' εἶπε βραχὺ , ὡς οὐ πρό γε τῆς ἀληθείας τιμητέος ἁνήρ . ἡ δὲ ἀλήθεια οὐκ ἐπηνάγκαζε Κρεόφυλον ἄγειν
ὁ μεγαλόψυχος . κατ ' ἀλήθειαν μὲν οὖν ὁ ἀγαθὸς τιμητέος καὶ καθὸ ἀγαθός . ἤδη δὲ ἄμφω οἷς ὑπάρχει
5973914 κατεργασθεις
ὠμότερον ἐργάζεται , καὶ χρόνου πλείονος δεῖται πρὸς τὸ καλῶς κατεργασθεὶς αἷμα χρηστὸν γενέσθαι . Τῶν ἡμέρων ζῴων ἡ κρᾶσις
. πέπρωται ] μεμοίραται . . δύαις καμφθεὶς ] κακοπαθείαις κατεργασθεὶς , ταλαιπωρήσας . φυγγάνω ] φεύξομαι . . τέχνη
5950557 ρκγʹ
μήτρᾳ , Ἀσπασίας ρκβʹ . Περὶ ψωροειδῶν ἐξανθημάτων ἐν ὑστέρᾳ ρκγʹ . Περὶ ἀποστήματος ἐν τοῖς πτερυγώμασι ρκδʹ . Πρὸς
εἰς Μενραλίαν στάδιοι οὐ πλεῖον ριεʹ , οὐχ ἧττον σταδίων ρκγʹ . Ἀπὸ δὲ Μενραλίας εἰς Βελῶνα πόλιν στάδιοι οὐ
5896782 ὀλωλεν
† , ὅτ ' οὐκ ἄφρων ὢν μάντεων πεισθεὶς λόγοις ὄλωλεν ὡς ὄλωλε τοῖσιν εἰδόσιν . φεῦ φεῦ . τί
τῷ τί δέ : εἶτα : οὐχὶ τὰ μεγάλα Περσῶν ὄλωλεν ; ἵνα λείπῃ πράγματα τὸ τί δέ : ὅπερ
5884456 ἀθωος
κλοιά λέγονται . οὕτως ὁ Χοιροβοσκός . . . . ἄθωος : σημαίνει δὲ τὸν ἐν τῷ Ἄθῳ ὄρει ,
, Ἀθηναίων δὲ Ἀθηνῶν . ἄθωος καὶ ἀθῷος διαφέρει . ἄθωος μὲν ὁ ἀναίτιος , ἀθῷος δὲ ὁ ἀζήμιος .
5777632 φθονω
φέρεσθαι , τοσοῦτόν μοι παρεδίδου : ἐγώ τε νῦν οὐδενὶ φθονῶ , ἀλλὰ πᾶσι τοῖς φίλοις καὶ ἐπιδεικνύω τὴν ἀφθονίαν
αὐτοὶ νομίζετε : εἰ δ ' ὁμοίους τινάς , οὐ φθονῶ , βουλοίμην δ ' ἄν , εἴπερ ὑμεῖς δικαίως
5747244 δημιος
' ἐν Ἀποκοπτομένῃ : οὐ συμποσίαρχος ἦν γάρ , ἀλλὰ δήμιος ὁ Χαιρέας , κυάθους προπίνων εἴκοσιν . Διόδωρος δ
τῇ τετάρτῃ : ἡμέας ἔχει φόβος τε καὶ δέος . δήμιος καὶ δημόκοινος διαφέρει . δήμιος μὲν γάρ ἐστιν ὁ
5737043 Θανατος
ἤγουν τὸν σκοτεινὸν , ἢ τὸν πλατὺν , ἀνώνυμοι . Θάνατος δὲ κατέσχεν αὐτοὺς μέλας , ἀντὶ τοῦ σκότου ποιητικὸς
κατὰ τὸν οἰκεῖον ὅρον , κατὰ τὸ δέον : ὁ Θάνατος ὁρᾷ τὸν Ἀπόλλωνα πρὸ θυρῶν καὶ δέδοικε μὴ αὐτὴν
5729555 τἀδελφωι
ἐκ τῆς μάχης ἀνασώζεται , καὶ αὐτῶι υἱὸς ὁμώνυμος γίνεται τἀδελφῶι . ὁ δὲ Γρύλλος τεταγμένος κατὰ τοὺς ἱππέαςἦν δὲ
Ἀντισθένης φησὶν ἐν Διαδοχαῖς [ * ] : ἐκχωρῆσαι γὰρ τἀδελφῶι τῆς βασιλείας . τοσαύτην δὲ δόξαν ἔσχε τὸ σύγγραμμα
5705922 καταστροφη
περιφορᾷ συνεχεῖ τε καὶ ἀδιαλείπτῳ τοῦ ἡλίου τίς ἂν εἴη καταστροφή ; τό τε τάχος τῆς παραλλαγῆς πανταχοῦ ἴσον .
