παρεσκευασμένον , πρὶν εἰς ὄχλον ἐκδοῦναι τὸ σύνταγμα , μεταβαλεῖν πείσαιμι τὴν δόξαν . Οὐκ ἐλαχίστην δέ μοι καὶ σὺ
τούτου τυχὼν παρὰ σοῦ οὐδὲν ἦν , εἰ μὴ τούτους πείσαιμι . ἐλθὼν οὖν ἔπειθον αὐτοὺς καὶ οὓς ἔπεισα τούτους
7436172 ἐρωμαι
καλῶς λέγεις . ὦ Χαιρεφῶν , ἐροῦ αὐτόν . Τί ἔρωμαι ; Ὅστις ἐστίν . Πῶς λέγεις ; Ὥσπερ ἂν
τοῦ παρέχειν αὐτὰ ἑτέροις : ἄγ ' ἤν ς ' ἔρωμαι : ἄγε , ἐάν σε ἐρωτήσω δύο λόγους προβαλλομένη
7413000 ψεγεις
σοι τοὺς πέλας , καὶ σὺ χρῶ αὐτοῖς . ἃ ψέγεις , μηδὲ ποίει . μηδείς σε πειθέτω ποιεῖν τι
ὥστ ' , εἰ παρῆσθα , τὸν θεὸν τὸν νῦν ψέγεις εὐχαῖσιν ἂν μετῆλθες εἰσιδὼν τάδε . ξυνήλθομεν δὲ βουκόλοι
7408351 φυλαξω
κακήν , ἣν οὐδεὶς ζηλώσει ὀχήσω ] ἤγουν βαστάσω , φυλάξω , : ὀχεω ῶ . ἐκ μεταφορᾶς τῶν φρουρούντων
θρηνῶ καὶ οὐχ εὑρίσκω τινὰ μηχανήν , δι ' ἧς φυλάξω τὴν μέχρι νῦν σωφροσύνην τετηρημένην ; Ταῦτα λέγουσα ἤγετο
7353038 ὁσηνπερ
φιλονικίας ἐπὶ τοῖς πράγμασι πάντ ' ἄνδρα παρασχέσθαι δεῖ , ὅσηνπερ ἐκ τῶν ἄνωθεν χρόνων ἀμελείας : μόλις γὰρ οὕτως
δύναμιν τοσαύτην εἰς τὸν λόγον παρὰ τῶν Μουσῶν λαβεῖν , ὅσηνπερ αὐτὸς ἔσχηκας εἰς τὸ περισῶσαι τὴν πόλιν . ὁ
7335970 Γυναι
Κῶ εἶχε ὁ Πέρσης . Ὁ δὲ ἀμείβεται τοῖσδε : Γύναι , θάρσεε : καὶ ὡς ἱκέτις καὶ εἰ δὴ
πρός με βαί ' , ἀεὶ δ ' ὑμνούμενα : Γύναι , γυναιξὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει . Κἀγὼ μαθοῦς
7315673 ἐκρυψα
καὶ καταισχύνας ἐμέ . κἀγὼ μὲν ἡ τεκοῦσα κοὐδὲν αἰτία ἔκρυψα πληγὴν δαίμονος θεήλατον , σὺ δ ' , εὐπρεπῆ
; ἀμφότερα γὰρ ἄπορα . λαβὼν δὲ δὴ πῶς ἂν ἔκρυψα καὶ τοὺς ἔνδον καὶ τοὺς ἔξω ; ποῦ δ
7234277 στερξει
προσέφθαρσαι . πλὴν ἴσως τῷ κάλλει πεπίστευκας : Μυρρίνην γὰρ στέρξει δῆλον ὅτι Φρύνην ὑπεριδών . ἀλλ ' ἔοικας κνίσαι
σοι τοῦτο κηλητήριον τῆς Ἡρακλείας , ὥστε μήτιν ' εἰσιδὼν στέρξει γυναῖκα κεῖνος ἀντὶ σοῦ πλέον . Τοῦτ ' ἐννοήσας
7222536 αἰσχυνοιμην
φιλοτίμως συμβέβηκεν αὐτοῖς , ἐξ ὧν εἰκότως ἦσαν σπουδαῖοι , αἰσχυνοίμην ἂν εἴ τι τούτων φανείην παραλιπών . ἄρξομαι δ
προεμένωι καὶ ποιῆσαι λέγειν ἐπαίνους ὑπὲρ ἡμῶν . ἀλλ ' αἰσχυνοίμην ἄν , εἰ τὴν πρὸς ὑμᾶς εὔνοιαν παρὰ τούτων
7215754 λυπεις
ὁμοίῳ οὐ φαίνεται , εἰ δὲ ὑακίνθινον , τῷ μέλανι λυπεῖς , εἰ δὲ φοινικοβαφῆ , φοβεῖς , ὡς ῥέοντος
, εἰπὲ καὶ τὴν ἀδικίαν , ὑπὲρ ἧς ἡμᾶς οὕτω λυπεῖς : εἰ δὲ οὐκ ἔχοι τις αἰτίαν μηδαμόθεν εἰπεῖν
7207169 εἰδηις
Ἀχαιῶν ἀπόδος ἐν σμικρῶι μακροὺς θανοῦς ' , ἵν ' εἰδῆις μὴ καταισχύνειν ἐμέ . μή , πρός σε γονάτων
πέσοι . [ ! ! ! ! ! ! ! εἰδῆις ] γ ' ὅτι [ κρατεῖ ] τῶν σῶν
7199948 τρεχε
κυβερνήτην κακόν . τύχην ἔχεις , ἄνθρωπε , μὴ μάτην τρέχε . εἰ δ ' οὐκ ἔχεις , κάθευδε ,
, ἄνδρες φίλοι : ἄρτους ἐπιλελήσμεθ ' ἀρκοῦντας πρίασθαι . τρέχε δή , παῖ . καὶ τοῦτο ἔλεγεν αὐτὸς γελῶν
7198461 καταβαλῃς
οὐδενός . θάρρει οὖν , ὦ Ξανθίππη , καὶ μηδὲν καταβάλῃς τῶν Σωκράτους καλῶν , εἰδυῖα ὡς μέγα τι ἡμῖν
οὐκ ἀποπίπτουσιν , εἰ περὶ τὴν ῥίζαν κόψας ἁλὸς χοίνικα καταβάλῃς , καὶ τῇ γῇ καταχώσῃς . Τὰ σῦκα οὐ
7193435 ἠδικεις
σοι δεῖ ἀποφεύγειν , ἀνθ ' ὧν [ πρότερον ] ἠδίκεις . ταῦτα γάρ ἐστι τὰ ὠφελοῦντα τὸν λόγον ,
: καὶ γὰρ ἐκείνους καὶ τουτουσὶ καὶ ὅλην τὴν πόλιν ἠδίκεις καὶ κατῄσχυνες . εἰ δὲ μὴ ποιοῦντός σου κατεσκεύαζόν
