. Παράγει τινὰ Κλέωνα τὸν καλούμενον Παφλαγόνα καὶ ἔτι βυρσοπώλην πικρότατα κατεσθίοντά πως τὰ κοινὰ χρήματα : ἐν παραλογισμῷ διαφέροντ
γ ' ὁδῷ κρανέεσθαι : καὶ ἐπιτιμᾷ Ἀχιλλεῖ χαλεπώτατα καὶ πικρότατα . ὁ δὲ μάλιστα ἐν τῇ παρρησίᾳ ἱκετεύων καὶ
6091610 ἐπιπετονται
ὄντες οἱ προειρημένοι καὶ ἀδέκαστοί γε , ὡς εἰπεῖν , ἐπιπέτονταί τε ταῖς ἀρούραις , καὶ τό γε πλεῖστον τῶν
ὄντες οἱ προειρημένοι καὶ ἀδέκαστοί γε , ὡς εἰπεῖν , ἐπιπέτονταί τε ταῖς ἀρούραις καὶ τό γε πλεῖστον τῶν κατεσπαρμένων
6067557 συλωσι
ὀλίγους . ὅσοι τοίνυν τῶν κλεπτῶν ἰσχὺν προσέλαβον , ὅλας συλῶσι πόλεις ἀλογοῦντες τιμωριῶν διὰ τὸ ἐπικυδέστεροι τῶν νόμων εἶναι
ἐπιπέτονταί τε ταῖς ἀρούραις καὶ τό γε πλεῖστον τῶν κατεσπαρμένων συλῶσι πικρότατά γε ἐκεῖνοι σὺν τῶι θυμῶι καὶ ἀνορύττοντες καὶ
6031243 κατεσπαρμενων
, ἐπιπέτονταί τε ταῖς ἀρούραις καὶ τό γε πλεῖστον τῶν κατεσπαρμένων συλῶσι πικρότατά γε ἐκεῖνοι σὺν τῷ θυμῷ καὶ ἀνορύττοντες
πρασίνων τε καὶ χρυσοειδῶν καὶ κινναβαρίνων , ἐναλλὰξ τῶν χρωμάτων κατεσπαρμένων διαστήμασιν ἴσοις . Τὸν δελφῖνα ἡ φύσις ἀεικίνητον εἰργάσατο
5859502 Πυγμαιους
καὶ τερατολογεῖν , Ἡσίοδον μὲν Ἡμίκυνας λέγοντα καὶ Μεγαλοκεφάλους καὶ Πυγμαίους , Ἀλκμᾶνα δὲ Στεγανόποδας , Αἰσχύλον δὲ Κυνοκεφάλους καὶ
ἄν τις αἰτιάσαιτο ἄγνοιαν , Ἡμίκυνας λέγοντος καὶ Μακροκεφάλους καὶ Πυγμαίους : οὐδὲ γὰρ αὐτοῦ Ὁμήρου ταῦτα μυθεύοντος : ὧν
5631804 προπηλακιζειν
τὸ δὲ τοὺς ἄλλους , εἰ μὴ πικρὸν εἰπεῖν , προπηλακίζειν , κἂν αὐτῷ συνών τε καὶ συμβουλεύων ἀφαιρεῖν οὐκ
θώρακα τοὺς Συρακουσίους , καὶ γυμνὸν ἐπιδειξαμένους τὸ σῶμα , προπηλακίζειν , ὄντος ἤδη γέροντος : ἔπειτα τὴν κεφαλὴν ἀποτεμεῖν
5604878 ὀδυρομενους
φάλαγγα μὴ προσήκουσαν ἀτίμους συστρατευομένους ἐσχήκασι : καὶ τὴν αὐτὴν ὀδυρομένους τῷ πένητι συμφορὰν , κοινωνοὺς αὐτοὺς τῶν κατορθωμάτων ἐπέδειξαν
μηδὲν μελλήσασαι προσάγουσι πέρας τῷ βίῳ , κἂν ἴδωσι παῖδας ὀδυρομένους κύκλῳ τοῦ κάμνοντος κἂν μητέρα γραῦν κοπτομένην κἂν πατέρα
5602928 δημηγορησας
μωρολογεῖς Διονύσιε , μοναρχήσω μὲν οὖν , εἶπε : καὶ δημηγορήσας ᾑρέθη στρατηγὸς εὐθὺς ὑπὸ τῶν Συρακουσίων . Ἐλέφας μῦν
κρινόμενος , λέγουσι δὲ οἱ δικάζοντες „ ; Ὁ αὐτὸς δημηγορήσας ποτὲ παρ ' Ἀθηναίοις λαμπρῶς ἔπειτα καθίσας καὶ ἰδὼν
5592977 πεπνυμενα
καὶ φεύγειν μηδέποτε , πείθεσθαι δὲ μονονουκὶ καὶ μανίῃ : πεπνυμένα γὰρ ταῦτα καὶ κρήγυα τοῖσιν εὐσεβέσιν . εἰ δέ
τοῦ διό “ τοῖο γὰρ καὶ πατρός , ὃ καὶ πεπνυμένα βάζεις : ” ἀντὶ δὲ τοῦ ὅτι “ λεύσεται
5579157 στρεβλωθεις
ὁ Ἐλεάτης τὴν Νεάρχου τοῦ Μυσοῦ καταλύων τυραννίδα ἥλω καὶ στρεβλωθεὶς τοὺς μὲν ἑαυτοῦ ξυνωμότας ἀπεσιώπησεν , οἳ δ '
καὶ ὑπὸ σοῦ ἀπολλύμενος τοιουτοσὶ ἐγένετο [ καὶ Ξενοφῶν ὁ στρεβλωθεὶς καὶ Ἱππίας ὁ Θάσιος ] : σὺ δ '
5576315 πρεσβευομενοι
ἡδονὴν θηρώμενοι ὡς ἐχθροῖς ὑμῖν προσενεχθῶμεν . Οὐδὲν θαυμαστὸν εἰ πρεσβευόμενοι ὑπὲρ εὐνοίας ἐν ταῖς ὑπουργίαις καταδεέστεροι τῆς χρείας ἐλεγχόμεθα
, κομίσασθαι ἂν αὐτοὶ Πύλον , ἦλθον ἐς τοὺς Βοιωτοὺς πρεσβευόμενοι καὶ ἐδέοντο σφίσι Πάνακτόν τε καὶ τοὺς Ἀθηναίων δεσμώτας
5527693 Λεοντιχε
σαρίσης πεπηγυῖαν κομίζων λελουμένος τῷ φόνῳ . Ἄπαγε , ὦ Λεόντιχε , μιαρὰ ταῦτα καὶ φοβερὰ περὶ σαυτοῦ διηγῇ ,
' ὀλίγον ἐπέστητε ἤδη φευγόντων . Ὅτε γάρ , ὦ Λεόντιχε , περὶ Παφλαγονίαν ἐμονομάχησας τῷ σατράπῃ , οὐ μεγάλα
5506205 ἀνιχνευοντες
ἀλλ ' οἱ ἀεὶ προσκαθήμενοι καὶ τὰ κινήματα τῆς φύσεως ἀνιχνεύοντες . εἰ δὲ καὶ τὰ ἀπὸ τοῦ τεχνικοῦ στοχασμοῦ
συλῶσι πικρότατά γε ἐκεῖνοι σὺν τῷ θυμῷ καὶ ἀνορύττοντες καὶ ἀνιχνεύοντες . . . , : [ Ἔδεκτο τὸν αἰπόλον
5451569 ἐρυθριᾳς
κατάραις „ εἶπεν ” ἐχθρῶν μετακληθεὶς εὐχὰς τιθέμενος ἐκείνοις οὐκ ἐρυθριᾷς ; ἐλελήθειν ἄρ ' ἐμαυτὸν ἀπατῶν ὡς ἐπὶ φίλῳ
οἴκων οὕτως ἀνεῖλον , ὡς μηδὲ οἰκήσεσθαι αὐτοὺς ἔτι . ἐρυθριᾷς , Δημήτριε , τούτων ἀκούων , ὁρῶ γάρ .
