γὰρ καὶ λευκὸν καὶ ψυχρὸν καὶ μέλαν τῷ διακριτικῷ καὶ συγκριτικῷ διαφέρουσι , καὶ ὅμως πολέμιον τὸ λευκὸν τῷ θερμῷ
τὸ ἐγγὺς καὶ πλησίον . εἴρηται παρὰ τὸ ἐγγύς , συγκριτικῷ τύπῳ ἐγγύτερος ἐγγίων ἔσσων , καὶ τὸ οὐδέτερον ἔσσον
6772726 ἀρθρῳ
Ἀχαιῶν : καὶ σαφὲς ὅτι ἡ ἔλλειψις τοῦ ὀνόματος τῷ ἄρθρῳ παραδώσει τὰ τῆς συντάξεως , καὶ οὐκ ἄλλο τι
καὶ περιμάχητον τὴν φύσιν κατέστησεν . ἀντίκειται γὰρ καὶ ἄρθρον ἄρθρῳ καὶ σύνδεσμος συνδέσμῳ , ὅμοια ὁμοίοις , καὶ τἄλλα
6289245 τονῳ
Ἀλκαῖος Γανυμήδῃ ἔοικεν αἰγίθαλλος διακωλύειν τὸ πρᾶγμα . τῷ δὲ τόνῳ ὡς ἀρύβαλλος . , . . , . ᾄδεις
, πάθος κινοῦσα , σχεδὸν τῇ πικρίᾳ μόνον καὶ τῷ τόνῳ τοῦ Δημοσθενικοῦ χαρακτῆρος λειπομένη , τοῦ δὲ πιθανοῦ καὶ
6136616 πλεοναζει
τὸ ἀνώδυνον ἀγαθόν ἐστι : δηλοῖ γὰρ ὅτι οὐδεμία δριμύτης πλεονάζει ἐν αὐτοῖς , ἀλλ ' οὐδὲ πνεύματα ἐμφωλεύουσιν ,
ἀνύω καὶ ἀρύω . καὶ κατ ' Ἀττικοὺς καὶ Κυπρίους πλεονάζει τὸ τ καὶ γίνεται ἀνύτω καὶ ἀρύτω . οὕτω
6040233 συγκριτικον
συγκριτικόν ἐστι συγκριτικοῦ τὸ χειρότερον , καὶ τὸ χεῖρον γὰρ συγκριτικόν . Ἔστι δὲ τὸ τοιοῦτον οὐδέποτε ἐν χρήσει παρὰ
ὀρέστερος : ἀπὸ γὰρ τῶν εἰς ος οὐδετέρων οὐδέποτε γίνεται συγκριτικόν . Φιλόξενος . , , . . , .
6038455 σημαινομενῳ
πτέρναν „ τῇ μὲν φωνῇ βαρβαρισμός ἐστι , τῷ δὲ σημαινομένῳ κατόρθωμα : τῷ γὰρ ὄφει λέγεται περὶ τῆς γυναικός
τούτοις διάστασις , καθ ' ἣν οἱ μὲν περὶ τῷ σημαινομένῳ τὸ ἀληθές τε καὶ ψεῦδος ὑπεστήσαντο , οἱ δὲ
5998949 ἐμπεριεχεται
' εἰ ἐν τῷ ἓξ κατὰ τὸν ἴδιον αὐτοῦ λόγον ἐμπεριέχεται τὰ πεντεκαίδεκα , κατ ' ἀνάγκην τῷ πέντε περισχεθήσεται
. ὥσπερ δέ , ὅτι κίνησις τῷ λόγῳ τῆς φύσεως ἐμπεριέχεται , ἀναγκαῖος ὁ λόγος ὁ περὶ αὐτῆς , οὕτως
5984929 πλεονασμος
. . . + Ἀΐλιον : κακοΐλιον : οὐ γὰρ πλεονασμός , . Ἄϊστος : ὁ ἄδηλος καὶ ἄγνωστος [
τοῦτο δὲ μόνον , τὸ δὲ αἴτιον τοῦ τόνου ὁ πλεονασμός : ἀλλ ' ἢ ὀξύνονται , ὡς ἐπὶ τοῦ
5980509 βουγαϊος
Βουβώνιος ὤφειλεν , ἀλλ ' ἔτι Βουβωνεύς . . . βουγάϊος : εἴρηται ἀπὸ τοῦ βου , ὅπερ ἀπὸ τοῦ
ξύλα ἔχων , καὶ ἐρι καὶ νη καὶ βου , βουγάϊος ὁ μέγα γαυριῶν , καὶ ἀρι καὶ δα ,
5891383 πληθυντικῳ
καὶ ἑνικῷ καὶ ὀνοματικῷ προσαρμοττόμενον σῴζει τὴν ἀκολουθίαν οὔτε τῷ πληθυντικῷ καὶ οὐδετέρῳ καὶ κατὰ τὴν αἰτιατικὴν ἐσχηματισμένῳ πτῶσιν .
