. λοξὸν αἰνιγματώδη , ὅθεν καὶ Λοξίας ὁ Ἀπόλλων ἢ παρὰ τὸ λοξὴν ἰὰν καὶ φωνὴν πέμπεινλοξοχρήσμων γάρἢ παρὰ τὸ
τῶν τέκνων σου περιπατοῦντας ἐν ἀληθείᾳ , καθὼς ἐντολὴν ἐλάβομεν παρὰ τοῦ πατρός . καὶ νῦν ἐρωτῶ σε , κυρία
σταθέντων πάροιθε ναοῦ , τόθι μέγιστον [ ] ἄλσος Φοίβου παρὰ Κασταλίας [ ῥεέθροις ] Δελφοὶ διέπουσι . Θεόν ,
Ἰουδαίῳ τε πρῶτον καὶ Ἕλληνι : οὐ γάρ ἐστιν προσωπολημψία παρὰ τῷ θεῷ . ὅσοι γὰρ ἀνόμως ἥμαρτον , ἀνόμως
5756344 Παρα
οἱ δὲ τὸν ταῶ . 〛 πρῶτα μὲν ὥρας : Παρὰ τὰ Ἡσιόδου [ . ] φράζεσθαι δ ' εὖτ
ἐνετύλιξεν αὐτὸ σινδόνι , καὶ ἔθηκεν αὐτὸν ἐν μνήματι λαξευτῷ οὗ οὐκ ἦν οὐδεὶς οὔπω κείμενος . καὶ ἡμέρα ἦν
καὶ λαβὼν τὰ χρήματα , κατεγήρασεν ἐν Ἀμαθοῦντι . : Παρὰ δὲ Πέρσαις τῷ βασιλεῖ ἐφίεται μεθύσκεσθαι μιᾷ ἡμέρᾳ ,
τυχὸν παραμενῶ ἢ καὶ παραχειμάσω , ἵνα ὑμεῖς με προπέμψητε οὗ ἐὰν πορεύωμαι . οὐ θέλω γὰρ ὑμᾶς ἄρτι ἐν
5297519 παρ
τὴν αὐθάδειαν ὡς ἀρετὴν ἐτίμησαν , δημαγωγοὶ δὲ καὶ προστάται παρ ' ἀμφοτέροις ἀντὶ τοῦ προϊδόντες τὸ μέλλον διακωλύειν καὶ
Χριστὸν καὶ εἰς τὴν ἐκκλησίαν . πλὴν καὶ ὑμεῖς οἱ καθ ' ἕνα ἕκαστος τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα οὕτως ἀγαπάτω ὡς
, τὴν πρὸς ἀλλήλους ὁμόνοιαν . νῦν δὲ τὰ ἄλλα παρ ' ὑμῶν εἰληφὼς ὁ σὸς ἀδελφιδοῦς , οὔπω πρὸς
τις ἦν πλούσιος , καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον εὐφραινόμενος καθ ' ἡμέραν λαμπρῶς . πτωχὸς δέ τις ὀνόματι Λάζαρος
4408072 ἀλακατη
. . . . . . ἀλακάτη , , : ἀλακάτη : καὶ ἠλακάτη Ἰωνικῶς : παρὰ τὸ ἄγω ἄξω
καὶ ὁ Χριστός , ἅπαξ προσενεχθεὶς εἰς τὸ πολλῶν ἀνενεγκεῖν ἁμαρτίας , ἐκ δευτέρου χωρὶς ἁμαρτίας ὀφθήσεται τοῖς αὐτὸν ἀπεκδεχομένοις
πλεονάσαντος ἐγένετο ἀκαλός . . . . , . : ἀλακάτη καὶ ἠλακάτη : ἀπὸ τοῦ ἄγω ἄξω ἀκτὸς εἴρηται
τὸν κάμνοντα , καὶ ἐγερεῖ αὐτὸν ὁ κύριος : κἂν ἁμαρτίας ᾖ πεποιηκώς , ἀφεθήσεται αὐτῷ . ἐξομολογεῖσθε οὖν ἀλλήλοις
3958828 ὀψω
: ἤνοπι : σημαίνει τῷ λαμπρῷ . παρὰ τὸ ὄπτω ὄψω γίνεται ὄψ , ὡς κλείω κλείσω κλεὶς καὶ θήσω
ἀνατολὴ ἐξ ὕψους , ἐπιφᾶναι τοῖς ἐν σκότει καὶ σκιᾷ θανάτου καθημένοις , τοῦ κατευθῦναι τοὺς πόδας ἡμῶν εἰς ὁδὸν
τῶν ῥημάτων ἀεὶ συνεμπίπτει τοῖς πρωτοτύποις : ἰδοὺ γὰρ τὸ ὄψω σημαῖνον τὸ ἁπλῶς βλέπω ἐν τῷ ὀψείω τὸ ὀρέγεσθαι
τοιούτους ἐντίμους ἔχετε , ὅτι διὰ τὸ ἔργον Χριστοῦ μέχρι θανάτου ἤγγισεν , παραβολευσάμενος τῇ ψυχῇ ἵνα ἀναπληρώσῃ τὸ ὑμῶν
3933361 σημαινον
παρὰ τὸ λίαν μᾶν : ἢ παρὰ τὸ λάπτω τὸ σημαῖνον τὸ ἀπὸ δίψης φλέγομαι . Λαῖτμα : τὸ χάσμα
ἐνεργοῦντος ἐν τοῖς υἱοῖς τῆς ἀπειθείας : ἐν οἷς καὶ ἡμεῖς πάντες ἀνεστράφημέν ποτε ἐν ταῖς ἐπιθυμίαις τῆς σαρκὸς ἡμῶν
νῶ νήθω , κνῶ κνήθω : ἀλήθω τὸ αὐτὸ † σημαῖνον τῷ πρωτοτύπῳ . οὕτως Μεθόδιος , . , .
ἀπεκτείνατε , ὃν ὁ θεὸς ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν , οὗ ἡμεῖς μάρτυρές ἐσμεν . καὶ ἐπὶ τῇ πίστει τοῦ ὀνόματος
3891497 πλεονασμῳ
τὰ ἄχυρα λικμώμενα ἐπιφέρονται , οἱονεὶ ἀχυριαί τινες οὖσαι , πλεονασμῷ τοῦ μ ἀχυρμιαί , . , . . ,
μὴ συναναμίγνυσθαι πόρνοις , οὐ πάντως τοῖς πόρνοις τοῦ κόσμου τούτου ἢ τοῖς πλεονέκταις καὶ ἅρπαξιν ἢ εἰδωλολάτραις , ἐπεὶ
. : δάπτομαι : Καὶ κατὰ ἀναδιπλασμὸν δαδάπτομαι , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ρ δαρδάπτομαι . : Κέαρ παρὰ τὸ κεκρᾶσθαι
ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς : ἐάν τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου ζήσει εἰς τὸν αἰῶνα : καὶ ὁ
3858255 παραγωγον
. Τὸ μὲν οὖν Ἀφθόνιος ὄνομα ἔστι μὲν κύριον καὶ παραγωγόν , τὰ μάλιστα δὲ οἰκειότατον τῷ ῥήτορι πέφυκε τῷ
ὅταν νότον πνέοντα , λέγετε ὅτι Καύσων ἔσται , καὶ γίνεται . ὑποκριταί , τὸ πρόσωπον τῆς γῆς καὶ τοῦ
ἀμφοῖν . Οὔτε ἄρα ἡνωμένου τινός , οὔτε διωρισμένου ἐστὶ παραγωγόν , ἀλλὰ πάντων ἁπλῶς τῶν κατὰ πάντα τρόπον ὑφεστηκότων
ἀπέθανεν . ἡ γυνὴ οὖν ἐν τῇ ἀναστάσει τίνος αὐτῶν γίνεται γυνή ; οἱ γὰρ ἑπτὰ ἔσχον αὐτὴν γυναῖκα .
3666437 ἀληθω
ἀποβολῇ τοῦ ν καίω καὶ τὸ κνήθω , ὡς ἀλῶ ἀλήθω , καὶ τὸ κνίζω ὡς πολεμῶ πολεμίζω , ὃ
καὶ φυλάξει ἀπὸ τοῦ πονηροῦ . πεποίθαμεν δὲ ἐν κυρίῳ ἐφ ' ὑμᾶς , ὅτι ἃ παραγγέλλομεν [ καὶ ]
ὡς πρῶ πρήθω , νῶ νήθω , κνῶ κνήθω : ἀλήθω τὸ αὐτὸ † σημαῖνον τῷ πρωτοτύπῳ . οὕτως Μεθόδιος
, καὶ κατέστησεν αὐτὸν ἡγούμενον ἐπ ' Αἴγυπτον καὶ [ ἐφ ' ] ὅλον τὸν οἶκον αὐτοῦ . ἦλθεν δὲ
3654082 ἀρω
αὔξονται ἐν τῷ παρατατικῷ , οἷον ἄγω ἦγον , αἴρω ἀρῶ ᾖρον , αἰτῶ ᾔτουν . δεῖ προσθεῖναι χωρὶς τῶν
ὅστις γὰρ ὅλον τὸν νόμον τηρήσῃ , πταίσῃ δὲ ἐν ἑνί , γέγονεν πάντων ἔνοχος . ὁ γὰρ εἰπών ,
παρὰ τὴν ἄγραν ἐν ᾧ γίνεται : ἢ παρὰ τὸ ἀρῶ , ἀρὸς καὶ ἀγρὸς , πλεονασμῷ τοῦ γ .
