ἔστιν , ὃ μὴ ἄνωθεν καταβέβηκε καὶ πάλιν ἀνέρχεται ἵνα καταβῇ . Πῶς πάλιν λέγεις τοῦτο , ὦ τεκοῦσα , | ||
καὶ πῶς ἂν διαγνοίη τις , ὅταν εἰς τὸν ἀναγκαῖον καταβῇ χαρακτῆρα ὁ Δημοσθένης , πῇ κρείττων ἐστὶ Λυσίου καὶ |
τῆς κεφαλῆς τοῖσιν ὀφθαλμοῖσιν . Ἐπὴν δ ' ἐς τὸν κίθαρον ῥυῇ ὑπὸ ψύχους , χολὴ γίνεται , μᾶλλον δὲ | ||
διὰ τοῦ ἐπιπλόου , καὶ τὴν ἀποτελεύτησιν ἴσχει ἐς τὸν κίθαρον : ἀποπέφυκε δὲ κατὰ τὰς φρένας , καὶ ξυμβάλλει |
χειρί , ἄνοιγε τὸ μεμυκὸς αὐτοῦ στόμα , ἕως οὗ ἐμέσῃ : καὶ μετὰ τὸν τοῦ γλυκέος οἴνου ἔμετον πότισον | ||
δ ' ὅτε καὶ ἐμέει χολὴν ὠχρὴν , καὶ ὁκόταν ἐμέσῃ , ἐπ ' ὀλίγον δοκέει ῥᾴων εἶναι : ἢν |
, ὦ Ἡράκλεις , ἀποροῦντα ποίαν ὁδὸν ἐπὶ τὸν βίον τράπῃ . ἐὰν οὖν ἐμὲ φίλην ποιησάμενος , [ ἐπὶ | ||
πεφυζώς : ὅτε τὸ δῆγμα τῆς θηλείας φεύγων εἰς φυγὴν τράπῃ ἐν τῇ συνουσίᾳ : τότε γὰρ ἀναιρεῖ τὸν ἔχιν |
εἴϲω διαφέρει . ἢν ὦν πρὸϲ ἅπαντα μὲν ὄκνοϲ καταπόϲιοϲ ἔλθῃ , θᾶϲϲον ἐκθανεῖν ἀνάγκη νόϲῳ τε καὶ λιμῷ . | ||
πρὸς τῶν θεῶν , τοὺς βόακας , ἄν ποτ ' ἔλθῃ , λαυκομαινίδας καλεῖν . μεμαγμένην μικρὰν μελαγχρῆ μᾶζαν ἠχυρωμένην |
προϲεμπλάϲϲοντα , καὶ γάλακτι ἐγκλύζειν τὸν ὀφθαλμόν . ἐὰν δὲ νέμηται τὰ ἕλκη , φακῷ καταπλάϲϲειν μετὰ μέλιτοϲ ἢ μήλων | ||
μέχρις ἂν ὅλον τὸ σαρκῶδες σήψῃ , ἐπὴν δὲ ἐπίπαν νέμηται , ἀναλοῦται ἡ τροφὴ τῇ σηπεδόνι : οὕτω δὴ |
στοιχεῖν , ἀλλ ' ἐν τῷ μεταξὺ αὐτῶν κεῖσθαι εἰς τοὔμπροσθεν , ὡς αὔτως δὲ καὶ τῶν βγ τὸ ι | ||
εἰς τοὐπίσω μόνον ἀφαλλόμενον , ἔστιν ὅτε δὲ καὶ εἰς τοὔμπροσθεν , ἀναφέροντα τῶν σκελῶν ἑκάτερον ἐν μέρει . καὶ |
ἀφιέντες , ὅταν ἀπαιωρήσωσιν ἄχθος , ἵνα θᾶττον τῷ βάρει καταφέρηται : οἱ δ ' ἐπ ' ἐρημίαν κομίζουσιν ἐκθήσοντες | ||
καὶ εἱλιγμένον ἔντερον , ἵνα μὴ ἡ λαμβανομένη τροφὴ ῥαιδίως καταφέρηται , ἀλλὰ ὑπομένῃ ποσοὺς χρόνους . * ὡς γὰρ |
δὲ ἐν κύστει ὄντα , σημειοῦνται μὲν ἀκριβέστατα οἱ δάκτυλοι καθιέμενοι εἰς τὸ ἀπευθυσμένον ἐπὶ τῆς ἕδρας , ὥς τε | ||
: ἔστι δὲ ὅτε καὶ κατὰ κοιλίαν τοιαῦτα ἀποκρίνεται : καθιέμενοι δὲ εἰς θερμὸν ὕδωρ , ἀπονώτεροι δοκοῦσι γίνεσθαι : |
Ἀνθρώπου ψυχὴ φύεται μὲν ἀεὶ μέχρι θανάτου : ἢν δὲ ἐκπυρωθῇ ἅμα τῇ νούσῳ καὶ ἡ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα | ||
' ὀστράκων καινῶν θέντες πῦρ δαψιλῶς περικαίουσιν , ἕως ἂν ἐκπυρωθῇ κατὰ βάθους , ἄλλοι δ ' εἰς ἄνθρακας πεπυρωμένους |
. . φιλεῖ ] εἴωθεν ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος . . εὐροῇ ] εἰς ἕτερον . . τὸν αὐτὸν ] τὸν | ||
μετὰ ταῦτα : ὅταν δὲ ὁ δαίμων καὶ ἡ τύχη εὐροῇ καὶ καλῶς καὶ εὐτυχῶς ῥέῃ καὶ ἐπέρχηται , ἔθος |
ἀνδρὶ μαχεσσάμενον τόν γ ' ἐλθεῖν , ἀλλὰ χορὸν δὲ ἔρχεσθ ' , ἠὲ χοροῖο νέον λήγοντα καθίζειν . Ὣς | ||
' εἴρηαι ἐπελθὼν Λαέρτην ἥρωα , τὸν οὐκέτι φασὶ πόλινδε ἔρχεσθ ' , ἀλλ ' ἀπάνευθεν ἐπ ' ἀγροῦ πήματα |
μέτρον ἁμαξοτροχιῇσι . * ἐνδυκές : διόλου τὸ δὲ ἐνδυκὲς αὔει : ἀντὶ τοῦ συνεχῶς καὶ ἐπιμελῶς κοιμᾶται ἢ διάγει | ||
