τοῦ εἰς Ἱέρωνα ὕμνου . ἀλλὰ Δωρίαν ἀπὸ φόρμιγγα : παρόσον οἱ ὑπὸ τὸν Παρνασσὸν οἰκοῦντες Δωριεῖς πρῶτοι λέγονται τὸ | ||
ἑκὼν εἶναι οὐ δώσει . Μόναι Λάκαιναι ἄνδρας τίκτουσι : παρόσον ἐκεῖναι γενναιοτάτους παῖδας τίκτουσι . Μυκώνειος γείτων : αὕτη |
ΓΘ βωμολοχεύμασι : κακουργήμασι , κολακεύμασιν , ἢ ἀπάταις . βωμολόχοι δέ εἰσιν οἱ περὶ τοὺς βωμοὺς λοχῶντες ἐπὶ τῷ | ||
πράγματα εἶχον τὰς τῶν πλησίον ἐπιθυμίας θεραπεύοντες , οὔτε οἱ βωμολόχοι τῶν θαλιῶν καὶ γελώτων ἐκθηρώμενοι γενέσεις τὲ καὶ ἀγωγάς |
καὶ ὅτι τοῦτο ἐκαλεῖτο , καὶ ὅτι ἦν γόης καὶ φαρμακίς , καὶ ὅτι δεινῶς ἀκόλαστος ἦν καὶ ἀφροδίτην παράνομον | ||
ἂν φανεῖσα . Ἔστιν , ὦ φιλτάτη , ὅτι χρησίμη φαρμακίς , Σύρα τὸ γένος , ὠμὴ ἔτι καὶ συμπεπηγυῖα |
. οὕτω μὲν οὖν δυνατόν ἐστι διαγινώσκειν τὴν αἰτίαν , ὅθεν ἡ ἀναγωγὴ γίνεται , καὶ τοὺς πεπονθότας τόπους . | ||
δι ' ὧν εὐκόλως δυνατὸν τὸ ῥῆμα κλίνεσθαι , καὶ ὅθεν εὔκολοι λαμβάνονται : τὰ πληθυντικὰ οὖν σαφῆ καὶ πᾶσι |
ὄρνεον αὕτη , μισεῖται δὲ παρὰ πάντων ὀρνέων , κἂν ἁλιαίετος αὐτὴν θεάσηται πλανωμένην εὐθὺς ἐπιθέμενος διαφθείρει . Εἷς τῶν | ||
δέδωκεν ἱερεῖον . ] ἁλιαιέτους : Εἶδος ἀετοῦ [ ὁ ἁλιαίετος ] ἐν θαλάσσῃ διαιτώμενος . ἄπελθ ' ἀφ ' |
πολέμιον ὑφορώμενος , καθάπερ , οἶμαι , κακὸς βουκόλος πολὺ βδάλλειν μόνον εἰδὼς καὶ τοὺς γαυλοὺς ἐμπιπλάναι τοῦ γάλακτος καὶ | ||
. , . , ; , . Βδέλλα : Ἀττικοὶ βδάλλειν λέγουσιν τὸ ἀμέλγειν : ἀπὸ δὲ τοῦ βδάλλω γίνεται |
τῆς ὀνομασίας . λέγεται δὲ σίαλος , καὶ ὁ εὐτραφεὶς σῦς , παρὰ τὸ ἀφρὸν προΐεσθαι , ὃν λέγομεν σίαλον | ||
ἄλλους δ ' ἐλαύνοντας βοῦς , αἶγας , οἶς , σῦς , καὶ εἴ τι βρωτόν , πάντα ἱκανὰ προσῆγον |
ἃ εἶπεν ὁ ἕτερος ἄλλως ἄρ ' οὕποψ . [ ταῶς δὲ Ἀττικῶς περισπᾶται . ] οὗτος αὐτὸς : [ | ||
ξυγγραφέας ἡδίστους ἐμμέτρων καὶ ἀμέτρων λόγων , τοῦτο δὲ [ ταῶς ποικίλους , τοῦτο δὲ ὡς ] πολλοὺς σοφιστάς , |
ἄλλοτε μόσχους πίμπραται ὁππότε θῆρα νομαζόμενοι δατέονται , τούνεκα τὴν βούπρηστιν ἐπικλείουσι νομῆες . τῷ δὲ καὶ εὐκραδέος τριέτει ἐν | ||
νομαζόμενοι καὶ βοσκόμενοι τὸν τόπον τῶν θηρῶν θῆρα ] τὴν βούπρηστιν , δηλαδή θῆρα ] τὴν τῶν θηρίων διατριβήν τούνεκα |
γυναιξὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει πολλάκι τοι καὶ μωρὸς ἀνὴρ κατακαίριον εἶπε ὀργῆς ματαίας εἰσὶν αἴτιοι λόγοι ἐνδεδυμένος κύπασσιν φοινικοῦν | ||
κατωφερῶν εἰς τὰ τῆς Ἀφροδίτης ἔργα . Πολλάκις μωρὸς ἀνὴρ κατακαίριον εἶπεν . Πτωχοῦ πήρα οὐκ ἐμπίμπλαται : ἐπὶ τῶν |
τί βούλεται δηλοῦν . οὔτε γὰρ κλωσμὸς οὔτε ποππυσμὸς οὔτε συριγμός ἐστιν : ἢ τίνος ἐστὶν οἰκεῖον ἔργου καὶ πότε | ||
γὰρ καὶ ἀλόγου μᾶλλον ἢ λογικῆς ἐφάπτεσθαι δοκεῖ φωνῆς ὁ συριγμός : τῶν γοῦν παλαιῶν τινες σπανίως ἐχρῶντο αὐτῷ καὶ |
χρὴ ὧδε μελετῇν . Ἴκτερος δέ ἐστιν ὀξὺς καὶ ταχέως ἀποκτείνων : ἡ χροιὴ δὲ ὅλη σιδιοειδὴς σφόδρα ἐστὶν ἢ | ||
, δι ' ἄνδρα δειλόν τε καὶ πονηρὸν ἄνδρα ἀγαθὸν ἀποκτείνων . Ἀκούσας ταῦτα ὁ Κλέανδρος εἶπεν ὅτι Δέξιππον μὲν |
τέρματι δαίδαλα πολλὰ διακριδὸν εὖ ἐπέπαστο . Ἐν μὲν ἔσαν Κύκλωπες ἐπ ' ἀφθίτῳ ἡμμένοι ἔργῳ , Ζηνὶ κεραυνὸν ἄνακτι | ||
