πόλις μὲν αὕτη Ἴλιος ὀφρυόεσσα , καθ ' Ὅμηρον , περιθεῖ δὲ αὐτὴν τεῖχος οἷον καὶ θεοὺς μὴ ἀπαξιῶσαι τῆς | ||
οὐκ ἐφ ' ἑνὸς ἵσταται χωρίου , κινεῖται δὲ καὶ περιθεῖ καί , ὡς αὐτό που δηλοῖ τοὔνομα , διέρπει |
τὸ εἶναι , οὗ καὶ νοουμένη ἀχώριστος , ὡς δὲ κοιλότης κεχωρισμένη καὶ οὐδὲν δεῖ τῷ νῷ προσεπινοεῖν τὸ ὑποκείμενον | ||
. καὶ ἡ γαστὴρ αὐτή . καὶ ἡ τῶν ἑλκῶν κοιλότης . κράδης : οἱ μὲν τὰ τῆς συκῆς φύλλα |
καλεῖ Πύλον ὁμωνύμως τῇ πόλει . ὅτι δὲ διώριστο ἡ κοίλη Ἦλις ἀπὸ τῶν ὑπὸ τῷ Νέστορι τόπων , ὁ | ||
. Νυμφῶν ἄντρον ἦν , πέτρα μεγάλη , τὰ ἔνδοθεν κοίλη , τὰ ἔξωθεν περιφερής . Τὰ ἀγάλματα τῶν Νυμφῶν |
Ἐννέπετε , Κρονίδαο Διὸς μεγάλοιο θύγατρες ἔστι τις ἠνεμόεις ὀλίγος λόφος οὕνεκά οἱ Κρονίδης ὅστε μέγα πᾶσιν ἀνάσσει ἄντρον ἐνὶ | ||
εἰς ὀξὺ ἀπολήγουσα , ἔχουσα καθ ' οὗ πήγνυται ὁ λόφος ' . . . . αὐλῶνες : οἱ ἐπιμήκεις |
, ἄνθος κρόκῳ ὅμοιον , σπέρμα λευκὸν καὶ πυρρόν , ἐπίμηκες , γεγωνιωμένον . Κολχικόν λήγοντος τοῦ φθινοπώρου ἀνίησιν ἄνθος | ||
καὶ ὁ οἰκοδόμος ἀπὸ μεταφορᾶς τούτου τεῖχος , ἀντὶ τοῦ ἐπίμηκες ποιεῖ : καὶ ἐλαύνει ἵππον , ἀντὶ τοῦ ἐπ |
τὴν ἡμέραν τε καὶ τὴν ὁδόν . μία τε οἷον ζώνη διὰ παντὸς τοῦ ἀέρος ἦγεν εἰς τὸ ἱερὸν κατ | ||
ἐπεζεύχθωσαν αἱ ΚΞ ΞΜ . Ἐν μὲν ἄρα κόσμῳ μέση ζώνη ἐστὶν ἡ ΚΑΜ , ἐν δὲ γῇ ἡ ΟΕΠ |
βέλους δ ' αἱ ἀκίδες ὄγκοι καὶ πώγωνες καλοῦνται . στεφάνη δὲ εἶδος ἂν εἴη περικεφαλαίας , ὥσπερ καὶ κέρως | ||
καὶ τὴν ἄτοκον : “ βοῦν ἥτις ἀρίστη . ” στεφάνη ἐπὶ μὲν τῆς κυκλοτεροῦς καταφορᾶς “ ὅντε κατὰ στεφάνης |
αὐτοῦ μερῶν ψαύει προσκλύζον Μυοσόρμου , Ὀρθοῦ ὅρμου καὶ τῶν πέριξ πόλεων . πρόσκειται δὲ αὐτοῖς κατὰ τὰ Σφαιρικὰ πρὸς | ||
τῶν ἀφρύκτων κριθῶν οὕτως Ἀττικοὶ καλοῦσι . ἀμφίδιον : τὸ πέριξ τοῦ τῆς μήτρας τραχήλου . αἰολᾶται : πλανᾶται . |
ἀριστεροῦ δὲ τὸ ἐναντίον : τοῦ δὲ κάτωθεν , ὅπερ ἐπίκειται τῇ ἀρχῇ τοῦ ἀπευθυσμένου , σκυβάλων δυσοδία καὶ ἐποχὴ | ||
: Ἐν μέντοι , φησί , τοῖς ἀκριβεστέροις ἀντιγράφοις ὀξεῖα ἐπίκειται τῇ πρώτῃ συλλαβῇ κατὰ τὸ λόχμη , λόγχη , |
. ἐν δὲ τούτοις ἐστὶ καὶ τὸ Μάσιον , τὸ ὑπερκείμενον τῆς Νισίβιος ὄρος καὶ τῶν Τιγρανοκέρτων . ἔπειτα ἐξαίρεται | ||
ἐπ ' αὐτοῦ τοῦ κρημνοῦ τοῖχον , προβιβάσας παραδόξως τὸ ὑπερκείμενον τοῦ κρημνοῦ . χρυσοῦν τε κριὸν τῇ Ἀφροδίτῃ τῇ |
δικαίως ἀρετῆς ἕνεκα τῆς εἰς φίλους : τούτῳ γὰρ οὐ κρημνός , οὐ πῦρ , οὐ σίδηρος , οὐκ ἄλλο | ||
. . τὸ βάραθρον : Ὁ ᾅδης . . ὁ κρημνός . . αὐτίκα μάλα : Ἤγουν λίαν συντόμως . |
πλάτος τριπλάσιοι , οἱ δὲ διαγώνιοι τετραπλάσιοι , οἱ δὲ ὑποκάτω τῶν ἐπάνω ἐπίτριτοι . τῇ αὐτῇ μεθόδῳ κεχρημένος ἐπ | ||
διὰ τὸ ἐκ τῶν ὀργάνων γίνεσθαι . Χαλινά . τὰ ὑποκάτω τῶν γνάθων , οἷον χαιλινά τινα ὄντα , ὅτι |
βασιλέως τῶν Κορινθίων . λάληθρον τὴν Ἀργὼ λέγει ὅτι ἡ τρόπις αὐτῆς ἐκ τῆς Δωδωναίας δρυὸς ἦν φωνήεσσα καὶ λάλος | ||
δὲ στιγμή , ποταμοῦ δὲ πηγὴ καὶ ζώου καρδία καὶ τρόπις ἐν νηί : ὡς γὰρ πρὸς ἀριθμὸν ἡ μονάς |
