ὡς ἐπὶ πλευρὰς ἄγουσα καὶ περιπτύσσουσα , καθάπερ ἐπὶ τῶν περιλαμβανόντων εἴωθε γίνεσθαι , μετὰ ποσῆς ἐκτάσεως . προσανατριβέτω δὲ
ἐκλογῆς τῶν ὀνομάτων καὶ τῆς ἐκ τούτων ἁρμονίας καὶ τῶν περιλαμβανόντων αὐτὰ σχημάτων , ἐκλέγει μὲν εὖ πάνυ καὶ τὰ
5550352 κυνηγιον
Ἐλαία καὶ ἡ Στράτωνος νῆσος : εἶτα λιμὴν Σαβὰ καὶ κυνήγιον ἐλεφάντων ὁμώνυμον αὐτῷ : ἡ δ ' ἐν βάθει
τῶν τύπων ἀπομιμήμασι κατεσκευασμένα : τὸ δ ' ὅλον ἐπεποίητο κυνήγιον παντοίων θηρίων ὑπάρχον πλῆρες , ὧν ἦσαν τὰ μεγέθη
5456738 κυλινδρους
πλεῖστον αὐτοῦ τῆς ὀρρώδους ὑγρότητος : ἐὰν δέ τις σιδηροῦς κυλίνδρους διαπύρους ἐμβάλλῃ , βελτίονα τὴν δύναμιν ἀπεργάζεται . τὸ
δοκοῦντα [ καὶ τούτων πολὺ πλέον τούς τε κώνους καὶ κυλίνδρους καὶ τὰ καλούμενα πολύεδρα ] . ταῦτα δ '
5394998 πολυεδρα
Ὅτι μὲν οὖν τῶν εʹ σχημάτων τούτων ἃ δὴ καὶ πολύεδρα καλεῖται τὸ πολυεδρότερον αἰεὶ μεῖζόν ἐστιν φανερὸν ἐκ τῶν
πολὺ πλέον τούς τε κώνους καὶ κυλίνδρους καὶ τὰ καλούμενα πολύεδρα ] . ταῦτα δ ' ἐστὶν οὐ μόνον τὰ
5369823 θαλατταις
μεγίστη καιρία τε τῇ θέσει : χρῆται μόνη γὰρ τρισὶ θαλάτταις , ὡς λόγος , ἔχει δὲ λιμένας οὓς μὲν
δὲ ἐξ ἠπείρων ἀμείβων καὶ τὰς Ἀθηναίων τριήρεις φυλαττόμενος πάσαις θαλάτταις ἐνεσπαρμένας κατέδυ πλέων ἐν ἀκατίωι μικρῶι . τὸ δὲ
5343942 ἐναρμοζειν
αὐτῇ προσαρμοζομένης πρὸς τὰ ἔσχατα γινώσκειν τε τὰ ὄντα καὶ ἐναρμόζειν διὰ τὸ ἔχειν ἐν αὑτῇ τὰ στοιχεῖα κατὰ ἁρμονίαν
ἢ ἀπολαύσεις ἡδονῶν : πάντα ταῦτα , κἂν πρὸς ὀλίγον ἐναρμόζειν δόξῃ , κατεκράτησεν ἄφνω καὶ παρήνεγκεν . σὺ δέ
5336222 κιοσι
' ἄλλων ἢ μέχρι τοίχων τοὺς νεὼς οἰκοδομούντων ἢ κύκλῳ κίοσι τοὺς σηκοὺς περιλαμβανόντων , οὗτος ἑκατέρας τούτων μετέχει τῶν
ὀροφὴ δὲ στοαῖς , ἣν χρυσὸς κατεσκεύασε , καὶ κορυφαὶ κίοσι χαλκῷ μὲν δεδημιουργημέναι , χρυσῷ δὲ συγκρυπτόμεναι . Τῆς
5105536 οἰκοδομουντων
. τῶν δ ' ἄλλων ἢ μέχρι τοίχων τοὺς νεὼς οἰκοδομούντων ἢ κύκλῳ κίοσι τοὺς σηκοὺς περιλαμβανόντων , οὗτος ἑκατέρας
καὶ εἰν Ἀίδηι . [ . ] . . φασὶν οἰκοδομούντων Ἀθηναίων τὸ τῆς Δήμητρος ἱερὸν τῆς ἐν Ἐλευσῖνι περιεχομένην
5062187 ἐπιπολαζει
τὰς ὁδοὺς στορνύντες ὑπορρύσεις οὐκ ἔδωκαν αὐταῖς , ἀλλ ' ἐπιπολάζει τὰ σκύβαλα καὶ μάλιστα ἐν τοῖς ὄμβροις ἐπ -
ἐν ᾗ αἰνοῦσιν τὰ ὕδατα , καὶ πνεῦμα θεοῦ καταβαῖνον ἐπιπολάζει αὐτοῖς καὶ ἁγιάζει αὐτά : εἰ γὰρ μὴ οὕτως
5016926 σταγοσι
, καὶ γραμμὰς ἔχει μελαίνας , καὶ μεταξὺ τούτων κυαναῖς σταγόσι κατέστικται . Τῷ δὲ σαύρῳ τῷ ἐκεῖθι τὸ μὲν
. ὁμοῦ δὲ κάμψας πλευρὰ καὶ νηδὺν τάλας σὺν αἱματηραῖς σταγόσι Πολυνείκης πίτνει . ὁ δ ' , ὡς κρατῶν
5013820 φλοιους
καὶ ἀγρίοις χρῶνται καρποῖς , ἀμπέχονται δὲ τοὺς τῶν δένδρων φλοιούς , πίνουσι δὲ τὸν ἐκ τῶν δένδρων καρπὸν ἐκθλίβοντες
ἰσχνῇ καλύπτουσιν : ἢ ὅτι κάρφη τὰ λέπη , τοὺς φλοιούς Αἰγινῆτιν ] εἴδη ῥοιῶν ταῦτα : Κρησὶς ἀπὸ Κρήτης
4983145 εἰδικωτερα
ἐστὶν ᾧ πρώτῳ ὑπάρχει , ἀνάγκη ἐκεῖνο εἶναι παρὰ τὰ εἰδικώτερα αὐτοῦ : οὐ γὰρ δὴ τῷ μὴ ὄντι πρώτως
μέν τι καθολικώτερον τὸ δὲ εἰδικώτερον τὸ δὲ ᾧ τὰ εἰδικώτερα τέμνεται ἀπὸ τῶν γενικωτέρων , τούτων τὸ μέν τι
4855096 περιαγομενου
