βοήθεια ἀλλήλοις παρῆνοὐ γὰρ ἠδύνατο ἕτερος ἑτέρῳ συμμαχῆσαι διὰ τὴν στενότητα τοῦ τόπουαὐτοὶ δέ , οἱ Πέρσαι , ὑφ '
Βοιωτίᾳ καὶ Λοκρίδι καὶ τοῖς Μαλιεῦσι . διὰ δὲ τὴν στενότητα καὶ τὸ λεχθὲν μῆκος ὑπὸ τῶν παλαιῶν Μάκρις ὠνομάσθη
6881943 φλεβων
εἶτα τὰ λοιπά : τὸ χόριον μὲν συνέστηκεν ἐκ δύο φλεβῶν καὶ δύο ἀρτηριῶν καὶ πέμπτου τοῦ καλουμένου οὐραχοῦ ,
μύζησις καὶ κατάψυξις τῶν ἐν τῇ γαστρὶ ὀρεκτικῶν μορίων καὶ φλεβῶν , μετὰ ψυχικῆς συναισθήσεως γινόμενον . Ἴδιον τὸ πολιοῦσθαι
6861086 ῥευμα
τοῦ ἡλίου τῶι ἔαρι ἀναπηδᾶν τὸ ὕδωρ καὶ ἐπαύξεσθαι τὸ ῥεῦμα . . , : Ξενοφῶν δὲ καὶ Θουκυδίδης ,
δεῦρο ὑπὸ γῆς περισταλεῖεν , ἐκ δὲ ἰχώρων τοιοῦτον ἴσχοι ῥεῦμα ἡ πηγή : διὰ τοῦτο δὲ καὶ τὴν παραλίαν
6598769 στενην
. * Λεύκοφρυν τὴν Τένεδον , ὡς ἐρρέθη . * στενὴν δὲ Λεύκοφρυν τὴν Τένεδον λέγει : οὕτως γὰρ ἐκαλεῖτο
εὐρὺς τῷ σώματι , καὶ πῶς δυνήσομαι εἰσελθεῖν εἰς τὴν στενὴν πύλην , εἰς ἣν οὐ δύναται ἐλθεῖν παιδίον πέντε
6487560 στενου
φρενῶ : ἑνὸς , ἑνῶ : ξένου , ξενῶ : στενοῦ , στενῶ τὸ περισπώμενον , οὗ τὸ δεύτερον στενοῖς
γὰρ τὸ μὴ κατ ' αὐχένα εἶναι διαβατὴν μηδὲ ἀπὸ στενοῦ τινος ὡρμῆσθαι , ἀλλ ' ἐπὶ μήκους παρατείνουσαν τὴν
6474867 ἀνυδρον
ὁδὸν ἐποίησεν ἐν ἀρχαῖς τραχεῖαν καὶ δυσέκβατον καὶ ἀπόκρημνον καὶ ἄνυδρον , τριβόλων τε γέμουσαν , ὅλην ἐπικίνδυνον , τὸ
ὕδατος κατασκεψάμενοι πηγὴν ἀνὰ τῆς Λιβύης τὸ αὐχμηρόν τε καὶ ἄνυδρον , οὐ λάβρον ἀνιεῖσαν ἐκ βάθους τὸ ὕδωρ καὶ
6469856 τραχειας
ἔτι τὸ καταλειφθὲν εὑρήσει ζητῶν . οὔσης γὰρ ποικίλης καὶ τραχείας τῆς ἐπὶ τὴν ἀρετὴν ἀγούσης ὁδοῦ βραχύ τις ἀποστὰς
ἡ θάλασσα * ἀπὸ τοῦ ἐνοικοῦντος δαίμονος ῥαχίας δὲ τὰς τραχείας πέτρας ἀπὸ τῆς ῥάχεως ἡ μεταφορά , ἀνεκβάτου δὲ
6408502 περιξ
αὐτοῦ μερῶν ψαύει προσκλύζον Μυοσόρμου , Ὀρθοῦ ὅρμου καὶ τῶν πέριξ πόλεων . πρόσκειται δὲ αὐτοῖς κατὰ τὰ Σφαιρικὰ πρὸς
τῶν ἀφρύκτων κριθῶν οὕτως Ἀττικοὶ καλοῦσι . ἀμφίδιον : τὸ πέριξ τοῦ τῆς μήτρας τραχήλου . αἰολᾶται : πλανᾶται .
6387937 στενον
τὸ ἄρρωστον εἶναι τὸν σφυγμὸν καὶ σκληρὸν καὶ βραχὺν καὶ στενὸν καὶ ἄγαν ἁπάντων τῶν ἐπὶ πολὺ μάλιστα χρονισάντων φρενιτικῶν
δή . ἐν στενῷ ] μεταξὺ Σαλαμῖνος καὶ Αἰγίνης τὸ στενὸν ἦν . παίοντ ' ] παράλογον τὸ δυϊκόν .
6379384 ὀρων
δὲ ὁλοκλήρων ἀφανισθέντων ὥσπερ σκιᾶς , οὐκ ἀντισχόντων δὲ οὐκ ὀρῶν ἀδιαβάτων , οὐ ποταμῶν ἀπεράτων , οὐ δυσχωριῶν ἀδιοδεύτων
ᾐόνα . τῆς μὲν οὖν ἑσπερίου πλευρᾶς ἀπὸ τῶν Καυκασίων ὀρῶν ἐπὶ τὴν νότιον θάλατταν στάδιοι μάλιστα λέγονται μύριοι τρισχίλιοι
6321319 πετρων
ἐστι τῆς αὐάνσεως , ἀλλὰ καὶ δίυγρος ἀπὸ τῆς τῶν πετρῶν ψύξεως . καὶ οἶνον Βίβλινον , ὃν ἀξιοῖ ,
τῶν φλυάρων καὶ μακρὸν ἀποτεινόντων λόγον . Ἀπὸ πέντε ἅλλεσθαι πετρῶν εἰς σκυτάλην : ἐπὶ τῶν δι ' ἃ πάσχουσιν
6305485 ὀχθην
: πλήρης οὖν βδελλῶν γενόμενος ὁ κροκόδειλος , ἐπὶ τὴν ὄχθην προελθὼν κατὰ τοῦ ἀκτῖνος κέχηνεν : ὁ τοίνυν τροχίλος
μὴ βουλομένους ποιεῖσθαι . Καὶ διὰ τοῦτο χρὴ εἰς τὴν ὄχθην τὴν ἐπὶ τὸ μέρος τῶν ἐχθρῶν τὸ ἄπληκτον γίνεσθαι
6300325 τραχυτητα
τε χροιὰν καὶ σύστασιν καὶ ποσὸν μεταβεβλημένοις καὶ λειότητα καὶ τραχύτητα καὶ τὴν κατὰ τὸ διάστημα τοῦ χύματος διάθεσιν ,
σιωπῇ καταληφθέντος τότε ἀκουστὸν γενέσθαι τὸ ξ : τοῦτο δὲ τραχύτητα ἐργάζεται καὶ ἀντιτυπίαν τὸ πάθος . ἔπειθ ' αἱ
6289470 στενων
