δὲ αὐτῇ καὶ ἡ λάριξ ἐϲτίν . ἥ γέ τοι πευκίνη καὶ ταύτηϲ ἔτι μᾶλλον ἡ ϲτροβιλίνη δριμυτέρα μέν ἐϲτιν | ||
ὁ καρπός , πολύγαλον , ῥητῖναι πᾶσαι , ἡ δὲ πευκίνη πλέον τῆς τερμινθίνης , καὶ ταύτης ἔτι μᾶλλον ἡ |
κυπαρισσίνη ὑγρά : τῆς δὲ ξηρᾶς ἡ μέν τίς ἐστι στροβιλίνη , ἡ δὲ πευκίνη , ἡ δὲ πιτυΐνη καὶ | ||
. ἥ γέ τοι πευκίνη καὶ ταύτης ἔτι μᾶλλον ἡ στροβιλίνη δριμύτεραι μὲν αὐτῆς εἰσιν , οὐ μὴν οὔτε διαφοροῦσι |
εὔθρυπτον . διαφέρει δ ' αὐτῶν ἡ πιτυΐνη καὶ ἡ ἐλατίνη : εὐώδεις τε γάρ εἰσι καὶ λιβανίζουσι : κομίζονται | ||
, ἔλαιον μύρσινον , σησάμινον , βαλάνινον , ὑοσκυάμινον , ἐλατίνη μετρίως , ἑλξίνη ἡ καὶ περδίκιον μετρίως , ἔλυμος |
μᾶλλον ἡ στροβιλίνη , μέσαι δ ' αὐτῶν εἰσιν ἡ πιτυΐνη τε καὶ ἡ ἐλατίνη : τῶν δ ' ὑγρῶν | ||
ὀσμῇ ἀλλ ' ὀλίγη . δευτέρα δὲ ἡ ἐλατίνη καὶ πιτυΐνη , κουφότεραι γὰρ τῆς πευκίνης . πλείστη δὲ ἡ |
δ ' εἰσὶν αὐτῷ Μεγίστη , Ἀγαλλίς , Θαυμάριον , Θεόκλεια , Ληναιτόκυστος , Ἄστρα , Γνάθαινα καὶ ταύτης θυγατριδῆ | ||
καὶ ] ἔτι νέα οὖσα καὶ Σκιώνη καὶ Ἱππάφεσις καὶ Θεόκλεια καὶ Ψαμάθη καὶ Λαγίσκα καὶ Ἄνθεια καὶ Ἀριστόκλεια . |
γναφέως θυγάτηρ . Ἄγραφοι δ ' εἰσὶν αὐτῷ Μεγίστη , Ἀγαλλὶς , Θαυμάριον , Θεόκλεια : αὕτη δ ' ἐπεκαλεῖτο | ||
, αἳ δὲ διὰ τῆς σφαίρας . ἧς τὴν εὕρεσιν Ἀγαλλὶς ἡ Κερκυραία γραμματικὴ Ναυσικάᾳ ἀνατίθησιν ὡς πολίτιδι χαριζομένη , |
, ὡϲ ἐπὶ τῶν ἁλυκῶν καὶ μάλιϲτα τῶν ϲτρυφνῶν . παχυμερὴϲ γὰρ καὶ ψυχρὰ ἡ οὐϲία τῶν ϲτρυφνῶν , ὥϲτε | ||
ϲτυπτηριῶν ἡ ϲχιϲτή , μετὰ δὲ ταύτην ἡ ϲτρογγύλη . παχυμερὴϲ δὲ ἱκανῶϲ ἥ τε ὑγρὰ καὶ ἡ πλακῖτιϲ τε |
Βοῦσος , Σαρδώ τ ' εὐρυτάτη καὶ ἐπήρατος εἰν ἁλὶ Κύρνος , ἥν ῥά τε Κορσίδα φῶτες ἐπιχθόνιοι καλέουσιν : | ||
ἐπὶ τῶν χωρῶν τῶν λῃστὰς ἐχουσῶν : τοιαύτη γὰρ ἡ Κύρνος πρώην . Κυνόσαργες : ὁ τόπος ἐν ᾧ οἱ |
, ἠρυγγίου ῥίζα , ϲταφυλίνου ϲπέρμα ἢ καλαμίνθηϲ , νάρδοϲ Κελτική , καϲτόριον , νάρθηκοϲ χλωροῦ ἐντεριώνη , νηρίου τοῦ | ||
Βρεττανικήν : ἐνταῦθα δὲ καὶ στενώτατον λαμβάνει τὸ πλάτος ἡ Κελτική : συνάγεται γὰρ εἰς ἰσθμὸν ἐλαττόνων μὲν ἢ τρισχιλίων |
Εὐμένειαν καὶ Σύνναδα , εἶτα Ἀπάμεια ἡ Κιβωτὸς λεγομένη καὶ Λαοδίκεια , αἵπερ εἰσὶ μέγισται τῶν κατὰ τὴν Φρυγίαν πόλεων | ||
ἡ μὲν Ἀπάμεια τῆς γυναικὸς αὐτοῦ Ἀπάμας , ἡ δὲ Λαοδίκεια τῆς μητρός . οἰκείως δὲ τῇ τετραπόλει καὶ εἰς |
λζ ∠ ʹ . Νῆσοι δὲ παράκεινται τῇ Λυκίᾳ , Μεγίστη . . . . . . . . . | ||
Πάταρα : μεθερμηνεύεσθαι δὲ τὴν πατάραν ἑλληνιστὶ κίστην . : Μεγίστη , πόλις καὶ νῆσος τῆς Λυκίας , ὡς ὁ |
, καὶ ταύτης θυγατριδῆ Γναθαίνιον : καὶ Σιγὴ , καὶ Συνωρὶς ἡ Λύχνος ἐπικαλουμένη , καὶ Εὔκλεια , καὶ Γρυμαία | ||
, Γνάθαινα καὶ ταύτης θυγατριδῆ Γναθαίνιον , καὶ Σιγὴ καὶ Συνωρὶς ἡ Λύχνος ἐπικαλουμένη καὶ Εὔκλεια καὶ Γρυμέα καὶ Θρυαλλίς |
ἑκάστας ἐξέχει . Αἰσχύλος κόγχοι , μύες , ὄστρεα . Ἱκέσιος δέ φησι τῶν χημῶν τὰς μὲν τραχείας λέγεσθαι , | ||
ἀλλήλοις φίλους , ἐχθρὸν δὲ ἢ πολέμιον μηδένα μηδενός , Ἱκέσιος δὲ ὡς ἂν ἐπήκοός τε καὶ ἵλεως τοῖς δεομένοις |
