πέπυσμαι τῶν παίδων τῶν Καλλίππου . σὺ οὖν , ἐὰν σωφρονῇς , οὐδένα τῶν φευγόντων ἐάσεις ἐπὶ τὴν ναῦν ἀναβαίνειν
ἀρχόντων δοκιμασίαις . σὺ οὖν , ὦ παῖ , ἐὰν σωφρονῇς , τοὺς μὲν θεοὺς παραιτήσῃ συγγνώμονάς σοι εἶναι ,
7259786 ἀπελθῃς
] εἴπερ , ἐπεί . ἐς κόρακας ] ἀπελεύσῃ , ἀπέλθῃς , εἰς τὴν ἀπώλειαν . , φθαρῇ . ἰδοὺ
καὶ ἠφανισμένος . εἰ ] ἐπειδή . ἐς κόρακας ] ἀπέλθῃς . ὡς ] ὄντως . ἠλίθιον ] μωρόν .
6988493 ποιῃς
καὶ σὺ τοῦτο συγχωρήσαις ἄν , ὡς ἐπειδάν τι ὅσιον ποιῇς , βελτίω τινὰ τῶν θεῶν ἀπεργάζῃ ; Μὰ Δί
, μὴ αἰσχρὸς φανῇς , ἐὰν πρότερος τὸν ἀδελφὸν εὖ ποιῇς ; καὶ μὴν πλείστου γε δοκεῖ ἀνὴρ ἐπαίνου ἄξιος
6890708 δυνωμαι
καὶ ἔτι γε συνάγω , ἕως ἂν κτήσωμαι ὡς ἂν δύνωμαι πλεῖστα . Νὴ τὴν Ἥραν , ἔφη ὁ Σωκράτης
Ὅθεν δὲ καὶ ὅπως ταῦτ ' ἐγένετο , ὡς ἂν δύνωμαι διὰ βραχυτάτων δηλώσω . Ἀπελευθέρα ἦν αὐτοῦ , ὦ
6778065 πεισθῃς
σαυτοῦ λέγοντος 〚 μὴ 〛 ἀκούσῃς , ἄλλου λέγοντος μὴ πεισθῇς : πῶς οὖν ἐφεκτικὸν τὸ τοιοῦτον λογισόμεθα ; Ἐπειδὴ
ψυχὴ καθαίρεται λόγῳ θεοῦ ὑπὸ σοφοῦ . ἀναίσθητον οὐσίαν μὴ πεισθῇς εἶναί ποτε θεοῦ . ὁ θεὸς καθὸ νοῦς ἐστιν
6754121 κελευῃς
. . . εἰ δέ κε λίσσηαι ἑτάρους λῦσαί τε κελεύῃς , οἳ δέ ς ' ἔτι πλεονέσσι τότ '
μέλλειν ἐχρῆν , ὡς ἀγοράσω ἁπαξάπανθ ' ὅς ' ἂν κελεύῃς , ὦ γύναι . ὅπερ δὲ λοιπὸν μόνον ἔτ
6571323 κελευητε
παρέσται δὲ ὁ δημόσιος καὶ βασανιεῖ ἐναντίον ὑμῶν , ἂν κελεύητε . Ἐνδέ - χεται δὲ τὸ λοιπὸν μέρος τῆς
ἂν πάνυ μικρὸν ἔργον γένοιτο . Ἐὰν μὲν οὖν ὑμεῖς κελεύητε , περὶ ἐνίων μνησθείην ἂν αὐτῶν : εἰ δέ
6518251 παραδω
ἰατρικὸς εἶναι καὶ ἄλλον ποιεῖν ᾧ ἂν τὴν τούτων ἐπιστήμην παραδῶ , “ τί ἂν οἴει ἀκούσαντας εἰπεῖν ; Τί
καθίσταμαι . Φήσεις γ ' , ἐπειδὰν τὰς τριακοντούτιδας σπονδὰς παραδῶ σοι . Δεῦρ ' ἴθ ' , αἱ Σπονδαί
6495920 ἀποθανω
αἰτίαν τοῦτο σπουδάσειεν , ὃ δὲ ἔφη ἵνα μαθὼν αὐτὸ ἀποθάνω . λόγος ἔχει Ἄτλαντι φοιτήσαντα τὸν Ἡρακλέα σπουδάσαι τὰ
θανάτου τὸ χρησιμεύειν τοῖς πράγμασιν : ἐγὼ δέ , ἐὰν ἀποθάνω νῦν , οὐ μόνον οὐκ ὠφελήσω , ἀλλὰ καὶ
6491305 μαθῃς
ἀρχαϊκά : μωρά , εὐήθη , λῆρα . εἰδῇς ] μάθῃς . ὅπως δὲ τοῦτο μὴ διδάξῃς : ὡς †
, θυμὸς δ ' ἐν κακοῖς οὐ ξύμφορον . Ὅταν μάθῃς μου , νουθέτει : τανῦν δ ' ἔα .
6453378 μαθω
καὶ φόνου συνεργάτιν λαβὼν τά γ ' εἴσω τειχέων σαφῶς μάθω . νῦν οὖν ἔξω τρίβου τοῦδ ' ἴχνος ἀλλαξώμεθα
τινές φασιν εἶναι τοῦ δαγκάνω , ἐπάγει ὡς τὸ δάκω μάθω λάχω ἅδω φύγω καὶ ὅσα τοιαῦτα ὑποτακτικὰ τρισὶ γράμμασι
6422314 λεγητε
, καὶ οἱ ἄλλοι δὲ οἱ παρόντες , ἢν ἐμοὶ λέγητε , ὅταν τις ὑμῶν γαμεῖν ἐπιχειρήσῃ , γνώσεσθε ὁποῖός
ὑμῖν τούτου οὕτως ἔχοντος γελοῖον τὸν λόγον γίγνεσθαι , ὅταν λέγητε ὅτι πολλάκις γιγνώσκων τὰ κακὰ ἄνθρωπος ὅτι κακά ἐστιν
6415395 ζητῃς
πρός τινα τῶν μαθητῶν αὐτοῦ ἔφη : „ ἐὰν καιρὸν ζητῇς πρὸς φιλοσοφίαν , καιρὸν οὐχ ἕξεις „ . Περίανδρος
οὖν τὸ πρῶτον συνέβη ; Οὐδὲ γὰρ ἦλθεν , ἵνα ζητῇς πῶς οὖν ἦλθε ; τύχη τίς ἤγαγεν ἢ ὑπέστησεν
6387930 ἐνδυσῃς
πήχεώς γε τῷ θανάτῳ παρίσταται . } Ἐὰν πένητα γυμνὸν ἐνδύσῃς ποτέ , οὐδὲν ἐποίησας , ἂν λόγοις ὀνειδίσῃς .
