: ἢ ἐκ τοῦ διανενεμῆσθαι [ ] , ὅ ἐστι σεσωρεῦσθαι καὶ πεπληρῶσθαι . νάειν γὰρ τὸ ῥέειν . καὶ
οὗ καὶ νηδὺς ἡ γαστήρ : παρὰ τὸ νενῆσθαι καὶ σεσωρεῦσθαι : καὶ πεπληρῶσθαι εἰς αὐτὴν τὰ βρώματα . νῶ
6223239 στενωποι
γε αὐτῶν ἑτέρων τε τιμιωτέρων ὁδοί τε ἐν ἄστει κατάστεγοι στενωποί τε μεστοί . καὶ τοῖς μὲν ἴση ἡ τέρψις
ὠθισμὸς ἦν περὶ τὰ βασίλεια καὶ μέχρις ἔξω πλήρεις οἱ στενωποί : πάντες γὰρ συνέτρεχον τῷ μὲν δοκεῖν ἀκροαταὶ τῆς
6045280 λυπρα
' ἔτους συγκομίζουσι τὰ ἐπιτήδεια καὶ ταῦτ ' ἔστιν ὅτε λυπρὰ καὶ οὐ πάνυ διαρκῆ διὰ πολλὰς βλαβέντα αἰτίας :
τῶν εὐτελῶν καὶ μηδὲν λυσιτελὲς ἐχόντων , παρόσον πετρώδης καὶ λυπρὰ καὶ διὰ τοῦτο πενιχρὰ ἡ Σκῦρος , οὐδὲν φέρουσα
5996792 ἠρειπον
ἐνεπίμπρασαν οἱ Ῥωμαῖοι καὶ τοὺς νεωσοίκους κατέσκαπτον καὶ τὸ τεῖχος ἤρειπον ἐκ θεμελίων : ὥστε μηδ ' ἀπελθόντων σφῶν χρηστὸν
] ἐν . Θρήικιαι ] ἀπὸ Θράικης ἄνεμοι πνέοντες . ἤρειπον ] κατέβαλλον , συνέκρουον . Κερωτυπούμεναι ἤτοι τοῖς κέρασιν
5837967 εὐηλιος
ἂν ᾖ , καὶ εὔυδρος ἐοῦσα καὶ ἄνυδρος , καὶ εὐήλιος καὶ πολύσκιος , καὶ ἀγαθὴ καὶ φλαύρη , ὥστε
γερανίας : τὸν ἔχοντα μακρὸν καὶ γερανώδη τράχηλον . γῆ εὐήλιος : ἡ ἀεὶ ἡλιουμένη . γλωττοδέψην : τὸν γνώμαις
5751677 Ἀννιβα
Ἀννίβαι τις χρησμὸς οὕτω που γεγραμμένος : Λίβυσσα κρύψει βῶλος Ἀννίβα δέμας . ] τὸ νῦν καλούμενον τὰ Βουτίου ,
πρὸς Ῥωμαίους πίστιν εἰς τοσοῦτον καρτερίας ἦλθον πολιορκούμενοι ὑπ ' Ἀννίβα ὥστε μετὰ τὸ πάντα μὲν τὰ κατὰ τὴν πόλιν
5735807 πρινη
Ἐν τοῖσι παλιμβόλοισιν αἱ μεταβολαὶ ὠφελέουσι . τούτοισι μεταβάλλειν , πρινὴ κακοῦσθαι , εἰς τὰ πρέποντα , οἷον Χαιρίωνι :
τόσον ἔφθασας : τοσοῦτον προέφθασας , φησί , μεταπεμψαμένη με πρινὴ ἐμὲ ἐθελοντὶ ἐλθεῖν πρὸς σέ , ὅσον ἐγὼ προέλαβον
5683811 ὑλωδης
γὰρ ἀργὸς ψυχροτέρα καὶ παχύτερον ἔχει τὸν ἀέρα διὰ τὸ ὑλώδης εἶναι καὶ μήτε τὸν ἥλιον ὁμοίως διϊκνεῖσθαι μήτε τὰ
πᾶσα ὀρεινὴ τοιαύτας ἐπιτηδειότητας ἔχει πολλὰς εὔυδρός τε οὖσα καὶ ὑλώδης καὶ ἀποτόμοις φά - ραγξι καὶ κρημνοῖς διειλημμένη πολλαχόθεν
5680690 κεντειν
τε καὶ λεπτῶν καὶ θερμῶν , ὡϲ διαβιβρώϲκειν τε καὶ κεντεῖν καὶ νύττειν τὰ αἰϲθητικὰ τῶν ϲωμάτων . καὶ ἐφ
ῥόδων χαίρομεν , ὅτι ἐξ ἀγρίου θάμνου καὶ λυπεῖν καὶ κεντεῖν εἰδότος γελῶσιν ἐν τοῖς ῥόδοις . ἄνθος δέ ἐστι
5672073 σκιεροι
τὴν ἐκεῖ θάλασσαν , πορισμόν . σκιεροί : κατάσκιοι . σκιεροί τε μυχοί : συνεσκιασμένοι τόποι . μυχοί : βάθη
εὔφυλλοι , κομῶντες , ἀμφιλαφεῖς , ἀμφίκομοι , εὔκομοι , σκιεροί , εὔσκιοι , σύσκιοι , βαθεῖς , δασεῖς ,
5606847 δυναμεναις
τὰ τούτοις παραπλήσια . Μετὰ δὲ ταῦτα ἐμπλάστροις χρῆσθαι ταῖς δυναμέναις μεταβάλλειν τὸ πύον , ὡς ἐπὶ τῶν ἡπατικῶν προείρηται
πρὸς παιδοποιίαν ἐπενόησεν αὐτήν . ἔνθεν οὔτε ταῖς μήπω συλλαμβάνειν δυναμέναις , οἷον ταῖς νηπίαις , παρέσχε τὴν κάθαρσιν οὔτε
5602999 λυσιτελεστερα
προτιθεμένων πολλαὶ δαπάναι γίγνωνται , ἐννόησον ὅτι οὐκ ἔστιν ἐμπορεύματα λυσιτελέστερα ἢ ὅσα ἄνθρωποι ἄθλων ὠνοῦνται . ὁρᾷς ἐν ἱππικοῖς
γλυκέα ὄντα : πλείω γὰρ τὴν πέψιν προσλαμβάνοντα τῷ χρόνῳ λυσιτελέστερα ταῖς προσηκούσαις χρήσεσι γίνεται καὶ οὐχὶ ῥᾳδίως συμφθείρεται .
