ἐκεῖνοι μὲν οὖν ἐάσθωσαν : οὐδὲ γὰρ εἴ τινα Σοφοκλῆς τραγῳδεῖ περὶ τῆς Ὠρειθυίας λέγων ὡς ἀναρπαγεῖσα ὑπὸ Βορέου κομισθείη | ||
εὐεργεσίας : εὔκολα : † χώρει σὺ καὶ κόμιζε : τραγῳδεῖ ὁ Ἐτεοκλῆς : δεῖ νοεῖν , ὅτι τοῦ χοροῦ |
. ἐκ μεσημβρίας δὲ παρέσῃ μοι , ὦ Σώκρατες . Ποιήσω ὡς λέγεις , κἀγὼ δὲ ἐπάνειμι ἐς Κυνόσαργες , | ||
τούτων ἀπήρχοντο χαριστήρια τοῖς θεοῖς ἀπονέμοντες . 〛 ποιῶ : Ποιήσω . . τὰς χύτρας : Τὰ τζυκάλια . . |
κοτύλῃ , χαλκῆν μυῖαν , ἔξεχ ' ὦ φίλ ' ἥλιε , τρυγοδίφησις , μηλολάνθη , χελιχελώνη , σκανθαρίζειν , | ||
. ναί , δέσποτα μακρόθυμε , πολυέλεε κύριε , νοητὲ ἥλιε , βασιλεῦ τῆς δόξης , τῶν κατ ' ἐμὲ |
ποῦ ποτε στήσηι πρὸ πύργων ; ὡς τί μ ' ἱστορεῖς τόδε ; ἀντιτάξομαι κτενῶν σε . κἀμὲ τοῦδ ' | ||
πεύσῃ ] μαθήσῃ ἄν : ἐνταῦθα γὰρ τὸ ἂν σύναπτε ἱστορεῖς ] ἐρωτᾷς Ἱστορῶ τὸ ἐρωτῶ , ὡς ἐνταῦθα : |
τε πολλοῖς καὶ καλοῖς κἀγαθοῖς ταὐτὰ μαρτυροῦσι πιστεύητε μᾶλλον . Ξενοκλῆς τοίνυν Βήσαζε μὲν ἰὼν εἰς τὸ ἐργαστήριον τὸ ἡμέτερον | ||
Θ Ξενοκλῆς καὶ Ξενότιμος : καὶ ὁ μὲν χορευτής , Ξενοκλῆς δὲ τραγῳδίας ποιητής . Θ τῶν Καρκίνου τις Θ |
ἢ βροτοῖς χάριν φέρειν . Ἐκ τοῦ αʹ Θυέστου : Σοφὸς γὰρ οὐδεὶς πλὴν ὃν ἂν τιμᾶ θεός . ἀλλ | ||
ἃ μὴ πρέπει . Σαυτὸν φύλαττε τοῖς τρόποις ἐλεύθερον . Σοφὸς γὰρ οὐδεὶς ὃς τὰ πάντα προσκοπτεῖ . Σοφοῦ παρ |
ὦ παῖ , τὰς τύχας ἐκ τῶν πόνων θηρᾶν : ὁρᾶις γὰρ πατέρα σὸν τιμώμενον . πατρὸς δ ' ἀνάγκη | ||
' ἐπιφέρει : τὰ δυσχερῆ γὰρ καὶ τὰ λυπήσοντά σε ὁρᾶις ἐν αὐτῶι , τὰ δ ' ἀγάθ ' οὐκ |
κεκριμένου πολέμοιο ταχείῃ λῦσον ἀοιδῇ . ἤδη μὲν δεκάτοιο κυλινδομένου λυκάβαντος γηραλέη τετάνυστο φόνων ἀκόρητος Ἐνυὼ Τρωσί τε καὶ Δαναοῖσιν | ||
' ἀλλήλοισι βοτρυδὸν στεινοῖο μόγις διανίσσεται αὐλοῦ . τοὔνεκα καὶ λυκάβαντος ὑπέρτερον οὔποτε μέτρον πουλύποδες ζώουσιν : ἀποφθινύθουσι γὰρ αἰεὶ |
κλίνην , ἐγὼ γὰρ ὑμᾶς τῶν ἐπὶ τῇ κόρῃ δακρύων παύσω . „ καὶ ἅμα ἤρετο , ὅ τι ὄνομα | ||
δ ' ἐμὴ ἐμόν . ἐγὼ οὖν τὸ μὲν ἐμὸν παύσω ἐξ ἅπαντος , ἐπ ' ἐμοὶ γάρ ἐστιν : |
ἀνὴρ πολλῶν ἀντάξιος ἄλλων : ἐπίταττε οὖν ὅτι βούλει . Ἄκουσον δή , εἰπεῖν τὸν Ἐρυξίμαχον . ἡμῖν πρὶν σὲ | ||
δὲ σῶμα καὶ δόμων περιπτυχὰς καταιθαλώσῃ σου Λικυμνίαις βολαῖς . Ἄκουσον , αὕτη : παῦε τῶν παφλασμάτων : ἔχ ' |
κητῶν . κρυόεις : χαλεπός . κρυεός : θανατηρὸς , φρυκτὸς , ἰσχυρός : γράφεται κρυόεις . Λέοντα εἶπε κρυόεντα | ||
πόλις ] ἤτοι τὸ Ἴλιον . ἑάλωκεν ] πεπόρθηται . φρυκτὸς ] ὁ φανός . ἀγγέλλων ] μηνύων . πρέπει |
Νάξον κατεφέρετο πολιορκουμένην ὑπ ' Ἀθηναίων , τῷ ναυκλήρῳ φοβηθεὶς ἔφρασεν ὅστις εἴη . καὶ εἰ μὴ σώσειεν αὐτὸν , | ||
Γ ἀδιανόητον καὶ τοῦτο . Γ ταῦτα πάντα ἐπίτηδες ἀδιανοήτως ἔφρασεν τὸ ἀσαφὲς τῶν χρησμῶν μιμούμενος . ἐπεὶ καὶ παρ |
ὡς ἐπὶ τῆς Εὐμαίου ποιεῖ θυσίας : Κόψε δ ' ἀπαρχόμενος σχίζῃ δρυός , ἣν λίπε κείων . Τὸν δ | ||
γὰρ κέχρητ ' ἀγαθῇσιν : ἀλλ ' ὅ γ ' ἀπαρχόμενος κεφαλῆς τρίχας ἐν πυρὶ βάλλεν ἀργιόδοντος ὑὸς καὶ ἐπεύχετο |
