μυεῖσθαι ὑπ ' ἐμοὶ γάμῳ παρέδωκεν . εἰ τὴν πόλιν ἀσπάζῃ , χαῖρε καὶ ἄπιθι : εἰ δὲ τὰ ἐκ
ὁ Κῦρος , καὶ λαβὼν τὸ χωρίον οὗπερ ἕνεκά με ἀσπάζῃ διατίθει αὐτὸ οὕτως ὡς ἂν τῷ ὑμετέρῳ φύλῳ πλείστου
7466864 ἐρησομαι
οὐ ς ' , ἀλλ ' ἐμαυτὴν τοὐπὶ τῶιδ ' ἐρήσομαι : τί δὴ φρονοῦσά γ ' ἐκ δόμων ἅμ
γῆς ὡραῖα ἀποδεικνύων ὅτι πλεῖστα ὥσπερ σὺ σαυτῷ , οὐκέτι ἐρήσομαι περὶ τούτου εἰ ἔτι τινὸς ὁ τοιοῦτος προσδεῖται :
7401543 ζηλοις
αὐτάρκειαν ἀσπάζῃ , φιλόσοφε , τί οὐ τοὺς Πυθαγορικοὺς ἐκείνους ζηλοῖς , περὶ ὧν φησιν Ἀντιφάνης μὲν ἐν Μνήμασι τάδε
διδάσκει κἂν ἄμουσος ἦι σοφὸν Καρχηδόνιον . . . . ζηλοῖς , λαβών τε τὴν [ ! ! ! !
7349864 διανοῃ
τε . ἐντεῦθεν πάλιν εἶπεν ὁ Ξενοφῶν : Ἐπεὶ τοίνυν διανοῇ ἀποδιδόναι , νῦν ἐγώ σου δέομαι δι ' ἐμοῦ
εἰ κυνὸς τροφὴν ἐσθίεις , τῷ ὁμογενεῖ καὶ ὁμοιοτρόπῳ μάχεσθαι διανοῇ ; λέγει δὲ ἑαυτὸν κυνοκέφαλον διὰ τὸ ἀναιδὴς εἶναι
7257210 φιλοσοφε
ἐφ ' ὃ ἡ χρεία ἀναφέρεται , οἷον Διόγενες Κυνικὲ φιλόσοφε , ἰδὼν μειράκιον πλούσιον ἀπαίδευτον , εἶπας , οὗτός
γνῶναι , εἰ ὠφέλησαι ; φέρε σου τὰ δόγματα , φιλόσοφε . τίς ἐπαγγελία ὀρέξεως ; μὴ ἀποτυγχάνειν . τίς
7224437 φαθι
τοῦ κλῦθι , καὶ ἴθι , καὶ ἄνωχθι . καὶ φάθι . κἀνταῦθα γὰρ μεταπέπλασται τὸ ε εἰς τὸ θι
φάθι . Φημὶ δή , ἐμπειρία τις . Τίς ; φάθι . Φημὶ δή , χάριτος καὶ ἡδονῆς ἀπεργασίας ,
7142008 ἀγορασον
εὐκαίρως σωμάτια κηρύσσονται : παρελθὼν εἰς διακονίαν καθαρόν μοι σωμάτιον ἀγόρασον . “ ὁ δὲ Ξάνθος ” ποιήσω “ φησίν
εὔχρηστα λαλεῖν , κἀγώ σοι τὰ ἐναντία διατάξομαι . ἀπελθὼν ἀγόρασον , εἴ τι σαπρόν , εἴ τι χεῖρον ,
7117300 ἀποκρινῃ
αἴτιον ; Οἶμαι ἔγωγε . Περὶ ὧν ἄρα ἄκων τἀναντία ἀποκρίνῃ , δῆλον ὅτι περὶ τούτων οὐκ οἶσθα . Εἰκός
, ὅτι οὐκ ἐπινεύεις μόνον καὶ ἀνανεύεις , ἀλλὰ καὶ ἀποκρίνῃ πάνυ καλῶς . Σοὶ γάρ , ἔφη , χαρίζομαι
7110924 πεισαιμι
παρεσκευασμένον , πρὶν εἰς ὄχλον ἐκδοῦναι τὸ σύνταγμα , μεταβαλεῖν πείσαιμι τὴν δόξαν . Οὐκ ἐλαχίστην δέ μοι καὶ σὺ
τούτου τυχὼν παρὰ σοῦ οὐδὲν ἦν , εἰ μὴ τούτους πείσαιμι . ἐλθὼν οὖν ἔπειθον αὐτοὺς καὶ οὓς ἔπεισα τούτους
7081925 ἀναγινωσκεις
καὶ ἐπὶ τὸ ἀρχαῖον ἐκεῖνο μῖσος ἀνατρέχεις καὶ τὸν αὐτὸν ἀναγινώσκεις νόμον . καλὸν γοῦν τὸν μισθὸν ἀποδίδως τῇ τέχνῃ
φίλον , αὐτόχειρα καὶ πάλιν ἔνσπονδον : καὶ τὴν αὐτὴν ἀναγινώσκεις ἐπιστολὴν μεστὴν ἀδικημάτων καὶ δωρεῶν , μιγνὺς τὰ ἄμικτα
7051477 Θεαριωνος
Τῶν δὲ γηθύων ῥίζας , ἐχούσας σκοροδομίμητον φύσιν . Ἥκω Θεαρίωνος ἀρτοπώλιον λιπών , ἵν ' ἐστὶ κριβάνων ἑδώλια .
συνδείπνοις ἐπαινῶν Αἰσχύλον θεράπευε καὶ χόρταζε τῶν μονῳδιῶν . ἥκω Θεαρίωνος ἀρτοπώλιον λιπών , ἵν ' ἐστὶ κριβάνων ἑδώλια .
