Ἑλλήνων , διότι πάντες εἰς αὐτοὺς ἀποβλέψουσιν , εἰ τοῦτο ποιήσειαν , πρὸς δὲ τὸν παρὰ τοῦ βασιλέως φόβον τὸ
τῷ ὄρει ἐκείνῳ , καὶ ἐτίτρωσκεν αὐτούς , ὡς ἂν ποιήσειαν αἱ μέλισσαι , καὶ ἐδίωξεν αὐτοὺς ἀπὸ Σηεὶρ ἕως
6704740 ἠσθιες
ταῦτα ἐμειδίασε καὶ πρὸς αὐτὴν ἐλάλει : Εἴθε τοὺς νεκροὺς ἤσθιες καὶ μὴ ζῶντας . Ὁ μῦθος οὗτος ἐλέγχει τοὺς
: μὴ ἐμνήσθης , πάτερ , τοῦ παραδείσου ἐξ ὧν ἤσθιες , καὶ ἐλυπήθης ἐπιθυμῆσαι αὐτῶν ; ἐὰν οὕτως ἐστίν
6596236 θανωσι
] δε ? ? ! ! ! [ ] [ θάνωσι ] ! μηε [ ! ] γινώσκωσι [ ]
γόνος , οὐδ ' οὑμπολητὸς Σισύφου Λαερτίῳ , οὐ μὴ θάνωσι : τούσδε γὰρ μὴ ζῆν ἔδει . Οὐ δῆτ
6492309 ἀκουσειαν
' αὐτῶν σοφόν , ὃ οὐκ ἂν παρ ' ἑτέρου ἀκούσειαν , πυνθανόμενοι καὶ περὶ Σωκράτους , ὅτι σοφός τε
ἀθρόοι . εὖ γὰρ ἴσθι , ὡς εἰ τοῦτ ' ἀκούσειαν οὐδὲν ἔτι ἐνδοιάσαντες ἐκβαλοῦσιν ὑμᾶς ἐκ τῆς πόλεως καὶ
6484267 ἐροιμην
φασίν , εὔνων ποιοῦσιν ἀνθρώπων . ἡδέως δ ' ἂν ἐροίμην αὐτούς τί δὴ τἄλλ ' ἐπαινοῦντες Λακεδαιμονίους , ὃ
ἔφη , ὦ Κῦρε , ἀχθεσθείης μοι , εἴ σε ἐροίμην ὃ βούλομαί σου πυθέσθαι ; Ἀλλὰ ναὶ μὰ τοὺς
6483961 κοπιωσιν
μεγαλοδομήτων . Ἁλιεύς : ἁλιευτικός . ἐγκονέουσι : σπουδάζουσι , κοπιῶσιν . Ἄφρακτον : ἄοπλον , ἀφύλακτον . μετά :
ἀτρεμίζουσιν , ἀλλὰ σείονται , καὶ σειόμεναι μοχθέουσι , καὶ κοπιῶσιν , ὥστε σειόμεναι ὥσπερ ἐν τῇσιν ὁδοιπορίῃσιν : καὶ
6439040 ἐχοιτε
αὐτοὶ πιεζόμενοι ταῖς εἰσφοραῖς συγγνώμην τοῖς κλέπτουσι καὶ τοῖς δωροδοκοῦσιν ἔχοιτε , ἐν δὲ τῷ τέως χρόνῳ , καὶ τῶν
πεπραγμένων ἕνεκα , ὧν ὁμοίως ἐμοὶ πάντες ἂν αὐτῷ δικαίως ἔχοιτε χάριν , εἰ τὰ προσήκοντα βούλοισθε ποιεῖν . ἐκεῖνος
6413821 αἰσχυνοιτο
δὲ αἰσθανομένη ἡ πόλις φιλοσοφίας ὅτι ἀτιμάζοι τὴν συνουσίαν καὶ αἰσχύνοιτο ὡς ἐπίψογον , συνελθοῦσα , ὅ τε δῆμος καὶ
οὗτος τὴν φρόνησιν . ἐρωτᾷ δὲ Σωκράτης Ἀπολλόδωρον εἰ οὐκ αἰσχύνοιτο σοφιστὴν ἐθέλων παρέχειν ἑαυτὸν εἰς τοὺς Ἕλληνας . καὶ
6359842 λυρη
τουτέων , κοίη ἐκείνου ἀοιδή , κοίη δὲ καὶ ἡ λύρη , κοῖος δὲ καὶ ταῦρος ἢ ὁκοῖος λέων Ὀρφέος
τὴν λύρην ἅπασαν : κἀγὼ μὲν ἦιδον ἄθλους Ἡρακλέους , λύρη δέ ἔρωτας ἀντεφώνει . χαίροιτε λοιπὸν ἡμῖν , ἥρωες
6336358 θεασαιτο
τὸ ἔμπροσθεν ἠρέμα , καθάπερ ἄν τις ἀρτιφαοῦς σελήνης κέρας θεάσαιτο , χῶρον ἱκανὸν ἐν κύκλῳ διαλαμβάνουσι . Τρεῖς δὲ
ἐντεῦθεν μηδενὸς κωλύοντος εἰς τὸ ἰδεῖν , ἆρ ' ἂν θεάσαιτο ὅ τι μὴ συμπαθὲς πρὸς ἐκεῖνο , εἰ τὸ
6311096 προσοισει
, ὁ τεχνικός τε καὶ ἀγαθός , καὶ τοὺς λόγους προσοίσει ταῖς ψυχαῖς οὓς ἂν λέγῃ , καὶ τὰς πράξεις
τοῦτο εἰς διαβολὴν εἴληφε : τὴν γὰρ ἀπουσίαν τὴν ἡμετέραν προσοίσει τοῖς Ὀλυνθίοις . οὐκοῦν εἰ βούλεσθε μὴ δοῦναι καιρὸν
6249602 ὑψιμεδοντος
τὸ μὲν πρότερον τῶν ἐπιγραμμάτων ἐστὶν ἐν πολυθαήτῳ τεμένει Διὸς ὑψιμέδοντος ἕστηκ ' ἀνθέντων δημοσίᾳ Σαμίων : τοῦτο μὲν δὴ
[ κλυτοφόρμιγγες ] ? Διὸς ? [ - ] [ ὑψιμέδοντος ] παρθένοι ? [ - ] [ ] ?
