δή τι σφοδρὸς ὥστε μηδ ' οἴκοι μένοντι ῥᾳδίως ἔχειν ὑπενεγκεῖν . καὶ συνέβη τοῦτο δὴ θειότατον τῆς ὁδοῦ ,
μᾶλλον ταῖς ῥίζαις , ὅτι ἰσχυρότερος ὁ καρπὸς ὥσθ ' ὑπενεγκεῖν τὸ σῶμα . φαίνεται δὲ οὐ καθ ' ὅλου
7017907 Τοὐναντιον
ἀνάγκη συμβαίνειν ; Ναί , τοῦτό γε οὕτως ἔχει . Τοὐναντίον δέ γε αὖ μεταβαλόντα , εἰ ἄρα δεῖ τινα
οὐ σωφρονοῦσιν οὕτω πράττοντες ; Συνδοκεῖ μοι , ἔφη . Τοὐναντίον ἄρα ἐστὶν τὸ ἀφρόνως πράττειν τῷ σωφρόνως ; Ἔφη
6958831 δεχοιο
λανθάνῃ , ἦ τ ' ἄν μιν τρίτατον μετὰ μῆνα δέχοιο . εἰ δέ γε Καρκίνον οἶκον ἑὸν βασίλεια Σελήνη
σὺ , ὦ βασιλεῦ , ἡμέρως καὶ προσηνῶς τὸν λόγον δέχοιο , δεξιὰν προτείνων πλουτοποιὸν καὶ ταῖς ὑπὸ τὴν σὴν
6911247 Πασαν
παντόπτᾳ καὶ παντάρχᾳ θνητοὶ πάντες θύσους ' εὐκταίαις εὐχαῖς . Πᾶσαν μὲν γὰρ γᾶν ὀπτεύω , σῴζω δ ' εὐθαλεῖς
. Μέχρι τῶνδε Μανεθῶ . . . . . : Πᾶσαν μὲν οὖν τὴν Αἰγυπτιακὴν ἱστορίαν εἰς πλάτος τῆς Ἑλλήνων
6878369 κληδονα
τῶι σῶι πατρί ; μή σοί τιν ' αἰσχρὰν προσβαλοῦσα κληδόνα ἥβης ἐν ἀκμῆι σοὺς διαφθείρηι γάμους . οὐ γάρ
νῦν τὴν φωνὴν λέγει ἢ τὴν ὁμιλίαν καὶ οὐχὶ τὴν κληδόνα : αὐδηθησομένων : τὸ ἔπαρμα καὶ ἡ ὁρμὴ τῆς
6863138 φθερει
. τοιγαροῦν τοῦ μὲν τὴν πενίαν τοῦ δὲ τὸν πλοῦτον φθερεῖ , ἐπεὶ καὶ ὁ κεραυνωθεὶς αἰφνίδιον παρασημότερος γίνεται .
σύκων κλοπῆς φωράσεως . . . ἐξολεῖ : Ἐξολέσει , φθερεῖ ὄντας κακούς . οἴμοι τάλας : Φεῦ ὁ ἄθλιος
6813407 ἀσθενουντες
ἑαυτοὺς ἐμβάλλουσι μετὰ τὸ θερμὸν λουτρόν , ἀλλ ' οἱ ἀσθενοῦντες οὐ φέρουσιν ἀβλαβῶς τὴν ὁμιλίαν τοῦ ψυχροῦ : διὸ
τροφῆς καὶ βαδίσεως , ἀσθενῆ , ἄπορον . ἀδρανέοντες : ἀσθενοῦντες : ἀδρανὴς ὁ ἀσθενὴς ἀπὸ τοῦ α στερητικοῦ μορίου
6807584 ἀλωπεκην
τοῖς περὶ Δημοσθένην , καὶ ἐν Θεαιτήτῳ Πλάτωνος . Τὴν ἀλωπεκῆν . τὴν πανουργίαν . Τὴν λῆξιν . τὸν κλῆρον
' ἀγορεύειν . Ἂν ἡ λεοντῆ μὴ ἐξίκηται , τὴν ἀλωπεκῆν πρόσαψον : ἐπὶ τῶν φανερῶς μὲν βλάπτειν μὴ δυναμένων
6744782 ἀποτελουσαν
ζαπληθῆ ] πολλὴν . δάσκιον ] μεγίστην διὰ τὸ πλῆθος ἀποτελοῦσαν σκιάν . ἔτεγγ ' ] ἔβρεχεν . ἀμείβων ]
διέχοντα , εἶτα πάλιν συναγομένην εἰς μίαν ” κορυφήν , ἀποτελοῦσαν τὸ πᾶν ὕψος δυεῖν πλέθρων „ καὶ πεντεκαίδεκα πηχῶν
6738489 ἐλευθερωσιν
Προμηθέως δεσμωτήριον , καὶ δεῦρο ἀφιγμένον τὸν Ἡρακλέα ἐπὶ τὴν ἐλευθέρωσιν τοῦ Προμηθέως , καὶ τοῦτον εἶναι τὸν Καύκασον ὃν
ἅπαντας εἰς κοινὴν ἐκκλησίαν ἀπεφαίνετο μὲν ἑαυτὸν ἥκειν ἐπὶ τὴν ἐλευθέρωσιν τῶν Σικελιωτῶν , παρεκάλει δὲ στρατηγοὺς αἱρεῖσθαι τοὺς εὐθέτους
6714784 ἀσφαλεστεραν
ἂν φῶμεν περὶ προγνώσεως παρυφιστα - μένων , ἔτι μᾶλλον ἀσφαλεστέραν ἐπιθήσεις τῷ λόγῳ πρόρρησιν διὰ πασῶν τῶν πέψεων τὴν
, συμβολικῶς εἶπεν ἀέρα . Τὸ μὲν γὰρ ὕδωρ εἰς ἀσφαλεστέραν ὧν προῃνίξατο δήλωσιν ἐκ τοῦ φανερωτέρου παρέστησεν εἰπών :
6709353 δυσκολοκοιτου
. . . στίχων ηʹ . : τὸ δὲ ” δυσκολοκοίτου “ ” δυσκολῶς κεῖσθαι ἐώσης “ . . .