αὖτις ἐνίψω , ὅς τε κατ ' ἀμβαθμοὺς πετρώδεας ἐνδυκὲς αὔει , τρηχὺν ὑπάρπεζον θαλάμην ὀλιγήρεα τεύχων ἔνθ ' εἰλυθμὸν |
γὰρ δύνηται τοῦτον ποιεῖσθαι τὸν ἀναπλασμὸν ψυχή , τουτέστιν ὅταν πεφύκῃ , διάνοια καλεῖται , ὅταν δὲ ἐνεργητικῶς ἤδη ποιῇ | ||
οὐδὲ γυναικῶν βαθυκόλπων καλὸν τὸ πρόσωπον , ἐὰν μὴ κόσμιον πεφύκῃ . ἡ γὰρ αἰδὼς ἄνθος ἐπισπείρει . καὶ ὁ |
μὴ σὺ μὲν ἀντιβίην κείνου , τέκος , εἰς ἔριν ἔλθῃς , ἀλλ ' ἑτέρους ὄτρυνε μετὰ σφίσι νείκεα βάλλειν | ||
πολλὰ δὴ πρῴ . . μή μοι τότε γ ' ἔλθῃς : Παροιμία ἐπὶ τῶν μὴ συνερχομένων τοῖς φίλοις ἐν |
ἧσσον : ὁκόσῳ δ ' ἂν ὁ χρόνος τῇ νούσῳ προΐῃ , ὅ τε πόνος πλείων ἐν τῷ σώματι , | ||
κατ ' ἀρχάς : ὁκόσῳ δ ' ἂν πλείων χρόνος προΐῃ καὶ ἀπομηκύνηται , ἥ τε ὀδύνη ὀξυτέρη καὶ κατέρχεται |
ἐπὶ τῆς ἐκκλησίας σὺν ἐκείνῳ , τέως ἂν οἱ πεμφθέντες ἔλθωσι , μένειν . ἔτυχε δὲ διεφθαρκὼς αὐτοῦ τῶν θεραπόντων | ||
καὶ καλλίστας , εἶτα τὰς λοιπὰς ἐφεξῆς : ὅταν δὲ ἔλθωσι ἐπὶ τὰς φαυλοτάτας , κηρύττουσι πόσον τις θέλει προσλαβὼν |
ψυχογονικὸν γενέσθαι , εἰ τὴν τρίτην διάστασιν τῷ Ϛʹ μηκυνθεὶς αὐξηθείη , προαπεδείχθη . ὅτι ποιότης μὲν καὶ χροιὰ καὶ | ||
νοσήμασιν : ἔτι δὲ μᾶλλον , εἰ ἐπὶ πλεῖστον μὲν αὐξηθείη τὸ ὑγρόν , ἐπ ' ὀλίγον δὲ τὸ θερμόν |
: νῦν τῇ παραστάδι . ἀλλ ' ὁ μὲν ἐς χαλκεῶνα : τῶν Αἰόλου νήσων ἐστὶν ἡ Ἱέρα καλουμένη , | ||
. χάρμη ἡ μάχη . χαλεπήνῃ ἐς χαλεπότητα ἀγάγῃ . χαλκεῶνα τὸ χαλκεῖον . χανδόν πολύ , παρὰ τὸ κεχηνότα |
δυοῖν δεούσῃσιν . Ἢν δέ τις ἀνακῶς θεραπεύῃ καὶ μὴ καταστῇ ἐν τουτέῳ τῷ χρόνῳ τὰ ἐν τῇσι κεφαλῇσι μεγάλα | ||
εἰς διοίκησιν , οὐδὲν ἐξαμαρτάνει , ὅταν δὲ εἰς ἀπορίαν καταστῇ , ἀναγκάζεται εἰσαγγελίας δέχεσθαι καὶ δημεύειν τὰ τῶν πολιτῶν |
' οὗ ἠπάτηται ] : ἐπεὶ καί , ὅταν ἐκεῖνο ἥκῃ , ἀφίσταται ἀφ ' οὗ ἠπάτηται . Καὶ ἡ | ||
Ἐπειδὴ τὰ τῆς αὐτῆς οὐσίας τυγχάνοντα σώματα διαφανῆ καθόσον ἂν ἥκῃ λεπτότητος , διαφανέστερα γίνεται , εἰκότως ἂν ἀφαιραῖτο ὧδε |
, ἵν ' ἐπειδὰν εἰς φῶς προέλθῃ , τὴν περιττεύουσαν ἐκκρίνῃ . τό τε γὰρ μηκώνιον καλούμενον περίττωμα [ ὂν | ||
μὴ μόνον ἐρυθρὸς ᾖ , ἀλλὰ καὶ ὅταν πολὺ δάκρυον ἐκκρίνῃ . ξηροφθαλμία δέ ἐστιν , ὅταν οἱ κανθοὶ ἑλκώδεις |
, εὖτ ' ἐσίδοντο ἀνέρα λευγαλέῃσιν ἐπιστενάχοντ ' ὀδύνῃσι κεκλιμένον στυφελοῖο κατ ' οὔδεος . Ἀμφὶ δ ' ἄρ ' | ||
βήσσῃς Σιθονίῳ κούρῳ πέρι μυρίον αἰάζουσιν . καί ῥα κατὰ στυφελοῖο σαρωνίδος αὐτίκα μίτρην ἁψαμένη δειρὴν ἐνεθήκατο : ταὶ δ |
. Τὰ ἐν κεφαλαλγίῃσιν ἰώδεα ἐμέσματα , μετὰ κωφώσιος , ἀγρύπνῳ , ταχὺ ἐκμαίνει . Τὰ ἐν ὀξέσι κατὰ φάρυγγα | ||
, κίνδυνος καὶ σπασθῆναί τινα καὶ πυρέξαι πυρετῷ χολώδει καὶ ἀγρύπνῳ καὶ παρακρουστικῷ . ἐπιφλεγμῆναι δὲ καὶ ἄρθροις ἐμβεβλημένοις συμφέρει |
Φιλώνδας , ᾧ συνέστησεν τὸν πατέρα τὸν ἐμόν , ἐπειδὰν ἀφίκηται ἄγων τὰ ξύλα , τὸ ναῦλον παρασχεῖν , εἰς | ||
ἄκρας ἐπιφανείας ἀνακάμπτει πάλιν , ἄχρις ἂν ἐπὶ τὸν αὐτὸν ἀφίκηται τόπον , ἀφ ' οὗ τὸ πρῶτον ὡρμήθη : |
δέομαι δεόμενος καὶ κατὰ συναίρεσιν ἀναδούμενος . . . . ἀναρροιβδεῖ : ἀντὶ τοῦ ἀναρροφεῖ εἰς τὸ ψιλὸν † δ | ||
