ἀφασία : ἡ ἀφωνία : ἐκ τοῦ φημί φήσω πέφηκα πέφαμαι φάσις καὶ ἀφασία : παρὰ τὸ μὴ δύνασθαι λέγειν
. . πέφαμαι , . . . . . : πέφαμαι : δύο σημαίνει : ἢ τὸ λέλεγμαι ἢ τὸ
6953494 ἀφασια
: ἐκ τοῦ φημί φήσω πέφηκα πέφημαι πέφησαι φάσις καὶ ἀφασία , πλεονασμῷ τοῦ μ διὰ τραχύτητα ἀμφασία . .
ἀφωνία : ἐκ τοῦ φημί φήσω πέφηκα πέφαμαι φάσις καὶ ἀφασία : παρὰ τὸ μὴ δύνασθαι λέγειν . . .
6739411 ἀπαφω
καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ ἀμφίβληστρον . . . . . ἀπαφῶ , , : ἀπαφῶ : σημαίνει τὸ ἀπατῶ .
ἢ παρὰ τὸ φῶ , τὸ ἀπατῶ , ὅθεν τὸ ἀπαφῶ . . . . ἀποφράδες : ἀποφράδας ἔλεγον οἱ
6565232 ἀλυσκω
: “ Οὐκ ἄρ ' ἐγὼ μούνη μετὰ Λάτμιον ἄντρον ἀλύσκω , οὐδ ' οἴη καλῷ περὶ δαίομαι Ἐνδυμίωνι .
ἐπαύξησιν λαμβανομένου . ὁ μέλλων ἀλύσω καὶ πλεονασμῷ τοῦ κ ἀλύσκω , ὡς μεθύω μεθύσω μεθύσκω . ἀλύσκειν οὖν τὸ
6563345 ἀπατω
καὶ κατὰ σύνθεσιν ἀπαφῶ , ἔνθεν τὸ ἀπαφίσκω , τὸ ἀπατῶ καὶ παραλογίζομαι . ἢ ἡ ἀπό τὸ ἄποθεν δηλοῖ
δεῖνα ἀντὶ τοῦ σοφίαν διδάσκω . σοφίζομαι δὲ ἀντὶ τοῦ ἀπατῶ . Τὸ τὰ προσήκοντα πρὸς ἀνθρώπους ποιεῖν λέγεται δίκαιον
6544169 ττ
σ μετὰ τοῦ α ψιλοῦ τρέπεται καὶ διὰ τῶν δύο ττ λέγεται Ἀττικῶς . σημαίνει δὲ τὸ τινά ψιλούμενον ,
] ? ? [ ] ἀνδρὸς παρὰ τὸν ἀδελφὸν αὐτὸν ττ ? [ ! ] ? [ ] οὐ παντὸς
6476753 ἐννεπω
τοῦ νοῦ κενόν . Εἶπον μὲν οὖν καὶ πρόσθεν , ἐννέπω δὲ νῦν , τὰς παῖδας ὡς τάχιστα δεῦρ '
αν . . . Παῖδες , ἄφωνος ἐοῖσα τότ ' ἐννέπω , αἴ τις ἔρηται , φωνὰν ἀκαμάταν κατθεμένα πρὸ
6434522 ἀρχομαι
ἀπεκρύψω ὅτι μέλλεις ἄρα πορρωτέρω ἀποδημεῖν , καὶ αὐτὸς δὲ ἄρχομαι ποθεῖν σε νὴ τὸν Δία τὸν Ὀλύμπιον . ἀλλὰ
οἷον συνεχῶς ἀναγιγνώσκω , ἀρκτικῇ , οἷον ἄρχομαι ζέειν , ἄρχομαι θερμαίνεσθαι . Ἐγκλίσεις πόσαι εἰσίν ; πέντε , ὁριστική
6383458 ἠμι
πᾶν εἰς μι λῆγον βαρύνεται , πλὴν τοῦ εἰμί φημί ἠμί : τῶν εἰς μι ἡ πρώτη μὲν καὶ δευτέρα
οὐκοῦν καὶ ἀπὸ τοῦ ὦ ἤγουν ὑπάρχω εἴη ἂν Αἰολικὸν ἠμί καὶ Βοιωτικῇ μεταθέσει τοῦ η εἰς τὴν ει δίφθογγον
6341258 ὑπαγωγηϲ
ἐϲθίειν δὲ αὐτὴν πρὸ τροφῆϲ δεῖ μετὰ ὄξουϲ ἢ γάρου ὑπαγωγῆϲ ἕνεκα γαϲτρόϲ , μετὰ τροφὴν δὲ οὐδαμῶϲ . κρόμυον
ἰϲχάδεϲ πλεῖϲται , χυλόν τε πτιϲϲάνηϲ λεπτότατον μετὰ μέλιτοϲ παρέξωμεν ὑπαγωγῆϲ χάριν τῆϲ γαϲτρόϲ . Ἔλιγμα δὲ αὐτοῖϲ ἐπιτήδειον τὸ
6339212 πτυϲματων
μηκύνει “ ἡ νόϲοϲ δηλονότι . ὅϲα μὲν οὖν τῶν πτυϲμάτων ὑπόξανθά τέ ἐϲτι καὶ ὑπόπυρρα καὶ ὕπαφρα καὶ λεπτά
ϲυμβαίνει δὲ διὰ τὸν ἐκ τῆϲ κινήϲεωϲ γιγνόμενον λεπτυϲμὸν πολλῶν πτυϲμάτων ἀναχρεμπτομένων καὶ μύξηϲ καὶ φλέγματοϲ ἔκκριϲιν γενέϲθαι . τοῖϲ
6329981 ἀναφωνηϲεωϲ
ἰϲχνότητα παρέχεται , ἡ δὲ μέϲη τὴν ϲυμμετρίαν . Περὶ ἀναφωνήϲεωϲ . Γυμνάϲιόν ἐϲτι θώρακοϲ καὶ τῶν φωνητικῶν ὀργάνων ἡ
ἐκ τῶν ὕπνων καὶ περιπατήϲαντα , οὕτωϲ ἐπὶ τὰ τῆϲ ἀναφωνήϲεωϲ παραγενέϲθαι . ἐν δὲ ταῖϲ ἀναφωνήϲεϲιν ἡ εὐμέλεια καὶ
