λαβόντι συνησθῆναι . οὕτως ὅ τι ἄν τις περὶ σὲ σπουδάσῃ , τούτῳ πρῶτον εὖ πεποίηκεν αὑτόν . τὸ δὲ
ὡς οὐδεὶς ἐλεύθερος εἰ μὴ Ζεύς . . ἐπείξῃ ] σπουδάσῃ . περιβαλεῖν ] περιθεῖναι . . ὡς ] ἵνα
5096505 ἀρχηται
κιττώδους καὶ βραχύτεροι καὶ παχύτεροι . καὶ ὁ κιττὸς ὅταν ἄρχηται σπερμοῦσθαι μετέωρον ἔχει καὶ ὀρθὸν τὸν βλαστόν . Πολύρριζος
νοσήσωσιν . Ἰῶνται δὲ σφᾶς αὐτέους τρόπῳ τοιῷδε : ὁκόταν ἄρχηται ἡ νοῦσος , ὄπισθεν τοῦ ὠτὸς ἑκατέρην φλέβα τάμνουσιν
4847609 νεφη
ἢ ὡς ἐφ ' ἑαυτὸν κυκλούμενον ἢ τὰ λεγόμενα παρήλια νέφη ἐξ ἑνὸς μέρους ἔχων ἢ σχήματα νεφῶν ὑπόκιρρα καὶ
τὸν ἥλιον τὸν κοινόν , ἄστρ ' , ὕδωρ , νέφη , πῦρ : ταῦτα , κἂν ἑκατὸν ἔτη βιῷς
4785940 ψυχεται
τῆς ἁφῆς συναισθάνεται , καὶ ὀφθαλμὸς ὁρᾷ καὶ θερμαίνεται ἢ ψύχεται , καὶ ἀκοὴ δὲ ὁμοίως καὶ ὄσφρησις : κοινὸν
χρόνῳ τι ἀνύσειε . καὶ οὕτω δὴ τό τε στῆθος ψύχεται ψύξιν δεινὴν καὶ βὴξ ἐπιγίγνεται πυκνή τε καὶ ἰσχυρὰ
4778124 κυρτα
Α , καθάπερ δέδεικται , καὶ προσκείσθω τούτοις κοῖλα ἢ κυρτὰ ἔν - οπτρα κατὰ τὰς ἁφὰς τῶν ὄψεων .
τῇ θερμότητι φαίνεται . Καὶ γὰρ μετὰ τὴν ἐπὶ τὰ κυρτὰ τοῦ ἥπατος ἀνάδοσιν , κατὰ τὴν λαμβδοειδῆ οὕτω καλουμένην
4765220 Ἐαρος
τοῖς ἀνθρώποις οὔρων , ὡδὶ ἂν εἴη φάναι προσῆκον . Ἔαρος τοίνυν ὁπόσον ἂν ὁ καιρὸς προΐῃ ἐπὶ τὸ θερμότερον
ἴσως βραχύ τι πλείων τοῦ ἐξ ἀναλογίας συμμέτρου πρόεισιν . Ἔαρος δ ' ἐπιλάμψαντος καὶ τῆς καταστάσεως ἔτι ὑγρᾶς τελούσης
4729412 μαρμαρυγας
γοῦν Ὀδυσσεὺς προσέχει τοῖς τῶν Φαιάκων ᾀσματοποιοῖς : αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς μαρμαρυγὰς θηεῖτο ποδῶν , θαύμαζε δὲ θυμῷ , καίπερ ἔχων
ἐπὶ τὰ ὀπτικὰ νεῦρα , τότε τὰ πυραυγῆ καὶ τὰς μαρμαρυγὰς καὶ τὰ μελάσματα ὁρῶσιν . εἰ δὲ ἐνεχθῇ παχυτέρα
4699294 σεληνηι
ἀνέπεσε νοσῶν καὶ τὸ ὄνομα τὸ ἐκ γενετῆς συνψήφισον τῆι σελήνηι καὶ βλέπε , πόσαι τριακάδες γίνονται , καὶ τὰ
; ὅτι ἐν ταύτηι τῆι ἡμέραι συνανατέλλει καὶ συγκαταδύνει τῆι σελήνηι ὁ ἥλιος . Οὐ πάσηι νουμηνίαι ἐγλείπει ὁ ἥλιος
4683857 ἀπαντᾳ
, καὶ τοῦτο φέρει ἄνω παρὰ τὸν ἀέρα , καὶ ἀπαντᾷ τοῖς νέφεσιν : ἐκεῖναι δεχόμεναι στέγουσιν ἐν ἑαυταῖς ,
ἀδύνατον ἄρα καὶ ὁρίσασθαί τι . Πρότερον πρὸς τὸ προσεχὲς ἀπαντᾷ ὡς κακῶς εἰπόντος Σπευσίππου ἕτερον εἶναι τῇ φύσει τὸ
4667395 στερεωτερα
ἄτοπον τὸ ἐνίους μὴ τέμνεσθαι τῷ σιδήρῳ : καίτοι τὰ στερεώτερα ὅλως ἰσχυρότερον τέμνει καὶ ὁ σίδηρος λίθου σκληρότερος ὤν
φύρειν : εἴληπται ἀντὶ τῶν τεσσάρων στοιχείων τὰ δύο ὡς στερεώτερα καὶ παχύτερα . γαῖαν ὕδει φύρειν : τὴν γῆν
4639864 ὑπτια
οὖσα τοιαῦτα παλαμᾶται . ἑαυτὴν ὑπέρριψε δένδρῳ , καὶ κεῖται ὑπτία , καὶ τὴν γαστέρα διώγκωσε , παρῆκε δὲ τὰ
, ἐκδικητής . κάτεισιν ] ἐλεύσεται . ὑπτίασμα ] ἡ ὑπτία κατάκλισις , ἤγουν τὸ νεκρὸν αὐτὸν εἶναι . ἀπαλλάσσουσιν
4623445 κοιλα
τὴν λαγόνα , τὸ βάθος τῆς κοιλίας : τὰ πρόσω κοῖλα : τὰ πρόσω κοῖλα τῆς ἑαυτοῦ γαστρὸς φυλάττων :
νήσου παραπλήσιά που ὁρᾷς καὶ ἀλλήλοις ξύμμετρα καὶ οἷα ἐναρμόσαι κοῖλα ἐκκειμένοις . τοῦτο καὶ ἡ Εὐρώπη ποτὲ περὶ τὰ
4618866 μονορριζα