Κίκονες οἱ ἄγριοι , ἢ Κιμμέριοι οἱ ἀνήλιοι , ἢ Κύκλωπες οἱ ξενοκτόνοι , ἢ γυνὴ φαρμακίς , ἢ τὰ |
δέ ἐστιν ἱμαντῶδες φυτόν . παρὰ τὸ ῥέπω ῥέψ καὶ ῥίψ . Γ ἀπέθανεν ] λείπει τότε . Γ ἐνέβαλον | ||
δέ ἐστιν ἱμαντῶδες φυτόν . παρὰ τὸ ῥέπω ῥέψ καὶ ῥίψ . Γ ἀπέθανεν ] λείπει τότε . Γ ἐνέβαλον |
καὶ δίδωσι λαβὰς ἡ πόλις τῶν Λοκρῶν πρὸς ἐγκώμια : διὸ ἐπήνεγκε : μέλει τέ σφι Καλλιόπα καὶ χάλκεος Ἄρης | ||
ἐπινοουμένων , ὡς εἴρηται , τῶν ξ πρώτων ξ , διὸ καὶ πρῶτα ἐπὶ πρῶτα πολλαπλασιαζόμενα δεύτερα ποιεῖ : τὰ |
τὴν δελφικὴν χώραν κατοικούσαις . κωμαστὴς : ὅτι καὶ οἱ μεθύοντες βακχεύονται καὶ ὥσπερ ἐκμαίνονται . ἀντεπίρρημα . τὸ ἀντεπίρρημα | ||
τὸ ἕκαστον ἔθνος ἰδίοις νόμοις χρῆσθαι . Πέρσαι μὲν γὰρ μεθύοντες βουλεύονται καὶ τοὺς βασιλεῖς αὐτῶν ὡς θεοὺς προσκυνοῦσι : |
καὶ ὅταν ἤρχετο ὁ λέων , ἢ λύκος , ἢ πάρδαλις , ἢ ἄρκος , ἢ πᾶν θηρίον ἐπὶ τὴν | ||
ὑπὸ τοῖς ἵπποις καὶ θηρία ἄνω θέοντα , τῇ μὲν πάρδαλις , κατὰ δὲ τὸν Πολυδεύκην λέαινα . ἀνωτάτω δὲ |
. ‖ χάλις : ὁ ἄκρατος οἶνος . καὶ ὁ μεμηνὼς καὶ κεχαλασμένος τὰς φρένας . ‖ χαλίφρονας : παράφρονας | ||
φονεύων τῆς ταλαιπώρου δέρην . ὦ τάλαιν ' ἐγώ : μεμηνὼς ἆρα τυγχάνει πόσις ; ἀρτίφρων , πλὴν ἐς σὲ |
, τοῖς τῶν ὀρύγων κέρασιν ὅπλοις χρῶνται , μεγάλοις καὶ τμητικοῖς οὖσι : τρέφει δὲ ἡ χώρα πολυπληθὲς τὸ ζῷον | ||
καὶ τοῖς οὖρα κινοῦσι δαψιλῶς καὶ τοῖς ἄλλοις ἅπασι τοῖς τμητικοῖς . μετὰ δὲ ταῦτα προνοούντων τῆς γαστρός , κἄπειτα |
γὰρ ἡ τῶν ἀετῶν φύσις μετελεύσεται : εἰς δὲ τετράποδα λέοντες , ἰσχυρὸν γὰρ τὸ ζῷον καὶ φύσεως ἔτυχεν ἀκοιμήτου | ||
λέουσι μορφὴ καὶ χρόα διάφορος . Πάρθοι τε καὶ Ἀρμένιοι λέοντες τὴν κόμην ξανθοὶ καὶ οὐ λίαν ἄλκιμοι , εὐτραφὴς |
ἡδονῶν οὐ δύνανται νοῆσαι τί λέγουσι , καὶ ἐπεὶ οὐ νοοῦσι τί λέγουσιν , οὐκ ἄτοπόν ἐστιν , εἰ παρασφάλλουσι | ||
ἐστιν . ὥσπερ οὖν ὁ γενικὸς ἄνθρωπος , ὅν τινες νοοῦσι ζῷον θνητὸν λογικόν , οὔτε Σωκράτης ἐστὶν οὔτε Πλάτων |
μέσοι ὁ θʹ πρὸς ηʹ ἐν ἐπογδόῳ λόγῳ ὄντες , διότι ὁ ἡμιόλιος λόγος τοῦ ἐπιτρίτου ἐπογδόῳ ὑπερέχει , ὡς | ||
. τὸ δ ' αἷμα κύκλῳ προσχεῖται τῷ βωμῷ , διότι κύκλος σχημάτων τὸ τελειότατον καὶ ὑπὲρ τοῦ μέρος μηδὲν |
κατὰ τὴν τοῦ αἵματος πῆξίν τε καὶ ψῦξιν ἀποθνήσκει , ὗς δὲ κωνείου ἐμπίπλαται καὶ ὑγιαίνει . Οἱ Ἰνδοὶ τέλειον | ||
. Καὶ τούτων λεγομένων , ἄλλος οἰκέτης ἦλθεν ἀπαγγέλλων ὡς ὗς τὴν χώραν λυμαίνεται : ὁ δὲ ὁρμήσας ἀνῃρέθη . |
καλοῦ καὶ ἐπιθυμητοῦ ἔαρος νεωστὶ ἀρχομένου , ἡνίκα ἡ ἡδύφωνος ἀηδὼν χωρὶς καὶ ἄπωθεν τῶν ἀνθρώπων γεννᾷ ἢ νεοττεύει . | ||
μᾶλλον δὲ διὰ δειλίαν ⋮ Ἔστι δ ' ὅμως ἡ ἀηδὼν φιλόμουσος καὶ φιλόξενος . ἐν γοῦν ταῖς ἐρημίαις ὅταν |
Σκύρῳ δὲ καὶ εἴ τις τοιαύτη ἑτέρα ἄγαν λυπρὰ καὶ ἄγονος καὶ ἀνθρώπων χηρεύουσα ὡς τὰ πολλά . Σπίνοι δὲ | ||
, ἡ τῶν ὄντων ἀρχὴ καὶ πηγή , οὐ γὰρ ἄγονος πηγή , αὐτὸ τὸ ἀγαθόν , ὁ τῆς Σοφίας |
κατασταθεὶς ὑπ ' αὐτοῦ τῆς Αἴτνης ἐπίτροπος : ὅθεν καὶ Αἰτναῖος ἐκηρύχθη . αὗται δὲ αἱ ᾠδαὶ οὐκέτι Νεμεονίκαις εἰσὶ | ||
