. Γ μεσημβρινοί : οὐκ ὀρθρίσαντες . Γ ὠστίζεται : συνωθεῖ , συνθλίβεται . εἰς τὸ πρόσθεν : εἴσθεσις :
τῆς πιλήσεως σύνοδος τὰ σμικρὰ εἰς τὰ τῶν μεγάλων διάκενα συνωθεῖ . σμικρῶν οὖν παρὰ μεγάλα τιθεμένων καὶ τῶν ἐλαττόνων
6181901 τοὐμπροσθεν
στοιχεῖν , ἀλλ ' ἐν τῷ μεταξὺ αὐτῶν κεῖσθαι εἰς τοὔμπροσθεν , ὡς αὔτως δὲ καὶ τῶν βγ τὸ ι
εἰς τοὐπίσω μόνον ἀφαλλόμενον , ἔστιν ὅτε δὲ καὶ εἰς τοὔμπροσθεν , ἀναφέροντα τῶν σκελῶν ἑκάτερον ἐν μέρει . καὶ
5898440 κατωτερω
ἐπιφάνειαν ἐπὶ τῶν ἐν βάθει ὁμόχρουν , οἷα δὴ πολὺ κατωτέρω τοῦ δέρματος συνισταμένων τῶν ἀποστημάτων : τὰ δ '
ἵνα μὴ πλανηθέντες ἀνωτέρω τὴν διαίρεσιν ποιησώμεθα , ἔπειτα διέλωμεν κατωτέρω τοῦ σημαινομένου τόπου διὰ τοῦ καθετῆρος : ἐπιτήδειον δὲ
5832809 ἀγγειων
εὐήθως ἀποδέχηται . Περὶ δὲ τῶν εἰσκομιζομένων εἰς τὴν πόλιν ἀγγείων τε καὶ φορημάτων , ἐν οἷς ἄν τι κρυφαῖον
δὲ στόματά ἐστιν , ἓν καθ ' ἑκάτερον τῶν εἰσαγόντων ἀγγείων τὰς ὕλας , ἐν μὲν τοῖς δεξιοῖς μέρεσι κατὰ
5803456 ἀνατεινεται
τὸ νεκρῶσαι τὰ πάθη καὶ καθαρθῆναι τὴν ψυχὴν πρὸς θεωρίαν ἀνατείνεται καὶ ἄρχεται θεολογεῖν : εἰ μὴ γὰρ νέκρωσιν τῶν
τὰ ἔσχατα πρὸς τὰ πρῶτα τῇ μεσότητι τῶν ἀγαυῶν ἡρώων ἀνατείνεται . τοιαύτη δὲ ἡ τάξις τῶν λογικῶν γενῶν καὶ
5787157 εἰσρει
, ὡς δ ' Ἔφορος ποταμὸς περὶ Πριήνην , ὃς εἰσρεῖ εἰς λίμνην . Αἰγύπτιος μιαρώτατος τῶν ἰχθύων κάπηλος ,
συνελόντι εἰπεῖν τὰς τῶν θηρίων κοίτας καὶ εὐνὰς τὸ μέλος εἰσρεῖ . καὶ τὰ μὲν πρῶτα παριόντος αὐτοῖς εἰς τὰ
5656637 ἀριστερα
πλείονα ὑποψάμμου καὶ ἔχοντος δένδρα πίτυς ἀγρίας , ὀπίσω ἐς ἀριστερὰ Σκιλλοῦντος ὄψει ἐρείπια . τῶν μὲν δὴ πόλεων ἦν
κάρτα , καὶ ἐφείλκετό τι ἐκ τοῦ κάτω μέρεος : ἀριστερὰ δὲ ἴλλαινεν αἰνῶς ὀδυνώμενος : τράχηλος σκληρὸς ἐπεγένετο :
5548628 ἐπιγαστριον
δ ' ἔχει τάξιν ἡ μετρίως ἐντείνουσα τοὺς κατ ' ἐπιγάστριον μῦς ὑπὲρ τοῦ τὰ κάτω φρενῶν ἀποθεραπεῦσαι σπλάγχνα .
στόμα τῆς ὑστέρας , παρ ' ἡμῶν γὰρ διελόντων τὸ ἐπιγάστριον καὶ κομισαμένων τὰ ἐνδοσθίδια , συμπεσόντος τοῦ σώματος εὐχερὴς
5536888 ἐξεχοντα
τῶν Καλυδνῶν φέρουσαι νήσων , μικρόν τι ταῦτα τῶν νήσων ἐξέχοντα . τοιοῦτόν ἐστι καὶ τὸ ὑπὲρ τειχέων . .
ἑξῆς καταρτίζειν παρακελεύεται : ἐς εὐθὺ κατατείνονται [ ] τὰ ἐξέχοντα ἀπωθεῖν ὀπίσω καὶ εἰς τὸ πλάγιον . ἡ γὰρ
5510134 πλαγια
τῶν μορίων ὀπίσω φέρεται , τῷ δὲ θατέρῳ πρὸς τὰ πλάγια . μόνους δ ' εἰς τοὺς περὶ τὴν διάρθρωσιν
, τὸ ἔγγιον ἔγγιον , τὸ ἀπώτερον ἀπώτερον . Τὰ πλάγια μήκη ἀπὸ τῶν κυρτῶν ἐνόπτρων , καθάπερ ἐστὶν ἀληθῶς
5500521 παρεισελθων
. οὗτος δὲ πλεύσας ἐπί τε τὴν Σάμον * * παρεισελθὼν δὲ καὶ τῆς πόλεως ἐγκρατὴς γενόμενος κατέστησε δημοκρατίαν ἐν
. εἰς δὲ τὴν τῶν Ὠρειτῶν χώραν διὰ τῶν παρόδων παρεισελθὼν ταχέως ἅπασαν ὑπήκοον ἐποιήσατο . οἱ δὲ Ὠρεῖται τὰ
5481755 τοὐπισω
ποιέεσθαι , ὥσπερ καὶ πρόσθεν γέγραπται . Ἢν δὲ ἐς τοὐπίσω βραχίων ἐκπέσῃ , οἱ τοιοῦτοι ἐκτανύειν οὐ δύνανται .
πολεμικά . . ἐκτρέποντες ] ἀπορρίπτοντες , ἀποβάλλοντες , εἰς τοὐπίσω τρέποντες . . ἐκτοπίζοντες , ἀποφέροντες . . γᾶς
5476915 κυρτα
Α , καθάπερ δέδεικται , καὶ προσκείσθω τούτοις κοῖλα ἢ κυρτὰ ἔν - οπτρα κατὰ τὰς ἁφὰς τῶν ὄψεων .