διδόντος οὐκ ἀμελήσεις , δακρύων μὲν ἐπὶ τοῖς κειμένοις , στένων δὲ ἐπὶ τοῖς σεσυλημένοις , ἀλγῶν δὲ ἐπὶ τοῖς
τούτῳ πιπράσκομαι πολλῆς πάνυ τιμῆς , τριάκοντα δραχμῶν : καὶ στένων ἤδη τῷ δεσπότῃ εἱπόμην ἄγοντι . ἐπεὶ δὲ ἥκομεν
6264583 ῥευματος
βιαζόμενος τὴν κατάβασιν , ἐνταῦθα ἄνω φέρεσθαι τὸ ἥμισυ τοῦ ῥεύματος , ὥσπερ οἱ πρὸς τὰ ὑψηλὰ ὄρνιθες . τὸ
Ἄρτεμιν κυνηγετεῖν , ἢ διὰ τὸ ἠρεμαῖον καὶ παρθενῶδες τοῦ ῥεύματος ” ὣς ἀκαλὰ προρέων , ὡς ἁβρὴ παρθένος εἶσιν
6198226 ῥυσιν
σφόδρα ἐνοχλοῖτο . θρομβώσεως δ ' ἐνοχλούσης καὶ ἐπεχούσης τὴν ῥύσιν , δεῖ τοῖς λιχανοῖς δακτύλοις τῶν δύο χειρῶν διαλύειν
μζʹ ἔτει καὶ μηʹ καὶ μθʹ ἐνόσησε καὶ αἵματος πολλὴν ῥύσιν ὑπομείνας παρείθη , ἐν δὲ τοῖς αὐτοῖς χρόνοις ἔκπτωτος
6184885 πυκνοτητα
κυανέας , ἤγουν ὑποκάτω δένδρων σκιᾶς βαθείας ποιητικῶν διὰ τὴν πυκνότητα ἔτεκεν υἱὸν θεόφρονα , ἤγουν ἐνθέου φρονήσεως δεκτικόν .
, καίπερ οὔσῃ καλῇ , διὰ τὸ λίπος ἔχειν καὶ πυκνότητα καὶ λειότητα . τὸ γὰρ ἠρέμα τραχῶδες καὶ ἀλιπὲς
6146633 φαραγγων
διὰ τὸ στενὰς εἶναι τὰς παρόδους , κρημνῶν παρακειμένων καὶ φαράγγων βαθέων , ἔτι δὲ τραχείας οὔσης πάσης τῆς περιεχούσης
πέτρας , οἱ Κρητικοὶ δράκοντες οἱ λοφοδρόμοι , ἐκ τῶν φαράγγων ἐκδραμόντες , εἰς μίαν βουλὴν συνηθροίζοντο τὴν αὐτοκτόνον ,
6145791 ταφρον
ὕπερθεν εὐρύ , τὸ ποιήσαντο νεῶν ὕπερ , ἀμφὶ δὲ τάφρον ἤλασαν : οὐδὲ θεοῖσι δόσαν κλειτὰς ἑκατόμβας : ὄφρά
, , : ἀφρήτωρ ἀθέμιστοςὃς πολέμου ἔραται . λεξάσθων παρὰ τάφρον : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ τοῦ λεξάσθωσαν . .
6141420 φαραγγα
ἀνατολὰς ἄλλο ὄρος ὑψηλότερον τούτου , καὶ ἀνὰ μέσον αὐτοῦ φάραγγα βαθεῖαν , οὐκ ἔχουσαν πλάτος , καὶ δι '
εἰκός ἐστιν ἀποκλίνειν : ἀναβάντων γάρ , φησι , τὴν φάραγγα διαδέχεται ὁ Λίθινος Πύργος , ἀφ ' οὗ εἰς
6136451 ῥινων
ἔστι δ ' ὁμογενὴς ταῖς τοιαύταις καθάρσεσιν ἥ τε διὰ ῥινῶν καὶ στόματος γινομένη διά τε τῶν ἐρρίνων καὶ ἀνακογχυλιασμῶν
καὶ ὄνυχαϲ λεπροὺϲ ἐκβάλλει . καθαίρει δὲ ὁ χυλὸϲ διὰ ῥινῶν ἰϲχυρῶϲ . ἐϲτὶ γὰρ τῆϲ τετάρτηϲ τάξεωϲ τῶν θερμαινόντων
6112257 τραχειαν
ἔνδον ἦν , αἱ δὲ τοῦ Καίσαρος νῆες αὖθις περὶ τραχεῖαν ἀκτὴν καὶ δύσορμον ἀρασσόμεναι ταῖς τε πέτραις καὶ ἀλλήλαις
κέρδος : καίτοι ἑρπόντων ἐκ τῆς ἀδικίας πρὸς τὴν ἑξῆς τραχεῖαν ὁδὸν , ὅμως τὸ κέρδος τοῦ δικαίου προκρίνουσιν .
6074144 φραγμα
προσδέδεται ὁ ἱστός . ἱστοδόκη τὸ διὰ μέσης τῆς νεὼς φράγμα , εἰς ὃ κατακλινόμενος τίθεται ὁ ἱστός . ἱστός
. καὶ δαίμων τις . ἕρκος εʹ : τεῖχος . φράγμα . στόμα . ἀσφάλεια . καὶ δικτύου εἶδος .
6034021 ἀρτηριαν
ἐκπεπτώκοι , καθέϲει διωϲτῆροϲ , φυλαϲϲόμενοι νεῦρον ἢ τένοντα ἢ ἀρτηρίαν ἤ τι τῶν ἀναγκαίων διελεῖν : αἰϲχρὸν γὰρ βελουλκοῦνταϲ
διασαπεῖσι τὸν πνεύμονα , εἰ μή τις εἴη φλεγμονὴ τὴν ἀρτηρίαν σκληρύνουσα . Μυρμηκίζοντα δέ φασιν , ἔκ τε τῆς
6033806 δυσχωριαν
πρὸς ἕω μᾶλλον . τῷ δὲ οὐδὲ τοῦτο εὐμαρὲς διὰ δυσχωρίαν ξυνέβη : ἀλλὰ ἦγε γὰρ αὐτὸν ταύτῃ τὸ δαιμόνιον
περιεποιήσατο . τῶν δὲ Θετταλῶν ἱππέων προσμαχομένων καὶ διὰ τὴν δυσχωρίαν ἀπράκτων γινομένων οἱ μὲν Ἕλληνες τρόπαιον στήσαντες καὶ τῶν
6017778 ἀκραν
ἐπὶ τὸ πῦρ ἅπαν ἐπιτεθέν . οἳ δὲ τὴν ὀσφὺν ἄκραν καὶ τὴν χολήν , ὅτι ἔστ ' ἄβρωτα τοῖς
ἐφ ' ἑκάστοις ἀεὶ τοῖς παραπίπτουσι ζητήμασι τὸν Ἰσίδωρον , ἄκραν ὡς εἰπεῖν ἐπιστήμην ἐν θεολογίᾳ προβεβλημένον . , .
