τοὺς μηχανοποιοὺς καὶ κελεύει τὰς μηχανὰς ἑτοιμάσαντας τρέψαι κατὰ τὰ παρερρηγμένα τοῦ τείχους , ἵνα , ὅταν ᾖ καιρός ,
, ὅταν ἐμὲ ἴδητε ἀγωνιζόμενον καὶ πειρώμενον ἐπιβαίνειν κατὰ τὰ παρερρηγμένα τοῦ τείχους βιαζόμενόν τε τοὺς Ἰταλοὺς καὶ τοῖς μετ
5737260 ἰλας
ἰλάρχης ἦν Σωκράτης ὁ Σάθωνος , καὶ τῶν προδρόμων καλουμένων ἴλας τέσσαρας . κατὰ δὲ τὴν πάροδον Πρίαπον πόλιν ἐνδοθεῖσαν
συναγελάζεσθαι καθ ' ἡλικίαν . καὶ οἱ μὲν νεώτεροι κατὰ ἴλας νήχονται , οἱ δὲ ἐντελέστεροι πάλιν κοινῇ : καὶ
5590591 μηχανοποιους
τε γενναίως καὶ παροξύνων αὐτούς . ἐνταῦθα κελεύει καὶ τοὺς μηχανοποιοὺς πῦρ ἐπιβαλεῖν ταῖς μηχαναῖς : αἱ δὲ ἀναφθεῖσαι ἀφῆκαν
δὲ δειπνοποιησάμενος ἀνεπαύετο . ἕωθεν δὲ ἀναστὰς καλεῖ πρῶτον τοὺς μηχανοποιοὺς καὶ κελεύει τὰς μηχανὰς ἑτοιμάσαντας τρέψαι κατὰ τὰ παρερρηγμένα
5093928 νωτου
ὕβον : αἱ δὲ Βακτριαναὶ κάμηλοι δύο ὕβους ἐπὶ τοῦ νώτου ἔχουσιν . ἔχει δὲ καὶ ἀστράγαλον ἐν τοῖς ὀπισθίοις
μακρὸν ἐρείσας . δὴ τότε κήρυκα προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς , νώτου ἀποπροταμών , ἐπὶ δὲ πλεῖον ἐλέλειπτο , ἀργιόδοντος ὑός
5089494 μεσας
καθάπερ τὰς λύπας οὐκ ἔφευγεν , ἀλλ ' ἄγοντα εἰς μέσας , ἠνάγκαζε καὶ ἔπειθεν τιμαῖς ὥστε κρατεῖν αὐτῶν ;
ἐπιστένων καὶ κατακλαίων δαίμονα . λέγεται δέ ποτε καὶ περὶ μέσας νύκτας ὥσπερ οἱ | κορυβαντιῶντες ἔνθους γενόμενος , ἐκ
4931489 πρυμναν
' ἐπενόουν ὡς ἐν ἀδοκήτῳ , τὴν ναῦν κρούοντες ἐπὶ πρύμναν ἀντισπᾶν . τὸ δ ' αὐτὸ ποιούντων καὶ τῶν
: θαυμάζω σε , ἐπὶ ἐπαίνου καὶ πολλάκις ἐπὶ ἐκπλήξεως πρύμναν κρουομένους : ἐπαναχωροῦντας . πρὶν : ἕως οὗ ἡ
4918784 προτειχισμα
, τὸ λειπόμενον κινδυνεύσει . Οὐκ ἄτοπον δέ , ἐὰν προτείχισμα ἔχῃ , βίγλας ἐν αὐτῷ γίνεσθαι , καὶ μάλιστα
πρότερον , ὅτε καὶ τοὺς κήρυκας ἔπεμπεν , ὑπεισερχόμενοι τὸ προτείχισμα μέρος τῶν πολεμούντων ἀωρὶ τῶν νυκτῶν καὶ τοῦθ '
4917846 μελλωσι
ῥήτορες ἐν σχήματι ὑπογραφῆς ὁμοῦ καὶ ἐπιγραφῆς . ὅταν γὰρ μέλλωσι δύο τινὰς ὑποθέσεις εἰπεῖν ἀλληλενδέτους καὶ συνεχεῖς , πληρώσωσι
ἄλλοι πάντες οἱ παριόντες εἰς ὑμᾶς , ἐπειδάν τινος κατηγορεῖν μέλλωσι , τοῦτο αὐτοῖς ὑπάρχειν ἀξιοῦσι παρ ' ὑμῶν ,
4903805 γενωνται
ἐχθρῶν . Καὶ ὅταν ἢ ἀπὸ ἑνὸς ἢ ἡμίσεως σημείου γένωνται οἱ ἐχθροί , τότε ἐν τῷ ὕψει φέρειν τὸν
φυλάττοντα κἀνταῦθα , ὅπως μὴ προαχθῶσιν εἰς καταφρόνησιν καὶ ῥᾳθυμότεροι γένωνται . τοῦτο δὲ πρῶτος μὲν Ὅμηρος πεποίηκεν : Ἀχιλλεὺς
4885363 ἐλθωσιν
ἀρχαιρεσιῶν χρόνοις τοσούτοις οὖσιν , ἐὰν ἐπὶ τὴν πόλιν ἡμῶν ἔλθωσιν οἱ πολέμιοι καὶ προσαγάγωσι τοῖς τείχεσι , τί ποιήσομεν
, ὑγιὴς γίνεται . Ἢν αἱ μῆτραι πρὸς τὸ ἧπαρ ἔλθωσιν , ἄφωνος ἐξαπίνης γίνεται , καὶ τοὺς ὀδόντας ξυνερείδει
4864557 λοχους
αὐτῶν : ἔπειτ ' ἤδη Λακεδαιμόνιοι αὐτοὶ ἑξῆς καθίστασαν τοὺς λόχους , καὶ παρ ' αὐτοὺς Ἀρκάδων Ἡραιῆς , μετὰ
, καὶ τοῦ δευτέρου μεσοβασιλέως συγκαλέσαντος εἰς τὸ πεδίον τοὺς λόχους , ἀποδείκνυται Καίσων Φάβιος ὁ τὰ ἀριστεῖα λαβὼν ἐκ
4826130 σκευασαντες
χαρίζεσθαι : τὰ μὲν γὰρ πρὸς τὴν τότε χρῆσιν αὐτάρκη σκευάσαντες μεθ ' ἡδονῆς προσηνέγκαντο , τῶν δ ' ἀπολειφθέντων
λιβάνου ἄρρενος , ἐξ ἴσου λαβόντες καὶ ὁμοίως τοῖς προτέροις σκευάσαντες ὑποτίθεμεν . τοῦτο καὶ πρὸς κωλικοὺς ποιεῖν πεπίστευται .
4744397 βαδιζῃ
κουφότατον . Τεκμήριον δὲ μέγιστον , ὅταν ἄνθρωπος ἐν ἡλίῳ βαδίζῃ , ἢ καθίζῃ ἱμάτιον ἔχων : ὁκόσα μὲν τοῦ
ἐπανοιδέει , καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ ὑγροὶ γλαμυροὶ , καὶ ἢν βαδίζῃ , ἆσθμά μιν λαμβάνει , καὶ ἀσθενείη γίνεται .
