γὰρ πλαττέσθω γλώσσῃ καλὰ ἔργα , πράξεως καὶ διανοίας ἀγαθῆς στερόμενος . Χρὴ δὲ καὶ πρὸς τοὺς ἄρχοντας εὔνοιαν διαφυλάττειν | ||
; πῶς δὲ ταῖς ἡδοναῖς χρήσεται γαστρὸς καὶ τῶν αἰσθητηρίων στερόμενος ; δεόντως οὖν ἑνὶ μὲν τῷ λογισμῷ διαλέγεται περὶ |
Οὐδεὶς ὑμῶν διὰ τὰς ἐμὰς ἡδονὰς κάκιον οἰκεῖ , οὐδὲ ἐστέρηται τῆς πατρίδος κατηγόρου τυχὼν ὅτ ' ἦσαν αἱ διαψηφίσεις | ||
καὶ γνώσεσθε δὲ αὐτίκα , ὡς οὐδὲ τῆς οἴκοθεν κινήσεως ἐστέρηται τὸ εἰς θεωρίαν προκείμενον ἄγαλμα , ἀλλὰ καὶ ὁμοῦ |
πένης οὐχ ὁ μηδὲν κεκτημένος , ἀλλ ' ὁ πολλῶν ἐφιέμενος : καὶ πλούσιος οὐχ ὁ πολλὰ περιβεβλημένος , ἀλλ | ||
μήποτ ' οὖν ἐστι τοιοῦτον , εἰ δύναταί | τις ἐφιέμενος τῆς ἐναίμου ζωῆς καὶ μεταποιούμενος ἔτι τῶν κατ ' |
διὰ τοῦτ ' αὐτὸν ψέγειν ὡς ἑνὸς τῶν βεβαίως καλῶν στερόμενον , καὶ τοὺς αὐτοὺς ὑμᾶς ἅμα μὲν μηδένα ποιεῖσθαι | ||
ἀλλὰ ἀοριστεῖν παρὰ τὴν ὕλην : εἴδους γὰρ καὶ μορφῆς στερόμενον τὸ τόδε τι ὕλη ἂν εἴη ἀόριστος καὶ ἄποσος |
ἀπὸ τῶν φαινομένων ἢ καὶ παρατρεχόντων σημείων τεκμάρσεως ἀκριβὴς ἦν ἐξεταστής . Ἱλάριος ὁ ἐκ Φρυγίας : ἐπὶ Ἰοβιανοῦ βασιλέως | ||
, προδεδομένα δὲ παρὰ τῆς αὐτῶν ἀμελείας . κριτής , ἐξεταστής . οὐκ ἐχόντων ] διὰ τὴν ἡμῶν ῥαθυμίαν . |
μετὰ δόλου ἔλαβεν , ἴσως ἂν εἴποι τις , οὐκ ἐπαινετός . Τί οὖν φησι : καὶ εὐλογημένος ἔστω ; | ||
ὁ δὲ ἐλεεινός : ὁ μὲν ἐπάρατος , ὁ δὲ ἐπαινετός : ὁ μὲν μοιχικός , ὁ δὲ νόμιμος . |
χαίρειν καὶ τοὺς ἀρχομένους , ἀλλ ' ὁ μὲν δόξης ἐπιθυμεῖ καὶ τοῦτ ' ἐζήλωκε , καὶ προῄρηται πράττων καὶ | ||
; Πάνυ γε , φάναι . Πότερον ἔχων αὐτὸ οὗ ἐπιθυμεῖ τε καὶ ἐρᾷ , εἶτα ἐπιθυμεῖ τε καὶ ἐρᾷ |
πρὸς ἀφροδισίων ἄτοπον , ἤτοι ἢ ἐπιθυμῶν συνουσιασθῆναι αὐτῷ , κρατήσει δὲ τῆς ἐπιθυμίας καὶ μὴ ἡττηθῇ , οὗτος ἐγκρατὴς | ||
τοῖς θνητοῖς τὸ ἀθάνατον , ὃ καὶ βλαστήσει ποτὲ καὶ κρατήσει καὶ τὸ ἔλαττον ἐκτρίψει καὶ πρὸς ἑαυτὸ μετασκευάσει καὶ |
καὶ ταράχου τοῦ περὶ σῶμα κατασταλτικὴ ὕπνου τε τοῖς ἠγρυπνηκόσι παρασκευαστική , καὶ ἐκ τῶν ἐναντίων ἐπιστροφῆς τε καὶ ἐγρηγόρσεως | ||
ὡς ὅρῳ περιλαβεῖν , ἔντευξις οὐκ ἐπὶ τῷ βελτίστῳ ἡδονῆς παρασκευαστική , ὁ δὲ ἄρεσκος ἀμέλει τοιοῦτός τις , οἷος |
παρ ' αὐτῶν τιμάς . καὶ ὁ μὲν δικαίως αὐτῶν καταφρονεῖ : δοξάζει γὰρ ἀληθῶς ὅτι κρείττων ἐστὶ τῶν ἄλλων | ||
Κυαξάρῃ : νῦν δὲ ὡς ᾔσθετο τοὺς πολεμίους ἐπιόντας , καταφρονεῖ καὶ οὔτε τὸ στράτευμα πέμπει ἡμῖν οὔτε τὸν δασμὸν |
τὸ γεννηθὲν μετὰ τὸ γεννῆσαν : κατὰ μέντοι τὴν ἐπιστροφὴν ὀρέγεται τὸ γεννηθὲν τοῦ γεννήσαντος , μένον αὐτὸ καὶ μένοντος | ||
τοῦ κακοῦ , ἀλλὰ πᾶς τοῦ ἀγαθοῦ ἐπιθυμεῖ καὶ τούτου ὀρέγεται καὶ τοῦτο διώκει . καὶ γὰρ καὶ οἱ τὸ |
ἀλλὰ καὶ ἐν ἑκάστῳ γνησίῳ αὐτοῦ λόγῳ , τοῦ πυρὸς φροντίζει , ὡς καὶ πάντες οἱ ἀρχαῖοι . Καὶ γὰρ | ||
οὖν καὶ ἀτημέλητος : ὃ γάρ τις μὴ εἴληφεν οὐδὲ φροντίζει , . , . * ? Ἄτη : σημαίνει |
ἀερόμυθος κόλαξ νωθὴς ἀπερίσκεπτος ἀπροόρατος ἀπρονόητος ὀλίγωρος ἀπαράσκευος ἀπειρόκαλος | πλημμελὴς σφαλλόμενος διαπίπτων ἀδιοίκητος ἀπροστασίαστος λίχνος ἀγόμενος διαρρέων εὐένδοτος δολιώτατος | ||