τύψεν [ ἀλοιητῆρος ] ὑπὸ ῥιπῇσι σιδήρου : ἐτμήθη δὲ φάρυγξ [ ] , κεφαλὴ δ ' ὑπὲρ ἔδραμεν ὤμων | ||
, δέρη δὲ τὸ ἔμπροσθεν καθ ' ὅ ἐστιν ὁ φάρυγξ . αὖθις καὶ αὖθι διαφέρει . τὸ μὲν γὰρ |
τὸ ἄρρωστον εἶναι τὸν σφυγμὸν καὶ σκληρὸν καὶ βραχὺν καὶ στενὸν καὶ ἄγαν ἁπάντων τῶν ἐπὶ πολὺ μάλιστα χρονισάντων φρενιτικῶν | ||
δή . ἐν στενῷ ] μεταξὺ Σαλαμῖνος καὶ Αἰγίνης τὸ στενὸν ἦν . παίοντ ' ] παράλογον τὸ δυϊκόν . |
. . οϚ ∠ ʹ ιϚ μεθ ' ὃ ἡ πηγὴ τὸ καλούμενον Στυγὸς ὕδωρ . . . . . | ||
λεῖοι , τρεῖς αὐτῶν σκοτινοὶ καὶ εἷς φωτινός , καὶ πηγὴ ὕδατος ἀνὰ μέσον αὐτοῦ . καὶ εἶπον Πῶς λεῖα |
πόλις ἐδόκει ἡμῖν εἶναι τὸ γεγραμμένον οὔτε στρατόπεδον , ἀλλὰ περίβολος ἦν ἐν αὑτῷ ἔχων ἑτέρους περιβόλους δύο , τὸν | ||
ἐχθρὸν καὶ φίλον ἔχειν . τείχους δὲ μέρη κύκλος , περίβολος , προμαχεῶνες , ἐπάλξεις , πύργοι , μεσοπύργια , |
ὃς ἀδελφός ἐστι διανοίας : πηγὴ γὰρ λόγων διάνοια καὶ στόμιον αὐτῆς λόγος , ὅτι τὰ ἐνθυμήματα πάντα διὰ τούτου | ||
ὑπὸ * * τῶν πτερυγωμάτων . τούτων δὲ ἀφέστηκε τὸ στόμιον ταῖς μὲν μᾶλλον , ταῖς δὲ ἧττον παρὰ τὰς |
μήτε χλιαρὰ μήτε πικρὰ , ἀλλ ' ἡδίστη . Ἀγέλαστος πέτρα : ἐπὶ τῶν λύπης προξένων ἡ παροιμία : ἐπ | ||
τῶν κρημνῶν ῥίψαντες σφᾶς ἀπέθανον . εἴχετό τε Ἀλεξάνδρῳ ἡ πέτρα ἡ τῷ Ἡρακλεῖ ἄπορος γενομένη καὶ ἔθυεν ἐπ ' |
μιν βαθέα τε καὶ εὐρέα [ καὶ ] πλέη ὕδατος περιθέει , μετὰ δὲ τεῖχος πεντήκοντα μὲν πήχεων βασιληίων ἐὸν | ||
περίκειται κύκλῳ , τοῖς δὲ ὡς τάφρος βαθεῖα καὶ στενὴ περιθέει : δολεροὶ τὸ ἦθος : οἱ δὲ πάντη ἀνεστηκότες |
εὔφορος ἢ ἐν τοῖν ὤτοιν ἐλλόβια ἢ πόρπη τις ἢ ταινία τὸ ἄφετον τῆς κόμης συνδέουσα , τοσοῦτον τῇ εὐμορφίᾳ | ||
ἀλλ ' ἐπὶ καιροῦ τινος εὐφυΐας καὶ ἀρετῆς . σῷ ταινία τρύχνον : τὴν πόαν . θηλυκῶς λέγουσι τὴν τρύχνον |
: Ἤθελον κοιμηθῆναι ἔτι ὀλίγον , ὅτι βεβαρημένη ἐστὶν ἡ κεφαλή μου : ἀλλὰ φοβοῦμαι , μήπως κοιμηθῶ καὶ βραδυνῶ | ||
ἵνα κινδυνεύσωσιν . ” . . . Ψ : ἠθείη κεφαλή : προσφώνησις νέου πρὸς πρεσβύτερον : δῆλον οὖν ὅτι |
βαρύνεται οὔρεος ἄκρη Ἐρχομένῳ : τὼς κεῖνος ἑλίσσεται εἰν ἁλὶ κόλπος , Νήχυτος , ἔνθα καὶ ἔνθα βαρυνόμενος προχοῇσιν . | ||
πόλις Χαλκηδὼν ἔξω * Θρᾴκης , μεθ ' ἣν ὁ κόλπος ὁ Ὀλβιανός . Παράπλους ἀπὸ Μαριανδύνων μέχρι τοῦ μυχοῦ |
μηχανὴν ἐμφερείας . διὰ τὸ ἄνω εἶναι τοῦ ἄρθρου τὸ κοῖλον , ὡς καὶ τῆς μύλης τὸ ὕπερθεν , καὶ | ||
κατὰ σφυροῦ : εἶτα ἀντίαν λοξὴν κατὰ σφυροῦ ὑπὸ τὸ κοῖλον τοῦ ποδὸς καὶ τῆς πτέρνης καὶ ἐγκύκλιον κατὰ σφυροῦ |
μηʹ ληʹ γʹʹ Ἄκτιον μζʹ γοʹʹ λζʹ ∠ ʹʹδʹʹ Λευκὰς ἄκρα μζʹ ∠ ʹʹγʹʹ λζʹ γʹʹ Ἀλύζεια μηʹ γʹʹ λζʹ | ||
ζακρυόεντος εὐσδύγων ? [ ] θρώισκοντες [ ! ! ] ἄκρα νάων πήλοθεν ] λάμπροι προ ? [ ] τρντες |
σταδίοις καὶ δέκα Σκιάς τε καλούμενον χωρίον καὶ Ἀρτέμιδος Σκιάτιδος ἐρείπιά ἐστιν ἱεροῦ : ποιῆσαι δὲ αὐτὸ ἐλέγετο Ἀριστόδημος ὁ | ||
Κιθαιρῶνι ὀλίγον τῆς εὐθείας ἐκτραπεῖσιν ἐς δεξιὰ Ὑσιῶν καὶ Ἐρυθρῶν ἐρείπιά ἐστι . πόλεις δέ ποτε τῶν Βοιωτῶν ἦσαν , |