συνέπεται τῷ πνεύματι , καὶ τοῦτο ἅμα πᾶν οἷον τροχοῦ περιαγομένου γίγνεται διὰ τὸ κενὸν μηδὲν εἶναι . διὸ δὴ
τοῦ ἐπικύκλου περὶ τὸ Δ κέντρον ὁμαλῶς εἰς τὰ ἑπόμενα περιαγομένου ὡς ὑπὸ τῆς ΔΒ εὐθείας καὶ ἔτι τοῦ ἀστέρος
4718859 στερεων
ΓΖΝ ἐστιν ἴση διὰ τὴν ὁμοιότητα τῶν ΑΒ , ΓΔ στερεῶν , ἴσον ἄρα ἐστὶ [ καὶ ὅμοιον ] τὸ
πόδα δακτύλους ιϚʹ : γίνονται ιθʹ : τοσούτων ἔσται ποδῶν στερεῶν τὸ μάρμαρον . Μάρμαρον μῆκος ποδῶν Ϛʹ , πλάτος
4701098 ἀποτομοις
Ἐνίοτε δὲ τὰ δοκοῦντα μέρη πόλεως εἶναι κρημνώδη καὶ πέτραις ἀποτόμοις ὠχυρωμένα τῶν διὰ χειρὸς ἀνεστηκότων τειχῶν ἔδωκε τοῖς πολιορκοῦσιν
δὲ συμφοροῦντες [ αὐτῶν ] φακέλλους φρυγάνων καὶ παρὰ τοῖς ἀποτόμοις τῆς πέτρας βωμοὺς ἐγείροντες ὑψηλοὺς ὑφῆπτον ἀνέμῳ παραδιδόντες τὰς
4685747 καταιροντας
, μᾶλλον δὲ τοὺς πλέοντας ὑπὸ τῆς βίας τῶν πνευμάτων καταίροντας δέχονται καὶ διαρπάζουσιν , εἶτα δικάζουσιν αὐτούς , ὡς
τὸ ἥκιστα ἐπὶ τοὺς πέλας ἐκπλέοντας μάλιστα τοὺς ἄλλους ἀνάγκῃ καταίροντας δέχεσθαι . καὶ τοῦτο τὸ εὐπρεπὲς ἄσπονδον οὐχ ἵνα
4680889 πιθους
ποιοῦντες , κάλαμον ἢ ξύλον ἐπιβάλλουσιν ὀρθὸν εἰς τοὺς κενωθέντας πίθους , ἵν ' οἱ ἐμπίπτοντες κώνωπες ἤ τινα τοιαῦτα
καὶ καλλιοινίαν συμβάλλεται . διὰ τοῦτο μικροὺς χρὴ κατασκευάζειν τοὺς πίθους . εἰ δὲ φθάσαιμεν παλαιοὺς πίθους ἔχειν μεγάλους ,
4676938 πλεθρων
. τὴν περὶ τὰς Αἰόλου νήσους ἀναζεῖν οὕτως ἐπὶ δύο πλέθρων τὸ μῆκος ὥστε μὴ δυνατὸν εἶναι διὰ τὴν θερμασίαν
δὲ τὴν περὶ τὰς Αἰόλου νήσους ἀναζεῖν οὕτως ἐπὶ δύο πλέθρων τὸ μῆκος , ὥστε μὴ δυνατὸν εἶναι διὰ τὴν
4666288 θυου
τε καὶ ἐς ἕνα , ὅθεν εὔχονται αὐτῷ καὶ ἀγῶνα θύου - σιν , ὅτε δὴ θερμὸν οὕτω καὶ ἐναγώνιον
ἅψηται τῶν ἀνθῶν ἀποκάει , δι ' ὃ καὶ μάντεις θύου - σιν ὥστε μὴ ἐκβῆναι καί φασι κωλύειν .
4639764 ἀκρα
μηʹ ληʹ γʹʹ Ἄκτιον μζʹ γοʹʹ λζʹ ∠ ʹʹδʹʹ Λευκὰς ἄκρα μζʹ ∠ ʹʹγʹʹ λζʹ γʹʹ Ἀλύζεια μηʹ γʹʹ λζʹ
ζακρυόεντος εὐσδύγων ? [ ] θρώισκοντες [ ! ! ] ἄκρα νάων πήλοθεν ] λάμπροι προ ? [ ] τρντες
4632867 ἀποτεινουσα
: ἀπὸ δὲ τουτέου σκαλήνη φλὲψ ἐπὶ τὰ κάτω νεφρῶν ἀποτείνουσα . Νεφροὶ δὲ ὁμοιορυσμοὶ , τὴν χροιὴν δὲ ἐναλίγκιοι
καὶ φυτευθέντων αὔξησις , ἡ μὲν εἰς τὸ κάτω ῥίζας ἀποτείνουσα οἱονεὶ θεμελίους , ἡ δ ' εἰς τὸ ἄνω
4599700 ἐπιτριτα
Ϛʹ τοῦ γʹ διπλάσια , τὰ δὲ ηʹ τοῦ Ϛʹ ἐπίτριτα : εἰς δ ' οὖν τὸ παρὸν κατὰ τοὺς
καὶ τῶν ἐννέα : τῶν γὰρ ἓξ τὰ μὲν ὀκτὼ ἐπίτριτα , τὰ δ ' ἐννέα ἡμιόλια . τὸ μὲν
4587765 κλαδους
τοῦ δένδρου διαμένουσιν ἕως τοῦ ἔαρος , ἐὰν λυγίσῃς τοὺς κλάδους αὐτῶν , τουτέστι περιστρέψῃς ἅπαξ ἢ δίς , ὅταν
πέλεσθαι . . . . βάκχους . . . τοὺς κλάδους , οὓς οἱ μύσται φέρουσι . μέμνηται δὲ Ξ
4578392 σταχυας
“ φυσικοῦ τινος ἔργου σημαντικόν : ἢ καὶ τὸ τοὺς στάχυας θερισθῆναι δύσφημον . ” Ὄμφαξ , σταφυλή , σταφίς
δ ' ὅτε λήιον αὖον ἐπιβρίσασα χάλαζα τυτθὰ διατμήξῃ , στάχυας δ ' ἀπὸ πάντας ἀμέρσῃ ῥιπῇ ὑπ ' ἀργαλέῃ
4571739 καταγειου
ἐπὶ τὰ εἴδωλα καὶ τὸ φῶς , καὶ ἐκ τοῦ καταγείου καὶ αἰσθητοῦ εἰς τὸν ἥλιον ἐπάνοδος καὶ τἀγαθόν ,
πέντε πλέθρων οὐκ ἐλάττων , ἡ δὲ διάθεσις τοῦ μὲν καταγείου περιστύλῳ παραπλήσιος , τοῦ δ ' ὑπερῴου κρύπτῃ φραγμοῖς