: ἐπὶ τῆς ξηρᾶς οὐσῶν . ἐν Πεπαρήθῳ : ἡ Πεπάρηθος νῆσός ἐστι μία τῶν Κυκλάδων αἴτιον δ ' ἔγωγε | ||
καὶ ἡ Σκῦρος ἀνέμους βιαίους ἔχουσα , καὶ ἡ ὑψηλὴ Πεπάρηθος : ὅπου ὑπάρχει καὶ ἡ Λῆμνος , τὸ τραχὺ |
θυία μὲν φύεται καὶ εἰς ὕψος , ἐλάτη δὲ καὶ ἄρκευθος φύεται μὲν οὐκ εἰς ὕψος δέ , καθάπερ καὶ | ||
φάρμακον κομίσαι τὸν δράκοντα ἐπάιδουσαν . . . ἡ δὲ ἄρκευθος δένδρον τι ἀκανθῶδες Ἀπόλλωνος ἴδιον ὡς ἱστορεῖται ἐν γ |
ὄρους : πίναξ ηʹ . Σκυθία ἡ ἐκτὸς Ἰμάου ὄρους Σηρική : πίναξ θʹ . Ἀρεία Παροπανισάδαι Δραγγιανή Ἀραχωσία Γεδρωσία | ||
ταῦτα : Λιβύη , Κυρήνη , Βακτριανή , Κασπία , Σηρική , Θηβαΐς , Σακίς , Τρωγλοδυτική . κυριεύει δὲ |
Παρωρεῖς . Νικόλαος Παρωρεάτας φησίν . : Μεσημβρία , πόλις Ποντική . Νικόλαος πέμπτῳ . Ἐκλήθη ἀπὸ Μέλσου . Βρίαν | ||
. καὶ Σίφνιον ποτήριον καὶ σιφνιάζειν . Σιωνία , πόλις Ποντική . τὸ ἐθνικὸν Σιωνίτης καὶ Σιωνῖτις τὸ θηλυκόν . |
τὰ Πύρρω . αἰνέω τάν τε ΚρότωναΚαλὰ πόλις ἅ τε Ζάκυνθος . . . καὶ τὸ ποταῷον τὸ Λακίνιον , | ||
. Εἶτα προπέπτωκεν ἄκρον Ἰχθὺς , καθ ' ὃν κεῖται Ζάκυνθος , καὶ ἕτερον ὁ Χελωνάτας : τελευταῖον δὲ ἄκρον |
αὑτὴν τὰς αἰτίας . Οὐκοῦν , ὦ Σίμων , ἡ παρασιτικὴ τέχνη ἐστί ; Τέχνη γάρ , κἀγὼ ταύτης δημιουργός | ||
ἔχοι τοιοῦτον εἰπεῖν . Οὐκοῦν εἰ μήτε ἀτεχνία ἐστὶν ἡ παρασιτικὴ μήτε δύναμις , σύστημα δέ τι ἐκ καταλήψεων γεγυμνασμένων |
, πρὸς τὰ ὅμοια δὲ καὶ προσεχῆ : σφόδρα γὰρ αὐξητικὴ ἡ τοιαύτη ἐξέτασις , ὅτ ' ἂν τοὺς ὁμοίους | ||
τῶν προβάτων . τῇ δωδεκάτῃ δέ , ὡς ἔτι μειζόνως αὐξητικὴ τοῦ φωτός , οὕτως τὴν ἀρχὴν εἶχε τῆς τελείας |
ὄρνιθας ἐκδιῶξαι . ἦν δὲ ἐν Στυμφάλῳ πόλει τῆς Ἀρκαδίας Στυμφαλὶς λεγομένη λίμνη , πολλῇ συνηρεφὴς ὕλῃ : εἰς ταύτην | ||
' οὗ καὶ θηλυκῶς οὕτω ποταμὸς ἐν Ἀρκαδίᾳ Μετώπη . Στυμφαλὶς εὐανθὴς Μετώπα : Μετώπη Ἀσωποῦ μὲν ἦν γυνὴ , |
τῷ κατὰ Πυθέου καὶ Πλάτων ἐν αʹ τῆς Πολιτείας . Λαμπάς : Λυσίας ἐν τῷ κατ ' Εὐφήμου . τρεῖς | ||
Συνωρίς , ἣ καὶ Λύχνος , Θρυαλλίς , Χίμαιρα , Λαμπάς . ὅτι Δίφιλος ἐν ἀγῶνι ἀσχημονήσας ἤρθη ἐκ τοῦ |
: ῥίζαι ὡς μέλανος ἐλλεβόρου , λεπταί , εὐώδεις , δριμεῖαι , ὑπολίπαροι . ὑδρηλὰ φιλεῖ χωρία . Ἀλόη φύλλον | ||
κακίᾳ φθείρουσι . καὶ γὰρ ὁπόταν αἱ χολαὶ πάνυ τοι δριμεῖαι καὶ καυσώδεις ὦσιν , εὐπαθῆ δὲ τὰ ἔντερα ᾖ |
καὶ φήληκες παρ ' Ἀθηναίοις . ἄπιοι , μῆλα , ὄχναι , ἀχράδες , ἀσταφίδες , σταφυλαί , καὶ τούτων | ||
τὰ μεταξὺ παρατρέχειν : ὑπὸ γὰρ τοῦ συνδέσμου τὰς συμβολὰς ὄχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι ἀγλαόκαρποι , ἐν ἁπάσαις ὁμοίως |
πεντέβορον . ταύτης ἡ ῥίζα δριμεία τε καὶ ὑπόπικρος καὶ ξηραντικὴ καὶ στυπτικὴ ὑπάρχει . γλυκισίδη δὲ εἴρηται διὰ τὸ | ||
τῷ ἀφεψήματι αὐτῶν τὰ πωρώϲεωϲ δεόμενα κατάγματα καταντλεῖν . Πτέριϲ ξηραντικὴ τὴν δύναμίν ἐϲτι καὶ πικρά : ὅθεν ἔμβρυά τε |
; ἢ κόψομεν τὴν μᾶζαν ὥσπερ ὄρτυγα ; Δίδου μασᾶσθαι Ναξίας ἀμυγδάλας , οἶνόν τε πίνειν Ναξίων ἀπ ' ἀμπέλων | ||
, καὶ μάλιστα ὅταν τυρωθῇ τὸ γάλα . τὸ τῆς Ναξίας ἀκόνης ἀπότριμμα τιτθούς τε παρθένων κωλύει πρὸ ὥρας ἐμφυσᾶσθαι |
