φαεινομένων ὑμεναίων μαρτυρίην λύχνοιο πολυκλαύτοιο δοκεύων , εὐνῆς δὲ κρυφίης τηλεσκόπον ἀγγελιώτην . ὡς δ ' ἴδε κυανέης λιποφεγγέα νυκτὸς
φαεινομένων ὑμεναίων μαρτυρίην λύχνοιο πολυκλαύτοιο δοκεύων , εὐνῆς δὲ κρυφίης τηλεσκόπον ἀγγελιώτην . ὡς δ ' ἴδε κυανέης λιποφεγγέα νυκτὸς
6610062 ἀκονας
σέθεν εὐτυχίαν . δόξαν ἔχω τιν ' ἐπὶ γˈλώσσᾳ λιγυρᾶς ἀκόνας , ἅ μ ' ἐθέλοντα προσέρπει καλλιρόαισι πνοαῖς .
μάχαιραι . πέτρης Ναξίας θοούμεναι : Νάξος Κρήτης νῆσος φέρουσα ἀκόνας . παμάτων : τῶν θρεμμάτων . οὐ στροβίλων λιγνύϊ
6576583 Κλαζομεναις
Μαραθούσιος , ὡς Κάδος Καδούσιος . Μαράθουσα , νῆσος πρὸς Κλαζομεναῖς . ὁ πολίτης Μαραθούσιος . Μαραθών , δῆμος τῆς
, ὡς ἱστορεῖ Ἰσίγονος ἐν δευτέρῳ ἀπίστων . Κρήνη ἐν Κλαζομεναῖς , ἀφ ' ἧς τὰ θρέμματα πίνοντα τὴν ἐρέαν
6544246 ἀντλῳ
τοῦ ὕδατος , ἣν ἡ ἄμπωτις ἀνεξήρανε . Ὅμηρος : ἄντλῳ δ ' ἐνδούπησε πεσοῦσα . ἄντλον : τὸ πλῆθος
ὅ ἐστι πολέμους ἐπιστήσασα , τιθεῖς αὐτοῦ τὴν ὕβριν ἐν ἄντλῳ , τουτέστι βαπτίζεις αὐτοῦ τὴν ὕβριν . ἐν ἄντλῳ
6499662 στρογγυλοις
τὰ ἄκρα αὐτοῦ στρογγύλα ποιήσαντες ἐναρμόζουσιν εἴς τινα διαπήγματα ἐν στρογγύλοις τρήμασιν , ὥστε εὐκόπως αὐτὸν στρέφεσθαι , ὑπὲρ δὲ
ἐνεργεῖ τὸ ὄργανον . ἐν δὲ μέσοις τοῖς πλευροῖς ἐκκεκομμένοις στρογγύλοις καὶ διανταίοις τρήμασιν ἄξων ἐστὶν ἔκθετος μέσον ἔχων τύλον
6448522 Σινωπῃ
σκεύη γὰρ ἕλκων ᾤχετ ' ἐκ τῆς οἰκίας . οἱ Σινώπῃ δ ' αὖ συνόντες οὐχ ' Ὕδρᾳ σύνεισι νῦν
. : Πτολεμαῖος δὲ ὁ Σωτὴρ ὄναρ εἶδε τὸν ἐν Σινώπῃ τοῦ Πλούτωνος κολοσσὸν , οὐκ ἐπιστάμενος , οὐδὲ ἑωρακὼς
6424181 εὐεστοι
φησι , μήτε ἐν δυστυχίαις μήτε ἐν κακοῖς μήτε ἐν εὐεστοῖ φίλῃ , ἤτοι ἐν εὐδαιμονίᾳ προσφιλεῖ , συγκάτοικος εἴην
ἄλλα ἐπιεικής , ἄφωνος δέ . Ἐν τῇ ὦν παρελθούσῃ εὐεστοῖ ὁ Κροῖσος τὸ πᾶν ἐς αὐτὸν ἐπεποιήκεε ἄλλα τε
6418410 Κρητηρ
καμπή τ ' αἰθομένης Ὕδρης : ἐνί οἱ καὶ ἐλαφρὸς Κρητήρ , ἐν δὲ Κόραξ , ἐνὶ δ ' ἀστέρες
καμπή τ ' αἰθομένης Ὕδρης , ἔνι οἱ καὶ ἐλαφρὸς Κρητήρ , ἐν δὲ Κόραξ . ἡ μὲν οὖν τοῦ
6372902 Λυδηι
. Ἡσίοδος δὲ καὶ Πίνδαρος ἐν Πυθιονίκαις καὶ Ἀντίμαχος ἐν Λύδηι διὰ τοῦ Ὠκεανοῦ φασιν ἐλθεῖν αὐτοὺς εἰς Λιβύην καὶ
β τῶν Ἀργοναυτῶν ἐν Βυζαντίωι φησίν , Ἀντίμαχος δὲ ἐν Λύδηι ἐν Κόλχοις πλησίον τοῦ ποταμοῦ μιγῆναι . . .
6370997 παρισθμιοις
καὶ κύστιν καὶ κῶλον . τὰ δὲ χαλκανθίζοντα στόματι καὶ παρισθμίοις καὶ σταφυλῇ καὶ ὄμμασι διαφερόντως ἐπιτήδεια . τὰ δὲ
τὰ κατακαύματα ὠφελεῖ . Ἕλκωσιν δὲ τὴν ἐν στόματι καὶ παρισθμίοις , καὶ σταφυλῆς οἴδημα , ὁ χυλὸς αὐτῆς μετὰ
6317060 κοπιδος
ξίφος ἐπαινοῦμεν : ἐφ ' ὑψηλοῦ γὰρ ὄντι τῷ ἱππεῖ κοπίδος μᾶλλον ἡ πληγὴ ἢ ξίφους ἀρκέσει . ἀντί γε
Τέλητος ὑπέστης ; κἀγχειριδίου δ ' ἀκόνῃ σκληρᾷ παραθηγομένης βρύχεις κοπίδος , δηχθεὶς αἴθωνι Κλέωνι . Χλανίδες δ ' οὖλαι
6314300 Ἱππευσι
Ἀνδροτίων ἐν γʹ Ἀττικῶν . αὐτοῦ μέμνηται ὁ κωμικὸς ἐν Ἱππεῦσι καὶ Νεφέλαις καὶ Βαβυλωνίοις , Εὔπολις Ἀστρατεύτοις . ὁ
ὥσπερ χρυσίου φωνῆς ἀπότισον , Πυργόθεμι , καταλλαγήν . Ἀντιφάνης Ἱππεῦσι : πῶς οὖν διαιτώμεσθα ; τὸ μὲν ἐφίππιον στρῶμ
6307835 παλισκιοις
Σχεδὸν δὲ τὰς αὐτὰς ἔχει διαφορὰς τούτοις καὶ ἐν τοῖς παλισκίοις καὶ ἐν τοῖς εὐείλοις καὶ ἐν τοῖς ἀπνόοις καὶ
' ἥκιστα , καθάπερ καὶ αἱ πεῦκαι αἱ ἐν τοῖς παλισκίοις : δι ' ὃ καὶ πρὸς τὰ πολυτελῆ τῶν
6291603 αὐγῃ
ἧς καὶ ἔστι νῦν ὁ λόγος : ἐν γὰρ τῇ αὐγῇ ἀείσε ἐσμὲν καὶ ἄνευ αὐτῆς εἶναι οὐ δυνάμεθα .