τε νῆσαι λινογενεῖς τ ' ἐπενδύτας ὄχημά μοι ἐπᾶραν ἡσύχως ἀναρροιβδεῖ πάλιν λαμπήνη . . . [ ] ε ? |
βάθει τῶν μέσων . εἰκὸς οὖν ἐπὶ τοῦτο τὸ μέρος συντρεχούσης τῆς ὕλης ἐκ παντὸς μέρους τοῦ σώματος ἀποσυλᾶσθαι καὶ | ||
πολλάκις δ ' ἐν σκοτεινῷ νέφει κρυπτόμενος , ἀδοξίας τινὸς συντρεχούσης καὶ ψόγου παρὰ τῶν πολλῶν ἀνθρώπων , οὓς ἐκεῖνος |
οἴνου τοῦ καλλίστου , ἡ δὲ τούτου τοῦ ὕδατος , ἀπορήσαις ἂν πότερον λάβοις . ἔτι δὲ τὰ μὲν ἄλλα | ||
λουτρὰ πλησίον , στοαὶ διὰ πάσης , ἱερὰ πανταχοῦ . ἀπορήσαις ἂν ὅ τι καὶ πρῶτον θαυμάσειας . ὥσπερ γὰρ |
οὖν πολλοί , κἂν αὐτὸ μόνον αὔρα βραχεῖά τινος εὐτυχίας προσπέσῃ , φυσῶσι καὶ πνέουσι μεγάλα καὶ καταλαζονευόμενοι τῶν ἀφανεστέρων | ||
θ ' ὑμῖν , ἵνα σκοπῆτε καὶ τηρῆτε μὴ καὶ προσπέσῃ ὑμῖν ἀφράκτοις πρᾶγμα δεινὸν καὶ μέγα . Τί δ |
. Περὶ ϲπονδύλων . ριηʹ . Περὶ τῆϲ κατ ' ἰϲχίον διαρθρώϲεωϲ . ριθʹ . Περὶ τῆϲ κατὰ τὸ γόνυ | ||
ἐξελθὼν δὲ οἰνελαίῳ λιπαρῷ περιαντληθεὶϲ καὶ περιμαξάμενοϲ , ϲκέπε τὸ ἰϲχίον ἐρίοιϲ καθαροῖϲ . ϲιναπιϲμοῦ μὲν ὁ τρόποϲ , τὰϲ |
κεκαυμένα ἢ σηπίας ὄστρακα μέλιτος ἐπισταζομένου βραχέος . Ὅπως δὲ πνέῃ τὸ σῶμα ἡδύ , τῇ ἁφῇ καταμίσγειν κόμην κυπαρίσσου | ||
δὲ εἴσω εἰς Φᾶσιν , καὶ λέγεται , ὅταν βορρᾶς πνέῃ , ὡς καλοὶ πλοῖ εἰσιν εἰς τὴν Ἑλλάδα . |
αὐτέου τὴν κοιλίην καὶ ὑποχωρήσει σφόδρα : οὕτω γὰρ μάλιστα ὑγιέα ποιήσεις . Ἢν δέ σοι δοκέῃ , καὶ κλύζειν | ||
ὀλίγης ἂν ἰήσιος δέοιτο . Τοῦτο οὕτως ἰώμενος τάχιστα ἂν ὑγιέα ποιήσαις . Ἢν δὲ τύχῃ παλαιότερον ἐὸν τὸ φλέγμα |
, ἢ διαμοτούσθω τὸ βάθος , ἵνα τῇ πυοποιῷ ἀγωγῇ θεραπευθῇ . ἐπὶ δὲ τῶν μυξωτήρων πώρων , μικρῶν μὲν | ||
στόμα ἔρχεται ἔξω ἐκτραπέν . Καὶ ἢν μὲν ἐν τάχει θεραπευθῇ , ὑγιὴς γίνεται : ἄφορος δὲ πάντως καταλιμπάνεται : |
ὦ πονηρέ μ ' ἐξορίζεις ὡσπερεὶ κλιντήριον ; Ἐς τὴν Πάρνηθ ' ὀργισθεῖσαι φροῦδαι κατὰ τὸν Λυκάβηττον . Κείσεσθον , | ||
οὐκ ἐῶν κακὸν τὸν οὐχὶ τοιοῦτον δοκεῖν . ἐς τὴν Πάρνηθ ' ὀργισθεῖσαι φροῦδαι κατὰ τὸν Λυκαβηττόν μηδὲ στέψω κοτυλίσκον |
κραδίη πόρφυρε κιόντι . αὐτὰρ ἐπεί ῥ ' ἐπὶ νῆα κατήλθομεν ἠδὲ θάλασσαν , δόρπον θ ' ὁπλισάμεσθ ' ἐπί | ||
καὶ δημοσίᾳ παθόντες ὑπ ' αὐτοῦ εἰς τὴν ἡμετέραν αὐτῶν κατήλθομεν . ἐπειδὴ οὖν οὗτοι ταῖς αὐταῖς τύχαις ἐχρήσαντο καὶ |
ἐστιν ἀνατολή , ὅταν ἔξω τῶν αὐγῶν τοῦ ἡλίου πρῶτον ἱστῆταί τι ἄστρον καὶ πρὸ αὐτοῦ ἀνατέλλον ὀφθῇ : ἑῴα | ||
ἐστιν ἀνατολή , ὅταν ἔξω τῶν αὐγῶν τοῦ ἡλίου πρῶτον ἱστῆταί τι ἄστρον καὶ πρὸ αὐτοῦ ἀνατέλλον ὀφθῇ : ἑῴα |
ἐμβάλλειν ἔδει . Τὰ μὲν οὖν κατὰ τὰ ἄρθρα ὀστέα ἐξίσχοντα ἐμβαλλόμενα οὕτω κινδυνώδεά ἐστιν , ὡς εἴρηται . Ὅσα | ||
δὲ ἀνθρώπων τὰ διὰ τοῦ στόματος ἐς τὸ ἐκτὸς ἐλέφασιν ἐξίσχοντα ὀδόντας τῶν θηρίων εἶναι καὶ οὐ κέρατα ἥγηνται , |
στόμα μὴ πονέῃ , ἐς δὲ τὴν νειαίρην γαστέρα στρόφος ἐμπίπτῃ , φάρμακον πῖσαι κάτω , καὶ μεταπῖσαι γάλα ὄνου | ||
ἀτελῆ καὶ εἰς τέλειον ἐμπίπτει στοχασμόν : καὶ ὅπου ἂν ἐμπίπτῃ , διὰ τῶν περιστατικῶν κατασκευάζεται : ὅτε τοίνυν ἔχομεν |
