ἤτοι ἄνδρες „ Βατίειαν κικλήσκουσιν , ἀθάνατοι δέ τε σῆμα πολυσκάρθμοιο ” Μυρίνης , „ ἣν ἱστοροῦσι μίαν εἶναι τῶν
τὴν ἤτοι ἄνδρες Βατίειαν κικλήσκουσιν , ἀθάνατοι δέ τε σῆμα πολυσκάρθμοιο Μυρίνης : ἔνθα τότε Τρῶές τε διέκριθεν ἠδ '
7912746 Βατιειαν
τόπου τινὸς πρὸ τῆς πόλεως , ὃν τοὺς μὲν ἀνθρώπους Βατίειαν ὀνο - μάζειν , τοὺς δὲ θεοὺς Σῆμα Μυρίνης
, τὸν ἐρινεόν , τὸν τοῦ Αἰσυήτου τάφον , τὴν Βατίειαν , τὸ τοῦ Ἴλου σῆμα . οἱ δὲ ποταμοὶ
7051424 Μυρινης
καὶ ὑπερησπάζοντο τὴν τοιαύτην κρᾶσιν : καὶ ἐκαλεῖτο ὁ οἶνος Μυρίνης . μέμνηται δὲ αὐτοῦ Φιλιππίδης ὁ τῆς κωμῳδίας ποιητής
Βατίειαν ” κικλήσκουσιν , ἀθάνατοι δέ τε σῆμα πολυσκάρθμοιο „ Μυρίνης . ” Σκώπτεται δὲ καὶ ὁ Ἔφορος , διότι
6369027 δισσοι
ὀρθῶς φέρηι , Θεοκλύμενε , γαίας τῆσδ ' ἄναξ : δισσοὶ δέ σε Διόσκοροι καλοῦμεν , οὓς Λήδα ποτὲ ἔτικτεν
, καθὰ περὶ αὐτοῦ ἐκρίναμεν . καὶ οἱ μὲν λόγοι δισσοὶ , εἰς ἕνα δὲ νοῦν λήγοντες καὶ εἰς μίαν
6286949 κικλησκουσιν
εσιν ὀπφθαλμοῖσιν [ τετακγμένοι ] ? μύσσται [ ] σοφὸν κικλήσκουσιν μαντικὸν ] ὄντα προφήτην [ [ ] λαροισιν ?
τοὔνομα θηρσὶ κατηγορέει , φορέουσι . Τοὺς δ ' ἄρα κικλήσκουσιν ἐνὶ ξυλόχοισιν ἰόρκους : κἀκείνοις ἐλάφοιο δέμας , ῥινὸν
6144066 Λαφριας
ἄφθιτον πεπαμένη πρὸς γῆρας ἄκρον , Παλλάδος ζηλώμασι τῆς μισονύμφου Λαφρίας Πυλάτιδος , τῆμος βιαίως φάσσα πρὸς τόργου λέχος γαμφαῖσιν
τίκτουσα γραῦς δὲ ἡ διαφθα - ρεῖσα τοῦ τίκτειν . Λαφρίας : Λαφρία ἐπίθετον Ἀθηνᾶς ἤτοι Λαφυρία ἡ ἄγουσα τὰ
6126928 μαντοσυνην
καὶ νήεσς ' ἡγήσατ ' Ἀχαιῶν Ἴλιον εἴσω ἣν διὰ μαντοσύνην , τήν οἱ πόρε Φοῖβος Ἀπόλλων : ὅ σφιν
λόγος οὐκ ὑποθημοσύνην ἔχει οὐδὲ διδασκαλίην ἐπαγγέλλεται ὅκως ταύτην τὴν μαντοσύνην διενεκτέον , ἀλλὰ μέμφομαι ὁκόσοι σοφοὶ ἐόντες τὰ μὲν
6005788 κολωνη
* . Ἄθως : † Ἥρη δὲ νισομένοισιν Ἄθω ἀνέτειλε κολώνη : ἀκρωτήριον Θρᾴκης . Σοφοκλῆς : † Ἄθω †
παλαιαὶ ὁμολογοῦνται ἐπώνυμοι αὐτῶν : ἐν δὲ τῷ Ἰλιακῷ πεδίῳ κολώνη τις ἔστιν ” ἣν ἤτοι ἄνδρες „ Βατίειαν κικλήσκουσιν
6000051 γεγαωτες
τῇ δ ' ἐπὶ ναιετάουσιν ἀγαυῶν παῖδες Ἰώνων , ἀγχίαλοι γεγαῶτες , ἐπὶ χθονός , ἧς διὰ μέσσης Μαίανδρος λιπαρῇσι
Κρονίδης μελέων ἐξείλετο γῆρας , ἀθάνατοι δὲ καλεῦνται ἑοὶ νέποδες γεγαῶτες . ἄμφω γὰρ πρόγονός σφιν ὁ καρτερὸς Ἡρακλείδας ,
5942295 ἐπιχθονιοι
. . ΤΟΙ ΜΕΝ ὙΠΟΧΘΟΝΙΟΙ . Οἱ μὲν πρὸ τούτων ἐπιχθόνιοι ἦσαν κατὰ τὴν λῆξιν καὶ ἀγαθῶν χορηγοὶ καὶ φύλακες
, πρὸς τὸ σημαινόμενον δὲ κἀνταῦθα ἀποδίδωσι , δαίμονές εἰσιν ἐπιχθόνιοι , ἀγαθοὶ , διὰ τὴν βουλὴν τοῦ μεγάλου Διὸς
5914345 Κνιδιοι
„ . Δώτιον , πόλις Θεσσαλίας , ὅπου μετῴκησαν οἱ Κνίδιοι , ὧν ἡ χώρα Κνιδία . Καλλίμαχος ἐν τοῖς
, ἐὸν ὅσον τε ἐπὶ πέντε στάδια , ὤρυσσον οἱ Κνίδιοι ἐν ὅσῳ Ἅρπαγος τὴν Ἰωνίην κατεστρέφετο , βουλόμενοι νῆσον
5891979 Λυκτον
, οἳ Κνωσόν τ ' εἶχον Γόρτυνά τε τειχιόεσσαν , Λύκτον Μίλητόν τε καὶ ἀργινόεντα Λύκαστον Φαιστόν τε Ῥύτιόν τε
μιν ἷκτο φέρουσα θοὴν διὰ νύκτα μέλαιναν , πρώτην ἐς Λύκτον : κρύψεν δέ ἑ χερσὶ λαβοῦσα ἄντρῳ ἐν ἠλιβάτῳ
5888534 σφετερης
[ ! ! ! ] ? [ παιδὸς ] ὕπερ σφετέρης πνεῦμαπε ? [ ] ? ? ! [ ὤλεσεν