5593175 ἀπλαστοι
: ἀδάμας δέ ἐστιν εἶδος σκληροῦ λίθου σίδηρον τέμνοντος . ἄπλαστοι : ἀπροσπέλαστοι , φοβεροί : ὧν οὐκ ἄν τις
. τῶν ἑκατὸν μὲν χεῖρες ἀπ ' ὤμων ἀίσσοντο , ἄπλαστοι , κεφαλαὶ δὲ ἑκάστῳ πεντήκοντα ἐξ ὤμων ἐπέφυκον ἐπὶ
5581313 Ὀμανα
Ὀλύνθου τοῦ Ἡρακλέους . ὁ πολίτης Ὀλύνθιος καὶ Ὀλυνθία . Ὄμανα , πόλις τῆς εὐδαίμονος Ἀραβίας . Γλαῦκος δευτέρῳ Ἀραβικῆς
κόλπος ἐστὶ συναφὴς ἐπὶ βάθος ἐνδύνων εἰς τὴν ἤπειρον , Ὄμανα , σταδίους ἔχων ἑξακοσίους τὸ διαπέραμα , καὶ μετ
5580685 πεδιας
περιβολήν , ἢ ἁπλῶς ὅπλισιν , παρὰ τὸ ἔχειν . πεδίας . ἀπολογεῖται διὰ τὴν τῶν τόξων χρῆσιν : καὶ
περιβολήν , ἢ ἁπλῶς ὅπλισιν , παρὰ τὸ ἔχειν . πεδίας . ἀπολογεῖται διὰ τὴν τῶν τόξων χρῆσιν : καὶ
5565448 ἀπεκλειε
ἐς τοὺς ἀγροὺς ἀπεδίδρασκον . καὶ ὁ βασιλεὺς τὰς θύρας ἀπέκλειε καὶ φρουρὰς ἐφίστη . καὶ οἱ Ταραντῖνοι τῆς ἀβουλίας
εἰσελθόντα ἀδύνατον ἦν ἐξιέναι πολυπλόκοις γὰρ καμπαῖς τὴν ἀγνοουμένην ἔξοδον ἀπέκλειε . κατεσκευάκει δὲ αὐτὸν Δαίδαλος ὁ Εὐπαλάμου παῖς τοῦ
5557139 ἐργασιμα
φράζοντας : θήκας δ ' εἶναι τῶν χωρίων ὁπόσα μὲν ἐργάσιμα μηδαμοῦ , μήτε τι μέγα μήτε τι σμικρὸν μνῆμα
μηδὲν πλέον τοῦ σπέρματος ἐκφέρον . πεδία , ἄρουραι , ἐργάσιμα , λήια , ὀργάδες , λόφοι , ὄρχοι ,
5513180 εὐρεες
δὲ μηροὺς καλούς τε μεγάλους τε , φάνεν δέ οἱ εὐρέες ὦμοι στήθεά τε στιβαροί τε βραχίονες : αὐτὰρ Ἀθήνη
καὶ ἄλλο οὐδὲν δεινόν : αἵ τε γὰρ ὁδοὶ τουτέων εὐρέες καὶ ἱκαναὶ τιμωρέειν σφίσιν : πρὸς δὲ καὶ ἀσύστροφον
5508313 ἀπαρτια
, ὅ ἐστιν εὐαρμόστως , συμπληρῶ , καὶ ἐξ αὐτοῦ ἀπαρτία , . , , . . α . *
: ὁ κατὰ ἔπιπλα . ἔστιν ἀπαρτῶ συμπληρῶ , καὶ ἀπαρτία . . . . ἄπαστος : ὁ ἄγευστος ἡ
5504609 κραιπαλη
κάλλαια καὶ κάλλη διαφέρει . κραιπάλη καὶ μέθη διαφέρει . κραιπάλη μὲν λέγεται ἡ χθεσινὴ μέθη , μέθη δὲ ἡ
καιρῶν περίοδος καὶ σύλληψις . κάλλαια καὶ κάλλη διαφέρει . κραιπάλη καὶ μέθη διαφέρει . κραιπάλη μὲν λέγεται ἡ χθεσινὴ
5487656 σιτοφορος
, ἄμπελοί τε ἐν αὐτῇ ἐπεφύκεσαν καὶ φοίνικες , καὶ σιτοφόρος ἦν : τὸ δὲ μῆκος [ ἦν ] τῆς
ἀγαθὰς ἔχει καὶ πολλάς , ἄδενδρος δ ' ἐστὶν ὡς σιτοφόρος : οὐδ ' αὖ φυτὰ μὲν ἱκανὴ παντοῖα θρέψασθαι
5471350 διωρυχων
αὐτῆς ῥέουσι οὐ πολλῷ τεῳ ἀριθμὸν ἐλάσσονες τῶν ἐν Αἰγύπτῳ διωρύχων . Ὅσοι δὲ ὀνομαστοί τέ εἰσι αὐτῶν καὶ προσπλωτοὶ
κατατέτμηται [ ἐς ] διώρυχας : καὶ ἡ μεγίστη τῶν διωρύχων ἐστὶ νηυσιπέρητος , πρὸς ἥλιον τετραμμένη τὸν χειμερινόν ,
5462483 δορατοφοροι
τοξόται , τοξοφόροι , ἱππῆς , ἱππακοντισταί , ἱπποτοξόται , δορατοφόροι , κοντοφόροι , ὑπασπισταί , σκευοφόροι , ἱππαγωγοί ,
ἢ κοντοφόροι ἢ λογχοφόροι , οἳ δὲ ἀκροβολισταὶ μόνον . δορατοφόροι μὲν οἱ πελάζοντες ταῖς τάξεσι τῶν πολεμίων καὶ δόρασιν
5460529 ἀνοδιας
τῶν ἀγομένων εἰς σπονδὰς καὶ συμβάσεις , οἳ μόλις ἐξ ἀνοδίας εἰς ὁδὸν ἐδυνήθησαν ἐλθεῖν , ἧς τὸ πέρας οὐδὲν
ὀλίγους παρέχουσαν καὶ βούτυρον ἀντ ' ἐλαίου , διὰ τὰς ἀνοδίας : ἡ δ ' ἑξῆς ἣν ἐπῄει νομάδων ἦν
5456031 ἀνορθουνται
μοῦσα πᾶσα : δι ' αὐτῆς συγκροτοῦνται γάμοι , πόλεις ἀνορθοῦνται , ἄνθρωποι διασώζονται . καὶ συνελόντι φάναι , δι
οὐ λῆψις , οὐδὲ ἀγορασμός : ἀλλὰ διὰ γλώσσης πόλεις ἀνορθοῦνται , δόγματα καὶ νόμοι ὁρίζονται . εἰ οὖν διὰ
5453426 διωρυξ
γὰρ τοὺς κροκοδείλους τιμῶσι , καὶ διὰ τοῦτο ἥ τε διῶρυξ αὐτῶν ἐστι μεστὴ τῶν κροκοδείλων καὶ ἡ τοῦ Μοίριδος