4541488 ναματιαιων
πλατάνων καὶ δάφνης καὶ μυρσίνης καταγέμει , πλήθοντος τοῦ τόπου ναματιαίων ὑδάτων . πλησίον γὰρ τοῦ τεμένους ἐκ τῆς γῆς
πάντων ἐσπάνισεν οὐ μόνον τῶν ὀμβρίων , ἀλλὰ καὶ τῶν ναματιαίων ὑδάτων : ἐκ δὲ τούτου προβάτων μὲν καὶ ὑποζυγίων
4534272 Γυζαντες
Λιβύῃ . παρ ' Ἡροδότῳ δὲ κακῶς διὰ τοῦ γ Γύζαντες . Πολύβιος δὲ Βυζακίδα χώραν εἶναί φησι περὶ τὰς
καὶ τοὺς ὀδόντας κατασήπει προσαπτόμενον . τὸ ἐθνικὸν Γυαρεύς . Γύζαντες , ἔθνος Λιβυκόν , ὡς Ἡρόδοτος ἐν τετάρτῃ καὶ
4534173 ἀγριμαιων
ἐπιδεχόμενον ὡς εἴκοσιν ἀρτάβας : ἐν ᾧ πολλὰ μὲν τῶν ἀγριμαίων ἔγκειται πεπονημένα , πολλὰ δὲ σῖτα , καὶ τῶν
σάρκα , καὶ τούτων μάλιστα τὰ στήθη : καὶ τῶν ἀγριμαίων κρέας λάγειον ἢ δορκάδειον , τῶν δὲ ἄλλων τὰ
4524036 φυλλορροειν
τῆς ἀμπέλου τοῦτον πρὸς τὴν ἀφιέρωσιν διὰ τὸ τὴν μὲν φυλλορροεῖν , τὸν δὲ πάντα τὸν χρόνον ἀειθαλῆ διαμένειν :
καὶ οἷς τὸ πήγνυσθαι τὸν ὀπόν , τούτοις καὶ τὸ φυλλορροεῖν . οὐδὲν δ ' ἄτοπον , εἰ τὸ τοιοῦτον
4506783 λιθων
ποιου - μένη τὴν ἔκκριϲιν . προφυλακτικὰ δὲ τῆϲ τῶν λίθων γενέϲεωϲ ἔϲτω πρῶτον μὲν εὔχυμόϲ τε καὶ ϲύμμετροϲ τροφὴ
τρόπον τινὰ χώρας εἶναι , συγκεῖσθαι δὲ καὶ ἑνοῦσθαι δίκην λίθων καλῶς ἐξεσμένων πρὸς τὸ ἀλλήλοις εὐρύθμως συνάπτεσθαι δίχα τῶν
4502782 ὁριζοντας
ὁ ζῳδιακὸς ἐφάπτεται . νζʹ . Ἔστω δὲ νῦν τοὺς ὁρίζοντας εὑρεῖν τῶν οἰκήσεων , ἐν οἷς τὰ ὀρθότερα ἀναφερόμενα
τῶν ἀρκτικῶν οὐ τὴν αὐτὴν ἔχουσι διάστασιν κατὰ πάντας τοὺς ὁρίζοντας , ἀλλ ' οἱ μὲν ἔλασσον , οἱ δὲ
4485655 κολπους
τοῦ αἰδοίου : καὶ τὰ πουλύγονα τῶν ζώων πλείους ἔχει κόλπους τῶν ὀλίγα κυεόντων : ὁμοίως δὲ καὶ τὰ πρόβατα
παρὰ τὸν Μέγαν κόλπον Ἀμβάσται , καὶ περὶ τοὺς ἐφεξῆς κόλπους Ἰχθυοφάγοι Σῖναι . Πόλεις δὲ τῶν Σινῶν ὀνομάζονται μεσόγειοι
4484131 περικλυμενου
. ὄροβος πλείων ληφθεὶς αἷμα δι ' οὔρων ἄγει . περικλυμένου τὰ φύλλα καὶ ὁ καρπὸς πινόμενα ἐν ἀρχῇ μὲν
ἔχει κισσοῦ , ἐλάσσω δὲ καὶ ἐπιμήκη πρὸς τὰ τοῦ περικλυμένου : θάμνος μέγας , κλήμασιν ὡς διπήχεσιν , ἀφ
4476267 τοιχους
διὰ τὴν στέγην καὶ τοὺς τοίχους ἐπινοεῖς καὶ διὰ τοὺς τοίχους τοὺς θεμελίους . ὥστε οὖν αὕτη ἐστὶν ἡ συνιστῶσα
οὖν κίονας οὕτως Αἰγύπτιοι κατασκευά - ζουσι , καὶ τοὺς τοίχους δὲ λευκαῖς τε καὶ μελαίναις διαποικίλλουσι πλινθίσιν : ἐνίοτε
4470276 σπαρτη
δὲ λέλυνται . εἰς δὲ κύρτων πλοκὴν ἔτι χρησιμώτερον ἡ σπάρτη : εἰ δὲ μὴ , ἔστω λύγος , κλάδος
ὡς ἐπὶ τεκτονικῆς καὶ οἰκοδομικῆς ἡ κάθετός ἐστι καὶ ἡ σπάρτη καὶ τὸ ὀρθογώνιον τρίγωνον , ὃ ἀλφάδιον παρὰ τοῖς
4460076 πεδινων
ἐὰν δὲ ἀμφίβιον ἐπίμικτον ἢ διπλοῦν ἔκ τε ὀρεινῶν καὶ πεδινῶν συνεστάναι , τὸ δὲ δῦνον τὰ βοσκήματα καὶ τὴν
γὰρ χώρας πολλῆς οὔσης καὶ καλῆς , καί τινων μὲν πεδινῶν , τῶν κατὰ τὴν Σαμαρεῖτιν λεγομένην , καὶ τῶν
4457018 ἑωθινη
φρούδη Γλύκη , ἔχει τὴν ἀκολουθίαν . κνεφαῖος δὲ , ἑωθινή . κνέφας γὰρ τὸ λυκόφως . 〛 ἀντὶ τοῦ
φρούδη Γλύκη , ἔχει τὴν ἀκολουθίαν . κνεφαῖος δὲ , ἑωθινή . κνέφας γὰρ τὸ λυκόφως . 〛 ἀντὶ τοῦ
4454972 ὑποψαμμος
τὴν τῶν ποταμῶν πρόχωσιν : οὐ γὰρ στέριφος οὐδ ' ὑπόψαμμος ὁ βυθός , ὅθεν οὐδὲ ναυσίν , ὅτι μὴ