6015163 ἐπαλξεων
ἅτε κατὰ πρόσωπόν τε παιόμενοι καὶ ἄνωθεν ἀπό τε τῶν ἐπάλξεων καὶ τοῦ τείχους ἐξ ὑπερδεξίων βαλλόμενοι καὶ πανταχόθεν ἐπικειμένων
ὥστε διὰ πλῆθος βελῶν ἐνδοῦναι καὶ ὑποχωρῆσαι τοὺς ἐπὶ τῶν ἐπάλξεων , προσήγοντο καὶ οἱ καλούμενοι κριοί . μεγίστη δὲ
6013421 πεδιου
ἡ δ ' Ἄμφισσα ἐπὶ τοῖς ἄκροις ἵδρυται τοῦ Κρισαίου πεδίου , κατέσπασαν δ ' αὐτὴν οἱ Ἀμφικτύονες , καθάπερ
ἔχει τίνι τὴν ἧτταν καταψηφίσεται . τὸ δὲ λοιπὸν τοῦ πεδίου ἀνεῖται τοῖς γεωργοῖς , παραχωρεῖται τοῖς ζῴοις , τοῖς
6008785 κρημνων
φυλάττουσιν : οὐ γὰρ συναγελάζονται ἀλλὰ χωρὶς ἀλλήλων νεμόμεναι κατὰ κρημνῶν καὶ πετρῶν αὐταί τε πράγματα ἔχουσι καὶ τῷ ποιμένι
ἴσον ἐστὶ τὸ φονεῦσαι τῷ συγχωρῆσαί τινα καὶ ἀφεῖναι κατὰ κρημνῶν φερόμενον : καὶ ἴσον ἐστὶ κατασκευάσαι φάρμακον δηλητήριον τῷ
6005279 χωματος
φιλίαν οὖσαν . τότε μὲν δὴ οὐ πόρρω τοῦ ποιητοῦ χώματος κατὰ τὸν αἰγιαλόν , ἵνα σκέπη τῶν ἀνέμων ἐφαίνετο
πολλοὶ καὶ ἐς κελήτια ἐμβάντες ἄλλῃ καὶ ἄλλῃ ἐποκείλαντες τοῦ χώματος τόν τε χάρακα οὐ χαλεπῶς διέσπασαν τὸν πρὸ αὐτοῦ
5990644 ἐπιφανειαν
. πρὸς τὸν ὁπλισμόν : πρῶτος γάρ ἐστι πρὸς τὴν ἐπιφάνειαν ὁ ζωστήρ , καὶ κατὰ τοῦ στατοῦ καὶ κατὰ
χρώματος καὶ τῶν μυῶν ἡ θέσις συστήσεται τοῦ μὲν τὴν ἐπιφάνειαν , ἥτις ποτ ' ἂν εἴη , δεικνύντος τῶν
5983851 ἀνελκυσαντες
ὁρμίσαντες τὰς τριήρεις , ἀνήψαντο τὰς αἰχμαλώτους ναῦς , καὶ ἀνελκύσαντες αὐτὰς ἐθεράπευον , ὥστε τοῖς Καρχηδονίοις μὴ μόνον ἀκουστόν
ἃς ἦμεν βυθίσαντες κατὰ τοῦ πορθμοῦ τοῦ λιμένος σοφίσματί τινι ἀνελκύσαντες , οὕτως οὖν καὶ ἄλλων νηῶν πληθὺν εὐπορήσαντες εἰσεκόμισαν
5977521 ῥαχιν
διὰ τὸ συμβῆναι οὕτως ἐν τῆι γενέσει οἷον καὶ τὴν ῥάχιν τοιαύτην ἔχειν ὅτι στραφέντος καταχθῆναι συνέβη . . .
δὴ περὶ τὴν κεφαλὴν αὐτῷ καὶ τὸ νῶτον καὶ τὴν ῥάχιν ἐς τὴν οὐρὰν τελευτῶντα ἀκράτως πυρρά ἐστι , θεάσαιο
5974868 πλατειας
. ἔμαθον ] οἱ Πέρσαι . εὐρυπόροιο ] † τῆς πλατείας . θαλάσσας ] η . πολιαινομένας ] η .
ἕλκεσθαι αὐτὰς εἰς γῆν παρατριβομένας : εἶναι δὲ ἄλλας ὄϊς πλατείας ἐχούσας οὐρὰς καὶ ἐς πῆχυν . Ὁ δὲ κριὸς
5964301 ὀρεινην
: ἀπάνθρωπον : εἰς ὄρη : ῥῖψαι κυσὶ δαῖτα καὶ ὀρεινὴν ἀποβολήν : † πᾷ στῶ : ἐπὶ ταύτην δηλονότι
ἀφθονίας οὔσης τῶν ἐπιτηδείων . Ἴδιον δέ τι κατὰ τὴν ὀρεινὴν τὴν πλησίον ὑπῆρχε . χωρὶς γὰρ τῆς πρὸς ναυπηγίαν
5963856 καταρρει
κελαδεῖ δι ' ὔσδων μαλίνων καὶ αἰθυσσομένων δὲ φύλλων κῶμα καταρρεῖ καὶ ὅσα πρὸ τούτων τε καὶ μετὰ ταῦτα εἴρηται
, ἐπειδὴ τῶν ἄλλων νοτίζεται μᾶλλον καὶ ἱδρὼς ἐν αὐτῷ καταρρεῖ : καὶ ψόη παρὰ τὸ ψαύω . Αἱ πλευραὶ
5961169 ποτιζεσθαι
τῆς χειρός , τῷ τε μεγάλῳ καὶ τῷ λιχανῷ , ποτίζεσθαι δὲ πρὸς τὰς εἰρημένας αἱμορραγίας , καὶ ἔτι πρὸς
σελινορρίζου καὶ λουπηναρίου καὶ ῥιζῶν ἀδιάντου καὶ σακχάρεως , ὥστε ποτίζεσθαι αὐτοῦ ἐφ ' ἑκάστης ἡμέρας : καὶ καταπλάσματος χρεία
5957641 ῥει
πρὸς τῇ ῥίζῃ διέχον τῆς θαλάττης ὅσον σταδίους ἑκατόν : ῥεῖ δ ' ἐξ αὐτοῦ ποτάμιον πάνακες πρὸς τὰς τῶν
καὶ ἡ τομὴ βίᾳ ξηραινομένη ῥήγνυται , τοῦ δὲ ἔαρος ῥεῖ τό τε δάκρυον καὶ ἀμβλωπεῖς ἐπιγίνονται πολλαί . Καίτοι
5956542 τεναγωδεις
πολὺν καὶ εὔθηρον , τελευτᾷ δ ' εἰς ἐλαφρὰς καὶ τεναγώδεις ἀποβάσεις : καλεῖται δὲ Κέρας κατὰ τὸ ἐμφερὲς τοῦ
ὁτὲ μὲν πέτραις προσπεσοῦσαι ναυαγοῦσι , ποτὲ δ ' εἰς τεναγώδεις ἰσθμοὺς ἐμπίπτουσιν : οἱ δὲ ναῦται παρακαταβῆναι μὲν ἀδυνατοῦσι
5933002 μυκτηρων
καὶ παχεῖαι . τὸ δὲ ὑπόλοιπον καταφερόμενον ἐκκενοῦται διὰ τῶν μυκτήρων . ϲυνεργοῦμεν δὲ ταῖϲ διὰ τοῦ ϲτόματοϲ ἐκ τῆϲ
τῇ κεφαλῇ ε τῶν ἡγουμένων β ὁ νοτιώτερος ἐπὶ τῶν μυκτήρων . . . . . . . . .