τὰ δὲ ὀλιγόρριζα , καθάπερ ῥοιὰ μηλέα : τὰ δὲ μονόρριζα , καθάπερ ἐλάτη πεύκη : μονόρριζα δὲ οὕτως ,
μόνοις ὕπεστι πλῆθος ῥιζῶν καὶ δύναμις , τὰ χεδροπὰ δὲ μονόρριζα καὶ ξυλώδη καὶ ἐπιπολῆς . Ὡσαύτως δὲ καὶ ἐπὶ
4612840 φλεβια
τῶν μηνίγγων . καὶ διὰ μὲν πληθώραν ἐρυθρὰ γίνονται τὰ φλεβία τοῦ ἐπιπεφυκότος τρόπῳ τοιούτῳ : τῷ πλήθει ἀπελαύνεται ἐπὶ
κίνησιν , χρόᾳ λευκότεραι ἢ μαλακώτεραι ἢ μολυβδώδεις , τὰ φλεβία ὑπομελανοῦντα , οὖρα ὑδατώδη , ἀποχρέμψεις συνεχεῖς φλέγματος ,
4576544 νηριτος
ῥαῖνε κατ ' ὀφθαλμῶν , περί τ ' ἀμφί τε νήριτος ὀδμή φαρμάκου ὕπνον ἔβαλλε : γένυν δ ' αὐτῇ
βήσσῃς πιλνᾷ χθονὶ πουλυβοτείρῃ ἐμπίπτων , καὶ πᾶσα βοᾷ τότε νήριτος ὕλη : θῆρες δὲ φρίσσους ' , οὐρὰς δ
4567627 περιφερη
ἑξήκοντα ψήφοις . πόπανα : πλακούντια πλατέα καὶ λεπτὰ καὶ περιφερῆ . πρεσβύτερος Κόδρου : παροιμία ἐπὶ τῶν πάνυ παλαιῶν
αὐτοῦ ἱστορεῖ οὕτως : πόα θαμνοειδής , ὀλίγα φύλλα ἔχουσα περιφερῆ , μείζονα ἡδυόσμου , μέλανα , λιπαρά , ἐγγίζοντα
4548338 σκελη
ποικίλοισιν ἠδὲ χρώμασι . στῆθος μὲν αὐτοῦ πορφυροῦν ἐφαίνετο , σκέλη δὲ μιλτόχρωτα , καὶ κατ ' αὐχένων κροκωτίνοις μαλλοῖσιν
εὐκαμπείας τῆς περὶ τὸ σῶμα , μάλιστα δὲ τῆς περὶ σκέλη ποιητικὸν μετὰ τοῦ καὶ ἰσχὺν περιποιεῖν τοῖς κινουμένοις μέρεσιν
4540063 παρισθμια
πιμελῆς παραρροὴ ὑπὸ τῷ δέρματι . λοιμώδη ἕλκη περὶ τὰ παρίσθμια καὶ τὴν σταφυλήν . ἐσχάρωσις νομὴ δύσχρους , εἰς
ἕλκωσις καὶ ἀπόστασις . ἄφθα ἕλκωσις ἐπιπολῆς λευκαίνουσα γλῶτταν ἢ παρίσθμια ἢ κίονα ἢ φάρυγγα , ἔσθ ' ὅτε μέντοι
4538302 περιλαμβανουσα
ἡ δὲ τὸ πέρας κατὰ τὴν αἰτίαν καὶ τὴν ἀρχὴν περιλαμβάνουσα τῷ λογισμῷ δόξα οὐ τῶν συμβεβηκότων τι περὶ τὸν
μώλωπας ὑψηλοὺς ἔχων μετὰ τῆς Γναθαίνης ἀπὸ τύχης ἀνεπαύετο . περιλαμβάνουσα δ ' αὐτὸν ὡς ἀνώμαλον τὸ νῶτον εἶχε παντελῶς
4536722 ξυστηρι
ὁ τῆς ἐκτρήσεως τόπος ᾖ , τῷ λεγομένῳ περι - ξυστῆρι λειοποιείσθω . ἐὰν δέ τινα ᾖ ὀστάρια τεθραυσμένα ἐπικείμενα
ἀφικέσθαι ἐς τὸ ὀστέον καὶ σίνασθαι , ἐπιξύειν χρὴ τῷ ξυστῆρι κατὰ βάθος καὶ κατὰ μῆκος τοῦ ἀνθρώπου ὡς πέφυκε
4528162 γινοιτ
τὰς κάτω γνάθους . Τούτοισι δὲ ἐμβολὴ πρόδηλος , ἥτις γίνοιτ ' ἂν ἁρμόζουσα : χρὴ γὰρ τὸν μέν τινα
. ὅπερ καὶ ἐπὶ τῶν ὑδάτων γίνεται . καὶ μᾶλλον γίνοιτ ' ἂν , εἰ μὴ παρεμπίπτοιεν ἔξωθεν ἕτερα ῥεῖθρα
4518889 καταψυχονται
παροξυσμῶν . εἰ δὲ χρόνιον νόσημα , λειφαιμοῦντα τὰ ἄκρα καταψύχονται καὶ οὐκ ἔσ - τι κακὸν ἢ ἐπικίνδυνον :
μὲν γὰρ ὅλον τὸ σῶμα δυναμένου τοῦ λυποῦντος αἰτίου , καταψύχονται σφοδρῶς , ὡς μήτε ἀναπνεῖν αἰσθητῶς μήτε σφύζειν τὰς
4517642 λαπαρας
τὴν γαστέρα τοῦ πληρώματος , ἐπὶ τὴν ἀριστερὰν πλευράν , λαπαρᾶς δὲ γενομένης μεταβάλλειν καὶ ἐπὶ τὴν δεξιάν : κατακεκλίσθαι
τὴν γαστέρα τοῦ πληρώματος , ἐπὶ τὴν ἀριστερὰν πλευράν , λαπαρᾶς δὲ γενομένης μεταβάλλειν καὶ ἐπὶ τὴν δεξιάν : κατακεκλίσθαι
4510172 ἐπιτολας
, ὑπὸ πρώτην ἕω , ἡλίου ἀνίσχοντος , περὶ ἡλίου ἐπιτολάς , πρωί , καὶ πρωὶ τῆς ἡμέρας . μεσούσης
ἀπόλυτον ἀντὶ κτητικοῦ ἁπλοῦν . ἄβατον ] δύσβατον . . ἐπιτολάς ] ἤγουν τὰς ἐντολὰς , παραγγελίας καὶ προστάξεις .