, ἀργὴν τὴν ὁμιλίαν καὶ ἄναρθρον ποιεῖ : ἡ δὲ στενὴ καὶ μικρά , ἐπερείδεσθαι πρὸς τοὺς ὀδόντας μὴ σώζουσα | ||
ὑπὲρ τῆς γῆς . κατὰ τοῦτο ἥ τε ὁδὸς μάλιστα στενὴ γίνεται καὶ τὸ μνῆμα Ἀρηιθόου λέγουσιν εἶναι , Κορυνήτου |
Τὸ τοίνυν ἀπόρρητον ὡς ἀληθῶς οἷον θριγκὸς τῷ ῥητῷ παντὶ περιβέβληται , ἄνωθέν τε ὑπερέχον καὶ κάτωθεν ἕδρα πᾶσιν ὑποκείμενον | ||
λαμβάνει : ἀλλὰ χρήματα φησίν ἐπάξεται βασιλεύς : πολλὰ γὰρ περιβέβληται . τοῦτο τέως μέρος πρῶτον αὐτῶν τιθείς , τέως |
τῇ κοτύλῃ τοῦ ἰσχίου πέφυκεν : ὑποπλάγιον δὲ καὶ τοῦτο προσήρτηται , ἧσσον δὲ βραχίονος . Τὸ δ ' ἰσχίον | ||
μεγάλη λεγομένη φλέψ , κατὰ δὲ τὴν μέσην αὐτῆς κοιλίαν προσήρτηται ἡ καλουμένη ἀορτὴ φλέψ . φέρουσι δὲ καὶ εἰς |
καὶ ἡσυχίας : περιγράφει δ ' αὐτοῦ τὸ μέγεθος ᾐὼν βαθεῖα καὶ μαλθακή . Τὰ δ ' ὑπὲρ τῆς θαλάσσης | ||
, καὶ ἡ στρωμνὴ μήτε ὀλίγη μήτε σκληρά μήτε οὖν βαθεῖα πάλιν ἢ ὑπὲρ τὸ δέον μαλακή : πρὸς γὰρ |
, ἐκρέμαντο . Τὸ δὲ περιέχον αὐτὴν ὕπαιθρον μυρρίναις καὶ δάφναις ἄλλοις τ ' ἐπιτηδείοις ἔρνεσιν ἐγεγόνει συνηρεφές . Τὸ | ||
τὰς εἰκόνας Μαξίμου καὶ Βαλβίνου Γορδιανοῦ τε Καίσαρος στεφάνοις καὶ δάφναις κεκοσμημένας αὐτοί τε εὐφήμουν , καὶ τοὺς στρατιώτας ἠξίουν |
, ἡ κοιλότης : ἐκ ταύτης γὰρ καὶ τῆς ῥινὸς σιμὴ ῥὶς γίνεται σύνθετον καὶ ἔνυλον πρᾶγμα . καὶ δὶς | ||
δυνάμει ἐνορᾶσθαι θάτερον . Εἰ δὲ ὡς ἡ ῥὶς ἡ σιμὴ καὶ τὸ σιμόν , καὶ οὕτω διπλοῦν ἑκάτερον καὶ |
ἀθεράπευτός ἐστιν . εἰ δὲ χωρὶς τῆς διαστάσεως ἐξογκωθείη τὸ ὀστοῦν , καὶ ὣς ἀνωφελὴς ἡ χειρουργία : ἀνατρήσαντες γὰρ | ||
τρίπουν . πρόσκειται ἀπαθές διὰ τὸ ποιοῦν καὶ χρυσοῦν καὶ ὀστοῦν καὶ χαλκοῦν , ταῦτα γὰρ ἀπὸ κράσεως γέγονε , |
, χρῶμα ὄρτυγος , κεφαλὴ προμήκης , ῥύγχος ὀξύ , τράχηλος λεπτός , ὀφθαλμοὶ μεγάλοι , γλῶσσα ὀστώδης , πρόλοβον | ||
δριμὺ καὶ κολλῶδες , φλεγμαίνει καὶ ἀνοιδίσκεται καὶ ξυντείνει ὁ τράχηλος , καὶ οὕτω προΐει ἐς οὖς : κἢν μὲν |
ὅθεν μὲν διορύσσειν ἤρξαντο δῆλόν ἐστιν , ἐς δὲ τὸ πετρῶδες οὐ προεχώρησαν ἀρχήν : μένει δὲ ὡς πεφύκει καὶ | ||
μέρους τῷ Ἑλικῶνι καὶ αὐτό : ἐπίνειον δ ' ἔχει πετρῶδες περιστερῶν μεστόν , ἐφ ' οὗ φησιν ὁ ποιητὴς |
περὶ τὸ τμῆμα τῆς σφαίρας : ἔσται ἄρα αὕτη ἡ ἐπιφάνεια , καὶ πολὺ μᾶλλον ἡ τοῦ τμήματος τῆς σφαίρας | ||
λοιπὸν ἐνεργείᾳ ἐστίν . οὕτως οὖν , φησί , καὶ ἐπιφάνεια δυνάμει ἐστὶν ἐν τῷ κύβῳ * * * ἡνίκα |
ῥινὸς αὐτῆς ὁ ὄφις καὶ κατατέμνεται ὑπ ' αὐτῆς κἂν εἱλίσσεται περὶ αὐτήν . Ὁ κάραβος μαθὼν τὴν ἐν πέτραις | ||
Παρθένος ἐγγὺς ἐοῦσα πολυσκέπτοιο Βοώτεω . Τῆς ὑπὲρ ἀμφοτέρων ὤμων εἱλίσσεται ἀστὴρ [ δεξιτερῇ πτέρυγι : Προτρυγητὴρ δ ' αὖτε |
ὁ τοῖς ποσὶ μακρὰ βιβάς , σπουδῇ δὲ ἥκει καὶ κατέρχεται ; μῶν ἐπιφωνήσομεν αὐτῷ ; Καὶ μάλα . Κλεόλαε | ||
. ] : ἐπεὶ Νεοπτόλεμος Ἑρμιόνην γαμεῖ τὴν Μενέλεω , κατέρχεται εἰς Δελφοὺς περὶ παίδων χρησόμενος : οὐ γὰρ αὐτῷ |
