τριῶν οὕτω πέπονα καὶ εὐώδη γίνονται , μάλιστα δὲ ζεφύρων πνευσάντων , καὶ ἐδώδιμα ὡς διὰ τὸ ἐν αὐτοῖς ἠρέμα
τρόπους τεθαυμάσθαι τὸν ἄνδρα : καὶ γὰρ ἐτησίων ποτὲ σφοδρῶς πνευσάντων , ὡς τοὺς καρποὺς λυμῆναι , κελεύσας ὄνους ἐκδαρῆναι
6037232 κρημνους
ἐπειγόμεναι καὶ τοῦ πυρὸς ἐκκαίοντος αὐτάς , ἀνεπήδων ἐπὶ τοὺς κρημνοὺς ἀφειδῶς καὶ βιαίως , εἶτα κατέπιπτον καὶ αὖθις ἀνεπήδων
δ ' ὑπὸ ταῖς κοιλάσι πέτραις , καὶ παρὰ τοὺς κρημνοὺς ὀρύγματα κατασκευάζοντες καὶ καθόλου πολλοὺς τόπους ὑπονόμους ποιοῦντες ἐν
5758626 μαγγανων
μὲν αὐτοχειρίᾳ , τοῖς δὲ καὶ διὰ μηχανῶν τινων καὶ μαγγάνων . αἱ μὲν οὖν νῆες εἵλκοντο θᾶττον , οἱ
τοὺς πολεμίους : ἐνδήσουσι δὲ κάτωθεν κατὰ νώτου σχοινία διὰ μαγγάνων ἐπιτεινόμενα , ἵνα , ἐὰν σκληρὰ ἡ προσβολὴ γένηται
5712070 ἐβενον
φέρει πολλὸν καὶ ἐλέφαντας ἀμφιλαφέας καὶ δένδρεα παντοῖα ἄγρια καὶ ἔβενον καὶ ἄνδρας μεγίστους καὶ καλλίστους καὶ μακροβιωτάτους . Αὗται
μεσημβρίαι κατοικοῦντας , καὶ καταπολεμήσας ἠνάγκασε τὸ ἔθνος φόρους τελεῖν ἔβενον καὶ χρυσὸν καὶ τῶν ἐλεφάντων τοὺς ὀδόντας . ἔπειτ
5709808 κρυους
πεποίηκεν . Αἵ τε νύκτες ἥκιστα χειμέριοι . Πῶς ἂν κρύους ἐτόλμησεν Ἕκτωρ ταῖς Ἀχαϊκαῖς ἐπινυκτερεῦσαι ναυσίν ; οὐδ '
τοῖς κρυμώδεσι τόποις τὰ πρόβατα τῆς χιόνος ἐπιρρεούσης καὶ τοῦ κρύους ἐνακμάζοντος ἄχολά ἐστι , ὑπαρχο - μένου δὲ τοῦ
5667168 ψυχος
προήκουσαν ἀποστέγειν τὴν ἀκτῖνα καὶ παρέχειν τοῖς πλέουσι πλεῖν κατὰ ψῦχος . πᾶς δὲ ὁ περίοικος λεὼς συνίασιν ἄλλοι ἄλλοις
γὰρ ὡς τὸ πολὺ τὸν ἥλιον , φεύγειν δὲ τὸ ψῦχος : τὴν δὲ ψιλότητα τοῦ σώματος μηδὲν ἐνοχλεῖν .
5635692 ὀμβρους
ὑδρεῖα , χειμῶνος δ ' ἐπιλείπειν : πίπτειν δὲ τοὺς ὄμβρους ἐν τοῖς ἄνω μέρεσι τοῖς προσαρκτίοις καὶ ἐγγὺς τῶν
διὰ τὴν λεπτομέρειαν διακρινόμενον νέφη τε συνιστάνειν ὁμιχλούμενον καὶ καταστάζειν ὄμβρους ὑπὸ πιλήσεως καὶ διατμίζειν τὰ πνεύματα . γράφει γὰρ
5586786 χαλαζης
οὐρανόν , καὶ εἰσῆλθον μέχρις ἤγγισα τείχους οἰκοδομῆς ἐν λίθοις χαλάζης καὶ γλώσσης πυρὸς κύκλῳ αὐτῶν : καὶ ἤρξαντο ἐκφοβεῖν
ἤτοι ὑπὸ κάμπης ἢ ἀκρίδος ἢ μυῶν ἢ κατακλυσμῶν ἢ χαλάζης καὶ τῶν τοιούτων . Ὁ δὲ τοῦ Διὸς ὁμοίως
5502351 νιφετων
ἢ ἀστική , δυσχείμερος δύσθερος , δυσχερὴς χειμῶνος ὑπὸ τῶν νιφετῶν , θέρους ἄσκιος . καὶ ἄλλως δ ' ἐπαινῶν
φησί , τὰ πεδία δὲ καὶ ὄμβρων ὁμοίως ἀπηλλάχθαι καὶ νιφετῶν , ἐπικλύζεσθαι δὲ μόνον κατὰ τὰς ἀναβάσεις τῶν ποταμῶν
5462471 χειμωνας
. . . : ἐκπεσεῖσθαι τὸν καιρὸν τοῦ πλοῦ εἰς χειμῶνας τοῦ ἐμπειροτάτου : τὸν Νικίαν λέγει ἀξιόχρεων : ἀξιόμαχον
τῷ μεγέθει σύμμετρον , τούς τ ' ἐν τῇ θαλάττῃ χειμῶνας ἀναφέρειν ἰσχῦον καὶ ῥᾳδίως ὑπὸ δυοῖν ἀνθρώπων ὑπηρετεῖσθαι δυνάμενον
5432438 ἀσκους
διαβάλλει δὲ τὰς γυναῖκας ὡς ἐν ταῖς μάχαις αὐτῶν τοὺς ἀσκοὺς τῶν οἴνων κατέχουσιν . τῶν βωμῶν , ἀπὸ τοῦ
λόγους τοῖς ἔργοις παρεχομένων . Λεύκων γάρ τις γεωργὸς μέλιτος ἀσκοὺς εἰς φορμὸν ἐμβαλὼν ἐκόμιζεν εἰς Ἀθήνας , κριθὰς τοῖς
5380046 χειμαρρους
πολλὰ δὲ κατέκλυσε καὶ τῶν σωμάτων καὶ τῶν χρηστηρίων ἐπιπεσὼν χειμάρρους νύκτωρ : καὶ τῆς βασιλικῆς δὲ κατασκευῆς ἐξηλείφθη πολλή
δὲ τοῦ πράγματος ἐπιστήμονες τάχιστα διασῴζονται : καὶ μὴν ὥσπερ χειμάρρους ὁ πολὺς ἄκρατος ἐπικλύζων τὴν ψυχὴν τοτὲ μὲν βρίθουσαν
5369761 λιθους