ἔαρ χειμῶνος , ὅσον μῆλον βραβίλοιο ἥδιον , ὅσσον ὄις σφετέρης λασιωτέρη ἀρνός , ὅσσον παρθενικὴ προφέρει τριγάμοιο γυναικός ,
5874166 στροβιλινη
κυπαρισσίνη ὑγρά : τῆς δὲ ξηρᾶς ἡ μέν τίς ἐστι στροβιλίνη , ἡ δὲ πευκίνη , ἡ δὲ πιτυΐνη καὶ
. ἥ γέ τοι πευκίνη καὶ ταύτης ἔτι μᾶλλον ἡ στροβιλίνη δριμύτεραι μὲν αὐτῆς εἰσιν , οὐ μὴν οὔτε διαφοροῦσι
5868253 Ἐρινεος
ἑξάπολις γὰρ ἡ Δωρίς , ἧς μία πόλις καὶ ἡ Ἐρινεὸς ἐν ᾗ εἰσι συκαῖ λεγόμεναι ἐρινεοὶ ὡς δαμασκηναί ,
ʹʹγʹʹ ιβʹʹ Αἴγιον μθʹ ∠ ʹʹδʹ λϚʹ ∠ ʹʹγʹʹ ιβʹʹ Ἐρινεὸς λιμήν μθʹ ∠ ʹʹ λϚʹ ∠ ʹʹγʹʹ ιβʹʹ Ῥίον
5847723 Τριτογενειαν
εἶδος ὀρχήσεως , ἥτις ἐτελεῖτο ἐπὶ τιμῇ τῆς Ἀθηνᾶς . Τριτογένειαν δὲ λέγουσιν αὐτήν , ἐπεὶ κατὰ τὸν μῦθον ἐκ
Ἀθηναίοις . Τρίτωνος ] σημείωσαι ὅτι διὰ τοῦτο οἴεται αὐτὴν Τριτογένειαν . θρασὺς ταγοῦχος ] ὡς θρασὺς ἡγεμών : ἁρμόττουσα
5835391 ἐπικρατεουσιν
, καί οἱ δόσις ἔσσεται ἐσθλή : ὅσσοι γὰρ νήεσσιν ἐπικρατέουσιν ἄριστοι τῶν πάντων οἱ ἕκαστος ὄϊν δώσουσι μέλαιναν θῆλυν
. κῆρες : αἱ μοῖραι τοῦ θανάτου , θανατηφόροι μοῖραι ἐπικρατέουσιν : νικῶσι , καταδυναστεύουσι , κατακυριεύουσιν . ἄφυκτοι :
5798591 Σμυρνην
ὕβριος ἡγεμόνες : κεῖθεν † διαστήεντος ἀπορνύμενοι ποταμοῖο θεῶν βουλῆι Σμύρνην εἵλομεν Αἰολίδα . οὐδέ κοτ ' ἂν μέγα κῶας
πάντων Αἰολέων ὁμολογίῃ ἐχρήσαντο τὰ ἔπιπλα ἀποδόντων τῶν Ἰώνων ἐκλιπεῖν Σμύρνην Αἰολέας . Ποιησάντων δὲ ταῦτα , Σμυρναίους ἐπιδιείλοντο σφίσι
5785586 Λυδιοι
Λυδίας ἐλθόντας αὐλητὰς πρώτους Ἕλληνες ἐμιμήσαντο , ἢ ὅτι οἱ Λύδιοι αὐλοὶ γλυκύτεροι καὶ ποικιλώτεροι τῶν ἄλλων εἰσίν . ᾄδων
, ἄνδρες , ἀποθανὼν ὑμῖν μόρος ἔσομαι : καὶ γὰρ Λύδιοι , Βαβυλώνιοι , καὶ σχεδὸν ἡ Ἑλλὰς ὅλη τὸν
5782300 πιτυϊνη
μᾶλλον ἡ στροβιλίνη , μέσαι δ ' αὐτῶν εἰσιν ἡ πιτυΐνη τε καὶ ἡ ἐλατίνη : τῶν δ ' ὑγρῶν
ὀσμῇ ἀλλ ' ὀλίγη . δευτέρα δὲ ἡ ἐλατίνη καὶ πιτυΐνη , κουφότεραι γὰρ τῆς πευκίνης . πλείστη δὲ ἡ
5778353 ὀλλυμενης
ἤγουν τῆς πληθύος τοῦ λαοῦ , τουτέστι τῶν πολιτῶν , ὀλλυμένης καὶ φθειρομένης , τῆς μιξοθρόου , ἤτοι τῆς θροῦν
χεῖρα κάμῃ καὶ θυμόν , ὑποβρυχίης δ ' ἄρα νηὸς ὀλλυμένης ἀπάνευθε λιπὼν οἰήια μοῦνος τυτθὸν ἐπὶ σκάφος εἶσι ,
5777775 νιφοεντι
ἦγον γράφει τέταρτον τοῦτον κατὰ σχῆμα ἐπαναλήψεως ‚ Τμώλῳ ὑπὸ νιφόεντι , Ὕδης ἐν πίονι δήμῳ ‚ . . .
, Κενταύρου Κρονίδαο φερώνυμον , ἥν ποτε Χείρων Πηλίου ἐν νιφόεντι κιχὼν ἐφράσσατο δειρῇ . τῆς μὲν ἀμαρακόεσσα χυτὴ περιδέδρομε
5776540 ἐκδεκτεον
φύγω : † ἄλλως τὸ λεγόμενον νοοῦμεν . ἢ οὕτως ἐκδεκτέον : τοῖς βαρβάροις δραπέταις ἄδηλος ἡ γῆ τῶν Ἀργείων
τινάς , μήθ ' ὅτι δὲ μάμμης . Φοῖβον οὖν ἐκδεκτέον ἀπὸ τοῦ φοιβᾶσθαι , ὅ ἐστι μαντεύεσθαι . ἢ
5775557 ἀχνυμενον
τι φρένας παρέπεισε κελαινάς , ἀλλά ἑ κερτομέουσα μέγ ' ἀχνύμενον προσέειπε : Τίπτε μοι εἰλήλουθας ἐναντίον , ἥν ῥα
, ὅθι μιν μόρος αἰνὸς ἄγεσκε , λυγρὸν ἐπισκάζοντα καὶ ἀχνύμενον μέγα θυμῷ Ἥρη τ ' εἰσενόησε καὶ ἄμβροτον ἦτορ
5767242 βακχοι
δὲ οὐχ ὁμοτονοῦντα ταῦτα : πόρνοι πόρνων πόρναι πορνῶν , βάκχοι βάκχων βάκχαι βακχῶν , ὄχθοι ὄχθων ὄχθαι ὀχθῶν ,
δὲ Ξ . ἐν Σίλλοις : ἑστᾶσιν δ ' ἐλάτης βάκχοι πυκινὸν περὶ δῶμα . . . , . .