4509828 ἀποστηματα
σελήνης οὔσης , καὶ διορθοῦται τὴν παρὰ τὰ ἄλλα γινομένην ἀποστήματα διαφορὰν ἐκ τοῦ τῆς διορθώσεως κανονίου , ὡς ἐν
ἐμπυήματα καὶ ὑπὸ τὸ διάφραγμα , ἃ λέγουσιν ἐν κατακαλύψει ἀποστήματα , οὐχ ὁμοίως κινδυνώδη , οὐδὲ δυσίατα , τὰ
4504550 σαρκωδη
, στέρνα ῥωμαλέα καὶ μετάφρενα , ἰσχία σκληρά , σκέλη σαρκώδη , περὶ τὰ σφυρὰ καρτερία , πόδες ἀρθρώδεις ,
πρὸς τὴν τῆς βλασ - τήσεως ὥραν . ὧν δὲ σαρκώδη τὰ περικάρπια ταῦτα δὴ σηπομένων καὶ περιρρεόντων αὐτὰ καθ
4478075 χωρει
γὰρ τὴν ἐξαίφνης ἔφοδον τῶν ἀκουσθέντων ἢ θεαθέντων εἰς βάθος χωρεῖ τὸ λογιστικόν . τὸ δὲ ἄχθος ἐστὶ λύπη βαροῦσα
τῶν ἄλλων τοῦ σώματος πόρων καὶ τῷ λόγῳ θεωρητῶν εἴσω χωρεῖ , θερμανθεὶς δὲ εἰς τὰ ἔξω πρὸς τὸ συγγενὲς
4477527 αἰσθητηρια
αὐτὸν καὶ ὦτα ὄνου ἔχειν , ὅτι τὰ τῆς ἀκοῆς αἰσθητήρια μέγιστα εἶχεν , οἷάπερ ὄνος . τὸ δὲ ἀληθές
τὸ σῶμα στερεὸν καὶ μυῶδες νεῦρά τε κρατύνει καὶ τὰ αἰσθητήρια παροξύνει καὶ τὰς φυσικὰς ἐνεργείας ἐπιρρώννυσιν : σάρκα δὲ
4457000 παχυτερα
γεγονότι τεταρταίῳ , ἐξέρυθρα ἂν καὶ σανδαραχώδη οὖρα φανείη , παχύτερα μὲν τοῦ συμμέτρου τυγχάνοντα , μετρίας δὲ καὶ ἀνωμάλους
ξανθὰ ὑπάρχει καὶ κατάκορα , τὰ δὲ φλεγματώδη βραδυπορώτερα καὶ παχύτερα καὶ λευκὰ καὶ ὑπόψυχρα καὶ ναρκώδη εἰσίν . Ὅταν
4456133 μεσονυκτια
τοῦ μεσημβρινοῦ . Ὁμοίως δὴ δείξομεν , ὅτι οὐδὲ τὰ μεσονύκτια ποιήσεται ἐπὶ τοῦ μεσημβρινοῦ , ἀλλ ' ἐν τῷ
τοῦ μεσημβρινοῦ . Ὁμοίως δὴ δείξομεν , ὅτι καὶ τὰ μεσονύκτια ποιήσεται ἐν τῷ μεταξὺ τόπῳ τοῦ τε ἐπὶ δυσμαῖς
4453836 προϊῃ
ἧσσον : ὁκόσῳ δ ' ἂν ὁ χρόνος τῇ νούσῳ προΐῃ , ὅ τε πόνος πλείων ἐν τῷ σώματι ,
κατ ' ἀρχάς : ὁκόσῳ δ ' ἂν πλείων χρόνος προΐῃ καὶ ἀπομηκύνηται , ἥ τε ὀδύνη ὀξυτέρη καὶ κατέρχεται
4445504 τηκομενη
, ποιεῖ καὶ πρὸς σκληρίαν διαχέουσα καὶ πρὸς χοιράδας : τηκομένη δὲ σὺν ῥοδίνῳ πλείστῳ , ἀναπληροῖ τὰ κοῖλα τῶν
τὰς τῶν μαστῶν σκληρίας , ἔστι δὲ καὶ ἑδρικὴ ἀγαθὴ τηκομένη ἐλαίῳ μυρσινίνῳ ἢ ῥοδίνῳ , ἧς ἡ σκευασία αὕτη
4445428 βοτρυωδη
παραπλήσια , πλατύτερα δὲ καὶ χλωρότερα : ἄνθη λευκά , βοτρυώδη , εὐώδη : σπέρμα μέλαν , ὅμοιον τῷ τῆς
, ὄψια δέ , καθάπερ μῖλαξ καὶ ἄλλ ' ἄττα βοτρυώδη . τὰ δὲ πρὸς τῷ ὀψίῳ καὶ κατὰ μέρος
4442583 φυσαι
δὲ τὸ μὲν ἀποσβεσθῇ καὶ μαρανθῇ , μάτην δὲ αἱ φῦσαι καταπνέωσιν , ἐνταῦθα ἤδη τὸ ζῷον τὸ εἰρημένον ἀντιπρᾶττον
. χαλκέως σκεύη ἄκμων ἀκμοθέτης , ῥαιστήρ , πυράγρα , φῦσαι φυσητήρ ἀκροφύσιον , χοάναι , ἀκόναι θηγάναι , ἐσχαρίδες
4438255 συναγηται
πάντα ὁμοίως ἐστὶ κυρτά , ὅταν δὲ εἰς ἐλάττονα ὄγκον συνάγηται ἐκ μείζονος ὁ αὐτὸς κύκλος ὁμοίως τῆς περιφερείας συνιούσης
θέσιν ὅταν τὰ μὲν ἐπ ' ἄνω μέρη τῆς ἀρτηρίας συνάγηται , τὰ δὲ κάτω τοὐναντίον . ἐνταῦθα μὲν ἐπὶ
4422873 συνωθει
. Γ μεσημβρινοί : οὐκ ὀρθρίσαντες . Γ ὠστίζεται : συνωθεῖ , συνθλίβεται . εἰς τὸ πρόσθεν : εἴσθεσις :
τῆς πιλήσεως σύνοδος τὰ σμικρὰ εἰς τὰ τῶν μεγάλων διάκενα συνωθεῖ . σμικρῶν οὖν παρὰ μεγάλα τιθεμένων καὶ τῶν ἐλαττόνων
4418749 ἰσχια
τύχῃ ἐξιὸν τὸ λυποῦν ἐκεῖνο φλέγμα , ἤτοι δὲ πρὸς ἰσχία ἢ τὴν κύστιν αὐτὴν χωρήσῃ , τοὺς ἰσχιαδικοὺς καὶ
γὰρ λέγονται οἱ τοιοῦτοι ἀστράγαλοι . καὶ οἱ λίσποι τὰ ἰσχία . καὶ λίσποι οἱ ἐκτετριμμένοι ἀστράγαλοι ἐπιθετικῶς . Λίσφοι
4405434 κροταφων
. εἰ δὲ ϲὺν τοῖϲ ἄνωθεν ἀγγείοιϲ καὶ ἐκ τῶν κροτάφων φέροιτο τὸ ῥεῦμα , μετὰ τὸ ἐμβαλεῖν τὴν εἰρημένην
ἔπειτα δύο σκέλη τὰ ἐμπρόσθια ἔμπροσθεν τῶν ὤτων διὰ τῶν κροτάφων ἀγαγεῖν ἐπὶ τὸ βρέγμα καὶ πρὸς ἄλληλα ἁμματίσαι ἅμματι
4405235 βλεφαρα
κριοῦ , ἣν Ἀθηναῖοι καλοῦσι τριττύν . ἔδακνε γὰρ τὰ βλέφαρα [ : μεταβολὴ ] παντός , εἰ ὁ μὲν
ἀσυνέτους εἶναι νόει τοὺς ἄνδρας . εἰ δὲ καὶ τὰ βλέφαρα αὐτῶν κρατοῦνται , πλείονα τὴν ἄνοιαν αὐτοῦ σημαίνουσιν .