5439756 εὐγνωμονως
δοκεῖτε οὐκ εἶναι θεόν . . + Δὶς ἐξαμαρτάνοντες οὐκ εὐγνωμόνως : ἔστιν γάρ , ἔστιν : εἰ δέ τις
ἀνόσιοι καὶ παράσπονδοι εἶναι ; οὐδὲ [ ] ‖ τοὐναντίον εὐγνωμόνως [ ] καὶ ? ἀσμένως ἀποδιδόντες | καὶ τὰς
5438875 Ἡμικυνας
ἔτι νεωτέρους ἐκείνου πολλὰ ἀγνοεῖν καὶ τερατολογεῖν : Ἡσίοδον μὲν Ἡμίκυνας λέγοντα καὶ Μεγαλοκεφάλους καὶ Πυγμαίους , Ἀλκμᾶνα δὲ Στεγανόποδας
. Ἡσιόδου δ ' οὐκ ἄν τις αἰτιάσαιτο ἄγνοιαν , Ἡμίκυνας λέγοντος καὶ Μακροκεφάλους καὶ Πυγμαίους : οὐδὲ γὰρ αὐτοῦ
5437167 Μονομματους
Στεγανόποδας ἱστοροῦντος , οὐδ ' Αἰσχύλου Κυνοκεφάλους καὶ Στερνοφθάλμους καὶ Μονομμάτους : ὅπου γε οὐδὲ τοῖς πεζῇ συγγράφουσιν ἐν ἱστορίας
δ ' ὥστ ' ἀνασπᾶν δένδρα καὶ ῥήττειν νευράν : Μονομμάτους δὲ ἄλλους , ὦτα μὲν ἔχοντας κυνὸς , ἐν
5436897 Πανυ
ἐπιστήμη , καὶ δὴ καὶ ἀνεπιστημοσύνης ἡ αὐτὴ αὕτη ; Πάνυ γε . Ἰδὲ δὴ ὡς ἄτοπον ἐπιχειροῦμεν , ὦ
Τὰ τῶν πολλῶν ἄρα νόμιμα τὰ τῶν κρειττόνων ἐστίν . Πάνυ γε . Οὐκοῦν τὰ τῶν βελτιόνων ; οἱ γὰρ
5429456 πλεονεξιαις
ἔνδειαν τῶν σωμάτων , καὶ ἀντιτεχνώμενον ταῖς τῶν ἄλλων ζῴων πλεονεξίαις , καὶ πάντων κρατοῦν καὶ ὑπάγον τῷ τοῦδε νόμῳ
καλοῦσιν αὐτοί , τὰ μὲν ἐπιτιμήσων ταῖς παρανομίαις αὐτῶν καὶ πλεονεξίαις , αἷς ἐχρήσαντο περί τε τὴν ἀπόστασιν καὶ μετὰ
5422563 Εὐ
† πολλὴν γὰρ ἀβλάβειαν ἡ σιγὴ φέρει . } † Εὖ ἔχειν σπούδαζε μὴ τῷ σχήματι : τὸ σῶμα μᾶλλον
ὄφρ ' ἐῢ εἴδω . . . . α : Εὖ εἰδῶ : τὸ εἰδῶ Τυραννίων μὲν βαρύνει , Ἀρίσταρχος
5419555 φυγαδικην
ἀδόξου γέγονεν ἡ πόλις ; καὶ στασιαστὰς ἑτέρους ἀποκαλεῖς καὶ φυγαδικήν τινα τύχην ὀνειδίζεις , ὥσπερ οὐχ ἁπάντων ἔτι τούτων
ὑποπτεύεσθαί μου ἐς τὴν φυγαδικὴν . . . : σημείωσαι φυγαδικήν ʃ οὐκ ἄξιον ὑποπτεύεσθαί μου τὸν λόγον διὰ τὸ
5410831 ἡταιρηκως
δῆμος τῆς Ἱπποθοωντίδος φυλῆς Ἀχερδούς . . Ἀμύνων : Ῥήτωρ ἡταιρηκὼς , οὐκ ἰατρὸς ὁ Ἀμύνων . Ἀντισθένην : ἰατρὸς
ὅτι καταψηφιοῦνται αὐτοῦ τὸ εἶναι προαγωγὸν , ἢ ὅταν ὁμολογουμένως ἡταιρηκὼς κρίνηται , ὅπερ Αἰσχίνης κατασκευάζει ἐν τῷ κατὰ Τιμάρχου
5388968 ἀτρωτα
δαμήμεναι οὐδ ' ὑποείκειν : πρὸς τὴν ἑξῆς ἀθέτησιν : ἄτρωτα γὰρ καὶ ἄθλαστα τὰ ἡφαιστότευκτα . . . .
: χρυσὸς γὰρ ἐρύκακε δῶρα θεοῖο : ἡ διπλῆ ὅτι ἄτρωτα τὰ ἡφαιστότευκτα ὅπλα . ἡ δὲ ἀναφορὰ πρὸς τοὺς
5387671 τἀλλοτρια
λεπυχάνῳ . Εὐριπίδου τἄρ ' ἐστὶν οὐ κακῶς ἔχον , τἀλλότρια δειπνεῖν τὸν καλῶς εὐδαίμονα . ἵνα μὴ τὸ παλαιὸν
φίλε , τοῖς πολλοῖς γε αὐτῶν ἐνευρήσεις , ὅταν δέῃ τἀλλότρια ἀναλίσκειν , τὰς τοῦ κηφῆνος συγγενεῖς ἐνούσας ἐπιθυμίας .