ὁρῇν αἰσχρόν : οὕτω δὲ τὸ μὲν χειριζόμενον ἐναντίον τῇ αὐγῇ , τὸν δὲ χειρίζοντα , ἐναντίον τῷ χειριζομένῳ ,
6290813 πληκτροις
κιθάρης μαθὼν ἀταρπόν , τόσον εἰς χρόνον μεθῆκας ἀγέραστα κέντρα πλήκτροις ; Ἑλέτω πόθος δ ' ἐκείνης , ἑλέτω μάκαρ
, ὡς Σοφοκλῆς ἐν Ἀχαιῶν συλλόγῳ ὡς ναοφύλακες νυκτέρου ναυκληρίας πλήκτροις ἀπευθύνουσιν οὐρίαν τρόπιν . καὶ ὁλκία δὲ τὰ πηδάλια
6263909 ὁμοιουμενος
ἐπιτρεφόμενον ἐποιέετο σύμμαχον , τὰς πάθας τὰς Κύρου τῇσι ἑωυτοῦ ὁμοιούμενος . Πρὸ δ ' ἔτι τούτου τάδε οἱ κατέργαστο
, καὶ παρὰ τὴν κῆρα τὴν θάλασσαν . Εἰδόμενος : ὁμοιούμενος . πρηστῆρι : ἀνέμῳ , κεραυνῷ , ἀνέμῳ φυσητῆρι
6253493 Νεανισκοις
. . ἔχομεν δὲ τὴν χρῆσιν παρ ' Αἰσχύλωι ἐν Νεανίσκοις . καὶ καρτερικὸς καὶ πολεμικὸς ἀρείφατος . . .
. , . : ἀμφιλαφῆ κακά : ξένως εἴρηται Αἰσχύλωι Νεανίσκοις : πρὸς δ ' ἐπὶ τοῖς ˈ ἀμφιλαφῆ ˈ
6246003 σκοτωσις
λεγομένη εὐθεῖα . . τριστοιχεὶ . ἡ τῶν τριῶν στοιχείων σκότωσις , ἀέρος , γῆς καὶ ὕδατος , ἢ πολλαπλῶς
γεννᾶται δὲ καὶ ὁ Κέρβερος , ἤτοι ἡ τοῦ ἀέρος σκότωσις , τοῦ ἡλίου ἐπικρυπτομένου , παρὰ τὸ τοῦ ἀέρος
6245839 πευκαισι
οἱονεὶ ἀπροσίτους , ἀπροσπελάστους : τὸ δὲ ” καθαπτὸς ἐν πεύκαισι Παρνασοῦ ” παρ ' Εὐριπίδῃ ἐκ τοῦ καθάπτω γέγονε
σφακελισμός Διόνυσος , ὃς θύρσοισι καὶ νεβρῶν δοραῖς καθαπτὸς ἐν πεύκαισι Παρνασὸν κάτα πηδᾷ χορεύων παρθένοις σὺν Δελφίσιν δείξω μὲν
6212109 τετρασκελης
' ἐθώυξας λόγον . λευρὸν γὰρ οἷμον αἰθέρος ψαίρει πτεροῖς τετρασκελὴς οἰωνός : ἄσμενος δέ τἂν σταθμοῖς ἐν οἰκείοισι κάμψειεν
θέλοντι τοῦτο ποιῆσαι καὶ ὁρμωμένῳ πρὸς τοῦτο . ὁ γὰρ τετρασκελὴς οἰωνὸς , ἤγουν ὁ γρὺψ , ᾧ ἐποχοῦμαι ,
6202474 Τραγῳδουμενοις
γενέσθαι Εὔνηον . Ἡ δὲ ἱστορία παρὰ Ἀσκληπιάδῃ ἐν τοῖς Τραγῳδουμένοις . . . . : Ἀσκληπιάδης δὲ ἐν τοῖς
ὅτι δὲ ἐχρήσαντο περιστερᾷ πλεῖν μέλλοντες , καὶ Ἀσκληπιάδης ἐν Τραγῳδουμένοις φησίν . τὸ δὲ πρόσθε τὸ πρότερον δηλοῖ ,
6190733 ὑπερϲαρκωματα
, τυφλαγκίϲτρῳ ἀνατείνοντα πτερυγοτόμῳ ἀπολύειν τὴν πρόϲφυϲιν : ἔπειτα τὰ ὑπερϲαρκώματα ξηρῷ τινι καταϲτέλλειν καὶ χαλκῷ λειοτάτῳ καθ ' ὑποβολὴν
# α χρῶ . Ἄλλο πρὸϲ ψωροφθαλμίαϲ ϲυκώϲειϲ ϲηπεδόναϲ καὶ ὑπερϲαρκώματα . καδμίαϲ ⋖ γ χαλκίτεωϲ ⋖ γ πεπέρεωϲ κόκκοι
6189778 κωλοισιν
δὲ βραχύ ' πίπλησσε ] ὀνειδιστικῶς πρόφερε στείχωμεν ] ἀπέλθωμεν κώλοισιν ] τοῖς ποσίν , ἢ τοῖς μέλεσι πᾶσιν ,
. . στείχωμεν ] ἀποχωρῶμεν . ὡς ] ἐπεί . κώλοισιν ] ἐν τοῖς ἄρθροις αὐτοῦ , τοῖς ποσίν .