7188620 ηὑρες
Παλάμηδες , ὦ σοφωτάτη φύσις . Ταυτὶ πότερ ' αὐτὸς ηὗρες ἢ Κηφισοφῶν ; Ἐγὼ μόνος : τὰς δ '
ὑφ ' αὑτῶν ἀναμιμνῃσκομένους : οὔκουν μνήμης ἀλλὰ ὑπομνήσεως φάρμακον ηὗρες . σοφίας δὲ τοῖς μαθηταῖς δόξαν , οὐκ ἀλήθειαν
7178219 καταφρονω
παραϲύνθετον : ἁπλοῦν μὲν οἷον φρονῶ , ϲύνθετον δὲ οἷον καταφρονῶ , παραϲύνθετον δὲ οἷον ἀντιγονίζω φιλιππίζω . Ἀριθμοὶ τρεῖϲ
, στεφάνους ἔχειν οὐκ ἀγωνίζομαι , δοξομανίας ἀπήλλαγμαι , θανάτου καταφρονῶ , νόσου παντοδαπῆς ἀνώτερος γίνομαι , λύπη μου τὴν
7177277 Γελοιον
ἐρωτήσαντος , ἐφ ' ὅτῳ γελᾷ , ἐκεῖνος ἔφη , Γελοῖόν μοι εἶναι ἔδοξεν , εἰ σὺ ἀπὸ τοῦ πώγωνος
αὐτοῦ διαλέγεσθαι οὐδὲ πείθειν τὸν παντελῶς μηδὲν εἰδότα . ρκηʹ Γελοῖόν γ ' ἂν Γελοῖον , φησὶ , τὸ σκέμμα
7163247 ψευσαιμην
. φήσαιμι δ ' ἄν , καὶ φήσας οὐκ ἂν ψευσαίμην οὐδ ' ἂν ἐλεγχθείην , οὐ μόνον ἀναμάρτητος ἀλλὰ
ἀπὸ τἀληθοῦς ὡς μάλιστα ἔνεστι . τοὐναντίον γὰρ ἂν ποιῶν ψευσαίμην τοὺς ἐμαυτοῦ πολίτας καὶ φίλους ὧν ἐξ ἐμοῦ ἤλπισαν
7162887 γιεʹ
ιβʹ , καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις μιᾶς ὥρας τὸ γιεʹ . Ἡ δὲ Προκόννησος [ ] ἔχει τὴν μεγίστην
∠ ʹγ , καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς ἀνατολὰς ὥρᾳ μιᾷ γιεʹ . Τῶν δὲ τῆς Καρμανίας διασήμων πόλεων : ἡ
7141327 Μεγ
Θεσπικήν : κἄπειτεν αἰτήσασαν αὐτὸν μνᾶν μίαν ὁ Μοίριχος , Μέγ ' , εἶπεν . οὐ πρῴην δύο χρυσοῦς λαβοῦσα
. Μὴ σπεῦδε πλουτεῖν , μὴ ταχὺς πένης γένῃ . Μέγ ' ἐστὶ κέρδος , ἢν διδάσκεσθαι μάθῃς . Μισῶ
7132133 μεμψῃ
χρυσίον ἔλθοι , οἶδ ' ὅτι τηνικαῦτα ἐμὲ τὴν Τύχην μέμψῃ . ” ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι χρὴ τὸν
τὰ ἀλλότρια ἴδια , ἐμποδισθήσῃ , πενθήσεις , ταραχθήσῃ , μέμψῃ καὶ θεοὺς καὶ ἀνθρώπους , ἐὰν δὲ τὸ σὸν
7127835 ἀγανακτεις
μοι λέγεις , ὦ Φιλοσοφία , τίνα ἠδίκησαι , ἀλλὰ ἀγανακτεῖς μόνον . Καὶ μὴν ἄκουε , ὦ Ζεῦ ,
ὑπέργηρων ἐρέσθαι βούλομαι . τί δακρύεις τηλικοῦτος ἀποθανών ; τί ἀγανακτεῖς , ὦ βέλτιστε , καὶ ταῦτα γέρων ἀφιγμένος ;
7125006 ἐκπιω
κἀπεκροφήσας : πλέον τι προσέθηκεν ὑπερβολῇ τῆς ἀπειλῆς , τῷ ἐκπίω ἐπενεγκὼν τὸ ἐκροφήσας . Γ οἷον ὄψομαί ς '
τῷ ἀπολλύναι τὸν οἶνον ἔφησεν : „ ἐὰν γὰρ αὐτὸν ἐκπίω , οὐ μόνον αὐτὸς ἀπόλλυται , ἀλλὰ κἀμὲ προσαπόλλυσιν
7122562 ἀπεθανες
οὗτος ὁ πλήξας ἐπλήγης , σὺ δὲ ἀνελὼν τὸν ἕτερον ἀπέθανες . . Ἐτέοκλες . . μελεόπονος ] ἤγουν μέλεα
Ἀλλ ' ἀθάνατός εἰμ ' . Ἀλλ ' ὅμως ἂν ἀπέθανες . Δεινότατα γάρ τοι πεισόμεσθ ' , ἐμοὶ δοκεῖ
7113303 ηὐφρανας
λαβών ; ὁ ἐπαγγειλάμενος ἀπε - κρίνατο οἷς με σὺ ηὔφρανας λόγοις , τοῖς αὐτοῖς κἀγώ σε : ὁποιαοῦν δέδωκας
: ὅσον τόδε διαφέρει , τοσοῦτον καὶ σὺ φανεὶς ἐμὲ ηὔφρανας , ὥστε καλλίων εἶ παρὼν ἢ ἀπών . τόσσον
7110925 ἀσπαζῃ
μυεῖσθαι ὑπ ' ἐμοὶ γάμῳ παρέδωκεν . εἰ τὴν πόλιν ἀσπάζῃ , χαῖρε καὶ ἄπιθι : εἰ δὲ τὰ ἐκ
ὁ Κῦρος , καὶ λαβὼν τὸ χωρίον οὗπερ ἕνεκά με ἀσπάζῃ διατίθει αὐτὸ οὕτως ὡς ἂν τῷ ὑμετέρῳ φύλῳ πλείστου
7101937 Ὡστ
αὐτῶν ἐναντίως διατιθεμένων ὥσπερ εἴπομεν οὐκ ἄλογος ἡ τεραμότης . Ὥστ ' εἰ ὁ ἀὴρ καὶ τὰ ὕδατα καὶ τὰ
. . εἰσίν τινες νῦν οὓς τὸ βασκαίνειν τρέφει . Ὥστ ' ἐνίοτ ' ἂν τούτοισι ποιῶν ματτύην σπεύδων ἅμ