5920653 ὑπερκειμενων
, ἀναφωνήσεσιν , ἀλείμμασι , σικύαις καὶ δρώπαξι κατὰ τῶν ὑπερκειμένων , παροπτήσεσιν , ἡλιώσεσι καὶ τρίψεσι , ψιλώθροις ,
ψιλῷ ἐγχυματίζειν θερμανθέντι . φερόμενον γὰρ τὸ δάκρυον ἐκ τῶν ὑπερκειμένων μερῶν πρὸϲ τῷ βλεφάρῳ τὴν ϲύϲταϲιν ποιεῖται καὶ φανταϲίαν
5920350 Ἠριδανου
: ἀρθείην δ ' ἐπὶ πόντιον κῦμα τᾶς Ἀδριηνᾶς ἀκτᾶς Ἠριδανοῦ θ ' ὕδωρ , ἔνθα πορφύρεον σταλάσσους ' ἐς
δὲ ἔνδοθεν τῶν Ἀλπείων ἐπὶ τὸν Ἰόνιον , Πάδος ἀντὶ Ἠριδανοῦ μετονομασθείς . ἀφικομένου δ ' ἐς Ἰβηρίαν αὐτίκα ὁ
5919531 καλῳδιοις
ὡς διὰ κλιμάκων ἐπεχείρουν , οἱ δὲ καὶ σιδήρια ὀξέα καλῳδίοις περιτιθέντες ἐσφεν - δόνων τὰ σιδήρια ἐς τὸ τεῖχος
τὸ καὶ ἑλκόμενον στάσιν ἔχειν καὶ ὑπὸ τῶν γινομένων τοῖς καλῳδίοις ἐνάψεων πρότερον ἂν συντριβῆναι τὸν κάλων , ὅπερ γένοιτο
5914890 σκεπην
, ὅτι μίτοις καὶ στημονίοις σὺν ὕφει ἐσθήματα ἐργασάμενος , σκέπην ὁμοῦ ποριεῖ καὶ εὐσχημοσύνην τοῖς σώμασιν : τέκτων δὲ
τὸ πολὺ οἱ ψιλοὶ τάττονται , ὡς αὐτοῖς μὲν τὴν σκέπην ἐκ τῶν ὅπλων εἶναι , τοῖς δὲ ὁπλίταις αὖ
5914566 βαθους
τὰ ἐξ ἐπιπολῆς , μελαινόμενα δ ' ἤδη τὰ ἀπὸ βάθους ἀναγόμενα . καὶ ὧδε μὲν ὁ περὶ ἐμέτων ἀποληγέτω
εἰσιν . ἔσθ ' ὅτε δὲ καὶ οὗτοι προβαίνοντες διὰ βάθους χωροῦσιν , ὡς καὶ τὰς κατ ' αὐτοὺς τρίχας
5910340 κοιλης
ἐν ταύτῃ στερεόν , διττὸν ὄν , τὸ μὲν ἐκ κοίλης ἐπιφανείας ὡς σφαῖρα καὶ κύλινδρος , τὸ δὲ ἐξ
τὸ ἀγγεῖον ὁ τόπος , ἀλλὰ τὰ ἔσχατα αὐτοῦ τῆς κοίλης ἐπιφανείας , ὃς καὶ μεταφορητὸς ἂν εἴη : μεταφορητὸς
5903469 συρμου
τῶν πνευμάτων διαφορὰς τοτὲ μὲν ἐπιεικῶς τοτὲ δὲ μετὰ βιαιοτάτου συρμοῦ καταπνεόντων αἰτιατέον : φύσει γὰρ παντὸς ὕδατος | ἠρεμίαν
δέ ; ἄρκτον τις ἢ σῦν ἄγριον ἢ λέοντα μετὰ συρμοῦ θεασάμενος ἐπιόντα , πραῧναι καὶ τιθασεῦσαι δέον , ἐξαγριαίνει
5887023 Ἀλπειων
Ἄλπεις εἰς τὴν Τυρρηνικὴν θάλασσαν , ὁ δὲ ἔνδοθεν τῶν Ἀλπείων ἐπὶ τὸν Ἰόνιον , Πάδος ἀντὶ Ἠριδανοῦ μετονομασθείς .
ἀναχεῖται μεγάλην , ἧς ἐφάπτονται καὶ Ῥαιτοὶ καὶ Ὀυινδολικοὶ τῶν Ἀλπείων τινὲς καὶ τῶν ὑπεραλπείων . φησὶ δὲ τὸ μῆκος
5873000 λαγαρον
κέχρηται , ὁμοῦ καὶ τὸ τοῦ τρόπου ὕπουλον καὶ τὸ λαγαρὸν αὐτοῦ δεικνύς , καὶ σκώπτων ὡς βυρσέα , ἀφ
λελαπάχθαι : λάπτειν δὲ τὸ τὴν τροφὴν ἐκπέττειν καὶ κενούμενον λαγαρὸν γίγνεσθαι . . . : . . . Αἰσχύλος
5866294 κοιλοτητα
τὸ αὐτὸ παραληφθῆναι λέγομεν , ὅτι ῥὶς σιμή ἐστι ῥὶς κοιλότητα ἔχουσα ἐν ῥινί . * * * τῇ ῥινὶ
διαφορήσεως γινομένης , ὥστε μηδὲ τὴν τῶν ὀφθαλμῶν ἐν αὐτοῖς κοιλότητα διαφαίνεσθαι . οὐκοῦν οὐδὲ οἱ σφυγμοὶ μειωθήσονται , τῆς
5864820 ὀσφυν
ἐστὶν εἴδη , καὶ πρὸς τούτοις ἔτι τὸ τὰ μὲν ὀσφὺν μᾶλλον ἢ χεῖρας ἢ σκέλη διαπονεῖν , τὰ δὲ
τὸ μὲν μέγεθος μικραί , ἀπὸ δὲ κεφαλῆς ἐπὶ τὴν ὀσφὺν μακραὶ καὶ σιμαί , κέρατα οὐκ ἔχουσαι , ὀστέα
5859552 διεδραμον
οὖρος ἀήμεναι : αἱ δὲ μάλ ' ὦκα ἰχθυόεντα κέλευθα διέδραμον , ἐς δὲ Γεραιστὸν ἐννύχιαι κατάγοντο : Ποσειδάωνι δὲ
Ἀννίβου καὶ οἱ τὰς βοῦς ἐλαύνοντες ἐπὶ τὰ στενὰ ἀδεῶς διέδραμον . καὶ αὐτοὺς συναγαγὼν ἀπῆρεν ἐς τὸ πρόσω .