4735218 ἐμβαλοντες
ἐμπεσὸν καὶ διὰ τριχολαβίου εὐχερῶς ἕλκεται . καὶ αὐλίδιόν τινες ἐμβαλόντες τῇ ἀκοῇ , εἶτα τῷ στόματι ἐκμυζήσαντες ἠδυνήθησαν τῷ
, ἵν ' ἐάν τινες τῶν πολεμίων νυκτὸς ἢ ἡμέρας ἐμβαλόντες εἰς τὴν πόλιν παρεμπέσωσιν καὶ καταλάβωνταί τινας τόπους ,
4732667 ἀρξωνται
λευκὰ τῇ ἢ τῇ , οἷον κηκίς . Ἐπὴν ἀφροδισιάζειν ἄρξωνται ἢ τραγίζειν αἱμοῤῥαγέουσιν . Ἐν τῇσι προσόδοισιν ἔστιν οἳ
καταλείπεται σωτηρία τῶν ἵππων συνθεῖν μὴ θελόντων ; ἐπειδὰν γὰρ ἄρξωνται διαστάντες ἀφέλκειν ἄλλος ἀλλαχῇ , πᾶσα ἀνάγκη κινδυνεύειν τὸν
4727673 ὠρυομενοι
, ἀλλὰ τὰ μὲν πρῶτα κνυζώμενοι περὶ τὴν κάμινον καὶ ὠρυόμενοι διέτριβον , τὰ δὲ τελευταῖα μονονουχὶ τοὺς παριόντας ἠρέμα
τὸ καθεύδοντας ὑποφθέγγεσθαι . λύκων δ ' ὠρυγὴ ὠρυγμὸς ὠρύεσθαι ὠρυόμενοι . λεόντων δὲ βρύχημα βρυχηθμός βρυχᾶσθαι βρυχώμενοι . ἵππων
4719082 ναρθηκας
τῷ Διονύσῳ ὄργια κατάγει αὐτὰς βακχευούσας κιθαρίζων : αἱ δὲ νάρθηκας τότε πρῶτον ἔχουσαι κατέβαινον ἐκ τοῦ ὄρους καὶ κλῶνας
, ὥσπερ τὰ πυρίκαυστα . Μετεπιδεῖν δὲ διὰ τρίτης , νάρθηκας δὲ μὴ προστιθέναι : ἀτρεμέειν δὲ ἐπὶ μᾶλλον ,
4690067 ἐμπιπτοντες
ὤκιστα , εἶτα ἐς αὐτὸν τὰ νῶτα ἀπερείδουσι , καὶ ἐμπίπτοντες καὶ ὠθούμενοι τῇ δυνάμει κωλύουσιν ἕλκεσθαι . Καὶ οἱ
σταδίοις πολλάκις τοῦ μὴ ἐμφορεῖσθαι κατὰ δίψος : πολλοὶ γὰρ ἐμπίπτοντες σὺν ὅπλοις ἔπινον ὡς ἂν ὑποβρύχιοι , φυσώμενοι δ
4687098 μοχλους
ἢν δὲ ὑποκύψας ἴδῃς τά γ ' ἔνδον , ὄψει μοχλούς τινας καὶ γόμφους καὶ ἥλους διαμπὰξ πεπερονημένους καὶ κορμοὺς
παρακλεῖδας βαλανάγρας , ἁλύσεις , βαλάνους , ὕπερα σιδηρᾶ , μοχλούς , γιγγλύμους κορώνας , κλῇθρα , ζυγά . πρὸ
4670845 κροσσας
. . . . , . , . . : κρόσσας κλίμακας , καὶ προκρόσσας ἄλλας ἐπ ' ἄλλαις .
τοῖς ἐπὶ τοῦ τείχους . ἔστιν οὖν οὕτως : τὰς κρόσσας ἐπὶ τοῦ τείχους ἔρυον καὶ κατέβαλλον τὰς ἐπάλξεις :
4649126 ἐγειραντες
! ! ! ! ! ] | δὲ τὰς λόγχας ἐγείραντες [ ! ! ! ! ! ! ] |
τραφέντας ἀποσχέσθαι κρεωφαγίας : οἱ δὲ μᾶλλον ἢ πρότερον ἐπιθυμίαν ἐγείραντες ὡς ἐπὶ μέγιστον ἀγαθὸν ἵεντο καὶ τὰ ζῷα ταῖς
4643907 ψιλους
ξυνηκολουθηκότας ? ? ? ? ? ? ? αὐτῷ ? ψιλοὺς καὶ ἱππέας παραγγέλλει μήτε σάλπιγγα μήτε ἄλλο τι τῶν
ἀκοντίζειν καὶ ἐπιλαμβάνεσθαι τῶν σπαθίων , τοξεύειν δὲ καὶ τοὺς ψιλοὺς μετὰ τῶν καβαλλαρίων . Εἰ δὲ ὡς εἰκὸς πειραθῶσι
4637430 ἀναπαυειν
ὅταν πλησίον τῶν ἐχθρῶν φθάσῃ ὁ στρατός , τότε λεληθότως ἀναπαύειν καὶ ὀρθοῦν τὴν τάξιν , καί , ὡς ὁ
ἀμφοτέρων , οὐδὲ αὐτὴν μὲν ἀπαρτίζειν τὴν διάνοιαν ἔταξεν , ἀναπαύειν δὲ ἐν καιρῷ τὸ πνεῦμα ἐπίσης τῇ φωνῇ χρωμένων
4616168 περιγραφας
, τομάς τε ἐν αὐτοῖς καὶ ἀποδιαλήψεις παρεισάγων σωματοειδεῖς τε περιγραφάς ; ἐγὼ μὲν οἴομαι πάνθ ' ὁντινοῦν οὑτωσὶ διατεθῆναι
κατὰ τὸν μερισμόν , οὐ διαστάντα δὲ ὅμως εἰς οἰκείας περιγραφάς , ἀλλ ' ἔτι τῇ πρὸς ἄλληλα καὶ τὸ
4610207 δυνωνται
ἀφαιροῦ τῶν εἰ καὶ βραδέως , ἀλλ ' οὖν ὅταν δύνωνται τὸ ἀγνοηθὲν διορθούντων . Ψήφισμα ὑμέτερον οἱ πρέσβεις ὑμῶν
ὄλεθρον ἐν ᾧ εἰσί . Τότε δέ , ἐὰν μὲν δύνωνται καὶ φθάνωσι πρὶν ἀποθανεῖν , καὶ φίλους καὶ ἀναγκαίους
4609309 κλιμακας
προκαταρτιζόμενα παχέα ἀμφίβληστρα ἐκ τοῦ λίνου πρὸς τοὺς κατὰ τὰς κλίμακας καὶ διὰ τῶν διαβαθρῶν ἐπὶ τὰ τείχη ἀναβαίνοντας :