, Ἱέρωνος κτίσμα , ὡς . . . ὁ οἰκήτωρ Αἰτναῖος . ἐκαλεῖτο δὲ πρὶν Ἴνησσον . Αἰτωλία , χώρα |
ἐκηρύττοντο νικῶντες , ὅτε εἰσῆλθε Λίχας στεφανώσων τὸν ἡνίοχον , μαστιγοῦντες αὐτόν , ἄνδρα γέροντα , ἐξήλασαν : τούτων δ | ||
, τοῦτο μὲν ψυχρολουτεῖν οἱ πολλοὶ κελεύοντες , ἄλλοι δὲ μαστιγοῦντες , οἱ δὲ χαριέστεροι καὶ σιδήρῳ τὰς ἐπιφανείας αὐτῶν |
ἐρᾷ καὶ ἐπιθυμεῖ : ἢ παραληρεῖ , ἐπειδὴ ἡ Σίβυλλα μακρόβιος : ἢ τοῖς χρησμοῖς ἥδεται : ἢ ἀπατᾶται : | ||
σιβυλλιᾷ : χρησμῶν ἐρᾷ ἢ παραληρεῖ , ἐπειδὴ ἡ Σίβυλλα μακρόβιος : ἢ τοῖς χρησμοῖς ἥδεται : ἢ ἀπατᾶται : |
παρὰ τὰς σάρκας τὰς ἐχούσας ἐπίῤῥυτον θερμασίαν , καὶ ἐκεῖναι εὑρίσκουσαι αὐτὸ διεφθαρμένον , ὡς ἀλλότριον ἀποσείονται , καὶ ἐντεῦθεν | ||
ἀλφεσίβοιαι , αἱ παρθένοι , αἱ βόας ἐφ ' ἑαυτὰς εὑρίσκουσαι τῷ τοὺς πατέρας τοὺς ἄνδρας † ἀλλασσομένους ὑπὲρ αὐτῶν |
ἥξω φέρων δεῦρο τὸν Πάρνηθ ' ὅλον . Ἔστι φύσις θήλεια βρέφη σώζους ' ὑπὸ κόλποις αὑτῆς , ὄντα δ | ||
νεμόμενοι δ ' ἐν ταῖς ὕλαις ἀγεληδόν , εἰ φανείῃ θήλεια , διίστανται καὶ πολεμοῦσιν ἀλλήλοις , καὶ γίνεται τοῦ |
νενωγάλισται σεμνὸς ἀλλᾶντος τόμος , παρεντέτρωκται τευθὶς ἐξωπτημένη , παρεκλέλαπται σταμνί ' ἐννέ ' ἢ δέκα . ὥστ ' εἴ | ||
ὡς θύουσι δ ' οἱ τοιχωρύχοι , κίστας φέροντες , σταμνί ' , οὐχὶ τῶν θεῶν ἕνεκ ' , ἀλλ |
καὶ καθ ' ἑαυτοὺς νήχονται μέγιστοι ὄντες , οἳ δὲ συνδυασθέντες : καί ἐστον κατὰ τοὺς λύκους συννόμω , ἄλλοι | ||
συμμιγέντες , συζευχθέντες , συνελθόντες εἰς συνουσίαν , ἑνωθέντες , συνδυασθέντες . ἀφροδίτη : συνουσία , μίξις . Οἶστρος : |
γὰρ τὸ εἴδωλον , πρὸς ὃ οἱ πλάσται καὶ οἱ ζωγράφοι βλέποντες διατίθενται πλάττοντες καὶ γράφοντες . Ἔστι δὲ εἴδωλον | ||
. τὸ ἀφανὲς τούτου θάνατος ἦν . διὰ τοῦτο καὶ ζωγράφοι τέμνουσι τῶν θεῶν τὴν κεφαλὴν εἰς ἴσον ἑκατέρωι τῶν |
λέγεται , ἐπικρατοῦντος μέντοι τοῦ ἑνὸς γένους , οἷον ἡ χελιδών ὁ ἀετός ἡ κορώνη : καὶ δεῖ γινώσκειν ὅτι | ||
ἱλαρότης , ἢ εἰς Ν , ὡς τὸ τρυγών , χελιδών , ἢ εἰς Ρ ὡς τὸ μήτηρ , θυγάτηρ |
ἡ μὲν δέρη θριξὶ χρυσοειδέσι κομᾷ , ἐφάλλεται δὲ καθάπερ ὄρνις ἐπὶ τοὺς ἐκεῖ συχνοὺς κυπέρους . μόνη δὲ καθ | ||
, οἵ ῥ ' ἔτι μερμήριζον ἐφεσταότες παρὰ τάφρῳ . ὄρνις γάρ σφιν ἐπῆλθε περησέμεναι μεμαῶσιν αἰετὸς ὑψιπέτης ἐπ ' |
οὐ τῇ Λακεδαιμονίων : καὶ διὰ ταύτην καὶ τοὺς ταύτης ἐνοίκους ἀδῄωτος ἡ τῶν ἄλλων ἔμεινε γῆ . καὶ δικαιότερον | ||
οὐ τῇ Λακεδαιμονίων : καὶ διὰ ταύτην καὶ τοὺς ταύτης ἐνοίκους ἀδῄωτος ἡ τῶν ἄλλων ἔμεινε γῆ . καὶ δικαιότερον |
ὦ Κηρυκίδη , ἀχνυμένη σκυτάλη , εἶτ ' ἐπιφέρει : πίθηκος ᾔει θηρίων ἀποκριθείς μοῦνος ἀν ' ἐσχατιήν . τῷ | ||
ἐπειδὴ ἐγένοντο κατά τινας τύμβους , ἐνταῦθα ἀποβλέψας ἀνεστέναξεν ὁ πίθηκος . τῆς δὲ ἀλώπεκος ἐρομένης τὴν αἰτίαν ὁ πίθηκος |
, ἐπιβαίνων δὲ τοῖς χεύμασι τοῦ Ἰσμηνοῦ σὺν ἅρμασι καὶ ψαλίοις μονονύχων πώλων τῇ ἱππικῇ ἐκμαίνῃ : ἱππικαῖς ὁρμαῖς . | ||
ἐν ἄλλοις τισὶ πολλαχοῦ καὶ Εὐριπίδῃ εὕρηται λέγοντι ἅρμασι καὶ ψαλίοις τετραβάμοσι μώνυχα πῶλον : οὐ γὰρ ἦσαν οἱ χαλινοὶ |