6248302 ποιοιην
βούλει τῶν σοφιστῶν . . . καὶ γὰρ ἂν δεινὰ ποιοίην , ὦ Εὔδικε , εἰ Ὀλυμπίαζε μὲν εἰς τὴν
ποιοίην , εἰ μὴ πειθοίμην σοὶ τῷ ἐπιτρόπῳ καὶ μὴ ποιοίην ἃ κελεύεις . Ἀλλὰ μήν , ἔφη , κελεύω
6247514 ὠμοσας
τοῦτο μὴ διδάξεις μηδένα . ἰδού . τί ἐστιν ; ὤμοσας νυνὶ Δία . ἔγωγ ' . ὁρᾷς οὖν ὡς
ἵλεως μὲν ὁ Ἀκινάκης καὶ ὁ Ἄνεμος εἶεν , οὓς ὤμοσας : εἰ δ ' οὖν τις ἀπιστοίη αὐτοῖς ,
6245766 ἀγοις
ἄνδρ ' ἀπαναίνεται ἀφνεὸν ὄντα . μηδὲ γάμωι γάμον ἄλλον ἄγοις ἔπι , πήματι πῆμα . μηδ ' ἀμφὶ κτεάνων
! ! ! ! ! ! Πύρρον ] ? ? ἄγοις Πριάμου τεκέων ὀλετῆρα [ ] πτολιπόρθιος [ ] :
6223928 ἀκουσαιμι
, ὡς ἔλθοιμι παρὰ τοὺς φιλοσόφους , ὡς τἀναντία λεγόντων ἀκούσαιμι , ὡς ἀπαγορεύσαιμι διασπώμενος ὑπὸ τῶν λόγων , εἶτα
: πάνυ γὰρ ἂν ἡδέως τὰ ἐπίλοιπα περὶ τῶν ὀνομάτων ἀκούσαιμι . Ἀλλὰ χρὴ οὕτω ποιεῖν . πόθεν οὖν βούλει
6217465 ἀκουσηι
εἰσὶν ἰαμβικοὶ τρίμετροι ἀκατάληκτοι λαʹ , ὧν τελευταῖος : ὕμνον ἀκούσηι τόνδε δέσμιον σέθεν . μὴ οὐ ] συνίζησις .
τι πάσχειν . πρὸς ἀγορὰν δ ' οὕτως ἅμα προάγων ἀκούσηι καὶ τὰ λοίφ ' , ὧν μοι γενοῦ σύμβουλος
6215973 περιλαβοι
τὸ πεδίον , ὃ ἔμελλεν θεριεῖν , ἱππεῦσι καὶ ὁπλίταις περιλάβοι : καὶ τότε κυκλῶν αὐτὸς ἑτέραις ἴλαις ἱππέων αἰεὶ
καλάμου πλῆθος , οὗ τὸ πάχος οὐκ ἂν ῥαιδίως ἄνθρωπος περιλάβοι : λέγεται δὲ καὶ τὰς ἐκ τούτων κατασκευαζομένας ναῦς
6214972 πεισαις
νιν ἁβˈρὰ Κρηθεῒς Ἱππολύτα δόλῳ πεδᾶσαι ἤθελε ξυνᾶνα Μαγˈνήτων σκοπόν πείσαις ' ἀκοίταν ποικίλοις βουλεύμασιν , ψεύσταν δὲ ποιητὸν συνέπαξε
πρόσωπον . οὐκοῦν , φησίν , Γ οὐδὲ Γ ἡμᾶς πείσαις ἄν ποτε μεταδοῦναί σοι τινὸς οὐδ ' ἠπίους σοι
6208922 σωσειεν
, ἂν μὴ γῆς λάβηται φερόμενος , οὔποτ ' ἂν σώσειεν αὑτόν , οὔτ ' ἀνὴρ πένης γεγὼς μὴ οὐ
, μῦθος ἐσώθη καὶ οὐκ ἀπώλετο , καὶ ἡμᾶς ἂν σώσειεν , ἂν πειθώμεθα αὐτῷ , καὶ τὸν τῆς Λήθης
6192856 Ταλαος
Ἀντιφάτης , οὗ Ὀϊκλῆς , οὗ Ἀμφιάραος : Βίαντος δὲ Ταλαὸς , οὗ Ἄδραστος : Προίτου δὲ Μεγαπένθης , οὗ
Αἰόλου Κρηθεὺς , οὗ Ἀμυθάων , οὗ Βίας , οὗ Ταλαὸς , οὗ Ἄδραστος : μέχρι ταύτης τῆς ἡμέρας ,
6180746 αἰσχυνοιμην
φιλοτίμως συμβέβηκεν αὐτοῖς , ἐξ ὧν εἰκότως ἦσαν σπουδαῖοι , αἰσχυνοίμην ἂν εἴ τι τούτων φανείην παραλιπών . ἄρξομαι δ
προεμένωι καὶ ποιῆσαι λέγειν ἐπαίνους ὑπὲρ ἡμῶν . ἀλλ ' αἰσχυνοίμην ἄν , εἰ τὴν πρὸς ὑμᾶς εὔνοιαν παρὰ τούτων
6168404 ἑπταστομον
τίμια : ἀντὶ τοῦ ἐν τοσούτῳ : ἀνταποκρίθητί μοι : ἑπτάστομον πύργωμα : ἑπτάπυλος ἡ Θήβη κατεσκεύαστο ὅτι πρὸς τὴν
μὲν ἡλίους δοκῶ , δισσὰς δὲ Θήβας καὶ πόλισμ ' ἑπτάστομον : καὶ ταῦρος ἡμῖν πρόσθεν ἡγεῖσθαι δοκεῖς καὶ σῶι
6144013 σεμνοπροσωπεις
, ἐπὶ τῇ ἰσχύϊ ἡμῶν , ἔμπροσθεν ἡμῶν . . σεμνοπροσωπεῖς ] σεμνὸν καὶ ἔντιμον φαίνη ἔχων τὸ πρόσωπον ,
τὠφθαλμὼ παραβάλλεις κἀνυπόδητος κακὰ πόλλ ' ἀνέχει κἀφ ' ἡμῖν σεμνοπροσωπεῖς . ὦ Γῆ , τοῦ φθέγματος , ὡς ἱερὸν