7101788 ληρω
τέρας γὰρ ἂν εἴη ὃ λέγεις . Μὴ οὖν ἐγὼ ληρῶ ; σκόπει δέ . ἆρα τὸ ὁρᾶν οὐκ αἰσθάνεσθαι
εὑρίσκομεν καθ ' ἑκάστην ἡμέραν ἐπιδιδόντα . Ἀλλ ' ἐγὼ ληρῶ καὶ παραφρονῶ καὶ γήρᾳ τοῦτό μοι συμβέβηκεν : εἶτ
7096113 Μιν
ἱκανὸν γὰρ ἦν εἰπεῖν : Εἰς Ἀΐδαο δόμον κατέβη . Μιν ] Αὐτὸν τὸν Ἀπόλλωνα : τὸ δὲ χόλος μέχρι
ἁπαλή . μελέῃσι : ματαίαις . ἐλπωρῇσι : ἐλπίσιν . Μιν : αὐτόν . ἐρυσσάμενος : ἑλκύσας . Ἀνέδυ :
7090241 φλεων
φακῆν ἥδιστον ὄψων λοιδορεῖς πόθεν ἂν λάβοιμι βύσμα τῷ πρωκτῷ φλέων ; ταυτὶ τὰ κρέ ' αὐτῷ παρὰ γυναικός του
αὐτοῦ καὶ ἐν Ἀμφιαράῳ πόθεν ἂν λάβοιμι βύσμα τῷ πρωκτῷ φλέων ; ] Ἄλλως . κύπειρον καὶ φελεὺς εἴδη εἰσὶν
7086335 κενοδρομουσαν
Ἀφροδίτης καὶ Ἄρεως ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι κενοδρομοῦσαν τὴν Σελήνην , καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις καταρχαῖς καὶ
Ἄρεως καὶ Ἑρμοῦ ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι κενοδρομοῦσαν τὴν Σελήνην καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις καταρχαῖς , καὶ
7079255 εἰσχυσις
νϚʹ γοʹʹ Ἄβου ποταμοῦ ἐκβολαί καʹ νϚʹ ∠ ʹʹ Μεταρὶς εἴσχυσις κʹ ∠ ʹʹ νεʹ γοʹʹ Γαριέννου ποταμοῦ ἐκβολαί κʹ
δεκτικὰ τῶν ὑγρῶν ἀγγεῖα , ἵνα οὕτως ἡ τῶν ὑγρῶν εἴσχυσις γένηται , οὕτω δεῖ πρῶτον ἡμᾶς τὰ κεφάλαια τὰ
7077690 Ἡδεως
ἔδει καὶ μνησικακεῖν , ἐκεῖνός γ ' οὐκ εἴα . Ἡδέως δ ' ἂν ἐροίμην τοὺς τἀναντία πρεσβευομένους , πότερον
ταῦτα ἐγερθεὶς ἀπὸ τοῦ ὕπνου αὐτοῦ , εἶπεν ὅτι , Ἡδέως ἐκοιμήθην ὀλίγον , ἀλλὰ βεβαρημένη ἐστὶν ἡ κεφαλή μου
7073796 Ἀρσακομᾳ
ἐπιστὰς ἀποθνήσκει , ὁ δὲ Μακέντης ἐγχειρίσας τὴν Μαζαίαν τῷ Ἀρσακόμᾳ , “ Δέδεξο , ” εἶπεν , “ καὶ
πολλοῦ διεστῶτας . ἐπὶ τούτοις ἐπείσθημεν , δόξαν πολὺ πρότερον Ἀρσακόμᾳ καὶ Λογχάτῃ , καὶ ἐγένετο εἰρήνη ἐκείνων πρυτανευόντων ἕκαστα
7072627 ἐδιδους
, εἰπέ μοι , νομίζεται ; σὺ γὰρ οὐκ ἂν ἐδίδους μὴ στρατοὺς ἄγοντί μοι ? [ : τὸ μὴ
Ἀλλὰ πλουσιωτέρῳ μὲν ἄν , εἰ ἐσωφρόνεις , ἢ ἐμοὶ ἐδίδους : νῦν δὲ κἀγὼ δέξομαι . ἐπεύχομαι δέ ,
7072106 παρεδιδουν
πᾶσιν ἡγοῦμαι ὅτι , εἰ Νικομάχου ἐξαιτοῦντος τοὺς ἀνθρώπους μὴ παρεδίδουν , ἐδόκουν ἂν ἐμαυτῷ συνειδέναι : ἐπειδὴ τοίνυν ἐμοῦ
τοίνυν ὑμῖν ἐδυνάμην τὰς μαρτυρίας παρασχέσθαι τῶν παραγενομένων , ὡς παρεδίδουν τὴν ναῦν Πολυκλεῖ πολλάκις , οὗτος δὲ οὐκ ἤθελεν
7066840 Πρωτεσιλαε
αἴτιος , τοῦ θανάτου δέ σοι οὐδένα ἄλλον , ὦ Πρωτεσίλαε , ἢ σεαυτόν , ὃς ἐκλαθόμενος τῆς νεογάμου γυναικός
ὀλίγον ὀφθεὶς αὐτῇ καταβῆναι πάλιν . Οὐκ ἔπιες , ὦ Πρωτεσίλαε , τὸ Λήθης ὕδωρ ; Καὶ μάλα , ὦ
7061527 πλουτῃ
ἰσχυρός , ἐάν τε μικρὸς καὶ ἀσθενής , καὶ ἐὰν πλουτῇ καὶ μή . ἐὰν δ ' ἄρα πλουτῇ Κινύρα
καὶ ἐὰν πλουτῇ καὶ μή . ἐὰν δ ' ἄρα πλουτῇ Κινύρα τε καὶ Μίδα μᾶλλον , ᾖ δὲ ἄδικος
7050013 Φαιεν
δέ ; οὐ σοφὰ καὶ περὶ σοφῶν ἥκουσιν ἀκουσόμενοι ; Φαῖεν ἄν , ὥς μοι δοκοῦσιν . Ἀλλὰ μὴ τὸν
, ὅτι ταῦτα ἀγαθὰ μέν ἐστιν , ἀνιαρὰ δέ ; Φαῖεν ἄν ; Συνεδόκει . Πότερον οὖν κατὰ τόδε ἀγαθὰ
7048367 κρυψω
πολὺν ἠχήσει τὸν Ἴακχον : τῷ δὲ ἀπειθοῦντι καὶ παρακούσαντι κρύψω τὸ πῦρ καὶ κλείσω λόγων ἀνάκτορα . κοινὸν μὲν
αἵματος χαμαὶ πεσών ; ἐπείγετ ' εἶα , δμωίδες : κρύψω δέ νιν ξεστοῖσι θαλάμοις , ἔνθ ' ἐμῷ κεῖται