, εἰς ὃ σαλεύεται . ἦν οὖν τῆς κώμης ὄπισθεν διῶρυξ τοῦ ποταμοῦ μεγάλη καὶ πλατεῖα . ταύτῃ οἱ τεταγμένοι
5444073 πλουτουσιν
χρυσόχειρες περιέρχονται οὐδ ' αὐτοὶ πιστεύοντες οἶμαι ὅτι μὴ ὄναρ πλουτοῦσιν . Ἑτεροῖον τοῦτ ' ἐστίν , ὦ Ἑρμῆ ,
, ὡς πλοῦτος πλείστην πᾶσιν ἔχει δύναμιν . Ἶσόν τοι πλουτοῦσιν , ὅτωι πολὺς ἄργυρός ἐστιν καὶ χρυσὸς καὶ γῆς
5428078 μισγομενη
μὴ γίνηται , ἔσται ὥστε δοκέειν ἐγκύμονα εἶναι , καὶ μισγομένη ἀνδρὶ ἀλγέει , ὥστε δοκέειν ἐγκεῖσθαί τι , καὶ
αἰθαλόεσσα ῥιπή , τὴν δ ' ἔτι μᾶλλον ἐποτρύνουσα κορύσσει μισγομένη δίοισιν ὁμοῦ πυρσοῖσι θάλασσα , ὣς κείνου χαλεπάς τε
5419831 Γερμανικον
τοῦ θεοῦ τὸν νικητὴν ἢ τὸν θριαμβευτὴν ἀνακαλεῖται ἢ τὸν Γερμανικὸν ἢ τὸν Σκυθικόν , ἀλλὰ τὸν φιλάνθρωπον καὶ τὸν
πεποίηται τὸ ζεῦγμα ὑπὸ τῶν Ῥωμαίων νυνὶ τῶν στρατηγούντων τὸν Γερμανικὸν πόλεμον . πέραν δὲ ᾤκουν Οὔβιοι κατὰ τοῦτον τὸν
5416389 ἐτλας
ὦ μόνα ὦ φίλα γυναικῶν , σὺ τὸν αὑτᾶς ἔτλας ἔτλας πόσιν ἀντὶ σᾶς ἀμεῖψαι ψυχᾶς ἐξ Ἅιδα . κούφα
χέρας ἐμὰς λιπεῖν βέλος . τάλαινα . πῶς δ ' ἔτλας φόνον δι ' ὀμμάτων ἰδεῖν σέθεν ματρὸς ἐκπνεούσας ;
5416242 ἐλαφροι
εἵπετο σχέδην ἄγων τὴν φάλαγγα καὶ παραγγέλλων ἔφη οἱ μὲν ἐλαφροὶ φυλάττεσθε τὰς ἐνέδρας , τῶν δὲ φευγόντων τοῖς ὑπολειπομένοις
καὶ δύσβατοι . θέσθε οὖν ὑμεῖς , οἱ κενοὶ καὶ ἐλαφροὶ ὄντες ἐν τῇ πίστει , τὸν κύριον ὑμῶν εἰς
5409174 δασειαις
ἦσαν , ἣ δὲ κατέκλινε Πλάτωνα ἐν ταῖς πλησίον μυρρίναις δασείαις οὔσαις καὶ πυκναῖς . καθεύδοντι δὲ ἐσμὸς μελιττῶν ἐν
. Δεῖ δὲ εἰδέναι , ὅτι ἐν ταῖς ὕλαις ταῖς δασείαις οἱ ἐκ χειρὸς ἀκοντίζοντες ἀναγκαιότεροί εἰσι καὶ τῶν τοξοτῶν
5408215 συνεστωτες
' ἔλεγχον οὐδέν ' ἀκριβῆ ποιήσας . οἱ δὲ τούτῳ συνεστῶτες ἀναπηδήσαντες ἐψηφίζοντο . καὶ ἦν μὲν σκότος , οἱ
ποιεῖσθαι . πεπόνθασι δὲ μᾶλλον οἱ διὰ πλειόνων ἢ δυεῖν συνεστῶτες ῥυθμῶν : πλείων γὰρ ἐν αὐτοῖς ἡ ἀνωμαλία :
5408143 ἀναπαυομενοι
, ἄλλοι ἐπ ' ἄλλοις ἐπιόντες , οἱ δὲ πρόσθεν ἀναπαυόμενοι , μόγις δὴ ἀμφὶ δείλην ἐκράτησαν τῆς παρόδου καὶ
κύκλων τὰ κέντρα τῷ τῆς σφαίρας τῆς περιεχούσης κέντρῳ , ἀναπαυόμενοι . Εἰ μὲν οὖν σωματικοὶ ἦσαν , οὐ ψυχικοὶ
5406112 ἱλαρας
αὐτὸν ἐπ ' αὐτὸν λόγον φέρουσιν . παιδικῆς . οἶμαι ἱλαρᾶς : ἐξ οὗ καὶ παιδικώτερον τὸ ἱλαρώτερον . τότε
καὶ τὰς ὑδρίας πληρώσαντες ἀνεζεύγνυσαν , ὥσπερ ἀπὸ θοίνης καὶ ἱλαρᾶς εὐωχίας ἑστιαθέντες καὶ μεθύοντες οὐ τὴν ἐν οἴνῳ μέθην
5397275 δασμους
, οἳ ἔλεγον ὅτι χρυσίον εἴη παρὰ σφίσιν ἐπίσημον , δασμούς τινας λέγοντες . καὶ ταῦτα οὖν κηρύττετε πάντα ἀποφέρειν
ἡμέρου παιδείας ἄγευστοι , δεσποτικοῖς πειθαρχοῦντες ἐπιτάγμασι τοὺς ἐτησίους ἀναπράττουσι δασμούς , οὐ μόνον ἐκ τῶν οὐσιῶν ἀλλὰ καὶ ἐκ
5386758 δυσβατοι
εἰς πολυφάγον . Ὅπου ἔλαφοι τὰ κέρατα ἀποβάλλουσι : τόποι δύσβατοι . λέγεται οὖν ἐπὶ τῶν ἐργώδεις τὰς διατριβὰς ποιουμένων
τοῦ κυρίου , ἐκείνοις αἱ ἐντολαὶ αὗται σκληραί εἰσι καὶ δύσβατοι . θέσθε οὖν ὑμεῖς , οἱ κενοὶ καὶ ἐλαφροὶ
5381039 ὑπερθυμοι
ἱζάνον αἰχματαὶ [ τέκνα φιλα [ ἐρίηρες Ἀχαιοὶ [ καὶ ὑπερθύμοι [ θ ' ἱαρὰν Βοιωτίδα [ ναίον ] [
ἱζάνον αἰχματαὶ [ τέκνα φιλα [ ἐρίηρες Ἀχαιοὶ [ καὶ ὑπερθύμοι [ θ ' ἱαρὰν Βοιωτίδα [ ναίον ] [
5374024 ἐλοωντες
ἀμφί . ἀμφί : ἀμφοτέρωθεν . Καταΐγδην : συντόμως . ἐλόωντες : τύπτοντες . Λέλησται : ἐπιλάθεται . Γενύεσσι :
ἑξῆμαρ μὲν ἔπειτα ἐμοὶ ἐρίηρες ἑταῖροι δαίνυντ ' Ἠελίοιο βοῶν ἐλόωντες ἀρίστας : ἀλλ ' ὅτε δὴ ἕβδομον ἦμαρ ἐπὶ