5757366 Ῥειης
μετόπισθε Διὸς μέγα κοιρανέουσι θηρσὶν ὀρειαύλοις καὶ ῥιγεδανὸν θοὸν ἅρμα Ῥείης εὐώδινος ὑπὸ ζεύγλῃσιν ἄγουσιν . Αἰόλα φῦλα δὲ τοῖσι
τὴν τροφώδη μεσαιτάτην ἐνάσσαο ] οἰκεῖς ἧχι ] ὅπου εἰσί Ῥείης ] τῆς Ῥέας Λοβρίνης : οὕτω καλεῖται ἡ Ῥέα
5753531 Εὐρωπειης
τήν τε κλείουσι Κάραμβιν , ἡ δὲ βορειοτέρη γαίης ὕπερ Εὐρωπείης , τήν ῥα περικτίονες κριοῦ καλέουσι μέτωπον : αἵτ
αὐτὰρ ὑπ ' ἄκρην Ἱρήν , ἣν ἐνέπουσι κάρην ἔμεν Εὐρωπείης , νήσους Ἑσπερίδας , τόθι κασσιτέροιο γενέθλη , ἀφνειοὶ
5752550 Δαματρα
ἐπινικίοις Πανθείδα φίλον υἱόν . Ἀριστοκάρπου [ ] Σικελίας κρέουσαν Δάματρα [ ] ἰοστέφανόν τε Κούραν ὕμνει , γλυκύδωρε Κλεοῖ
τῷ εἰς τὴν ἐν Ἑρμιόνι Δήμητρα Ὕμνῳ λέγων οὕτως : Δάματρα μέλπω Κόραν τε Κλυμένοι ' ἄλοχον , μελιβόαν ὕμνον
5748414 ἁλιπλαγκτοιο
γεγάασιν : ὑπάρχουσι , καί εἰσι , καὶ γεγόνασιν . ἁλιπλάγκτοιο : ἀπὸ , τῆς πλανωμένης ἐν τῇ θαλάσσῃ .
ὅσσα πάθον Μινύαισιν ὁμοῦ ποτὶ Σύρτιν ἀήταις ἢ πῶς ἐξεσάωθεν ἁλιπλάγκτοιο πορείης : ὅσσα τ ' ἄρ ' ἐν Κρήτῃ
5745199 ἀπειρεσιοι
ἥ κεν ἐρεμνοῦ ἐξ Ἄϊδος προμολοῦσα ποτιχρίμπτηται ἑκάστῳ . ἄλλαι ἀπειρέσιοι πολυμήτιος Ἑρμείαο δωτῖναι κομίσαντος ἐνὶ σπήλυγγι κέονται , ἄμβροτοι
ἄγκεα κίνυτο μακρὰ βαθύρρωχμοί τε χαράδραι καὶ ποταμοὶ καὶ πάντες ἀπειρέσιοι πόδες Ἴδης . Καί νύ κε Μυρμιδόνεσσι πολύστονον ὤπασεν
5721407 Αἰπυ
Αἰόλου . . . αἰπύ : πόλις : καὶ ἐΰκτιτον Αἰπύ , ὡς νᾶπυ [ ] . . . αἴπυτος
, ὡς τὸ “ Θρύον , Ἀλφειοῖο πόρον , εὔκτιτον Αἰπύ ” . 〚 ψιλόν 〛 . παρὰ τὸν Δῆμον
5710758 Κυπαρισσηεντα
, καὶ Κυπάρισσος ἀπὸ τῶν κυπαρίσσων : Ὅμηρος : καὶ Κυπαρισσήεντα καὶ Ἀμφιγένειαν ἔναιον , . , . * .
Θρύον , Ἀλφειοῖο ” πόρον , καὶ ἐύκτιτον Αἶπυ καὶ Κυπαρισσήεντα „ καὶ Ἀμφιγένειαν ἔναιον καὶ Πτελεὸν καὶ Ἕλος καὶ
5701664 Κλαρου
παρ ' αὐτὴν ἱερὸν Κλαρίου , καὶ τὸ ὄνομα ἀπὸ Κλάρου ἐτέθη τούτῳ τῷ μαντείῳ , ὅτι δὴ ὁ χῶρος
θεοῦ , ὑπὸ Μαντοῦς τῆς Τειρεσίου θυγατρὸς καθιδρυμένον ἢ ὑπὸ Κλάρου τινὸς ἥρωος , ὡς Θεόπομπος . Νέαρχος δὲ .
5700804 καπετον
γὰρ εἰπεῖν : γλαυκοτέρων δὲ δρακόντων εἰσαλλομένων , οἱ βʹ κάπετον , εἷς δὲ ὄρουσε βοήσας . τὸ δὲ σχῆμα
κτίσθη νέον , πύργον ἐσαλλόμενοι τρεῖς , οἱ δύο μὲν κάπετον , αὖθι δ ' ἀτυζόμενοι ψυχὰς βάλον , εἷς
5696049 Ἰηλυσος
νήσῳ ὀνομάζουσι Τενάγην . τοῦ δὲ Κερκάφου υἱοὶ Λίνδος , Ἰηλυσὸς , Κάμειρος , οἱ ὑπὸ Πινδάρου ὀνομαζόμενοι , ὥστε
συμμαχοῦντα , ὡς εἶπον , τοῖς Ῥοδίοις . Λίνδος καὶ Ἰηλυσὸς καὶ Κάμειρος πόλεις εἰσὶ Ῥόδου ἀπὸ τῶν ἐκγόνων Ἡλίου
5693650 Ἰδη
ἐστιν ὅτι λεπτή τε κατὰ τοῦτο καὶ σηραγγώδης ἐστὶν ἡ Ἴδη . ἀπέχει δὲ Ἀλεξανδρείας τῆς ἐν τῇ Τρῳάδι τεσσαράκοντα
νῆσος μεγάλη καὶ λιπαρὰ καὶ εὔτροφος : ἐν ᾗτινι ἡ Ἴδη ὄρος , Ἴδη δρυσὶ θάλλουσα καλλιφύλλοις , ἤτοι ὑψηλαῖς
5686481 Φαιηκες
ἄεθλος ἀάατος ἐκτετέλεσται ” καὶ “ ἀέθλους πολλούς , τοὺς Φαίηκες ἐπειρήσαντ ' Ὀδυσῆος . ” οὐδετέρως δὲ ἆθλα τὰ
μετ ' ἴχνια βαῖνε θεοῖο . τὸν δ ' ἄρα Φαίηκες ναυσικλυτοὶ οὐκ ἐνόησαν ἐρχόμενον κατὰ ἄστυ διὰ σφέας :
5683947 Ἀφειδαντος
μὲν ἐξ Ἀλύβαντος , ὅθι κλυτὰ δώματα ναίω , υἱὸς Ἀφείδαντος Πολυπημονίδαο ἄνακτος : αὐτὰρ ἐμοί γ ' ὄνομ '
τὴν ἐς Τεγέαν ὁδὸν Λευκώνιος καλουμένη κρήνη : θυγατέρα δὲ Ἀφείδαντος λέγουσιν εἶναι τὴν Λευκώνην , καὶ οὐ πόρρω τοῦ
5681255 κτεατισς
, ταύτην πόρε δίωι Ἀλωεῖ : ἣν δ ' Ἐφύρη κτεάτισς ' , Αἰήτηι δῶκεν ἅπασαν . Αἰήτης δ '
ταύτην πόρε δίωι Ἀλωεῖ , / ἣν δ ' Ἐφύρη κτεάτισς ' , Αἰήτηι δῶκεν ἅπασαν . / Αἰήτης δ
5679028 καταχευῃ
ὄρεσσιν , ἥν τ ' Εὖρος κατέτηξεν , ἐπὴν Ζέφυρος καταχεύῃ , τηκομένης δ ' ἄρα τῆς ποταμοὶ πλήθουσι ῥέοντες
σαώσει , οὐδ ' εἴ τοι νέκταρ τε καὶ ἀμβροσίην καταχεύῃ . Ὣς φάτο : τὸν δ ' ὅ γε
5669774 Καραμβιν
Αἰγιαλοὺς ἑξήκοντα . ἐς δὲ Θύμηνα ἐνενήκοντα . καὶ εἰς Κάραμβιν εἴκοσι καὶ ἑκατόν . ἐνθένδε εἰς Ζεφύριον ἑξήκοντα .