εἰς ἅλα δίναις . κεῖθεν δὲ προτέρωσε μέγας καὶ ὑπείροχος ἀγκών ἐξανέχει γαίης : ἔπι δὲ στόμα Θερμώδοντος κόλπῳ ἐν | ||
ὑπόκειται ἐρῶν αὐλητρίδος : ὦ χρυσοῦν ἀνάδημα , ὦ γλυκὺς ἀγκών . ὡς εἴ τις εἶποι : ὦ γλυκὺς πῆχυς |
ἀριστερῶν . ἔστι δ ' ἡ ἔκφυσις αὐτῶν ἰσχνὴ καὶ πλατεῖα , κατὰ γραμμὴν ἐγκαρσίαν ἐπ ' ὦτα φερομένη : | ||
σεμνότητος καὶ ἔννοιαι . Λέξις δὲ σεμνὴ πᾶσα μὲν ἡ πλατεῖα καὶ διογκοῦσα κατὰ τὴν προφορὰν τὸ στόμα , ὥστε |
οὐ ποιεῖ τῆς κατὰ τὴν ἀρτηρίαν κινήσεως , ἀθρόως δὲ ἀποκοπεὶς καὶ ἐφησυχάσας κατὰ τὴν συστολὴν χρόνον τινὰ ἐπανέρχεται πάλιν | ||
οὐκ ἔφθαρται ὁ τὸ σῶμα ἀφαιρεθείς , ὥσπερ οὐδὲ ὁ ἀποκοπεὶς τὸν πόδα Δίων , ἀλλ ' ἡ τοῦ κόσμου |
ἀπ ' οὔρεος Ἀρμενίοιο . τοῦ δὲ πρὸς ἀντολίην βορέην ἐπικέκλιται ἰσθμός , ἰσθμὸς Κασπίης τε καὶ Εὐξείνοιο θαλάσσης . | ||
νῆις ἐὼν ἑτάροις ἅμα νήισινΑἶα δὲ Κολχίς Πόντου καὶ γαίης ἐπικέκλιται ἐσχατιῇσιν ; ” Ὧς φάτο : τὸν δ ' |
. οἷς μὲν οἴδημα περίκειται κύκλῳ , τὰ δὲ ὡς τάφρος βαθεῖα καὶ στενὴ περιακολουθεῖ , δολερὸν ἄνδρα σημαίνουσιν . | ||
τοὺς Τρῶας οὐ χωρεῖ τὸ πεδίον καὶ μάταιον μὲν ἡ τάφρος ἀνάλωμα , περιττὴ δὲ τὸ τεῖχος δαπάνη καὶ τὴν |
. ἡ δὲ χρυσίου πλήρης , σύρουσα λεπτὴν πορφύρην ἐπὶ κνήμης , πᾶσαν μάχην συνῆπτεν οἰκοδεσποίνῃ . τὴν δ ' | ||
εἴποι τις ὡς ἡδὺς ὁ γέλως : μηροῦ τε καὶ κνήμης ἐπ ' εὐθὺ τεταμένης ἄχρι ποδὸς ἠκριβωμένοι ῥυθμοί . |
τε καὶ Ἴμβρου παιπαλοέσσης ἔνθορε μείλανι πόντῳ : ἐπεστονάχησε δὲ λίμνη . ἣ δὲ μολυβδαίνῃ ἰκέλη ἐς βυσσὸν ὄρουσεν , | ||
ἡ λίμνη οὐκ ἔχειν εἴσπλουν ἐστὶ φαίνουσα . Ἡ δὲ λίμνη αὕτη ἐστὶ μεγάλη , τὸ περίμετρον ἔχουσα ὡς σταδίων |
βαδίζω , ἕλκω , ἄνθος , ἄρτος , ἔργον , ἔμβολος , σύμφωνον , σύμπονος . Τὰ ὑποταττόμενα τινὶ ἐν | ||
, τὴν οὖσαν πλησίον τοῦ ἐμβόλου τῆς εὐρυχώρου Ἀσίας . ἔμβολος δὲ Ἀσίας ἡ Λυκία , διὰ τὸ οὕτω παρατετάσθαι |
νῦν ἐς τοσοῦτον λελέχθω . Παρὰ τοῖς Ἀριανοῖς τοῖς Ἰνδικοῖς χάσμα Πλούτωνός ἐστι , καὶ κάτω τινὲς ἀπόρρητοι σύριγγες καὶ | ||
καὶ προορᾶν , ὡς μὴ ἐς βόθρον ἢ τάφρον ἢ χάσμα κατενεχθείη ὁ ἵππος , ὅτε γε δι ' ἕλους |
Ἀλεξάνδρῳ γένοιτο , Ἄορνος δὲ ὀνομάζοιτο οὐκ ἐπειδὴ στάδια πεντεκαίδεκα ἀνέστηκε , πέτονται γὰρ καὶ ὑπὲρ τοῦτο οἱ ἱεροὶ ὄρνιθες | ||
ὁ πρὸς τὴν ἕω καὶ Βυζάντιον : αὐτὴ δ ' ἀνέστηκε λόφου μὲν χθαμαλωτέρα , πεδίου δὲ τραχυτέρα : πολλὰ |
τῇ πτέρνῃ . τῶν δ ' ὀστέων τὸ μὲν ὀπίσω κνήμη , τὸ δ ' ἔμπροσθεν ἀντικνήμιον , τὰ δ | ||
ἀνιόντα πολλάκις αὐτονυχεὶ θηεύμεθα . Τοῦ μὲν ἄρ ' οἴη κνήμη σὺν Χηλῇσι φαείνεται ἀμφοτέρῃσιν : αὐτὸς δ ' ἐς |
εὐθεῖαν πλέειν ἐστί : τὸ γὰρ μέτωπον τῆς νεὼς ἡ πρῴρα ἐστί . λέγει οὖν ὅτι τὰ μέτωπα , ὅ | ||
εὐθεῖαν πλέειν ἐστί : τὸ γὰρ μέτωπον τῆς νεὼς ἡ πρῴρα ἐστί . λέγει οὖν ὅτι τὰ μέτωπα , ὅ |
γαστέρας , καὶ πολλοὶ καὶ ἀπώλλυντο , μέχρι ποτὲ τὸ χῶμα ἠγέρθη καὶ τὰ τείχη τῶν πολεμίων τύπτοντες μηχαναῖς μέρος | ||
, ἐν ἀριστερᾷ εἰς Ἀκαδημίαν ἀπιόντων , οὐ μέγα τὸ χῶμα καὶ ἡ στήλη χαμαί : πλὴν ἀλλ ' ἔστεπταί |