5370510 στιβαροισι
ὁμῶς , κεφαλαὶ δὲ ἑκάστῳ πεντήκοντα ἐξ ὤμων ἐπέφυκον ἐπὶ στιβαροῖσι μέλεσσιν . οἳ τότε Τιτήνεσσι κατέσταθεν ἐν δαῒ λυγρῇ
μεγάλη δὲ βίη καὶ χεῖρες ἄαπτοι ἐξ ὤμων ἐπέφυκον ἐπὶ στιβαροῖσι μέλεσσι . ] τῶν δ ' ἦν χάλκεα μὲν
5360606 ἀστομοι
αἱ δ ' ἀπ ' αἰγιαλῶν σκληρόσαρκοι καὶ κακόχυλοι , ἄστομοι . βούγλωσσοι , ψῆσσαι σκληρόσαρκοι , δύσφθαρτοι , εὔχυλοι
ἀποστεροῦνται τῆς ἐργασίας διὰ τὸ μικρόν : αἱ δὲ γρυπαὶ ἄστομοι καὶ διὰ τοῦτο οὐ κατέχουσι τὸν λαγῶ : αἱ
5360195 ἀφετηρια
Γ ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν σταδιοδρομούντων : βαλβὶς γάρ ἐστιν ἡ ἀφετηρία . ⌈ ἦν δὲ αὕτη γραμμήὴ ⌈ δέ Γ
τὸ δραμεῖν ἀφαιρούμενοι ἀφίεσαν τρέχειν : ἀφ ' οὗ καὶ ἀφετηρία ἐκλήθη . βαλβὶς δὲ ἀπὸ τοῦ εἰσβάλλεσθαι βάδην .
5354199 Ἐρχονται
, ἀλλήλοις διαλεγόμενοι , συνεχὲς ὀμνύοντες τηρήσειν τὰ συγκείμενα . Ἔρχονται δὴ πρὸς αὐτοὺς ὁ Κόρυμβος καὶ ὁ Εὔξεινος καὶ
: ἀπὸ μακρόθεν , πόῤῥωθεν , χωρὶς , μακράν . Ἔρχονται : πόῤῥωθεν . τεκέων : παίδων , τῶν γεννητόρων
5353864 μεμειγμενα
ἔσχε βρέμουσα θήρ . φύσιν ἔσχεν ἄτακτα κεκραμέναν ἀτέλεστα τέλεια μεμειγμένα . Τὰν ὕελον † ἐκόμιζε κόψας † ἐργάτας ἀνήρ
πάντων ἄρχειν καὶ κρατεῖν . καὶ νοῦν ἄπειρα ὄντα [ μεμειγμένα ] τὰ σύμπαντα διακοσμῆσαι . . . . ,
5344615 πεφυωτας
, τὸν δ ' ἐλαίης . ἢ στικτέον μετὰ τὸ πεφυῶτας , ἵνα ἐν τοῖς ἑξῆς λείπῃ τὸ ἦν ῥῆμα
. δοιοὺς δ ' ἄρ ' ὑπήλυθε θάμνους ἐξ ὁμόθεν πεφυῶτας : ὁ μὲν φυλίης , ὁ δ ' ἐλαίης
5343603 Τηνος
δεῖ διεξελθεῖν , ἀλλ ' ὑμᾶς αὐτοὺς ἀναμνησθῆναι , ὅτι Τῆνος μὲν καταληφθεῖσα ὑπ ' Ἀλεξάνδρου ἐξηνδραποδίσθη , Μιλτοκύθης δὲ
Δῆλος , Νάξος , Σίφνος , Κέως , Μύκωνος , Τῆνος , Κύθνος , Ἄμοργος , Σέριφος : κατὰ δέ
5336108 νομαδικως
ὅμοιοι ταῖς τραγικαῖς Ποιναῖς : ζῶσι δ ' ἀπὸ βοσκημάτων νομαδικῶς τὸ πλέον . μέταλλα δὲ ἔχοντες καττιτέρου καὶ μολίβδου
χώραν νέμεται , καὶ τελευτᾷ πρὸς τὴν βόρειον θάλατταν , νομαδικῶς μὲν ζῶντα δ ' ὅμως . πῶς οὖν ,
5335355 Ὀλυνθος
πόλις Παμφυλίας . Στράβων ιδʹ . τὸ ἐθνικὸν ὅμοιον . Ὄλυνθος , πόλις Θρᾴκης πρὸς τῇ Σιθωνίᾳ τῆς Μακεδονίας ,
ἱερὸν ἀκρωτήριον . Ἔξω δὲ τοῦ ἰσθμοῦ πόλεις αἵδε : Ὄλυνθος Ἑλληνὶς , Μηκύβερνα Ἑλληνὶς , Σερμυλία Ἑλληνὶς καὶ κόλπος
5328348 τειχια
ἐπετέμοντο αὐτῆς ἄλλος ἄλλην μοῖραν , περιβάλλοντες αὐτοῖς ἕρκη καὶ τειχία , καὶ τὰ σώματα σπαργάνοις μαλθακοῖς καθειλίξαντες , καὶ
τῷ ἔργῳ καὶ πρὸ αὐτοῦ λυπήσειν : τῇ μὲν γὰρ τειχία τε καὶ οἰκίαι εἶργον καὶ δένδρα καὶ λίμνη ,
5324795 σιωπωσι
τῶν ὑποκριτῶν καὶ εἰσιόντος τοῦ χοροῦ Μή τοι χλιδῇ : σιωπῶσι τὰ πρόσωπα παρὰ τοῖς ποιηταῖς , ἢ δι '
ἐρασθέντες οὐ πείσαντες , οὕτω ψέγουσι , καὶ πάλιν αὖ σιωπῶσι διὰ θάτερα , ὥστε οὐ τοὺς αἰσχρῶς ζῶντας φανεροὺς
5322469 ἐκαιετο
μετεδίδοσαν ἀλλήλοις ὧν εἶχον ἕκαστοι . ἔνθα δὲ τὸ πῦρ ἐκαίετο , διατηκομένης τῆς χιόνος βόθροι ἐγένοντο μεγάλοι ἔστε ἐπὶ
. γραῦς δὲ γυνὴ ἔνδον καθῆστο , καὶ πῦρ πολὺ ἐκαίετο . οἱ δὲ πάντα ἐκεῖνα ἅπερ ἐτυγχάνομεν ἡμεῖς κομίζοντες
5317024 πωρον
θέρος αὐχμηρὸν καὶ βόρειον γένηται , τὸ δὲ φθινό - πωρον ἔπομβρον καὶ νότιον , κεφαλαλγίαι ἐς τὸν χειμῶνα γίνονται
ὀψὲ δὲ καὶ τελειοῖ τὸν καρπὸν πρὸς τὸ μετό - πωρον . τὸ δ ' ὅλον ὡς ἁπλῶς εἰπεῖν ἅπασα
5316277 ἀναπεπταμενοι
κλεῖδες . καὶ μὴν καὶ οἱ ξυγκεκλῃμένοι τὰ πλευρὰ καὶ ἀναπεπταμένοι ὑπὲρ τὸ μέτριον πολλὰ τοῦ νοσώδους ἐπισημαίνουσι : τοῖς