, προσδόκα καὶ μὴ φυγεῖν . ἐὰν ὁρῶν πένητα γυμνὸν ἐνδύσῃς , μᾶλλον ἀπέδυσας αὐτόν , ἂν ὀνειδίσῃς . ἀνὴρ
6384010 ἀποδῳς
. : Σὺ δὲ κατὰ τὰς συνθήκας ἂν μὴ αὔριον ἀποδῷς τὰ ὡμολογημένα , οὐκ ἐξαπατήσεως δημοσίᾳ σε γράψομαι ,
σου ἐπὶ καλῷ θ ἐλεύσεται ὁ ἀπόδημος ὑγιαίνων ι μὴ ἀποδῷς ἄρτι ἃ ὀφείλεις . περίμεινον α * * β
6355395 καὐτη
γὰρ διὰ τοὺς ἐλέγους καὶ τοὺς θρήνους : Μοῦσα δὲ καὐτή : καὶ αὐτὴ δὲ , φησὶ , παραμυθία ἐστὶ
] : τῆς σῆς γὰρ ὡς χρῆν καρδίας ἀνθηψάμην . καὐτή γε λυπῆι καὶ κακῶν κοινωνὸς εἶ . σάφ '
6353680 ἐθελησῃς
, οὐ μὴν κατασπάσειν γε , σὺ δέ , ὁπόταν ἐθελήσῃς , ῥᾳδίως ἅπαντας αὐτῇ κεν γαίῃ ἐρύσαι αὐτῇ τε
οὖν πρὸς αὐτόν : “ Οὐκ ἀπιστοῦσά σοι μὴ οὐκ ἐθελήσῃς ἀφεῖναι Κλειτοφῶντα ταύτης ἐδεήθην τῆς κλοπῆς , ἀλλ '
6335141 τἀρ
τὴν λοιδορίαν , τὸν κωλακρέτην , τὰ τριώβολα . Ἅπαντα τἄρ ' αὐτῷ ταμιεύει ; Φήμ ' ἐγώ . Ἥν
μὲν αὑτὴν χὤστις Αἴγισθον στυγεῖ . ἐμοί τε καὶ σοί τἄρ ' ἐπεύξομαι τάδε . αὐτὴ σὺ ταῦτα μανθάνους '
6270358 σκηπτομαι
Ἄλλως . ὅταν , φησὶν , ἀνάγκη γένηται πράγματος , σκήπτομαι τότε ἔμπορος εἶναι . προφασίζομαι , φησὶν , ὅτι
. ἐπίρρημα θαυμαστικόν . κακόδαιμον ] ἄθλιε ἀμπέχεται ] περιβέβληται σκήπτομαι ] προφασίζομαι τύχω ] καιροῦ τί δαὶ ] ἄρα
6243535 εὐφραινῃ
ἀνεῖναί σε , τὸ ταπεινοῦν : ὅταν θέλω , πάλιν εὐφραίνῃ καὶ μετέωρος πορεύῃ εἰς Ἀθήνας . τί λέγεις πρὸς
ὧν πάλαι τε θαυμάζῃ καὶ οὓς ἐκ μικρῶν μεγάλους ποιῶν εὐφραίνῃ . Ὅταν συνέλθωσιν ἀγαθὴ γνώμη καὶ τύχη καὶ ὁ
6241683 δυνηθῃς
διάρροια ἐπιγίνεται αὐτῷ : ταῦτα πάντα ἀνερέσθαι χρή , ὅπως δυνηθῇς ὀρθῶς βουλεύεσθαι . αἰσχρὰ γὰρ ἡ ξυμφορὰ φάρμακον δόντα
ἵνα μὴ πάντοτε πονῇς , ἀλλὰ καὶ τῶν πονηθέντων ἀπόνασθαι δυνηθῇς . τοῦτο δὲ ἐνταυθοῖ καταμένων οὐδέποτε εὑρήσεις τοῖς αἰσθητοῖς
6223417 Νεκρον
ὁ τάλας βασανίζεται ὥσπερ ὁ πένης . Αὔλει μοι . Νεκρὸν ἐάν ποθ ' ἴδῃς καὶ μνήματα κωφὰ παράγῃς ,
τάλας βασανίζεται ὥσπερ ὁ πένης . αὔλει [ μοι . Νεκρὸν ἐάν ποθ ' ἴδῃς καὶ μνήματα κωφὰ παράγῃς ,
6217377 ἐξαγῃ
τὴν πομπὴν καὶ τὴν πανήγυριν εἶτα , ὅταν ς ' ἐξάγῃ , πορεύεσθαι προσκυνήσας καὶ εὐχαριστήσας ὑπὲρ ὧν ἤκουσας καὶ
αὔριον δ ' ἀντὶ ῥαφάνων ἑψήσομεν βαλάνιον , ἵνα νῷν ἐξάγῃ τὴν κραιπάλην . Εἰ πεύσομαι τὸν ἀηδόνειον ὕπνον ἀποδαρθόντα
6196766 θελοις
εἴπηις τὰ θέληις , ἀκούσαις καί κεν τά κεν οὐ θέλοις : καὶ Ὅμηρος . ὁπποῖόν κ ' εἴπῃσθα ἔπος
ἂν οὐχ ὑπήκοος , τάσσειν δὲ μᾶλλον ἢ ' πιτάσσεσθαι θέλοις . ” ἐπεὶ δὲ καὶ πριαμένου Συλέως εἰς ἀγρὸν
6189897 ἐντυχῃς
σὺ δὲ πῶς ἀξιοῖς ; αὖθις γὰρ ἐρήσομαιὅτῳ ἂν πρώτῳ ἐντύχῃς , τούτῳ ἕψῃ καὶ συμφιλοσοφήσεις κἀκεῖνος ἕρμαιον ποιήσεταί σε
, μοχθηροί εἰσιν : ἱκανὸν δὲ κἂν ἐνίοις τισὶν χρηστοῖς ἐντύχῃς . ἀλλ ' ἄπιτε ἤδη , ὡς κἂν ὀλίγαι
6164345 ἀκακως
ἂν τὴν ναῦν ἀποστείλω . ὁ δὲ ῥᾳδίως μοι καὶ ἀκάκως ἀποκρίνεται : οὐδὲν κωλύει , ἔφη : ἀλλ '
, ὑπούλως , ἐπισκίως , τοῦ δ ' ἁπλῶς , ἀκάκως , ἀπλάστως , ἐκφανῶς , ἐλευθέρως , εὐθυρρημόνως ,
6154764 σωθειημεν