πετρώδης , ψαμμώδης , λιθώδης , ὑπόλιθος , ὑπόπετρος , ὑπόψαμμος , ἄφορος , ἄσπορος , ἀβαθής , ξηρά ,
4443961 περιζωμασι
καὶ ἀνθρώποις ἱεροῖς Ἰχθυοφάγων : γλώσσῃ δὲ Ἀραβικῇ χρῶνται καὶ περιζώμασι φύλλων κουκίνων . Ἔχει δὲ ἡ νῆσος χελώνην ἱκανὴν
ὑπουργίαν ἀντ ' ἐκείνων παρέχονται : ἀχίτωνες δ ' ἐν περιζώμασι καὶ βλαυτίοις προΐασι καὶ οἱ βασιλεῖς , ἐν πορφύρᾳ
4441528 ἀρκτικωτερον
σταδίους , καὶ δοκεῖ τῆς αὐτῆς παραλίας μέχρι τῆς Ἰνδικῆς ἀρκτικώτερον εἶναι σημεῖον καὶ περίπλουν ἔχειν ἀπὸ τῆς Ἰνδικῆς δυνατὸν
κατὰ θέσιν νεʹ γʹʹ μϚʹ ∠ ʹʹδʹʹ καὶ τὸ μὲν ἀρκτικώτερον τὸ ἐκ τούτου τοῦ μερισμοῦ ἐκβάλλει εἰς τὸν Πόντον
4431452 ξυλων
ἔχει δὲ ἄρα τὸ ἔλαιον ἰσχὺν ἐκείνην : ὅντινα ἂν ξύλων σωρὸν καταπρῆσαί τε καὶ ἐς ἀνθρακιὰν στορέσαι θελήσηις ,
, ἀλλὰ φθῆναι τὰ φορτία σωθέντα εἰς γῆν καὶ τῶν ξύλων τὰ πλεῖστα : ἐξ ὧν τρίτον λέμβον συμπηξάμενον πεντηκοντόρῳ
4403968 συνελειν
τοῖς θαλασσίοις τόποις πρὸς βορρᾶν ὡς τὸν καρπὸν μὴ δύνασθαι συνελεῖν , τὸ δὲ σύμπτωμα Ἀρκαδίᾳ , Σουσιανῇ , Βακτριανῇ
, καὶ ἐὰν μὲν εἷς ἐκκοπεὺς ἐξαρκέσῃ , τὰ ἑξῆς συνελεῖν , ἐὰν δὲ μὴ δύνηται ἀποκαυλισθῆναι ὑφ ' ἑνός
4403095 ζωιων
ἀριθμός , καὶ πάλιν τῶν τῆς σελήνης , καὶ τῶν ζώιων γε ἑκάστου τοῦ βίου καὶ ἡλικίας : τί οὖν
κατὰ τὴν ἔλαφον ὤκιστος . τὰ βρέφη δὲ τῶνδε τῶν ζώιων Ἰνδοὶ θηρῶσιν ἀκέντρους τὰς οὐρὰς ἔχοντα : καὶ λίθωι
4392034 κατακειμενους
ἄπλετος , ὥστε ἀπέκρυψε καὶ τὰ ὅπλα καὶ τοὺς ἀνθρώπους κατακειμένους : καὶ τὰ ὑποζύγια συνεπόδισεν ἡ χιών : καὶ
ἠσκημέναι πυρῶν μὲν ἀνὰ δέκα μεδίμνους νωτοφοροῦσιν , ἀνθρώπους δὲ κατακειμένους ἐπὶ κλίνης πέντε βαστάζουσιν : αἱ δὲ ἀνάκωλοι καὶ
4385357 ῥινημα
: τὰ δίυγρα καὶ ἱκανὴν ἔχοντα ἰκμάδα . ἰχθύημα : ῥίνημα ἢ πρίσμα . ἱππάκη : ἵππιος τυρός . ἶνες
μετὰ νάρδου καὶ οἴνου . Καὶ τοῖϲ τὸ τοῦ μολίβδου ῥίνημα ἢ πλύμα πιοῦϲιν ϲυνεδρεύει τε τὰ παραπλήϲια καὶ βοηθεῖ
4375978 ὑψη
. ἐς δὲ κίνδυνον βαθὺν ἱέμενοι : ἐς δὲ τὸν ὑψη - λότατον κίνδυνον προθυμίαν ἔχοντες καὶ σπουδὴν τὸν τῶν
ἀναστρεφόμενος . ἢ οἱ περὶ τὰ αἰπά , ὅ ἐστιν ὑψη - λοῖς τόποις , περιπολοῦντες : χαίρουσι γὰρ τοῖς
4375166 πηχεις
χώρας . Ὁ δὲ μέγιστος αὐτῷ πύργος τὸ μῆκος εἶχε πήχεις ρκ , τὸ δὲ πλάτος εἶχε πήχεις κγ ⊂
ἐν κύκλῳ ξύλα ἱστᾶσιν ἔτι χλωρὰ καὶ ἐς ἑκκαίδεκα ἕκαστον πήχεις : ἐντὸς δὲ ἐπὶ τοῦ βωμοῦ τὰ αὐότατά σφισι
4372491 ὑπερκειμενους
ἀξιολόγους ἔσχε καὶ δυναμένους ἐλευθερίας ἀξιολόγως προΐστασθαι καὶ πρὸς τοὺς ὑπερκειμένους βαρβάρους ἰσχυρῶς ἀντέχειν . τὸ μὲν οὖν παλαιὸν αὐτόνομος
ἐπὶ τοὺς παρ ' ἑκάτερα δύο , εἶτα ἐπὶ τοὺς ὑπερκειμένους ἑκατέρωθεν , μέχρις ἂν ἐπὶ τοὺς ἀκροτάτους ἀφίκηται ,
4369939 κοπτουσι
ἐπειδὴ τοὺς ἡλίους οὐκ ἔχουσι καθαρούς , ἐν οἴκοις μεγάλοις κόπτουσι , συγκομισθέν - των δεῦρο τῶν σταχύων : αἱ
ἐπειδὴ τοὺς ἡλίους οὐκ ἔχουσι καθαρούς , ἐν οἴκοις μεγάλοις κόπτουσι , συγκομισθέντων δεῦρο τῶν σταχύων : αἱ γὰρ ἅλως
4369811 ρϘβʹʹ
ἀεὶ κούφιζε τὸ γʹʹ : λοιπὰ υπʹ : ὧν τὸ ρϘβʹʹ γίνεται βʹ : καὶ τὰ λοιπὰ εἰς ηʹʹ γίνονται
ἐπὶ τὰ ιβʹ τοῦ πάχους γίνονται ͵γωμʹ : ὧν τὸ ρϘβʹʹ γίνεται κʹ : τοσούτων ποδῶν στερεῶν τὸ ξύλον .