ἀρετὴν πρώτη τε μηνύουσα καὶ τελευταία βεβαιοῦσα ἡ νῦν τῶνδε καταστροφή . καὶ γὰρ τοῖς τἆλλα χείροσι δίκαιον τὴν ἐς
5677470 ταλαιπωρησας
ἀεὶ ] παρακεῖσθαι ψευδῆ . τί τοίνυν πάθω τοσούτῳ χρόνῳ ταλαιπωρήσας ; πῶς δέ μου τῆς γνώμης ἐκχέω τὰ τοσαῦτα
πημοναῖς ] βλάβαις δύαις ] κακοπαθείαις καμφθεὶς ] κατεργασθείς , ταλαιπωρήσας ὧδε ] οὕτως φυγγάνω ] φεύξομαι τέχνηἀσθενεστέρα ] ὥστε
5647851 πανωλης
παντοδαπόν , παντοῖον , πανσέληνος , παναρμόνιον , παναγές , πανώλης , πάντολμος , παμμίαρον , παμπόνηρον , πάνσοφον ,
. παντουργῷ : πάντα πράττοντι . πάνυ : λίαν . πανώλης : πανόλεθρος . πασπάζοιεν : παρακαλοῖεν . . ,
5644773 ἀλφανει
ἡμέρας , ὅτε εἶπέν μ ' ὁ κῆρυξ οὑτοσὶ τί ἀλφάνει ; ὡς διά γε τοῦτο τοὔπος οὐ δύναμαι φέρειν
χρηστὸς εἶναί μοι δοκεῖ . ἣν δῆλον οὔτι νυμφίος τε ἀλφάνει † καίτοι νέος ποτ ' ἐγενόμην κἀγώ , γύναι
5635220 τεθνεως
τοῦ προστροπαίου : ὁ γοῦν Ἀντιφῶν ἐν τοῖς Φονικοῖς φησι τεθνεὼς οὗτος ἡμῖν ἐνθύμιον γενήσεται . ἀρχὴ τοῦ ζ ζῆλος
ἀπόφασις τὸ ὁ τεθνεὼς ἄνθρωπος οὐκ ἔστι καὶ τῆς ὁ τεθνεὼς νεκρός ἐστι τὸ ὁ τεθνεὼς νεκρὸς οὐκ ἔστιν ,
5630449 Ποτιδαιᾳ
δὲ τοῖς ἀπὸ ἱστορίας οὕτω : κρίνονται Ἀθηναῖοι ἀσεβείας ἐπὶ Ποτιδαίᾳ : ὅτι Ἀθηναῖοι ἀρχῆθεν ἀσεβεῖς , καὶ ὅτι Λακεδαιμόνιοι
καὶ βακτηρίᾳ ; ποίας δὲ μάχης ἀριστεῖα Σωκράτης λαβὼν ἐν Ποτιδαίᾳ Ἀλκιβιάδῃ παρεχώρησεν , ὥς φησι Πλάτων ; καὶ τί
5619489 καμφθεις
μεμοίρασται μυρίαις ] πολλαῖς πημοναῖς ] βλάβαις δύαις ] κακοπαθείαις καμφθεὶς ] κατεργασθείς , ταλαιπωρήσας ὧδε ] οὕτως φυγγάνω ]
πω τελεσφόρος κρᾶναι πέπρωται , μυρίαις δὲ πημοναῖς δύαις τε καμφθεὶς ὧδε δεσμὰ φυγγάνω : τέχνη δ ' ἀνάγκης ἀσθενεστέρα
5615563 φευξομαι
: ἡ δ . ὅτι σαφῶς τὸ φοβ . ἐστὶ φεύξομαι . τρὶς περὶ ἄστυ μέγα Πριάμου δίον : ἡ
βελτίων , τὰ μὲν ἀσκήσω καὶ διώξομαι , τὰ δὲ φεύξομαι κατὰ κράτος . Ἀκούοις ἄν . ἐγὼ γάρ ,
5605266 ἐδιψυχησαν
διὰ τὴν πονηρίαν ἣν ἔπραξαν . πολλοὶ δὲ ἐξ αὐτῶν ἐδιψύχησαν . οὗτοι ἔτι ἔχουσι μετάνοιαν , ἐὰν ταχὺ μετανοήσωσιν
κατοικία αὐτῶν εἰς τὸν πύργον . τινὲς δὲ ἐξ αὐτῶν ἐδιψύχησαν , τινὲς δὲ διψυχήσαντες διχοστασίας μείζονας ἐποίησαν . ἐν
5603826 γαθ
οὐκ ἔζων τότε . Οὐκ ἔστι δούλων , ὦ ' γάθ ' , οὐδαμοῦ πόλις , τύχη δὲ πάντα μεταφέρει
ταὐτὸν δύναταί σοι κάρδοπος Κλεωνύμῳ . ἀλλ ' ὦ ' γάθ ' , οὐδ ' ἦν κάρδοπος Κλεωνύμῳ , ἀλλ
5598078 ἐλουμην
ποτ ' ἐγενόμην κἀγώ , γύναι , ἀλλ ' οὐκ ἐλούμην πεντάκις τῆς ἡμέρας τότ ' : ἀλλὰ νῦν .
τε ἐν τῷ ὑπαίθρῳ ἐν τῷ περιβόλῳ τοῦ ἱεροῦ καὶ ἐλούμην τῷ φρέατι τῷ ἱερῷ , καὶ οὐδεὶς ἦν ὅστις
5597915 Γετα
νυνὶ γάρἀλλὰ ποῦ θεοὺς οὕτω δικαίους ἐστὶν εὑρεῖν , ὦ Γέτα ; Λακωνικὴ κλείς ἐστιν ὡς ἔοικέ μοι περιοιστέα .
τι ληρεῖς . πέπλεγμαι ] πράγματι [ ] ἔφθαρμαι , Γέτα . [ ! ] μὴ καταρῶ , πρὸς τῶν
5591933 ἐπισπενδων
ἴσμεν , ὅσοι μακάρων θεσμὸν ἐπιστάμεθα . „ εὔχετ ' ἐπισπένδων τάδε Μάξιμος : ἡ δ ' ἐπένευσεν ἔμπεδα :
δώρων ἐρᾶι , οὐδ ' ἄν τι θύων οὐδ ' ἐπισπένδων λάβοις , οὐδ ' ἔστι βωμὸς οὐδὲ παιωνίζεται .
5572804 φαρμακευς
παθεῖν ὑποπτεύειν τὸ δρᾶσαι δύνασθαι . τί τοίνυν ; ὁ φαρμακεύς ἐστι λῃστὴς ὡμολογημένος προτείνων τέχνην ἀδικημάτων , ἄσκησις ἐπιβουλῆς
μοιχός μου κρατεῖ πανταχοῦ : δοκῶ , ὁ λῃστὴς καὶ φαρμακεύς ἐστι . Μελίτη φιλεῖ , Λευκίππη φιλεῖ . ὄφελον
5562997 Μνησιππε
Σκύθαι καὶ θεοὺς εἶναι πεπιστεύκατε αὐτούς ; Θύομεν , ὦ Μνήσιππε , θύομεν , οὐ μὴν θεούς γε οἰόμενοι εἶναι
! ! ! ! ! ! ! ] , ὦ Μνήσιππε , ἐπὶ τοῖς γεγενημένοις [ : οὐ | γὰρ
5561032 αμε
οι Στάφυλος [ ] τι ? ἀτιμᾶν [ ] ! αμε [ ] ος ᾔτει [ ] ν και [
τῆς ] νυκτὸς ? ταύτης [ ] [ ] ! αμε ? ἐξου ! [ ] [ ] ! αασαμεν
5559786 ἰητηρ
ἐστιν ὁμοιωτικὴ πράγματος τοῖς ὑποκειμένοις παράθεσις πρὸς δήλωσιν ἐντελεστέραν . ἰητήρ : ἰατρός . πολυμήχανος : πολύπειρος . ἕλκος :
νοστήσειν καὶ ἐμεῖο μένος καὶ χεῖρας ἀλύξειν ; Ἐσσὶ μὲν ἰητήρ , μάλα δ ' ἤπια φάρμακα οἶδας , τοῖς
5552098 Μαρας
πόνους πόθῳ τῆς ἐν Συρίᾳ ἐκδιαιτήσεως . , . . Μάρας Μάρας , ἀπὸ Βεροίας τῆς ἐν Συρίᾳ πόλεως ,
πάντων ἀνθρώπων δικαιότατον . ὥστε καὶ ἐξενίκησεν εἰς παροιμίαν ὁ Μάρας , ἐπὶ δικαίᾳ χρήσει τῶν πέλας . , .