μίλια βʹ , Ϙʹ Ϛʹ . Ἀπὸ δὲ Θυμήνων εἰς Κάραμβιν , ἀκρωτήριον ὑψηλὸν καὶ μέγα , στάδια ρκʹ ,
5664785 Μινυαι
καὶ ἑτέρα Φρυγίας ἐν τοῖς ὁρίοις Λυδίας . τὸ ἐθνικὸν Μινύαι . Μίνῳα , [ πόλις ] ἐν Ἀμοργῷ τῇ
ἐξελῶν αὐτοὺς ἀλλὰ κάρτα οἰκηιούμενος . Ἐπείτε δὲ καὶ οἱ Μινύαι ἐκδράντες ἐκ τῆς ἐρκτῆς ἵζοντο ἐς τὸ Τηύγετον ,
5661878 Ἀμυκλαιων
τὴν Πεντάπολιν , Κυρήνην εἶπε μητρόπολιν τῆς Πενταπόλεως . [ Ἀμυκλαίων ] δὲ Λακώνων φησὶν , ἐπειδὴ ὁ Θήρας ἄνωθεν
: ἀλλ ' ὁ μὲν Ἠλείων , ὁ δ ' Ἀμυκλαίων χθόνα τέμνει . κὰδ δὲ μέσην νῆσον κοίλην χθόνα
5657252 μνωνται
' αὐτὴν Ἰθάκην εὐδείελον ἀμφινέμονται , οἵ μ ' ἀεκαζομένην μνῶνται , τρύχουσι δὲ οἶκον . † ) ἠθέτηνται δʹ
ἐξ ὧν σοι δωροῦνται , ἀλλ ' ἐξ ὧν ἑαυτοῖς μνῶνται καὶ χαρίζονται καὶ κατεπηγγείλαντο καὶ διέθεσαν . Οὐ τὰ
5650775 Μακριν
Μελίτη τέκεν Ἡρακλῆι δήμῳ Φαιήκων : ὁ γὰρ οἰκία Ναυσιθόοιο Μάκριν τ ' εἰσαφίκανε , Διωνύσοιο τιθήνην , νιψόμενος παίδων
. Ἀβαντιὰς ἔπλετο Μάκρις ] τουτέστιν Εὔβοια . Οὕτω δὲ Μάκριν Ἀβαντιάδα φησὶ καὶ Καλλίμαχος . Πεπάρηθος ] πόλις δέ
5647256 ζαθεαν
εὐκαρπείαι : τὰ δὲ δεύτερά μοι μετὰ τὰν ἱερὰν Θησέως ζαθέαν ἐλθεῖν χώραν . καὶ τὰν Αἰτναίαν Ἡφαίστου Φοινίκας ἀντήρη
διὰ τὸ ἐμβάλλειν τὸν ἥλιον ἀνίσχοντα πρῶτον εἰς αὐτήν : ζαθέαν θεράπναν : ἔνθα τὸ θεῖον θεραπεύεται . νῦν δὲ
5646279 Αἱδε
, [ εἰς ] ὄφεις [ ἢ ] ἀσπίδας . Αἱδὲ ζῶναι αὐτῶν , αἵτινες ἥλικες καὶ κληματίδες ἀμπέλου ἦσαν
, [ εἰς ] ὄφεις [ ἢ ] ἀσπίδας . Αἱδὲ ζῶναι αὐτῶν , αἵτινες ἥλικες καὶ κληματίδες ἀμπέλου ἦσαν
5640022 βλαψωσι
μέγαν Ἠέλιον τὸν ἀτέρμονα κύκλον ὁδεύειν , μή σε θεοὶ βλάψωσι νόῳ καὶ ἐχέφρονι βουλῇ ὥρην ἐκπρολιπόνθ ' ἥν σε
' ἐπὶ τῷ κατάγματι τὰ ἔνθεν κἀκεῖθεν διαστρέφοντα τὴν διάπλασιν βλάψωσι μεγάλως . χρὴ οὖν παλαιὰν καὶ πλατεῖαν μετρίως εἶναι
5634953 κυμινδιν
ὄρνιθος ἣν λέγει ὅτι χαλκίδα κικλῄσκουσι θεοί , ἄνδρες δὲ κύμινδιν , φαῦλον ἡγῇ τὸ μάθημα ὅσῳ ὀρθότερόν ἐστι καλεῖσθαι
ὀρνέου γένος : “ χαλκίδα κικλήσκουσι θεοί , ἄνδρες δὲ κύμινδιν . ” Κυλλήνιος . τῶν ἅπαξ εἰρημένων . ἔστι
5632346 Ἀμφιγενειαν
καὶ Θρύον Ἀλφειοῖο πόρον καὶ ἐΰκτιτον Αἰπὺ καὶ Κυπαρισσήεντα καὶ Ἀμφιγένειαν ἔναιον καὶ Πτελεὸν καὶ Ἕλος καὶ Δώριον , ἔνθά
Κυπάρισσος ἀπὸ τῶν κυπαρίσσων : Ὅμηρος : καὶ Κυπαρισσήεντα καὶ Ἀμφιγένειαν ἔναιον , . , . * . Ἀλινδεῖσθαι :
5627739 Δαυλιδα
πλεῖον δὲ περὶ αὐτῶν διείλεκται Ἔφορος , ἀποδεικνὺς ὅτι τὴν Δαυλίδα καὶ οὐ τὴν Γυρτῶνα ὤικησαν : ὅθεν καὶ παρὰ
: δαυλοὺς γὰρ καλοῦσι τὰ δάση . Ὅμηρος μὲν οὖν Δαυλίδα εἶπεν , οἱ δ ' ὕστερον Δαυλίαν . καὶ
5618941 Βωρος
εἰς ΡΟΣ μονογενῆ δισύλλαβα παραληγόμενα τῷ Ω βαρύνεται : Δῶρος Βῶρος Χλῶρος . σεσημείωται τὸ σωρός . τὰ μέντοι ἐπιθετικὰ
Νηλέως δὲ καὶ Χλωρίδος Περικλύμενος : Περικλυμένου δὲ καὶ Πεισιδίκης Βῶρος : Βώρου δὲ καὶ Λυσιδίκης Πενθίλος : Πενθίλου δὲ