τῶν γεγραμμένων ; ἢ τὸ τῶν ἵππων ; μυκτῆρες μὲν ἀναπεπταμένοι τούτοις καὶ ἀνεστηκὼς αὐχὴν βολαί τε ὀφθαλμῶν ἕτοιμοι ἄλλως
5313854 συμμικτα
κώνους , ὅσους ἐθρέψατο ἡ πεύκη , τουτέστιν ὅλα ὁμοῦ σύμμικτα ἑψήσας δίδου πιεῖν κώνοις ] καρποῖς : κῶνος λέγεται
πολλῶν ζώων συνιόντων καὶ ἀλλήλοις ἐπιβαινόντων , ἐξηλλαγμένα ἀποτελεῖ καὶ σύμμικτα ζῶα . Λευκὴν μᾶζαν φυρῶ σοι : ἐπὶ τῶν
5311944 προσαρκτιος
χώρας ταύτης τὰ μὲν ἄλλα εὐδαίμονα χωρία , ἡ δὲ προσάρκτιος ὀρεινὴ καὶ τραχεῖα καὶ ψυχρά , Καδουσίων κατοικία τῶν
πᾶσα ὀρεινὴ καὶ ψυχρὰ καὶ νιφόβολός ἐστιν , ἡ δὲ προσάρκτιος καὶ μᾶλλον , ὥστε καὶ τῶν ἀμπέλων σπάνιν εἶναι
5305703 Καταναιων
, καὶ ἐσελθόντες ἠγόραζον ἐς τὴν πόλιν . τῶν δὲ Καταναίων οἱ μὲν τὰ τῶν Συρακοσίων φρονοῦντες , ὡς εἶδον
ἡ μὲν ἔρημος ἐς ἅπαν , ἡ δὲ κώμη τε Καταναίων ἡ Γερεᾶτις καὶ ἱερόν σφισιν Ὑβλαίας ἐστὶ θεοῦ ,
5304342 ἐμπορευεσθαι
καὶ ψάμμος καὶ φορυτός , νῦν δὲ ὥρα ἐξάγειν καὶ ἐμπορεύεσθαι παρ ' ὑμῶν οὐ μὰ Δί ' οὐ χρυσὸν
καὶ τὰς προσόδους ἂν αὔξοιεν . Ὥς γε μὴν καὶ ἐμπορεύεσθαι ἡδίστη τε καὶ κερδαλεωτάτη ἡ πόλις , νῦν ταῦτα
5303771 ἐκπολιορκησαντες
δύο πόλεις , Κύθηρα καὶ Νίσαιαν : τήν τε Μῆλον ἐκπολιορκήσαντες * ἡβηδὸν ἀπέσφαξαν , παῖδας δὲ καὶ γυναῖκας ἐξηνδραποδίσαντο
τοῖς μὲν Ἀναγνίταις ἀδικήματα ποιοῦσι πόλεμον κατήγγειλαν , Φρουσίνωνα δὲ ἐκπολιορκήσαντες ἀπέδοντο τὴν χώραν . Τοῦ δ ' ἐνιαυσίου χρόνου
5298052 καταρρυτος
νοτερά , νότιος , ἔννοτος , ἐννότιος , λιβάζουσα , κατάρρυτος , πηγάζουσα . αὖραι , πνοαί , πνεύματα ζεφύρια
γὰρ παντοῖον πλοῦτον τοῖς ἀνδράσι τοῖς ἀεννάοις ποταμοῖς ἔνθα κἀκεῖσε κατάρρυτος ἡ γῆ αὔξειἀεννάοις δὲ τοῖς ἀεὶ ῥέουσιν . ἀληθῶς
5295916 προσημαινουσιν
οὕτω δὲ καὶ ἀνάρμοστον καὶ τοῦ βεβαίου δίχα τὸν γάμον προσημαίνουσιν ὡς ἐκ τῆς Ἀφροδίτης . εἰ μὲν ἀρσενικῷ ζῴδιῳ
φίλου ἀγνώμονος συμβουλίαν λαμβάνειν . Αἱ μὲν χελιδόνες εὐδίαν ἡμῖν προσημαίνουσιν , οἱ δὲ ἐκ φιλοσοφίας λόγοι ἀλυπίαν . Οὐχ
5293295 χειροποιητος
ἰσθμὸν ἀναχωρήσεις : αὐτοφυὴς μὲν ὁ πρὸς ἑσπέραν ἀφορῶν , χειροποίητος δ ' ὁ πρὸς τὴν ἕω καὶ Βυζάντιον :
Σύβαριν οὖσαν τὸ ἀρχαῖον : ὁ δὲ ὅρμος ταῖς ναυσὶ χειροποίητος καὶ Ἀδριανοῦ βασιλέως ἐστὶν ἔργον . πρὸς δὲ τῷ
5285836 προαστεια
περιουσίᾳ τοῦ κάλλους γεγοητευμένος . θάλαττα δὲ καὶ ποταμοὶ καὶ προάστεια ἀλλήλων τε καὶ τῆς πόλεως ἄξια , ὥσπερ οὐ
ἐπὶ γυναιξὶ καὶ τέκνοις καὶ ἀνακαινίσει οἰκοδομήματα θαυμαστὰ καὶ ἐξωνήσεται προάστεια πολλὰ καὶ εὐμετάδοτος ἔσται καὶ διὰ δικαιοσύνην τινὰ ἀποδημήσει
5267432 πυρφοροι
, καὶ οὕτως συνέβαλλον αἱ στρατιαί . διεσῴζοντο δὲ οἱ πυρφόροι ὡς ἱεροὶ τοῦ θεοῦ καὶ εἰ πάντες ἀπώλοντο :
ἄνωθεν βαρεῖς κόρακας . πολλαῖς δ ' αὐτῶν χεῖρες προσήρτηντο πυρφόροι στυππία πολλῇ πίττῃ λελιπασμένα περὶ αὑτὰς ἔχουσαι , προεκκείμεναι
5266432 ἀκρισιας
πονηρὸν καὶ θηριῶδες . Οἷσι φωνὴ ἅμα πυρετῷ ἐκλείπει μετὰ ἀκρισίας , τρομώδεες θνήσκουσιν . Αἱ ἐν πυρετῷ ἀφωνίαι σπασμώδεα
ἣν τὰ δοξαζόμενα ἀνάγομεν : εἰ δὲ μή , πάντα ἀκρισίας καὶ ταραχῆς ἔσται μεστά . . Εἰ μάχῃ πάσαις
5265724 ἐλαυνουσι
τῆς ἄλλης τῶν ἑκουσίων καὶ ἀκουσίων κακῶν πληθύος ἕκαστον ἡμῶν ἐλαύνουσι καὶ στροβοῦσι καὶ διώκουσι , καὶ ὁ νομίζων καταλαμβάνειν
Ὑπέρβολος ἤδη εἰσβὰς εἰς τὴν πολιτείαν . ναῦς δ ' ἐλαύνουσι μακράς : πολεμίας . τὰς τριήρεις δέ φησι .