6143611 εὐμενεουσα
Αἰήτεω θέλξαι πόθῳ Αἰσονίδαο . εἰ γάρ οἱ κείνη συμφράσσεται εὐμενέουσα , ῥηιδίως μιν ἑλόντα δέρος χρύσειον ὀίω νοστήσειν ἐς
' ὡς Ἶρις ἐρύκακε τάσδε δαΐξαι , ὅρκιά τ ' εὐμενέουσα θεὰ πόρεν , αἱ δ ' ὑπέδυσαν δείματι Δικταίης
6130891 ἐποιεις
. νῦν δ ' ἐκεῖνός τε ἔκλαε καὶ σὺ ταὐτὸν ἐποίεις μετὰ τοιοῦτον λόγον , ὃς ἐξέπληξε μὲν τὴν Παλαιστίνην
οὐκ ἐπιτρέψεις , ἤν τις ἐπάγῃ χεῖρας . ταῦτα δὲ ἐποίεις σὺ τῷ γράφοντι χαριζόμενος . δεήσει μὲν οὖν σε
6127285 ἐπερχομεναι
θεάων : ἦλθον δ ' ἀμφίπολοι λευκώλενοι ἐκ μεγάροιο φθόγγῳ ἐπερχόμεναι : τὴν δὲ γλυκὺς ὕπνος ἀνῆκε , καί ῥ
ἀλλὰ τῇ Παρθένῳ . . . ; Οὐδ ' ἂν ἐπερχόμεναι Χηλαὶ καὶ λεπτὰ φάουσαι ἄφραστοι παρίοιεν , ἐπεὶ μέγα
6123693 ἐπαινῃ
ἐπαίνων ὀνομαστοί . ὅταν δὲ ὡς βασιλέα θαυμάζῃ τινὰ καὶ ἐπαινῇ καὶ τάττῃ τὸ ὄνομα αὐτοῦ ἐν τῇ ποιήσει ,
τοὺς τόπους ἐκείνους καὶ κατανέμεται . ὅταν οὖν ὁ Ἱπποκράτης ἐπαινῇ τὴν ἐπὶ τὰ ἐντὸς ῥῆξιν , ἀρίστην αὐτὴν ὑποτιθέμενος
6117752 ἀμφιχυθεισα
δινεύει σκολιὸν δέμας , αἶψα δὲ νῶτα καράβου ὀξυβελῆ περιβάλλεται ἀμφιχυθεῖσα , ἐν δ ' ἐπάγη σκώλοισι καὶ ὀξείῃσιν ἀκωκαῖς
, ἢ τὰ ὀξέως βάλλοντα . περιβάλλεται : περιπλέκεται . ἀμφιχυθεῖσα : περιπλακεῖσα . Σκώλοισι : τοῖς ἀπεξυσμένοις ξύλοις ,
6117675 ἐπιτηδευοι
τὰ μείζω δοκοῦντα καὶ τὰ σμικρότερα : καὶ εἴτε ἱππικῆς ἐπιτηδεύοι ἀγωνίαν εἴτε μουσικῆς εἴτε γεωργίας ἐπιμελοῖτο εἴτε στρατηγεῖν ἐθέλοι
ἡμετέρων τέκνων ἀνερωτῶν καὶ χαίρων , εἴ τι τῶν καλῶν ἐπιτηδεύοι ; πολλοὶ μάρτυρες ἥξουσιν , ὦ ἄνδρες Ἀντιοχεῖς ,
6091779 δεξαιτ
οὐδ ' ἀσθενέστερον . τὴν αὐτὴν δὲ ταύτην οἶμαι εἰκόνα δέξαιτ ' ἂν ψυχὴ πρὸς σῶμα , καί τις λέγων
- πίασιν καὶ ἁπάντων ἀγώνων πολεμικῶν τε καὶ εἰρηνικῶν νικᾶν δέξαιτ ' ἂν δόξῃ ὑπηρεσίας τῶν οἴκοι νόμων , ὡς
6087525 αἰσχυνοιτ
ἂν σκυθρωπότερος αὑτοῦ γίγνεσθαι καὶ ἀναχωροίη . τῆς δὲ μεσημβρίας αἰσχύνοιτ ' ἂν ὀφθῆναι ἀνθρώπων τινὶ καὶ ἔνδον μένοι ἂν
θεάτρῳ γε καὶ παντοίοις ἀνθρώποις ᾄδειν ἑστὼς ὀρθὸς ἔτι μᾶλλον αἰσχύνοιτ ' ἄν : καὶ ταῦτά γ ' εἰ καθάπερ
6076594 χαιροι
γοῦν αὐτὸν ἑνὸς τῶν ἑταίρων , τί μαθὼν παιδοτροφίᾳ οὐ χαίροι , „ ὅτι „ ἔφη ” οὐδ ' ἐμαυτῷ
τῶν ἐν τοῖς τείχεσι πύργων σχεδὸν μείζω , δῆλον ὅτι χαίροι ἂν ὡς αὐτὸς ἐξαπίνης γεγονὼς τοῖς Ἀλῳάδαις ἴσος καὶ
6075079 ἀνασχοιτο
εἴποι ἂν οὔτε ποιήσειεν ὁ χαρίεις : ἔνια δὲ οὐδὲ ἀνάσχοιτο ἂν ἀκοῦσαι . ὁ δ ' ἄγριος εἰς τὰς
, οὗ τὰ πτερὰ εὐθαλῆ τῆς ψυχῆς , σχολῇ ἂν ἀνάσχοιτο βλέπειν εἰς παττάλους τε καὶ ἱμάντας . οἴεσθε γάρ
6073918 ἰδηι
τέρψας : πτωχεύει δὲ φίλους πάντας , ὅπου τιν ' ἴδηι . οὕτω , Δημόκλεις , κατὰ χρήματ ' ἄριστον
αὖός εἰμι τῶι δέει . οὕτως ἔχων γὰρ αὐτὸν ἂν ἴδηι μέ που τὸν διαβαλόντα , τυχὸν ἀποκτείνειεν ἄν .
6047911 συμφεροι
εἰ καλῶς σφίσιν ἔχοι : ἤγουν σὺν τούτῳ , εἰ συμφέροι αὐτοῖς ἡ ἐκεχειρία . ἀνοκωχῆς : ἤγουν διακοπῆς .