ἄφεσιν λίθου . Τοσοῦτο δὲ μόνον ἐδυνάμεθα πάντες , πέμπειν λίθους ἐξ ἀφανοῦς κατὰ τῶν ὑπερχομένων τὸ τεῖχος , ὡς
καθαίρουσι πάθος ὅμοιον πεπονθέναι . Πῶς ; Γῆν που καὶ λίθους καὶ πόλλ ' ἄττα ἕτερα ἀποκρίνουσι καὶ ἐκεῖνοι πρῶτον
5368344 πλησον
. Αἴσωπε , τὸ βαλανεῖον ὑπόκαυσον . Αἴσωπε , ὕδωρ πλῆσον . Αἴσωπε , τοῖς κτήνεσιν τροφὰς παράβαλε : ὅσα
, παράσχες Αἰγαῖον πόρον τρικυμίαις βρέμοντα καὶ δίναις ἁλός , πλῆσον δὲ νεκρῶν κοῖλον Εὐβοίας μυχόν , ὡς ἂν τὸ
5358623 κατοπτα
τούτων ἔχει τὸ ὄνομα . Ἐς τριακοσίας ὀργυιάς φασιν ἀνθρώποις κάτοπτα εἶναι τὰ ἐν τῇ θαλάττῃ , περαιτέρω γε μὴν
: ἤγουν συμπεσεῖν , συρράξαι . ὑπερεβεβλήκει : ὑπερέδραμε . κάτοπτα : τοῖς ἐκεῖ Πελοποννησίοις κατὰ τὸ μέσον . τῷ
5347592 ἐπιπεσων
Μικυθίων δέ , αὐτοῦ στρατηγός , τοῖς περὶ Δήλιον Ῥωμαίοις ἐπιπεσών τοὺς μὲν αὐτῶν ἔκτεινε , τοὺς δ ' ἐζώγρησεν
πόλει προσέκειτο : πλησιάσας ἐπέκειτο . αἱρεῖ : πορθεῖ . ἐπιπεσών : ἐπιθέμενος . καὶ ἀπροσδοκήτοις : τὸ ἑξῆς ,
5341294 πυκνους
γυναικῶν παρὰ τοὺς ἀνδρῶν ὀδόντας , τούτων δὲ ὅσοι μὲν πυκνοὺς ἔχουσι καὶ συνεχεῖς , μακροβίους εἶναι , τὸ δ
τὸ τῶν ἡμετέρων στρατευμάτων πλῆθος ἐθέλοιμεν , βάδην τε καὶ πυκνοὺς αὐτοὺς ἑστάναι τε καὶ πορεύεσθαι παραγγέλλωμεν : ἡ γὰρ
5313004 ῥυηναι
ἀναζέσαι πολὺ ἐκ τῆς γῆς , ἐπὶ δὲ τούτῳ μαρανθέντι ῥυῆναι τὸ ὕδωρ , ὃ δὴ καὶ ἐς ἡμᾶς ἄνεισι
ἀπὸ ἐλαττόνων . Πρώτῃ καὶ ὀγδοηκοστῇ Ὀλυμπιάδι φασὶ τὴν Αἴτνην ῥυῆναι , ὅτε καὶ Φιλόνομος καὶ Καλλίας οἱ Καταναῖοι τοὺς
5251951 κολπους
τοῦ αἰδοίου : καὶ τὰ πουλύγονα τῶν ζώων πλείους ἔχει κόλπους τῶν ὀλίγα κυεόντων : ὁμοίως δὲ καὶ τὰ πρόβατα
παρὰ τὸν Μέγαν κόλπον Ἀμβάσται , καὶ περὶ τοὺς ἐφεξῆς κόλπους Ἰχθυοφάγοι Σῖναι . Πόλεις δὲ τῶν Σινῶν ὀνομάζονται μεσόγειοι
5246480 χειμωνος
βαθέων φρεάτων γίνεσθαι : κατὰ μὲν γὰρ τὴν ἀκμὴν τοῦ χειμῶνος ἥκιστα τὸ ὕδωρ ἐν αὐτοῖς ὑπάρχειν ψυχρόν , κατὰ
ἔπλει τῷ τῆς τραπέζης ἱστίῳ θέρους πρὸς τὰ ψυχρότερα , χειμῶνος δὲ πρὸς τὰ θερμότερα πλέων : ὥστε πανταχόθεν αὐτοῦ
5243049 χαλαζαν
τοῖς πρὸς βορρᾶν ἐστραμμένοις μέρεσι τῆς Ἰνδικῆς ὡρισμένοις καιροῖς καὶ χάλαζαν ἄπιστον τὸ μέγεθος καὶ τὸ πλῆθος καταράττειν , καὶ
ὀλιγάκις καὶ ὅταν ἧττον ᾖ ψῦχος . εἶναι δὲ τὴν χάλαζαν τοῦ καταφερομένου πῆξιν ἐκ τῶν νεφῶν ὕδατος . ἐκ
5242470 διψει
τρίς , οὐχ ἅπαξ , ὑπ ' ἐχθρῶν ἀποθανεῖν ἢ δίψει παραπολέσθαι : τὴν μὲν γὰρ ἄπονον καὶ ταχεῖαν τοῦ
εἰ μίαν ἡμέραν ὁ χειμὼν ἐπέμεινεν , πάντες ἂν τῷ δίψει διεφθάρησαν . ἐν ἀθυμίᾳ δ ' ὄντων ἁπάντων καὶ
5230150 ἀνεμους
μέλας . . τυφὼς γὰρ ἐκβαίνει : τοὺς δὲ καταιγιδώδεις ἀνέμους τυφὼς καλοῦσι . τούτῳ ἐνόμιζον μέλανα ἄρνα σφάζειν ,
καὶ οἱ ἐτησίαι πνέουσιν ἄνεμοι : τούτους γάρ φησι τοὺς ἀνέμους μάλιστα τὰ νέφη φέρειν πρὸς τὴν Αἰθιοπίαν : ὧν
5186407 ῥευμα
τοῦ ἡλίου τῶι ἔαρι ἀναπηδᾶν τὸ ὕδωρ καὶ ἐπαύξεσθαι τὸ ῥεῦμα . . , : Ξενοφῶν δὲ καὶ Θουκυδίδης ,
δεῦρο ὑπὸ γῆς περισταλεῖεν , ἐκ δὲ ἰχώρων τοιοῦτον ἴσχοι ῥεῦμα ἡ πηγή : διὰ τοῦτο δὲ καὶ τὴν παραλίαν
5185712 πτηνους
τὰ δὲ ὄρνεα οὐ διεῖλεν „ , ὄρνεα καλῶν τοὺς πτηνοὺς καὶ πεφυκότας μετεωροπολεῖν δύο λόγους , ἕνα μὲν ἀρχέτυπον
; “ ὁ δὲ Αἴσωπός φησιν ” ἀλλὰ Λυκοῦργος ἔχει πτηνοὺς ἀνθρώπους . σὺ δὲ θέλεις ἄνθρωπος ὑπάρχων ἰσοθέῳ βασιλεῖ
5175189 ἀθροον