' οὐ τοῖς πράγμασι καὶ τοῖς πολιτεύμασιν γιγνωσκομένους . καὶ βοᾷς ῥητὰ καὶ ἄρρητ ' ὀνομάζων , ὥσπερ ἐξ ἁμάξης | ||
καὶ ὁμόγραφα ἔχει τοῖς ὁριστικοῖς τὰ ὑποτακτικά , οἷον βοῶ βοᾷς βοᾷ , χρυσῶ χρυσοῖς χρυσοῖ , ἐὰν βοῶ ἐὰν |
' Εὐμάθει τούτῳ , μεταπεμψάμενος τοὺς οἰκείους καὶ φίλους τοὺς ἐμοὺς Εὐμάθης ἐνεφάνισε τὰ χρήματα , ἃ ἦν μοι παρ | ||
ὅτι δεῦρο ἀνιὼν οὐχὶ τὼ ὀφθαλμὼ τοῦ ἀετοῦ ἐνεθέμην τοὺς ἐμοὺς ἐξελών : ὡς νῦν γε ἡμιτελὴς ἀφῖγμαι καὶ οὐ |
Λείπει σκόπει . ὁρᾷς θέαμα : Λίαν ἀσφαλῶς ὁ Ἥφαιστος πεδῶν τὸν Προμηθέα , φησίν : ὁρᾷς θέαμα ὀδυνηρὸν καὶ | ||
προδοσίαν : ὅπου καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ παιδεύων ξύλου καὶ πεδῶν ἠνείχετο : καὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ Ἔμπουσα ἐκαλεῖτο καὶ |
οὐ γάρ ἐστιν ἄλλων τοιαύτη σοφία τῶν νῦν ἀνθρώπων . Κἀγὼ εἶπον : Τί γελᾷς , ὦ Κλεινία , ἐπὶ | ||
σκορπίον , ἐκταραχθέντα ἀναπηδῆσαι , εἶτα γνόντα τὸ γεγενημένον , Κἀγὼ σὲ , φησὶν , ἐκφοβήσω , βασιλεῦ : δός |
εὔκλεια : τὸ γὰρ ἀοίδιμον τὸν ἀριστέα γενέσθαι κατὰ πόλιν παρώξυνε πρὸς τὸν φόνον τὴν μητρυιάν . Σοφίσασθαι μὲν οὖν | ||
τῷ βασιλεῖ διεπολέμουν πρὸς Φίλιππον . μάλιστα δ ' αὐτοὺς παρώξυνε προστῆναι τῆς Ἑλλάδος Δημοσθένης ὁ ῥήτωρ , δεινότατος ὢν |
, ὅσον τὸ συνηρεφὲς τῆς τῶν φύλλων κόμης ἀνέῳξεν ὁ γραφεύς . ὅλον ἐτείχιζε τὸν λειμῶνα περιβολή : εἴσω δὲ | ||
ἐν αἰσχρῶι θέμενος αἰδέσθητί με , οἴκτιρον ἡμᾶς , ὡς γραφεύς τ ' ἀποσταθεὶς ἰδοῦ με κἀνάθρησον οἷ ' ἔχω |
δωμάτιον ἀπόρρητον , καὶ καταθέμενος λέγει πρὸς αὐτήν : “ Ἥκω σοι φέρων σωρὸν ἀγαθῶν : ἀλλ ' ὅπως εὐτυχήσασα | ||
τὸν ἐμὸν βίοτον κατέχοις καὶ μὴ λήγοις στεφανοῦσα . ] Ἥκω Διὸς παῖς τήνδε Θηβαίαν χθόνα Διόνυσος , ὃν τίκτει |
ἐνθάδε ἐόντος , ποίεε ταῦτα καὶ ποίεε κατὰ τάχος . Ἀκούσας ταῦτα ὁ Κῦρος ἐφρόντιζε ὅτεῳ τρόπῳ σοφωτάτῳ Πέρσας ἀναπείσει | ||
τῶν Χαλδαίων , τοῦ αἰχμαλωτεῦσαι τὸν λαὸν εἰς Βαβυλῶνα . Ἀκούσας δὲ ταῦτα Βαροὺχ , διέρρηξε καὶ αὐτὸς τὰ ἱμάτια |
ὡμολόγει ἀδικεῖν , καὶ ὅπως μὲν μὴ ἀποθάνῃ ἠντεβόλει καὶ ἱκέτευεν , ἀποτίνειν δ ' ἕτοιμος ἦν χρήματα . ἐγὼ | ||
εἶναι τὴν παῖδα ἐπέπειστο . προσπεσὼν δὲ τοῖς ἀνδράσιν , ἱκέτευεν εἰπεῖν οἵτινες εἶεν : οἱ δὲ μόλις καὶ βραδέως |
πατεῖν . ἐν σαργανίσιν ἄξω ταρίχους Ποντικούς . νακότιλτος ὡσπερεὶ κωδάριον ἐφαινόμην . παραστάδας καὶ πρόθυρα βούλει ποικίλα . ὁ | ||
ἐκλήθη : ἐὰν δὲ κριόν , Φρίξος , ἐὰν δὲ κωδάριον Ἰάσων . Χαιρεφῶντος δὲ παρασίτου μέμνηται Μένανδρος λέγων : |
καὶ οὐ δίδομεν , ὡς ὁ Κοθωκίδης φησὶ ῥήτωρ Δημοσθένην χλευάζων , ὃς Φιλίππου Ἀθηναίοις Ἁλόννησον διδόντος συνεβούλευε μὴ λαμβάνειν | ||
εἰς τοὺς εὐανθεῖς κόλπους λειμώνων ἐγκρούων κἀπισκώπτων καὶ παίζων καὶ χλευάζων . Ἠρίστηται δ ' ἐξαρκούντως . Ἀλλ ' ἔμβα |
. Ἄνθρωπος ὢν μέμνησο τῆς κοινῆς τύχης . θνητὸς πεφυκὼς τἀπί σοι πειρῶ βλέπειν . Ἀνδρὸς γέροντος οἱ γνάθοι βακτηρία | ||
