄρκτους οὐθὲν ἀνίσχει , ” τῶν δὲ πρὸς νότον ὁ Λαγωός ,
4729288 προγνωσῃ
οὖν σκοπῶν οὐ μόνον τὴν ἡμέραν τῆς εὐφορίας ἢ δυσφορίας προγνώσῃ , ἀλλὰ καὶ τὴν ὥραν . οἱ μὲν γὰρ
ἐσήμανεν . ἐκ τούτων οὖν ἁπάντων τῶν ἤδη εἰρημένων σημείων προγνώσῃ τοὺς τεθνηξομένους καὶ σωθησομένους ἐπὶ τῶν ὀξέων νοσημάτων .
4728852 ἀφετας
δευτέρῳ Μεσσηνιακῶν Πολλάκις ἠλευθέρωσαν Λακεδαιμόνιοι δούλους , καὶ οὓς μὲν ἀφέτας ἐκάλεσαν , οὓς δὲ ἀδεσπότους , οὓς δὲ ἐρυκτῆρας
τὸ πᾶν τοῦτο κεφάλαιον ἔκ τε ἀφετικῶν τόπων καὶ τῶν ἀφέτας ἔχειν δυναμένων πρὸς ζωὴν καὶ ἔμπαλιν τῶν ἀναιρεῖν δυναμένων
4719790 εἱλη
καὶ εἵποντο καὶ εἷσεν εἱστήκει καὶ εἵως καὶ εἵαντο καὶ εἵλη . σεσημείωται καὶ τὸ εἷς ἀριθμητικόν . Ἡ ΟΥ
. παρὰ τὴν τοῦ ἡλίου ὀνομασίαν πέπαιχεν . ἐπειδὴ γὰρ εἵλη . . . ἡλιαία δὲ καὶ τὸ δικαστήριον διὰ
4714575 ἁλεα
δὲ ἔσται καὶ τοῦτο ψηλαφήσει : καὶ τὰ καταμήνια ἔρχεται ἁλέα καὶ ἐπ ' ὀλίγας ἡμέρας : γίνεται δὲ καὶ
πρὸς ἄλληλα ? : εἰ γὰρ μή , συνέλθοι ἂν ἁλέα ὅσα τὴν αὐτὴν δύναμιν ἔχει , ἐξ ὧν ὁ
4712796 ἀποκυησεως
δὲ καὶ τὰ ἑπταμηνιαῖα βρέφη ζῶσι καὶ ἡ ἀρχὴ τῆς ἀποκυήσεώς ἐστιν ὁ ἕβδομος μήν . πρὸς ἐπὶ τούτοις μέχρι
δὲ καὶ τὰ ἑπταμηνιαῖα βρέφη ζῶσι καὶ ἡ ἀρχὴ τῆς ἀποκυήσεώς ἐστιν ὁ ἕβδομος μήν . πρὸς ἐπὶ τούτοις μέχρι
4710267 διαχωρουμενα
ἐμοῦσιν οὐδὲ πικρίας αἰσθάνονται , ἀλλὰ μᾶλλον ὀξίδος καὶ τὰ διαχωρούμενα οὔτε χολῶδες οὔτε δυσῶδες ἔχουσί τι πάνυ οὔτε συντήξεώς
δακνώδεεϲ : διαχωρήματα προϲοειδέα , ὑπομέλανα , ξηρά , μόλιϲ διαχωρούμενα : οὖρα κατακορέα ἐπὶ τὸ μελάντερον . ἄπεπτοι ,
4692026 διχομηνις
καλεῖται ἀμφίκυρτος . πληρωθεῖσα δὲ γίνεται πληροσέληνος καὶ πανσέληνος καὶ διχόμηνις , καὶ πάλιν αὖ ἀπὸ τῆς πανσελήνου ἄρχεται μειοῦσθαι
εἰσενόησεν κάλλεϊ καὶ γλυκερῇσιν ἐρευθόμενον χαρίτεσσιν , πρὸς γάρ οἱ διχόμηνις ἀπ ' αἰθέρος αὐγάζουσα βάλλε σεληναίη : τῆς δὲ
4685358 ἀντιφερεσθαι
πρὸς ἑκάστην ἡμέραν τὴν ἀπ ' ἀνατολῶν ἐπὶ δύσεις , ἀντιφέρεσθαι δὲ τὴν εἰς τὰ ἑπόμενα κατὰ λοξοῦ τοῦ ζῳδιακοῦ
καὶ πρὸς τῇ αἰσχύνῃ ἄλγεα πάσχει . Ἡσίοδος . καὶ ἀντιφέρεσθαι , ἐναντιοῦσθαι , . , , . , .