κόλπου καὶ τῇ κροκάλῃ πορευομένους , ὑπεκβάντες τοῦ ἄστεος ἐσβάλλουσιν ἀθρόον ἐς αὐτοὺς εὖ μάλα παρατεταγμένοι , καὶ πολλοὺς μὲν
τὴν τοῦ ὅλου φύσιν ἔχειν , ὃ συλλαβόντες κατὰ τὸ ἀθρόον σῶμα προσαγορεύομεν , οὔτε τὴν τῶν ἀίδιον παρακολουθούντων ,
5166904 Κερατος
καὶ ἀπόγνωσιν . καὶ γὰρ ἀφύλακτον ἔχοντες πρότερον τὸ τοῦ Κέρατος τεῖχος , σταδίους ἐγγύς που τριάκοντα , οὐδὲ οὕτως
ᾕρουν : πᾶσα γὰρ ἡ πρὸς νότον ἄνεμον πλευρὰ τοῦ Κέρατος ἐπηρεφὴς ὕλαις . Καθ ' ὃ δὲ λήγει μὲν
5159358 νηνεμιας
ἀλλὰ παρέχει τινὰ καὶ ταῦτα χρείαν ἀναγκαίαν τοῖς φρονιμωτέροις : νηνεμίας γὰρ καὶ πνεύματα , εὐδίας τε καὶ χειμῶνας ἀπὸ
, στασίμῳ , λείᾳ θαλάττῃ , ἀκύμονι , ἀπράγμονι , νηνεμίας οὔσης , πεσόντος τοῦ πνεύματος , εὐαερίας οὔσης ,
5150069 ψυχους
, βαβαί , βαβαί . βολβοφακῆ δ ' οἷον ἀμβροσίη ψύχους κρυόεντος . ὁ χαρίεις τε Ἀριστοφάνης ἐν Γηρυτάδῃ ἔφη
υυ υυ υυ . Κακόδαιμον , ὀσφραίνει τι ; Τοῦ ψύχους γ ' ἴσως . [ ἐπεὶ τοιοῦτόν γ '
5119734 καταφερεσθαι
θλίβοντος ἢ καὶ ἀθρόως προϊόντος . καὶ παρὰ τὸ μὴ καταφέρεσθαι τὸ αἷμα διὰ τῆς μήτρας εἰς τὸ χόριον ,
! ! ! ! ! ! ] πάλιν ? ? καταφέρεσθαι , [ μὴ ] δυναμένην ? ? ? ?
5117581 πυρα
τῶν ἱππέων τινάς , τούτοις μὲν παρήγγειλεν ἕωϲ ἑωθινῆς φυλακῆς πυρὰ καίειν ἐν τῇ παρεμβολῇ , αὐτὸς δὲ μετὰ τῆς
πού φησι καὶ Ἐ . πολλὰ δ ' ἔνερθε οὔδεος πυρὰ καίεται . . . . . διέκρινε μὲν γὰρ
5106638 αἰωρουμενους
ἀνύσαι σταδίων τεσσαράκοντα μῆκος . τοὺς δ ' ἐν ζευκτοῖς αἰωρουμένους ἀπὸ σταδίων ἀρχομένους τριάκοντα ἢ τεσσαράκοντα προβιβάζειν δεῖ μέχρι
ἀνέῳξαν , ἣ προεσταύρωτο πυκνοτάτοις σταυροῖς , καὶ τοὺς εὐτολμοτάτους αἰωρουμένους ὑπὲρ τὰ σταυρώματα ἐσεδέχοντο . καὶ πλείους γενόμενοι τὰς
5091885 βιαιοτερον
τὸ γὰρ γελοίως ἐφ ' ἑτέρου , καὶ τὸ γελωτοποιικῶς βιαιότερον . ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ φαίη τις ἂν πρᾶγμα ,
δὲ μύθους τούτους πλάττει Ὀρφεὺς καὶ ἀσχημονέστερον καὶ ἀσελγέστερον καὶ βιαιότερον . Δωδώνη πόλις ἐστὶν ἐν τῇ Ἠπείρῳ κειμένη ,
5073846 κρυος
ἀρκτικοῦ κύκλου τριάκοντα καὶ ἓξ τμήματα πάντα ἐστὶν ἀοίκητα διὰ κρύος : στάδιοι δ ' εἰσὶν οὗτοι δισμύριοι καὶ ͵ε
. εἶαρ ἐμοὶ τριπόθητον ὅλῳ λυκάβαντι παρείη , ἁνίκα μήτε κρύος μήθ ' ἅλιος ἄμμε βαρύνει . εἴαρι πάντα κύει
5065969 βορεου
καὶ ἡμέρας μέν τινας ἐπλέομεν εὐκράτῳ ἀέρι χρώμενοι , ἔπειτα βορέου σφοδροῦ πνεύσαντος μέγα κρύος ἐγένετο , καὶ ἀπ '
, μῆκος δὲ ͵ατʹ . Ἀπὸ Πάφου εἰς Ἀλεξάνδρειαν δίαρμα βορέου σταδίων ͵γωʹ . Ῥόδου περίμετρος στάδια ͵ατʹ : Κῶ
5060961 ἱστιοις
αὐτὸς κατέπλει μέχρι μὲν τῶν κλείθρων τοῦ Πειραιέως προέτρεχεν ἁλουργοῖς ἱστίοις : ὡς δ ' ἐντὸς ἦν καὶ τὰς κώπας
ἐμπεφράχθαι μὲν τοῖς σκάφεσι , συγκαλύπτεσθαι δὲ σχεδὸν ἅπαντα τοῖς ἱστίοις . τούτων δὲ καθορμισθεισῶν εὐθὺς καὶ τὸ πεζὸν στρατόπεδον
5048298 ὑποβρυχιους
δὲ καὶ Ἰχθύσιν ἢ τοῖς καθύγροις ζῳδίοις τῆς σελήνης συσχηματισθείσης ὑποβρυχίους καὶ ἐν ὕδασιν ἀποπνιγομένους , περὶ δὲ τὴν Ἀργὼ
, ἐπῆλθε τῇ γῇ καὶ πάντας αὐτοὺς ἐπέκλυσε διέφθειρέ τε ὑποβρυχίους , ἰχθύων τε πολὺν σωρὸν ἀναχωροῦν τὸ κῦμα μετὰ
5045431 καυματος
ὑγιαίνεται : ἡ γὰρ σὰρξ ἡ τοῦ ἕλκεος ὑπὸ τοῦ καύματος τοῦ ἐν τῷ σώματι ἕψεται , καὶ ὑπερυγραίνεται ,
δὲ τοὺς θεατὰς ἀσίτους , ὃ καὶ τὴν ἀπὸ τοῦ καύματος διεκώλυε βλάβην , ἦσαν δὲ οὗτοι μαστιγοφόροι τε καὶ
5044757 καυμα