. Ἄνθρωπος ὢν μέμνησο τῆς κοινῆς τύχης . θνητὸς πεφυκὼς τἀπί σοι πειρῶ βλέπειν . Ἀνδρὸς γέροντος οἱ γνάθοι βακτηρία |
. Πότερον εἰ τὴν κεφαλὴν μόνον κνησιῷἢ ἔτι τί σε ἐρωτῶ ; ὅρα , ὦ Καλλίκλεις , τί ἀποκρινῇ , | ||
ἰσχυροτέραν ; Τοῦτ ' , ἔφη , λέγω , καὶ ἐρωτῶ γέ σε πότερον ἴσον ἂν ἑκατέρᾳ τῇ γῇ σπέρμα |
μετὰ ταῦτα ἔδησε τὴν ἐπιστολὴν εἰς τὸν τράχηλον τοῦ ἀετοῦ Ἱερεμίας , λέγων : Ἄπελθε ἐν εἰρήνῃ καὶ ἐπισκέψηται ἡμᾶς | ||
δὲ αὐτῷ ὁ κύριος : Λάλει , ὁ ἐκλεκτός μου Ἱερεμίας . Καὶ ἐλάλησεν Ἱερεμίας , λέγων : Κύριε παντοκράτωρ |
εἰ μὴ βιαιότερον . ὀνόματα δὲ φιλεγκλήμων , μεμψίμοιρος , φιλαίτιος , ὀνειδιστικός : καὶ πάλιν φιλόψογος , φιλολοίδορος , | ||
τὴν πόλιν καὶ τῆς χρείας καταφυγήν : οὐδέ γε οὕτω φιλαίτιος οὐδεὶς ὅστις ἂν μέμψαιτο ἐκείνης τῆς πόλεως τοὺς ὅρους |
” , „ ἀνοικοδόμησεν „ . βαρυνομένη δὲ σημαίνει τὸ ἀνάστηθι , οἷον ” ἀλλ ' ἄνα , εἰ μέμονάς | ||
ἀλλ ' ἄνα εἰ μέμονάς γε εἰς ἐντελῆ προφορὰν τοῦ ἀνάστηθι . Οὐκ ἀήθως δὲ καὶ τὸ ὑποτακτικὸν πάντως ἐπιζητήσει |
τε φωσφόρου λύχνου σέλας . τελέως μ ' ὑπῆλθεν ἡ κατάρατος μαστροπός , ἐπομνύουσα τὰν Κόραν , τὰν Ἄρτεμιν , | ||
γὰρ πηγὴν ἀνεύρηκα τοῦ μεγάλου τολμήματος , καὶ οὗτος ὁ κατάρατος ἄνθρωπος ἐπίσταται γυναῖκα μιαρὰν συμπράξασαν τῷ φόνῳ . ” |
, ἐπειδὴ ἐν τῇ ἐντελείᾳ βαρύνονται , οἷον Ἡρακλέης Σοφοκλέης Περικλέης , καὶ λοιπὸν συναιρούμενα περισπῶνται , οἷον Ἡρακλῆς Σοφοκλῆς | ||
: καὶ πάλιν ἐν ἄλλοις [ Εὔπολις ὁ ποιητής ] Περικλέης οὑλύμπιος ἤστραπτεν , ἐβρόντα , συνεκύκα τὴν Ἑλλάδα . |
λείπεται τῇ ψυχῇ εἰς τὸ σώζεσθαι ; καὶ εἶπεν ὁ ἀρχιστράτηγος ὅτι Ἐὰν κτήσηται μίαν δικαιοσύνην ὑπεράνω τῶν ἁμαρτιῶν ἔρχεται | ||
εἰς τὸ ἔδαφος τῆς γῆς ὡς νεκρὸς , ὁ δὲ ἀρχιστράτηγος εἶπεν αὐτῷ πάντα ὅσα ἤκουσεν παρὰ τοῦ ὑψίστου : |
κτησάμενος ἀπαλλαγῇ τῆς ὑπαρχούσης πενίας : ἐπὶ δὲ τὴν Ἑλλάδα Ἕλλην ' οὐδέν ' ἂν ἐλθεῖν ἡγοῦμαι . ποῖ γὰρ | ||
τοῦ μαντείου ἐπαναστρέφοντας μηδὲν ἕτερον λέγειν ἢ τὸ : τὴν Ἕλλην καὶ τὸν Φρύξον αὑτῷ τυθῆναι ὁ Ἀπόλλων ἀνείρηκεν . |
' ὧν ἂν βούληται τιμᾶσθαι , τούτοις ὠφέλιμος εἶναι . Ἔφη δ ' αὐτὸν ὁ κατήγορος καὶ τῶν ἐνδοξοτάτων ποιητῶν | ||
ἐξίστασθαι τῆς ταὐτότητος μήθ ' ὑφ ' ἑτέρου προσαναγκάζεσθαι . Ἔφη δὲ καὶ ὁ Πλάτων ἐν Κρατύλῳ τὰ ὀνόματα ὁμοιώσει |
' ἄελπτον . καὶ μὴν παρών γε κοὐ λόγους ἄλλων κλύων , Πέρσαι , φράσαιμ ' ἂν οἷ ' ἐπορσύνθη | ||
Αὐτὸς βαρεῖαν ξυμφορὰν ἐν ὄμμασιν πατρὸς δεδορκὼς κοὐ κατὰ γλῶσσαν κλύων . Ποῦ δ ' ἐμπελάζεις τἀνδρὶ καὶ παρίστασαι ; |
ὁ μὲν οὖν δῆμος μετέωρος καθῆστο , Χαιρέας δὲ πρῶτος εἰσῆλθε μελανείμων , ὠχρός , αὐχμῶν , οἷος ἐπὶ τὸν | ||
ἔμεινεν Ἰωσὴφ τὴν ἡμέραν ἐκείνην παρὰ τῷ Πεντεφρῇ καὶ οὐκ εἰσῆλθε πρὸς Ἀσενέθ , διότι ἔλεγεν : οὐ προσήκει ἀνδρὶ |
: ἀράσαντο δὲ πάμπαν ἐσλὰ τῷ γαμβρῷ . Κρατῖνος ἐν Διονυσαλεξάνδρῳ : στολὴν δὲ δὴ τίν ' εἶχεν ; τοῦτό | ||
. * . Ἄνηστις : ὁ ἄσιτος : Κρατῖνος ἐν Διονυσαλεξάνδρῳ : φοιτᾷς ἐπὶ δεῖπνον ἄνηστις : καὶ Αἰσχύλος ἐν |