5856146 βαθος
Οἰκίς , καὶ τροπῇ τοῦ α εἰς υ , ὡς βάθος βύθος , . . , . Βύνη : ἡ
ὑπὸ τῇ ἄκρᾳ , καὶ μετὰ τοῦτον ἐγκολπίζουσα ᾐὼν εἰς βάθος , ἐν ᾗ αἱ Βαῖαι καὶ τὰ θερμὰ ὕδατα
5834057 βαρος
πολλοὶ τῶν Πελοποννησίων ἀνῃροῦντο . οὐ γὰρ ὑπέμενον ὑπενέγκαι τὸ βάρος τῆς τῶν ἐπιλέκτων ἀνδραγαθίας , ἀλλὰ τῶν ἀντιστάντων οἱ
περὶ Δημόκριτον καὶ ὕστερον Ἐπίκουρος τὰς ἀτόμους πάσας ὁμοφυεῖς οὔσας βάρος ἔχειν φασί , τῶι δὲ εἶναί τινα βαρύτερα ἐξωθούμενα
5832104 κλιμακων
καὶ καταπιμπράντες δᾳσὶ καὶ θείῳ καὶ πίσσῃ : τῶν δὲ κλιμάκων κατεκυλίνδουν δοκοὺς ἐγκαρσίας καὶ λίθους , ὡς ὑπὸ τῇ
τῶν πυλῶν ἐκκοπὴν καὶ τὴν ἐπὶ τὰ τείχη διὰ τῶν κλιμάκων ἀνάβασιν , οὐδενὸς ἔτι τῶν πολεμίων ἀπείργοντος : οὕτως
5832025 χειμαρρους
πολλὰ δὲ κατέκλυσε καὶ τῶν σωμάτων καὶ τῶν χρηστηρίων ἐπιπεσὼν χειμάρρους νύκτωρ : καὶ τῆς βασιλικῆς δὲ κατασκευῆς ἐξηλείφθη πολλή
δὲ τοῦ πράγματος ἐπιστήμονες τάχιστα διασῴζονται : καὶ μὴν ὥσπερ χειμάρρους ὁ πολὺς ἄκρατος ἐπικλύζων τὴν ψυχὴν τοτὲ μὲν βρίθουσαν
5830028 ῥειθρον
ὁρμῆσαν τὸ τῆς λίμνης ὕδωρ ἐμβάλλοι εἰς τὸ τοῦ Πηνειοῦ ῥεῖθρον , καὶ τὴν πρότερον λιμνάζουσαν χώραν ἅπασαν γεγυμνῶσθαι καὶ
πλάγια μᾶλλον διδόναι τοῖς ὕδασιν ἢ ἀναθλίβειν κατὰ τὸ ἀρχαῖον ῥεῖθρον εἰς τὴν κρήνην : νοτίζεσθαι δ ' ἀναγκαῖον ἐπικλύσαντος
5815183 σφυραις
ὕδατι καὶ ὄξει καὶ τὴν πέτραν ἐκ τοῦδε ψαφαρὰν γιγνομένην σφύραις σιδηραῖς θραύων καὶ ὁδὸν ὁδοποιῶν , ἣ καὶ νῦν
, τὰ τοῦ μοχθηροῦ σιδήρου ἔργα μεμαθηκότες , οἵτινες βαρυκτύποις σφύραις ἐπὶ τοῖς ἄκμοσιν ἐστηρικότες τῆς δεινῆς ταλαιπωρίας καὶ τοῦ
5814900 λεπτοτητα
τὸ κέντρον τετρημένον ἐστί , ἔχον διπλόην τινὰ δυσόρατον διὰ λεπτότητα , δι ' ἧς τὸν ἰοβόλον ἰχῶρα προίησιν ,
τῆς λέξεως τὴν ἀκρίβειαν , ὁ δὲ τοῦ νοῦ τὴν λεπτότητα , ὁ δὲ ὡς ὡραῖα , ὁ δὲ ἄλλος
5794127 ἀναντους
, ὥστε καταφρονεῖν καύματος καὶ ψύχους καὶ τραχείας ὁδοῦ καὶ ἀνάντους καὶ πληγῶν τῶν ἐν γυμνασίοις καὶ μάχαις ταῖς κατὰ
ἀγαθοῦ τε καὶ κακοῦ , καθάπερ κοίλου καὶ περιφεροῦς καὶ ἀνάντους ὁδοῦ καὶ κατάντους , τὰ δ ' ὅτι πολλὰς
5787718 ἀγγειων
εὐήθως ἀποδέχηται . Περὶ δὲ τῶν εἰσκομιζομένων εἰς τὴν πόλιν ἀγγείων τε καὶ φορημάτων , ἐν οἷς ἄν τι κρυφαῖον
δὲ στόματά ἐστιν , ἓν καθ ' ἑκάτερον τῶν εἰσαγόντων ἀγγείων τὰς ὕλας , ἐν μὲν τοῖς δεξιοῖς μέρεσι κατὰ
5771183 κοιλων
ἄνω κατὰ τὸ Γ . Τὰ πλάγια μήκη ἀπὸ τῶν κοίλων ἐνόπτρων , ὅσα μὲν ἐντὸς τῆς συμπτώσεως κεῖται τῶν
γὰρ κοιλότητα ἥ τε ἰκμὰς καὶ τὸ μέγεθος παραμυθοῦνται : κοίλων καὶ μικρῶν ἤθη δόλια , ἐπίβουλα ἐν ἀνθρώποις ,
5765439 πελαγους
καὶ μέλανες ἐὰν πολλοὶ φανῶσιν ὕδωρ . Καὶ ἐὰν ἐκ πελάγους ὄρνιθες φεύγωσι χειμῶνα σημαίνουσι . Καὶ σπίνος ἐν οἰκίᾳ
καὶ ἀνετέτατο ἰσχυρῶς , ἵνα ὅ τε ναύαρχος τὰ ἐκ πελάγους πάντα ἐφορᾷ καὶ τοῖς ἐπιπλέουσιν ἀφανὴς ᾖ τῶν ἔνδον
5760619 βελους
καὶ παρατεταγμένους κατεῖδε , τὰς μὲν νέας ἀνακωχεύειν κελεύει ἐντὸς βέλους , ὡς τὰ τοξεύματα ἐς τὴν γῆν ἀπ '
' ἐκείνων ἀνῃρημένοι πάντες μαχαιρῶν ἢ χερμάδων ἢ σαυνίων , βέλους δὲ οὐδεμίαν . ἀγανάκτησις δὴ μετὰ τοῦτ ' ἐγίνετο
5753631 μηρων
τῶν ἀῤῥένων τέτακται καὶ τῶν θηλειῶν κατὰ τὴν διάφυσιν τῶν μηρῶν , ὅπως κρύπτηται ὑπὸ τούτων . τοῦ μὲν οὖν
ὁ ἔρως θερμοτέρου τινὸς ἅπτεται πράγματος : εἶτ ' ἀπὸ μηρῶν προοιμιασάμενος κατὰ τὸν κωμικὸν αὐτὸ ἐπάταξεν . ἐμοὶ μὲν
5744839 βολην
ῥόμβον λέγει ἀντὶ τοῦ στρόμβησιν , λέγει δὲ οὕτω τὴν βολὴν τῶν ἀκόντων διὰ τὸ μετὰ δινήσεως αὐτὴν γίνεσθαι .