τόπων ὡρμημένοις ἠπίστατο κρύος μὲν καὶ χιόνα φέρειν δυναμένους , καῦμα δὲ καὶ ἥλιον οὐδαμῶς . ἦν μὲν δὴ μὴν
μέσοι εἰσίν , ὦτα δὲ ἔχουσι μικρά , καὶ πρὸς καῦμα ἀπαγορεύουσι δυσπνοίᾳ . Σαυρομάται δὲ ἵπποι μείζους τῶν Ἰβήρων
5041639 ψιλους
ξυνηκολουθηκότας ? ? ? ? ? ? ? αὐτῷ ? ψιλοὺς καὶ ἱππέας παραγγέλλει μήτε σάλπιγγα μήτε ἄλλο τι τῶν
ἀκοντίζειν καὶ ἐπιλαμβάνεσθαι τῶν σπαθίων , τοξεύειν δὲ καὶ τοὺς ψιλοὺς μετὰ τῶν καβαλλαρίων . Εἰ δὲ ὡς εἰκὸς πειραθῶσι
5033529 καιεσθαι
. Ἀρεταῖος δὲ προστίθησι καὶ ταῦτα : Τὰ σπλάγχνα αὐτοῖς καίεσθαι δοκοῦσιν , ἀσώδεις , ἄποροι , οὐκ εἰς μακρὸν
ἔχουσιν αἱ κανηφόροι ἀπιοῦσαι εἰς τὰ Ἐλευσίνια ὑπὲρ τοῦ μὴ καίεσθαι ὑπὸ τοῦ ἡλίου . δίδωσι δὲ αὐτῷ τοῦτο ,
5014868 κοπτοντας
κοππατίας ἵππους νοοῦσι τοὺς γαύρους καὶ ταῖς ὁπλαῖς τὸ ἔδαφος κόπτοντας . κοππατίαν ] φρυαγματίαν , τὸν ἵππον τὸν κ
στενῷ προσκειμένων κατὰ τὴν οὐραγίαν τῶν πολεμίων ἐκέλευσεν ἀπὸ λόφου κόπτοντας ἐν μέρει ξύλα κομίζειν : τὴν δὲ ὕλην πῦρ
5004921 δηχθεν
διόπερ ἀνυπερθέτωϲ ἀποκοπτέον , εἰ οἷόν τε εἴη , τὸ δηχθὲν μέροϲ ἢ περιϲαρκιϲτέον παραχρῆμα καὶ ἐκτμητέον διὰ βάθουϲ μέχριϲ
στόμα τῶν ὑστερέων ᾖ , προστιθέναι τὰ δριμέα , ὅκως δηχθὲν καὶ φλεγμῆναν τὸ στόμα τῶν ὑστερέων σκληρὸν γένηται .
4999685 προσβαλλειν
ἄλλην εἰσέρχεται . εἰ δέ ἐστιν ἡμέρα , ἅμα τὸ προσβάλλειν αὐτῷ τὴν τοῦ ἡλίου θέρμην , οὐκέτι δέχεται αὐτὸν
καὶ πράως χρηστέον . ὅταν μέντοι δέῃ μετὰ τοῦ σικύας προσβάλλειν , ἐπιξυρητέον τὸν τόπον , ὥστε προσπεσεῖν αὐτάς :
4987259 μετεωρους
ψυχὰς δύ ' ἢ τρεῖς Γ : διαβάλλει αὐτοὺς ὡς μετεώρους , ἐπεὶ περὶ τῶν νεφελῶν λέγουσι πολλά . Γ
ἄνδρας οὐ νωθροὺς οὐδὲ σχολὴν ἄγοντας ἀκροᾶσθαι λόγων , ἀλλὰ μετεώρους καὶ ἀγωνιῶντας καθάπερ ἵππους ἀγωνιστὰς ἐπὶ τῶν ὑσπλήγων ,
4981560 τεταραγμενους
ὁ Ἀβραδάτας ἐνέβαλε καὶ οἱ σὺν αὐτῷ , ταύτῃ ἐπεισπεσόντες τεταραγμένους ἐφόνευον , ᾗ δὲ ἀπαθεῖς ἐγένοντο οἱ Αἰγύπτιοι ,
, καὶ ὀλίγον ἀνεχώρησαν ἀπὸ τῆς ὄχθης : Ἀλέξανδρος δὲ τεταραγμένους πρὸς τὰ βέλη ἰδὼν ὑπὸ σαλπίγγων ἐπέρα τὸν ποταμὸν
4975398 τρεψασθαι
, οὐ ῥᾴδιον εἰπεῖν ὅσην μὲν ἡδονὴν ἔχουσιν ἐν τῷ τρέψασθαι τοὺς πολεμίους , ὅσην δ ' ἐν τῷ διώκειν
τὰ πράγματα οὐχ ἥκιστα ἔβλαψε , τὸ μὴ εὐθὺς προσπεσόντα τρέψασθαι τοὺς τεταραγμένους : καθ ' ἡσυχίαν γὰρ τὰ αὑτῶν
4965376 ἀτραπου
κόρακες δεξιοὶ κλάζοντες τὴν τρίβον τῆς ἐπὶ τὸ ἱερὸν φερούσης ἀτραποῦ προσημαίνουσιν . οἰωνισάμενος δὲ τὸ συμβαῖνον ὁ Ἀλέξανδρος καὶ
ποσὶν ἦσαν αὐτῷ πολλοί : ὁ δὲ ἄρα ὁρᾷ ἐξ ἀτραποῦ τινος ἑτέρας νεκρὸν μύρμηκα μύρμηκας ἄλλους κομίζοντας εἰς οἶκον
4964081 νεφη
ἢ ὡς ἐφ ' ἑαυτὸν κυκλούμενον ἢ τὰ λεγόμενα παρήλια νέφη ἐξ ἑνὸς μέρους ἔχων ἢ σχήματα νεφῶν ὑπόκιρρα καὶ
τὸν ἥλιον τὸν κοινόν , ἄστρ ' , ὕδωρ , νέφη , πῦρ : ταῦτα , κἂν ἑκατὸν ἔτη βιῷς
4950751 ἀφνω
, τὰ τέκνα , βαρβαροτρόφε , βλέπε οἵων μετέσχον ἀξιωμάτων ἄφνω . Ἐπεὶ δὲ μοῖραν εἶχε νὺξ τὴν ἑβδόμην τῆς
σὺν θορύβῳ τε ἄνοπλοι συνέτρεχον καί , ὡς ἔθος , ἄφνω φανέντα σφίσιν ἠσπάζοντο αὐτοκράτορα . κελεύσαντος δ ' ὅ
4947449 ὑετου
οὐχ ὑπὸ τοῦ συμμάχου καθῃρῆσθαι Ποσειδῶνος : ἀλλ ' ὡς ὑετοῦ δαψιλοῦς γενομένου καὶ τῶν ἀπ ' Ἴδης ποταμῶν πλημμυράντων
ἐν δὲ τοῖς Μετεώροις τὸ τῆς ψεκάδος καὶ τὸ τοῦ ὑετοῦ , καὶ ὅσα μέντοι τιθέντα αὐτὸν ὀνόματα ἴσμεν ,