7028683 ψεγεις
σοι τοὺς πέλας , καὶ σὺ χρῶ αὐτοῖς . ἃ ψέγεις , μηδὲ ποίει . μηδείς σε πειθέτω ποιεῖν τι
ὥστ ' , εἰ παρῆσθα , τὸν θεὸν τὸν νῦν ψέγεις εὐχαῖσιν ἂν μετῆλθες εἰσιδὼν τάδε . ξυνήλθομεν δὲ βουκόλοι
7021122 καταφρονω
παραϲύνθετον : ἁπλοῦν μὲν οἷον φρονῶ , ϲύνθετον δὲ οἷον καταφρονῶ , παραϲύνθετον δὲ οἷον ἀντιγονίζω φιλιππίζω . Ἀριθμοὶ τρεῖϲ
, στεφάνους ἔχειν οὐκ ἀγωνίζομαι , δοξομανίας ἀπήλλαγμαι , θανάτου καταφρονῶ , νόσου παντοδαπῆς ἀνώτερος γίνομαι , λύπη μου τὴν
7018383 ποεις
Σύ τοι λέγεις νιν , οὐκ ἐγώ : σὺ γὰρ ποεῖς τοὔργον , τὰ δ ' ἔργα τοὺς λόγους εὑρίσκεται
ταῦτα ποιεῖς χἀτέραις πείθει γυναιξί ; Κἀμέ τ ' ἄχθεσθαι ποεῖς αὐτή τε λυπεῖ . Μὴ πρόσαγε τὴν χεῖρά μοι
7013872 βουλησῃ
καὶ τὸ σόν : ὡς εἴ με πημανεῖς τι , βουλήσῃ ποτὲ καὶ δειλὸς εἶναι μᾶλλον ἢ ' ν ἐμοὶ
οὐρηρὸν ἀγγεῖον ἢν οὐρητιάσῃς ] ⌈ οὐρήσειν βούλῃ [ οὐρῆσαι βουλήσῃ ] , ἢ ⌈ εἰ στραγγουρίας περιπέσῃς νοσήματι .
7004273 ἀπελθοις
, δίειμί σοι μικρὸν ὕστερον , μὴ γὰρ ἀγνοήσας γε ἀπέλθοις τι τούτων . καὶ τὸν λόγον δὲ τὸν Μύσιον
, καὶ δέοιτό γ ' ἂν αὐτοῦ μένειν ἔστε σὺ ἀπέλθοις . Οὐκοῦν , ἔφη ὁ Κῦρος , εἴ γε
6995467 ἐρωμαι
καλῶς λέγεις . ὦ Χαιρεφῶν , ἐροῦ αὐτόν . Τί ἔρωμαι ; Ὅστις ἐστίν . Πῶς λέγεις ; Ὥσπερ ἂν
τοῦ παρέχειν αὐτὰ ἑτέροις : ἄγ ' ἤν ς ' ἔρωμαι : ἄγε , ἐάν σε ἐρωτήσω δύο λόγους προβαλλομένη
6976435 τυφλωι
' Ἄρεος στεφάνοισιν . ἡγοῦ πάροιθε , θύγατερ : ὡς τυφλῶι ποδὶ ὀφθαλμὸς εἶ σύ , ναυβάταισιν ἄστρον ὥς .
οὐθενὸς τούτων προςδεήσομαι [ ] , καὶ ? [ ] τυφλῶι ? ? φασι πρόδηλον . δικαίως ? [ ]
6938851 ποιησησθε
[ καὶ ] μεταλλαγῆς [ ] ? [ ἀμείνονος ] ποιήσησθε ? ? ? ? [ ! ! ! !
πάντας τοὺς συμμάχους , προθέντες καὶ ὁρίσαντες κρίσεις καὶ δηλώσεις ποιήσησθε φ τόν τε ἄλλον χρόνον : πρὸ τοῦ πολέμου
6938301 ἐπιπωρουται
φλεβὸς , ἀρτηρίης . Μυελὸς τροφὴ ὀστέου , διὰ τοῦτο ἐπιπωροῦται . Δύναμις πάντα αὔξει καὶ τρέφει καὶ βλαστάνει .
ἡ προσήκουσα , τοῖσιν ὀθονίοισιν ἐπίδεσις . Μὴ ἐμπεσὸν γὰρ ἐπιπωροῦται ἔξωθεν . Ἐκ γενεῆς δὲ ἢ ἐν αὐξήσει ἐξαρθρήσαντα
6935646 ληρω
τέρας γὰρ ἂν εἴη ὃ λέγεις . Μὴ οὖν ἐγὼ ληρῶ ; σκόπει δέ . ἆρα τὸ ὁρᾶν οὐκ αἰσθάνεσθαι
εὑρίσκομεν καθ ' ἑκάστην ἡμέραν ἐπιδιδόντα . Ἀλλ ' ἐγὼ ληρῶ καὶ παραφρονῶ καὶ γήρᾳ τοῦτό μοι συμβέβηκεν : εἶτ
6931106 δρᾳς
χειρουργοὺς τῶν πράξεων ; τὸ σῶμα ; εὐθὺς ὅρα τί δρᾷς : διαπηδᾷς τὴν τάξιν τῶν ἀρχομένων , ἀπὸ τοῦ
τούτῳ μὴ κάλει . Ὦ γλυκύτατον Μυρρινίδιον , τί ταῦτα δρᾷς ; Κατάβηθι δεῦρο . Μὰ Δί ' ἐγὼ μὲν
6929617 ἐρωτατε
φίλων . ὃ δ ' οὖν ἐρωτᾶτε : Ὅπερ δὴ ἐρωτᾶτέ με , ἤγουν δι ' ἣν αἰτίαν κολάζει με
, λέξω . ἌΛΛΩΣ : κατ ' ἐρώτησιν ἑρμηνευτέον : ἐρωτᾶτέ με καθ ' ἣν αἰτίαν , δι ' ὃν
6924034 παυσω
κλίνην , ἐγὼ γὰρ ὑμᾶς τῶν ἐπὶ τῇ κόρῃ δακρύων παύσω . „ καὶ ἅμα ἤρετο , ὅ τι ὄνομα
δ ' ἐμὴ ἐμόν . ἐγὼ οὖν τὸ μὲν ἐμὸν παύσω ἐξ ἅπαντος , ἐπ ' ἐμοὶ γάρ ἐστιν :
6919040 θαυμαζεις
ἤ τισιν ἄλλαις οὕτω ληρώδεσιν ὑποθέσεσι φυσικὰς ἐνεργείας ἐπιτρέπειν . θαυμάζεις μὲν γὰρ τὴν φύσιν , ὡς τεχνικήν τε ἅμα
. εἰ δ ' , ὥς φασί τινες , ἡδονὴν θαυμάζεις καὶ τούτων ἀντέχῃ ὧν μὴ προσήκει τοὺς φρονίμους ἀνθρώπους