ἔπαινον . τὸ δὲ ἀκόντων ῥόμβον τὴν δίνησιν καὶ τὴν βολὴν τῶν ἀκοντίων , τροπικῶς δὲ τὸν ἐγκωμιαστικὸν λόγον φησὶν
5741828 ἰσθμους
, κόλπους ἀπεργαζομένη καὶ πελάγη καὶ πορθμούς , ὁμοίως δὲ ἰσθμοὺς καὶ χερρονήσους καὶ ἄκρας : προσλαμβάνουσι δὲ ταύτῃ καὶ
ζῷα καὶ ἄστρα καὶ ποταμοὺς καὶ ἴδας καὶ πεδία καὶ ἰσθμοὺς καὶ πορθμοὺς καὶ καθάπαξ τὸ ὑπὲρ τέχνην , νόμου
5741473 κρημνοις
ἐπειδὴ δὲ παρεγενήθησαν εἴς τι πεδίον κύκλῳ λόφοις ὑψηλοῖς καὶ κρημνοῖς περιειλημμένον , ἐνταῦθα οἱ Λευκανοὶ πάσῃ τῇ δυνάμει διέκλεισαν
Πρόπτωσις δὲ μήτρας γίνεται πληγαῖς τε κατὰ τῶν νεφρῶν καὶ κρημνοῖς καὶ ἀμέτροις ἐξωθήσεσιν ἐπὶ τῷ κύειν τε καὶ τῶν
5728084 ἐρυμα
: εἴρηται δὲ ἀντίθεσις , ὅτι ἀντιτίθησιν ὁ φεύγων ὥσπερ ἔρυμά τι δίκην ῥεύματος φερομένου τοῦ διώκοντος : ἐπειδὴ καὶ
δὲ ἐδῄωσαν τούς [ τε ] ἀγροὺς καὶ ἐλθόντες ἐπὶ ἔρυμά τι τῶν Συρακοσίων καὶ οὐχ ἑλόντες αὖθις καὶ πεζῇ
5720509 τροχων
κατὰ τοῦ πατρὸς νίκην . ὁ δὲ ταῖς χοινικίσι τῶν τροχῶν τοὺς ἥλους μὴ ἐμβαλὼν ἐποίησε τὸν Οἰνόμαον ἐν τῷ
τῶν ποταμῶν , πλῆμναι δὲ μετὰ τοῦ ν αἱ τῶν τροχῶν σύριγγες . διαπολιτεύεσθαι μὲν λέγουσι τοὺς ἐκ τῆς αὐτῆς
5711015 παντοθεν
ὄρεσφι βίη μεγάλου ἀνέμοιο , πίπτῃ δ ' αἰθομένη πυρὶ πάντοθεν ἄσπετος ὕλη : ὣς Αἴας ὀδύνῃσι πεπαρμένος ὄβριμον ἦτορ
ἥ τε γὰρ τοῦ σχήματος ἰδέα κύκλος , οὗτος δὲ πάντοθεν ἴσος καὶ ὅμοιος , διόπερ ἄναρχος καὶ ἀτελεύτητος :
5699668 στοματων
θρέψιν : ὅ τι [ καὶ ] γὰρ ἂν τῶν στομάτων ἅψηται τοῦ σπέρματος , ἐπισπᾶται δι ' αὑτοῦ τὴν
νήχεσθαι αὐτοῖς ἀδιαβρόχοις ἐξεῖναι . καὶ πόρους ἔχουσιν ἐπὶ τῶν στομάτων πλατεῖς , δι ' ὧν τὸν ληφθέντα ἰχθὺν παραπέμπουσιν
5695252 ῥαχιαν
εἰ συνέβη , πλέοντος τοῦ πλοίου , γενέσθαι ἀμπώτιδα καὶ ῥαχίαν . περὶ τούτων Ὅμηρος : Ἔνθεν μὲν Σκύλλη ,
χρήσασθαι τῇ πόλει . τίνα γὰρ μεσόγειαν ἢ ποίαν Ἀτλαντικὴν ῥαχίαν οὐκ ἔσεισεν ; ἢ ποῖον κόλπον ὧν ἴσασιν ἄνθρωποι
5685904 βορεου
καὶ ἡμέρας μέν τινας ἐπλέομεν εὐκράτῳ ἀέρι χρώμενοι , ἔπειτα βορέου σφοδροῦ πνεύσαντος μέγα κρύος ἐγένετο , καὶ ἀπ '
, μῆκος δὲ ͵ατʹ . Ἀπὸ Πάφου εἰς Ἀλεξάνδρειαν δίαρμα βορέου σταδίων ͵γωʹ . Ῥόδου περίμετρος στάδια ͵ατʹ : Κῶ
5685331 ὠτων
στόματος ἀπὸ διανοίας ἠγμένον καὶ πληγὴν ὑπὸ ἀέρος δι ' ὤτων καὶ ἐγκεφάλου καὶ αἵματος μέχρι ψυχῆς διαδιδομένην . λέγεται
γέρων Ἡρακλῆς ἐκεῖνος ἀνθρώπων πάμπολύ τι πλῆθος ἕλκει ἐκ τῶν ὤτων ἅπαντας δεδεμένους . δεσμὰ δέ εἰσιν οἱ σειραὶ λεπταὶ
5684428 στοματος
ἀνέρχεται πολὺς ἑψομένου τοῦ ὕδατος , θερμαινομένου δίεισι διὰ τοῦ στόματος ἀὴρ διεστραμμένος , καὶ τὰ ἄρθρα διαλύεται πρὸ τῶν
' ἐνάτῳ μηνὶ πέμπτῃ ἱσταμένου , περὶ τὴν δευτέραν τοῦ στόματος ἄνοιξινἅπαξ γὰρ δὴ τοῦτο κατὰ τὴν ὥραν ἑκάστην ἐποίει
5678716 ὑψηλοτερων
ἐπὶ τῶν ταπεινοτέρων , ἔνθα δὲ καταδραμεῖν , ἐπὶ τῶν ὑψηλοτέρων . ἐπ ' ἐνίων δὲ μορίων ἡ διὰ τῶν
ἐντέρων τὴν ἕλκωσιν ἔχειν ἢ τὰ παχέα : τῶν γὰρ ὑψηλοτέρων πασχόντων ἡ διὰ στόματος ἐπιτηδειοτέρα μᾶλλον θεραπεία , καθάπερ
5676505 σχιζεται
δακτύλων πλατυνόμενον , ἀφ ' οὗ εἰς ἐκείνους ἡ χεὶρ σχίζεται . καὶ τὸ μὲν ἔνδοθεν τῆς χειρὸς σαρκῶδες ,
ἢ Πεύκῃ ἐπέχοντι θέσιν νϚʹ μϚʹ δʹʹ τὸ δὲ ἀρκτικώτατον σχίζεται καὶ αὐτὸ κατὰ θέσιν νεʹ μϚʹ ∠ ʹʹδʹʹ καὶ
5673281 κοιλα
τὴν λαγόνα , τὸ βάθος τῆς κοιλίας : τὰ πρόσω κοῖλα : τὰ πρόσω κοῖλα τῆς ἑαυτοῦ γαστρὸς φυλάττων :
νήσου παραπλήσιά που ὁρᾷς καὶ ἀλλήλοις ξύμμετρα καὶ οἷα ἐναρμόσαι κοῖλα ἐκκειμένοις . τοῦτο καὶ ἡ Εὐρώπη ποτὲ περὶ τὰ
5664940 εὐορμον
μέσας νύκτας ἄραντες διεκπλώουσι σταδίους ἐς χιλίους ἐς Τάλμενα λιμένα εὔορμον . ἐνθένδε ἐς Κανασίδα πόλιν ἐρήμην σταδίους ἐς τετρακοσίους