τοὐντεῦθεν , ἔφασαν οἱ Αἰγύπτιοι , τί καλὸν ἂν ποιοῦντες σωθείημεν ; καὶ ὁ Κῦρος αὖ πρὸς τοῦτο εἶπεν :
οὐδ ' ἐκμελῆ οὐδ ' ἄπο τῆς τέχνης , εἰ σωθείημεν , προσερεῖν ἐν τῷ μέσῳ τὴν πόλιν . κατὰ
6149387 ἐκβαλλετε
ἀποκριθεὶς δὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν εἶπεν τοῖς ἀγγέλοις : ἰδοὺ ἐκβάλλετέ με : δέομαι ὑμῶν , ἄφετέ με ἆραι εὐωδίας
ἀποκριθεὶς δὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν εἶπεν τοῖς ἀγγέλοις : ἰδοὺ ἐκβάλλετέ με : δέομαι ὑμῶν , ἄφετέ με ἆραι εὐωδίας
6116732 ἐρωμαι
καλῶς λέγεις . ὦ Χαιρεφῶν , ἐροῦ αὐτόν . Τί ἔρωμαι ; Ὅστις ἐστίν . Πῶς λέγεις ; Ὥσπερ ἂν
τοῦ παρέχειν αὐτὰ ἑτέροις : ἄγ ' ἤν ς ' ἔρωμαι : ἄγε , ἐάν σε ἐρωτήσω δύο λόγους προβαλλομένη
6116689 θελῃς
ἐπεύχεσθαι . τότ ' οὖν κακῶς πράσσει , ἄν τε θέλῃς ἄν τε μή , ὅταν ἀγνωμονῇ . Ὥστε Σωκράτης
μὴ γενόμενα εἴωθε πλεῖστον καταγέλωτα προσφέρειν . } Ὅταν εἰδέναι θέλῃς σεαυτὸν ὅστις εἶ , ἔμβλεψον εἰς τὰ μνήμαθ '
6103045 θανηις
ἀλλ ' εἴ ς ' ἀφείην μὴ φρονοῦσαν , ὡς θάνηις ; οἴμοι πότμου . ποῦ μοι πυρὸς φίλα φλόξ
γέροντα βαστάζων νεκρόν . θανῆι γε μέντοι δυσκλεής , ὅταν θάνηις . κακῶς ἀκούειν οὐ μέλει θανόντι μοι . φεῦ
6099960 ἀναισχυντου
καὶ Δημοσθένης ἐν τῷ Περὶ τοῦ στεφάνου ὡς ἰταμοῦ καὶ ἀναισχύντου ῥήτορος καθαπτόμενος Αἰσχίνου ” περίτριμμα ἀγορᾶς “ αὐτὸν καλεῖ
σφοδρᾶς . ἐὰν μὲν διὰ τῆς διφθόγγου γράφηται , τῆς ἀναισχύντου λέγει : ἂν δὲ διὰ τοῦ ε , ὅπερ
6095018 ἑψομαι
πεπρωμένη , ὅποι ποθ ' ὑμῖν εἰμὶ διατεταγμένος , ὡς ἕψομαί γ ' ἄοκνος : ἢν δέ γε μὴ θέλω
σοί , βασιλεῦ , ἐς μέσον φέρω , αὐτὸς μέντοι ἕψομαί τοι καὶ οὐκ ἂν λειφθείην . Κάρτα τε ἥσθη
6082460 ὀνειδισῃς
“ μῆτερ , ὁ πατήρ μου φιλεῖ σε , ” ὀνειδίσῃς δὲ μηδέν . τί λέγεις , παιδαγωγέ ; οὐδεὶς
πλευσείω ⌈ ἀντὶ τοῦ ἐπιθυμῶ πλεῦσαι ) . σκώψῃς ] ὀνειδίσῃς . , λοιδορίαν εἴπῃς , ὑβρίσῃς . , ἀτιμάσῃς
6077133 Φησεις
: ὅταν δὲ χρῆσθαι , ἡ ἀμπελουργική ; Φαίνεται . Φήσεις δὲ καὶ ἀσπίδα καὶ λύραν ὅταν δέῃ φυλάττειν καὶ
τοῦτον ὀκλαδίαν πόει . Μακάριος εἰς τἀρχαῖα δὴ καθίσταμαι . Φήσεις γ ' , ἐπειδὰν τὰς τριακοντούτιδας σπονδὰς παραδῶ σοι
6074190 διδῳς
, φάρμακον διδόναι : ἢν γὰρ αὐτίκα ἀρχομένου τοῦ πυρετοῦ διδῷς , ἐπὴν καθαρθῇ , ἐπανέλαβε πυρετὸς , καὶ αὖθις
δύναμίν τε καὶ φύσιν τὴν ἑωυτέου : ἢν γάρ τινι διδῷς ἀνθρώπῳ φάρμακον ὅ τι φλέγμα ἄγει , ἐμέεταί σοι
6071560 ὁμολογῃ
χρημάτων ἔχειν τινὰ πλέον ἢ καὶ σμικρότερον , ὁ δὲ ὁμολογῇ μὲν ἔχειν , μὴ τὸ ἐκείνου δέ , ἂν
περὶ τῶν ἄλλων ποιητῶν οὐχ ἁμαρτησόμεθα , ἐπειδή γε αὐτὸς ὁμολογῇ τὸν αὐτὸν ἔσεσθαι κριτὴν ἱκανὸν πάντων ὅσοι ἂν περὶ
6068311 πειθωνται
πρὸς πολίτας : ἕτερον δέ , ἐὰν τοῖς ὑπάρχουσι μὴ πείθωνται : ἄλλο δέ , ἐὰν ὅλως μηδεὶς ᾖ νόμος
προεροῦντας Θηβαίοις ἀπέχεσθαι Λακεδαιμονίων . κἂν μὲν ἀκούωσι ταῦτα καὶ πείθωνται , οὔτε πρὸς τούτους ὑπεναντίον ἡμῖν οὐδ ' ὁτιοῦν
6065885 ἐπιτρεψῃς
γέλως σημεῖον ἀπροσεξίας . σεαυτῷ διαχεῖσθαι πέρα τοῦ μειδιᾶν μὴ ἐπιτρέψῃς . σπουδῇ πλείονι ἢ διαχύσει χρῶ . ἀγὼν ὁ