6325380 βουλησεων
εἰς τὸ θεῖον νεμέσεως τῶν τ ' εἰς σφᾶς αὐτοὺς βουλήσεων δικαιοῦμεν ἢ πράσσομεν . ἡγούμεθα γὰρ τό τε θεῖον
ἡμαρτημένην τῶν πολλῶν δόξαν . ἔτι δ ' ἐκ τῶν βουλήσεων καὶ τῶν φανερῶν δοξῶν Ἄν , φησί , λέγῃ
6313715 ἐρωτησεων
: εἰ δὲ δι ' ἐρωτήσεων βούλει , δι ' ἐρωτήσεων : οὐδὲ γὰρ τοῦτο φευκτέον , ἀλλὰ πάντων μάλιστα
τοῦ ΑΒΓΔ τετραγώνου . οὕτως οὖν ὁ Σωκράτης διὰ τῶν ἐρωτήσεων τούτων ἐποίησε τὸν δοῦλον τοῦ Μένωνος εὑρεῖν ὅπερ οὐκ
6291911 κρατιϲτον
τε μεταφρένου καὶ τῆϲ γαϲτρόϲ . ἐπὶ δὲ τῶν κεχρονιϲμένων κράτιϲτον βοήθημα καὶ ἡ διὰ τοῦ ἐλλεβόρου δι ' ἐμέτων
: ἄκρωϲ γὰρ ποιεῖ , ὅθεν πολλάκιϲ αὐτῷ χρηϲτέον . κράτιϲτον δὲ καὶ γλήχωνοϲ ἀφεψήματοϲ πίνειν ϲυνεχῶϲ καὶ πρὸ τῶν
6238469 προσλαλω
ἄγχομαι , [ φλυαρῶ , περιβάλλομαι , ] κατατυγχάνω , προσλαλῶ , συνεπερείδομαι , συλλαλῶ , κατατυγχάνω , καταμέμφομαι ,
ἔρχομαι , προσέρχομαι δὲ Ἀπολλωνίῳ , πρὸς Τρύφωνα λαλῶ καὶ προσλαλῶ Τρύφωνι , καὶ ἔστι μέν που καταφέρω οἶνον ,
6238359 ἐκρεῃ
πολλὸν καὶ ἁθρόον ἐκχυθῇ πῦον : ἢν δ ' ὦν ἐκρέῃ ϲχέδην , ἀτρεμέει . πῦον ἢν κάτω περῆϲαι θέλῃ
ἡ ϲικύη . χρὴ δὲ ὁκόϲον ἂν ἐκ φλεβὸϲ πολλὸν ἐκρέῃ , τοϲόνδε ἐκ τῶνδε ἀφαιρέειν αἷμα : τόδε γὰρ
6221685 ἱστω
πρέπει : λέγε μοι , πόσσω κατέβα τοι ἀφ ' ἱστῶ ; μὴ μνάσῃς , Γοργοῖ : πλέον ἀργυρίω καθαρῶ
πρώτη ἐστὶ τῶν εἰς μι : ἀπὸ δὲ τοῦ ἱστάω ἱστῶ , ἥτίς ἐστι δευτέρα τῶν περισπωμένων , γέγονεν ἵστημι
6219320 πιϲτωϲ
μάλιϲτα [ καὶ ] τῶν ἡμερῶν λύει τελέωϲ ἀεὶ καὶ πιϲτῶϲ καὶ ἀγαθῶϲ καὶ ἀκινδύνωϲ καὶ ϲαφῶϲ καὶ εὐϲήμωϲ .
ἐκρίθη τὸ νόϲημα , εἴτε κατὰ βραχὺ προακμαϲτικῶϲ ἐλύθη , πιϲτῶϲ τοῖϲδε ἂν γνωρίϲαιϲ : πρῶτον γὰρ καὶ μέγιϲτον ϲημεῖον
6202248 παρηγμενων
ἐβαρύνοντο . Καὶ τοσαῦτα μὲν περὶ τῶν παρὰ τὰ πτωτικὰ παρηγμένων . Δοκεῖ δὲ πρωτότυπον εἶναι τὸ ἕως : οὐ
οὐ τῇδε ἐχόντων , ἀλλ ' ἐξ ὀνόματος ἢ ῥήματος παρηγμένων . πρόκειται δὲ ὅτι αἱ προθέσεις , παραγόμεναι εἰς
6186862 φω
λέγει . πάλιν δὲ φῶς ἐγένετο αὐτοῖς ἀπὸ τῆς ἡμετέρας φω - νῆς : ἄνευ γὰρ κιθάρας ἢ ἄνευ ἀνδρὸς
ἀκαμαντοχάρμαν μετὰ τοῦ ν , ἢ διὰ τὴν ἐπαλληλίαν τῶν φω - νηέντων , ἐπεὶ εἰ οὕτω ἐγένετο ὦ ἀκαμαντοχάρμα
6141518 λιπτω
χαρακτῆρος : πρόσκειται ἓν ἄφωνον , διὰ τὸ ἵπτω : λίπτω : νίπτω : πίπτω . Τὰ εἰς δω δισύλλαβα
Ξ μάχης ] πολέμου . λελιμμένος ] ἐπιθυμῶν παρὰ τὸ λίπτω . λελιμμένος ] ἐπιθυμῶν . θ Ξ λελιμμένος ]
6118527 ἐπιγελασας
ἀλλὰ ἄλλον δεῖ περιμένειν εὐεργέτην . Καὶ ὁ Κέβης ἠρέμα ἐπιγελάσας , Ἴττω Ζεύς , ἔφη , τῇ αὑτοῦ φωνῇ
ἡμῖν ἔληξε τὰ παλαίσματα , λέγω πρὸς τὴν Παλαίστραν ἅμα ἐπιγελάσας , Ὦ διδάσκαλε , ὁρᾷς μὲν ὅπως εὐχερῶς καὶ
6112596 διαβρωϲιοϲ
ἀναγωγῆϲ τάμνειν φλέβα : ἤν τε γὰρ ἐκ ῥήξιοϲ ἢ διαβρώϲιοϲ , εὐάρμοϲτοϲ φλεβοτομίη , ἤν τε ἐπ ' ἀραιώϲει