καθ ' ὃν αὐτῆς τε τῆς ἀρτηρίας ἡ περιοχὴ παντάπασιν ἰσχνὴ καὶ πομφολυγώδης ἐστὶν καὶ τὸ ἔγχυμα ἀμαυρὸν καὶ ἐξίτηλον | ||
' ἐξ ἀριστερῶν . ἔστι δ ' ἡ ἔκφυσις αὐτῶν ἰσχνὴ καὶ πλατεῖα , κατὰ γραμμὴν ἐγκαρσίαν ἐπ ' ὦτα |
λοιπὸν τὰ τηκτὰ ἐπικατερᾶται . ἔστι δ ' ἔναιμος , κολλητικὴ πρός τε αἱμοπτυϊκοὺς καὶ ἄρθρα ξηραντική . Νευροτρώτων ἐμμέθοδος | ||
ἡ ῥίζα μετρίωϲ ἐϲτὶ ψυχρὰ καὶ ξηρὰ καὶ διὰ τοῦτο κολλητικὴ τῶν ἐναίμων ἑλκῶν . αὐτὴ δὲ ἡ πόα καταπλαϲϲομένη |
πρὸς νότον : Ἴος καὶ λιμήν : Ἀμοργὸς , αὕτη τρίπολις καὶ λιμήν : Ἴκαρος , δίπολις . Μετὰ δὲ | ||
μὲν οὖν καὶ πόλεις ἦσαν ἐν τοῖς ἔθνεσι τούτοις : τρίπολις γοῦν ἡ Πελαγονία ἐλέγετο , ἧς καὶ Ἄζωρος ἦν |
Ἀρείας τῆς Κλεόχου . . . Καὶ Ἀριστόκριτος φησὶν ὅτι Ἀρεία θυγάτηρ ἐγένετο Κλεόχου , ἧς καὶ Ἀπόλλωνος γενέσθαι βρέφος | ||
. Τῶν οὖν ἐν τῇ Ἀρείᾳ διασημοτέρων πόλεων ἡ μὲν Ἀρεία τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει ὡρῶν ιδ γιβʹ , καὶ |
τοῦ Λάκωνος παιᾶνας . . . , : Ἡ δὲ Λακωνικὴ Πιτάνη Εὐρώτα τοῦ ποταμοῦ γενεαλογεῖται εἶναι , ὡς Σωσίβιος | ||
ταύτην ἡ μήτηρ [ κρύφα συλήσασακατετόλμητο γὰρ καὶ τοῦ Λυκούργου Λακωνικὴ | μήτηρ , ἵνα παιδὸς δυσπραγίαν παραμυθήσηται ὀρέγει τῷ |
Κιθαιρών : ὄρος Θηβῶν . Ἑλίκη : πόλις Ἀχαΐας . Βοῦρά τε Δεξαμενοῖο : Βοῦρα πόλις Ἀχαΐας : ᾤκησε δὲ | ||
κατεποντίσθησαν , ὡς Ἐρατοσθένης φησί . μέμνηται δὲ καὶ Καλλίμαχος Βοῦρά τε Δεξαμενοῖο βοός τάσις Οἰκιάδαο καὶ Ἀντίμαχος ἐν Θηβαίδι |
τὸν σφόνδυλον . ἐστὶ δὲ κεδνὸς κἀν πορθμῷ πρὸς ἄκραισι Πελωριάδος προβολαῖσι . τίς οὕτως τακτικὸς ἀκριβὴς ἢ τίς οὕτως | ||
τὸν σφόνδυλον . ἔστι δὲ κεδνὸς κἀν πορθμῷ πρὸς ἄκραισι Πελωριάδος προβολαῖσι . τὸν σκάρον ἐξ Ἐφέσου ζήτει , χειμῶνι |
, τευθίδα : Ἐπίχαρμος δ ' ἐν Ἥβας γάμῳ : πώλυποί τε σηπίαι τε καὶ ποταναὶ τευθίδες χἀ δυσώδης βολβιτὶς | ||
τε καὶ κίχλαι , λαγοὶ δράκοντές τ ' ἄλκιμοι . πώλυποί τε σηπίαι τε καὶ ποταναὶ τευθίδες χἀ δυσώδης βολβιτὶς |
, ἡ δεκάτη Κρόνου , ἡ ἑνδεκάτη Διός , ἡ δωδεκάτη Ἄρεως : [ ἡ ] ἡμέρα αʹ Ἡλίου , | ||
ἕτεροι δὲ Σκιροφοριῶνος τῆι αὐτῆι ἡμέραι . . . : δωδεκάτη μὲν ἔην μηνὸς Θαργηλιῶνος . . . νὺξ δ |
πλέον , τῶν ἀσυστάτων ἐπ ' ἐλάχιστον . Σωπάτρου . Τέως μὲν τὰ πάντη συνεστῶτα ἀνεβάλετο , ἵνα ἀπὸ τῶν | ||
, περιαιρεθέντων τῶν κελύφων , καὶ αὐτὰ δηλονότι ἐκπιεζόμενα . Τέως εἰδέναι χρὴ ἀπὸ τοῦ ὀνόματος , ὅτι αἱ ὀμφακίζουσαι |
καὶ ἡ θηλύπτερις , τὸ ἀπὸ τοῦ σίτου ἄμυλον , ῥητῖναι πᾶσαι , ὑπερικόν , λιθάργυρος , ὄστρακον , πυτία | ||
, οἶνος γλευκίνης , ὄροβος , πυρὸς ἔξωθεν ἐπιτιθέμενος , ῥητῖναι πᾶσαι , σήσαμον , σχοίνου ἄνθος , φοινίκων ὁ |
Εἰσὶ δὲ αὗται : Στρογγύλη , Εὐώνυμος , Διδύμη , Φοινικώδης , Ἐρικώδης , Ἱερὰ Ἡφαίστου καὶ Λιπάρα . Ἀονίῳ | ||
Εὐώνυμος , Λιπάρα , Ἱέρα , Διδύμη , Ἐρικώδης , Φοινικώδης . ἐλθεῖν εἰς ἀκτάς : Ἀγαθοκλῆς ἐν τοῖς Ὑπομνήμασι |
γῆς καὶ θαλάττης . αὐτῷ : τῷ Βρασίδᾳ . καὶ Οἰσύμη : ἀπὸ κοινοῦ τὸ προσεχώρησε . εἰσὶ δέ . | ||