' ὄπιν . [ σημείωσαι , ] ὅτι τῷ δαπάναι πληθυντικῷ ἐπέζευξεν ἑνικὸν τὸ ἔκνιζεν : Ἐν γυιοδάμαις . ἢ
5881379 ὑπερθετικῳ
κοινῇ συνηθείᾳ , καθὰ λέγεται καὶ τὸ πρώτιστος ὑπερθετικὸν ἐπὶ ὑπερθετικῷ . . ΘΕΜΕΝ ΑΥΔΗΝ . Αὐδὴν δὲ νῦν ,
μέγα τὸ γεγονὸς ἀποδείκνυσιν , ἐνόμισεν αὐτὸν λέγειν μέγιστον ἐν ὑπερθετικῷ λόγῳ : οὐκ ἔχει δ ' οὕτως : τὸ
5796240 σπερματι
ἐν περισσῷ δηλονότι καὶ τῶν περισσῶν ἐν πυθμενικωτάτῳ καὶ οἱονεὶ σπέρματι τῶν ἄλλων διὰ τὸ ἐπιστημονικόν : ἐν ἄρα πρωτίστῳ
μέλαν καὶ τὸ λευκὸν ἄλλο . Ἀλλὰ τὸ ἐν τῷ σπέρματι καὶ τῷ τοιούτῳ λόγῳ πότερα τὸ αὐτὸ ἢ ὁμώνυμον
5703030 ὑπερσυντελικῳ
ἀπὸ βραχέως ἀρχόμενα ἐν τῷ παρακειμένῳ χρονικῶς μεγεθύνονται ἐν τῷ ὑπερσυντελικῷ . Ὥστε συστολὴν ἔχει τὸ ὀρώρει διὰ τὴν τοῦ
τοῦ ε τὸ ω , τοῦτο τηρεῖ καὶ ἐν τῷ ὑπερσυντελικῷ : ἑώρακα , ἑωράκειν : ἑώρτακα , ἑωρτάκειν :
5653096 ἀντικειται
κατὰ τὴν παροιμίαν ἀπάτης ἀγαθῆς οὐκ ἀποστατεῖ θεός , ἧι ἀντίκειται ἡ κακή , ὁποίαν ὁ βασιλεὺς ἐκ Διὸς ἔπαθε
δῆλον ἐστὶν ὡς ἑτέρῳ κανόνι ὑπείκει : τὸ νέα οὐκ ἀντίκειται , ἀπὸ γὰρ τοῦ νεός . Τὰ διὰ τοῦ
5604098 φωνηεντι
αὐτοῦ στοιχεῖον ἓν τῶν φωνηέντων τὸ ε καὶ παράκειται ἑτέρῳ φωνήεντι τῷ ι : εἰς τοῦτο γὰρ ἔληγε τὸ πρὸ
μακρὸν καὶ ἡ συναπτομένη ταύτῃ τρισὶ μηκυνομένη γράμμασιν ἀφώνῳ καὶ φωνήεντι μακρῶς λεγομένῳ καὶ ἡμιφώνῳ : διερεισμός τε οὖν γέγονε
5598299 ὑποτασσεται
ἕνεκα τίθεμεν . γράμμα σύμφωνον ἡμίφωνον ὑγρὸν καὶ προτάσσεται καὶ ὑποτάσσεται , ὡς τό . ὁμοίως συμφώνοις ὑποτάσσεται , ὡς
κέκληται ὑποτακτική , καθότι , ὡς εἶπον , ἀεὶ συνδέσμοις ὑποτάσσεται . Σημαίνει δὲ πράγματα ἢ γινόμενα , ἅ ἐστιν
5576405 κωλῳ
ἐν ὀκτὼ τούτοις φησὶ θεωρεῖσθαι , ἐννοίᾳ λέξει μεθόδῳ σχήματι κώλῳ συνθήκῃ ἀναπαύσει ῥυθμῷ . [ , ] διαιρήσει τοίνυν
τινά , καὶ προηγεῖται τοῦ ὀνόματος ἅπαξ ἐν τῷ αὐτῷ κώλῳ , καὶ ἕπεται ἀεί . ἕπεται μέν , ὡς
5542563 πρωτοτυπῳ
ἐθνικὸν ὁμοίως Τάβιοι , διὰ τὴν πρόληψιν τοῦ ἐν τῷ πρωτοτύπῳ ἐθνικοῦ χαρακτῆρος . Τάβις , πόλις Ἀραβίας . Ἑκαταῖος
, πάντοθεν , Ἰλιόθεν , ὁτὲ δὲ ταὐτὸ σημαίνει τῷ πρωτοτύπῳ . τί γὰρ ἂν εἴη τὸ σχεδόθεν δέ οἱ
5529846 ὁμωνυμει
, ἐφ ' ὧν καὶ ἡ ἐνέργεια καὶ τὸ πάθος ὁμωνυμεῖ , ὡς καῦσις , τμῆσις , καὶ ὁ τυπτόμενος
υἱοῦ Ποσειδῶνος καὶ Ἀρεθούσης , ὡς Ἀριστοκράτης . τὸ ἐθνικὸν ὁμωνυμεῖ τῷ ἥρῳ , ὡς Ἴων Θεσσαλός Ἀχαιός Τρώς Δαναός
5522607 ὀξυνομενον
μὴ διαστολὴν ἔχοι σημαινομένου , ὡς τὸ Κρότων βαρύνεται : ὀξυνόμενον γὰρ δηλοῖ ζωύφιον : ἢ χαρακτῆρι ὑπάγοιτο , ὡς
ΑΙΟΣ ἐθνικὰ : Ἀθηναῖος Θηβαῖος Ῥωμαῖος . σεσημείωται τὸ Ἀχαιός ὀξυνόμενον καὶ τὸ ἐρυσίχαιος προπαροξυνόμενον . Ἔτι τὰ τρισύλλαβα ἀπὸ
5483042 ὀξυτερος
. ἐναρμόνιος δὲ λέγεται , ἐπὰν δύνηται καὶ τοῦ ὀξέος ὀξύτερος εὑρεθῆναι καὶ τοῦ βαρέος βαρύτερος : καὶ ὁ αὐτὸς
ἀναβαίνων τῇ τάσει . ὁ δὴ τρίτος φθόγγος τοῦ δευτέρου ὀξύτερος ἔσται , καὶ διέστηκεν ἀπὸ μὲν τοῦ πρώτου τόνον
5455416 πλευρῳ
: ἢν δὲ τό τε ἀρχαῖον πολλὸν προσπαγῇ πρὸς τῷ πλευρῷ , καὶ ἄλλο προσεπιγένηται , αὐτίκα ἀπόλλυνται , οὐ
: πήγνυται δὲ τὸ πλευρὸν καὶ τὰ ἐν αὐτῷ τῷ πλευρῷ φλέβια , καὶ ξυσπᾶται , καὶ ὁκόσον ἐν αὐτῷ
5448854 ἰδιωματι
ἁπλοῦς εἰκὼς τῷ τῶν προβραχέος ἀπὸ μονάδος παντοίων ἀναλόγων ἐκθέσεων ἰδιώματι , ἐν ᾧ κύβων μὲν ἅμα καὶ τετραγώνων ἡ
ἀντιτυποῦν σῶμα οὐκέτι νοεῖται σῶμα : σὺν γὰρ τῷ ἀντιτύπῳ ἰδιώματι ἐνοεῖτο τὸ σῶμα , καθό ἐστι σῶμα . ὅθεν
5430119 ἑνικῳ
οὔτε τῶν ἔπειτα ἐν τοῖς ἀρσενικοῖς καὶ θηλυκοῖς ὀνόμασι τῷ ἑνικῷ ἀντὶ πληθυντικοῦ ἐχρήσατο ὥσπερ οὗτος . ἡμεῖς δὲ εἰ
ἢ συνήθειαν , ἀλλὰ τοῦτο πεποίηκεν ὁ Ἀριστοτέλης καὶ πληθυντικὸν ἑνικῷ συνέταξεν , ἐπειδὴ καὶ τὰ ὁμώνυμα πολλὰ πράγματα ὄντα
5425613 παραλαμβανεται