5618253 Ἀμφιγυηεις
προφρονέως στιβαρῷ δείδεκτο κυπέλλῳ χρυσείῳ , τό ῥα δῶκε περίφρων Ἀμφιγυήεις Ἥφαιστος κλυτὸν ἔργον , ὅτ ' ἤγετο Κυπρογένειαν ,
. . [ αὐτίκα δ ' ἐκ γαίης πλάσσε κλυτὸς Ἀμφιγυήεις παρθένῳ αἰδοίῃ ἴκελον Κρονίδεω διὰ βουλάς : ζῶσε δὲ
5617301 πευκινη
δὲ αὐτῇ καὶ ἡ λάριξ ἐϲτίν . ἥ γέ τοι πευκίνη καὶ ταύτηϲ ἔτι μᾶλλον ἡ ϲτροβιλίνη δριμυτέρα μέν ἐϲτιν
ὁ καρπός , πολύγαλον , ῥητῖναι πᾶσαι , ἡ δὲ πευκίνη πλέον τῆς τερμινθίνης , καὶ ταύτης ἔτι μᾶλλον ἡ
5616993 ἀιοντες
ὄλεθρον Ἐριννύσιν ἡμετέρῃσιν . Ὣς φάτο : τοὶ δ ' ἀίοντες ὑπέτρεσαν , εὖτ ' ἐν ὄρεσσι φθόγγον ἐριβρύχμοιο νεβροὶ
νήπιοι Ἐς κεφαλὴν σοί . οἵτινες ἀφραδίῃσι θεῶν νόον οὐκ ἀίοντες συνθήκας πεπόησθ ' ἄνδρες χαροποῖσι πιθήκοις Αἰβοιβοῖ . Τί
5615018 κρηπιδ
Μόψον Τιταιρώνειον ἔνθα ναυβάται θανόντα ταρχύσαντο τυμβείαν θ ' ὕπερ κρηπῖδ ' ἀνεστήλωσαν Ἀργῴου δορὸς κλασθὲν πέτευρον , νερτέρων κειμήλιον
πτολίεθˈρον . * * * ὅθι παῖδες Ἀθαναίων ἐβάλοντο φαεννάν κρηπῖδ ' ἐλευθερίας Κλῦθ ' Ἀλαλά , Πολέμου θύγατερ ,
5608990 κικλησκουσι
' Ἀφροδίτην [ ἀφρογενέα τε θεὰν καὶ ἐυστέφανον Κυθέρειαν ] κικλήσκουσι θεοί τε καὶ ἀνέρες , οὕνεκ ' ἐν ἀφρῷ
θεοί , ἄνδρες δὲ Σκάμανδρον . καὶ πάλιν : Χαλκίδα κικλήσκουσι θεοί , ἄνδρες δὲ Κύμινδιν . διαπαίζει οὖν αὐτοὺς
5604918 ἑλκεχιτωνες
ἴαλλον ἐξέτεινον . Ἰάονες οἱ Ἀθηναῖοι : “ καὶ Ἰάονες ἑλκεχίτωνες . ” ἰδέ σύνδεσμος ἴσος τῷ καί : “
καί οἱ Δηίφοβος πόσις εἵπετο : τὴν δὲ κιοῦσαν Τρῳάδες ἑλκεχίτωνες ἐθηήσαντο γυναῖκες . ἡ δ ' ὁπόθ ' ὑψιμέλαθρον
5599629 τριπολιν
Κασταλίᾳ , πατέρα τε Δαμάγητον ἁδόντα Δίκᾳ , Ἀσίας εὐρυχόρου τρίπολιν νᾶσον πέλας ἐμβόλῳ ναίοντας Ἀργείᾳ σὺν αἰχμᾷ . ἐθελήσω
τοῦ Ἡλίου καὶ Κυδίππης τῆς Ὀχίμου θυγατρός . ἄλλως : τρίπολιν εἶπε τὴν Ῥόδον διὰ τὸ ἔχειν τρεῖς πόλεις ,
5592754 αἰθεριοιο
δέ ἑ κικλήσκουσιν . Ἄλλοι δὲ σποράδην ὑποκείμενοι Ὑδροχοῆϊ Κήτεος αἰθερίοιο καὶ Ἰχθύος ἠερέθονται μέσσοι νωχελέες καὶ ἀνώνυμοι : ἐγγύθι
δέ ἑ κικλήσκουσιν . Ἄλλοι δὲ σποράδην ὑποκείμενοι Ὑδροχοῆϊ Κήτεος αἰθερίοιο καὶ Ἰχθύος ἠερέθονται μέσσοι νωχελέες καὶ ἀνώνυμοι : ἐγγύθι
5585219 Γραιαν
πληγεῖσαι δυϊκῶς . ἀριθμὸς δὲ ἐν μὲν ὀνόμασι : Θέσπειαν Γραῖάν τε ἀντὶ τοῦ Θεσπείας : καὶ μειδιόων βλοσυροῖσι προσώπασιν
Σχοῖνόν τε Σκῶλόν τε πολύκνημόν τ ' Ἐτεωνόν , Θέσπειαν Γραῖάν τε καὶ εὐρύχορον Μυκαλησσόν , οἵ τ ' ἀμφ
5579718 φαινετ
στόμα Θερμώδοντος . τῆς δὲ πρὸς ἀντιπέραιαν ὑπαὶ ῥιπὴν ζεφύροιο φαίνετ ' ἀπειρεσίου ποταμοῦ ῥόος Εὐφρήταο , ὃς δ '
τὸ δ ' ἀντίον ἀτρεκὲς αὔτως χαλκείῃ δείκηλον ἐν ἀσπίδι φαίνετ ' ἰδέσθαι . Ἐν δὲ βοῶν ἔσκεν λάσιος νομός
5578644 Αἰολιδης
Μινύας ὁ τὸν Ὀρχομενὸν κτίσας . καὶ κατὰ τοῦτο εἴρηται Αἰολίδης , ὅτι Σίσυφος Αἰόλου ἐγένετο : Μινύας δὲ κατὰ