7039496 σιωπᾳς
. Τί κέκραγας ; Ἐμβαλῶ σοι πάτταλον , ἢν μὴ σιωπᾷς . Ἀτταταῖ ἰατταταῖ . Οὗτος σύ , ποῖ θεῖς
; γελοῖον , ὃς κόρης ἐλευθέρας εἰς ἔρωθ ' ἥκων σιωπᾷς καὶ μάτην ποθουμένους περιορᾷς γάμους σεαυτῷ . Βουβὼν ἐπήρθη
7038404 ὑπολαμβανεις
. Ὀρθῶς γὰρ οἴει , ὦ Σώκρατες , καὶ δικαίως ὑπολαμβάνεις . Ἴθι νυν καὶ σὺ τὴν ἀπόκρισιν ἣν ἠρόμην
Ἀλλ ' ἄρα , ὦ Ἱππόκρατες , μὴ οὐ τοιαύτην ὑπολαμβάνεις σου τὴν παρὰ Πρωταγόρου μάθησιν ἔσεσθαι , ἀλλ '
7034396 ἀντευεργετειν
Ἰξίων τοῦτο βοᾷ καὶ λέγει , ὅτι δεῖ τοὺς εὐεργέτας ἀντευεργετεῖν . ἔμαθε δὲ σαφῶς ὁ Ἰξίων , ὅτι δεῖ
γάρ ἐστι δικαιότερον ἢ τοὺς γενέσεως καὶ παιδείας αἰτίους ὄντας ἀντευεργετεῖν ; , : Ἀναξιμένους : οὐ γὰρ οὕτως οἱ
7034066 τυχηις
εἰς ἄλλους τρόπους μισεῖς τε λίαν καὶ φιλεῖς ὃν ἂν τύχηις ; οὐκ οἶσθ ' ὑβρισθεῖσάν με καὶ ναοὺς ἐμούς
σαυτοῦ . τοῦτο γὰρ ἀθάνατόν ἐστι , κἄν ποτε πταίσας τύχηις , ἐκεῖθεν ἔσται ταὐτὸ τοῦτό σοι πάλιν . πολλῶι
7029464 μαστιγια
, τὸν δὲ θυγατριδοῦν λαβὼν ἔνδον πρόσειπε . θυγατριδοῦν , μαστιγία ; παχύδερμος ἦσθα καὶ σύ , νοῦν ἔχειν δοκῶν
ἵν ' ἐγὼ τουτῳὶ αὐτὸν περιθῶ . Κατάθου ταχέως , μαστιγία . Οὐ δῆτ ' , ἐπεί μοι χρησμός ἐστι
7027207 ἐγγυησασθαι
τινι , προὐκαλεῖτο πάντας εἰς ἅμιλλαν δρόμου τοὺς θέλοντας αὐτὴν ἐγγυήσασθαι , θαῤῥῶν τῷ αὐτοῦ ἅρματι ταχυτάτῳ ὄντι καὶ μηδένα
, ἀλλὰ μάρτυρά μοί φημι τὸν νόμον εἶναι τοῦ μὴ ἐγγυήσασθαι καὶ αὐτὸν τοῦτον : ἐδεδίκαστο γὰρ ἄν μοι τῆς
7019128 βρυλλων
ὑποπίνων , ἐκ μιμήσεως τῆς τῶν παίδων φωνῆς . ΓΘ βρύλλων ] πίνων , κερδαίνων . βρύλλων ] ἐξαπατώμενος ὑπό
ἠλιθιάζω ] προσποιοῦμαι ἠλίθιος εἶναι , ἤγουν ἑκὼν ἀνοηταίνω . βρύλλων : ἐξαπατώμενος , ὑποπίνων καὶ μεθύων . Σύμμαχος δὲ
7014786 πριωμαι
τῷδε ; ὥστε ματαία ἡ παρατήρησις τῷ Συμμάχῳ . ἐγὼ πρίωμαι τῷδε : ἴσον τῷ ὠνήσωμαι . θοαῖσιν ἵπποις :
βάκχαριν . ὦ λακκόπρωκτε , βάκχαριν τοῖς σοῖς ποσὶν ἐγὼ πρίωμαι ; λαικάσομἄρα βάκχαριν ; Ἀναξανδρίδης Πρωτεσιλάῳ : μύρον τε
7014584 δεξαιτ
οὐδ ' ἀσθενέστερον . τὴν αὐτὴν δὲ ταύτην οἶμαι εἰκόνα δέξαιτ ' ἂν ψυχὴ πρὸς σῶμα , καί τις λέγων
- πίασιν καὶ ἁπάντων ἀγώνων πολεμικῶν τε καὶ εἰρηνικῶν νικᾶν δέξαιτ ' ἂν δόξῃ ὑπηρεσίας τῶν οἴκοι νόμων , ὡς
7004956 βιασῃ
καὶ δῆλα . ἐὰν παιδεραστῇς , ἐὰν μοιχεύῃς , ἐὰν βιάσῃ παῖδα , ἄρρενα μὲν μηδὲ λέγε , ἀλλὰ κἂν
τῶν εἰς τοὺς Ἕλληνας ἀδικημάτων . καὶ ἐκ τοῦ ἀπολογουμένου βιάσῃ λέγων συνήδεσθαι καὶ αὐτὸς ἐν τῷ παρόντι καιρῷ ,
7002690 Σωσον
πατήρ . Ῥᾴθυμος ἐὰν ᾖς , πλούσιος πένης ἔσῃ . Σῶσον σεαυτὸν ἐκ πονηρῶν πραγμάτων . Τὸν ἐλεύθερον δεῖ πανταχοῦ
ἀλλὰ νῦν ς ' ἔτ ' ὠφελοῖμ ' ἐγώ ; Σῶσον σεαυτήν : οὐ φθονῶ ς ' ὑπεκφυγεῖν . Οἴμοι
7000020 κτισεσι
καὶ Ἄρεως καὶ Ἑρμοῦ ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι τὴν Σελήνην κενοδρομοῦσαν καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις καταρχαῖς καὶ
καὶ Ἄρεως καὶ Ἑρμοῦ ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι κενοδρομοῦσαν τὴν Σελήνην καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις καταρχαῖς ,
6998433 τυφλωι
' Ἄρεος στεφάνοισιν . ἡγοῦ πάροιθε , θύγατερ : ὡς τυφλῶι ποδὶ ὀφθαλμὸς εἶ σύ , ναυβάταισιν ἄστρον ὥς .