4681789 τεκωσι
, τὰ πρωτότευκτα ζῷα θύοντες θεῷ , ὅς ' ἂν τέκωσι παρθένοι πρώτως τέκνα τἀρσενικὰ διανοίγοντα μήτρας μητέρων . *
οὐκ ἀπαλλάσσεσθε ; Τότε γὰρ αἱρήσετε ἡμέας , ἐπεὰν ἡμίονοι τέκωσι . Τοῦτο εἶπε τῶν τις Βαβυλωνίων , οὐδαμὰ ἐλπίζων
4676919 φρενιτις
οἷσι καὶ εἰκοσταίοισιν , οἷσιν εὐθὺς οὐκ ἐξ ἀρχῆς ἡ φρενῖτις ἤρξατο περὶ τρίτην ἢ τετάρτην ἡμέρην , ἀλλὰ μετρίως
ῥόον αἱματώδη , αἱμοῤῥοΐδας , σύριγγας . Καῦσος δὲ , φρενῖτις , περιπλευμονίη , κυνάγχη , σταφυλὴ , πλευρῖτις ,
4672116 πεμπτην
ἀπόχρεμψις , καὶ τὸ κέρχον : καὶ περὶ τετάρτην ἢ πέμπτην ἡμέρην ὑγιής . Τῇ Σίμου ἐν τόκῳ σεισθείσῃ ,
αὐτὸ , τὴν τρίτην τῶν Ὠρίων , τετράδαν καὶ τὴν πέμπτην τε , σὺν αὐταῖς καὶ τὴν ἕκτην προοίμια χειμερινῆς
4658984 Θαργηλιωνος
[ . ] οὕτως γράφει : ἑάλω μὲν ἡ Τροία Θαργηλιῶνος μηνὸς , ὡς μέν τινες τῶν ἱστορικῶν , ιβ
αὐτῆι ἡμέραι . . . : δωδεκάτη μὲν ἔην μηνὸς Θαργηλιῶνος . . . νὺξ δ ' ἀρ ' ἔην
4655988 ἑσπερινην
δειλινὴν ὥραν παραγενόμενος , τουτέστι τὴν μεσημβρίαν : ἢ τὴν ἑσπερινὴν διατρίψας . ἔνιοι δὲ τὴν δειλινὴν τροφὴν αἰτῶν .