4936715 ἐνοπλους
δράκοντος ὀδόντων , αὐτοὺς δ ' ἀναβῆναί φησι τοὺς ἄνδρας ἐνόπλους , Ἄρει δὲ ἀνθ ' Ἑρμοῦ μελῆσαι τοῦ θέρους
γίνεται αὐτοῖς , οὐ μέντοι ἧττα , ἐπεὶ εἰκὸς αὐτοὺς ἐνόπλους δειπνεῖν : νικῆσαι δὲ χρεία : βαθύς γέ τοι
4933221 βελων
τείχους , ἀλλ ' ὅτι ἐγγυτάτω καὶ ὅσον μὴ εἴσω βελῶν εἶναι , πρῶτον μὲν δεῖν ἔγνω λόγοις συμβατηρίοις χρήσασθαι
τοξίτιδος καὶ ἡ ἀπόσχασις οὕτως ἐγίνετο . . τῶν δὲ βελῶν ἅμα πολλῶν ἐμβληθέντων ἐπὶ τὴν ἐπιτοξῖτιν ἐπετίθετο τόνδε τὸν
4931807 συχνους
Κοίλοισι καλεομένοισι τῆς Χίης χώρης . Τούτων τε δὴ ἐφόνευσε συχνούς , καὶ τῶν λοιπῶν Χίων , οἷα δὴ κεκακωμένων
. συνδιεφθάρθαι τε τοῖς ἐπιχωρίοις ἅμα ἤγγελλον καὶ τῶν ἐποίκων συχνούς : καὶ εἰ μὴ προκαταληφθήσονται φυλακῇ ἀξιόχρεῳ , ἀναστήσεσθαί
4926745 ὡπλισμενους
καὶ σοφίσματι ἑαλωκότες : τί γὰρ ἐνῆν δρᾶσαι γυμνοῖς πρὸς ὡπλισμένους καὶ ὀλίγοις πρὸς πολλούς ; ἀπῄεσαν δὴ ὀδυρόμενοι ,
: ἃ τότε ἰδὼν σημεῖα ἐπιγινώσκω νῦν ἐξ αὐτῶν τοὺς ὡπλισμένους : εἰρήνην : ἀμφὶ μνῆμα τὸ Ζήθου : ἐπίσημος
4916528 περιξ
αὐτοῦ μερῶν ψαύει προσκλύζον Μυοσόρμου , Ὀρθοῦ ὅρμου καὶ τῶν πέριξ πόλεων . πρόσκειται δὲ αὐτοῖς κατὰ τὰ Σφαιρικὰ πρὸς
τῶν ἀφρύκτων κριθῶν οὕτως Ἀττικοὶ καλοῦσι . ἀμφίδιον : τὸ πέριξ τοῦ τῆς μήτρας τραχήλου . αἰολᾶται : πλανᾶται .
4913851 πνευματων
ἐν δὲ τοῖς ἀναπταμένοις διαχεῖται . Τῶν δ ' ἀπογείων πνευμάτων ἀσθενὴς ἡ φύσις ὥστ ' οὐ δύνασθαι βιάζεσθαι πόρρω
κινοῦν ἥξει . Συμβαίνει δὲ καὶ ὑστερεῖν τὰ κύματα τῶν πνευμάτων : ὕστερον γὰρ διαλύονται καὶ παρακμάζουσι διὰ τὸ δυσκινητότατον
4912557 ἐκφρονας
ἐξ ὧν γίνεται οἶνος , ὃς τοῦ λογισμοῦ παράγει καὶ ἔκφρονας τοὺς Ἀρκάδας ποιεῖ , τὰς δὲ γυναῖκας τεκνοποιοὺς τίθησιν
, χειμάζεσθαι δὲ χαλεπῶς κατὰ τὴν θάλασσαν : καὶ τοσοῦτον ἔκφρονας γενέσθαι , ὡς τὰ ἀπὸ τῆς οἰκίας πάντα σκεύη
4905339 ἀντεχειν
οἷόν τε ἦν ἄνευ ὑγροῦ πανταχόθεν περικεχυμένου κἂν πρὸς μικρὸν ἀντέχειν αὐτά , οὗ δὴ κατὰ τοὐναντίον μετὰ τὴν κύησιν
ἀέρος μετὰ πολλῆς τῆς βίας συνέβη τὴν Ἕλλην μὴ δυναμένην ἀντέχειν εἰς τὸ ὑποκείμενον * κατα * πεσεῖν πέλαγος καὶ
4904351 κρυμος
: καὶ τοῦ βορέου τὸ χρῆμα ἀμύθητον ἦν καὶ ὁ κρυμὸς ἐπηύξητο , οὐχ οὕτως πυκνὴν εὗρες ἂν ἐσθῆτα ὥστε
εἰς τὰς νύμφας . μετὰ δὲ χρόνον ὀλίγον ἐξαίφνης ἐγένετο κρυμὸς καὶ ἐπάγησαν αἱ χαράδραι καὶ πολλὴ κατέπεσε χιών ,
4902577 βελους
καὶ παρατεταγμένους κατεῖδε , τὰς μὲν νέας ἀνακωχεύειν κελεύει ἐντὸς βέλους , ὡς τὰ τοξεύματα ἐς τὴν γῆν ἀπ '
' ἐκείνων ἀνῃρημένοι πάντες μαχαιρῶν ἢ χερμάδων ἢ σαυνίων , βέλους δὲ οὐδεμίαν . ἀγανάκτησις δὴ μετὰ τοῦτ ' ἐγίνετο
4898821 ἐπιφορον
λέγεται δὲ ὡς ἐν Αὐλίδι πνεῦμα τοῖς Ἕλλησιν οὐκ ἐγίνετο ἐπίφορον , φανέντος δὲ ἐξαίφνης ἀνέμου σφίσιν οὐρίου θύειν τῇ
ταῦτ ' εἰπὼν κατέβαινον ἡσυχῇ . Ἦν δὲ ὀξὺ καὶ ἐπίφορον ἐκεῖνο τὸ χωρίον : μόλις οὖν διαστηριζόμενος διῆλθον :
4898820 στρατοπεδον
οἰχομένου κρύψαντες ἐνέδραν οἱ Νομαντῖνοι παρ ' αὐτὸ τὸ Ῥωμαίων στρατόπεδον ἠκροβολίζοντο ἐρεθίζοντες , ἕως οἳ μὲν οὐ φέροντες ἐπεξῄεσαν
ἡγεμόσι καὶ τῶν ἄλλων στρατιωτῶν τοῖς πλείστοις , τὸ δὲ στρατόπεδον ἅπαν μετετέθη ταῖς διανοίαις καὶ πάντες ἀπέβλεπον πρὸς τὰς
4896442 εὐμαρως
ἐν τόπῳ εἶναι χωριτόν . Χείμαῤῥος : διὰ τὸ χέεσθαι εὐμαρῶς ἤγουν εὐκόλως , ἢ διὰ τὸ τὸν χειμὸν ἀρεῖν