6174990 ψαιρει
δὲ καὶ ἐνταῦθα ἡ λέξις αὕτη . . γράφεται καὶ ψαίρει . κυρίως δὲ ἡ λέξις ἐπὶ τῶν λαιφῶν τῶν
ἵστατο ἀλλ ' εἰς ἀέρα ἐφέρετο , διὰ τοῦτο τὸ ψαίρει τὸν λευρὸν οἷμον τοῖς πτεροῖς εἶπεν . ἴσθι δ
6171910 κοιλοτερος
παχύνεσθαι . Τῷ δὲ ἀφηλικεστέρῳ ὅ τε πλεύμων ἀραιότερος καὶ κοιλότερος , καὶ αἱ ἀρτηρίαι εὐρύτεραι , ὥστε μὴ ἐγχρονίζειν
τὰ μὲν ἀπὸ ὀνομάτων εἰς μόνα ὀνόματα συγκρίνεσθαι , κοῖλος κοιλότερος , ταχύς ταχύτερος , τὰ δὲ ἀπὸ ἐπιρρημάτων καὶ
6165073 οἰκωι
, ἢ τὸ μὲν οἴκους νοήσεις διὰ τοὺς ἐν τῶι οἴκωι θεράποντας καὶ θεραπαινίδας : εἰκὸς γὰρ ἦν θρηνεῖν κἀκείνους
ἐκ δίκης ὀρώρηκεν , ποδὸς κρέμαιτ ' ἐκεῖνος ἐν γναφέως οἴκωι . κάλ ' ὖμιν , ὦ γυναῖκες , ἐντελέως
6159037 ψυκτηριοις
οἷς ἔστιν ἀναψῦξαι . Αἰσχύλος Νεανίσκοις : σαύρας ὑποσκίοισιν ἐν ψυκτηρίοις . Εὐριπίδης Φαέθοντι : ψυκτήρια δένδρεα φίλαισιν ὠλέναισι δέξεται
ἐν οἷς ἔστιν ἀναψῦξαι . Αἰσχύλος : σαύρας ὑποσκίοισιν ἐν ψυκτηρίοις . ᾠδός . εἶδος ποτηρίου . ὠοσκύφιον . διπύθμενον
6157539 ἀνυποδετος
ὡς ἀνοίᾳ μᾶλλον ἢ ἐπηρείᾳ δαιμόνων γενόμενα . τί οὐκ ἀνυπόδετος βαδίζεις ; τί δὲ τῇ γῇ φθονεῖς ; βλαυτία
: ἐποιεῖτο δὲ μέγιστον ἀπύρῳ διαίτῃ κεχρῆσθαι πολὺν χρόνον . ἀνυπόδετος περιιὼν τὴν οἰκουμένην , ὡς φάναι λόγον , ἅπασαν
6155934 Νικοφων
υἱόν . τὸ δὲ ζῷον ἐπὶ λαγνείας συμβολικῶς παρείληπται . Νικοφῶν ἐν Χειρογάστορσι : τοὺς ἑψητοὺς καὶ τοὺς πέρδικας ἐκείνους
. Εὔβουλος : ἠσθένουν φαγοῦσα πρῴην σῦκα τῆς μεσημβρίας . Νικοφῶν : ἐὰν δέ γ ' ἡμῶν σῦκά τις μεσημβρίας
6155014 κεραιης
μὲν πολύκαρπος ἐπισταχύουσα χορεύει καὶ χθόνιον κούφιζεν ὄφιν , ζωστῆρα κεραίης : ἣ δὲ θοῆι ῥαθάμιγγι παλύνετο χεῖρα βαλοῦσα .
] κοῦφος ὀρούων [ ] ον ? ? ἠλακάτης δὲ κεραίης [ ἀτράκτιον ] ἔμβαλε πόντῳ [ ] ν ῥοθίην
6145576 θεωρητοις
ἔστι τοίνυν ὁμόνοια τῶν φίλων ὁμογνωμοσύνη , οὐκ ἐν τοῖς θεωρητοῖς ἀλλ ' ἐν τοῖς πρακτοῖς καὶ τούτων τοῖς ἀξιολόγοις
τοῦ ὡς τέλους αἰτίου τοῦ ἐν τοῖς * * * θεωρητοῖς . ὅτι δὲ τὸ εἶδος μάλιστα γνωστόν , δείκνυσι
6143526 ἀχυροισι
ἔφερεν ἄλλοτ ' ἀλλοῖον , τὸ πνεῦμα σῴζων ἐπ ' ἀχύροισι δυστήνοις , σάγην δὲ νώτοις ἔφερεν οὐκέθ ' ἱππείην
γεγένηται ; Ῥάβδον δ ' ὄψει τὴν κοτταβικήν ἐν τοῖς ἀχύροισι κυλινδομένην . Χία δὲ κύλιξ ὑψοῦ κρέμαται περὶ πασσαλόφιν
6127868 βλεφαροιϲ
καυθέντων ἡ τέφρα μετὰ κεδρίαϲ προϲαγομένη κωλύει τὰϲ ἐν τοῖϲ βλεφάροιϲ περιττὰϲ τρίχαϲ πάλιν φυῆναι . Τέττιξ . Τέττιξι ξηροῖϲ
εἶναι ἔλαχε , χιτῶϲι λέγω καὶ ὑγροῖϲ καὶ προϲέτι τοῖϲ βλεφάροιϲ κεκοϲμημένον . ἡ γὰρ φύϲιϲ τὰ ἀπ ' ἐγκεφάλου
6121762 βενθεσιν
κινήσεως , σκαίρω ἐπὶ τῆς εὐτάκτου καὶ εὐρύθμου . Ἐν βένθεσιν : ἐν βαθέσιν . ὑπόβρυχα : ἐν τῷ βυθῷ
ταχυτῆτα καὶ ἀλκήν . οὐ μὲν γάρ τι φύγεσκε βαθείης βένθεσιν ὕλης κνώδαλον , ὅττι δίοιτο : καὶ ἴχνεσι γὰρ
6115080 πολυπτυχου
. ἐξ Ο . . . . πρώτῃσιν δὲ πύλῃσι πολυπτύχου Οὐλύμποιο : οὐχ ὡς καὶ ἄλλων οὐσῶν , ἀλλ
κέλευσε θεοὺς ἀγορὴν δὲ καλέσσαι , κρατὸς ἀπ ' Οὐλύμποιο πολυπτύχου . ἡ διπλῆ ὅτι οὐκ ἀγγέλῳ κελεύει καθάπερ Ἴριδι
6112065 βουβωσιν
ἡ γαστὴρ τῷ παλαίοντι , ἐποχείσθω δὲ μὴ κενοῖς τοῖς βουβῶσιν , ἀλλ ' ἔστω τι κἀκείνων εὐτραφές : οἱ
ταῖς ἀνατομαῖς μὴ φαινόμενον . οὐδὲ γὰρ φαίνεται κοινὰ τοῖς βουβῶσιν ἀγγεῖα πρὸς τὴν κύστιν . ἀλλ ' εἰ καὶ
6109673 παφλαζων
ἑτέρωθεν . πολλὴν δ ' αἱματόεσσαν ὑπεὶρ ἁλὸς ἔπτυσεν ἄχνην παφλάζων ὀδύνῃσιν , ὑποβρύχιον δὲ μέμυκε μαινομένου φύσημα , περιστένεται
, δερκόμενος χαροποῖσιν ὑπ ' ὄμμασιν αἰθόμενον πῦρ , θυμῷ παφλάζων ἴκελος δίοισι κεραυνοῖς . οὐ τοῖον Γάγγαο ῥόος πρόσθ
6106905 ἱππειοις
τῶν διθυράμβων χάριτες ; δηλονότι ἐν Κορίνθῳ . τίς γὰρ ἱππείοις ἐν ἔντεσι μέτρα : τουτέστι τὰ ἵππεια μέτρα τοῦ