ὅτι Ζηνόδοτος γράφει δόρπον . οὐ λέγει δὲ δεῖπνον τὴν ἑσπερινὴν τροφὴν νῦν , ἀλλὰ δεῖπνον καλεῖ ὃ ἡμεῖς ἄριστον
4655605 ὡρας
κζʹ πρὸ τῆς τοῦ ἡλίου ἀνατολῆς , τουτέστιν μετὰ ε ὥρας ἔγγιστα ἰσημερινὰς τοῦ μεσονυκτίου , ἐπειδήπερ ἡ μὲν μέση
τῶν αὐτῶν νυκτερινῆς . Τῇ εἰκοστῇ καὶ τετάρτῃ , ἀπὸ ὥρας ἑβδόμης καὶ αςʹ μορίων ὥρας ἡμερινῆς , ἕως τῶν
4646918 ὀξυτονητεον
στάχυς βραχέως τὸ ἑνικόν , ἐκτεταμένως τὸ πληθυντικόν . σταφυλὴν ὀξυτονητέον † † ὡς ἁλυκὴν καὶ σταφύλην βαρυτόνως ὡς Μελίτην
ὀρνέων καλεῖ αὐτὰ ὁ ἔποψ . ὁμοίως δὲ καὶ ταῦτα ὀξυτονητέον . . , . . ἐπὶ κισσοῦ κλάδεσιν :
4639130 διαλειποντες
: τὸ καρῶδες ἐπὶ τούτοισι , κάκιστον . Οἱ μὴ διαλείποντες , ἐφιδροῦντες πυκνὰ , μετὰ ὑποχονδρίου ἐντάσιος , ὡς
τοῦ νοσήματος καὶ παρακμάσαντος , παχύτερα γίνεται . Οἱ δὲ διαλείποντες πυρετοὶ γίνονται αἰτίᾳ τοιαύτῃ , ὡς ἡνίκα ἡ ὕλη
4636776 ῥαφανιδα
. σιτεῖσθαι : Ἐσθίειν . . ἰσχνῶν ῥαφανίδων : Ἀττικοὶ ῥαφανίδα φασὶν ἣν ἡμεῖς ῥάφανον : πάλιν δὲ ῥάφανον ,
μὲν γὰρ Ἀττικοὶ λέγουσι τὴν παρ ' ἡμῖν κράμβην , ῥαφανίδα δὲ τὴν παρ ' ἡμῖν ῥάπανον . ῥέφανον καὶ
4633716 ἐμειναμεν
αὐτοὶ βῆμεν ἐπὶ ῥηγμῖνι θαλάσσης : ἔνθα δ ' ἀποβρίξαντες ἐμείναμεν Ἠῶ δῖαν . ἦμος δ ' ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος
νομάδες ἄνθρωποι Λιξῖται βοσκήματ ' ἔνεμον , παρ ' οἷς ἐμείναμεν ἄχρι τινὸς , φίλοι γενόμενοι . Τούτων δὲ καθύπερθεν
4630305 Αὐριον
τὸ ἀκὴ , καὶ πλεονασμῷ τοῦ μ , ἀκμή . Αὔριον , πλεονασμῷ τοῦ ρ : ἐστὶ γὰρ παρὰ τὴν
] νεκεινου ! [ . . . ἀνεμοτρεφέων πυλάων ἀρίσταρχον Αὔριον δαμασίμβροτον , εἰριπόνοι δμωαί : θάμβος κεδνοὺς κιβωτὸν κίρτος
4629317 προεκτεθειμεθα
, οὐ παραδεχόμεναι τὴν τούτων προτακτικὴν σύνταξιν καθ ' ἃς προεκτεθείμεθα αἰτίας . . Καὶ σαφές ἐστιν ὅτι ἕνεκα τοῦ
τὴν κτητικὴν γενικὴν παραπέμπεται ἡ τοῦ ῥήματος σύνταξις , καθάπερ προεκτεθείμεθα . εἰ δὴ ἡ οὗ φέρεται ἐπὶ ῥῆμα ἐν
4628343 Πυθωδ
Παρνύτης . ὄξος ἠκρατισμένος αὐτὸ τοὔμπαλιν λέγεις . αὖθις αὖ Πυθώδ ' ὁδός . αὐτὰ καὶ τὰ φίλτατα Αἴτνη ἅνθρωπος