4360301 τυπους
θνητοὶ δημιουργοὶ κατεσκεύασαν ξύλα καὶ λίθους , ἅπερ εἰς ἀνθρωποειδεῖς τύπους ἐμορφώθη ; τοιγάρτοι καὶ αὐτὸς ἐξομοιούσθω τοῖς χειροκμήτοις :
ἥνπερ καὶ ἐν τοῖς στερεμνίοις εἶχον : τούτους δὲ τοὺς τύπους εἴδωλα προσαγορεύομεν . καὶ μὴν καὶ ἡ διὰ τοῦ
4357158 ἁπτουσι
ἀντὶ ταινίας : περὶ γὰρ τὴν κοιλίαν οἱ μεμυημένοι ταινίας ἅπτουσι πορφυρᾶς . καὶ Ἀγαμέμνονα δέ φασι μεμυημένον ἐν ταραχῇ
δωμάτων ἴδε προκηρύσσει θοάζων ὅδ ' αἰθέρος ἄνω καπνός . ἅπτουσι πεύκας ὡς πυρώσοντες δόμους τοὺς Τανταλείους οὐδ ' ἀφίστανται
4355972 ἐπικτενιον
κύπειρον , ἴσον ἑκάστου , ναρκίσσου δὲ μοίρας τέσσαρας , ἐπικτένιον ὠμοῦ λίνου ξυμμίξας , ταῦτα τρίβειν ὀριγάνου ἡψημένου ξὺν
ἄλλων ἴσον ἑκάστου , τοῦ δὲ ναρκισσίνου μοίρας τέσσαρας , ἐπικτένιον ὠμόλινον ξυμμίξας , ταῦτα τρίψας , καὶ ποιήσας βάλανον
4353815 λουομενους
ὀδυνᾶσθαι καὶ καταψύχεσθαι καὶ θερμαίνεσθαι τὸ μόριον : ἀλλὰ καὶ λουομένους σμήχειν τοῖς δι ' ἀδάρκης καὶ ἁλκυονίου καὶ πεπέρεως
: κατελάμβανον δὲ τοὺς ἐν τῷ τείχει πολεμίους τοὺς μὲν λουομένους , τοὺς δ ' ὀψοποιουμένους , τοὺς δὲ φυρῶντας
4350790 μετοπωρινον
ΖΔ ἐκβληθεῖσαν ἤχθω ἡ ΘΚ . ἐπεὶ τὸ μὲν Β μετοπωρινὸν σημεῖον περιέχει τὴν τῶν Χηλῶν ἀρχήν , τὸ δὲ
, τοῦ Διός , ὅς ἐστι τῶν ὄμβρων κύριος , μετοπωρινὸν ὄμβρον ἤδη καταπέμψαντος , καὶ τὰ σώματα τὰ ἀνθρώπινα
4350114 πλατεων
σχήματος συναγωγή τε τῶν μηρῶν καὶ διαπλοκή : καὶ σπόγγων πλατέων καθαρῶν τρυφερῶν , ἐν ψυχρῷ | ὕδατι βραχέντων ἢ
βούγλωττος , ψῆττα , μῦς . Δωρίων : τῶν δὲ πλατέων βούγλωσσον , ψῆτταν , ἔσχαρον ὃν καλοῦσι καὶ κόριν
4350064 μαστους
. ἔχει δὲ καὶ ἡ θήλεια θηλὰς μὲν τέσσαρας , μαστοὺς δὲ δύο καὶ γάλα λεπτότατον πάντων τῶν ζῴων .
, παύει αὐτοὺς τῆς μάχης . ὅτι αἱ βόες δύο μαστοὺς ἔχουσι καὶ θηλὰς τέσσαρας . ὅτι τῶν βοῶν τὸ
4341910 διερα
χείλη τῶν ποταμῶν ἄνδηρα λέγουσι διὰ τὸ ἀεὶ ἔνικμα καὶ διερὰ εἶναι . οἱ δὲ τὰ χώματα διὰ τὸ ἄνω
τοῦ ποταμοῦ , παρὰ τὸ ἄνω τῶν διερῶν εἶναι : διερὰ γὰρ τὰ δίυγρα . τῶν ἄνδηρα παρ ' αἱμασιαῖσι
4335404 βουπρηστις
ἄλλοι δέ φασι ζῷον εἶναι ὅμοιον κανθαρίδι . ἄλλως : βούπρηστις δὲ ζῷόν ἐστι παραπλήσιον φαλαγγίῳ , ὃ διατίθησι τοὺς
: ζῶα μὲν οὖν ἐστι φθαρτικὰ τάδε : κανθαρὶς , βούπρηστις , σαλαμάνδρα , πιτυοκάμπη , λαγωὸς θαλάσσιος , φρῦνος
4333259 ψαφαραν
καὶ τῶν ἰχθύων δ ' ἐϲθίειν ὅϲοι μαλακὴν ἅμα καὶ ψαφαρὰν ἔχουϲι τὴν ϲάρκα : τῶν δὲ ἤτοι ϲκληρὰν ἢ
κλιβανίτης δεόντως ἐσκευασμένος : πτηνῶν τὰ ὄρεια , καὶ τὰ ψαφαρὰν ἔχοντα τὴν σάρκα καὶ μὴ παλαιά : πεζῶν δὲ
4332773 συσκιον
, κιττοῦ καὶ μυρρίνης καὶ δάφνης ἐς ταὐτὸ συμπεφυκότων καὶ σύσκιον ἀκριβῶς ποιούντων αὐτό . . . . . .