γέγονεν αὐτόματον , καὶ ταῦθ ' ὡς ἂν ὑμῖν μάλιστα συμφέροι . εἰ μὲν γὰρ ὑφ ' ὑμῶν πεισθέντες ἀνείλοντο
6045290 κατερυκει
τε καὶ οὐρανὸν ἀμφὶς ἔχουσι . τοῦ θυγάτηρ δύστηνον ὀδυρόμενον κατερύκει , αἰεὶ δὲ μαλακοῖσι καὶ αἱμυλίοισι λόγοισι θέλγει ,
' ἀνελέσθαι ἀνώγει εἱανοῦ ἁπτομένη , καί τ ' ἐσσυμένην κατερύκει , δακρυόεσσα δέ μιν ποτιδέρκεται , ὄφρ ' ἀνέληται
6045191 τιματε
: ὥστε τοῖς ἄλλοις εἶναι φανερὸν ἐκ τούτων ὅτι οὐ τιμᾶτε αὐτούς . εἰ δὲ τῶν πολλῶν καὶ τῶν μηδένα
καὶ τῆς ἀρετῆς ὄντας ἀσκητάς . τὸν δὲ ἀποιχόμενον μνήμῃ τιμᾶτε , μὴ δάκρυσιν : οὐ γὰρ πρέποι ἂν ἥδε
6032368 ὀδυρηται
, καὶ ὑμᾶς οὕτω νῦν , ὅταν ἐξαπατῶν καὶ φενακίζων ὀδύρηται καὶ κλάῃ καὶ δέηται , ταῦθ ' ὑποβάλλειν αὐτῷ
γινόμενοι κινοῦσιν ἔλεον , ἵνα τῶν μέν τις τὴν ὀρφανίαν ὀδύρηται καὶ τὰς ταύτῃ παρακολουθούσας συμφορὰς καὶ τὸ ἀναίσθητον αὐτῶν
6030250 ἐπιτυχοι
ἄλλην κτῆσιν τῆς πόλεως ἄγειν καὶ φέρειν , εἴ τις ἐπιτύχοι , τήν τ ' ἐντὸς τείχους καὶ τὴν ἐπὶ
οὔτε ἐξ ὧν ἐρωτηθείη ἄν τις οὔτε ἐξ ὧν λύων ἐπιτύχοι , τουτέστιν οὔτε τὸ ἐρωτῆσαι , ἐὰν χρήσαιτό τις
6028556 προσβλεπων
, ἐν τοῖς πολίταις ὑπεροπτικός εἰμι καὶ ὑπέρογκος , οὐ προσβλέπων τοὺς πολίτας ὄμματι λαμπρῷ καὶ ὑπερηφάνῳ , ἀλλὰ προσμειδιῶντι
' ὦ Χάρων , ἦ που σφόδρα θυμοῖ ; καρυκκοποιοὺς προσβλέπων βδελύσσομαι . τοὺς Δελφούς * * τίς ὑποκεκρυμμένος μένει
6024272 κρατησειεν
Ἀρκάδες , ἐνόμισεν ἑλεῖν ἂν τοῦτον , καὶ εἰ τούτου κρατήσειεν , οὐκ ἂν δύνασθαι μένειν τοὺς ὑπὸ τούτῳ πολιορκοῦντας
ἐν τῷ μέρει καὶ πληττομένων , ἄχρις ἂν ἕτερος θατέρου κρατήσειεν . Ὁ μέντοι τὴν ἧτταν ὑποστὰς αἰδοῖ ληφθεὶς ἐπὶ
6020968 ποιοιμεν
κόσμος ἐνταῦθα ἐκπρεπής . διόπερ δεῖ μάλιστα , καλὸν ὅτε ποιοῖμεν λόγον , μέτρου πλησίον εἶναι τὸν ῥυθμόν , μὴ
μαθηματικὴν ἐπιστήμην εὕρατο ἀγαθά : διόπερ οὐκ ἂν ἄπο τρόπου ποιοῖμεν πολλὰ καὶ τῶν παρ ' Αἰγυπτίοις συμπαραλαμβάνοντες . ἐπεὶ
6018628 βαρυγδουποιο
ὑπείρεχεν οἵ οἱ ἕποντο . Ἐλθόντες δ ' ἐπὶ θῖνα βαρυγδούποιο θαλάσσης εὗρον ἔπειτ ' ἐλατῆρας ἐυξόου ἔνδοθι νηὸς ἱστία
: ἅλις νύ τοι ἁλμυρὸν ὕδωρ ὀδμή τ ' ἰχθυόεσσα βαρυγδούποιο θαλάσσης . δεῦρο τεοὺς ἱδρῶτας ἐμοῖς ἐνικάτθεο κόλποις .
6018205 ψιττακος
ἐμπίδες , τὰ δὲ ἄλλα ἔχουσιν , οἷον κύων , ψιττακός , μύρμηξ , χελιδὼν καὶ ὅσα ἄλλα τοιαῦτα .
: προνοοῦνται γὰρ τοῦ ἑαυτῶν βίου . Οἷον κύων , ψιττακός , ἵππος , ὄνος καὶ ὅσα ἄλλα τοιαῦτα .
6017517 φαουσαι
λέγει περὶ αὐτῶν : ' ἂν ἐπερχόμεναι Χηλαὶ καὶ λεπτὰ φάουσαι ἄφραστοι παρίοιεν . ἐπιφέρει γοῦν εὐθέως : μέγα σῆμα
. . ; Οὐδ ' ἂν ἐπερχόμεναι Χηλαὶ καὶ λεπτὰ φάουσαι ἄφραστοι παρίοιεν , ἐπεὶ μέγα σῆμα Βοώτης ἀθρόος ἀντέλλει
6012952 κατεμαρτυρουν
πάντ ' εἰδότων μᾶλλον ἢ Μιλύας : τῶν μαρτύρων οἳ κατεμαρτύρουν χρήματ ' ἔχειν αὐτόν , οὐδενὶ τῶν ψευδομαρτυρίων ἐπεσκημμένον
διδάξω . τῶν μαρτυριῶν ὅσαι μὲν αὐτοῦ χρήματ ' ἔχειν κατεμαρτύρουν , ᾔδει σαφῶς ὅτι τοσούτῳ μᾶλλον ἐξελεγχθήσεται ταῦτ '
6007909 φυγοι
, οἳ τούτων ἀμφοτέρων ταμίαι . Οὔτις ἄποινα διδοὺς θάνατον φύγοι οὐδὲ βαρεῖαν δυστυχίην , εἰ μὴ μοῖρ ' ἐπὶ
ἐδητύος ἠδὲ ποτῆτος , ὁρμαίνους ' , ἤ οἱ θάνατον φύγοι υἱὸς ἀμύμων , ἦ ὅ γ ' ὑπὸ μνηστῆρσιν
5986493 σιγωμεν
δοξάσαι τυραννικῶι σκήπτρωι ] [ ] , Λύκος πάρεστι : σιγῶμεν , φίλοι . ποὔστ ' Ἀντιόπηαι ! ! !
τυραννικῶι [ σκήπτρωι ] [ ] , Λύκος πάρεστι : σιγῶμεν φίλοι . [ ] ποὔστ ' Ἀντιόπη [ ]
5983493 πασχοις
ὡς ἐγχειρῶσιν . οὕτω γὰρ αὐτὸς μὲν ἂν ἥκιστα κακῶς πάσχοις , τοὺς δὲ πολεμίους μάλιστ ' ἂν ἁμαρτάνοντας λαμβάνοις
ὡς ἐγώ : καὶ ῥαιδίως οἰκοῖμεν ἄν σε κοὐδὲν ἂν πάσχοις κακόν . φιλῶ τέκν ' , ἀλλὰ πατρίδ '
5979382 καταβεβηκεν
τῶν αὐχένων ὅρμοι καθεῖνται , καὶ ἄχρι τῶν ποδῶν ἐσχάτων καταβέβηκεν ὁ ἄθλιος χρυσὸς ἅπαν , εἴ τι τοῦ σφυροῦ
τὸ δὲ ὄνομα τῶν Θηβῶν ἐς ἀκρόπολιν μόνην καὶ οἰκήτορας καταβέβηκεν οὐ πολλούς . τὰ δὲ ὑπερηρκότα πλούτῳ τὸ ἀρχαῖον
5978452 τἀναγκαι
ὤν ; ἂν μὲν πλέωμεν ἡμερῶν πλοῦν τεττάρων , σκεπτόμεθα τἀναγκαῖ ' ἑκάστης ἡμέρας : ἂν δέῃ δὲ φείσασθαί τι
πιθέσθαι τοῖσι τολμῶσιν λέγειν : μόλις γὰρ ἄν τις αὐτὰ τἀναγκαῖ ' ὁρᾶν δύναιτ ' ἂν ἑστὼς πολεμίοις ἐναντίος .