4404447 ἡλιακων
. δῆλον δὲ τοῦτο ἐντεῦθεν : ἐὰν γὰρ ἀνακλάσεως οὔσης ἡλιακῶν ἀκτίνων ἀφ ' ὕδατος ἢ ὅλως ἀπό τινος τῶν
χαρίεν πρὸς τὴν τῶν ἰχθύων ἀπάτην : ἵστανται γὰρ τῶν ἡλιακῶν ἀκτίνων ἀπεναντίον , ὡς μὴ τὴν σκιὰν αὐτῶν τοὺς
4403608 ἐνιησι
πέπτωκεν εἰς ἀκοὰς λεοντοκόμων εἰρηκότων , ὅτι δήπου λέων νάρκην ἐνίησι καὶ ἀνθρωπίνῃ δεξιᾷ καὶ θηρίων μέλεσιν , ὡς ἀκινησίαν
καὶ τῶν αἰεὶ ἀφαιρεῖται λὶς πέτρη . ἀλλ ' ἄλλην ἐνίησι πατὴρ ἐναρίθμιον εἶναι , ὑπὸ τῆς ὀξύτητος τῶν πλαγκτῶν
4403152 ἀρκτους
ἀντιλέγειν φήσαντι ἐν τοῖς νοτίοις μέρεσι τῆς Ἰνδικῆς τάς τε ἄρκτους ἀποκρύπτεσθαι καὶ τὰς σκιὰς ἀντιπίπτειν : μηδέτερον γὰρ τούτων
ἐπὶ τοῦ τῶν ζῳδίων κύκλου , τὸ δὲ αʹ πρὸς ἄρκτους , τὸ δὲ γʹ πρὸς μεσημβρίαν : λέγω ὅτι
4401854 βαρη
, εὐτόνως | καὶ πηδᾶν καὶ βαστάζειν τὰ ὑπὲρ δύναμιν βάρη , ἀφεψήμασι δὲ διουρητικοῖς χρῆσθαι τοῖς δυναμένοις καὶ καταμήνια
τὸ κέντρον ὁρμᾷ , ὅθεν πρὸς ὀρθὰς γωνίας πανταχόθεν τὰ βάρη καταφέρεται , αἱ δὲ ὀρθαὶ γωνίαι ἀπαρέγκλιτοί εἰσι .
4401546 βαθους
τὰ ἐξ ἐπιπολῆς , μελαινόμενα δ ' ἤδη τὰ ἀπὸ βάθους ἀναγόμενα . καὶ ὧδε μὲν ὁ περὶ ἐμέτων ἀποληγέτω
εἰσιν . ἔσθ ' ὅτε δὲ καὶ οὗτοι προβαίνοντες διὰ βάθους χωροῦσιν , ὡς καὶ τὰς κατ ' αὐτοὺς τρίχας
4390477 χρωματα
τῇ κεφαλῇ , καὶ μᾶλλον , ὅσῳ λευκὰ τυγχάνουσι τὰ χρώματα . Κἂν μὲν οὖν λευκὰ τὰ οὖρα τότε εἴη
γίνεσθαι . Μεταβάλλει δ ' ὁ χαμαιλέων εἰς πάντα τὰ χρώματα , πλὴν τὴν εἰς τὸ λευκὸν καὶ τὸ ἐρυθρὸν
4389985 συναψῃ
οὕτω δὲ συνέχει πᾶν ὅ τι ἂν συνδήσῃ τε καὶ συνάψῃ , ὡς καὶ δέκα ἡμερῶν αὐτὴν βρεχομένην μήτε λύεσθαι
. Ἐπειδὰν δὲ κατ ' ἰδίαν ταῖς μοίραις τοῦ παντὸς συνάψῃ καὶ ταῖς διηκούσαις δι ' αὐτῶν ὅλαις θείαις δυνάμεσι
4389026 φερηται
τοῖς ἐντευξομένοις ἐπάρδειν , ἵν ' ὥσπερ ἀπὸ πηγῆς γλυκείας φέρηται νᾶμα πότιμον τοῖς διψῶσιν εὐνομίας . τουτὶ δὲ συμβήσεται
ἢ μανίαν ἢ ἐπιληψίαν ἀγγέλλει , ὅταν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν φέρηται ἡ αἰτία : ὅσα γὰρ οἱ ἐπιληπτικοὶ μεθ '
4388922 βορεαν
λεγόμενον βωσαρὴ , καὶ μετ ' αὐτὴν , εἰς τὸν βορέαν ἤδη ἀπονεύοντος τοῦ πλοὸς , βάρβαρα πολλὰ ἔθνη ,
] παραθαλάσσια μέρη τῆς Σκυθίας παρ ' αὐτὸν κειμένης τὸν βορέαν , ταπεινὰ λίαν , ἐξ ὧν ποταμὸς Σίνθος ,
4388386 μεθισταμενα
εἰς λύπας ἐξ ἡδονῆς , οὔτε εἰς ἡδονὴν ἐκ λύπης μεθιστάμενα , οὔτε πάθος ἀμείβοντα ἐκ πάθους , οὔτε ἄνω
ἀμετάβολα καὶ ὑγρότητι πολέμια , ἀέρι νοτίῳ τῆς εὐπρεποῦς στάσεως μεθιστάμενα , τὰ δ ' ἐμπνευστὰ τῷ πνευματικῷ καὶ ὑγροτέρῳ
4375216 ἀνεισι
, φυγὰς θεόθεν καὶ ἀλήτης , νείκεϊ μαινομένῳ πίσυνος . ἄνεισι δὲ καὶ τὴν ἀρχαίαν ἕξιν ἀπολαμβάνει , εἰ φύγοι
κατέλιπεν ἐν τῷ ὕδατι αὐτοῦ , ὁ δὲ ὑγιής τε ἄνεισι καὶ ὁμόχρως . κατὰ δὲ τὴν ὁδὸν τὴν εὐθεῖαν
4372753 γενυς
τὸ περὶ τὸ πρόσωπον δέρμα κινεῖται , κἂν ἀκίνητος ἡ γένυς φυλάττηται . Ὁ μὲν δὴ περὶ τῇ βάσει μῦς
, κυρτοῦντες τῷ θυμῷ τὰς κεφαλὰς , ἐκίνουν δὲ τὰς γένυς καὶ τὴν γλῶτταν οὗτοι οἱ ὄφεις ὡς λείξοντες .