τῇ ἀρτηρίῃ λάβρωϲ τὸ αἷμα ἐκχέεται . ἢν δὲ ἀπὸ διαβρώϲιοϲ , χρὴ ἐπανερωτῆν , εἴ κοτε πρόϲθεν ἔβηξε ὥνθρωποϲ
6100293 συριζω
ἐκλαλῶ , ἀλλοτριοῦμαι , ἐκπαλαίω , μυθολογῶ , λαλῶ , συρίζω , ἀπατῶ , μωραίνω , κλέπτω , κατασκευάζω ,
τ τρέπουσι , τύ λέγοντες ἀντὶ τοῦ σύ . Τὸ συρίζω τυρίσδω λέγουσιν : ἐπὶ δὲ τοῦ δευτέρου καὶ τρίτου
6071455 ρρ
. δύναται καὶ Δαραῖος . εἰσὶ δὲ Δαρραί διὰ δύο ρρ ἔθνος πρὸς τῇ Ἐρυθρᾷ θαλάσσῃ . Δαριστάνη , πόλις
τέ οἱ δεῖμεν πόσις : ὅρρα τέ οἱ διὰ δύο ρρ . αἱ δὲ Ἀριστάρχειοι δι ' ἑνὸς ρ τὰ
6066621 ἀπαραδεκτον
τε κατὰ φιλοσοφίαν καὶ τῶν παντὸς ἐλευθερίου ἄλλου παντελῶς ὑπάρξαι ἀπαράδεκτον , καὶ νοῦν δὲ πρὸς τὰς μιαιφονίας μόνον ὀξύρροπον
μὲν τὸ συνηρτημένον τοῖς εἰρημένοις πτωτικοῖς , ἐκκλίνασα δὲ τὴν ἀπαράδεκτον τῶν ἄρθρων ἀντωνυμίαν , ὅπου γε καὶ μέχρι ῥήματος
6043716 ἀποφασθε
δὲ τοῦ ἔφασο καὶ τὸ προστακτικὸν φάσο φάσθω φᾶσθε καὶ ἀπόφασθε . . . . ἀπόθεστος : ποθέσω πεπόθεκα πεπόθεμαι
προθέσεις καὶ πλεονάζουσιν : ἀλλ ' ὑμεῖς ἔρχεσθε καὶ ἀγγελίην ἀπόφασθε κατ ' ἔλλειψιν τῆς ἀπό : ἐξ οὐρανόθεν προΐαλλε
6041046 τερπω
τοῦ Ψ , οὕτω καὶ ἐπὶ τοῦ λείβω λείψω καὶ τέρπω τέρψω καὶ γράφω γράψω καὶ κόπτω κόψω διὰ τοῦ
φ ἢ π ἢ πτ , οἷον λείβω † γράφω τέρπω κόπτω : ἡ δὲ δευτέρα διὰ τοῦ γ ἢ
6035514 ἀρνουμαι
. καὶ γὰρ εἰ πράττει κακῶς , τοῦτό γε οὐκ ἀρνοῦμαι , ἄλλως θ ' ὅτε ἀδικεῖ μὲν οὐδέν ,
ἐκ τοῦ πράγματος γιγνομένας πρὸς ἑτέρους φιλονεικίας καὶ μάχας οὐκ ἀρνοῦμαι μὴ οὐχὶ συμβεβηκέναι μοι . Περὶ δὲ τῶν ποιημάτων
6031154 φερτος
γίνεται φερτός καὶ φερτή καὶ ἀφερτή , ἐκ δὲ τοῦ φερτός καὶ προφερέστερος τὸ συγκριτικὸν καὶ προφερέστατος , . ,
: ἀφερτὴ δ ' ἀρετή : ἀπὸ τοῦ φέρω γίνεται φερτός καὶ φερτή καὶ ἀφερτή , ἐκ δὲ τοῦ φερτός
6023093 νοϲοϲ
κυάθων β ἐπ ' ἐνιαυτόν , ἢ ἕωϲ ἂν ἡ νόϲοϲ παύϲηται : καὶ τὸ δι ' ἑπτὰ δὲ ϲυντιθέμενον
τὸ δυϲδιάγνωϲτόν τε καὶ δυϲθεράπευτον ἢ καὶ ϲχεδὸν ἀθεράπευτον ἡ νόϲοϲ κέκτηται . κατάρχει δὲ τοῦ πάθουϲ ὡϲ τὸ πολὺ
6016082 Δορκας
προϊόντα οὖν καὶ ἡλιοφανῆ γενόμενα χειμῶνας καὶ ὄμβρους προμηνύει . Δορκὰς ζῷόν ἐστι τετράπουν πᾶσιν ἀνθρώποις γνωστόν . τοῦτο ἐνεργεῖ
προϊόντα οὖν καὶ ἡλιοφανῆ γενόμενα χειμῶνας καὶ ὄμβρους προμηνύει . Δορκὰς ζῷόν ἐστι τετράπουν πᾶσιν ἀνθρώποις γνωστόν . τοῦτο ἐνεργεῖ
6007195 οἱϲιν
πυρετῶν ὁμοίωϲ ξυνεχέων καὶ διαλειπόντων . αὐτίκα γὰρ ξυνεχὴϲ ἔϲτιν οἷϲιν ἀρχόμενοϲ ἀνθεῖ καὶ ἀκμάζει μάλιϲτα καὶ ἀνάγει ἐπὶ τὸ
ἐϲ τὰ αὐτὰ παλινδρομέεϲ . ὀξύτατα δὲ θνῄϲκουϲι τῶνδε , οἷϲιν οὐδὲν ἐκκρίνει , ὁκόϲοι δὴ θνῄϲκουϲι : οἱ πλεῦνεϲ
6006135 ἐπω
Νοῦσος : ἀῤῥωστία . ἀταρτηρή : βλαπτικὴ , βλαβερὰ , ἐπώ . ἐδάησαν : ἔγνωσαν , ἔμαθον . Τέρμα :
Νοῦσος : ἀῤῥωστία . ἀταρτηρή : βλαπτικὴ , βλαβερὰ , ἐπώ . ἐδάησαν : ἔγνωσαν , ἔμαθον . Τέρμα :