τῇ θερμότητι φαίνεται . Καὶ γὰρ μετὰ τὴν ἐπὶ τὰ κυρτὰ τοῦ ἥπατος ἀνάδοσιν , κατὰ τὴν λαμβδοειδῆ οὕτω καλουμένην
5467386 εὐωνυμα
καλεῖ : τῶν γὰρ δεξιῶν ἡ καλὴ ἐργασία . ἢ εὐώνυμα λέγει τὰ πληγώματα αὐτῶν : εὐωνύμως γὰρ ἐπλήγησαν .
ὁ δὲ ἥλιος οὐ τοσοῦτον παραβαίνει ἐπὶ τὰ δεξιὰ καὶ εὐώνυμα , ὅσον οἱ πέντε , ἀλλὰ τῶν τριῶν τούτων
5461362 ἰσχιον
: ἔχει τρεῖς κυρτότητας , ὧν ἡ μὲν μέση καλεῖται ἰσχίον ἡ δὲ ἔξω λαγὼν καὶ γλουτὸς ἡ δὲ ἔσω
δὲ καὶ ἐφρόνει , καὶ τῇ χειρὶ ἐσήμαινεν ἀμφὶ τὸ ἰσχίον εἶναι τὸ ἄλγημα . Τῇ Κλεινίου ἀδελφῇ , τῇ
5444910 καταδυνειν
[ καὶ ] χρησίμας , καὶ εἰς ὕδωρ ἐμβληθείσας οὔτε καταδύνειν οὔτε κατατήκεσθαι . : καὶ Φαινίας δὲ ἐν αʹ
: ἑάλωμεν εἰς τοὺς πολεμίους . . ἁλιβδύειν : τὸ καταδύνειν εἰς θάλασσαν : μεταφορικῶς δὲ καὶ τὸ κρύβειν τὸ
5376103 κονταριων
ἐγνωσμένας τῷ συμβάλλοντι στρατῷ καὶ σεσημειώμενας ἀπὸ κλάδων μεγάλων ἢ κονταρίων κεφαλὰς ξενοπρεπεῖς ἐχόντων ἢ γῆς σωρηδὸν ἢ λίθων ἀποτιθεμένων
κινοῦσι πρᾴως , ἡσύχως καὶ ἴσως ἄνω τὰ ξίφη τῶν κονταρίων κατέχοντες , ἐθιζόμενοι ταῦτα φωνῇ καὶ νεύματι διὰ σημείου
5366241 σχιζεται
δακτύλων πλατυνόμενον , ἀφ ' οὗ εἰς ἐκείνους ἡ χεὶρ σχίζεται . καὶ τὸ μὲν ἔνδοθεν τῆς χειρὸς σαρκῶδες ,
ἢ Πεύκῃ ἐπέχοντι θέσιν νϚʹ μϚʹ δʹʹ τὸ δὲ ἀρκτικώτατον σχίζεται καὶ αὐτὸ κατὰ θέσιν νεʹ μϚʹ ∠ ʹʹδʹʹ καὶ
5315215 ἀνεισι
, φυγὰς θεόθεν καὶ ἀλήτης , νείκεϊ μαινομένῳ πίσυνος . ἄνεισι δὲ καὶ τὴν ἀρχαίαν ἕξιν ἀπολαμβάνει , εἰ φύγοι
κατέλιπεν ἐν τῷ ὕδατι αὐτοῦ , ὁ δὲ ὑγιής τε ἄνεισι καὶ ὁμόχρως . κατὰ δὲ τὴν ὁδὸν τὴν εὐθεῖαν
5301517 ἀγγεια
περὶ τὸν ᾅδην , ἥτις θραύει τῇ ψυχρότητι πάντα τὰ ἀγγεῖα πλὴν τῶν κερατίνων , ἐξ ἧς στυγηρὸν τὸ μισητὸν
δὲ ἐπέρχονται , μάλιστα ταῖς ἠφροδισιασμέναις . κεχρίσθω δὲ τὰ ἀγγεῖα , ἐν οἷς αἱ μέλισσαι , ἢ θύμου ἢ
5264207 ἀγκωνος
βραχίων κατεαγεὶς ἐπιδέεται : οὕτω γὰρ ἂν τὸ καμπύλον τοῦ ἀγκῶνος οὐ κωλύσει . Ἐκπίπτει δὲ μάλιστα ἐς τὸ πρὸς
καὶ ἔθανε , τὴν δὲ χεῖρα ἔμπυον εἶχε μέχρι τοῦ ἀγκῶνος . Ὁ Συμμάχου παῖς ὑπὸ χολῆς ἀπεπνίγη νύκτωρ καταδαρθὼν
5263118 καθηκουσων
πρότερα . Καὶ δὴ τοῦ ἥπατος διὰ τῶν ἐξ αὐτοῦ καθηκουσῶν ἐπί τε τὴν γαστέρα καὶ τὰ ἔντερα φλεβῶν ,
' εὐθείας αὐταῖς ληφθὲν καὶ τῶν ὑπωρειῶν τοῦ Κεμμένου τῶν καθηκουσῶν ἐπὶ τὸν Ῥοδανὸν καὶ ποιουσῶν ὀρθὴν γωνίαν πρὸς τὴν
5224298 γλουτων
, μίαν δὲ πληγὴν λόγχης , ἣ διὰ θατέρου τῶν γλουτῶν ὑπὲρ τῆς κεφαλῆς τοῦ μηροῦ ἀντία ἐνεχθεῖσα ἐκάκωσεν αὐτὸν
πέτρας ἀποσπῶντος , ἐγκαταλειφθῆ - ναι τὸ προσηνωμένον αὐτῇ τῶν γλουτῶν μέρος . διὸ καὶ εἰς τιμὴν ἐκείνου καὶ τοὺς
5223956 ἰσχια
τύχῃ ἐξιὸν τὸ λυποῦν ἐκεῖνο φλέγμα , ἤτοι δὲ πρὸς ἰσχία ἢ τὴν κύστιν αὐτὴν χωρήσῃ , τοὺς ἰσχιαδικοὺς καὶ
γὰρ λέγονται οἱ τοιοῦτοι ἀστράγαλοι . καὶ οἱ λίσποι τὰ ἰσχία . καὶ λίσποι οἱ ἐκτετριμμένοι ἀστράγαλοι ἐπιθετικῶς . Λίσφοι
5188165 ἐκπιπτει
γίνεται δὲ ἐν τῷ στρογγύλῳ τῷ ὑποκάτω τοῦ ἄνθους , ἐκπίπτει δὲ τοῦ θέρους , ὅταν τοῦτο διαχάνῃ . τὴν