δὲ ἐπινοίᾳ χωριζομένων . διὸ ἡ μὲν σιμότης , ὅτι κοίλανσις ἐν ῥινί , οὐδὲ κατ ' ἐπίνοιαν δύναται νοηθῆναι | ||
, καὶ ὡρισμένως ἐντεῦθεν ἐσήμαινε τὴν σιμότητα : ἡ δὲ κοίλανσις αὐτὴ καθ ' αὑτὴν οὐ σημαίνει τὴν σιμότητα : |
πονηροῖς . παρὰ τούτῳ τῷ Πανὶ πῦρ οὔ ποτε ἀποσβεννύμενον καίεται . λέγεται δὲ ὡς τὰ ἔτι παλαιότερα καὶ μαντεύοιτο | ||
φησι καὶ Ἐ . πολλὰ δ ' ἔνερθε οὔδεος πυρὰ καίεται . . . . . διέκρινε μὲν γὰρ τὸ |
καὶ Λουκιανὸς , θυννῶδες τὸ ἐνθύμημα , ἀντὶ τοῦ , ἀπότομον καὶ σκληρόν . Θύραζε Κᾶρες , οὐκ ἔτ ' | ||
ἅτε πρέπουσαν ὁ ποιητὴς προσῆψεν ἑαυτῷ , τὴν δ ' ἀπότομον ἀπειλὴν τῷ θυμῷ τοῦ ἡγεμόνος ἐξαπίνης οὐδὲν προδηλώσας περιέθηκεν |
ἀγορᾶς ναὸς ἀρχαῖος στοαῖς ἐν κύκλῳ περίστυλος , ὁ δὲ ὄροφος κατερρύηκε τῷ ναῷ καὶ ἄγαλμα οὐδὲν ἐλείπετο : βασιλεῦσι | ||
τέσσαρες δέ εἰσιν ἐν ἀριστερᾷ κίονες καὶ ἐπ ' αὐτῶν ὄροφος , πεποίηνται δὲ ἔρυμα εἶναι ξυλίνῳ κίονι πεπονηκότι ὑπὸ |
ἔοικε , τοῖς κακοῖσι φευκτέον . ἅπασι κοινὸν ῥῦμα δαιμόνων ἕδρα . ταῦτ ' οὐ δοκήσει τοῖς Μυκηναίοις ἴσως . | ||
καὶ ψοφέει : ἢ ἐκ τοῦ κόλαξ , κόλος . ἕδρα δὲ παρὰ τὸ ἑδραῖον καὶ ἰσχυρὸν ἢ παρὰ τὸ |
συμπεπλεγμένον , λελυμένον δὲ καὶ διακεχυμένον , σπέρματος πλῆρες ὁμοίου βοτρυδίοις , βαρὺ σφόδρα καὶ εὐῶδες , δίχα εὐρῶτος καὶ | ||
ὡς πηγάνου : τὰ δὲ ῥαβδία περίπλεα σπερματίων , ἐοικότα βοτρυδίοις μηδέπω ἀνθοῦσιν : ὀσμὴ οἰνώδης : ἡ δὲ ῥίζα |
δὲ Πλειάδες περὶ τὸ οὐραῖον τοῦ αὐτοῦ Ταύρου , ὅπερ ἡμίτομόν ἐστιν . ἡ ἐπιτολὴ δὲ τῶν Πλειάδων γίνεται ἀπὸ | ||
δὲ Πλειάδες περὶ τὸ οὐραῖον τοῦ αὐτοῦ Ταύρου , ὅπερ ἡμίτομόν ἐστιν . ἡ ἐπιτολὴ δὲ τῶν Πλειάδων γίνεται ἀπὸ |
νεύει , δακρύει , λήμας ἔχει , περὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς κοιλαίνεται . τοῦτον οὖν θεραπεύουσιν οὕτως . ἐκ συσκίων χωρίων | ||
πολυσπιλάς : ἔνδοθι δ ' αὐτῆς λαΐνεον περὶ τεῖχος ἰὼν κοιλαίνεται εἴσω κόλπος ἁλός : φαίης κεν ἰδὼν βαθυδίνεα πάντῃ |
μὲν γὰρ ζῷον ὁρᾶν λέγεται κατὰ μέρος , ὁ δὲ ἱστὸς κινεῖται κατὰ συμβεβηκὸς ἐν τῷ πλοίῳ , ἐπειδὴ τῷ | ||
. τοῦ δὲ ἵζω ὁ μέλλων ἵσω καὶ ῥηματικὸν ὄνομα ἱστὸς καὶ ἱστία . οὕτω Φιλόξενος ἐν τῷ Περὶ τῆς |
οὐκ ἐφ ' ἧς ἐστι χώρας , ἀλλὰ ὅθεν ἡ κλάσις ἐποίησε τῇ ὄψει τὴν ἐπαφὴν αὐτῆς καὶ τὴν ἀνταύγειαν | ||
ἀγαθῶν ἀγαθίδες . . . . , . ἄγη : κλάσις ξίφους . . . α . ἀγαυός : ὁ |
πλευρὰς καὶ κατὰ μίαν τῶν ἐλαττόνων εὔριπος εἰς ὑποδοχὴν ὕδατος ὀρώρυκται βάθος τε καὶ πλάτος δεκάπους . μετὰ δὲ τὸν | ||
πόδες : διὰ παντὸς δὲ αὐτοῦ ἄλλο ὄρυγμα εἰκοσίπηχυ βάθος ὀρώρυκται , τρίπουν δὲ τὸ εὖρος , δι ' οὗ |
δὲ φωτός , ἢ τοῦ ἑτέρου καταλαμβανομένου ὑπὸ νυκτὸς πολὺ ὑπεράνω τῆς σκιᾶς τῆς γῆς ὄντος . Τὸ δὲ τὴν | ||
ἄλλα πάντα ἴσα , τοῦ ᾠοῦ τὸ ἡμίτομον καὶ ἀστὴρ ὑπεράνω καὶ ἀκόντιον ἐν τῇ χειρὶ καὶ ἵππος ἑκατέρῳ λευκός |
ᾗ πρῶτον ἐπαναπαύσασθαί φασι τὴν θεὸν ἀπολυθεῖσαν τῶν ὠδίνων . ὑπέρκειται δὲ τοῦ ἄλσους ὄρος ὁ Σολμισσός , ὅπου στάντας | ||