κομίσας ὁ κριὸς ἀνεπαύσατο . [ ὅν ῥά ποτ ' Αἰολίδης : ] Διονύσιος ἐν τοῖς Ἀργοναυτικοῖς λέγει Κριὸν γεγονέναι
5566273 Ἁρπινα
τὸ ἐθνικὸν Ἁρπασεύς , ὡς Μύλασα Μυλασεύς , Πηγασεύς . Ἅρπινα , πόλις Ἤλιδος , ἀπὸ Ἁρπίνης τῆς Ἀσωποῦ ,
διὰ δισσοῦ , διὰ τοῦ ι γράφονται : οἷον , Ἅρπινα : Βέλβινα , ὄνομα τόπου : Καμάρινα : Αἴγινα
5560191 Ἰδαιοι
ἥψαντο . ὡς δὲ Μνασέας ἐν πρώτωι Περὶ Ἀσίας , Ἰδαῖοι Δάκτυλοι ἀπὸ τοῦ πατρὸς Δακτύλου καὶ τῆς μητρὸς Ἴδης
μνήμην παραδεδομένων ᾤκησαν τῆς Κρήτης περὶ τὴν Ἴδην οἱ προσαγορευθέντες Ἰδαῖοι Δάκτυλοι . τούτους δ ' οἱ μὲν ἑκατὸν τὸν
5554444 Κρεουσαν
Παγὰς μέχρι τῶν [ τόπων τῆς Βοιωτίας ] τῶν περὶ Κρέουσαν : τὰ δὲ λοιπὰ [ τὴν ἀπὸ Σουνίου ]
γεννᾷ Λαομέδοντα , Λαομέδων Πρίαμον , Πρίαμος Ἕκτορα Κασσάνδραν , Κρέουσαν καὶ τοὺς λοιπούς . Ἀσσάρακος δὲ * πάλιν *
5552900 πεπλος
Γοργὼ ἐδειροτόμησεν . Αἴθεις ἐν πέπλῳ : καὶ : αἴθης πέπλος : ἐπὶ τῶν στάσεις ἐγειρόντων καὶ ὑπεκκαιόντων : ἡ
ἀπορίᾳ χειρομάκτρων τυροποιούμενοι ἀποψᾶσθαι οἷς περίκεινται δέρμασι . γέρων ἐσφίγγετο πέπλος : παλαιός , ἐκ μεταφορᾶς τῶν ἡλικιῶν . γέρων
5547575 γλαυκης
, χηλαὶ δέ τοί εἰσιν ἐρετμά . ἦ τάχα καὶ γλαυκῆς ὑπὲρ ἠέρος ὑψός ' ἀερθείς εἴκελος αἰψηροῖσι πετήσεαι οἰωνοῖσιν
λόγος πρὸς τὴν ἠλακάτην . καὶ ἔστι τὸ ἑξῆς : γλαυκῆς Ἀθήνης δῶρον ἠλακάτη φιλέριθε , τουτέστι φίλεργε , ταῖς
5541711 ἀνακτες
' ἐκείνᾳ Μοῖραι μακραίωνες ἔσχον , ὦ παῖ . Θήβης ἄνακτες , ἥκομεν κοινὴν ὁδὸν δύ ' ἐξ ἑνὸς βλέποντε
κύνες ἀνδρῶν γίνοντ ' , ἀγλαΐης δ ' ἕνεκεν κομέουσιν ἄνακτες . ” τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφης , Εὔμαιε
5539029 ἐται
ἵκοντο σῇ βουλῇ , τῶν δ ' αὖτε κασίγνητοί τε ἔται τε καὶ θαλεροὶ κακότητος ἄδην ἐσάωθεν ἀκοῖται : ἡμέτερον
δὲ , οἱ κατὰ πόλεμον ἀλλήλους φιλοποιησάμενοι . Ἑταῖροι καὶ ἔται : οἱ τῇ τε ἡλικίᾳ παραπλησίως ἔχοντες καὶ τὸ
5538338 Μυρινα
Ἡφαιστία : πόλις ἐν Λήμνωι . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι . . Μύρινα : πόλις ἐν Λήμνωι . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι . ἔστι
τὸ τοῖς ξυγγραφεῦσιν εἰθισμένον . ἐμοὶ Ἀγαθίας μὲν ὄνομα , Μύρινα δὲ πατρίς , Μεμνόνιος δὲ πατήρ , τέχνη δὲ
5537781 καρην
κάρη θηλυκόν , ὡς παρὰ Καλλιμάχῳ : „ σήν τε κάρην ὤμοσα σόν τε βίον „ . . , :
ἐχίδνης , ἡνίκα θορνυμένου ἔχιος θολερῷ κυνόδοντι θουρὰς ἀμὺξ ἐμφῦσα κάρην ἀπέκοψεν ὁμεύνου : οἱ δὲ πατρὸς λώβην μετεκίαθον αὐτίκα
5535356 θωμιγγα
γὰρ οὐδὲ τοῖσιν εὐόργοις ἔπος . εὔπλουτον κανοῦν ἱππικὴ βάσις θώμιγγα νευρῶν ἱππικήν . . καταῖθυξ ὄμβρος ἀλλά ς '
, οὐδ ' ἐνόησαν ἑὸν τείροντες ἑταῖρον . πολλάκι καὶ θώμιγγα λιλαιόμενοι γενύεσσι ῥῆξαι ἀμηχανόωσιν , ἐπεὶ στόμα τοῖσιν ἄοπλον
5531432 εἰρεσιῃσι
. ἕλκεσι : τραύμασιν . μοχθίζοντα : κακοπαθοῦντα . Πυκναῖς εἰρεσίῃσι : τῇ πυκνῇ κωπηλασίᾳ . εἰρεσίῃσι : κωπηλασίαις .