5371532 ἀπειροκαλον
ἐδάφη λίθῳ Λακαίνῃ καὶ Λιβύσσῃ καὶ Αἰγυπτίᾳ , καὶ δείκνυσιν ἀπειρόκαλον τὸν Μενέλεων , χαλκῷ τοὺς τοίχους τῆς οἰκίας ἀλείψαντα
ὀχλοχαρές , ἀλλὰ νῆφον ἐν πᾶσι καὶ βέβαιον καὶ μηδαμοῦ ἀπειρόκαλον μηδὲ καινοτόμον : καὶ τὸ τοῖς εἰς εὐμάρειαν βίου
5370958 Δεινομαχος
ἀπιών . “ ” Νῦν οὖν , “ ἔφη ὁ Δεινόμαχος , ” οἶσθα κἂν ἐκεῖνο , ἄνθρωπον ποιεῖν ἐκ
καὶ αὐτῶν ἐκείνων εὐαγωγότεροι πρὸς τὸ ψεῦδος . ὁ γοῦν Δεινόμαχος , “ Εἰπέ μοι , ” ἔφη , “
5364380 ἀτιμαζετε
] τοῦτο διὰ μέσου . Ἐμὲ μέν , φησίν , ἀτιμάζετε , διότι ἐφόνευσα τὸν Ἀγαμέμνονα : καὶ οἱ ἐμὲ
διὰ μέσου . . . Ἐμὲ μέν , φησίν , ἀτιμάζετε , διότι ἐφόνευσα τὸν Ἀγαμέμνονα : καὶ οἱ ἐμὲ
5347296 ἀπαιδευτως
, καὶ τὰ τοιαῦτα : καὶ οὕτω διόλου προβαίνουσιν οἱ ἀπαιδεύτως τοιοῦτον εἶδος τῶν στοχασμῶν προδεχόμενοι . Ἐρῶν τις ἑταίρας
καὶ ἀδύνατόν ἐστιν αὐτὴν συναληθεύειν , καθάπερ , φησίν , ἀπαιδεύτως τινὲς τοῦτο ὑπελάμβανον , μάρτυρα παράγοντες τὸν Ἡράκλειτον ,
5346306 Κυνοκεφαλους
, οὐδ ' Ἀλκμᾶνος Στεγανόποδας ἱστοροῦντος , οὐδ ' Αἰσχύλου Κυνοκεφάλους καὶ Στερνοφθάλμους καὶ Μονομμάτους , ὅπου γε οὐδὲ τοῖς
Μεγαλοκεφάλους καὶ Πυγμαίους : Ἀλκμᾶνα δὲ Στεγανόποδας : Αἰσχύλον δὲ Κυνοκεφάλους καὶ Στερνοφθάλμους καὶ Μονομμάτους καὶ ἄλλα μυρία . Ἀπὸ
5343302 Ἀτοπα
. φῶμεν οὕτως ἢ μὴ φῶμεν , ὦ Πῶλε ; Ἄτοπα μέν , ὦ Σώκρατες , ἔμοιγε δοκεῖ , τοῖς
, τί καὶ ποιοῦντά σέ φησι διαφθείρειν τοὺς νέους ; Ἄτοπα , ὦ θαυμάσιε , ὡς οὕτω γ ' ἀκοῦσαι
5338449 κλεπτων
σοβαρῶς πορευομένων . Συνῆλθον Ἀτταβὰς καὶ Νουμήνιος : ἐπὶ δύο κλεπτῶν τοῦτο . Σὺν Ἀθηνᾷ καὶ χεῖρας κίνει : χρησμόν
συνεληλυθότων : φασὶ δὲ γραῦν τοῦτο εἰπεῖν Ἐπιδαύρῳ ἐπὶ δύο κλεπτῶν . Σύρβα τύρβα : ἐπὶ τῶν ἀτάκτως καὶ μετὰ
5330600 ἀντιλεγω
, καὶ αὖ ὅτι καὶ δύο ἀντιθέσεις ὁμοίως , οἷον ἀντιλέγω : δεῖ γὰρ ἐφ ' οἷς ἁμαρτάνουσιν οἱ λέγοντες
εἰ γὰρ ὅτι μάλιστα οὕτω διενοεῖτο , ὥσπερ ἔγωγε οὐκ ἀντιλέγω , ἀλλ ' ὑπεξήρηται τὴν καθαρὰν καὶ τῷ ὄντι
5329304 Σφοδρα
νόσος πρὸς ὑγίειαν , καὶ ἡ κακία πρὸς ἀρετήν . Σφόδρα δυσπείστως εἶχεν καὶ πρὸς τούτους τοὺς λόγους , εἰ
χρόνον ἐστίν , περὶ δὲ τὸν μέλλοντα οὐκ ἔστιν ; Σφόδρα γε . Ἆρα σφόδρα λέγεις , ὅτι πάντ '
5318873 Στεγανοποδας
ὧν εἰσὶ καὶ οὗτοι οἱ Πυγμαῖοι : οὐδ ' Ἀλκμᾶνος Στεγανόποδας ἱστοροῦντος , οὐδ ' Αἰσχύλου Κυνοκεφάλους καὶ Στερνοφθάλμους καὶ
μὲν Ἡμίκυνας λέγοντα καὶ Μεγαλοκεφάλους καὶ Πυγμαίους : Ἀλκμᾶνα δὲ Στεγανόποδας : Αἰσχύλον δὲ Κυνοκεφάλους καὶ Στερνοφθάλμους καὶ Μονομμάτους καὶ
5309612 νηφειν
. φέρειν τὸν οἶνον Φέρειν τὸν οἶνον : ἐπὶ τοῦ νήφειν . Διόφαντος Μετοικιζομένῳ . ἐς κόρακας : ἥξω φέρων
' ἔδειξε . Κάλλιππον δοκοῦντα ἄρχοντι νοῦν τε ἔχειν καὶ νήφειν καὶ δύνασθαί τι τῶν τῆς πόλεως ἐπανορθοῦν τὸν ὑπὸ
5287976 θαρρουντας
δ ' ἀνὴρ φρένας ἀφνειός : τοῦτο εἶπε πρὸς τοὺς θαρροῦντας ἔχειν καὶ μὴ πρὸ καιροῦ εὐτρεπίζοντας : ἔχει γὰρ
* ἑλληνικὴ πόλις : . . βέλτιον ἡττᾶσθαι δικαίως ἤπερ θαρροῦντας βασκανίᾳ καὶ δυνάμει παραλύειν τὸ δίκαιον : μὴ κακήν
5274213 καταφρονω
παραϲύνθετον : ἁπλοῦν μὲν οἷον φρονῶ , ϲύνθετον δὲ οἷον καταφρονῶ , παραϲύνθετον δὲ οἷον ἀντιγονίζω φιλιππίζω . Ἀριθμοὶ τρεῖϲ
, στεφάνους ἔχειν οὐκ ἀγωνίζομαι , δοξομανίας ἀπήλλαγμαι , θανάτου καταφρονῶ , νόσου παντοδαπῆς ἀνώτερος γίνομαι , λύπη μου τὴν
5262953 συνταττουσι
διὰ τὸ φοβεῖσθαι δῆθεν τὸν Κλέωνα , καθ ' οὗ συντάττουσι τὴν ἐπιβουλήν . φιλονεικοῦσιν οὖν τίς πρῶτος εἴπῃ .