ἐκφεύγοι λανθάνων . ὡς δὲ καὶ τοῦτο ἐξείργαστο αὐτῷ , κλίμακας ἐπῆγεν ὁμοῦ καὶ τὸ τεῖχος διώρυττε . τροπῆς δ
4597893 περιισταμενοι
, ἔνθα ἂν ἀλλήλων οὖρον ἴδωσιν , ἐνταῦθα καὶ αὐτοὶ περιιστάμενοι οὐροῦσιν . ὁ λόγος δηλοῖ , ὅτι τὸ ἑκάστῳ
τὰς ἀρετὰς αὐτῶν , ἐκ δὲ τῶν πλαγίων καὶ ἐξόπισθεν περιιστάμενοι καὶ πανταχόθεν τοξεύοντες καὶ ἀκοντίζοντες ἅπαντας ἀπέκτειναν . οἱ
4592667 αἰσθωνται
πάσας ἔχειν τὰς ἐλπίδας . προσέχειν οὖν ἄξιον , ἵνα αἴσθωνται , διότι ἐπ ' οὐδενὶ ἄλλῳ τιμῶνται ἢ τῷ
δὲ ἐσθῆτος , ἔχουσι δὲ οἰκίας , ἐὰν καὶ μικρὸν αἴσθωνται ψύχους , εὐθὺς ἀποδιδράσκουσι τὸν ἀέρα καὶ τὰ σώματα
4566074 πεσωσιν
τὰ ἑαυτῶν ἀγαθά . ὅταν δὲ ἐν τούτῳ τῷ ζῳδίῳ πέσωσιν οἱ τρεῖς ἀστέρες , ὁ κύριος τοῦ ὡροσκόπου καὶ
ἑκούσια , αὐτοκίνητα , μετὰ τὸ κορεσθῆναι . πέση : πέσωσιν , ἐκπίπτουσιν . Πρόσθε : πρότερον . χαλᾷ :
4557526 χαρακας
καὶ τὸ πορφύρας γόνιμον συνελθόντες καλιὰς αὐτοῖς ᾠκοδομήσαντο καὶ περιβαλόμενοι χάρακας , ὡς ὑπήκουεν αὐτοῖς τὰ τῆς ἐργασίας , τεμνόμενοι
φυλακῆς δὲ μᾶλλον ἢ προεπιχειρήσεως πρόνοιαν ἐλάμβανον ὑψηλοτέρους ἐγείροντες τοὺς χάρακας , εἰσῄει τε αὐτῶν τοῖς χαριεστάτοις λογισμὸς ὡς οὐ
4531442 ἐγινομεθα
ἀγῶνι συνεπιθησόμενοι ἡμῖν μετ ' αὐτῶν , ἐπειδὴ πλησίον ἀλλήλων ἐγινόμεθα καταλιπόντες τὴν τάξιν ἐφ ' ἣν ἐτάχθησαν ᾤχοντο πρὸς
εὐώδη τε καὶ ποικίλα . Περιπλεύσαντες δὲ ταῦτα ἡμέρας δύο ἐγινόμεθα ἐν θαλάττης χάσματι ἀμετρήτῳ , ἧς ἐπὶ θάτερα πρὸς
4530751 σπληνας
καὶ μάλιστα ἐν τούτῳ τῷ χειρίσματι , ὅτι τούς τε σπλῆνας πλείστους κατὰ τὸ ἐξέχον χρὴ τιθέναι , καὶ τοῖσιν
καὶ λεπτομερῆ δύναμιν ἔχει καὶ συμμέτρως θερμαίνει : διὸ καὶ σπλῆνας τήκει σκιρρουμένους , πινομένη τε καὶ ἔξωθεν ἐπιτιθεμένη .
4517975 ὁδους
καὶ τῶν πνευμάτων οὐ δυναμένων ἐν αὐτῷ τὰς κατὰ φύσιν ὁδοὺς βαδίζειν , καταψύξιές τε γίγνονται ὑπὸ τῆς στάσιος ,
ἐκείνου τοῦ μεγέθους ἐς τὰ τῆς ἡδονῆς καταβαίνων βάραθρα ξένας ὁδοὺς καὶ παρηλλαγμένας ἀπολαύσεων ἔτεμνεν . εἶθ ' ἡ πάντα
4515107 ἰδωσιν
ἢ καθάπερ οἱ νοσοῦντες ἀλγοῦντες σφόδρα , τὸν ἰατρὸν ἂν ἴδωσιν , οὐκ ἀλγοῦς ' ἔτι , οὕτως , ἐπάν
καὶ τὸν Ὠρωπὸν ἡμᾶς , οὐχ ἵν ' ἑκάστους ἡμῶν ἴδωσιν ἔχοντας τὰ αὑτῶν , οὐδ ' ὀλίγου δεῖ :
4511769 φιλοτιμηθεντες
: καὶ τὰς λοιπὰς δὲ τορείας διηλλαγμένως ἐπετέλεσαν , ἅπαντα φιλοτιμηθέντες εἰς ὑπεροχὴν δόξης τοῦ βασιλέως ποιῆσαι . Καθόλου γὰρ
ἀπέστησαν αὐτούς , εἰς τέλος δὲ τὰ λῃστήρια καταλῦσαι πολλάκις φιλοτιμηθέντες οὐκ ἠδυνήθησαν . Ἐπεὶ δὲ τὰ περὶ τῶν Ἰβήρων
4508392 προσβολας
πλησίον ποταμοῦ τινος ῥέοντος παρὰ φρούριον ὀχυρόν . τούτῳ δὲ προσβολὰς ποιησάμενος καὶ μὴ δυνάμενος ἑλεῖν τῆς μὲν πολιορκίας ἀπέστη
καὶ τάφρῳ βαθείᾳ τὴν παρεμβολὴν ὠχύρωσεν : ἔπειτα τοῖς πλησιοχώροις προσβολὰς ποιησάμενος εἷλε κατὰ κράτος Οὐρανίαν καὶ Καρπασίαν , τῶν
4488823 μενωσιν
ἔχουσι τὸ θήραμα ῥινηλατήσαντες ἄνευ κυνῶν . ἐὰν δὲ ἔμπλεῳ μένωσιν οἱ ἀσκοὶ οὗπερ οὖν καὶ κατέθεσαν αὐτοὺς οἱ τῶν
γεγόνασι χάριν τοῦ ἐξ αὐτῶν κρεμασθῆναι τὰς περόνας , ἵνα μένωσιν ἐν τοῖς ὀργάνοις καὶ μὴ διαπίπτωσιν . οἱ δὲ
4487411 βλεπωμεν
, οἷον ὅταν εἰς ἐρημίαν ἢ πέλαγος μέγα καὶ ἀχανὲς βλέπωμεν . Ἀριστοφάνης Πολυίδῳ . ἕρκη πλεκτά τινα ἐκ τριχῶν
τόπους θεώμεθα . τηλεφανεῖς σκοπιὰς ἀφορώμεθα ] εἰς ὑψηλοὺς τόπους βλέπωμεν . ἀρδομέναν ] ἀρδευομένην . ὑγραινομένην . ποτιζομένην .