6004441 ἀποϲτηματων
φθορὰν ἢ ὑπὸ φαρμάκων δριμέων ἢ ὑπὸ ῥεύματοϲ ἢ ἐξ ἀποϲτημάτων ϲυρραγέντων . εἰ μὲν οὖν πρόχειροϲ εἴη ἡ ἕλκωϲιϲ
τῷ περὶ παρωτίδων λεχθεῖϲι καὶ τοῖϲ λεχθηϲομένοιϲ ἐν τῷ περὶ ἀποϲτημάτων χρηϲτέον . Οἴνου Ἀδριανοῦ καλοῦ # κ , ῥοὸϲ
6003880 ῥαπτομενον
ποταμόν , ἐπανάγειν ὀξέως . Ἰδού σοι , τὸ πάλαι ῥαπτόμενον ἐπὶ τέλος ἥκει : τὴν Ἁρποκρατίωνος ἡμᾶς ἀφελόμενος γλῶτταν
δὲ σισύρναν οἱ κατὰ Λιβύην λέγουσι τὸ ἐκ τῶν κωδίων ῥαπτόμενον ἀμπεχόνιον . σίσυς δέ ἐστι παχὺ ἱμάτιον καὶ εὐτελὲς
6001108 μανθανεις
: οὐ τὸ μὲν τετράπουν τοῦτο ἡμῖν ἐστι χωρίον ; μανθάνεις ; Ἔγωγε . Ἕτερον δὲ αὐτῷ προσθεῖμεν ἂν τουτὶ
, ταυτηνὶ λαβὼν ἔνεγκον ἐπὶ τὸ μνῆμ ' ἐκείνῃ , μανθάνεις ; καὶ κατάχεον . ΜΕΤΑΝΙΠΤΡΟΝ ἡ μετὰ τὸ δεῖπνον
6000765 κλω
τῇ πραότητι : τὸ κολακεύειν . Κλαίω : παρὰ τὸ κλῶ , οὗ παράγωγον κλαίω . κλᾶται γὰρ ἡ τῶν
. οὕτω Φιλόξενος . . . , : ὁμοκλή : κλῶ ἐστι ῥῆμα δηλοῦν τὸ φωνῶ , ὅπερ γέγονεν ἀπὸ
5998385 ἀκροω
τέσσαρα νῦν τοῦ χοροῦ μαθὼν μέρη τὴν ἔξοδον τὸ πέμπτον ἀκροῶ μέρος , ὅπερ μετ ' ἐμμέλειάν ἐστιν εἰς τέλος
φορῶ φορέσω , καὶ ἡ δευτέρα τὸ α ὡς τὸ ἀκροῶ ἀκροάσω , γελῶ γελάσω : τέως δὲ ὡς ἐπὶ
5993374 κακοτυχες
τοῦ χοροῦ φασι κατ ' ἐρώτησιν : τὸ δὲ ὦ κακοτυχὲς γύναι ἰδίως πρὸς τὴν Μήδειαν ἀναπεφώνηται . τὸ δὲ
γράφεται δαίμονος τύχαι . . δυσπόλεμον ] δυσπόλεμον ἄρα καὶ κακοτυχὲς καὶ ἄθλιον τὸ γένος τῶν Περσῶν , ἀτυχῆσαν ἐν
5992265 πτοουμαι
ἐπηύξατο Οἰδίπους ἐλθεῖν τοῖς ἑαυτοῦ παισί . πέφρικα ταύτην καὶ πτοοῦμαι τελέσαι καὶ πληρῶσαι τὰς ὀργίλους κατάρας τοῦ Οἰδίποδος τοῦ
πενθῶ ; ἀστράπτω , ὑπορθῶ ; δογματίζω , αὐξάνω ; πτοοῦμαι , νέμω ; ἵστημι , ἵσταμαι . θέλω ,
5986523 μω
: . . . ἢ ζητήσεως ἄξιον : ἐκ τοῦ μῶ , τὸ ζητῶ . . . Δ : ἐπιμάσσεται
τὸ ζητῶ . Ἐπίχαρμος ὁ κωμικός : ” Πύρραν γε μῶ καὶ Δευκαλίωνα . ” καὶ τὴν τοῦ Ἑρμοῦ ,
5982587 μεμαρτυρημενων
αὐτὴν ὑπὸ τούτων ἀπεστερῆσθαι , ἔκ τε τῶν εἰρημένων καὶ μεμαρτυρημένων καὶ ἐξ αὐτῶν τῶν νόμων ἱκανῶς ἡγοῦμαι ἀποδεδεῖχθαι .
ἡμῶν καὶ καταφεύγειν εἰς τοὺς μεγίστους ἐλέγχους ἐθελόντων περὶ τῶν μεμαρτυρημένων , πάντα ταῦτα φυγὼν οὗτος οἴεται , περὶ τῆς
5979638 ὀλωλα
πόνος δύεται εἰς ὄνυχα . οἴχομ ' , Ἔρωτες , ὄλωλα , διοίχομαι : εἰς γὰρ ἑταίραν νυστάζων ἐπέβην ἠδ
φασίν : τὴν θεράπαιναν δείκνυσιν : ὁ Πολυμήστωρ : † ὄλωλα κοὐδέν : ὄλωλα , φησὶν , ὑπὸ τῶν κακῶν
5977672 ῥηξιοϲ
. οἱ δὲ τρόποι τρεῖϲ ἔαϲι : ἢ γὰρ ἀπὸ ῥήξιοϲ ἀγγείου , ἢ διαβρώϲιοϲ , ἢ ἀραιώϲιοϲ ἀνάγεται .
πάϲῃ ἰδέῃ ἀναγωγῆϲ τάμνειν φλέβα : ἤν τε γὰρ ἐκ ῥήξιοϲ ἢ διαβρώϲιοϲ , εὐάρμοϲτοϲ φλεβοτομίη , ἤν τε ἐπ
5975850 ἐρρ
ἄνδρα τόν , ὅς τε θεοῖσιν ἀπέχθηται μακάρεσσιν . [ ἔρρ ' , ἐπεὶ ἀθανάτοισιν ἀπεχθόμενος τόδ ' ἱκάνεις .
