ἐπείρων , ἀλλ ' ἀράμενος τὴν σκευὴν εὐθὺς ἐχώρουν , παῦρ ' ἀνιάσας , πόλλ ' εὐφράνας , πάντα παρασχὼν
τὴν παράβασιν . ἀναπαιστικὰ τετράμετρα καταληκτικὰ λαʹ , ὧν τελευταῖον παῦρ ' ἀνιάσας . παράβασις στίχων μαʹ . χρῆν μὲν
6124820 Παντα
αἰτίαν , εἰ μὴ ὅτι ἐκεῖθέν πως καὶ τοῦτο . Πάντα ταῦτα ἕπεται τοῖς δύο μὲν ἀρχὰς ποιοῦσι τῶν ὅλων
φαίνεται τῶν νοσημάτων εἶναι τοῦτό τε καὶ ἡ ἀστροβολησία . Πάντα γὰρ ὡς εἰπεῖν σκώληκα ἴσχει πλὴν τὰ μὲν πλείους
5882496 Ἁπαντα
παλαιῶν . Ἄπαγ ' ἐς κόρακας : ἀρὰ Βοιώτειος . Ἅπαντα τοῖς καλοῖσιν ἀνδράσι πρέπει : δήλη . Ἀπόλογος Ἀλκίνου
ἐχθρὰν οὖσαν ταῖς ἐμπούσαις καὶ τοῖς δαίμοσιν ἢ φάσμασιν . Ἅπαντα δέ σοι ἔθνη λέξω , ὅσα τὴν Ὑρκανίαν ἢ
5875212 αἰσχη
καὶ ἀκούω ταῦτα ὕψιστα καὶ μέγιστα τῶν κακῶν ὅλων , αἴσχη τε καὶ ὀνείδη καὶ ἀτιμίας ὄντα τοῖς Πέρσαις καὶ
κακά . αἰαῖ , κακῶν ὕψιστα δὴ κλύω τάδε , αἴσχη τε Πέρσαις καὶ λιγέα κωκύματα . ἀτὰρ φράσον μοι
5844288 τελειται
ἑκάστῳ τούτων τάγματα ἱερέων , δι ' ὧν ἡ μυστικὴ τελεῖται λατρεία , καὶ ἀναγνωστῶν συστήματα , δι ' ὧν
ὡν αἱ ἡγεμονικαὶ ἐνέργειαι , αἴσθησίς τε πᾶσα καὶ προαιρετικὴ τελεῖται κίνησις . τρίτη δὲ καὶ ὑστάτη ἐπὶ ταύταις ,
5716202 πανουργα
. Σύροι πρὸς Φοίνικας : ἑκάτερα τὰ ἔθνη διαβέβληται ὡς πανοῦργα , ἢ ὅτι ἑκάστοτε δι ' ἔχθρας ἀλλήλοις ὄντα
διετέλουν . Ἄπνους : νεκρά . Αἰόλα : ποικίλα , πανοῦργα . παραβλήδην : ἐξηπλωμένως , ὁμοιωματικῶς , ἀπὸ τοῦ
5662127 καλα
τί ἐστιν αὐτὸ τὸ καλόν , ταῦτ ' ἂν εἴη καλά ; “ ἐγὼ δὲ δὴ ἐρῶ ὅτι εἰ παρθένος
καὶ σωφροσύνης πρόσωπον , καὶ οὔτε ἕσπερος οὔτε ἑῷος οὕτω καλά . Ἀλλὰ δεῖ ἰδόντας μὲν εἶναι ᾧ ψυχὴ τὰ
5660481 ἀνοσα
τὰ ἑπτάμηνα τίκτεται σεσαρκωμένα καὶ τὸ πάχος ἔχοντα εὐτραφέως , ἄνοσα διατετελεκότα ὃν χρόνον ἐν τῇ μήτρῃ διεφέρετο . Τῇσι
γὰρ ἐραστῇ σοφίας διαρκὴς τροφή , παρέχουσα καὶ τὰ σώματα ἄνοσα καὶ τὸν λογισμὸν ὑγιῆ καὶ ἐν τοῖς μάλιστα νηφάλιον
5516336 συνετα
† ἤγουν πιστότατοι γέροντες . τὰ κέδν ' ] τὰ συνετά . ἐν ὑμῖν ] † ἤγουν πᾶσαν τὴν συνετὴν
τρυγῶν . . ἔχων , κτώμενος . . κεδνὰ ] συνετά . βλαστάνει ] ἀναφύεται . . τούτῳ σοφούς τε
5514197 ὀλεθρια
νοσημάτων ἰάματά ἐστι : τί γάρ , ἐὰν ἡ νόσος ὀλεθρία ᾖ ; ἄλλως τε ἔστιν ὅτε οὐ τὰ ἐναντία
θανατηφόρος . ὀλεθρία ] ἀφανιστική . ὀλεθρία ] κακή . ὀλεθρία ] φθαρτική . βουλεύσεται ] κυρωθήσεται . βουλεύσεται ]
5512922 ὑπερτερα
μὲντεδι ' ὀκτὼ μετρηθέντος πέντε μὲν ἔνδια στρέφεται καθ ' ὑπέρτερα γαίης , τὰ τρία δ ' ἐν περάτηι .
, δι ' ὀκτὼ μετρηθέντος πέντε μὲν ἔνδια στρέφεται καὶ ὑπέρτερα γαίης , τὰ τρία δ ' ἐν περάτῃ .
5487838 ὁποιην
ἀνθρώποισι θυμός , Γλαῦκε Λεπτίνεω πάϊ , γίνεται θνητοῖς , ὁποίην Ζεὺς ἐφ ' ἡμέρην ἄγηι . καὶ φρονέουσι τοῖ
γὰρ καὶ αἱ κάπετοι ἐντέτμηνται , ὡς , καθ ' ὁποίην ἂν αὐτῶν ἁρμόττῃ , ἐμβαλλόμενος ὁ ξύλινος μοχλὸς μοχλεύει
5427899 παθεα
καὶ τοῦτο ἐξ Ἀνδρομέδας . ἀπὸ κοινοῦ λάβωμεν πέπονθα ἄνομα πάθεα . καὶ ταῦτα ἐξ Ἀνδρομέδας . δεομένη τοῦ βαρβάρου
τῷ λόγῳ ταύταν τὰν αἴσθασίν φαντι εἶμεν . ὁκόσα δὲ πάθεα τῶν σωμάτων ὀνυμαίνεται , ποτὶ τὰν ἁφὰν κλῄζεται ,
5421633 μισητα
ἐκεῖ * οὐτιδανοῦ : μικροῦ τοῦ μικροῦ * ἀπεχθέα : μισητά ἐχθρά * βρύγματα : δήγματα * ἔασιν : ὑπάρχουσιν
] φόνου ἀνοσίου διὰ τὴν συγγένειαν . . ἐχθρά ] μισητά . . αἰσχρά ] γρ . ἐχθρά . .