δ ' ἀναγορευέτω . τί οὖν , ὦ ταλαίπωρε , συκοφαντεῖς ; τί λόγους πλάττεις ; τί σαυτὸν οὐκ ἐλλεβορίζεις | ||
φαγεῖν . ὑπευθύνους δὲ λέγει τοὺς καταδίκους . ἀποσυκάζεις ] συκοφαντεῖς . Γ ἀποσυκάζεις ] συκοφαντεῖν , ἀφ ' οὗ |
κατάγω . κατάξω ] εἰσάξω . κατάξω ] φέρω . κατάξω ] καταβιβάσω . κατάξω ] + εἰσάξω εἰς τὴν | ||
τοὺς παῖδας πέμψω εἰς Ἅιδην : ὁ δὲ πρέσβυς τὸ κατάξω νοεῖ ὅτι πέμψω πρὸς τὸν Ἰάσονα ἠλλοτριωμένους μου τοὺς |
νόμος οὐκ ἔστιν ἐπὶ δούλων . ἀναγνώτω σοι πρῶτον τὸ γραμμάτιον τῆς ἀπελευθερώσεως , εἶτα τότε γάμον εἰπάτω . γυναῖκα | ||
. αἰτήσαντί σοι , ὦ γνησιώτατε τῶν ἐμῶν φίλων , γραμμάτιον περὶ τῶν ἐν ὀφθαλμοῖς παθῶν , ὅπως δεῖ ποιεῖσθαι |
ἔστι δὲ καὶ ἐν Αὐτομόλοις Φερεκράτους . παππίζειν : τὸ πάππαν καλεῖν . πάππος : αἱ ἐπὶ τοῦ κάτω χείλους | ||
, ἄχθομαι ὑμῖν , ἡνίκ ' ἂν αἰτίζητ ' ἄρτον πάππαν με καλοῦσαι , ἔνδον δ ' ἀργυρίου μηδὲ ψακὰς |
γε τῆς μητρὸς σωφροσύνην , ἣ μυρίους ἀπὸ τῶν θυρῶν ἀπήλασεν , οὐδ ' ἂν ὁ σφόδρα ἡδονῶν ἥττων τολμῆσαί | ||
ἐνέπαιζεν αὐτῇ . ἐλθὼν δέ τις καὶ λύσας τοὺς βόας ἀπήλασεν . ὁ δὲ ἐλθὼν καὶ μὴ εὑρὼν τοὺς βόας |
τίς ἐμὸν οὐκ ἐπόψεται πάθος ἀμέγαρτον ἐπὶ κακῶν παρουσίᾳ ; Εἴθε με πυρφόρος αἰθέρος ἀστὴρ τὸν δύσμορον ἐξολέσειεν . Οὐ | ||
, καὶ κωφοῦ ξυνιείς , καὶ μὴ λαλέοντος ἀκούων . Εἴθε ὤφελες τὰ μὲν τοιαῦτα πάντα ἀγνοεῖν , ἐκεῖνο δὲ |
ἦν ; ἤ τις ἔκλεψεν αὐτόν ; Ὅτι τοὺς κόρακας τἀξ Αἰγύπτου χρυσία κλέπτοντας ἔπαυσεν . Ἐς τὸν καλιόν , | ||
ἐγᾦδα , τῆσδέ τε μαντεῖ ' ἀκούων , συννοῶν τε τἀξ ἐμοῦ παλαίφαθ ' ἅ μοι Φοῖβος ἤνυσέν ποτε . |
ἐάμ ποτ ' οἶνον ἔτι τ ? [ ἀλλ ' ὀμνύω ϲοι τοῦτο [ οὐκ οἶϲθα πρὸϲ ὕδωρ ? ? | ||
: καὶ ὑμεῖς εἰς κατάραν μεγάλην παραδοθήσεσθε . καὶ νῦν ὀμνύω ὑμῖν τοῖς φρονίμοις καὶ οὐχὶ τοῖς ἄφροσι , ὅτι |
τὴν οἰκείαν ἐκάλεσε δίαιταν . ” ἀλλ ' ἵνα μὴ ἀποκάμῃς „ φησί „ νηχόμενος , μηρίνθῳ λεπτῇ τὸν σὸν | ||
πάνυ . ὥστε , ὅπερ λέγω , μήτε ταῦτα φοβούμενος ἀποκάμῃς σαυτὸν σῶσαι , μήτε , ὃ ἔλεγες ἐν τῷ |
. Θησεῦ , ξύνισμεν πάνθ ' ὅς ' Ἀργείαν χθόνα δέδρακας ἐσθλὰ δεομένην εὐεργετῶν χάριν τ ' ἀγήρων ἕξομεν : | ||
; Ἄνδρ ' ἐδεξάμην ἐραστὰ τῆσδε τῆς ξυνουσίας . Καὶ δέδρακας τοῦτο τοὔργον ; Καὶ δεδρακώς γ ' ἥδομαι . |
ἐπέρρεπε γαμβροῖσιν ἀείδειν . μεταμανθάνουσα δ ' ὕμνον Πριάμου πόλις γεραιὰ πολύθρηνον μέγα που στένει κικλήσκους ' Ἄπαριν τὸν αἰνόλεκτρον | ||
ἐλθεῖν δ ' ἔτλησαν δεῦρο καὶ ξένον πόδα θεῖναι μόλις γεραιὰ κινοῦσαι μέλη , πρεσβεύματ ' οὐ Δήμητρος ἐς μυστήρια |
εἰς ην μονοσυλλάβοις μόνου θηλυκοῦ γένους ἐστίν , τούτου χάριν ἔτρεψε τὸ η εἰς τὸ ε ἐν τῇ γενικῇ καὶ | ||
πρὸ τοῦ ν δίφθογγον : οἷον σωλὴν , Πλάτων : ἔτρεψε τὸ ν εἰς Ϛ , καὶ ἐγένετο μείς . |
ὁ κατηγορῶν , ἀλλὰ μὴ σπερμολόγος περίτριμμα ἀγορᾶς ‚ [ ἀρουραῖος Οἰνόμαος , παράσημος ῥήτωρ ] . τούτων ἕκαστον κῶλόν | ||
διαστολή τις εἴη , ἢ σύνθετον ὑπάρχοι : Ἀθηναῖος Εἰρηναῖος ἀρουραῖος . τὸ ἐρυσίχαιος προπαροξύνεται . τὸ δὲ Ἀθήναιος κύριον |