5970099 πιωμεν
ὅδ ' αὖτ ' ἐκείνου φθόγγος ἐξωλέστερος . κλίθητι καὶ πίωμεν : οὐ καὶ σιτία πάρεστιν ; ὦ δύστηνε ,
τρία θρέμματα καὶ σφάξατε ταχέως καὶ ὑπηρετήσατε ἵνα φάγωμεν καὶ πίωμεν : ὅτι εὐφρασία ἐστὶν ὡς ἡ ἡμέρα αὕτη .
5968664 ἐκυλιε
ἐς οὐδὲν ἐχρῆτο διαζωσάμενος τὸ τριβώνιον σπουδῇ μάλα καὶ αὐτὸς ἐκύλιε τὸν πίθον , ἐν ᾧ ἐτύγχανεν οἰκῶν , ἄνω
. ἔφλα ] ἔπληττε . κἀσπόδει ] ἐν τῇ γῇ ἐκύλιε . κἀπέτριβεν ] ⌈ συνέτριβεν , ἠφάνιζεν . ⸎
5958673 μηλοισιν
' ἄν , ὥστε τοῖς αἰδοίοισι δρόσος καὶ χνοῦς ὥσπερ μήλοισιν ἐπήνθει . οὐδ ' ἂν μαλακὴν φυρασάμενος τὴν φωνὴν
ποταμοῖο φέρονται ὃν Πόντον καλέουσι , τόθι Θρήικες ἀμορβοί κριοφάγοι μήλοισιν ἀεργηλοῖσιν ἕπονται . ναὶ μὴν καὶ βαρύοδμος ἐπὶ φλογὶ
5942951 ποντια
ψυχὴν ἔχοντα ] ἃς πῶς ποτ ' , ὦ δέσποινα ποντία Κύπρι , βινεῖν δύνανται , τῶν Δρακοντείων νόμων ὁπόταν
οὐ γάρ τις αὐτὸν οὔτε πυρφόρος θεοῦ κεραυνὸς ἐξέπραξεν οὔτε ποντία θύελλα κινηθεῖσα τῷ τότ ' ἐν χρόνῳ , ἀλλ
5937137 ἐτελεσσαν
μ ' ἔφαντο ἄξειν εἰς Ἰθάκην εὐδείελον , οὐδ ' ἐτέλεσσαν . Ζεύς σφεας τείσαιτο ἱκετήσιος , ὅς τε καὶ
ἐπεξεινοῦντο γυναιξίν : ὅσσα τε Κύζικον ἀμφὶ Δολιονίην τ ' ἐτέλεσσαν : Μυσίδα θ ' ὡς ἀφίκοντο Κίον θ '
5935566 γελωσα
γανόωσα : χαίρουσα , καλλωπιζομένη , εὐφραινομένη . καγχαλόωσα : γελῶσα , εὐφραινομένη , εὐφραινομένη λίαν , ὑπερβαλλόντως χαίρουσα ,
φοβῇ τοὺς κύνας ; Ἡ δὲ πρὸς αὐτὸν οὕτως ἔφη γελῶσα : Ὅτι μὲν ἐγὼ ταῦτα πάντα κατέχω εὖ οἶδα
5933905 ἀγραι
ἀγάλληι ; γέγηθα , μεγάλα μεγάλα καὶ φανερὰ τᾶιδ ' ἄγραι κατειργασμένα . δεῖξόν νυν , ὦ τάλαινα , σὴν
ἂν καὶ ἄγρα , καὶ κυνηγέσιον , θῆραί τε καὶ ἄγραι , καὶ κυνηγέσια , καὶ θηρευτὴς καὶ ἀγρευτὴς καὶ
5922006 τεοισιν
ὀρφανὸν ἀνδρῶν χορεύσιος ἦλθον ἔταις ἀμαχανίαν ἀλέξων ? [ ] τεοῖσιν ἐμαῖς τε τιμαῖς ? [ ] : ἤτορι δὲ
ἴδηαι , πῶς ἔρξεις , φίλε τέκνον , ἐπὴν ἐρίφοισι τεοῖσιν , οὕς ποτε θῆρα πέλωρον ὑπεκπροφυγὼν ἱκέτευσας , τοῖσι
5921403 Αἰπειαν
. Ἄνθειαν δὲ οἱ μὲν αὐτὴν τὴν Θουρίαν φασίν , Αἴπειαν δὲ τὴν Μεθώνην , οἱ δὲ τὴν μεταξὺ Ἀσίνην
Φηράς τε ζαθέας ἠδ ' Ἄνθειαν βαθύλειμον καλήν τ ' Αἴπειαν καὶ Πήδασον ἀμπελόεσσαν . πᾶσαι δ ' ἐγγὺς ἁλός
5919501 χαἰ
βοῦς τις ε [ ἤδη ? με πνίγεις καὶ σὺ χαἰ [ βόες σέθεν . [ ! ! ! ]
τοὺς Μητρογαθὴς Ἀρκτεύς τ ' ἀγαθός , βασιλῆς δίοποι , χαἰ πολύχρυσοι Σάρδεις ἐπόχους πολλοῖς ἅρμασιν ἐξορμῶσιν , δίρρυμά τε
5918038 δερκομενα
τᾶν ὀίων ἕπεται σκοπός : ἃ δὲ βαΰσδει εἰς ἅλα δερκομένα , τὰ δέ νιν καλὰ κύματα φαίνει ἅσυχα καχλάζοντος
τυγχάνῃ δεικτική . τὸ ἑξῆς : τὰν κύνα βάλλειεἰς ἅλα δερκομένα , ὥστε τὰ λοιπὰ διὰ μέσου . τᾶν ὀΐων
5917426 Λαερταο
' ἀνὰ γαῖαν ἔμιμνον . Ἐυπτολέμοισι δ ' Ἀχαιοῖς υἱὸς Λαέρταο πύκα φρονέων φάτο μῦθον : Ὦ νύ μοι Ἀργείων
ἕδραι ἀγρομένων : πολλοὶ δ ' ἄρα θηήσαντο ἰδόντες υἱὸν Λαέρταο δαΐφρονα . τῷ δ ' ἄρ ' Ἀθήνη θεσπεσίην
5917216 φοβεισθε
ἀδελφοκτονίαν καὶ φησὶ πρὸς τὰς τοῦ χοροῦ γυναῖκας , μὴ φοβεῖσθε . . πόλις πέφευγεν ] ἐπὶ τῆς προσβολῆς καὶ
πληροῖ μέχρι τοῦ νῦν . . ταρβεῖτε ] ἐκπλήττεσθε καὶ φοβεῖσθε . ὅμιλον ] πληθύν . εὖ τελεῖ θεός ]