5264511 πεξαι
ἐπιφέρει δὲ καὶ τὸ τὰ ἔρια ξαίνει κείρειν : ταὐτὸ πέξαι καὶ ὁ πόκος . δηλοῖ δὲ καὶ τὸ καταξάνασα
: ἐπὶ τῶν ἀνυπόστατα ζητούντων . Παρόσον τὴν ὄνον οὔτε πέξαι τὶς δύναται οὔτε κεῖραι . Λέγεται δὲ καὶ Ὄνον
5264034 αἰθυιαις
φέγγος οὐκ ἀποθνῄσκει . ” Νωθὴς χελώνη λιμνάσιν ποτ ' αἰθυίαις λάροις τε καὶ κήυξιν εἶπεν ἀγρώσταις : “ κἀμὲ
ὄρνις ἀπὸ τοῦ τοιοῦδε γέγραπται λόγου . οἱ ἄνθρωποι ταῖς αἰθυίαις ἐπιτίθενται μὰ Δί ' οὐ τῶν κρεῶν ἕνεκα :
5263201 ἀμπωτις
μεγάλου καὶ ἑνὸς ρ . . . . , . ἄμπωτις : ἡ ξηρασία , ἡ † ῥιχία . κυρίως
ὑποσταλῆναι τὸ ὕδωρ ἔσω εἰς τὰ κοῖλα τῆς γῆς λέγεται ἄμπωτις , τὸ δὲ πάλιν ἐκρεῦσαι τοῦτο καλεῖται ῥαχία .
5262808 γιγνο
γράμμασι πῶς οὐ κοσμοῦντος ῥητορικὴν ἐν τοῖς πρὸς τοὺς λέγοντας γιγνο - μένοις ; ἐμὲ δὲ πολλάκις ὁρμήσαντα πρὸς ἐπιστολὴν
, προύβαινεν ἐς τὸ πρόσθεν , αἰσθομένου μὲν ἤδη τῶν γιγνο - μένων τοῦ περὶ Πάδον στρατηγοῦ Σερουιλίου καὶ τετρακισμυρίοις
5255101 εὐωχιαι
καὶ χορεία καὶ θαλία . . . καὶ χορεῖαι καὶ εὐωχίαι . γάλα τ ' ὀρνίθων : Τοῦτο ἐκ παροιμίας
πανταχοῦ τῆς ἀγορᾶς τὰ συμπόσια . καὶ τοῖς μὲν πολλοῖς εὐωχίαι πάνδημοι πρόκεινται , οἱ δεξιώτεροι δὲ τῶν ἀστῶν δημοσίᾳ
5252070 κατο
λευκαὶ μεγάλαι , οὐδ ' αὐταὶ πάνυ χρησταὶ , τῶν κατο - χέων καὶ ὑπνωδέων , καὶ μὴ ξυμπιπτόντων ,
[ ἀκουομένους - ] προσίστασθαι [ ] τοὺς λόγους ἀτεχνίας κατο κοινόν ἐστιν [ ] ! ! ! ! !
5251986 συχνη
τι σημαίνει ; Οἷσιν ἐπὶ αἱμοῤῥαγίῃ λάβρῳ πυκνῇ μετὰ μελάνων συχνὴ διαχώρησις , ἐπιστάσης δὲ αἱμοῤῥοεῖ , οὗτοι κοιλίας ὀδυνώδεες
ἆθλον τῆς κακίας ἐγένετο γάμος , νέα μὲν γυνή , συχνὴ δὲ οὐσία , καὶ νῦν ἐν πόλεσιν ἃς ἐκένωσε
5250858 σκληραις
, προσδεκτέον χερσὶν , οἷον τὸν δὲ μὴ πραείαις ἀλλὰ σκληραῖς . πρὸς ἀμφότερα δὲ τὰ μέρη , τοῖς τῶν
εὐπόρους τῶν ξένων : οὓς ὅταν ὁ δῆμος λάβῃ , σκληραῖς περιβάλλει ζημίαις . Οἱ δὲ εἰλικρινεῖς Ἀθηναῖοι δριμεῖς τῶν
5248291 ἡγωνται
βελτίστους εἶναι . καὶ γὰρ ἐν νόσῳ , ὃν ἂν ἡγῶνται ἰατρικώτατον εἶναι , τούτῳ μάλιστα πείθονται , καὶ ἐν
γιγνόμενα , ἀλλὰ καὶ θάλατταν οἰκειοτέραν καὶ πάντα κίνδυνον ἀνεκτότερον ἡγῶνται τοῦ ζῆν μετ ' αἰσχύνης . τοῦτο καὶ ὁπλίταις
5236457 κλεπτουσιν
' οὕτως ἡ πόλις διάκειται , ὥστε οὐκέτι ὧν οὗτοι κλέπτουσιν ὀργίζεσθε , ἀλλ ' ὧν αὐτοὶ λαμβάνετε χάριν ἴστε
γὰρ οἱ ψηφοπαῖκται τὰς τῶν θεωμένων ὄψεις δι ' ὀξυχειρίαν κλέπτουσιν , οὕτως οἱ ῥήτορες διὰ πανουργίαν τὰς τῶν δικαστῶν
5236137 ἐξεπεμπον
ἐπιγένοιτο , νυκτὸς ἔτι Μάνιον Ἀκύλιον Κράσσον ἐς τὴν Πικηνίτιδα ἐξέπεμπον στρατὸν ἀθροίζειν , καὶ τῶν τινα δημάρχων Ἀπουλήιον ἐς
ἀφιγμένον καὶ σὺν αὐτῷ Κλαύδιον ἐπὶ νεῶν . . . ἐξέπεμπον ἐς Ἰβηρίαν μετὰ χιλίων ἱππέων καὶ πεζῶν μυρίων καὶ
5235960 θηρεια
ἣν ὄρη μέγιστα ὑπερέτεινε , μεστὰ ἀνθρώπων ἀγρίων , δέρματα θήρεια ἐνημμένων , οἳ πέτροις βάλλοντες ἀπήραξαν ἡμᾶς , κωλύοντες
ἀλλ ' οἴκους μὲν ποιήσασθαι ἁμάξας , τροφὴν δὲ κρέα θήρεια , πόμα δὲ ταὐτὸ καὶ τροφὴν τὸ γάλα ,
5234325 προσεδρεια
ἁπάντων , οὐ μικρὸν τεκμήριον ὅτι μεθ ' ἡδονῆς ἡ προσεδρεία γίγνεται : πονεῖν γὰρ οὐδεὶς ἐθέλει πολὺν χρόνον .