ἐχρήσατο Λυσίας ἐν τῷ κατὰ Λυσιθέου , εἰ γνήσιος . Οἰσύμη : Ἀντιφῶν ἐν τῷ κατὰ Λαισποδίου . πόλις ἐστὶ |
ἀφαιρουμένων δὲ τῶν ρϘα μ ἀπὸ τῶν σξϚ με , λείπονται οε ἔγγιστα ἃ καὶ εἰς ἔτη καταλογίζεται . μετὰ | ||
δρομέας ἢ τοὺς παλαιστάς . καὶ γὰρ ἐκεῖνοι τούτων μὲν λείπονται κατὰ τὰ τούτων ἆθλα καὶ δεύτεροί εἰσι πρὸς τούτους |
ποτάμιαι γλυκύτεραι . οἱ δὲ μύες μέσως εἰσὶ τρόφιμοι , διαχωρητικοί , οὐρητικοί : κράτιστοι δὲ οἱ Ἐφέσιοι καὶ τούτων | ||
: οἱ δὲ πυθμένες ἢ μήκωνες μαλακοί , εὐκατέργαστοι , διαχωρητικοί , ἰχθυωδέστεροι , διουρητικοί , ἱδρωτικοί , σιελοποιοί : |
καὶ διετέλεσαν Ἔλυμοι καλούμενοι . προεῖχε γὰρ κατὰ τὴν ἀξίωσιν Ἔλυμος ἀπὸ τοῦ βασιλικοῦ γένους ὢν , ἀφ ' οὗ | ||
αὐτῆς μετὰ ῥοδίνου πρὸς ὤτων ἀλγήματα φλεγμαινώδη μετρίως ποιεῖ . Ἔλυμος ἡ μελίνη ξηραντική ἐστιν : ἵστησι γοῦν καὶ τὰ |
ὑπάρχειν μήτε ἀθρόον μήτε ἐγκεκραμένον τοῖς σώμασιν , ὥσπερ τὰ λεπτομερέστερα σώματα παχυτέροις , καθάπερ τὸν ἀέρα ἐπιδεικνύουσιν οἱ κενὸν | ||
ὁμοῦ τξʹ . Διεῖλον δέ τινες καὶ εἰς ἔτι τούτων λεπτομερέστερα τμήματα τὰς οἰκοδεσποτείας , τόπους καὶ μοίρας ὀνομάσαντες : |
, ὥς φησιν Ἱκέσιος , εὐστομίᾳ διαφέροντες , εὐέκκριτοι , ὀλιγότροφοι , κακόχυμοι . διαφέρουσι δ ' εὐστομίᾳ οἱ λευκότεροι | ||
κέχρηνται . οἱ δὲ ἐχῖνοι ψυκτικοί τε μετρίωϲ εἰϲὶ καὶ ὀλιγότροφοι καὶ διουρητικοί . Τὰ δὲ μαλάκια , οἷον πολύποδεϲ |
μεταξύ πως πρὸς τῇ θαλάσσῃ λίμνη ἐστὶν , ἥτις καλεῖται Βιστονὶς λίμνη , ἐπέχουσα μοίρας νβʹ ∠ ʹʹ μαʹ ∠ | ||
ἐν κόλπῳ κειμένη καὶ λιμήν : ὑπέρκειται δὲ τούτων ἡ Βιστονὶς λίμνη κύκλον ἔχουσα ὅσον διακοσίων σταδίων . φασὶ δὲ |
καὶ μελάντερος τὸν νῶτον . Ἐπίχαρμος : σηπίαι τε καὶ ποταναὶ τευθίδες . τοῦτο δὲ σημειωτέον πρὸς Σπεύσιππον λέγοντα εἶναι | ||
δράκοντές τ ' ἄλκιμοι . πώλυποί τε σηπίαι τε καὶ ποταναὶ τευθίδες χἀ δυσώδης βολβιτὶς γραῖαί τ ' ἐριθακώδεες . |
καὶ τῆς Σελευκείας Σελευκεῖς καὶ Σελευκεύς καὶ Σελευκηνός , καὶ Σελευκίς ἡ χώρα . ἔστι καὶ ποτηρίων εἶδος Σελευκίς , | ||
δὲ καὶ Κοίλης Συρίας εἴκοσι , Παλαιστίνης δὲ ἡ νῦν Σελευκίς . βασιλεῖς ἐνικήθησαν Τιγράνης Ἀρμένιος , Ἀρτώκης Ἴβηρ , |
' ἔχουσι ταύτας : Στρογγύλη καὶ Εὐώνυμος , ἔτι δὲ Διδύμη καὶ Φοινικώδης καὶ Ἐρικώδης , πρὸς δὲ τούτοις Ἱερὰ | ||
τὴν Σικελίαν νήσων αἱ παρ ' αὐτὴν εἰσὶν αἵδε : Διδύμη νῆσος λθʹ λθʹ Ἱκεσία νῆσος λθʹ γʹʹ λθʹ Ἐρικώδης |
δὲ αἱ τοῦ Αἰόλου νῆσοι ζʹ αἵδε : Στρογγύλη , Εὐώνυμος , Λιπάρα , Ἱέρα , Διδύμη , Ἐρικώδης , | ||
ὑπὸ ἰδίων ἀχαριστίαν δηλοῖ . Ψοιὰ δεξιὰ ἀσθένειαν σημαίνει . Εὐώνυμος κάματον σημαίνει . Ὀσφὺς εὐώνυμος παρέχειν πράγματα ὑφ ' |
καὶ ἄκνισον . Οὗτος μὲν οὖν καθόλου τις διορισμός . Διαφοραὶ δὲ πολλαὶ καὶ τῆς γῆς καὶ τῶν δένδρων , | ||
αἰδοίοις ὑπεροχὰς στυπτηρία σχιστὴ μετὰ χαλκάνθου καὶ σμύρνης στακτῆς . Διαφοραὶ τῶν μαλαγμάτων εἰσὶν αἱ μέγισται τρεῖς : τὰ μὲν |
πεδία καὶ τὰ ὑπερκείμενα ὄρη κατοικοῦσι , τῶν δὲ Καουάρων ὑπέρκεινται Ὀυοκόντιοί τε καὶ Τρικόριοι καὶ Ἰκόνιοι καὶ Μέδυλλοι . | ||