ὅστις γὰρ ὅλον τὸν νόμον τηρήσῃ , πταίσῃ δὲ ἐν ἑνί , γέγονεν πάντων ἔνοχος . ὁ γὰρ εἰπών ,
3602285 παιφασσω
τὸ φαίνω , οὗ παράγωγον φάσσω , διπλασιασμὸς παφάσσω καὶ παιφάσσω . Πραπίδες . φρῶ ἐστὶ ῥῆμα κατὰ συναλοιφὴν γενόμενον
λαὸς ἅπας καταλιθάσει ἡμᾶς , πεπεισμένος γάρ ἐστιν Ἰωάννην προφήτην εἶναι . καὶ ἀπεκρίθησαν μὴ εἰδέναι πόθεν . καὶ ὁ
παίτητα : Ῥωμαίων ἴσθι ἡ λέξις : γνώρισμα αἰτήσεως . παιφάσσω : τὸ ὁρμῶ . παιωνίσας : εὐξάμενος καὶ τοῖς
σαββάτων ἐξήλθομεν ἔξω τῆς πύλης παρὰ ποταμὸν οὗ ἐνομίζομεν προσευχὴν εἶναι , καὶ καθίσαντες ἐλαλοῦμεν ταῖς συν - ελθούσαις γυναιξίν
3592540 ποιηταις
τριχῶν ἄνθη χνοῦς , ὅθεν καὶ τὸ χνοάζειν παρὰ τοῖς ποιηταῖς , καὶ ἴουλος παρὰ τὸ ἕρπειν , καὶ πώγων
Ἠλίας εἶ ; καὶ λέγει , Οὐκ εἰμί . Ὁ προ - φήτης εἶ σύ ; καὶ ἀπεκρίθη , Οὔ
εἰσι , Χρόνος Αἶθοψ Ἀστραπὴ Βροντή . ἔθος δὲ τοῖς ποιηταῖς θηλυκῶς λέγειν τοὺς ἵππους . Σώφρων τὰν ἵππον καὶ
καὶ μετὰ ταῦτα ἔδωκεν κριτὰς ἕως Σαμουὴλ [ τοῦ ] προ - φήτου . κἀκεῖθεν ᾐτήσαντο βασιλέα , καὶ ἔδωκεν
3587166 ναυος
καὶ ἄγαμαι καὶ πλεονασμῷ τοῦ υ Αἰολικῶς ἀγαυνὸς ὡς ναὸς ναυός . Ἄρατος ἀγῶν ὁ Διόνυσος . ἀγανοῖς : προςηνέσιν
τοῦ σωτῆρος ἡμῶν θεοῦ , Τίτῳ γνησίῳ τέκνῳ κατὰ κοινὴν πίστιν : χάρις καὶ εἰρήνη ἀπὸ θεοῦ πατρὸς καὶ Χριστοῦ
τόνος τοῦ ἀγαυός , οὐκ Αἰολικῶς , ὡς ναός , ναυός . Ἁβρός , ὁ κούφως βαίνων , κατὰ στέρησιν
κρίνειν τὴν οἰκουμένην ἐν δικαιοσύνῃ ἐν ἀνδρὶ ᾧ ὥρισεν , πίστιν παρασχὼν πᾶσιν ἀναστήσας αὐτὸν ἐκ νεκρῶν . Ἀκούσαντες δὲ
3562844 μελλων
παίδων δορὸς Φοίβωι μ ' ἔπεμψαν ἐνθάδ ' ἀκροθίνιον . μέλλων δὲ πέμπειν μ ' Οἰδίπου κλεινὸς γόνος μαντεῖα σεμνὰ
τοῦ κυρίου ἡμῶν καὶ σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ . αὐτῷ ἡ δόξα καὶ νῦν καὶ εἰς ἡμέραν αἰῶνος . [ ἀμήν
εἱρκτή : ἐκ τοῦ εἵργω , τὸ κωλύω , ὁ μέλλων εἵρξω καὶ εἱρκτή . . . , : ἐκάπυσσεν
ἡμᾶς βασιλείαν , ἱερεῖς τῷ θεῷ καὶ πατρὶ αὐτοῦαὐτῷ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας [ τῶν αἰώνων
3552489 ἀλαλαγμα
θόρυβος : καὶ ῥῆμα παρ ' αὐτὴν ἀλαλάζω , καὶ ἀλάλαγμα οὕτως ἔχει , καὶ τὸ ἀλαλητός , εἰ καὶ
ἀπολλυμένην ἀλλὰ τὴν βρῶσιν τὴν μένουσαν εἰς ζωὴν αἰώνιον , ἣν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὑμῖν δώσει : τοῦτον γὰρ
ἀλαλήν , ὃ σημαίνει τὸν θόρυβον , γίνεται ἀλαλάζω καὶ ἀλάλαγμα ἐξ αὐτοῦ , . , . * . Ἀλακάτη
γράφω , ἵνα παρὼν μὴ ἀποτόμως χρήσωμαι κατὰ τὴν ἐξουσίαν ἣν ὁ κύριος ἔδωκέν μοι , εἰς οἰκοδομὴν καὶ οὐκ
3486623 ἀξα
καὶ ὡς παρὰ τὸ βήσω βῆσα καὶ βῆσσα , ἄξω ἄξα καὶ ἄμαξα , πείσω πεῖσα : ” τῷ δ
ἰδίῳ , ἐκεῖνον λήμψεσθε . πῶς δύνασθε ὑμεῖς πιστεῦσαι , δόξαν παρὰ ἀλλήλων λαμβάνοντες καὶ τὴν δόξαν τὴν παρὰ τοῦ
, . , . Ἄμαξα : παρὰ τὸ ἄγω ἄξω ἄξα καὶ ἄμαξα : Ἡσίοδος ἐν Ἔργοις καὶ Ἡμέραις :
ἀτενίσαι τοὺς υἱοὺς Ἰσραὴλ εἰς τὸ πρόσωπον Μωϋσέως διὰ τὴν δόξαν τοῦ προσώπου αὐτοῦ τὴν καταργουμένην , πῶς οὐχὶ μᾶλλον
3476924 βαβακτης
, οἷον : ἔπος δ ' εἴπερ βέβακται , βεβάκτης βαβάκτης , ὁ πολλὰ λαλῶν . ἔστι καὶ ῥητορική ,
τὸν βασιλέαν τῶν ὄλων ὑποδεξόμεθα . Τότε ὁ ὀφθαλμός σου μήτε ὅθεν μήτε κὴνθεν ἐπάρεται , ἐκ τοῦ ἀγίου θυσιἀστιρίου
καὶ κατηγορεῖ , ἀπὸ τοῦ βαβάκτου ἴσως . ἔστι δὲ βαβάκτης ὁ κράκτης καὶ μανιώδης . φαῦλος . φαῦλον .
μὴ πνέῃ ἄνεμος ἐπὶ τῆς γῆς μήτε ἐπὶ τῆς θαλάσσης μήτε ἐπὶ πᾶν δένδρον . καὶ εἶδον ἄλλον ἄγγελον ἀναβαίνοντα
3461054 ἀχυω
μὴ χωρούμενος διὰ τὴν λύπην , γίνεται δ ' ἄχω ἀχύω , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ν ἀχνύω καὶ ἄχνυμι ἀχνύμενος
θανατῶσαι αὐτόν , καὶ οὐχ ηὕρισκον : πολλοὶ γὰρ ἐψευδομαρτύρουν κατ ' αὐτοῦ , καὶ ἴσαι αἱ μαρτυρίαι οὐκ ἦσαν
ὅσα τοιαῦτα . οὕτω δέ , φασί , καὶ ἄχω ἀχύω καὶ Δωρικῶς ἀχύνω καὶ μεταθέσει ἀχνύω , ἐξ οὗ
γὰρ αὐτοῖς ὅτι ζῆλον θεοῦ ἔχουσιν , ἀλλ ' οὐ κατ ' ἐπίγνωσιν : ἀγνοοῦντες γὰρ τὴν τοῦ θεοῦ δικαιοσύνην
3439940 ἀλω
οὕτως καλούμενος , ὡς λέγει ὁ Χοιροβοσκός , ἀπὸ τοῦ ἀλῶ ἀλέσω Ἀλείσιον : πέτρης τ ' Ὠλενίης καὶ Ἀλεισίου
, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός , πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας . Ἰωάννης μαρτυρεῖ περὶ αὐτοῦ καὶ κέκραγεν λέγων ,
ἔχειν τὸ σ ἐγκεχαραγμένον / . ⌈ ἁλῶ / [ ἀλῶ ] ] συντρίψω . τὸν σειραφόρον ] τὸν τοὺς
Χριστῷ : ἐν ᾧ καὶ ὑμεῖς ἀκούσαντες τὸν λόγον τῆς ἀληθείας , τὸ εὐαγγέλιον τῆς σωτηρίας ὑμῶν , ἐν ᾧ
3430781 κατα
συνεισενεγκεῖν . καὶ οὐ διὰ τοῦτο μάχεται Πλάτων τῷ Παρμενίδῃ κατά γε τὸ ἀληθέστατον , ἀλλ ' εἰσὶν ἄμφω μὲν
, καθὼς τὸ μαρτύριον τοῦ Χριστοῦ ἐβεβαιώθη ἐν ὑμῖν , ὥστε ὑμᾶς μὴ ὑστερεῖσθαι ἐν μηδενὶ χαρίσματι , ἀπεκδεχομένους τὴν
ἀνθρώπου . εἰ οὖν αἱ οὐσίαι καὶ τὰ οὐσιωδῶς λεγόμενα κατά τινων οὐ διὰ τοῦτο ἐξ ἀνάγκης καὶ ταὐτὰ ἐκείνοις
τῷ τοιούτῳ ἡ ἐπιτιμία αὕτη ἡ ὑπὸ τῶν πλειόνων , ὥστε τοὐναντίον μᾶλλον ὑμᾶς χαρίσασθαι καὶ παρακαλέσαι , μή πως
3388009 δαξω
δάξω : καὶ γὰρ οἱ Ἴωνες ἀπὸ τοῦ δάκνω τὸ δάξω ἐκφέρουσιν : ἐκ δὲ τοῦ δὰξ τὸ ὀδάξ .
καὶ ἀπελθὼν ἐκρύβη ἀπ ' αὐτῶν . Τοσαῦτα δὲ αὐτοῦ σημεῖα πεποιηκότος ἔμπροσθεν αὐτῶν οὐκ ἐπίστευον εἰς αὐτόν , ἵνα
ὀδάξ : ὀδάξ : τοῖς ὀδοῦσι . παρὰ τὸ δάκω δάξω κατὰ ἀποβολὴν τοῦ ω δὰξ καὶ πλεονασμῷ τοῦ ο
ἀπὸ θεοῦ ἐλήλυθας διδάσκαλος : οὐδεὶς γὰρ δύναται ταῦτα τὰ σημεῖα ποιεῖν ἃ σὺ ποιεῖς , ἐὰν μὴ ᾖ ὁ
3376340 εἰληφεναι
' ἐμοῦ ὧν αὐτὸς κοινωνὸς γέγονε , καὶ χρήματ ' εἰληφέναι φησὶν ἐμέ , αὐτὸς εἰληφὼς ἢ μετειληφώς . τούτων
; προφήτην ; ναί , λέγω ὑμῖν , καὶ περισσότερον προφήτου . οὗτός ἐστιν περὶ οὗ γέγραπται , Ἰδοὺ ἐγὼ
πίνακον καλοῦσι Πολύδωρον [ δὲ ] διὰ τὸ πολλὰ δῶρα εἰληφέναι τὴν μητέρα αὐτοῦ ἐπὶ τῇ γεννήσει αὐτοῦ : ἐγὼ
; προφήτην ; ναί , λέγω ὑμῖν , καὶ περισσότερον προφήτου . οὗτός ἐστιν περὶ οὗ γέγραπται , Ἰδοὺ ἀποστέλλω
3363964 ἀλη
. * . Ἀλαίνω : τὸ πλανῶμαι : παρὰ τὸ ἄλη ἀλῶ , παράγωγον ἀλαίνω , ὡς δρῶ δραίνω ,
αὐτὸς ἔμεινεν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ . Ὡς δὲ ἀνέβησαν οἱ ἀδελφοὶ αὐτοῦ εἰς τὴν ἑορτήν , τότε καὶ αὐτὸς ἀνέβη
πάρος ἔσκεν ἐνὶ γναμπτοῖσι μέλεσσιν , ἦ ἤδη μοι ὄλεσσεν ἄλη τ ' ἀκομιστίη τε . ” ὣς ἔφαθ '
ἐπιμεῖναι ἡμέρας τινάς . Ἤκουσαν δὲ οἱ ἀπόστολοι καὶ οἱ ἀδελφοὶ οἱ ὄντες κατὰ τὴν Ἰουδαίαν ὅτι καὶ τὰ ἔθνη
3357922 ἀλξω
βάζω βάξω , ἀφαιρέσει τοῦ ω βάξ , ὡς ἄλκω ἄλξω ἄλξ , καὶ ἐν διπλασιασμῷ βάβαξ . πολλὰ δὲ
ἐπὶ τὴν καρδίαν αὐτοῦ ἐπισκέψασθαι τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ τοὺς υἱοὺς Ἰσραήλ . καὶ ἰδών τινα ἀδικούμενον ἠμύνατο καὶ ἐποίησεν ἐκδίκησιν
ἐπίῤῥημα καὶ ἀντίης . Ἀλκή , παρὰ τὸ ἄλκω καὶ ἄλξω μέλλων . ἀφ ' οὗ ἀλκτήρ : ὡς παρὰ
, ὃς ἐδίδασκεν τῷ Βαλὰκ βαλεῖν σκάνδαλον ἐνώπιον τῶν υἱῶν Ἰσραήλ , φαγεῖν εἰδωλόθυτα καὶ πορνεῦσαι : οὕτως ἔχεις καὶ
3355962 ἀϊξω
. . . , : ἀκτίς : παρὰ τὸ ἀΐσσω ἀΐξω ἀκτός : καὶ παρώνυμον ἀκτίς : ἡ ἀΐσσουσα πανταχόθεν
καρδίαις αὐτῶν καὶ ἔβρυχον τοὺς ὀδόντας ἐπ ' αὐτόν . ὑπάρχων δὲ πλήρης πνεύματος ἁγίου ἀτενίσας εἰς τὸν οὐρανὸν εἶδεν
τὸ ζῷον . παρὰ τὸ ἀΐσσω , τὸ ὁρμῶ , ἀΐξω , ἀποβολῇ τοῦ ω γίνεται ἄϊξ καὶ κατὰ συναίρεσιν
ὑπὲρ πολλοὺς συνηλικιώτας ἐν τῷ γένει μου , περισσοτέρως ζηλωτὴς ὑπάρχων τῶν πατρικῶν μου παραδόσεων . ὅτε δὲ εὐδόκησεν ὁ
3348678 ξυω
οὕτω Φιλόξενος . . , : ξυρόν : παρὰ τὸ ξύω ξυρόν . . . . . ὀβολός , ,
καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ ' ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος . Ἀρχὴ τοῦ εὐαγγελίου Ἰησοῦ
παρὰ τὸ κνάπτω , ὅ ἐστιν ἀπὸ τοῦ κνῶ τὸ ξύω . ξύουσι γὰρ τὴν τῶν ἀκνάπτων ἱματίων κροκίδα .