δέ μιν καμάτῳ τε καὶ ἄλγεσι μοχθίζοντα πυκναῖς τ ' εἰρεσίῃσι βιώμενος ἔσπασεν ἀνήρ : εἰ δ ' ἄρα οἱ
5531161 Ἰησονα
ἀφ ' αἵματος εὐχετόωντο ἔμμεναι , ὧς δὲ καὶ αὐτὸν Ἰήσονα γείνατο μήτηρ Ἀλκιμέδη Κλυμένης Μινυηίδος ἐκγεγαυῖα . Αὐτὰρ ἐπεὶ
ἀπορέοντι τὴν ἐξαγωγὴν λόγος ἐστὶ φανῆναι Τρίτωνα καὶ κελεύειν τὸν Ἰήσονα ἑωυτῷ δοῦναι τὸν τρίποδα , φάμενόν σφι καὶ τὸν
5526387 κεκορυθμενος
, παντοφυὲς θηεῖτο σέβας Κόσμοιο φανέντος . Καὶ πυρὶ θερμοτέρωι κεκορυθμένος ἄσπετος Αἰθὴρ θερμὸς ἐὼν ὑψοῦτο , καὶ ἀννεφέλων ὑπὲρ
πεσόντ ' ἐλέησεν ἀρηΐφιλος Μενέλαος , βῆ δὲ διὰ προμάχων κεκορυθμένος αἴθοπι χαλκῷ σείων ἐγχείην : τοῦ δ ' ὄτρυνεν
5523894 ἀγχιγυοι
ἣν καλέουσι Πηγάς : ὄνομα κρήνης Πηγαὶ οὕτω κυρίως . ἀγχίγυοι δὲ οἱ πλησιόχωροι , οἱ γείτονες . ἀμφίγυοι :
αὐτὰρ Ἐρυθραίης πλευρὸν ναίουσι θαλάσσης Μινναῖοί τε Σάβαι τε καὶ ἀγχίγυοι Κλεταβηνοί . τόσσα μὲν Ἀραβίην περιώσια φῦλα νέμονται ,
5523353 ἠκαχε
χαλκὸν ἔλασσε : δούπησεν δὲ πεσών , μέγα δ ' ἤκαχε λαὸν Ἀχαιῶν : ὡς δ ' ὅτε σῦν ἀκάμαντα
ἀλλ ' ἐδάμη κρατερός περ ἐών , μέγα δ ' ἤκαχε Τρῶας οἵ ἑ θεὸν ὣς πάντες ἀνὰ πτόλιν εἰσορόωντο
5521092 ΣΟ
ἡ ΧΦ τῇ ΣΟ , μείζων ἄρα ἡ ΚΒ τῆς ΣΟ . ἴση δὲ ἡ ΚΒ ἑκατέρᾳ τῶν ΚΣ ,
ἐστι διάμετρος ἡ ΞΗ τῇ ΒΤ , καὶ ὅτι ἡ ΣΟ παράλληλος οὖσα τῇ ΒΤ κατῆκται τεταγμένως ἐπὶ τὴν ΘΗΟ
5519417 Παλικων
. Στρατεία Συρακουσίων εἰς Τυρρηνίαν . Περὶ τῶν ἐν Σικελίᾳ Παλικῶν ὀνομαζομένων . Περὶ τῆς Δουκετίου ἥττης καὶ τῆς περὶ
εἰς τὸ πεδίον , καὶ πλησίον τοῦ τεμένους τῶν ὀνομαζομένων Παλικῶν ἔκτισε πόλιν ἀξιόλογον , ἣν ἀπὸ τῶν προειρημένων θεῶν
5519234 Κυθερειῃ
ἀπορρείουσα δὲ τούτου , ἢν μὲν Ζηνὶ συνάπτῃ ἢ ἁβροκόμῳ Κυθερείῃ , ἐσθλὴ καὶ δώτειρα βίου πλούτοιό τε πολλοῦ ,
πανδήμιος ἦλθεν ἑορτή , τὴν ἀνὰ Σηστὸν ἄγουσιν Ἀδώνιδι καὶ Κυθερείῃ . πασσυδίῃ δ ' ἔσπευδον ἐς ἱερὸν ἦμαρ ἱκέσθαι
5512687 ὑπερκεινται
πεδία καὶ τὰ ὑπερκείμενα ὄρη κατοικοῦσι , τῶν δὲ Καουάρων ὑπέρκεινται Ὀυοκόντιοί τε καὶ Τρικόριοι καὶ Ἰκόνιοι καὶ Μέδυλλοι .
αὐτῶν διαφέροντες , τινὲς δὲ μηδέτερον τούτων , ἀλλ ' ὑπέρκεινται πάσης ἁπλῶς ἀποδείξεως , διάφορα κατ ' εἶδος λοιπὸν
5508971 εἰσαμενος
τὸ θηλυκὸν Δωτηίς . Ῥιανὸς ἐν δʹ Μεσσηνιακῶν ” αὐδὴν εἰσάμενος Δωτηίδι Νικοτελείῃ ” . καὶ Δωτιάς , ὡς Ἰλιάς
' Ἐνιπῆος πωλέσκετο καλὰ ῥέεθρα . τῷ δ ' ἄρα εἰσάμενος γαιήοχος ἐννοσίγαιος ἐν προχοῇς ποταμοῦ παρελέξατο δινήεντος : πορφύρεον
5503487 ξεινηιον
τὸ λαγωβόλον , ἁδὺ γελάσσας ὡς πάρος , ἐκ Μοισᾶν ξεινήιον ὤπασεν ἦμεν . χὢ μὲν ἀποκλίνας ἐπ ' ἀριστερὰ
ἑκηβόλον , ὅ ῥ ' Ἀταλάντη Μαινάλῳ ἔν ποτέ οἱ ξεινήιον ἐγγυάλιξε , πρόφρων ἀντομένη , πέρι γὰρ μενέαινεν ἕπεσθαι
5501204 Δαφνης
εʹ , γʹ . Ἀπὸ δὲ τοῦ ἱεροῦ εἰς λιμένα Δάφνης τῆς Μαινομένης τὸν νῦν λεγόμενον Σωσθένην στάδιοι μʹ ,
τῷ δυναστεύσαντι ἐν Πίσῃ Λεύκιππος ἦν υἱός . οὗτος ἐρασθεὶς Δάφνης ὁ Λεύκιππος ἐκ μὲν τοῦ εὐθέος μνώμενος γυναῖκα ἕξειν
5500860 ἐλατινη
εὔθρυπτον . διαφέρει δ ' αὐτῶν ἡ πιτυΐνη καὶ ἡ ἐλατίνη : εὐώδεις τε γάρ εἰσι καὶ λιβανίζουσι : κομίζονται
, ἔλαιον μύρσινον , σησάμινον , βαλάνινον , ὑοσκυάμινον , ἐλατίνη μετρίως , ἑλξίνη ἡ καὶ περδίκιον μετρίως , ἔλυμος
5498764 Ἀφειδας
Εὔμηλος λέγει , νύμφης Χρυσοπελείας , ἐγένοντο παῖδες Ἔλατος καὶ Ἀφείδας . οὗτοι τὴν γῆν ἐμερίσαντο , τὸ δὲ πᾶν
Ἀρκάδος , ἀφ ' οὗ καὶ ἡ χώρα Ἀρκαδία . Ἀφείδας δὲ ὁ Ἀρκάδος , ἀρχαῖος ἥρως , ἐβασίλευσε Τεγέας
5496703 μεσσῃ
Ἀρχέστρατός φησιν : σηπίαι Ἀβδήροις τε Μαρωνίᾳ τ ' ἐνὶ μέσσῃ . Ἀριστοφάνης : ὀσμύλια καὶ μαινίδια καὶ σηπίδια .