φαρμάκου μορίοιϲ : νεκροῦται μὲν γὰρ ἐν ὥρᾳ μιᾷ , ἐκπίπτει δὲ περὶ τὴν τρίτην ἢ τετάρτην ἡμέραν . μετὰ
5175680 Βαρυγαζα
ὁ ποταμὸς Ναμνάδιος . Ὁ δὲ κόλπος αὐτὸς ὁ κατὰ Βαρύγαζα στενὸς ὢν τοῖς ἐκ πελάγους ἐρχομένοις ἐστὶ δυσεπίβολος :
εἰς τούτους τοὺς τόπους εἰσβάλλοντα πλοῖα Ἑλληνικὰ μετὰ φυλακῆς εἰς Βαρύγαζα εἰσάγεται . Μετὰ δὲ Καλλίεναν ἄλλα ἐμπόρια τοπικὰ Σήμυλλα
5173028 βορβορυγμος
ἡ φάρυγξ ἐκελάρυζε , καὶ πολὺς ἐν τῷ στόματι ἦν βορβορυγμός . , . . Κῶλα ἡ δὲ κάμηλος ὑφῆκε
καὶ πίομαι . φεῦ , τί τοῦτο ; πολὺς ὁ βορβορυγμός . ἐγγαστρίμυθόν τινα ἔοικα πεπωκέναι . Ἄρξαι δὴ ἐμεῖν
5131225 πλινθινους
εἰς τοὺς λιθίνους τοίχους κατὰ τὰς συμβολὰς καὶ εἰς τοὺς πλινθίνους ἐγκόπτονται σιδηραῖς σφύραις ὑπὸ τῶν ἀναβαινόντων : ἢ τοῖς
Ἀθηναῖοι , Χαλκοῦς κλέπτας , εἰ τοὺς παρ ' ὑμῖν πλινθίνους οἴκους διορύττουσιν . . . , . Δημοσθένης ἔφη
5128898 μηρων
τῶν ἀῤῥένων τέτακται καὶ τῶν θηλειῶν κατὰ τὴν διάφυσιν τῶν μηρῶν , ὅπως κρύπτηται ὑπὸ τούτων . τοῦ μὲν οὖν
ὁ ἔρως θερμοτέρου τινὸς ἅπτεται πράγματος : εἶτ ' ἀπὸ μηρῶν προοιμιασάμενος κατὰ τὸν κωμικὸν αὐτὸ ἐπάταξεν . ἐμοὶ μὲν
5106149 σφυρα
τοῖοί τοι Μενέλαε μιάνθην αἵματι μηροὶ εὐφυέες κνῆμαί τε ἰδὲ σφυρὰ κάλ ' ὑπένερθε . Ῥίγησεν δ ' ἄρ '
ἐν χειρὶ , καὶ ἐν κνήμῃ , τοῖσι παρὰ τὰ σφυρὰ , καὶ ἐν πήχεϊ , τοῖσι παρὰ τοὺς καρποὺς
5081659 φλεβων
εἶτα τὰ λοιπά : τὸ χόριον μὲν συνέστηκεν ἐκ δύο φλεβῶν καὶ δύο ἀρτηριῶν καὶ πέμπτου τοῦ καλουμένου οὐραχοῦ ,
μύζησις καὶ κατάψυξις τῶν ἐν τῇ γαστρὶ ὀρεκτικῶν μορίων καὶ φλεβῶν , μετὰ ψυχικῆς συναισθήσεως γινόμενον . Ἴδιον τὸ πολιοῦσθαι
5076471 ῥευματα
μὲν καὶ ἔρρινον φάρμακον καὶ τὰ χρόνια τῶν ὤτων ἰᾶται ῥεύματα καὶ τῶν ἑλκῶν τὰ παλαιὰ κατά τε ὦτα καὶ
καὶ τὸν ὄγκον τῆς γαστρὸς τὸν ἔγκαιρον . Ῥοαί : ῥεύματα . τῇδ ' : τῆσδε , ταύτῃ δὲ τῇ
5074614 εὐθυτητα
ἀπόστημα , ἁπλοτομήσομεν , τάττοντες τὴν διαίρεσιν οὐ κατὰ τὴν εὐθύτητα τῶν τριχῶν , ἀλλ ' ἐπικάρσιον καὶ ὑποβεβλημένην τῇ
ὅταν καμφθεὶς γωνιοποιηθῇ κατὰ τὸν ἀγκῶνα . | εὐθυωρίαν : εὐθύτητα . εἱσάσθω : ἀντὶ τοῦ καθισάτω . εὐθετισάμενος :
5074468 μετωπον
ἐκ πάντων συλλοχισμὸς φάλαγξ , ἧς τὸ τῶν λοχαγῶν τάγμα μέτωπον καὶ μῆκος καὶ πρόσωπον καὶ στόμα καὶ παράταξις καὶ
κατάπλασσε τούτοις καὶ τοὺς μυκτῆρας καὶ τὰς παρειὰς καὶ τὸ μέτωπον . ἄλλο . διφρυγὲς καύσας καὶ λειοτριβήσας μετὰ ὄξους
5070664 ἑλικοειδη
τὰ μὲν ἐπ ' εὐθείας καχάλκευται , τὰ δ ' ἑλικοειδῆ δι ' ὅλων ἀνάκλασιν ἔχει πρὸς τὸ καὶ κατὰ
εὐθεῖαν οὐδὲ ἁπλῆν , καθάπερ ὁ ἥλιος , ἀλλ ' ἑλικοειδῆ τὴν δι ' αὐτοῦ ποιοῦνται κίνησιν . Καὶ ὁπότε
5058022 πεπυκνωται
καὶ τοῦτο τὸ διὰ τῆς Ἀργοῦς χύμα ἠρέμα λεπτόν , πεπύκνωται δὲ αὐτοῦ μᾶλλον τὰ περὶ τὴν ἀσπιδίσκην καὶ τὰ
καὶ μακρός , συνέστραπται δὲ εἴ τις καὶ ἄλλος καὶ πεπύκνωται τοῖς νοήμασι , καὶ τοσούτου δεῖ τῶν οὐκ ἀναγκαίων
5038698 τεμνομενου