καὶ βουλῇ καὶ λόγῳ τοὺς ἄλλους νικᾷ . ⸎ . δυσκολοκοίτου ] ⌈ κακοπαθείας μεστῆς καὶ ἐπιπόνου : ⌈ οἱ
6689533 παρακμηϲ
πάληϲ ἀλφίτων καί τινοϲ τῶν εἰρημένων μύρων καὶ κατάπλαϲϲε . παρακμῆϲ δὲ γενομένηϲ κηρωτὴν ναρδίνην ἢ κυπρίνην ἐπιρριπτέον . παρ
τυρωθὲν ἀποξυνθῇ μήτε πυρωθὲν κνιϲωθῇ διὰ τὸν κατέχοντα πυρετόν . παρακμῆϲ δὲ γενομένηϲ διὰ καθαρτηρίου φαρμάκου ἐπιτηδείου κενῶϲαι τὰϲ ὕλαϲ
6687019 πνυω
. . . ἀπινύσσειν : τὸ ἀπινύτως δηλοῦντος . ἔστι πνύω καὶ κατὰ παραγωγὴν πινύω , ἐξ οὗ τὸ πινυτός
ποιπνύεσθαι γίνεται ἀπὸ τοῦ πονῶ πονήσω , καὶ κατὰ συγκοπὴν πνύω , καὶ κατ ' ἀναδιπλασιασμὸν ποπνύω , καὶ προσθέσει
6682276 τωθαζουσι
μεσημβρίᾳ . κἀπικνῆν κἀπεσθίειν οὐδὲ τἀρχαῖον ποιεῖ . τὴν γλαῦκα τωθάζουσι . τῶν γὰρ ὑστάτων χάρις . τοὺς νόμους μεγάλους
γε μὴν καπήλους ἑκάστοτε ὁρῶντες πρὸ τῶν καπηλείων ἀνεζωσμένους οὐδέποτε τωθάζουσι , καταγελῷεν δ ' ἂν τοὐναντίον , εἰ μὴ
6681278 βεβαιωσον
τοῖς ἔχουσιν ὃ νῦν ἐκεῖνος ὁριστὴν εἶναι τῶν ἔργων . βεβαίωσον δὴ δόξαν οὕτω καλὴν ἐν οἷς ἐπαγγέλλομεν καὶ μὴ
τοῦ συνειδότος οὐ προκειμένου τῷ γράμματι : εἶτα παραδείγμασι τοῦτο βεβαίωσον : ὁ φονεὺς ἂν μὴ μάρτυρες παρῶσιν , οὐ
6671624 λυπηραν
τὸ τὴν φύσιν αὐτῆς καθ ' αὑτὴν εἶναι ἡδεῖαν ἢ λυπηράν . αἴτιον δὲ τοῦ εἶναι ἀνθρώπου τὴν τοιαύτην ὀσμὴν
καὶ καθέδραν καὶ μάθησιν καὶ πᾶσαν κίνησιν ἐροῦμεν ἡδεῖαν ἢ λυπηράν , οὐχ ὅσων συμβαίνει λυπεῖσθαι παρουσῶν ἡμᾶς ἢ χαίρειν
6643571 ὀργιζοιτο
εἴδους ἰδιότητα . γίνεσθαι δέ που τοῦτο , ὅτε μὴ ὀργίζοιτο , ὅτε δὲ φλεχθείη ὑπὸ τοῦ πάθους τούτου ,
τοῦ εἴδους ἰδιότητα . γίνεσθαι δὲ τοῦτο , ὅτε μὴ ὀργίζοιτο . ὅτε δὲ ληφθείη ὑπὸ τοῦ πάθους τούτου ,
6630976 κρατησιν
μετουσίας ἀπολείπεσθαι . πόρον οὖν τινα καὶ ἰσχὺν εἰς τὴν κράτησιν ἐπεκτήσατο , τῶν μὲν ὠφελίμων καὶ πρωτουργῶν ἐγειρομένων ,
ὠφέλειαν διαγωγῆς μᾶλλον παρ ' ἡμῖν οὖσαν , ἢ κατὰ κράτησιν ἐχθρῶν , ἢ φίλους ὠφελῆσαι . ἐν οἷς μάλιστα
6627812 ἀπραξιαν
περὶ μέτωπον πᾶν μέρος ἐν τῷ παρόντι χλεύην ἅμα καὶ ἀπραξίαν μαντεύεται : εἰ δὲ τὸ ὀπίσω τοιοῦτον ἔχειν δόξειέ
] οὐδὲν προσηκούσας τοῖς ἐχθροῖς . Τὰ ἡμιτελῆ τῶν ἔργων ἀπραξίαν σημαίνει τελείαν καὶ οὐδὲ τὰς ἀρχὰς παρέχει . ὁ
6622383 ἀμεριμνῳ
οἱ μὲν αὐτίκα πᾶσιν ἔκδοτοι γεγένηντο , οἱ δὲ ἐν ἀμερίμνῳ περὶ σφῶν καὶ ἐπὶ κέρδει γενόμενοι τοὺς ἄλλους ἐπὶ
ἀγαθῷ μυηθῶσι καὶ τοῖς χαλεποῖς μὴ βιασθέντες τοῦ φόβου κέντροις ἀμερίμνῳ βίῳ τρυφήσωσιν . εἶτα οὐ καὶ μέχρις οὐρανοῦ περίεργον
6621695 Νω
. Ἀλλ ' εἴπατόν μοι σφὼ τίν ' ἐστόν ; Νώ ; βροτώ . Ποδαπὼ τὸ γένος ; Ὅθεν αἱ
δή . „ Νυνί . ἐν τῷ ἐνεστῶτι χρόνῳ . Νώ . ἡμεῖς . Νωθρός . ἔστι γὰρ καὶ τοῦτο
6589333 εὐψυχιαν
ἐπακολουθεῖ , τοῦ μὲν κατηγόρου λέγοντος , ὅτι δεῖ τὴν εὐψυχίαν ἑτέρῳ δείκνυσθαι τρόπῳ καὶ μὴ δι ' ὃν παραβήσῃ
, οὕτω καὶ λόγος εὔκαιρος εἰς τὰ σπλάγχνα κολληθεὶς φίλων εὐψυχίαν παρέσχε τῷ λυπουμένῳ . Θεὸν νόμιζε καὶ σέβου ,
6586590 ἐπιδοϲιν
ἀκμὴν ἐγγὺϲ οὖϲαν ἢ μακράν , ἐὰν καλῶϲ ἐπιϲκοπήϲῃϲ τὴν ἐπίδοϲιν : τὰ μὲν γὰρ [ ὀρθῶϲ ] κατὰ μικρὸν
ὁ ἄρρωϲτοϲ γίγνεται , οἷον κατὰ τὴν εἰϲβολὴν ἢ τὴν ἐπίδοϲιν ἢ κατὰ τὴν ἀκμὴν ἢ τὴν παρακμὴν τοῦ παροξυϲμοῦ
6583956 ἀρειη
* . ? Ἀραριημένος : ἔστιν ὄνομα παρὰ τῷ ποιητῇ ἀρειή , ἀφ ' οὗ ῥῆμα ἀρειῶ : τούτου ὁ
κυρίως ὁ κατὰ τὸν πόλεμον καλλίων . . . . ἀρειή : Ἰωνικῶς ἡ ἐν πολέμῳ ἀπειλή : ἐκ τοῦ
6580755 νηστειαν
φημί , κύριε , μακάριόν με ποιήσεις ἐὰν γνῶ τὴν νηστείαν τὴν δεκτὴν τῷ θεῷ . Ἄκουε , φησίν .