5398616 ξυμβολα
γὰρ οὐδὲ τὰ χαροπὰ φαῦλά ἐστιν , οὐδὲ φαύλων κυνῶν ξύμβολα , εἰ καὶ ταῦτα τύχοι καθαρὰ καὶ γοργὰ ἰδεῖν
λίθους ; | οὐκ ἀποθέμενος καὶ ἀποδυσάμενος ταῦτα ‖ τὰ ξύμβολα [ γυμνὸν ] ἡμῖν ἐπιδείξεις | σεαυτὸν ὁποῖος [
5397158 ἐῳ
κείνοις πυρροῦ χρώματος καὶ εἰ δεῖ παραδειγματίσαι τὸν λόγον νέφεσιν ἐῴ - κεσαν , ἃ μήτε πάμπαν ἀπεστραμμένου τοῦ ἡλίου
κείνοις πυρροῦ χρώματος καὶ εἰ δεῖ παραδειγματίσαι τὸν λόγον νέφεσιν ἐῴ - κεσαν , ἃ μήτε πάμπαν ἀπεστραμμένου τοῦ ἡλίου
5389321 ἰκελα
τῆς θαλάσσης διεξελθών . Λέγεται μέν νυν καὶ ἄλλα ψευδέσι ἴκελα περὶ τοῦ ἀνδρὸς τούτου , τὰ δὲ μετεξέτερα ἀληθέα
: φέρεται λευκά , παχέα , μυξώδεα , ϲτέατι ξυγκοπέντι ἴκελα , ξὺν τῷ περιρρόῳ : τάδε μέντοι ἀπὸ τοῦ
5388427 ἀταις
τῆς ἀβουλίας . . ΑΤΑΣΘΑΛΑ . Τὰ θάλλοντα ἐν ταῖς ἄταις , ἤγουν βλάβης ἀνάμεστα . . ΤΟΙΣΙΝ Δ '
ὀλεθρίαις * ἀλεξητήριον : ἀποτρόπαιον βοήθημα ἴαμα θεραπείαν βοήθειαν * ἄταις : βλάβαις * ἐν : ἐν τούτοις σὺν τούτοις
5371147 ἀρμενα
οὗ ἕνεκα ἐργασθεὶς εἴη καὶ ἡ φορμορραφίς , καὶ τὰ ἄρμενα γίγνεσθαι . Ἤδη δέ τινες ἐν τῇ βαλανοδόκῃ οὔσης
δὲ πατˈρὸς ἐνέπˈνευσεν μένος γήραος ἀντίπαλον : Ἀΐδα τοι λάθεται ἄρμενα πˈράξαις ἀνήρ . ἀλλ ' ἐμὲ χˈρὴ μναμοσύναν ἀνεγείροντα
5364423 ἀνδρεσσι
, λαχόντα τε ληΐδος αἶσαν . ἀλλ ' οὐ Ζεὺς ἄνδρεσσι νοήματα πάντα τελευτᾷ : ἄμφω γὰρ πέπρωται ὁμοίην γαῖαν
' , ὀδυνηρότερον . Κύρν ' , εἰ πάντ ' ἄνδρεσσι καταθνητοῖς † χαλεπαίνειν † γινώσκειν , ὡς νοῦν οἷον
5337619 ὁκοια
τὴν σφρηγῖδα ὁ Κομβάβος τά τε ἐνεόντα ἐπέδειξεν καὶ ἑωυτὸν ὁκοῖα ἐπεπόνθεεν , ἔλεξέ τε , ” Ὦ βασιλεῦ ,
πρώτων ἀρχομένων ὅ τι ἂν ἐκκρίνηται , ἐκ τῶν οὔρων ὁκοῖα ἂν ἔῃ , καὶ οἵη τις σύμπτωσις , χροιῆς
5332922 σοφα
καὶ Ἰνδοὺς καὶ Αἰγυπτίους καὶ τὰ παρ ' ἑκάστοις ἐπαιδεύθη σοφά . εἶτα ἐπανῆλθε καὶ τοῖς ἀδελφοῖς συνῆν Ἡροδότωι καὶ
μαινομένοις συμπεριφέρεται : καὶ δοκήμασιν σοφά : τὰ τῷ δοκεῖν σοφά . λέγει δὲ περὶ Ἀγαμέμνονος διὰ τὸ ταύτης ἐληλυθέναι
5310032 πρατα
καὶ δαίμονας καὶ γονέας καὶ ὅλως τὰ καλὰ καὶ τίμια πρᾶτα τίθεσθαι , δεύτερον δὲ τὰ συμφέροντα : τὰ γὰρ
σύσταμα τᾶς συγγενικᾶς κοινωνίας : τῶν δὲ μερέων αὐτῶν δύο πρᾶτα καὶ μέγιστα , ἄνθρωπος καὶ κτᾶσις , . .
5297137 λαμπρα
καὶ αὐτῷ καὶ ἐν πολέμοις ἐστὶν ἔργα τῇ τε τόλμῃ λαμπρὰ καὶ οὐκ ἀποδέοντα τῇ εὐτυχίᾳ , πλήν γε δὴ
. Καὶ μὴν καὶ ἄλλους ἴδοις ἂν τὰ μὲν προοίμια λαμπρὰ καὶ τραγικὰ καὶ εἰς ὑπερβολὴν μακρὰ συγγράφοντας , ὡς
5294003 ξυστων
γράμμασι χρυσοῖς δηλούμενοι : ἃ δὴ σύμπαντα ἀνατεταμένα προὐφαίνετο ἐπὶ ξυστῶν ἠργυρωμένων . Ἐπὶ δὲ τούτοις ὧδε διακοσμηθεῖσιν Ἰουθούγγους ἠξίου
Ἀπολλωνίῳ κατὰ τὴν Ἔφεσον . διαλεγόμενος γὰρ περὶ τὰ τῶν ξυστῶν ἄλση κατὰ μεσημβρίαν , ὅτε δὴ καὶ τὰ ἐν
5292690 ἁσσα
. ἅσσα τινά , ποταπά : “ εἰπέ μοι ὁποῖα ἅσσα περιχροῒ εἵματ ' ἔστο . ” ἄσιν τὴν ἰλύν
γὰρ στόμαχος ὁκοῖον χῶνος , καὶ ἐκδέχεται τὸ πλῆθος καὶ ἅσσα προσαιρόμεθα : πίνει δὲ καὶ ἐς φάρυγγα , τυτθὸν
5272631 ἀταραχος
ἀπὸ τοῦ χειμῶνος . εὐδιόωσα : γαληνιῶσα . γαληναίη : ἀτάραχος , γαληνὴ , καὶ ἥσυχος . γένηται : ὑπάρξει
. ἀπαλλάσσουσιν ] ἀπήλλαξαν ἑαυτοὺς τῶν ἐνθάδε . ἀσφάδαστος ] ἀτάραχος . συμβαλῶ ] συγκλείσω . ἔτεινας ] πολλὰ εἴρηκας
5271358 αἰσχεσιν
πρὸς κρείσσονας ἀντιφερίζειν : νίκης τε στέρεται πρός τ ' αἴσχεσιν ἄλγεα πάσχει . ” ὣς ἔφατ ' ὠκυπέτης ἴρηξ
μεμηνότας ἄνδρας ἔτευξαν εἰ δὲ Κρόνος τοῖσιν μάρτυς πέλοι , αἴσχεσιν αἰνοῖς ἀμφέβαλεν : τοῖσιν γὰρ ἅδεν κύπρις στομάτεσσιν .