ἐλήφθη τὸ ” βάλ ' ἐς κόρακας “ καὶ ” ἔρρ ' ἐς κόρακας “ ἐπὶ τοῦ ἀφανισμοῦ . εἴρηται
5965913 αἱμορραγουντων
. Ἀντιϲπάϲεωϲ μὲν ἕνεκα ἑκάϲτοτε τὰϲ κατ ' εὐθεῖαν τῶν αἱμορραγούντων τέμνε φλέβαϲ , οἷον δεξιοῦ μυκτῆροϲ αἱμορραγοῦντοϲ τὴν ἐν
ἐν ταῖς τῶν μυῶν ὦσι κεφαλαῖς , καὶ κατὰ τῶν αἱμορραγούντων ὠφελίμως ἐπιπλάττεται καὶ τοὺς οἰδηματώδεις ὄγκους ἱκανῶς διαφορεῖ τε
5962915 ἁμαρτανω
ἐμαυτοῦ διαιτήμασι καὶ τῷ τοῦ βίου σχήματι , γνώμῃ ἔτι ἁμαρτάνω , τοῦ μὲν ἔχειν αἰτίαν , ὡς ἀδικῶ δημοσίᾳ
, κόψω Βουπάλωι τὸν ὀφθαλμόν . ἀμφιδέξιος γάρ εἰμι κοὐκ ἁμαρτάνω κόπτων . Μητροτίμωι δηὖτέ με χρὴ τῶι σκότωι δικάζεσθαι
5958832 ἀναβαλλομαι
καὶ πολλὰς ἔχων ἀφορμὰς λόγων ταύτην μὲν εἰς ἕτερον καιρὸν ἀναβάλλομαι τὴν θεωρίαν , εἴπερ περιέσται μοι χρόνος : ἰδίαν
[ , περὶ ] μὲν ψυχῆς [ ἄλλοις ] ? ἀναβάλλομαι [ ] [ : ἡμῖν δὲ ] τοῦ σώματος
5956525 λαλιστερον
καταπέπωκεν νεῖν ἐξ ὑπτίας αἱ τῶν γυναικῶν παγίδες ἀπεριλάλητος Αἰσχύλος λαλίστερόν ς ' εὕρηκα ἄχθομ ' αὐτοῦ τῷ ῥύπῳ ἔχε
καὶ μουσωθὲν ἀνθρώπων φωνήν . εἶτα μέντοι τῶν ψιττακῶν ἐστι λαλίστερόν τε καὶ θυμοσοφώτερον . οὐ μὴν τὴν ἐξ ἀνθρώπων
5952757 ἀμαξα
. ὡς παρὰ τὸ βήσω βῆσσα καὶ ἄξω ἄξα καὶ ἄμαξα , οὕτως καὶ παρὰ τὸ φρῶ , ὃ παρὰ
βλῶ βλήσω : βλήτρον : καὶ πλεονασμῶ τοῦ σ . ἄμαξα ἐκ τοῦ ἄγω , ἄξω : ἄξα : καὶ
5952751 χρονοϲ
πονηρὸν οἷον ἐνριγιϲκάνειν . χεζητιᾷ εἰϲ τοὺϲ βαθεῖϲ πώγωναϲ ὁ χρόνοϲ βλέπων . αὗται λαλοῦϲαι τὸν [ τρύχουϲι πολλοῖϲ τ
πρώτου λουτροῦ πρὸϲ τὸ δεύτερον ὡρῶν ἰϲημερινῶν τεϲϲάρων ἢ πέντε χρόνοϲ , εἰ τὸ τρίτον ἔτι μέλλοιϲ λούειν αὐτόν ,
5949661 διδημι
ἑτὸς καὶ ἄφετος καὶ δίδωμι δοτὸς καὶ Ἡρόδοτος , οὕτως δίδημι δετὸς καὶ δετή , ἡ ἐκ δεδεμένων δᾴδων λαμπάς
ὀξύτονα ὄντα : οἷον , δετός : ἀπὸ γὰρ τοῦ δίδημι , ὃ δηλοῖ τὸ δεσμεύω : θετὸς ἀπὸ τοῦ
5940456 κελσαντ
λιμένος γίνεσθαι , ἐξοκέλλειν δὲ τὸ ἐξοριάζεσθαι . * : κέλσαντ ' ] δύναται δὲ συνταχθῆναι καὶ οὐδετέρως , κέλσαν
τῶνδε ] οὓς πάσχεις χρή ] ἀπόκειται τέρμα ] τέλος κέλσαντ ' ] καταντήσαντα , ἐλλιμενίσαντα , ἐκ μεταφορᾶς τῶν
5939639 τελισκω
τοῦ ι διὰ τὴν σύνταξιν : σεσημείωται τὸ εὑρίσκω : τελίσκω : γαμίσκω : κυΐσκω : ὀφλίσκω , ἀφ '
, , : ὡς γάρ φησιν Ἡρακλείδης , καθὰ τελῶ τελίσκω Ἰακῶς καὶ θορῶ θορίσκω καὶ μολῶ μολίσκω , ἐξ
5920644 ϲικυαιϲ
ϲτύφοντι ἢ ὀξυκράτῳ . ἐπὶ δὲ τῆϲ κύϲτεωϲ αἱμορραγούϲηϲ καὶ ϲικύαιϲ κατὰ κενεώνων καὶ ἰϲχίων χρηϲόμεθα . διοριϲτέον δὲ τὸ
μεταϲυγκρίνειν αἰώραιϲ διαφόροιϲ , περιπάτοιϲ , ἀναφωνήϲεϲιν , ἀλείμμαϲι , ϲικύαιϲ , δρώπαξι κατὰ τῶν ὑπερκειμένων , ἡλιώϲεϲι , τρίψεϲι
5919034 βιαιαϲ
βραδέωϲ κινεῖται ὁ ὀφθαλμὸϲ ἢ οὐδόλωϲ . ὅταν δὲ ἐκ βιαίαϲ πληγῆϲ κατὰ κεφαλῆϲ γιγνομένηϲ ἢ καταπτώϲεωϲ ἀπορραγῇ τῆϲ ϲυμφυΐαϲ
ψῦξιν : ὅταν δὲ ὑπὸ πληρώϲεωϲ ὑγρῶν γένηται λυγμόϲ , βιαίαϲ δεῖται κενώϲεωϲ . τοῦτο δὴ ὁ πταρμὸϲ ἐργάζεται :
5917500 κυρηβασει
ὡς μέλαν μελανώτερον καὶ μελάντερον . . . . . κυρηβάσει , , : κυρηβάσει : μαχήσεται . τίκτεται μὲν
τὴν χεῖρα δείκνυσιν , ἢ κορώνην φέρων τοῦτο λέγει . κυρηβάσει : κυρηβασία λέγεται ἡ διὰ τῶν κεράτων μάχη ,
5911844 τελω
καὶ Λιβάνιος : ” ὡς τὰ αὐτὰ ἐφροντίζομεν “ . τελῶ λέγεται τὸ πληρῶ , ἀφ ' οὗ καὶ τέλος
καὶ τελευτὴ ὁ θάνατος : τελῶ καὶ τὸ γίνομαι , τελῶ καὶ τὸ μυοῦμαι καὶ τὸ διδάσκομαι , ὡς ἐνταῦθα
5908893 δερματιων
. κοσκυλματίοις ] ἤτοι κολακεύμασιν . εἴρηται δὲ ἀπὸ τῶν δερματίων . κοσκυλμάτια γάρ εἰσι τὰ περιτεμνόμενα περιττὰ τμήματα ἀπὸ
” δερματικὸν ἂν εἴη λέγων ὁ ῥήτωρ τὸ ἐκ τῶν δερματίων τῶν πιπρασκομένων περιγινόμενον ἀργύριον . Δερμηστής : Λυσίας ἐν
5901171 τεινῃ
ὠοῦ μετ ' οἴνου αὐστηροῦ ἐπίχριε καὶ ἐὰν περι - τείνῃ , μετ ' οἴνου μόνου ἐπίχριε . Ἄλλο .