πω τότ ' ἦν : νῦν , φησί , μισθοῦ συντάττουσι τοὺς ἐπινίκους , πρώτου Σιμωνίδου προκαταρξαμένου . οὐδ '
5257136 Ἐοικα
ἀρετὴν ὡς ἀληθῶς ἠσκημένους ταῖς ὑπὲρ αὑτῶν εὐφημίαις ἐρυθριᾶν . Ἔοικα δὲ τοῦ γάμου τὸ πάντων ἥδιστον παρατρέχειν . τί
ὕβρεως , ἀλλὰ καὶ ψιλῇ κατηγορίᾳ πρὸς δικαστήριον ἄγεται . Ἔοικα δὲ τὸ μέγιστον οὔπω διάφορον εἰρηκέναι . τί οὖν
5254010 ὁμοτεχνων
τὸ μέσον ἔστω δηλαδή . τοῦθ ' ἕτερος οὐδεὶς τῶν ὁμοτέχνων μου ποιεῖ . οὐκ οἴομ ' , οὐδ '
, ἰσχὺς ἀσεβημάτων . ἐπεὶ καὶ τῶν θηρίων τουτωνὶ τῶν ὁμοτέχνων ὑμῖν , ὦ γύναι , τὰ πολλὰ κολάζομεν οὐδὲν
5251321 Τιμωνος
ἀπ ' ἀνδρός . κατὰ τοῦτο τῆς χώρας φαίνεται πύργος Τίμωνος , ὃς μόνος εἶδε μηδένα τρόπον εὐδαίμονα εἶναι γενέσθαι
, ὡς οὐδὲν ἄρα ἦτε ὡς πρὸς Τίμωνα καὶ τὸν Τίμωνος πλοῦτον , ᾧ γε οὐδὲ ὁ βασιλεὺς Περσῶν ἴσος
5247409 ὑπομνηματιζειν
ὑδραργυρίζονται καὶ εἰς σῆψιν ἀποχωρίζονται . Θεοῦ δὲ βοηθοῦντος ἄρξομαι ὑπομνηματίζειν . Ἐὰν μὴ τὰ σώματα ἀσωματώσῃς καὶ τὰ ἀσώματα
ὅπερ σοφοὶ καὶ ἐλλόγιμοι ἔφθασαν ἐξηγήσασθαι , τοῦτο καὶ αὐτὸς ὑπομνηματίζειν πειρώμενος , ὥσπερ οὐκ ἐξαρκουσῶν ὧν ἐκεῖνοι εἰς αὐτὸ
5245184 σοφιστικως
φαύλαις τε καὶ ταῖς ἀγαθαῖς ὡς ὂν φύσει τοιοῦτον , σοφιστικῶς ἐκεῖνος ἐπήγαγε τὸ ὡς ταχὺ μετῆλθόν ς ' αἷμα
ἀγείροντα ἑωρᾶσθαι καὶ νῦν καθήμενον ἐπὶ θρόνου τινὸς ὑψηλοῦ μάλα σοφιστικῶς καὶ σοβαρῶς , μέλλοντα ὑμᾶς προκαλέσεσθαι ἀφ ' ὧν
5242937 ἐντετυχηκως
συλλόγῳ τῶν δημοτῶν : ἐπειδὴ δὲ πρεσβύτερος γέγονεν , οὐκ ἐντετυχηκὼς τῷ ἀνδρὶ δῆλος ἔτι εἶ . Τί μάλιστα ,
τῶν εἴκοσιν ὄντες . οἷς γε δὴ κατὰ τὸ παρὸν ἐντετυχηκὼς γνώσῃ , ὁποῖα λέγω . καὶ τῶν δημοσίων δὲ
5241508 Στερνοφθαλμους
' Ἀλκμᾶνος Στεγανόποδας ἱστοροῦντος , οὐδ ' Αἰσχύλου Κυνοκεφάλους καὶ Στερνοφθάλμους καὶ Μονομμάτους : ὅπου γε οὐδὲ τοῖς πεζῇ συγγράφουσιν
Πυγμαίους : Ἀλκμᾶνα δὲ Στεγανόποδας : Αἰσχύλον δὲ Κυνοκεφάλους καὶ Στερνοφθάλμους καὶ Μονομμάτους καὶ ἄλλα μυρία . Ἀπὸ δὲ τούτων
5239044 ἐξεταζοις
καὶ οὐκ ἂν ἔτι μετ ' ἐμοῦ ἱκανῶς τὰ ὄντα ἐξετάζοις , εἴπερ παρὰ τὰ δοκοῦντα σαυτῷ ἐρεῖς . Καὶ
Τίμωνι τὰ ἐναντία ἐπικαλεῖν ; Καὶ μὴν εἴ γε τἀληθὲς ἐξετάζοις , ἄμφω σοι εὔλογα δόξω ποιεῖν : τοῦ τε
5229078 συνοιδα
ἕνα σε νομίζει καλῶς ὑπειληφώς . ἐγὼ γάρ σοι ταύτην σύνοιδα τὴν εὐχήν . ἀλλ ' οἶμαι , τὸ μὲν
προῖκα γὰρ ἐμαυτὸν ἐπαινεῖν ἀξιῶ , καὶ ταῦθ ' ἃ σύνοιδα : ὡς δ ' οὐ πολλάκις αὐτὸ δρῶ ,
5228280 Παραδοξον
. ἐπὶ τῷ τέλει κορωνίς . 〛 θερμὸν ἔργον : Παράδοξον , ἢ τολμηρὸν , ἢ εὐκίνητον . Πενία παραβάλλουσα
. Ὑπερήδιστα , εἰ καί σοι παράδοξον τοῦτο δόξει . Παράδοξον , εἰ γέρων τε καὶ ἀσθενὴς ἄτεκνός τε προσέτι
5222725 συνειρων
, ὁ τὴν τῶν δωρεῶν ἐπάλ - ληλον φορὰν ἀπαύστως συνείρων , ὁ τὰς χάριτας ἐχομένας ἀλλήλων ἀνακυκλῶν δυνάμεσιν ἑνωτικαῖς
ὥστε γέλωτα ὀφλισκάνειν διὰ τοῦτο ἐν ταῖς συνουσίαις , οὐ συνείρων ἀλλὰ βατταρίζων καὶ ταραττόμενος , καὶ μάλιστα ὁπόταν οὕτως
5220780 οἰκειοτατα
ὥσπερ οὖν αὐτοὶ τοῖς ἄλλοις , οὕτω καὶ ἡμεῖς τὰ οἰκειότατα τῶν προειρημένων τοῖς ὑφ ' ἡμῶν πράγμασι λεγομένοις λαμβάνοντες
πόλιν . μάλιστα δ ' αὐτῶν [ ἀποδεξάμενος ] Ἀριστοτέλην οἰκειότατα [ διέκειτο πρὸς ] τοῦτον . ἀλλὰ γὰρ καὶ
5194573 φληναφους
φράσιν μεταδιώκειν δεῖ τῶν ἀρχαίων ῥητόρων ἐκφεύγοντας τοὺς τῶν μεσοτέρων φληνάφους , οἵτινες ἐκτραχηλισμοὺς , οὐκ ἀρετὴν λογικὴν μεταδιώξαντες καὶ