6917257 συνιης
συνδιατρίψοντες χρόνον . Τονδὶ λέγω , σὺ δ ' οὐ συνίης : κότταβος τὸ λυχνίον ἐστί . πρόσεχε τὸν νοῦν
δὲ τὰ ξενικὰ οὐ πάνυ ἀξιοῦμεν . Οὔκ ; ἀλλὰ συνίης , οἶμαι , οἷόν τί ἐστι μαστιγοῦσθαι γυμνὸν ἄνω
6916898 συγχωρεις
, ἀλλ ' ὅτι πάσχει πάσχον ἐστίν : ἢ οὐ συγχωρεῖς οὕτω ; Ἔγωγε . Οὐκοῦν καὶ τὸ φιλούμενον ἢ
κἀμοί : καὶ ὅτι τοὺς δύο ἀνελὼν οὐδὲν ἐμοὶ ζῇν συγχωρεῖς : καὶ ἡ σφαγὴ τῶν πρώτων συνήθειαν πεποίηκε ,
6910748 ἐλεγχε
εἴφ ' ὁμοίως καὶ πατρὸς τοῦ σοῦ μάτας . μὴ ἔλεγχε τὸν πονοῦντ ' ἔσω καθημένη . ἄλγος γυναιξὶν ἀνδρὸς
“ οὔ φημι ποιεῖν αὐτοὺς ἃ βούλονται : ἀλλά με ἔλεγχε ” , ὡσανεὶ ἔλεγεν “ ἐμοὶ μὲν ταῦτα δοκεῖ
6902684 κεκραγας
ἄνω τοὺς πόδας ἔχων . Γ λέλακας : ἀντὶ τοῦ κέκραγας . ἀτὰρ τί τὰ ῥάκι ' : οὕτως αὐτὸν
βάλλεις γοῦν ἡμᾶς ταῖς βώλοις καὶ ταῖς ἀχράσι καὶ μέγα κέκραγας ἰδὼν ἄνθρωπον ὡς διώκων λύκον , καὶ ἀργαλέος εἶ
6899910 ἐπιλαβε
Καί μοι τὰς μαρτυρίας ἀνάγνωθι ταυτασί : σὺ δ ' ἐπίλαβε τὸ ὕδωρ . Λαβὲ δή μοι τὰς μαρτυρίας ἐκείνας
ἀληθῆ ἐστι , μάρτυρας ἐγὼ παρέξομαι ὑμῖν . Καί μοι ἐπίλαβε τὸ ὕδωρ . Πρὶν τοίνυν ταῦτα ὁμολογηθῆναι αὐτῷ ,
6897556 ἀπολαβε
ὁ πεπαιδευμένος καὶ αἰδήμων λέγει : δὸς ὃ θέλεις : ἀπόλαβε ὃ θέλεις . λέγει δὲ τοῦτο οὐ καταθρασυνόμενος ,
. ἀνίστασο δέ , φιλτάτη , καὶ ἄπιθι χαίρουσα : ἀπόλαβε καὶ σὺ τὸν ἄνδρα τὸν σεαυτῆς : ζῇ γὰρ
6894920 ἡγωμαι
, διδάσκω , καὶ ἄλλοις συνίστημι παρ ' ὧν ἂν ἡγῶμαι ὠφελήσεσθαί τι αὐτοὺς εἰς ἀρετήν : καὶ τοὺς θησαυροὺς
ὁπλῖται θᾶττον δραμοῦνται καὶ ἥδιον , ἐὰν καὶ ἐγὼ πεζὸς ἡγῶμαι . μετὰ ταῦτα ᾤχετο , καὶ Τιμασίων μετ '
6894543 ἐνδειξομαι
βλάβεται δὲ λιγύς περ ἐὼν ἀγορητής . Πηλεΐδῃ μὲν ἐγὼν ἐνδείξομαι : αὐτὰρ οἱ ἄλλοι σύνθεσθ ' Ἀργεῖοι , μῦθόν
? ? . καὶ νῦν ἔφη ταύτης ἕνεκα ἤδη σοι ἐνδείξομαι ? , ὅσα σε ? ἀγαθὰ ? ? [
6890275 εἰργασαι
ἐκεῖνος παύσαιτο πίνων μήτε σὺ γράφων , ὃς τοῦτο μέγιστον εἴργασαι τὸ μεθ ' ἡσυχίας στῆσαι τὸ τρόπαιον . Οὗτος
ὧν ἐμοὶ προστρίβεις , ἀλλ ' ἑκουσίων , ὧν αὐτὸς εἴργασαι , προσδέχου . Οὐ μέμφομαι τὴν ἀχαριστίαν ὑμῶν πολλάκις
6874674 ποησω
. εἴ σοι δεινὸν εἶναι φαίνεται ἂν λάβω ξύλον , ποήσω τὰ δάκρυ ' ὑμῶν ταῦτ ' ἐγὼ ἐκκεκόφθαι .
ἡμμένην . κἀγώ τιν ' αὐτῶν τήμερον δοῦναι δίκην ἐμοὶ ποήσω , κεἰ σφόδρ ' εἴς ' ἀλαζόνες . ἰοὺ
6872846 ηὐφρανας
λαβών ; ὁ ἐπαγγειλάμενος ἀπε - κρίνατο οἷς με σὺ ηὔφρανας λόγοις , τοῖς αὐτοῖς κἀγώ σε : ὁποιαοῦν δέδωκας
: ὅσον τόδε διαφέρει , τοσοῦτον καὶ σὺ φανεὶς ἐμὲ ηὔφρανας , ὥστε καλλίων εἶ παρὼν ἢ ἀπών . τόσσον
6861740 ἐπαινεσεσθε
καὶ τάχ ' ἴσως ἐπ ' ἀμείνοσιν . ἀπόντα γὰρ ἐπαινέσεσθε καὶ τοὺς παρόντας οὐκ ἀνιάσετε . Ἀπήγγειλεν ἡμῖν Κλημάτιος
ληρεῖν δὲ εἰ δόξαιμι νῦν , ἀλλ ' ὕστερόν γε ἐπαινέσεσθε τὴν γνώμην , ὃ τὸν μὲν σύμβουλον κοσμήσει ,
6853801 ἀφηκας
ῥητορικῆς καθάπαξ ὡς κολακείας κατηγορεῖς , καὶ ὅπου τοὺς ἄνδρας ἀφῆκας οὓς ᾐτιάσω , πῶς ἐλέγχεις ῥητορικὴν ἣν αὐτὸς καὶ
πονηρὸν οἰόμενος ἐπέδησας , μεταπεισθεὶς δὲ ὡς οὐδὲν ἠδίκουν ἐλεύθερον ἀφῆκας εἶναι , ἆρ ' ἄν σοι πρὸς καιρὸν ὀργισθέντι