εἰς Ἐπίδαμνον καὶ Ἀπολλωνίαν : καὶ ἡ Φολόη δ ' ὑπέρκειται τῆς Ὀλυμπίας ἐγγυτάτω , ὄρος Ἀρκαδικόν , ὥστε τὰς |
. Ἀλλὰ μὴν σχῆμά γε οὐδὲν μᾶλλον φῂς εἶναι τὸ στρογγύλον τοῦ εὐθέος , οὐδὲ τὸ ἕτερον τοῦ ἑτέρου . | ||
καὶ κάτω ὑποχώρησις : ἄγρυπνος : καὶ κατὰ σπλῆνα ἔπαρμα στρογγύλον . Ἐνάτῃ , πρωῒ ἐξανέστη , ψόφου περὶ τὴν |
ἰθύνουσί φησι τὸν καὶ νῆα ὄντα καὶ ἰχθὺν , καὶ πηδάλιον , καὶ δόμον : ἢ ἐκεῖνον τὸν δόμον καὶ | ||
, ἃ δὲ μὴ δεῖ κρατούντων . ὑπὲρ καπνοῦ τὸ πηδάλιον : ἐπὶ τῶν ἀργούντων καὶ καταμελούντων τέχνης . ὑπέρου |
, κοσμοῦντες φυτεύμασί τε καὶ οἰκοδομήμασιν εὐπρεπέστερα , καὶ συνάγοντες μεταλλείαις νάματα , πάντα ἄφθονα ποιῶσιν , ὑδρείαις τε καθ | ||
ὑποχείριος γενέσθαι τοῖς Κυζικηνοῖς . συναγωνιζόμενος γάρ τις ἐν ταῖς μεταλλείαις Ῥωμαῖος ἑκατοντάρχης ἐπεβέλετο τοῦτο τελέσαι . διὰ γὰρ τὰς |
δ ' ἐπὶ τῶν ἐξεχόντων , ὁποῖόν ἐστιν ἰσχίον καὶ πτέρνα : ἐπεὶ δ ' ἐν ταῖς τοιαύταις θέσεσιν καὶ | ||
αὐτῷ τὸ μέγιστον ὀστοῦν τῶν ἐν ποδί , καλεῖται δὲ πτέρνα , τὰ μὲν περιφερῆ τοῦ ἀστραγάλου περιλαμβάνουσα , δύο |
. . . ἄκρην : σκολιὸν καὶ περιεστραμμένον ἐπισύρεται τὸ οὐραῖον τεινόμενον * ὁμῶς : πάντοτε ὁμοίως ἔμπης * ἐπιτείνεται | ||
, σκόμβρος , θυννίς , κωβιός , ἠλακατῆνες , κυνὸς οὐραῖον τῶν καρχαριῶν , νάρκη , βάτραχος , πέρκη , |
ἄνθεμον , ὅτι τῶν μὲν ἄλλων πάντων τὰ κάτω πρῶτον ἀπανθεῖ τούτου δὲ τὰ ἄνω : τυγχάνει δ ' αὐτοῦ | ||
ἂν ἔχοι παραβαλεῖν : πλὴν παρ ' ὅσον ἐκεῖνα μὲν ἀπανθεῖ καὶ μαραίνεται καὶ ἀλλάττεται καὶ ἀποβάλλει τὸ κάλλος , |
ἦμεν . μικρὸν δὲ ἄπωθεν τῶν ἐπαυλίων πέτρα τις ἦν συνηρεφὴς κατὰ κορυφὴν δάφναις καὶ πλατανίστοις , ἑκατέρωθεν δὲ μυρρίνης | ||
ἦν γάρ τις οὐ πολὺ ἀπέχων ἱερὸς χῶρος ὕλῃ βαθείᾳ συνηρεφὴς , καὶ πέτρα κοίλη πηγὰς ἀνιεῖσα : ἐλέγετο δὲ |
Ἡρακλείων στηλῶν κύρτωμα τῆς Εὐρώπης , ἀντικείμενον μὲν τοῖς Ἴβηρσι προπεπτωκὸς δὲ πρὸς τὴν ἑσπέραν , οὐκ ἔλαττον σταδίων τρισχιλίων | ||
διημένης , καὶ προστιθέναι τῇ ὑστέρᾳ καὶ διαβιβάζειν πᾶν τὸ προπεπτωκὸς ἠρέμα ἀναθλίβοντας , ἄχρις οὗ ἡ μήτρα ἐπὶ τὸν |
δύσιν μέρη . ἐκλείπει δὲ ἐσχάτως ἡ σελήνη ὅταν πρώτως ἔσωθεν ἐφάπτηται τῆς σκιᾶς , καὶ τὸ ἀφανισθὲν αὐτῆς μέρος | ||
καὶ ] κατ ' ἐναλλαγὴν ἀλλήλοις παρατιθέμενα , τὸ μὲν ἔσωθεν ἔξω , τὸ δ ' ἔξωθεν ἔσω : οὕτως |
, στόμα , βρόγχος , τραχεῖα ἀρτηρία , πνεύμων . ῥὶς μὲν καὶ στόμα πρὸς τὸ ἀναπνεῖν , ὁ δὲ | ||
σημαίνει ἄνδρα . εὐθύτης ῥινὸς γλώττης ἀκρασίαν τινὰ λέγει . ῥὶς ἡ μείζων καλλίονα δηλοῖ ἄνδρα . εἰ δὲ πάνυ |
αἱ ἐν ῥοδωνιαῖς κάλυκες . καὶ τὸ μὲν περικείμενον ἔλυτρον φρουρεῖ τὸ ἔνδον , καὶ δίκην ἕρκους περιέρχεται , ἰδεῖν | ||
Ἀράγου ποταμοῦ τεττάρων ἡμερῶν ὁδὸν ἔχουσα ἐφ ' ἕνα , φρουρεῖ δὲ τὸ πέρας τῆς ὁδοῦ τεῖχος δύσμαχον : ἀπὸ |
θεοῦ φωνὴν λαχοῦσα ᾄδει μάλα μέγα : εὐδαίμων πιτυώδεος ὄλβιος αὐχὴν Ὠκεανοῦ κούρης Ἐφύρης , ἔνθα Ποσειδῶν , μητρὸς ἐμῆς | ||