4456117 μετεωρους
ψυχὰς δύ ' ἢ τρεῖς Γ : διαβάλλει αὐτοὺς ὡς μετεώρους , ἐπεὶ περὶ τῶν νεφελῶν λέγουσι πολλά . Γ
ἄνδρας οὐ νωθροὺς οὐδὲ σχολὴν ἄγοντας ἀκροᾶσθαι λόγων , ἀλλὰ μετεώρους καὶ ἀγωνιῶντας καθάπερ ἵππους ἀγωνιστὰς ἐπὶ τῶν ὑσπλήγων ,
4449062 εὐπετως
ἀθρόᾳ ὁρμῇ πάντες , οὐ πολλοῖς ὁπλίταις φρουρουμένην , ἀποσφάττουσιν εὐπετῶς τὸν Ἀμούλιον καὶ μετὰ τοῦτο τὴν ἄκραν καταλαμβάνονται .
μὲν τὰς ὥρας τοῦ μὲν ἦρος καὶ ὑπὸ Πλειάδα φύει εὐπετῶς , τοῦ δὲ χειμῶνος ἐπαχθῶς μέν , ἀλλ '
4436083 ἐξερχομενους
πεζοὺς ἐκ τοῦ βάθους τῶν ἀκιῶν , ὡς ἦλθον , ἐξερχομένους εἰς τὰ διαλείμματα πυκνοῦν τὴν φάλαγγα καὶ ἀντικαθίστασθαι τοῖς
. Καὶ φοβηθεὶς τὰς ῥύσεις τοῦ Σιλπίου ὄρους καὶ τοὺς ἐξερχομένους ἐξ αὐτοῦ χειμάρρους , ἐν τῇ πεδιάδι τοῦ αὐλῶνος
4431552 κεραιας
, ἃς παρεσκευάσαντο πρὸς τὴν τῶν ἐλεφάντων μάχην . αὗται κεραίας εἶχον ἐπιβεβηκυίας στώμιξιν ὀρθαῖς πλαγίας , εὐτρόχους , ὅπη
“ μετὰ γὰρ τὴν ναυαγίαν εὐθὺς εἶδον μὲν αὐτὸν τῆς κεραίας λαβόμενον , ὅποι δὲ κεχώρηκεν οὐκ οἶδα . ”
4412377 Ἰταλους
Γιγάντων . δοξάζων δὲ ἐπ ' ἀνδρείᾳ τοὺς Τυρρηνοὺς καὶ Ἰταλοὺς λέγει συγγενεῖς εἶναι αὐτοὺς τῶν Θρακικῶν Γιγάντων : οἱ
καλῶν . Ἔτι δ ' ἀνώτερον , Οἰνωτρούς τε καὶ Ἰταλοὺς μόνους ἔφη καλεῖσθαι τοὺς ἐντὸς τοῦ ἰσθμοῦ πρὸς τὸν
4410173 διαπυρους
. , Ἀ . μύδρους ἔφησεν εἶναι τοὺς ἀστέρας , διαπύρους δέ . , Ἀ . ταὐτὸ λέγει παρατιθεὶς τὸ
, βάλλειν εἰς ἄλλο ἀγγεῖον . Ἄλλοι πλίνθους παλαιὰς ὀπτηθείσας διαπύρους ἐμβάλλουσιν . ἄλλοι ἄρτους κριθίνους ξηροὺς συνθραύσαντες , καὶ
4406342 ἐνδακοντες
οἳ ἐπινήχονται , ποταμοῦ φερομένου ῥοίζῳ , τὰς οὐρὰς ἀλλήλων ἐνδακόντες , ἕρμα αὑτοῖς τοῦτο ποιοῦντες καὶ σύνδεσμον . ἐς
ὄρος δεδοίκασι τοὺς ἀετούς , καὶ ἕκαστός τε αὐτῶν λίθον ἐνδακόντες , ἵνα μὴ κρώζωσιν , ὥσπερ οὖν ἐμβαλόντες σφίσι
4401851 σταυρωμα
τάχιστα θαρσοῦντες . καὶ ὁ μὲν κατὰ τὰς ἐπὶ τὸ σταύρωμα πύλας καὶ τὰς πρώτας τοῦ μακροῦ τείχους τότε ὄντος
καὶ Ἰουστῖνος μετὰ τῶν σὺν αὐτῷ κατέχοντές τε ἀσφαλῶς τὸ σταύρωμα καὶ φυλάσσοντες καὶ ἀμυνόμενοι τοὺς ἐπιόντας γενναίως . καὶ
4387493 ἐρυον
προκρόσσας ἄλλας ἐπ ' ἄλλας : “ τῷ ῥα προκρόσσας ἔρυον . ” προδόμῳ τῇ πρὸ τοῦ οἴκου παραστάδι .
τὸ κορύττεσθαι καὶ ἐγείρεσθαι : τὸ δὲ κρόσσας μὲν πύργων ἔρυον οὐ κλίμακας οἶδεν οὐδὲ λέγει ὅτι κατέβαλλον τὰς κλίμακας
4386226 διακορεις
κορέσω . ἐπεὶ χ ' ἑῶμεν πολέμοιο . ὅταν γὰρ διακορεῖς γενώμεθα , εἰς τὴν ἐπιοῦσαν τὰ μέρη λιπόντες λέγομεν
τὰς ἐπιθυμίας ὄντας : οὗτοι κἂν ὑπὸ πλήθους ὧν ἐνεφορήσαντο διακορεῖς γενόμενοι πρὸς ὀλίγον χρόνον καθάπερ οἱ πεπονηκότες ἀθληταὶ τὰ
4373585 λαβωσιν
καὶ καταντῶσιν εἰς Ζυγὸν τὴν πεντεκαιδεκάτην : ἔνθα γὰρ τέλος λάβωσιν αἱ τῆς Σελήνης ψῆφοι , τὸ δωδεκατημόριον ἐκεῖσε προσλογίζου
ὑμετέρων ἐπιθυμοῦσιν : ἅπερ κτήσονται , ὅταν ὑμᾶς ἐρήμους συμμάχων λάβωσιν . Εἶτα τοιούτων ἡμῖν ὑπαρχόντων ἐρωτῶσι τίς ἔσται σωτηρία
4371257 ἐνηκαν
πολλάκις ἤμυξαν , καὶ οὐκ ἔκλαυσα : πόσαι μέλιτται κέντρα ἐνῆκαν , ἀλλὰ ἔφαγον : τουτὶ δὲ τὸ νύττον μου
] * Ἤγουν ἀναγαγόντες αὐτὰς ἐκ τοῦ τῆς θαλάσσης βάθους ἐνῆκαν τῇ νηῒ ἤδη πλεῖν μέλλοντες . Ὠκυπόρους ] Ταχέως
4368273 δυσκινητως
μετὰ πολὺν οἶνον καὶ τρυφὴν ἔκειντο καθεύδοντες , ἐπελθοῦσα Τόμυρις δυσκινήτως ἔχοντας Πέρσας αὐτῷ Κύρῳ διέφθειρεν . Ὅτι Ἕλληνες νικήσαντες
] πολὺν οἶνον καὶ τρυφὴν ἔκειντο καθεύδοντες , ἐπελθοῦσα Τόμυρις δυσκινήτως ἔχοντας Πέρσας αὐτῷ Κύρῳ διέφθειρεν . Κῦρος Περσῶν βασιλεὺς
4368165 ἐκφευγοντας
εἰσὶν , ὑπάρχουσιν . Ἀλευομένους : φεύγοντας , κρυπτομένους , ἐκφεύγοντας . ἕλον : ἔλαβον . Χειμερίη : χειματική .