ὡς ἐξεγράψω καὶ ὡς οἴει κτῆμα τοὺς ἡμετέρους εἶναί σοι φληνάφους . σὺ μὲν οὖν χάριν φῂς ἔχειν ἐμοὶ τοῦ
5189916 Ἀγαν
ἂν τάδ ' ἔστη τῇδε , μὴ θεῶν μέτα . Ἄγαν ὑπερβριθὲς τόδ ' ἄχθος ἤνυσαν . Τοιόνδε μέντοι Ζηνὸς
σοῦ τέκνου καὶ θεῶν ἱκνοῦμαι μὴ προδοὺς ἡμᾶς γένῃ . Ἄγαν γε λυπεῖς . Οὐ κάτοισθ ' ἐγὼ θεοῖς ὡς
5187570 κολακευειν
μαλακοκόλαξ , ὥς φησι Κλέαρχος : πρὸς γὰρ τῷ οὕτω κολακεύειν καὶ τὸ σχῆμα τῶν κολακευομένων ἐπακολουθῶν ἀποπλάττεται παραγκωνίζων καὶ
; οὔτε γὰρ τὸ φιλεῖν ἡδονῆς ἀτυχές , οὔτε τὸ κολακεύειν λύπης ἄμοιρον , ἀλλ ' ἑκάτερον ἐν ἑκατέρῳ φύρεται
5183695 σιγων
τὴν λεοντείαν δορὰν πήραν τε καὶ πώγωνα καὶ βάκτρον μέγα σιγῶν δοκεῖς μοι φρόνιμος εἶναι καὶ σοφός . τύπους γὰρ
καὶ μὴ βουλομένους , ἀλλὰ κοσμίως ἡμῖν παρατίθησι τὴν τράπεζαν σιγῶν ; Σοφοκλῆς δέ πού φησιν ὡς ἄρα τὸ πρὸς
5180634 πεποιθεν
ἀλλήλων δίχα . οὗτος δ ' ἀνὴρ ἄριστος ὅστις ἐλπίσιν πέποιθεν αἰεί : τὸ δ ' ἀπορεῖν ἀνδρὸς κακοῦ .
[ ! ! ] ! [ ὅπου γὰρ ὧδεχ [ πέποιθεν ἀλκ [ ! ! ] ! [ θυμὸν καθημχθ
5178311 ἀναφανδον
ἐπ ' ἐμέο τοῦτο τὸ τέρας : γυναικὶ τράγος ἐμίσγετο ἀναφανδόν : τοῦτο ἐς ἐπίδεξιν ἀνθρώπων ἀπίκετο . Ὗν δὲ
, τῷ κρίνω κριδόν καὶ διακριδόν , φαίνω φανδόν καὶ ἀναφανδόν , χαίνω χανδόν . μένει δὲ τὸ ν ἐπὶ
5172798 συγχωρεις
, ἀλλ ' ὅτι πάσχει πάσχον ἐστίν : ἢ οὐ συγχωρεῖς οὕτω ; Ἔγωγε . Οὐκοῦν καὶ τὸ φιλούμενον ἢ
κἀμοί : καὶ ὅτι τοὺς δύο ἀνελὼν οὐδὲν ἐμοὶ ζῇν συγχωρεῖς : καὶ ἡ σφαγὴ τῶν πρώτων συνήθειαν πεποίηκε ,
5169852 Σμικρα
θανάσιμον βεβηκότα . Πότερα δόλοισιν ; ἢ νόσου ξυναλλαγῇ ; Σμικρὰ παλαιὰ σώματ ' εὐνάζει ῥοπή . Νόσοις ὁ τλήμων
καίτοι περί γε τῶν γερόντων ὁ Σοφοκλῆς εἴρηκε χαριέντως : Σμικρὰ παλαιὰ σώματ ' εὐνάζει ῥοπή : καταγωγῇ γὰρ ἔοικεν
5169021 ἀντευποιειν
ἀδικεῖ : ἐπεὶ δὲ καὶ φυσικὸς νόμος ἐστὶ τοὺς εὐεργέτας ἀντευποιεῖν , καὶ μὴ ἀγνοῶν , ἅτε φυσικὸν ὄντα ,
ἀντευποιήσει , λυθείη ἂν ἡ φιλία : διὰ γὰρ τὸ ἀντευποιεῖν καὶ ἀντιπάσχειν φιλοῦσι . τοῖς μὲν δὴ πρὸς χρῆσιν
5168801 Δικαιοπολις
ἔλεγε σωρόν . Γ μόλις γ ' ἐνέδησα : ὁ Δικαιόπολις λέγει τὸν συκοφάντην . διπλῆ καὶ ἔκθεσις εἰς ἰάμβους
ἐπεὶ οὐκέτι τοῖσιν ἐῴκει ” . Γ οὗτος ] ὁ Δικαιόπολις . Γ Ἡράκλεις : διπλῆ : εἶτα ἕπεται δυὰς
5168182 δειλως
εὔκλειαν . Ἡμεῖς μέντοι , ὡς ἐγᾦμαι , οἷά τε δειλῶς περὶ λόγοις ἔχοντες , πρῶτον ὀρθῇ δόξῃ , δεύτερον
ἐπιφόβως , ἐπιδεῶς καταδεῶς , εὐλαβῶς : εὐτελὲς γὰρ τὸ δειλῶς , τὸ δ ' ἀποδεδειλιακότως δύσφθεγκτον , τοῦ δὲ
5147892 ἀοκνως
θάλατταν παραπομπῆς , ἵν ' ἀκινδύνου τῆς παρουσίας σφίσιν οὔσης ἀόκνως παρακομίζωσι τὸν εἰς τὰ ἐπιτήδεια φόρτον . Ἐπειδὰν δὲ
ὑπὸ Εὐρυσθέως γυμναζόμενος οὐκ ἐνόμιζεν ἄθλιος εἶναι , ἀλλ ' ἀόκνως ἐπετέλει πάντα τὰ προσταττόμενα : οὗτος δ ' ὑπὸ
5136862 ἐγελασας
γάρ ἐστιν ὃς βροτῶν ἔχει κράτη . ἀλλὰ τί μεταξὺ ἐγέλασας , ὦ ἀλεκτρυών ; Ὅτι ὑπ ' ἀγνοίας ,
τοῖς Παναθηναίοις τὸ ἔλαιον τὸ ἐκ τῆς μορίας . τί ἐγέλασας , ὦ Ἀνάχαρσι ; ἢ διότι μικρά σοι εἶναι
5134677 νουθετειν
γὰρ τόν γε διδάσκαλον οὐκ εἰς τὰ θέατρα βαδίζειν κἀκεῖ νουθετεῖν : ταῦτα μὲν γὰρ ταῖς ἡδοναῖς καὶ ταῖς ψυχαγωγίαις
πόδα ] τὸν αὑτοῦ . . παραινεῖν ] συμβουλεύειν . νουθετεῖν ] διδάσκειν . . ταῦθ ' ἅπαντα ] ἃ
5133021 ὑπουλως
, φρονήματος ὑποπλησθεῖσα καὶ παρρησίας ὅσα κατ ' εἰρωνείαν πρότερον ὑπούλως ὑπῃνίττετο , ταῦτα ἀπ ' εὐτολμοτέρου θράσους ἐκλαλεῖ καὶ
, . . ὑπούλως ὁ δὲ πρός τινας τῶν γνωρίμων ὑπούλως τε καὶ οὐχ ὑγιῶς ἔσχεν . , . .