5268662 ἀλγεα
ἐνὶ μεγάροις Φυλάκοιο δεσμῷ ἐν ἀργαλέῳ δέδετο , κρατέρ ' ἄλγεα πάσχων εἵνεκα Νηλῆος κούρης ἄτης τε βαρείης , τήν
Τρῶας καὶ ἐϋκνήμιδας Ἀχαιοὺς τοιῇδ ' ἀμφὶ γυναικὶ πολὺν χρόνον ἄλγεα πάσχειν , ὥσπερ τὸ αὐτὸ ποιοῦν εἰκόνα τε Ἑλένης
5259061 αἱρετα
ἄλλως ἀπὸ τῶν πραγμάτων : πάντα τὰ πράγματα ἢ αὐτόθεν αἱρετά ἐστιν καὶ ἀγαθά , ἢ αὐτόθεν κακὰ καὶ φευκτά
. Ἔτι τῶν ἀγαθῶν τὰ μέν ἐστι δι ' ἑαυτὰ αἱρετά , τὰ δὲ δι ' ἕτερα . Δι '
5231870 ἀξιολογα
δῆλον ὡς ἀνάγκη συμβαίνειν τὸ παραπλήσιον , καὶ πολλὰ μὲν ἀξιόλογα παραλείπειν , περὶ πολλῶν δὲ ποιεῖσθαι πολὺν λόγον οὐκ
πλήρη τε . . . καθαίρεσθαι , σημεῖα δὲ αὐτῆς ἀξιόλογα δύναται φράζειν ἀφ ' ὧν δύνασαι καὶ σὺ καὶ
5215650 ὁκοσα
, καὶ τῶν ἄλλων προσθετῶν τῶν μητρέων τὰ προσήκοντα , ὁκόσα δηλαδὴ δριμέα ἐστὶ καὶ ἀπεσθίει , καὶ ὑφ '
, καταῤῥοώδεις δὲ οἱ τοιοῦτοι γίνονται . Διαιτῆσθαι δὲ ξυμφέρει ὁκόσα ξηραίνοντα ψύχει καὶ σίτων καὶ ποτῶν καὶ πόνων ,
5211880 ἀνθρωπινα
ἀκριβής , ὑπ ' αὐτὴν τὴν ὄψιν τῶν θεῶν τὰ ἀνθρώπινα πράγματα ὑποθείς , εἴασεν ἀτημέλητα καὶ ἀφρόντιστα , φύσει
εἰπὼν θεῖα , τὰ δὲ ἐν γενέσει καὶ φθορᾷ εἰπὼν ἀνθρώπινα . οὗτος οὖν ὁ ὁρισμὸς καὶ ὁ πρῶτος ἐκ
5205094 ἀθροα
, ἀλλ ' ἀθρόον εἰσεχεάμεθα , οὕτω καὶ ὁ λόγος ἀθρόα πάνθ ' ἕξει λεγόμενα ; ἔστω δὲ ἀντὶ τῆς
ἐκ χρονίου νοσήματος . σημεῖον διαβήτου τοιούτου οὔρου πολλὴ καὶ ἀθρόα οὔρησις . σημεῖον ἀφημερινοῦ τοιούτου οὔρησις σὺν πυρετῷ .
5201197 αἱρεεσθαι
φύσι καὶ καταστάσι ἐγγίνεται : παραινέσας δὲ τούτων τὰ κρέσσω αἱρέεσθαι καὶ καταπλέξας τὴν ῥῆσιν , ἐσβαίνειν ἐκέλευσε ἐς τὰς
τρόποισιν οἷόν τε εἴη ὑγιέας ποιέειν , τὸν ἀοχλότατον χρὴ αἱρέεσθαι : καὶ γὰρ ἀνδραγαθικώτερον τοῦτο καὶ τεχνικώτερον , ὅστις
5193888 σκοτεινα
παναίολ ' ] τὰ ποικίλα τῷ θρήνῳ . αἰανῆ ] σκοτεινά , ἀχλύος γέμοντα . δύσθροα ] δύσφημα . βάγματα
λέγουσι δὲ καὶ τὸ ἀμαυρώσειν δηλοῦν : λυγαῖα γὰρ τὰ σκοτεινά . Ἀμερίας δέ φησιν ἀγνοῶν : λύγος ῥάβδος .