σελίνῳ ἐστεφανωμένον . ἀλλ ' εἰ δοκεῖ , εἰς τὸ σύσκιον ἐκεῖσε ἀπελθόντες καθίσωμεν ἐπὶ τῶν θάκων , ὡς μὴ
4322651 ψυδρακια
ἴονθοι ὡς κατὰ τὸ ἄνθος τῆς ἡλικίας γινόμεναι , ἃς ψυδράκια ἐκάλουν : καὶ οἱ Σικελιῶται τὸν ταῦτα ἐκφύσαντα ψευδηγόρον
εἰώθασι γὰρ ἔνιοι τὰ ἐπάνω τῆς ῥινὸς κείμενα καὶ φυόμενα ψυδράκια καλεῖν ψεύσματα , καὶ εἶναι ταῦτα τῆς περὶ τὸν
4313552 ὀργυιων
, ὀργυιῶν πεντήκοντα : τῶν δὲ πύργων ὑπῆρχε τὸ ὕψος ὀργυιῶν ἑβδομήκοντα . κατεσκεύασε δὲ καὶ τρίτον ἐνδοτέρω περίβολον ,
καὶ ἑξακοσίων , τὸ δὲ βάθος ἐν τοῖς πλείστοις μέρεσιν ὀργυιῶν πεντήκοντα : ὥστε τίς οὐκ ἂν ἀναλογιζόμενος τὸ μέγεθος
4310491 ἐριοισι
θερμαίνων καὶ προστιθεὶς , καὶ εἰρίοισι μαλθακοῖσι , καὶ ῥάκεσιν ἐρίοισι , καὶ ὀστρακίνοισιν ἀγγείοισιν ὕδωρ ἐπιχέων , καὶ θυλακίοισι
ἀπολαύειν ἰχθύων ἀληθινῶν , ῥαφανῖδας ἐπιθυμεῖ πρίασθαι , μαίνεται . ἐρίοισι τοὺς τοίχους κύκλῳ Μιλησίοις , ἔπειτ ' ἀλείφειν τῷ
4309425 λαμβανομενους
, ὁπλίτας ὑβριστάς , ἐν Σικελίᾳ ἡττωμένους , ἐν Ἑλλησπόντῳ λαμβανομένους . Τὰ δὲ Περσικὰ εἰ λέγοις , στρατιωτικόν μοι
δὲ ῥᾴδιον παρακολουθήσωμεν τοῖς ῥηθησομένοις , λέγομεν ὡς ἐπεὶ τοὺς λαμβανομένους ἐν ταῖς προτάσεσιν ὅρους καὶ φωνάς τινας εἶναι ἀναγκαῖον
4303478 ἐρσενας
ἐλίποντο τῶν ἱρῶν . Τοὺς μέν νυν καθαροὺς βοῦς τοὺς ἔρσενας καὶ τοὺς μόσχους οἱ πάντες Αἰγύπτιοι θύουσι , τὰς
τοὺς συκέων τρόπον θεραπεύουσι τά τε ἄλλα καὶ φοινίκων τοὺς ἔρσενας Ἕλληνες καλέουσι , τούτων τὸν καρπὸν περιδέουσι τῇσι βαλανηφόροισι
4300519 βοτρυδιοις
συμπεπλεγμένον , λελυμένον δὲ καὶ διακεχυμένον , σπέρματος πλῆρες ὁμοίου βοτρυδίοις , βαρὺ σφόδρα καὶ εὐῶδες , δίχα εὐρῶτος καὶ
ὡς πηγάνου : τὰ δὲ ῥαβδία περίπλεα σπερματίων , ἐοικότα βοτρυδίοις μηδέπω ἀνθοῦσιν : ὀσμὴ οἰνώδης : ἡ δὲ ῥίζα
4299186 πιοντων
δειπνοποιήσας τὰ σπλάγχνα παρέθηκε τοῖς συνωμόταις : ὧν δειπνησάντων καὶ πιόντων τὸ αἷμα οἴνῳ μέλανι μεμιγμένον , ἔδειξεν αὐτοῖς τὸ
δευτέρῳ τριάκοντα μναῖ , τῷ τρίτῳ δέκα . τῶν οὖν πιόντων παραχρῆμα μὲν ἐτελεύτησαν ὑπὸ τοῦ ψύχους τριάκοντα καὶ πέντε
4297829 ἀρκτικωτατον
τὸν Ἀραβῶνα ποταμὸν ἡ κατὰ Κούρταν καμπή μβʹ μζʹ τὸ ἀρκτικώτατον τοῦ Δανουβίου ποταμοῦ μβʹ ∠ ʹʹ μηʹ τὸ κατὰ
στρέφεσθαι καὶ ἀμοιρεῖν τοῦ ὠκεανοῦ οἶδεν ὅτι κατὰ σημεῖον τὸ ἀρκτικώτατον τοῦ ὁρίζοντος γίνεται ὁ ἀρκτικός . ἀκολούθως δὴ τούτῳ
4296579 ὑμενας
ὃ καλοῦσι καὶ φρένας , ὥσπερ τοὺς ἐν ταῖς πλευραῖς ὑμένας ὑπεζωκότας : τῇ δὲ τοῦ θώρακος εὐρυχωρίᾳ , ἣ
αὐτὰ χρὴ θλίβεσθαι λέγειν , ἀλλὰ τοὺς ἐπικειμένους μῦς ἢ ὑμένας αὐτοῖς , καί τινας ἀπονευρώσεις καὶ τὸ δέρμα .
4295637 λεπτοτατον
καὶ στρογγύλων ξυγκόψας ἐν τῷ ὅλμῳ , καὶ σήσας ὡς λεπτότατον νίτρου ἐρυθροῦ Αἰγυπτίου τεταρτημόριον μνᾶς , ὀπτήσας , τρίψας
καὶ ἐξίσταται καὶ γίγνεται ἠὴρ καὶ ὀμίχλη : τὸ δὲ λεπτότατον καὶ κουφότατον αὐτέου λείπεται , καὶ γλυκαίνεται ὑπὸ τοῦ
4292106 παριστορων
φησιν Ἀνδροίτας ὁ Τενέδιος ἐν τῷ Περίπλῳ τῆς Προποντίδος , παριστορῶν ὅτι Ἄμυκος μὲν καλεῖται τὸ χωρίον , ἔχει δὲ
πελάγους Ἀλφειὸν ἥκειν . . . , ὥς φησιν Ἴβυκος παριστορῶν περὶ τῆς Ὀλυμπιακῆς φιάλης . Ἀρέθοισα : ὅτι Σικελικὴ
4286754 ὑπερφερον
, καὶ ὅτι ἤμελλε τὸ ἐκ ταύτης τικτόμενον βρέφος κάλλει ὑπερφέρον κατακρατῆσαι πάντων τῶν ἐκ Διὸς τεχθέντων , προλαβοῦσα ἥψατο
τε καὶ τῶν ἄλλων μάλιστα περιεκτικώτατον φύσει καὶ μυρίοις ἑτέροις ὑπερφέρον τί ἐστιν ἡ σφαῖρα , τεσσάρων περιοχή τις οὖσα
4285994 ἀφρονιτρα
ὑπερικόν , φαλαγγῖτις , φλόμου τὰ φύλλα , ἅλες , ἀφρόνιτρα , γύψος , καδμεῖαι πᾶσαι καὶ πάντα τὰ μεταλλικὰ
Εἶτα χωνεύεται χαλκὸς μετὰ χαλκοῦ νικαηνοῦ ἄσπρου : καὶ λαμβάνεις ἀφρόνιτρα κάτω εἰς τὴν χώνην δύο ἢ τρία διὰ τὴν
4277791 σακκια
προμαχῶσιν οἰκοδομουμένη . Καὶ πρὸς τοὺς κριοὺς ἀντίκεινται τύλαι καὶ σακκία , γέμοντα ἄχυρα καὶ ψάμμον , πρὸς δὲ τοὺς
Εὐστάθιον διὰ στόματος φέρειν , τὰ δὲ ἐν τοῖς ὁρωμένοις σακκία τε ἁδρὰ καὶ ὑπόμεστα βιβλιδίων , καὶ ταῦτα ὡς
4268480 ὀχετους
σώματα καὶ πᾶσαν ὕβριν ἐνυβρίσαντες , τέλος λελωβημένα ἐς τοὺς ὀχετοὺς φέροντες ἔρριψαν . τοιούτῳ μὲν δὴ τέλει Κλέανδρός τε
δημόσια καὶ ἴδια ἔθος οἰκοδομεῖσθαι ; καὶ ἔτι πρὸς τούτοις ὀχετοὺς κατὰ γῆν ἀναστέλλειν , στενωποὺς ἀνευρύνειν , κρήνας καὶ
4266297 κλωνας
αὐτὸν ἔστεφε περιθέων ἐν κύκλῳὡς κισσὸς ἦν ὁ χαλκὸς εἰς κλῶνας καμπτόμενος καὶ τῶν βοστρύχων τοὺς ἑλικτῆρας ἐκ μετώπου κεχυμένους
δραχ . βʹ πηγάνου χλωροῦ . . . . . κλῶνας εʹ μέλιτος . . . . . . .