5132396 ἐπαξιως
εἰ γὰρ τύχοιεν ] εἰ γὰρ παρὰ τῶν θεῶν τύχοιεν ἐπαξίως ὧν φρονοῦσι καὶ ἀλαζονεύονται ἐπὶ τῶν ἀσπίδων κομπάσματα ἔχοντες
; τοὺς δὲ λέοντας οὐδ ' ἂν ἀφερμηνεῦσαί μοί τις ἐπαξίως δοκεῖ καὶ τὸν ὑπ ' αὐτοῖς ταῦρον , ὁ
5131283 ἀπελθοις
, δίειμί σοι μικρὸν ὕστερον , μὴ γὰρ ἀγνοήσας γε ἀπέλθοις τι τούτων . καὶ τὸν λόγον δὲ τὸν Μύσιον
, καὶ δέοιτό γ ' ἂν αὐτοῦ μένειν ἔστε σὺ ἀπέλθοις . Οὐκοῦν , ἔφη ὁ Κῦρος , εἴ γε
5130647 δεσποτικης
τὸ οὖν ἀποδρᾶν ἐστι τὸ ἔξω γενέσθαι τῆς ὑπηρεσίας τῆς δεσποτικῆς , . , . , . Ἀπὸ κυανέων :
βουλευμάτων λόγοις συνᾳδόντων . ἄξιον δὲ καταγελᾶν τῶν ἐπειδὰν ἀπαλλαγῶσι δεσποτικῆς κτήσεως ἐλευθερωθῆναι νομιζόντων : οἰκέται μὲν γὰρ οὐκέθ '
5129203 κἀκεινονι
τῶν σωφρόνων καὶ τῶν εὐρυπρώκτων θεατῶν σκόπει πότεροι πλείους . κἀκεινονί ] ἀριθμεῖ αὐτούς . τοῦτο ἄδηλον , πότερον ὁ
Χαιρεφῶντος ⌈ τοῦτό [ ταῦτά ] φησιν . καὶ τουτονὶ κἀκεινονί : ταῦτά φησι κοινῶς διὰ Σωκράτην καὶ Χαιρεφῶντα ,
5120763 ἡττηθης
οὖν ἐπιχειρήσας κωλύειν ἡττήθης , βιάζῃ νῦν ἐφ ' οἷς ἡττήθης ἀντιλέγων καὶ κρίνων ἐπὶ τούτοις τὸν συμβουλεύσαντα : εἰ
ἔδει σε ἀντιλέγειν ἢ εἴργειν , καὶ εἰ μὲν ἀντειπὼν ἡττήθης , τί βιάζῃ νῦν , καὶ οὐκ ἐμοῦ μόνον
5108566 προσηκουσαις
εἰρηκέναι , ἀλλὰ τὰ πλεῖστα μὲν ἑτέραις ὑποθέσεσι χρήσασθαι μηδὲν προσηκούσαις τῇ τῶν πρεσβυτέρων πραγματείᾳ , ἐνιαχοῦ δὲ λέγειν τι
ἡσθῆναι τοσοῦτον , ὅσον τότε ἥδετο ἐπὶ ταῖς μηδὲν αὐτῷ προσηκούσαις ναυσὶν ἀποσωζομέναις . Ξάνθος ὁ ποιητὴς τῶν μελῶν λέγει
5106975 κατειπον
ἔκλαον καὶ ἤρων καὶ νῦν ἐρῶ . διὰ τοῦτο ἐμαυτοῦ κατεῖπον , ἵνα με πέμψητε πρὸς τὴν ἐρωμένην . οὐ
τοῦ μηδὲ ζῷα λέγειν τὰ ἔμβρυα , παρ ' ὅσον κατεῖπον τὸ μὴ μόνον εἶναι ζῷα , ἀλλὰ καὶ τῆς
5104675 ἀκολουθουσων
ὡς τῆς ἡδονῆς καὶ τῆς λύπης παθῶν οὐσῶν κοινῶν καὶ ἀκολουθουσῶν ἐπὶ πράξεως πάσης , ἀφρόνων μὲν καλουμένων διὰ τὸ
εἶναι τὰ διὰ τούτων λεγόμενα τοῖς πρότερον εἰρημένοις περὶ τῶν ἀκολουθουσῶν ἀλλήλαις προτάσεων , ἐν οἷς ἔλεγεν ἀκολουθοῦσι δὲ αὗται
5104502 τἀπορρητα
ἔξω ἀφιεῖν . ὡς γοῦν αὐτὰ ἐκφέροντος κατηγορεῖ . ΓΘ τἀπόρρητα ] ἀπηγορευμένα τῇ πόλει . καὶ τέμαχος : ἰχθῦς
' οὐκ ἀνεῖχες αὐτὸν ὥσπερ εἰκὸς ἦν . οὕτως τι τἀπόρρητα δρᾶν ἐστι μέλει . γίγνωσκε τὸν ἄλεισόν τε καὶ
5092900 Δικαιον
] * Τοῖς Λητοῦς παισίν , Ἀπόλλωνι καὶ Ἀρτέμιδι . Δίκαιον γὰρ ἐν τοῖς τῶν νικώντων ὕμνοις γεραίρεσθαι καὶ Ἀπόλλωνα
ἃ χρὴ αἱρεῖσθαι . Σῶφρον τὸ κόσμιον τῆς ψυχῆς . Δίκαιον νόμου τάγμα ποιητικὸν δικαιοσύνης . Ἑκούσιον τὸ αὑτοῦ προσαγωγόν
5092365 παλαισμα
νέων καὶ ποιμέσι νέων . ἀλλὰ καὶ τὸ τελευταῖον ἀκήκοα πάλαισμα , τὸν πρεσβύτην , καὶ ταῖς συνθήκαις ὑμῶν ἡσθεὶς
ἡσυχία , τοσαύτη δὲ σιωπή : καὶ γὰρ εἴ τι πάλαισμα θαύματος ἦν ἄξιον , σιγῇ τοῦτο ἐθαυμάζετο . τῆς
5091966 παυσομαι
τὸν Δία ἐκλῦσαι ] ἐλευθερῶσαι οὐδαμῆ ] οὐδαμῶς λήξω ] παύσομαι ποτέ ] ἐπαινῶν προθυμίας ] τῆς ὑπὲρ ἐμοῦ ἐλλείπεις
τῆς ἐκείνου φύσεως δεῖγμα γεγενῆσθαι , τοῦτο οὐ πρὶν εἰπεῖν παύσομαι . Φιλοσοφίαν τοίνυν , ὦ βασιλεῦ , ἅπαντες μὲν
5084749 Σιλλους