4370829 καπνωδη
ἀέρα ἐν τῇ συστολῇ καὶ ἐκκρίνει ἐν τῇ διαστολῇ τὰ καπνώδη καὶ λιγνυώδη περιττώματα : εἰσφέρουσα οὖν καθαρὸν ἀέρα ψύχει
τοῦ ὑγροῦ ἐστι : δευομένη γὰρ ἡ γῆ ἐκπέμπει τὴν καπνώδη ἀναθυμίασιν , ἐξ ἧς τὸ ὑπέκκαυμα , ὅ ἐστι
4360832 βραγχια
καὶ τῶν ἰχθύων τὰ μικρότατα , καί τινων καὶ τὰ βράγχια καὶ τὰ ἐντός , καὶ σῦκα τρυφερὰ τμηθέντα ,
χρόνον δύνασθαι ἔξω τοῦ ὑγροῦ ζῆν διὰ τὸ μικρὰ ἔχειν βράγχια καὶ ὀλίγον δέχεσθαι τὸ ὑγρόν . τροφίμους δ '
4357188 κεντρα
ὑπὸ γῆν κέντρῳ πρὸς μεσημβρίαν . δηλοῦσι δὲ καὶ τὰ κέντρα τὴν ἔξοδον δι ' ἧς ἀναχωρήσουσι πύλης οἱ φεύγοντες
δὲ Ὑδροχόος παραποταμίους καὶ ἑλώδεις . Τινὲς δὲ καὶ τὰ κέντρα ἐμέρισαν οὕτως : τὸ μὲν δῦνον τῷ φεύγοντι ,
4356706 σκελεα
ὑπερέχῃ , ἀνωθεῖν καὶ τοῦτο : ὁκόταν δὲ ἀμφότερα τὰ σκέλεα προφανέντα μείνῃ καὶ μηδετέρωσε προχωρέῃ , πυριήματι δέον χρῆσθαι
ἐς κλίνην ἀνακλῖναι τὴν γυναῖκα ἐπὶ κεφαλήν : τὰ δὲ σκέλεα ἄνω ἔχειν , καὶ τὰς γυναῖκας πάσας λαβέσθαι τοῖν
4349318 ἐνερευθης
ἥ γε μὴν πτίλωσις , παχύτης οὖσα βλεφάρων , τυλώδης ἐνερευθής , ἀπὸ παχυτέρων καὶ πλέον διεφθορότων χυμῶν γινομένη ,
] Τοῖς μὲν ὑπὸ φαλαγγίων δεδηγμένοις αὐτὸς μὲν ὁ τόπος ἐνερευθής ἐστι καὶ ὅμοιος κεντήμασιν , οὔτε διῳδηκὼς , οὔτε
4348828 περιφερες
ἐπεστραμμένων , ἔλαθε Λαίλιος ἐπὶ θάτερα τοῦ Κώθωνος ἐς τὸ περιφερὲς αὐτοῦ μέρος ἀνελθών . βοῆς δ ' ὡς ἐπὶ
ἐν αὐτῷ . υληʹ . Ἧλός ἐστιν ἕλκος ἐν πέλματι περιφερὲς καὶ τετυλωμένον . υλθʹ . Ἐκκρίνεται τὸ σπέρμα ,
4346871 ἐκφυεται
. Ὅκου φάρυγξ νοσέει , ἢ φύματα ἐν τῷ σώματι ἐκφύεται , τὰς ἐκκρίσιας σκέπτεσθαι : ἢν γὰρ χολώδεες ἔωσι
ὀστῶν , ζήτει καὶ τὰ τῶν νεύρων , ἆρα πόθεν ἐκφύεται , ἆρα ἐξ ἐγκεφάλου ἢ ἐκ τοῦ νωτιαίου ,
4343636 ἀτενες
εἰς τὸ παθεῖν . Ὥσπερ δὲ ὁ ἀὴρ τὸ φῶς ἀτενὲς ὂν καὶ μένον , ἕως μένει , αὐτὸς παρέρχεται
πονέετόν τε καὶ ἐξέχετον ὡς ἀπαγχομένοισι , καὶ ἐκβλέπει αὐτοῖσιν ἀτενὲς , καὶ ἐπιστρέφειν οὐχ οἷός τέ ἐστιν αὐτοὺς ,
4337786 πλησιαζῃ
τὰ ἔμψυχακαλεῖται δὲ Εὔα , [ συνουσίας ἴσης ὀρεχθεὶς ] πλησιάζῃ , ἡ δὲ συλλαμβάνῃ καθάπερ δικτύῳ καὶ θηρεύῃ φυσικῶς
τύχῃ ἐν ἐμμήνοις οὖσα , τὰ δένδρα ἐν οἷς ἂν πλησιάζῃ ξηραίνονται , καὶ βρύσει ὕδατος ποιοῦσι βλάπτεσθαι αὐτὰ ἄνω
4336949 ἀπολαμβανομενοις
τὴν ἄρα θηʹ καὶ δῦνον καὶ ἀνατέλλον ὁρᾶται . Τοῖς ἀπολαμβανομένοις ὑπὸ τοῦ ζῳδιακοῦ κατὰ τὰς δύσεις πρὸς μεσημβρίαν ,
ηʹ ἄρα τοῦ κʹ ἐλάσσονα χρόνον κρύψιν ἄγει . Τοῖς ἀπολαμβανομένοις ὑπὸ τοῦ ζῳδιακοῦ κατὰ τὰς ἀνατολὰς ἐπὶ τὰ πρὸς
4336592 ἀκρασιη
κρόταφοι πηδῶσι , καὶ πυρετὸς λεπτὸς ἔχει καὶ τοῦ σώματος ἀκρασίη . Οὗτος ἀποθνήσκει τριταῖος ἢ πεμπταῖος : ἐς δὲ
σφύζουσι , καὶ πυρετὸς ἴσχει βληχρὸς , καὶ τοῦ σώματος ἀκρασίη . Οὗτος ταῦτα πάσχει , ὅταν αἱ ἐν τῇ
4335351 στερεα
καὶ τὰ φύλλα ὅμοια ἔχει μυρσίνῃ , μείζω δὲ καὶ στερεά , ἐπ ' ἄκρου δ ' ὀξέα καὶ ἀκανθώδη
ΓΦ στερεόν : ἰσοϋψῆ γάρ ἐστι τὰ ΑΒ , ΓΦ στερεά : ὡς δὲ ἡ ΓΜ πρὸς τὴν ΓΤ ,
4329341 χροας
τῶν ἀστέρων καὶ τοῦ οὐρανοῦ ἐκτυπῶν κατὰ τὴν ἰδέαν τῆς χρόας οὐσίαν . ὁ μὲν γὰρ οὐρανὸς ἀργύρῳ προσέοικεν ,
τὴν ὄψιν αὐτὴν οἱ πολλοὶ πυρός , ὡς τούτου τὰς χρόας μετεχούσας μᾶλλον . Ἀναξαγόρας μὲν οὖν , ὥσπερ ἐλέχθη
4327291 δυσκατεργαστα
πραττόμενα τελέσει , τὰ δὲ λοξά ἄνευ μαρτυρίας ἀγαθοποιῶν ἀστέρων δυσκατέργαστα καὶ πολυχρόνια μηνύει τὰ ἐγχειριζόμενα , καὶ τὰ τροπικὰ