τῆς μὲν γὰρ καταγραφείσης τὸ ποσὸν εἰς τὴν πρότασιν οὐ παραλαμβάνεται , τῶν δὲ καθόλου μέμνηται καὶ ἐκ τῶν καθόλου
εἰ καὶ ἀποπατήϲειε . τούτων γὰρ προγεγενημένων ἀκινδύνωϲ ἡ ἀνάτριψιϲ παραλαμβάνεται . ἀνατρίβειν δὲ χρὴ ἐλαίῳ γλυκεῖ μηδόλωϲ ἐφαπτόμενον τῆϲ
5412228 ἀνεστηκυια
τουτί ποτε ; πότερον πίθηκος ἀνάπλεως ψιμυθίου , ἢ γραῦς ἀνεστηκυῖα παρὰ τῶν πλειόνων ; μὴ σκῶπτέ μ ' ,
ἐρρωμένον ξυνάπτοντες καὶ βάσιν αὐτῷ διδόντες κόμη τε ἡλιῶσα καὶ ἀνεστηκυῖα νῦν ὑπὸ τοῦ τῆς ὁρμῆς ἐνεργοῦ καὶ χαροπὸν ἱκανῶς
5409531 ἀξυλος
ὑπερβολὴν τοῦ ψύχους . ἡ πλείστη δὲ πεδιὰς οὖσα καὶ ἄξυλος πολλαῖς κώμαις διείληπται . αὗται δὲ τὰς τῶν οἰκιῶν
παρεπόμενόν ἐστι , τέκνον εὔτεκνος , βλέφαρον καλλιβλέφαρος , ξύλον ἄξυλος : ἦν οὖν καὶ παρὰ τὸ πέδον τὸ ἔμπεδος
5407326 προσλαμβανει
τριβόμενα : τὰ μὲν γὰρ ἐκφαίνει τὸ οἰκεῖον τὰ δὲ προσλαμβάνει τὸ ἀλλότριον . Ὁ δὲ λιβανωτὸς καὶ ἡ σμύρνα
ἱερογραμματέως τινὲς ἐπιγράφουσιν . Ἡ δὲ Ἐπιγόνου ἰδίως καλουμένη , προσλαμβάνει καὶ δρακοντίου ῥίζης ξηρᾶς δραχμὰς ὀκτώ : κἀγώ ,
5404764 τυπῳ
καὶ κατάστασις τῶν ἀρχόντων τε καὶ φυλάκων , ὡς ἐν τύπῳ , μὴ δι ' ἀκριβείας , εἰρῆσθαι . Καὶ
ἀπὸ ταύτης ἔχουσι τὴν κλῆσιν , ὥστ ' οὐδὲν κωλύει τύπῳ λόγον κοινὸν λαβεῖν αὐτῶν . ὅτι δὲ ὁμώνυμοί εἰσι
5388389 στοιχειῳ
στοιχεῖα ἐξ ὧν συνέστηκε τὸ ἡμέτερον σῶμα , ἑνὶ ἑκάστῳ στοιχείῳ ἔτος α : δηλοῖ δὲ ὅτι μόνα τὰ τέσσαρα
τῶν κατὰ συμβεβηκὸς διαλέγεται ἡμῖν ὁ φιλόσοφος ἐν τῷ Ε στοιχείῳ πολυπραγμονῶν αὐτὰ καὶ πολυειδῶς ἐξετάζων , περὶ δὲ τῶν
5359538 περιττῳ
, οὗ δὲ βραχύτης , ἐνταῦθα τάχος , τῷ δὲ περιττῷ σαφήνειαν , χάριν δὲ οὗ σεμνότης , οὗ δὲ
κρατοῦσι . ῥώμῃ δὲ καὶ ἰσχύι καὶ τόνῳ καὶ τῷ περιττῷ καὶ πολυσχηματίστῳ παρηυδοκίμησε Θουκυδίδης : ἡδονῇ δὲ καὶ πειθοῖ
5332807 παθητικῳ
πεπληγυῖα : ἡ διπλῆ , ὅτι ἀντὶ τοῦ πλήσσουσα τῷ παθητικῷ . . . . . τὴν δ ' ἀπαμειβόμενος
ἡ φιλία ἔν τε τῷ λόγον ἔχοντι καὶ ἐν τῷ παθητικῷ , ἀφ ' ἧς βούλονται τἀγαθὰ τοῖς φίλοις αὐτῶν
5330532 εἰδικωτατῳ
μὲν δύο παντὶ εἴδει ὑπῆρχον , ἡ δὲ μία τῷ εἰδικωτάτῳ μόνῳ , οὕτω κἀνταῦθα δύο οὐσῶν ὑπογραφῶν τῶν συστατικῶν
μόνως πατὴρ τῷ γενικωτάτῳ , ὁ δὲ μόνως υἱὸς τῷ εἰδικωτάτῳ , οἱ δὲ πατέρες ἅμα καὶ υἱεῖς ὑπαλλήλοις .
5326376 αἰωνι
ἐν ζῴοισί τε καὶ ἐν φυτοῖσι καὶ ἐν τῷ ἀιδίῳ αἰῶνι . καὶ ἤδη που τὸ θῆλυ καὶ ἄρρεν ἐρυσμώθη
τῶν αὐτῇ ὁμοιοτέρων ἀναγκαῖον αὐτὴν τῆς ποιήσεως ἄρχεσθαι , ἐν αἰῶνι ποιοῦσαν καὶ οὐκ ἐν χρόνῳ τὰ αἰώνια καὶ ἀίδια
5321376 προσηγορικῳ
ως ἐκλίθησαν , μὴ καὶ τὸ Ζεῦξις Ζεύξιδος ὁμοφωνῆσαν τῷ προσηγορικῷ τὴν τοῦ προσηγορικοῦ κλίσιν ἀνεδέξατο καὶ διὰ καθαροῦ τοῦ
βραδὺ καὶ τὸ τραχὺ τῆς ἁρμονίας . πάλιν τῷ κλυτὰν προσηγορικῷ τὸ πέμπετε ῥηματικὸν ἐπικείμενον οὐκ ἔχει συνῳδὸν οὐδ '
5319928 περισπωμενη
οἷον : θεός , βαρεῖα , οἷον : Πὰν , περισπωμένη , οἷον : πῦρ ῀ , μακρὰ , οἷον
ὀξύβαριν ; περίσπασιν ; δίτονον ; σύμπλεκτον ; κεκλασμένην ; περισπωμένη . . , : περὶ πρώτων δὲ τῶν βαρβάρων
5314343 νοηματι
φησι τὴν Ἀντιγόνην ἀναγιγνώσκοντα , καὶ ἐμπεσόντα περὶ τὰ τέλη νοήματι μακρῷ καὶ μέσην ἢ ὑποστιγμὴν πρὸς ἀνάπαυσιν μὴ ἔχοντι
συνιστάμενον , πολυποσίας ἐμποιητικὸν μετὰ τοῦ καὶ τὸ πινόμενον ἅμα νοήματι ἐξουρεῖσθαι : τινὲς δὲ τὸ πάθος ὕδερον εἰς ἀμίδα
5290291 πεπυρωται
φέρεσθαι καλῶς : διὰ γὰρ πυρός : ὅ ἐστι : πεπύρωται ὡς πῦρ , θερμῶς . εἶπε γὰρ αὐτῇ [
ἐάν τις αὐτὰ καλῶς ὀπτήσῃ , ἀλυποτάτην ἔχει διάθεσιν : πεπύρωται γάρ . διὸ οὐχ ὁμοίως τοῖς ὠμοῖς ἐστι δύσπεπτα
5287414 ἰσοδυναμουν
, εἰ μὴ τὸ λέγεσθαι ἢ ὑπάρχειν ἤ τι τούτοις ἰσοδυναμοῦν , Δίων λέγομαι , Θέων ὑπάρχω . ἡ δ
ἀντὶ τοῦ Ἀσίας . ὁππότε : Ἀττικόν ἐστι παρῳχημένου χρόνου ἰσοδυναμοῦν τῷ ὅτε : ὁππότε μιν ξυνδῆσαι Ὀλύμπιοι ἤθελον .