αὐτῶν διαφέροντες , τινὲς δὲ μηδέτερον τούτων , ἀλλ ' ὑπέρκεινται πάσης ἁπλῶς ἀποδείξεως , διάφορα κατ ' εἶδος λοιπὸν |
τῆς ἐπιθυμίας , καὶ αἱ ἡλικίαι μαρτυροῦσιν αἱ διάφοροι . Ἄλλαι γὰρ παίδων καὶ μειρακίων καὶ ἀνδρῶν αἱ σωματικαὶ ὑγιαινόντων | ||
, θέμις σέ γ ' εἶναι κεῖνον ἀντιδρᾶν κακῶς . Ἄλλαι γονεῦσι χἀτέροις γοναὶ κακαὶ καὶ θυμὸς ὀξύς , ἀλλὰ |
δὲ ἄλλα ὥσπερ ἐνισταμένου τοῦ ἦρος , οἷον ἐρινεὸς φιλύκη ὀξυάκανθος παλίουρος τέρμινθος καρύα διοσβάλανος : μηλέα δ ' ὀψίβλαστος | ||
ἀνδράχλης καὶ καρύας , ἀκάνθας δ ' οἵας ἄπιος ἢ ὀξυάκανθος , λείας δὲ καὶ ὀξείας σφόδρα καὶ ἰσχυράς . |
Λάρισσα , Ἥραια , Ἀπολλωνία , ἐν δὲ τῇ Παρθυηνῇ Σώτειρα , Καλλιόπη , Χάρις , Ἑκατόμπυλος , Ἀχαΐα , | ||
μέλλοντος δυσελπιστίαν οὐ μειοῖ . Ἐμοὶ δὲ δοκεῖ , ὦ Σώτειρα , οὔτε ὁ θάνατος αἰσχρὸν οὔτε τι καλὸν εἶναι |
, [ εἰς ] ὄφεις [ ἢ ] ἀσπίδας . Αἱδὲ ζῶναι αὐτῶν , αἵτινες ἥλικες καὶ κληματίδες ἀμπέλου ἦσαν | ||
, [ εἰς ] ὄφεις [ ἢ ] ἀσπίδας . Αἱδὲ ζῶναι αὐτῶν , αἵτινες ἥλικες καὶ κληματίδες ἀμπέλου ἦσαν |
αἱ τῶν Ἑλλήνων ἀποικίαι παρεσχήκασι λόγον : ἧττον μὲν ἡ Ἰωνική , ἡ δὲ τῶν Αἰολέων παντάπασι : καθ ' | ||
καὶ στόμα τιθεμένη : ἡ δὲ τοιαύτη θέσις τῶν φιαλῶν Ἰωνική ἐστι καὶ ἀρχαία . καὶ Μασσαλιῶται ἔτι τιθέασι τὰς |
οὐράνιαι φλόγες ἁγναὶ Ἠελίου , Μήνης θ ' ἱερὸν σέλας Ἄστρα τε πάντα : καὶ σύ , Ποσείδαον γαιήοχε , | ||
λυπῆσαι μειζόνως . ἐπέρχεταί μοι τὸ τοῦ Πινδάρου προσθεῖναι , Ἄστρα τε καὶ ποταμοὶ καὶ κύματα πόντου τὴν ἀωρίαν τὴν |
. ψιλοδάπιδας τὰς ψιλὰς καὶ μὴ μαλλωτὰς δάπιδας λέγουσιν . ψίττα : ποιμενικὸν ἐπίφθεγμα καὶ ψιττάζειν : τὸ ποιμενικῶς ἐπιφθέγγεσθαι | ||
σκανθαρίζειν , ῥαθαπυγίζειν , πεντάλιθα , ψίττα Μαλιάδες ψίττα Ῥοιαί ψίττα Μελίαι , πλαταγώνιον , τηλέφιλον , κρίνα , σπέρμα |
χώρας ταύτης τὰ μὲν ἄλλα εὐδαίμονα χωρία , ἡ δὲ προσάρκτιος ὀρεινὴ καὶ τραχεῖα καὶ ψυχρά , Καδουσίων κατοικία τῶν | ||
πᾶσα ὀρεινὴ καὶ ψυχρὰ καὶ νιφόβολός ἐστιν , ἡ δὲ προσάρκτιος καὶ μᾶλλον , ὥστε καὶ τῶν ἀμπέλων σπάνιν εἶναι |
ποιεῖ . καὶ Γναθαίνιον δέ , φησὶ Μάχων , ἡ θυγατριδῆ Γναθαίνης , σατράπῃ πάνυ γέροντι ἰδοντ ' αὐτῆς τὸ | ||
ἐγένοντο τοῦ Βακχιαδῶν γένους ὄντι : τούτου δ ' ἦν θυγατριδῆ ἡ Φιλίππου μήτηρ τοῦ Ἀμύντου Εὐρυδίκη , Σίρρα δὲ |
τε , γλίσχρ ' ἁλοσύδνης τέκνα , καὶ αὐτῆς φωλεὰ πίνης . κάρδαμ ' ἀνάρρινόν τε μελάμφυλλόν τε σίνηπυ . | ||
. . ἐφθάρηκα . . λιμοῦ : Τοῦ . τῆς πίνης . . . τοῦ σωτῆρος : Ἐν ἄστει Δία |
ποιητὴν Ὅμηρον : ἀπὸ δὲ τῆς Ἴου πρὸς ἑσπέραν ἰόντι Σίκινος καὶ Λάγουσα καὶ Φολέγανδρος , ἣν Ἄρατος σιδηρείην ὀνομάζει | ||
καὶ Σικημίτης . τοῦ δὲ Σίκημα τὸ ἐθνικὸν Σίκημοι . Σίκινος , νῆσος περὶ τὴν Κρήτην , ὡς Στράβων δεκάτῃ |
ἀπὸ τῶν αὐτῶν σημείων γίνονται . ἀλλ ' οἱ μὲν ἀγριώτερα ἤθη , οἱ δὲ ἡμερώτερα ἔχουσι καὶ σώφρονες ὁμοίως | ||
* ὅτε γὰρ θηλάζουσι τὰ θηρία , φυλακῇ τῶν τέκνων ἀγριώτερα γίνονται . ἢ οὕτω : τῆς ἄρκτου τῆς θηλασάσης |