οὐθενὸς τούτων προςδεήσομαι [ ] , καὶ ? [ ] τυφλῶι ? ? φασι πρόδηλον . δικαίως ? [ ]
6998325 Ὠγαθε
μέντοι οὐδὲν λέγω . Τί δή , ὦ Σώκρατες ; Ὠγαθέ , ἐννενόηκά τι σμῆνος σοφίας . Ποῖον δὴ τοῦτο
τίνος σοι φῶμεν μάλιστ ' εἰρῆσθαι τοῦτον τὸν λόγον ; Ὠγαθέ , καὶ αὐτὸς ἐμαυτοῦ νυνδὴ κατεγέλασα . ἀποβλέψας γὰρ
6996108 ἐφθαρης
ἔφθισο ] ἤγουν παρὰ τοῦ ἀδελφοῦ σου . ἔφθισο ] ἐφθάρης . θ φίλον ] ἀδελφόν . ἔκτανες ] ἐφόνευσας
νεκρός . . μαίνεται ] ταράσσεται . . ἔφθισο ] ἐφθάρης . . διπλᾶ λέγειν ] πάρεστι . . ἀχέων
6993065 Κρατυλε
μοι οὕτω . Ἔστιν ἄρα , ὡς ἔοικεν , ὦ Κρατύλε , δυνατὸν μαθεῖν ἄνευ ὀνομάτων τὰ ὄντα , εἴπερ
τὰ πολλὰ ἐκείνως ἐσήμαινεν . Τί οὖν τοῦτο , ὦ Κρατύλε ; ὥσπερ ψήφους διαριθμησόμεθα τὰ ὀνόματα , καὶ ἐν
6992797 ἀλωπεκην
τοῖς περὶ Δημοσθένην , καὶ ἐν Θεαιτήτῳ Πλάτωνος . Τὴν ἀλωπεκῆν . τὴν πανουργίαν . Τὴν λῆξιν . τὸν κλῆρον
' ἀγορεύειν . Ἂν ἡ λεοντῆ μὴ ἐξίκηται , τὴν ἀλωπεκῆν πρόσαψον : ἐπὶ τῶν φανερῶς μὲν βλάπτειν μὴ δυναμένων
6991699 ὠνερ
σκόπει γ ' αὐτὴν σφόδρα : μόνην γὰρ αὐτήν , ὦνερ , οὐ γιγνώσκομεν . Πολύν γε χρόνον οὐρεῖς σύ
εἶτ ' ἠρόμεθ ' ἄν : Πῶς ταῦτ ' , ὦνερ , διαπράττεσθ ' ὧδ ' ἀνοήτως ; Ὁ δέ
6991491 λεξηις
: ἐς πάντα γὰρ δὴ σοὶ τὰ πιστὰ χρώμεθα . λέξηις δὲ μηδὲν τῶν ἐμοὶ δεδογμένων , εἴπερ φρονεῖς εὖ
' αἴνει κακά . σίγα : πόλει δὲ τούσδε μὴ λέξηις λόγους . ἀδικεῖν κελεύεις μ ' : οὐ σιωπήσαιμεν
6987308 πειθῃς
“ ἔφην ἐγώ , ” ἂν αὐτῷ διδῷς ἀργύριον καὶ πείθῃς ἐκεῖνον , ποιήσει καὶ σὲ σοφόν . “ ”
τι ἐθέλεις αἴτει καὶ λάμβανε . ὅ τι γὰρ ἂν πείθῃς ἐμὲ ἔσται σοι . καὶ τοῦ λοιποῦ ὅταν πέμπῃς
6986831 ΟΥΤΕ
πολὺ τῶν προτέρων προμηθέστεροι , καὶ πανουργότεροι . . ΧΡΥΣΕΩι ΟΥΤΕ ΦΥΗΝ ΕΝΑΛΙΓΚΙΟΝ , ΟΥΤΕ ΝΟΗΜΑ . Τῷ χρυσῷ γένει
εἶναι . Καὶ τροπῇ τοῦ γ εἰς κ . . ΟΥΤΕ ΝΟΗΜΑ . Κατὰ τὸ ἁπλοῦν ἐκεῖνο λέγει , καὶ
6986764 φαθι
τοῦ κλῦθι , καὶ ἴθι , καὶ ἄνωχθι . καὶ φάθι . κἀνταῦθα γὰρ μεταπέπλασται τὸ ε εἰς τὸ θι
φάθι . Φημὶ δή , ἐμπειρία τις . Τίς ; φάθι . Φημὶ δή , χάριτος καὶ ἡδονῆς ἀπεργασίας ,
6986120 εὐφιληταν
εὐφιλήταν ] εὖ φιλουμένην . εὐφιλήταν ] ἀγαπητήν . θ εὐφιλήταν ] καλῶς φιλουμένην , ἀγαπητήν . εὐφιλήταν ] φίλην
ἥν ποτε ἔθου εὖ πεφιλημένην . εὐφιλήταν ] πεφιλημένην . εὐφιλήταν ] προσφιλῆ . εὐφιλήταν ] εὖ φιλουμένην . εὐφιλήταν
6985493 ποησω
. εἴ σοι δεινὸν εἶναι φαίνεται ἂν λάβω ξύλον , ποήσω τὰ δάκρυ ' ὑμῶν ταῦτ ' ἐγὼ ἐκκεκόφθαι .