ἀνεθέντα μετὰ τὸ διαλυθῆναι καὶ τρόπον τινὰ πρὸς ἔκκρισιν ἐπειγόμενον εὐμαρῶς ὑπὸ τῶν κενούντων φαρμάκων ἀλύπως αὐτὸν δυνηθῆναι κατὰ μέρος
4882201 ῥευματα
μὲν καὶ ἔρρινον φάρμακον καὶ τὰ χρόνια τῶν ὤτων ἰᾶται ῥεύματα καὶ τῶν ἑλκῶν τὰ παλαιὰ κατά τε ὦτα καὶ
καὶ τὸν ὄγκον τῆς γαστρὸς τὸν ἔγκαιρον . Ῥοαί : ῥεύματα . τῇδ ' : τῆσδε , ταύτῃ δὲ τῇ
4878762 φρυγανων
αὐτῶν περὶ ἑξήκοντα μάλιστα τοὺς εὐτολμοτάτους διφθέρας ἔχοντας καὶ φακέλλους φρυγάνων κομίζοντας . οὗτοι περὶ λύχνων ἁφὰς ἄλλοι κατ '
φησι Καινεύς . καὶ πρῶτος εὗρεν ᾧ τὰ φορμία τῶν φρυγάνων εὔογκα ποιοῦσιν . Ἤδη δὲ ὑπὸ παραλύσεως καὶ τὸ
4874606 προσβαλων
τοῖς πεντήκοντα ὄντας , τοὺς πολεμίους ἀνέστελλε πολλάκις μὲν αὐτοῖς προσβαλών , τοσαυτάκις δ ' ἡττήσας . Ἐπεὶ δὲ τὰς
μὴν ἐφικνεῖταί γε τοῦ δέοντος μόνῳ τῷ τῆς ὑπαγωγῆς εὐπορωτέρῳ προσβαλών , καὶ τῶν ἄλλων δυσχρήστων , ἃ διήλθομεν ,
4873199 θαλπος
ὥστε τοξότης ἀφῆκα θυμῷ καρδίας τοξεύματα βέβαια , τῶν σὺ θάλπος οὐχ ὑπεκδραμῇ . Ὦ παῖ , σὺ δ '
ὁκοίη ἂν ἡ ὥρη , ταύτῃ ὁμοίως , οἷον ἀνώμαλον θάλπος ἢ ψῦχος τῆς αὐτῆς ἡμέρης , ὅταν τοιαῦτα ποιέῃ
4872077 ἐξαιφνης
, κάμνοντα , ἵνα σὲ μετὰ Λιβύην ἀσπάσωμαι , φεύγων ἐξαίφνης εἰς στυγνὸν μέλος ἀπέρριψας . οὔπω τὸ ἔαρ ὤφθη
ὥσπερ ἐν νηὶ δυοῖν κυβερνήταιν ἐφεστηκότων τῇ ναυτιλίᾳ πρὸς τὸν ἐξαίφνης ἐπιπεσόντα χειμῶνα , καὶ τῶν κυμάτων τὰ μὲν κατεστόρεσται
4870144 διωκοντων
γὰρ τὴν ἀγανάκτησιν διὰ τὴν ὕβριν : καὶ ἡ τῶν διωκόντων ποιότης παρέχει τὴν ἐξέτασιν διὰ τὸ πλῆθος τῶν φόνων
πολλὰ διαιρεθεῖσα μέρη καὶ συχνοὺς ἐφ ' ἑαυτῆς ἔχουσα τῶν διωκόντων Ἰνδῶν ὑπὸ τῆς τοῦ ῥεύματος σφοδρότητος ὡς ἔτυχε κατηνέχθη
4865186 καλαμους
, οἷα εἰς χύσιν καλάμης διέρπων , τουτέστιν ὡς εἰς καλάμους διέρπων , ἤγουν βαδίζων . * ὑποψοφέων : κτυπῶν
καλάμην ὑφεστᾶσιν , οἱ δὲ ἡγεμόνες ἀνέρπουσι , καὶ τοὺς καλάμους οὐραχοὺς τῶν καρπίμων διατραγόντες , τῷ δήδῳ τῷ κάτω
4865055 ἐδαφος
ᾧ καὶ διασκευάσεις τὴν παροῦσαν τύχην , ὅτι πέπτωκεν εἰς ἔδαφος , καὶ μάλιστα ἐκείνων μνημονεύσεις ἃ πρὸς τὴν χρείαν
πῦρ κατακαῖον τοὺς ἁμαρτωλούς . καὶ κατήγαγόν με εἰς τὸ ἔδαφος τῆς ἀπωλείας , καὶ ἴδον ἐκεῖ τὸ δωδεκάπληγον τῆς
4864414 ὑδατα
ἀποδημίαϲ αὐτῇ χρῶνται , ὅταν ὑπονοῶϲι μοχθηρούϲ τιναϲ ἀέραϲ ἢ ὕδατα , ἔνθα πορεύονται . Λαβὼν ἐχίδναϲ νεοθηράτουϲ δ ,
δεξιὰν ἤπειρον ἐκπίπτει κατὰ πολλοὺς τόπους ἐκ πέτρας εἰς θάλατταν ὕδατα πολλά , πικρᾶς ἁλμυρίδος ἔχοντα γεῦσιν . παραδραμόντι δὲ
4860702 πυργους
γῆ βλαστάνει ἀνθῶν γένη παντοῖα καὶ πληρούμενον εἰς τρεῖς μόνους πύργους μὲν ἐκτελεῖ τροπήν . μεθ ' ὃν θέρος ὂν
ὁ βασιλεὺς δῶρά τε ὠνόμαζε καὶ τοῖς αὑτοῦ λόχοις ἀνέμιξε πύργους τινὰς σφίσιν ἐγκαταμιγνύναι πιστεύων . οὕτως ἀντὶ πολλῶν σωμάτων
4858479 θερος
. παραινεῖν ἕτοιμον , ἃ ποιεῖν ἀπορώτερον . ἔλαφον τὸ θέρος ἐπὶ ναμάτων ἐκόμιζε χρείαν . ἀφικόμενος δὲ καὶ παραστὰς
κοῖλα πάντα εἶναι κατὰ μὲν χειμῶνα θερμότατα , κατὰ δὲ θέρος ψυχρότατα : διὰ τοῦτο καὶ τὰ ἐπιπολῆς πάντα συμμεταβάλλει
4854193 θαλασσιους
γὰρ ὁ πόλεμος συστὰς ἔσωσε τότε τὴν Ἑλλάδα , ἀναγκάσας θαλασσίους γενέσθαι Ἀθηναίους : αἱ δὲ ἐς τὸ μὲν ἐποιήθησαν
. . πεζούς τε γὰρ ] πεζούς τε γὰρ καὶ θαλασσίους αἱ κυανώπιδες μὲν νῆες καὶ ἄλλαι μέλαιναι , αἱ
4848670 καταρραγηναι