5180442 ὑπεραυχα
. θΞ ὑπέραυχα ] ἀλαζονικά . ὑπέραυχα ] ὑπέρογκα . ὑπέραυχα ] ὑπέρκομπα . θ ὑπέραυχα ] ἐπηρμένα καὶ ἀλαζονικά
, ἤτοι τοῖς πολεμίοις , ἐπεύχομαι δυστυχεῖν : ὥσπερ δὴ ὑπέραυχα καὶ ὑπέρογκα καὶ κενόδοξα λέγουσιν ἐπὶ τῇ ἡμετέρᾳ πόλει
5167369 ἑωυτα
χολώδεα γὰρ παρέσται . Ὅτι τὰ νεῦρα αὐτὰ ἐφ ' ἑωυτὰ ἕλκει σημεῖον : ἢν μὲν τὰ ἐν τοῖσιν ἄνω
μὴ τὰ ξυμφέροντα προσφέρηται τῷ σώματι , συστρεφόμενα αὐτὰ πρὸς ἑωυτὰ τό τε φλέγμα καὶ ἡ χολὴ προσπίπτει τοῦ σώματος
5154054 κεινα
θεὸς εἴτε βροτῶν ἦν ὁ ταῦτα πράσσων . Ὦ πασᾶν κείνα πλέον ἁμέρα ἐλθοῦς ' ἐχθίστα δή μοι : ὦ
ῥέζων ποκὰ πᾶσι θεοῖς μόνας λάθετ ' ἠπιοδώρου Κύπριδος : κείνα δὲ Τυνδαρέου κόραις χολωσαμένα διγάμους τε καὶ τριγάμους τίθησι
5149376 τερπνοις
δυσφρόνων παραβαλλόμεναι , δολίοις δ ' ἕλε Κύπρις λόγοις , τερπνοῖς μὲν ἀκοῦσαι , πικρὰν δὲ σύγχυσιν βίου Φρυγῶν πόλει
θέμις ἔστ ' ἀλιτέσθαι : ὅπου οὐ καθήκει ἁμαρτεῖν . τερπνοῖς : παραλογιστικοῖς . φηλώσῃς : ἀπατήσῃς : ἀπὸ τοῦ
5149271 ἑλκεα
παιδίοισι κῆλαι ἐπιγίγνονται μάλιστα , καὶ τοῖσιν ἀνδράσι κίρσοι καὶ ἕλκεα ἐν τῇσι κνήμῃσιν , ὥστε τὰς τοιαύτας φύσιας οὐχ
, κίνδυνος πάλιν γενέσθαι ἕλκεα . Τὰ παλινδρομήσαντα ἐν ἰσθμίοις ἕλκεα τοῖσιν ὁμοίοισι κινδυνώδη . Τοῖσι παιδίοισιν ἀξιολόγοις ἕλκεσιν ἐν
5144882 ξυμπαντα
δὲ καὶ καλοὺς ἀγρούς , πολλὰ δὲ ἄλλα χρήματα , ξύμπαντα δὲ ταῦτα τὰ ὄρη . οὗ δὴ ἀποθανόντος καὶ
ὁ δὲ ἀργύριον , ὁ δὲ ἀνδράποδα , ὁ δὲ ξύμπαντα ταῦτα , ὁ δ ' ἐπὶ τῷ λέγειν θαυμάζεσθαι
5140003 ἐργα
ἀρετῆς ὄνομα , τὸ δὲ κακίας , ἄμφω δὲ προαιρέσεως ἔργα . οἷς δὲ προαίρεσις οὐ κοινωνεῖ , τούτων ψαύει
ποτὲ εἰς Ὀλυμπίαν ἃ εἶχες περὶ τὸ σῶμα ἅπαντα σαυτοῦ ἔργα ἔχων : πρῶτον μὲν δακτύλιον ὃν εἶχες σαυτοῦ ἔχειν
5137829 δολια
σύμφυτον , οὐ δεισήνορα . μίμνει γὰρ φοβερὰ παλίνορτος οἰκονόμος δολία μνάμων μῆνις τεκνόποινος . τοιάδε Κάλχας ξὺν μεγάλοις ἀγαθοῖς
: στενάχει δ ' ὑψιπαγὴς Σίπυλος . θνατοῖς ἐν γλώσσᾳ δολία νόσος , ἇς ἀχάλινος ἀφροσύνα τίκτει πολλάκι δυστυχίαν .
5134633 ἰαπτεσθαι
ἕνα , ὡς πλεῖστ ' ἐπ ' ἀνδρὶ τῷδ ' ἰάπτεσθαι βέλη . ἐλθὼν δ ' ἔοικεν οὐ καπηλεύσειν μάχην
τὸ ἴπτω καὶ ἰάπτω : ἀνίψαλλον οὖν τὸ ἄνευ τοῦ ἰάπτεσθαι [ . . . ] , . , .
5132791 κοὐδεπω
ἄλλων ἄρχομεν , ὑμεῖς δ ' οἱ θεοὶ ἀκολαστανεῖτε , κοὐδέπω γνώσεσθ ' ὅτι ἀκροατέον ὑμῖν ἐν μέρει τῶν κρειττόνων
τἄματα μακρὰ φέροντι . ἤδη μυρί ' ἐσεῖδον ὀνείρατα , κοὐδέπω ἀώς . † μὴ λαθόμην τί τὸ χρῆμα χρόνον
5132788 χαλεπα
. μετὰ ταῦτα πάλιν ἀπὸ τοῦ δυνατοῦ ἀντέπεσεν ἀντίθεσις ἀλλὰ χαλεπὰ καὶ ἐργώδη λέγεις , Δημόσθενες : εἶναι δὲ αὐτὴν
ἐσθλὸν ἔμμεναι : Σόλωνα δὲ μαλακίαν αὐτοῦ καταγνόντα φάναι : χαλεπὰ τὰ καλά . Φασὶ δὲ Περίανδρον τὸν Κορίνθιον κατ
5107081 δαιδαλα
ἐψόφησεν : “ ἄντα τιτυσκομένη , τὰ δ ' ἀνέβραχε δαίδαλα πάντα . ” ἀντιάσειεν ἐπιτύχοι : “ αἲ γὰρ
ἀναθήματα διέσπειραν . οὐκοῦν διαλαθὼν ἐπὶ τῷ βωμῷ κατέπηξε τὰ δαίδαλα τῶν τριπόδων , ἃ ἐπήγετο . λήξει οὐ μὰ
5103260 ἀλγεινα
ἐπῆλθε : καὶ λεγόμενα ταῦτα λυπηρά εἰσι , καὶ σιωπώμενα ἀλγεινά . . ἐπεὶ τάχιστ ' ἤρξαντο : Ἐπεί ,
δυστυχία ἐπῆλθε : καὶ λεγόμενα ταῦτα λυπηρά εἰσι καὶ σιωπώμενα ἀλγεινά . . ἀλγεινὰ ] λυπηρά . . ἄλγος ]
5099892 ἀντιτυπα
ξηρότατα , ὑγρότατα , λειότατα , τραχύτατα , εἴκοντα , ἀντίτυπα , μαλακά , σκληρά . βαρὺ δὲ καὶ κοῦφον
: πῶς δὲ τὰ μὴ θλίβοντα καὶ μὴ βιαζόμενα μηδὲ ἀντίτυπα μηδ ' ὅλως ὁρώμενα , ψυχὴ καὶ νοῦς ,
5097644 ἡσυχιης
? ἀρκέσει [ . ταῦτα ] δ ' ἐπ ' ἡσυχίης εὖτ ' ἂν μελανθη [ ἐγώ ] τε καὶ
μιν προσστῆναι τοῦτο , ἀνενεικάμενόν τε καὶ ἀναστενάξαντα ἐκ πολλῆς ἡσυχίης ἐς τρὶς ὀνομάσαι Σόλων . Καὶ τὸν Κῦρον ἀκούσαντα
5094932 ταλαιπωριη
ἡ θερμασίη οὕτως εἰς τὰ ἕλκεα γίγνεται , καὶ ἡ ταλαιπωρίη ταὐτὸν ἐργάζεται ” , δῆλον ὅτι πληροῦσα φλέβας καὶ
Ἐς δὲ τὸ εὔσαρκον τῇ χειρὶ καὶ τῷ βραχίονι ἡ ταλαιπωρίη τῆς χειρὸς μέγα προσωφελέει : ὅσα γὰρ χειρῶν ἔργα
5087081 εὐδηλα
' οἵᾳ δι ' αἰῶνος τύχᾳ : πεπλήγμεθ ' : εὔδηλα γάρ : νέᾳ νέᾳ δύᾳ δύᾳ : Ἰαόνων ναυβατᾶν
κώλων εʹ . πεπλήγμεθ ' ] ναί , ἐτρώθημεν . εὔδηλα ] φανερὰ ἃ πεπόνθαμεν . νέαι νέαι ] †
5077407 ϲτρογγυλα
καὶ καθαρὰ ἕλκη κεντήμαϲιν ὅμοια : κοιλώματα δὲ καλεῖται τὰ ϲτρογγύλα καὶ πλατύτερα τῶν βοθρίων ἕλκη καὶ ἧττον βαθέα .