ἐσιώπησε , ποθοῦσα ἐκτελέσαι τὴν ἐπιθυμίαν αὐτῆς . Κἀγὼ προσετίθουν νηστείαν καὶ προσευχήν , ὅπως ῥύσεταί με Κύριος ἀπ '
6575373 σιωπᾳς
. Τί κέκραγας ; Ἐμβαλῶ σοι πάτταλον , ἢν μὴ σιωπᾷς . Ἀτταταῖ ἰατταταῖ . Οὗτος σύ , ποῖ θεῖς
; γελοῖον , ὃς κόρης ἐλευθέρας εἰς ἔρωθ ' ἥκων σιωπᾷς καὶ μάτην ποθουμένους περιορᾷς γάμους σεαυτῷ . Βουβὼν ἐπήρθη
6573840 θαλπωρην
. Ἔπειτα εἰ διὰ τὸ προστυχὸν κρύος παχυνθείη , διὰ θαλπωρὴν τοῦ περιέχοντος λεπτυνθείη ἄν . Ἀλλὰ μὴν ἔστιν ἰδεῖν
καὶ τὸν φόβον κρυόεντα προσαγορεύει , ἐκ δὲ τοῦ ἐναντίου θαλπωρὴν τὸ θάρσος καὶ τὴν ἀγαθὴν ἐλπίδα . τὰ μὲν
6565229 ἀῤῥωστιην
χολώδεες αἱ ὑποστάσιες , ἄνωθεν δὲ λεπταὶ , ὀξείην τὴν ἀῤῥωστίην σημαίνουσιν . Ὁκόσοισι δὲ διεστηκότα τὰ οὖρα γίνεται ,
ἐν τοῖσιν οὔροισι κριμνώδεες αἱ ὑποστάσιες γίνονται , μακρὴν τὴν ἀῤῥωστίην σημαίνουσιν . Ὁκόσοισι δὲ χολώδεες αἱ ὑποστάσιες , ἄνωθεν
6562229 σωσασαν
ἡμετέρων ἐχθρῶν γενόμενοι τὴν χώραν ἡμῶν ἔτεμον τὴν πολλάκις τούτους σώσασαν καὶ τὴν πόλιν ἕτοιμοι κατασκάπτειν ἦσαν , ἣν πολλάκις
δωρεᾶς ἄξιος ἦν οὔτε τιμωρίας ὑπεύθυνος . ἄτοπον οὖν τὴν σώσασαν ὑμᾶς ῥητορείαν μηδὲν πλέον κερδᾶναι τῆς ἡσυχίας . τίς
6556098 διαμελλειν
Ἀθηναίων καὶ παρακαλέσας τὸν Νικίαν οὐκ ἔφη χρῆναι προφασίζεσθαι οὐδὲ διαμέλλειν , ἀλλ ' ἐναντίον ἁπάντων ἤδη λέγειν ἥντινα αὐτῷ
αὐτῶν ἀλλὰ καὶ τῶν μετέπειτα ἐσομένων ἀνθρώπων προετρέψατό με μὴ διαμέλλειν μηδὲ ἀναβάλλεσθαι , ἀλλὰ περὶ ὧν ἂν ἔχω κατάληψιν
6547588 ἀδηλουϲ
κηρωταῖϲ : ἐπιτήδεια γὰρ τούτοιϲ μᾶλλον τὰ λιπάϲματα τῷ τοὺϲ ἀδήλουϲ ἀποφράττειν πόρουϲ κωλύοντα τὴν τοῦ ὑγροῦ διέξοδον . δῆλον
. εὐθὺϲ δὲ καὶ δειλοὶ καὶ ἄτολμοι καὶ ὀκνηρότεροι καὶ ἀδήλουϲ ἔχοντεϲ τὰϲ φλέβαϲ καὶ παχεῖϲ καὶ πιμελώδειϲ καὶ μηροῖϲ
6545760 θρυαλλιδα
. . ἐνετίθεις θρυαλλίδων ] ⌈ ἐνέβαλες [ ἐνέβαλλες ] θρυαλλίδα . θρυαλλὶς κυρίως ὁ τοῦ φωτελίου σπινθήρ : νῦν
τῇ μὲν οὖν ἑτέρᾳ εἰϲ τοὺϲ λύχνουϲ χρῶνται καλοῦντεϲ κυρίωϲ θρυαλλίδα . Φοῖνιξ . Τὸ μὲν δένδρον ϲτυπτικῆϲ μετέχει δυνάμεωϲ
6544685 καρτερησας
θέαν , καὶ μικροῦ μὲν προσπεσὼν περιεχύθη τῇ κόρῃ . καρτερήσας δ ' οὖν καὶ παρακαθίσας διελέγετο , ἄλλοτε ἄλλα
ποτε ταῦτα ὁρῶν ἔχων ἤδη τὴν θήραν μὴ πρὸς βραχὺ καρτερήσας καὶ τὴν Πολυξένην ἐκ νίκης ἑλών , εἰς ὅσον
6540382 ξηροτερῳ
γένηται καὶ εὐχροώτερα . Τὰς δὲ γυναῖκας χρὴ διαιτᾶσθαι τῷ ξηροτέρῳ τῶν τρόπων : καὶ γὰρ τὰ σιτία τὰ ξηρὰ
, καὶ τὰ σώματα πέπηγεν . Τοὺς δὲ πρεσβυτέρους τῷ ξηροτέρῳ χρὴ τρόπῳ τὸ πλέον τοῦ χρόνου διάγειν : τὰ
6537160 παρεουσαν
προτέρην ἡμέρην πάντα σφι κακὰ ἔχειν , τὴν δὲ τότε παρεοῦσαν πάντα ἀγαθά . Παραλαβὼν δὲ τοῦτο τὸ ἔπος ὁ
τέχνης ἐξευρήματα , σώζων οὐκ ἀλλοιῶν φύσιν , ἀποίσει τὴν παρεοῦσαν πικρίην ἢ τὴν παραυτίκα ἀπιστίην . Ἡ γὰρ τοῦ
6530570 ἀποφαινεις
ἐπὶ πρᾳότητι καὶ φιλανθρωπίᾳ , ὧν δὴ γνήσιον κληρονόμον σαυτὸν ἀποφαίνεις : τρίτον συναυξηθῆναι τιμαῖς τὴν γερουσίαν , βασιλικωτάτην ἁπασῶν
με , τὸν σεαυτοῦ υἱόν , ὦ πάτερ , ἐπονείδιστον ἀποφαίνεις , μᾶλλον δὲ σεαυτόν , ὃς τοιαῦτα γεννᾷς καὶ
6525902 ζησῃ
ἐκεῖνον , ἵνα ὁ δηχθεὶς ὑφ ' ἡδονῆς ἰδὼν σωφροσύνην ζήσῃ τὸν ἀληθῆ βίον . τοιοῦτον ὄφιν εὔχεται ὁ Ἰακὼβ