, ἀλλὰ μεθορμηθεὶς ἐνὶ κύμασιν ἐλλάβετ ' αὐτῆς , ἐν μέσσῃ δὲ καθῖζε τέλος θανάτου ἀλεείνων . τὴν δ '
5496464 φορμιγγος
[ Οὔτ ' ἐν ] βαρυπενθέσιν ἁρμόζει [ μάχαις ] φόρμιγγος ὀμφὰ [ καὶ λιγυκλαγγεῖς ] χοροί , [ οὔτ
ἤγουν ἐπανακυκλούμεναι , ἔπεμψάν με μετ ' ᾠδῆς ποικίλων μελῶν φόρμιγγος , μάρτυρα , ἤγουν ἀγγελέα , ὑμνητὴν ὑψηλοτάτων ἀγώνων
5496134 πολυδαιδαλου
διὰ μὲν ἂρ ζωστῆρος ἐλήλατο δαιδαλέοιο , καὶ διὰ θώρηκος πολυδαιδάλου ἠρήρειστο μίτρης θ ' , ἣν ἐφόρει ἔρυμα χροὸς
πέλαζε ἀθανάτοισι κέρας : ποτὶ γὰρ νόος οὐρανιώνων μειδιάει φύσεως πολυδαιδάλου ἔργον ἰδόντων : ἤτοι μὲν κέρας ἐστί , ταναύποδος
5495377 πνοιῃ
δίνας , οἳ κατὰ καλὰ ῥέεθρα κυβίστων ἔνθα καὶ ἔνθα πνοιῇ τειρόμενοι πολυμήτιος Ἡφαίστοιο . καίετο δ ' ἲς ποταμοῖο
πεπταμένοις , αὐτὴν ἐπὶ δεξί ' ἔχοντες γαῖαν ἐρημαίην , πνοιῇ ζεφύροιο θέεσκον . ἦρι δ ' ἔπειτ ' ἀγκῶνά
5494528 χρυσεη
ὁ νηὸς χρυσοῦ τε πολλοῦ ἀπολάμπεται καὶ ἡ ὀροφὴ πᾶσα χρυσέη . ἀπόζει δὲ αὐτοῦ ὀδμὴ ἀμβροσίη ὁκοίη λέγεται τῆς
δὲ τοῦ κρίκου τῆς θύρας “ ἀργύρεον δ ' ὑπερθύριον χρυσέη τε κορώνη . ” ἐπὶ δὲ τῆς τοῦ τόξου
5493645 διοι
πάντες ὅσοι πάρος ἦσαν ἄριστοι , Εὔβοιός τε καὶ Ἑρμογένης δῖοί τε Φίλιπποι , οἳ μὲν δὴ τεθνᾶσι καὶ εἰν
' Ἐτεόκρητες μεγαλήτορες , ἐν δὲ Κύδωνες Δωριέες τε τριχάϊκες δῖοί τε Πελασγοί , : Τούτων φησὶ Στάφυλος τὸ μὲν
5493035 ἐκεδασσε
, ὁππότε πᾶσιν ἐλεύθερον ἦμαρ ἀνῆψεν ἡμῖν Ζεὺς Κρονίδης , ἐκέδασσε δὲ νῆας Ἀχαιῶν . οὐδ ' ἔτι δούρατα μακρὰ
: ὣς υἱὸς Τελαμῶνος ἀγαυοῦ φαίδιμος Αἴας ῥεῖα μετεισάμενος Τρώων ἐκέδασσε φάλαγγας οἳ περὶ Πατρόκλῳ βέβασαν , φρόνεον δὲ μάλιστα
5491308 ἀμυμονες
. . Υ : Τρωὸς δ ' αὖ τρεῖς παῖδες ἀμύμονες ἐξεγένοντο , Ἶλός τ ' Ἀσσάρακός τε καὶ ἀντίθεος
τέκετο Τρώεσσιν ἄνακτα : Τρωὸς δ ' αὖ τρεῖς παῖδες ἀμύμονες ἐξεγένοντο Ἶλός τ ' Ἀσσάρακός τε καὶ ἀντίθεος Γανυμήδης
5489786 Γυρτωνην
εἶναι τοὺς νῦν Ἀκαρνᾶνας λεγομένους , Φλεγυίας δὲ τοὺς πάλαι Γυρτώνην οἰκοῦντας . ἐχάνδανεν ἐχώρει . ἔχεαι συνέχῃ . ἐχεπευκές
τῇ ηʹ τῆς Καθόλου Γυρτῶνα Κόρωνος : ἣν Ὅμηρός φησι Γυρτώνην τε νέμοντο . ἔστι δὲ πόλις Θεσσαλίας ἢ Περραιβίας
5487657 πεισματα
τὴν πᾶσαν ἱερομηνίαν . λύσει δὲ τῆς νεὼς ᾠδὴ τὰ πείσματα , ἣν ἱερὸς προσᾴδουσιν Ἀθηναῖοι χορός , καλοῦντες ἐπὶ
' ἐγεγώνει νηὸς ἔσω περάαν , θινὸς δ ' ἐκ πείσματα λύειν : οἳ δὲ κυβερνητῆρος ἐφημοσύναις ἐπίθοντο . Εἰλατίδης
5486761 ἀκρη
βάλ ' ὑπὸ κληῗδα μέσην : διὰ δ ' ἀμπερὲς ἄκρη αἰχμὴ χαλκείη παρὰ νείατον ὦμον ἀνέσχε : δούπησεν δὲ
τραπεζίῳ εἶδος ὁμοίη , ἀρξαμένη πρώτιστα Γαδειρόθεν , ἧχί περ ἄκρη ἐς μυχὸν ὀξυνθεῖσα τιταίνεται Ὠκεανοῖο : οὖρον δ '
5483926 Νηριτος
Ἀκαρνανίας ἀκτὴν δέχεσθαι δεῖ . τῆς δὲ Λευκάδος ἥ τε Νήριτος , ἥν φησιν ἑλεῖν ὁ Λαέρτης „ ἦ μὲν
Ἴθακος καὶ Νήριτος ἠδὲ Πολύκτωρ ] Πτερελάου παῖδες Ἴθακος καὶ Νήριτος ἀπὸ Διὸς ἔχοντες τὸ γένος ὤικουν τὴν Κεφαλληνίαν .
5481711 Νοτου
καὶ ἡμῖν ἐφώτισεν . Ἑξῆς τούτοις ὀνόματα τῶν ἀνέμων εἰπὼν Νότου καὶ Βορέου καὶ τῶν λοιπῶν , ἐπιλέγει : Ἀλλ
Ἐπεὶ δὲ πληθὺς μυρίανδρος βαρβάρων ἐκ τῶν πυλῶν ὥρμησεν ὡς Νότου νέφος βρυχὴν ἀπειλοῦν καὶ προδεικνύον σπόρον , οἱ σοὶ
5478155 ἀμφινεμονται
' οὔνομα πᾶν ἀγορεύσω . Βένθεα κητώεντα πολυσκοπέλοιο θαλάσσης ἰχθύες ἀμφινέμονται ἀπείριτοι ἀργινόεντες παμμέλανες περκνοί τε καὶ αἰόλον εἶδος ἔχοντες
. . . καὶ Ἀπολλώνιος : δύω πεδίον τὸ Ἀρήϊον ἀμφινέμονται ταῦροι χαλκόποδες , στόματι φλόγα φυσιόωντες . σκίμψατο :

Back