αὐτῇ λόχμῃ , τὸν στρατὸν περιστήσας , ἐνέπρησε καὶ τοὺς ἐκφεύγοντας ἐδίωκεν , ἕως ἅπαντες ὅμηρά τε καὶ δῶρα ἤνεγκαν
4358214 ἐξελκουσι
λιτὰς ἅτ ' οἴκοι διατρίβοντες , γυμνοὺς τῆς βασιλείου αὐλῆς ἐξέλκουσι μετὰ πάσης αἰσχύνης καὶ ὕβρεως : παίοντές τε καὶ
Ὁρῶντες δὲ αὐτὸν οἱ ἕτεροι ταύτῃ ταλαιπωρούμενον , νῦν μὲν ἐξέλκουσι τῷ στόματι τῆς οὐρᾶς λαμβανόμενοι , νῦν δὲ ὥσπερ
4358149 μετωπον
ἐκ πάντων συλλοχισμὸς φάλαγξ , ἧς τὸ τῶν λοχαγῶν τάγμα μέτωπον καὶ μῆκος καὶ πρόσωπον καὶ στόμα καὶ παράταξις καὶ
κατάπλασσε τούτοις καὶ τοὺς μυκτῆρας καὶ τὰς παρειὰς καὶ τὸ μέτωπον . ἄλλο . διφρυγὲς καύσας καὶ λειοτριβήσας μετὰ ὄξους
4352837 διαβαινοντας
ὅτι καὶ ἡ γέφυρα τέλος λαβοῦσα ὁπλίτας ἐδέχετο καὶ τοξότας διαβαίνοντας ἐπὶ τὸ τεῖχος καὶ ἔδει φυλάττειν κἀκεῖ : καὶ
τῶν πολεμίων ἀπωτέρω τοῦ ποταμοῦ σφενδονώντων καὶ τοξευόντων καὶ τοὺς διαβαίνοντας ἀνειργόντων ὁ Κλέαρχος τοὺς ὁπλίτας ἤγαγε διὰ τοῦ βαθυτέρου
4344882 ἐτρεποντο
παντὶ θυμῷ τοῖς πολεμίοις ἐμβάλωμεν : καὶ δὴ προθύμως ἐμβαλόντες ἐτρέποντο τοὺς βαρβάρους . Λεπτίνης , Καρχηδονίων ἐπέκεινα τοῦ Παχύνου
καὶ σεμνὰ περὶ ⌈ τὸ κωμῳδεῖν [ τῷ σκώπτειν ] ἐτρέποντο . ⌈ τινὲς δέ φασιν , ὅτι τραγικοὶ ἦσαν
4344178 πραττωσιν
ἄρα ταύτῃ οἰκοῦνται αἱ πόλεις , ὅταν τὰ αὑτῶν ἕκαστοι πράττωσιν ; Οἶμαι ἔγωγε , ὦ Σώκρατες . Πῶς λέγεις
δὴ τοῦτον ἀκαιρότερον ὄντα ἢ χρή , ὅταν ἃ βούλονται πράττωσιν , ἔλαθον αὐτοί τε ἀπολέμως ἴσχοντες καὶ τοὺς νέους
4338497 θελωμεν
, ἀλλ ' ἃ πεισόμεθα , ἂν ταῦτα μὴ ' θέλωμεν ποιεῖν : καὶ τὸ διαρπασθήσεται τὰ χρήματα τῷ φυλακὴν
τῶν ΑΒ ΒΓ ἔσται μείζων . λʹ . Ἂν δὲ θέλωμεν ἑκατέραν ἑκατέρᾳ ἴσην εἶναι , δεήσει τὴν μὲν ΑΓ
4337041 μελλωσιν
τε καὶ εὔχονται αὐτοῖς ὑπὲρ γενέσεως παίδων , ὅταν γαμεῖν μέλλωσιν . ἐν δὲ τῶι Ὀρφέως Φυσικῶι ὀνομάζεσθαι τοὺς Τριτοπάτορας
τοὺς δούλους ἑτέραις ἀνάγκαις , ὑφ ' ὧν καὶ ἢν μέλλωσιν ἀποθανεῖσθαι κατειπόντες , ὅμως ἀναγκάζονται τἀληθῆ λέγειν : ἡ
4336552 πολεμωσιν
ἔτι ἄνευ Ἑλλήνων εἰς πόλεμον καθίσταται , οὔτε ὅταν ἀλλήλοις πολεμῶσιν οὔτε ὅταν οἱ Ἕλληνες αὐτοῖς ἀντιστρατεύωνται : ἀλλὰ καὶ
καὶ περὶ τῶν πόλεων καὶ τῶν τυράννων . ἂν ἔξω πολεμῶσιν ] δῆλον γὰρ ὡς εἰ μὴ ἴσχυον , οὐκ
4328212 μηχανας
κατέδυσαν ὑφάλοις τε καὶ σπιλάσιν ἐγκύρσασαι , αἱ δὲ τὰς μηχανὰς φέρουσαι νῆες ὑπό τε τῆς βίας τοῦ ῥοῦ καὶ
πλοῖα κατάφρακτα , πάρεξ τῶν σκευαγωγῶν καὶ τῶν φερόντων τὰς μηχανὰς τῶν τε κατ ' ἐμπορίαν ἢ χρείαν ἄλλην ἀφικνουμένων
4327976 καβαλλαριους
μὴ προκατοπτεύηται τοῖς ἐχθροῖς πρὸ τῆς συμβολῆς , δυνατὸν τοὺς καβαλλαρίους ἀραιοτέρους προτετάχθαι τῆς πεζικῆς φάλαγγος , μέχρις οὗ ἐγγίσωσιν
' ὀλίγον ἄχρι ἑνὸς μιλίου ἐκτεταμένοι , δυνατόν ἐστι καὶ καβαλλαρίους πεζεύειν ἐν αὐτοῖς ἀσφαλῶς . Στενοὺς δὲ καὶ δυσκόλους
4324722 ἀσπιδας
ἀνὴρ πεδήτης ἰτέαν ἐνημμένος ἵστασθ ' ἐφεξῆς πάντες ἐπὶ τρεῖς ἀσπίδας . ὦ Ζεῦ , τὸ χρῆμα τῆς νεολαίας ὡς
ἑτοίμως ἔχωσιν αὐτοῖς χρῆσθαι . ΓΘ ταύτας ] ἤγουν τὰς ἀσπίδας . Γ τοῖς πόρπαξι ] ἤγουν τὰ ὀχάνικα .