. σημαίνει δὲ καὶ διέκοψε καὶ ἐλύπησεν . σχολή . προσεδρεία . πραγμάτων . ἀντὶ τοῦ φροντίδων : διὸ καὶ
5232032 ποιωδης
σφι συμμάχων : ἥ τε γὰρ γῆ ἐοῦσα πεδιὰς αὕτη ποιώδης τε καὶ εὔυδρός ἐστι , ποταμοί τε δι '
' ἡ Κυρήνη γὰρ τῆς Λιβύης ἐν τοῖς ἐρημοτέροις πεπολισμένη ποιώδης τέ ἐστι καὶ μαλθακὴ καὶ εὔυδρος καὶ ἄλσεα καὶ
5229474 ἐλοωσιν
: σπουδαίαις . ἐπειγομένως : μετὰ σπουδῆς , ἐσπουδασμένως . ἐλόωσιν : κινοῦσιν , ἄγουσιν , ἐλαύνουσιν , ἐλαυνέτωσαν ,
νῆας : ἄγχι δὲ νῆας . Εὐκώπους : ταχυτάτας . ἐλόωσιν : ἐπιφέρωσιν . Σμαραγή : ἠχή . ἀϋτή :
5229102 περωσι
ἐν Σικελίᾳ . πλοΐμων δὲ γενομένων ἄραντες ἀπὸ τῆς νήσου περῶσι τὸ Τυρρηνικὸν πέλαγος καὶ τελευτῶντες εἰς Λωρεντὸν ἀφικνοῦνται τὸν
ἄλλον ὥρισεν . ποίοισιν ἐν νώτοισι ποντίας ἁλός ; μέσον περῶσι πέλαγος Αἰγαίου πόρου . κἀκ τοῦδε Μενέλεων οὔτις οἶδ
5228412 συμμαχεται
περὶ Κερυνίαν οἶνος γίνεται , ὃς ταῖς βουλομέναις γυναιξὶν ἀμβλῶσαι συμμάχεται . Ὅτε εἷλε τὴν Θηβαίων πόλιν Ἀλέξανδρος , ἀπέδοτο
, καὶ γλυφαῖς ἐπιτήδειός ἐστι , καὶ τοῖς γυναικείοις κόσμοις συμμάχεται , φασίν . Λεοντοφόνου φαγὼν ὁ λέων ἀποτέθνηκε .
5220811 ἀτελεσιν
μετάληψις , χρῶμα , πιθανὴ ἀπολογία , ἅπερ ἐν τοῖς ἀτελέσιν ἐκ πραγμάτων ἐκλείπει : ἔξωθεν δὲ ἐμπίπτουσι δύο ,
ἐλευθέριος . πότερον οὖν ἐστιν ἄνεσις καὶ ἐπίτασις ἐν ταῖς ἀτελέσιν ἀρεταῖς , οἷον ἐὰν τὰ μὲν ἅπαντά τις ἀκριβοῖ
5220720 εὐλιμενον
σταδίων ἐνακοσίων παρὰ γῆν φερομένῳ , πόλιν δ ' ἔχει εὐλίμενον καὶ ναύσταθμον ναυσὶν ὀγδοήκοντα . ἐν δὲ τῷ περίπλῳ
λειπανδρίαν . χρῆσθαι δὲ Λαὶ μὲν ὡς ναυστάθμωι διὰ τὸ εὐλίμενον : Αἴγυι δὲ πρὸς τοὺς πολέμους φρουρίωιπᾶσιν γὰρ ὁμορεῖν
5218677 καταφυγαι
ἀδείας παρὰ τούτων τυχεῖν ; αἱ γὰρ τῶν ἄλλων ἀδικημάτων καταφυγαὶ τούτοις εἰσὶν ἐργασίαι , νόμοι , δικαστήρια , μάρτυρες
πόλεων καὶ οἰκείων καὶ φίλων , ἀλλ ' ἔστωσαν ἔφεδροι καταφυγαὶ τοῖς πρὸς εὐσέβειαν αὐτομολοῦσι : φίλτρον γὰρ ἀνυσιμώτατον καὶ
5213622 στραγγουριαι
καὶ σπλῆνες , καὶ ὕδρωπες , καὶ φθίσιες , καὶ στραγγουρίαι , καὶ λειεντερίαι , καὶ δυσεντερίαι , καὶ ἰσχιάδες
. χωλότητες γὰρ ἐντεῦθεν καὶ ἐπισχέσεις γαστρὸς καὶ δυσουρίαι ἢ στραγγουρίαι ἕπονται , κατὰ τὰς ἐπιθέσεις δηλαδὴ τῆς μήτρας :
5212784 πηγνυνται
τὸ σῶμα ἱδροῦσιν , ὥστε καὶ τυροὺς ἀπ ' αὐτοῦ πήγνυνται , ὀλίγον τοῦ μέλιτος ἐπιστάξαντες : ἔλαιον δὲ ποιοῦνται
δ , πάχος δὲ γ . Ἐπὶ δὲ τῶν ἐπιστυλίων πήγνυνται συγκύπται τὸ ὕψος ἐξαίροντες πήχεις η : καὶ ἐπ
5212325 ἀσυντακτοι
γρυπαί , ἄρρωστοι , ψιλαί , αἰσχραί , ἄμορφοι , ἀσύντακτοι τὰ σώματα , διάστροφοι τοὺς πόδας , ἄστομοι ,
κείμενοι , οἱ δ ' ὥσπερ ἐκ ναυαγίας ἄοπλοι καὶ ἀσύντακτοι νύκτα ἡμέρας τιμιωτέραν ἄγοντες , ἐκ πολλῶν ὀλίγοι καὶ
5211858 ἑλωδες
δὲ καὶ πρὸς τὴν τῶν χωρίων φύσιν , κἂν μὲν ἑλῶδες ᾖ , τοὺς ἑλείους , ἐὰν δὲ τραχύ ,
ἄνθρωποι μάλιστα , καὶ τὸ χωρίον ἅμα ἐν ᾧ ἐστρατοπεδεύοντο ἑλῶδες καὶ χαλεπὸν ἦν , τά τε ἄλλα ὅτι ἀνέλπιστα
5211002 ἀζημιους
καταμεμαθηκέναι : χρηστοῦ μέντοι πονηροὺς ἤδη εἶδον , οὐ μέντοι ἀζημίους γε . τὸν δὲ ἐπιμελητικοὺς βουλόμενον ποιήσασθαί τινας καὶ