“ ὦ Σεκοῦνδε , τί σιωπῶν ἀποθνῄσκεις ; λάλησον καὶ ζήσῃ , χάρισαι σεαυτῷ ζωὴν διὰ τοῦ λόγου . καὶ
6523899 ἐπισπευδοντες
ἐκλήρουν δικαστήριον τῷ φονεῖ , διὰ τὴν πρὸς Ἑρμοκράτην τιμὴν ἐπισπεύδοντες τὴν κρίσιν . ἀλλὰ καὶ ὁ δῆμος ἅπας εἰς
οὗ δὴ καὶ μίαν ἄλλην ἡμέραν προσδιατρίψαντες τομῶς ὑπέστρεψαν , ἐπισπεύδοντες τὰ πρὸς τὸν πλοῦν , καλοῦντος αὐτοὺς ἤδη τοῦ
6522213 ἀνδραποδῳ
τούτοις συζῆν ἄχρι παντὸς καὶ πολλάκις ὑβριζομένην ὕβρεις δεινὰς παραμένειν ἀνδραπόδῳ μηδενὸς ἀξίῳ . παρὰ γὰρ τῶν πλουσίων εἰς μὲν
εὖ χρῆσθαι καὶ κακῶς χρῆσθαι ἀργυρίῳ : ὁμοίως δὲ καὶ ἀνδραπόδῳ οἰκίᾳ ἐπίπλῳ , πᾶσι τοῖς τοιούτοις . τάχα δ
6518189 ἡβαι
; ἀμαθὲς καὶ τὸ βούλεσθαι τάδε . ] ὅταν γὰρ ἡβᾶι δῆμος εἰς ὀργὴν πεσών , ὅμοιον ὥστε πῦρ κατασβέσαι
λῆμα μὲν οὔπω στόρνυσι χρόνος τὸ σόν , ἀλλ ' ἡβᾶι , σῶμα δὲ φροῦδον . τί πονεῖς ἄλλως ἃ
6514535 προσαπτομενα
δοκοῦσι δὲ πάντες εἶναι φυλακτήρια περίαπτα καὶ ὠκυτόκια , μηρῷ προσαπτόμενα . Λίθος ὀφίτης ὁ μέν τίς ἐστι στιβαρός ,
ταύτην ἀπὸ μὲν τῆς δύσεως ὁρίζει τὰ Πυρηναῖα ὄρη , προσαπτόμενα τῆς ἑκατέρωθεν θαλάττης τῆς τε ἐντὸς καὶ τῆς ἐκτός
6511030 ὑπολαμβανεις
. Ὀρθῶς γὰρ οἴει , ὦ Σώκρατες , καὶ δικαίως ὑπολαμβάνεις . Ἴθι νυν καὶ σὺ τὴν ἀπόκρισιν ἣν ἠρόμην
Ἀλλ ' ἄρα , ὦ Ἱππόκρατες , μὴ οὐ τοιαύτην ὑπολαμβάνεις σου τὴν παρὰ Πρωταγόρου μάθησιν ἔσεσθαι , ἀλλ '
6508526 μανῃ
συμμιγέντος , Ἥρα ἀπεθηρίωσεν αὐτήν , καὶ ὅτι ἡνίκα ἂν μανῇ , τοὺς ὀφθαλμοὺς ἐξαιρεῖ καὶ εἰς κοτύλην βάλλει ,
. ἐν δὲ τοῖς πνευματώδεσι καὶ ψυχροῖς καὶ τῇ φυτείᾳ μανῇ ἀναυξέστερα μέν , πυκνότερα δὲ καὶ ξηρότερα . συνίστησι
6506469 ἑξετει
ἑξέτει ] οὕτω βαρέως Ἀττικοί . οὕτως Ἀττικοὶ βαρύνουσιν “ ἑξέτει ” . τραυλίσαντι : ψελλίσαντι , ἄσημον ἀφέντι φωνήν
τὸ “ τοι ” ἀντὶ τοῦ “ δή ” . ἑξέτει ] οὕτω βαρέως Ἀττικοί . οὕτως Ἀττικοὶ βαρύνουσιν “
6501948 ἀθυμοτερον
νουθετῶ . Ὅστις πένης ὢν ζῆν ἐν ἄστει βούλεται , ἀθυμότερον ἑαυτὸν ἐπιθυμεῖ ποιεῖν : ὅταν γὰρ εἰς τρυφῶντα καὶ
κάματον : οὐ γὰρ συμφέρει οὕτω διακείμενον τὸ στράτευμα ἔτι ἀθυμότερον καθιστάναι , ἀλλὰ μᾶλλον πρὸς θεραπείαν τε καὶ ἀνάληψιν
6501430 θησσαν
Ὦ δώματ ' Ἀδμήτει ' , ἐν οἷς ἔτλην ἐγὼ θῆσσαν τράπεζαν αἰνέσαι θεός περ ὤν . Ζεὺς γὰρ κατακτὰς
ἣν χαλκομίτρου . . . λέγουσι γενέσθαι θυγατέρα ἥντινα Κλήτην θῆσσαν ἤτοι δούλην τῆς Πενθεσιλείας λέγει . ἥντινα Κλήτην τὴν
6494131 σχολαιτερον
τῆς πομπῆς , ὡς οἴκοι γεγόνασιν , ὄχλον ἡγοῦνται τοὺς σχολαίτερον ἀπιόντας . πόσου δ ' ἂν ἐπρίαντο νῦν τὰς
ὁδῷ τῇ μητρὶ καὶ τῆς ἐσθῆτος ἀντεχομένην , ὡς ἀναγκάσαι σχολαίτερον τὴν τεκοῦσαν βαδίζειν , ὅπως αὐτὴν ἀνελομένη κομίσειε .
6482167 κενουϲιν
] τοῦτο ; γραμματείδιον . θεοί [ ] με νοῦ κενοῦϲιν . οὐθὲν διαφέρει [ ] . ἐγώ ] ϲε
καὶ ἐμεῖν ἀπὸ ῥαφανίδων καὶ ϲιτίων κελεύειν καὶ τοῖϲ φλέγμα κενοῦϲιν ὑπηλάτοιϲ κεχρῆϲθαι . Τὸ ὑαλῶδεϲ φλέγμα ψυχρότατον ὑπάρχον ἅπαντοϲ
6478565 εἰσηρρησεν
φθορᾶς παρεγένετο . Γ εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς εἰσῆλθε . εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς παρεγένετο , ὡς ἀναιδῶς ἐλθόντος .