, φησίν , ἐν χρόνῳ , δῆλον ὅτι καὶ ἡ πλημμελὴς καὶ ἄτακτος κίνησις ἐν χρόνῳ . εἰ οὖν ἡ |
τίς δ ' ἐστὶν ὁ μετὰ † ταῦτα ταύτης † φροντίζων ; Μέτων ὁ Λευκονοιεύς . οἶδα , ὁ τὰς | ||
ὁμοτράπεζος συντράπεζος , ὁμόσιτος σύσσιτος , ὁμόδειπνος . ὁ δὲ φροντίζων τῆς ὑπηρεσίας ἁπάσης τραπεζοποιός . ἡ δ ' ὑπηρεσία |
δυσέφικτος ἐξώλης κακόνους ἀσύμμετρος ἀκαιρολόγος μακρήγορος ἀδολέσχης ἀερόμυθος κόλαξ νωθὴς ἀπερίσκεπτος ἀπροόρατος ἀπρονόητος ὀλίγωρος ἀπαράσκευος ἀπειρόκαλος | πλημμελὴς σφαλλόμενος διαπίπτων | ||
ὑπνώδης , μέθυσος , ἀκρατής , τοὺς καιροὺς παριείς , ἀπερίσκεπτος , ἀπροόρατος , ἀπρονόητος , ἄβουλος , κακόβουλος , |
μὲν ἀνυπόκριτος πρὸς τοὺς προήκοντας , πρὸς δὲ τοὺς ὁμήλικας ἄπλαστος ὁμοιότης καὶ φιλοφροσύνη , συνεπίτασις δὲ καὶ παρόρμησις πρὸς | ||
. . ἄπλαστος καὶ ἅμα αὐτοῖς ἐπιθέουσα σεμνότης ἡδεῖα καὶ ἄπλαστος αἰδὼς ἐπέστρεφεν ἱκανῶς τὸν φιλόσοφον καὶ ἤδη γνώριμον ἐποίει |
παμπόλλου πρόσεισι τὸ θηρίον ἐκεῖνο , καὶ τῶν μὲν ἄλλων ἀπέχεται , συλλαμβάνει δὲ τὸν τρώσαντα πρὸ ἐνιαυτοῦ , καὶ | ||
τιμωρία . Πείθεται Ψάμμις καὶ τὴν θεὸν προσεκύνει καὶ Ἀνθίας ἀπέχεται . Ἡ δὲ ἔτι παρὰ Ψάμμιδι ἦν φρουρουμένη , |
πεπρᾶσθαι . Ἐγώνγα καὐτός φαμι . Τίς δ ' οὕτως ἄνους ὃς ὑμέ κα πρίαιτο , φανερὰν ζαμίαν ; Ἀλλ | ||
τοιούτων πλευρῶν λέγεται , οὕτω καὶ ὁ ἄφρων καὶ ὁ ἄνους οὐ κατὰ στέρησιν φρενῶν καὶ νοῦ , ἀλλὰ τοιούτων |
δὲ πρόσεχε μή τι βλαβῇς ἐν τῇ ὁδῷ . πάντων μετασχὼν : : Τῶν κακῶν ὧν ἔχω μεταλαβών . : | ||
ὁ εἷς ἵππος μονάς ἐστι φυσική , ὅτι τῆς μαθηματικῆς μετασχὼν μονάδος ἓν λέγεται . μονὰς οὖν λέγεται , καθ |
φωνὴ μόνον ἀνωφελής , καὶ πρὸς ἔπαινον καὶ πρὸς ὀργὴν εὐχερής . τοῦτ ' ἔστι τὸ μετ ' ἐνδόξου προπηλακισμοῦ | ||
Θήβας χρυσαρμάτους καὶ εὐαρμάτους καὶ λευκίππους καὶ κυανάμπυκας : τέλεον εὐχερής τις ὤν . καὶ γὰρ καὶ ἄλλας πλείους λιπαρὰς |
περιπλάττωσι τοῖς χρηστοῖς λόγοις . οὐδέποθ ' ἑταίρα τοῦ καλῶς πεφρόντικεν , ἣ τὸ κακόηθες πρόσοδον εἴωθεν ποιεῖν . ἢ | ||
ἄλλοι ἐπτόηνται καὶ τοὺς ἐκείνων φόβους περὶ τῶν ἰδίων ἔργων πεφρόντικεν , ὅπου αὐτός ἐστιν : εἶτα ἐρῶ αὐτῷ εἰ |
πρὸς σέ ; μή τι καὶ δύναμις ἡ ταῖς φαντασίαις χρηστική ; καὶ τίς σε κωλύει ὀρέξει καὶ ἐκκλίσει χρῆσθαι | ||
ἔργα καὶ τὰ τέλη . οὗ τοίνυν ἡ κατασκευὴ μόνον χρηστική , τούτῳ χρῆσθαι ὁπωσοῦν ἀπαρκεῖ : οὗ δὲ καὶ |
οὕτως : ἀσθμαίνει , ὡς ἵππος πολεμιστὴς σάλπιγγος ἀκούων , ἐπιθυμῶν πολέμου , εἴργεται πρὸς τοῦ ἐπιβάτου . τὸ δὲ | ||
ἐγγύθι : ὑπάρχων . πότμου : θανάτου . Ἱμείρων : ἐπιθυμῶν . ἱέμενος : ἐπιθυμῶν , καὶ προθυμίαν ἔχων . |
, πλούσιος μὲν σφόδρα , ὡς κακόβιος δέ τις καὶ φιλοχρήματος καὶ σκνιφὸς κωμῳδεῖται , ὅστις ἕνεκα τῆς φειδωλίας οὐδένα | ||
, πάσας δὲ ἐν τῷ ὀργάνῳ , οὕτως καὶ ὁ φιλοχρήματος οὐδὲν τῶν πέλας ἕνεκα οἰκονομεῖ , ἕλκει δὲ ἐφ |
δικαιοσύνης . λέγεται τοίνυν ἄδικος ὅ τε παράνομος καὶ ὁ πλεονέκτης καὶ ὁ ἄνισος , ὥστε καὶ δίκαιος ἂν εἴη | ||
δὲ τὸ παράνομον καὶ τὸ ἄνισον . ἐπεὶ δὲ καὶ πλεονέκτης ἐστὶν ὁ ἄδικος , ἡ δὲ πλεονεξία περὶ τί |