οἱ δ ' ἔν θ ' ὅπλοισι καὶ παρ ' ἱππείοις ὄχοις ψυχρὰν ἄησιν δίψιόν τε πῦρ θεοῦ μένουσι καρτεροῦντες
6104281 πλευροισιν
ἡ μὲν χολώδης ἐν ἄρθροισιν , ἡ δὲ αἱματώδης ἐν πλευροῖσιν , ἢ σπλάγχνοισιν ; Δυσεντερικοῖσιν ἔμετος χολώδης ἐν ἀρχῇ
νάβλας ἐν ἄρθροις γραμμάτων οὐκ εὐμελής , ᾧ λωτὸς ἐν πλευροῖσιν ἄψυχος παγεὶς ἔμπνουν ἀνίει μοῦσαν . ἐγρέτου δέ τις
6102894 νεατῃ
, κυανέου πεφυλαγμέναι ὠκεανοῖο . Αὐτὰρ ὅγ ' ἄλλης μὲν νεάτῃ ἐπιτείνεται οὐρῇ , ἄλλην δὲ σπείρῃ περιτέμνεται : ἡ
, ἀθρόος ἔνδοθεν ὦκα μέλας καταλείβεται ἰχώρ , ὅστε γυναικοφόνος νεάτῃ μίμνων ἐνὶ γαστρὶ κέκληται . Τότε δ ' αὐτὸν
6099948 Τριγλα
θεῷ ἡ κυνηγέτις ἀνάκειται . Ἀθήνησι δὲ καὶ τόπος τις Τρίγλα καλεῖται καὶ αὐτόθι ἐστὶν ἀνάθημα Ἑκάτῃ Τριγλανθίνῃ . διὸ
εἰ δὲ ἐπαναβαίνοι τοῖϲ ποταμοῖϲ γίγνεται παραπλήϲιοϲ τῷ κεφάλῳ . Τρίγλα . Καὶ αὕτη τῶν πελαγίων ἐϲτὶν ἰχθύων , τετίμηται
6096811 Χηλαων
στυφελαῖς κορύναις ἐδάιξαν σφαλλόμενοι δώροισι χοροιμανέος Βάκχοιο . ἀλλὰ σὺ Χηλάων ἐνὶ τείρεσιν αἰθροπολεῦσαν εἰσορόων κερόεσσαν ἐπιφραδέως πονέεσθαι ἀμφὶ γεωτομίῃ
δὲ Κόραξ , ἐνὶ δ ' ἀστέρες οὐ μάλα πολλοὶ Χηλάων : ἐν τῷ δ ' Ὀφιούχεα γοῦνα φορεῖται .
6081529 δαμαζομενος
σίδηρος , ὅ περ κρατερώτατός ἐστιν , οὔρεος ἐν βήσσῃσι δαμαζόμενος πυρὶ κηλέῳ τήκεται ἐν χθονὶ δίῃ ὑφ ' Ἡφαίστου
' ἂν ὑπεξερύγῃσι : ὡς ἂν ἐμέσῃ τὴν λώβην , δαμαζόμενος καὶ νικώμενος τῇ χειρί σου διὰ τοῦ ποτίζειν αὐτόν
6079190 φωλεοις
: ἢ γὰρ ἥλοις κατιωμένοις ἢ ῥάκεσι σεσηπόσιν ἢ ἑρπετῶν φωλεοῖς παραφύονται ἢ δένδρεσιν ἰδίως βλαπτικοῖς . ἔχουσι δ '
σαφῆ καὶ ἐν τοῖς σωματικοῖς καὶ ἐν τοῖς αἰσθητοῖς ἐγκατειλημμένοι φωλεοῖς κατόψεσθε , τοτὲ μὲν ἐν τοῖς βαθέσιν ὕπνοιςἀναχωρήσας γὰρ
6076593 ἀφανιζεις
ἐν ὕδατι τῇ ἀφανείᾳ , ἤγουν βαρέως αὐτῷ ἐπιπίπτεις καὶ ἀφανίζεις ἐν τῷ σῷ κράτει καὶ τῇ ἰσχύϊ . Ἀμείλιχον
τιθεῖς αὐτοῦ τὴν ὕβριν ἐν ἄντλῳ , τουτέστι καταβαπτίζεις καὶ ἀφανίζεις ὡς ἐν ὕδατι τῇ ἀφανείᾳ , ἤγουν βαρέως αὐτῷ
6068163 ἐμπυροις
, Οὐλυμπία , δέσποιν ' ἀλαθείας , ἵνα μάντιες ἄνδρες ἐμπύροις τεκμαιρόμενοι παραπειρῶνται Διὸς ἀργικεραύνου , εἴ τιν ' ἔχει
ὕδατος οὐκ ἄλογος ἄλλως τε καὶ ἐν τόποις θερμοῖς καὶ ἐμπύροις . Ἐπεὶ καὶ ἐν τοῖς μὴ τοιούτοις αἱ διαδόσεις
6064246 ταρφεσιν
Πολλάκι καὶ κατέδαρθε δαφοινῶν ἄγχι δρακόντων ἀμφὶ κυνηγεσίῃσι μένων ἐν τάρφεσιν Ἴδης θηρητὴρ Εὔφορβος ἀρωγῇ τῇδε πεποιθώς . Δῶκα γὰρ
Ἄρης ἐγχέσπαλος ἢ ὀλοὸν πῦρ οὔρεσι μαίνηται , βαθέης ἐν τάρφεσιν ὕλης . αὐαλέοισι : ξηροῖς . κορύσσεται : μετεωρίζεται
6062091 παραδρομῃ
ἐνδέχεται ἐναντίαν εἶναι . τοῦτο ἐν τοῖς ἀνωτέρω ὡς ἐν παραδρομῇ εἰρηκὼς ἐνταῦθα ἐξετάζει καὶ δείκνυσιν πῶς οὐκ ἐγχωρεῖ ἀληθῆ
φέρων γραφὴν , καὶ ὡς ἐδόκει ἄπιστον : εἶτα ἐν παραδρομῇ ἡ τυραννὶς , καὶ ἡ τοῦ παιδὸς ἔξοδος ,
6058850 ἐπιτομηι
καὶ ἄλλων , ὥς φησι Μανέθως ἐν τῆι τῶν Φυσικῶν ἐπιτομῆι καὶ Ἑκαταῖος ἐν τῆι πρώτηι περὶ τῆς τῶν Αἰγυπτίων
τυφὼς κατασκήψας σκηπτὸς λέγεται . τοσαῦτα μὲν ἀρκέσει ὡς ἐν ἐπιτομῆι περὶ τούτων εἰρῆσθαι , ἑξῆς δὲ τὰ ἀκόλουθα τούτων
6057507 Μιμοις
τὸ δαδύσσω , ὃ σημαίνει τὸ ταράσσω . Σώφρων ἐν Μίμοις : „ ἐν ὅσσῳ δέει δαδύσσεσθε „ , ἀντὶ
καμπύλαι καρῖδες ἐξήλλοντο δελφίνων δίκην . Σώφρων δ ' ἐν Μίμοις : τίνες δέ ἐντί ποκα , φίλα , τοιδέ
6056911 μανης
. ἐλέγετο δὲ ὁ ἀνδριὰς ὁ ὑπὸ τὸ ὕδωρ κεκρυμμένος μάνης . κοτταβίζειν : παίζειν . εἰς χαλκᾶς φιάλας ,
παρέθετο τὰ ἰαμβεῖα καὶ Δίδυμος καὶ Πάμφιλος . καλεῖται δὲ μάνης καὶ τὸ ἐπὶ τοῦ κοττάβου ἐφεστηκός , ἐφ '
6056469 ῥειθροις
στίλβουσα καὶ καλύπτεται ἐν τοῖς Νείλου γλυκέσιν οἷα δὴ μέλι ῥείθροις , νικῶσα ἡλίου δὲ φῶς ἅπαν φαίνει ἄνωθεν μηδόλως
, καρτεροῖς εἴγρει πάγοις λίμνην τε τέμνων Τάναϊς ἀκραιφνὴς μέσην ῥείθροις ὁρίζει , προσφιλεστάτην βροτοῖς χίμετλα Μαιώταισι θρηνοῦσιν ποδῶν .