εἰσελθεῖν . ΓΘ ἄλλως : μετὰ φθορᾶς παρεγένετο . Γ εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς εἰσῆλθε . εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς
6478011 εἰσιθι
λιμὸν ἐκκαλουμένη . * * * * ὥστε γ ' εἴσιθι : μὴ μέλλε , χώρει : δεῖ γὰρ ἠριστηκότας
πᾶν ἀγάλλεται , δείπνου προφήτην λιμὸν ἐκκαλουμένη . ὥστ ' εἴσιθι : μὴ μέλλε , χώρει . δεῖ γὰρ ἠριστηκότας
6477289 παιδνος
“ σπιλάδες τε πάγοι τε . ” πάγχυ παντελῶς . παιδνός παῖς νεογνός . παιήονα ποτὲ μὲν τὸν λεγόμενον παιᾶνα
ἐν τῷ Περὶ τῆς Ῥωμαίων διαλέκτου . . , : παιδνός : ἐπὶ τοῦ νεωτάτου παιδός . παρὰ τὸ παίζω
6476466 Γαστρος
καὶ κορύζαις : οὐ μὴν φαλακροῦνταί γε οἱ τοιοῦτοι . Γαστρὸς γνωρίσματα τῆς μὲν φύσει ξηροτέρας , εἰ ταχέως διψώδεις
δ ' ἀτάλαντον πρέσβυν ὁμήλικα πατρὸς ἴσαις τιμαῖσι γέραιρε . Γαστρὸς ὀφειλόμενον δασμὸν παρέχειν θεράποντι . δούλωι τακτὰ νέμοις ,
6470278 βλακειαν
, ἦν δ ' ἐγώ , ἢ ἐξήμαρτον διὰ τὴν βλακείαν ; ἢ οὐκ ἐξήμαρτον ἀλλὰ καὶ τοῦτο ὀρθῶς εἶπον
κοσμήσας τὴν ἑαυτοῦ τύχην , ἀλλ ' ὅμως τήν τε βλακείαν αὐτοῦ διὰ τὸ γῆρας ἀπήλεγχεν καὶ Νικίαν ἀπεκάλει :
6469825 σμικρολογια
; Μή σε λάθῃ μετέχουσα ἀνελευθερίας : ἐναντιώτατον γάρ που σμικρολογία ψυχῇ μελλούσῃ τοῦ ὅλου καὶ παντὸς ἀεὶ ἐπορέξεσθαι θείου
, μή σε λάθῃ μετέχουσα ἀνελευθερίας . ἐναντιώτατον γάρ που σμικρολογία ψυχῇ μελλούσῃ φιλίας ἀληθινῆς ἐπορέξεσθαι . ὁρῶμεν γάρ που
6467830 πειθαρχων
λαβὼν τῶν γινομένων καὶ προαναπεφωνημένων οὐκ ἀπιστῶ , ἀλλὰ πιστεύω πειθαρχῶν θεῷ : ᾧ , εἰ βούλει , καὶ σὺ
γυμνός : προσιὼν δὲ ῥοπάλοις τὴν τελευτὴν ἀντηλλάσσετο . ἐχθροῖς πειθαρχῶν ὑποστήσῃ τὸν κίνδυνον . γῆρας ἐλύπει τὸν λέοντα καὶ
6466736 Ἐξωθεν
καὶ τὸ ἀλαζονεύεσθαι δὲ σελλίζειν . τὸ Φλέγρας πεδίον : Ἔξωθεν ὑπακουστέον τὸν ἤ διασαφητικὸν σύνδεσμον . βέλτιον , φησὶ
οὖν ὅτι εὔχεται ὥστε διαμεῖναι καλὸς τὰ ἔνδοθεν . τεʹ Ἔξωθεν δὲ ὅσα ἔχω Πάντα τὰ ἐκτὸς καὶ σώματα καὶ
6464841 πινητε
εὐφροσύνῃ μετὰ φόβου Θεοῦ αἰδούμενοι , ζήσεσθε . Ἐὰν γὰρ πίνητε μὴ αἰδούμενοι , καὶ ἀποστῇ ὁ τοῦ Θεοῦ φόβος
: ἐπιθυμίας , πυρώσεως , ἀσωτίας , αἰσχροκερδίας . Ἐὰν πίνητε οἶνον ἐν εὐφροσύνῃ μετὰ φόβου Θεοῦ αἰδούμενοι , ζήσεσθε
6462944 Ἑκαστῳ
λοιπαὶ κηʹ , αἵτινες τὴν γεννητικὴν ἡμέραν ἐδήλουν . [ Ἑκάστῳ βασιλεῖ ὁ ἐξ ἔθους προστιθέμενος ἀριθμὸς ὁ ὑποτεταγμένος ἐκ
ὠφέλημαι , καταβεβλημένων ὑμῶν διδαχὴν ἐμοὶ πρὸς τὸ βασιλεύειν . Ἑκάστῳ δὲ τρία τάλαντα προσέταξεν ἀργυρίου δοθῆναι καὶ τὸν ἀποκαταστήσοντα
6457526 μελαγχολιαν
. κατὰ δὲ τὸν αὐτὸν τρόπον ἀποπληξίαν , ἐπιληψίαν , μελαγχολίαν , ἄλλα τοιαῦτα χρόνια πάθη διὰ τῆς εἰρημένης κενώσεως
δὲ τοῦ αἵματος ἐκκρίσεις , αἱ μὲν καθ ' αἱμορροΐδας μελαγχολίαν τε ἰῶνται καὶ πᾶσαν μανίαν ἄλλην : καὶ ἐπιληψίαν
6454902 πασχουσαν
ἑλέσθαι σοι πάρεστιν ἐξ ἐμοῦ , εὖ δρῶσαν , εὖ πάσχουσαν , εὖ τιμωμένην χώρας μετασχεῖν τῆσδε θεοφιλεστάτης . ἐμὲ
ἀπευθύνειν χρὴ τὸν τράχηλον τῆς μήτρας , κατακλίνειν δὲ τὴν πάσχουσαν ἢ εἰς τὸν ἐναντίον τῷ πονοῦντι μέρει τόπον ἢ
6453642 τετραγωνιζει
περιφέρειαν ἢ ἴσην ἔχει ἡμικυκλίου ἢ μείζονα ἢ ἐλάττονα , τετραγωνίζει δὲ ὁ Ἱπποκράτης καὶ τὸν ἴσην ἡμικυκλίου ἔχοντα καὶ