4319535 κατακαλυψαντες
ἔφη γνῶναι κατὰ τίνα τόπον ἐστὶ τῆς πόλεως , ἐὰν κατακαλύψαντες ἄγωσιν . εἶθ ' ὡς ἦγον καὶ ἠρώτων ,
ἔφη γνῶναι κατὰ τίνα τόπον ἐστὶ τῆς πόλεως , ἐὰν κατακαλύψαντες ἄγωσιν : εἶθ ' ὡς ἦγον καὶ ἠρώτων ,
4304531 διαφερωνται
διαπολεμοῦντας ἴσους ὄντας , ὅπως πρὸς ἀλλήλους ὡς πλεῖστον χρόνον διαφέρωνται . ὅθεν ὁ Φαρνάβαζος διαλαβὼν εὖ λέγειν τὸν Ἀλκιβιάδην
μὴ διαφέρεσθαι ; Ναί . Ἐν οἷς δ ' ἂν διαφέρωνται , ταῦτα φήσεις εἰδέναι αὐτούς ; Οὐ δῆτα .
4298367 βοτρυας
λιθοκόλλητος ἄμπελος χρυσῆ ὑπὲρ τῆς κλίνης , ἥν φασιν καὶ βότρυας ἔχειν ἐκ τῶν πολυτελεστάτων ψήφων συντεθειμένους , οὐ μακράν
Καὶ λαβὼν τούτους εἰς ἀγγεῖα κεράμεα τετρημένα κάτωθεν ἐπιτίθει τοὺς βότρυας , καὶ σκέπασον τὸ ἄνωθεν μέρος ἐπιμελῶς , [
4290021 πορευομενους
[ : καὶ ] [ ἐπὶ ? ] ? πάγου πορευομένους ? [ ? ] ? τὸ Εὐριπίδου [ ]
ἐλθέμεν , ἀντὶ τοῦ ἐνέδραν ἐλθεῖν . ἀπέκτεινε δὲ αὐτοὺς πορευομένους ἐπὶ τὸν Ἰσθμικὸν ἀγῶνα . τὸ δὲ ὅτι πρόσθε
4288285 τρυφερου
μίξας : γράφε χεῖλος οἷα Πειθοῦς , προκαλούμενον φίλημα . τρυφεροῦ δ ' ἔσω γενείου περὶ λυγδίνωι τραχήλωι Χάριτες πέτοιντο
ἕως ἂν σχῇ πάχος μέλιτος , ἀναλάμβανε μετ ' ἐρίου τρυφεροῦ καὶ , ὅταν ψυγῇ , ἐντίθει ἔνδον τοῦ ἀκουστικοῦ
4283335 πλησαντες
καπνῷ , χείμασιν ὄφρ ' ἂν δμῶες ἅλις περιχανδέα χύτρον πλήσαντες ῥοφέωσιν ἀεργέες , † ἔνθα τε μέτρια † ὄσπρια
καπνῷ , χείμασιν ὄφρ ' ἂν δμῶες ἅλις περιχανδέα χύτρον πλήσαντες ῥοφέωσιν . ὅτι τὰ συγκοπτὰ λάχανα κνιστὰ Ἀριστοφάνης φησίν
4280983 παρασκευασαντες
ὑμῶν μὴ καθαιρεῖν τὰ τείχη . ἐκείνῳ μὲν οὖν δικαστήριον παρασκευάσαντες καὶ εἰσελθόντες οἱ βουλόμενοι ὀλιγαρχίαν καταστήσασθαι ἀπέκτειναν ἐν τῇ
. Οὕτω μέν νυν Πέρσαι εἰσὶ οἱ τὴν ἐσβολὴν ταύτην παρασκευάσαντες ἐς Αἴγυπτον , κατὰ δὴ τὰ εἰρημένα σάξαντες ὕδατι
4280746 οὐραγιαν
ἐνέπρησεν , ὥστε πολλῆς φλογὸς αἰρομένης οἱ πολέμιοι κατὰ τὴν οὐραγίαν προσπίπτειν ἐκωλύοντο , αὐτὸς δὲ ἀσφαλῶς ἀνεχώρησεν . Ὅτι
διώκειν παυσάμενοι , σὺν τάξει ὑπέστρεφον καὶ κατὰ τῶν τὴν οὐραγίαν τηρούντων τοῦ τοῦ Βρυεννίου στρατεύματος ἐξώρμων σὺν προθυμίᾳ πολλῇ
4277383 καταβῃ
ἔστιν , ὃ μὴ ἄνωθεν καταβέβηκε καὶ πάλιν ἀνέρχεται ἵνα καταβῇ . Πῶς πάλιν λέγεις τοῦτο , ὦ τεκοῦσα ,
καὶ πῶς ἂν διαγνοίη τις , ὅταν εἰς τὸν ἀναγκαῖον καταβῇ χαρακτῆρα ὁ Δημοσθένης , πῇ κρείττων ἐστὶ Λυσίου καὶ
4257922 σταντες
τοῖς τὰς τραγικὰς συμφορὰς ὑπομένουσιν . εἶτ ' ἐν μέσοις στάντες καὶ λουσάμενοι τῷ συγγενικῷ αἵματιτοιαῦτα γὰρ τὰ λουτρὰ τοῖς
εὔανδρόν τε καὶ ναυσικˈλυτάν θέσσαντο , πὰρ βωμὸν πατέρος Ἑλλανίου στάντες , πίτναν τ ' ἐς αἰθέρα χεῖρας ἁμᾶ Ἐνδαΐδος
4257836 ἑλεπολεις
' ἐμοὶ τὸ λέγειν , ὅτι δεῖ κριοὺς ἔχειν ἢ ἑλεπόλεις ἢ σαμβύκας ἢ πύργους ὑποτρόχους ἢ χελώνας χωστρίδας ἢ
εἰδότων κατασκευάζειν τῶν τότ ' ἀνθρώπων , οὔτε τὰς καλουμένας ἑλεπόλεις μηχανάς . οἱ μὲν δὴ πολέμιοι ἀπογνόντες τῆς πόλεως
4247015 λαμβανωνται
καὶ τριῶν ἀλωπέκων . ὑποκρούσωσί σε : Ὑποβάλλωσί σε . λαμβάνωνταί σου . πολλῶν κρουμάτων : Καὶ μετὰ τούτου ἔπαιξε
καὶ τριῶν ἀλωπέκων . ὑποκρούσωσί σε : Ὑποβάλλωσί σε . λαμβάνωνταί σου . πολλῶν κρουμάτων : Καὶ μετὰ τούτου ἔπαιξε
4242578 σανισι
ἔλαττον δακτύλων δ τὸ πάχος ἐπικεχρισμένην ταῖς πλαγίαις τῆς χελώνης σανίσι τριχῶν αὐτῇ μιγεισῶν , ἵνα τηρήσωσιν ἀρραγάδωτον . Παρὰ
γιγγλυμωτὸν , ὕψος ποδῶν ιβ , καταπήγων ὀρθίων ἐνεστώτων καὶ σανίσι πλαγίαις προσηλωμένων : καὶ δέρρεις περικρεμάσθωσαν αὐτοῦ κατὰ μέτωπον