5910459 ἐθελγεν
λύραν κοινωνίας , ἐπεὶ πολλάκις καὶ αὐτὴ ἡμᾶς ἡ συναυλία ἔθελγεν , Ἔφιππος ἐν Ἐμπολῇ φησιν : κοινωνεῖ γὰρ ,
τῶν ἡμετέρων τινὰ πολιτῶν . ἔτι δὲ ἐλπὶς ὑπῄει καὶ ἔθελγεν αὐτοὺς ὡς οὐδέποτε ἂν γενομένων . καίτοι καὶ τοῦτο
5910198 ἐλαυνομεν
μολεῖν ; κοὐ μεμφόμεσθά γ ' , ἀλλ ' ἅδην ἐλαύνομεν . οὔκουν κτανόντες τούσδε πάντ ' εἰργάσμεθα ; μή
Ἀτρεΐδῃ Ἀγαμέμνονι , ποιμένι λαῶν : ἡμίσεες δ ' ἀναβάντες ἐλαύνομεν : αἱ δὲ μάλ ' ὦκα ἔπλεον , ἐστόρεσεν
5907673 Πηνελοπειαν
μέν τις καὶ ἔλπετ ' ἐνὶ φρεσὶν ἠδὲ μενοινᾷ γῆμαι Πηνελόπειαν , Ὀδυσσῆος παράκοιτιν : αὐτὰρ ἐπὴν τόξου πειρήσεται ἠδὲ
δέ μοι πῦρ , ὄφρα θεειώσω μέγαρον : σὺ δὲ Πηνελόπειαν ἐλθεῖν ἐνθάδ ' ἄνωχθι σὺν ἀμφιπόλοισι γυναιξί : πάσας
5907527 κλεινων
Πανδίονος , τοῖσδ ' ἐγγὺς ὄντας : ὦν ἕκατι τέρμονας κλεινῶν Ἀθηνῶν τήνδ ' ἀφικόμεσθ ' ὁδόν . δυοῖν γερόντοιν
. Εἰ δὲ Σελήνης ἐν αὐτῷ βροντήσει ἐν ἡμέρᾳ , κλεινῶν ἀνθρώπων ἔκπτωσις καὶ ἐμπρησμοὶ μεγάλοι , ὁ δ '
5901145 διαφυγοις
τοῖς παρ ' ἐκείνου προσθήσομεν . πῶς ἂν οὖν αὐτὸ διαφύγοις ; εἰ κρείττω ποιοῖς τοῦ θυμοῦ τὸν λογισμόν :
δ ' εὖ κείσεσθαι τὸ ἑαυτοῦ ἔφασκεν , εἰ μὴ διαφύγοις αὐτόνκαίτοι μειράκιον ἱκανῶς ἦσθα καὶ οὔπω οὗτοςἀλλ ' ὅμως
5891578 ἐθεραπευες
καὶ εἰπόντος : „ ὦ Διόγενες , εἰ αὐλὰς τυράννων ἐθεράπευες , οὐκ ἂν ταῦτα ἤσθιες „ , ” σὺ
Πολέμων „ βέλτιστε , ” εἶπεν ” εἰ δὲ βοῦν ἐθεράπευες ; „ Τὸ δὲ μεγαλόγνωμον τοῦτο καὶ φρονηματῶδες ἐκ
5887675 φυλασσεσθω
ἀλλ ' ὅτε πάρεισιν αὗται , τότε μάλιστα προσβιάζεσθαι . φυλασσέσθω δὲ ἡ μαῖα τὸ εἰς τοὺς γυναικείους κόλπους τῆς
τά τε κατεχόμενα τῶν μερῶν καὶ πολὺ τῶν παρακειμένων . φυλασσέσθω δ ' ὑγρὰ τὰ ἐπικεχρισμένα , καὶ ἀλλασσέσθω τὰ
5883596 Λακεδαιμονιαν
Κηφέως , καθ ' ὃν χρόνον Κηφεὺς Ἡρακλεῖ συνεστράτευσεν εἰς Λακεδαιμονίαν , ἵνα τούτου ἀποδημοῦντος ἡ πόλις ἀπόρθητος μείνῃ .
περιφέρεται δὲ καὶ χρησμὸς ἐκδοθεὶς Αἰγιεῦσιν ” ἵππον Θεσσαλικόν , Λακεδαιμονίαν δὲ γυναῖκα „ , ἄνδρας θ ' οἳ πίνουσιν
5874509 ἐμολες
κατασχήσει . Ὦ Πέλοπος ἁ πρόσθεν πολύπονος ἱππεία , ὡς ἔμολες αἰανὴς τᾷδε γᾷ . Εὖτε γὰρ ὁ ποντισθεὶς Μυρτίλος
πάλλων δέρας [ ] ἐνθέοις [ σὺν οἴστροις - ] ἔμολες μυχοὺς [ Ἐλευσῖνος ] ἀν ' [ ἀνθεμώδεις ]
5872446 ὑπερθυμος
' εὔξαντο καὶ οὐλοχύτας προβάλοντο , αὐτίκα Νέστορος υἱός , ὑπέρθυμος Θρασυμήδης , ἤλασεν ἄγχι στάς : πέλεκυς δ '
Ἀθάμας καὶ Σίσυφος αἰολομήτης , Σαλμωνεύς τ ' ἄδικος καὶ ὑπέρθυμος Περιήρης . Σαλμωνέως Τυρὼ , Τυροῦς Πελίας . τρίτος
5872236 ἀπαλλαγειη
Ἰσαάκιος μὴ πόρρω τῶν Ῥωμαϊκῶν ὁρίων γενόμενος δυσχερέστερον τῆς αἰχμαλωσίας ἀπαλλαγείη , πρὸς τὰς κύκλῳ διεπέμπετο πόλεις καὶ τὰ κατ
εὐδαιμονοίη καὶ κατὰ πλοῦτον καὶ τιμήν , καὶ τοῦ πιέζοντος ἀπαλλαγείη νοσήματος , ὄντως ἂν ἐνθυμήσειεν ἡμᾶς τὰς αὑτοῦ ἀνδραγαθίας
5870523 ἐπιπλεων
ἐπὶ τούτῳ τῷ σίτῳ δεδανεικέναι ὃν ὁ παρ ' ἡμῶν ἐπιπλέων ἐπρίατο . οἱ δὲ δανεισταὶ τὸ ἐξ ἀρχῆς ἐξηπατημένοι
, ὡς εὐδαίμονα βίον ἐπεβίωσα εὖ ποιῶν τοὺς φίλους καὶ ἐπιπλέων ἐνίοτε μὲν αὐτός , ἐνίοτε δὲ οἰκέτας ἐκπέμπων .