ἀπρεπέεϲ , πολυελκέεϲ πάντῃ , μάλιϲτα δὲ ἐϲ κνήμαϲ : ϲτρογγύλα , πελιδνά , κοῖλα , ῥυπαρά , δυϲαλθέα τὰ
5062113 δυσκολα
ἃ πάσχουσιν αἱρουμένων μᾶλλον ἑαυτοὺς ἐμβαλεῖν εἴς τινα χείρονα ἢ δύσκολα . Ἅπας ἐχῖνος τραχύς : ἐπὶ τῶν δυσκόλων καὶ
εὐεργετεῖ φιλόσοφος ἀνὴρ ἤπερ ἄριστος βασιλεύς . οὔπω ἐξερρώγει τὰ δύσκολα τῆς ὑποθέσεως . , . . σειρά οὐκ οἶδ
5058712 διαφωνα
, καὶ σύμφωνα μὲν ὁπόσα ὑπὸ συμφώνων φθόγγων περιέχεται , διάφωνα δὲ ὁπόσα ὑπὸ διαφώνων . τῶν δὲ συμφώνων διαστημάτων
σύνθετον τὸ διὰ πασῶν , τὰ δὲ τούτων ἀνὰ μέσον διάφωνα ἔσται . ταῦτα μὲν οὖν λέγομεν ἃ παρὰ τῶν
5056869 σταχυηφορος
ἦ τ ' ἂν ἐλαφρίσσαιτο πόνον στυγερῶν ὀδυνάων Ἀστραίη κούρη σταχυηφόρος ἠπιόδωρος . δείδιθι Χηλάων ἐνὶ τείρεσι χρυσοέθειραν Μήνην ,
τις ἐπ ' ἄλγεσιν ἄλγεα θήσει . ναὶ μὴν Παρθενικὴ σταχυηφόρος οὔτι περ ὠκύν οἴσει σινομένοις πλόον ἀνδράσιν . ἀμφὶ
5053646 θανατωδεα
ἥκιϲτα , παιδία δὲ τουτέων μᾶλλον , ἀλλ ' οὐ θανατώδεα . Περὶ εἰλεοῦ . Ἐντέροιϲι γίγνεται μὲν φλεγμονή ,
οὕτω καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ ἔξω φαίνονται . κζʹ . Σημεῖα θανατώδεα , ἀνὰ ῥινὸν θερμότερος ὁ ἀτμός . Ὅτι γέγονε
5051163 ψευδεα
τὸ γένος καὶ εἰς Ἀλέξανδρον κατελθεῖν . καὶ ταῦτα ὅτι ψεύδεα ἐξελέγχει Νέαρχος , οὐκ ἐπαινῶ αὐτὸν ἔγωγε τῆς σχολῆς
οἱ δὲ ὄνοθος , ὃν διὰ φαυλότητα ὀνόσαιτό τις . ψεύδεα ῥινός : φύσκαι ἐπὶ τῆς ῥινὸς λεπταὶ αἱ λεγόμεναι
5047794 ἑτεροια
μίη καὶ οὐ μίη , ᾗ πάντα ταῦτα καὶ τὰ ἑτεροῖα διοικέεται , ἡ μὲν ἐς ζωὴν ὅλου καὶ μέρεος
δέ γε πολλὰ καὶ ἕτερα καὶ τῷ τοῦ ἑτέρου φαντάσματι ἑτεροῖα καὶ ἀνόμοια ἑαυτοῖς . Οὕτω . Καὶ ὁμοίους δὴ
5046147 Ὁσα
τρέψονται : μέλλουσι τραφῆναι . τρέφονται : γράφεται τρέψονται . Ὅσα : γένη . μαλάκεια : ἀνόστεα : γράφεται καὶ
καὶ τὰ πνεύματα τῇ ψυχρότητι , καὶ τάδε συμμαρτυρεῖ . Ὅσα γὰρ ἀπὸ ποταμῶν ἢ λιμνῶν πάντα ψυχρὰ διὰ τὴν
5034394 σφαλερα
ἦν δ ' ἐγώ , ὑπνώδης αὕτη γέ τις καὶ σφαλερὰ πρὸς ὑγίειαν . ἢ οὐχ ὁρᾷς ὅτι καθεύδουσί τε
ἀλλήλοις αἰσχρά ] : τὰ δὲ τείχη τῶν πόλεων εἶναι σφαλερὰ πρὸς τὸν ἔσω προδότην , ἀσάλευτα δὲ τὰ τῆς
5028618 ἀναλθεα
ἀροῦντες πολέοντες ] ναίοντες χραίνουσιν ] ἀλείφουσιν χραίνουσιν ] χρίουσιν ἀναλθέα ] ἀνίατα τεύχει ] ποιεῖ πικρός ] καὶ ὁ
χρόνια , τηκεδόνι λύοντα τὸν ἄνθρωπον , ἀνώλεθρα μέν , ἀναλθέα δὲ καὶ ξυναποθνῄϲκοντα . χρόνια ὦν ἀποϲτάϲιεϲ , ἕλκεα
5022989 τερπνα
γράφεται μέγα τέρπεται . Κρέα : ὑπάρχουσι , λείπει . τερπνά : ἡδέα . εὐάντητος : ἐπιθυμητὴ , εὐσυνάντητος ,
τόρευσον ἔαρος κύπελλον ἤδη : τὰ πρῶτ ' ἡμῖν τὰ τερπνά ῥόδα φέρουσαν ὥρην . ἀργύρεον δ ' ἁπλώσας ποτὸν
5022396 δραϲτικωτερα
φύλλα παραπληϲίαϲ εἰϲὶ τῷ πίτυι δυνάμεωϲ , δριμύτερα δὲ καὶ δραϲτικώτερα . ὁ δὲ καρπόϲ , ὃν δὴ καὶ ϲτρόβιλον
τὰ φύλλα αὐτοῦ καταπλαϲϲόμενα κολλᾶν τραύματα : τὰ δὲ ἄνθη δραϲτικώτερα , ὡϲ μετ ' οἴνου πινόμενα δυϲεντερίαϲ καὶ γαϲτρὸϲ