5550864 οἰκογενης
τὴν θεραπείαν αὐτῶν οὐδεὶς ἦν οὔτ ' ἀργυρώνητος οὔτ ' οἰκογενὴς δοῦλος ἀλλὰ τῶν ἐπιφανεστάτων , ἱερῶν υἱοὶ πάντες ,
? ἔοικεν , παρ [ ] ' αὐτῶι μειρακίσκος - οἰκογενὴς - ὄνομα Κηφισοφῶν , [ πρὸς ] τοῦτον οὖν
5547964 ἀθλιε
βλέπεις [ βλέμμα ] καὶ ἀναστένεις ; πέπαυσο , Κέκροψ ἄθλιε , καὶ τρέπου κατὰ σεαυτόν , ὦ πρέσβυ ,
. Ἀλλ ' ἔμελλες καὶ αὐτὸς οὐκ εἰς μακρὰν , ἄθλιε , τῆς παρανομίας κομίσασθαι τὰ ἐπίχειρα οὕτω σοι τῆς
5533941 κενεωτερον
ἐόν : διαχεόμενον δὲ μίσγεται τῷ πονέοντι ὕδρωπι , εἶτα κενεώτερον ἐγένετο τοῦ σώματος ἐν τῇ ξυστροφῇ , καὶ μέχρι
ἐπὶ τῆι μνήμηι θαυμασάντων ὁ Κύνουλκος ἔφη πουλυμαθημοσύνης τῆς οὐ κενεώτερον οὐδέν * * * Ἵππων ἔφη ὁ ἄθεος .
5526346 ἀπελαυσε
ἐκ τούτων δὴ τὰ πολλὰ καὶ μεγάλα ὀνείδη πάλαι τε ἀπέλαυσε φιλοσοφία καὶ νῦν ἀπολαύει , ὅταν δή τινες ἐνίοτε
διδοῦσα πρόφασιν μνησικακεῖν . τοιγαροῦν ἀντὶ ταύτης τῆς διανοίας τοιαύτης ἀπέλαυσε τῆς τῶν ἡγεμόνων προνοίας , ὥστε γένει μόνον ἔδοξε
5526036 Ἰσθμιος
Γλώσσαις φησίν : Ἴσθμιον στέφανον . Φιλητᾶς δέ φησι : Ἴσθμιος στέφανος ἤγουν ὁμωνυμία ἀμφοτέρωθι οἷον τῆς κεφαλῆς καὶ τοῦ
λοιποὶ βασιλεῖς τῶν Δωριέων , οἵ τε Ἀριστοδήμου παῖδες καὶ Ἴσθμιος ὁ Τημένου . Αἴπυτος δὲ ὡς ἐβασίλευσεν , ἐτιμωρήσατο
5523885 ἀσπασιη
καίπερ [ ] κεκμηῶτες [ ] ἀνὰ κνέφας ἀντιάασθαι . ἀσπασίη δὲ Λάκωσιν ἐπήλυθε νυκτὸς ὀμίχλη . * [ ]
καὶ ὁ ποιητής ” τρισμάκαρες Δαναοί , „ καί „ ἀσπασίη τρίλλιστος , ” ” τριχθά τε καὶ τετραχθά .
5523278 καταφεροντος
Νείλου τὴν ῥύσιν ποιουμένου , καὶ γῆν πολλὴν καὶ παντοδαπὴν καταφέροντος , ἔτι δὲ κατὰ τοὺς κοίλους τόπους λιμνάζοντος ,
ὄψις ἑτέρων κακῶν , τοῦ μὲν πυρὸς ἐπιφλέγοντος πάντα καὶ καταφέροντος , τῶν δὲ ἀνδρῶν τὰ οἰκοδομήματα οὐ διαιρούντων ἐς
5514208 φονευσεις
“ Ἔτι περὶ δικαιοσύνης : ” Οὐ μοιχεύσεις , οὐ φονεύσεις , οὐ κλέψεις , οὐ ψευδομαρτυρήσεις κατὰ τοῦ πλησίον
' , ὡς μάθηις περαιτέρω . ἴθ ' , οὐ φονεύσεις παῖδ ' ἐμόν , λεῖπε χθόνα . ὦ θύγατερ
5510998 ἀμπλακιας
πέτρᾳ προσηλοῦσθαι τοῦτό φησιν χειμαζόμενον ] δαμαζόμενον , πάσχοντα Τίνος ἀμπλακίας : ἕνεκα τίνος κολάσεως , πταίσματος , ὀλέκῃ καὶ
μοι , ἰὼ τλήμων . τί δέ σοι παῖδες πατρὸς ἀμπλακίας μετέχουσι ; τί τούσδ ' ἔχθεις ; οἴμοι ,
5510629 ζευχθεις
αὐθιγενὴς στεγανοὺς παρέχει Χαλύβῳ πελέκει τμηθεῖσα δοκοὺς καὶ ταυροδέτῳ κόλλῃ ζευχθεῖς ' ἀτρεκεῖς ἁρμούς . οὐκ εἶπεν ἀληθεῖς ἁρμοὺς ,
αὐθιγενὴς στεγανοὺς παρέχει Χαλύβῳ πελέκει τμηθεῖσα δοκοὺς καὶ ταυροδέτῳ κόλλῃ ζευχθεῖς ' ἀτρεκεῖς ἁρμούς . οὐκ εἶπεν ἀληθεῖς ἁρμοὺς ,
5507481 ἠξιουντο
κρατήρ . . Οἱ ἐν τοῖς Μεγάροις ἀγῶσι νικῶντες λιθίνης ἠξιοῦντο στήλης διὰ ψηφίσματος , ἐν αἷς τὸ αὐτῶν ὄνομα
ἐπὶ τῶν προγόνων πόλλ ' ἀγάθ ' εἰργασμένοι τινὲς οὐδενὸς ἠξιοῦντο τοιούτου , ἀλλ ' ἀγαπητῶς ἐπιγράμματος ἐν τοῖς Ἑρμαῖς
5501845 Συβαριταις
, ἐν Σικυῶνι γραφή , ἐσθὴς ἐν Μήδοις , παρὰ Συβαρίταις ἡ τράπεζα , Ἀττικοῖς δὲ τιμῆς τὸ κεφάλαιον ,
παροιμίαν περιέστη ἔκ τινος χρησμοῦ , ὃν ἀνεῖλεν ὁ θεὸς Συβαρίταις : ὑβρισταὶ γὰρ ὄντες καὶ ἀμετροπόται ἀπώλοντο ὑπὸ Κροτωνιατῶν
5494630 νικον
„ ὕδατα δινήεντος ἀμευσάμενος Ἀθύραο „ . τὸ ἐθ - νικὸν διὰ τῆς αι διφθόγγου Ἀθυραῖος , ὡς Ῥήβας Ῥηβαῖος
, ὅτι τὸ παλαιὸν βασιλεῖς πολυθρέμμονες , καὶ ποιμε - νικὸν ἔζων βίον : μῆλον δὲ λέγεται τὸ πρόβατον Αἰολικῶς
5487549 προσδοκωμενης
μόνον δὲ ἀδελφοὶ ἀποθνήσκοντες ἐχθρῶν ὄλεθρον σημαίνουσιν ἀλλὰ καὶ ζημίας προσδοκωμένης λύσιν . οἷον Διοκλῆς ὁ γραμματικὸς φοβούμενος ἐξ ἐπηρείας
οὗ ἦν ἡ ἀρχὴ Σύρων , καὶ ὁ ἄνθρωπος καίτοι προσδοκωμένης ζημίας ὅμως ὁμολογεῖ ταῦτα καὶ ἀθῶος ἀπῆλθεν οὐδὲν ἐμοῦ
5484099 ἐραι
. Μ : μόνος θεῶν . . Θάνατος οὐ δώρων ἐρᾶι Αἰσχύλος φησί . . . . : . .