6849452 ἐκπιω
κἀπεκροφήσας : πλέον τι προσέθηκεν ὑπερβολῇ τῆς ἀπειλῆς , τῷ ἐκπίω ἐπενεγκὼν τὸ ἐκροφήσας . Γ οἷον ὄψομαί ς '
τῷ ἀπολλύναι τὸν οἶνον ἔφησεν : „ ἐὰν γὰρ αὐτὸν ἐκπίω , οὐ μόνον αὐτὸς ἀπόλλυται , ἀλλὰ κἀμὲ προσαπόλλυσιν
6834642 ἀποστερεις
τοὺς ἀναξίους μόνους , ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀξίους ἁπλῶς ἀτελείας ἀποστερεῖς ; εἰ γὰρ τῷ ὄντι μόνοις τουτοισὶ δυσχεραίνεις ,
' ἑτέρου μετεῖναι σαφῶς γε οὑτωσί . πῶς οὖν ἀμφοτέρων ἀποστερεῖς αὐτούς ; καὶ μὴν εἴ γε καὶ δικαίως ἀποστερεῖς
6831412 ἐκπιῃς
ἔθηκα τὴν συνθήκην ; καὶ ἐρεῖ σοι ἵνα τὴν θάλασσαν ἐκπίῃς . σὺ δὲ εἰπέ μή τι ἕτερον ; καὶ
τεθείκαμεν τὰς συνθήκας ; καὶ ἐρεῖ σοι ἵνα τὴν θάλασσαν ἐκπίῃς . εἰπὲ οὖν μή τι πλέον ; ἐρεῖ οὔ
6828874 ὁμογαλακτας
' ἐκ τῆς αὐτῆς μητρὸς ὁμομήτριοι καὶ ὁμομήτορες : καὶ ὁμογάλακτας δὲ τούτους καὶ ὁμογάστορας καὶ ὁμογαστρίους ὀνομαστέον , καὶ
γένους τῶν λʹ γενῶν , οὓς καὶ πρότερον φησὶ Φιλόχορος ὁμογάλακτας καλεῖσθαι . Ἰσαῖος μέντοι τοὺς γεννήτας ἁπλῶς ἐξ αἵματος
6821921 ἠρωτησας
γὰρ ἀποθανόντων περιστεῖλαι καὶ κηδεῦσαι τὸ ἑαυτῶν σῶμα σεμνῶς : ἠρώτησάς με , φησίν : ἰδοὺ κἀγώ σε ἀντερωτήσω .
δὲ ζῆν : † ἤρου : τί δὲ ζῆν : ἠρώτησάς με , εἰ προσήκει με ἀποθανεῖν μετὰ σοῦ κἀγώ
6815724 ἐγγυησασθαι
τινι , προὐκαλεῖτο πάντας εἰς ἅμιλλαν δρόμου τοὺς θέλοντας αὐτὴν ἐγγυήσασθαι , θαῤῥῶν τῷ αὐτοῦ ἅρματι ταχυτάτῳ ὄντι καὶ μηδένα
, ἀλλὰ μάρτυρά μοί φημι τὸν νόμον εἶναι τοῦ μὴ ἐγγυήσασθαι καὶ αὐτὸν τοῦτον : ἐδεδίκαστο γὰρ ἄν μοι τῆς
6813984 Ἁπαν
τοῦ κακοῦ προσέπτατο ; δήλωσον ἡμῖν τοῖς ξυναλγοῦσιν τύχας . Ἅπαν μαθήσῃ τοὔργον , ὡς κοινωνὸς ὤν . Κεῖνος γὰρ
γε φύσις καὶ τὸ τῶν ἠθῶν γενναῖον φιλοσοφίᾳ πρέποντα . Ἅπαν ἡμῶν τὸ γένος διὰ σοῦ καὶ κτᾶταί τι χρηστὸν
6812962 ζημιοις
ποιεῖς ; ἀπόκριναι γράφων , εἰ μὴ καὶ τοῦτό με ζημιοῖς . ἀλλ ' ἐνταῦθα καὶ σεαυτὸν ἀδικεῖς καὶ ἐμέ
ἱμάντα ταχέως οἷον . οὐκ ἔγνων ἴσως . ἔπειτα τοῦτο ζημιοῖς με ; μηδαμῶς : ἅλμης δ ' ἐχρῆν τι
6803882 διδασκε
φιλήσοντός μου , τοὺς δ ' ἀγαθοὺς καταφιλήσοντος , θαρρῶν δίδασκε τῶν φίλων τὰ θηρατικά . καὶ ὁ Σωκράτης ἔφη
τῷ Ἀπόλλωνι . Πῶς δέ ; ἔφη ὁ Κῦρος : δίδασκε : πάνυ γὰρ παράδοξα λέγεις . Ὅτι πρῶτον μέν
6798668 ἀναβιβαζω
αὐτὰ λεπτά : καὶ γίνονται δεύτερα λεπτὰ ἐννακόσια . ταῦτα ἀναβιβάζω ἤτοι μοιράζω : γίνονται δέκα καὶ πέντε πρῶτα λεπτά
λ παρὰ μ , καὶ γίνονται ͵ασ δεύτερα λεπτά . ἀναβιβάζω ταῦτα : γίνονται πρῶτα λεπτὰ κ . τὰ κ
6797368 Σωτηρια
, ἐκ τούτων ὅτι τε εἰσὶ καταλαμβάνω καὶ αἰδοῦμαι . Σωτηρία βίου ἕκαστον δι ' ὅλου αὐτὸ τί ἐστιν ὁρᾶν
πολιτείας . Πολεμικὴ ἐμπειρία πολέμου . Συμμαχία κοινωνία πολέμου . Σωτηρία περιποίησις ἀβλαβής . Τύραννος ἄρχων πόλεως κατὰ τὴν ἑαυτοῦ
6796565 καταβαλῃς
οὐδενός . θάρρει οὖν , ὦ Ξανθίππη , καὶ μηδὲν καταβάλῃς τῶν Σωκράτους καλῶν , εἰδυῖα ὡς μέγα τι ἡμῖν
οὐκ ἀποπίπτουσιν , εἰ περὶ τὴν ῥίζαν κόψας ἁλὸς χοίνικα καταβάλῃς , καὶ τῇ γῇ καταχώσῃς . Τὰ σῦκα οὐ
6781058 ξενιζε
Ξένος ὢν ἀπράγμων ἴσθι , καὶ πράξεις καλῶς . Ξένους ξένιζε , καὶ σὺ γὰρ ξένος γ ' ἔσῃ .