5283154 ἡττονι
ἕπεσθαι Διὶ ἐπὶ φύσιν τὴν νοητὴν ἱεμένῳ . Τὰ δὲ ἥττονι τῇ φύσει κεχρημένα δεύτερα τοῦ παντός , οἷα καὶ
ἔλεγες , οὗ τὸ συμφέρον κρείττονος ὄντος δίκαιον ἔσται τῷ ἥττονι ποιεῖν . Τὸν τῷ ἀκριβεστάτῳ , ἔφη , λόγῳ
5268364 ἐκθλιψις
κρᾶσις καὶ συναίρεσις , σύνθετα δὲ ἔκθλιψις καὶ κρᾶσις , ἔκθλιψις καὶ συναίρεσις , κρᾶσις καὶ συναίρεσις , ἔκθλιψις καὶ
ἔκθλιψις καὶ συναίρεσις , κρᾶσις καὶ συναίρεσις , καὶ [ ἔκθλιψις ] κρᾶσις καὶ συναίρεσις . ἁπλᾶ μὲν ἔκθλιψις ὡς
5250153 γιγνωσκομενῳ
τῷ γιγνωσκομένῳ . Εἰ δὲ ὥσπερ ἡ γνῶσις ἐν τῷ γιγνωσκομένῳ ἐστίν , οἷον φανότης αὐτοῦ οὖσα , οὕτω λέγοι
γιγνώσκοντι , δῆλον ὅτι τὸ ζῶν , τὸ δὲ τῷ γιγνωσκομένῳ ἐκείνη ἡ ζωή , ἣν τὸ ζῶν ζῇ ,
5248788 χιτωνι
. χιτῶνι καὶ μεταμπίσχουσα τὰς ψυχάς . σαρκῶν ἀλλογνῶτι περιστέλλουσα χιτῶνι . . . . λέγει δὲ καὶ Ἐ .
γε μὴν ξανθότατόν ἐστι . τὸ δὲ ὑπὸ τούτῳ τῷ χιτῶνι κυανοῦν ἐστὶ χρόᾳ καὶ χαῦνον , ὥσπερ οὖν πεπρημένη
5243112 ψιλον
κωλύσῃ παράγγελμα . Ὅτι δασυνομένου φωνήεντος ἐπιφερομένου , τὸ προηγούμενον ψιλὸν τρέπεται εἰς τὸ ἀντίστοιχον δασὺ : κατὰ ἡμῶν καθ
τῆς ἀρτηρίας τὸ πνεῦμα λύσῃ τὸν δεσμὸν αὐτοῦ . καὶ ψιλὸν μέν ἐστιν αὐτῶν τὸ π , δασὺ δὲ τὸ
5242528 κτητικῳ
γόνυ , ὅπερ ἐπικάμπτεται , ἡ κεκλαμένη , πεποίηται φύσει κτητικῷ . Γινώσκω , νοῶ , νοΐσκω , καὶ τροπῇ
ὁ Ποντικὸς ἐν περὶ Ἐτυμολογιῶν . Δῖος : τὸ ἐπίθετον κτητικῷ τύπῳ : ἀπὸ τοῦ Διὸς γενικῆς δίϊος ἐστὶ ,
5235021 εἰδικῳ
. . τὰς χοίνικας καὶ τὰς πέδας : Ἐν τῷ εἰδικῷ καὶ τὸ γενικὸν ἐπήγαγεν : αἱ γὰρ χοίνικες πέδαι
τῆς ἀληθείας ἔφυ , ἄνδρα δὲ τὸν ἄνθρωπον , τῷ εἰδικῷ καταχρώμενος ἀντὶ τοῦ γένους : εἶδος γὰρ ἀνθρώπου καθέστηκεν
5234070 ἀντιφρασις
, τὸ δὲ τὸν Ἀπόλλωνα δηλοῖ . Ἔστι καὶ ἡ ἀντίφρασις , λέξις τὸ ἐναντίον διὰ τοῦ ἐναντίου ἢ τοῦ
ἔκφρασις δ ' ἡ κατὰ λεπτὸν ἀφήγησίς τινων πραγμάτων , ἀντίφρασις ἡ ἐναντία φράσις , ὡς τὸ εἰπεῖν τὸ γλυκὺ
5230585 χυματι
χρώματα περὶ τὴν στεφάνην διαφαίνεται τῆς ἀμίδος τοῦ παντὸς ἐν χύματι χρώματος , ὅσα μὲν μεθίσταται πρὸς τὰ προηνέστερα τῶν
χρῶμα καὶ σύστασιν τοῦ χύματος καὶ τὰ παρεμφερόμενα ἐν τῷ χύματι οἷον νεφέλην : ὑπὸ νεφέλης ἐναιώρημα καὶ τὴν ἐν
5229189 χαρακτηρι
πόλις Αἰγύπτου : τὸ ἐθνικὸν τῶι συνήθει [ καὶ ] χαρακτῆρι Φενεβηθίτης : οὕτω γὰρ Ὡραπόλλων ὁ φιλόσοφος ἐχρημάτιζεν .
φωνῆς σπουδὴ καὶ σεμνότητος λόγων , χρήσαιο ἂν τῷ τοιούτῳ χαρακτῆρι τῶν ὀνομάτων , φησὶν ὁ Φρύνιχος . , .
5227668 ἰαμβικῳ
τινάς . ὕλῃ δέ , καθὸ ἡ μὲν νέα τῷ ἰαμβικῷ μέτρῳ ἐπὶ πλεῖστον χρῆται , σπανίως δὲ καὶ ἑτέροις
δὲ τῇ δευτέρᾳ περιόδῳ χοριαμβικόν : ἔστι δὲ συγγενὲς τῷ ἰαμβικῷ . τὸ τρίτον χοριαμβικόν . ἑφθημιμερὲς τὸ τέταρτον .