μὴ δι ' αὐτῶν τὰς διαβάσεις ποιεῖσθαι καὶ τοὺς ὑποτελεῖς ἀζημίους φυλάττειν . εἰ δὲ ἀνάγκη πάντως δι ' αὐτῶν
5205901 μακροτερη
: τοῦτο μὲν τὸ συντομώτατον , ἡ δὲ διῶρυξ πολλῷ μακροτέρη , ὅσῳ σκολιωτέρη ἐστί . Τὴν ἐπὶ Νεκῶ βασιλέος
κεχυμένη , ἧσσον : ἡ δὲ νοῦσος τοῖσι μὲν παλαιοτέροισι μακροτέρη γίνεται , τοῖσι δὲ νεωτέροισι βραχυτέρη , θανατώδης δὲ
5205329 ἐρεας
φυράσας ᾠῷ καὶ χρίσας τὴν κοιλίαν , ἐπιτίθει πτύγμα πορφυρᾶς ἐρέας καὶ ἐπίδησον : εἰ δ ' ἐπιμένοι , χρῖε
ἀναπεπταμένη . Ταύταις δ ' ἀμφίταποι ἁλουργεῖς ὑπέστρωντο τῆς πρώτης ἐρέας , καὶ περιστρώματα ποικίλα , διαπρεπῆ ταῖς τέχναις ,
5204675 ἀποθνησκουσι
τοὺς ὀμφαλοὺς τῶν ἀσπίδων καὶ τοὺς λόφους . τοῖς οὖν ἀποθνήσκουσι συνέθαπτον ἀσπιδίσκιον μικρὸν καὶ λόφον , σημεῖον τῆς εὑρέσεως
καὶ ἡ λύσσα αὐτούς , τοὺς λελυσσηκότας τῶν κυνῶν , ἀποθνήσκουσι δὲ καὶ οἱ ποδαλγήσαντες αὐτῶν , ὀλίγοι δὲ σώζονται
5204559 εὐκαρπος
δὲ νήσου τὸ μέγεθος ὅσον πεντακοσίων σταδίων καὶ πεντήκοντα : εὔκαρπος δὲ πᾶσα , οἴνῳ δὲ καὶ ἀρίστη , καθάπερ
πολυτελεῖς , αἱ δὲ πόλεις ἀτείχιστοι δι ' εἰρήνην : εὔκαρπος ἡ πολλὴ πλὴν ἐλαίου , χρῶνται δὲ σησαμίνῳ .
5203803 φορμους
κοφίνους , σωράκους , ἀρρίχους , φερνία , λάρκους , φορμούς , σπυρίδας σπυρίδια σπυρίχνια , ταρπούς τάρπας , συρίσκους
ὃ καὶ πλέκουσιν ἐξ αὐτοῦ τάς τε σπυρίδας καὶ τοὺς φορμούς : πολλοὶ δὲ καὶ ἐν τῇ Κρήτῃ γίνονται καὶ
5201977 χειροποιητα
τἄλλ ' ὅσα τοιαῦτα . καὶ ταῦτα μέν ἐστιν ἅπαντα χειροποίητα καὶ δαπάνης προσδεῖται : ἓν δέ τι κοινὸν ἡ
παραπέμπεται , δι ' ἀνεπιστημοσύνης ἐργασόμενος ἐν εὐδίᾳ καὶ γαλήνῃ χειροποίητα ναυάγια , ἀλλ ' ὅστις ἂν ἐκ πρώτης ἡλικίας
5200024 φθισιες
, καὶ βράγχοι , καὶ κόρυζαι , ἐνίοισι δὲ καὶ φθίσιες . Ἢν δὲ βόρειον ᾖ καὶ ἄνυδρον , τοῖσι
καὶ πλανῆτες , καὶ σπλῆνες , καὶ ὕδρωπες , καὶ φθίσιες , καὶ στραγγουρίαι , καὶ λειεντερίαι , καὶ δυσεντερίαι
5199286 δαση
τὸ δὲ δεύτερον ἡ ἔχουσα πολλὴν πόαν , ὅ ἐστιν δάση . βαθύσχοινον λεχεποίην . Λεώς : ἐὰν μὲν ὀξύνηται
. οἱ δὲ ὡς ἀπὸ συνθήματος τρέπονται εἰς ἕλη καὶ δάση καὶ ἄγκη καὶ τῶν ἑλῶν τὰ κοιλότερα καὶ ὅσα
5196269 εἰσεβαλλον
ἐμβάλλειν ἐπειράθησαν οὐ γινώσκοντες αὑτοῖς , ὅτι ἐξέβαλλον μᾶλλον ἢ εἰσέβαλλον . ὁ μέντοι πρῶτος ἐπινοήσας δῆλον ὅτι πρὸς τὰ
ἦν δεινόν , εἰ πρὸς ἄλλους μετὰ τῶν ἡμετέρων μετοίκων εἰσέβαλλον , μὴ ὄντων ἡμῶν ἀντιπάλων . βούλεται δὲ διὰ
5196171 ἀποκτεινουσι
καὶ τὸ δέλεαρ καταπιόντα τὸν σκώληκα ἀνέλκουσι , θηραθέντα δὲ ἀποκτείνουσι , καὶ πρὸς τὴν εἵλην κρεμῶσι τριάκοντα ἡμερῶν .
δυνάμενοι . οἳ δὲ τὴν χελιδόνα αἰδοῖ τῆς μουσικῆς οὐκ ἀποκτείνουσι , καίτοι ῥᾳδίως ἂν αὐτὴν τοῦτο δράσαντες : ἀπόχρη
5195095 Φιδηναιοις
καὶ γενναιότερον ἀγωνισάμενοι ἐνίκησαν . Ὅτι Τύλλος ἦρχε Ῥωμαίων παρατασσομένων Φιδηναίοις : Ῥωμαίους προδόντες Ἀλβανοὶ περὶ τὸ λαιὸν κέρας ἐς
ἀλλ ' ἐπὶ τὰ ὅπλα χωρήσειν . ἅμα δὲ πολεμεῖν Φιδηναίοις τε καὶ Τυρρηνοῖς καὶ τοῖς ἐπὶ τὴν συμμαχίαν σφῶν

Back