χερσί . Λητὼ γὰρ ἕλκησε , Διὸς κυδρὴν παράκοιτιν , Πυθώδ ' ἐρχομένην διὰ καλλιχόρου Πανοπῆος . καὶ μὴν Τάνταλον
4621949 ἑνδεκατη
κρισίμων ἡμερῶν ὑπομνήμασιν ἔδειξεν , οἷον ἑβδόμη καὶ ἐννάτη καὶ ἑνδεκάτη καὶ τεσσαρεσκαιδεκάτη : αὗται γὰρ κρίνειν πεφύκασιν : εἰσὶ
, ὀγδόη Ἡλίου , ἐνάτη Ἀφροδίτης , δεκάτη Ἑρμοῦ , ἑνδεκάτη Σελήνης , δωδεκάτη Κρόνου . εἶτα ἑξῆς γίγνεται ἡ
4620879 ἐσθιωσι
κόπρος ὁμοίως καὶ ἡ τῶν ψαρῶν , ὅταν ὄρυζαν μόνην ἐσθίωσι , σηπίας ὄστρακα καυθέντα . πρὸς δὲ ψώρας ποιεῖ
διαδρομαὶ ἄχρι κροτάφων . καὶ ἄλλοι μὲν ἐὰν περιπατῶσιν ἢ ἐσθίωσι , τὴν κεφαλὴν ἀλ - γοῦσι καὶ ῥευματίζουσι ὑπὸ
4620736 πρωιας
. ἔτι ὄρθρου βαθέος . Πρωί καὶ ὀψέ , οὐ πρωίας καὶ ὀψίας . Πλάτων ἐν Φαίδωνι : „ ἀνεῴγετο
μὲν νύκτωρ , ὥστ ' ἐμβάντας ἀφ ' ἑσπέρας ἐκβαίνειν πρωίας καὶ βαδίζειν τὸ λοιπὸν τῇ ὁδῷ , ἀλλὰ καὶ
4615818 δυωδεκατη
διὰ τοῦτό φησι ἔξοχ ' ἀεξομένοιο . * ἑνδεκάτη δὲ δυωδεκάτη τε : τῶν μετὰ τὴν δεκάδα ἀριθμῶν ἡ ἑνδεκάτη
ἔτι κεῖνος κεῖται Ἀχιλλῆος παρὰ νηῒ αὔτως ἐν κλισίῃσι : δυωδεκάτη δέ οἱ ἠὼς κειμένῳ , οὐδέ τί οἱ χρὼς
4614787 πεψεωϲ
ἀνήθου τοῖϲ πόμαϲιν ἐναποβρέχοντα , καί , ἤν ϲοι ϲημεῖα πέψεωϲ φαίνηται , θαρρῶν ἤδη καὶ τοῦ ἀψινθίου διδόναι .
ψυχρὸν τότε , ὅταν ἐν τοῖϲ οὔροιϲ ἴδοιϲ τὰ τῆϲ πέψεωϲ ϲημεῖα . οὔτε δὲ ἐν ἀρχῇ οὔτε ἐν ἀναβάϲει
4610332 μειουμενου
, τὸν δὲ ἥλιον αὐτὰς ἐν ἐλάσσονι χρόνῳ διέρχεσθαι : μειουμένου γὰρ τοῦ τάχους τῆς ἀνατολῆς τοῦ κύκλου , πόθεν
γίνηται , μάλιστα τῆς γαστρὸς συμπιπτούσης , τοῦ τε σφυγμοῦ μειουμένου καὶ πυκνουμένου ἀμετρότερον , σκέπειν τε καὶ θάλπειν τὴν
4610318 ἀμφημερινοϲ
ϲύμπαντα χρόνον ποιηϲάμενοϲ ὡρῶν ὡϲ ἐπίπαν ιη : διὸ καὶ ἀμφημερινὸϲ κέκληται : ἀμφοῖν γὰρ μετέχει τῆϲ ἡμέραϲ καὶ τῆϲ
δοκιμώτατον δι ' ὀποῦ τοῦ Κυρηναϊκοῦ λαμβανόμενον . Ὁ δὲ ἀμφημερινὸϲ οὐδαμῶϲ μετὰ ῥίγουϲ εἰϲβάλλει κατὰ τὴν πρώτην ἡμέραν ,
4608602 μεμηνυκε