5226861 ἀοριστῳ
μετὰ συναμφοτέρου ποιεῖν Μο η . τὸ δὴ ἐν τῇ ἀορίστῳ τοιοῦτόν ἐστιν , ἵνα τὸν ʂ , ὅσων ἄν
, ἂν μή τι προστεθῇ : ἐὰν γὰρ ἢ τῷ ἀορίστῳ ὀνόματι ῥῆμά τι προσθῶμεν , ἢ τῷ κατὰ τὸ
5223732 ἀτυχεστερος
τὰ νοσσία . τραγικώτερος : πρακτικώτερος ἢ ἀξιοπιστότερος , ἢ ἀτυχέστερος . αἰνίττεται εἰς τὸν Πήγασον καὶ τὸν Βελλεροφόντην Εὐριπίδου
γένοιτο δ ' ἄν τις ἐν πλήθει καὶ περὶ ὦτα ἀτυχέστερος . οὔτοι πάντας οὐδ ' ὁ ἥλιος οἷός τ
5222810 ἀποβαλον
προάγεσθαι . ἕνεκα τούτου μοι δοκεῖ καὶ τὸ χωρίς , ἀποβαλὸν τὸ ς οὐ δεόντως , ἀναλόγως βεβαρύνθαι ἐν τῷ
τὸν αὐτὸν τόνον . ἀναγκαίως δὲ καὶ τὸ ἄναξ , ἀποβαλὸν τὸ ξ , τὸν αὐτὸν τόνον φυλάσσει . πολλαὶ
5220330 παρακειμενῳ
παραλήγοιτο ἔχουσα τὸ ρ , τρέπει αὐτὸ ἐν τῷ παθητικῷ παρακειμένῳ εἰς α , ὡς ἐν τῷ τέτραμμαι τέθραμμαι .
ΕΖ , ΒΓ , ΕΒ . ἔχομεν δὲ ἐν τῷ παρακειμένῳ τῷ λϚʹ θεωρήματι , ὅτι πασῶν τῶν διὰ τοῦ
5214169 παρυφισταμενῳ
ἀποκρουσθῇ ζωπύρου ἕτι τῆς ζωτικῆς δυνάμεως ὄντος , συνανακραθεὶς τῷ παρυφισταμένῳ τοῦτο χρώσῃ . Μέτριος μὲν ὢν φαιά τε καὶ
τοῦ χρώματος τῶν ἐνδεχομένων συμπλακῆναι τῇ τε συστάσει καὶ τῷ παρυφισταμένῳ : τὰ γὰρ τοιαῦτα δηλοῦσιν ὑπερβολὴν καὶ ἔλλειψιν ,
5209982 παραληγεται
: εἶτα κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν τιθῶ καὶ ἐξ αὐτοῦ τίθημι , παραλήγεται δὲ τῷ η , διότι ἡ πρώτη συζυγία τῶν
α : τὰ δὲ ἔχοντα τὸ λ βραχεῖ τῷ α παραλήγεται , γελῶ γελάσω : τιλῶ τιλάσω καὶ τιλήσω καὶ
5199129 ὑποπιπτει
ὁ καθόλου τόδε τι σημανεῖ , εἴγε τῇ αἰσθήσει μὴ ὑποπίπτει ἀσώματος ὢν καὶ πλῆθος μᾶλλον πεποιωμένον † δηλοῦν †
συμμέτρων ὑγρῶν ἀποκριθέντων τῷ δακτύλῳ τῆς μαίας συνεχὴς ὑμὴν ἀκμὴν ὑποπίπτει , διαιρεθέντος δὲ τούτου πολλῶν ὑγρῶν ἀποκριθέντων ἀκολουθεῖ καὶ
5174382 παραληγοιτο
εἰς ΓΩ ὑπερδισύλλαβα μὴ παρ ' ὄνομα σύνθετα , εἰ παραλήγοιτο φύσει μακρᾷ , βαρύνεται : [ ἐπείγω ] ἀρήγω
λυῶ λυήσω : εἰ δὲ τῷ ε ἢ τῷ ι παραλήγοιτο , διὰ τοῦ α μακροῦ ποιεῖ τὸν μέλλοντα ,
5155032 γραμματικῳ
οὐ γὰρ γίνεται κατὰ χρόνον ὁριζομένη ἡ τὸ περιπατεῖν παντὶ γραμματικῷ τιθεῖσα : οὐ γὰρ ἀναιρεῖται ὑπὸ τῆς συντασσομένης αὐτῇ
, καὶ παρὰ ταῦτα οὐδὲν ἐνδέχεται ποιεῖν , ἀδύνατος τῷ γραμματικῷ ὁ μερισμός . Οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἡ κατὰ
5144277 ἐγκειται
τὸ ἐσθίειν γῆν , ἤτοι πηλόν , ὅσοις ὀξώδης χυμὸς ἔγκειται . ἀπό τινος οὖν συμπτώματος ἢ μελαγχολικοῦ χυμοῦ ἢ
, ὡς ὑπ ' εὐφορίας ἀεὶ κακῶν βρίθειν . „ ἔγκειται „ γάρ φησι Μωυσῆς ” ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου
5131469 ἐπλεονασε
, ἔφη , μὴ γὰρ εἰδέναι πῶς ἔχει παιδείας : ἐπλεόνασε γὰρ οὐ μόνον πρὸς τὴν ἐρώτησιν ἀποκρινόμενος , ἀλλὰ
, καὶ τροπῇ τοῦ ε εἰς α , φαρέτρα . ἐπλεόνασε τὸ ε . φάρτρα γὰρ ὤφειλεν εἶναι ἰσοσυλλάβως τῷ
5127397 ἐνεργητικον
Ἑνικά . Ἐτετύπειν : ὥσπερ ὁ ἐνεργητικὸς παρακείμενος ποιεῖ τὸν ἐνεργητικὸν ὑπερσυντέλικον , οὕτω καὶ ὁ μέσος παρακείμενος τὸν μέσον
καὶ τοῦτον ἐπ ' ἀμφοτέρων λέγεσθαι . Ἔχεις δεύτερον ἀόριστον ἐνεργητικὸν τὸ ἔτυπον , καὶ δεύτερον ἀόριστον παθητικὸν τὸ ἐτύπην
5124806 κανονι
τὰς δύο καταφάσεις , ἐπεὶ ἄτοπον ἕψε - ται τῷ κανόνι τῷ φάσκοντι μίαν μιᾶς ἀπόφασιν εἶναι εἴπερ δύο ἀποφάσεις
καιρὸς νῦν ἐπεξιέναι εἰρηκότι πρότερον ἐν τῷ περὶ τῶν οὔρων κανόνι οὐ μόνον περὶ συμμέτρου καὶ κατὰ φύσιν χρώματος ,
5121893 ἀποδεικνυντι