6044978 ταφοις
κορυδαλλίδες ἐνταῦθα εἶδος ἑρπετοῦ : λέγονται δὲ ἐπιτυμβίδιοι , ὅτι τάφοις ὡς ἐπιπολὺ ἐνδιατρίβουσιν . εἰ δὲ κορυδαλλίδας τὰ στρουθία
καὶ ποικίλως δοκιμάζειν τὰς φαντασίας , ἐρημάζων ἐνίοτε καὶ τοῖς τάφοις ἐνδιατρίβων . ἐλθόντα δή φησιν αὐτὸν ἐκ τῆς ἀποδημίας
6044767 κειρομαι
' οὗ σὺ ἔφυγες , κείρομαι . τὴν πεπολιωμένην . κείρομαι ἀντὶ τοῦ ἐκειράμην . εἰς σέ ἀντὶ τοῦ :
, ὡς ἀνωτέρω εἶπεν [ ] ὅθεν ἐμάν τε λευκόχροα κείρομαι χαίταν , οὐ ξυρῷ δὲ , ἀλλ ' ὡς
6034921 σιαλοιο
τὰ μέλη ἐσθίειν ; . : Ὅμηρος κνίσσην μελδόμενος ἁπαλοτροφέος σιάλοιο : σίαλος ὁ εὐτραφὴς χοῖρος , παρὰ τὸ ἅλις
λέβης ζεῖ ἔνδον , ἐπειγόμενος πυρὶ πολλῷ κνίσην μελδόμενος ἁπαλοτρεφέος σιάλοιο . ἡ διπλῆ ὅτι οἶδεν ἕψησιν κρεῶν , χρωμένους
6025695 τρικλινῳ
Πάτερ , ἤθελα κἀγὼ ἀναπαῆναι μεθ ' ὑμῶν ἐν τῷ τρικλίνῳ τούτῳ , ἵνα ἀκούσω κἀγὼ τὰ διαλεγόμενα ὑμῶν :
Ἁβραὰμ ἔδωκεν δόξαν τῷ θεῷ . καὶ ἀνελθὼν ἐν τῷ τρικλίνῳ αὐτοῦ , ἀνέπεσεν : ἐλθὼν δὲ καὶ ὁ θάνατος
6018649 στροφαιος
δὲ τῷ δεσμωτηρίῳ καὶ πεντεσύριγγον τι ξύλον ἐκαλεῖτο . καὶ στροφαῖος ἐν τῷ οἰκήματι θεὸς παρὰ τὸν στροφέα ἱδρυμένος :
τὸ στρέφεσθαι καὶ πανουργεῖν . λέγεται δὲ ὁ Ἑρμῆς , στροφαῖος , ἐμπολαῖος , κερδῷος , δόλιος , ἡγεμόνιος ,
6016647 ὀφεσιν
καὶ Λυδαί , κατακεχυμέναι τὰς τρίχας καὶ ἐστεφανωμέναι τινὲς μὲν ὄφεσιν , αἳ δὲ μίλακι καὶ ἀμπέλῳ καὶ κισσῷ :
ὡσαύτως δὲ καὶ ὁ ὄφις : ὅλοις γὰρ ἁρμόττει τοῖς ὄφεσιν : ἐκεῖνα οὔτε εἰς θος οὔτε εἰς δος κλίνονται
6016607 λεχεσιν
Μυκηνᾶν . νῦν γε μὲν ἀλλοδαπᾶν κριτὸν εὑρήσει γυναικῶν ἐν λέχεσιν γένος , οἵ κεν τάνδε σὺν τιμᾷ θεῶν νᾶσον
καλιᾷ καθημένων . ἢ λεχέων δυσευνήτειρα ἡ μὴ ἀναπαυομένη τοῖς λέχεσιν , ἀλλ ' ἀεὶ γρηγοροῦσα πελειάς . λεχέων ἤτοι
6008257 Δραμασιν
Νιόβῃ [ . ] καὶ Ἀριστοφάνης [ . ] ἐν Δράμασιν ἢ Νιόβῳ [ ὁμοίως ἑπτά φησιν αὐτὰς εἶναι καὶ
κριθώσης ὄνου . Τῶν δὲ περὶ ἀρτοπωλίαν ἀθρόα ἐν Ἀριστοφάνους Δράμασιν ἢ Κενταύρῳ . πτίττω , βράττω , δεύω ,
6007907 νεφελῃσιν
θείοιο λαθοίμην ; . σὺ δ ' ἐν αἰθέρι καὶ νεφέλῃσιν ἐκρέμω . ἠλάστεον δὲ θεοὶ κατὰ μακρὸν Ὄλυμπον :
Ζεὺς δ ' ἔλαχ ' οὐρανὸν εὐρὺν ἐν αἰθέρι καὶ νεφέλῃσιν : γαῖα δ ' ἔτι ξυνὴ πάντων καὶ μακρὸς
5999325 Βιθυνιακοις
τὸν Ἄδραστον . Ε . , : Ἀρριανοῦ εἰπόντος ἐν Βιθυνιακοῖς , ὅτι ἀνιόντες εἰς τὰ ἄκρα τῶν ὀρῶν Βιθυνοὶ
Ἀσίαν διαπεράσαι . : τοῦτο καὶ Ἀριανὸς λέγει ἐν τοῖς Βιθυνιακοῖς αὐτοῦ . . . , . , . Κατὰ
5998544 ἡσται
Σώπατρος λέγων φησί : δισσαῖς γὰρ ἐν μέσαισιν ἰχθύων φοραῖς ἧσται , τὸν Αἴτνης ἐς μέσον λεύσσων σκοπόν . καὶ
ἐντὸς ὀξάλμην ἔχων . δισσαῖς γὰρ ἐν μέσαισιν ἰχθύων φοραῖς ἧσται , τὸν Αἴτνης ἐς μέσον λεύσσων σκοπόν . βαυκαλὶς
5988868 πεμφιγα
λαιμῶι ˘ × , καὶ ἐν Πενθεῖ : μηδὲ αἵματος πέμφιγα πρὸς πέδωι βάληις . . . . Γεωγραφ .