εἰσίν τινες ὧδε τῶν ἑστηκότων οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσιν τὴν βασιλείαν τοῦ θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει
3307688 ῥηματικον
ἐστὶ ῥῆμα , δηλοῦν τὸ ὑπάρχω . ἀφ ' οὗ ῥηματικὸν ὄνομα ἀρ , ὡς θένω θέναρ , ἔβω ἔβαρ
παρεκάλει ὁ Παῦλος ἅπαντας μεταλαβεῖν τροφῆς λέγων , Τεσσαρεσκαιδεκάτην σήμερον ἡμέραν προσδοκῶντες ἄσιτοι διατελεῖτε , μηθὲν προσλαβόμενοι : διὸ παρακαλῶ
κάζω ῥῆμα : ὅθεν κέκασμαι , κέκασται , κεκασμένος ὄνομα ῥηματικὸν κασμὸς , καὶ μεταθέσει τοῦ α εἰς ο ,
σπόρον ἐπὶ τῆς γῆς καὶ καθεύδῃ καὶ ἐγείρηται νύκτα καὶ ἡμέραν , καὶ ὁ σπόρος βλαστᾷ καὶ μηκύνηται ὡς οὐκ
3297703 Ὑπεριδῃ
περιστάσεως διαφοράν τινα εὑρεῖν : ἔχεις δὲ διπλοῦν στοχασμὸν παρὰ Ὑπερίδῃ ἐν τῷ Δηλιακῷ : ἐκθησόμεθα δὲ τὰ εἰρημένα ὑπὲρ
πάντα ἐλάλησεν ὁ Ἰησοῦς ἐν παραβολαῖς τοῖς ὄχλοις , καὶ χωρὶς παραβολῆς οὐδὲν ἐλάλει αὐτοῖς : ὅπως πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν
τῷ κορυφαίῳ αὐτῶν , λέγω τῷ Δημοσθένει . παρὰ δὲ Ὑπερίδῃ κἀκείνην εὕροι τις ἂν τὴν δεινότητα , ἣ καὶ
τοῦ θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου , ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσιν . Τοιγαροῦν καὶ ἡμεῖς , τοσοῦτον ἔχοντες
3297572 καιω
στάχυας ἀντὶ τοῦ ταῖς χερσὶ συντρίβοντες . καὶ ψῶ τὸ καίω , ἐξ οὗ καὶ ψωλὸς δαλὸς ὁ κεκαυμένος καὶ
ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου . Ταῦτα δὲ αὐτῶν λαλούντων αὐτὸς ἔστη ἐν μέσῳ αὐτῶν καὶ λέγει αὐτοῖς , Εἰρήνη
μέλλων μαρῶ καὶ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ υ μαυρῶ , ὡς καίω καύσω καὶ κλαίω κλαύσω , καὶ ἐξ αὐτοῦ ῥηματικὸν
αὐτούς , Πῶς λέγουσιν τὸν Χριστὸν εἶναι Δαυὶδ υἱόν ; αὐτὸς γὰρ Δαυὶδ λέγει ἐν βίβλῳ ψαλμῶν , Εἶπεν κύριος
3291346 δηλουν
καὶ θρέψαι : περὶ οὗ τὰ κατὰ μέρος μέλλοντας ἡμᾶς δηλοῦν ἀναγκαῖον ἀναλαβεῖν μικρὸν ἀνωτέρω τὴν διήγησιν . Μυθολογοῦσι γὰρ
] ἅτινα ἦν μοι κέρδη , ταῦτα ἥγημαι διὰ τὸν Χριστὸν ζημίαν . ἀλλὰ μενοῦνγε καὶ ἡγοῦμαι πάντα ζημίαν εἶναι
ἐν τῷ περὶ Ἀναδιπλασιασμοῦ φησὶν , ὅτι γῶ ἐστὶ ῥῆμα δηλοῦν τὸ δέχομαι , καὶ λαμβάνω . ὅθεν καὶ γωρυτὸς
τις ἁμάρτῃ , παράκλητον ἔχομεν πρὸς τὸν πατέρα , Ἰησοῦν Χριστὸν δίκαιον : καὶ αὐτὸς ἱλασμός ἐστιν περὶ τῶν ἁμαρτιῶν
3289353 διπλασιασμῳ
ἀργὸς ἀργής : ἀργῆτι κεραυνῷ . Ἐδωδή . ἔδη , διπλασιασμῷ ἐδηδὴ , καὶ ἐδωδὴ κατὰ τροπὴν τοῦ η εἰς
ἤδη , ἀγαπητοί , δευτέραν ὑμῖν γράφω ἐπιστολήν , ἐν αἷς διεγείρω ὑμῶν ἐν ὑπομνήσει τὴν εἰλικρινῆ διάνοιαν , μνησθῆναι
καὶ ἐνοσίφυλλος . ἤνοκα καὶ ἤνοθα ὁ μέσος , καὶ διπλασιασμῷ Ἀττικῷ ἐνήνοθα . . . . , , :
. Ἦσαν δὲ καὶ γυναῖκες ἀπὸ μακρόθεν θεωροῦσαι , ἐν αἷς καὶ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ Ἰακώβου τοῦ
3285549 φαινω
βέβαιος : φέριστος : φέναξ ὁ ἀπατεών : σεσημείωται τὸ φαίνω τὸ λάμπω , ἐπὶ γὰρ τοῦ φονεύω διὰ τοῦ
πόλεων . καὶ ὁ ἕτερος ἦλθεν λέγων , Κύριε , ἰδοὺ ἡ μνᾶ σου ἣν εἶχον ἀποκειμένην ἐν σουδαρίῳ :
ἕω ἐλάμβανε τὸν πλακοῦντα . ἐγὼ δείκνυμι : ἐνδείκνυμι καὶ φαίνω . ἐνδεικνύναι δὲ ἔλεγον τὸ καταγγέλλειν τινὰ κακουργοῦντα περὶ
ὡς ἀτενίζοντες ἦσαν εἰς τὸν οὐρανὸν πορευομένου αὐτοῦ , καὶ ἰδοὺ ἄνδρες δύο παρειστήκεισαν αὐτοῖς ἐν ἐσθήσεσι λευκαῖς , οἳ
3279601 κωμικωτερον
ἀμείλικτοςσκληρότερον γὰρ ὁ ἀστεμφής εὐτελέστερον ὁ Ἡροδότου ἀκρομανής , καὶ κωμικώτερον ὁ Ἀριστοφάνους θυμάγροικος . Κίναιδος , πόρνος , ἀκάθαρτος
ὡς ἕκτη . καὶ λέγει τοῖς Ἰουδαίοις , Ἴδε ὁ βασιλεὺς ὑμῶν . ἐκραύγασαν οὖν ἐκεῖνοι , Ἆρον ἆρον ,
ῥῶπος , ἀγοράσματα , ὤνια , γέλγη , εἰ μὴ κωμικώτερον , ὠνητά , καὶ ὡς Ξενοφῶν πώλημα : ὁ
: εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι κυρίου , καὶ ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ . εὑρὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς ὀνάριον ἐκάθισεν
3272684 Αἰολευσι
δαίμων . Προστίθεται δὲ τὸ δίγαμμα παρά τε Ἴωσι καὶ Αἰολεῦσι καὶ Δωριεῦσι καὶ Λάκωσι καὶ Βοιωτοῖς : οἷον ἄναξ
τόν τε Βαρναβᾶν παραλαβόντα τὸν Μᾶρκον ἐκπλεῦσαι εἰς Κύπρον . Παῦλος δὲ ἐπιλεξάμενος Σίλαν ἐξῆλθεν παραδοθεὶς τῇ χάριτι τοῦ κυρίου
, ἤτοι φιάλην . κατὰ δὲ Κλείταρχον παρὰ Θεσσαλοῖς καὶ Αἰολεῦσι πελλητὴρ ὁ ἀμολγεύς , πέλλα δὲ τὸ ποτήριον .
διὰ τὸ καὶ τὴν νηστείαν ἤδη παρεληλυθέναι , παρῄνει ὁ Παῦλος λέγων αὐτοῖς , Ἄνδρες , θεωρῶ ὅτι μετὰ ὕβρεως
3268468 εὑρηται
ἔστω σοι κλητική : οὕτω γὰρ καὶ ἐν τῇ ἑξῆς εὕρηται στροφῇ : στίξας οὖν εἰς τὸ ἄνακτα , οὕτως
καὶ τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ ποιῶμεν . αὕτη γάρ ἐστιν ἡ ἀγάπη τοῦ θεοῦ , ἵνα τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ τηρῶμεν :
ἀριστηταί . Ἑταιρίστριαι . αἱ καλούμεναι τριβάδες . Ἑταιρότερος οὐχ εὕρηται , ἐμοὶ δοκεῖν διὰ τὸ οὐκ εὔφωνον . Ἑταιρότατος
οὐκ ἔστιν ἐν τῇ ἀγάπῃ , ἀλλ ' ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον , ὅτι ὁ φόβος κόλασιν
3259470 θηνη
θια [ ] ψε [ ] ο ! [ ] θηνη ? [ ! ! ! ] [ ] θ
εἶπεν ὅτι Προφήτης ἐστίν . Οὐκ ἐπίστευσαν οὖν οἱ Ἰουδαῖοι περὶ αὐτοῦ ὅτι ἦν τυφλὸς καὶ ἀνέβλεψεν , ἕως ὅτου
θια [ ] ψε [ ] ο ! [ ] θηνη ? [ ! ! ! ] [ ] θ
. Τούτων δὲ πορευομένων ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς λέγειν τοῖς ὄχλοις περὶ Ἰωάννου , Τί ἐξήλθατε εἰς τὴν ἔρημον θεάσασθαι ;
3256992 δεδοσθαι
οὗτος . δύο τοίνυν ἀνδράσι τῶν πρόσθεν ἐκ θεῶν ψῆφον δεδόσθαι παρειλήφαμεν , Λυκούργῳ τε τῷ Λακεδαιμονίῳ καὶ Σωκράτει τῷ
ἔχοντα φύσει τὰ τοῦ νόμου ποιῶσιν , οὗτοι νόμον μὴ ἔχοντες ἑαυτοῖς εἰσιν νόμος : οἵτινες ἐνδείκνυνται τὸ ἔργον τοῦ
, ἔνθα ὁ φιλόσοφος λέγει ἀπολελυμένως δεδομένα μεγέθη , μεγέθει δεδόσθαι σημαίνει . Ὁ λόγος τοῦ πόσου διακόλουθος , ἡ
κατὰ τῆς ψυχῆς : τὴν ἀναστροφὴν ὑμῶν ἐν τοῖς ἔθνεσιν ἔχοντες καλήν , ἵνα , ἐν ᾧ καταλαλοῦσιν ὑμῶν ὡς
3238864 βω
καὶ ἄβροτος , ἡ βρῶσις . Βορά , παρὰ τὸ βῶ τὸ τρέφω , οὗ μέλλων βώσω , ἀφ '
. ὑμῖν δὲ λέγω τοῖς λοιποῖς τοῖς ἐν Θυατίροις , ὅσοι οὐκ ἔχουσιν τὴν διδαχὴν ταύτην , οἵτινες οὐκ ἔγνωσαν
. παρὰ τὸ πλέκω πλοχμός . Πρόμος . παρὰ τὸ βῶ , πρόβος , καὶ πρόμος . οἷον παρὰ τὸ
πολλοὺς γὰρ ἐθεράπευσεν , ὥστε ἐπιπίπτειν αὐτῷ ἵνα αὐτοῦ ἅψωνται ὅσοι εἶχον μάστιγας . καὶ τὰ πνεύματα τὰ ἀκάθαρτα ,
3220723 ἑλλανοδικης
αὑτοῦ στολὴν ἀφεὶς τὴν Ὀλυμπικὴν ἔλαβεν , ὁ δέ τις ἑλλανοδίκης ὤφθη καὶ τὸν ἐκ δάφνης ἀμφέθετο στέφανον , κοσμοῦντες
τὴν Ἰόππην . Τῇ δὲ ἐπαύριον ὁδοιπορούντων ἐκείνων καὶ τῇ πόλει ἐγγιζόντων ἀνέβη Πέτρος ἐπὶ τὸ δῶμα προσεύξασθαι περὶ ὥραν
οἷον ἀράχνη ἀράχνης ἀράχνου , λέσχη λέσχης λέσχου , δίκη ἑλλανοδίκης ἑλλανοδίκου , κόμη ἀκερσεκόμης ἀκερσεκόμου : οὕτως οὖν καὶ
ἐκείνῃ . Ἀνὴρ δέ τις ὀνόματι Σίμων προϋπῆρχεν ἐν τῇ πόλει μαγεύων καὶ ἐξιστάνων τὸ ἔθνος τῆς Σαμαρείας , λέγων
3219777 ἐρουντες
ἐμποδών ; οὐκ ἐξῆν ; οὐχ ὑπῆρχον οἱ ταῦτ ' ἐροῦντες οὗτοι ; Βούλομαι τοίνυν ἐπανελθεῖν ἐφ ' ἃ τούτων
τὴν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ . ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσίν με πᾶσαι αἱ γενεαί : ὅτι ἐποίησέν μοι
κηρύκεια συμπεπλεγμένα , ὡς ἔφασαν , ἐκ τῶν θαλλῶν , ἐροῦντες τοῖς Ἀρκάσιν ὅτι οὐ τὴν πρὸς τοὺς Ἕλληνας φιλίαν
ἐγώ , ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός : ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί , ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ
3219325 βαζω
. καὶ πλεονασμῷ τοῦ ρ , φράζω . τὸ δὲ βάζω ὁ μέλλων βάξω , καὶ ὄνομα βάξις . Βάβαξ
ἐστίν , καὶ οἴδατε ὅτι πᾶς ἀνθρωποκτόνος οὐκ ἔχει ζωὴν αἰώνιον ἐν αὐτῷ μένουσαν . ἐν τούτῳ ἐγνώκαμεν τὴν ἀγάπην
ἀνιῶ ἀνιάζω , ἀτιμάζω , πελάζω . ἐκ δὲ τοῦ βάζω καὶ ἡ βάξις Δωρικώτερον . καὶ οὕτω μὲν ἐκ
: οὕτως γὰρ πλουσίως ἐπιχορηγηθήσεται ὑμῖν ἡ εἴσοδος εἰς τὴν αἰώνιον βασιλείαν τοῦ κυρίου ἡμῶν καὶ σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ .
3214995 ἀχυνω
οὕτω δέ , φασί , καὶ ἄχω ἀχύω καὶ Δωρικῶς ἀχύνω καὶ μεταθέσει ἀχνύω , ἐξ οὗ τὸ ἄχνυμι .
. οὐχ ὅτι τὸν πατέρα ἑώρακέν τις εἰ μὴ ὁ ὢν παρὰ τοῦ θεοῦ , οὗτος ἑώρακεν τὸν πατέρα .
ἄχω ἄχομαι παράγωγον ἀχύω ὡς ἄνω ἀνύω , Δωριεῖς δὲ ἀχύνω φασί : μεταθέσει δὲ ὁμοίᾳ γίνεται ἄχνυμαι , ὡς
ἁμαρτωλός ἐστιν οὐκ οἶδα : ἓν οἶδα , ὅτι τυφλὸς ὢν ἄρτι βλέπω . εἶπον οὖν αὐτῷ , Τί ἐποίησέν
3214483 κνηθω
ᾠδή . ἀπὸ τούτου τὸ ἀοιδῶ , εἶτα ὡς τὸ κνήθω κνηθιῶ , ἀτῶ ἀτιῶ , μείδω μειδιῶ , οὕτως
. ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται καὶ ὁ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται . Ἔλεγεν δὲ καὶ τῷ κεκληκότι αὐτόν ,
τῶν ἀφροδισίων ἢ παρὰ τὸ ψῶ , τὸ ἅπτομαι καὶ κνήθω : κνησμός ἐστι τὰ τῆς ἡδονῆς . σηραγγῶδες νεῦρον
, ἔπειτα τῶν τοῦ λαοῦ : τοῦτο γὰρ ἐποίησεν ἐφάπαξ ἑαυτὸν ἀνενέγκας . ὁ νόμος γὰρ ἀνθρώπους καθίστησιν ἀρχιερεῖς ἔχοντας
3212343 χω
ἀκριβῶς ἐσταλμένοι , καὶ ταῖς τριήρεσιν ἄλλῃ καὶ ἄλλῃ τοῦ χώ - ματος ἐπιπλέοντες οἱ Τύριοι , ἅτε δὴ θαλασσοκρατοῦντες
Ἰσραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον , ὅπως ἂν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμοί . Καὶ ἦν Ἅννα προφῆτις , θυγάτηρ
τέρψιν [ νῦν ? [ ! ] ! σκοποῦμαι ? χώ ! [ ὡς ἄσμενός ς ' ἐσεῖδον ? !
καμίνῳ πεπυρωμένης , καὶ ἡ φωνὴ αὐτοῦ ὡς φωνὴ ὑδάτων πολλῶν , καὶ ἔχων ἐν τῇ δεξιᾷ χειρὶ αὐτοῦ ἀστέρας
3204757 συγκοπῃ
καὶ διέχειαν ἢ χωρισμὸν καὶ διακοπὴν μὴ ὑφιστάμενον , καὶ συγκοπῇ τοῦ ι καὶ ἐκτάσει τοῦ ε εἰς η καὶ
ἄλλως ἔχοντα κρυβῆναι οὐ δύνανται . Ὅσοι εἰσὶν ὑπὸ ζυγὸν δοῦλοι , τοὺς ἰδίους δεσπότας πάσης τιμῆς ἀξίους ἡγείσθωσαν ,
. Κῦμα . κύω , κυήσω , κύημα , καὶ συγκοπῇ κῦμα . οἱ δὲ παρὰ τὸ κυκῶ , κυκήσω
, μὴ κατ ' ὀφθαλμοδουλίαν ὡς ἀνθρωπάρεσκοι ἀλλ ' ὡς δοῦλοι Χριστοῦ ποιοῦντες τὸ θέλημα τοῦ θεοῦ ἐκ ψυχῆς ,
3196788 ἀνιαζω
, καὶ ἐξ αὐτοῦ γίνεται παράγωγον ἀλάζω , ὡς ἀνιῶ ἀνιάζω καὶ σκεδῶ σκεδάζω : ἐκ δὲ τοῦ ἀλάζω ἀλαστός
. εἰ δὲ ἐν δακτύλῳ θεοῦ ἐκβάλλω τὰ δαιμόνια , ἄρα ἔφθασεν ἐφ ' ὑμᾶς ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ .
νηυσὶν ἀκηχέδαται : παρὰ τὸ ἀχῶ ἀχάζω , ὡς ἀνιῶ ἀνιάζω , ἤχακα , ὁ μέσος ἤχαδα , ὁ παθητικὸς
κατεργάζομαι αὐτὸ ἀλλὰ ἡ οἰκοῦσα ἐν ἐμοὶ ἁμαρτία . Εὑρίσκω ἄρα τὸν νόμον τῷ θέλοντι ἐμοὶ ποιεῖν τὸ καλὸν ὅτι
3195643 διαφορον
μέσης κινήσεως ἐπὶ τὴν μεγίστην χρόνον , δυσὶ ταῖς τὸ διάφορον τῆς ἀνωμαλίας περιεχούσαις περιφερείαις , ἐπειδήπερ ἡ μὲν ὑπὸ
τοῦ ζῳοποιοῦντος τοὺς νεκροὺς καὶ καλοῦντος τὰ μὴ ὄντα ὡς ὄντα : ὃς παρ ' ἐλπίδα ἐπ ' ἐλπίδι ἐπίστευσεν
δ με δὶς περιέχει τὸ τότε παρὰ τὴν ζῳδιακὴν ἀνωμαλίαν διάφορον , ὅπερ ὑπὸ τῆς ὑπὸ ΒΕΔ γωνίας περιέχεται ,
ἓν τούτων . εἰ δὲ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ σήμερον ὄντα καὶ αὔριον εἰς κλίβανον βαλλόμενον ὁ θεὸς οὕτως ἀμφιέννυσιν
3188197 ὁθεν
. οὕτω μὲν οὖν δυνατόν ἐστι διαγινώσκειν τὴν αἰτίαν , ὅθεν ἡ ἀναγωγὴ γίνεται , καὶ τοὺς πεπονθότας τόπους .
δὲ Παῦλον Ἑρμῆν , ἐπειδὴ αὐτὸς ἦν ὁ ἡγούμενος τοῦ λόγου . ὅ τε ἱερεὺς τοῦ Διὸς τοῦ ὄντος πρὸ
δι ' ὧν εὐκόλως δυνατὸν τὸ ῥῆμα κλίνεσθαι , καὶ ὅθεν εὔκολοι λαμβάνονται : τὰ πληθυντικὰ οὖν σαφῆ καὶ πᾶσι
τε καὶ Σίλας , καὶ αὐτοὶ προφῆται ὄντες , διὰ λόγου πολλοῦ παρεκάλεσαν τοὺς ἀδελφοὺς καὶ ἐπεστήριξαν : ποιήσαντες δὲ
3183802 Ἡσιοδῳ
Ἡσίοδος κιθάραν ἐπὶ τοῖς γόνασιν ἔχων , οὐδέν τι οἰκεῖον Ἡσιόδῳ φόρημα : δῆλα γὰρ δὴ καὶ ἐξ αὐτῶν τῶν
προσεφώνει αὐτοῖς μᾶλλον παρέσχον ἡσυχίαν . καὶ φησίν Ἐγώ εἰμι ἀνὴρ Ἰουδαῖος , γεγεννημένος ἐν Ταρσῷ τῆς Κιλικίας , ἀνατεθραμμένος
. . . . καὶ Ζήνων δὲ τὸ παρ ' Ἡσιόδῳ χάος ὕδωρ εἶναί φησιν , οὗ συνιζάνοντος ἰλὺν γίνεσθαι
δὲ ἐμβὰς εἰς πλοῖον ὑπέστρεψεν . ἐδεῖτο δὲ αὐτοῦ ὁ ἀνὴρ ἀφ ' οὗ ἐξεληλύθει τὰ δαιμόνια εἶναι σὺν αὐτῷ
3168662 οἱονει
λόγοις , ἀντὶ τοῦ ἐμπείροις καὶ συνετοῖς . Ἄνεμοι , οἱονεὶ ἀμενοί τινες , οἱ μὴ μένοντες , καὶ τροπῇ
τι μηδὲν ὤν , φρεναπατᾷ ἑαυτόν : τὸ δὲ ἔργον ἑαυτοῦ δοκιμαζέτω ἕκαστος , καὶ τότε εἰς ἑαυτὸν μόνον τὸ
καὶ τελευταῖον ἐπιτίθεσθαι αὐτῷ ὄνομα , ὅθεν καὶ ὄνομα λέγεται οἱονεὶ τῷ ὄντι ὅμοιον : καὶ γὰρ οὐχ ὡς ἔτυχεν
βασιλεία τοῦ θεοῦ . ὅταν ὁ ἰσχυρὸς καθωπλισμένος φυλάσσῃ τὴν ἑαυτοῦ αὐλήν , ἐν εἰρήνῃ ἐστὶν τὰ ὑπάρχοντα αὐτοῦ :
3149505 καινω
πλεονασμὸν , ὡς οὗτος ὁ ποιητής , τὸ δὲ ῥηθὲν καίνω καὶ τοιαύτην σκευωρίαν ἔχει : κῶ τὸ κεῖμαι ,
εἰς Ἱεροσόλυμα ἐσείσθη πᾶσα ἡ πόλις λέγουσα , Τίς ἐστιν οὗτος ; οἱ δὲ ὄχλοι ἔλεγον , Οὗτός ἐστιν ὁ
: κτῶ κταίνω , τὸ φονεύω , ἀποβολῇ τοῦ τ καίνω καὶ μεταθέσει κναίω . . . α . ἀποδέκται
ἐλθεῖν . εἶπον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι πρὸς ἑαυτούς , Ποῦ οὗτος μέλλει πορεύεσθαι ὅτι ἡμεῖς οὐχ εὑρήσομεν αὐτόν ; μὴ
3147382 καταφρονουμενος
εἰς ἅπαντας τὴν ἐκείνου μνήμην διενεγκεῖν : ὃς ἐν ἀρχῇ καταφρονούμενος , ἐκ τοῦ Πλάτωνι πλησιάσαι τοσαύτην ἔλαβεν ἐπίδοσιν .