4235593 ἐμβαντες
ἐν Μυτιλήνῃ τῶν νεῶν , βοηθήσαντες ἑξήκοντα ναυσίν , αὐτοὶ ἐμβάντες εἰς τὰς ναῦς , καὶ ἄνδρες γενόμενοι ὁμολογουμένως ἄριστοι
Σιρῖτιν χώραν περδίκων ἀναπτάντων καὶ ποιησάντων ψόφον ἐκπλαγέντες ἔφυγον καὶ ἐμβάντες εἰς τὰς ναῦς ἀνέπλευσαν . ὅτι Σιμωνίδης δειπνῶν παρ
4234840 ἀπεφευγον
Διοσκούρους εἰς ἑστίασιν ἐκάλεσαν : οἱ δὲ τὰς κόρας ἀφαρπάσαντες ἀπέφευγον , οἱ δὲ ἐπεδίωκον , καὶ συνίσταται τοῖς Ἀφαρητιάδαις
: οἱ δὲ ᾗ μὲν ἐκθέοιεν ὑπεχώρουν , καὶ ῥᾳδίως ἀπέφευγον πελτασταὶ ὁπλίτας , ἔνθεν δὲ καὶ ἔνθεν ἠκόντιζον ,
4226043 καταφυγωσιν
ἔοικε πρὸς σωτηρίαν ἀγαθά . Ἐν Κουριάδι αἱ ἔλαφοι ὅταν καταφύγωσιν ἐς τὸ τοῦ Ἀπόλλωνος ἱερὸν τὸ ἐνταυθοῖ , ὑλακτοῦσι
μηδὲ πρὸς δηφένσορας προσδράμωσιν , μηδὲ ἐν αὐτῷ τῷ φοσσάτῳ καταφύγωσιν οἱ τρεπόμενοι , ἀλλὰ περιφρονοῦντες ἐν ἑτέρῳ τόπῳ προσδράμωσιν
4225070 διεκπλουν
. οὐ δώσειν . . . : οὐ παρέξειν αὐταῖς διέκπλουν ʃ ἑρμηνεία τοῦ διεκπλεῖν καὶ περιπλεῖν : τὸ μὲν
εὐθὺς ἔπλεον πρὸς τὸ ζεῦγμα τοῦ λιμένος καὶ τὸν παραλειφθέντα διέκπλουν , βουλόμενοι βιάσασθαι ἐς τὸ ἔξω . προεξαναγόμενοι δὲ
4216230 ἀνοιξαντων
Κόρινθον προδιδομένην νύκτωρ προῆλθε τῶν προδιδόντων τὰς κατὰ κορυφὴν πύλας ἀνοιξάντων . δεδιὼς τοὺς ἐν τῇ πόλει , μὴ μαθόντες
τῇ Ταυρικῇ διαλέκτῳ προσφωνῆσαι τοὺς φρουρούς . τῶν δὲ στρατιωτῶν ἀνοιξάντων προθύμως ὡς ἂν βασιλέως θυγατρί , φασὶ τοὺς Ἀργοναύτας
4211997 διφρους
οὖν φωτὶ τοῦτον τὸν τρόπον χρηστέον ἐστίν . Τοὺς δὲ δίφρους ὁμαλοὺς εἶναι τοῖς ὕψεσιν ὅτι μάλιστα , ὅπως κατ
ἐΰτριχας ὁπλίσαθ ' ἵππους . ἂν δ ' ἔβαν ἐς δίφρους , ἐν δὲ κλήρους ἐβάλοντο : πάλλ ' Ἀχιλεύς
4211894 ἐλθωσι
ἐπὶ τῆς ἐκκλησίας σὺν ἐκείνῳ , τέως ἂν οἱ πεμφθέντες ἔλθωσι , μένειν . ἔτυχε δὲ διεφθαρκὼς αὐτοῦ τῶν θεραπόντων
καὶ καλλίστας , εἶτα τὰς λοιπὰς ἐφεξῆς : ὅταν δὲ ἔλθωσι ἐπὶ τὰς φαυλοτάτας , κηρύττουσι πόσον τις θέλει προσλαβὼν
4207141 ζαβας
σφενδοβόλα καὶ μαρτζοβάρβουλα : τοὺς δὲ ἐπιλέκτους τῆς ἀκίας καὶ ζάβας , εἰ μὲν ἀπαντᾷ , ὅλους , ἐπεὶ κἂν
αὐτούς , ἵνα ἐν τῷ ὁπλισθῆναι αὐτοὺς καὶ φορεῖν τὰς ζάβας καὶ τὰ τοξάρια , ἐὰν ὡς εἰκὸς συμβῇ βροχὴν
4205240 ὀπισθοφυλακας
αὐτοὺς τεταγμένων , ἐπιθέμενοι τούτοις ἑξήκοντα ὄντες ἐτρέψαντο πάντας τοὺς ὀπισθοφύλακας : καὶ ἀπέκτειναν μὲν ὀλίγους αὐτῶν , τροπαῖον μέντοι
ἐκάθηντο καὶ οὐκ ἔφασαν πορεύεσθαι . ὁ δὲ Ξενοφῶν ἔχων ὀπισθοφύλακας ὡς ᾔσθετο , ἐδεῖτο αὐτῶν πάσῃ τέχνῃ καὶ μηχανῇ
4199989 καθελοντας
δὲ οὗτοι Μελέαγρος καὶ Πηλεύς , τούτους γὰρ δὴ τοὺς καθελόντας τὸν σῦν φησὶν ἡ γραφή , ὁ μὲν ἐπερείσας
ἐφ ' ᾧ τά τε μακρὰ τείχη καὶ τὸν Πειραιᾶ καθελόντας καὶ τὰς ναῦς πλὴν δώδεκα παραδόντας καὶ τοὺς φυγάδας
4195281 κατασχαζειν
, σφηνώσεως οὔσης , σικύας δεῖ προσβάλλειν τῷ ἰνίῳ καὶ κατασχάζειν τὸ δέρμα ἢ βδέλλας προσβάλλειν , κατὰ δὲ τὸν
μηδὲν τούτων σύνεστιν , ἀλλὰ φλεγμονὴ μόνη , τότε δεῖ κατασχάζειν καὶ τέμνειν : τὸ τηνικαῦτα γὰρ διὰ τῶν τομῶν
4194816 ἐφειλκυσαντο
ἕλκουσι διὰ ξηρότητα ; εἰ γὰρ καὶ τὸ ἐξ ἀρχῆς ἐφειλκύσαντο , πληρωθείσας γε εἰκὸς ἀνιέναι : εἰ δ '
τοῦ πυρὸς χρήσεως ἐπιπολαζούσης ἄνθρωποι χρονικῶς χαλκοῖς τισιν ὀργάνοις κατεσκευασμένοις ἐφειλκύσαντο τοὺς ἀπὸ τῶν μετεώρων φερομένους σπινθῆρας , κατὰ τὰς
4194809 ἡπατιτιν
λυπῆι : ἂν δέ τι περὶ τὴν κοιλίαν , τὴν ἡπατῖτιν καὶ τὴν σπληνῖτιν . τείνουσι δὲ καὶ ὑπὸ τοὺς