ἡμμένην . κἀγώ τιν ' αὐτῶν τήμερον δοῦναι δίκην ἐμοὶ ποήσω , κεἰ σφόδρ ' εἴς ' ἀλαζόνες . ἰοὺ
6984249 προσοιτο
ὁ λόγος , καὶ ὅπη ὑγιές , ἵνα τὸ μὲν πρόσοιτο , τὸ δὲ ἐξελέγξειε . , . . Μαρῖνος
ἡγεῖται καὶ σαφῶς οἶδε μηδὲν ἔχουσαν βέβαιον , ἑκὼν ἂν πρόσοιτο ; * Ῥωμαῖοι γάρ εἰσιν οἱ πλείους αὐτῶν ,
6983852 Ἀρκεισιος
οὗ καὶ Χαρισίου πόρτα . Ἀφροδίσιος : ὄνομα κύριον . Ἀρκείσιος : ὄνομα ποταμοῦ . Σιμοείσιος : ὄνομα κύριον :
. ὧδε γὰρ ἡμετέρην γενεὴν μούνωσε Κρονίων : μοῦνον Λαέρτην Ἀρκείσιος υἱὸν ἔτικτε , μοῦνον δ ' αὖτ ' Ὀδυσῆα
6983125 ἐκτελεειν
τῷ τοιούτῳ λόγῳ ὁτὲ μὲν εἰπών : ἀλλὰ τάδ ' ἐκτελέειν , ἅ σε μὴ μετέπειτ ' ἀνιήσῃ , ὁτὲ
ἀίουσα γήθεεν ἐν φρεσὶ πάμπαν : ὀίσατο γὰρ μέγα ἔργον ἐκτελέειν αὐτῆμαρ ἀνὰ μόθον ὀκρυόεντα , νηπίη , ἥ ῥ
6982750 διδωται
ἀποθανεῖν μήτε ζῆν θέλων ἐξ ἅπαντος ἀλλ ' ὡς ἂν διδῶται , προσέρχηται αὐτῷ , τί κωλύει μὴ δεδοικότα προσέρχεσθαι
τὰ πρόβατα : οὕτω καὶ ἐν τῷ βίῳ , ἐὰν διδῶται ἀντὶ βολβαρίου καὶ κοχλιδίου γυναικάριον καὶ παιδίον , οὐδὲν
6982103 δυσβαϋκτον
ἡμᾶς ἄχη . τεῖνε δὲ καὶ ἐξάπλου αὐδὰν καὶ φωνὴν δυσβάϋκτον καὶ θρηνητικήν , τάλαιναν καὶ τληπαθῆ , βοᾶτιν καὶ
' ἄχη ] ἕως τοῦ οὐρανοῦ βόησον τὰ ἄχη . δυσβάϋκτον ] θρηνητικήν . βοᾶτιν ] βοητικήν . ἀναύδων ]
6979009 πυθοιμην
δοκεῖ [ ἔχειν ] περὶ ὀνομάτων ὀρθότητος ἔτι ἂν ἥδιον πυθοίμην , εἴ σοι βουλομένῳ [ ἐστίν ] . Ὦ
ἕκαστος ; Ὥστε ἡδέως κἂν τῶν ἀντιδικούντων ἡμῖν τοῦ σεμνοτάτου πυθοίμην εἰ ἄλλοθέν ποθεν ἔχοι ἂν ἐπιδεῖξαι αὑτὸν Ἀθηναῖον ἢ
6978993 κἀντραγειν
. σικύδιον δ ' ὑποκοριστικῶς εἴρηκε Φρύνιχος ἐν Μονοτρόπῳ : κἀντραγεῖν σικύδιον . Θεόφραστος δέ φησι σικυῶν τρία εἶναι γένη
δὴ κατακλινῶ : σὺ δὲ τράπεζαν ἔκφερε , καὶ κύλικα κἀντραγεῖν , ἵν ' ἥδιον πίω . ἰδοὺ κύλιξ σοι
6973646 εὐδαιμονικον
. . . . [ . ] Ἀνάξαρχόν φησι τὸν εὐδαιμονικὸν φιλόσοφον ἕνα τῶν Ἀλεξάνδρου γενέσθαι κολάκων καὶ συνοδεύοντα τῶι
. Σάτυρος δ ' ἐν τοῖς βίοις Ἀνάξαρχόν φησι τὸν εὐδαιμονικὸν φιλόσοφον ἕνα τῶν Ἀλεξάνδρου γενέσθαι κολάκων καὶ συνοδεύοντα τῷ
6972485 Αὐσιγδα
πόλις Λιβύης καὶ Κίνυψ ποταμὸς Λιβύης πλησίον Αὐσίγδης . * Αὐσίγδα πόλις Λιβύης ἣν παραρρεῖ ὁ Κίνυφος ποταμός . *
δ ' ἀνεστήλωσαν ; περὶ τὴν Αὐσίγδα πόλιν Λιβύης ἥντινα Αὐσίγδα παραρρεῖ ὁ Κίννυφος ποταμός . Τιταιρώνειον : ὁ Μόψος
6971077 εὐτυχεστερον
αὐτῶν ἐγεύσατο , τοῦ παρόντος ἀβιώτου βίου θά - νατον εὐτυχέστερον κρίνας , ἀπογνοὺς ἀπολύτρωσιν , ἄσμενος ἑαυτὸν διεχρήσατο .
φρονήματος ὄγκον τοσοῦτον , δαίμων τις ἢ θεὸς ἀναστήσας εἰς εὐτυχέστερον τόπον Ἀθήνας ἀποικίσαι διενοήθη . ” Τῆς δὲ ἐν
6970734 ἀκουσηι
εἰσὶν ἰαμβικοὶ τρίμετροι ἀκατάληκτοι λαʹ , ὧν τελευταῖος : ὕμνον ἀκούσηι τόνδε δέσμιον σέθεν . μὴ οὐ ] συνίζησις .