ὅτι ὁ κατασχεθεὶς ἐκείνῃ τῇ θέᾳ τοῦ καλοῦ καὶ ἐκείνων ὀρεγόμενος , καὶ παίδων καὶ χρημάτων καὶ πάντων τῶν ἀνθρωπίνων | ||
καθάπερ τινὰς ποίμνας καὶ ἀγέλας , ὁ μὲν τῶν ἐκτὸς ὀρεγόμενος ἄργυρον , χρυσόν , ἐσθῆτας , πάντα ὅσα τοῦ |
ὅτι φιλεῖ καὶ εἴωθεν ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος ὅστις ἔμπορος καὶ μέτοχος καὶ συνήθης ἐστὶ κακῶν , πάντα δειμαίνειν καὶ φοβεῖσθαι | ||
ὤμοις ὑποκινούμενος καὶ ἅμα πράως κεκυφὼς μεγαλονοίας καὶ ἀνδρείας καλῶς μέτοχος . ὁ δὲ ἐν τοῖς ὤμοις ὑποκινούμενος , ὀρθὸς |
. . . . . . στρατεύειν ἐπὶ τὸν ποταμὸν ἐπάγοντος τὰ πέραν συμένῳ γεωργός τις τῶν ἀσήμων καὶ τῶν | ||
τῷ ἀντῳκοδομημένῳ τείχει προσάγοντας . Οὐ πολλαῖς δὲ ὕστερον ἡμέραις ἐπάγοντος αὖθις Ἀλεξάνδρου τὰς μηχανὰς τῷ πλινθίνῳ τῷ ἐντὸς τείχει |
οὐδείς , ὅτε τὸ πρῶτον ἐγένετο . οὐχὶ Λαῒς μὲν τελευτῶς ' ἀπέθανεν βινουμένη , Ἰσθμιὰς δὲ καὶ Νέαιρα κατασέσηπε | ||
, ὡς ἔοικεν . ἀλλὰ τοῦ ; [ ] ο τελευτῶς ' ἐνθαδὶ τὸ σὸν γένος [ ἔγραψεν ] . |
πόρνη ἡ κατωφερής . δοκεῖ δὲ ἡ τοῦ Νηλέως θυγάτηρ ἀσελγὴς γενέσθαι καὶ ὑπό τινος τῶν βαρβάρων φθαρῆναι . τῷ | ||
τὴν μητρυιὰν προσηυκαίρει κυνηγίαις . Ἀποτυχοῦσα δὲ τῆς προαιρέσεως ἡ ἀσελγὴς κατεψεύσατο τοῦ σώφρονος , ὡς βιάσασθαι αὐτὴν θελήσαντος . |
ἔστιν ὁ σκοπὸς τοῦ λόγου τοιοῦτος , ὅτι ὡς ὁ ὑγιαίνων ἢ εὐεκτῶν οὐκ ἂν δεηθῇ εἰδέναι ἰατρικὴν πρὸς τὸ | ||
ὀλίγον ἔμπροσθεν . οὕτως ἀποκρινῇ ; Τίς γὰρ ἀποκρινόμενος ἄλλως ὑγιαίνων ἄν ποτε φανείη ; Σχεδὸν οὐδ ' ὁστισοῦν : |
: ἢ ταῦτα μὲν οἱ εἴλωτες αὐτῷ ἔχουσιν καὶ ὁ ἀνδραποδώδης ὅμιλος καὶ οἱ περίοικοι Λακεδαιμονίων , τὸ δὲ καθαρῶς | ||
ἀνδραποδίσασθαι καὶ ἀνδραποδισάμενος , καὶ ἀνδραποδίσαντες παρὰ Θουκυδίδῃ , καὶ ἀνδραποδώδης παρὰ Ξενοφῶντι , καὶ ἀνδραποδωδῶς παρὰ Πλάτωνι , καὶ |
τῶν ἀδυνάτων . Ἄχρι κόρου : ὅτι ἄχρι κόρου ἐκεῖνος ἀναίσθητός ἐστι : καί : οὗτος ἄχρι κόρου φενακίζει . | ||
. ὁ δὲ θεὸς οὐχ , ὥσπερ ἐνίοις δόξει , ἀναίσθητός ἐστι καὶ ἀνόητος : ὑπὸ γὰρ δεισιδαιμονίας βλασφημοῦσι : |
θανεῖν ἀκλεές . εἴπερ κακὸν φέροι : εἰ ὅλως τις ἀτυχεῖ , καλὸν τὸ δίχα αἰσχύνης . εἴπερ ὅλως τις | ||
: τὴν γὰρ τοιαύτην δίκην ἡ νικηθεῖσα μὲν ἀδικεῖ , ἀτυχεῖ δὲ ὁ νικήσας . Παραιτοῦμαι δὲ συγγνώμην ἔχειν μοι |
δυτικῶν ἐπὶ τὴν ἀνατολὴν φερομένης . Καὶ οὕτως περιπίπτουσα αὐτῇ στέρεται τῶν ἀπὸ τοῦ ἡλίου αὐγῶν , ὥσπερ καὶ ἡμεῖς | ||
: καὶ αἱμυλία ἀσινότης ἐπίχαρις . χήτει . ἀπορεῖ , στέρεται . ἔνδεια , σπάνη . ἥλικα γὰρ κτλ . |
' ἑνὸς μ γράφεται : ἄμαθος γὰρ λέγεται παρὰ τὸ ἀμαθὴς * καὶ * ἀμέτρητος εἶναι καὶ ἐν συγκοπῇ ἄμος | ||
καὶ οὐκ εὐτελὴς ὤν , ἠλίθιος δὲ μᾶλλον , οἷον ἀμαθὴς καὶ ἀνόητος , ὃς εἰ παιδευθείη καλὸς ἂν εἴη |
προσμονῇ . τόλμαν : τὴν τοῦ Βρασίδου ἀνεπιστημοσύνης : σημείωσαι ἀνεπιστημοσύνη ʃ τοῦ Κλέωνος καθημένους : ἐνήλλαξεν , ἀντὶ τοῦ | ||
ὑπέμενεν , εἴπερ ἀψευδῶς ἐγίνωσκεν αὐτόν : ἀλλ ' ἡ ἀνεπιστημοσύνη τοῦ ἑνὸς τὴν ἐπὶ πολλοῖς ὡς ὑπάρχουσι , πρὸς |
μηδὲν αὐτὸ προσδεῖται , ἓν δὲ καθαρῶς ὂν πᾶσιν ἑνώσεως μεταδίδωσιν , ἧς ἄνευ συστῆναι τὴν ἀρχὴν ἢ συστάντα διαμένειν | ||