ἐπαίρει , ἵνα ποιήσῃ κιρσὸν , ἀλλ ' εἰς μόνην ἡπατῖτιν . καὶ ἡ ἐξήγησις εἰ καὶ ἀληθὴς , ἀλλ
4190681 ἐπιλαβωνται
ἣν οἱ παίζοντες ἀποτετακότες τὰς χεῖρας ἐπιμύουσιν , ἕως ἂν ἐπιλάβωνταί τινος . Μυκώνιος γείτων : αὕτη τάττεται κατὰ τῶν
ἣν οἱ παίζοντες ἀποτετακότες τὰς χεῖρας ἐπιμύουσιν , ἕως ἂν ἐπιλάβωνταί τινος . Μυκώνιος γείτων : αὕτη τάττεται κατὰ τῶν
4185796 διελομενοι
τῆς Σκυθῶν ἐξορμώμενοι καὶ τὸ προλεχθὲν πεδίον καθ ' ἑαυτοὺς διελόμενοι πολλὴν δαψίλειαν καὶ αὐτοὶ τῇ πόλει παρέχονται ταῖς τε
ἐπὶ Ἐπίδαυρον , ἕως οἱ Λακεδαιμόνιοι Κάρνεια ἦγον , καὶ διελόμενοι τὴν πόλιν περιετείχιζον . καὶ οἱ μὲν ἄλλοι ἐξεπαύσαντο
4181327 τρεπονται
χρώμενοι τῷ ποτῷ καὶ μεθυσθέντες εἰς ὕπνον ἢ μανιώδεις διαθέσεις τρέπονται . διὸ καὶ πολλοὶ τῶν Ἰταλικῶν ἐμπόρων διὰ τὴν
ἄλλον βούλονται : ἐν δισώμοις οἱ γενόμενοι γάμοι εἰς μοιχείαν τρέπονται καὶ πολλαὶ μάχαι καὶ ὀδύναι γίνονται εἰς τοὺς τοιούτους
4175992 ἀθροοι
διασπείρει τῶν τῷ θεῷ τεθυμένων , ὀρφῴ τε οἱ ἰχθύες ἀθρόοι προσνέουσι , καὶ τῶν κρεῶν ἐσθίουσιν οἷα δήπου καλούμενοι
ἡ γὰρ ὀψιότης ἐποίησεν ἀθροισμόν , ὅθεν αἵ τε βλαστήσεις ἀθρόοι καὶ μετὰ φορᾶς γίνονται νεανικῆς ὥστε καὶ ψόφον ποιεῖν
4170509 ξυναγειν
τελευτῆς , φρῖκαί τε αὐτῇ ἔστιν ὅτε ἐνέπιπτον , ὥστε ξυνάγειν τὸ σῶμα , καὶ ξυγκαλύπτεσθαι , καὶ πνευστιᾷν :
: κᾆτ ' ἀπὸ τούτων πάντων τὸ κάταγμα λαβόντας δεῦρο ξυνάγειν καὶ ξυναθροίζειν εἰς ἕν , κἄπειτα ποῆσαι τολύπην μεγάλην
4169088 κατορθουντες
σποράδες ἐν ταῖς φυγαῖς ὑποπίπτοντες τοῖς πολεμίοις , πλέονά τε κατορθοῦντες βλάπτωσι κατὰ τάξεις καὶ λόχους ἰσχυρότεροι τοῖς φεύγουσιν ἐπιφαινόμενοι
ἀκουσίων ἐπαιδεύθησαν καὶ εὔφημον στόμα ἀντὶ κακηγόρου γλώττης ἔλαχον , κατορθοῦντες μὲν ἐπαινετοί , σφαλλόμενοι δὲ μὴ κατὰ γνώμην οὐ
4168083 προσαμβασεις
] εἰς τὰς ἀναβάθρας [ ] . ἰστέον ὅτι τὸ προσαμβάσεις ἓν μέρος λόγου ἐστίν , οὐχ ὡς οἴονταί τινες
δρῶμεν ; ἀμφίβληστρα γὰρ τοίχων ὁρᾶις ὑψηλά : πότερα κλιμάκων προσαμβάσεις ἐμβησόμεσθα ; πῶς ἂν οὖν λάθοιμεν ἄν ; ἢ
4156624 αὐχενας
, δήσαντες δὲ τοὺς μὲν πόδας πρὸς ἀλλήλους τοὺς δὲ αὐχένας πρὸς κίονα εὖ πεπηγότα , δαμάζουσι λιμῷ : ἔπειτα
συντελεῖται δὲ οὕτως : ἡ μεσότης τοῦ ἐπιδέσμου κατ ' αὐχένας , αἱ δ ' ἀρχαὶ λοξαὶ κατὰ στέρνον εἰς
4144642 εὐτονους
ἄλλως τὴν κάθαρσιν γενέσθαι καὶ πνιγώδη . Τοὺς μέλλοντας ἐλλεβορίζεσθαι εὐτόνους κατὰ σῶμα καὶ εὐψύχους δεῖ κατεσκευάσθαι , τοῖς ὑγροῖς
ἑξαγώνους πλευράς , καὶ μάλιστα ὅταν μόναι χρηματίζωσιν , ὡς εὐτόνους καὶ εὐεργετικάς . ἐπὶ μέντοι τῶν νηπίων γενέσεων χρὴ
4136254 παυσωνται
κόσμου πολιτείας τὴν ἐπάρατον ἀσέβειαν , ἵν ' ἤδη ποτὲ παύσωνται τὴν κακίας πόλιν καὶ τὸν ἀθεότητος πύργον οἰκοδομοῦντες μισάρετοι
τότε μεταμέλει ὧν ἂν εὖ ποιήσωσιν , ἐπειδὰν τῆς ἐπιθυμίας παύσωνται : τοῖς δὲ οὐκ ἔστι χρόνος ἐν ᾧ μεταγνῶναι
4132945 ἐγχειρουσιν
φύσεως αἱρεῖσθαι τολμῶσι μερῶν , χλευάζειν δέ , ὅτι ἀδυνάτοις ἐγχειροῦσιν ὡς δυνατοῖς , νομίζοντες ὡς ζῷον καὶ ὕδωρ κεντεῖσθαι
τε τὰς τῶν ἐχθρῶν αἰφνιδίους ἐπιθέσεις . Τότε γὰρ μάλιστα ἐγχειροῦσιν , ὅταν καὶ ἀμερίμνως ὁδεύωσιν οἱ τοῦ στρατοῦ ,
4131104 κολοιους
εἶναι πρὸς αὐτοὺς πορευθῆναι : ἡττηθέντα δὲ πάλιν εἰς τοὺς κολοιοὺς ὑποστρέψαι : τοὺς δ ' ἀγανακτήσαντας παίειν αὐτὸν λέγοντας
πάνυ ἄμουσον καὶ ἀσθενές , ὡς τοὺς κόρακας ἢ τοὺς κολοιοὺς Σειρῆνας εἶναι πρὸς αὐτούς , ᾀδόντων δὲ ἡδὺ καὶ

Back