τι πάσχειν . πρὸς ἀγορὰν δ ' οὕτως ἅμα προάγων ἀκούσηι καὶ τὰ λοίφ ' , ὧν μοι γενοῦ σύμβουλος
6969936 ψαγδαν
Φέρ ' ἴδω , τί σοι δῶ τῶν μύρων ; ψάγδαν φιλεῖς ; Τῆς μυρηρᾶς ληκύθου πρὶν κατελάσαι τὴν σπαθίδα
φέρ ' ἴδω , τί σοι δῶ τῶν μύρων ; ψάγδαν φιλεῖς ; οὐδ ' ἐστὶν αὐτῷ στλεγγὶς οὐδὲ λήκυθος
6968884 ἐγκρατευσῃ
ποιοῦντες . καὶ πάλιν ἐὰν τὸ πονηρὸν μὴ ποιῇς καὶ ἐγκρατεύσῃ ἀπ ' αὐτοῦ , ζήσῃ τῷ θεῷ , καὶ
τὴν ἐντολὴν ταύτην : ἐὰν τὸ ἀγαθὸν ποιῇς καὶ μὴ ἐγκρατεύσῃ ἀπ ' αὐτοῦ , ζήσῃ τῷ θεῷ , καὶ
6968315 ἐπραξατ
σοι ποταπῶν . ἔπειτ ' ἂν τἀργύριον αὐτῷ καταβάλῃς , ἐπράξατ ' Αἰγιναῖον . Ξέναρχος : οἱ ποιηταὶ λῆρός εἰσιν
ἐβοῶμεν ; τὸ κύβιον τριωβόλου . ονεῖν κεχειρῶν γε οὐκ ἐπράξατ ' οὐδὲ ἕν . οὐκ οἶσθας , ὦ μακάριε
6968190 δειμαινεις
. πατὴρ δέ ς ' οὐχ ὧδ ' ὡς σὺ δειμαίνεις , τέκνον , προδοὺς ἐάσει δωμάτων τῶνδ ' ἐκπεσεῖν
οἷόν τε ] πῶς οἷόν τε τοῦτο ] τὸ παρακούειν δειμαίνεις ] φοβῇ πλέον ] τῆς συγγενείας νηλὴς ] ἀπηνής
6967009 τυχοιμ
μεθύει γὰρ οὐδὲν ἧττον : ὁ δ ' ἕτεροςτί ἄν τύχοιμ ' ὀνομάσας ; βῶλος , ἄροτρον , γηγενής ἅνθρωπος
ὦ πάτερ αἰνόπατερ , τί σοι φάμενος ἢ τί ῥέξας τύχοιμ ' ἂν ἕκαθεν οὐρίσας , ἔνθα ς ' ἔχουσιν
6966619 ὀμωμοκε
καὶ τοῖς ὁμοειδέσιν ὁμοίως . Ὤμοκε ἄηθες : χρὴ γὰρ ὀμώμοκε λέγειν . Ἀλκαϊκὸν ᾆσμα οὐκ εἴποις , ἀλλ '
. τοὺς φίλους : Ἐμέ . . ἡ γλῶττ ' ὀμώμοκε : Παρὰ τὰ ἐξ Ἱππολύτου [ ] ἡ γλῶττ
6962556 βακχευουσιν
? ? καὶ μαίνεσθαι ? [ - ] , καὶ βακχεύουσιν αὐτοὺς [ εἰκάζει ] [ , κελεύσας - ]
[ - ] καὶ [ μαίνεσθαι - ] , καὶ βακχεύουσιν αὐτοὺς [ εἰκάζει ] [ . ] . π
6961569 ἀποχει
γὰρ τἀληθὲς καιρὸς οὐκ ἦνἐν μυχῷ τινι τῆς οἰκίας ἀνακλαυσάμενος ἀποχεῖ τὴν τῶν δακρύων φοράν . εἶτ ' ἀπονιψάμενος λογισμῷ
. Τὸ ἐπέχειν ἀντὶ τοῦ ἀποχεῖν . τὸ γὰρ πνεῦμα ἀποχεῖ καὶ δέχεται ἕτερον . Ἡ δὲ γυνὴ ὅταν ἐν
6961511 Βουλοιμην
, ἐπεὶ νῦν γέ σοι ὁ λόγος παγκάλως προβέβηκε ; Βουλοίμην ἄν , ἀλλά μοι τόδε συνεπίσκεψαι : ἆρ '
: εἰς αὖθις γὰρ τοῦ πατρὸς ἀποτείσεις τὴν διήγησιν . Βουλοίμην ἄν , εἶπον , ἐμέ τε δύνασθαι αὐτὴν ἀποδοῦναι
6960549 ἐφιλησα
ἑλισσόμενος . πηλὸς ἐφυράθην , οὐ ψεύσομαι . ἀλλ ' ἐφίλησα , ὦ ξεῖν ' , ὀστρακέων δύσμορον ἐργασίην .
, ὡς ἂν διαδὺς κατεφίλησά σε : καὶ τὴν χεῖρα ἐφίλησα ἄν , εἰ μὴ τὸ στόμα ἤθελες . μήκων
6959305 ἀποστερεις
τοὺς ἀναξίους μόνους , ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀξίους ἁπλῶς ἀτελείας ἀποστερεῖς ; εἰ γὰρ τῷ ὄντι μόνοις τουτοισὶ δυσχεραίνεις ,
' ἑτέρου μετεῖναι σαφῶς γε οὑτωσί . πῶς οὖν ἀμφοτέρων ἀποστερεῖς αὐτούς ; καὶ μὴν εἴ γε καὶ δικαίως ἀποστερεῖς
6958806 διηγοιμην
' ἤματα ] δέκα ἡμέρας . στιχηγοροίην ] κατὰ τάξιν διηγοίμην . οὐκ ἂν ] ἐκ παραλλήλου τὸ οὐδ '
Πέρσας . ἡμέρας . κατὰ τάξιν λέγοιμι . κατὰ τάξιν διηγοίμην . ἐκπληρώσαιμι . τοσοῦτ ' ἀριθμὸν ] γρʹ τοσουτάριθμον
6958580 τηρησω
καὶ τὴν ἐμαυτοῦ προαίρεσιν κατὰ φύσιν ἔχουσαν τηρῆσαι : οὐ τηρήσω δέ , ἐὰν ἀγανακτῶ πρὸς τὰ γινόμενα . Ταράσσει
ἅλμα : ὅμως εἰ καὶ κινδυνεύω τελειῶσαι τὸ ποίημα , τηρήσω γε τὴν ὑπόσχεσιν , ὥσπερ καὶ ἡμεῖς λέγομεν :
6956908 ἐποιησατ