Γίνεται δὲ ὑποδιαίρεσις ποτὲ μὲν αὐτοῦ τοῦ πράγματος εἰς λεπτὸν τεμνομένου , ποτὲ δὲ ἐκ τῶν ὁμοίων λαμβανομένη . καὶ
† [ γινομένων ἀριθμῶν καὶ τῶν τούτοις ἐμπεριειλημμένων λόγων . τεμνομένου γὰρ τοῦ παντὸς κύκλου εἰς τξʹ μοίρας , ἐπειδὰν
5034258 παρισθμια
πιμελῆς παραρροὴ ὑπὸ τῷ δέρματι . λοιμώδη ἕλκη περὶ τὰ παρίσθμια καὶ τὴν σταφυλήν . ἐσχάρωσις νομὴ δύσχρους , εἰς
ἕλκωσις καὶ ἀπόστασις . ἄφθα ἕλκωσις ἐπιπολῆς λευκαίνουσα γλῶτταν ἢ παρίσθμια ἢ κίονα ἢ φάρυγγα , ἔσθ ' ὅτε μέντοι
5034010 ἠθμοειδων
φωνὴ ϲυμβλαβείη μογγοτέρα πωϲ γεγονυῖα , δι ' ἔμφραξιν τῶν ἠθμοειδῶν ὀϲτῶν τὸ πάθοϲ ὑπολάμβανε γεγενῆϲθαι πάλιν ὑπὸ μοχθηρῶν τινων
τὴν μήνιγγα διεξέρχεται , μετ ' ἐκείνην δὲ διὰ τῶν ἠθμοειδῶν ὀϲτῶν ἠθούμενα , κἄπειθ ' οὕτωϲ ἐμπίπτοντα τοῖϲ πόροιϲ
5019653 ἰνιου
ῥάχιν , εἶτα τῷ μεγάλῳ δακτύλῳ κάτωθεν ἀπὸ μεσοπυγίου ἕως ἰνίου κατ ' ἀπότασιν θλίβουσα ἐπικοιλαινέτω καὶ πάλιν ἀπὸ τραχήλου
οἱ κινοῦντες ἑκατέραν τῶν ὠμοπλατῶν , δύο μὲν ἀπ ' ἰνίου καταφερόμενοι , περὶ ὧν ἔμπροσθεν εἶπον , ἕτερος δὲ
5005515 λοξαι
ἡ μεσότης αὐτοῦ προστίθεται τῷ ἰνίῳ , ἔπειτα ἀπάγονται δύο λοξαὶ ὑπὸ λοβοὺς ὤτων κατὰ τῶν ὀφθαλμῶν ὡς ἐπὶ τὸ
ὑπ ' ἀνθερεῶνα , εἶτα παρειαὶ καὶ ἐπὶ βρέγμα , λοξαὶ ἐπὶ ἰνίον , εἶτα γενειὰς καὶ μετωπιαίας . Κεφ
4991106 δεξια
' ἀριστερὰ ἔσωθεν , τὸν δὲ κατὰ πλευρὰν ἐπὶ τὰ δεξιά . διὸ καὶ κρατεῖν αὐτὸν ἕνα ὄντα : τὸν
δεύτερον μίλιον ὑποστρέφειν ἄχρι τοῦ ἡμίσεως διαστήματος καὶ ἐκκλίνοντας ὅτε δεξιά , ὅτε ἀριστερὰ τρέχειν . Καὶ τρίτον τέταρτον οὕτως
4989063 ἀγκυρεων
ἀθυμίης , ἐπὶ τῷδε μετεώρους ἔσχε τὰς νέας ἐπ ' ἀγκυρέων . ἐνθένδε ἀναχθέντες ἐς Κανάτην ὁρμίζονται , σταδίους ὡς
] ὀλίγον καὶ πονηρὸν ἀρυσάμενοι ταύτῃ μὲν τῇ ἡμέρᾳ ἐπὶ ἀγκυρέων ὥρμεον , ὅτι ῥηχίη κατὰ τὸν αἰγιαλὸν ἀνεῖχεν :
4979298 εὐθυωριαν
ἁρμονίαν ἔχῃ καὶ τὸ πᾶν φέρηται συμφώνους φοράς , τὴν εὐθυωρίαν σχίσας εἰς δύο κύκλους κατέκαμψε καὶ διελὼν ἐκ τοῦ
ἐκτὸς ἐνεργεῖν , οὐ κύκλῳ πρὸς ἑαυτό , κατ ' εὐθυωρίαν δὲ ἀτεχνῶς : τοῦτο γὰρ ἦν τὸ τῆς ζωῆς
4974497 ἐπιπολης
ἐναντίον : ἡ μὲν γὰρ μίνθα βαθύρριζον τὸ δὲ σισύμβριον ἐπιπολῆς καὶ οὐχ ὁμοίως πολύρριζον . Ὥστε μᾶλλον ἔοικεν ἐπί
. καὶ ἡ μὲν φύσις ἀποστέλλει τὸ αἷμα εἰς τὰ ἐπιπολῆς , τὸ δὲ χρῶμα τοῦ χυμοῦ ποιεῖ τὸ ἔρευθος
4968976 κατωθεν
τὰ μετ ' αὐτὸ εὐθὺς παραλαμβάνομεν καὶ οὐχὶ τὰ τούτων κάτωθεν ; ἐκ τοῦ πᾶν τὸ διαιρούμενον ἐμπίπτειν ἢ μὴ
οἶμαι , καὶ πλοίου καὶ τῶν ἄλλων τῶν τοιούτων τὰ κάτωθεν ἰσχυρότατ ' εἶναι δεῖ , οὕτω καὶ τῶν πράξεων
4968395 εὐθυ
. Καὶ πότερον οἴει τὸν ἔμπειρον τῆς τεκτονικῆς τέχνης , εὐθύ τι ἐργάσασθαι βουλόμενον , ἑνὶ προσαρμόσαντα κανόνι καὶ μιᾷ
ἡ μὲν ἐν κύκλῳ , ἡ δ ' ἐπ ' εὐθύ . καὶ τῆς μὲν ἐν κύκλῳ ἡ μὲν εἰς
4967257 φλεψ
, καί τι τῆϲ τοῦ πνεύμονοϲ οὐϲίαϲ ἢ βρόγχιον ἢ φλὲψ ἀνενεχθήϲεται : οἶδα δέ τινα τῶν ἐκ τοῦ πνεύμονοϲ
μονοειδῆ , ἄρτον καὶ ὕδωρ , καὶ ἐκ ταύτης τρέφεται φλὲψ ἀρτηρία σὰρξ νεῦρα ὀστᾶ καὶ τὰ λοιπὰ μόρια .