πράξεις καλῶς . Ξένον προτιμᾶν μᾶλλον ἀνθρώποις ἔθος . Ξένους ξένιζε , μήποτε ξένος γένῃ . Ξένῳ δὲ σιγᾶν κρεῖττον
6777309 διαβαλλεις
λέγει τὴν ὅλην κατασκευὴν τοῦ πράγματος . Τὸν οἴκοι θησαυρὸν διαβάλλεις : ἐπὶ τῶν τὰ ἴδια διαβαλλόντων . Τὸ εὔωνον
ἀργίας νόμος , ᾧ αὐτὸς ἔνοχος ὢν ἡμᾶς τοὺς ἐργαζομένους διαβάλλεις . ἀλλὰ γὰρ τοσαύτη τις ἀτυχία ἐστὶν περὶ ἡμᾶς
6772850 φυλαξω
κακήν , ἣν οὐδεὶς ζηλώσει ὀχήσω ] ἤγουν βαστάσω , φυλάξω , : ὀχεω ῶ . ἐκ μεταφορᾶς τῶν φρουρούντων
θρηνῶ καὶ οὐχ εὑρίσκω τινὰ μηχανήν , δι ' ἧς φυλάξω τὴν μέχρι νῦν σωφροσύνην τετηρημένην ; Ταῦτα λέγουσα ἤγετο
6769318 πλυνομενον
πλυνός “ ὀξυτόνως τὸ ἀγγεῖον αὐτό , παροξυτόνως δὲ τὸ πλυνόμενον . σημειωτέον ὡς ὁ Ἀριστοφάνης τὸ ” ὑγιαίνειν “
τοῖς ῥινήμασιν ὀλίγην μολύβδαιναν , φάσκοντες βέλτιον εἶναι τὸν οὕτως πλυνόμενον μόλυβδον . Καίεται δ ' ὁ μόλυβδος οὕτως :
6766374 ἐγραψας
ἠξίωσας ἑκὼν σεαυτῷ τούτους κριτὰς καὶ ζητητὰς γενέσθαι , καὶ ἔγραψας κατὰ σεαυτοῦ τὸ ψήφισμα , καὶ τὸν δῆμον ἐποιήσω
καὶ τὸν αὐτὸν ἄνδρα δὶς στρεβλώσας τῇ σαυτοῦ χειρί , ἔγραψας αὐτὸν θανάτῳ ζημιῶσαι , καὶ παρὰ τῷ αὐτῷ ἐν
6762428 συναξεις
παντὶ ζώῳ : ἀλλὰ καὶ ἔμψυχον παντὶ ζώῳ : καὶ συνάξεις αἴσθησις τινὶ ἐμψύχῳ . καὶ συνθείς : τὸ τρεφόμενον
. Γ ἔχων τρίαιναν ] ἐπειδὴ ἐθαλασσοκράτουν . ἐργάσῃ : συνάξεις . τὸ δὲ “ σείων ” οἷον διασείων καὶ
6752831 ψαγδαν
Φέρ ' ἴδω , τί σοι δῶ τῶν μύρων ; ψάγδαν φιλεῖς ; Τῆς μυρηρᾶς ληκύθου πρὶν κατελάσαι τὴν σπαθίδα
φέρ ' ἴδω , τί σοι δῶ τῶν μύρων ; ψάγδαν φιλεῖς ; οὐδ ' ἐστὶν αὐτῷ στλεγγὶς οὐδὲ λήκυθος
6751411 Τοξαρι
ἔγωγε οὐ μετρίως δέδοικα ὑπὲρ αὐτῶν . Θάρρει , ὦ Τόξαρι , ἐσώθησαν , καὶ ἔτι καὶ νῦν εἰσιν Ἀθήνησιν
ποιεῖν Σκύθαι ὑπὲρ τῶν φίλων . Πάνυ τραγικά , ὦ Τόξαρι , καὶ μύθοις ὅμοια : καὶ ἵλεως μὲν ὁ
6741469 Γυναι
Κῶ εἶχε ὁ Πέρσης . Ὁ δὲ ἀμείβεται τοῖσδε : Γύναι , θάρσεε : καὶ ὡς ἱκέτις καὶ εἰ δὴ
πρός με βαί ' , ἀεὶ δ ' ὑμνούμενα : Γύναι , γυναιξὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει . Κἀγὼ μαθοῦς
6738527 λυπεις
ὁμοίῳ οὐ φαίνεται , εἰ δὲ ὑακίνθινον , τῷ μέλανι λυπεῖς , εἰ δὲ φοινικοβαφῆ , φοβεῖς , ὡς ῥέοντος
, εἰπὲ καὶ τὴν ἀδικίαν , ὑπὲρ ἧς ἡμᾶς οὕτω λυπεῖς : εἰ δὲ οὐκ ἔχοι τις αἰτίαν μηδαμόθεν εἰπεῖν
6736137 προσθειημεν
γὰρ ἡ κατ ' ἐπικράτειαν ἀπαιτεῖ κίνησις . οὐκοῦν εἰ προσθείημεν τέταρτον ἀμερὲς ἀκινητίζον τούτῳ τῷ σώματι , πάλιν γενήσεται
προσώπῳ , εἰμὶ δοῦλος : ἐφ ' οὗ εἰ καὶ προσθείημεν τὸ ἐμαυτοῦ , κατάλληλα ἂν γένοιτο τὰ τοῦ λόγου
6734298 Φερ
. Συνεπόμνυθ ' ὑμεῖς ταῦτα πᾶσαι ; Νὴ Δία . Φέρ ' ἐγὼ καθαγίσω τήνδε . Τὸ μέρος γ '
' αὖ γυνὴ ὡραιοτάτη τις . Ποῦ ' στι ; Φέρ ' ἐπ ' αὐτὴν ἴω . Ἀλλ ' οὐκέτ
6733719 Πολυιδῳ
μὴ τὸ σκάφιον αὐτῇ παρῆν ; ἄμφω δὲ παράλληλα ἐν Πολυίδῳ Ἀριστοφάνης σκάφιον Ξένυλλ ' ᾔτησεν : οὐ γὰρ ἦν
εἰς Ἰταλίαν , ἡ δὲ Ῥηναία ἐλ - θόντι τῷ Πολυίδῳ λέγει ὅτι ἀπέδρα ἡ Ἀνθία , κἀκεῖνος ἐκ τῶν
6723530 σκορδινωμαι
χεῖρας . Ἀριστοφάνης Ἀχαρνεῦσι : „ στέλω , κέχηνα , σκορδινῶμαι , πέρδομαι . „ ὅπερ καὶ περὶ τοὺς ἄλλως