: τὸ γὰρ γένος καὶ τῷ εἴδει καὶ τῷ ἀτόμῳ μεταδίδωσιν ὀνόματος καὶ πράγματος καὶ τὸ εἶδος ὁμοίως τοῖς ἀτόμοις |
τοῦ Διὸς μαλακισθήσομαι καὶ θηλύνους γενήσομαι , ἤτοι θῆλυς καὶ ἄνανδρος τὸν νοῦν , καὶ παρακαλέσω τὸν ἐμοὶ μεγάλως μισούμενον | ||
τὰ γυναικῶν πράττειν . ἀποτῆξαι λιμῷ : οἷον ἀποκτεῖναι . ἄνανδρος γυνή : ἡ μὴ ἔχουσα ἄνδρα . ἁπλούστατος : |
ἁρπαγαί , ψευδομαρτυρίαι , ὑποκρίσεις , διπλοκαρδία , δόλος , ὑπερηφανία , κακία , αὐθάδεια , πλεονεξία , αἰσχρολογία , | ||
, τὸ πληγῆναι πολλάκις , εἰς δὲ τὴν τύχην αὐτὴν ὑπερηφανία , βαρύτης , μικρολογία . ἀδικώτατά μοι δοκοῦσιν ἐγκαλεῖν |
, μὴ πορεύεσθαι δόλῳ ἐν τῷ ἔθνει : ψυχῆς γὰρ ἀνελευθέρου καὶ σφόδρα δουλοπρεποῦς ἐπίβουλα ἤθη συσκιαζούσης ὑποκρίσει τὸ ἔργον | ||
ἄσωτος οὐκ ἀφυὴς οὐδ ' ἀνίατος ἀλλὰ μακρῷ ἀμείνων τοῦ ἀνελευθέρου καὶ δι ' ἃ προστίθησι , τῷ τε περὶ |
φοβεῖσθαι . Ἀδίκοις φίλοισιν ἢ κακοῖς μὴ συμπλέκου . Ἀνὴρ ἄβουλος ἡδοναῖς θηρεύεται . Ἄλυπον ἄξεις τὸν βίον χωρὶς γάμου | ||
τοὺς καιροὺς παριείς , ἀπερίσκεπτος , ἀπροόρατος , ἀπρονόητος , ἄβουλος , κακόβουλος , ἄπορος γνώμης , ἀπρόοπτος , ἀμήχανος |
βίου κατασκευάζειν . βραχύ μοι στόμα πάντ ' ἀναγήσασθαι : ἥττηταί μοι , φησί , τῶν Ἀργείων ἀνδραγαθημάτων ὁ λόγος | ||
βίου κατασκευάζειν . βραχύ μοι στόμα πάντ ' ἀναγήσασθαι : ἥττηταί μοι , φησί , τῶν Ἀργείων ἀνδραγαθημάτων ὁ λόγος |
ἄν τις ἐκ τούτων εὐπορήσειεν , νοσώδης , ἐπίνοσος , ἄρρωστος , ἀσθενής . ἕτερα δ ' εἰς ταὐτὸν φέροντα | ||
ἀσελγής , ἀκόλαστος , ἄνανδρος , θρασύς , δειλός , ἄρρωστος , ἄδικος , ἀνόσιος , ἀγνώμων , ἀνεπιεικής , |
λεόντων συγκρίσει λύκος γίνῃ . ” Λέων τις ἐβασίλευεν οὐχὶ θυμώδης οὐδ ' ὠμὸς οὐδὲ πάντα τῇ βίῃ χαίρων , | ||
μέν ἐστιν ἀγνώμων , ἄρκτος δὲ νωθής , πάρδαλις δὲ θυμώδης , τίγρις δ ' ἀλαζὼν καὶ τὸ πᾶν ἐρημαίη |
, ὦναξ , παῖδα τὸν σόν , εἰ νέας τροφῆς στερηθεὶς σοῦ διοίσεται μόνος ὑπ ' ὀρφανιστῶν μὴ φίλων , | ||
πάντων ἐνδεοῦς οὔσης , πατρίδος δὲ τοιαύτης ἐπ ' αἰσχίσταις στερηθεὶς αἰτίαις , πολλὰς μὲν ναυμαχίας ὑπὲρ αὐτῆς νεναυμαχηκώς , |
καὶ ὅπλον τοῦ σοφοῦ ἡ φρόνησις . ἴσθι ὡς οὐδεμία προσποίησις πολλῷ χρόνῳ λανθάνει . ἴσθι ὅτι οὐ μόνον τὸ | ||
δὲ τὰ ἄκρα τῆς ἀληθείας ἡ μὲν ἐπὶ τὸ μεῖζον προσποίησις ἀλαζονεία καὶ ὁ ἔχων αὐτὴν ἀλαζών , ἡ δὲ |
φθόγγων καὶ καθ ' ἕνα πύθῃ σεαυτοῦ , εἰ τούτου ἥττων εἶ : διατραπήσῃ γάρ : ἐπὶ δὲ ὀρχήσεως τὸ | ||
ἀπὸ βαλβίδων περὶ τῆς ἀρχῆς ἀποδείξω τῆς ἡμετέρας ὡς οὐδεμιᾶς ἥττων ἐστὶν βασιλείας . τί γὰρ εὔδαιμον καὶ μακαριστὸν μᾶλλον |
μέρει τινὶ ἔβλαψαν τὴν πόλιν , ἐγὼ δὲ τοῖς ἅπασι φανοῦμαι , εἶτα ἡ ἀντίθεσις ἐν τοῖς πράγμασιν . Ἄλλο | ||
τε χρήιζους ' : εἰ δὲ μὴ βουλήσομαι , κακὴ φανοῦμαι καὶ φιλόψυχος γυνή . τί γάρ με δεῖ ζῆν |
γενόμενος , τῆς πόλεως λόγον περί τινος προτιθείσης , οὐκ ἀφέξεται τοῦ συμβουλεύειν , εὔδηλον ἐξ ὧν ἐπιτηδεύει : δοκεῖ | ||
τὸ νομιζόμενον καὶ τὸ θεῖον δεδιὼς ἁγνεύει τε ἑαυτὸν καὶ ἀφέξεται ὧν εἴρηται ἐν τῷ νόμῳ , ἐλπίζων οὕτως ἂν |