. . Αἰσχύλος : μόνος θεῶν γὰρ Θάνατος οὐ δώρων ἐρᾶι . Μ : μόνος θεῶν . . Θάνατος οὐ
5481153 διεφθαρται
δόξαντες εἶναι δίκην ὑπέσχον : νῦν δὲ τὸ ναυτικὸν ἅπαν διέφθαρται : δύνασαι δὲ καὶ ἄλλως μεταχειρίσασθαι τὴν προβολὴν δι
' ἄλλως νυκτὸς ἐν μακρῶι χρόνωι θνητῶν ἐφρόντις ' ἧι διέφθαρται βίος . καί μοι δοκοῦσιν οὐ κατὰ γνώμης φύσιν
5475993 ὀκτωκαιδεκατον
καὶ διεθρύλλουν . ὑποφυομένης δὲ ἄρτι τῆς Πολυκράτους τυραννίδος περὶ ὀκτωκαιδέκατον μάλιστα ἔτος γεγονὼς προορώμενός τε οἷ χωρήσει καὶ ὡς
τέταρτον ⋖ βʹ ʂ . Τὸ μέγα μύϲτρον κοτύληϲ ἐϲτὶν ὀκτωκαιδέκατον . ἄγει δραχμὰϲ γʹ γράμμα αʹ . [ Μύϲτρον
5472554 μιαινεται
μιασμοῖς τῆς γῆς συνεχόμενος μᾶλλον οἰκοδομεῖ , αὐτὸς δὲ οὐ μιαίνεται . Ὑπονοῶ δὲ καὶ πράξεις ἐν ὑμῖν οὐ καλὰς
τοιούτων πορθήσεως ὑπαινίττεται . χραίνεται ] μολύνεται . χραίνεται ] μιαίνεται . χραίνεται ] μελαίνεται . θ πόλισμ ' ἅπαν
5462914 Οὐδαμου
τι οὖν οὐδαμοῦ τά γε μὴ ὄντα ὄντα ἐστίν ; Οὐδαμοῦ . Ἔστιν οὖν ὅπως περὶ ταῦτα , τὰ μὴ
ἀφανεῖς ἑστᾶσιν ἔξω τῶν ὅλων . Ποῦ δὲ ἑστᾶσιν ; Οὐδαμοῦ : εἰ γάρ που εἶεν , οὐκ ἂν εἶεν
5459910 Ἀδελφοις
ἐν Ὥραις : διέφθορας τὸν ὅρκον ἡμῶν . Μένανδρος ἐν Ἀδελφοῖς : εἰ δ ' ἔστιν οὗτος τὴν κόρην διεφθορώς
μὲν ἐν τῇ Ἑκάτῃ πολλάκις , τὸ δὲ λαγύνιον ἐν Ἀδελφοῖς . καὶ κρατὴρ καὶ κρατηρίδιον καὶ κρατήριον , καὶ
5459475 κατηγορηθεις
τῆς κατηγορίας Σωκράτους τοῖς περὶ Ἄνυτον καὶ Μέλητον , ἵνα κατηγορηθεὶς ἀποθάνῃ . κατηγόρουν δὲ αὐτοῦ ὡς ὅτι καινὰ δαιμόνια
ἀπολογουμένῳ κάλλιστος ὁ δι ' εἰκασίας τρόπος , οἱονεὶ πορνείας κατηγορηθεὶς μὴ παρὰ ἕκαστον πειρῶ ἀπολογεῖσθαι καὶ λύειν : εὐτελὲς
5459114 ἐπιπαττομενον
μάλιϲτα ἐπί τε τρυγόνοϲ θαλαϲϲίαϲ καὶ δράκοντοϲ , ἤτοι ξηρὸν ἐπιπαττόμενον ἢ καὶ μιγνύμενον ϲιάλῳ ἢ οὔρῳ παιδὸϲ ἢ ἐλαίῳ
τὰ μεγάλα τραύματα , ξηρὸν δὲ τὰ κακοήθη τῶν ἑλκῶν ἐπιπαττόμενον ἰᾶται . Πολύγαλον αὐϲτηρὰ μετρίωϲ ἔχει τὰ φύλλα :
5454469 προσδεομενη
δεῖ μὲν γὰρ καταλλήλου διαίτης , ποτὲ δὲ καὶ χειρουργίας προσδεομένη , ὥσπερ γε ἡ χειρουργία καὶ δίαιτα προσχρῶνται φαρμακείᾳ
. Συνεκδοχή ἐστι φράσις οὐ κατὰ τὸ πλῆρες ἐκφερομένη , προσδεομένη δέ τινος ἔξωθεν διανοίας . ἔχει δὲ διαφορὰς τέσσαρας
5452292 Κρομμυων
. . . . . ξε γʹ λε ∠ ʹγιβʹ Κρομμύων ἄκρα . . . . . . . .
, οἱ σώφρονες . Βούλομαί σε , γραῦ , κύσαι Κρομμύων τἄρ ' οὔ σε δεῖ . κἀνατείνας λακτίσαι .