4263511 ἐπικινειται
τὸ δωδέκατον αὐτῶν , ἀνθ ' οὗ ὁ ἥλιος ἔγγιστα ἐπικινεῖται , σκεψόμεθα , ἐν πόσαις ὥραις ἰσημεριναῖς ἡ σελήνη
πάλιν τὸ δωδέκατον αὐτῶν , ἀνθ ' οὗ ὁ ἥλιος ἐπικινεῖται , καὶ τὰ συναχθέντα ἀναλύσομεν εἰς ὥρας ἰσημερινὰς ἐκ
4258523 κρεμαστηρας
πηγάνου τε βλαστούς , καὶ νάρδον , καὶ κάστορος τοὺς κρεμαστῆρας , καὶ σίλφιον , τραγοριγάνου τε τοσοῦτον , ὅσον
διαφαίνεσθαι ἐναργῶς τὰ γίγαρτα καὶ τοὺς ὑμένας : τοὺς δὲ κρεμαστῆρας , τοὺς μετεωρίζοντας τὸν βότρυν , ὡς ἐπὶ τὸ
4255923 κροκοδειλους
ἡ χώρα μικρὸν ὑπὲρ τῆς θαλάττης κρήνην Ἀζαριτίαν , τρέφουσαν κροκοδείλους μικρούς . . . . Ζάρητα : κρήνη ὑπὲρ
τὸν ποταμόν , ἀλλὰ καὶ πολὺ μᾶλλον τοὺς ἐν αὐτῶι κροκοδείλους : διὸ καὶ τοὺς ληιστὰς τούς τε ἀπὸ τῆς
4253724 τραπεζοειδη
παραλλήλους : καὶ τὰ μὲν καλεῖται τραπέζια , τὰ δὲ τραπεζοειδῆ . τῶν δὲ τραπεζίων τὰ μὲν ἴσας ἔχει τὰς
δὲ λίθῳ κίονι τῇ περιφερείᾳ ἐκ τῶν ἐπιπέδων . Ἀναξιμένης τραπεζοειδῆ . Λεύκιππος τυμπανοειδῆ τῷ πλάτει , κοίλην δὲ τῷ
4246644 χρισματα
ὠμολίνων : τριβέσθω δὲ μάλιστα τὰ σκέλη : καὶ τὰ χρίσματα δ ' ὅσα δριμύτερα νίτρον ἢ εὐφόρβιον ἢ λιμνῆστιν
λαγόσιν ὄπισθεν καὶ τῷ ἤτρῳ καταπλάσματα , καὶ ψύγματα καὶ χρίσματα ψύχοντα , οἷον θριδακίνης , κοτυληδόνος , φακοῦ τοῦ
4243973 ὑποδεεστερους
δεδιὼς τὴν αὐτοῦ παρασκευήν : οὐ θαρρῶν τῇ ἰδίᾳ παρασκευῇ ὑποδεεστέρους εἶναι : τοὺς ἑαυτοῦ δηλονότι . ἀντίπαλα : ἰσοστάσια
παλαιῶν καὶ νέων , ὥστε τοὺς μὲν δύο αὐτῶν τοὺς ὑποδεεστέρους εἰς τὰς ἁμάξας καὶ εἰς ἑτέρας ὡς εἰκὸς ἀπαντώσας
4238257 συμμιγων
ἀριθμὸς τετρακισμύριαι δισχίλιαι ὀκτακόσιαι , τῆς δὲ τῶν ἀνακτόρων ἐντὸς συμμιγῶν μὲν βίβλων ἀριθμὸς τεσσαράκοντα μυριάδες , ἀμιγῶν δὲ καὶ
τὸ μεσαίτατον πασῶν περὶ ὃ πάλιν πυρώδης : τῶν δὲ συμμιγῶν τὴν μεσαιτάτην ἁπάσαις τοκέα πάσης κινήσεως καὶ γενέσεως ὑπάρχειν
4238256 κωνους
μετὰ πίσσης λαμβάνειν κέλευε , χαμαιπίτυός τε βλαστούς , καὶ κώνους , οὓς πεῦκαι φέρουσι , ἑψηθέντας ὁμοῦ καὶ ποθέντας
Τοῦτο δὲ καταμάθοιμεν ἂν καὶ ἐκ τῶν γινομένων κατὰ τοὺς κώνους τομῶν . Αἱ μὲν γὰρ πρὸς ταῖς βάσεσιν αὐτῶν
4233796 λαβρακων
δὲ καὶ κρανίου λάβρακος μέμνηται ὡς διαφόρου ὄντος τοῦ τῶν λαβράκων ἐγκεφάλου ὡς καὶ τοῦ τῶν γλαύκων . ὁ δὲ
, τῶν πετρῶν δι ' αὐτῶν ἀντεχομένη . Ὅτι τῶν λαβράκων ἐπιτρεχόντων ταῖς καρίσι καὶ θαμὰ λαβομένων αὐτῶν , ὅταν
4232483 σινδονες
τό τε μαλάβαθρον καὶ ἡ Γαγγητικὴ νάρδος καὶ πινικὸν καὶ σινδόνες αἱ διαφορώταται , αἱ Γαγγητικαὶ λεγόμεναι . Λέγεται δὲ
πρὸς ἐμπορίαν τὴν ἡμετέραν , ὀνυχίνη λιθία καὶ μουρρίνη καὶ σινδόνες Ἰνδικαὶ καὶ μολόχιναι καὶ ἱκανὸν χυδαῖον ὀθόνιον . Κατάγεται
4222030 διακεκαυμενος
ὥστε φοινικοῦν γενέσθαι αὐτοῦ τὸ σῶμα . θυμάλωψ : ὁ διακεκαυμένος ἀναβάτης . χαριέντως δὲ εἶπεν , ἐπεὶ ἀνθρακεῖς εἰσιν
ἀκριβῶς ὅσαι λοιπαὶ τῶν τριχῶν , ῥυσὸς τὸ δέρμα καὶ διακεκαυμένος ἐς τὸ μελάντατον οἷοί εἰσιν οἱ θαλαττουργοὶ γέροντες :
4216018 λιθους
ἄφεσιν λίθου . Τοσοῦτο δὲ μόνον ἐδυνάμεθα πάντες , πέμπειν λίθους ἐξ ἀφανοῦς κατὰ τῶν ὑπερχομένων τὸ τεῖχος , ὡς
καθαίρουσι πάθος ὅμοιον πεπονθέναι . Πῶς ; Γῆν που καὶ λίθους καὶ πόλλ ' ἄττα ἕτερα ἀποκρίνουσι καὶ ἐκεῖνοι πρῶτον
4214731 ὀργυιας
ἤτοι τοὺς ἀνέμους . ὠργυιωμένους ἐκτεταμένους ἡπλωμένους ἢ ἀπὸ τῆς ὀργυιᾶς ἤτοι τῆς ἐκτάσεως τῶν χειρῶν ἢ ἀπὸ τοῦ ὀργῶ
. Συνελθόντες οὖν οἱ κωμῆται νύκτωρ σιροὺς ὀρύττουσι τὸ εὖρος ὀργυιᾶς , τὸ βάθος τεττάρων . Τὸ μὲν δὴ χῶμα
4214217 νοτιων
ἐκείνοις ὑψηλὰ γίνεται , καὶ ἔμπαλιν , ὡς ἀπὸ τῶν νοτίων ἐπὶ τὰ βόρεια τοῦ κόσμου ἐκείνοις ἐγκεκλιμένου . Ἀπὸ
ἐν τῷ ἑπομένῳ ὤμῳ τοῦ Ὑδροχόου . πάλιν τῶν δύο νοτίων Ἰχθύων οἱ ἐν τοῖς στόμασι καὶ τοῦ ἐν τῷ
4213618 ποικιλματα
ἀνιέρωται τῷ Ἀπόλλωνι , ὁπόσα τῶν ταῖς χερσὶν ἁρμοζόντων τεκτόνων ποικίλματα ἄγων τὸν Κρισαῖον λόφον . . . . .