, τοῦ πνεύματος ἔνδον ἀποθλιβομένου , ἐπὶ θάτερα μὲν ὁ αὐχὴν ἀποκλείει μέρη , ὑπό τε ἀδημονίας καὶ σπασμῶν συνεχόμενος |
ʹ γʹ γʹ ἐλς τῆς ἑπομένης τοῦ ῥόμβου πλευρᾶς ὁ νότιος . . . . . . . . Αἰγόκερω | ||
εἰς ω . καὶ παρ ' Ὁμήρῳ : κατὰ δὲ νότιος ῥέεν ἱδρώς . ἀντὶ τοῦ κατὰ νῶτον ἐφέρετο . |
καὶ διδάσκει τινὰς κινεῖσθαι κινήσεις , ἔσθ ' ὅτε δὲ ἄπωθεν ἑστὼς καί πως κινούμενος ἐν ῥυθμῷ παρέχει ἑαυτὸν ἐκείνῳ | ||
δώμαθ ' ἕκαστος : Εὐρύπυλος δ ' αὐτοῦ κατελέξατο βαιὸν ἄπωθεν ἐς τέγος εὐποίητον ὅπῃ πάρος αὐτὸς ἴαυεν ἠὺς Ἀλέξανδρος |
ἐπιστέγην ἕως τῶν ἐπ ' αὐτῷ δοκῶν , ὅπως ᾖ περίδρομος ἔγκυκλος . Ἐξῇρε δ ' ἐκ μέσης τῆς στέγης | ||
εἶναι τὴν γῆν . . διαπρὸ ] διόλου . . περίδρομος ] στρογγύλη . . διαπρὸ περίδρομος : οὐ περὶ |
κρατεῖ αὐτὴν ἀκίνητον ἔχων τὰ πέρατα ἐνηρεισμένα ἔν τε τῶι βορείωι πόλωι καὶ τῶι νοτίωι . ἔχει δὲ ζώνας εʹ | ||
ἀντοικοῦσι χειμών ἐστι καὶ ἡμέρα , τότε τοῖς ἐν τῆι βορείωι οἰκοῦσι θέρος ἐστὶ καὶ νύξ . ὥστε καὶ νύκτας |
τῶν μὲν λεγόντων , ὅτι πᾶν τὸ ὑφεστὼς χώραν τινὰ κατείληφε , καὶ ἄλλων ἄλλην ἀπονεμόντων , ἢ ἐντὸς τοῦ | ||
οἴκοι καταμεῖναι , τουτέστιν εἰς τὴν περὶ ὧν ἄκρως οὐ κατείληφε μὴ παρελθεῖν ἅμιλλαν , ἀλλ ' ἠρεμῆσαί τε καὶ |
φελλὸς καὶ οὐ δύνει , οὕτως ἐγὼ ἀβάπτιστός εἰμι ὡς φελλός . θηλυκῶς δὲ λέγει τὴν φελλόν . τὸ δὲ | ||
δὲ φοῖνιξ κοῦφος καὶ εὔεργος καὶ μαλακός , ὥσπερ ὁ φελλός , βελτίων δὲ τοῦ φελλοῦ ὅτι γλίσχρος : ἐκεῖνο |
δὲ τοῦτο τὸ πάθοϲ καὶ τοῖϲ ὀϲτοῖϲ , ὅταν ἡ περικειμένη ϲὰρξ αὐτοῖϲ μοχθηροὺϲ ἰχῶραϲ γεννῶϲα διαβρέξῃ τούτοιϲ αὐτὰ καὶ | ||
δὲ τοῦτο τὸ πάθος καὶ τοῖς ὀστοῖς , ὅταν ἡ περικειμένη σὰρξ αὐτοῖς μοχθηροὺς ἰχῶρας γεννῶσα διαβρέξῃ τούτοις αὐτὰ καὶ |
ἐπεστραμμένων , ἔλαθε Λαίλιος ἐπὶ θάτερα τοῦ Κώθωνος ἐς τὸ περιφερὲς αὐτοῦ μέρος ἀνελθών . βοῆς δ ' ὡς ἐπὶ | ||
ἐν αὐτῷ . υληʹ . Ἧλός ἐστιν ἕλκος ἐν πέλματι περιφερὲς καὶ τετυλωμένον . υλθʹ . Ἐκκρίνεται τὸ σπέρμα , |
μὲν γάρ ἐστιν ὁ μεταξὺ δύο θαλασσῶν πορεύσιμος τόπος , πορθμὸς δὲ τὸ ἀνάπαλιν : καὶ πέριξ ἀφρόν : ἀναφυσηθέν | ||
× . στενὴν δὲ πορθμοῦ συνδρομὴν λέγει , ἐπειδὴ ὁ πορθμὸς μέσος κεῖται τοῦ τε Ἀδριατικοῦ καὶ τοῦ Τυρσηνικοῦ πελάγους |
. ὄρφνη ἡ νὺξ ἡ ὀρφανὴ φωτὸς , ἢ καὶ ὀροφή τις οὖσα καὶ ἀποσκίασις . εἰδώλοισιν : ὁμοιώμασι , | ||
στατοὶ χιτῶνες , οἱ γὰρ συρόμενοι συρτοί . ὄροφος καὶ ὀροφή : ἡ στέγη . ὅσιον χωρίον : τὸ βέβηλον |
Ἀνθηδόνος εἰς αὐτὴν φερούσης ὁδοῦ : γεώλοφος δὲ πᾶσα καὶ σύσκιος , ὕδατα ἔχουσα τὰ μὲν πολλὰ ἁλυκὰ , ἓν | ||
τό τε γὰρ χωρίον ἀπόρρυτον ἑκατέρωθεν , φάραγξ βαθεῖα καὶ σύσκιος , καὶ διὰ μέσου ποταμὸς οὐ τραχύς , ἀλλ |
Σφαιρικὰ βορρόθεν συνανατέλλει ὁ ἀριστερὸς βραχίων τοῦ Ἀρκτοφύλακος , νοτόθεν πρύμνα Ἀργοῦς καὶ τοῦ Κυνὸς τὸ λοιπὸν καὶ τῆς Ὕδρας | ||
' ἐκεῖσε θεῖ : δεῖ τοῦτον „ . πρύμνη καὶ πρύμνα , ἀμφότερα . πτέρνα καὶ πτέρνη , ἀμφότερα . |
κάτω γένηται , ὡϲ πρὸϲ τῷ μήλῳ , τὸ δὲ πλατὺ ἄνω πρὸϲ τὰϲ βλεφαρίδαϲ . εἶτα ἐκκοπτέον τὸ λαμβδοειδὲϲ | ||