λαιμῶι ˘ × , καὶ ἐν Πενθεῖ : μηδὲ αἵματος πέμφιγα πρὸς πέδωι βάληις . Κατάλογ . : Ξάντριαι .
5987874 ὁδωι
ἀποκτεννύουσιν ἀνθρώπων οὐδένα : ἐὰν δέ τι εὕρωσι ἐν τῆι ὁδῶι χρυσίον ἢ ἱμάτιον ἢ ἀργύριον ἢ ἄλλο τι ,
μοι [ , ὡς ὁρᾶις , ἤδη βαδίζει κἀστὶν ἐν ὁδῶι [ . νῦν δὲ χρὴ κἀμὲ τοὺς ἔνδον προσειπεῖν
5987475 ψακαδι
πεσών , κἀκφυσιῶν ὀξεῖαν αἵματος σφαγὴν βάλλει μ ' ἐρεμνῇ ψακάδι φοινίας δρόσου , χαίρουσαν οὐδὲν ἧσσον ἢ διοσδότῳ γάνει
τὸν πόλεμον . γεωργὸς γάρ ἐστι : διὸ καὶ τῇ ψακάδι ἁρμοδίως ἐχρήσατο . μηδὲ ψακὰς ᾖ : ψακὰς τὸ
5985125 Ὑλατης
Τεμβριεύς . Τέμβρος , πόλις Κύπρου , ἐν ᾗ τετίμηται Ὑλάτης Ἀπόλλων . τὸ ἐθνικὸν Τέμβριος . Τεμένεια , πόλις
* . Ὕλη πόλις Κύπρις , ἐν ᾗ Ἀπόλλων τιμᾶται Ὑλάτης . × . Ὑλάτου δὲ τοῦ Ἀπόλλωνος : Ὕλη
5981699 ἰπνοις
καίτοι σωματοειδὲς ὂν οὔτε ἐπὶ βωμοῦ καίειν αὐτοὺς οὔτε ἐν ἰπνοῖς φυλάτ - τειν , ἀλλ ' ὥσπερ τὰς αὐγάς
ζύμης σκευάζονται , ἢ χωρὶς τούτων : καὶ ἢ ἐν ἰπνοῖς καὶ κριβάνοις , ἢ ἐν σποδῷ . ὧν τοὺς
5981536 ἐριφοισιν
. . . . ὡς δὲ λύκοι ἄρνεσσιν ἐπέχραον ἢ ἐρίφοισιν σίνται , ὑπὲκ μήλων αἱρεύμενοι , αἵ τ '
' Ὁμήρῳ παραβολή : ὡς δὲ λύκοι ἄρνεσσιν ἐπέχραον ἢ ἐρίφοισιν σίνται . ἀπείρονα μὲν οὖν φησι τὰ πολλά .
5981161 ἐσοπτροις
μέλλοντα ἄρξειν αὐτὸν ἑαυτοῦ πρῶτον ἄρχειν . ἐν μὲν τοῖς ἐσόπτροις ὁ τῆς ὄψεως , ἐν δὲ ταῖς ὁμιλίαις ὁ
ἡ αὐτὴ ἔξαψις γενήσεται , εἰ τέτρασιν ἢ καὶ πέντε ἐσόπτροις δοθείη τὰ τοιαῦτα πυρία ἀνὰ ἑπτὰ ὄντα τὸν ἀριθμὸν
5967393 Ἡρωσιν
καὶ κάνητα καὶ κανήτια . καὶ κανίσκια μὲν Φερεκράτης ἐν Ἥρωσιν εἶπεν ὁ κάνης δὲ τῆς κοίτης ὑπερέχειν μοι δοκεῖ
ἄσκιον : εἴρηται ἐπὶ τῶν τὰ κενὰ δεδοικότων : Κράτης Ἥρωσιν : Οὐκ ἀσκίῳ γ ' ἐμορμολύττετ ' αὐτούς .
5963473 Μεγαλωι
. . . . , ] ὅτι ἐν τῶι ἐπιγραφομένωι Μεγάλωι λόγωι ὁ Π . εἶπε : φύσεως καὶ ἀσκήσεως
οὐ μόνον ἐν τῶι Μικρῶι διακόσμωι τιθείς ἃ κἀν τῶι Μεγάλωι κεῖται ̈ . , Λεύκιππος πάντα κατ ' ἀνάγκην
5961354 πινητε
εὐφροσύνῃ μετὰ φόβου Θεοῦ αἰδούμενοι , ζήσεσθε . Ἐὰν γὰρ πίνητε μὴ αἰδούμενοι , καὶ ἀποστῇ ὁ τοῦ Θεοῦ φόβος
: ἐπιθυμίας , πυρώσεως , ἀσωτίας , αἰσχροκερδίας . Ἐὰν πίνητε οἶνον ἐν εὐφροσύνῃ μετὰ φόβου Θεοῦ αἰδούμενοι , ζήσεσθε
5954663 θεολογικοις
ὄντων , ἐνιαχοῦ δὲ καὶ συνάπτον τὰ μαθηματικὰ θεωρήματα τοῖς θεολογικοῖς . τοσαῦτα γὰρ ἄν τις ἐν τῷ παρόντι ὡς
ἂν εἴη . οὐ μὴν ἀλλὰ τῷ γε παρηκολουθηκότι τοῖς θεολογικοῖς δόγμασι τῶν Πυθαγορείων καὶ τῷ Παρμενίδῃ τοῦ Πλάτωνος δῆλον
5947819 Ἀραρως
καὶ Ἀμβρακίᾳ μάλα πολλαί . ἐκτεταμένως δ ' εἴρηκε καρῖδα Ἀραρώς : αἵ τε καμπύλαι καρῖδες ἐξήλλοντο δελφίνων δίκην εἰς
. τὸ δὲ χορτάζειν Ἀριστοφάνης εἴρηκε , καὶ τὸ χορτάζεσθαι Ἀραρώς , Ἀναξανδρίδης δὲ καὶ χορτασμόν . καὶ κάβαισον δ
5947454 Λημνωι
: κόλακας δ ' εἶναί φησι Φύλαρχος καὶ τοὺς ἐν Λήμνωι κατοικοῦντας Ἀθηναίων ἐν τῆι τρισκαιδεκάτηι τῶν Ἱστοριῶν . χάριν