Φορμίαι Λακωνικὸν κτίσμα ἐστίν , Ὁρμίαι λεγόμενον πρότερον διὰ τὸ εὔορμον . καὶ τὸν μεταξὺ δὲ κόλπον ἐκεῖνοι Καιάταν ὠνόμασαν
5664615 ῥηξιν
δὲ ἡ ὀδύνη ᾖ νεαρὰ , προσδέχεσθαι χρὴ ὡσαύτως αἵματος ῥῆξιν διὰ ῥινῶν , ἢ ἐκπύησιν , ἄλλως τε ἢν
ἡμέρας , ὅ τε πυρετὸς ἔχοι , ὑποσκέπτεσθαι χρὴ αἵματος ῥῆξιν διὰ ῥινῶν , ἢ ἄλλην τινὰ ἀπόστασιν ἐς τὰ
5660746 ὑψος
δέδεικται , ὅτι , ἐὰν δύο πρίσματα ὑπὸ τὸ αὐτὸ ὕψος , καὶ τὸ μὲν ἔχει βάσιν παραλληλόγραμμον , τὸ
τὸ δὲ εὖρος ᾗ πλατύτατον λʹ πηχῶν : τὸ δὲ ὕψος σὺν τῷ τῆς σκηνῆς ἀναστήματι μικρὸν ἀπέδει τεσσαράκοντα πηχῶν
5657214 ἀποτεμνομεν
ἐμβάλλομεν ἀπὸ διαστημάτων δακτύλου πλατυτέρου ἑνός : σφίγγοντες ἀκριβέστατα , ἀποτέμνομεν τὴν ἀρτηρίαν κατὰ τῶν δύο βρόχων τὴν μεσότητα ,
διὰ τῶν βάσεων αὐτῶν διείροντες ἀποσφίγγοντες , μετὰ δύο ὥρας ἀποτέμνομεν . τῶν δὲ συρίγγων αἱ μέν εἰσιν ἀσύντρητοι ,
5656064 λειοτητα
ὀργιζομένους ἐμφαίνωμεν αὑτοὺς ἢ ἠδικημένους . ἡ δὲ περὶ τὴν λειότητα καὶ ἁρμονίαν φροντὶς οὐκ ὀργιζομένου , ἀλλὰ παίζοντός ἐστι
τοιοῦτόν ἐστιν , οἷον ἔχειν τέ τινα διόρθωσιν καὶ μετρίαν λειότητα κατὰ τὴν διαπόρησιν . ὅλως τε τοιούτων μὲν παραδειγμάτων
5654432 κυματων
τὸ βρέμειν κυρίως ἐπὶ πυρὸς λέγεται καὶ ἀνέμων καὶ ἐπὶ κυμάτων : τροπικῶς δὲ καὶ ὁ ἀλαζὼν βαρὺ βρέμειν λέγεται
ἐν πρύμνᾳ πατέρ ' Οὐρανιδᾶν ἐγχεικέραυνον Ζῆνα , καὶ ὠκυπόρους κυμάτων ῥιπὰς ἀνέμους τ ' ἐκάλει νύκτας τε καὶ πόντου
5653669 παρηκων
Οὐενδικὸν κόλπον ἐξίασιν , ὅστις ἀπὸ τοῦ Οὐϊστούλα ποταμοῦ ἄρχεται παρήκων ἐπὶ πλεῖστον . Ἀπὸ δὲ τοῦ Ῥουδῶνος ποταμοῦ ἑξῆς
ἐκδέχεται συναφὴς αἰγιαλὸς ἐπιμήκης καὶ κόλπος ἐπὶ δισχιλίους ἢ πλείονας παρήκων σταδίους , Νομάδων τε καὶ Ἰχθυοφάγων κώμαις παροικούμενος ,
5650571 ἀπηνεχθησαν
σκηνὴν χίλιοι μὲν θώρακες , ἀσπίδες δὲ πλείους τῶν μυρίων ἀπηνέχθησαν . τούτων δ ' ὕστερον τὰ μὲν ἐν τοῖς
. τὸν λογογράφον ἤδη κάλει τὸν Σύρον . καίτοι πρῴην ἀπηνέχθησαν κατ ' αὐτοῦ αἱ γραφαί , καὶ οὐδὲν ἤπειγεν
5650142 σκολοπας
ἥπατος . προσλαβὸν δὲ νίτρον ὀλίγον ῥήττει τε κόλπους καὶ σκόλοπας ἀνάγει . εἰ δ ' ὁμοίως κοπείη τὰ σῦκα
σὺν τῷ σπέρματι καταπλασσομένη , χοιράδας καὶ οἰδήματα θεραπεύει καὶ σκόλοπας ἐπισπᾶται καὶ θηριοπλήκτους καὶ ἑρπετοδήκτους ἰᾶται . Ἄνθραξ λίθος
5641023 φαρυγγος
. . φρὴν δὲ ἐστὶν ὑμήν τις διήκων ἀπὸ τοῦ φάρυγγος μέχρι τῶν ὑπογαστρίων μερῶν . διερχόμενος οὖν ἔνθεν κἀκεῖθεν
τὸ πλέον καὶ φλεγμονὰς ἐργάζονται . Τῶν μὲν ἐντὸς τοῦ φάρυγγος μυῶν φλεγμαινόντων , συνάγχη λέγεται τὸ πάθος , τῶν
5640734 ἀραιοτητα
σοι σκεπτέον τὸ αἴτιον τῆς ἀναβάσεως , ὡς οὔτε τὴν ἀραιότητα τῆς γῆς οὔτε τὴν κοιλότητα λέγειν ἐνὸν φαίνεται ,
δυνάμεσι καθίστανται , ἐν δὲ τοῖς προειρημένοις κλίμασι διὰ τὴν ἀραιότητα περισσότερον εἰς ἑαυτὰς ἕλκουσι τὸν ζωτικὸν ἀέρα , ὥστε
5635957 σανιδων
ἧς ἐστιν εὐπορία : διόπερ οὐ συνάγουσι τὰς ἁρμονίας τῶν σανίδων , ἀλλ ' ἀραιώματα καταλείπουσι : ταῦτα δὲ βρύοις
δ ' ἐπὶ τῶν λέμβων χελῶναι κατασκευάζονται περιφερεῖς ἄνωθεν ἐκ σανίδων ἰσχυρῶν συμπηγνύμεναι , ὑπόφαυσιν κάτωθεν ἔχουσαι , ὅθεν οἱ
5635261 εὐρυχωριαν
παραλαμβάνει τὸν τοιοῦτον μὲν ἐπὶ κολυμβήθρας εὐρυτέρας , ὅπως ἂν εὐρυχωρίαν ἡ φύσις ἔχουσα εἰς τὸ νήχεσθαι καὶ ἀποτεί -
ἐμουμένων ὁ ἀρυταινοειδὴς χόνδρος : ἔστραπται γὰρ κἀκεῖνος εἰς τὴν εὐρυχωρίαν τοῦ λάρυγγος , ὥστε ἡ ῥύμη τῶν ἀναφερομένων ἐκ
5629520 λεωφορον
τοίνυν μεταξὺ τοῦ τε Βυζαντίου καὶ Ἡρακλείας κατὰ τὴν παλαιὰν λεωφόρον : ὄνομα δέ ἐστιν τῷ τόπῳ Καινὸν φρούριον .