] παύσομαι ποτέ ] ἐπαινῶν προθυμίας ] τῆς ὑπὲρ ἐμοῦ ἐλλείπεις ] καταλιμπάνεις ἀτὰρ ] δὲ μάτην ] οὐ γὰρ | ||
ς ' ἐπαινῶ κοὐδαμῇ λήξω ποτέ : προθυμίας γὰρ οὐδὲν ἐλλείπεις . ἀτὰρ μηδὲν πόνει : μάτην γὰρ οὐδὲν ὠφελῶν |
ὁ μὴ λυπούμενος ἐπὶ τῇ τῶν αὐτῶν τούτων παρουσίᾳ , ἀκόλαστος δὲ ὁ ἐπὶ ἀπουσίᾳ τινῶν λυπούμενος , σώφρων δὲ | ||
εἶναι : ὁ γὰρ ἀμεταμέλητος ἀνίατος : τοιοῦτος δὲ ὁ ἀκόλαστος : ὁ δὲ ἔλαττον τοῦ δέοντος τὰ τοιαῦτα ζητῶν |
πατράσιν οὖσιν ὑπὸ τῶν παίδων ἡττωμένοις . τῆς γὰρ ὑμετέρας μεθέξουσιν ἀρετῆς κατὰ τὴν αὑτῶν ἐλαττούμενοι . πῶς οὖν οὐκ | ||
κοινὴν δὲ ποιεῖν τὴν βοήθειαν ἅπασιν , ἧς ἐξ ἴσου μεθέξουσιν οἱ πονηροὶ τοῖς χρηστοῖς , καὶ μὴ ἐκ τῶν |
οὗ τὴν ἀπουσίαν καὶ παρουσίαν ὁ † βίος τὴν αὐτὴν ἡγήσεται . Ἀλλὰ μὴν καὶ τῶν τοιούτων ἥψατο Πυθαγόρας : | ||
βλάβη περὶ τὴν πρᾶξιν αὐτοῦ καὶ τὰ χρηματικά . οὐχ ἡγήσεται δὲ βλάβην τὴν βλάβην ὡς δευτέρου ταύτην θεραπευσόμενος διὰ |
δὴ σώματος φύσιν ὁρᾶν δεῖ πρὸς τὸ ζῆν οἵας ψυχῆς προσδεῖται , καὶ ὅ τι δεῖ τῆς ψυχῆς πανταχοῦ τῷ | ||
πρὸς τὴν χρείαν . Ὁ δὲ Δημήτριος εἶπεν : Ἑρμηνείας προσδεῖται : χαρακτῆρσι γὰρ ἰδίοις κατὰ τὴν Ἰουδαίαν χρῶνται , |
] θαρρεῖ οιθ . , θάρρος εἶχεν . ἀκόλαστος ] ἀκρατής , τολμηρός , ἀκράτητος . , ἀναίσχυντος , ἀναιδής | ||
ὁ κυρίως ἀκρατὴς ἀλλὰ περὶ τὰ ἀφροδίσια καταγίνεται ὁ κυρίως ἀκρατής , περὶ ἃ καταγίνεται καὶ ὁ ἀκόλαστος . οὔτε |
τὴν διάνοιαν ἑλκοῦσθαι διὰ τὸν ἄληκτον ἐπὶ τῷ υἱωνῷ φόβον ἐξιώμενος . εὔνουν γὰρ καὶ πειθαρχικὸν ἀπέφαινε τὸν Γάιον καὶ | ||
λευκὴν διήμης ' Ἰφιγόνης παρηίδα . κεἰ μὲν πόλεως ἅλωσιν ἐξιώμενος ἢ δῶμ ' ὀνήσων τἄλλα τ ' ἐκσώιζων τέκνα |
τις αὐχμῶν ἢ ῥυπῶν , κονιορτὸς ἀναπέφηνεν : ὄπισθεν ἀκολουθεῖ κόλαξ τῳ , λέμβος ἐπικέκληται : τὰ πόλλ ' ἄδειπνος | ||
οὐ τὰ σώφρονα συμπόσια συνάγουσι : τοῖς δ ' ὁ κόλαξ πάμπρωτος ὑφαίνειν ἤρχετο μῶκον . ἔτι δὲ ὁ μὲν |
, ὅπερ μέγιστόν ἐστι τοῖς ἀνθρώποις ἀγαθόν , αὐτὸς αὑτὸν ἀποστεροίη . Καὶ οὐδεὶς ἂν τολμήσειεν οὔτε τὴν δίκην τὴν | ||
τοῦτ ' ἔδεισα , μή τις αὐτὸν τῶν ῥητόρων μὲν ἀποστεροίη , τιθείη δὲ τῶν στρατηγῶν . νῦν δὲ ἀκριβῶς |
, ἀλλ ' οὐ πολὺ πνεῦμα , καὶ διὰ τοῦτο κακίζεται . Ἀλλὰ μή τις ἐκ διαλεκτικῆς θεωρίας εἴπῃ ὅτι | ||
ἄλλο ἐνέργεια τοῦ αἰσχροῦ . καὶ τὸ μὲν τῇ παραλείψει κακίζεται , τὸ δὲ τῇ παραδοχῇ . οἷον εὔχεσθαι δεῖ |
γιγνόμενον ἐς ἅπαντα . “ Ὧν ἴσως ὑμεῖς οὐκ ἀκριβῶς ᾐσθάνεσθε , ἀλλὰ μόνην αὐτοῦ τὴν ἐν τοῖς πολέμοις ἀρετὴν | ||
τοῦ πατρὸς ἑαυτοῦ προθυμίας καὶ βοηθείας , ἧς ἐπιγιγνομένης καλῶς ᾐσθάνεσθε , αἰσχρὸν δὲ παρελθούσης ἐπιλαθέσθαι . προφέρει δὲ συνθήκας |
πόντου εἴη : ἄπορον γὰρ ἐγίγνετο περιορμεῖν , τοῖς δὲ ἀφειδὴς ὁ κατάπλους καθειστήκει : ἐπώκελλον γὰρ τὰ πλοῖα τετιμημένα | ||
κρείσσων εἴη πρὸς ἃ πάντες διαφθείρονται , καὶ τῆς ψυχῆς ἀφειδὴς ἐπὶ τοῖς δικαίοις ἐσπουδακὼς καὶ τὴν ἀρετὴν μεταδιώκων : |
γὰρ μεθ ' ἡμᾶς ὑποδέξεται ξένον , τίς ἐλεεῖν δυστυχοῦντας ἀνέξεται , πρόδηλον ἔχων ἐκ τῆς εὐσεβείας τὸν κίνδυνον ; | ||
παῖδά μου κτενεῖτε ; κἆιτα πῶς πατὴρ τέκνου θανόντος ῥαιδίως ἀνέξεται ; οὐχ ὧδ ' ἄνανδρον αὐτὸν ἡ Τροία καλεῖ |