] γρ . δ ' οὖν . μέμνης ' ] ἐνθυμήθητι , ἐνθυμοῦ . τελευταῖος τῶν τριμέτρων ἰάμβων . δυνήσεται | ||
πτερὰ τῶν λόγων εἰκῆ παρελθέτω , ἀλλ ' ἐκεῖνό μοι ἐνθυμήθητι , ὡς εἰ καθ ' ἕνα τόπον ἐχρῆν ἱδρύεσθαι |
τὸν ἀμφ ' ἑαυτῆς ἆθλον ἐξηγουμένης : τὰ λοιπὰ νῦν ἀκούσαθ ' , οἷα χρὴ πάθη τλῆναι πρὸς Ἥρας τήνδε | ||
κεῖται . ὃ δὲ βούλεται λέγειν , τοιοῦτόν ἐστιν : ἀκούσαθ ' , ἑλικώπιδος γὰρ δὴ Ἀφροδίτης ἄρουραν ἢ Χαρίτων |
ἀναδεδιπλασιασμένα , ὁ μέλλων ἔχει τὸ α , κλάσω φλάσω θλάσω [ πράσω ] δράσω : τὸ πρήσω πλήσω τλήσω | ||
ὀχεύει . ἀλλὰ γενοίμαν : ἀλλ ' ἐὰν μή σε θλάσω , γενοίμην ἀντὶ τοῦ Κομάτα Μελάνθιος καὶ κολασθείην ὥσπερ |
ἐκεῖνος ἀπέδωκε χώραν ἕξει . : ἡ δ ' οὖν Παρύσατις , μίσους τε πρὸς τὴν Στάτειραν ἐξ ἀρχῆς ὑποκειμένου | ||
καὶ Παρύσατις ἐξ Ἀνδρίας καὶ αὐτῆς Βαβυλωνίας : αὕτη ἡ Παρύσατις Ἀρτοξέρξου καὶ Κύρου μήτηρ ἐγένετο . τὸν δὲ Ὦχον |
δοίδυκα καὶ κιβώτιον . Λίθινον ; Μὰ Δί ' οὐ δῆτ ' , οὐχὶ τό γε κιβώτιον . Σὺ δὲ | ||
θεῶν μέγας , ἄξειν νιν ὑπτίασμα κειμένου πατρός . τί δῆτ ' ἐγὼ κάτοικτος ὧδ ' ἀναστένω ; ἐπεὶ τὸ |
Ἀφροδίτη : νῦν δὲ ἡδέως ἂν ἀκούσαιμί σου τὰ πάντα διηγουμένης . Αὕτη θυγάτηρ μέν ἐστι Λήδας ἐκείνης τῆς καλῆς | ||
ποτε ἤκουσα γυναικὸς Ἠλείας [ ἢ Ἀρκαδίας ] ὑπὲρ Ἡρακλέους διηγουμένης . ὡς γὰρ ἔτυχον ἐν τῇ φυγῇ ποτε ἀλώμενος |
ὁ δὲ νοῦς πέπαικται εἰς τραγῳδίαν : ὁ γὰρ χαρακτὴρ τραγικὸς , ὡς ἐν Ὀρέστῃ [ ] ἀναβοάσομαι πατρὶ Ταντάλῳ | ||
Σωτίων τε καὶ Ἀγαθοσθένης οἱ φιλόσοφοι , καὶ Εὐριπίδης ὁ τραγικὸς οὑτωσὶ λέγων : ἃν ὑγραίνει καλλιστεύων ὁ ξανθὰν χαίταν |
παρών , αὐτὸς τάδ ' εἰπών , αὐτός ἐστιν ὁ κτανών . . : ἀναφορά : , : , , | ||
παρών , αὐτὸς τάδ ' εἰπών , αὐτός ἐστιν ὁ κτανών τὸν παῖδα τὸν ἐμόν . Ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἴσως |
Ὣς φάτ ' Ἀθηναίη , ὃ δ ' ἐπείθετο , χαῖρε δὲ θυμῷ , στῆ δ ' ἄρ ' ἐπὶ | ||
συμπλέξαντα τὸν Ἰλιάδος καὶ Ὀδυσσείας στέφανον . Δήλι ' Ἄπολλον χαῖρε καὶ Ἄρτεμι , παῖδε κλεεινώ . Αἴσωπός ποτ ' |
τὴν ἀποφράδα ὥς τι ξένον καὶ ἀλλότριον τῶν Ἑλλήνων ὄνομα ἐγέλα εὐθὺς καὶ τὸν ἄνδρα τοῦ πάλαι ἐκείνου γέλωτος ἠμύνετο | ||
δὲ ὑφ ' ἡδονῆς μετέωρος ἑωρᾶτο , καὶ νῦν μὲν ἐγέλα τῷ προσώπῳ πάνυ ἀσελγῶς , πάλιν δὲ εὐθὺς ἐθρήνει |
ὥσπερ ἡ παλαιὰ , τὰ σώμαθ ' ἡμῶν πάντ ' ἀναρπάσας φέρει , κοὐκ ἔχω μάχεσθαι , μάλιστα μὲν δὴ | ||
ἐπειγομένους : συνεώρα δὲ καὶ αὐτὸς ἡμᾶς ἐπειγομένους , καὶ ἀναρπάσας εὐθέως ἐκ τῆς γῆς τῇ δεξιᾷ χειρὶ τὸ παρατυχὸν |
. νῦν δ ' ἐκεῖνός τε ἔκλαε καὶ σὺ ταὐτὸν ἐποίεις μετὰ τοιοῦτον λόγον , ὃς ἐξέπληξε μὲν τὴν Παλαιστίνην | ||
οὐκ ἐπιτρέψεις , ἤν τις ἐπάγῃ χεῖρας . ταῦτα δὲ ἐποίεις σὺ τῷ γράφοντι χαριζόμενος . δεήσει μὲν οὖν σε |
γ ' ὅ τι σοι τοὔνομ ' εἴπ ' . Ἀγοράκριτος : ἐν τἀγορᾷ γὰρ κρινόμενος ἐβοσκόμην . Ἀγορακρίτῳ τοίνυν | ||
” ] ἀπατήσας τὸν Κλέωνα κρέα ἤνεγκε τῷ Δήμῳ ὁ Ἀγοράκριτος ὑφελὼν αὐτά . καὶ σὺ γὰρ τοὺς ἐκ Πύλου |