5021971 στρεφομενα
ζῷα θεῖα ὄντα καὶ ἀίδια καὶ κατὰ ταὐτὰ ἐν ταὐτῷ στρεφόμενα ἀεὶ μένει : τὰ δὲ τρεπόμενα καὶ πλάνην τοιαύτην
, ἀλλὰ πάντα ὁπόσα γίνεται , ὑπὸ τῷ τούτων ἀτράκτῳ στρεφόμενα εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἕκαστον ἐπικεκλωσμένην ἔχει τὴν ἀπόβασιν ,
5021102 ἀστεια
τομάς . ὁ μὲν οὖν ἀστεῖος ἐλάλει τῇ διανοίᾳ τὰ ἀστεῖα ὄντως , ὁ δὲ φαῦλος ἑρμηνεύει ἔστιν ὅτε παγκάλως
, ὅπως ἄν τις ἐθέλῃ , τοῦτο διέξιμεν πάλιν . ἀστεῖα μὲν οὖν λέγειν ἐκ τούτου τοῦ τόπου ἔστιν ,
5021096 ἀπλετα
σε καὶ βασιλῆες ἀμύμονες αἰδέσσονται ἐν χερὶ λᾶαν ἔχοντα καὶ ἄπλετα φῦλ ' ἀνθρώπων : ἀθάνατοι δὲ μάλιστα θεοὶ καταθύμια
θυγάτηρ ? [ ! ! . . . . [ ἄπλετα ] ? ? ? [ ] ? σῖτα ?
5017658 ἀνθρωποισι
Ὠρίωνος , οἵ τε Ποσειδάωνος ὁρώμενοι ἢ Διὸς αὐτοῦ ἀστέρες ἀνθρώποισι τετυγμένα σημαίνουσιν . Τῷ κείνων πεπόνησο . Μέλοι δέ
ναίων . εἴμ ' Ὀδυσεὺς Λαερτιάδης , ὃς πᾶσι δόλοισιν ἀνθρώποισι μέλω , καί μευ κλέος οὐρανὸν ἵκει . ναιετάω
5016805 ἀγῃς
δὴ πᾶς ὅδε κόσμος ἑλισσόμενος περὶ γαῖαν πείθεται ᾗ κεν ἄγῃς , καὶ ἑκὼν ὑπὸ σεῖο κρατεῖται : τοῖον ἔχεις
' ἀντὶ δώρων δῶρα χρὴ προσαρμόσαι , καὶ ταῦτ ' ἄγῃς . Κενὸν γὰρ οὐ δίκαιά σε χωρεῖν προσελθόνθ '
5003077 νουσηματα
ἠὴρ , ὁ ἐγκέφαλος πρῶτος αἰσθάνεται : διὸ καὶ τὰ νουσήματα ἐς αὐτὸν ἐμπίπτειν φημὶ ὀξύτατα καὶ μέγιστα καὶ θανατωδέστατα
μέγιστα ἁμαρτάνων οὐδὲν δεινὸν ἐργάσαιτο , πολλὰ δὲ τὰ τοιαῦτα νουσήματα καὶ πολὺ πλέον τῶν δεινῶν ἀνθρώποισι ξυμβαίνει , ἐν
4996893 ἀνθρωπεια
τέλος δὲ ὃ προτίθεται ποιῆσαι . τῇ ἰατρικῇ ὑπόκεινται τὰ ἀνθρώπεια σώματα , τέλος δὲ ἔχει τὴν ὑγίειαν , τῇ
Οὐκοῦν οἵ γε τοῖς ἀνθρώποις καλῶς χρώμενοι καλῶς πράττουσι τὰ ἀνθρώπεια πράγματα ; Εἰκός γ ' , ἔφη . Οὐκοῦν
4994538 ἡσυχων
, ἀλλὰ λήξαντες πόνων ἄστη φυλάσσεθ ' ἥσυχοι μεθ ' ἡσύχων . σμικρὸν τὸ χρῆμα τοῦ βίου : τοῦτον δὲ
, νῦν δ ' αἰπόλῳ ἀνδρὶ ἔοικας : ἐπὶ τῶν ἡσύχων μὲν πρῶτον καὶ ἡμέρων , ἔπειτα δὲ ἀγρίων :
4991246 μεζω
πρήγματα μεγάλα ἐλέγετο εἶναι , οὐδαμῶν Ἑλληνικῶν τῶν οὐ πολλὸν μέζω . Ὡς δὲ ταῦτά σφι ἔδοξε , καταλυσάμενοι τὰς
ἅμα δὲ εὐχόμενος αἰτέει τὴν μὲν παρεοῦσαν θυσίην δέκεσθαι , μέζω δὲ ἐσαῦτις ὑπισχνέεται . τελέσας δὲ ταῦτα , τὴν
4988869 ἐσθλα
πολλὰ μὲν ἄλλα Νύμφαι κἠμὲ δίδαξαν ἀν ' ὤρεα βουκολέοντα ἐσθλά , τά που καὶ Ζηνὸς ἐπὶ θρόνον ἄγαγε φάμα
τόφρα μὲν οὖν εἰσίν , καί σφιν πάρα δειλὰ καὶ ἐσθλά , πρὶν δὲ πάγεν τε βροτοὶ καὶ ἐπεὶ λύθεν
4987845 ὑπερογκα
μὲν οὖν τῷ στρατῷ πολεμεῖν οὐκ ἐδοκίμαζεν , εἰδὼς τὰ ὑπέρογκα πλήθη πταίοντα περὶ αὑτοῖς καὶ ἅμα λυσιτελὲς ἡγούμενος ἐφεδρείας
τῶν δεσμῶν . σὺ δὲ μὴ μεγαλορρημόνει , μηδ ' ὑπέρογκα καὶ αὐθάδη λάλει . ἢ φρόνιμος ὢν οὐκ οἶδας
4985455 ποικιλα
ὅτι δὲ τὰ αἰσθητῶς κενούμενα [ διάφορά ] τέ καὶ ποικίλα , ⌈ ὡς ἀπεδείξαμεν ⌋ [ ] ? ?