Λήμνωι . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι . . Μύρινα : πόλις ἐν Λήμνωι . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι . ἔστι καὶ τῆς Αἰολίδος ἄλλη
5937789 κοπιδι
τῇ ἐν Ἰκάρῳ . κνῆ τυρὸν κνήστι . ἔκοπτε τυρὸν κοπίδι . βυσσόν . πυθμένα . ἐξ ὑπογύου . παρ
ἔγνω , καὶ τοὺς ἥκοντας ἐπ ' αὐτὸν ἱππεῖς μαγειρικῇ κοπίδι παίων ἀπήλαυνεν . . . Τῶν δὲ δημοτικῶν οἱ
5933313 σιμβλοις
γίνονται μέλισσαι ποιοῦσαι μέλι , ἃς δεῖ συνάγειν ἐν τοῖς σίμβλοις καὶ ἔχειν . Ὕαινα ζῷόν ἐστι τετράπουν , ἀνήμερον
φύσει διαποικιλλούσης αὐτὰ τῆς γραφῆς . τί οὖν οὐκ ἐν σίμβλοις αἱ σοφαί ; τί δὲ ἐν ἄστει ; κωμάζουσιν
5933261 ἐντεροιϲ
ἀπέπτων ϲιτίων μήτε χυμῶν κατὰ τὴν κοιλίαν ἢ ἐν τοῖϲ ἐντέροιϲ περιέχεϲθαι : κίνδυνοϲ γὰρ αὐτοῖϲ ἀχθῆναι πρὸϲ ἅπαντα τὰ
βούτυρον μιγνύναι ἢ πηγάνου φύλλα λεῖα , τὰϲ ἐν τοῖϲ ἐντέροιϲ ὑπὸ πνεύματοϲ γιγνομέναϲ ὀδύναϲ ὀνίνηϲι . μιγνύϲθω δὲ ὁμοίωϲ
5932220 ἐναντιοτητες
τούτων ἡ μετάβασις : ἐναντία γὰρ πᾶσιν , αἱ δὲ ἐναντιότητες πλείους : ὥστε τοῦτο μὲν φανερόν . Ἡ δὲ
ἑξῆς ἐπὶ τοῦ κόσμου τάσσεται , ἐν ὧι καὶ αἱ ἐναντιότητες φωτός τε καὶ σκότους . . . . .
5932127 στρωμασι
μὲν γὰρ δημοσίᾳ φανέντος , Ἡφαιστίων ἦν ἀφανὴς ἐν τοῖς στρώμασι κατακείμενος , καὶ συνασκῶν ἑαυτὸν περὶ τοὺς λόγους :
ψακαστοῖς , φησὶν Ἔφιππος . Ἀριστοφάνης : ὅστις ἐν ἡδυόσμοις στρώμασι παννυχίζων τὴν δέσποιναν ἐρείδεις . Σώφρων δὲ στρουθωτὰ ἑλίγματά
5930506 ἐνερειδεται
σφισι , καυστηροῖο κυνὸς νέον ἱσταμένοιο , κέντρου πευκεδανοῖο θοὴν ἐνερείδεται ἀλκήν , ὀξὺ μάλ ' ἐγχρίμπτων , χαλεπὴν δ
. θοήν : ὀξεῖαν , ταχεῖαν , τὴν δριμεῖαν . ἐνερείδεται : ἐμβάλλει . Ἐγχρίπτων : ἐμβάλλων , προσπελάζων ,
5927699 ἐντεσι
. Καί μιν ἐγὼν Αἴαντι δαΐφρονι πόλλ ' ἐπέτελλον , ἔντεσι δηρινθῆναι ἀμύμονος ἀμφ ' Ἀχιλῆος ἐσσυμένῳ , νίκης ἐπαρηγόνα
ὑπέρβατον δέ ἐστι . τὸ γὰρ ἑξῆς : χαλκείοις σὺν ἔντεσι περιδινηθέντες , ὅ ἐστι περιδραμόντες . τύμβῳ ἐν ἐκτερέιξαν
5927463 φαβων
πρὸς πτύοις πεπλεγμένην . κἀν Φιλοκτήτηι δὲ κατὰ γενικὴν κλίσιν φαβῶν εἴρηκεν . . Π . μον . λέξ .
. . . : κἀν Φιλοκτήτηι δὲ κατὰ γενικὴν κλίσιν φαβῶν εἴρηκεν . . . . : Σπερχειὲ ποταμὲ βούνομοί
5922360 ὡρηι
ἥλιος ὁ γλυκυφεγγής . Σῆι δυνάμει Νείλου ποταμοὶ πληροῦνται ἅπαντες ὥρηι ὀπωρινῆι , καὶ λαβρότατον χεῖθ ' ὕδωρ γαῖαν πᾶσαν
] ? ἐμβεβαυι [ [ ἐπιειμέναι ] ? εἴαρος [ ὥρηι [ ] ηνης νηο ! [ [ ] ν
5920712 ἀλεᾳ
' ὑπὸ τὰ πτερύγια τὸν λεγόμενον οἶστρον . χαίρει δὲ ἀλέᾳ : διὸ καὶ πρὸς τὴν ἄμμον πρόσεισι . γίνεται
οὐκοῦν ἐν κρυμῷ μέν φησιν ὁ Ἀβδηρίτης συμμένει , ἐν ἀλέᾳ δὲ ὡς τὰ πολλὰ ἐκπτύεται . ἀνάγκην δὲ εἶναι
5918152 Ἐλαφος
καὶ ἐμοῦσι χολήν . Σύες νοσοῦντες καρκίνους ποταμίους ἐσθίουσιν . Ἔλαφος νοσοῦσα καρκῖνον ἐσθίει . Λέων νοσῶν πίθηκον ἐσθίει .