ἣν μέλλομεν εἰπεῖν : ἡ γὰρ σελήνη ἑπτὰ ἡμερῶν γενομένη τετραγωνίζει τὸν ἥλιον : ἅπας δὲ καιρὸς , ἤτοι ἔαρ
6453443 ἰασαιτο
ταύτας τῶν τροφῶν ὀρέξεις , τάχ ' ἄν τις καὶ ἰάσαιτο προσαγωγαῖς φαρμάκων ἁρμαζόντων . τὰς δ ' ἀποστροφὰς πάντων
οὐδ ' αὐτὸς ὁ τῆς τέχνης ἡγεμὼν Ἀσκληπιὸς μετὰ πάντων ἰάσαιτο τῶν θεῶν . σώματος μὲν γὰρ ἀρρωστίαν θεραπεύει τέχνη
6451942 μωριαν
παύειν ἐπιχειρεῖ βιαίως μόχθον ] πόνον μάταιον ὁρῶ εὐηθίαν ] μωρίαν . ἐπίθετον δὲ ταύτης τὸ κουφόνουν † τὸ εὐηθίαν
εἰ δοκῶ νῦν μῶρα δρῶσα τυγχάνειν , σχεδόν τι μώρῳ μωρίαν ὀφλισκάνω . Δηλοῖ τὸ γέννημ ' ὠμὸν ἐξ ὠμοῦ
6449444 ἀποδιωκει
δένδρου τὰ φύλλα ἢ ὁ φλοῦς θυμιώμενος , πᾶν κακὸν ἀποδιώκει . Πτίλον δὲ περιστερᾶς ἔχον αἷμα θερμὸν καὶ ἐνσταζόμενον
ὑπομένει . ἀποστέγει ] ἀποδιώκει . ἀποστέγει ] ὑπομένει ἢ ἀποδιώκει . ἀποστέγει ] ἀποτρέπει . ἀποστέγει ] ἤγουν ἀπὸ
6446955 κουφισον
καὶ ὡριαῖον , καὶ τὰς γινομένας ἡμέρας τε καὶ ὥρας κούφισον ἀπὸ τῶν τῆς μέσης ἀποκυή - σεως ἡμερῶν σογ
στοιχεῖ χρόνῳ . Ἔπαιρε σαυτόν , ὦ τέκνον , καὶ κούφισον . μή πώς με πίπτων καταβάλῃς σὺ χωλὸς ὤν
6445382 ἀνιαρως
ἐξ ὑστέρου δὲ σφαλέντες τῶν προσδοκωμένων καὶ μετανοοῦντες ἐπισφαλῶς καὶ ἀνιαρῶς οὐ μόνον ψόγον κατὰ τῶν ψευσαμένων ἐπεισφέρουριν , ἀλλὰ
γὰρ ἀλγοῦμεν οὐχὶ στένοντες : ὅταν δ ' ἐπιστένωμεν , ἀνιαρῶς καὶ πάνυ ὀμβρηρῶς χρώμεθα ταῖς λύπαις . τὸ δὲ
6444220 ὀνιδας
ὑποθυμία . Ὄνων τὴν ἐπὶ τῷ ποδὶ γῆν ξύσας καὶ ὀνίδας οἴνῳ μέλανι δεύσας , ὑποθυμιῇν . Κλυσμοί : μυρσίνης
κυμίνου λειοτάτου # ε , ὀνίδας ε . καὶ τὰς ὀνίδας ξηρὰς μὲν κόπτε καὶ σῆθε , νεαρὰς δὲ συλλέαινε
6443050 καταντλητεον
ἐλαίας ἁπαλοῖς φύλλοις ἑφθοῖς ἐν οἴνῳ λείοις ὡσαύτως χρῶ : καταντλητέον δὲ θαλάσσῃ θερμῇ . Τοὺς δὲ σκώληκας τοὺς ἐν
καὶ κελεύειν ἐμεῖν . πρὸϲ δὲ ἕρπηταϲ τὸ μὲν δῆγμα καταντλητέον ὕδατι πολλῷ θερμῷ , καταπλαϲτέον δὲ ἀλεύρῳ κριθίνῳ μετ
6438781 πικροκαρπον
διεγείρει . ἐποτρύνει ] παρακινεῖ . ἐποτρύνει ] ἐπεγείρει . πικρόκαρπον ] οὗ πικρὸς καρπὸς ἤτοι τέλος : θάνατος γάρ
γένος . ὠμοδακής ς ' ἄγαν ἵμερος ἐξοτρύ - νει πικρόκαρπον ἀνδροκτασίαν τελεῖν αἵματος οὐ θεμιστοῦ . φίλου γὰρ ἐχθρά
6438491 μαστιγουμενος
δοῦλος αὐτομολεῖν παρεσκευασμένος , ἐπὶ τοῦ τροχοῦ γ ' ἕλκοιτο μαστιγούμενος . Ἡμῖν δ ' ἀγαθὰ γένοιτ ' . Ἰὴ
χρήσιμος ἡ φωνή . Σοφοκλῆς ὥσπερ ἀμπρευτὴς ὄνος . ἀεὶ μαστιγούμενος . . , . ἀμπρεύοντι : Εὐριπίδης Πρωτεσιλάῳ ἕπου
6436350 ἀπενεγκε
ἱκανῶς κεχόρτασμαι γάρ . ἀγαθοῦ δαίμονος δέχομαι . λαβοῦς ' ἀπένεγκε ταύτην ἐκ ποδῶν . Ὁ κάπηλος γὰρ οὑκ τῶν
ἱκανῶς κεχόρτασμαι γάρ . Ἀγαθοῦ Δαίμονος δέχομαι . λαβοῦς ' ἀπένεγκε ταύτην ἐκποδών . Ξέναρχος ἐν Διδύμοις : ὡς ὑπό
6433361 Διαιταν
. ἐνεργοὶ δὲ πρὸς τοῦτο καὶ αἱ κολλητικαὶ ἔμπλαστροι . Διαιτᾶν δὲ χρὴ τὰς μὲν γυναῖκας μήτε ἀπόνως μήτε ταλαιπώρως
. ἐνεργοὶ δὲ πρὸς τοῦτο καὶ αἱ κολλητικαὶ ἔμπλαστροι . Διαιτᾶν δὲ χρὴ τὰς μὲν γυναῖκας μήτε ἀπόνως μήτε ταλαιπώρως
6426433 ὑποδεξαμενην
Εὐπάτωρ Μιθριδάτης ἔκτισε καὶ Εὐπατορίαν ὠνόμασεν ἀφ ' ἑαυτοῦ , ὑποδεξαμένην δὲ Ῥωμαίους καθῃρήκει καὶ ὁ Πομπήιος ἐγείρας Μαγνόπολιν ἐκάλει