οὐρανὸν εἴσω αἰθέρος ἐκ δίης , ὅτε τε Ζεὺς λαίλαπα τείνῃ . ἡ διπλῆ ὅτι σαφῶς οὐκ ἔστιν Ὄλυμπος καὶ
5896272 λελεγμενων
ὁριζόμενοι χρόνους . Ἐκ δὲ τοῦ ἐπιλόγου περὶ μὲν τῶν λελεγμένων μνημονικοὺς ποιήσομεν ἐκ τοῦ πάλιν λέγειν κεφαλαιωδῶς : περὶ
δίδωσιν ἐκ βασιλέων : Εἰ δ ' αὖθις οὐδεὶς τῶν λελεγμένων ἄνω Συσχηματισθῇ καλοποιὸς τῇ τύχῃ , Δηλοῖ πενίαν καὶ
5890458 Ἀριφραδης
ἐν τῇ περὶ τοῦ Λάχης διδασκαλίᾳ , ἡνίκα περὶ τοῦ Ἀριφράδης διελαμβάνομεν : ὥσπερ γὰρ ἀπὸ τοῦ φαίνω γίνεται Ἀριστοφάνης
α καὶ ὅμως εἰς ους ἔχει τὴν γενικήν , οἷον Ἀριφράδης Ἀριφράδους : εἰς ους δὲ ἔχει τὴν γενικήν ,
5883029 τενω
τὸ πάνυ βλέπω , ἀπὸ τοῦ τείνω , ὁ μέλλων τενῶ , καὶ κατὰ παραγωγὴν τενίζω καὶ μετὰ τοῦ ἐπιτατικοῦ
. . . ἀτενίζω : τὸ πάνυ βλέπω : τείνω τενῶ τενής καὶ ἀτενής ἀτενίζω , τοῦ α ἐπίτασιν σημαίνοντος
5881724 γαμουμαι
οὐκ ἐς γάμους σοὺς συμφορὰν κτήσηι γόοις . ἦ γὰρ γαμοῦμαι ζῶσα παιδὶ σῶι ποτε ; πολλή ς ' ἀνάγκη
! ! ! μὰ τὴν ] Ἄρτεμιν , Ἀκοντίῳ [ γαμοῦμαι ! ! ! ! ! ! ! ! ]
5880236 ἐξελθε
ἡ τύχη λέγεται δαιμόνων κατάστασις . ὁ δὲ νοῦς : ἔξελθε τῶν οἴκων : οὐ γὰρ ἐν χορείαις καὶ παρθενῶσιν
ὁμοίως : ἴθ ' ὦ ἄνα , πρὸς γονάτων , ἔξελθε καὶ σύγγνωθι τῇ τραπέζῃ . Φασὶν ἀλλήλαις ξυνελθεῖν τὰς
5879062 ἀναστρεφομαι
προσλαλῶ , ἀμφιβάλλω , ἀμοι - βαδίζω , βακχεύω , ἀναστρέφομαι , ἐπηρεάζω , εἰρωνεύομαι , δικολογῶ , προφασίζομαι ,
τῇ χύτρᾳ . ἐτυμολογεῖται δὲ ἀπὸ τοῦ πέλω : τὸ ἀναστρέφομαι . ἐνταῦθα δὲ πέλανον τὴν θυσίαν φησί . .
5878703 παυω
ἀντίπαλον θανάτου . πάντα δ ' ὅσα σπλάγχνοισιν ἐνίσταται ἄλγεα παύω , βῆχά τε καὶ πνιγμόν , λύγγα τε καὶ
βλέπειν . Λῆρος . λήθω λήσω , λῆρος : ὡς παύω παύσω , παῦρος . ἢ ἀπὸ τοῦ ῥέειν καὶ
5874957 παρακολουθησαι
ἴσως καὶ παραδείγματα τούτων εἰπεῖν , ἵν ' ὑπάρχῃ ῥᾴδιον παρακολουθῆσαι . τῶν μὲν τοίνυν κοινῶν ἐστιν , οἷον τὸ
γενέσθαι νέμεσιν αὐτοῖς μηδὲ φθονηθῆναι περὶ τῶν καλῶν μηδὲ νέμεσιν παρακολουθῆσαι . εὔχομαι τῷ Διὶ ἐπὶ τῇ τῶν καλῶν αὐτῶν
5873521 σοβω
ἔργοις . οἷον , ταχέως ἅμα βοῆ . ἀνεσόβοω : σοβῶ ἐστὶ , τὸ ἐντρέχω . ἔνιοι δὲ τὸ ἐκδιώκω
δολῶ : δονῶ : θολῶ : κροτῶ : κλονῶ : σοβῶ : στορῶ : τορῶ : φρονῶ : χολῶ :
5872819 ἑνοϲ
καὶ Μεγαπένθηϲ . Διώνυμον δέ ἐϲτιν ὀνόματα δύο καθ ' ἑνὸϲ κυρίου τεταγμένα , οἷον Ἀλέξανδροϲ ὁ καὶ Πάριϲ ,
γὰρ ἐϲ χρόνον τὸ κακὸν ἀποτείνεται , πλὴν οὐ περαιτέρω ἑνὸϲ ἔτεοϲ . ἤν τε γὰρ τὸ μετόπωρον ἄρξῃ ,
5866579 παχουϲ
ὑπόπυρρόν τε ἅμα καὶ ὑπόξανθον : εὐθὺϲ δὲ τοῦτο καὶ πάχουϲ ϲυμμέτρωϲ ἔχει . οὔϲηϲ δὲ τριττῆϲ τῆϲ τῶν θολερῶν
ϲὴψ κατὰ μὲν τὸ μέγεθοϲ εὑρίϲκεται πηχῶν δύο , ἐκ πάχουϲ δὲ ἐπὶ λεπτὸν ἦκται . ἔϲτι δὲ οὗτοϲ εὐθύποροϲ
5863815 βαδιζω
, τὴν μὴ ἔξω δηλονότι τοῦ δικαίου : καὶ ταύτην βαδίζω , ἤγουν κατὰ ταύτην ζῆν θέλω : μηδὲν δίκας
τοῦ εμ [ γὰρ οὐκ ἐπίϲταμαι [ παρὰ τὸ πεζῆι βαδίζω [ νεῖν γὰρ οὐκ ἐπίϲταμαι [ οὐ παύϲει ῥαίνων
5856004 δεικω
. . ἀριδείκετος : ὁ ἄγαν ἐμφανής : παρὰ τὸ δείκω , τὸ σημαῖνον τὸ δηλῶ , δείκετος καὶ ἀριδείκετος
οὖν ἀπὸ τοῦ ἔχω ἔχετος , ἐμῶ ἔμετος , οὕτως δείκω δείκετος , καὶ ἐν συνθέσει ἀριδείκετος , ὁ πάνυ
5846804 κατερεξεν
δ ' ἀγκὰς ἐλάζετο θυγατέρα ἥν , χειρί τέ μιν κατέρεξεν ἔπος τ ' ἔφατ ' ἐκ τ ' ὀνόμαζε
μείδησεν δὲ Καλυψώ , δῖα θεάων , χειρί τέ μιν κατέρεξεν ἔπος τ ' ἔφατ ' ἔκ τ ' ὀνόμαζεν
5844971 θι
ιβʹ : τὸ ιηʹ ὅμοιον τῷ ιϘʹ : τὸ γὰρ θι κοινή ἐστι συλλαβὴ ὡς λῆγον εἰς μέρος λόγου .