δὲ ὡς καὶ θηρευθείσης τῆς θηλείας τριόδοντι οἱ ἄρρενες ἐπαρήγουσιν ἀνθέλκοντες αὐτήν : ἂν δ ' οἱ ἄρρενες ἁλῶσιν , | ||
' ὡς καὶ θηρευθείσης τῆς θηλείας τριόδοντι οἱ ἄρρενες ἐπαρήγουσιν ἀνθέλκοντες αὐτήν : ἂν δ ' οἱ ἄρρενες ἁλῶσιν , |
, ἠχοῦσιν . θ κλάζουσι ] ἐκπέμπουσιν , ἠχοῦσιν ἤτοι ἠχοῦντες φόβον ποιοῦσιν . κώδωνες ] κωδώνια . φόβον ] | ||
. . ἄβρομοι : οἱ ἄγαν βρομοῦντες , ὅ ἐστιν ἠχοῦντες : παρὰ τὸ βρόμος , ὃ σημαίνει τὸν ἦχον |
ἀποθνῄσκειν , εἴρηται , γένος , παιδεία , χρηστῶν ἐπιτηδευμάτων συνήθεια , τῆς ὅλης πολιτείας ὑπόθεσις : ἃ δὲ κατὰ | ||
ἡδόμενος , ἐχθρὰ δὲ αὐτῷ τὰ πρότερα , καὶ ἡ συνήθεια τὴν φύσιν ἐξέκρουσε . τοιοῦτόν τί φημι καὶ τοὺς |
βῆσσαι , δείματι δ ' ἄγραυλοί τε βόες μέγα πεφρίκασιν βουπελάται τε βοῶν . τοῖς δ ' οὔ νύ τι | ||
οἱ δέ τε πορδαλιαγχές : οἱ δὲ νομεῖς καὶ οἱ βουπελάται πορδαλιαγχὲς αὐτὸ ἔθηκαν . ἐπεὶ τοῖς θερίοις τοῖς πελώροις |
γὰρ αὐτῶν ἡ χροιά . Γ ὡρακιάσας : οἷον Γ ὠχριάσας Γ ἢ ἐκλυθεὶς ἢ Γ λιποψυχήσας Γ ἢ ἀθυμήσας | ||
ὁ δὲ Ξάνθος : ” τί τοῦτο ; “ Αἴσωπος ὠχριάσας ἔφη ” οἱ δύο χοῖροι πόσους πόδας ἔχουσιν ; |
γράφεται καὶ κώλοισι τοῖς ὀστέοις , ἤτοι τοῦ ὀστράκου τοῖς ὀξυτάτοις κέντροις : γράφεται σκολόπεσιν . ὀξείῃσιν : ὀξυτάτῃς τοῦ | ||
. ἔνιοι δὲ κηρὸν ἢ στέαρ ἀρωματίσαντες συνεκμαλάσσουσιν ἐν τοῖς ὀξυτάτοις ἡλίοις τῷ στύρακι καὶ δι ' ἠθμοῦ εὐρυτρήτου ἐκθλίβουσιν |
δὲ καὶ Γῆς εἰσιν οἱ περὶ Κρόνον καὶ οἱ ἄλλοι Τιτᾶνες , ἐκ δὲ τῶν Τιτάνων οἱ ὕστεροι θεοί : | ||
. : Τιτανὶς ] Ἡ μία τῶν Τιτάνων . : Τιτᾶνες ἐκαλοῦντο οἱ ἀπὸ τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς γεννηθέντες |
παρὰ δὲ τὸν ψόφον τοῦ ἀλεκτρυόνος φθεγξαμένου καταπτήξαςφασὶ γὰρ τοὺς λέοντας πτύρεσθαι πρὸς τὰς τῶν ἀλεκτρυόνων φωνάςεἰς φυγὴν ἐτράπη . | ||
δέ , ἐν Ἀττικῇ , φησί , τίς εἶδε πώποτε λέοντας ἤ τι τοιοῦτον ἕτερον θηρίον ; οὐδὲ δασύποδ ' |
ὁ ἐσθίων ἀνθράκων καὶ γῆς : ἐξ ἔθους δὲ γίνεται θηριώδης ὁ ταῖς παρὰ φύσιν ἡδοναῖς ἐκ προοιμίων τοῦ βίου | ||
, φαύλως ἠγμένος , ἀπρόθυμος , ἀπαίδευτος , ἄτακτος , θηριώδης , δύσφορος , ἀκάθεκτος , ἀκόλαστος τὴν γνάθον , |
ἀπὸ τῶν γονέων ἀρχόμενοι , πάσχουσιν ὅπερ καὶ οἱ νεώνητοι κύνες , οἳ οὐ μόνον τοὺς ἄλλους ὑλακτοῦσιν , ἀλλὰ | ||
Ἐ . ἀπορροὰς ἀπολείπει καί φησιν , ὅτι ἀνιχνεύουσι οἱ κύνες κέρματα θηρείων μελέων . ἀδύνατον δὲ τοῦτό γ ' |
ταῦτα συγχωρῆσαι . καίτοι εἰ τὰ ζητούμενα ὡς ὁμολογούμενα ὑποτίθεσθαι γέλως , πῶς εἰκὸς ἅ γε ζητεῖν γέλως , ταῦτ | ||
γεγόναμεν εἰς τὸ διαλλάξαι χείρους . καίτοι τὸ πρᾶγμα ἀρχόμενον γέλως εἶναι ἐδόκει : μὴ γὰρ ἄν ποτε στῆναι φιλονεικίαν |
κρυπτοῖς ὑποκάθηνται λοχῶντες : ἡμέρας μὲν οὖν οὐ προσίασιν οἱ ἄγριοι : νύκτωρ δ ' ἐφ ' ἕνα ποιοῦνται τὴν | ||
στερεοὶ τὰ κέρατα , πλατεῖς τὰ μέτωπα , τὸν θυμὸν ἄγριοι , φοβεροὶ τὸ μύκημα , καταπληκτικοὶ καὶ ζηλότυποι , |
. ἐπήλυθε νήδυμος ὕπνος . . , . νήδυμος , ἥδυμος , ν ἐφελκυστικὸν ἐπήλυθε . . Β . Κ | ||
τὸ εὐνοώτερος Φιλόξενος . . . . . ἥδυμος : ἥδυμος : . . . ἢ ἀπὸ τοῦ ἡδὺς ἥδυμος |