ὠλένας πρὸς οὐρανὸν ῥίπτονθ ' , ἵν ' οἰκεῖς ἀστέρων ποικίλματα . σύ θ ' , ἣ ' πὶ τὠμῶι
4202244 τριπηχυν
περιφερῆ ὥσπερ κυκλαμίνου , ἔγχλοα : ἄνθος ῥοδοειδές : καυλὸν τρίπηχυν : ῥίζαν γλίσχραν , λευκὴν ἔνδοθεν . Ἄλκμαρ φύλλα
καὶ ἐχίδνας μεγάλας καὶ ὄφιν πηχῶν δέκα καὶ χελώνην ποταμίαν τρίπηχυν πέρδικά τε μείζω γυπός . συνῆν δέ , ὥς
4195967 στενοτατος
κτίσιν . κατὰ τὴν πόλιν ταύτην δὲ τῆς Ἀσίας σχεδὸν στενότατος αὐχήν ἐστιν εἰς τὸν Ἰσσικὸν κόλπον διήκων τήν τ
, μῆκος μὲν ρκʹ σταδίων , εὖρος δέ , ᾗ στενότατος αὐτὸς ἑαυτοῦ , τεττάρων : οὔτι γε μὴν θηρίων
4193693 κοιλα
τὴν λαγόνα , τὸ βάθος τῆς κοιλίας : τὰ πρόσω κοῖλα : τὰ πρόσω κοῖλα τῆς ἑαυτοῦ γαστρὸς φυλάττων :
νήσου παραπλήσιά που ὁρᾷς καὶ ἀλλήλοις ξύμμετρα καὶ οἷα ἐναρμόσαι κοῖλα ἐκκειμένοις . τοῦτο καὶ ἡ Εὐρώπη ποτὲ περὶ τὰ
4190596 ἀνατολικων
πολὺς τῶν τοῦ Νίγρου στρατιωτῶν γίνεται , ὡς τῶν μὲν ἀνατολικῶν εὐθέως θραῦσαι τὴν ἐλπίδα , τῶν δὲ Ἰλλυριῶν ἐπιρρῶσαι
καθώς φησιν ὁ Παρθένιος : Κωρυκίων σεύμενος ἐξ ὀρέων , ἀνατολικῶν ὄντων . δύναται δὲ οὕτως καλεῖσθαι , καθ '
4184029 στερεα
καὶ τὰ φύλλα ὅμοια ἔχει μυρσίνῃ , μείζω δὲ καὶ στερεά , ἐπ ' ἄκρου δ ' ὀξέα καὶ ἀκανθώδη
ΓΦ στερεόν : ἰσοϋψῆ γάρ ἐστι τὰ ΑΒ , ΓΦ στερεά : ὡς δὲ ἡ ΓΜ πρὸς τὴν ΓΤ ,
4179916 πλεθρου
τοὺς ἐλέφαντας ἐπὶ μετώπου , διέχοντα ἐλέφαντα ἐλέφαντος οὐ μεῖον πλέθρου , ὡς πρὸ πάσης τε τῆς φάλαγγος τῶν πεζῶν
τῆς Ἄλτεως κατὰ τὴν πομπικὴν ἔσοδον Ἱπποδάμειον καλούμενον , ὅσον πλέθρου χωρίον περιεχόμενον θριγκῷ : ἐς τοῦτο ἅπαξ κατὰ ἔτος
4170632 ῥους
βαλαύστιόν τε καὶ κύτινοι καὶ κηκῖδες ὀμφακίτιδες καὶ στυπτηρία καὶ ῥοῦς καὶ γλαύκιον καὶ ἀφέψημα μυρσίνης καὶ σχιστῆς : συμπεφθείσης
ὀρῶν ἐπέβη , ἀφ ' ὧντινων ὀρῶν βάσιν ὁ μέγας ῥοῦς τοῦ ἀνατολικοῦ ὠκεανοῦ φέρεται . Ἐκεῖσε δύο στήλας περὶ
4168751 περιμετρον
δὲ δισμυρίων ͵εςʹ , ὡς εἶναι τὸ ὑπὲρ τὸν ὁρίζοντα περίμετρον τῆς γῆς ἑξηκοστῶν μὲν τριάκοντα , σταδίων δὲ μυριάδων
εὑρίσκεται . Ἐπειδὴ γὰρ σφαιροειδῆ ταύτην παρελάβομεν εἶναι , καὶ περίμετρον ἔχειν μοιρῶν τξʹ , τὰς μὲν ρπʹ κατὰ τὸ
4161842 περιφερους
ταύτην τὴν αἰτίαν καὶ ἡ ψυχὴ ἐκ τῶν δύο , περιφεροῦς καὶ εὐθείας , ὑπέστη ἐκ πέρατος καὶ ἀπείρου ,
ψυχροῦ . Κρύσταλλος συντελεῖται καὶ κατ ' ἔκθλιψιν μὲν τοῦ περιφεροῦς σχηματισμοῦ ἐκ τοῦ ὕδατος , σύνωσιν δὲ τῶν σκαληνῶν

Back