4958239 ϲφυρα
αὐτοῦ καταλιπεῖν , ὅτι παλιγγενεϲίαϲ πολλὰ μὲν κατὰ καρποὺϲ καὶ ϲφυρὰ καὶ τὰ κινούμενα κατ ' ἄρθρον αἴτια γίνεται ,
πληγῆϲ ἢ κόπου γινόμενον τὰ πολλὰ μὲν κατὰ καρποὺϲ καὶ ϲφυρὰ καὶ τὰ κινούμενα κατ ' ἄρθρον ϲώματα ἀποτελούμενον ,
4956233 ἀκρωμιον
πλησμονῆς , ἐπίληψιν σημαίνει , ἄλλως τε κἤν τις ἐς ἀκρώμιον ἢ τράχηλον ἢ μετάφρενον πόνος , ἢ σπασμὸς ἐμπεπτώκῃ
τὸ ἀκρώμιον κατεσπασμένον καὶ κοῖλον , διότι , ὅταν τὸ ἀκρώμιον ἀποσπασθῇ , καὶ κοῖλον ᾖ , οἴονται τὸν βραχίονα
4945369 πιμελωδεις
, ὅταν μὲν ἰσχυραὶ προθυμίαι συμβαίνωσιν , ἐκκρίσεις δὲ γίνωνται πιμελώδεις μὲν τὰ πρῶτα καὶ μυξώδεις , ὕστερον δὲ καὶ
καὶ ὀκνηροὶ καὶ ἀδήλους ἔχοντες τὰς φλέβας καὶ παχεῖς καὶ πιμελώδεις καὶ νεύροις καὶ μυσὶν ἄρρωστοι καὶ ἀδιάρθρωτοι καὶ βλαισοὶ
4944613 θωρακος
δύο μυῶν ὁ μὲν ἐπιπολῆς ἐξ ἁπάντων ἐκφυόμενος τῶν τοῦ θώρακος σπονδύλων εἰς τὸ κάτω μέρος ἐκφύεται τῆς ῥάχεως αὐτῆς
ὑμένων ἡ πρώτη μὲν καὶ μεγίστη δύο κοιλίας ἐργάσασθαι τοῦ θώρακος , ἵνα εἰ καί ποτε μεγάλου τραύματος ἐν θατέρῳ
4944010 ἰνιον
ὠτὸς λοξὴν [ μὲν ] κατὰ βρέγματος καὶ μεσοφρύου ἐπὶ ἰνίον , ἵνα ἁρμόσῃ ἐφ ' ὧν τὸ μεσόφρυον καὶ
γὰρ οὕτως ἑλιχθήσεται καὶ τοῖς ὀπίσω μέρεσι περὶ τὸ καλούμενον ἰνίον , ὃ μεταξὺ τοῦ τραχήλου καὶ τῆς ὀπίσω κυρτότητός
4941332 στοματα
τῆς κοτυληδόνος πόας , ὑπόκοιλα δέ . Ταῦτα οὖν τὰ στόματα τῶν εἰς τὴν ἐντὸς εὐρυχωρίαν τῆς μήτρας διασπειρομένων ἀγγείων
φῦσαι , αἳ ἐπειδὰν μύσωσι τὰ δεκτικὰ ἑαυτῶν τοῦ πνεύματος στόματα , τότε ἡμεῖς οὐκέτι ὧδέ ἐσμεν , ἀλλ '
4938161 περιαγεται
εἰλήφωσιν ἤδη χρόνου , τὸ δὲ πάλιν αὐτόματον εἰς τἀναντία περιάγεται , ζῷον ὂν καὶ φρόνησιν εἰληχὸς ἐκ τοῦ συναρμόσαντος
τὸ βέλος , καὶ μὴ δι ' ἀφυΐαν τῇδε κἀκεῖσε περιάγεται . Ἢν δὲ καὶ καρδιωγμὸς τουτέῳ προσγένηται , χολώδης
4936461 θεουσων
τῇ αὐτῇ ὥρᾳ μὴ καταρρηγνύωνται αὐτῶν οἱ πόδες τὰ ὄρη θεουσῶν : εὔτριχες δέ , ἐὰν ἔχωσι λεπτὴν καὶ πυκνὴν
τῷ ἀδελφῷ Ἱέρωνος . καταπολεμηθέντες . ἔπαθον πάλαι . ταχέως θεουσῶν . πλοίων . ὁ Γέλων . τὴν Φοινίκων καὶ
4934258 σκελη
ποικίλοισιν ἠδὲ χρώμασι . στῆθος μὲν αὐτοῦ πορφυροῦν ἐφαίνετο , σκέλη δὲ μιλτόχρωτα , καὶ κατ ' αὐχένων κροκωτίνοις μαλλοῖσιν
εὐκαμπείας τῆς περὶ τὸ σῶμα , μάλιστα δὲ τῆς περὶ σκέλη ποιητικὸν μετὰ τοῦ καὶ ἰσχὺν περιποιεῖν τοῖς κινουμένοις μέρεσιν
4930251 ὠμοπλατας
! ! ! ! τὰ ἐκ τοῦ κενεῶνος εἰς τὰς ὠμοπλάτας πολυ ! ! ! ! ! ! ! !
καὶ ἐρύθημα . ψύξις περὶ τὰ γόνατα καὶ ὀσφὺν καὶ ὠμοπλάτας . ἔστι δ ' ὅτε καὶ καθ ' ὅλον
4928453 καλῳδιων
διὰ κουφότητα ἐμπίπτων καὶ ἐμπηγνύμενος , ὅτε μάλιστα ὑπὸ τῶν καλῳδίων ἐφέλκοιτο ὀπίσω : κοπῆναί τε ὑπὸ τῶν βλαπτομένων οὐκ
ἀναβαινόντων : ἢ τοῖς ἀγκίστροις τοῖς σιδηροῖς , ἅπερ ἐπὶ καλῳδίων πρὸς τὰς ἐπάλξεις ἐπιρρι - πτοῦνται ἅμματα ἐχόντων ,
4919682 ψοας
τοῖς ἀριθμοῖς , ἔσται ἐναλγὴς τὰς ὠμοπλάτας καὶ περὶ τὰς ψόας , ὅλον τε τὸ σῶμα διάπυρον καὶ περὶ τὴν
ὠφελοῦνται . δεῖ δὲ μὴ μόνον τὸ ἦτρον καὶ τὰς ψόας ἀλείφειν , ἀλλὰ καὶ κροκύδα πληροῦντας διὰ τοῦ δακτυλίου
4912449 χωρει
γὰρ τὴν ἐξαίφνης ἔφοδον τῶν ἀκουσθέντων ἢ θεαθέντων εἰς βάθος χωρεῖ τὸ λογιστικόν . τὸ δὲ ἄχθος ἐστὶ λύπη βαροῦσα
τῶν ἄλλων τοῦ σώματος πόρων καὶ τῷ λόγῳ θεωρητῶν εἴσω χωρεῖ , θερμανθεὶς δὲ εἰς τὰ ἔξω πρὸς τὸ συγγενὲς
4899616 κοιλα
τὴν λαγόνα , τὸ βάθος τῆς κοιλίας : τὰ πρόσω κοῖλα : τὰ πρόσω κοῖλα τῆς ἑαυτοῦ γαστρὸς φυλάττων :
νήσου παραπλήσιά που ὁρᾷς καὶ ἀλλήλοις ξύμμετρα καὶ οἷα ἐναρμόσαι κοῖλα ἐκκειμένοις . τοῦτο καὶ ἡ Εὐρώπη ποτὲ περὶ τὰ
4893362 πηδαν
μεθήσω : χεῖρα δ ' ἐμπλέξας ' ἐμὴν σχήσω σε πηδᾶν δυστυχῆ πηδήματα . μέθες : μί ' οὖσα τῶν
τῷ Δημήτηρ , πηγή πηδή , παρὰ τὸ τὸ ὕδωρ πηδᾶν ἄνω : ἄλλως : ἀντὶ τοῦ φεῦ φεῦ .