οἱ νεοσσοὶ κεχήνασι δεόμενοι τῆς τροφῆς . τὸ δὲ “ σκορδινῶμαι ” ἀντὶ τοῦ κλῶμαι καὶ σπασμῷ συνέχομαι . οἱ
6721263 διοικω
, ἀπειλῶ , συμπάσχω , θαυμάζω , μικρολογῶ , μετριοπαθῶ διοικῶ , ῥυθμίζω , μοιχεύω , πειθαρχῶ , παρέλκω διατρίβω
ἀντιόων ταύρων τε καὶ † αἰγῶν : ὅτε δὲ τὸ διοικῶ καὶ λαμβάνω αἰτιατικῇ : ἐμὸν λέχος ἀντιόωσαν : ὅτε
6717688 μεμφῃ
, εἰ τὸν ἄνδρα ἡδέως ἴδοις καὶ ποιήσαις δῆλον ὅτι μέμφῃ τὰ περὶ αὐτὸν πεπραγμένα . ἔστι δὲ καὶ γένους
ὄντι μοι περὶ σὲ οἷος ὢν περὶ ἐμὲ ἔπειτά μοι μέμφῃ . ἐγὼ μέν γέ σοι ἤγαγον συμμάχους , οὐχ
6710417 ἀσσιου
, τερεβινθίνης λι αʹ , ἀφρονίτρου γο Ϛʹ , λίθου ἀσσίου ἄνθους γο Ϛʹ , λιβάνου γο Ϛʹ , ἐλαίου
, σμύρνης , πεπέρεως , ἁλῶν ὀρυκτῶν ῥυπαρῶν , λίθου ἀσσίου ἄνθους , στυπτηρίας σχιστῆς ἀνὰ γο αʹ , χαλβάνης
6709692 πευσομαι
καὶ νέῳ καὶ πρεσβυτέρῳ καὶ ἁπλῶς ἀεὶ τῷ ἐντυγχάνοντι προσελθὼν πεύσομαι ταῦτα ἃ καὶ νῦν πυνθάνομαι , πολὺ δὲ μάλιστα
μοι τὸν ἄεθλον , ἐπεὶ καὶ ὄπισθεν , ὀΐω , πεύσομαι , αὐτίκα δ ' ἐστὶ δαήμεναι οὔ τι χέρειον
6707780 Λυκινε
ἑλλέβορος ἱκανὸς ποιῆσαι ζωρότερος ποθείς ; Ἀλλὰ πάντως , ὦ Λυκῖνε , καὶ αὐτὸς εὔξῃ τι ἤδη ποτέ , ὡς
ἄνθρακές σοι ὁ θησαυρὸς ἔσται ; Πῶς λέγεις , ὦ Λυκῖνε ; Ὅτι , ὦ ἄριστε , ἄδηλον ὁπόσον χρόνον
6705797 Ψωφις
Δαρδάνου . Σειρῶν μὲν δὴ σταδίοις ἐστὶν ἀπωτέρω τριάκοντα ἡ Ψωφίς : παρὰ δὲ αὐτὴν ὅ τε Ἀροάνιος ποταμὸς καὶ
πόλιν Φήγειαν , ἣ πρὶν Ἐρύμανθος ἐκαλεῖτο , ὕστερον δὲ Ψωφίς ὠνομάσθη , ὡς ἐροῦμεν , ἀπὸ τῆς μητρός .
6705223 ἀντευεργετειν
Ἰξίων τοῦτο βοᾷ καὶ λέγει , ὅτι δεῖ τοὺς εὐεργέτας ἀντευεργετεῖν . ἔμαθε δὲ σαφῶς ὁ Ἰξίων , ὅτι δεῖ
γάρ ἐστι δικαιότερον ἢ τοὺς γενέσεως καὶ παιδείας αἰτίους ὄντας ἀντευεργετεῖν ; , : Ἀναξιμένους : οὐ γὰρ οὕτως οἱ
6702927 σκοπουμαι
, φυλάσσου μή τις ἐν στίβωι βροτῶν . ὁρῶ , σκοποῦμαι δ ' ὄμμα πανταχῆι στρέφων . Πυλάδη , δοκεῖ
ν ? τέρψιν [ νῦν ? [ ! ] ! σκοποῦμαι ? χώ ! [ ὡς ἄσμενός ς ' ἐσεῖδον
6702085 συμβουλευεις
συμβουλίη ἡ ἐς ἡμέας τείνουσα . Τοῦ μὲν γὰρ πεπειρημένος συμβουλεύεις , τοῦ δὲ ἄπειρος ἐών : τὸ μὲν γὰρ
ἧττον δὲ ἀντιθέσεως . ἀλλὰ λέξει τις : μισθοφορεῖν ἡμῖν συμβουλεύεις ; τοῦτο δ ' ἦν Ἀθηναίοις εὐδοξοῦσιν ἐπαχθές τε
6696365 Ζευϲ
κέλευε Δωρι ? ? [ ἀγένειον εἶ παιδάριον [ ὁ Ζεὺϲ ἀπολέϲαι κα [ πέπρακα . Δωρί , χαῖρε [
! ! ! ! ! ] υϲμα ? [ ὁ Ζεὺϲ ] ὁ ϲωτὴρ α ? ! [ ἐμὲ ]
6692256 χρηιζεις
; εἰπέ , καίπερ οὐ λέξων φίλα . διπλᾶ με χρήιζεις δάκρυα κερδᾶναι , γύναι , σῆς παιδὸς οἴκτωι :
κακός τίς ἐστι προξένωι σοὶ χρώμενος . ἴθ ' ὅποι χρήιζεις : οὐκ ἀπολοῦμαι τῆς σῆς Ἑλένης οὕνεκα . Σπάρτην
6690049 ἀποδειξειν
αὑτοῦ φίλων , καὶ ὑμᾶς μὲν διὰ τὰς εἰσφορὰς πενεστέρους ἀποδείξειν , Ἐργοκλέα δὲ καὶ τοὺς κόλακας τοὺς αὑτοῦ πλουσιωτάτους
ἔμπροσθεν χρόνους περὶ στεφάνου ψήφισμα , ἐπειδὴ φανερῶς οὐκ εἶχεν ἀποδείξειν , ὅτι καὶ δόξαν τινὰ τῇ πόλει περιπεποίηκεν ,
6688859 ἐρωτησῃς