ἡ ἐκτὸς Γάγγου ποταμοῦ Σινῶν χώρα : πίναξ ιβʹ . Ταπροβάνη ἡ νῆσος . Ὁμοῦ καὶ αἱ τῆς Ἀσίας ἐπαρχίαι | ||
αὖ Κίτιόν τε καὶ ἱμερόεσσα Λάπηθος νῆσος τετράπλευρος , ἁλιστέφανος Ταπροβάνη , θηρονόμος πέπληθεν ἐϋρρίνων ἐλεφάντων . † οἱ δὲ |
ἐόντα , καὶ φῦσαν ἐμποιέει : οἱ δὲ χιτῶνες αὐτέων στάσιμοι . Ἄκυλοι καὶ βάλανοι καὶ φηγοὶ στατικὰ ὠμὰ καὶ | ||
, ταχέως , σπουδαίως : οἱ δὲ παλαισταὶ βαρεῖς , στάσιμοι , μόνιμοι , ὠμίαι , ἀντερειδόμενοι , συμπλεκόμενοι , |
καὶ Σαρματικὸν ὄρος . Σαρνοῦς , ὡς Μυοῦς , πόλις Ἰλλυρική . τὸ ἐθνικὸν Σαρνούσιος ὡς Μυούσιος . Σαρπηδών , | ||
οὗ Χαρίδημος ἦν φυγὰς Χαλκητορεύς . : Πάρθος , πόλις Ἰλλυρική . Ἀπολλόδωρος ἐν Χρονικοῖς . . . : , |
ἀνώνυμόϲ ἐϲτι , πικροτέρα δὲ τῆϲ Ἀλκιβιαδείου τυγχάνουϲα πρὸϲ τὰϲ πλατείαϲ ἕλμινθαϲ ἁρμόζει πλῆθοϲ ὀξυβάφου πινομένη . Ἀδάρκη οἷον ἀφρόϲ | ||
πικροτέρα καὶ πλέον ἔτι φαρμακωδεϲτέρα καὶ διὰ τοῦτο πρὸϲ τὰϲ πλατείαϲ ἕλμινθαϲ ἐπιτηδεία , πλῆθοϲ ὀξυβάφου ϲὺν ὑϲϲώπῳ καὶ καρδάμῳ |
δὲ χλωροὶ ξηροί εἰσι καὶ ἀλιπεῖς . αἱ δὲ χάνναι ἁπαλόσαρκοι , σκληρότεραι δὲ τῆς πέρκης . ὁ δὲ σκάρος | ||
, δύσφθαρτος , εὐέκκριτος . κίχλαι , κόττυφοι , φυκίδες ἁπαλόσαρκοι , εὔχυλοι , εὐδιαφόρητοι , ἄτροφοι , πρὸς διαχώρησιν |
Χελιδόνιοι : ἔθνος Ἰλλυρικόν : . . . εἰσὶ καὶ Χελιδόνιαι πέτραι . . . δύο δέ εἰσι κεκλημέναι ἡ | ||
ἧς ἐμνήσθημεν ἐπάνω . Εἶθ ' Ἱερὰ ἄκρα καὶ αἱ Χελιδόνιαι τρεῖς νῆσοι τραχεῖαι , πάρισοι τὸ μέγεθος , ὅσον |
ἅμα καὶ λιπαρίας ἔχουσα , πρὸς δὲ τούτοις ἄλιθος καὶ εὐθρυβὴς καὶ γένει Μηλία ἢ Αἰγυπτία . τῆς δ ' | ||
μηλίνας ἔχοντα διὰ βάθους . Λίθος αἱματίτης ἄριστός ἐστιν ὁ εὐθρυβὴς μὲν ὡς ἐν αὐτῷ , σκληρὸς δὲ καὶ κατακορής |
κολοκύνθη , πέπονες , μηλοπέπονες , σῦκα , ἰσχάδες , σταφυλαὶ γλυκεῖαι , καὶ μάλιστα ὅταν ὦσιν ὑγραί . συκάμινα | ||
κολοκύντη , πέπονες , μηλοπέπονες , σῦκα , ἰσχάδες , σταφυλαὶ γλυκεῖαι , καὶ μάλιστα ὅταν ὦσιν ὑγραί . συκάμινα |
. ἔστι δὲ τῇ γεύσει θερμότερος μὲν ὁ μέλας , ὑπόπικρος δ ' ὁ λευκός . Ἑλξίνη , ἔνιοι δὲ | ||
, λεπτομερέστερον δέ . Πιστακίου ὁ καρπὸς λεπτομερής ἐστι καὶ ὑπόπικρος ἀρωματίζων : ἐκφράττει γοῦν καὶ διακαθαίρει . Πιτυΐδες μικτῆς |
ῥητινῶν τὸ καπνέλαιον μᾶλλον : δριμείας δ ' ἐστὶν ἡ κυπαρισσίνη δυνάμεως : σήσαμον μετρίως καὶ τὸ ἀπ ' αὐτοῦ | ||
ἡ δὲ μέλιτι ἔοικεν ὥσπερ ἡ λάριξ . γίνεται καὶ κυπαρισσίνη ὑγρά : τῆς δὲ ξηρᾶς ἡ μέν τίς ἐστι |
, Θρᾴκιον δὲ τὸ ὄνομα : δοίδοκος : διόδοκος : ξεινόδοκος : Δημόδοκος ὄνομα κύριον . Τὰ εἰς κος λήγοντα | ||
, Θρᾴκιον δὲ τὸ ὄνομα : δοίδοκος : διόδοκος : ξεινόδοκος : Δημόδοκος ὄνομα κύριον . Τὰ εἰς κος λήγοντα |
γυναικὶ καὶ παντὶ τῷ θήλει πηγαὶ πρὸς τῷ μέλλειν ἀποκυΐσκειν ἀναχέονται γάλακτος , ἵνα τοῖς γεννωμένοις ἄρδωσι τὰς ἀναγκαίας καὶ | ||
, ἵναπερ προσφέρονταί τε αἱ νεφέλαι ἐκ τοῦ πνεύματος καὶ ἀναχέονται , οὐχ ὑπερβάλλουσαι τῶν ὀρῶν τὰς κορυφάς . ὡς |
ἐστιν ἅμα βραχείᾳ πικρότητι : διὸ καὶ ἡ δύναμις αὐτοῦ ῥυπτική τε ἅμα καὶ ξηραντική . Κριθαὶ τῆς πρώτης εἰσὶ | ||