, πρόδηλον ἔσται καὶ τὸ εἶναι θεόν , συγκαταλαμβανόμενον τῷ ἀποδεικνύντι αὐτὸ προδήλῳ ὄντι . οὔκ ἐστι δὲ πρόδηλον ,
ἐστι καθεστηκυῖα καὶ ἠθική , διηγουμένῳ δὲ πιθανὴ κἀπερίεργος , ἀποδεικνύντι δὲ στρογγύλη καὶ πυκνή , αὔξοντι δὲ καὶ παθαινομένῳ
5115198 πηχυς
προσαγορεύουσι καὶ μετροῦσι τὰ νάματα , καὶ πανήγυρις αὐτοῖς ὁ πῆχυς γίνεται . . . Δεινὸς χρηματιστὴς ἐκ τῆς κατὰ
γενικῆς στάχυος , βότρυος , κέγχρυος πλὴν τῶν δύο τούτων πῆχυς πήχεως , καὶ πέλεκυς πελέκεως . ταῦτα γὰρ μόνα
5114041 ἐπεκτεινεται
πορθμὸν ἐντὸς , στάδιοι δισχιλίοι . Μετὰ δὲ ταῦτα , ἐπεκτείνεται τοὔνομα καὶ τὸ τῆς Ἰταλίας , καὶ τὸ τῶν
Προποντίδος πρὸς τὰ νότια πολλὰ καὶ ἄπειρα τῆς Ἀσίας ἔθνη ἐπεκτείνεται , μέγιστος γὰρ τῆς ἠπείρου , ὃ ἔστι τῆς
5113845 ὀρρωδει
αἷμα γὰρ οἷον οὗτος διαφθαρέν , πάντως ἂν ἑνωθεὶς τῷ ὀρρώδει χυμῷ τότε αὐτοῦ χρῶμα ἀλλοιώσει μεταβαλὼν πρὸς τὸ σφέτερον
ἔχειν . τῆς δὲ ἀφωρισμένης ἡμέρας παρούσης ἡ Παλλήνη πάνυ ὀρρώδει περὶ αὐτοῦ . καὶ σημῆναι μὲν οὐκ ἐτόλμα τινὶ
5097854 αἰσθητικῳ
τὸ αἰσθανόμενον , μέγεθος ἔχει : οὐ μέντοι τό γε αἰσθητικῷ εἶναι οὐδ ' ἡ αἴσθησις μέγεθός ἐστιν , ἀλλὰ
δὲ οὐρανὸν περιπολεῖ ἄλλοτε ἐν ἄλλοις εἴδεσιν , ἢ ἐν αἰσθητικῷ εἴδει ἢ ἐν λογικῷ ἢ ἐν αὐτῷ τῷ φυτικῷ
5091940 ῥηματι
ὀνομάζων , ἐς δὲ ξενίαν τῆς πόλεως ἰγκουϊλῖνον , ᾧ ῥήματι καλοῦσι τοὺς ἐνοικοῦντας ἐν ἀλλοτρίαις οἰκίαις . αὐτὸς δὲ
ῥήματος οὐ τοῦτο . εἶτα προστίθησι καὶ τὰ παρεπόμενα τῷ ῥήματι , ὅτι τὸ ῥῆμα σύμβολόν ἐστιν καὶ σημαντικὸν τῶν
5091519 ὁλοκληρος
. ἀρτίκολλον : ὁλόκληρον . κόλλος γὰρ ὁ συντετελεσμένος καὶ ὁλόκληρος λόγος . ἢ ἀρτίκολλον τὸ ἄρτι κολληθὲν καὶ συντεθέν
, ὅτε καὶ εἰς τὸ ξύννομον ἄστρον ἀνάγεται ὑγιὴς καὶ ὁλόκληρος γενόμενος : ὑγιὴς μὲν τῇ τῶν παθῶν ὡς νοσημάτων
5080716 ἀναγνωσις
ὡς ὅτε δῖον Ἐρευθαλίωνα κατέκταν „ . ἡ μέντοι κοινὴ ἀνάγνωσις ἡ κατὰ συστολὴν ἀφορμὴν ἔσχε τὴν τῆς ἀποκοπῆς ὁμοίως
περὶ τοὺς λόγους ὁρμῆς , εἴ σοι τοὺς πόνους ἐπιστολῆς ἀνάγνωσις ἐπεκούφισε ; τοὺς μὲν γὰρ ἄλλους ἐπὶ τοῖς μήκεσι
5077453 χορειος
ἀνάπαιστος ὡς καὶ ἐνταῦθα τὸ πρύμνῃ πόλεως , ἀλλὰ καὶ χορεῖος . οἴακα νωμῶν : κυβερνήτης ὢν τῶν τῆς πόλεως
ἕκτῃ ἢ τροχαῖος ἢ σπονδεῖος ἢ δάκτυλος ἢ ἀνάπαιστος ἢ χορεῖος , ἐν δὲ τῇ πρώτῃ καὶ τρίτῃ καὶ πέμπτῃ
5062943 διωρισμενῳ
καὶ οὐκ ἐκ παντὶ ποσῷ : οὐ γὰρ ἐν τῷ διωρισμένῳ , ἀλλ ' ἐν τῷ συνεχεῖ , καὶ ἐν
διωρισμένον εἶδος τοῦ ποσοῦ , δεύτερον δὲ τὸ ἀντικείμενον τῷ διωρισμένῳ , ὅ ἐστι συνεχές , τοῦτ ' ἔστι γραμμή
5061718 παραληγομενα
διὰ τὸ σπλεκῶ . Τὰ εἰς ΚΩ δισύλλαβα τῷ Η παραληγόμενα ἀπὸ συμφώνου ἀρχόμενα βαρύνεται , ἀπὸ δὲ ἡμιφώνου περισπῶνται
προσηγορικὰ ὀξύνονται , κατ ' οὐσίας κείμενα Α ἢ Ο παραληγόμενα : ῥανίς χλανίς σανίς ὀνίς κονίς κόνις δὲ τὸ
5060340 ἐκτεταμενῳ
ἀπὸ τοῦ ἴος ἴου . Τὰ εἰς ΩΝ συγκριτικὰ οὐδέποτε ἐκτεταμένῳ διχρόνῳ παραλήγεται : βράσσων ἐλάσσων θάσσων σεσημείωται , ὅτι
βόρβορος . Τὰ εἰς ΡΟΣ ὑπερδισύλλαβα παραληγόμενα Α συνεσταλμένῳ ἢ ἐκτεταμένῳ τριγενῆ ὄντα ὀξύνεται , εἰ μὴ δεδιπλασίασται ἐν τῇ
5058061 βραχιων
πλείων ἢ κάτω . Ὁ δὲ ὦμος , καὶ ὁ βραχίων , καὶ τὰ προσηρτημένα τούτοισιν εὐαπόλυτά ἐστιν ἀπὸ τῶν
τοῦ βραχίονος ἐς τὸ ἔξω καμπύλον . Ὁμιλέει δὲ ὁ βραχίων τῷ κοίλῳ τῆς ὠμοπλάτης πλάγιος , ὅταν παρὰ τὰς
5048516 ὁριστικῳ
τοῦ ἐπείγητον συνεσταλμένως . : ἡ διπλῆ ὅτι τῷ ἐπείγετον ὁριστικῷ ἀντὶ ὑποτακτικοῦ τοῦ ἐπείγητον . . , . .