τὸ πᾶν ἢ καὶ συνεπωθεῖν αὐτόν . ὅταν δ ' ἐπιτρέψῃς τοῖς μυσί , μὴ καταλίπῃς τὴν κάτω χώραν ἀφρούρητον
6061368 φαινωμαι
τοῦ βήματος . ἐὰν οὖν Ἑλληνικοῖς , ὥσπερ εἴωθα , φαίνωμαι παραδείγμασι χρώμενος , μὴ καταγελάσητε . οὐ γὰρ καταφρονῶ
ὑπ ' ἐμοῦ ἐξελεγχθήσονται ἔργῳ , ἐπειδὰν μηδ ' ὁπωστιοῦν φαίνωμαι δεινὸς λέγειν , τοῦτό μοι ἔδοξεν αὐτῶν ἀναισχυντότατον εἶναι
6061042 θελησω
, φησί , λίαν στρογγύλους ὄντας ; καὶ ἐὰν αὐτοὺς θελήσω τετραγώνους ποιῆσαι , πολὺ δεῖ ἀπ ' αὐτῶν ἀποκοπῆναι
στήσεται : κἂν σελήνῃ κελεύσω , καταβήσεται : κἂν κωλῦσαι θελήσω [ ] τὴν ἡμέραν , ἡ νύξ μοι μενεῖ
6056607 συντεμνε
ἐπηργυρωμένα , μέτρια δέ : πῶς μέτρια ; πῶς ; σύντεμνε καὶ ἐξαπάτα με : τοὺς μὲν ἰχθῦς μοι κάλει
. πῶς ἔτι μετριώτερ ' ὦ δαιμόνιε ; πῶς ; σύντεμνε καὶ ἐπεξαπάτα με . τοὺς μὲν ἰχθῦς μοι κάλει
6054712 καττυμα
. ὁπότε δὲ ἐκ τούτων ἀρξάμενον ἐτόλμησε καττίτερον εἰπεῖν καὶ κάττυμα καὶ πίτταν , εἶτα ἀπερυθριᾶσαν καὶ βασίλισσαν βασίλιτταν ὀνομάζειν
] κατάστασιν λάβῃ . Γ αἱροῦσι ] λαμβάνουσι . Γ κάττυμα ] τομάτιον . Γ παρὰ σεαυτοῦ ] ἀπό ,
6054318 βουληθειης
καὶ κοτυληδόνος . κάλλιον δὲ , εἰ καὶ ψυχρισθέντας ἐπιρρίπτειν βουληθείης τοὺς χυλοὺς καὶ μάλιστα ἐπὶ χιόνος . εἰ δέ
καὶ κακόχυμον . τὸ δὲ ἀρνῶν καὶ ἐρίφων ὁσάκις ἂν βουληθείης . ἀπὸ δὲ τῶν ἐνύδρων ζώων οἱ πετραῖοι καλούμενοι
6046660 ἐγκαλῃς
, ἂν προσιόντων μὲν δῆλος ᾖς χαίρων , ὀκνοῦσι δὲ ἐγκαλῇς . Ἐπῄνουν τὸν πατέρα σου πρὸς τὸν ἄριστον Ἐκδίκιον
ἐστι καὶ τίνες αὐτὸ ἐπιτηδεύουσι . Τοῦτό μοι ὕστερον ἂν ἐγκαλῇς , τί ἕξω ἀπολογήσασθαι ; ναί : ἀλλ '
6045093 ἐρωτησῃς
ὥστε οὖν ἡ ἀπόκρισις δηλοῖ τὴν κατηγορίαν . ὅταν δὲ ἐρωτήσῃς τί ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ; ἀκούεις ζῷον : τὸ
ἔχοντας ἐπάνω τῆς κορυφῆς , ἀποπνίγομαι . ἐὰν δ ' ἐρωτήσῃς πόσου τοὺς κεστρέας πωλεῖς δύ ' ὄντας , δέκ
6041892 χεσαι
ἀπάρτι . χεσείω ] ὀρέγομαι χεσεῖν : αἰολικῶς , ἐπιθυμῶ χέσαι . , παίζω . . ⌈ χεσείω ⌈ αἰολικὸν
. καὶ εἰ εὐσεβές ἐστι καὶ εἰ μὴ εὐσεβές , χέσαι ἔχω . ὡς ὑπὸ τοῦ φόβου προειλημμένος καὶ μὴ
6041443 σωφρονεις
τὴν παρθένον : σὺ δὲ ὀκνεῖς καὶ αἰδῇ καὶ ἀκαίρως σωφρονεῖς : μὴ κρείττων εἶ τοῦ θεοῦ ; ” Ὡς
ἔβλεπεν ὁ Πλοῦτος μέλει ] φροντίς ἐστιν κἀπιτέτριμμαι ] ἠφάνισμαι σωφρονεῖς ] καλῶς λέγεις ἕωθεν ] ἀπὸ τῆς πρωΐας οἰνοῦτταν
6026717 τρεχε
κυβερνήτην κακόν . τύχην ἔχεις , ἄνθρωπε , μὴ μάτην τρέχε . εἰ δ ' οὐκ ἔχεις , κάθευδε ,
, ἄνδρες φίλοι : ἄρτους ἐπιλελήσμεθ ' ἀρκοῦντας πρίασθαι . τρέχε δή , παῖ . καὶ τοῦτο ἔλεγεν αὐτὸς γελῶν
6023915 ἐθελῃς
δὲ „ δὶς „ ἔφη ” νικήσεις , ἐὰν μὴ ἐθέλῃς τρίς . ” Δαιμόνιον , ἀμπελουργέ , λέξεις γάρ
γὰρ τὰ τοῦδε καλῶς οἶσθα . ἂν δ ' οὐκ ἐθέλῃς λέγειν , ἀνάγκη ἐμὲ μαντεύεσθαι . καὶ τὸν μὲν
5973510 ὀκνησαιμι
οὐδὲ εἰ φύσει ἰσχυρότατος ὑπῆρχεν . καὶ ἔγωγε οὐκ ἂν ὀκνήσαιμι εἰπεῖν ὅτι καὶ τῶν παλαιῶν ἡρώων , οὓς ἅπαντες
φοβερὸς δοκεῖν εἶναι τοῖς ἐπιβουλεύουσιν ἀναδεχόμενος ὑπὲρ τῶν ἰδίων κινδύνων ὀκνήσαιμι . πέπαυσο δὴ καὶ σεαυτῷ κἀμοὶ πράγματα παρέχων .