κρεῖττον , ὃς οὐδὲ ποίην ἀναλύειν με γινώσκω ; ” Ἔλαφος ποδώκης εὔκερως ἀχαιΐνης λίμνης ὕδωρ ἔπινεν ἡσυχαζούσης . ἐκεῖ
5915931 Κεινη
μέμβλεται ὡς ὑμέων , ὁπότε κταμένους ἐσίδωμαι ἐν πολέμῳ . Κείνη δ ' ἀλαπαδνοτάτῳ σὺν ἀκοίτῃ ἐρρέτω : ἐκ γάρ
τοῦ ἀεὶ φανεροῦ κύκλου φησὶν αὐτὴν φέρεσθαι λέγων οὕτως : Κείνη που κεφαλὴ τῇ νίσσεται , ἧχί περ ἄκραι μίσγονται
5915665 ἀγκοινῃσιν
τοῦ λῶ τὸ θέλω : τὸ ἑνικὸν ἀντὶ πληθυντικοῦ . ἀγκοίνῃσιν : κοιλότησι , τροπικῶς , βαθυτάταις πέτραις , βαθυτάτοις
. ἔνι : ὑπάρχει . Μητρός : τῆς θαλάσσης . ἀγκοίνῃσιν : ἀγκάλαις , κόλποις , κοιλώμασιν . ἑλισσόμενοι :
5915433 Κριωι
ἐαρινή , ἣ δὲ μετοπωρινὴ ἰσημερία , ἐαρινὴ μὲν ἐν Κριῶι , ὅτε ἐφάπτεται τοῦ ἰσημερινοῦ κύκλου , μετοπωρινὴ δέ
ἄλλας δύο ὥρας τὰς ἰσημερινάς , τὴν μὲν ἐαρινὴν ἐν Κριῶι , τὴν δὲ μετοπωρινὴν ἐν Χηλαῖς . κόλουροι δὲ
5913767 Ἀθαρραβις
Ἰλλυρίας , οἱ δὲ Θεσσαλίας . τὸ ἐθνικὸν Ἀθαμᾶνες . Ἀθάρραβις , πόλις Αἰγύπτου , ὡς Ἡρωδιανὸς ἐν τετάρτῳ ”
τὸ κάνναβις . τὰ δὲ κύρια ἢ προσηγορικὰ βαρύνεται : Ἀθάρραβις κάνναβις . σημείωσαι τὸ καλλαβίς . Τὰ εἰς ΓΙΣ
5913506 τμηθωσιν
τριγώνου πλευράς : καὶ ἐὰν αἱ τοῦ τριγώνου πλευραὶ ἀνάλογον τμηθῶσιν , ἡ ἐπὶ τὰς τομὰς ἐπιζευγνυμένη εὐθεῖα παρὰ τὴν
οὕτως ἡ ΛΔ πρὸς τὴν ΔΗ . ἐὰν τριγώνου ἀνάλογον τμηθῶσιν αἱ πλευραί , ἡ ἐπὶ τὰς τομὰς ἐπιζευγνυμένη εὐθεῖα
5913135 καθαπτος
. Διόνυσος , ὃς : Ὑψιπύλης ἡ ἀρχή . 〚 κάθαπτος δὲ ἀντὶ τοῦ πυρφόρος , φωτεινὸς , διὰ τὰς
. Διόνυσος , ὃς : Ὑψιπύλης ἡ ἀρχή . 〚 κάθαπτος δὲ ἀντὶ τοῦ πυρφόρος , φωτεινὸς , διὰ τὰς
5909339 κεχηνεν
' ἐκείνων ὠφελουμένων ⋮ Ὁ κροκόδειλος νήχεταί τε ἅμα καὶ κέχηνεν : ἐμπίπτουσιν οὖν αἱ βδέλλαι καὶ λυποῦσιν αὐτόν :
ὁ κροκόδειλος , ἐπὶ τὴν ὄχθην προελθὼν κατὰ τοῦ ἀκτῖνος κέχηνεν : ὁ τοίνυν τροχίλος ἐκβαλὼν τὸ ῥάμφος ἐξάγει τὰς
5904617 περονῃσι
: μετέβαλον ὦν ἐς τὸν λίνεον κιθῶνα , ἵνα δὴ περόνῃσι μὴ χρέωνται . Ἔστι δὲ ἀληθέϊ λόγῳ χρεωμένοισι οὐκ
ἀνείλκυσαν τὰ ἄρμενα . διακριδὸν δὲ διόλου ἢ διατεταμένως . περόνῃσι δὲ τοῖς πασσάλοις τοῖς κατὰ τὰ σανιδώματα καὶ τοὺς
5904359 περιεστρατοπεδευσε
τινων λόφων κατεστρατοπέδευσε , τῇ δ ' ἄλλῃ δυνάμει πάσῃ περιεστρατοπέδευσε τὴν πόλιν , προσγενομένων ἄλλων παρά τε Σικελῶν καὶ
δὲ ταῦτα ἐπὶ Λεοντίνους στρατεύσας ἁπάσῃ τῇ δυνάμει τὴν πόλιν περιεστρατοπέδευσε , καὶ πρὸς τοὺς ἔνδον διαπρεσβευσάμενος ἐκέλευσεν αὐτοὺς παραδιδόναι
5903550 συστροφαι
τῶν χοίρων : εὑρίσκονται δὲ κατὰ τὰς σιαγόνας τῶν συῶν συστροφαὶ ἀδενώδεις , αἷς τισιν ἐοίκασιν αἱ χοιράδες : τινὲς
. Γίνονται δὲ καὶ αἱ καταιγίδες ἐν τοῖς τοιούτοις : συστροφαὶ γὰρ ἐνταῦθα καὶ ἀθροισμὸς πνεύματος . Ὥσθ ' ὅταν
5902746 ἐξεπισταμενοι
ἐπὶ τῶν ὤμων ἐπηχθισμένοι ἕκαστος ἀνὰ χοινίκων τριῶν : οἵτινες ἐξεπιστάμενοι πάροδον ἐκ τοῦ ἀπομαχωτάτου μέρους τοῦ τε βουνοῦ καὶ
Ξέρξεω εἰ ἔστι ἄλλη ἔξοδος ἐς θάλασσαν τῷ Πηνειῷ , ἐξεπιστάμενοι ἀτρεκέως εἶπον : Βασιλεῦ , ποταμῷ τούτῳ οὐκ ἔστι
5901521 Κολχοις
Ἀργοναυτῶν ἐν Βυζαντίωι φησίν , Ἀντίμαχος δὲ ἐν Λύδηι ἐν Κόλχοις πλησίον τοῦ ποταμοῦ μιγῆναι . . . . ,
' ἀκροτάτων : ὅτι τὰ μὲν ἄρσενα σώματα οὐ θέμις Κόλχοις οὔτε καίειν οὔτε θάπτειν , βύρσαις δὲ νεαραῖς εἱλοῦντες
5901404 ὑπαιθρῳ
παρατάξει νικήσωσι , κατέστρεψέ τε τὰς πόλεις καὶ κατεστρατοπέδευσεν ἐν ὑπαίθρῳ . Οἱ δ ' ἐφορμοῦντες Καρχηδόνιοι τῷ ναυστάθμῳ τῶν
σφίσιν ἀμῦναι τὴν Περσῶν . ἐν δὲ τοῦ γυμνασίου τῷ ὑπαίθρῳ πεφυκέναι ποτὲ ἀγρίαν φασὶν ὕλην , καὶ Ὀδυσσέα ,
5900539 Τρωικοις
νοήσαι . . . Μ . δ ' Χῖος ἐν Τρωικοῖς σύριγγα μέν φησιν εὑρεῖν Μαρσύαν καὶ αὐλὸν [ ?
ἐθνικὸν Φοιτιεύς , καὶ Φοίτιοι , ὡς Ἑλλάνικος ἐν τοῖς Τρωικοῖς . . . , , : βούλομαι δὲ καὶ

Back