ἐκ τῆς τετάρτης ἤδη που τάξεως : ἔστι δὲ καὶ ῥυπτική . Στύραξ θερμαίνει καὶ ξηραίνει , μαλάττει , συμπέττει |
ἀμύμονος ἔκγονον εἶναι , μητρὸς δ ' ἐκ Θέτιδος καλλιπλοκάμου ἁλοσύδνης : αὐτὰρ ἐγὼν υἱὸς μεγαλήτορος Ἀγχίσαο εὔχομαι ἐκγεγάμεν , | ||
ὑπὸ σπέεσι γλαφυροῖσιν : ἀμφὶ δέ μιν φῶκαι νέποδες καλῆς ἁλοσύδνης ἁθρόαι εὕδουσιν , πολιῆς ἁλὸς ἐξαναδῦσαι , πικρὸν ἀποπνείουσαι |
. εἰσὶν δὲ αἱ τοῦ Αἰόλου νῆσοι ζʹ αἵδε : Στρογγύλη , Εὐώνυμος , Λιπάρα , Ἱέρα , Διδύμη , | ||
ληʹ ∠ ʹʹδʹʹ Εὐώνυμος νῆσος λθʹ Ϛʹʹ ληʹ ∠ ʹʹδʹʹ Στρογγύλη νῆσος λθʹ ∠ ʹʹ ληʹ ∠ ʹʹδʹʹ Οὐστίκα νῆσος |
τὸν εἰς Φερεκράτην ἀναφερόμενόν φησιν : ἀμυγδάλας καὶ μῆλα καὶ μιμαίκυλα καὶ μύρτα καὶ σέλινα κἀξ οἴνου βότρυς καὶ μυελόν | ||
ὁρᾷς , φέρει , ὁ πρῖνος ἀκύλους , ὁ κόμαρος μιμαίκυλα . Θεόφραστος : ἡ κόμαρος ἡ τὸ μιμαίκυλον φέρουσα |
καὶ διαχρίειν αὐτῷ τοὺς μυκτῆρας , ἢ χαλβάνην ὁμοίως καὶ σαγάπηνον καὶ ὄξος δριμύτατον , ἐν ᾧ ἀφήψηται γλήχων μάλιστα | ||
, καὶ ἡ ῥίζα , ἣν καὶ μαγύδαριν ἐκάλεσαν , σαγάπηνον , ὀποπάναξ , πευκεδάνου ὀπὸς , ἀριστολοχία μακρὰ , |
δρνίος . ἄσπετον : μεγάλως . χαράδραι : φάραγγες . Ἆσαι : χορτάσαι . Ἀστεμφεῖς : ἄτρεπτοι . ἐπαιγίζουσαν : | ||
λεξικοῦ τὸ † ῥητορικοῦ , . , . . . Ἆσαι : κορέσαι , πληρῶσαι : εἰς τὸ ἄσασθαι , |
, καὶ μᾶλλον ἐπήρατος ἱπποβότοιο . οὐ γάρ τις νήσων ἱππήλατος οὐδ ' εὐλείμων , αἵ θ ' ἁλὶ κεκλίαται | ||
ἤδη ἑτοῖμοι . πολλή τοι Σπάρτη , πολλὴ δ ' ἱππήλατος Ἦλις Ἀρκαδίη τ ' εὔμηλος Ἀχαιῶν τε πτολίεθρα Μεσσήνη |
Λύχνος ἐπικαλουμένη , καὶ Εὔκλεια , καὶ Γρυμαία , καὶ Θρυαλλὶς , ἔτι Χίμαιρα καὶ Λαμπάς . : Σὺ δὲ | ||
Λύχνος ἐπικαλουμένη , καὶ Εὔκλεια , καὶ Γρυμαία , καὶ Θρυαλλὶς , ἔτι Χίμαιρα καὶ Λαμπάς . : Σὺ δὲ |
πλάτος . Ἐξόδιον : διὰ τὸ ἔξω ὂν βίου . Ἔρημος : διὰ τὸ ἠρεμεῖν ἤγουν ἡσυχάζειν . Εὐκτήριον : | ||
Βαβυλωνία : πίναξ εʹ Ἀσσυρία Μηδία Σουσιανή Περσίς Παρθία Καρμανία Ἔρημος : πίναξ Ϛʹ . Ἀραβία Εὐδαίμων Καρμανία : πίναξ |
μήτηρ , οἷς αἴτιον τοῦ ζῆν τὸ πυρῶδές ἐστι . στρογγύλη δὲ πλάττεται καὶ κατὰ μέσους ἱδρύεται τοὺς οἴκους διὰ | ||
, στρουθίου ῥίζα , χαμελαία , ἰὸς ξυστός , ἀριστολοχία στρογγύλη . Ἡ μὲν ἐν πυρετοῖς διὰ πρόδηλον αἰτίαν συμβαίνουσα |
ἡ Ἀθηνᾶ καὶ ἡ δι ' ἰτεῶν , καὶ ἡ μηλίνη καὶ ἡ Ἰνδή . Πρὸς αἱμορραγίαν πεσσός . Κηκῖδος | ||
ἡ δὲ γυναικῶν ἐσθὴς κωμικῶν , ἡ μὲν τῶν γραῶν μηλίνη ἢ ἀερίνη , πλὴν ἱερειῶν : ταύταις δὲ λευκή |
. Ἀκάνθης λευκῆς ἡ μὲν ῥίζα ξηραντικὴ καὶ μετρίως ἐστὶ στύφουσα , τὸ δὲ σπέρμα λεπτομεροῦς τε καὶ θερμῆς ἐστι | ||
θλίψιν δὲ διὰ τῆς | ῥόας : ἀπηνὴς γὰρ καὶ στύφουσα . τινὲς δὲ σάκκον τρίχινον τῇ ὑστέρᾳ προσβάλλουσιν , |
δέ γε αὐτῶν ἑτέρων τε τιμιωτέρων ὁδοί τε ἐν ἄστει κατάστεγοι στενωποί τε μεστοί . καὶ τοῖς μὲν ἴση ἡ | ||
δέ τινες αὐτοῖς καὶ τῶν εἰς τοὺς ἀγροὺς φερουσῶν ὁδῶν κατάστεγοι . τοῖς δὲ πλείστοις αὐτῶν ὑπάρχουσιν οἰνῶνες ἐγγὺς τῆς |
εἶδος μυίας , ὡς Ἀριστοτέλης . ἐν τῷ χειμῶνι δὲ ἐδώδιμοί εἰσιν , ἐν δὲ τῷ θέρει ἀπόλλυνται . ΓΘ | ||