: βιαζόμενον , καταπονούμενον . κατεπειγόμενον , σπουδάζοντα . ποτὶ βυσσόν : πρὸς τὸν βυθόν . ὑποβρυχίοισι : βυθίοις , | ||
Ἰκάρῳ . κνῆ τυρὸν κνήστι . ἔκοπτε τυρὸν κοπίδι . βυσσόν . πυθμένα . ἐξ ὑπογύου . παρ ' αὐτά |
τῆϲ ἐν τῷ κοίλῳ φλεβόϲ , τοῦ μὴ κατ ' ἴξιν [ τῇϲι ἑτέρῃϲι πλευρῇϲι ] : κρέϲϲον γὰρ ἀπωτάτω | ||
ἀνάγκην , πλευροῦ ὀδύνη ἀριστεροῦ , καὶ οὖς κατ ' ἴξιν ὀδυνῶδες πάνυ , καὶ κεφαλὴ οὐ τοσούτῳ . Πτύων |
φωτὶ Σεληναίῳ κρατέῃ σκολιωπὰ περῶσα , τῇ δ ' Ἄρης ἰσόμοιρα δι ' αἰθέρος ἀκροπολεύῃ , τηνίκα τοι θεόληπτος ὁ | ||
, τὰ δὲ βαρύτερα ἐπὶ τὴν γῆν , τὰ δὲ ἰσόμοιρα τῆι κράσει πᾶσι τοῖς θώραξι πεφωνηκέναι [ ? ] |
πεπτηῶτα ἀκμαίου καρποῖο κιβώρια δαινυμένοισιν ἐς χέρας ἠιθέοισι πάλαι ποθέουσιν ὀρέξῃς . ῥίζας δ ' ἐν θοίνῃσιν ἀφεψήσας προτίθημι . | ||
πεπτηῶτα ἀκμαίου καρποῖο κιβώρια δαινυμένοισιν εἰς χέρας ἠιθέοισι πάλαι ποθέουσιν ὀρέξῃς . ῥίζας δ ' ἐν θοίνῃσιν ἀφεψήσας προτίθημι . |
ἀπὸ τῶν λαφύρων χαλκὸν διανεῖμαι τὸν ἄριστον αὑτῷ ἐξείλετο . κρίβανον οἱ Ἀττικοὶ λέγουσιν οἷον κριθῶν βαῦνον , τουτέστι κάμινον | ||
τις φοβηθῇ , οἷον τὸν ἱμάντα ὡς ὄφιν ἢ τὸν κρίβανον ὡς χάσμα τῆς γῆς , ἅπερ καὶ αὐτὰ κωμῳδικώτερά |
αὑτοῦ ἕνεκα ποιεῖν . ἐπεὶ τί ἐκδέχῃ ; ἵνα τις ἀποστῇ αὑτοῦ καὶ τοῦ ἰδίου συμφέροντος ; καὶ πῶς ἔτι | ||
] ὑποχωρήσει . χωρήσεται ] ἐκστῇ . χωρήσεται ] + ἀποστῇ ἐάσας αὐτάς . χωρήσεται ] ἀπαγήσεται . Ξ ἀλλ |
εἰσὶ θέσει ἰχθύες καὶ πέτονται ἔξω τῆς θαλάσσης , ὅταν φοβηθῶσιν ἰσχυροτέρους ἰχθῦς . βυθίη : ἡ ἐν τῷ βυθῷ | ||
πάλιν μάχεσθαι τοῖς αὐτοῖς ; οὓς δ ' ἂν σφόδρα φοβηθῶσιν ἄνθρωποι , τούτοις οὐδὲ παραμυθουμένοις ἔτι ἀντιβλέπειν δύνανται ; |
τῇ ἐκείνου ἀπέγραψα , ἐπιδείξω ὑμῖν . τὸν μὲν γὰρ Κέρδωνα ἐκ μικροῦ παιδαρίου ἐξεθρέψατο : καὶ ὡς ἦν Ἀρεθουσίου | ||
, ὅταν μὲν ἔλθῃς εἰς τοιοῦτον συρφετόν , Δρόμωνα καὶ Κέρδωνα καὶ Σωτηρίδην , μισθὸν διδόντας ὅσον ἂν αἰτήσῃς ἁπλῶς |
τῶν πυρετῶν τρομώδεις εἶεν , ἀλειφέσθωσάν τε καὶ εἰς ὑδρέλαιον ἐμβιβαζέσθωσαν μυρακόποις τε κεχρήσθωσαν καὶ δρωπακιζέσθωσαν τόν τε νῶτον καὶ | ||
ὑδρέλαιον καθιέμενοι , εἰ ἀσθενεῖς εἶεν , διὰ τῆς ἐνδρομίδος ἐμβιβαζέσθωσαν . ἀναμικτέον δὲ τὸ ἔλαιον ἀκριβῶς τῷ ὕδατι : |
τὸ ἓν δή , εἴπερ ἕστηκέ τε καὶ κινεῖται , μεταβάλλοι ἂν ἐφ ' ἑκάτεραμόνως γὰρ ἂν οὕτως ἀμφότερα ποιοῖμεταβάλλον | ||
γένεσιν , τὸ δὲ ἀδύνατον οὐδέποτε ἂν εἰς τὸ δυνατὸν μεταβάλλοι . δεήσει οὖν τῇ μὲν ἀναγκαῖον εἶναι ὕπαρξιν ἀίδιον |
προτάξομεν : ὅτεῳ μὲν οὖν ἂν τετελειωμένῳ ἤδη ἐκπεσὸν μὴ ἐμπέσῃ , ὁδοιπορεῖν μὲν δύνανται , ὅταν χρόνος ἐγγένηται καὶ | ||
τῆς φλεγμονῆς τῶν νεύρων . Καὶ γὰρ ἢν ἐκπεσόντα αὐτίκα ἐμπέσῃ , ὅμως φιλέει τὰ νεῦρα ξύντασιν ποιέεσθαι , καὶ |
, τοῦτο ψηφίσασθαι . Πρῶτον μὲν οὖν , ᾧ τρόπῳ κηδεσταὶ ὑμῖν ἐγένοντο , διδάξω ὑμᾶς . στρατηγῶν γὰρ Κόνων | ||
αὐτῷ στερκτέα καὶ ἐκείνῳ οὐκ ἀμελητέα , εἰ μὲν ἀξιωθησόμεθα κηδεσταὶ ὑμῶν γενέσθαι , ὅτι σοὶ μὲν υἱός ἐστιν , |