εἰργάσω . σὺ δ ' οὐκ ἔμελλες τἄμ ' ἀτιμάσας λέχη τερπνὸν διάξειν βίοτον ἐγγελῶν ἐμοὶ οὐδ ' ἡ τύραννος | ||
' εὐσεβοῦς πατρὸς κρείσσω φανεῖσαν † τἄμ ' ἀποδοῦναι † λέχη . εἰ δ ' ἐμὲ γυναῖκα τὴν ἐμὴν συλήσετε |
οὕτως . : ἴθι δεῦρ ' ἀφελοῦ τ ' ὦ λάγνα ταχὺ τὰ ποικίλα : καὶ τὸ πυραίχμης πυραίχμου ὦ | ||
τὴν ἐξωμίδα . ἴθι δεῦρ ' ἀφελοῦ τ ' ὦ λάγνα ταχὺ τὰ ποικίλα . ἄρτι μὲν μάλ ' ἀνδρικὴν |
ὁ πατήρ , φησίν , ὁ Ποσειδῶν ἰάσεται σε . Θάρρει , ὦ τέκνον : ἀμυνοῦμαι γὰρ αὐτόν , ὡς | ||
ἤδη ἀκροάσασθαι αὐτοῦ , μὴ καὶ λάθω τελέως ἀπολειφθείς . Θάρρει , ὦγαθέ . τὸ τήμερον γὰρ ἐκεχειρία ἐπήγγελται . |
ἐπέγνω : “ οὐ γάρ πώ τις ἑὸν γόνον αὐτὸς ἀνέγνω . ” ἀνιόντος ἀνερχομένου , ἀνατέλλοντος : “ Ὑπερίονος | ||
οἶδ ' : οὐ γάρ πώ τις ἑὸν γόνον αὐτὸς ἀνέγνω . ὡς δὴ ἐγώ γ ' ὄφελον μάκαρός νύ |
εἴκοσι Κερκυραίοις βοηθήσων διαφερομένοις πρὸς Κορινθίους . μετὰ δὲ ταῦτα αἰτιαθεὶς ἀσεβεῖν ὡς καὶ αὐτὸς τοὺς Ἑρμᾶς περικόψας καὶ εἰς | ||
μεγαλοφροσύνῃ , ὅς γε τὰ πατρῷα τοῖς οἰκείοις παρεχώρησε . αἰτιαθεὶς γὰρ ὑπ ' αὐτῶν ὡς ἀμελῶν , “ τί |
πύρνον ψωμόν . πυρπολέοντας οἷον πῦρ ποιοῦντας , πυρπολουμένους . πωλεῖται συνεχῶς ἐπὶ τὸν αὐτὸν τόπον πορεύεται . ῥαδινόν λεπτόν | ||
κοῦραι , τίς δ ' ὔμμιν ἀνὴρ ἥδιστος ἀοιδῶν ἐνθάδε πωλεῖται , καὶ τέῳ τέρπεσθε μάλιστα ; ὑμεῖς δ ' |
ἀφ ' ὧν τὰς ἠπείρους ὀνομασθῆναι συμβέβηκεν . ἡ γοῦν Ἄτοσσά φησι δύο γυναῖκας κατ ' ὄναρ ἰδεῖν , τὰς | ||
δύναμιν ἡμῖν ἐστι . . πολλοῖς μὲν ἀεὶ ] ἡ Ἄτοσσά φησι πρὸς τὸν χορὸν , πολλὰ μὲν νυκτερινὰ ὀνείρατα |
πράγματα παρασχὼν ὑμῖν καὶ διοχλήσας . ἀλλ ' ἐγὼ μὲν εἴσειμι , ὅταν εἰσίω , ὅπως ἄν τι νουθετήσαιμι καὶ | ||
καὶ νεκρός , νυνὶ δὲ πλουτεῖς . Εὐκαταφρόνητος τῇ στολῇ εἴσειμι καὶ ταῦτ ' εἰς γυναῖκας . Ὡς ἡδὺ πρᾶος |
ὕστερον βλάβην . λύπη μανίας κοινωνίαν ἔχει τινά . ὦ δέσποθ ' , ὑγίαιν ' . ὡς χρόνιος ἐλήλυθας . | ||
' ἀφῆκας τῷ γέροντι τῷδε σύ ; Κατοικτίσας , ὦ δέσποθ ' , ὡς ἄλλην χθόνα δοκῶν ἀποίσειν , αὐτὸς |
καὶ τῆς γε μητρὸς ἐρομένης αὐτὸν τί ταῦτα ληρεῖ , καταγελάσας αὐτῆς , Ἀλλὰ ἢν τὸν λῆρον τοῦτον , ἔφη | ||
τυγχάνει ἡ δόξα τοῦ θρόνου σου ; σὺ εἶ ὁ καταγελάσας τῶν ἀδικούντων καὶ ἁμαρτανόντων , νυνὶ δὲ ἐγένου εἰς |
; ! [ ἔοικεν ? ἤδη κ [ ἄγ ' εἷα ? δὴ πᾶς ? ! ! [ ῥινηλατῶν ὀσμ | ||
, . ! υ ! ! ! [ ἄγ ' εἷα νυν ? [ μυχῷ σκ [ παν ? ? |
] ὅλους ἐποίει δηλονότι ἀγορητάς . ἄνειμι ] ἀνέρχομαι , ἀπέρχομαι , ἀπελεύσομαι , μετελεύσομαι , ἀνελεύσομαι . ἐντεῦθεν ] | ||
γὰρ ἄν με ἔπεμπον πάλιν πρὸς ὑμᾶς . νῦν δὲ ἀπέρχομαι πρὸς μὲν Λακεδαιμονίους ὑφ ' ὑμῶν διαβεβλημένος , Σεύθῃ |
ἢ πρὸς τὸ ἀπέπνευσε . Ζαμενὴς δὲ ἡ μανικωτάτη : ἀπέκτονε γὰρ τοὺς αὑτῆς παῖδας καὶ τὸν ἀδελφὸν ἄψαρτον . | ||
Νεμέας , Ἀφέσας τις ὤν Θεσσαλίας . . . . ἀπέκτονε : κτείνω κτενῶ , ὁ μέσος παρακείμενος ἔκτονα καὶ |
. . ὥσπερ παρὰ τὸν δείσω μέλλοντα γίνεται δεινὸς καὶ κλείσω κλεινός , οὕτως καὶ παρὰ τὸν θήσω μέλλοντα τὸν | ||