4891452 μετεωρα
καὶ βουλὴν τιθεμένοις ᾗ δεῖ πολεμεῖν , ἐδόκει χώματα χοῦν μετέωρα πρὸς τὴν πόλιν , ὡς εἶναι σφίσιν ἐπίσου πρὸς
, ᾧ ἕκαστα ξύντροφα . Ἀφεστεῶτα μὲν , ὥστε τὰ μετέωρα τῆς ἕδρης ψαύειν μὲν , πιέζειν δὲ μή :
4862394 ἰσχιων
κάτω τῇ ἕδρᾳ , τὰ δὲ πλάγια τοῖς σαρκώδεσιν τῶν ἰσχίων , τὸ δὲ ἄνω τῷ τραχήλῳ τῆς κύστεως :
, τὸ μεταξὺ τῶν μηρῶν καὶ τῆς κοτύλης καὶ τῶν ἰσχίων : μέμνηται δὲ τῆς κοχώνης καὶ ἐν Σκηνὰς Καταλαμβανούσαις
4855496 κεραμων
καὶ ὄρτυγες ὡς εἰς τοὺς θηρεύοντας ἐμπίπτειν καθίζοντας ἐπὶ τῶν κεράμων . φησὶ δὲ καὶ τὰς ἀγομένας θηλείας πέρδικας ἐπὶ
εἰς τὰ κεράμια οἶνον , οὐ μέχρι τοῦ χείλους τῶν κεράμων ἐμβάλλεσθαι , ἀλλ ' ἕως ὑποκάτω μικρὸν τοῦ τραχήλου
4855154 ὠτων
στόματος ἀπὸ διανοίας ἠγμένον καὶ πληγὴν ὑπὸ ἀέρος δι ' ὤτων καὶ ἐγκεφάλου καὶ αἵματος μέχρι ψυχῆς διαδιδομένην . λέγεται
γέρων Ἡρακλῆς ἐκεῖνος ἀνθρώπων πάμπολύ τι πλῆθος ἕλκει ἐκ τῶν ὤτων ἅπαντας δεδεμένους . δεσμὰ δέ εἰσιν οἱ σειραὶ λεπταὶ
4849119 λαγονας
, μόσχους ὀρούσας ἐς μέσας λέων ὅπως , παίει σιδήρωι λαγόνας ἐς πλευράς θ ' ἱείς , δοκῶν Ἐρινῦς θεὰς
δαμῆναι . κεῖτο γὰρ εἱαμενῇ δονακώδεος ἐν ποταμοῖο , ψυχόμενος λαγόνας τε καὶ ἄσπετον ἰλύι νηδύν , κάπριος ἀργιόδων ,
4847284 χιασμα
λοξὴ πλη - σίον κλειδῶν συμβολῆς : ὡς καὶ ἐνταῦθα χίασμα γίγνεσθαι καὶ παρὰ τράχηλον ἐπ ' ὠμοπλάτην καὶ ἐπὶ
καὶ παρὰ τὸν τοῦ ἑτέρου μεγάλου κανθοῦ ἐπὶ μεσόφρυον ὡς χίασμα κατὰ μεσοφρύου γίνεσθαι ἐπ ' εὐθείας παρακειμένη τῇ πρώτῃ
4845785 βρεγμα
λοβοὺς ὤτων ἐπὶ τοὺς ἔξωθεν κανθούς : εἶτ ' ἐπὶ βρέγμα καὶ ἰνίον , εἶτα μετωπιαία : τινὲς καὶ γενειάδα
ἐξαρκεῖ μετ ' οἴνου καὶ ἐπιχρίων πρὸ τοῦ βαλανείου τὸ βρέγμα προξυριϲθὲν ἔπειτα μετὰ βραχὺ ϲμήχων καὶ ἀποπλύνων . Ϲάπων
4843030 ὀρθιων
δ ' ἡ μέση τὸ μέγεθος , τῶν δ ' ὀρθίων κατὰ τὸ ἦτρον οἱ πρὸς τὰς κλεῖς ἀνατεταμένοι προσστέλλουσι
ῥαχίταις παρατεταμένοι κατὰ τὰς ῥίζας τῶν πλευρῶν , καὶ τῶν ὀρθίων κατ ' ἐπιγάστριον ἡ ἄνω μοῖρα , καὶ οἱ
4834650 ἀρθρα
ὡς αἱ μὲν ἀντωνυμίαι ἀντ ' ὀνομάτων , τὰ δὲ ἄρθρα μετ ' ὀνομάτων . πῶς οὖν ἓν μέρος λόγου
ἐν Γῆς περιόδῳ ὡς εἴη παραγγέλλων ἀεὶ συνεχὲς κινεῖν τὰ ἄρθρα πάσῃ γυμνασίᾳ , ἀλλὰ καὶ τὰς αἰσθήσεις ὁμοίως .
4834408 ἐσωτερω
: τῶν νεῶν τῶν Ἀθηναίων . ἐς τὴν εὐρυχωρίαν : ἐσωτέρω τῶν Ῥίων ἐν τῷ Κρισαίῳ κόλπῳ ἐξέωσαν : ἐξέκλιναν
τὰς ἀρχὰς τὴν μὲν μίαν ἔξω , τὴν δὲ δευτέραν ἐσωτέρω τρέχειν , ἵνα μὴ προσκρούσματα τῶν καβαλλαρίων γίνωνται .