ἰσχνούς φησιν οὐ τοὺς ἐπ ' ὀλίγον , ἀλλὰ τοὺς ὑπερβαλλόντως . τοῦτο γὰρ ἐν τῇ λέξει προστέθειται , καὶ | ||
ὀρθὸν λόγον τὸν ἐν αὐτοῖς , ἤτοι πλούτῳ δόξῃ καὶ ὑπερβαλλόντως καὶ ἀμέτρως ζητοῦντες πλουτεῖν καὶ νικᾶν , οἱ τοιοῦτοι |
μᾶλλον οἱ μέλανες , οἳ καὶ τοὺς ἐν νεφροῖς λίθους θρύπτουσιν ἐναργῶς . κάππαρις λεπτομερὴς ἱκανῶς ἐστιν : ἡ γοῦν | ||
εἰς ἰδέαν ψάμμων τε καὶ πωροειδῶν λίθων συνίστασθαι . τοῖς θρύπτουσιν οὖν καὶ τέμνουσι χρῆσθαι δεῖ φαρμάκοις ἄνευ τοῦ θερμαίνειν |
ὁ Ἀργεῖος ὁ τοῦ Ἀρέστορος τοῦ Ἰάσου ἐλθὼν εἰς Ἀρκαδίαν θηριώδεις ὄντας τοὺς ἀνθρώπους εἰς τὸ ἡμερώτερον μετέβαλε καὶ πόλιν | ||
Ἑρμηνεία . Ἐν ἀνάγκης καιρῷ δυσκαίρῳ ληφθείς , Καὶ τοὺς θηριώδεις ἄνδρας πατέρας κάλει . Τοὺς φίλους ἔχε μετὰ τῶν |
ἑῴας φάσεως μετὰ Κρόνου ἐν τῷ ιβʹ τόπῳ τυχεῖν καὶ δορυφορεῖν τὸν Ἥλιον . ἐκ νέας δὲ ἡλικίας τοιοῦτος ἀπετελέσθη | ||
πάντων συνέβη διὰ τὸ τὸν τοῦ Διὸς ἀστέρα ἐπίκεντρον ὄντα δορυφορεῖν τὸν Ἥλιον : ὁ γὰρ ἀεὶ οὕτως δορυφορῶν τὸν |
τρίτος Εὐριπίδης . Μήδεια , Φιλοκτήτης , Δίκτυς , Θερισταὶ σάτυροι . οὐ σώζεται . . . . Ἀριστοφάνους γραμματικοῦ | ||
ἐστι καὶ Ἀριστίου μνῆμα τοῦ Πρατίνου : τούτῳ τῷ Ἀριστίᾳ σάτυροι καὶ Πρατίνᾳ τῷ πατρί εἰσι πεποιημένοι πλὴν τῶν Αἰχύλου |
τοῦ κοινοῦ πάντων σωμάτων ὅρμου καὶ ἐκεῖθεν ἐκπίπτουσι . Λακεδαιμόνιοι γοῦν Παυσανίαν μηδίσαντα οὐ μόνον λιμῷ ἀπέκτειναν , ἀλλὰ γὰρ | ||
πρὸς δὲ τὸ σκότος οὕτως ἔχον φαίνεται , καὶ ἄλλα γοῦν ὁμοίως πλεῖστα ὅσα . Εἰ τοίνυν καὶ ὕλη μία |
χρυσὸς Δανάῃ συνεγένετο , ταῦρος δὲ τὴν Εὐρώπην ἥρπασε , κύκνος δὲ γενόμενος Λήδαν ἐπόρνευσεν . Περὶ δὲ τῶν πεντήκοντα | ||
οὐκ ἄλλο ἢ τοῦτο καὶ ὁ κύκνος οὐκ ἄλλο ἢ κύκνος νομίζεται καὶ πρὸ τοῦ σώματος κακίας ἐμπίπλασθαι τὴν ψυχὴν |
ἤνεγκαν ὅσον ἡμέραν μίαν αὐλίζεσθαι ; θρασεῖς τινες ὄντες καὶ ἀτάσθαλοι καὶ μικρὸν ἐρώτων φροντίζοντες . ὡς ἔγωγε , εἴ | ||
τοὺς μηδὲν ἠδικηκότας σινόμενοι , οὗτοι δὲ ἀλαζόνες εἰσὶ καὶ ἀτάσθαλοι , οὔτε θέμιν εἰδότες οὔτε μέλον αὐτοῖς εἰ τὸ |
ἐκάλουν δὲ οὕτω καὶ τὴν Ἀττικὴν οἱ μὲν ἀπό τινος Ἀκταίωνος βασιλέως , οἱ δὲ διὰ τὸ τὴν πλείω τῆς | ||
μὲν θαλάσσης παῖδάς φασι , Παρμενίδης δ ' ἐκ τῶν Ἀκταίωνος κυνῶν γενέσθαι μεταμορφωθέντων ὑπὸ Διὸς εἰς ἀνθρώπους . . |
συμπεφυρμένος . Ὑψαύχην : τουτέστιν ἀεὶ ἀνατεταμένος καὶ ὑπερανέχων καὶ ὑπερφρονῶν τῶν χειρόνων . Ἐπίγρυπος ἀντὶ τοῦ βασιλικός : τὸ | ||
ἐστί , καὶ καμάτου φάρμακον οὐκ ἀναμένει πορισθὲν ἔξωθεν , ὑπερφρονῶν δὲ καὶ τῶν ὑδάτων καὶ τῆς ἀναπαύσεως τὸν αἰθέριον |
: οὔτοι τὸ ταχὺ τὴν δίκην ἔχει , βραδεῖς δὲ μῦθοι πλεῖστον ἀνύτουσιν σοφοῖς . σχάσον δὲ δεινὸν ὄμμα καὶ | ||
: τὰ γὰρ παλαιὰ καὶ ψευδῆ καὶ τε - ρατώδη μῦθοι καλοῦνται , ἡ δ ' ἱστορία βούλεται τἀληθές , |
μηλέα ἡ ἠρινὴ καὶ ὁ μύρρινος : καὶ γὰρ οὕτως ἀπύρηνος ὥσπερ φασὶ γίνεται . Καὶ ἐξ ἀρχῆς οὕτω συνώφθη | ||
περὶ δαῖτα καὶ ἡδονῇ ἡγεμονεύει ἔγχελυς , ἣ φύσει ἐστὶν ἀπύρηνος μόνος ἰχθύς . . . Ὁμήρου δὲ εἰπόντος τείροντ |
' ὁ μὲν τυφὼς ἐκεραυνώθη ὑπὸ διός , ὁ δὲ πορφυρίων ἐτοξεύθη ὑπὸ τοῦ ἀπόλλωνος . ὅπερ οὖν ἑκατέρῳ συμβέβηκε | ||