μόλις . ὠρέξατο : ἐπελάβετο , ἥψατο . Παναίολα : ποικίλα . μερμηρίζει : διανοεῖται , μερίζεται καὶ φροντίζει ,
4970373 ἀγαθοισιν
λάχος , μήτε κακοῖσιν ἀσῶντα λίην φρένα , μήτ ' ἀγαθοῖσιν τερφθῆις ἐξαπίνης , πρὶν τέλος ἄκρον ἰδεῖν . Ἄνθρωπ
τὴν κακότητα φέρεις . καὶ γάρ τοι πλοῦτον μὲν ἔχειν ἀγαθοῖσιν ἔοικεν , ἡ πενίη δὲ κακῶι σύμφορος ἀνδρὶ φέρειν
4964386 φιλα
ὅταν δὲ σὺ στένηις , ἡμᾶς παρόντας χρή σε νουθετεῖν φίλα : ἐπικουρίαι γὰρ αἵδε τοῖς φίλοις καλαί . ἀλλ
μορφῆς καὶ μεγέθους , ἴσασιν ἄνθρωποι . Τούτοις οἱ πέρδικες φίλα σπεισάμενοι σύννομοί τε καὶ συνήθεις καὶ ὁμόσκηνοι διαμένουσιν .
4964119 ὀλοα
δεινά . ὀλοὰ ] τὰ δεινά , τὰ ὀλέθρια . ὀλοὰ ] ὀλέθρια . θ ὀλοὰ ] + ἀντὶ μιᾶς
ὀλέθρια . ὀλοὰ ] θρηνητικά . ὀλοὰ ] ὀλέθρια . ὀλοὰ ] θρηνητικά . ὁρᾶν ] ὁρᾶσθαι . ὁρᾶν ]
4962926 ὑπερτατα
ἀξιοπίστου οἰκήσεως διὰ τοῦ εἰπεῖν : Ζεὺς ὑψιβρεμέτης . * ὑπέρτατα δώματα : τὰ ἄκρα τοῦ κόσμου τὰ ὑπὲρ ἡμᾶς
ἀρετὰ περὶ πάθεα , τῶν δὲ παθέων ἁδονὰ καὶ λύπα ὑπέρτατα , φανερὸν ὅτι οὐκ ἐν τῷ ὑπεξελέσθαι τὰ πάθεα
4957638 διαχωρησις
καὶ μελάνων διαχωρήσιας ἐν ὀξεῖ κώφωσις , κακόν : αἵματος διαχώρησις τούτοισιν ὀλέθριον , κώφωσιν δὲ λύει . Οἷσιν αἱμοῤῥαγίαι
κάμνων γίγνεται . Τὰ δὲ σημεῖα : ἡ μὲν μέλαινα διαχώρησις θάνατον σημαίνει , ἡ δὲ ὁμοίη τῷ ὑγιαίνοντι ὁκόταν
4956873 τριχθα
, αὔξησιν , τροφήν . Καὶ οὐχ ἁπλῶς εἴρηται : τριχθὰ δὲ πάντα δέδασται . [ Διὰ μὲν τοῦτο ]
ἐστιν ἀντὶ τοῦ μέλλοντος . τυτθὰ βαλών . , : τριχθὰ βαλών . . . εἰ δὲ θεείου πλῆτο .
4953808 ἀγαθοισι
πλοῦτος . οὐκ ἔστιν ἐν κακοῖσιν εὐγένεια , παρ ' ἀγαθοῖσι δ ' ἀνδρῶν . κακόν τι παίδευμ ' ἦν
: κρύπτεις : κοὐκ ἄν γε λέξαιμ ' ἐπ ' ἀγαθοῖσι : πρὸς οἷς ἔλεξα ἀγαθοῖς οὐκ ἂν ἀγγείλαιμι τὰ
4952108 σφαιρῃσι
τάδε πάντα σὺν ἁρμονίῃσιν ἀρήρει , ὀκτὼ δ ' ἐν σφαίρῃσι κυλίνδετο κύκλῳ ἰόντα † εννεατην περὶ γαῖαν , ἰῆς
οὕτως : ὀκτὼ δὴ τάδε πάντα , σὺν ὀκτὼ δὴ σφαίρῃσι κυλίνδετο κύκλῳ ἰόντα ἐννέα τὴν περὶ γαίην . ἐννὰς
4950510 φρενιτικοισιν
φθινώδεσιν ἀρχομένοισιν , ἀτὰρ καὶ τοῖσι καυσώδεσι , καὶ τοῖσι φρενιτικοῖσιν . Ἤρξαντο μὲν οὖν οἱ καῦσοι καὶ τὰ φρενιτικὰ
, ἐνῃωρημένα , ἐφιδρῶντα , φρενιτικά . Ἐνύπνια τὰ ἐν φρενιτικοῖσιν ἐναργέα . Ἀνάχρεμψις πυκνή γε , ἢν δή τι
4945291 ὑποψυχρα
κωματώδης : ὑποχονδρίου δεξιοῦ ἔπαρμα ξὺν ὀδύνῃ : ἄκρεα πάντοθεν ὑπόψυχρα : σμικρὰ παρέλεγεν : λήθη πάντων , ὅ τι
καὶ φθαρτικά , τὰ δὲ νότια κρυσταλ - λώδη καὶ ὑπόψυχρα . τὸ δὲ τοῦ Ταύρου δωδεκατημόριον καθόλου μέν ἐστιν
4941823 συντονα
, ὡς τὸ [ π ] ἐνδέξια φῶτα ἕκαστον : σύντονα δ ' ἕλκετε : ἀντὶ τοῦ συντόνως , ἤγουν
τίς ἐφέστηκεν δεξιὰ πλευροῖς ; πρόσφορά μ ' αἴρετε , σύντονα δ ' ἕλκετε τὸν κακοδαίμονα καὶ κατάρατον πατρὸς ἀμπλακίαις
4939037 διακρινοι
μοι γενόμενον εὐεργέτην . εἰ δ ' ἐπιλέγοιτο κἀκεῖνος καὶ διακρίνοι τοὺς συμμοναρχήσοντας αὑτῷ , πολεμήσω σὺν σοὶ πρὸς αὐτόν
' , εἰ διαχωρίζοι τις καθ ' ἓν ἕκαστον καὶ διακρίνοι , τότε δὴ ὑφ ' ἡμῶν αὐτῶν φωρᾶσθαι μέτρα