τοῦ τροπικοῦ Αἰγοκέρου ἄνευ τῆς μαρτυρίας τῶν ἀγαθῶν ἀστέρων τε δυσκατέργαστα τάδε . ὁμοίως καὶ τὰ τροπικὰ μετατρέπει ταχέως ἅπαντα
4324040 ὑποφαινεται
, ἀντ ' ἐκείνου γένηται βουλευτὴς ὁ ἐπιλαχὼν αὐτῷ . ὑποφαίνεται δὲ ταῦτα ἐν τῷ Πλάτωνος Ὑπερβόλῳ . Ἐπιμελητὴς τῶν
. Τοῦ δὲ τρεπομένου οἴνου τὸ ἀγγεῖον θερμὸν τῇ ἁφῇ ὑποφαίνεται : τοῦ δὲ μονίμου τὸ ἀγγεῖον ψυχρόν . Ὁ
4319295 κατωθεν
τὰ μετ ' αὐτὸ εὐθὺς παραλαμβάνομεν καὶ οὐχὶ τὰ τούτων κάτωθεν ; ἐκ τοῦ πᾶν τὸ διαιρούμενον ἐμπίπτειν ἢ μὴ
οἶμαι , καὶ πλοίου καὶ τῶν ἄλλων τῶν τοιούτων τὰ κάτωθεν ἰσχυρότατ ' εἶναι δεῖ , οὕτω καὶ τῶν πράξεων
4317776 ὑπονοστει
ἂν εἴποι τις διαύλοις . τὰ γὰρ κύματα ἐκχεῖται καὶ ὑπονοστεῖ . . ἁλίδονα ] ἐν τῇ θαλάσσῃ φερόμενα .
ὑποστρέψαν τὸ κῦμα ἐπισύρει ἰχθύων τῶν προειρημένων πλῆθος ἄμαχον , ὑπονοστεῖ δὲ αὖθις , καὶ ὑπολείπονται πολλοὶ χρυσόφρυες ἐν ὀλίγῳ
4315915 ὁρασις
ὑπό τινων ὠνομάσθαι , ὅτι καλὰ καὶ χαρίεντα μόνη ἡ ὅρασις παρέχει . ἄλλοι δὲ τὴν ὄψιν τὴν ὅρασιν ὀνομάζουσι
καὶ τὰ πόρρω ὁρᾶν . μὲν καὶ ἡ ἀπὸ ὕψους ὅρασις , λέγεται δὲ καὶ αὐτὸς ὁ ὑψηλὸς τόπος :
4314774 ταυτῳ
γενικὴ καὶ δοτικὴ τῶν δυϊκῶν ἐστί , δύο πτώσεις ἐν ταυτῷ δεῖ διαιρεῖν , ἢ ἀπὸ τῆς συντάξεως τῶν ῥημάτων
ὁντιναοῦν ἐξίστησι τοῦ ἐξ ἀρχῆς , ἀλλὰ τηρεῖ αὐτὸν ἐν ταυτῷ : τὸ δὲ τοιοῦτον περὶ ἄλλον ἀριθμὸν εὑρεῖν ἀδύνατον
4313132 ὁραται
' ᾗ τινὸς ἄλλης φύσεως κεκοινώνηκεν : διὸ ἐκεῖνο μὲν ὁρᾶται καὶ ἐν τῷ σκότει , τὰ λοιπὰ δ '
τοῖς οὖν σοφοῖς τῶν προφητῶν αἰνίττεται , ὅπως θεὸς ἐκεῖνος ὁρᾶται : σοφὸς δὲ ἱερεὺς τὸ αἴνιγμα συνιεὶς ἀληθινὴν ἂν
4312185 ἐκφυσεις
καθ ' ἕκαστον πόδα δακτύλους πέντε , ὑποφαίνοντας μὲν τὰς ἐκφύσεις , οὐ μὴν διεστῶτας . ταῦτά τοι καὶ νηκτικός
, τῶν ταπεινοτέρων δὲ παραλυομένων . Εἰς ἑκάτερον τῶν ὀφθαλμῶν ἐκφύσεις ἐγκεφάλου καθήκουσι , πιλούμεναι κατὰ τὴν διὰ τῶν ὀστῶν
4311047 κατοπτρου
τῆς ὁρατικῆς ἐνεργείας τῷ μεταξὺ ἀέρι τοῦ τε προσώπου καὶ κατόπτρου καὶ μενούσης δι ' ὅλου τοῦ μεταξύ , καὶ
τὸν τύραννον , παῖε „ ἐβόα , οὐχ ὥσπερ ἐκ κατόπτρου τινὸς εἴδωλον ἀληθείας ἕλκων , ἀλλ ' αὐτὰ ὁρῶν
4310560 ἀσιτιη
σπλῆνα σφόδρα , καὶ ῥῖγος καὶ πυρετὸς ἐπιλαμβάνει , καὶ ἀσιτίη ἔχει αὐτὸν , τό τε γυῖον ξυμπίπτει ταχέως :
Προϊούσης δὲ τῆς νούσου λεπτύνεται σφόδρα : ἢν δὲ καὶ ἀσιτίη ἐπιγένηται , πολλῷ πλέον λεπτύνεται : ἢν δὲ τὰ
4288443 ἀπορροιας
τὸ ἀπορροίας γίνεσθαι , αὐτὸ τοῦτο παραλαμβάνοι πρὸς βεβαίωσιν τοῦ ἀπορροίας γίνεσθαι . Ἀνῄρουν δ ' οὗτοι καὶ πᾶσαν ἀπόδειξιν
ἑπομένου αὐτῷ κέντρου κατά τε τὰς ἔγγιστα φαινομένας συναφὰς ἢ ἀπορροίας καὶ συ - σχηματισμοὺς καὶ ἔτι κατὰ τὴν κυριότητα
4287378 ἀρκτον
. Κεῖται δὲ ὁ τόπος ὑπ ' αὐτὴν τὴν μικρὰν ἄρκτον , λέγεται δὲ συνορίζειν τοῖς ἀπεστραμμένοις μέρεσι τοῦ Πόντου
καὶ καταρρὼξ τῆς Παφλαγονίας καὶ εἰς τὸ πέλαγος τείνει πρὸς ἄρκτον , μνημονεύει καὶ Ἔφορος ἐν δʹ . ὁ δὲ
4280201 νευρα
τῆς πόῤῥω ταύτης κειμένης μήτρας ; οὐδὲ γὰρ ἔχει πλούσια νεῦρα ἡ μήτρα , οὐ προαιρετικὰ , οὐκ ἀποπερατώσεις μυῶν
θερμὴν ἔμμεναι . ἀπηνέα γὰρ καὶ ϲκληρὰ καὶ τιταινόμενα τὰ νεῦρα ὑπὸ τῆϲ νούϲου γίγνεται : ἀτὰρ καὶ τὸ δέρμα
4278955 νεφων
γίνεται νέφος ἡ ἀχλὺς καὶ ἐς αὑτὴν ἄλλα ἐπαγομένη τῶν νεφῶν ὑετὸν τοῖς Ἀρκάσιν ἐς τὴν γῆν κατιέναι ποιεῖ .