εἶναι ⋮ Λέγεται καὶ τοῦτο περὶ αὐτοῦ , ὅτι κάρφος πλατὺ καὶ στερεὸν ἐνδακὼν ἑαυτὸν ἐπιστρέφει , καὶ ἀντιπρόσωπος ὁμόσε |
ἔστιν ἀνακεκλιμένον καὶ τελεῖ τοῦτο ὑπὸ τὴν οὐσίαν , καὶ ἀνάκλισις καὶ τελεῖ τοῦτο ὑπὸ τὴν ποιότητα , καὶ τὸ | ||
μέλη καὶ λέγεται στάσις , ἢ πάντα ὕπτια καὶ λέγεται ἀνάκλισις , ἢ τινὰ μὲν ὄρθια τινὰ δὲ ἀνακεκλιμένα καὶ |
διαφέρει . κάταγμα ⌊ ⌋ μὲν ἐκτεταμένως τὸ κατεαγὸς καὶ συντετριμμένον , κάταγμα δὲ βραχέως τὸ τοῦ ἐρίου ⌊ ⌋ | ||
δὲ ἡ λέξις . κάταγμα μὲν ἐκτεταμένως τὸ κατεαγὸς καὶ συντετριμμένον : κάταγμα δὲ βραχέως τὸ τοῦ ἐρίου ἕλκυσμα . |
: ἡ δὲ Ἀλουίων , ἐν ᾗ καὶ τὰ στρατόπεδα ἵδρυται , μεγίστη τέ ἐστι καὶ ἐπιμηκεστάτη : ἀρξαμένη γὰρ | ||
καὶ Ἀρτεμίδωρος , ἐφ ' ἧς τὸ τοῦ Ἡρακλέους ἱερὸν ἵδρυται . ἠδὲ καὶ Ἀσσυρίης πρόχυσιν : πρόχυσιν ἔφη τῆς |
, ἕως οὗ τὸ ἐπ ' ἐμὲ χῶμα ἀρθὲν καὶ πλασθὲν ἔλθῃ πρὸς ἐμέ . ἄγγελοι δὲ τότε ἀναλαβόμενοι αὐτὸ | ||
ὡς Ἀγλαοφῶντα , ἢ νεβρός , ὡς Ἀπελλῆν , ἢ πλασθὲν βοΐδιον , ὡς Μύρωνα , ἢ ἄλλο τι . |
ζῶντας εὖ δρᾶν : κατθανὼν δὲ πᾶς ἀνὴρ γῆ καὶ σκιά : τὸ μηδὲν εἰς οὐδὲν ῥέπει . τερπνὸν τὸ | ||
ὅτι δοκεῖ νῦν οὐδὲν ὑπάρχειν . πότνια τ ' Οἰδίπου σκιά : σκιὰν Οἰδίποδος αὐτὸν καλεῖ τὸν Οἰδίποδα : τυφλωθεὶς |
ἅμα τῇ πόσει περιρρεῖσθαι πεσόντα . ὁ δὲ Ἀρίσταρχος στροβηθεὶς περιφερὴς ἔπεσε τῇ τραπέζῃ , ὡς περικλασθῆναι περὶ αὐτήν : | ||
τοῖς τῶν ἐλάφων δὲ παραπλήσια , σφυρὸν ὕπτιον , ὁπλὴ περιφερὴς , ὑφηλὴ , κραταιὰ κατὰ τῶν ἐλάφων τὰ ἰσχυρότατα |
ἐν δευτέρῳ τῶν Φυσικῶν καὶ Ἀπολλόδωρος . γίνεσθαι μέντοι τὸ κωνοειδὲς τοῦ ἀέρος πρὸς τῇ ὄψει , τὴν δὲ βάσιν | ||
τοῦ ἡμίσους λάμπεται , ἵνα καὶ τὸ ἀπορρέον αὐτῆς σκίασμα κωνοειδὲς ἀποτελῆται , τὸ δὲ ἐπὶ θάτερα ἀντεκβαλλόμενον ἐπ ' |
τοσοῦτον ἐπιστήμης ἀλλοτριωθῶμεν , ὡς ἄγνοιαν , τὸ μέγα καὶ βαθὺ σκότος , τῆς ἑαυτῶν ψυχῆς κατασκεδάσαι . διττὸν δὲ | ||
φασὶ δὲ Ἱερώνυμόν τινα ἱστορεῖν ὅτι Τιθωνὸς ἀδελφὸς Πριάμου ἐς βαθὺ γῆρας ἐλάσας καὶ ζῆν μηκέτι ἐθέλων ᾐτήσατο παρὰ τῆς |
ἐπίκειται . καὶ οὕτω μὲν ἡ κνήμη εἰς τὰ ἄνω διαρθροῦται : ἀλλ ' οἷον ὑποβέβληται * * * πρὸς | ||
ταύτης ἐστὶ τὰ ἄρθρα : ὡς γάρ φησιν αὐτὸς , διαρθροῦται , οὕτως ἡμεῖς ἀνατρέπομεν αὐτήν . οἱ μέντοι δοξάζοντες |
, ἀκοῦσαι δέ , ὡς ἁλωτὸς μὲν Ἀλεξάνδρῳ γένοιτο , Ἄορνος δὲ ὀνομάζοιτο οὐκ ἐπειδὴ στάδια πεντεκαίδεκα ἀνέστηκε , πέτονται | ||
Λῆθον ὠνόμασαν οἱ μετ ' αὐτοῦ πολεμοῦντες . λίμνην : Ἄορνος λίμνη περὶ Κύμην περιφερὴς δίκην δεσμοῦ περιεσφιγμένη , ἔχει |
εὐδαίμονα , ὅταν ποταμὸν ἢ ὅθεν ῥεῖ , ὅσον τὸ εὖρος , ἀεὶ τὰ τοιαῦτα κάλλος προστίθησι τῷ λόγῳ . | ||
εἰσι τοῦ ναοῦ πόδες ἐννέα καὶ ἑξήκοντα καὶ ἑκατόν , εὖρος δὲ τρεῖς καὶ ἑξήκοντα , τὸ δὲ ὕψος τῶν |
, ὀδύνης ἐπιτεταμένης οὔσης , οὐ δύναται μέγα διασταλῆναι ὁ θώραξ , ἢ ὅτι ὑπόκειται φλεγμονὴ ἐν τῷ θώρακι καὶ | ||
κόραξ ὦ κόραξ , ὁ Φαίαξ ὦ Φαίαξ , ὁ θώραξ ὦ θώραξ , ὁ τέττιξ ὦ τέττιξ , ὁ |