4934527 εἱματ
Γ . τίς πόθεν εἶς ἀνδρῶν ; τίς τοι τάδε εἵματ ' ἔδωκεν ; * ) ὅτι πρὸς τὸ τελευταῖον
ἂν δή μοι ἐφοπλίσσειας ἀπήνην ὑψηλὴν εὔκυκλον , ἵνα κλυτὰ εἵματ ' ἄγωμαι ἐς ποταμὸν πλυνέουσα , τά μοι ῥερυπωμένα
4924996 καταγελωτα
τῶν λοιπῶν καλουμένων θεῶν . καὶ γὰρ ἱστορούμενα τοῖς συνετοῖς καταγέλωτα φέρει . Ἤτοι οὖν περὶ ἀθεότητος αὐτοὶ ὑπὸ τῶν
' ὄργανα εὑρημέν ' ἀνθρώποις ἀναιδέσιν , Ῥόδη , εἰς καταγέλωτα τῷ βίῳ πεπλασμένα . ὄνου παρακύψεως οὐκ ἔστιν οὐδέν
4922762 ψυχικα
εἰρημένων τερπνά . αἱ μὲν θεωρητικαὶ καὶ πρακτικαὶ ἀρεταὶ ὡς ψυχικὰ ἀγαθά , ὑγίεια δὲ σώματος καὶ εὐαισθησία καὶ ῥώμη
τί οἱ τερατόμορφοι καὶ ἄφρονες ; ὅτι τοῖς σωματικοῖς τὰ ψυχικὰ συμπάσχει , ὥσπερ τοῖς ψυχικοῖς τὰ σωματικά . Διὰ
4914246 μηνυματα
, ἤτοι τὰ ὑπὸ τοῦ δήμου κατὰ σοῦ πεπλασμένα δεινὰ μηνύματα . ἀμφίλεκτα ] τὰ ποτὲ μὲν ζῶντα , ποτὲ
, ἄλλα δέ τινα διασώζουσι τῆς μητροπόλεως [ γῆς ] μηνύματα . οὔτε γὰρ θεοὺς Λυδοῖς τοὺς αὐτοὺς νομίζουσιν οὔτε
4911154 συνισταμενα
ἢ καὶ ὕστερον : πάντα γὰρ ἐκ παραπλησίας αἰτίας ἐστὶ συνιστάμενα . Τῇ δ ' ἀμπέλῳ μάλιστα τοῦτο συμβαίνει δι
γαστέρα , παύσεις τὸν στρόφον . Τὰ ἐν τῷ πνεύμονι συνιστάμενα πάθη ὄξος δριμὺ χλιανθὲν καὶ ἐγχυθὲν ἰᾶται : ἢ
4909761 ἐνθηρα
δὴ τοῖς ἐνδοτάτω , ὄρη φασὶν εἶναι δύσβατά τε καὶ ἔνθηρα : καὶ ἔχειν ζῷα ὅσα καὶ ἡ καθ '
χωρίοις τοῖς ἐν Ἰνδίᾳ ὄρη φασὶν εἶναι δύσβατά τε καὶ ἔνθηρα , καὶ ἔχειν ζῷα ὅσα καὶ ἡ καθ '
4909649 ἀπατηλα
αἰσθητήριον . φάσματα . φάσματα λέγει ταῦτα ὡς τῶν ψυχῶν ἀπατηλά , εἰ μή τις ὀρθῶς αὐτὰ μεταλάβοι . ἀλλά
αἰσθητήριον . φάσματα . φάσματα λέγει ταῦτα ὡς τῶν ψυχῶν ἀπατηλά , εἰ μή τις ὀρθῶς αὐτὰ μεταλάβοι . κομιδῇ
4909432 εὐδιαλυτα
καὶ ἀντισχηματίζειν , προσποιούμενον πείθεσθαι καὶ συγχωρεῖν . ὅτι μέντοι εὐδιάλυτα λέγει , ἐκεῖνο σημεῖον : ὃς πρὶν μέν μοι
διαθέσεως ταύτης ἐστίν , εὐχερῶς διαφθειρόμενα διὰ τὸ ἁπαλὰ καὶ εὐδιάλυτα εἶναι . ὅθεν αἱ μήκωνες αὐτῶν πρὸς μὲν τὰς
4908931 ἐπαξια
μὴ εἶναι κακὸν μηδὲ ἀνόσιον ἀληθῆ μὲν λέγει οὐ μὴν ἐπάξια αὐτοῦ , ὥσπερ ὁ λέγων αὐτὸν ἀγαθὸν καὶ ἐπιστήμονα
σοφοῦ ψυχῇ ἀμίαντα . καὶ καθαρά , ταύτῃ καὶ τιμῆς ἐπάξια εὑρίσκεται , ἐν δὲ ἄφρονος ἀκάθαρτα καὶ μεμιασμένα καὶ
4904482 θελγεις
ἐμοῦ διχῶς φρονεῖτε . Σύ , Κύπρις , πόθοις με θέλγεις , σύ με καὶ ῥόδοις κατέσχες : τί με
γὰρ καὶ Κύπριδος αἶσαν ἔμμορες , ἀδμῆτας δὲ τεοῖς μελεδήμασι θέλγεις παρθενικάς : τῶ καί τοι ἐπήρατον οὔνομ ' ἀνῆπται
4897052 κοινωνεοντα
ἄλλοτε ὁδοιπορέοντες ὀδυνῶνται τὰ πρὸς τῇ κνήμῃ . Τὰ δὲ κοινωνέοντα τοῖσι τῆς κνήμης ὀστέοισι μείζω τε τῶν ἑτέρων ἐστὶ
Καὶ ῥοικώδη μὲν τὰ ὀστέα , τὰ δὲ νεῦρα ἀλλήλοισι κοινωνέοντα . Ἐπεὶ καὶ οἷσιν ἂν καταγεῖσιν , ἢ ὑπὸ
4892685 δυσεπουλωτα
καὶ ῥυπαρὰ ἰᾶται . Πρὸς ἕλκη δυσεπούλωτα . Ἀλόη τὰ δυσεπούλωτα τῶν ἑλκῶν ἰᾶται τὰ καθ ' ἕδραν καὶ αἰδοῖον
τραυμάτων καὶ νεύρων διακοπάς , καὶ πρὸς τὰ παλαιὰ καὶ δυσεπούλωτα καὶ ῥευματικὰ τῶν ἑλκῶν : ἔστι δὲ καὶ μαλακτικὴ

Back