τοῦ ἡλίου ἀκτῖνες διικνούμεναι φῶς πέμπουσιν , ὥσπερ διὰ τῶν νεφῶν παχυτέρων τῆς σελήνης ὄντων . Ὁ οὖν Ποσειδώνιός φησιν
4274651 ἀτρεπτως
στέργει , φιλεῖ δὲ οὓς προβέβληται καὶ ἐλεεῖ πρὸς οὓς ἀτρέπτως καὶ ἀπαραιτήτως ἔχει . | λαβόμενοι δ ' ἅπαξ
. ἀναθήμασι σοβαροῖς ἐκόσμησε τὸν νεών . ὑπὲρ τῶν μελλόντων ἀτρέπτως τε καὶ παναληθῶς προθεσπίζουσα . ἐπεὶ δ ' ἔμπαλιν
4273914 ναρκωδη
ὄγκος μικρὸς ὁμόχρους , ἀναλγὴς ἤ που ἐν τῷ παραπιεσμῷ ναρκώδη αἴσθησιν ἐμποιῶν . οὗτος ὁ ὄγκος οὐ μετάγεται καθ
ὄγκος ἀπηνής , ἀντίτυπος , ἐν δὲ ταῖς βιαιοτέραις θλίψεσιν ναρκώδη συναίσθησιν ἐπιφέρων , καὶ ὡς ἐπὶ ἰσχιάσιν ἐν τῷ
4271135 αἰθριου
' ἂν αὐτὸ μὴ κακῶς ἀπεικάσαι . ὅταν πάγου φανέντος αἰθρίου χεροῖν κρύσταλλον ἁρπάσωσι παῖδες εὐπαγῆ , τὰ πρῶτ '
ὁ ἥλιος τάδε ποιέει . Ἅτε διὰ παντὸς τοῦ χρόνου αἰθρίου τε ἐόντος τοῦ ἠέρος τοῦ κατὰ ταῦτα τὰ χωρία
4269091 σπλαγχνα
μέρος νωτιαίου λαμβάνει τινὰ μόρια καὶ διασπείρεται πρὸς τὰ ταύτῃ σπλάγχνα , καὶ τοῖς εἰρημένοις πρόσθεν ἀπὸ τῆς τρίτης συζυγίας
τοῖς πίνουσιν οἶνον ἢ ἀκόνιτον ἢ δορύκνιον . τὰ δὲ σπλάγχνα τῆς χηνὸς ὀπτὰ ἐσθιόμενα , τὸ μὲν ἧπαρ ὠφελεῖ
4268612 αὐγη
εἶναι καὶ ἱστίον τῷ ἅρματι , ἀφ ' οὗ καὶ αὐγή τις ἐπὶ τὸ μέτωπον καὶ τὴν κεφαλὴν ἥκει οὔπω
φαίνηται , ἀεξομένοιο διδάσκει μηνός : ὅτε πρώτη ἀποκίδναται αὐτόθεν αὐγή , ὅσσον ἐπισκιάειν , ἐπὶ τέτρατον ἦμαρ ἰοῦσα :
4267835 τραχεων
κυρίοις δηλονότι , ] καὶ ὅταν τις πρᾳοτέροις ἀντὶ τῶν τραχέων . Βραχύτης δὲ καὶ συντομία γίνεται κατὰ γνώμην ,
ἐπὶ ταὐτοῦ πράγματος τὰ μὲν περὶ Ἄρεα καὶ Ἀφροδίτην διὰ τραχέων ὀνομάτων ἀφηγεῖται [ θ . ] , τὸ ἐμίγησαν
4266716 πυκνον
μαντικήν : ἐμφαίνεσθαι γὰρ ἐν αὐτῷ διὰ τὸ λεῖον καὶ πυκνὸν καὶ λαμπρὸν τὴν ἐκ τοῦ νοῦ φερομένην δύναμιν :
, ἤγουν δυσπετέως φέρειν τὴν νοῦσον , πνεῦμα μέγα καὶ πυκνὸν εἶναι , τὴν ὀδύνην μὴ παύεσθαι , τὸ πτύελον
4264193 μετεωρα
καὶ βουλὴν τιθεμένοις ᾗ δεῖ πολεμεῖν , ἐδόκει χώματα χοῦν μετέωρα πρὸς τὴν πόλιν , ὡς εἶναι σφίσιν ἐπίσου πρὸς
, ᾧ ἕκαστα ξύντροφα . Ἀφεστεῶτα μὲν , ὥστε τὰ μετέωρα τῆς ἕδρης ψαύειν μὲν , πιέζειν δὲ μή :
4261786 διαστολων
γὰρ ταῦτα ἐκείνοις καὶ ἐκεῖνα τούτοις ἐπὶ τῶν ἐκ γενετῆς διαστολῶν . τῶν γὰρ προσηκόντων κατὰ γένεσιν τόπων ἀκυρολογήτων κατὰ
, οὕτως καὶ τὴν ἀρτηρίαν εὑρίσκεσθαι σαλευομένην . τῶν δὲ διαστολῶν καὶ τῶν συστολῶν ὑπὲρ εὐσήμου διδασκαλίας ἐροῦμεν καὶ παράδειγμά
4258853 νευει
, κἂν εἰ ἐν χρόνῳ , αὐτὴ ποιεῖ , καὶ νεύει καὶ πρὸς τὸ μέλλον : εἰ δὲ τοῦτο ,
αὕτη μία τῶν τριῶν τῶν ποιουσῶν τρίγωνον τὴν νῆσον , νεύει δὲ ἐπὶ θερινὰς ἀνατολάς , καθάπερ ἡ Καῖνυς πρὸς
4254489 ὑψηλοτερων
ἐπὶ τῶν ταπεινοτέρων , ἔνθα δὲ καταδραμεῖν , ἐπὶ τῶν ὑψηλοτέρων . ἐπ ' ἐνίων δὲ μορίων ἡ διὰ τῶν
ἐντέρων τὴν ἕλκωσιν ἔχειν ἢ τὰ παχέα : τῶν γὰρ ὑψηλοτέρων πασχόντων ἡ διὰ στόματος ἐπιτηδειοτέρα μᾶλλον θεραπεία , καθάπερ
4254373 φλεψ
, καί τι τῆϲ τοῦ πνεύμονοϲ οὐϲίαϲ ἢ βρόγχιον ἢ φλὲψ ἀνενεχθήϲεται : οἶδα δέ τινα τῶν ἐκ τοῦ πνεύμονοϲ
μονοειδῆ , ἄρτον καὶ ὕδωρ , καὶ ἐκ ταύτης τρέφεται φλὲψ ἀρτηρία σὰρξ νεῦρα ὀστᾶ καὶ τὰ λοιπὰ μόρια .