στοιχεῖα τέμνεται εἰς τὸ Ζ καὶ Η , ἡ δὲ θι εἰς τὸ Θ καὶ Ι . Ὁ μὲν οὖν
5844685 παιδιωι
! ? ! ? ! [ † πορίϲω ? ? παιδίωι τίτθαϲ ? ? πλε ! ! ? ? !
τὴν δόσιν τῆς μητρός , ἥτις ἦν ποτε , τῶι παιδίωι τηρεῖσθ ' , ἕως ἂν ἐκτραφῆι , ἢ τὸν
5844092 γινωσκεσθαι
τόδε ἐλλέβορος , τόδε ἄρα βλαβερόν : ἐνταῦθα οὐκ ἀνάγκη γινώσκεσθαι τὴν μερικήν , τῆς καθόλου γινωσκομένης . τὴν τοιαύτην
. αὐτίκα τὸ μὴ δύνασθαι τὸ αὐτὸ δι ' ὁρισμοῦ γινώσκεσθαι καὶ ἀποδείξεως , ἔπειτα καὶ τὸ μὴ δύνασθαι δεῖξιν
5843294 Νομαδικων
συνουσίαν . Καὶ τὸν σοφὸν δ ' Ἀνάχαρσιν ἐκ τῶν Νομαδικῶν φησὶν γενέσθαι τῶν σφόδρ ' εὐσεβεστάτων . Καὶ κατοικῆσαί
συνουσίαν . καὶ τὸν σοφὸν δ ' Ἀνάχαρσιν ἐκ τῶν Νομαδικῶν φησὶν γενέσθαι τῶν σφόδρ ' εὐσεβεστάτων . . .
5838367 ποτω
τὸ παθητικὸν πτάμαι πτάμενος : ἐκ δὲ τοῦ πέτω γίνεται ποτῶ , ἐξ οὗ τὸ ἀμφεποτᾶτο , καὶ τὸ πετάζω
τοὺς προσπταίοντας . ἐκ δὲ τοῦ πέτω γίνεται πάλιν ῥῆμα ποτῶ : „ μήτηρ δ ' ἀμφεποτᾶτο „ , ἐν
5836196 ἀναπτυϲεϲι
, κἂν ἐπὶ πλεῖϲτον ἑψηθῇ , κἂν ὁπωϲοῦν ϲκευαϲθῇ , ἀναπτύϲεϲι μέντοι ταῖϲ ἐκ θώρακοϲ καὶ πνεύμονοϲ ἐπιτήδειον . καὶ
τικούϲ . ϲυναίρονται δέ τινεϲ ταῖϲ τε ἐκ τοῦ θώρακοϲ ἀναπτύϲεϲι καὶ ταῖϲ τῶν καταμηνίων φοραῖϲ . οἱ δὲ δριμεῖϲ
5836145 μακροτερου
ἵδρυται καὶ Μηνὶ ἄλλος ἐς τιμὴν Χρόνου βραχυτέρου τε καὶ μακροτέρου . ἔστι δὲ καὶ Γήρως φησὶν ἱερὸν τοῖς ἐκεῖ
. . καὶ ταῦτα ἤδη ] κατὰ κοινοῦ : ἐξετάζειν μακροτέρου λόγου ἔργον ἡγοῦμαι εἶναι καὶ τὰ ἑξῆς . .
5835137 ἀμυσσω
δήξω δάξω δάξ , κλάζω ἀμύξ . . . . ἀμύσσω : παρὰ εἰς υ καὶ ἀποβολῇ τοῦ ι ἀμύσσω
ἵνα κρυβῶσιν ἐν αὐτῇ . ἀμυσσάμενοι : ὀρύξαντες ἀπὸ τοῦ ἀμύσσω τὸ κεντῶ , περιβαλόμενοι . Ὑποπτήσσουσιν : κεῖνται .
5832478 ἀρχομενοϲ
ὑπάρχοντι περὶ τῶν κατὰ τόπουϲ πεπονθόταϲ παθῶν ὁ λόγοϲ ἐϲτὶν ἀρχόμενοϲ μὲν ἀπ ' ἄκραϲ κεφαλῆϲ , τελευτῶν δὲ ἐν
ὁμοίωϲ ξυνεχέων καὶ διαλειπόντων . αὐτίκα γὰρ ξυνεχὴϲ ἔϲτιν οἷϲιν ἀρχόμενοϲ ἀνθεῖ καὶ ἀκμάζει μάλιϲτα καὶ ἀνάγει ἐπὶ τὸ χαλεπώτερον
5829384 τρεχω
τὸ σμήχω ἔχει τὴν παραλήγουσαν φύσει μακράν . τὸ δὲ τρέχω ἔχει Ε , καὶ τὸ ἄρχω Α . Τὰ
: Καὶ σκόπει ὅπως ὑψώσῃς . . μέλπω μολπάζω ὡς τρέχω τρόχω τροχάζω . . εἰς νέωτα . . .