ὥστε οὖν ἡ ἀπόκρισις δηλοῖ τὴν κατηγορίαν . ὅταν δὲ ἐρωτήσῃς τί ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ; ἀκούεις ζῷον : τὸ
ἔχοντας ἐπάνω τῆς κορυφῆς , ἀποπνίγομαι . ἐὰν δ ' ἐρωτήσῃς πόσου τοὺς κεστρέας πωλεῖς δύ ' ὄντας , δέκ
6688688 τιθωμεν
ὑπὲρ σφῷν ἀποκρινοῦμαι . δυοῖν μέν γέ που ἔλαττον μηδὲν τιθῶμεν , τῆς τε εὐεργέτιδος καὶ τῆς τἀναντία δυναμένης ἐξεργάζεσθαι
καὶ κατὰ γένη μόρια , τούτῳ πάντων ὁμοιότατον αὐτὸν εἶναι τιθῶμεν . τὰ γὰρ δὴ νοητὰ ζῷα πάντα ἐκεῖνο ἐν
6687400 ἐπιμελομενους
τοὺς γῆν πολλὴν κτωμένους τοῖς υἱέσιν , αὐτῶν δὲ μὴ ἐπιμελομένους . ἃ γὰρ κεκτήσονται , πολλοῦ ἄξια νομισθήσεται ,
ἱππῶνας τοσοῦτον διαλείποντας καὶ ἵππους ἐν αὐτοῖς κατέστησε καὶ τοὺς ἐπιμελομένους τούτων , καὶ ἄνδρα ἐφ ' ἑκάστῳ τῶν τόπων
6686124 ποησει
ὦνδρες , ἥκει ἄγων ὁ δεσπότης , ὃς ὑμᾶς πλουσίους ποήσει . Ὄντως γὰρ ἔστι πλουσίοις ἡμῖν ἅπασιν εἶναι ;
ἐνημμένῳ κάλλιστα χρήσομαι τάλας ; Οὗτος μὲν οὐ μή σοι ποήσει ζημίαν . Ἀλλ ' αἶρέ μοι τοῦτόν γε τῆς
6682432 ἑωρακας
κυρίου , ὅτι παρώργισαν αὐτόν . τοὺς δὲ ἑτέρους οὓς ἑώρακας πολλοὺς κειμένους , μὴ ὑπάγοντας εἰς τὴν οἰκοδομήν ,
βοθύνους μὲν γὰρ οἵους ὀρύττουσι τοῖς φυτοῖς οἶδ ' ὅτι ἑώρακας , ἔφη . Καὶ πολλάκις ἔγωγ ' , ἔφην
6681996 εὐτελεστερον
ἔχει τὰς ἐπὶ τέλους συλλαβὰς ἐξαγομέναςἥτις εἰ καὶ μακρά ἐστιν εὐτελέστερον ποιεῖ τὸν ῥυθμὸν διὰ τὸ προσεοικέναι τῇ τοῦ ι
λόγον ποιούμενος καὶ τὸν χαρακτῆρα ἐπισημαινόμενος φησὶν εἰ δὲ καὶ εὐτελέστερον συνεχώρει ἡ φύσις , οὐκ ἂν ὤκνησα διὰ τὸ
6681967 ἀπολωλας
δὲ τοῦ ; σόν , φησιν ? [ ] . ἀπόλωλας : φενακίζεις με . ἐγώ ; εἰδότα γ '
καὶ πολλῶν ἐπαίνων ἀξία τῆς εὐγενοῦς προαιρέσεως , οἴχῃ καὶ ἀπόλωλας οὐχ ὑπομείνασα τυραννικὴν ὕβριν , ἁπάσας ὑπεριδοῦσα τὰς ἐν
6681233 ἐκτεισῃ
εἰ δ ' ἔτ ' ἔστι καὶ ἔσται τέωσπερ ἂν ἐκτείσῃ κείμενα , οὗτος οὐδὲν ἀληθὲς λέγει , ἀλλ '
. Ἐὰν δ ' ἀργυρίου τιμηθῇ , δεδέσθω τέως ἂν ἐκτείσῃ . Πέπαυσο . ἔστιν οὖν ὅπως ἂν ἐναντιώτερά τις
6679872 Ἐγωγε
τραγῳδίαν ποιοῦντες . ἢ οὐ μιμήματε ἄρτι τούτω ἐκάλεις ; Ἔγωγε : καὶ ἀληθῆ γε λέγεις , ὅτι οὐ δύνανται
μετὰ δικαιοσύνης : τοῦτο δὲ φῂς μόριον ἀρετῆς εἶναι ; Ἔγωγε . Οὐκοῦν συμβαίνει ἐξ ὧν σὺ ὁμολογεῖς , τὸ
6673174 ἀπερχου
πολλοῦ γε καὶ δέω . . ἐγκόνει πάλιν ] σπεύδων ἀπέρχου . . ἂν ἱστορῇς ] ζητῇς . . τοιοῖσδε
οὗ δέομαι ; Ἐγὼ δέ σοι λέγω ὅτι ὡς τευξόμενος ἀπέρχου ; οὐχὶ δὲ μόνον , ἵνα πράξῃς τὸ σαυτῷ
6670110 μαθω
καὶ φόνου συνεργάτιν λαβὼν τά γ ' εἴσω τειχέων σαφῶς μάθω . νῦν οὖν ἔξω τρίβου τοῦδ ' ἴχνος ἀλλαξώμεθα
τινές φασιν εἶναι τοῦ δαγκάνω , ἐπάγει ὡς τὸ δάκω μάθω λάχω ἅδω φύγω καὶ ὅσα τοιαῦτα ὑποτακτικὰ τρισὶ γράμμασι
6668843 διανοουμαι
Ἆρ ' οὖν δυνατὸς αὐτὸ ἂν γενοίμην , ὥσπερ καὶ διανοοῦμαι , διὰ λόγων ἐνδείξασθαί σοι ; Τί δ '
γιγνόμενα , οὐκ ἂν θαυμάζοιμι εἰ μὴ σαφῶς λέγων ἃ διανοοῦμαι τοῦτο ἐποίησα καὶ ἔπαθον : ἀλλ ' ἃ βούλομαι
6666532 εὐδαιμονικον
. . . . [ . ] Ἀνάξαρχόν φησι τὸν εὐδαιμονικὸν φιλόσοφον ἕνα τῶν Ἀλεξάνδρου γενέσθαι κολάκων καὶ συνοδεύοντα τῶι