αὐτὸν ἐπαινέσας [ τὸν Ξενοφάνην ] , ὡς καὶ τοὺς Σίλλους αὐτῶι ἀναθεῖναι , ἐποίησεν [ ] αὐτὸν ὀδυρόμενον καὶ
τινα πρὸς τοὺς κατ ' αὐτὸν φιλοσόφους καὶ ποιητὰς μικροψυχίαν Σίλλους ἀτόπους συνθεῖναι κατὰ πάντων φιλοσόφων καὶ ποιητῶν : ἀλλὰ
5082015 σωφρονεις
τὴν παρθένον : σὺ δὲ ὀκνεῖς καὶ αἰδῇ καὶ ἀκαίρως σωφρονεῖς : μὴ κρείττων εἶ τοῦ θεοῦ ; ” Ὡς
ἔβλεπεν ὁ Πλοῦτος μέλει ] φροντίς ἐστιν κἀπιτέτριμμαι ] ἠφάνισμαι σωφρονεῖς ] καλῶς λέγεις ἕωθεν ] ἀπὸ τῆς πρωΐας οἰνοῦτταν
5077944 φρονημ
δείκνυμ ' ὅτι καὶ πρὸ ἐμοῦ τοῦτ ' εἶχεν τὸ φρόνημ ' ἡ πόλις , τῆς μέντοι διακονίας τῆς ἐφ
Φιλοκλέα β δεν οὖν , εἰ δ ' ἐστὶν Αἰσχύλου φρόνημ ' ἔχων . κόγχη διελεῖν διενεγκεῖν οὐδαμῇ Δάκης τίς
5074902 τἀδικηματα
ταῦτ ' ἐμαρτύρησαν ; ὅπερ εἴρηκα καὶ πρότερον , διείλοντο τἀδικήματα , καὶ ἐπιτροπεῦσαι μὲν κατὰ διαθήκην οὐδὲν δεινὸν ἡγεῖτο
κατὰ Σικελίαν κακῶν : ὑπεμνήσθησαν γὰρ ἅμα τῇ θέᾳ κἂν τἀδικήματα παρελήλυθεν . ἐν δὲ τῷ προκειμένῳ ζητήματι τοιοῦτον οὐδέν
5070823 ἀσυνετους
τοὺς ἀνθρώπους πλὴν τούτου , τοῦ διδάσκειν εἶναι συνετοὺς τοὺς ἀσυνέτους : φρονεῖν διδάσκειν : περιτταὶ οὖν , φασὶν ,
σημεῖον . εἰ δὲ γλαυκοί εἰσιν οὗτοι , ἀδίκους καὶ ἀσυνέτους εἶναι νόει τοὺς ἄνδρας . εἰ δὲ καὶ τὰ
5065266 λεληθας
δ ' ἐξετάζων διὰ πάντων ἑνὸς καὶ δυοῖν λαμβάνῃ , λέληθας ἐπαινῶν οἷς ἀφίης , ἄλλως τ ' εἰ μηδ
δ ' ἐξετάζων διὰ πάντων ἑνὸς καὶ δυοῖν λαμβάνῃ , λέληθας ἐπαινῶν οἷς ἀφίης . Τὸ ἂν ὅτε ἔνι παραπληρωματικὸς
5062038 δραματων
ὥσπερ καὶ οἱ προκείμενοι ἄνδρες τοῖς περὶ τῶν σκηνικῶν τῶνδε δραμάτων διδάγμασιν , ὡς ἀπ ' αὐτῶν τῶν βίβλων ἐλέγχονται
τῆς μέσης κωμῳδίας . Μοσχίων Ξενίζων Μένιππος κωμικός . τῶν δραμάτων αὐτοῦ ἐστι Κέρκωπες Ὄφεις καὶ ἄλλα . φοίνικα }
5061696 ΚΘΓ
ἐστὶν διπλῆ . διὰ δὲ τὸ προδειχθὲν τὸ δὶς ὑπὸ ΚΘΓ ἴσον ἐστὶν τῷ ὑπὸ ΑΒ ΔΚ . καὶ τὰ
, καθ ' οὗ φέρεται τὸ Θ σημεῖον , ὁ ΚΘΓ : ὁ ΚΘΓ ἄρα κύκλος τέμνει τὸν ὁρίζοντα καὶ
5059195 ἐπιλαθομενους
, μήτε τοὺς παρ ' αὐτοῦ πολλάκις διασωθέντας τῆς φύσεως ἐπιλαθομένους θεὸν οὐκ ἄνθρωπον ἀναγορεύειν τὸν ἄνθρωπον : ὃ δὴ
ἰδίοις πόνοις ἐξημερῶσαι τὴν οἰκουμένην , τοὺς δ ' ἀνθρώπους ἐπιλαθομένους τῆς κοινῆς εὐεργεσίας συκοφαντεῖν τὸν ἐπὶ τοῖς καλλίστοις ἔργοις
5057477 ἠλεησα
οὐ τὸν τρόπον , “ εἶπεν ” ἀλλὰ τὸν ἄνθρωπον ἠλέησα . “ συνεχὲς εἰώθει λέγειν πρός τε τοὺς φίλους
Κηφισοδήμου , τῷ λάλῳ ξυνηγόρῳ ; Ὥστ ' ἐγὼ μὲν ἠλέησα κἀπεμορξάμην ἰδὼν ἄνδρα πρεσβύτην ὑπ ' ἀνδρὸς τοξότου κυκώμενον
5052330 Καλλισθενην
. . . , ̈ : ὅτι ὁ Ἀριστοτέλης τὸν Καλλισθένην ἀπέσκωψεν εἰπὼν τὸν μὲν περιττὸν νοῦν ἔχειν , τὸν
οὕστινας ἐθέλοι τῶν Ἑλλήνων φυγόντα σώζεσθαι , καὶ ἀποκρίνασθαι αὖθις Καλλισθένην , εἰ καὶ μὴ παρ ' ἄλλους , παρά
5040724 Πολεσιν
εἰς Σικελίαν ἐστράτευον . Γ μέμνηται δὲ αὐτοῦ καὶ Εὔπολις Πόλεσιν ὡς οὖν τίν ' ἔλθω δῆτά σοι τῶν μάντεων
: στρατηγὸς ἦν τοῦ ναυτικοῦ . καὶ Εὔπολις μέμνηται ἐν Πόλεσιν οὕτως περὶ τοῦ Ἀδειμάντου οὐκ ἀργαλέον δῆτ ' ἐστὶ
5039971 διαβεβληκεν
ἀπολογεῖσθαι δὲ περὶ ὧν ἐγκέκληκε καὶ ἔξω με τοῦ πράγματος διαβέβληκεν ὡς ἂν οὖν δυνώμεθα προθυμότατα πρὸς ὑμᾶς . ὁ