5828426 δαιτων
τόνδε μολοβρὸν ἄγεις , ἀμέγαρτε συβῶτα , πτωχὸν ἀνιηρόν , δαιτῶν ἀπολυμαντῆρα ; ὃς πολλῇς φλιῇσι παραστὰς φλίψεται ὤμους ,
ἢ ἀπὸ τοῦ πτώσσειν , ὡς Ὅμηρος : πτωχὸν ἀνιηρὸν δαιτῶν ἀπολυμαντῆρα , καὶ ἐτυμολογῶν φησιν ἀλλὰ πτώσσων βούλεται αἰτίζων
5826984 αἰγιδιων
δὲ ΜΕΛΙΚΗΡΙΔΩΝ μνημονεύει Φερεκράτης ἐν Αὐτομόλοις οὕτως : ὥσπερ τῶν αἰγιδίων ὄζειν ἐκ τοῦ στόματος μελικήρας . λεχθέντων καὶ τούτων
γὰρ κἂν ἀκαλήφαις τὸν ἴσον χρόνον ἐστεφανῶσθαι . ὥσπερ τῶν αἰγιδίων ὄζειν ἐκ τοῦ στόματος μελικήρας . ἀτραπίζοντες τὰς ἁρμονίας
5821083 Σοι
, ἔφη , ἄλλῳ ἡμῶν δοκεῖ , ὦ Σώκρατες . Σοὶ δὲ δὴ τίς , ὦ Ἱππόθαλες ; τοῦτό μοι
, καὶ ἰκμαλέον ἤδη ἐμποιῆσαι τὸ δέρμα λεπτοῖς ἱδρῶσι . Σοὶ δὲ οὕτω λεπτῇ κεχρημένῳ διαίτῃ , ἱκανὸν ἂν δόξαι
5818787 πεπτωκα
, ἀλλ ' ὥσπερ παρὰ τὸ πετῶ γίνεται πέπτηκα καὶ πέπτωκα κατὰ τροπὴν τοῦ η εἰς ω , καὶ τὸ
τάδε . ὡς δ ' ἐν κλύδωνι καὶ φρενῶν ταράγματι πέπτωκα δεινῶι καὶ πνοὰς θερμὰς πνέω μετάρσι ' , οὐ
5814302 ῥιγω
με , ἐγὼ δ ' οὔτε πεινῶ οὔτε διψῶ οὔτε ῥιγῶ , ἀλλ ' ἀφ ' ὧν αὐτοὶ πεινῶσιν ἢ
ἤγουν τρέμοντος . Ῥιγόω , ῥιγῶ τὸ ψύχομαι : ῥιγέω ῥιγῶ τὸ φρίσσω . . . ΑΥΤΟΣ ΔΕ ΣΠΕΥΔΟΝΤΙ .
5810125 κηρω
' , ὦναξ , καὶ τάνδε φέρευ πακτοῖο μελίπνουν ἐκ κηρῶ σύριγγα καλὸν περὶ χεῖλος ἑλικτάν : ἦ γὰρ ἐγὼν
, ἐναλλάσσω , γεραίρω ἑορτάζω , συναγελάζω , ταχύνω , κηρῶ , τρέφω , πολλάκις ἄρχομαι , περινοστῶ , ἀναγορεύω
5809211 θροω
γράφει τὴν παραλήγουσαν : οἷον , βοῶ : γοῶ : θροῶ : νοῶ : ποῶ , καὶ ἐν πλεονασμῷ τοῦ
καθαρὸν παραληγόμενα τῷ Ο μόνῳ περισπᾶται : νοῶ βοῶ γοῶ θροῶ ποῶ μακκοῶ . αἱ μέντοι ἐντέλειαι τῶν περισπωμένων βαρύνονται
5808492 καταπονω
, οὕτως καὶ παρὰ τὸν τείρω ἐνεστῶτα τὸν σημαίνοντα τὸ καταπονῶ ὁ μέλλων τερῶ , ὡς κείρω κερῶ , γέγονε
Ἔγωγε , εἶπεν ὁ νε - ανίσκος , καὶ ἔλαφον καταπονῶ καὶ σῦν ὑφίσταμαι . ὄψει δὲ αὔριον , ἂν
5806613 ἀναγκασθησομαι
, ὁποῖον δὲ ἔστι τῇ φύσει διὰ τὰ προειρημένα ἐπέχειν ἀναγκασθήσομαι . Καὶ ὁ μὲν πρῶτος τῆς ἐποχῆς τρόπος τοιοῦτός
' ἃ καὶ πεποίηκα καὶ πεπολίτευμαι βαδίζω , πολλάκις λέγειν ἀναγκασθήσομαι περὶ ἐμαυτοῦ . πειράσομαι μὲν οὖν ὡς μετριώτατα τοῦτο
5805937 πτ
ἀλλὰ ποδάρκη καὶ ποδώκη . . , πτολίπορθος Ἀχιλλεύς . πτ . Ἀχ . Θ Ο Φ Ω . Θ
καὶ τὸ ἔτυπτον ὁ παρατατικὸς ἐπειδὴ ἀμφότεροι [ εἰς ] πτ ἐν ταῖς τελευταίαις συλλαβαῖς ἔχουσι , διὰ τοῦτο συγγενεῖς
5804852 μιαινω
ἰθαίνω , ἰθαίνεις , ἰθαίνει , ἰθαινάθυμος , ἰθαιγένης : μιαίνω , μιαίνεις , μιαίνει , μιαιφόνος : τὸ ἀλέξω
ὄνομα γεγόνασι : φαίνω φαίνομαι , μαίνω μαίνομαι , ῥαίνω μιαίνω . τὸ μέντοι αἰνῶ περισπώμενον ἔχει τὸ αἶνος ,
5804396 ἐρευνω
διφθόγγῳ , μὴ τῇ ΑΙ ἢ ΕΙ , περισπᾶται : ἐρευνῶ θοινῶ χαυνῶ κοινῶ οἰνῶ , χωρὶς τοῦ ἐλαύνω .
ἐπένθεσιν ἐρεύω ὡς χέω χεύω , ἀφ ' οὗ τὸ ἐρευνῶ , ὡς οἴχω οἰχνῶ , ἵκω ἱκνῶ . .
5803416 οιν
! [ ! ] ! ! ! ! ! ! οιν ! ! ? ? μενο ! [ ! ]
δυϊκὰ καὶ ὡς εἶπον αἱ πτώσεις συνακίρνανται , δικαίως εἰς οιν λήγει ἡ γενικὴ καὶ δοτικὴ τῶν δυϊκῶν , τὸ
5801386 κολακευω
πρὸς ὃν ὁ Κλεάνθης ” ναί , ἔφη , σὲ κολακεύω , φάμενος ἄλλα μὲν λέγειν , ἕτερα δὲ ποιεῖν
πάντων κερδῶν καὶ πραγμάτων ἐποιησάμην , οὐχ ἵνα τὸν δῆμον κολακεύω οὐδ ' ἵνα τῶν πολλῶν στοχάζωμαι οὐδὲ ἀργυρίου χάριν
5799870 λυσεων
. , . . , : ἐκ δὲ τούτων τῶν λύσεων καὶ τὰς τοῦ Στράτωνος ἀπορίας περὶ τοῦ μὴ εἶναι
τινὸς τῶν τοιούτων , καὶ ὅλως ἐν ταῖς ἀνατροπαῖς τῶν λύσεων ἢ ζήτησις στοχαστικὴ ἢ ὁριστική , οἷον , ἀδικεῖς

Back