ἐν δὲ τούτοις τὴν μὲν τάξιν τῶν σφαιρῶν ἣν βεβούληται μεμήνυκε , τὴν δὲ διάστασιν αὐτῶν καὶ τὰ ἄλλα σχεδὸν
τί βούλῃ περὶ θεραπόντων λέγειν ; οὐχ ὁ υἱὸς οὑτοσὶ μεμήνυκε κατὰ σοῦ , καὶ φησί σε παρεῖναι ἐν Θημακῷ
4599742 πρωϊ
: οἵτινες ἐγίνοντο , ὅτε ὁ ἥλιος καὶ ἡ σελήνη πρωῒ ὑπὲρ γῆς φαίνονται . Ἢ ὅτι ἐκόμιζον αὐτὸν ,
, ὤτων ἦχος καὶ ῥινῶν ἔμφραξις καὶ ὀφθαλμοὶ δακρύουσι τῷ πρωῒ , τινὲς δὲ καὶ ἀμβλυωποῦσιν : ὅτε ταῦτα γίγνονται
4598680 ἐγκυμονουσαν
παρέχει , ὡς καὶ ἐν ὁδοῖς ἢ λουτροῖς ἐξαίφνης τὴν ἐγκυμονοῦσαν τίκτειν . δεῖ δὲ παρατηρεῖν καὶ τὰ ζῴδια εἴτε
ἤσθιον γένναν λαγίναν , ἤτοι λαγωῶν , ἐρικύμονα καὶ ἄγαν ἐγκυμονοῦσαν καὶ τίκτουσαν βοσκομένην , βλαβέντα τῶν λοισθίων δρόμων ,
4598488 λουομενοι
δὲ λοιπὰ ξηράνας κόψον καὶ σῆσον . κεχρήσθωσαν δὲ διηνεκῶς λουόμενοι . ὅτε δὲ ἄρξονται ἱδροῦν , τότε ποίει σμήχεσθαι
. οἱ δ ' ἐρριγωκότες κατὰ μικρὸν διαθερμαίνονται καὶ οἱ λουόμενοι χλιαρῷ καταχέονται πρῶτον , ὅπως εἰσδυόμενον διαχέῃ . τὸ
4598396 πανσεληνου
ἀπὸ τῆς τῶν πλειόνων ψήφου καὶ ῥοπῆς τὸν νικήσοντα τῆς πανσελήνου λαμβανομένης εἰς μεγάλην στάσιν καὶ ἔριν καὶ ἀπώλειαν .
ἐστι ποιητική , κατὰ δὲ τὴν ἀπὸ πρώτης διχοτόμου μέχρι πανσελήνου θερμότητος , κατὰ δὲ τὴν ἀπὸ πανσελήνου μέχρι δευτέρας
4597295 πεμπταιοι
δὲ ἐναταῖοι ἢ ἑνδεκαταῖοι : οἳ δ ' ἂν ἄρξωνται πεμπταῖοι πονέεσθαι , καὶ τἄλλα κατὰ λόγον αὐτέοισι γίγνηται ,
πόνος τῇ πρώτῃ ἡμέρῃ γίγνεσθαι , τεταρταῖοι πιεζεῦνται μάλιστα καὶ πεμπταῖοι : ἐς δὲ τὴν ἑβδόμην ἀπαλλάσσονται : οἱ μέντοι
4590087 θερινην
ἡγητέον . Οἰνοπίδης δὲ ὁ Χῖός φησι κατὰ μὲν τὴν θερινὴν ὥραν τὰ ὕδατα κατὰ τὴν γῆν εἶναι ψυχρά ,
χειμερινὴ δὲ ἡ ΛΕΜΝ , ὥστε καὶ τὴν μὲν ΓΚ θερινὴν γίνεσθαι σκιάν , τὴν δὲ ΓΖ ἰσημερινήν , τὴν
4588563 ἐμπλαϲτροϲ
κικίνου καὶ τῶν μεταλλικῶν χωρὶϲ κηροῦ ϲκευαζομένη κιρρὰ τοῦ Γαληνοῦ ἔμπλαϲτροϲ ἁρμόϲει . μετὰ δὲ τὴν ἐπίθεϲιν τοῦ φαρμάκου ϲπόγγοϲ
ἑνώϲαϲ , χρῶ , φηϲιν , ὡϲ παραδόξῳ . Ἄλλη ἔμπλαϲτροϲ καθαρτικὴ ᾗ χρῶμαι , καλουμένη χεζανάγκη , αὕτη ἐπιτιθεμένη

Back