5444043 ΛΥσεις
τὸν παῖδά ἐστι , καὶ οὐ περὶ ἑτέρου τινός . ΛΥσεις στοχαστικῶς : εὐλαβηθήσεται πατέρα ὄντα : καὶ ὅτι εἰδὼς
Ἀλλ ' ἄχειρ , φησὶν , ἦν ὁ πατήρ . ΛΥσεις μεταληπτικῶς : ὅτι ἐχρῆν φυλάττοντα , δεομοῦντα , φυλακὴν
5439156 αὐτοκτονος
! αις ξιφοκτον [ ὥσπερ ? καὶ Τελαμων ? [ αὐτοκτόνος ] ? ? ὤλετο [ [ ] ! !
καθαρὸς καὶ ἄμεμπτος ὑπάρχει . Ξ ὁμαίμοιν ] ἀδελφοῖν . αὐτοκτόνος ] αὐτοχειρίᾳ γενόμενος . Ξ διαπαντὸς αἰσθήσεται τὸ μίασμα
5435945 Ἑλληνικος
οὐκ ἐς πάντας ἐξεφοίτησεν . Σταγειριτῶν νόμος οὗτος καὶ πάντη Ἑλληνικός . ὃ μὴ κατέθου φησί , μὴ λάμβανε .
ὁμοίως τῷ πρωτοτύπῳ , καὶ Ἑλληνίς τὸ θηλυκόν , καὶ Ἑλληνικός , καὶ Ἑλλαδικός ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος . Ἑλληνικόν καὶ
5432827 εὐσπλαγχνος
μετανοήσετε , καὶ ἐπιστρέψει ὑμᾶς , ὅτι ἐλεήμων ἐστὶ καὶ εὔσπλαγχνος , μὴ λογιζόμενος κακίαν τοῖς υἱοῖς τῶν ἀνθρώπων ,
, τί τοσοῦτον παρέβην , ὅσον αὐτὸς δύνασαι συμπαθεῖν , εὔσπλαγχνος καὶ μακρόθυμος ὤν ; οὐδὲν μέγα πάντα τὰ τῶν
5427996 ἀνεκτος
ἐμὰ στήσεσθαι Ἀχαιοὺς λισσομένους : χρειὼ γὰρ ἱκάνεται οὐκέτ ' ἀνεκτός . ἀλλ ' ἴθι νῦν Πάτροκλε Διῒ φίλε Νέστορ
τὸ ἀποθνῄσκειν πάρισον . εἰ μέτριος εἴη μέχρι δεῦρο , ἀνεκτός , ἀλλ ' οὐκ ἀνήσει . πάλιν γοῦν ἐν
5423710 ἀπολωλε
γινόμενος διορίζει τὸν μὲν ἔνθεν , τὸν δὲ ἔνθεν : ἀπόλωλε : παρὰ τὰ Ἡσιόδου [ . ] λευκοῖσιν φαρέεσσι
τοι αὔτως οὔατ ' ἀκουέμεν ἐστί , νόος δ ' ἀπόλωλε καὶ αἰδώς . οὐκ ἀΐεις ἅ τέ φησι θεὰ
5422881 ΕΑΒΓ
τοῦ ἐκκέντρου μοιρῶν ἐστιν μ με , ὅλη δὲ ἡ ΕΑΒΓ μοιρῶν ροδ Ϛ . διὰ τοῦτο δὲ καὶ ἡ
τοῦ ἐκκέντρου μοιρῶν ἐστιν κα μα , ὅλη δὲ ἡ ΕΑΒΓ μοιρῶν ρϘη νγ . καὶ λοιπὴ ἄρα ἡ μὲν
5422509 σκατοφαγος
πρᾶγμ ' ἀκούσας χαλεπανεῖ , κεκράξεται : τραχὺς ἅνθρωπος , σκατοφάγος , αὐθέκαστος τῶι τρόπωι . ἐμὲ γὰρ ὑπονοεῖν τοιαῦτα
τοῦτ ' : ἐξέπεσεν ὁ Κλέων παγκάκως : ὁ δὲ σκατοφάγος ἔτυχε προεδρίας καλῆς . . . . Φιλοῦντα δικάζειν
5422221 ἐκπραξας
μαντικήν . ἐπώπτευσας ] εἶδες . φοιτὰς ] μανική . ἐκπράξας ] ἤγουν φονεύσας . ἀντεπίξηνον ] ἐναντίον , διάδοχον
ὀφειλέτω : πραττέσθω δὲ ὁ ταμίας τῆς θεοῦ , μὴ ἐκπράξας δὲ αὐτὸς ὀφειλέτω καὶ ἐν ταῖς εὐθύναις τοῦ τοιούτου
5420886 πλουτεις
” Ὦ Εὐάγγελε , σὺ μὲν χρυσῆν δάφνην περίκεισαι , πλουτεῖς γάρ , ἐγὼ δὲ ὁ πένης τὴν Δελφικήν .
ἄνθρωπε , πέρυσι πτωχὸς ἦσθα καὶ νεκρός , νυνὶ δὲ πλουτεῖς . κομψὸς στρατιώτης οὐδ ' ἂν εἰ πλάττοι θεὸς
5420201 εὐθυμοτερος
οἶδε . καὶ μέντοι καὶ εἴ τις ἴδοι θηρώμενον , εὐθυμότερος ἀπῆλθεν , ὥς τι χρηστὸν καὶ ἐκεῖνος ἕξων .
διακεχωρήκῃ τὰ ἀπὸ τῆς γαστρὸς αὐτῷ : ἔσται δὲ καὶ εὐθυμότερος ἐν τῇ ταλαιπωρίῃ . Σκεπτέον δὲ καὶ ἤν τι
5418361 ἀποκαλυψεως
γάρ σοι πάντα . καὶ μηκέτι μοι κόπους πάρεχε περὶ ἀποκαλύψεως : αἱ γὰρ ἀποκαλύψεις αὗται τέλος ἔχουσιν : πεπληρωμέναι
γὰρ αὐτῆς δῆθεν ὡς εὑρούσης τὸ βρῶμα τῆς γνώσεως ἐξ ἀποκαλύψεως τοῦ λαλήσαντος αὐτῇ ὄφεως σπορὰν ὑποτίθενται . . .