ἐκ τῆς γαίας . Εἰ δὲ Σελήνης ἐν αὐτῷ βροντὴν καταρραγῆναι , ταραχαὶ μὲν τοῖς πράγμασιν ἔσονται καινοτέροις καὶ οἱ
τὸ ὑπερκείμενον φρούριον πᾶν ἀνατραπῆναι , Ἐλατείας δὲ τοῦ τείχους καταρραγῆναι μέρος , περὶ δὲ Ἄλπωνον θεσμοφορίων ὄντων πέντε καὶ
4841623 πνειν
τερπνῷ , ψυχαγωγίας γέμοντι καὶ ῥᾳστώνης , ἔνθα μετρίας τε πνεῖν αὔρας εἰκὸς καὶ πηγὰς καθαρὰς καὶ διαφανῆ νάματα ῥεῖν
. . Αἰγυπτίοις καὶ Εὐδόξῳ ἔαρος ἀρχή : ζέφυρος ἄρχεται πνεῖν καὶ ἐνίοτε χειμών . . ιδ : Αἰγυπτίοις καὶ
4837727 σκολοπας
ἥπατος . προσλαβὸν δὲ νίτρον ὀλίγον ῥήττει τε κόλπους καὶ σκόλοπας ἀνάγει . εἰ δ ' ὁμοίως κοπείη τὰ σῦκα
σὺν τῷ σπέρματι καταπλασσομένη , χοιράδας καὶ οἰδήματα θεραπεύει καὶ σκόλοπας ἐπισπᾶται καὶ θηριοπλήκτους καὶ ἑρπετοδήκτους ἰᾶται . Ἄνθραξ λίθος
4832932 σφοδρως
κατορθωσάμενος Λακεδαιμονίοις ἔγημε Χειλωνίδα προσήκουσαν αὐτῷ κατὰ γένος . ταύτῃ σφοδρῶς ἐπιτεταμένου τοῦ Κλεωνύμου καὶ τὸν ἔρωτα οὐκ ἠρέμα φέροντος
ἄλλων συντετύχηκε φαρμάκων . Ἀνήσου τὸ σπέρμα θερμαίνει καὶ ξηραίνει σφοδρῶς , ἐμπνευματώσεις τε τὰς κατὰ γαστέρα καθίστησιν . Ἀριστολοχία
4832222 παλιρροιας
διῳκοδόμηται δ ' εἰς αὐτοὺς σῦριγξ . περὶ δὲ τῆς παλιρροίας τοῦ Εὐρίπου τοσοῦτον μόνον εἰπεῖν ἱκανόν , ὅτι ἑπτάκις
χειμῶνας καὶ πλοίων ναυάγια , ἰδίως δὲ θαλάσσης ἀμπώτεις καὶ παλιρροίας καὶ ποταμῶν ὑπερμετρίαν καὶ κάκωσιν , περὶ δὲ τοὺς
4831744 ἐλεφαντας
ὡς πεντακισχιλίων σταδίων ἐπὶ τὴν Αἰθιοπίαν : ἔχειν δὲ καὶ ἐλέφαντας . Τοιαῦται μὲν αἱ τοῦ Ἐρατοσθένους ἀποφάσεις . προστεθεῖσαι
, ἀλλ ' ἐῶσι γὰρ λιμῷ τε ταλαιπωρηθῆναι τοὺς ἀγρίους ἐλέφαντας καὶ ὑπὸ τῷ δίψει δουλωθῆναι . εὖτ ' ἂν
4828263 πληγεντας
ἐπεφύκει βοτάνη , ταύτῃ δ ' ὑποδεδυκότες ἐλάνθανον τοὺς δὲ πληγέντας ἀπέκτεινον . ἐν δὲ τοῖς Ὠρίταις τὰ τοξεύματα χρίεσθαι
. . Ἀλλά τοι καὶ ῥίζαι τυγχάνουσιν , αἳ τοὺς πληγέντας ὀνίνασιν , ἢν ὑπὸ ὄφεων δηχθῶσιν , καὶ περισῴζουσι
4824166 ναυτας
' ἔσται , πρῶτον μὲν ὅτ ' αὐτὰ καταλιπεῖν τοὺς ναύτας ἔπειθεν , εἶθ ' ὅτ ' ἐν Κεφαλληνίᾳ μὴ
ἥν γε ξένωι δίδως σύ : τοὺς δὲ σοὺς ἑλὼν ναύτας βέβηκεν , ὡς ἂν ἐν βραχεῖ μάθηις . πῶς
4822683 σκαφος
δὲ καὶ κυβερνήτης [ οἰακονόμος ] οἰακονομεῖ κατὰ πλοῦν τὸ σκάφος . ἀρετὴ καὶ οἰκίας καὶ πόλιν καὶ χώραν βέλτιον
δὴ σπασάμενοι τὰ ξίφη , τὸν ὄχλον σκεδάσαντες , εἰς σκάφος ἐμβαλόντες ἐπ ' Αἰγίνης ἀνήγοντο . Ἱππίας δὲ ,
4807718 πνευσαντος
γίνεται πάλιν ἐκ δευτέρου , καὶ ἀνέμου κατὰ πρόσωπον Βακτρίων πνεύσαντος , νικᾶι Ἀρτοξέρξης , καὶ προσχωρεῖ αὐτῶι πᾶσα Βακτρία
, τοῦτον ἀλεύασθαι καὶ παγάδας αἵ τ ' ἐπὶ γαῖαν πνεύσαντος Βορέαο δυσηλεγέες τελέθουσιν . προτρεψάμενος αὐτὸν τῷ χειμῶνι ἐργάζεσθαι
4804593 κονιορτου
συνεχῶς τὸ πρόσωπον νιπτέσθω καὶ ἐν τῇ κλίνῃ ὀσφραινέσθω , κονιορτοῦ τε καὶ καπνοῦ καὶ τὴν ἀφ ' ἡλίου καὶ
ἦν ἑκατέρων ποικίλος : ὑπὸ δὲ μεγέθους πεδίου τε καὶ κονιορτοῦ τὰ ἀλλήλων ἠγνόουν , μέχρι ποτὲ ἐπύθοντο καὶ τοὺς
4803962 ἱδρωτας
. πεφυλάχθαι δὲ δεῖ καὶ τὰς δυσπνοίας καὶ τοὺς ἐπιφαινομένους ἱδρῶτας ἀτάκτως περὶ ὅλῳ τῷ σώματι ἢ περὶ τῷ προσώπῳ
λουτροῦ . καὶ τὴν ῥᾶχιν κέλευσον ἀνατρίβεσθαι : κινεῖ γὰρ ἱδρῶτας καὶ ὠφελεῖ . Ἀρτεμισίας κροκοδειλιάδος . . . οὐγγ
4803113 λιμνας
ἦν ἀξίωμα τὸ διδόμενον . προσέταττε δῆτα τοῖς ὄρνεσιν ἐπὶ λίμνας καὶ πηγὰς ἀφικέσθαι καὶ τὸν ἑαυτῶν ἀποσμήξασθαι ῥύπον καὶ