οἰκειότατον δὲ κακίας ὄνομα σύγχυσις : οὗ πίστις ἐναργὴς πᾶς ἄφρων , λόγοις καὶ βουλαῖς καὶ πράξεσιν ἀδοκίμοις καὶ πεφορημέναις | ||
, φθονεῖς , ταράσσῃ , μεταβάλλῃ : διὰ ταῦτα ὁμολογεῖς ἄφρων εἶναι . ἐν δὲ τῷ φιλεῖν οὐ μεταβάλλῃ ; |
ποτὲ διὰ νόσον ἢ τοιοῦτό τι δεήσεται , ἐπὶ μικρὸν δεήσεται . ἡδὺς γὰρ ὢν ὁ βίος αὐτοῦ , οὐδὲν | ||
ποιεῖ , οὐ στενάζει , οὐκ ἐρημίας , οὐ πολυπληθείας δεήσεται : τὸ μέγιστον , ζήσει μήτε διώκων μήτε φεύγων |
τοῦ ὕδατός ἐστί τινα πρότερον ἐξ ὧν γέγονεν , ὕλη ἄμορφος καὶ ἀνείδεος . . . . . . . | ||
σώματος μαρανθῶσιν οἱ λόγοι καί σοι φανῶ δι ' ἀμφοτέρων ἄμορφος . Ἀδικεῖς καὶ σαυτὸν κἀμὲ σιωπῶν , ἐμὲ μὲν |
καὶ ἡ περισπωμένη συστελλομένη ὀξεῖα γίνεται , τύπου τινὸς μὴ ἐμποδίζοντος . Αἰολεῖς ἄμμες : ἄμμες δ ' ἀν τὸ | ||
φάναι , τῶν ἐλλογιμωτάτων ἀνδρῶν χρησαμένων καὶ τοῦ λόγου οὐκ ἐμποδίζοντος , ὡς δείξω . δῆλον οὖν ὡς ἡ κατὰ |
. Μυκήναις , μὴ ' νθάδ ' ἀνακάλει θεούς . ἀνόσιος πέφυκας . . . ἀλλ ' οὐ πατρίδος ὡς | ||
ἄνανδρος , θρασύς , δειλός , ἄρρωστος , ἄδικος , ἀνόσιος , ἀγνώμων , ἀνεπιεικής , μικρόψυχος , ἀσεβής , |
τῶν ὁμοιοτήτων δύναται παράγειν , πῶς δὲ ὁ τῆς ἀληθείας ἀνεπιστήμων ἄτακτός ἐστι . Τριῶν δὲ ὄντων τούτων , εὑρέσεως | ||
κατὰ μετάληψιν : μεταλαμβάνει γὰρ ἀντὶ τοῦ οὐκ ἰατρὸς τὸ ἀνεπιστήμων . ὅταν ὁ ῥήτωρ κτλ . . τριττὸς ὁ |
ἤδη κλίνειν οὐκ εὐφυῶς οὐδ ' ἐπιστημόνως τὰ τῆς ὑψώσεως μεταχειρισάμενος αὐτός τε κατεβέβλητο καὶ τὰ Ῥωμαίων ἑαυτῷ συγκατέβαλε πράγματα | ||
ὡς εἶχε τὴν λύραν καὶ πεπαντικόν τι μέλος καὶ κατασταλτικὸν μεταχειρισάμενος εὐθὺς ἀνεκρούσατο τὸ νηπενθὲς ἄχολόν τε , κακῶν ἐπίληθον |
ἐπιθυμίας ταύτης ἐλάττω , σημεῖον δέ : οὐδεὶς γοῦν οὓς ἀγαπᾷ καὶ οἷς ἀγαθόν τι συμβούλεται , τούτοις κακῶς ἀκούουσιν | ||
τῆς μὲν γὰρ ὁ πολὺς ὅμιλος ἀνθρώπων τὴν συνουσίαν ὑπερφυῶς ἀγαπᾷ δελέατα καὶ φίλτρα ἐξ ἑαυτῆς ἐπαγωγότατα ἐνδιδούσης ἀπὸ γενέσεως |
πολιτικὰ ἦν τὰ τῶν τότε ἡγεμόνων ἤθη καὶ πλεῖστον ἀπέχοντα τυραννικῆς αὐθαδείας , ἣν σπάνιοί τινες τῶν καθ ' ἡμᾶς | ||
ἡ παῖς δὲ τῆς ἐμῆς ἔργον γινομένη χειρὸς αὐτή τε τυραννικῆς ἄπεισιν ἀσελγείας ἀπηλλαγμένη καὶ τῇ πόλει βεβαίαν ἐλευθερίαν ἀνύσει |
οὐκ ἂν τοῦτο ἐγίγνετο , εἰ μὴ ψυχῆς φανταστικῆς ἦν μέτοχα τὰ σπέρματα : πῶς γὰρ ἄλλου φανταζομένου ἄλλο ἀμέτοχον | ||
καὶ ἡ ἐπιφάνεια καὶ τὸ μέγεθος : ταῦτά ἐστι τούτων μέτοχα . ἡ μὲν οὖν νοητὴ οὐσία , πρὸς τῷ |
, ἀδόκιμος , ἀζήλωτος : ἐπιβόητος δὲ καὶ ἐπίρρητος καὶ ἐπίψογος : καὶ τὰ πράγματα ἀδοξία κακοδοξία , δύσκλεια , | ||
, ὑπεύθυνος , ἐγκλητέος , ἐπιλήψιμος , μεμπτὸς ἐπίμεμπτος , ἐπίψογος , ἐπίρρητος , ὁ δ ' ἀναίτιος ἀνεύθυνος , |
; ἵνα σαφῶς σου μανθάνω . Χαλεπόν γ ' ἀκροατὴς ἀσύνετος καθήμενος : ὑπὸ γὰρ ἀνοίας οὐχ ἑαυτὸν μέμφεται . | ||
εἰσιν αἱ ἐπισκέψεις καὶ αἱ δεύτεραι γνῶμαι : λογίζομαι : ἀσύνετος : οὐ γὰρ περισσὸν οὐδέν : ἀντὶ τοῦ παράλογον |
] ταῦτα δήλωσιν βασιλέως τε πρᾴου καὶ ἀνδρὸς ὑπέρφρονος . ὑπέρφρων γὰρ δὴ οὕτω τι ὁ Πολέμων , ὡς πόλεσι | ||