4247173 δυσεις
, κατὰ ταὐτὸν ἂν παρὰ πᾶσιν αἱ ἀνατολαὶ καὶ αἱ δύσεις ἐγίνοντο , ὥστε καὶ αἱ ἀρχαὶ τῶν ἡμερῶν καὶ
. Ἑκάστου τῶν ἀπλανῶν ἄστρων αἱ ἑῷαι ἐπιτολαί τε καὶ δύσεις αἱ φαινόμεναι ὕστεραί εἰσιν τῶν ἀληθινῶν , αἱ δὲ
4246429 ὁμαλες
Ὡσαύτως δὲ καὶ τὸ πυκνὸν καὶ ἄκυμον καὶ συνεχὲς καὶ ὁμαλὲς ἐκείνοις ὁ νότος ποιεῖ μᾶλλον : ἀεὶ γὰρ τοῖς
γὰρ ὁμαλὴν γενέσθαι κίνησιν μὴ ἐφ ' ὁμαλοῦ μεγέθους : ὁμαλὲς δὲ μέγεθος , οὗ τὸ τυχὸν ἐφαρμόττει τῷ τυχόντι
4246135 πεφυκυιας
κέκληκεν ὁ ῥήτωρ τὰς κύκλωι περὶ τὸ χωρίον ἐν στοίχωι πεφυκυίας . . . . πομπείας καὶ πομπεύειν : .
τὴν βοήθειαν τῆς ῥᾳδίως πρὸς τὴν ὑγεῖαν [ νάρδους ] πεφυκυίας κελεύειν νάρδου τοῖς ῥιζίοις σταθμῷ , φέρει δὲ ταῦτα
4243504 ὑδατωδης
, οὐ μὴν οὔτε γεώδης οὔτε ἀερώδης , ἀλλ ' ὑδατώδης μᾶλλον : ἡ δὲ τὰς ἀναστομώσεις κλείουσα παχυμερὴς ψυχρά
πρώτης : οὐ μετέχει δὲ στύψεως , ἀλλ ' ἐστὶν ὑδατώδης τε καὶ ἥκιστα γεώδης ὁμοίως τῇ μαλάχῃ καὶ κατὰ
4240954 καλῳδιων
διὰ κουφότητα ἐμπίπτων καὶ ἐμπηγνύμενος , ὅτε μάλιστα ὑπὸ τῶν καλῳδίων ἐφέλκοιτο ὀπίσω : κοπῆναί τε ὑπὸ τῶν βλαπτομένων οὐκ
ἀναβαινόντων : ἢ τοῖς ἀγκίστροις τοῖς σιδηροῖς , ἅπερ ἐπὶ καλῳδίων πρὸς τὰς ἐπάλξεις ἐπιρρι - πτοῦνται ἅμματα ἐχόντων ,
4239997 ῥευματα
μὲν καὶ ἔρρινον φάρμακον καὶ τὰ χρόνια τῶν ὤτων ἰᾶται ῥεύματα καὶ τῶν ἑλκῶν τὰ παλαιὰ κατά τε ὦτα καὶ
καὶ τὸν ὄγκον τῆς γαστρὸς τὸν ἔγκαιρον . Ῥοαί : ῥεύματα . τῇδ ' : τῆσδε , ταύτῃ δὲ τῇ
4237705 λεπτοτερα
λόγον τυγχάνοντα , ὅπου γε καὶ αὐτὰ τὰ χύματα τότε λεπτότερα τοῦ δέοντος προΐεται . Ἐπεί γε μὲν ταῖς ἐνδείαις
γνώμης , οἱ ἐξ ἀπάτης , οἱ ὁρικοὶ καὶ ἕτερα λεπτότερα τούτων μετὰ τὴν τούτων διαίρεσιν ἐροῦμεν , ἐκεῖνα γὰρ
4235687 ἀραιον
, οἷον πήχεων , μηρῶν : ἀτὰρ καὶ τὸ δέρμα ἀραιόν : δηλοῖ δὲ ἡ θρὶξ τῶν ζώων . Ἧσιν
ὀστέον τὸ κατειληφὸς τὸν ἐγκέφαλον λεπτότατον εἶναι καὶ ὑμενῶδες καὶ ἀραιόν , φλέβας τε ἐντεῦθεν καὶ ἐς ἄκραν τὴν κεφαλὴν
4235319 ὀσφυς
μέσον ἐστὶ τοῦ μεταφρένου καὶ ὀσφύος . διαδέχεται οὖν ἡ ὀσφὺς , ἥτις ἰξὺς ὠνόμασται , καθ ' ὃ ζωννύμεθα
τὸ καταλῆγον ἀντίστερνον . τὸ δ ' ἀπὸ τῆς ῥάχεως ὀσφὺς τὸ μέχρι γλουτῶν . τὴν δὲ ῥάχιν ἔνιοι τῶν
4235167 τροπας
τοῖς ἀδύτοις ὑπάρχοντες ἄλλοι τὴν διάνοιάν εἰσι βέβηλοι , τῷ τροπὰς πρὸς τὸ χεῖρον καὶ τύπους αὐτὴν λαμβάνειν φαύλους :
ΕΖ δύνει ἤπερ ἡ ΗΘ . εʹ Ἡ μετὰ θερινὰς τροπὰς ἡμέρα καὶ νὺξ τὸ συναμφότερον τῆς μετὰ τροπὰς χειμερινὰς
4234873 ψυχροτης
ταῦτα καὶ ἐν τούτοις , οἷον μέγεθος , μικρότης , ψυχρότης , θερμότης , ἁπλῶς τὸ χειμερινὸν ἢ εὐδιεινὸν καὶ
, πρὸς δὲ τὴν γῆν ψυχρότης . Γῆς ποιότητες ξηρότης ψυχρότης : ἰδία μὲν ξηρότης , κοινὴ δὲ πρὸς μὲν

Back