5973239 ἀποψασθαι
ὁ ἱερώτατος . ὠνομάσθησαν δ ' οὕτως διὰ τὸ ῥᾳδίως ἀποψᾶσθαι ἢ οἷόν τις [ οὖσα ] ἐπιψαύουσα σὰρξ καὶ
' ἄν , ἵν ' εἶχες , φής ' , ἀποψᾶσθαι , τάλαν . ὅτι δ ' ἦν καὶ ἀστεία
5969140 μενῃς
μέμηνας ἀντὶ τοῦ ἐκμαίνῃ , τὸ δὲ μέμονας ἀντὶ τοῦ μένῃς εἰς ταύτην τὴν γνώμην καὶ οὐκ ἀφίστασαι . .
: ἀστοῖσιν ἄρεσκε πᾶσιν ἐν πόλει . . . αἴκε μένῃς : πλείσταν γὰρ ἔχει χάριν : αὐθάδης δὲ τρόπος
5966968 τυφλωι
' Ἄρεος στεφάνοισιν . ἡγοῦ πάροιθε , θύγατερ : ὡς τυφλῶι ποδὶ ὀφθαλμὸς εἶ σύ , ναυβάταισιν ἄστρον ὥς .
οὐθενὸς τούτων προςδεήσομαι [ ] , καὶ ? [ ] τυφλῶι ? ? φασι πρόδηλον . δικαίως ? [ ]
5963761 ἐπιγνωσῃ
ἀλλ ' οὕτω μὲν τὰ εἰς ης λήγοντα ὀνόματα : ἐπιγνώσῃ δὲ τὰ εἰς ις ἐντεῦθεν . Καν . Ϛʹ
ἰδίαν αἵρεσιν ἄρχεσθαι : ἰσχυροτέρως γὰρ κατὰ τὴν ἡμετέραν ἀγωγὴν ἐπιγνώσῃ , ἐπὶ ποίων ζῳδίων χρηματίζει ἐπιφερόμενος τῆς γενέσεως ὁ
5963640 Τουτεστιν
δύναται προσβιβάσαι τοὺς ἀκούοντας καὶ πεῖσαι . ρνθʹ Καλὸν γοῦν Τουτέστιν ὁ εἰδὼς τὴν διαιρετικὴν μέθοδον καὶ τὴν γνῶσιν τῶν
Προμηθέως ἐνέβαλεν ἐν τοῖς ἀνθρώποις ἀρετὴν καὶ χάρματα . . Τουτέστιν ὁ μετὰ τοῦ προβεβουλεῦσθαι ποιῶν τι ὁμοῦ τε κατορθοῖ
5961442 πριωμαι
τῷδε ; ὥστε ματαία ἡ παρατήρησις τῷ Συμμάχῳ . ἐγὼ πρίωμαι τῷδε : ἴσον τῷ ὠνήσωμαι . θοαῖσιν ἵπποις :
βάκχαριν . ὦ λακκόπρωκτε , βάκχαριν τοῖς σοῖς ποσὶν ἐγὼ πρίωμαι ; λαικάσομἄρα βάκχαριν ; Ἀναξανδρίδης Πρωτεσιλάῳ : μύρον τε
5961409 βουλησθε
: ἐρεῖ δὲ μεθ ' ὑμᾶς , ἢ ὅπως ἂν βούλησθε , καὶ Προαιρέσιος . ” τῶν δὲ τὸ πρᾶγμα
περὶ αὐτοῦ εὖ ἔχων , ὃν ὑμῖν ἐπιδείξω , ἂν βούλησθε . Καὶ ὁ Ἀλκιβιάδης , Ναί , ἔφη ,
5953416 Ξανθια
τήμερον ἡμῖν . Οὗτος , τί πάσχεις , ὦ κακόδαιμον Ξανθία ; φυλακὴν καταλύειν νυκτερινὴν διδάσκομαι . κακὸν ἄρα ταῖς
λέγει , ὅτι οὐκ ἂν ἄλλος ᾔτησέ σε , ὦ Ξανθία , σπόγγον , ἀλλ ' ἐσιώπησεν ἄν . 〚
5952554 μετανοησεις
Ϛ οὐ κοινωνεῖς ἄρτι τῷ πράγματι ζ ἐὰν στρατεύσῃ , μετανοήσεις η μετὰ φόβου ἐρώτησον καὶ ἀκούεις ἀλήθειαν θ ἐὰν
ἀπολαύσεις τῆς ἡδονῆς , καὶ καθ ' ὃν ἀπολαύσας ὕστερον μετανοήσεις καὶ αὐτὸς σεαυτῷ λοιδορήσῃ : καὶ τούτοις ἀντίθες ὅπως
5951933 βουλωμαι
ἂν ἐγὼ ἀποσπάσαι παράσχω καὶ ἔχειν , ἐς ὅσον ἂν βούλωμαι ἀνοίγειν τε ὁ τοιοῦτος πᾶσαν θύραν δύναται καὶ ὁρᾶν
ἐμοὶ δὲ μὴ λαμβάνοντι οὐκ ἀνάγκη διαλέγεσθαι ὧι ἂν μὴ βούλωμαι ; ἢ τὴν δίαιτάν μου φαυλίζεις ὡς ἧττον μὲν
5947840 ζησῃ
ἐκεῖνον , ἵνα ὁ δηχθεὶς ὑφ ' ἡδονῆς ἰδὼν σωφροσύνην ζήσῃ τὸν ἀληθῆ βίον . τοιοῦτον ὄφιν εὔχεται ὁ Ἰακὼβ
“ ὦ Σεκοῦνδε , τί σιωπῶν ἀποθνῄσκεις ; λάλησον καὶ ζήσῃ , χάρισαι σεαυτῷ ζωὴν διὰ τοῦ λόγου . καὶ
5943532 ἐκτεισῃ
εἰ δ ' ἔτ ' ἔστι καὶ ἔσται τέωσπερ ἂν ἐκτείσῃ κείμενα , οὗτος οὐδὲν ἀληθὲς λέγει , ἀλλ '
. Ἐὰν δ ' ἀργυρίου τιμηθῇ , δεδέσθω τέως ἂν ἐκτείσῃ . Πέπαυσο . ἔστιν οὖν ὅπως ἂν ἐναντιώτερά τις
5943436 εὑρω
κοὔ σε γιγνώσκω τορῶς . ποῦ τιν ' ἀνάκτων Τρώων εὕρω ; ποῦ δῆθ ' Ἕκτωρ τὸν ὑπασπίδιον κοῖτον ἰαύει
ὑπὸ πύργον ἐν πολέμῳ σῴζεσθαι : ἄλλως : ἐὰν μὲν εὕρω ἐχυρὰν καταφυγήν , σιωπῇ μετέρχομαι φαρμάκοις τὸν φόνον :
5938920 πεισθωσιν
. ὅταν δὲ ὡς ἠδικεῖτο δι ' ὧν ἔπασχε , πεισθῶσιν ἅπαντες , οὐκέτ ' ὀνειδιοῦσιν ἃ πέπονθεν : οὐ