τοῦτο εἶπεν οὐδὲ γὰρ ἀμφότεροι ὅ τε τυφὼς καὶ ὁ πορφυρίων ἐκεραυνώθησαν ἢ ὑπ ' ἀπόλλωνος ἐτοξεύθησαν , ἀλλ ' |
τυγχάνει οὖσα ; ” Φερεφάττα Πλάτων μόνος : Φερσεφόνη καὶ Περσεφόνη οἱ λοικοί . Περσέφασσα δὲ ποιητικώτερον . Φηγοί . | ||
Δαείραι . . . . . : Δάειρα : ἡ Περσεφόνη παρὰ Ἀθηναίοις , παρὰ τὴν δᾶιδα , ἐπειδὴ μετὰ |
κομιδῇ ἡδέα . Σοφὸν ὁ βοῦς , ἔφασκε δ ' ἀστράβην ἰδών : οὐ προσήκειν αὐτῷ τὸ σκεῦος . Σοφοὶ | ||
αὐτὸ τὸ νωτοφόρον ὑποζύγιον : οἱ δὲ τὴν σωματηγὸν ἡμίονον ἀστράβην λέγουσιν . οὕτως εὗρον εἰς τὸ Ῥητορικὸν λεξικόν , |
μὲν , οὐ πάντων δὲ κατακρατήσας : οἱ μὲν γὰρ νομεῖς καὶ ὅσοι ἐν τοῖς ὄρεσι τὰς διατριβὰς ἔχουσιν ἢ | ||
ταῖς βουσίν , ὡς δὴ μακρὰν ἦσαν οὐχ ὁρῶντες τοὺς νομεῖς , ὑπέστρεψαν ἐπὶ τὸν τόπον καταλιπόντες τὴν ἀγέλην . |
κεκαυμένος αὐχένα δίψῃ Ρώετο , γωλειοῖσι δ ' ἰδὼν ὁλκήρεα θῆρα Οὐλοὸν ἐλλιτάνευε κακῇ ἐπαλαλκέμεν ἄτῃ Σαίνων : αὐτὰρ ὁ | ||
, φίλε τέκνον , ἐπὴν ἐρίφοισι τεοῖσιν , οὕς ποτε θῆρα πέλωρον ὑπεκπροφυγὼν ἱκέτευσας , τοῖσι παρασταίης τετληόσιν , οἳ |
γίνεται αὐτοῦ τὸ σῶμα , τουτέστιν ὠχρόν * ἐμφέρεται : ὑποτρέχει γίνεται * χρώς : σῶμα * καμνόντων : διψώντων | ||
καὶ εὐθὺ τῶν κρημνῶν ἔρχεται , καὶ τὰς ῥοώδεις ἄκρας ὑποτρέχει , καὶ ἐς τοὺς στενοὺς καὶ βαθεῖς ἐσνήχεται πορθμούς |
ἐπιπλοκῆς συμφώνου παροξύνεται , καὶ μακρὸν ἔχει τὸ Α : ὕδρα πέτρα ῥήτρα φαρέτρα γάστρα μήτρα . σεσημείωται τὸ Τάναγρα | ||
, ἢ τρίκρανος Σκύλλα , ποντία κύων , Σφίγξ , ὕδρα , λέαιν ' , ἔχιδνα , πτηνά θ ' |
ἔθνος πολλοὶ καὶ πλείους ἢ οἱ τῶν μελιττῶν ἑσμοί , βόσκουσι δὲ τὰς μὲν λειμῶνες , τοὺς δὲ οἰκίαι καὶ | ||
Ἅπαντας ἡ παίδευσις ἡμέρους τελεῖ . Αἱ δ ' ἐλπίδες βόσκουσι τοὺς κενοὺς βροτῶν . Αὐτὸς πενωθεὶς τοῖς ἔχουσι μὴ |
τά τε ἐσθῆτος ἐχόμενα εἶχον , ταῦτα κατηρείκοντο καὶ οἰμωγῇ ἀφθόνῳ διεχρέωντο . Μετὰ δὲ ταῦτα ὡς ἐσφακέλισέ τε τὸ | ||
μὲν δὴ καὶ ἑτέραις , οἶμαι , νήσοις συμβεβηκὸς ἐν ἀφθόνῳ τῇ κύκλῳ θαλάττῃ κεῖσθαι , καὶ Κρήτην Ὅμηρος σεμνύνων |
μὲν ὑπὲρ τῶν θηλειῶν ὡς ὑπὲρ ὡραίων γυναικῶν καὶ οἱ τράγοι πρὸς τράγους καὶ οἱ ταῦροι πρὸς ταύρους καὶ ὑπὲρ | ||
, τοῦτο εἶπεν ὃ οἱ κριοὶ ποιοῦσι τὰς ὄϊς καὶ τράγοι τὰς αἶγας . Ὁρᾷς ὡς μετὰ τοῦτο τὸ ἔργον |
τε , νόον γε μὲν οὔ τις ἔριζε τάων ἃς θνηταὶ θνητοῖς τέκον εὐνηθεῖσαι . τῆς καὶ ἀπὸ κρῆθεν βλεφάρων | ||
ὁρόω : περὶ γὰρ νέφος ἐστήρικται . πᾶσιν γὰρ θνητοῖς θνηταὶ κόραι εἰσὶν ἐν ὄσσοις μικραί , ἐπεὶ σάρκες τε |
οὐ μόνον ἀνδράσιν εἰπών , ἀλλὰ καὶ γυναιξὶ σπουδαίαις τοὺς θρήνους μὴ πρέπειν . ἴσως μὲν γὰρ εἰσέρχεταί τις ὑμῖν | ||
, ἐρήμους χώρας , βαρβάρων ἔθνη ποικίλα , ἑορτάς , θρήνους , ἀγοράς , τὸ παμμιγὲς καὶ τὸ ἐκ τῶν |
χρῆσιν παρὰ τῷ ποιητῇ Π οἱ δ ' ὥστ ' αἰγυπιοὶ γαμψώνυχες ἀγκυλοχεῖλαι . Λέγομεν δὲ ὅτι οὐ καλῶς ἐσημειώσατο | ||
λάρος , πάλιν τε ὁ χλωρεὺς πρὸς τρυγόνα , καὶ αἰγυπιοὶ καὶ ἀετοί , καὶ κύκνοι καὶ δράκοντες , καὶ |
αὐτῆς εἰς τὸ κρᾶμα . Ϛ . μονομάχας [ ] ἐζωγραφημένους μάχεσθαι : ὑποκάτω αὐτῶν κάπνισον λαγοῦ κεφαλήν . ζ | ||