παρὰ Βοιωτοῖς κτλ . . , : κλεινός : κλείω κλείσω κλεινός . . , : κλωστήρ : παρὰ τὸ |
προσφιλῆ ἐμοὶ πόλιν ταύτην τὴν Ὀποῦντα φλέγων , ἀντὶ τοῦ λαμπρύνων ᾠδαῖς μαλεραῖς , τουτέστι λαμπραῖς , ταχύτερον καὶ ἵππου | ||
„ ἔφη „ ὁ τὴν κόμην ἀσκῶν καὶ τοὺς ὀδόντας λαμπρύνων καὶ τοὺς ὄνυχας ξέων καὶ τοῦ μύρου ἀεὶ πνέων |
μέντοι ἀδικεῖσθαι νομίζει ὑφ ' ἡμῶν οἶδα : ὥστε καὶ μεταπεμπομένου αὐτοῦ οὐκ ἐθέλω ἐλθεῖν , τὸ μὲν μέγιστον αἰσχυνόμενος | ||
Ἐκ τῶν Ἀρριανοῦ προτρεπτικῶν ὁμιλιῶν . Ἀλλὰ δὴ Σωκράτης Ἀρχελάου μεταπεμπομένου αὐτὸν ὡς ποιήσοντος πλούσιον ἐκέλευσεν ἀπαγγεῖλαι αὐτῷ διότι Ἀθήνησι |
ἕδρης καὶ γεράων πάντων : γενεῆι δ ' ἀτάλαντον πρέσβυν ὁμήλικα πατρὸς ἴσαις τιμαῖσι γέραιρε . Γαστρὸς ὀφειλόμενον δασμὸν παρέχειν | ||
ἄρ ' αὐτὸν Μέμνων ὀβριμόθυμος ἐπεσσύμενον προσέειπεν αἰδεσθεὶς ἀνὰ θυμὸν ὁμήλικα πατρὸς ἑοῖο : Ὦ γέρον , οὔ μοι ἔοικε |
τοῦ βίου , ὦ φίλε Σώκρατες , ἔφη ἡ Μαντινικὴ ξένη , εἴπερ που ἄλλοθι , βιωτὸν ἀνθρώπῳ , θεωμένῳ | ||
πίναξ τις ἔμπροσθεν τοῦ νεώ , ἐν ᾧ ἦν γραφὴ ξένη τις καὶ μύθους ἔχουσα ἰδίους , οὓς οὐκ ἠδυνάμεθα |
. Εἴρων : ὁ τὴν ἀλήθειαν ἐν τῷ ψεύδει λέγειν ὑποκρινόμενος . Ἐὰν δὲ προαιρῆται ἐκκλητευθῆναι μᾶλλον . Ἐκκλητευθῆναι : | ||
κατάβαλε λοιπὸν , ὦ Μίκων , παίζειν ταυτηνὶ τὴν κρίσιν ὑποκρινόμενος : ἔξεστι , λέγεις , μετὰ Μαραθῶνα καὶ τρόπαιον |
Κυδαντίδαι . Κυθήριος : Δημοσθένης ἐν τῷ πρὸς Φαίνιππον . Κύθηρος δῆμος τῆς Πανδιονίδος , ἀφ ' οὗ ὁ δημότης | ||
τῶν διαβολῶν καὶ οἰκέτης τοῦ πρεσβύτου μάγειρος , ᾧ ἐπωνυμία Κύθηρος , ὑποθωπεύων , ὥσπερ ἐν δράματι , τὸν δεσπότην |
. σαυτὴν ἐπαινεῖς ὥσπερ Ἀστυδάμας , γύναι : Ἀστυδάμᾳ τῷ Μορσίμου εὐημερήσαντι ἐπὶ τραγῳδίας διδασκαλίᾳ Παρθενοπαίου δοθῆναι ὑπ ' Ἀθηναίων | ||
ἑλκετρίβωνα . ἁρμοστῆρας ἀπέσχαζε ἅψαι μόνον σὺ κἂν ἄκρῳ τοῦ Μορσίμου , ἵνα σου πατήσω τὸν Σθένελον μάλ ' αὐτίκα |
ἀποσείειν αὐτόθεν . Νικόστρατος ἐν Πατριώταις : ὁ κάπηλος γὰρ οὑκ τῶν γειτόνων ἄν τ ' οἶνον ἄν τε φανὸν | ||
γὰρ οὐκ ἐπίϲταμαι [ οὐ παύϲει ῥαίνων ἡμᾶϲ [ , οὑκ πρώιραϲ ; εἰώθαϲι λέγειν [ : ὁ ἐκ πρώιραϲ |
ἐπιτονωτάτην ἐπίτασιν τῆς βασάνου προσποιηθεὶς ἐνδιδόναι τὴν ψυχὴν ταῖς ἀλγηδόσιν ἀνέκραγεν : ἄνετε : ἐρῶ γὰρ πᾶσαν ἀλήθειαν . ὡς | ||
ποιῶν ψωμοὺς ὡς πλίνθους καταπίνειν . ὁ Ξάνθος γευσάμενος πάλιν ἀνέκραγεν “ τὸν πλακουντάριόν τις καλείτω . ” εἰσῆλθεν . |
κάμινος πᾶσα κυκηθείη κεραμέων μέγα κωκυσάντων . ὡς γνάθος ἱππείη βρύκει , βρύκοι δὲ κάμινος πάντ ' ἔντοσθ ' αὐτῆς | ||
. * * * νῦν δ ' αὖθις ἐρυγγάνει : βρύκει γὰρ ἅπαν τὸ παρόν , τρίγλῃ δὲ κἂν μάχοιτο |
. καὶ πῶς ς ' οὔτις ἂν θείη τυφλόν ; σκώπτεις . ὁ δ ' Οὖτις ποῦ ' στιν ; | ||
καὶ ταῦτα λέγουσα Κόρακος μὲν καὶ Τισίου καταγελᾷς καὶ Θεόδωρον σκώπτεις τὸν Βυζάντιον ὡς μικρὰ ἄττα καὶ ὀλίγου ἄξια εἰς |
ἱππικώτατοι καὶ ἀκοντιστικώτατοι καὶ τοξικώτατοι καὶ φιλοπονώτατοι . ταῦτα δὲ ἐξειργάζετο ἐπὶ τὰς θήρας ἐξάγων καὶ τιμῶν τοὺς κρατίστους ἕκαστα | ||