τὰ ἐγκλήματα καὶ εἰς τοὺς ἔξωθεν ἐμφαινομένους , τῷ δὲ ὁριστικῷ , ἡνίκα τὴν διήγησιν ὁρίζεται λέγων διήγησιν εἶναι παντὸς
5046248 συναιρεσις
δὲ τοῦτο , ἀλλὰ πεπερασμένον , οὕτω τοίνυν κἀνθάδε ἡ συναίρεσις τοῦ πλάτους , εἰς ἐλάχιστον πλάτος καταληγούσης τῆς διανοίας
ἀλλοίωσις ἐγένετο τῶν φωνηέντων , δηλονότι κρᾶσίς ἐστιν καὶ οὐ συναίρεσις . Καὶ ἄξιόν ἐστι ζητῆσαι , εἰ ἄρα ἐν
5044615 τοπικον
ἐκ προηγησαμένης τινὸς φλεγμονῆς ἐνίοτε γιγνομένη , ποτὲ δὲ καὶ τοπικὸν ἕλκος ὑπερσαρκῶσαν οὕτως ὠνομάσθη ἀπὸ τῆς παρεπομένης δυσκινησίας καὶ
εὐθείας φερομένων . Τῆμος ἐπὶ ζέφυρον ] Τῆμος δύναται καὶ τοπικὸν καὶ χρονικὸν , νῦν δὲ ἀντὶ τοῦ τοπικοῦ .
5041020 στηθει
προσήρτηται , τοῖς γε μὴν ἄλλοις ζῴοις ἐν μέσῳ τῷ στήθει προσπέπλασται . γαμψώνυχον δὲ ἄρα οὐδὲ ἓν οὔτε πίνει
θέσει βεβηκότα ἔν τε τοῖς ὀφθαλμοῖς τοῦ Σκορπίου καὶ τῷ στήθει . τῇ δὲ ἀριστερᾷ μόνον κνήμῃ βέβηκεν ἀποτεταμένῃ ,
5038507 οὐδετερῳ
ὀψοποιοὺς ἀνέπειθον ἐμβαλεῖν δηλητήρια φάρμακα . οὐ ῥᾳδίως δὲ αὐτῶν οὐδετέρῳ προεχώρει , ἐπειδὴ μετὰ πολλῆς ἐπιμελείας καὶ φρουρᾶς διῃτῶντο
ἐνεῖναι ὑπαινιττό - μενος , ἀλλ ' ὅμως δύο ποιήσας οὐδετέρῳ χρῆται ἐν ταῖς ἀρχαῖς : οὔτε τὸ κατὰ διαίρεσιν
5035341 Ἐρασμονιδη
ὁμοίη . ὠμολίνοις κόμη βρύους ' , ἀτιμίας πλέως . Ἐρασμονίδη Βάθιππε τῶν ἀωρολείων . ὃς οὐκ ἔδωκ ' αἰτοῦντι
ἰαμβοποιὸν Ἀρχίλοχον . Κρατῖνος δὲ ὅταν λέγῃ ἐν τοῖς Ἀρχιλόχοις Ἐρασμονίδη Βάθιππε τῶν ἀωρολείων , τοῦτο τὸ μέτρον ἀγνοεῖ ὅτι
5020414 διεζευγμενῳ
ἐπιφορά . δοθέντος ἄρα τοῦ εἶναι ἀπόδειξιν ἀληθοῦς ἐν τῷ διεζευγμένῳ , ἀκολουθήσει ἡ τοῦ λόγου ἐπιφορά . ὁ δὲ
ἀναποδείκτου . ἤτοι γὰρ πρόδηλόν ἐστιν , ὅτι ἐν τῷ διεζευγμένῳ τὸ μὲν ἀληθές ἐστι τὸ δὲ ψεῦδος μετὰ μάχης
5019640 ἐπιφερομενης
σύμφωνον τῆς προηγουμένης λέξεως , καὶ χωρὶς τὸ φωνῆεν τῆς ἐπιφερομένης , οἷον ὑπὲρ Ἀπολλωνίου , σὺν Ἀπολλωνίῳ , πρὸς
τὸ δηλῶσαι , ὅτι πεπλήρωται ἡ στροφή , ἡ παράγραφος ἐπιφερομένης ἄλλης στροφῆς , ἐπεὶ καὶ ἐφ ' ἑκάστου κώλου
5015177 πεπλεονακεν
αὐτὸς πρῶτος ἐχρήσατο , ἀλλ ' ὅτι τῷ τοιούτῳ ἔθει πεπλεόνακεν . . . Υ . Τό κατ ' ἀμφοτέρων
εἰς Ἀχέροντα Πυριφλεγέθων τε ῥέουσι Κώκυτός τε . καὶ τούτῳ πεπλεόνακεν Ἀλκμάν , διὸ καὶ Ἀλκμανικὸν καλεῖται , οὐχ ὅτι
5012441 προσεοικε
. καὶ καλοῦσιν οὐ κυρίως αὐτό τινες ἀμφιβληστροειδῆ χιτῶνα : προσέοικε μὲν γὰρ ἀμφιβλήστρῳ τὸ σχῆμα , χιτὼν δ '
γάρ τοι προφαινόμενα δύο τῆς ἐλεφάντων γένυος , ἃ δὴ προσέοικε χαυλιόδουσιν εἰς ὕψος ἀνανεύοντα , πολλοὶ μὲν ἐσφαλμέναις ὑπονοίαις
5010486 παροξυνεται
πενία ξενία . Τὰ διὰ τοῦ ΙΑ παρὰ μελλόντων γενόμενα παροξύνεται : ὀρέξω ἀνορεξία πέψω ἀπεψία προδώσω προδοσία . Τὰ
: Μύσκελλος Μάρκελλος Κύριλλος Σόφιλλος δόριλλος . τὸ δὲ ὀπτίλλος παροξύνεται . καὶ τὸ νεογιλλός ἔχει θηλυκόν . Τὰ διὰ
5006196 κοχλιᾳ
συλλαβῇ , οἷον τῷ Χρύσῃ , τῷ σοφῷ , τῷ κοχλίᾳ . Ἐν οἷς σὺν θεῷ καὶ ἡ πρᾶξις .