νόμου ἀλλὰ τὴν διὰ πίστεως Χριστοῦ , τὴν ἐκ θεοῦ δικαιοσύνην ἐπὶ τῇ πίστει , τοῦ γνῶναι αὐτὸν καὶ τὴν
, οὕτω καὶ αὐτὸς ἀνεχέσθω ὑπὸ τῶν εὐτυχούντων ἐν μέρει καταφρονούμενος , ἢ εἰ βούλεται μὴ ὑπερορᾶσθαι κακοπραγῶν , μηδ
τούτων ἁπάντων . ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ , καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν . μὴ
3137776 σπαζω
σπῶ παράγωγον σπάζω , ὡς βῶ βάζω . τούτῳ τῷ σπάζω ἡ α ἐπίτασις ἐπῆλθε καὶ ἐποίησεν ἀσπάζω καὶ ἀσπάζομαι
ἠτίμασαν . καὶ ἄλλον ἀπέστειλεν , κἀκεῖνον ἀπέκτειναν , καὶ πολλοὺς ἄλλους , οὓς μὲν δέροντες οὓς δὲ ἀποκτέννοντες .
σπῶ παράγωγον σπάζω : ὡς βῶ βάζω : τούτῳ τῷ σπάζω ἡ α ἐπίτασις ἐπῆλθε , καὶ ἐποίησεν ἀσπάζω καὶ
ὀνόματί μου λέγοντες , Ἐγώ εἰμι ὁ Χριστός , καὶ πολλοὺς πλανήσουσιν . μελλήσετε δὲ ἀκούειν πολέμους καὶ ἀκοὰς πολέμων
3136333 φενω
τῆς αι διφθόγγου : πένω : ψένω τὸ τύπτω : φένω τὸ φονεύω , ἐπὶ γὰρ τοῦ λάμπω διὰ τῆς
ἢ προφητεύων κατὰ κεφαλῆς ἔχων καταισχύνει τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ : πᾶσα δὲ γυνὴ προσευχομένη ἢ προφητεύουσα ἀκατακαλύπτῳ τῇ κεφαλῇ καταισχύνει
γράφει τὴν παραλήγουσαν : οἷον , μένω , μονή : φένω , φονή : ἐξ οὗ τὸ φονῶ , φονᾶς
δὲ ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τοὺς χοίρους : καὶ ἰδοὺ ὥρμησεν πᾶσα ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν ,
3136320 ἀμαξα
. ὡς παρὰ τὸ βήσω βῆσσα καὶ ἄξω ἄξα καὶ ἄμαξα , οὕτως καὶ παρὰ τὸ φρῶ , ὃ παρὰ
ὅτι ἐγώ εἰμι . οἱ δὲ εἶπαν , Τί ἔτι ἔχομεν μαρτυρίας χρείαν ; αὐτοὶ γὰρ ἠκούσαμεν ἀπὸ τοῦ στόματος
βλῶ βλήσω : βλήτρον : καὶ πλεονασμῶ τοῦ σ . ἄμαξα ἐκ τοῦ ἄγω , ἄξω : ἄξα : καὶ
παρεισάκτους ψευδαδέλφους , οἵτινες παρεισῆλθον κατασκοπῆσαι τὴν ἐλευθερίαν ἡμῶν ἣν ἔχομεν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ , ἵνα ἡμᾶς καταδουλώσουσιν : οἷς
3136213 κερσω
Αἰολικῶς μέρσω , ὡς φθείρω φθερῶ φθέρσω καὶ κείρω κερῶ κέρσω , καὶ ἀμέρσαι ἐξ αὐτοῦ , . , .
ὁ ποιῶν τὴν δικαιοσύνην ἐξ αὐτοῦ γεγέννηται . ἴδετε ποταπὴν ἀγάπην δέδωκεν ἡμῖν ὁ πατὴρ ἵνα τέκνα θεοῦ κληθῶμεν :
παρὰ τὸ κείρω τὸ κόπτω : ὁ μέλλων Αἰολικῶς , κέρσω : καὶ ἐξ αὐτοῦ κέρσιος : καὶ ἐγκάρσιος :
καθ ' ὑμᾶς πίστιν ἐν τῷ κυρίῳ Ἰησοῦ καὶ τὴν ἀγάπην τὴν εἰς πάντας τοὺς ἁγίους , οὐ παύομαι εὐχαριστῶν
3132244 φαζω
: φῶ ἐστι ῥῆμα , τὸ λέγω , οὗ παράγωγον φάζω καὶ πλεονασμῷ τοῦ ρ φράζω , ὁ μέλλων φράσω
τὰς κοπιώσας ἐν κυρίῳ . ἀσπάσασθε Περσίδα τὴν ἀγαπητήν , ἥτις πολλὰ ἐκοπίασεν ἐν κυρίῳ . ἀσπάσασθε Ῥοῦφον τὸν ἐκλεκτὸν
φῶ ἐστὶ ῥῆμα , δηλοῦν τὸ λέγω , οὗ παράγωγον φάζω , καὶ φάσκω : πλεονασμῷ τοῦ υ , φαύσκω
Γαλιλαίας ἐκ πόλεως Ναζαρὲθ εἰς τὴν Ἰουδαίαν εἰς πόλιν Δαυὶδ ἥτις καλεῖται Βηθλέεμ , διὰ τὸ εἶναι αὐτὸν ἐξ οἴκου
3123235 σημαινει
προαγορεύει θάνατον . Πόλεμος καὶ τὰ πολέμου ἔργα πᾶσι ταραχὰς σημαίνει καὶ δυσθυμίας πλὴν στρατιωτῶν καὶ τῶν ἐξ ὅπλων ἢ
καὶ καθὼς ἠκούσατε ὅτι ἀντίχριστος ἔρχεται , καὶ νῦν ἀντίχριστοι πολλοὶ γεγόνασιν : ὅθεν γινώσκομεν ὅτι ἐσχάτη ὥρα ἐστίν .
, οἷον μέλαινα θεράπαινα λέαινα δράκαινα . † μελαίνας : σημαίνει τρία : τὸ συνετόν : μένεος δὲ φρένες ἀμφιμέλαιναι
ἄφθαρτον κήρυγμα τῆς αἰωνίου σωτηρίας . ἀμήν . 〛 Ἐπειδήπερ πολλοὶ ἐπεχείρησαν ἀνατάξασθαι διήγησιν περὶ τῶν πεπληροφορημένων ἐν ἡμῖν πραγμάτων
3117661 ἀκτος
: παρὰ τὸ ἄγω ἄξω ἦγμαι ἦκται γίνεται ὄνομα ῥηματικὸν ἄκτος καὶ , ἀκάτη καὶ πλεονασμῷ τῆς αλ συλλαβῆς ,
ἀκούων μου τοὺς λόγους τούτους καὶ μὴ ποιῶν αὐτοὺς ὁμοιωθήσεται ἀνδρὶ μωρῷ , ὅστις ᾠκοδόμησεν αὐτοῦ τὴν οἰκίαν ἐπὶ τὴν
: παρὰ τὸ ἄγω ἄξω ἦγμαι ἦκται γίνεται ὄνομα ῥηματικὸν ἄκτος καὶ , ἀκάτη καὶ πλεονασμῷ τῆς αλ συλλαβῆς ,
ὅσον χρόνον ζῇ ; ἡ γὰρ ὕπανδρος γυνὴ τῷ ζῶντι ἀνδρὶ δέδεται νόμῳ : ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ ὁ ἀνήρ ,
3113784 ἀγω
δ ' ἄγε σύν μοι βούλευσον , ποτέρην εἰς ὑμέναιον ἄγω . εἶπεν : ὁ δὲ σκίπωνα , γεροντικὸν ὅπλον
τοῖς πιστεύουσιν ἐν τῇ Μακεδονίᾳ καὶ ἐν τῇ Ἀχαΐᾳ . ἀφ ' ὑμῶν γὰρ ἐξήχηται ὁ λόγος τοῦ κυρίου οὐ
μοί μοι . κώλῳ , πάτερ , ᾇ ς ' ἄγω . ˘˘˘ – ˘˘ – ˘ – – –
ὑμῶν ἡ καρδία , καὶ τὴν χαρὰν ὑμῶν οὐδεὶς αἴρει ἀφ ' ὑμῶν . καὶ ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ἐμὲ
3107356 τρεφω
διάφοροι δέ εἰσιν αἱ σικελικαί : Ἄλεξις : περιστερὰς ἔνδον τρέφω τῶν Σικελικῶν πάνυ κομψάς . ὅτι ἐν νήτταις μείζων
Ἰσκαριώτης , πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς εἶπεν , Τί θέλετέ μοι δοῦναι κἀγὼ ὑμῖν παραδώσω αὐτόν ; οἱ δὲ ἔστησαν αὐτῷ
εἴρηκε καὶ ὅτι αἱ Σικελικαὶ διάφοροί εἰσι : περιστερὰς ἔνδον τρέφω τῶν Σικελικῶν τούτων πάνυ κομψάς . Φερεκράτης ἐν Γραυσί
καὶ τῷ λόγῳ τῆς χάριτος αὐτοῦ τῷ δυναμένῳ οἰκοδομῆσαι καὶ δοῦναι τὴν κληρονομίαν ἐν τοῖς ἡγιασμένοις πᾶσιν . ἀργυρίου ἢ
3105454 συνηθες
ταῖς ταπεινοτάταις , ἀλλὰ ταῖς μεγίσταις ἐν τοῖς ἀγῶσι χρῆσθαι σύνηθές ἐστιν . ἡ μὲν οὖν προαίρεσις οὕτω καλὴ καὶ
ἱμᾶσιν εἶπεν πρὸς τὸν ἑστῶτα ἑκατόνταρχον ὁ Παῦλος , Εἰ ἄνθρωπον Ῥωμαῖον καὶ ἀκατάκριτον ἔξεστιν ὑμῖν μαστίζειν ; ἀκούσας δὲ
δὲ καὶ οὐχὶ Περὶ προγυμνασμάτων τὸ βιβλίον ἐπέγραψεν , ὅτι σύνηθές ἐστι τὸ ὄνομα , περὶ οὗ ὁ λόγος ,
δὲ ὅτι Τὸ ἐκ τοῦ ἀνθρώπου ἐκπορευόμενον ἐκεῖνο κοινοῖ τὸν ἄνθρωπον : ἔσωθεν γὰρ ἐκ τῆς καρδίας τῶν ἀνθρώπων οἱ
3089365 κναιω
οὖν Φιλοξένῳ συγκατατίθεσθαι , ὅτι ἀπὸ τοῦ κνῶ γίνεται παράγωγον κναίω τὸ σημαῖνον τὸ διαφθείρειν , ὡς Ἀριστοφάνης Ἱππεῦσιν :
τὰ καθ ' ὑμᾶς , διαταξάμενος τῷ ἑκατοντάρχῃ τηρεῖσθαι αὐτὸν ἔχειν τε ἄνεσιν καὶ μηδένα κωλύειν τῶν ἰδίων αὐτοῦ ὑπηρετεῖν
καὶ ἀποβολῇ τοῦ τ καίνω : καὶ μεταθέσει τοῦ ν κναίω : καὶ σύνθετον ἀποκναίω . . . . .