περ ἐόντε . ὅτι δὲ Ἀμφίων ᾖδε καὶ τὸ τεῖχος ἐξειργάζετο πρὸς τὴν λύραν , οὐδένα ἐποιήσατο λόγον ἐν τοῖς |
ὁμιλητὰ γενομένω Κριτίας τε καὶ Ἀλκιβιάδης πλεῖστα κακὰ τὴν πόλιν ἐποιησάτην . Κριτίας μὲν γὰρ τῶν ἐν τῇ ὀλιγαρχίᾳ πάντων | ||
Ἀριστόγειτον , ὅτι τὸν τύραννον κτανέτην ἰσονόμους τ ' Ἀθήνας ἐποιησάτην . Ἀδμήτου λόγον ὦ ἑταῖρε μαθὼν τοὺς ἀγαθοὺς φίλει |
Δαναοὶ κτείναντες ἔχουσιν . Ἑκάβη , νεὼς μὲν πίτυλος εἷς λελειμμένος λάφυρα τἀπίλοιπ ' Ἀχιλλείου τόκου μέλλει πρὸς ἀκτὰς ναυστολεῖν | ||
τ ' ἐξευρεῖν σοφά . γνώμηι δ ' ἀδελφοῦ Μελεάγρου λελειμμένος ἴσον παρέσχεν ὄνομα διὰ τέχνης δορός , εὑρὼν ἀκριβῆ |
αὐτήν : λαμβάνομαι τὸ στόμα , κλείω κατέχω : γράφεται ἐστάλην : οὐ καταλείψω τὸ τέμενος τῆς θεοῦ , εἰ | ||
ὑψόροφα μέλαθρα καὶ γεραιὰ δέμνι ' ἀμφὶ βάκτροις ἔρεισμα θέμενος ἐστάλην ἰηλέμων γέρων ἀοιδὸς ὥστε πολιὸς ὄρνις , ἔπεα μόνον |
καὶ πικρῷ καὶ μετενόει ἀπὸ τῶν θεῶν αὐτῆς , ὧν ἐσέβετο , καὶ περιέμενε τοῦ γενέσθαι ἑσπέραν . Καὶ ἔφαγεν | ||
ἦν ἀριθμός , χρυσοῖ καὶ ἀργυροῖ . Καὶ πάντας ἐκείνους ἐσέβετο Ἀσενὲθ καὶ ἐφοβεῖτο αὐτοὺς καὶ θυσίας αὐτοῖς ἐπετέλει . |
σὺ δυστυχῇς : ἐπὶ τῶν παρὰ φίλων μὴ ὠφελουμένων . Εὐριπίδειος ὅρκος : ἴσως ὁ κατὰ κυνὸς ἢ χηνός . | ||
. Τοιαῦτα δὲ ὑμῶν τὰ μαντεύματα πάντα : καὶ ὁ Εὐριπίδειος Ἀπόλλων τοῦτ ' ἐκεῖνο ἦν ὃ ἔλεγεν , τὸ |
τι μὲν λῷστον , τόδε νικῴη ˘˘μέλπουσί – τ ' ἀηδόνιον κλαγγὴν ἀγηλατῶν αἱμόφυρτα δαίμων ἀνηλέητος ἀφ ' οὗ δ | ||
χελιδὼν ἐπὶ βάρβαρον ἑζομένη πέταλον : τρύζει δ ' ἐπίκλαυτον ἀηδόνιον νόμον , ὡς ἀπολεῖται , κἂν ἴσαι γένωνται . |
, τοῦ Διὸς οὕτως ἐξ ἀρχῆς βουληθέντος . ἡ γοῦν Φερσεφόνη περὶ τοὺς τῆς Αἴτνης διατρίβουσα λειμῶνας ἡρπάσθη παρὰ τοῦ | ||
καί μοι βριμαίνω . . . . Βριμώ : ἡ Φερσεφόνη : ἡ δ ' αὐτὴ λέγεται Ἑκάτη , οἷον |
δῆμος ὑπὲρ τῆς αὑτοῦ εὐσεβείας πρὸς τὸν θεὸν καὶ παρακαταθήκην καταλείπων τοῖς ἐπιγιγνομένοις , ὅτι τήν γε θεῷ γυναῖκα δοθησομένην | ||
τἄλλ ' ἐπέτρεπεν , οὔτ ' ἂν ἐκεῖν ' οὕτω καταλείπων αὐτοῖς ἔφραζεν : ὥστε πόθεν ἴσασιν ; εἰ δ |
οὐκ οἴομαί γε Δαιτυμών . ἐλογιζόμην , ἥξει Φιλῖνος , Μοσχίων , Νικήρατος , ὁ δεῖν ' , ὁ δεῖνα | ||
Μικρὰ Παναθήναι ' ἐπειδὴ δι ' ἀγορᾶς πέμποντά σε , Μοσχίων , μήτηρ ἑώρα τῆς κόρης ἐφ ' ἅρματος . |
καὶ λοιδορίας καὶ ἄλλα ὅσα εἰς κωμῳδίαν συντελεῖ , ἐνταῦθα ἁπαξάπαντα τοῦτο τὸ δρᾶμα περιειληφέναι . ἀγνοοῦσιν : ὅσα γὰρ | ||
. πολλὰ γίνεται ὅμοια . τί ποτ ' ἔσθ ' ἁπαξάπαντα διαπεπρισμένα ἡμίσε ' ἀκριβῶς ὡσπερεὶ τὰ σύμβολα ; ὁ |
γ ' ὁ Χάρων οὑτοσί . Χαῖρ ' , ὦ Χάρων , χαῖρ ' , ὦ Χάρων , χαῖρ ' | ||
Λυδίαν ἐν τοῖς πλησίον Ἐφέσου τε καὶ Μαγνησίας τόποις . Χάρων δέ φησι καὶ τὴν Λαμψακηνῶν χώραν πρότερον Βεβρυκίαν καλεῖσθαι |
ἤλπιζεν ἐκδώσειν ποτέ . εἴφ ' , ὡς ἀκούσας σῶι κασιγνήτωι λέγω . ἐν τοῖσδ ' ἐκείνου τηλορὸς ναίω δόμοις | ||
τότ ' ἀσπίδων ἐγνώρισα , σπονδὰς ὅτ ' ἦλθον σῶι κασιγνήτωι φέρων : ἃ προσδεδορκὼς οἶδα τοὺς ὡπλισμένους . ] |