ἔλυσεν ἑαυτὸν εἰπὼν συνήθης γεγονυῖα τῇ κοινῇ διαλέκτῳ . Τῷ κοχλίᾳ : πᾶσα γενικὴ ἰσοσυλλάβως καὶ ἑξῆς . Φυλακτέον τὸ
5005244 περατι
μὲν δοκεῖ πρὸς τὰ ἐν τῷ Σοφιστῇ καὶ πρὸς τῷ πέρατι τοῦ πέμπτου τῆς Πολιτείας περὶ τοῦ μὴ εἶναι δοξαστὸν
γόνυ κνήμης ἔγγιον . προσομιλεῖ γὰρ ἀεὶ τὸ γόνυ τῷ πέρατι τῆς κνήμης καὶ σύνεστιν αὐτῷ φιλίως . εἰ δὴ
4996933 ὁριστῳ
ἐπιδεχόμενον , διὰ τῶν καθ ' ἕκαστα καὶ καθόλου τῷ ὁριστῷ τὸν ὁρισμὸν ὑπάρχειν δεικνύομεν , πρῶτον μὲν τοῦτο ἀδύνατον
μὲν γὰρ ἀληθεῖ ὁρισμῷ καὶ πάντα συνᾴδει τὰ προσόντα τῷ ὁριστῷ καὶ διὰ τοῦτο καὶ τἄλλα τὰ λεγόμενα περὶ αὐ
4973421 ἐχινῳ
πλεῖστος ἔλεγχός μοι , ταύτην οὐχ ηὗρον ἐνοῦσαν ἐν τῷ ἐχίνῳ . τότε μὲν δὴ τῷ κακῷ πληγεὶς οὐδὲν ἄλλ
ἔχει , ἀλλ ' ἀφίησιν ἐκ τοῦ μέσου ἄκανθαν ὁμοίαν ἐχίνῳ θαλασσίῳ ἢ κινάρᾳ : ἄνθη δὲ πορφυροειδῆ ὥσπερ τρίχας
4973387 προτακτικον
, οὐ δυνάμενον ἐν ἀρχῇ παραλαμβάνεσθαι , τό γε μὴν προτακτικόν , ἠθισμένον κατ ' ἀρχὰς λόγων παραλαμβάνεσθαι , οὐκ
τοῦ ω μεγάλου γράφονται , εἴτε ὑποτακτικὸν εἴη , εἴτε προτακτικόν : καὶ ἐπὶ μὲν τῆς δοτικῆς τῶν ἑνικῶν ἔχουσι
4972352 ἐνθυμηματι
αὐτῷ προβλήματι διπλῆ συγκριτικὴ ἐπίτασις περιττοτέραν δριμύτητα χαριζομένη αὐτῷ τῷ ἐνθυμήματι . Τὰ ἀπ ' ἀρχῆς ἄχρι τέλους ἔστι μὲν
. ἔνθα δὴ καὶ ὁ Ἀγησίλαος μικρῷ καιρίῳ δ ' ἐνθυμήματι ηὐδοκίμησε . τῶν γὰρ τῇ μόρᾳ φερόντων τὰ σιτία
4963024 λεγομενῳ
τοῖς καλοῖς τὰ χείρονα προσμιγνύντων : ἐν Κύκλωπος γὰρ δράματι λεγομένῳ οὕτω φησὶ πρὸς Ὀδυσσέα Πολύφημος . Αἲξ Σκυρία :
σοῦ . αὐδωμένῳ ] ἤγουν τῷ Πολυνείκει . αὐδωμένῳ ] λεγομένῳ . Ξ αὐδωμένῳ ] φημιζομένῳ . αὐδωμένῳ ] ὑβριζομένῳ
4961473 ἑνικη
ἐν τῷ Φίλων περιπατῶν ἢ περιπατεῖ , ἐπεὶ πάλιν εὐθεῖα ἑνικὴ συνεμπέπτωκε . πάλιν γὰρ προφανὴς ὁ λόγος ἐπὶ τῶν
. Σοφοκλῆς Κόλχοις . νεῷ σὺν τῷ ι , ἡ ἑνικὴ δοτική . Θεόπομπός φησιν ὁ δὲ ταῦρός ἐστιν [
4959157 ὀξυνεται
ἀλφός καὶ πολφός ἔχουσι τὸ Λ . τὰ δὲ ἐπίθετα ὀξύνεται : σοφός κυφός κωφός . τὸ δὲ κοῦφος προπερισπᾶται
ἀΐσσω ῥήματος . τὸ δὲ ἀϊκάς καὶ προπαροξύνεται [ καὶ ὀξύνεται : ἀπὸ μὲν γὰρ τοῦ ἀϊκή ὀξυτόνου ] ἀϊκάς
4954759 κογχη
λειόστρακον σωλὴν καὶ βάλανος , κοινὸν δ ' ἐξ ἀμφοῖν κόγχη . τὸ δ ' ἐντὸς τῆς πίνης Ἐπαίνετος ἐν
σταφυλὴ ὀξυτονητέον . πρὸς οὓς ῥητέον : ἰδοῦ κόγχος / κόγχη , φίλος / φίλη , μόνος / μόνη ,
4949451 νευρῳ
ἡ ψυχὴ χρῆται . ὅθεν καὶ εἴ τις ἔμφραξις ἐν νεύρῳ γένοιτο τοῦ πνεύματος κωλύουσα τὴν δίοδον , τὸ μὲν
καταρτιζομένου : ἡ μὲν γὰρ μία ἀγκύλη περιτίθεται τῷ πλατεῖ νεύρῳ ὄπισθεν τοῦ σφυροῦ , ἡ δ ' ἑτέρα ἀγκύλη
4948873 Ἀττικωτερον
γὰρ μετὰ ταλαιπωρίας γίγνεται ᾔδει : η γραπτέον ἐστίν , Ἀττικώτερον τουτὶ νόει κερδαλέον : ἐπωφελές . ἀνθρώπων νόμος :
πρόθεσις ὁλοκληροτέρα καὶ τὸ ἔσωΤὸ . ἄρα πόρρω ἐκτέταται ὡς Ἀττικώτερον , καθὸ καὶ τὸ προπέρυσι πρωπέρυσίν φασι , καὶ
4947172 παραληγομενου
μὴ ἀπὸ τρισυλλάβου οὐδετέρου γίνεται ἢ ἀπὸ δισυλλάβου τῷ η παραληγομένου , εὐγενής εὐσθενής εὐειδής εὐτελής : ἐντελέχης μέντοι καὶ
ἐστιν οὔτε ἀπὸ τρισυλλάβου οὐδετέρου σύνθετον οὔτε ἀπὸ δισυλλάβου οὐδετέρου παραληγομένου τῷ η ἐπιφερομένου ἀφώνου , δηλονότι ὤφειλεν ὀξύνεσθαι :
4938888 ἁπλῳ
ὑπ ' ἐμοῦ . . χειρωναξία ] βάναυσος τέχνη . ἁπλῷ λόγῳ ] ἐν ἀληθεῖ λόγῳ , ἢ ἐν συντόμῳ
γὰρ γίνεται ψυχόμενον . Καὶ τὸ βαλάνινον δὲ παραπληϲίωϲ τῷ ἁπλῷ ἀμυγδαλίνῳ γίνεται ἀπὸ τῶν ἐν ταῖϲ δρυϲὶ βαλάνων .

Back