ἀπόρροιαν αὐτοῦ . Λῆμνον δὲ πρῶτον οὐκ ἀλόγως ἐμύθευσε τὴν ὑποδεξαμένην τὸ θεόβλητον πῦρ : ἐνταῦθα γὰρ ἀνίενται ἐγγυγηγενοῦς πυρὸς
6423318 Ὀρθιον
. Ἑδώλοισιν . ὑποστρώμασι νηός , ζυγαῖς , καθέδραις . Ὄρθιον νόμον Θαμύρα . ὁ κιθαρῳδικὸς τρόπος τῆς μελῳδίας ,
Ταϋγέτου πόδ ' ] Σκοπῶν . Ἔμβαλον ] Προσέῤῥηξαν . Ὄρθιον ] Ἐξάκουστον . Μεταλαμβάνειν ] Κοινωνεῖν . Περιστέλλων ]
6417647 καταφρονησεις
” ἀφῖγμαι “ , ” ἀφίξομαι “ . καταπροΐξῃει ] καταφρονήσεις , κρείττων φανήσῃ , περιγενήσῃ , ἀποφύγῃς , ἐκφύγοις
ἔξωθεν εἰσερχόμενον ὕδωρ . οὐ καταπροΐξῃ : οὐ προῖκά μου καταφρονήσεις , τουτέστι δωρεάν . Γ τοῦ ποδὸς παρίει :
6417599 ΜΛΒ
μείζονα γωνίαν ὑποτείνει . καὶ ἐπεὶ ἡ ΜΒ τὴν ὑπὸ ΜΛΒ γωνίαν ὑποτείνει , ἡ δὲ ΜΛ τὴν ὑπὸ ΜΒΛ
δὲ ΜΛ τὴν ὑπὸ ΜΒΛ , μείζων δὲ ἡ ὑπὸ ΜΛΒ τῆς ὑπὸ ΜΒΛ , μείζων ἄρα καὶ ἡ ΜΒ
6413903 γυμνασεις
εἰς τοὺς γείτονας . Γύμναζε παῖδας : ἄνδρας οὐ γὰρ γυμνάσεις . Γονεῖς δὲ τίμα καὶ φίλους εὐεργέτει . Γυνὴ
. τί ληρεῖς ; οὐκ οἴκαδ ' ἐλθὼν τὴν σεαυτοῦ γυμνάσεις δάμαρτα ; Φοροῦσιν ἁρπάζουσιν ἐκ τῆς οἰκίας τὸ χρυσίον
6412554 δεξομεθα
σοι δοκῇ ταῦτα διαγράφειν Ἡσιόδου , καὶ ἡμεῖς τὴν ἐπιτίμησιν δεξόμεθα . δείξεις δὲ δή που πρότερον ὡς ἀντάξιος εἶ
φήμην ἐπ ' αὐτὸν Χοάσπην Ἀντιοχεῖς ἀπολελόγηνται λέγουσαν ; οὐ δεξόμεθα τὴν ἐκεῖθεν βασιλεὺς διήλλακται λέγουσαν ; Τούτων εἰ λέγοι
6404841 ὑπομονην
ἑξῆς . τοῦτο δὲ εἰς δήλωσιν παρέθετο τοῦ μὴ πᾶσαν ὑπομονὴν δεινῶν κατ ' ἀνδρείαν γίνεσθαι . ὡσαύτως καὶ οἱ
εἶναι καὶ πόνων οἰστικὴν τὴν ἐργασίαν ἢ τῷ ἐκ πόνων ὑπομονὴν φέρεσθαι . νηστεύουσι δ ' εἰς τιμὴν τῆς Δήμητρος
6404431 πιεζομαι
ἐβου - λόμην : πλὴν ὅσῳ πικρότερον ὑπὸ τῆς ἀθυμίας πιέζομαι , τοσούτῳ μᾶλλον εἰκότως οὐ φέρω τὴν σιωπήν ,
. ἔχων ] ἐνθυμούμενος , διαλογιζόμενος . στραγγεύομαι ] ἀργῶν πιέζομαι , συνθλίβομαι ) . ⌈ στράγξ ἐστιν . .
6397331 τολμηροτερον
με πεποίηκε καὶ ἀπορρίψαι τὴν πολλὴν θερμὴν αἰδῶ , καὶ τολμηρότερον ἐνταῦθα παρεῖναι : ἦλθον δὲ καὶ ὥρμησα ἀπέδιλος ὄχῳ
οὐκ ἔστ ' ἀνοίας οὐδέν , ὡς ἐμοὶ δοκεῖ , τολμηρότερον . ὦ νύξ , σὺ γὰρ δὴ πλεῖστον Ἀφροδίτης
6395558 καθιε
φοῦρνον , καὶ ἀνασπάσας τὸ πῦρ καὶ ἐνθεὶς πλίνθον , κάθιε τὸν κάμνοντα : καὶ ἱδρούτω ἐπὶ πολύ : ἀναγκαζέσθωσαν
Ἰταλικοῦ ἡμίνης πότιζε ἐν βαλανείῳ , ἀρξάμενον δ ' ἱδροῦν κάθιε εἰς τὴν ἔμβασιν : τοῦτο κάλλιστον . ἐναπειλημμένης δὲ
6395177 παρεσιν
βʹ ἀκινδύνως ἀπαλλαγεῖσα σωθήσεται . Σελήνης Ταύρῳ : ὁ κατακλιθεὶς πάρεσιν ὑπομείνας καὶ παρακόψας σωθήσεται ταχέως . εἰ δὲ περὶ
: ἀσθενοῦντος : πλαγιασμός ἐστιν . παρείεται : παραλύεται , πάρεσιν μελῶν πάσχει , πάρεσιν πάσχει , παραπέμπεται . Παρείεται
6393942 ἀνεπανορθωτον
τε καὶ δόξης καταφρονεῖν : συμβήσεται γὰρ ἀμαθῆ τε καὶ ἀνεπανόρθωτον εἶναι τὸν οὕτω διακείμενον . ἀναγκαῖον δ ' εἶναι
τε καὶ φιλίας τὴν γινομένην διὰ κακίαν μεγάλην τε καὶ ἀνεπανόρθωτον . τοιοῦτος μὲν οὖν ὁ τύπος ἦν τῆς διὰ
6390074 περιφρονω
, ὡς καὶ ὁ οὐράνιος , πέπεικε , καὶ ἤδη περιφρονῶ τοῦ ζῆν , ἅτε εἰς ἀμείνω οἶκον μεταστησόμενος .
τί ποιεῖς ἐτεόν , οὑπὶ τοῦ τέγους ; ἀεροβατῶ καὶ περιφρονῶ τὸν ἥλιον . οἴμοι τάλας δείλαιος , ἀποπνιγήσομαι .