5869073 θηρασας
ἑαυτὸν σοφίᾳ περιέρχεται τὸν θῆρα : τῶν γὰρ ὀρνίθων ὧν θηράσας ἔτυχε προσήγαγε , καὶ προύτεινέν οἱ ξένια ταῦτα καὶ
λυττῶδες τὸ ἐς τὰ ἀφροδίσια κατηγορεῖ ἥδε ἡ ἄγρα . θηράσας ἀνὴρ ἁλιεὺς θῆλυν , καὶ ἐνδήσας καλάμῳ μακρῷ ἢ
5869053 ἐρδουσι
. κείνη θηρὸς ἔφυ παλάμη : κείνῃ τὰ θέλουσι ῥηϊδίως ἔρδουσι . ποδῶν γε μὲν οὐκ ἴσα μέτρα : ὑψόθι
Κρότωνα ἐνθάδε εἰρηνέες . οἱ δὲ Αἰακέος παῖδες ἄλαστα κακὰ ἔρδουσι καὶ Μιλησίους οὐκ ἐπιλείπουσι αἰσυμνῆται . δεινὸς δὲ ἡμῖν
5865478 παριοιεν
. Οὐδ ' ἂν ἐπερχόμεναι Χηλαὶ καὶ λεπτὰ φάουσαι ἄφραστοι παρίοιεν , ἐπεὶ μέγα σῆμα Βοώτης ἀθρόος ἀντέλλει βεβολημένος Ἀρκτούροιο
' ἂν ἐπερχόμεναι Χηλαί , καὶ λεπτὰ φάουσαι , ἄφραστοι παρίοιεν , ἐπεὶ μέγα σῆμα , Βοώτης , ἀθρόος ἀντέλλει
5864614 δρασηις
δῆτ ' ἐμός γ ' ὤν , ὦ τέκνον , δράσηις τάδε . ὁρᾶις ἄβουλος ὡς κεκερτομημένη τοῖς κερτομοῦσι γοργὸν
' , οὐδὲν δεῖ παραμπίσχειν λόγους , μή μοί τι δράσηις παῖδ ' ἀνήκεστον κακόν . συμβάλλεται δὲ πολλὰ τοῦδε
5859471 ὀδυρομενη
γε τοὺς ἐλεεινὰ κατήσθιε τετριγῶτας : μήτηρ δ ' ἀμφεποτᾶτο ὀδυρομένη φίλα τέκνα : τὴν δ ' ἐλελιξάμενος πτέρυγος λάβεν
θάνατον πόροι Ἄρτεμις ἁγνὴ αὐτίκα νῦν , ἵνα μηκέτ ' ὀδυρομένη κατὰ θυμὸν αἰῶνα φθινύθω , πόσιος ποθέουσα φίλοιο παντοίην
5851578 ἀποδεχεσθε
εἰς τάξιν τινὰ κατέταξε ] . Μήτε οὖν ταῦτα αὐτοῦ ἀποδέχεσθε , μήτ ' ἐὰν λέγῃ ὅτι πολλῷ χρόνῳ ὕστερον
αὐτῆς δύναμις ἐπιχωρῇ καὶ ἐξικνῆται . εἰ οὖν καὶ ὑμεῖς ἀποδέχεσθε τῆς γνώμηςἀποδέχεσθε δέ : οὐδὲ γὰρ ἂν ἐπῃνεῖτε ὡς
5850792 ἐκφυγοις
: ⌈ ὅπως ἤγουν πῶς καὶ τίνι τρόπῳ ἀποστρέψαις ἤτοι ἐκφύγοις ἂν δίκην ἀντιδικῶν ἤγουν ⌈ ἀντιλέγων τοῖς δικαίοις [
' αὐτάδελφον αἷμα δρέψασθαι θέλεις ; θεῶν διδόντων οὐκ ἂν ἐκφύγοις κακά . πέφρικα τὰν ὠλεσίοικον θεόν , οὐ θεοῖς
5846142 πινοις
τῶν ἐγγύθεν συνεφέλκεται . εἰ δὲ τὸ ἀφέψημα κεράσας οἴνῳ πίνοις , τοῦτο ἰσχυρότερον . ἁρμόζει δὲ τῷ τε ἐφ
μελικράτῳ πιεῖν : ἄμεινον δ ' εἰ μετ ' οἴνου πίνοις . ἐπὶ δὲ τῇ πόσει βραχὺ ἐλαίου ἐπιρροφῆσαι ,
5842876 ποιησαις
ἐπείπερ οὕτω σοι δοκεῖ , ἐς τὸ λοιπὸν ἂν ἄμεινον ποιήσαις βίον τε κοινὸν ἅπασι βιοῦν ἀξιῶν καὶ συμπολιτεύσῃ τοῖς
ἄγος , τὺ δὲ ἑκὼν τῷ παιδί με ἄπο θυμοῦ ποιήσαις ἀδικεῖς . ἢ ὦν παῦσον τὰν ἀπήνειαν τῶ παιδός
5839993 ἀμοχθος
' αὐτὸ τῆς ὥρας τὸ χειμέριον , ὅτε τοῖς ὀφθαλμοῖς ἄμοχθος ἡ τῶν ἰχνῶν θεωρία πρόκειται , τοῦτο μὲν τῇ
κακῶς πράσσουσιν ἡδὺ καὶ βραχὺν χρόνον λαθέσθαι τῶν παρεστώτων κακῶν ἄμοχθος γὰρ οὐδείς : ὁ δ ' ἥκιστ ' ἔχων
5838457 ἀδυνατῃ
ὠφέλειαν ἐξιώμενος βλάβῃ δικαιοτάτῃ . ἐὰν δὲ ἄπορος ὢν ἐκτίνειν ἀδυνατῇ τό γε ἐπιτίμιον , πιπρασκέσθωθέμις γὰρ ἐλευθερίας στέρεσθαι τὸν
Ὃς δ ' ἂν δρᾶν γε , ὦ Σώκρατες , ἀδυνατῇ τὸ τοιοῦτον , μηδέποτε τοῖς νῦν ζητουμένοις ὀνόμασιν αὐτὸν
5833341 συλλαμβανομενοι
. ἐπίκουροι μὲν γάρ εἰσιν οἱ τοῖς πολεμουμένοις ἐπικουροῦντες καὶ συλλαμβανόμενοι , βοηθοὶ δὲ καὶ σύμμαχοι τῶν πολεμούντων . Ὅμηρος