, δυσάρεστος . ἐς στομάλιμνον : τὰς εἰς θάλασσαν ἐστομωμένας λίμνας οὕτως φασί . καὶ τὴν ἐν Τροίᾳ δὲ Στομαλίμνην
4797873 ὑδατων
Ἄργοςοὕτω γὰρ ἐκεῖνο καλοῦσιν οἱ ποιηταίτοὺς ἐνοικοῦντας ἀμέμπτους ἐποίει τῶν ὑδάτων τὴν ἀπορίαν ἔμφυτον ἔχον : Καισαρεῦσι δὲ πρὸς ὄνειδος
δὲ τὸ γυμνάσιον λουτροῖς ὁ κάμνων κεχρήσθω τοῖς ἀπὸ γλυκέων ὑδάτων , ὡς μηκέτι συνεχέσιν , ἀλλ ' ἅπαξ ἢ
4794532 ἀνεμου
κλάδων , πετάσαντες τὰ ἱστία καθάπερ ἐν θαλάττῃ ἐπλέομεν τοῦ ἀνέμου προωθοῦντος ἐπισυρόμενοι : ἔνθα δὴ καὶ τὸ Ἀντιμάχου τοῦ
: θύραι δ ' ἐπέκειντο φαειναί . ἡ δ ' ἀνέμου ὡς πνοιὴ ἐπέσσυτο δέμνια κούρης , στῆ δ '
4793779 ἐξιοντας
παραστὰς τοὺς μὲν ἔξωθεν εἰσιόντας θερμαίνει , ψύχει δὲ τοὺς ἐξιόντας , εἰ ἐν αὐτῇ διατρίβοιεν . παρὰ δὲ τὸ
καὶ τὴν σκευὴν ἔχοντες ἣν προσῆκε τοὺς ἐπὶ τοὺς πολεμίους ἐξιόντας καὶ συμβαλουμένους τοῖς συμμάχοις , ἢ σὺ ὁ μηδὲ
4791804 ἀθροους
ἀποκρύπτουσα : καὶ ὁρῶνταί γε οἵδε οἱ μικροὶ σπανιώτατα . ἀθρόους δὲ αὐτοὺς ἐὰν θεάσωνται καὶ λέοντες , ἢ φεύγουσι
ὀλιγανθρωπότατον δὴ τότε μάλιστα ὂν καὶ παρὰ τοῦτ ' εὐκαταφρόνητον ἀθρόους ἐκ τῶν ἀρίστων ἀνδρῶν τριακοσίους . ὅσα τε ὑπὸ
4790673 ῥευματος
βιαζόμενος τὴν κατάβασιν , ἐνταῦθα ἄνω φέρεσθαι τὸ ἥμισυ τοῦ ῥεύματος , ὥσπερ οἱ πρὸς τὰ ὑψηλὰ ὄρνιθες . τὸ
Ἄρτεμιν κυνηγετεῖν , ἢ διὰ τὸ ἠρεμαῖον καὶ παρθενῶδες τοῦ ῥεύματος ” ὣς ἀκαλὰ προρέων , ὡς ἁβρὴ παρθένος εἶσιν
4789325 αἰγιαλους
πετρῶν , καθάπερ ναῦς τὰ σχοινία ἀναψαμένη ἐν ταῖς πρὸς αἰγιαλοὺς πέτραις . θύει : ὁρμᾷ . Ἀντέχεται : ἀντιλαμβάνεται
τοῦ αἰγιαλοῦ ἵδρυται . ἄκτιον : τὸν περὶ τοὺς πετρώδεις αἰγιαλοὺς διάγοντα . τὰν βαίταν : τὰ ἐκ κωδίων συνερραμμένα
4781475 πανταχοθεν
δὲ βουκόλους ἐκ τῆς ἀγέλης , τὴν μέντοι ῥητορικὴν πάντες πανταχόθεν ὡς πολεμιωτάτην ἐδίωξαν , ὥσπερ ὁ μὲν Κρητικὸς νομοθέτης
κατὰ πάντα : πολυέλικτον : πολύστροφον πολύπλεκτον ποικίλην . τὴν πανταχόθεν με περιέχουσαν ἡδονήν : ἀντὶ τοῦ σκιρτῶσα : ἀντὶ
4774588 ἀτμις
βόθρῳ καταλιπεῖν : ὁκόταν δὲ ὁ χύτρινος ζέσῃ καὶ ἡ ἀτμὶς ἐπανῇ , ἢν μὲν ᾖ λίην θερμὴ ἡ πνοιὴ
τέφρας διηθούμενον ὕδωρ καίει τὰ σώματα . τούτου δὲ συμβαίνοντος ἀτμὶς ἀποπορεύεται πολλή , ὥστε μειοῦσθαι τοὺς ὄγκους διὰ τὴν
4773562 φαραγγωδεις
, καὶ ἔχοντος οὐ μακρὰν τῆς κορυφῆς τόπους τραχεῖς καὶ φαραγγώδεις , καὶ δυναμένους τὰ πλεῖστα τῶν οὐρανίων ὑδάτων δέχεσθαι
οἱ γῆς τοπάρχαι καὶ φαλαγγάρχαι τότε κρημνοὺς γὰρ αὐτοὶ καὶ φαραγγώδεις τόπους ᾤκουν , ἐκεῖθεν ἐξελαθέντες ξίφει , πληγέντες ὁρμῇ
4770366 νοτους
δὲ αὐτοὺς ἴσως καὶ τὸ ὄνομα : τινὲς γὰρ οὐ νότους αὐτοὺς ἀλλ ' ὀρνιθίας προσαγορεύουσι , τῶν ἀμφιβίων ὀρνίθων
τὴν πῆξιν τῶν πεπηγότων ὑδάτων ποιῶν , ἐλάττους δὲ τοὺς νότους διὰ τὸ πλείονα τῇ ἐπικαύσει φορὰν τῆς λιγνύος ἐργάζεσθαι
4759213 φαραγγα
ἀνατολὰς ἄλλο ὄρος ὑψηλότερον τούτου , καὶ ἀνὰ μέσον αὐτοῦ φάραγγα βαθεῖαν , οὐκ ἔχουσαν πλάτος , καὶ δι '
εἰκός ἐστιν ἀποκλίνειν : ἀναβάντων γάρ , φησι , τὴν φάραγγα διαδέχεται ὁ Λίθινος Πύργος , ἀφ ' οὗ εἰς
4757660 τοπους
ἢ βιαίου θανάτου , ὁ δὲ τεχθεὶς ἐπὶ ἱεροὺς καταφεύγει τόπους καὶ ὑπὸ φαντασμάτων καὶ εἰδώλων ἐνοχλεῖται , καὶ μᾶλλον
Ἡρώων λήξεως ὁ λόγος , καὶ ὅτι καὶ βίον καὶ τόπους οἰκείους , οὓς ἐκάλεσεν ἤθη , χωρὶς τῶν ἀνθρώπων

Back