τοῦ σφάξαι : αὖ ἔρυσαν μὲν πρῶτα καὶ ἔσφαξαν καὶ ἔδειραν . στύραξ θηλυκῶς μὲν θυμίαμα , ἀρσενικῶς δὲ τὸ | ||
τὸ προηγούμενον . αὖ ἔρυσαν μὲν πρῶτα καὶ ἔσφαξαν καὶ ἔδειραν : ἡ διπλῆ ὅτι τὸ αὖ ἔρυσαν ἀντὶ τοῦ |
: ἀντὶ τοῦ μέγα : γειτνιάζον ἐγγίζον : κἄπειτ ' ἀνοιδῆσάν τε : τὸ κῦμα εἰς ὕψος ἠρμένον . ἰσθμὸν | ||
ἔκρυπτε δ ' Ἰσθμὸν καὶ πέτραν Ἀσκληπιοῦ . κἄπειτ ' ἀνοιδῆσάν τε καὶ πέριξ ἀφρὸν πολὺν καχλάζον ποντίωι φυσήματι χωρεῖ |
πυκνὴ γὰρ καὶ μαλακή . καὶ ὅταν μὲν ἐγρηγόρῃ , καταμύει τὰ βλέφαρα , ὅταν δὲ καθεύδῃ , τὰ μὲν | ||
τὴν τῶν ὡρῶν διαφορὰν αἱ ῥῖνες αὐτὸν διδάσκουσιν . οὐ καταμύει δὲ κοιμώμενος : ἥττω γὰρ τὰ βλέφαρα πρὸς τοὺς |
φίλα γήραος ἄχρις καὶ πόσις ἧι ἀλόχωι , μηδ ' ἐμπέσηι ἄνδιχα νεῖκος ; Μὴ δέ τις ἀμνήστευτα βίηι κούρηισι | ||
: συγγνώμης δ ' ἄξιον , ὅταν εἰς ἐκεῖνά τις ἐμπέσηι ποτὲ τὰ μέτρα , ἅπερ ἔχει ὁμοιότητα πρὸς τὸ |
τῷ γρυμαιοπώλῃ με περιμένειν : καίτοι προηγόρευτο αὐτῷ ἐπὶ τὰ γέλγη ἀπαντᾶν . Ἀλλ ' εἰς καιρὸν οὑτοσὶ αὐτὸς ἐμπολήσας | ||
τὸν λιβανωτόν , κεὐθὺ τῶν ἀρωμάτων , καὶ περὶ τὰ γέλγη . εἴη δ ' ἂν καὶ μαγειρεῖα τῶν πόλεως |
τὸ ἐντὸς κακοὶ κατὰ δὲ τὸ ἐκτὸς ἀγαθοὶ τοιοῦτοι : κεραυνοῦσθαι δοκεῖν πένητα ὄντα ἢ στρατεύεσθαι δοῦλον ὄντα ἢ * | ||
καὶ ἐπιφανῶς ἔσονται ἐλεύθεροι . Ζῶντα κατακαίεσθαι τὰ αὐτὰ τῷ κεραυνοῦσθαι σημαίνει . περὶ ὧν ἔμπροσθεν εἴρηται . ἰδίως δὲ |
αὐτὸν ἐσθίοντας . εἰδέναι δὲ ὑμᾶς δεῖ ὅτι τὰ μὴ πυρωθέντα ἢ τριφθέντα σιτία φύσας καὶ βάρη καὶ στρόφους καὶ | ||
τίς ὧδε παιδνὸς ἢ φρενῶν κεκομμένος , φλογὸς παραγγέλμασιν νέοις πυρωθέντα καρδίαν ἔπειτ ' ἀλλαγᾷ λόγου καμεῖν ; γυναικὸς αἰχμᾷ |
καὶ χρονίσῃ , μέχρις ὅτου ἐκλυθῇ καὶ διαπέψῃ ἑψητοῖσι ] πέψῃ ἐν τοῖς χλιαροῖς ἑψητοῖσι ] θερμοῖς ἀλθήσῃ ὑδάτεσσιν ] | ||
] ? ἐν οἰκείωι τόπωι [ ] δεῖ , ἵνα πέψῃ ? , καὶ [ ὃν ] τρόπον τὸ ἐξαιματούμενον |
μέλανα ἔμετον δηλοῦσιν . Τοῖσι ποικίλως διανοσέουσι καὶ παρακρούουσι , πυκινὰ κωματώδεσι , προσδέχεσθαι λέγε μέλανα ἔμετον . Τὰ παροξυνόμενα | ||
ἀπὸ τοῦ ἀγρώσσω ῥήματος πέπτωκεν . Ὅμηρος : ἰχθῦς ἀγρώσσων πυκινὰ πτερὰ δεύεται ἅλμῃ . ἀχαιϊνέην : Ἀχαία ἐστὶ τῆς |
ἵνα ποιήσωσι τὸν ιβʹ καὶ τὸν ιεʹ , καὶ μέσοι πέσωσι κατ ' ἴσας ὑπεροχὰς ὅ τε ιγʹ καὶ ὁ | ||
ξενιτείας τε ἐπισφαλεῖς ἢ ἀπράκτους . ἐὰν δέ πως κακῶς πέσωσι , καὶ ναυάγια καὶ καθαιρέσεις πάθη τε καὶ σίνη |
ἐξ ἀρχῆϲ ἢ ὠοῦ τῷ λευκῷ : καὶ κατ ' ἀρχὰϲ μὲν παραιτητέον τὰϲ πυρίαϲ καὶ τὰ θερμὰ καταπλάϲματα . | ||
καὶ μέλιτοϲ ἑφθοῦ : ἐμβρέχειν δὲ τὴν κεφαλὴν κατ ' ἀρχὰϲ μὲν ἕρπυλλον ἐναφέψοντεϲ ϲὺν ὄξει καὶ ἐλαίῳ : ἐν |
διὰ τῶν καθαρτηρίων κενοῦνταϲ θεραπεύειν καὶ τοῦ ᾠοῦ τὸ ὑγρὸν ἐγχέονταϲ : πεπεμμένηϲ δὲ τῆϲ φλεγμονῆϲ ἤδη καὶ ἀπερίττου τοῦ | ||
καὶ δι ' ἐρίου μαλακοῦ ἀπομάττονταϲ , εἶτ ' αὖθιϲ ἐγχέονταϲ . παρηγορεῖ δ ' αὐτοὺϲ μεγάλωϲ ὠοῦ τὸ λεπτὸν |
θἠμέρᾳ , τάχ ' ἂν γενοίμεθ ' αὐτοῦ σὺν θεῷ σωτήριοι . Τοσαῦθ ' ὁ μάντις εἶφ ' : ὁ | ||
τοῦ σοῦ : “ μνήσαιο πατρὸς σοῖο . ” σόοι σωτήριοι . σοφία πᾶσα τέχνη . σπερχόμενος ἐπειγόμενος . σπέος |