5417573 ὠμηστης
πήδημ ' ὀρούσας ἀμφὶ Πλειάδων δύσιν : ὑπερθορὼν δὲ πύργον ὠμηστὴς λέων ἄδην ἔλειξεν αἵματος τυραννικοῦ . θεοῖς μὲν ἐξέτεινα
] ὑπεραναβὰς ὁ λαός . πύργον ] τὴν πόλιν . ὠμηστὴς ] ὠμοφάγος . λέων ] ἤγουν ὥσπερ . ἄδην
5417130 ξυνωμοτης
' οὗτος ἁνὴρ τοῦτ ' ἐτόλμησεν λέγειν , εἰ μὴ ξυνωμότης τις ἦν . ἀλλ ' ἐκ τούτων ὥρα τινά
Γ λύκους ⌈ καλεῖ [ λέγει Γ ] . Γ ξυνωμότης : προδότης . ⌈ τοῦτο δὲ Γ ὡς ἐπὶ
5416741 ἐμπρησθεντων
ψυχὴν ἔφη ἀθάνατον . ἐνενηκοντούτης δὲ τελευτᾷ μετὰ μαθητῶν μʹ ἐμπρησθέντων ἐν οἰκίᾳ τῇ αὐτῇ . ἄλλοι δέ φασιν ὅτι
τῶν ἀγωνισαμένων πόλεων ἀνάστατον ποιήσω , καὶ τῶν ἱερῶν τῶν ἐμπρησθέντων καὶ καταβληθέντων οὐδὲν ἀνοικοδομήσω , ἀλλ ' ὑπόμνημα τοῖς
5415069 πεπαικται
. ἢ τὸν καλοῦ πατρὸς παῖδα . ὁ δὲ νοῦς πέπαικται εἰς τραγῳδίαν : ὁ γὰρ χαρακτὴρ τραγικὸς , ὡς
ξύνεισι πλὴν τῆς ἑσπέρας : Ἀντὶ τοῦ , σκοτίᾳ . πέπαικται δὲ ἀπὸ τοῦ Σκυθῶν ἐρημία . χαριέντως δὲ τοῦτο
5414929 Θεραπνη
περὶ Ἀχιλλέως πεποίηται λέων δ ' ὣς ἄγρια οἶδεν . Θεράπνη δὲ ὄνομα μὲν τῷ χωρίῳ γέγονεν ἀπὸ τῆς Λέλεγος
τοῦ τῆς Ἀργείας . Πλευρὼν γὰρ πόλις Πελοπονήσου † καὶ Θεράπνη ὁμοίως , ὅθεν Ὀρφεὺς καὶ Τρυφιόδωρος Θεραπναίαν καλοῦσι τὴν
5410051 στασιωδης
δ ' οὐκ ἔστιν ὅτι μὴ στασιαστικός : ὁ γὰρ στασιώδης καὶ στασιαστὴς ὑπόφαυλα , καὶ τὸ ταραχῶδες εὐτελές ,
γὰρ ἂν εἴη τῷ χρωμένῳ . Τί δέ ; ὅστις στασιώδης τέ ἐστι καὶ θέλων πολλοὺς τοῖς φίλοις ἐχθροὺς παρέχειν
5405652 ὑπερηφανος
τῶν συνεργουμένων ὑφ ' ἑνὸς καὶ πλειόνων . ὁ γὰρ ὑπερήφανος οὔτε συνπαραληπτικὸς ἑτέρων , ἅμα μὲν ὑπ ' οἰήσεως
' ἐναντία μισόπολις , μισόδημος , ὑπερόπτης , μεγάλαυχος , ὑπερήφανος , τυραννικός , ὀλιγαρχικός , μικροπρεπής , δύσνους ,
5397788 ἀναργυρος
ἄδωρος , ἀδωροδόκητος , ἀδέκαστος , ἀμίσθωτος , ἀδιάφθορος , ἀνάργυρος , ἄπρατος ἐλεύθερος , κρείττων λημμάτων , ἀντιβλέπων πρὸς
ὢν καὶ τῆς γῆς τῶν πολεμίων κρατούντων . . . ἀνάργυρος Ἐπιγένης . . . , . . . ἑβδομευομένου
5395966 μεμαχημενος
τῷ πολέμῳ κατὰ τὸ Ἄλγιδον ὄρος πρὸς Λατίνους ἐτύγχανεν ἀνδρειότατα μεμαχημένος , ἠβουλήθη διαφθεῖραι πρὸς βίαν : ἀλλ ' ὁ
ἕκτῃ . πῶς ἂν οὖν τήν γε ἐν Πλαταιαῖς μάχην μεμαχημένος ὁ Οἰβώτας εἴη μετὰ Ἑλλήνων ; πέμπτῃ γὰρ ἐπὶ
5390969 Ἀλκιμεδων
ἵππους . ὀψὲ δὲ δή μιν ἑταῖρος ἀνὴρ ἴδεν ὀφθαλμοῖσιν Ἀλκιμέδων υἱὸς Λαέρκεος Αἱμονίδαο : στῆ δ ' ὄπιθεν δίφροιο
ἄλλης ἐστὶ τυχεῖν βοηθούντων τῶν θεῶν . . Ἐπειδὴ ὁ Ἀλκιμέδων καὶ ὁ Τιμοσθένης νεώτεροι ὄντες ἐνίκησαν , διὰ τοῦτό
5382158 ἀκηκοεν
σφοδρῶς δὲ εἰλημμένος . ἴσως γάρ που τὸ πολυθρύλητον ἐκεῖνο ἀκήκοεν , ὅσῳ κρείττων ὀψιμαθὴς ἀμαθοῦς . τὸ μὲν οὖν
ἐνὶ πρώτοισι μάχεσθαι : ἡ διπλῆ ὅτι τὸν λόγον τοῦτον ἀκήκοεν κατὰ τὸ σιωπώμενον ὁ Ἀχιλλεύς . διό φησιν οὐ
5380769 πεπραγεν
; Φαίνει γὰρ ἥκειν ἄγγελος χρηστοῦ τινος . Ὁ δεσπότης πέπραγεν εὐτυχέστατα , μᾶλλον δ ' ὁ Πλοῦτος αὐτός :
μοι τὰ πράγματα , τὸ σὸν δὲ ὅπως σοι σῶμα πέπραγεν , οὐ μηνύεις ὥσπερ οὐ πλείονος οὔσης ἡμῖν ὑπὲρ
5379640 ἐρωτηματικως
σε τοῦ γνησίου γάμου : θαρρήσασα : ἀποδιώκω ἐκβάλω : ἐρωτηματικῶς μετὰ ὑποκρίσεως . τούτῳ δὲ ὑπακουστέον τὸ οὐ δήπου
” : οἱ δὲ τοῦ Κλέωνος , ἵν ' ᾖ ἐρωτηματικῶς . ΓΘ ἐάσεις ] λείπει “ ἐπιφοιτῆσαι ” .