. Σάτυρος δ ' ἐν τοῖς βίοις Ἀνάξαρχόν φησι τὸν εὐδαιμονικὸν φιλόσοφον ἕνα τῶν Ἀλεξάνδρου γενέσθαι κολάκων καὶ συνοδεύοντα τῷ
6662235 διαβαλῃς
πάντα καὶ θηρεύεται . τί δ ' ἢν λυθείς με διαβάλῃς , παθεῖν σε δεῖ ; ὦ πότνι ' αἰδώς
τὰς αἰσχρὰς πράξεις μὴ αἰσχροῖς ὀνόμασι λέγειν , ἵνα μὴ διαβάλῃς τὸ ἦθος , ἀλλὰ τὰ τοιαῦτα αἰνιγματωδῶς ἑρμηνεύειν καὶ
6659365 οἰῃ
ἀλλὰ μὴ οὐκ ᾖ διδακτόν . ἵνα δὲ μὴ ὀλίγους οἴῃ καὶ τοὺς φαυλοτάτους Ἀθηναίων ἀδυνάτους γεγονέναι τοῦτο τὸ πρᾶγμα
, ὦ Σώκρατες , τούτου αἰτία . Ἵνα δὲ μὴ οἴῃ ἀπατᾶσθαι ὡς τῷ ὄντι ἡγοῦνται πάντες ἄνθρωποι πάντα ἄνδρα
6658868 εὐφραινῃ
ἀνεῖναί σε , τὸ ταπεινοῦν : ὅταν θέλω , πάλιν εὐφραίνῃ καὶ μετέωρος πορεύῃ εἰς Ἀθήνας . τί λέγεις πρὸς
ὧν πάλαι τε θαυμάζῃ καὶ οὓς ἐκ μικρῶν μεγάλους ποιῶν εὐφραίνῃ . Ὅταν συνέλθωσιν ἀγαθὴ γνώμη καὶ τύχη καὶ ὁ
6658389 σκοπεισθ
, τούτων αἴτιοι . τὰ δημόσια γὰρ μισθοφοροῦντες χρήματα ἰδίᾳ σκοπεῖσθ ' ἕκαστος ὅ τι τις κερδανεῖ , τὸ δὲ
ἡμεῖς δ ' ὡς οὐδενὸς ἀντιληπτέον ἐρρωμένως τῶν πραγμάτων , σκοπεῖσθ ' εἰς τί ποτ ' ἐλπὶς ταῦτα τελευτῆσαι .
6658203 καταβαλεις
τάχιστα ἱππεύειν μάθῃς , διώξῃ , καὶ τοξεύων καὶ ἀκοντίζων καταβαλεῖς ὥσπερ οἱ μεγάλοι ἄνδρες . καὶ παῖδας δέ σοι
, ἱκετεύω . φλυαρεῖς πρός μ ' ἔχων . οὐ καταβαλεῖς τὴν σπάθην θᾶττον ; κατάβαλε , Μοσχίων , πρὸς
6656013 Στεφανους
πάνυ , οἶνός τε Θάσιος καὶ μύρον καὶ στέμματα . Στεφάνους ἐνεγκεῖν δεῦρο τῶν χρηστῶν δύο , καὶ δᾷδα χρηστὴν
ὦ Οὐλπιανέ . Φησὶ γὰρ οὕτως ὁ μελιχρὸς ποιητής : Στεφάνους ὁ δ ' ἀνὴρ τρεῖς ἕκαστος εἶχεν , τοὺς
6654493 ἀλεσας
ἢ κύστιν ὕδατος θερμοῦ πλήσας , ἢ λίνου σπέρμα πεφωσμένον ἀλέσας , τρίψας καὶ μίξας ἴσον ἄλητον ἐν οἴνῳ μέλανι
χρώμενος σκεύεσιν . ἄρτον τε προσεφέρετο αὐτοσχέδιον : σῖτον γὰρ ἀλέσας τῇ ἑαυτοῦ χειρί , ὃ ἤρκει μόνῳ , μᾶζάν
6653804 παληματιον
βολβοῖς . * * * * ἵν ' ἐπαγλαΐσῃ τὸ παλημάτιον καὶ μὴ βήττων καταπίνῃ . κιρνάντες γὰρ τὴν πόλιν
' οὐχ ἧψον ὁμοῦ βολβοῖς . ἵν ' ἐπαγλαΐσῃ τὸ παλημάτιον καὶ μὴ βήττων καταπίνῃ . κιρνάντες γὰρ τὴν πόλιν
6647459 κατεφαγες
οὐδὲν ἐξέφερον τῆς θυσίας . ὁμοία τῇ : Αὐτῷ κανῷ κατέφαγες πάντα . Ἔσχατος Μυσῶν πλεῖν : οἱ δὲ τὸ
ὁ Ἀναγυράσιος οὗτος . Ἀποτίσεις χοῖρε γίγαρτα : οἷον ὧν κατέφαγες , ἀποδώσεις πλείονα . Ἀρότρῳ ἀκοντίζεις : ἐπὶ τῶν
6644380 ἀναγιγνωσκε
κληρονόμους τῶν Εὐκτήμονος . Ταῦτα τοίνυν ὡς ἀληθῆ λέγω , ἀναγίγνωσκε τὰς μαρτυρίας . Μετὰ ταῦτα τοίνυν ὁ Φιλοκτήμων τριηραρχῶν
' ὡς ἀληθῆ λέγω , λαβέ μοι τὰς μαρτυρίας καὶ ἀναγίγνωσκε . Ὅτι τοίνυν οὐκ ἄπορος ἦν ὁ Μοιριάδης ,
6644315 Ἐλεησον
οὐ προείπομέν σοι ταῦτα ; Ὁ δὲ ἱκετεύων ἔλεγεν : Ἐλέησόν με καὶ μὴ ταῖς Ἀγαρηνῶν χερσὶ παραδοθῆναι ἐάσῃς με
ἐκείνην εἰς τὸν κριτήν : ἔλεγεν δὲ ἡ ψυχή : Ἐλέησόν με , κύριε . καὶ εἶπεν ὁ κριτής :
6643007 ἑλξειν
μόνοις συνδεῖται . ἔχει δ ' ὕλας οἰκείας , ἃς ἕλξειν ἤμελλε παρὰ τῆς μήτρας , αἷμα καὶ πνεῦμα διὰ
διωλόμεσθ ' : ἄεπτ ' , ἄναξ , πάσχομεν . ἕλξειν ἔοιχ ' ὑμᾶς ἐπισπάσας κόμης , ἐπεὶ οὐκ ἀκούετ

Back