Ϲύμφυϲιν ὑπομένει τὸ ἄνω βλέφαρον ποτὲ μὲν πρὸϲ τὸν κάτω ταρϲόν , ποτὲ δὲ πρὸϲ τὸν ἐπιπεφυκότα , ποτὲ δὲ | ||
, ἔπειτα ἡ ὀβελιαία καὶ πλαγία λεγομένη ἡ περὶ τὸν ταρϲόν . ὑποδέρειν δέ , ὡϲ προείρηται , καὶ ῥάπτειν |
δὲ τόνου μετρίωϲ ἔχοι καὶ μεγέθουϲ ἄθλιπτόϲ τε εἴη καὶ ὁμαλόϲ , ἐπιϲκέπτου τὰ κατὰ γαϲτέρα καὶ κλύζε θαρρῶν , | ||
δὲ τόνου μετρίωϲ ἔχοι καὶ μεγέθουϲ ἄθλιπτόϲ τε εἴη καὶ ὁμαλόϲ , ἐπιϲκέπτου τὰ κατὰ γαϲτέρα καὶ κλύζε θαρρῶν , |
πράγματος ἔσχεν ἐν τῇ ψυχῇ ὁ ἄνθρωπος . ἐπειδὰν οὖν ἀφίκωνται παρὰ τὸν δικαστήν , οἱ μὲν ἐκ τῆς Ἀσίας | ||
ῥῷ ὁμόσε . οἳ δὲ ταῦτα προΐσασι , καὶ ἐπειδὰν ἀφίκωνται τῆς ἄκρας πλησίον , ἕκαστος ἔν τινι κολπώδει χωρίῳ |
, εἰ ξυναφὴς ἐγένετο τῇ πάλαι διώρυχι τῇ κατὰ τὸν Πολλακόπαν , οὔτ ' ἂν διαχεῖσθαι παρέχειν τὸ ὕδωρ ὑπὸ | ||
ὥρᾳ μὴ χαλεπῶς γίγνεσθαι . τούτων ἕνεκα ἐπί τε τὸν Πολλακόπαν ἔπλευσε καὶ κατ ' αὐτὸν καταπλεῖ ἐς τὰς λίμνας |
δεῖ δέ , Καρίων , ὅταν μὲν ἔλθῃς εἰς τοιοῦτον συρφετόν , Δρόμωνα καὶ Κέρδωνα καὶ Σωτηρίδην , μισθὸν διδόντας | ||
ἀπὸ χρήμαθ ' ἕληται . χόρτον δ ' ἐσκομίσαι καὶ συρφετόν , ὄφρα τοι εἴη βουσὶ καὶ ἡμιόνοισιν ἐπηετανόν . |
τε παρέδρους . ἢν δὲ καὶ ἀφρογενοῦς Κύπριδος θοὸν ἀστέρα βάλλῃ ἀκτὶς Ἑρμάωνος , ἐναλλάγδην τε γένωνται εἰς ἰδίων ὁρίων | ||
οὐρανίης προφανῇ πυριλαμπέος αἴθρης , ἢ γονίμῃ ὥρῃ πανεπίσκοπα φέγγεα βάλλῃ , Τοξότεω κατὰ χῶρον ἰδ ' εὐστέρνοιο Λέοντος , |
ψύχει γένηται καὶ ῥιγώσῃ , ἢ καὶ ἐκ ψύχεος εἰς ἀλέην ἔλθῃ καὶ παρὰ πυρὶ καθίσῃ , τωὐτὸ τοῦτο πάσχει | ||
* πρωτογόνων δ ' ἐρίφων , ἕως τοῦ ὑετοῦ ἀμφιβάλῃ ἀλέην : βούλεται καὶ δέρματι σκέπειν ἑαυτὸν τὸν γεωργικόν : |
χειμῶνος ἰδεῖν εἰαρινὸν Στέφανον : ἥδιον δ ' , ὁπόταν κρύψῃ μία τοὺς φιλέοντας χλαῖνα καὶ αἰνῆται Κύπρις ὑπ ' | ||
τῇ φύσει , σοφισμάτων δεῖ πρὸς τὴν βλάβην , ἵνα κρύψῃ τὸ ἐλλιπὲς ἡ τέχνη , ὅπου δὲ ἀρκεῖ τὸ |
τῶν ἀμφὶ τήνδε νούϲων ἡ μὲν ἐϲβολὴ εὐπαθὴϲ ἐπὶ ϲμικρῷ ἄλγεϊ καὶ ἤχοιϲι ὤτων καὶ βάρεϊ : εἰ δὲ αὔξηϲιν | ||
χρεὼ νυκτός τε καὶ ἤματος ἀσχαλόωντα τρύζειν πὰρ λεχέεσσι πεπαρμένον ἄλγεϊ λυγρῷ , εἰς ὅ κέ ς ' ἰήνειεν ἀνιηρῶν |
μὲν δὴ ταῦτα : θαλάσσης δ ' ἐς τέκν ' ἄνειμι * * * * οὐδὲ λοπὰς κακόν ἐστιν : | ||
Νέστορ ' ἀγορητὴν ἄν , οὐδὲ τοὺς σοφοὺς ἅπαντας . ἄνειμι δῆτ ' ἐντεῦθεν εἰς τὴν γλῶτταν , ἣν ὁδὶ |
δὲ καὶ ταύτῃ ὑπερβάλλοι , κίνδυνος ὑδατωθῆναι . δεύτερα δὲ φέροιτο ἂν κιρσὸς ἐπὶ τῇ αἱμορροΐδι : καὶ γὰρ οὖν | ||
ἐνϲτάζειν ὕδωρ ψυχρόν : εἰ δὲ ἐκ τῶν ἀμφοτέρων μυκτήρων φέροιτο τὸ αἷμα καὶ εἰϲ ἑκάτερα τὰ ὦτα ἔνϲταζε τὸ |
καὶ εἵποντο καὶ εἷσεν εἱστήκει καὶ εἵως καὶ εἵαντο καὶ εἵλη . σεσημείωται καὶ τὸ εἷς ἀριθμητικόν . Ἡ ΟΥ | ||
. παρὰ τὴν τοῦ ἡλίου ὀνομασίαν πέπαιχεν . ἐπειδὴ γὰρ εἵλη . . . ἡλιαία δὲ καὶ τὸ δικαστήριον διὰ |
πειραθήσεται ἡ πόλις , καὶ μάλιστα ὅταν κατὰ τὰ τετράγωνα παραγένηται ἡ Σελήνη , συμβαίνει δὲ μὴ πάντας τοὺς ἐνοικοῦντας | ||
ὅταν μὲν τὸ Ε τὴν ΕΘ διελθὸν ἐπὶ τὸ Θ παραγένηται , ἀνατέλλει ἡ ΕΓ περιφέρεια , ὅταν δὲ τὸ |