δίκαιον ἐμοὶ τοῦτο φρονεῖν ὑπὲρ πάντων ὑμῶν , διὰ τὸ ἔχειν με ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμᾶς , ἔν τε τοῖς
3082885 Μηδεα
. . Τὸ Μαδέαθεν ἀντὶ τοῦ εἰς τὴν Μηδέαν . Μηδέα δέ ἐστι πόλις Ἄργους . οὕτως ἐκαλεῖτο . *
, καὶ ὅτι ὤφθη Κηφᾷ , εἶτα τοῖς δώδεκα : ἔπειτα ὤφθη ἐπάνω πεντακοσίοις ἀδελφοῖς ἐφάπαξ , ἐξ ὧν οἱ
. . Τὸ Μαδέαθεν ἀντὶ τοῦ εἰς τὴν Μηδέαν . Μηδέα δέ ἐστι πόλις Ἄργους . οὕτως ἐκαλεῖτο . *
. ἡ δὲ ἄνωθεν σοφία πρῶτον μὲν ἁγνή ἐστιν , ἔπειτα εἰρηνική , ἐπιεικής , εὐπειθής , μεστὴ ἐλέους καὶ
3081811 Ἀμελητα
εἴδους καὶ ὑπὸ τοῦ σώματος πανταχόθεν ἐπισκοτεῖται : ὅπερ εἴτε Ἀμέλητα ποταμὸν εἴτε Λήθης ὕδωρ εἴτε ἄγνοιαν καὶ παραφροσύνην εἴτε
ἀγγελικὸς , καὶ παρακλίσει τῶν ἐπουρανίων δυνάμεων , διὸ λέγει πάσαν οὖν βιοτικὴν ἀποθόμεθαν μέριμναν , ὡς τὸν βασιλέαν τῶν
νοίας ἐξηγούμενοι , καὶ τὸν παρὰ μὲν τῷ Πλάτωνι ποταμὸν Ἀμέλητα , παρὰ δὲ τῷ Ἡσιόδῳ καὶ τοῖς Ὀρφικοῖς τὴν
ἀγγελικὸς , καὶ παρακλίσει τῶν ἐπουρανίων δυνάμεων , διὸ λέγει πάσαν οὖν βιοτικὴν ἀποθόμεθαν μέριμναν , ὡς τὸν βασιλέαν τῶν
3080457 Πλατωσι
χηνί χησί , ποιμένι ποιμέσι , λιμένι λιμέσι , Πλάτωνι Πλάτωσι , Μέμνονι Μέμνοσι , Τρύφωνι Τρύφωσιν : οὕτως οὖν
θεοῦ . ὡς δέ τινες ἐσκληρύνοντο καὶ ἠπείθουν κακολογοῦντες τὴν ὁδὸν ἐνώπιον τοῦ πλήθους , ἀποστὰς ἀπ ' αὐτῶν ἀφώρισεν
ἀλλὰ δι ' ἑνός , οἷον χαρίεσι τιμήεσιν , ὥσπερ Πλάτωσι Πάρισι Δημοσθένεσι . Τοὺς χαρίεντας , ὦ χαρίεντες .
ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ : οὗτός ἐστιν ὁ παρὰ τὴν ὁδὸν σπαρείς . ὁ δὲ ἐπὶ τὰ πετρώδη σπαρείς ,
3078294 γυω
τὸ δέχομαι , ἔνθεν γωρυτός . τοῦ γῶ παράγωγον τὸ γύω , ἀφ ' οὗ ἐγγυᾶσθαι εἴρηται τὸ εἰς ἑαυτὸν
ἀπολέσῃ ζῳογονήσει αὐτήν . λέγω ὑμῖν , ταύτῃ τῇ νυκτὶ ἔσονται δύο ἐπὶ κλίνης μιᾶς , ὁ εἷς παραλημφθήσεται καὶ
γύαλον : κυρίως τὸ κοῖλον τῆς χειρός . παρὰ τὸ γύω , ἀφ ' οὗ γύον καὶ γυῖον . τὸ
καὶ ψευδοπροφῆται ἐν τῷ λαῷ , ὡς καὶ ἐν ὑμῖν ἔσονται ψευδοδιδάσκαλοι , οἵτινες παρεισάξουσιν αἱρέσεις ἀπωλείας , καὶ τὸν
3073521 ἀλαλη
ὡς δρῶ δραίνω . οὕτως Μεθόδιος . . . . ἀλαλή : ὁ θόρυβος : παρὰ τὴν ἅλα , τὴν
ἡ ἀγγελία ἣν ἠκούσατε ἀπ ' ἀρχῆς , ἵνα ἀγαπῶμεν ἀλλήλους : οὐ καθὼς Κάϊν ἐκ τοῦ πονηροῦ ἦν καὶ
μασχάλη αἰθάλη δαμάλη . τὸ δὲ κεφαλή ὀξύνεται . τὸ ἀλαλή παρὰ τὸ λαλῶ . τὸ δὲ ἀμυγδαλῆ ἐκ συναιρέσεως
καὶ πατέρα τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ . Διὸ προσλαμβάνεσθε ἀλλήλους , καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς προσελάβετο ὑμᾶς , εἰς
3038412 πρωτοτυπον
ἐδέξαντο . . Τὸ ΕΡΡΙΓΟΝΤΙ οὕτω κανονίζεται . Ῥιγέω ῥιγῶ πρωτότυπον , ὁ μέσος παρακείμενος ἔῤῥιγα , καὶ ἐκ τούτου
πατήρ : αὐτὸ τὸ πνεῦμα συμμαρτυρεῖ τῷ πνεύματι ἡμῶν ὅτι ἐσμὲν τέκνα θεοῦ . εἰ δὲ τέκνα , καὶ κληρονόμοι
γὰρ λέγω ἀπό τινος οὐ παράγεται καὶ διὰ τοῦτό ἐστι πρωτότυπον , τὸ δὲ εὐλογῶ ἀπὸ τοῦ εὖ παράγεται καὶ
τοῦ υἱοῦ τῆς ἐλευθέρας . διό , ἀδελφοί , οὐκ ἐσμὲν παιδίσκης τέκνα ἀλλὰ τῆς ἐλευθέρας . τῇ ἐλευθερίᾳ ἡμᾶς
3033832 Ὠγυιον
τούτων ἐπὶ τοὺς συγγραφέας βαδίζει Ῥιπαῖα ὄρη λέγοντας καὶ τὸ Ὠγύιον ὄρος καὶ τὴν τῶν Γοργόνων καὶ Ἑσπερίδων κατοικίαν ,
οἶκον τοῦ πατρός μου , ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς , ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς , ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς
τούτων ἐπὶ τοὺς συγγραφέας βαδίζει Ῥιπαῖα ὄρη λέγοντας καὶ τὸ Ὠγύιον ὄρος καὶ τὴν τῶν Γοργόνων καὶ Ἑσπερίδων κατοικίαν καὶ
ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί . Τότε πορευθέντες οἱ Φαρισαῖοι συμβούλιον ἔλαβον ὅπως αὐτὸν παγιδεύσωσιν ἐν λόγῳ . καὶ ἀποστέλλουσιν αὐτῷ τοὺς
3028533 ἐπεπολασε
ἐξελάσαι , τέχνῃ καὶ ἐπινοίᾳ ῥᾳδίως συνετέλεσε τὸν ἆθλον . ἐπεπόλασε γάρ , ὡς ἔοικεν , ὀρνίθων πλῆθος ἀμύθητον ,
λέγω , πᾶσιν λέγω , γρηγορεῖτε . Ἦν δὲ τὸ πάσχα καὶ τὰ ἄζυμα μετὰ δύο ἡμέρας . καὶ ἐζήτουν
τῆς εἰς τὴν Ἑλλάδα αὐτῶν στρατείας : καὶ μετὰ ταῦτα ἐπεπόλασε πολὺ μᾶλλον , ἀφ ' οὗ τάς τε νήσους
ἀπελθόντες δὲ εὗρον καθὼς εἰρήκει αὐτοῖς , καὶ ἡτοίμασαν τὸ πάσχα . Καὶ ὅτε ἐγένετο ἡ ὥρα , ἀνέπεσεν καὶ
3024433 Αἰολικως
ἄλιπτα : παρὰ τὸ ἀλείφω ἄλιμμα , καὶ † ἄλιπτα Αἰολικῶς . . . . ἁλιεύς : παρὰ τὸ ἁλός
δι ' αὐτῶν τὸ ἱερὸν καὶ ἄφθαρτον κήρυγμα τῆς αἰωνίου σωτηρίας . ἀμήν . 〛 Ἐπειδήπερ πολλοὶ ἐπεχείρησαν ἀνατάξασθαι διήγησιν
ταράττεσθαι : παρὰ τὸ ἐν ἄτῃ ταράττεσθαι . Ἄμυδις , Αἰολικῶς : παρὰ γὰρ τὸ ἅμαδις καὶ ἄμυδις , τροπῇ
, πᾶσαν σπουδὴν ποιούμενος γράφειν ὑμῖν περὶ τῆς κοινῆς ἡμῶν σωτηρίας ἀνάγκην ἔσχον γράψαι ὑμῖν παρακαλῶν ἐπαγωνίζεσθαι τῇ ἅπαξ παραδοθείσῃ
3021170 Βεχειρ
διαλέκτῳ , καὶ σχεδὸν ἐν σημειώσει : οἷον , τὸ Βέχειρ ὄνομα ἔθνους : Σάπειρ ὁμοίως : Ἀλάζειρ ὄνομα κύριον
τὸ πλήρωμα τοῦ θεοῦ . Τῷ δὲ δυναμένῳ ὑπὲρ πάντα ποιῆσαι ὑπερεκπερισσοῦ ὧν αἰτούμεθα ἢ νοοῦμεν κατὰ τὴν δύναμιν τὴν
καὶ πρὸς αὐτῇ Βεῦος ποταμός . τὸ ἐθνικὸν Βευαῖος . Βέχειρ , ἔθνος Σκυθικόν , ὡς Σάπειρ , ἢ μετὰ
ἐν τῇ ἐρήμῳ , καθὼς διετάξατο ὁ λαλῶν τῷ Μωϋσῇ ποιῆσαι αὐτὴν κατὰ τὸν τύπον ὃν ἑωράκει , ἣν καὶ
3019275 Κτησιαι
Ἡσιόδωι καὶ Ὁμήρωι πιστεύσειεν ἡρωολογοῦσιν καὶ τοῖς τραγικοῖς ποιηταῖς ἢ Κτησίαι τε καὶ Ἡροδότωι καὶ Ἑλλανίκωι καὶ ἄλλοις τοιούτοις .
θέλεις ὃν τρόπον ἀνεῖλες ἐχθὲς τὸν Αἰγύπτιον ; ἔφυγεν δὲ Μωϋσῆς ἐν τῷ λόγῳ τούτῳ , καὶ ἐγένετο πάροικος ἐν
Ἡσιόδωι καὶ Ὁμήρωι πιστεύσειεν ἡρωολογοῦσι καὶ τοῖς τραγικοῖς ποιηταῖς ἢ Κτησίαι τε καὶ Ἡροδότωι καὶ Ἑλλανίκωι καὶ ἄλλοις τοιούτοις .
Τί ὑμῖν ἐνετείλατο Μωϋσῆς ; οἱ δὲ εἶπαν , Ἐπέτρεψεν Μωϋσῆς βιβλίον ἀποστασίου γράψαι καὶ ἀπολῦσαι . ὁ δὲ Ἰησοῦς
3019094 ὑπεληφθη
τὴν ἀλήθειαν . γνωσθεὶς δὲ παρὰ τοῖς Ἕλλησι θεοφιλέστατος εἶναι ὑπελήφθη . Ὅθεν καὶ Ἀθηναίοις τότε λοιμῷ κατεχομένοις ἔχρησεν ἡ
: λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι οὐδὲ Σολομὼν ἐν πάσῃ τῇ δόξῃ αὐτοῦ περιεβάλετο ὡς ἓν τούτων . εἰ δὲ τὸν
θάνατον δίκας ὑπόσχοιεν οἱ κακοῦργοι . ὅθεν καὶ μυθικώτερος ἐνίοις ὑπελήφθη τοῖς συγγράμμασιν ἐγκαταμίξας τὰς τοιαύτας διηγήσεις , ὅπως διὰ
καὶ εὐσέβειαν δεδωρημένης διὰ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ καλέσαντος ἡμᾶς ἰδίᾳ δόξῃ καὶ ἀρετῇ , δι ' ὧν τὰ τίμια καὶ
3015175 ποτιζω
ἐν τῷ Συμποσίῳ . Ψιάς . παρὰ τὸ ψίσω τὸ ποτίζω . ὁ δὲ Ἡρωδιανὸς φησί : τὸ ψείω σημαίνει
ἀνθρώποις . ὁ θεὸς τῶν πατέρων ἡμῶν ἤγειρεν Ἰησοῦν , ὃν ὑμεῖς διεχειρίσασθε κρεμάσαντες ἐπὶ ξύλου : τοῦτον ὁ θεὸς
ὁ Γλαύκου τὴν αὐτὴν ὑπομνηματίζων φησίν ” ἄρω ἐστὶ τὸ ποτίζω , οὗ τὸ ἄρδω παράγωγον , ἐκ τούτου ἀρέθω
οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός , [ ὁ ] Ἰησοῦς , ὃν ἐγὼ καταγγέλλω ὑμῖν . καί τινες ἐξ αὐτῶν ἐπείσθησαν
3007734 ἀνωμαλιαν
ὁ πλοῦς ἐπιλογισάμενοι διὰ τὴν τῶν πνευμάτων ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον ἀνωμαλίαν καὶ παραλλαγὴν , οὔθ ' ὅτι πρὸς ἄρκτους ἢ
ἐμαυτῷ ὡς τελειώσω τὸν δρόμον μου καὶ τὴν διακονίαν ἣν ἔλαβον παρὰ τοῦ κυρίου Ἰησοῦ , διαμαρτύρασθαι τὸ εὐαγγέλιον τῆς
τούτοις παραπλησίων . Διοκλῆς τὰς πλείστας τῶν νόσων δι ' ἀνωμαλίαν ἔλεγε τίκτεσθαι . Ἐρασίστρατος ἔλεγε πλῆθος καὶ διαφθορὰ τἀνωτάτω
ἐν θανάτοις πολλάκις : ὑπὸ Ἰουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα παρὰ μίαν ἔλαβον , τρὶς ἐραβδίσθην , ἅπαξ ἐλιθάσθην , τρὶς ἐναυάγησα
3007038 εἰληχα
τῇ τοῦ διώκοντος λήξει δηλοῦσθαι , ἣν ἐγὼ τούτῳ ψευδομαρτυρίων εἴληχα . μὴ δὴ τοῦτ ' ἀφεὶς περὶ ὧν οὐκ
φωνὴν τοῦ στρουθίου ἀναστήσεται πᾶσα βοτάνη , τουτέστιν ὑπὸ τὴν φωνὴν ἀρχαγγέλου ἀναστήσεται πᾶσα φύσις ἀνθρωπίνη . Καὶ πάλιν εἶπον
ἐπάγει τί παθὼν πεποίηκεν , πολλῷ τῆς προσηκούσης ἐλάττω δίκην εἴληχα , νῦν τὸ συλληπτικὸν εἰς ἐπίτασιν ὁμολογούμενον , πολλαχόθεν
μετώπων αὐτῶν . καὶ ἤκουσα φωνὴν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ὡς φωνὴν ὑδάτων πολλῶν καὶ ὡς φωνὴν βροντῆς μεγάλης , καὶ
3001221 πληθω
καὶ παράγωγον ἀχόω : ὡς ἄνω ἀνέω : καὶ ὡς πλήθω πληθύω πληθύνω , οὕτως ἀχύνω καὶ ὑπερθέσει ἀχνύω .