4821946 χειλη
τὸν Ὀρχομενὸν ἀπολιπούσας καὶ τῆς Ἀργαφίας κρήνης ἀπονιψαμένας : τὼ χείλη δὲ τὰ ῥόδα τῆς Ἀφροδίτης ἀποσυλήσας τῶν κόλπων διήνθισται
λόγος διὰ στόματος , οὗ πέρατα ἡ φύσις διττὰ εἰργάσατο χείλη , ῥέων διαστείλῃ τό τε ὠφέλιμον καὶ τὸ ἐπιζήμιον
4819951 καπνων
νὴ τὸν Δί ' , ὅσπερ γ ' ἐστὶ δριμύτατος καπνῶν . ἀτὰρ οὐκ ἐσερρήσεις γε ; ποῦ ' σθ
κατὰ τὰ φάρμακα ] ἔξεστι σκοπεῖν , * καιατῶν ἢ καπνῶν ? ? ? καὶ καταπλασμοῦ , ἃ ἐπιτιθέμενα τῆι
4819739 ἰγνυας
κάμνουσαν ὑπτίαν ὑψηλότερα ἔχουσαν τὰ ἰσχία , καὶ κάμψασαν τὰς ἰγνύας μετὰ τοῦ διαστῆναι ἀπ ' ἀλλήλων τὰ σκέλη ,
εἰς θερμὸν χαλάσαι μετὰ τοῦ διασφίγγειν : ἀπὸ δ ' ἰγνύας , ἡ μὲν διάσφιγξις ὑπὲρ τοῦ γόνατος ἐν τῷ
4817664 διαλειμματα
εἰς καταδίωξιν , εἶτα ὑποστρεφόντων , ὅτε μὲν εἰς τὰ διαλείμματα ἤτοι εὔκαιρα χωρία αὐτῆς ἐξελίσσεσθαι καὶ ἅμα τοῖς δηφένσορσι
λέγεται φολίς , στεῖρα , ἡμιρρόμβιον , ῥόμβος , ἑτερόσχημα διαλείμματα . φολὶς μὲν οὖν ἐστιν ἡ διὰ δύο σκεπάρνων
4816849 φερομενα
τὴν τῶν ἀντικειμένων ἰσοσθένειαν : ὅθεν καὶ τὰ εἰς περιτροπὴν φερόμενα πάντα ἀπᾴδοντα εἶναι δοκεῖ μοι τῶν ὑφ ' ἡμῶν
ποιοῦν καὶ τὸ πάσχον γλυκύτητά τε καὶ αἴσθησιν , ἅμα φερόμενα ἀμφότερα , καὶ ἡ μὲν αἴσθησις πρὸς τοῦ πάσχοντος
4814770 ἀποτελευτᾳ
πρὸς μήκιστον ἀρθεῖσα ὕψος , στέλλεται κορυφουμένη καὶ πρὸς ὀξεῖαν ἀποτελευτᾷ κορυφὴν τὸ πυρὸς σχῆμα μιμουμένη . γίνεται γὰρ τοῦ
δυσπνοίας ἀπεργάζεται , αἷς ἐπιταθείσαις , εἰς ὀρθόπνοιαν τὸ πάθος ἀποτελευτᾷ , ἀπὸ τοῦ σχήματος τοῦ πάσχοντος τὴν ἐπωνυμίαν τοῦ
4808393 δυσθεραπευτα
Ὁ αὐτὸς ἔφη : ” γῆρας καὶ πενία δύο τραύματα δυσθεράπευτα . ” Σωσιγένης χαλεπώτερον εἶπε τοῦ κατηγορεῖν τὸ ἀπολογεῖσθαι
καρπούς : ὅθεν καὶ ὁ βίος τοὺς ᾐκισμένους δεινῶς καὶ δυσθεράπευτα ἔχοντας τὰ σώματα ἁλισπάρτους καλεῖ . ἄγειν καὶ φέρειν
4807404 ὑποκατω
πλάτος τριπλάσιοι , οἱ δὲ διαγώνιοι τετραπλάσιοι , οἱ δὲ ὑποκάτω τῶν ἐπάνω ἐπίτριτοι . τῇ αὐτῇ μεθόδῳ κεχρημένος ἐπ
διὰ τὸ ἐκ τῶν ὀργάνων γίνεσθαι . Χαλινά . τὰ ὑποκάτω τῶν γνάθων , οἷον χαιλινά τινα ὄντα , ὅτι
4805183 τρηματα
περιγραφαῖς τοῦ σώματος εὐρύθμους . καὶ τὰ μὲν τῆς ἀκοῆς τρήματα πολὺ τῶν παρ ' ἡμῖν ἔχειν εὐρυχωρέστερα , καὶ
μὲν ἐμπροσθίοις , δυσὶ δ ' ὀπισθίοις . τὰ δὲ τρήματα ταῦτα γέγονε πρὸς κάλου ἔνδεσιν , ὡς ἐν τοῖς
4803674 σκελων
ταῦτα χρήσιμα καὶ πρὸς τὰς ἀναβάσεις καὶ πρὸς τὰς τῶν σκελῶν ὑποτμήσεις : πρὸς δὲ τοὺς ἀφιεμένους τροχοὺς καὶ λίθους
' ἀκταίνειν στάσιν : τρέχω δὲ χερσίν , οὐ ποδωκείᾳ σκελῶν . δείσασα γὰρ γραῦς οὐδέν , ἀντίπαις μὲν οὖν
4802084 φλεγμαινει
μαρτυρεῖ , καὶ διὰ τοῦτο ὅσα κατὰ φάρυγγα καὶ ἀρτηρίαν φλεγμαίνει μεγάλως , ἐν ἀρχῇ μὲν ἡ κατ ' ἀγκῶνα
γίνεται , ἐπὴν φρίκη ἐγγένηται καὶ σφυ - γμός : φλεγμαίνει γὰρ τὰ ἕλκεα τότε , ὁκόταν διαπυῆσαι μέλλῃ :
4801609 ἐντερων
νεφρῶν διηθεῖται τὸ ὕδωρ καὶ δι ' αὐτέων τουτέων τῶν ἐντέρων , ὧν ξυνεπακολουθεῖ . Σπογγοειδὲς γάρ ἐστι τὸ ἀπ
οἱασδήτινος θέρμης , καὶ ὁτὲ μὲν εἰς τὰ πλείω τῶν ἐντέρων αὕτη ἐπεκτείνεται , ἔσθ ' ὅτε δὲ καὶ διὰ
4793251 στενου
φρενῶ : ἑνὸς , ἑνῶ : ξένου , ξενῶ : στενοῦ , στενῶ τὸ περισπώμενον , οὗ τὸ δεύτερον στενοῖς
γὰρ τὸ μὴ κατ ' αὐχένα εἶναι διαβατὴν μηδὲ ἀπὸ στενοῦ τινος ὡρμῆσθαι , ἀλλ ' ἐπὶ μήκους παρατείνουσαν τὴν
4792485 ἀνεκαμψεν
τοῖς παρορμοῦσι πλοίοις ἐμβολὰς δοὺς καὶ σχεδὸν ἅπαντα καταδύσας , ἀνέκαμψεν εἰς Καρχηδόνα . Διονύσιος δὲ πᾶσαν τὴν ὑπὸ Καρχηδονίους
σπεύδων ἐγκρατὴς γενέσθαι τοῦ Δαρείου . διανύσας δὲ σταδίους διακοσίους ἀνέκαμψεν εἰς τὴν παρεμβολὴν περὶ μέσας νύκτας , τοῖς δὲ
4787133 Χελιδονιας
ὅτε αἱ πρύμναι τῶν ἰδίων νηῶν συνέβαλον καὶ συνεθραύσθησαν κατὰ Χελιδονίας τῶν μετὰ τοῦ Λακίου διὰ τὸ ὑστερεῖν αὐτῶν νυκτὸς
στάδιοι φʹ : τὸν δὲ ἐπίτομον διὰ πόρου εἰς τὰς Χελιδονίας στάδιοι χʹ . Ἔστι δὲ ἀπὸ τῶν Χελιδονίων [
4783582 ἀγκυρων
πείσματα σωτήρια . ἀγκυρουχίαις ] ταῖς ἀσφαλείαις καὶ κατοχαῖς τῶν ἀγκυρῶν . ποιμένες ] κυβερνῆται . πρὶν . . .