, ἤγουν ἔχουσι καὶ οἱ δύο ἐπὶ τῶν οἰκείων ἀσπίδων ἐζωγραφημένους θεούς : ὁ μὲν γὰρ Ἱππομέδων ἔχει ἐπὶ τῆς |
τὸ ξίφος ἑωρακὼς αὐτίκα τοῦτο σπασάμενος ἑαυτὸν διεχειρίσατο . ὁ μῦθος δηλοῖ , ὡς τοῖς σκαιοῖς ἀνδράσιν ἀκολούθως τὰ κακὰ | ||
τούτων , οἷς πᾶσαν συνδιέτριβες τὴν ἡμέραν ; „ ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι οὕτω πολλάκις ἐκ τῶν μικρῶν τὰ |
ἀελπέα ] ἀντὶ τοῦ ἀνελπίστως ἀελπέα ] ἀνωϊστί δάμναται ] δαμάζεται , φθείρεται ἄταις ] βλάβαις , κακοῖς οἷα ] | ||
. δαμάζοι : τὰ γὰρ ἑψόμενα κρέα οἱονεὶ τῷ πυρὶ δαμάζεται : † ἤτοι ἑαυτῷ ἐφέλκοι ματαίως . * ἀμέτοχος |
τῶν κυνηγῶν μετηνέχθη . ἕπονται γὰρ οἱ κύνες τοῖς τῶν θηρίων ἴχνεσιν ἐν τοῖς κυνηγεσίοις . τινὲς δὲ προστακτικῶς ἀνέγνωσαν | ||
δὲ τὴν Λιβύην διὰ τὸ πλῆθος τῶν κατὰ τὴν χώραν θηρίων ἀοίκητον πρότερον οὖσαν ἐξημερώσας ἐποίησε μηδεμιᾶς χώρας εὐδαιμονίᾳ λείπεσθαι |
τὴν τρίχα , ὄνος τὸν βίον : ἐξ ἱστορίας ἡ παροιμία : Καρχηδόνιόν φασι νεανίαν ἀγρεῦσαι λέοντα ἄρτι ἐκ γάλακτος | ||
Ὑπ . ἐν τῷ κατ ' Ἀθ . βʹ . παροιμία ἐστὶ λεγομένη κατὰ τῶν πλείω φερομένων ὧν ἠδίκησαν . |
ἀλθαίνεσκεν ἀκμαίαν πατρός , ὀθνεῖα γατομοῦντος Αἴθωνος πτερά . Ὁ Φρὺξ δ ' , ἀδελφὸν αἷμα τιμωρούμενος , πάλιν τιθηνὸν | ||
, ὡς ἐπιθαλάμιον . τούτου γὰρ , φασὶν , ὁ Φρὺξ ὑπομιμνησκόμενος στε - νάζει τὸν Ἑλένης γάμον καὶ ὑμέναιον |
δὲ κισσόπλεκτα καὶ κρηναῖα καὶ ἀνθεσιπότατα μέλεα μελέοις ὀνόμασι ποιοῦσιν ἐμπλέκοντες ἀλλότρια μέλη . πλακούντων δὲ ὀνόματα πολλῶν καταλεξάντων , | ||
δὲ κισσόπλεκτα καὶ κρηναῖα καὶ ἀνθεσιπότατα μέλεα μελέοις ὀνόμασιν ποιοῦσιν ἐμπλέκοντες ἀλλότρια μέλη . ἀρετὴ τὸ προῖκα τοῖς φίλοις ὑπηρετεῖν |
θαλάττῃ ἐπικρέμασθαι , ὀπωρίζουσί τε προσπετόμενοι θαλάττιοί τε καὶ ἠπειρῶται ὄρνιθες : τὴν γὰρ ἄμπελον ὁ Διόνυσος παρέχει κοινὴν πᾶσι | ||
αὐτοῖς ἐκ πατρὸς καὶ μητρὸς γεγονέναι , οἷς ἑπόμενοι καθάπερ ὄρνιθες ἀγέλην μίαν ποιήσουσι , πατρονομούμενοι καὶ βασιλείαν πασῶν δικαιοτάτην |
ἔοικε κηρῷ πάντας τύπους καλούς τε καὶ αἰσχροὺς δεχομένῳ : παρὸ καὶ ὁ πτερνιστὴς Ἰακὼβ ὁμολογεῖ φάσκων „ Ἐπ ' | ||
, ὅτι τὴν Ἴσχυος μίξιν ἐδήλωσεν αὐτῷ ὁ κόραξ , παρὸ καὶ δυσχεράναντα ἐπὶ τῇ ἀγγελίᾳ ἀντὶ λευκοῦ μέλανα αὐτὸν |
ἀξίων λόγου δι ' οὐθένειαν κατεφρόνησα , σχολῇ ἂν ἐπιμνησθείην πιθήκων οὐκ αἰσχίστων μόνον καὶ εἰδεχθῶν , ἀλλὰ καὶ στυγητῶν | ||
ἢ Ἀφροδίτης τῶν ἐκθειαζομένων , οἷον κυνῶν ἢ αἰλούρων ἢ πιθήκων ἢ τῶν τοιούτων , Ἑρμοῦ δὲ τῶν εἰς χρείαν |
περισπᾶται . ] οὗτος αὐτὸς : [ Ἀντὶ τοῦ ὁ ἔποψ ] ἐρεῖ ἡμῖν . καλός γε καὶ φοινικιοῦς : | ||
κεῖσθαι ἄγαλμα Ἕλληνι χαλινὸν καὶ κόσμον ἵππου , ὁ δὲ ἔποψ οὗτος Ἰνδῶν βασιλεῖ ἄθυρμά ἐστι , καὶ διὰ χειρῶν |
τοὺς μεγίστους τε καὶ ἰσχυροτάτους ἕπεσθαι , οἵπερ οὖν εἰσι πεπαιδευμένοι τὰ τείχη τῶν πολεμίων ἀνατρέπειν , ἐμπεσόντες ὅταν κελεύσηι | ||
τὰ δὲ ταπεινὰ ὑψοῦν . Ἐρωτηθείς , τίνι διαφέρουσιν οἱ πεπαιδευμένοι τῶν ἀπαιδεύτων , ἔφη , ἐλπίσιν ἀγαθαῖς . Ἐρωτηθείς |
πρέμνῳ καθῆστο ἐλλοχῶσα καὶ ὕφαιμον ἄνω βλέπουσα , ὁ δὲ λέων , οἷα ἀδημονῶν καὶ ἀλύων ὑπὸ τοῦ ἄχους , | ||