εἴπατε αὐτῷ , Ὁ διδάσκαλος λέγει , Ὁ καιρός μου ἐγγύς ἐστιν : πρὸς σὲ ποιῶ τὸ πάσχα μετὰ τῶν
περισπᾶται , ἀπὸ ὀνόματος γέγονε : ἀλήθω κνήθω λήθω πήθω πλήθω πρήθω . τὸ δὲ βοηθῶ ἀηθῶ παρ ' ὄνομα
καὶ ὑμεῖς , ὅταν ἴδητε ταῦτα γινόμενα , γινώσκετε ὅτι ἐγγύς ἐστιν ἐπὶ θύραις . ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐ
2985489 ματω
' ἄρ ' ἔπεφνε , λύω Λύαιος ὄνομα κύριον , ματῶ μάταιος . οὕτως οὖν καὶ βιβῶ βίβαιος καὶ βέβαιος
καὶ μετόχους γενηθέντας πνεύματος ἁγίου καὶ καλὸν γευσαμένους θεοῦ ῥῆμα δυνάμεις τε μέλλοντος αἰῶνος , καὶ παραπεσόντας , πάλιν ἀνακαινίζειν
, παράγωγον πατῶ , ὡς μῶ , τὸ ζητῶ , ματῶ , ὅθεν καὶ μαστός : πέπασμαι πέπασαι πέπασται παστός
Τότε ἤρξατο ὀνειδίζειν τὰς πόλεις ἐν αἷς ἐγένοντο αἱ πλεῖσται δυνάμεις αὐτοῦ , ὅτι οὐ μετενόησαν : Οὐαί σοι ,
2981133 δηλουντα
γραμμάτιον πέμψαι παρὰ τὸν Ἀπολλόδωρον ἐκ Βαβυλῶνος εἰς Ἐκβάτανα , δηλοῦντα μηδέν τι δεδιέναι Ἡφαιστίωνα : ἔσεσθαι γὰρ αὐτοῖς ὀλίγου
ἠθέλησαν ἰδεῖν ἃ ὑμεῖς βλέπετε καὶ οὐκ εἶδαν , καὶ ἀκοῦσαι ἃ ἀκούετε καὶ οὐκ ἤκουσαν . Καὶ ἰδοὺ νομικός
τοῖα εἰς τὸ τοιαῦτα ἐπεκτεινόμενον . Τὰ ἐν ἁπλοῖς πλείονα δηλοῦντα οὐκ ἔχει ἐγκειμένας τὰς φωνὰς τῶν δηλουμένων . τὸ
ἀρχαίων ἐν ὑμῖν ἐξελέξατο ὁ θεὸς διὰ τοῦ στόματός μου ἀκοῦσαι τὰ ἔθνη τὸν λόγον τοῦ εὐαγγελίου καὶ πιστεῦσαι :
2963991 ἐπιτατικον
καὶ πλεονασμῷ τοῦ ο . ἢ παρὰ τὸ α τὸ ἐπιτατικόν . μεταβέβληται εἰς ο , ἄτλος καὶ ὄτλος .
ἀτιμίᾳ , ἐγείρεται ἐν δόξῃ : σπείρεται ἐν ἀσθενείᾳ , ἐγείρεται ἐν δυνάμει : σπείρεται σῶμα ψυχικόν , ἐγείρεται σῶμα
κυρίως ἐπὶ τοῦ ἀδδηφαγεῖν . Λαγώς . ἔγκειται τὸ λα ἐπιτατικόν . παρὰ τοῦτο οὖν καὶ τὸ ὦς Δώριον ,
ὅτι ἀπὸ θεοῦ ἐξῆλθεν καὶ πρὸς τὸν θεὸν ὑπάγει , ἐγείρεται ἐκ τοῦ δείπνου καὶ τίθησιν τὰ ἱμάτια , καὶ
2956340 Ἐγγυα
, Γνῶθι σεαυτόν , καὶ Μηδὲν ἄγαν , καὶ τρίτον Ἐγγύα , πάρα δ ' ἄτα . τούτων ἕκαστον ὑπάρχον
ὁ δὲ σπείρων εἰς τὸ πνεῦμα ἐκ τοῦ πνεύματος θερίσει ζωὴν αἰώνιον . τὸ δὲ καλὸν ποιοῦντες μὴ ἐγκακῶμεν ,
σοφῶν σκεπτικὰ εἶναι , οἷον τὸ Μηδὲν ἄγαν , καὶ Ἐγγύα , πάρα δ ' ἄτα : δηλοῦσθαι γὰρ τῷ
εἷς ἐστιν ὁ ἀγαθός . εἰ δὲ θέλεις εἰς τὴν ζωὴν εἰσελθεῖν , τήρησον τὰς ἐντολάς . λέγει αὐτῷ ,
2947428 ἀχνυω
, ἑννύω , ἕννυμι , καὶ ἀμφιέννυμι , ἄχω , ἀχνύω , ἄχνυμι , ῥῶ , ῥωννύω , ῥώννυμι ,
τὴν ἑορτήν , ἢ τοῖς πτωχοῖς ἵνα τι δῷ . λαβὼν οὖν τὸ ψωμίον ἐκεῖνος ἐξῆλθεν εὐθύς : ἦν δὲ
καὶ ὡς πλήθω πληθύω πληθύνω , οὕτως ἀχύνω καὶ ὑπερθέσει ἀχνύω . καὶ ἀχνύομαι , καὶ ἄχνυμαι . συγκοπῇ καὶ
, Λάβετε , τοῦτό ἐστιν τὸ σῶμά μου . καὶ λαβὼν ποτήριον εὐχαριστήσας ἔδωκεν αὐτοῖς , καὶ ἔπιον ἐξ αὐτοῦ
2940473 ὁρμω
ἀνδρῶν ἠΐθεος . ἠΐθεος ὁ νέος ἀπὸ τοῦ ἀΐσσω τὸ ὁρμῶ καὶ τοῦ θέω τὸ τρέχω : ἡ γὰρ ἡλικία
. ἀσθενοῦντας θεραπεύετε , νεκροὺς ἐγείρετε , λεπροὺς καθαρίζετε , δαιμόνια ἐκβάλλετε : δωρεὰν ἐλάβετε , δωρεὰν δότε . Μὴ
ἀναίνετο : ἀπηρνεῖτο : ὥσπερ παρὰ τὸ λιπῶ λιπαίνω καὶ ὁρμῶ ὁρμαίνω καὶ ὑφῶ ὑφαίνω , οὕτως καὶ παρὰ τὸ
ἐκείνους εἰσελθεῖν : καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς . ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους , καὶ
2940181 ἀλαζω
τὸ σημαῖνον τὸ πλανῶ , καὶ ἐξ αὐτοῦ γίνεται παράγωγον ἀλάζω , ὡς ἀνιῶ ἀνιάζω καὶ σκεδῶ σκεδάζω : ἐκ
δὲ ἐνεργήματα δυνάμεων , ἄλλῳ [ δὲ ] προφητεία , ἄλλῳ [ δὲ ] διακρίσεις πνευμάτων , ἑτέρῳ γένη γλωσσῶν
ὡς ἀνιῶ ἀνιάζω καὶ σκεδῶ σκεδάζω : ἐκ δὲ τοῦ ἀλάζω ἀλαστός , ὡς σκευάζω σκευαστός , καὶ ἐξ αὐτοῦ
ὁ γενόμενος εἰς κεφαλὴν γωνίας . καὶ οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία , οὐδὲ γὰρ ὄνομά ἐστιν ἕτερον
2939759 θυω
καὶ πλεονασμῷ τοῦ ν ἀχύνω , ὥσπερ δύω δύνω καὶ θύω θύνω , καὶ ἐν ὑπερθέσει τοῦ ν ἀχνύω :
εἶ ὁ ἐρχόμενος ἢ ἄλλον προσδοκῶμεν ; ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ ἐθεράπευσεν πολλοὺς ἀπὸ νόσων καὶ μαστίγων καὶ πνευμάτων πονηρῶν
ἀλλήλων δὲ διέχουσιν πολύ . βοῦν προσκυνεῖς , ἐγὼ δὲ θύω τοῖς θεοῖς : τὴν ἔγχελυν μέγιστον ἡγεῖ δαίμονα ,
καὶ δεήσεσιν λατρεύουσα νύκτα καὶ ἡμέραν . καὶ αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἐπιστᾶσα ἀνθωμολογεῖτο τῷ θεῷ καὶ ἐλάλει περὶ αὐτοῦ πᾶσιν
2938765 ἀχνυμι
ἐν ὑπερβιβασμῷ τοῦ ν ἀχνύω . ἐκ δὲ τούτου παράγωγον ἄχνυμι , ὁ παθητικὸς ἄχνυμαι καὶ ἀχνύμενος , ὥσπερ ὀρῶ
σαββάτῳ : ἔσται γὰρ τότε θλῖψις μεγάλη οἵα οὐ γέγονεν ἀπ ' ἀρχῆς κόσμου ἕως τοῦ νῦν οὐδ ' οὐ
, ἕννυμι , καὶ ἀμφιέννυμι , ἄχω , ἀχνύω , ἄχνυμι , ῥῶ , ῥωννύω , ῥώννυμι , πήγω ,
ἀδελφὸν αὐτοῦ . Ὅτι αὕτη ἐστὶν ἡ ἀγγελία ἣν ἠκούσατε ἀπ ' ἀρχῆς , ἵνα ἀγαπῶμεν ἀλλήλους : οὐ καθὼς
2938340 Τενεδιοις
Πόλυβος τὸν Οἰδίπουν . δοκεῖ δὲ καὶ συγγένειά τις εἶναι Τενεδίοις πρὸς τούτους ἀπὸ Τέννου τοῦ Κύκνου , καθάπερ εἴρηκεν
πέραν . Καὶ ἐπελάθοντο λαβεῖν ἄρτους , καὶ εἰ μὴ ἕνα ἄρτον οὐκ εἶχον μεθ ' ἑαυτῶν ἐν τῷ πλοίῳ
, ὡς δὲ καὶ τοῦτο τιμᾶσθαι , καθὰ καὶ παρὰ Τενεδίοις καὶ Λεσβίοις . ὅτι Σοφοκλῆς τις ψηφίσματι ἐξήλασε πάντας
καὶ ἀμέμπτως ὑμῖν τοῖς πιστεύουσιν ἐγενήθημεν , καθάπερ οἴδατε ὡς ἕνα ἕκαστον ὑμῶν ὡς πατὴρ τέκνα ἑαυτοῦ παρακαλοῦντες ὑμᾶς καὶ
2933963 φονευω
: σεσημείωται τὸ φαίνω τὸ λάμπω , ἐπὶ γὰρ τοῦ φονεύω διὰ τοῦ ε ψιλοῦ : Φαίναξ ὄνομα κύριον :
σήμερον . τότε ἐπληρώθη τὸ ῥηθὲν διὰ Ἰερεμίου τοῦ προφήτου λέγοντος , Καὶ ἔλαβον τὰ τριάκοντα ἀργύρια , τὴν τιμὴν
στορῶ : τορῶ : φρονῶ : χολῶ : φονῶ τὸ φονεύω : κορῶ : φθονῶ : τονῶ : λοχῶ ,
καὶ ἐγένετο αἷμα . καὶ ἤκουσα τοῦ ἀγγέλου τῶν ὑδάτων λέγοντος , Δίκαιος εἶ , ὁ ὢν καὶ ὁ ἦν
2931693 πεμπω
' οὐδ ' ἀθέριξε : μόλις δ ' ἀέκοντα θύραζε πέμπω , ἐπεὶ μέμονέν γε παρέμμεναι ἀσχαλόωντι . ” Ὧς
. καὶ ὁ διψῶν ἐρχέσθω , ὁ θέλων λαβέτω ὕδωρ ζωῆς δωρεάν . Μαρτυρῶ ἐγὼ παντὶ τῷ ἀκούοντι τοὺς λόγους
παρὰ τοὺς κρείττονας ; ὦ δεξιώτατε παίδων , οἷόν σοι πέμπω βιβλίον , οἵων τὰ νῦν ἀπολαύεις λόγων . Ἀλλὰ
ἀγωνίζου τὸν καλὸν ἀγῶνα τῆς πίστεως , ἐπιλαβοῦ τῆς αἰωνίου ζωῆς , εἰς ἣν ἐκλήθης καὶ ὡμολόγησας τὴν καλὴν ὁμολογίαν
2923643 μεζεα
ἀπέτεμεν * Οὐρανοῦ * τὰ παιδογόνα * μορία * . μέζεα δὲ λέγονται τὰ αἰδοῖα ἅρπη δὲ τὸ θέριστρον .