χαυνοτέραν ποιοῦντα τὴν ἐπίδεσιν , ἵνα αὐτοὶ οἱ λεπτομερεῖς ἰχῶρες φέρωνται ἀπὸ τοῦ ἕλκους παρὰ τὰ κάτω καὶ μὴ ἀνίας | ||
: ἀπατηλὸν γὰρ τὸ ζῶον . ἔχωνται : κρατῶνται , φέρωνται , κρατηθῶσιν . Ἄνω : πρὸς τὴν ὁρμιάν . |
Ἀκούσας δ ' ἐγὼ λέγοντος αὐτοῦ ταῦτα ἐπορευόμην παρὰ τὸν Ἱεροκλέα , εὖ μὲν εἰδὼς ὅτι ὡς οἷόν τε μάλιστα | ||
, δι ' ὃν οὐ λήψῃ δίκην . Ἐγὼ πρὸς Ἱεροκλέα γράφων , πολλάκις δὲ τοῦτο ἐποίησα , οὐκ ἔστιν |
συναίρεσιν ἀναδούμενος . . . . ἀναρροιβδεῖ : ἀντὶ τοῦ ἀναρροφεῖ εἰς τὸ ψιλὸν † δ , . . . | ||
〛 Ἀναρροιβδεῖ : ἀναρροιβδεῖ † μέγαν ὕδωρ : ἀντὶ τοῦ ἀναρροφεῖ : ἔστι γὰρ ἀναρροφεῖ , πλεονασμῷ τοῦ ι ἀναρροιφεῖ |
τοῖς ἐντευξομένοις ἐπάρδειν , ἵν ' ὥσπερ ἀπὸ πηγῆς γλυκείας φέρηται νᾶμα πότιμον τοῖς διψῶσιν εὐνομίας . τουτὶ δὲ συμβήσεται | ||
ἢ μανίαν ἢ ἐπιληψίαν ἀγγέλλει , ὅταν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν φέρηται ἡ αἰτία : ὅσα γὰρ οἱ ἐπιληπτικοὶ μεθ ' |
. „ Τούτων δὲ τὰ μὲν ἄλλα , ἐπεὶ κατὰ συνεγγισμὸν εἴρηται , οὐκ ἂν διστάζοιτο . ὁ δὲ καλούμενος | ||
ἕνεκεν τοῦ σπανίου καὶ ἀδιαβεβαιώτου τῆς ἱστορίας ὁλοσχερέστερον ἐπιλελογίσθαι κατὰ συνεγγισμὸν τῶν πρὸς τὸ ἀξιοπιστότερον εἰλημμένων θέσεων ἢ σχηματισμῶν , |
ἀναλάμβανε ὄξει , ποιῶν τροχίϲκουϲ . ἐπὶ δὲ τῆϲ χρείαϲ ἀποβρέξαϲ εἰϲ ἔλαιον θυμία κατὰ μέϲον τῆϲ οἰκίαϲ , ἐὰν | ||
καὶ γαϲτρὸϲ ὑπακτικά : καὶ ξηρὰ δέ , εἴ τιϲ ἀποβρέξαϲ ἐν ὕδατι τὸν ὑμένα αὐτῶν τὸν ἔνδον περιλεπίϲοι , |
ὄνομα . Ἀμφιστρεὺς ] ἐπίθετον : ἢ πρὸς τὸ Ἀμίστρης στίξον , ἵν ' ὦσι δύο ὀνόματα . . ὅ | ||
' αὐτοῦ ἐπὶ τούτῳ : πρὸς δὲ τὸν Αἰσχύλον , στίξον εἰς τὸ παμπόνηρος , καὶ τὸ ὢ ἀντὶ τοῦ |
. Καθαίρονται δὲ ἐν τεσσαράκοντα ἡμέρῃσιν ἀφ ' ἧς ἂν ῥαγῇ , πολλοῖσι δὲ καὶ ἐνιαυσίη γίνεται ἡ νοῦσος : | ||
τι τῶν φλεβίων σπασθὲν ῥαγῇ , ἢ σπασθῇ μὲν , ῥαγῇ δὲ μὴ παντελῶς , ἀλλὰ σπάδων ἐν αὐτῷ γένηται |
αὐξήσεως , ὅτι οὐ δεῖ κατ ' οὐδεμίαν πρόφασιν τοῖς παρανομοῦσι καὶ παραβαίνουσι τοὺς νόμους συγγνώμης τυγχάνειν , ἀλλὰ ταῖς | ||
, καὶ αὐτοῖς ἐκείνοις . τὸ γὰρ παρανομεῖν ἐπιζήμιον τοῖς παρανομοῦσι , κἂν πρὸς ὀλίγον δελεάζῃ χρόνον : τὸ δὲ |
βουλαί εἰσι : πολέμων δὲ , ἵνα διακλείῃ αὐτοὺς καὶ ἀπείργῃ . ὁ δὲ νοῦς : ὦ Ἡσυχία φιλοφρονητικὴ καὶ | ||
λέγεται κρίσις . ὁπόταν δὲ ὠμὸς τυγχάνῃ ὁ χυμός , ἀπείργῃ δὲ ἡ ὥρα , ἡ δὲ προωστικὴ ἀποδιοπομπεῖ δύναμις |
ἀφανιζομένων δόξαι τοῖς κατοικοῦσι περὶ τὸν τόπον , ἵνα μηδεὶς κινδυνεύῃ , προφῆτίν τε μίαν πᾶσι καταστῆσαι γυναῖκα καὶ διὰ | ||
ἐθήλαζεν : ἵνα δὲ μή , ὁπότε λοῦσθαι δέοι , κινδυνεύῃ κατὰ τῆς κλίμακος καταβαίνουσα , ἐγὼ μὲν ἄνω διῃτώμην |
ἑρμηνέων οὐ ῥᾴδιον εὐπορεῖν πρὸς αὐτούς . ἢν οὖν τινος δέωμαι , διανεύων οὗτος ἕκαστά μοι ἑρμηνεύσει . ” τοσοῦτον | ||
καταθεῶ καὶ λόγισαι πόσα ἐστὶν ἕτοιμα χρήματα , ἤν τι δέωμαι χρῆσθαι . λέγεται δὴ λογιζόμενος ὁ Κροῖσος πολλαπλάσια εὑρεῖν |
ζητεῖτε τὸν ὑπομνήσοντα ὑμᾶς , ἀλλ ' ἄχθεσθε , ἐὰν ἀκούητε τούτων . εἶτα λέγετε ἀφιλόστοργος γέρων : ἐξερχομένου μου | ||