5379469 Αἰγυπιος
ἔντομα θύουσιν ἄχρι νῦν . Ἀνθέως τοῦ Νομίονος ἐγένετο παῖς Αἰγυπιός : ᾤκει δὲ παρὰ τὴν ἐσχατιὰν τῆς Θεσσαλίας καὶ
Αἰσύμης πόλεως Θρᾳκικῆς , . , . * . . Αἰγυπιός : Μηριόνης δ ' ἐξαῦτις ἐπάλμενος , αἰγυπιὸς ὥς
5378780 ληξον
, ὦ φίλη παῖ , λῆγε μὲν κακῶν φρενῶν , λῆξον δ ' ὑβρίζους ' , οὐ γὰρ ἄλλο πλὴν
χειρός ἔκστηθι εἶπον , ὦ ἄθλιε , τῆς ταλαιπωρίας καὶ λῆξον τοῦ τύφου , ὅς σε Ὀλυμπίαζε ἀναβάντα ἀνεπίγνωστον τοῖς
5378755 συννοησας
καρτερὸς ἀνὴρ ἐκεῖ ποτε ἐπὶ στρατιᾶς , ἄξιον ἀκοῦσαι . συννοήσας γὰρ αὐτόθι ἕωθέν τι εἱστήκει σκοπῶν , καὶ ἐπειδὴ
ἂν ἐκράτησαν Ἀθηναῖοι τῆς πόλεως διὰ μάχης , εἰ μὴ συννοήσας τὸν καιρὸν Ἀλκιβιάδης ἐκήρυξε μηδὲν ἀδίκημα ποιεῖν τοῖς Βυζαντίοις
5378112 ἀκριβολογειται
: χαμαιπετεῖ οὖν ἢ τῷ μέλλοντι πεσεῖν ἢ τεθορυβημένος οὐκ ἀκριβολογεῖται : ἄθυρσοι δ ' οἷά νιν : κακόθυρσοι .
τὰ καθ ' ἕκαστα μεταχειριζόμενος . Περὶ τῆς φρονήσεως εἰσέτι ἀκριβολογεῖται καὶ τῶν ἕξεων τῶν συστοίχων αὐτῇ , λέγω δὲ
5377628 φιλοχρηματια
ὁμολογήσαντες παραδώσειν Ἀθηναίοις τὴν πόλιν , ὕστερον μετέγνωσαν . Ἁ φιλοχρηματία Σπάρταν ἕλοι , ἄλλο δὲ οὐδέν : ἐπὶ τῶν
τὸ θυμικὸν δειλία , κατὰ δὲ τὸ ἐπιθυμητικὸν φιληδονία καὶ φιλοχρηματία , κατὰ δὲ πάσας ὁμοῦ τὰς δυνάμεις ἀδικία .
5375804 οὐδεπωποτ
τῆς αὑτοῦ βουλήσεως . καὶ ταῦτα πάνθ ' οὕτω διαφυλάττουσιν οὐδεπώποτ ' οὔθ ' ὑμῖν οὔτε τοῖς προγόνοις μετεμέλησεν .
Ἀνδοκίδου ἀποψηφίσασθαι ; πότερον ὡς στρατιώτης ἀγαθός ; ἀλλ ' οὐδεπώποτ ' ἐκ τῆς πόλεως ἐστρατεύσατο , οὔτε ἱππεὺς οὔτε
5375743 ὠνερ
σκόπει γ ' αὐτὴν σφόδρα : μόνην γὰρ αὐτήν , ὦνερ , οὐ γιγνώσκομεν . Πολύν γε χρόνον οὐρεῖς σύ
εἶτ ' ἠρόμεθ ' ἄν : Πῶς ταῦτ ' , ὦνερ , διαπράττεσθ ' ὧδ ' ἀνοήτως ; Ὁ δέ
5374885 Κιλλα
λ , καὶ οὐχ ἕτερον σύμφωνον , οἷον Σκύλλα , Κίλλα , κόλλα , βδέλλα , ἅμιλλα . τὰ δὲ
Ἐν δὲ τῇ Ἀδραμυττηνῇ ἔστι καὶ ἡ Χρῦσα καὶ ἡ Κίλλα : πλησίον οὖν τῆς Θήβης ἔτι νῦν Κίλλα τις
5374439 Λογισμος
δὲ ἄλλον τρόπον καὶ ἔκ τινος τῶν παραληφθέντων ταῦτα . Λογισμὸς δὲ καὶ νοῦς ; οὐκέτι ταῦτα σώματι δίδωσιν αὑτά
δὲ ἄλλον τρόπον καὶ ἔκ τινος τῶν παραληφθέντων ταῦτα . Λογισμὸς δὲ καὶ νοῦς ; οὐκέτι ταῦτα σώματι δίδωσιν αὑτά
5372444 συμφοραισι
' ἐκπεπνευκότος τέκνου , ἥκω [ ] δ ' ἀρήξων συμφοραῖσι ταῖσι σαῖς , τὸ μὲν ? [ ] βίαιον
πονηρῶς κερτομεῖ περὶ τούτων πυνθανομένη ὧν παροῦσα ὁρᾷ : ἐν συμφοραῖσι : τὴν ἀπολογίαν δι ' ἑνὸς ἐδήλωσεν ὀνόματος :
5371997 Τιβιος
πρὸς ἡμᾶς ἄξιον : ὁπότε μέντοι , ὥς φησιν ὁ Τίβιος , ἔξαρνος ἦσθα καὶ διετείνου πικρῶς μηδ ' ὁτιοῦν
διότι θορυβεῖσθαι μὲν ἡμᾶς ἐποίησε τοῖς ὑπὲρ σοῦ ὁ μαστιγίας Τίβιος , πιστεῦσαι δὲ ἐκείνῳ ἡμὴ τύχη . καὶ ὑπὲρ
5370835 Κιλλικων
περιττόν . καὶ ἀποτεινάμενον τὴν . . . πόλιν . Κιλλικών ] οὗτος προδότης γέγονε Μιλήτου . οὐκοῦν ἢν λάχω
περιττόν . καὶ ἀποτεινάμενον τὴν . . . πόλιν . Κιλλικών ] οὗτος προδότης γέγονε Μιλήτου . οὐκοῦν ἢν λάχω
5370628 ἐπικευσω
νημερτής , τῶν οὐδέν τοι ἐγὼ κρύψω ἔπος οὐδ ' ἐπικεύσω . φῆ μιν ὅ γ ' ἐν νήσῳ ἰδέειν
νημερτής , τῶν οὐδέν τοι ἐγὼ κρύψω ἔπος οὐδ ' ἐπικεύσω . Αἰγύπτῳ μ ' ἔτι δεῦρο θεοὶ μεμαῶτα νέεσθαι
5368673 αὐτοκλητος
συμβολὴν τῆς μάχης ὑπευλαβούμενος . Καταλαμβάνει δὲ Κότταν σπουδῇ πολλῇ αὐτόκλητος ὁ Τριάριος , καὶ Μιθριδάτου ὑποχωρήσαντος εἰς τὴν πόλιν
αἱμάτων ἄγος ἐπαίροντα . προσδρακεῖν ] λείπει ὁ καί . αὐτόκλητος ] αὐτὸς αὑτὸν καλέσας ἐπὶ τῶι μιᾶναι τὸν ναόν
5367326 ἀνατι
τῶν κοπροφάγων καὶ εἰκαίων . Κάμηλος καὶ ψωριῶσα πολλῶν ὄνων ἀνατί - θεται φορτία : ἐπὶ τῶν ἐν γήρᾳ μὲν
λόγοις : ἀντὶ τοῦ ἄνευ αἰτίας . ἢ γράφεται καὶ ἀνατί , ἤτοι ἀτιμωρητὶ καὶ ἄνευ ἄτης : συγκοινωνεῖς μοι
5364930 ἰσοψηφος
, ὅταν ἴσαι γένωνται , νικᾶι ὁ κατηγορούμενος . κἂν ἰσόψηφος κριθῆι ] κἂν ἴσαι δὲ γένωνται αἱ ψῆφοι ,
ἐπεὶ διεφύλαξεν αὐτὴν ἁγνὴν παρθένον ὁ Λυγκεὺς , οὐκ ἐφαίνετο ἰσόψηφος ταῖς ἀδελφαῖς , ἀλλὰ μονόψηφος ἐγένετο , ψῆφον ἤνεγκε
5363926 τἀπινικια
τοῦτό γε τῆς κρίσεως ἀπωνάμην , λαμπρότερον ἡμᾶς ἑστιάσαντος αὐτοῦ τἀπινίκια : καὶ γὰρ ἦν ἄλλως τῷ βίῳ μεγαλοφρονέστερος .