ἰδεῖν ἢ τοὺς ἐναντίους : κακοὶ γάρ εἰσιν οἱ μὴ συλλαμβανόμενοι ταῖς τέχναις , οἷον ὑδραγωγοῖς ὁ Ἥφαιστος καὶ χαλκεῦσιν
5832625 παθοιμι
' αἰτιωμένην [ ] ? : ὡς ] ἂν εὖ πάθοιμι , μῆτερ , εἴ ] μ ' ἀμείλιχον φέρουσα
ἐλεεινὸν ὑπέστη ἐκ ποταμοῖο σαῶσαι : ἔπειτα δὲ καί τι πάθοιμι . ἄλλος δ ' οὔ τις μοι τόσον αἴτιος
5829078 μελοι
εὐρυπρώκτων σὺν γένει : ἡμῖν δὲ Μουσῶν καὶ βίου σαόφρονος μέλοι φρέαρ τε , τοῦτο γινώσκους ' , ὅτι ἥδ
ἄτερ χρυσῆς Ἀφροδίτης ; τεθναίην , ὅτε μοι μηκέτι ταῦτα μέλοι , κρυπταδίη φιλότης καὶ μείλιχα δῶρα καὶ εὐνή ,
5828851 βραγχιοις
ὕψιστε θεῶν πόντιε χρυσοτρίαινε Πόσειδον γαιάοχε † ἐγκυμονάλμαν † : βραγχίοις δὲ περί σε πλωτοὶ θῆρες χορεύουσι κύκλωι κούφοισι ποδῶν
, κυανῷ δὲ εἴκασται τῷ βαθυτάτῳ , ἀναπνεῖ δὲ οὐ βραγχίοις , ἀλλὰ φυσητῆρι : τοῦτο γὰρ καὶ καλοῦσίν οἱ
5828033 ἠρησαντο
ὀφθεῖσα δὲ θάμβος ἐποίησε καὶ σιωπήν , πάντες δ ' ἠρήσαντο παραὶ λεχέεσσι κλιθῆναι : καὶ εἴγε Μιθριδάτην ἔδει πρῶτον
δ ' ὁμάδησαν ἀνὰ μέγαρα σκιόεντα : πάντες δ ' ἠρήσαντο παραὶ λεχέεσσι κλιθῆναι . τοῖσι δὲ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἤρχετο
5826734 ἐρυκοι
καὶ ἀργαλέον στόμα λαύρης : καί χ ' εἷς πάντας ἐρύκοι ἀνήρ , ὅς τ ' ἄλκιμος εἴη . ἀλλ
, μηδέ ς ' Ἔρις κακόχαρτος ἀπ ' ἔργου θυμὸν ἐρύκοι νείκε ' ὀπιπεύοντ ' ἀγορῆς ἐπακουὸν ἐόντα . ὤρη
5826592 τυχοιμ
μεθύει γὰρ οὐδὲν ἧττον : ὁ δ ' ἕτεροςτί ἄν τύχοιμ ' ὀνομάσας ; βῶλος , ἄροτρον , γηγενής ἅνθρωπος
ὦ πάτερ αἰνόπατερ , τί σοι φάμενος ἢ τί ῥέξας τύχοιμ ' ἂν ἕκαθεν οὐρίσας , ἔνθα ς ' ἔχουσιν
5825173 σιδηριοισι
στῇ , καῦσαι : καίειν δὲ χρὴ τὰ μὲν σαρκώδεα σιδηρίοισι , τὰ δὲ ὀστώδεα καὶ νευρώδεα μύκησι . Πλὴν
ὦτα , ἔστ ' ἂν παύσωνται σφύζουσαι : τοῖσι δὲ σιδηρίοισι σφηνίσκους ποιησάμενος , διακαίειν πλαγίας τὰς φλέβας . Ταῦτα
5823744 ἠπειρωτης
Ἕλλην λέγει , καὶ ὁ βάρβαρος λέγει , καὶ ὁ ἠπειρώτης , καὶ ὁ θαλάττιος , καὶ ὁ σοφὸς καὶ
ἢ ὁ κωφὸς αὐλητὴν ἢ παλλακὴν ὁ εὐνοῦχος ἢ ὁ ἠπειρώτης κώπην ἢ ὁ κυβερνήτης ἄροτρον . ἀλλὰ μὴ ἐπίδειξιν
5821987 Ἑρμιονεως
. τὸ δὲ ” τηλέπορόν τι βόαμα “ Κυδίδου τοῦ Ἑρμιονέως κιθαρῳδοῦ ἀπό τινος τῶν ᾀσμάτων τηλέπορόν τι βόαμα λύρας
τῇ βιβλιοθήκῃ εὑρεῖν Ἀριστοφάνη . τινὲς δέ φασι Κυδίδου τινὸς Ἑρμιονέως τηλέπορόν τι βόαμα λύρας . . . . οὕτως
5821343 ἰδοιμεν
μὲν οὖν οὐκ ἐδόκει προσέχειν : ὅπου δὲ πλεῖστον ὄχλον ἴδοιμεν , ἐκεῖ ἐβαδίζομεν . ὁρῶμεν οὖν πάνυ πολλοὺς ἑστηκότας
τις ἑτέρα ταύτης ἔχῃ τάξιν ἐντιμοτέραν , πολλοῖς ἂν χρωμένην ἴδοιμεν ἐν ταῖς οἰκείαις ἀποδείξεσιν , ἃ διὰ τῶν λεχθέντων
5811696 ποιησειας
παρὰ Θουκυδίδῃ . πλοκαμῖδα : Μένανδρος καὶ οἱ ἄλλοι . ποιήσειας καὶ γράψειας καὶ ποιήσειαν καὶ γράψειαν Ἀττικοὶ μᾶλλον .
φυσήματι τὸ μὲν πῦρ ἀνακαύσειας ἂν καὶ μεῖζον ἐν βραχεῖ ποιήσειας παραθήγων τῷ πνεύματι , καὶ τὸ τοῦ λύχνου φῶς
5811363 διαρραγω
χρησιμωτάτου πολύ . ὁ Ζεὺς ὁ σωτήρ , ἂν ἐγὼ διαρραγῶ , οὐδέν μ ' ὀνήσει . πῖθι θαρρῶν .
χρησιμωτάτου πολύ . ὁ Ζεὺς ὁ σωτήρ , ἂν ἐγὼ διαρραγῶ , οὐδέν μ ' ὀνήσει . πῖθι θαρρῶν .

Back