πολλά τε κατὰ τῆς πόλεως πεπραγμάτευται : καὶ γὰρ Δεκέλεια διαβέβληκεν αὐτὸν , καὶ ἡ πρὸς Λακεδαιμονίους μετάστασις , καὶ
5039005 ἐπιπληξαι
μὲν γὰρ ἐκείνοις ἐπιτιμᾶν ὀργὴν ἐργάζεται , τὸ δὲ σαυτῷ ἐπιπλῆξαι καὶ λέγειν ἐν τῷ λέγειν ἡμαρτηκέναι συγγνώμης ποιήσει τυχεῖν
εὔπορόν ἐστιν , γνῶναι δ ' ἰδόνθ ' ἕτερον καὶ ἐπιπλῆξαι ῥᾴδιον . ἀλλὰ τί τούτων ἐμοὶ πρὸς σέ ,
5038003 καταβιβαζοντες
ποιοῦντες τὸν ὄγκον τοῦ πληρώματος , ἀπό τε τῶν ὑποχονδρίων καταβιβάζοντες τὰς περὶ τὴν κεφαλὴν αἰσθήσεις βελτίους ποιοῦσι καὶ τοὺς
πάσης ἡλικίας τε ὁμοῦ καὶ διαδοχῆς τοῦ γένους τὴν εὐψυχίαν καταβιβάζοντες . διόπερ ἐπὶ ταύτας ἤδη πορεύσομαι . ἄξιον δὲ
5037383 κολακευσαι
τις αὐτοῦ θαυμάσειε τὸ μήτε τοῖς κατὰ τοῦ τεθνεῶτος λόγοις κολακεῦσαι τὸν ἀπεκτονότα μήτε τοῖς ὑπὲρ ἐκείνου παροξῦναι τὸν ζῶντα
ἀλλ ' οὐδὲ ἐν τούτῳ μέντοι πλούσιος ἀντὶ πένητος γεγένηται κολακεῦσαι μὲν οὐ δυνηθείς , ἐραστὴν δὲ τῶν αὑτοῦ τρόπων
5037076 δυσαπαλλακτως
. ἐγὼ γὰρ δὴ λέγω τό γε ἐμόν , ὅτι δυσαπαλλάκτως ἔχω σφόδρα ὑμῶν : εἰ δὲ καὶ ὑμεῖς φιλοσοφίας
συνὼν τῷ θεσπεσίῳ καὶ Ἀριστοτέλει συνδιαιτώμενος , Ὁμήρου δὲ ἔχων δυσαπαλλάκτως , οὐ θαμίζω ὑμῖν ἐπὶ τὸ βῆμα καὶ τοὺς
5032022 ἐνυβριζειν
τοῦ τε Ἀντωνίνου καὶ τῆς Σοαιμίδος παρέδοσαν σύρειν τε καὶ ἐνυβρίζειν τοῖς βουλομένοις : ἅπερ ἐπὶ πολὺ διὰ πάσης τῆς
φύσει , καὶ μὴ δι ' ἑτέρων ἐπιτηδευμάτων τὴν ἰδίαν ἐνυβρίζειν τέχνην . οἱ δὲ τὸ μάρνασθαι ἀντὶ τοῦ ἐνεργεῖν
5026073 Δεινον
πρὸς αὐτοῦ τοῦ μοιχοῦ πεσεῖν ἀδήλως ἢ δικασταῖς παραδίδοσθαι . Δεινὸν ὁ μοιχὸς καὶ πᾶσαν παρῆλθεν ἀδικημάτων ὑπερβολήν : ὅθεν
κατελειπόμην . Ἐγάμησεν ἣν ἐβουλόμην ἐγώ . Ἐξάραντες ἐπικροτήσατε . Δεινὸν σὺ φράγμα τῆς νύμφης λέγεις . Τηρῶ τὸν Δία
5024033 ἀναγκαζοντος
δίκαια βοηθεῖν μοι , καὶ κελεύητε αὐτούς , μᾶλλον δὲ ἀναγκάζοντος ἐμοῦ συναναγκάζητε , ἤτοι μαρτυρεῖν ἢ ἐξόμνυσθαι , καὶ
ἐκεῖ τῶν παππῴων μοι οὔτ ' αὐτὸς ἠξίουν ἀπολαβεῖν οὔτε ἀναγκάζοντος ἐδεξάμην . Ἀριστοφάνει δὲ καὶ τὸ δοθὲν ἐκεῖνο τὸ
5022960 κακκαν
δʹ δίμετρα ἀκατάληκτα , τὸ δὲ εʹ “ αὐτοῦ ποίησα κακκᾶν ” ἑφθημιμερές , ὃ καλεῖται , ὡς εἴρηται ,
οἰκίᾳ . , ἐνταῦθα , ἐν αὐτῷ τῷ τόπῳ . κακκᾶν ] τὸ χέσειν : ἤγουν ἐνταῦθα ἔχεσα . πηδᾶν
5021458 Αἰσχυλε
οὐ πελάθεις ἐπ ' ἀρωγάν ; Δύο σοι κόπω , Αἰσχύλε , τούτω . Κύδιστ ' Ἀχαιῶν , Ἀτρέως πολυκοίρανε
τὰς τραγωδίας . διὸ Σοφοκλῆς αὐτῷ μεμφόμενος ἔλεγεν : ὦ Αἰσχύλε , εἰ καὶ τὰ δέοντα ποιεῖς , ἀλλ '
5021372 ζεουσαις
ἐπιπλάττεται θερμὸς ὁ ἄρτος , ἁρμόττων ταῖς σκληροτέραις καὶ οὐ ζεούσαις φλεγμοναῖς : ἢ ἀντὶ τοῦ ἐλαίου τὸ βούτυρον ἐμβαλεῖς
ἀτράφαξυς καὶ μαλάχη ταῖς μὲν ἀρχομέναις καὶ αὐξανομέναις καὶ οἷον ζεούσαις αἱ κηπευόμεναι , ταῖς δὲ παρακμαζούσαις καὶ σκληρυνομέναις καὶ
5014022 σκυθρωπαζειν
τε ἀφιέναι συχνὰ καὶ στένειν κεντούμενον , ὠχριᾶν τε καὶ σκυθρωπάζειν καὶ τῇ τῶν ὀμμάτων κοιλότητι τὴν ἐντὸς ταραχὴν καὶ
ἐν Δεξιδημίδῃ : ὦ Πλάτων , ὡς οὐδὲν ἦσθα πλὴν σκυθρωπάζειν μόνον , ὥσπερ κοχλίας σεμνῶς ἐπηρκὼς τὰς ὀφρῦς .

Back