, ἀλλ ' ἀποστῆναι τῆς πατρίου θεωρίας , οὗτος εἰς τἀπινίκια τῶν πραγμάτων καὶ τοῦ πολέμου , ἃ Θηβαῖοι καὶ
5361574 τοπαραπαν
ἑξῆς τὸ ὁδοῦ πάρεργον οὐκ εἰσιτέον εἰς ἱερὸν οὐδὲ προσκυνητέον τοπαράπαν , οὐδ ' εἰ πρὸς ταῖς θύραις αὐταῖς παριὼν
βʹ . Ὁδοῦ πάρεργον οὔτε εἰσιτέον εἰς ἱερὸν οὔτε προσκυνητέον τοπαράπαν , οὐδ ' εἰ πρὸς ταῖς θύραις αὐταῖς παριὼν
5359746 Βρισηις
τὴν στρατιὰν οὐδὲ προσεποιεῖτο γινώσκειν , εἴτε τις Ἀχιλλεῖ ποτε Βρισηὶς ἤρεσεν εἴτε ἐν Σκύρῳ τις ἔδοξεν εἶναι καλή ,
, δώσω δ ' ἑπτὰ γυναῖκας Λεσβίδας . ἡ δὲ Βρισηὶς Λυρνησσὶς ἦν . . Ἀτρείδης δὲ ἐρυσσάμενος χείρεσσι μάχαιραν
5356830 Κολακι
ὡς τὰ Αἰγύπτια κιβώρια . ΚΟΝΔΥ ποτήριον Ἀσιατικόν . Μένανδρος Κόλακι : κοτύλας χωροῦν δέκα ἐν Καππαδοκίᾳ κόνδυ χρυσοῦν ,
μοι τὸ πάρος πολὺ φίλτατος ἦσθα . καὶ Μένανδρος ἐν Κόλακι ἄνθρωπε , πέρυσι νεκρὸς ἦσθα καὶ πτωχός , νυνὶ
5356381 ἐξελαυνων
ἑταίρους , ὥσπερ πατὴρ ὑὸν ἐξ οἰκίας μετὰ ὀχληρῶν συμποτῶν ἐξελαύνων ; Γνώσεταί γε , νὴ Δία , ἦ δ
Φιλοκτήτης Εὐνέῳ τῷ Ἰάσονος συνεξῄρει τὰς μικρὰς τῶν νήσων Κᾶρας ἐξελαύνων , ὑφ ' ὧν κατείχοντο , καὶ μισθὸς τῆς
5355614 καταπεμφθεις
μὲν ὁ κήρυξ ὁ Σπαρτιάτης , ὥσπερ ἐκ θεῶν του καταπεμφθεὶς , ὅτι ἐκείνη ἡ ἡμέρα μεγάλων τοῖς Ἕλλησι κακῶν
τοῦ Φρυγός , καὶ πολλάκις δεῦρο ἦλθον ὑπ ' ἐκείνου καταπεμφθεὶς εἰς ἐπισκοπὴν τοῦ παιδός . καὶ ὁπότε γε ἤδη
5354239 ὀλωλοτα
κράτη σέ τ ' εἶδ ' ἔχοντα Λάϊόν τ ' ὀλωλότα , ἐξικέτευσε τῆς ἐμῆς χειρὸς θιγὼν ἀγρούς σφε πέμψαι
Ἀσιάδος οὐκ ἂν ἥδιον ψόφον κιθάρας κλύοιμεν ἢ Κύκλωπ ' ὀλωλότα . ἐπὶ κῶμον ἕρπειν πρὸς κασιγνήτους θέλει Κύκλωπας ἡσθεὶς
5354068 λυχνουχος
δευτέρῳ . . , : Ἐκαλεῖτο δὲ καὶ λαμπτὴρ ὁ λυχνοῦχος . Ἐν γοῦν τῷ δευτέρῳ τῶν Φιλίστου βιβλίων εἴρηται
Αἴσωπος . λυχνίον : οἱ ἀμαθεῖς λυχνίαν αὐτὸ καλοῦσιν . λυχνοῦχος , λαμπτήρ , φανός διαφέρει . λυχνοῦχος μέν ἐστι
5353249 καλλυντρον
μυληθρὶς καὶ μυλακρίς ἔνιοι δὲ μυλακρίδα καὶ τὴν ἀλετρίδακαὶ τὸ κάλλυντρον μυλήκορον . τὸν δὲ νῦν μυλοκόπον ὀνοκόπον Ἄλεξις εἴρηκεν
φαίης ἂν τὸ κορεῖν , ἦ που καὶ τὸ κόρημα κάλλυντρον . εἰ δὲ καὶ σαίρειν φήσεις τὸν θυρωρόν ,

Back