Κερκύρας μετεώρους : ἀντὶ τοῦ πελαγίους καὶ οὐκ ἐπ ' ἀγκυρῶν ἱσταμένας , ἀλλ ' ἀπεχούσας τῆς γῆς , ὡς
4780207 στενοτητα
βοήθεια ἀλλήλοις παρῆνοὐ γὰρ ἠδύνατο ἕτερος ἑτέρῳ συμμαχῆσαι διὰ τὴν στενότητα τοῦ τόπουαὐτοὶ δέ , οἱ Πέρσαι , ὑφ '
Βοιωτίᾳ καὶ Λοκρίδι καὶ τοῖς Μαλιεῦσι . διὰ δὲ τὴν στενότητα καὶ τὸ λεχθὲν μῆκος ὑπὸ τῶν παλαιῶν Μάκρις ὠνομάσθη
4774457 κοιλωματα
καὶ πρὸς ἀναγωγὰς αἵματος ἐνεργεῖ . Ἀναπληροῖ δὲ καὶ σαρκῶν κοιλώματα . Ἀλλὰ καὶ τοῖς πλέουσι σωτήριον εἶναι , ἐὰν
δὲ εἰς τὸ ἕκτον ἔτος , ἀναπληροῦνται τῶν πρώτων τὰ κοιλώματα . ἐπιλαβόμενος δὲ τοῦ ἑβδόμου πάντας ἴσχει συμπεπληρωμένους ,
4758985 βαθος
Οἰκίς , καὶ τροπῇ τοῦ α εἰς υ , ὡς βάθος βύθος , . . , . Βύνη : ἡ
ὑπὸ τῇ ἄκρᾳ , καὶ μετὰ τοῦτον ἐγκολπίζουσα ᾐὼν εἰς βάθος , ἐν ᾗ αἱ Βαῖαι καὶ τὰ θερμὰ ὕδατα
4754888 ἀπευθυσμενον
κατ ' ἰδίαν ἐκκρίνεται , τότε ἐνιέναι δεῖ εἰς τὸ ἀπευθυσμένον φακοῦ καὶ σιδίων ἀφέψημα . εἰ δὲ κατὰ τὸν
λαγόνα τὴν δεξιὰν κείμενον . καὶ τῷ μὲν κόλῳ τὸ ἀπευθυσμένον ὕπεστιν , ἀρχὸς δὲ κόλου τέλος καταλῆγον εἰς τὸν
4754554 ὀπισθεν
ἄκραν γὰρ ἔχει τῆς μὲν πόλεως ὕπερθεν ὄρος ὑψηλόν , ὄπισθεν δ ' ἀπὸ τῆς συνεχούσης ὀρεινῆς αὐχένι διεζευγμένον ,
ἄνευ κεφαλῆς βαστῶν τὴν κεφαλήν του , Θυτήριον καὶ τὰ ὄπισθεν τοῦ Κυνοκεφαλίτζη : οὗτος δ ' ὁ Κυνοκέφαλος ἔστι
4751469 νευρα
τῆς πόῤῥω ταύτης κειμένης μήτρας ; οὐδὲ γὰρ ἔχει πλούσια νεῦρα ἡ μήτρα , οὐ προαιρετικὰ , οὐκ ἀποπερατώσεις μυῶν
θερμὴν ἔμμεναι . ἀπηνέα γὰρ καὶ ϲκληρὰ καὶ τιταινόμενα τὰ νεῦρα ὑπὸ τῆϲ νούϲου γίγνεται : ἀτὰρ καὶ τὸ δέρμα
4746436 φυσων
δωροῦνται θεοί . Ἴδεθ ' ὅπου προνέμεται τὸ δυσέριστον αἷμα φυσῶν Ἄρης : βεβᾶσιν ἄρτι δωμάτων ὑπόστεγοι μετάδρομοι κακῶν πανουργημάτων
, Περὶ χυμῶν . αἰτιολογικὰ δὲ καὶ φυσικά : Περὶ φυσῶν , Περὶ φύσεως ἀνθρώπου , Περὶ ἱερᾶς νόσου ,
4745807 ἀνακλασις
ἡμετέρας ὄψεως καὶ ἐπὶ τῶν ἡλιακῶν ἀκτίνων . ἐὰν δὲ ἀνάκλασις ἀπ ' ἀργυρῶν τινων γίνηται τῶν ἐνόπτρων ἢ ἀπὸ
ἀνακλᾶσθαι δοκεῖ : ἐκ γὰρ τῶν λείων καὶ στιλπνῶν ἡ ἀνάκλασις ἐκδηλοτέρα διὰ τὸ καὶ σκιὰν δύνασθαι ποιεῖν τὸ ἀποπαλλόμενον
4744350 δυτικα
ἡ τοῦ παντὸς κίνησις ἡ ἀπὸ τῶν ἀνατολικῶν ἐπὶ τὰ δυτικά : δεξιὰ γὰρ καλεῖ ὁ Ὅμηρος τὰ ἀνατολικά ,
ἀεὶ φοιτῶσαι : λείπει χωρία . τὰ ποθέσπερα : τὰ δυτικά . ῥαγίζονται : λυμαίνονται , τρυγῶσι . τὰ Μίκωνος
4744071 πλευρεων
ἡ γαστὴρ πεφύσηται , καὶ ψόφοι ἔνεισι , καὶ ὀδύνη πλευρέων καὶ ὀσφύος , διαχωρέει δὲ οὐδὲν κάτω , ἀλλ
τῶν πλευρέων , καὶ χρόνον αὐτῷ ὑπέστη πῦον κάτωθεν τῶν πλευρέων . Ὑπὸ τὸν σπλῆνα καυθεὶς , ἔμμοτος ὢν ,
4743358 ἐκφυσεις
καθ ' ἕκαστον πόδα δακτύλους πέντε , ὑποφαίνοντας μὲν τὰς ἐκφύσεις , οὐ μὴν διεστῶτας . ταῦτά τοι καὶ νηκτικός
, τῶν ταπεινοτέρων δὲ παραλυομένων . Εἰς ἑκάτερον τῶν ὀφθαλμῶν ἐκφύσεις ἐγκεφάλου καθήκουσι , πιλούμεναι κατὰ τὴν διὰ τῶν ὀστῶν
4742158 ἐντιθενται
, ἤγουν τὰ μέσα τῶν εἰρημένων συρίγγων , εἰς ἃς ἐντίθενται τὰ τοῦ ἄξονος ἄκρα , πλῆμναι δὲ καλούμεναι διὰ
ὀποὶ ϲφοδροτέραν ἔχοντεϲ δύναμιν εἰϲ μὲν τὸ τρῆμα τῶν ὀδόντων ἐντίθενται , τοῦ δὲ ἄλλου ϲώματοϲ ἐὰν ἅψωνται , ἐπικαίουϲιν

Back