ἐν κωκυτοῖς , μὴ ἁρπάζετε τὸ θρηνεῖν , ἐάν τινας ἀκούητε ἢ σφαττομένους ἢ ἡττημένους : ἐν τούτῳ γὰρ τῷ |
διήλλαχθε σιδάρῳ ] τῆς μάχης πέπαυσθε , καὶ εἰς ἓν συνέλθητε τῇ κατ ' ἀλλήλων σφαγῇ , σιδήρῳ διαλλάκτῃ χρησάμενοι | ||
, μηδὲν δὲ πράξητε τῶν ἐφεξῆς , οἷον ἐὰν μὴ συνέλθητε ὥστε λῦσαι ἢ συνελθόντες μὴ λύσητε , τί τὸ |
Περὶ δὲ τὰς πεντεκαίδεκα , ἀλγήματα γαστρὸς κατὰ σπλῆνα καὶ κενεῶνα ἀριστερόν : θερμῶν προσθέσιες ἧσσον ἢ ψυχρῶν ξυνέφερον : | ||
Περὶ δὲ τὰς πεντεκαίδεκα γαστρὸς ἄλγημα κατὰ σπλῆνα καὶ κατὰ κενεῶνα ἀριστερόν : θερμῶν προσθέσιες ἧσσον ἢ ψυχρῶν προσωφέλεον : |
καὶ πολεμιώτατον ἐκείνῳ ὁμολογεῖς εἶναι ; πρὸς ταῦτα χαλέπαινε καὶ πήδα , ἔφη , καὶ μιαρώτατον ἀνθρώπων ἐμὲ νόμιζε καὶ | ||
, ποικίλλετε . ἀντὶ τοῦ σκέπασον τῇ ἄμπυκι . οἷον πήδα . . ὡς ἔλαφος . . χορωφελέταν : Ἀντὶ |
ἐς ἀταρπιτὸν ὄσσε φέροντας ἔρχεσθ ' ἐς μέγαρον , μηδὲ προτιμυθήσασθαι , εἴ κέν τις ξύμβληται ὁδίτης , ἔςτ ' | ||
σχεδὸν αἵματος οὐδ ' ἑὸν υἱὸν ἔτλη ἐσάντα ἰδεῖν οὐδὲ προτιμυθήσασθαι : εἰπέ , ἄναξ , πῶς κέν με ἀναγνοίη |
καὶ τὸν βίον ἀναγκασθῆναι [ ] παθεῖν εἰς τοῦτο [ προήκοντα ] [ ] ὥστε , εἰ ἔδυ [ ὁ | ||
] τουτέστιν εἰς Μακεδονίαν μεταβιβάζειν τὴν δύναμιν . εἰς τοῦτο προήκοντα ] οὐκ εἶπεν οὕτως ἔχοντα , ἀλλ ' οὕτω |
ἔχοντα τὸ ι ἀπὸ πλεονασμοῦ τοῦ η , οἷον στῄη φῄη , τούτου χάριν καὶ τὸ ἁλῴη ἔχει ἐν τῇ | ||
φῶ ἐὰν φῇς ἐὰν φῇ καὶ ἐὰν φῄης φῄη : φῄη ἀθηρηλοιγὸν ἔχειν ἀνὰ φαιδίμῳ ὤμῳ . ἢ ὥσπερ ἀπὸ |
μὲν βορεάδας ἥξεις πρὸς πνοάς , ἵν ' εὐλαβοῦ βρόμον καταιγίζοντα , μή ς ' ἀναρπάσηι δυσχειμέρωι πέμφιγγι συστρέψας ἄφνω | ||
Καλλιμέδοντ ' εἰς τοὔψον , εἰ φιλεῖς ἐμέ , παύσῃς καταιγίζοντα δι ' ὅλης ἡμέρας . ἔργον τυράννων , οὐκ |
' Ἀναύρου . Ἀλλ ' ὅτε δή μ ' ἐνόησαν ἀταρπιτὸν ἐξανύοντα , ἀσπασίως ἤγερθεν : ἐγήθεε δ ' ἦτορ | ||
κ ' ἀπονόσφι τράπησθε , ἀλλ ' αἰεὶ προτέρην ἐς ἀταρπιτὸν ὄσσε φέροντας ἔρχεσθ ' ἐς μέγαρον , μηδὲ προτιμυθήσασθαι |
ὀξύτατον τὸν λάβρακα Ἀριστοτέλης εἶναί φησι καὶ μέντοι καὶ τὴν χρόμιν καὶ τὴν σάλπην καὶ τὸν κεστρέα . πυνθάνομαι δὲ | ||
τοῦ λίθου φάρμακον τοῦτο καὶ μάλα γε ἀντίπαλον . καὶ χρόμιν δὲ τὸ αὐτὸ ποιεῖν καὶ φάγρον καὶ σκίαιναν πέπυσμαι |
τοὺς κριοὺς ἐπὶ τὰς οἶς ἄγουσιν , ἵνα ἡ γονὴ θηλυγόνος ᾖ αὐτοῖς μᾶλλον . Ὅτε τὸν Ἰκάριον ἀπέκτειναν οἱ | ||
τοὺς κριοὺς ἐπὶ τὰς ὄϊς ἄγουσιν , ἵνα ἡ ἐπιγονὴ θηλυγόνος ᾖ αὐτοῖς μᾶλλον . Ὑπὲρ τοῦ πλείονα τὴν ἐπιγονὴν |
μέλας βρωθεὶς ἀποκωλύει κισσός . Οἱ γῦπες δὲ μίγνυνται μὲν ἐπεμβάντες ἀλλήλοις , μάτην δέ , καὶ οὐκ ἄν ποτε | ||
κρινοῦμεν πρὸς ἀποτέλεσμα , ἐν ᾧ ἂν οἱ προκείμενοι ἀστέρες ἐπεμβάντες φάσιν ποιήσωνται : τότε γὰρ καὶ τῶν πραγμάτων καινοποιΐαι |
χορὸν , εἰσιόντων τῶν ὑποκριτῶν ἐντὸς , ἄχρις ἄν τις ἐπέλθῃ ὑποκριτὴς ἕτερος . 〛 κακοδαίμων : Δυστυχής . ὡς | ||
ἤγουν ἐμπλέων τοῖς κακοῖς , γινώσκει , ὅτι , ὅταν ἐπέλθῃ κλύδων καὶ ζάλη τῶν κακῶν τοῖς ἀνθρώποις , φιλεῖ |