καὶ αἱ αὐταὶ ἀντὶ ὀνομάτων μετοχαί : ὑψηλόφρων δὲ καὶ ὑπέρφρων καὶ ὑπερόπτης καὶ ὑπεροπτικός : ὁ γὰρ ὑπερορατικὸς βιαιότερον |
ἀποδύων , ἁρπάζων , ἀφαιρούμενος , παρεισπράττων , ἰταμός , ἀναίσχυντος , ἀπηρυθριακώς , δυσχερής , ἀνήμερος , ἄγριος , | ||
ἐρᾶν . καὶ ἐγὼ ἔσομαι τοίνυν ὁμοία τις αὐτῷ [ ἀναίσχυντος ] καὶ οὐκ ἀφήσω τὸν ἐμὸν Τίμαρχον . ἔρρωσο |
δῆλόν ἐστιν . Εἰ γὰρ ἔζη μὲν ὁ πάππος , ἐνδεὴς δὲ ἦν τῶν ἐπιτηδείων , οὐκ ἂν οὗτος ὑπόδικος | ||
ὁ ἀνὴρ χρήσιμος , μέγιστον δὲ οὗ καὶ σὺ νῦν ἐνδεὴς εἶ διά τε τὴν ἡλικίαν καὶ διὰ τὸ μὴ |
στρατιῶται καὶ οἱ πάλαι στρατιῶται , καὶ τίς δὴ οὐ κριτὴς καὶ ἐξεταστὴς τῶν λόγων , ἀλλὰ καὶ τῶν ἀκροωμένων | ||
ἀρχιστράτηγος : Ἄκουσον , δίκαιε Ἁβραάμ : διότι εὗρεν ὁ κριτὴς τὰς ἁμαρτίας αὐτῆς καὶ τὰς δικαιοσύνας ἐξ ἴσου , |
καὶ κινήσεις , ψυχὴν δέ , εἰ θαρραλεότητος καὶ εὐτολμίας ἀνάπλεως , εἰ ἀκατάπληκτος καὶ μεστὴ φρονήσεως | εὐγενοῦς , | ||
τῇ Ἑλλάδι ἐν τοῖς μάλιστά ἐστιν εὔγεως καὶ δένδρων ἡμέρων ἀνάπλεως : καὶ οἱ τῆς ἀνδράχνου θάμνοι παρέχονται τῶν πανταχοῦ |
. ἀργὸς ] ὡς τὸ ” κλυτὸς Ἱπποδάμεια “ , ἀμελής . τὸ σπαθᾶν ἀπὸ . . . ἐργάζεσθαι εἴληπται | ||
τύχῃ ληρεῖ , τοῖς ἐντυγχάνουσιν ἐπιδεικνύμενος ὡς οὐδὲ ὁδῷ βαδίζων ἀμελής ἐστι τῶν Μουσῶν , ἀλλ ' εἰς καλὸν τὴν |
τὸ δὲ βραχὺ δι ' ἐμοῦ . εἰ μὲν οὖν ἄμοιρος ἔτι παίδων ἐστὶν ὁ διαβάλλων τὴν αἴτησιν , εἰκότως | ||
ἀριστοτέχνης , οὐδ ' ὅσον ἀνθρωπίνου τεχνίτου δυνάμεως μεθέξει , ἄμοιρος δ ' ἡμῖν πάσης ἔσται γενέσεως , οὔκ , |
, καὶ μεθύστρια παρὰ Θεοπόμπῳ τῷ κωμικῷ : ὁ γὰρ μέθυσος ἐπὶ ἀνδρῶν Μενάνδρῳ δεδόσθω . ἐπὶ δὲ τῶν μεθυόντων | ||
πόλιν Σανάπην , ἔπειτα κατὰ φθορὰν Σινώπην . ἡ δὲ μέθυσος Ἀμαζὼν ἐκ ταύτης τῆς πόλεως παρεγένετο πρὸς Λυτίδαν , |
τὸ ζῷον πρὸς τὰ ἔκγονα , ἔχει δὲ μέγεθος ὄρνιθος γενναίου , τὴν δὲ κεφαλὴν μικρὰν πρὸς τὸ σῶμα καὶ | ||
ψυχὰς ἀνατρέφειν πρὸς τὰ μεγέθη καὶ ὥσπερ ἐγκύμονας ἀεὶ ποιεῖν γενναίου παραστήματος . τίνα , φήσεις , τρόπον ; γέγραφά |
σχετλιάζων ὡς ἔν τινι χρονίῳ καὶ ἐπὶ μακρὸν ἐνοχλήσαντι ; Μέμνησο τῆς συμπάσης οὐσίας , ἧς ὀλίγιστον μετέχεις , καὶ | ||
ἀφίκωμαι . Τοῦτον γὰρ ἐγὼ σοφίᾳ κρίνω δεύτερον εἶναι . Μέμνησο δ ' ὅπως ὁ πανοῦργος ἀνὴρ καὶ ψευδολόγος καὶ |
γὰρ πάλιν ἀναβλέψαι . Τί φῄς ; Ἅνθρωπος οὗτός ἐστιν ἄθλιος φύσει . Ὁ Ζεὺς μὲν οὖν οἶδ ' ὡς | ||
θ ἀρτίφρων ] ἐν αἰσθήσει γεγονώς . Ξ μέλεος ] ἄθλιος . ἀθλίων ] τῶν παρανόμων . ἀθλίων ] τῶν |
εἰς ΤΗΣ ἁπλᾶ ἀρσενικὰ βραχείᾳ παραληγόμενα βαρύνεται : οἰκέτης ὀφειλέτης ἐργάτης . τὸ εὑρετής δὲ ὀξύνεται καὶ τὸ ἀθλητής μαθητής | ||
καὶ εἶπεν “ αἱ εὐχαί μου ἐπληρώθησαν . ” Ἀργὸς ἐργάτης δρέπανον ἀλλάσσει . Βαλανεῖον ἔχω καὶ οὐ λούει : |
θεοῦ γεγονότος πρότερον : ὁ μὲν γὰρ διαπλασθεὶς αἰσθητὸς ἤδη μετέχων ποιότητος , ἐκ σώματος καὶ ψυχῆς συνεστώς , ἀνὴρ | ||
μορίου . ἀντὶ τοῦ ὁ Ζεὺς ὁ τῆς ἀμμορίης ὁ μετέχων τῶν δύο ὅρων ὁμοῦ τῶν τῆς Χερρονήσου καὶ τῆς |
' αὖ φιλοχρήματος καὶ φιλόπλουτος , ὁ δὲ τρίτος ἀμφοτέρων ἐπιφανέστερός τε καὶ μᾶλλον τεταραγμένος , ὁ φιλότιμος καὶ φιλόδοξος | ||