ἄβρωτα ϲχεδὸν πάντων αὐτῶν ἐϲτιν . αἱ δὲ γαϲτέρεϲ αὐτῶν ἐδώδιμοί τέ εἰϲι καὶ τρόφιμοι καί τινεϲ αὐτῶν καὶ ἡδεῖαι |
σὺν ἐλαφείῳ μυελῷ ἢ στέατι , ὀποπάναξ σὺν ἐλαίῳ . Πινόμενα προφυλακτικά . Προπινόμενα δ ' ἐλάφου ἄρρενος αἰδοῖα ⋖ | ||
ἐκμαξάμενοι , ἀλείφειν κυπρίνῳ τοὺς κόλπους καὶ τοὺς μηρούς . Πινόμενα δὲ φάρμακα ἁρμόδια αὐταῖς ταῦτα : γλήχωνος δραχ . |
σταδίων δωʹ , οὐχ ἧττον σταδίων ͵γφκεʹ . Ἡ Λουγδουνησία Γαλλία περιορίζεται ἀπὸ μὲν ἄρκτων τῷ Πρεττανικῷ ὠκεανῷ , ἀπὸ | ||
λʹ γοʹʹ μγʹ Ϛʹʹ Λιβάρναν λαʹ μγʹ Ϛʹʹ Ἡ δὲ Γαλλία ἡ Τογάτα ὑπέρκειταί τε αὐτῶν τῶν ὀρέων μέχρι Ῥαουέννης |
ὀγδόης καὶ αὐτῆς καὶ τῆς τρεισκαιδεκάτης τῆς Ἀφροδίτης λέγεται , πολύτροφοι τυγχάνουν καὶ πόνοι καὶ ἐπίτροποι γυναικῶν μεγιστάνων , ἀπὸ | ||
, κοῦφοι , ὀλιγότροφοι , οἱ δὲ πελάγιοι δυσφθαρτότεροι , πολύτροφοι , δυσοικονόμητοι . τῶν δὲ κωβιῶν οἱ μικροὶ καὶ |
Ἀρκαδίᾳ . ὁ δὲ τόπος Ὀρχομενὸς Μινύειος οὕτως ἐκλήθη ἀπὸ Μινύου τοῦ Ποσειδῶνος παιδὸς καὶ Καλιρρόης τῆς Ὠκεανοῦ θυγατρὸς οὗπερ | ||
ἐπὶ βραχὺ ἤγαγον μνήμης , οὐδὲν ὄντα ἐλάττονος θαύματος . Μινύου δὲ ἦν Ὀρχομενός , καὶ ἐπὶ τούτου βασιλεύοντος ἥ |
εἰσι καὶ εὐέκκριτοι : αἱ δὲ παχεῖαι , αἱ καὶ βασιλικαὶ καὶ πελώριαι λεγόμεναι , τρόφιμοι , δυσέκκριτοι , εὔχυλοι | ||
μέσῳ , ὅτι περὶ αὐτὴν ἡ πόλις ἵδρυται , ὥσπερ βασιλικαὶ περὶ ἱερὸν περιβολαί . ἂν δ ' ὑψηλὴ μέν |
τῆς κεφαλῆς , τὸ δὲ μνημονευτικὸν ἐν τῷ ἐγκεφάλῳ . πυρρίχη ἦν εἶδος ὀρχήσεως , ἥτις ἐτελεῖτο ἐπὶ τιμῇ τῆς | ||
: Ἔνοπλον καὶ πολεμικόν τι . ἐνόπλιος γὰρ ὄρχησις ἡ πυρρίχη . ἐσθεῖ : Εἰστρέχει . . εἰς τὸν ἀέρα |
: ῥίζα σπιθαμιαία , βακτηρίας ἔχουσα πάχος , στρυφνή . Μήκων ῥοιάς : ὠνόμασται δὲ διὰ τὸ ταχέως τὸ ἄνθος | ||
πρὸς τὸ μὴ ἅψασθαι ὑπὸ τῶν ἱματίων τὸν ὀπόν . Μήκων κερατῖτις , ἣν ἔνιοι παράλιον καλοῦσιν , οἱ δ |
τῆς τε λευκῆς τοῖς φύλλοις καὶ τῆς μελαίνης ἡ ῥίζα στρυφνὴ τυγχάνει τὰ δὲ φύλλα διαφορεῖ . οὕτω δὲ καὶ | ||
ἔστι δὲ κἀν τοῖς βλαστοῖς αὐτοῦ κἀν τοῖς φύλλοις ἡ στρυφνὴ ποιότης οὐκ ὀλίγη . Μηδίου ἡ μὲν ῥίζα αὐστηρά |
πόλις . καὶ κώμη . . . Μεδιολάνιον , πόλις Ἀκυτανίας . οἱ οἰκοῦντες Μεδιολάνιοι . Μεδίων , πόλις πρὸς | ||
τὴν μεγίστην γραμμὴν σταδίους ͵αυηʹ . Τὸ δὲ πλάτος τῆς Ἀκυτανίας ἄρχεται μὲν ἀπὸ τοῦ πρὸς τῇ Πυρήνῃ πέρατος , |
νεʹ δʹʹ λεʹ ιβʹʹ Ἐρυθραῖον ἄκρον νεʹ γʹʹ λεʹ ιβʹʹ Ἄμπελος ἄκρα νεʹ ∠ ʹʹ λεʹ Ϛʹʹ Ἰτανὸς πόλις νεʹ | ||
οἱ ἀσπάραγοι ἑφθοὶ ἐσθίονται , οὔρησιν καὶ κοιλίαν κινοῦντες . Ἄμπελος μέλαινα , ἣν ἰδίως βρυωνίαν καλοῦσί τινες , οἱ |
δι ' αὐτῆς ἡμᾶς τὰς δόσεις καὶ ἀποδόσεις ποιεῖσθαι . Τετάρτη ἡ αἰτιατική : οὕτω δὲ καλεῖται διὰ τὸ σημαίνειν | ||
. Μεγίστη Σαρδώ . Δευτέρα Σικελία . Τρίτη Κρήτη . Τετάρτη Κύπρος . Πέμπτη Εὔβοια . Ἕκτη Κύρνος . Ἑβδόμη |
πρόσφατος καὶ λευκὴ ἄγαν καὶ ἄρριζος στύφουσά τε εὐτόνως καὶ ἄλιθος , ἔτι δ ' οὐ πεπιεσμένη βωληδὸν ἢ σχιδακηδόν | ||
Μίλτος Σινωπικὴ κρατίστη ἡ πυκνὴ καὶ βαρεῖα , ἡπατίζουσα , ἄλιθος , ὁμόχρους , πολύχυτος ἐν τῇ ἀνέσει . συλλέγεται |