6389627 ἀπεκρυπτε
δὲ εἰς ἄνδρας ἧκε , πάντα ἀπεκάλυψεν , ἃ τότε ἀπέκρυπτε . καὶ τοῦ μὲν ἄλλου σώματος ἔξωρος γενόμενος ἠμέλησε
Ὁ δ ' εὐνοῦχος ἐλθὼν πρὸς βασιλέα τὴν μὲν ἀλήθειαν ἀπέκρυπτε τῶν γεγονότων , ἀσχολίαν δὲ ἐσκήπτετο καὶ τήρησιν ἀκριβῆ
6383027 ἐνεδησα
τούτῳ . . νευρὴν δ ' ἐξέρρηξε νεόστροφον , ἣν ἐνέδησα πρώιον , ὄφρ ' ἀνέχοιτο θαμὰ θρώσκοντας ὀιστούς :
ὅποι βούλει φέρων πρὸς πάντα συκοφάντην . Μόλις γ ' ἐνέδησα τὸν κακῶς ἀπολούμενον . Αἴρου λαβὼν τὸν κέραμον ,
6382100 στηριζων
ἢ κρύφα ἢ φανερῶς ἐπιβουλευθεὶς ἀπολεῖται . ἐὰν δὲ Κρόνος στηρίζων τὴν Σελήνην ἴδῃ ἢ συναφὴν αὐτῆς ἐπέχῃ αὐτοχειρίᾳ ὁ
ἢ κρύφα ἢ φανερῶς ἐπιβουλευθεὶς ἀπολεῖται . ἐὰν δὲ Κρόνος στηρίζων τὴν Σελήνην ἴδῃ ἢ συναφὴν αὐτῆς ἐπέχῃ αὐτοχειρίᾳ ὁ
6379812 Παντοτε
δὲ τῇ σελήνῃ καθ ' ἑκάστην τῶν δύο φάσεων . Πάντοτε μὲν κόσμοιο κατ ' αἰθέρα κοιρανέοντες Ἠέλιος Μήνη τε
οὖν ἐπὶ τοῦ λαχάνου γογγυλίς , ἀλλὰ μὴ γογγύλη . Πάντοτε μὴ λέγε , ἀλλ ' ἑκάστοτε καὶ διὰ παντός
6377873 προσαψον
ἐξετυφλώθη . Ἂν ἡ λεοντῆ μὴ ἐξίκηται , τὴν ἀλωπεκῆν πρόσαψον : ἂν μὴ φανερῶς δύνῃ βλάψαι , πανουργίᾳ χρῆσαι
τῇ παιδείᾳ . Ἂν μὴ λεοντῆ ἐξικνεῖται , τὴν ἀλωπεκῆν πρόσαψον : ὁ νοῦς : ἂν μὴ φανερῶς ἀμυνόμενος ἀντέχῃς
6374006 πτοιαν
ἐστὶ βιαία καὶ αἰφνίδιος ἀνέμου ἔμπτωσις . πτοιώδεσι : τὴν πτοίαν οἱ μὲν δέχονται τὸν κίνδυνον , οἱ δὲ τὴν
δὲ πολλοῖς : καὶ τὸν μὲν τούτων δρόμον καὶ τὴν πτοίαν τοῦ παντὸς ἐδέησεν ὁ Ἀνάχαρσις ἐπαινέσαι . Περιῄει δὲ
6372058 διαγενομενος
Ἑλλάδι πάσῃ ὠφέλιμος ἂν ἦν τοιοῦτος ἀνὴρ ἐν τῷ βίῳ διαγενόμενος οἷος δὴ Χαρίδημος τάχα ἔμελλεν ἔσεσθαι . οὐ γὰρ
. γενόμενος : λείπει ἡ διά , ἵν ' ᾖ διαγενόμενος πανταχῇ : τῆς Κερκύρας πανταχῇ προσεποιήσαντο : ἰδιοποιήσαντο .
6370507 ἀναρπαξανδραν
Σφίγγα . Ξ ἀναρπαξάνδραν ] τὴν τοὺς ἄνδρας ἁρπάζουσαν . ἀναρπαξάνδραν ] τὴν ἀναρπάζουσαν πολλοὺς τῶν ἀνδρῶν καὶ κατεσθίουσαν ,
ἡμετέρας πόλεως τὴν κῆρα καὶ τὴν θανατηφόρον μοῖραν , τὴν ἀναρπαξάνδραν , τὴν τοὺς ἄνδρας ἁρπάζουσαν καὶ ἐσθίουσαν . λέγει
6370274 φυλαξω
κακήν , ἣν οὐδεὶς ζηλώσει ὀχήσω ] ἤγουν βαστάσω , φυλάξω , : ὀχεω ῶ . ἐκ μεταφορᾶς τῶν φρουρούντων
θρηνῶ καὶ οὐχ εὑρίσκω τινὰ μηχανήν , δι ' ἧς φυλάξω τὴν μέχρι νῦν σωφροσύνην τετηρημένην ; Ταῦτα λέγουσα ἤγετο
6367230 παρακουσαι
τε ἐν τῷ οἴκτῳ τῆς Πολυξένης καὶ θέλων τὸ μὴ παρακοῦσαι τὸν πατέρα αὐτοῦ : τὰς ἀρτηρίας . τὰς φλέβας
στόμα σύμμετρον καὶ παραφθεγγόμενον τὴν εὐχὴν τῷ τροπαίῳ : κἂν παρακοῦσαι βουληθῶμεν , τάχα ἑλληνιεῖ . Ἐς αὐτὰ ἥκεις Ὀλύμπια
6366207 ὀσφραινομενος
ἀλήθειαν σὺ μετὰ ] λέγεις τοῦτο υυ υυ ] ὡς ὀσφραινόμενος τοῦτό φησι . ὡς ὀσφραινόμενος τοῦτο ποιεῖ . ἐπίρρημα
οὐκ ἀνέχεται οὔτε τὴν ἰδέην αὐτῆς ὁρέων οὔτε τὴν ὀδμὴν ὀσφραινόμενος . Αὐτοῦ δὴ ὦν τούτου εἵνεκεν ἐσεσόφιστο , ἵνα
6365935 τυχοις
οὔ ; τίς μοι φύλαξ ἦν , εἰ σὺ συμφορᾶς τύχοις ; ἀλλὰ πῶς ἠλευθερώθης , ἀνδρὸς ἀνοσίου τυχών ;
συνόντων ἐπὶ τὸ προσῆκον . εἰ δὲ ἐν ἀλλοφύλοις ἀποληφθεὶς τύχοις , σιώπα . γέλως μὴ πολὺς ἔστω μηδὲ ἐπὶ
6364420 ἀλθαινω
Αἰαῖος , ἢ Ἀλθαιάτης , ἢ Ἀλθαιανός . . . ἀλθαίνω : παρὰ τὸ ἄλθω ἀλθαίνω : ἢ παρὰ τὸ
βαρυτόνων συμφώνου ψιλοῦται , οἷον ἀλδαίνω , τὸ αὔξω , ἀλθαίνω , τὸ θεραπεύω , καὶ ἆλτο ἀντὶ τοῦ ἐπήδησε
6362895 ἐπεχεις
ἐγκόνει : ἀντὶ τοῦ σπεῦδε . μέλλοντας γὰρ αὐτοὺς δειπνεῖν ἐπέχεις . Γ ἐγκόνει ] σπεῦδε . κατακωλύεις ] ἤγουν
' οἵου . ὦ νεφέλη καὶ σκοτόμαινα , ἣ νῦν ἐπέχεις τὴν Ἑλλάδα . ὦ Δήμητερ , ἣ πάλαι μὲν
6362314 προβαλλομενους
εὐμαρῆ τῶν ἐπ ' αὐτοὺς καθηκόντων αἵρεσιν κεφαλαιώδη τινὰ χρὴ προβαλλομένους λόγον , τοῦτον ἐν προχείρῳ διηνεκὲς ἔχειν , ὡς
τὸν δὲ Νέστορα καὶ τὸν Ὀδυσσέα κατασχεῖν μόλις μαντείαν τινὰ προβαλλομένους καὶ ὀλίγον εἶναι χρόνον φάσκοντας , ὃν ἐδέοντο αὐτῶν

Back