' αὖ φιλοχρήματος καὶ φιλόπλουτος , ὁ δὲ τρίτος ἀμφοτέρων ἐπιφανέστερός τε καὶ μᾶλλον τεταραγμένος , ὁ φιλότιμος καὶ φιλόδοξος |
” μέτριος , ὦ βασιλεῦ , ” ἔφη „ καὶ ἐπιεικής , εἰ , ἃ δύνανται καὶ ἄκοντος ἔχειν ἐν | ||
: δακτύλου τι ἀπέπεσεν . Μετὰ τὰς ἑπτὰ ἐξῄει ἰχὼρ ἐπιεικής . Μετὰ ταῦτα , γλώσσης , οὐ πάντα ἔφη |
, ἄρα σύμφωνόν ἐστιν . Ἔτι πᾶς παρακείμενος ἀπαθήςλέγω δὲ ἀπαθής διὰ τὸ ἑώρακα πᾶς παρακείμενος ἀπαθὴς ἀρχόμενον ἀπὸ τοῦ | ||
τιμῶν ; οὔτ ' οὖν ἐλεύθερος ἔσῃ οὔτε αὐτάρκης οὔτε ἀπαθής : ἀνάγκη γὰρ φθονεῖν , ζηλοτυπεῖν , ὑφορᾶσθαι τοὺς |
. ὁποῖον οὖν ἄν τις ἀποβάλῃ ὀδόντα , τοιούτου ἀνθρώπου στερηθήσεται . ἐπειδὴ δὲ οὐ μόνον ἀνθρώπους ἀλλὰ καὶ κτήματα | ||
γεννώμενος ἀπολεῖ τὴν ὅρασιν ἐν τοῖς τοῦ Ἄρεως χρόνοις καὶ στερηθήσεται τῶν πατρικῶν καὶ ἐπαιτήσει . ἐὰν δὲ ὁ τῆς |
. καὶ χάριν μέντοι σοι ἔχω : πάνυ γὰρ καλὸς κἀγαθὸς δοκεῖ μοι εἶναι . Αἰσχύλον δὲ τὸν Φλειάσιον πρὸς | ||
ἢ σέ ; ὅς γε οὐ μόνον αὐτὸς οἴει καλὸς κἀγαθὸς εἶναι , ὥσπερ τινὲς ἄλλοι αὐτοὶ μὲν ἐπιεικεῖς εἰσιν |
συμμετρίᾳ , τῇ ἀκινήτῳ καὶ σταθερᾷ φύσει , εἰδῶν καθαρᾷ μετουσίᾳ , τῇ ἀσωμάτῳ καὶ ἀύλῳ φύσει , καὶ συλλήβδην | ||
περὶ ψυχῆς , καὶ διδάξει ὡς οὐχ οἷόν τέ ἐστι μετουσίᾳ τῆς ἀποφάσεως πλεονάζειν τὸ ἀξίωμα παρὰ τὸ μὴ ἔχον |
εἰ μὴ αὐτοὺς ἔχει καταμύειν τῷ ὕπνῳ . τυφθεῖσα δὲ δυσόργητός ἐστι , καὶ οὐ λήθην ἕξει τῆς βλάβης , | ||
εἰ μὴ αὐτοὺς ἔχει καταμύειν τῷ ὕπνῳ . τυφθεῖσα δὲ δυσόργητός ἐστι , καὶ οὐ λήθην ἕξει τῆς βλάβης , |
' εὖ οἶδ ' ὅτι οὐδεὶς οὕτω τολμηρὸς ἔσται οὐδὲ ἀπονενοημένος ἄνθρωπος . ὡς δὲ καταφανὲς ὑμῖν ἔσται , ὦ | ||
παρακινδυνευτικός , ἐθελοκίνδυνος , ῥᾳδιουργός , θερμουργός , ἰταμός , ἀπονενοημένος , παραβεβλημένος : τὸ γὰρ λεουργὸς παρὰ Ξενοφῶντι φορτικόν |
Κλέαρχον δὲ ἄνδρα Ῥηγῖνον τὸ ἄγαλμα ποιῆσαι λέγουσιν , ὃν Διποίνου καὶ Σκύλλιδος , οἱ δὲ αὐτοῦ Δαιδάλου φασὶν εἶναι | ||
ἐστιν ἱερὸν Ἀθηνᾶς , τὸ δὲ ἄγαλμα Σκύλλιδος τέχνη καὶ Διποίνου : μαθητὰς δὲ εἶναι Δαιδάλου σφᾶς , οἱ δὲ |
μέσον φέρω . προφέρω δὲ τῶν πολλῶν , ἀντὶ τοῦ κρείττων εἰμί , ὥσπερ καὶ ὑπερφέρω . Κομίζω τὸ φέρω | ||
ἀποτίθεται δὲ καὶ τῆς στύψεως οὐκ ὀλίγον , ὥστε πάντῃ κρείττων ἐστὶν ἡ κεκαυμένη χαλκῖτις τῆς ἀκαύστου , λεπτομερεστέρα μὲν |
τὴν καρδίαν , καὶ ἐντεῦθεν ἄρχεται τὸ κακόν , καὶ μεταδίδωσι τῷ παντὶ δηλαδὴ σώματι . Γίγνεται δὲ ἀμήχανος περί | ||
ἀφίησιν ἀδικεῖν [ ὁ νόμος ] : ἐξαιρέτου δὲ προνοίας μεταδίδωσι χήραις καὶ ὀρφανοῖς , ἐπειδὴ τοὺς ἀναγκαίους βοηθοὺς καὶ |
ἀρετῶν . ἐνιότε δὲ καὶ ἔλαττον καταλείψει ἑαυτῷ ὁ ἐλευθέριος αἱροῦντος τοῦ λόγου : οὐ γὰρ πάντως εἰς αὑτὸν ἀποβλέπει | ||
ἐνεργῇς , ἀπηλλαγμένος πάσης εἰκαιότητος καὶ ἐμπαθοῦς ἀποστροφῆς ἀπὸ τοῦ αἱροῦντος λόγου καὶ ὑποκρίσεως καὶ φιλαυτίας καὶ δυσαρεστήσεως πρὸς τὰ |
ὑμᾶς ἐξελήλεγκται , ἐν οἷς τί κακὸν οὐκ ἔνι ; δωροδόκος , κόλαξ , ταῖς ἀραῖς ἔνοχος , ψεύστης , | ||
δέ : παράνομος , προδότης , ὀλιγαρχικός , πεπραμένος , δωροδόκος δεδωροδοκημένος , δεδεκασμένος , ἀδόκιμος , κίβδηλος , παράσημος |