κύων . ἐπιβαίνει δὲ συγκαθισάσης τῆς θηλείας , καθάπερ ὁ λέων : ἔστι γὰρ καὶ οὗτος τῶν ὀπισθουρητικῶν ζῴων . |
ποιεῖ μὲν οὖν πρᾶγμα τοῖς ἀκούουσιν ἐπαχθές , φύσει γὰρ ἄνθρωποι πρὸς τοὺς ἑαυτοὺς ἐγκωμιάζοντας δάκνονται , ἀλλὰ τὸ βαρὺ | ||
, Γάλλοι δὲ πολλοὶ καὶ τοὺς ἔλεξα , οἱ ἱροὶ ἄνθρωποι , τελέουσι τὰ ὄργια , τάμνονταί τε τοὺς πήχεας |
πλησίον καθίδρυτο Πινδάρου , ἢ ὅτι σύνεστι τῇ θεῷ ὡς ὄρειος ὤν . καὶ ἡ Ῥέα δὲ ὄρειος λέγεται διὰ | ||
τῆς τοῦ Διὸς ἱερουργίας οὐκ ἂν προσάψαιντο . Ἡ δὲ ὄρειος ἅρπη τῶν ὀρνίθων προσπεσοῦσα τοὺς ὀφθαλμοὺς ἀφαρπάζει . Κόρακες |
γενέσθων : φροντίδων ἤδη πάντα πλέα καὶ ἐξοίχεται τὸ νεοτήσιον σκίρτημα ἐκ τῆς γνώμης καὶ τὸ πρόσωπον οὐκέτι τὸ αὐτό | ||
ἐπὶ μελαίνῃ τῇ κεφαλῇ , ἀπαξιοῖ δὲ τὸν ταῦρον : σκίρτημα γὰρ ὑποφαίνει κόρης δή τινος ὑποφευγούσης ἐραστοῦ ὕβριν . |
ἐγένετο . Τούτου δ ' αἴτιόν ἐστιν ἡ τοῦ σώματος ἀσθενείη : τὸ γὰρ σῶμα ὑπὸ μὲν τῶν σιτίων ἴσων | ||
ἐπιλαμβάνει , καὶ πνεῦμα πυκνὸν , καὶ λιποθυμίη , καὶ ἀσθενείη , καὶ ὀδύνη παντὸς τοῦ σώματος : δυσθυμέει τε |
τῇ γλυκύτητι τοῦ θυμοῦ καὶ πρὸς τοὺς ἑταίρους ἠγρίωτο , ἔλαφος καὶ κύων ἐνομίζετο καὶ τὰ τοῦ Διὸς ὄμματα οὐδαμοῦ | ||
οὐκ , εἴ τι τοῦτο † ποιοῦν , τοῦτο καὶ ἔλαφος λέγεται : ἡ γὰρ δίκταμος βοτάνη καιομένη τοῦτο ποιεῖ |
ἀνίασι γήρᾳ βαρεῖς ὄντες . ποῦ δὲ ἠλόησε πληγαῖς πατέρα ἐλέφας ; πῶς δὲ ἀπεκήρυξεν ὁ πατὴρ ὁ ἐν τούτοις | ||
παρ ' ἐμοῦ συγγραφήν . Μάνθανε οὖν , ὅτι μαινόμενος ἐλέφας πρᾷος γίνεται , κριοῦ ὀφθέντος αὐτῷ , καὶ ὅτι |
: καὶ ἐξαγγελλόμεναι ὀνόμασι ποικίλοις : ἔρωτες γὰρ καὶ πόθοι ἵμεροί τε ἔκλυτοι ὀργαί τε σύντονοι καὶ θυμοὶ βαρεῖς ἐπιθυμίαι | ||
: καὶ ἐξαγγελλόμεναι ὀνόμασι ποικίλοις : ἔρωτες γὰρ καὶ πόθοι ἵμεροί τε ἔκλυτοι ὀργαί τε σύντονοι καὶ θυμοὶ βαρεῖς ἐπιθυμίαι |
ψητταρίοις μετὰ κωθαρίων , καὶ σκινδαρίοις μετὰ κωβιδίων . οὐ μανικόν ἐστ ' ἐν οἰκίᾳ τρέφειν ταὧς , ἐξὸν τοσουτουὶ | ||
ἀνὴρ . μέλαν , φρικῶδες , μανικὸν . σκοτεινόν , μανικόν , καταπληκτικὸν . σκοτεινόν , φοβερὸν . βλέπων . |
, κορακῖνοί τε καὶ μύλλοι καὶ ἀντακαῖοι καὶ κυπρῖνοι , μέλανες οὗτοι , καὶ χοῖροί τε καὶ κόσσυφοι ἰδεῖν λευκοί | ||
ἀπὸ συμ - φορᾶς ζῶντας . ὀφθαλμοὶ μικροὶ χαροποὶ ἢ μέλανες τὰ αὐτὰ σημαίνουσιν , παρόσον οἱ μὲν χαροποὶ ἐμπληκτότερον |
ἐπὶ τῷ πυρὶ κείμενοι ἐπάλλοντο καὶ ἤσπαιρον . καὶ αἱ παροιμίαι δὲ ἀρσενικῶς οἴδασιν αὐτό : τάριχος ὀπτὸς εὐθὺς ἂν | ||
καταληκτικὸν ἤτοι ἑφθημιμερές , ὃ καὶ παροιμιακὸν καλεῖται ὅτι πολλαὶ παροιμίαι τούτῳ τῷ μέτρῳ εὕρηνται . Τὸ εʹ ὅμοιον τῷ |
ἐποίησε σῆψιν ἀλλ ' ἀνεξηράνθη πρότερον . Ἡ δ ' ἐρυσίβη σαπρότης τις οὐδὲν δὲ σαπρὸν ἄνευ θερμότητος ἀλλοτρίας . | ||
καὶ μὴ τοῖς ὅπλοις . Μηδενὶ φθόνει . Ὥσπερ ἡ ἐρυσίβη ἴδιόν ἐστι τοῦ σίτου νόσημα , οὕτω φθόνος φιλίας |
: πονοῦσιν . ποτόν : πόμα . λοετρόν : οἱ κυνηγεταί . Κεχαρισμένα : χαιρούμενα . Ταλάροισι : κοφίνοις . | ||
: πονοῦσιν . ποτόν : πόμα . λοετρόν : οἱ κυνηγεταί . Κεχαρισμένα : χαιρούμενα . Ταλάροισι : κοφίνοις . |