ὅπλα παρελώμεθα καὶ τὰ σώματα ἐφ ' ἡμῖν γένηται καὶ πεισθῶσιν , ὅτι μηδὲν αὐτοῖς ἐστιν ἴδιον , τὰ μὲν
5930681 θαυμαζοιμ
, σοφιστῇ : ὅτι δέ ποτε ὁ σοφιστής ἐστιν , θαυμάζοιμ ' ἂν εἰ οἶσθα . καίτοι εἰ τοῦτ '
γε ἄλλως οἶσθα τούτων πέρι , ἐξ ὧν αὐτὸς λέγεις θαυμάζοιμ ' ἄν . ἀλλὰ γὰρ οὐ τούτους ἐπιζητοῦμεν τίνες
5929059 ἀτιμητον
ἐπὶ τῶν φανερῶν θείων καθόδων ἐναργὴς ἡ βλάβη γίγνεται τοῖς ἀτίμητόν τινα τῶν κρειττόνων παραλιποῦσιν , οὕτω καὶ ἐπὶ τῆς
ἐπὶ τῶν φανερῶν θείων καθόδων ἐναργὴς ἡ βλάβη γίγνεται τοῖς ἀτίμητόν τινα τῶν κρειττόνων παραλιποῦσιν , οὕτω καὶ ἐπὶ τῆς
5925676 στυγειν
ἐχθρὸς οὔτε φύεται πρὸς χρήμαθ ' οἵ τε φύντες ἀρνοῦνται στυγεῖν . δεινὸς γὰρ ἕρπειν πλοῦτος ἔς τε τἄβατα καὶ
εἰς τὸ ἦμαρ τῆς ζωῆς τὸ ὑπὸ Μοιρῶν δεσποζόμενον . στυγεῖν ] ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἴστω τίς . φῶτ '
5921350 θυσῃς
. τούτου γε ἕνεκεν ἧκες εἰς ἀγρὸν ἵνα μελανείμων γάμους θύσῃς , καὶ γάμους δούλης , τάχα δὲ καὶ ἀλλοτρίας
κἂν ἓν αἰτήσῃς . πρὸς ταῦτα λοιπὸν αὐτὸς οἶδας ἢν θύσῃς . ” Ἤριζον ἐλάτη καὶ βάτος πρὸς ἀλλήλας .
5906272 πειθῃ
τῷ Διονύσῳ : † οὐκ ἤν γε πείθῃ : ἐὰν πείθῃ τοῖς σοφωτέροις σου , οὐ - δαμῶς τοῦτο ποιήσεις
οὐκ ἐξιών ; Ἀλλ ' οὐκ , ἤν γέ μοι πείθῃ , ἀλλὰ ῥίψας τὰ τούτων ὀνειροπολήματα πορεύσῃ : κάθηται
5900416 βουλευησθε
ἔσται καὶ τὰ ἐνθάδε οὐκ ἐπικωλύσει , ἢν ὑμεῖς ὀρθῶς βουλεύησθε . οἱ γὰρ πατέρες ἡμῶν τοὺς αὐτοὺς τούτους οὕσπερ
σωφρονῆτε καὶ καλῶς καὶ ὑπὲρ ὑμῶν αὐτῶν καὶ τῆς πόλεως βουλεύησθε : ἀλλὰ δέξεσθε ⌈ ⌉ τὴν ἀγαθὴν τύχην ,
5899984 εἰσακουσον
ὦ συγγένεια πατρὸς ἐμοῦ , κἀμὰς λιτάς , Ἀγάμεμνον , εἰσάκουσον , ἔκσωσον τέκνα . ἔκτεινα μητέρ ' . .
Ἁβραὰμ πρὸς τὸν ἀρχιστράτηγον : Δέομαί σου , ἀρχάγγελε , εἰσάκουσον τῆς δεήσεώς μου , καὶ παρακαλέσωμεν ἔτι τὸν κύριον
5899210 λειπῃ
καλῶς , ἀντὶ τοῦ δεῖ χρηστὰ βούλεσθαι : ἢ ἵνα λείπῃ τὸ εἶναι . τὸ δ ' οὐχ οὕτως ἔχει
εἰς τὴν πανήγυριν ἔρωτα καὶ φροντίδας καὶ ὡς οὐδαμῆ ταύτῃ λείπῃ τοῦ τὸν ἀγῶνα τιθέντος . μέγα γὰρ ἡμῖν ἐκεῖ
5894875 τροποισιν
πέμπετ ' ἀρωγὴν παισὶν προφρόνως ἐπὶ νίκῃ . πάτερ , τρόποισιν οὐ τυραννικοῖς θανών , αἰτουμένῳ μοι δὸς κράτος τῶν
τοῖς κατὰ γῆς θεοῖς πρέπει καὶ οὐ τοῖς οὐρανίοις . τρόποισιν οὐ τυραννικοῖς ] οὐχ ὡς βασιλεῖ πρέπει , ἀλλ
5893635 πολεμιοισιν
, καὶ ἀκοντίζουσιν ἀπὸ τῶν ἵππων , καὶ μάχονται τοῖσι πολεμίοισιν , ἕως ἂν παρθένοι ἔωσιν . Οὐκ ἀποπαρθενεύονται δὲ
παίσας καλῶς πόλει πατρῴᾳ στέφανον ἤρκεσεν λαβών ; πότερα μαχοῦνται πολεμίοισιν ἐν χεροῖν δίσκους ἔχοντες ἢ δι ' ἀσπίδων χερὶ
5888061 μαθωσι
οἷς λέγουσιν . ἂν γὰρ ὅτι σε μὴ πείθουσι , μάθωσι , λήξουσι τῶν ψευδῶν . τὸν δ ' Ἀνατόλιον
πολεμίους μηχανημάτων , ὥσπερ καὶ οἱ μουσικοὶ οὐχ οἷς ἂν μάθωσι τούτοις μόνον χρῶνται , ἀλλὰ καὶ ἄλλα νέα πειρῶνται
5885884 βουληθῃς
τὰς ἐννοίας , ἀλλὰ κομματικὰ τὰ πλείω . ἐὰν μὲν βουληθῇς συνέχειαν ποιῆσαι ἐν τῷ πάθει , κατὰ τὸ ἀσύνδετον
' οἱ ἄνεμοι , οἱ ἐκταράττοντές με . Ἐὰν δὲ βουληθῇς χωρὶς τούτων πλεῦσαι , ἡμερωτέραν δή με τῆς γῆς
5876449 διαπραξωνται
ἢ τὰς δόξας παρέχει , ἀπαραμόνους δὲ ἢ ὅσα ἂν διαπράξωνται μετὰ ἐναντιωμάτων καὶ κινδύνων ἢ κρίσεων καὶ ἐπηρειῶν .