Ἐπειδὴ τοίνυν ἀρχὴ μετουσίας ἀγαθῶν ἐστιν ἐλπὶς καὶ ταύτην οἷα λεωφόρον ὁδὸν ἡ φιλάρετος ἀνατέμνει καὶ ἀνοίγει ψυχὴ σπουδάζουσα τυχεῖν
5627749 φυσᾳ
τόκου καθάρσιος γινομένης μετρίης ἡ γαστὴρ μένῃ , ἢ καὶ φυσᾷ ἀποκεκλεισμένη καὶ ὀδυνώδης γίνηται , ἤν τε ξὺν πυρετῷ
- κος φυσᾷ καὶ ἐκταράσσει καὶ τὴν κοιλίην ὑπάγει : φυσᾷ μὲν ὅτι θερμαίνει , ὑπάγει δὲ ἐκ τοῦ σώματος
5627080 μετεωρον
κίνησιν μὲν μεταλλαγὴν κατὰ τόπον ἢ σχῆμα , φορὰν δὲ μετέωρον κίνησιν ὀξεῖαν , μονὴν δὲ τὸ μὲν οἷον ἀκινησίαν
, τὴν μὲν ἀκραιφνῆ φύσιν ἑαυτῆς αἰθέρος οὖσαν ἀγχίσπορον ἄνω μετέωρον διαίρουσα , τὴν δ ' ὥσπερ αὐγὴν ἡλίου τρόπον
5626734 παρισθμια
πιμελῆς παραρροὴ ὑπὸ τῷ δέρματι . λοιμώδη ἕλκη περὶ τὰ παρίσθμια καὶ τὴν σταφυλήν . ἐσχάρωσις νομὴ δύσχρους , εἰς
ἕλκωσις καὶ ἀπόστασις . ἄφθα ἕλκωσις ἐπιπολῆς λευκαίνουσα γλῶτταν ἢ παρίσθμια ἢ κίονα ἢ φάρυγγα , ἔσθ ' ὅτε μέντοι
5623919 Τυρσηνικου
ἐπειδὴ ὁ πορθμὸς μέσος κεῖται τοῦ τε Ἀδριατικοῦ καὶ τοῦ Τυρσηνικοῦ πελάγους τὸ μὲν λῆγον , τὸ δὲ ἀρχόμενον .
' ἀμφὶ Σύρτιν καὶ Λιβυστικὰς πλάκας στενήν τε πορθμοῦ συνδρομὴν Τυρσηνικοῦ καὶ μιξόθηρος ναυτιλοφθόρους σκοπάς , τῆς πρὶν θανούσης ἐκ
5623506 διωρυχα
ῥέειν , ποιῆσαι δὲ ὧδε : ἄνωθεν τοῦ στρατοπέδου ἀρξάμενον διώρυχα βαθέαν ὀρύσσειν ἄγοντα μηνοειδέα , ὅκως ἂν τὸ στρατόπεδον
ἀπέχουσαν , ὥστε ξυμ - βῆναι τὴν πρώην ἐκείνου πάροδον διώρυχα εἶναι αὐτοφυῆ . Μεταξὺ οὖν ἀμφοῖν ὁ Κομνηνὸς Ἀλέξιος
5619658 κροταφων
. εἰ δὲ ϲὺν τοῖϲ ἄνωθεν ἀγγείοιϲ καὶ ἐκ τῶν κροτάφων φέροιτο τὸ ῥεῦμα , μετὰ τὸ ἐμβαλεῖν τὴν εἰρημένην
ἔπειτα δύο σκέλη τὰ ἐμπρόσθια ἔμπροσθεν τῶν ὤτων διὰ τῶν κροτάφων ἀγαγεῖν ἐπὶ τὸ βρέγμα καὶ πρὸς ἄλληλα ἁμματίσαι ἅμματι
5619354 διωρυχας
διὰ τούτων πολλὰ μὲν χώματα κατεσκεύαζεν , οὐκ ὀλίγας δὲ διώρυχας ὤρυττεν εὐκαίρους . ὑπελάμβανε γὰρ τοῖς μὲν κολαζομένοις τὸ
τὴν ἀπὸ Μέμφεως ἐπὶ θάλατταν ὤρυξε πυκνὰς ἐκ τοῦ ποταμοῦ διώρυχας , ἵνα τὰς μὲν συγκομιδὰς τῶν καρπῶν ποιῶνται συντόμως
5618735 προῃεσαν
καταλαβὼν διέλυσε τὸν σύλλογον . τῇ δ ' ἑξῆς ἡμέρᾳ προῄεσαν μὲν ἐκ τοῦ χάρακος αἱ Φιδηναίων τε καὶ συμμάχων
λοιποὺς τρεψάμενος καὶ κατακλείσας εἰς τὸ τεῖχος , ὡς οὐκέτι προῄεσαν ἐκ τῆς πόλεως , παραστρατοπεδεύσας αὐτοῖς ἀπετάφρευέ τε καὶ

Back