βοηθήσειν εἰς Πύλας , ὅπερ , εἰ μὴ παρεκρούσθητε , ἐποιήσατ ' ἄν : εἰ δὲ τοῦτο γένοιτο , οὐκ
τούτων ὑπὸ Λακεδαιμονίων ἐξέπεσον . ὑποδεξάμενοι δ ' ὑμεῖς αὐτοὺς ἐποιήσατ ' ἔργον ἀνθρώπων καλῶν κἀγαθῶν : ἐψηφίσασθε γὰρ αὐτοῖς
6955450 ἐγγραφωσιν
ὀμνύουσι πάντες οἱ πολῖται , ἐπειδὰν εἰς τὸ ληξιαρχικὸν γραμματεῖον ἐγγραφῶσιν καὶ ἔφηβοι γένωνται , μήτε τὰ ἱερὰ ὅπλα καταισχυνεῖν
τοὺς ἀρξαμένους ἡβᾶν , ἕως ἂν ἐκ τῶν ἐφήβων ἐξελθόντες ἐγγραφῶσιν εἰς ἄνδρας . . . . βούλομαι δὴ ]
6952732 χειρονιπτρον
καθάρματα στρατηγούς . κἄν τις τύχῃ πρῶτος δραμών , εἴληφε χειρόνιπτρον , ἀνὴρ δ ' ὅταν τις ἀγαθὸς ᾖ καὶ
καὶ τὴν λεκάνην οὕτως ἔλεγον , ἐν ᾧ τρόπῳ καὶ χειρόνιπτρον . ἰδίως δὲ καλεῖται παρ ' Ἀθηναίοις ἀπόνιμμα ἐπὶ
6951591 εὐξαιο
καὶ τὸν πηλόν , ἐροίμην ἄν σε ποτέρῳ ἂν ὅμοιος εὔξαιο γενέσθαι : οἶδα γὰρ ὡς αὐτίκα ἕλοιο ἂν ἐκ
, οὕτω καὶ τοῦ παθεῖν κακῶς . τοῦτο γὰρ κἂν εὔξαιο τοῖς θεοῖς , λαβεῖν με τιμωρίαν εἰς τὸ σῶμα
6951110 εὐφημησαι
ὡς παιδεραστὴς οὗτος ὁ πρεσβύτης διεβάλλετο . Βακχέβακχον ᾆσαι : εὐφημῆσαι τὸν Διόνυσον καὶ ἀνυμνῆσαι . Βάκχον δὲ οὐ τὸν
τὴν πήραν ἐνθέμενος οὐ πρόσθεν ἀπῆλθε , πρὶν τὰς Νύμφας εὐφημῆσαι καὶ αὐτὴν τὴν θάλασσαν : καίπερ γὰρ αἰπόλος ὤν
6948125 χαρισαιμην
ὥστε κἂν ὀλίγου , εἴ με κελεύοις ἀποδύντα ὀρχήσασθαι , χαρισαίμην ἄν , ἐπειδή γε μόνω ἐσμέν . ἀλλ '
ὥσπερ ἀπηχθανόμην αὐτοῖς ὅτε πρὸς ὑμᾶς ἦγον , οὕτω καὶ χαρισαίμην νῦν ἀποδιδούς . Ἐπεὶ ταῦτα ἤκουσεν ὁ Ὀδρύσης ,
6945806 μετελευσομαι
τοῦ εἰς . . . πορεύσομαι , μεταχειρίζομαι . , μετελεύσομαι ἐν μεταχειρίσει , ἀποπορεύσομαι , εἶμι δὲ πρὸς αὐτὸν
ὑπόκειται συνέταξα τὸ βιβλίον μηδενὸς καταφρονήσας λόγου . νῦν δὲ μετελεύσομαι ἐπὶ τὰς τοῦ Κυρανοῦ ἑτέρας βίβλους , ὅπως καὶ
6940198 ἀποκριναιτο
γράμματα ; ἐπεὶ δὲ διεσιώπησεν ὁ Εὐθύδημος σκοπῶν ὅ τι ἀποκρίναιτο , πάλιν ὁ Σωκράτης , Ἆρα μὴ ἰατρός ;
' ἔδρας , ἦν σοι καιρὸς πεπαῦσθαι ; τί ἂν ἀποκρίναιτο ἢ ὅτι τότε μὲν τὸν πιστεύσοντα οὐκ εἶχε ,
6934687 ἀπαιδευτοτερος
σώματι καὶ ἠλίθιος . Νικοχάρης Γαλατείᾳ : τί δῆτ ' ἀπαιδευτότερος εἶ Φιλωνίδου τοῦ Μελιτέως ; περὶ δὲ τοῦ μεγέθους
αὑτῷ λέπτ ' ἔχον καδίσκια κυμινοδόκον τί δῆτ ' ; ἀπαιδευτότερος εἶ Φιλωνίδου τοῦ Μελιτέως ; φέρε νῦν ταχέως χιτῶνα
6932523 κατοκνει
αὐτὸς συνδραμὼν τῷ ' μῷ σκοπῷ [ καὶ ] μὴ κατόκνει συγκροτεῖν ξένους [ ] ποτέ . [ ἁγίως ]
δοῦναι Τεύκρῳ προστέταχα . κἂν ἄλλου του δέῃ , μὴ κατόκνει γράφειν : οὐδὲν γὰρ οὕτως ἔσται μέγα τῶν αἰτημάτων
6931420 διαρραγω
χρησιμωτάτου πολύ . ὁ Ζεὺς ὁ σωτήρ , ἂν ἐγὼ διαρραγῶ , οὐδέν μ ' ὀνήσει . πῖθι θαρρῶν .
χρησιμωτάτου πολύ . ὁ Ζεὺς ὁ σωτήρ , ἂν ἐγὼ διαρραγῶ , οὐδέν μ ' ὀνήσει . πῖθι θαρρῶν .
6928170 δυστυχεστατε
, οὐ περισσοτέραν . δίκαιον ] εὔλογον . κακόδαιμον ] δυστυχέστατε , κακότυχε . , ἄθλιε . τὸ ” οὐδὲν
οὐ κέκλοφα . οὐκ : Ὄψει ἐμὲ οὕτως ἔχοντα , δυστυχέστατε . Θ . . . χρηστοὺς : Ἀγαθούς .
6927779 ἀπελθοις
, δίειμί σοι μικρὸν ὕστερον , μὴ γὰρ ἀγνοήσας γε ἀπέλθοις τι τούτων . καὶ τὸν λόγον δὲ τὸν Μύσιον
, καὶ δέοιτό γ ' ἂν αὐτοῦ μένειν ἔστε σὺ ἀπέλθοις . Οὐκοῦν , ἔφη ὁ Κῦρος , εἴ γε

Back