καθ ' οὓς πολιτεύσοιντο : ἕως δ ' ἂν ταῦτα διαπράξωνται , φυλακὴν καὶ μισθὸν τοῖς φρουροῖς ἓξ μηνῶν κατέλιπε
5876360 δωῃς
τὸ ἧπαρ ὅλον σὺν τῇ χολῇ ἐὰν λειώσας σὺν οἴνῳ δώῃς πιεῖν λάθρα τινί , οὐδέποτε δυνήσεται πιεῖν οἶνον .
: ὁ πιὼν σωθήσεται . ἐὰν δὲ πρὸ τοῦ μανῆναι δώῃς προπιεῖν , οὐ μανήσεται . Ἐὰν δὲ τῆς μαινίδος
5874392 ἑτοιμ
εἰϲιὼν ? ἐλευθέρωϲ ο ? [ ! ] ωτοϲ διακονῶν ἑτοιμ [ πράγματα ? χωρὶϲ θεράποντοϲ [ ] [ καὶ
ἐπ ' ἄλλα ? ? ? ς ! [ γείτοσιν ἑτοιμ [ τὸν ἐγκεκλει [ παῖ , Μοσχίων [ Ἀρεοπαγίτης
5871782 διενεγκῃ
ὑπαγορεύοντα τελεῖν παντὶ τῷ σώματι . Οὐδὲν δ ' ἂν διενέγκῃ ἴσως εἰ δι ' εἰκότα λόγον καὶ ἀμφότερα συνιέναι
οὐκ ἐναντία : τὰ ὑπὸ μίαν ἐπιστήμην ἐὰν τῷ εἴδει διενέγκῃ , ἐναντία ἐστί : τὰ αἴτια οὐκ ἔστιν ὑπὸ
5868673 γνῳς
ἥν , εἰ δοκεῖ , μικρὸν ἄνωθεν διηγήσομαι , ἵνα γνῷς , ὅση τυγχάνουσα τῆς παρούσης εὐθυμίας ἡττᾶται . Πάλαι
πλείονα , ὧν εἶπόν σοι . εἰδῇς ] μάθῃς , γνῷς . , νοήσῃς . εἰδέω , εἰδῶ τὸ γινώσκω
5865474 βιασῃ
καὶ δῆλα . ἐὰν παιδεραστῇς , ἐὰν μοιχεύῃς , ἐὰν βιάσῃ παῖδα , ἄρρενα μὲν μηδὲ λέγε , ἀλλὰ κἂν
τῶν εἰς τοὺς Ἕλληνας ἀδικημάτων . καὶ ἐκ τοῦ ἀπολογουμένου βιάσῃ λέγων συνήδεσθαι καὶ αὐτὸς ἐν τῷ παρόντι καιρῷ ,
5862519 προφασιζομαι
. σκήπτομαι : Ἀντὶ τοῦ προφασίζομαι . Θ . . προφασίζομαι τοῦτο ἤγουν τὴν ἐμπορίαν . . τί δαί :
κατὰ θάλατταν ἐμπορίαν ποιούμενος . . σκήπτομαι : Ἀντὶ τοῦ προφασίζομαι . Θ . . προφασίζομαι τοῦτο ἤγουν τὴν ἐμπορίαν
5859796 μεταμελεσθαι
Κρατῖνος . ἀναπίπτειν : οὐ τὸ κατακλίνεσθαι , ἀλλὰ τὸ μεταμέλεσθαι καὶ μετατίθεσθαι καὶ ἀποκνεῖν . Θουκυδίδης πρώτῃ : καὶ
τῶι τιμᾶν μάλιστα καὶ κοσμεῖν τὸν σύμβουλον ἐπιδεικνύμενος τὸ μὴ μεταμέλεσθαι τοῖς βεβουλευμένοις . . . , : τότε μὲν
5859312 πρηγμασι
ἐμήδισαν προθύμως οὐδ ' ἔτι ἐνδοιαστῶς , ὥστε ἐν τοῖσι πρήγμασι ἐφαίνοντο βασιλέϊ ἄνδρες ἐόντες χρησιμώτατοι . Οἱ δὲ Ἕλληνες
τοιαῦτα ποιήσειν : ἦν γὰρ κατὰ τὠυτὸ Ὀλυμπιὰς τούτοισι τοῖσι πρήγμασι συμπεσοῦσα : οὐκ ὦν δοκέοντες κατὰ τάχος οὕτω διακριθήσεσθαι
5854973 ἐγκρατευσῃ
ποιοῦντες . καὶ πάλιν ἐὰν τὸ πονηρὸν μὴ ποιῇς καὶ ἐγκρατεύσῃ ἀπ ' αὐτοῦ , ζήσῃ τῷ θεῷ , καὶ
τὴν ἐντολὴν ταύτην : ἐὰν τὸ ἀγαθὸν ποιῇς καὶ μὴ ἐγκρατεύσῃ ἀπ ' αὐτοῦ , ζήσῃ τῷ θεῷ , καὶ
5854534 λαβω
ὅτι γίνεται ὅμοια τὰ ΑΒΓ ΔΕΖ τρίγωνα . ἐὰν γὰρ λάβω τὰ κέντρα τὰ Μ Ν , καὶ ἐπιζεύξω τὰς
μὲν οὐ προσιέμην δανείσασθαι , εἰδὼς ὅτι ἀναλώσας ὃ ἂν λάβω οὐχ ἕξω ἀποδοῦναι , νῦν δέ μοι δοκῶ εἰς
5853988 σιγᾳς
, ἐγὼ δὲ πρὸς ἑκάτερον οὐκ ὀκνῶ καὶ ἀθυμεῖν ὅτε σιγᾷς καὶ γεγραφέναι μὲν πολλάκις , εἶναι δὲ ἐν ταῖς
οὐδαμῶς . τί δέ : ὅταν σιγᾷς , οὐ πάντα σιγᾷς ; ναί . οὐκοῦν καὶ τὰ λέγοντα σιγᾷς :
5851360 προσελθῃ
θρεπτικὴν ἡμῖν ἐδωρήσατο . ταύταις οὖν ταῖς τρισὶ δυνάμεσιν εἰ προσέλθῃ τις αἴσθησις , ποιεῖ τὸ ζῳόφυτον . ὅτι δὲ