ἔθνους τῶν ὑπὸ τὸν οὐρανόν : γενομένης δὲ τῆς φωνῆς ταύτης συνῆλθεν τὸ πλῆθος καὶ συνεχύθη , ὅτι ἤκουον εἷς
παρὰ Καλλιμάχῳ : † ἕζεσθαι θερμότατον ῥιζοῦχε Ποσειδῶν † . μέζεα δὲ ὡς μήδεα . αἱ δ ' οὐραὶ ὡς
δὲ δεῖ αὐτὸν πολλὰ παθεῖν καὶ ἀποδοκιμασθῆναι ἀπὸ τῆς γενεᾶς ταύτης . καὶ καθὼς ἐγένετο ἐν ταῖς ἡμέραις Νῶε ,
2917916 ἐπιτατικου
τὸ ἐπιτεταμένως βλέπειν : τείνω τενῶ τενίζω καὶ μετὰ τοῦ ἐπιτατικοῦ α ἀτενίζω , * ? Ἄπλητα ἄπειρα , πολλά
καταντήσω εἰς τὴν ἐξανάστασιν τὴν ἐκ νεκρῶν . Οὐχ ὅτι ἤδη ἔλαβον ἢ ἤδη τετελείωμαι , διώκω δὲ εἰ καὶ
παρὰ τὸ ῥαίω , τὸ φθείρω , καὶ μετὰ τοῦ ἐπιτατικοῦ α ἀραιή , ὅθεν καὶ δασύνεται . ἔστιν ὅτε
τῷ λόγῳ ὃν εἶπεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς καὶ ἐπορεύετο . ἤδη δὲ αὐτοῦ καταβαίνοντος οἱ δοῦλοι αὐτοῦ ὑπήντησαν αὐτῷ λέγοντες
2907073 Δωρικην
σιδήρειός τε ῥαιστήρων κτύπος . Μία δ ' ἐστὶν αὐτῶν Δωρικὴν ἀποικίαν ἔχουσα , Λιπάρα δ ' ὄνομα , συγγενὶς
ὅτι τυφλὸς ἐγεννήθη ; πῶς οὖν βλέπει ἄρτι ; ἀπεκρίθησαν οὖν οἱ γονεῖς αὐτοῦ καὶ εἶπαν , Οἴδαμεν ὅτι οὗτός
ἀγαπῶσαν φίλει . Τὸν λίθον πρὸς τὴν σπάρτην κατὰ τὴν Δωρικὴν παροιμίαν ἄγοντες . Τὸν πόκον περικείρεσθαι βούλομαι τῶν προβάτων
ἀπαγγέλλων ὅτι Ὄντως ὁ θεὸς ἐν ὑμῖν ἐστιν . Τί οὖν ἐστιν , ἀδελφοί ; ὅταν συνέρχησθε , ἕκαστος ψαλμὸν
2903772 πεμπελος
ὑπερδισύλλαβα ἔχοντα τὴν τρίτην μακρὰν προπαροξύνεται : ἀείδελος εἴκελος εὐτράπελος πέμπελος . εἰ δὲ τρισύλλαβα εἴη ἐπιθετικὰ μὴ ὄντα σύνθετα
Εἶπεν δὲ καὶ ἕτερος , Ἀκολουθήσω σοι , κύριε : πρῶτον δὲ ἐπίτρεψόν μοι ἀποτάξασθαι τοῖς εἰς τὸν οἶκόν μου
φησιν οὕτως εἰν Ἀρίμοις ὅθι φασὶ Τυφωέος ἔμμεναι εὐνάς εἰναλίου πέμπελος : ἡ γραῦς , παρὰ τὸ εἶναι πλησίον τοῦ
τῶν ἀποστόλων ὑμῶν ἐντολῆς τοῦ κυρίου καὶ σωτῆρος : τοῦτο πρῶτον γινώσκοντες , ὅτι ἐλεύσονται ἐπ ' ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν
2900045 ἀρθμος
ἁρμός , ὡς κείρω κορμός , καὶ πλεονασμῷ τοῦ θ ἀρθμός , ὡς πείρω πορμός καὶ πορθμός . ἢ ἀπὸ
ὑπὲρ ἀδίκων , ἵνα ὑμᾶς προσαγάγῃ τῷ θεῷ , θανατωθεὶς μὲν σαρκὶ ζῳοποιηθεὶς δὲ πνεύματι : ἐν ᾧ καὶ τοῖς
ἐκεῖσε τὰς κατὰ τῶν , ἐκλήθη . . . . ἀρθμός : ἡ φιλία καὶ ἡ ἁρμονία τῆς ψυχῆς .
αὐτοῦ ἐν αὐτῷ θεωροῦντος κατείδωλον οὖσαν τὴν πόλιν . διελέγετο μὲν οὖν ἐν τῇ συναγωγῇ τοῖς Ἰουδαίοις καὶ τοῖς σεβομένοις
2899295 ἁρπασω
μελλόντων εἰς τὸ ξ τρέπει , οἷον ἁρπάξω ἀντὶ τοῦ ἁρπάσω . Πάντας τοὺς ὁριστικοὺς μέλλοντας περισπᾷ : τυψῶ λέγουσι
διαστολὴ Ἰουδαίου τε καὶ Ἕλληνος , ὁ γὰρ αὐτὸς κύριος πάντων , πλουτῶν εἰς πάντας τοὺς ἐπικαλουμένους αὐτόν : Πᾶς
σαλπίγξω ποιητικῶς : ὁμοίως βαστάζω βαστάσω καὶ βαστάξω , ἁρπάζω ἁρπάσω καὶ ἁρπάξω , νυστάζω νυστάσω καὶ νυστάξω : τὸ
καὶ εἰς αὐτὸ ἀγρυπνοῦντες ἐν πάσῃ προσκαρτερήσει καὶ δεήσει περὶ πάντων τῶν ἁγίων , καὶ ὑπὲρ ἐμοῦ , ἵνα μοι
2892307 ἀησω
ἄνεμος , παρὰ τὸ ἀεῖν καὶ πνεῖν . ἀῶ , ἀήσω , ἀήτης . οὕτως Ἡσίοδος φησίν : διασκιδνᾶσιν ἀέντος
ἀνυπόκριτος : καρπὸς δὲ δικαιοσύνης ἐν εἰρήνῃ σπείρεται τοῖς ποιοῦσιν εἰρήνην . Πόθεν πόλεμοι καὶ πόθεν μάχαι ἐν ὑμῖν ;
, ἡ ἄγαν ἠχοῦσα , παρὰ τὸ ἄω τὸ πνέω ἀήσω ἄεσα καὶ ἄελλα , ἢ πάλιν ἀπὸ τοῦ ἄω
, ἔτι αὐτοῦ πόρρω ὄντος πρεσβείαν ἀποστείλας ἐρωτᾷ τὰ πρὸς εἰρήνην . οὕτως οὖν πᾶς ἐξ ὑμῶν ὃς οὐκ ἀποτάσσεται
2886965 φλεγω
βαρύτονα διὰ τοῦ ε γράφονται : οἷον , λέγω : φλέγω : στέγω : οἷς ὅμοιον τὸ ἀλέγω : ὀρέγω
ἀπὸ θεοῦ ἄνθρωποι . Ἐγένοντο δὲ καὶ ψευδοπροφῆται ἐν τῷ λαῷ , ὡς καὶ ἐν ὑμῖν ἔσονται ψευδοδιδάσκαλοι , οἵτινες
παραγωγὴν τελέθω , ὡς ἀπὸ τοῦ νέμω νεμέθω , καὶ φλέγω φλεγέθω , καὶ θάλλω θαλέθω : ὃ τρέπει τὸ
βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ . καὶ ἀπῆλθεν ἡ ἀκοὴ αὐτοῦ εἰς ὅλην τὴν
2886042 ἀμω
τὸ ἀφανίσαι . παρὰ τὴν ἄμμον ἀποβολῇ τοῦ ἑνὸς μ ἀμῶ γίνεται : ὡς δοῦλος δουλῶ , φίλος φιλῶ ,
χωρὶς πνεύματος νεκρόν ἐστιν , οὕτως καὶ ἡ πίστις χωρὶς ἔργων νεκρά ἐστιν . Μὴ πολλοὶ διδάσκαλοι γίνεσθε , ἀδελφοί
Ἀπὸ τοῦ ἀμέρδω τὸ ἀφανίζω : τοῦτο δὲ ἀπὸ τοῦ ἀμῶ τὸ θερίζω . . ΕΝΘΑ ΚΕ . Τὸ Ἔνθα
δικαιοσύνην , καὶ φίλος θεοῦ ἐκλήθη . ὁρᾶτε ὅτι ἐξ ἔργων δικαιοῦται ἄνθρωπος καὶ οὐκ ἐκ πίστεως μόνον . ὁμοίως
2885519 Ἀριστοτελει
πᾶσαν φιλοσοφίαν . ἄλλως τε καὶ εἰς τὴν τῶν παρὰ Ἀριστοτέλει εἶπεν , ἐπειδὴ συμβάλλεται οὐ μόνον εἰς τὸ βιβλίον
ἐκβάλλω τὰ δαιμόνια , ἄρα ἔφθασεν ἐφ ' ὑμᾶς ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ . ὅταν ὁ ἰσχυρὸς καθωπλισμένος φυλάσσῃ τὴν
τοῦ οὐρανοῦ , ὡς ἀρέσκει καὶ τῷ Πλάτωνι καὶ τῷ Ἀριστοτέλει , καὶ πολλοὺς λόγους τέθεικεν ἐν τῇ Φυσικῇ ἀκροάσει
. εἰδὼς δὲ τὰς ἐνθυμήσεις αὐτῶν εἶπεν αὐτοῖς , Πᾶσα βασιλεία μερισθεῖσα καθ ' ἑαυτῆς ἐρημοῦται , καὶ πᾶσα πόλις

Back