ἀλεπίστους ὀπτήσας μαλακοὺς χρηστῶς προσένεγκε δίχ ' ἅλμης . μηδὲ προσέλθῃ σοί ποτε τοὔψον τοῦτο ποιοῦντι μήτε Συρακόσιος μηθεὶς μήτ
5850536 μεμψῃ
χρυσίον ἔλθοι , οἶδ ' ὅτι τηνικαῦτα ἐμὲ τὴν Τύχην μέμψῃ . ” ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι χρὴ τὸν
τὰ ἀλλότρια ἴδια , ἐμποδισθήσῃ , πενθήσεις , ταραχθήσῃ , μέμψῃ καὶ θεοὺς καὶ ἀνθρώπους , ἐὰν δὲ τὸ σὸν
5849017 γνωσηι
ἂν [ οὔτω ] ? : πλὴν ἐπὴν λαλῆι , γνώσηι Κέρδων ὀτεύνεκ ' ἐστὶ καὶ οὐχὶ Πρηξῖνος . κατ
γ ' ἐπελθὼν Ἀσιάδ ' Εὐρώπης θ ' ὅρους . γνώσηι τάδ ' αὐτός . τοῦ θεοῦ δ ' ἕκατί
5848272 ἐκπιῃς
ἔθηκα τὴν συνθήκην ; καὶ ἐρεῖ σοι ἵνα τὴν θάλασσαν ἐκπίῃς . σὺ δὲ εἰπέ μή τι ἕτερον ; καὶ
τεθείκαμεν τὰς συνθήκας ; καὶ ἐρεῖ σοι ἵνα τὴν θάλασσαν ἐκπίῃς . εἰπὲ οὖν μή τι πλέον ; ἐρεῖ οὔ
5847458 χαρισωνται
, λεγέτω τί ἔσται τοῖς στρατιώταις , ἐὰν αὐτῷ ταῦτα χαρίσωνται . πρὸς ταῦτα Φαλῖνος εἶπε : Βασιλεὺς νικᾶν ἡγεῖται
' ἣν ἤλθομεν ἐπὶ τὸν τάφον . ἐὰν δὲ καὶ χαρίσωνται τὴν τιμωρίαν ἡμῖν οἱ τῆς γυναικὸς συγγενεῖς , ἀλλ
5847077 μαστιγια
, τὸν δὲ θυγατριδοῦν λαβὼν ἔνδον πρόσειπε . θυγατριδοῦν , μαστιγία ; παχύδερμος ἦσθα καὶ σύ , νοῦν ἔχειν δοκῶν
ἵν ' ἐγὼ τουτῳὶ αὐτὸν περιθῶ . Κατάθου ταχέως , μαστιγία . Οὐ δῆτ ' , ἐπεί μοι χρησμός ἐστι
5843071 νουθετεις
λόγους . σὺ δ ' ἐκτὸς ὤν γε συμφορᾶς με νουθετεῖς . ὁ πολλὰ δὴ τλὰς Ἡρακλῆς λέγει τάδε ;
ὢν καὶ ταῖς ἄλλαις ἁπάσαις ὡς ἀνεπίληπτος εἰς πονηρίαν οὕτω νουθετεῖς . Ἀχθομένῳ σοι βαρέως ἐπὶ τῇ τοῦ παιδὸς τελευτῇ
5835350 διδωται
ἀποθανεῖν μήτε ζῆν θέλων ἐξ ἅπαντος ἀλλ ' ὡς ἂν διδῶται , προσέρχηται αὐτῷ , τί κωλύει μὴ δεδοικότα προσέρχεσθαι
τὰ πρόβατα : οὕτω καὶ ἐν τῷ βίῳ , ἐὰν διδῶται ἀντὶ βολβαρίου καὶ κοχλιδίου γυναικάριον καὶ παιδίον , οὐδὲν
5834893 σωφρονειτε
| , ἡμῶν ἄλλως πως ‖ ἀπολομένων ? [ . σωφρονεῖτε οὖν ] | καὶ ταῖς ἐμαῖς [ βουλαῖς ]
φείδεται , ἀλλὰ τὴν ἐπιμέλειαν αὐτῶν διαβάλλει ; ὥστε εἰ σωφρονεῖτε , καὶ ἀσεβείας ἂν δίκην λάβοιτε παρ ' αὐτῆς
5834516 ἐζητεις
τὸ ζητοῦντα μὲν λόγους ἥκειν Ἀθήναζε , φανῆναι δὲ οὓς ἐζήτεις ἔχοντα . τὰ δ ' ἐφεξῆς ἅπαντα τῶν λόγων
, τί ποιεῖς ; Ἡ δὲ εἶπε : Τέως σὺ ἐζήτεις , ἵνα πόλιν κτίσῃς , εὗρον . Ἀφ '
5833676 ἐπιστελλε
, καὶ τὰ οἴκοι Ἀθήνησι πάντα κατὰ θεὸν ἔχει . ἐπίστελλε δὲ ἡμῖν καὶ πάλιν σὺ ὅπως διάκεισαι τοῦ σώματος
τῆς Ἀσίας πέμπε , μηδὲ [ ἃ ] ἐξ ἴσου ἐπίστελλε , ἀλλ ' ὡς κυρίῳ ὄντι πάντων τῶν σῶν
5832301 περιβαλῃς
ὄστρακον τοῦ καρύου , καὶ συντηρήσας τὸ ἐντὸς ἀσινές , περιβάλῃς τουτὶ ἐρέᾳ , ἢ φύλλοις νεαροῖς ἀμπέλου ἢ πλατάνου
τύψαι . ἐλαφηβόλος κυνηγός . ἐλεαίρει ἐλεεῖ . ἐλέγξεις ἐλέγχῳ περιβάλῃς , ὀνείδει περιβάλῃς . ἐλεγχείη ἡ αἰσχύνη καὶ ὄνειδος

Back