τινὶ θείᾳ τὰ κράτιστα θαυμάζειν . καὶ γὰρ ἂν εἴη παγγέλοιον , εἰ δι ' ἑτέρων μὲν ἀκριβῶν ἴσασι τοὺς
πολλὰ ἱκετευούσης καὶ μονονουχὶ καὶ δακρυούσης . τὸ δὲ πρᾶγμα παγγέλοιον ἦν , κυνίδιον ἐκ τοῦ ἱματίου προκῦπτον μικρὸν ὑπὸ
5866904 δεκτεον
καὶ περὶ ἓν αὐτὴν εἴπωμεν καταγίνεσθαι , καὶ οὕτως οὐ δεκτέον αὐτήν : τέχνης γὰρ οὐκ ἔστι τὸ περὶ ἓν
τὴν Καλυδῶνα αἰπεῖάν τε καὶ πετρήεσσαν , ἀπὸ τῆς χώρας δεκτέον : εἴρηται γὰρ ὅτι τὴν χώραν δίχα διελόντες τὴν
5653090 παρηκται
μὲν σύνεγγυς , τλητικὸν κατὰ φρένας . ταλαύρινον τολμηρόν . παρῆκται δὲ ἡ λέξις παρὰ τὸ τλῆναι , καὶ οὐκ
Σαμαρείτης : ταῦτα γὰρ ἀπὸ τῶν εἰς α καθαρὸν ληγόντων παρῆκται . Ὤρικος , πόλις ἐν τῷ Ἰονίῳ κόλπῳ .
5560915 κρωζεις
ἐστὶν ἐπιδηλοῦν τι πεπανουργηκότα . Σὺ μὲν οἶδ ' ὃ κρώζεις : ὡς ἐμοῦ τι κεκλοφότος ζητεῖς μεταλαβεῖν . Μεταλαβεῖν
βλέμματι σὺ μὲν ] γράφε “ ἐγὼ μὲν ” . κρώζεις ] ματαίως λαλεῖς ὡς ἐμοῦ ] ἐξ μεταλαβεῖν ]
5537636 μεμαθηκως
βλάβη τῷ ἀδικοῦντι αὐτὴ ἡ ἀδικία ; ταῦτα οὖν μὴ μεμαθηκὼς μηδὲ πεπεισμένος , διὰ τί μὴ ἀκολουθήσῃ τῷ φαινομένῳ
φῂς τίθεσθαι ; Εἰδότα . Ἐκ ποίων οὖν ὀνομάτων ἢ μεμαθηκὼς ἢ ηὑρηκὼς ἦν τὰ πράγματα , εἴπερ τά γε
5529515 ἐκεινως
Ἀλλ ' , ὦ Σώκρατες , ὁρᾷς ὅτι τὰ πολλὰ ἐκείνως ἐσήμαινεν . Τί οὖν τοῦτο , ὦ Κρατύλε ;
εἰς Θάσον ἐλθέ , καὶ οἴκει εὐκλέα νῆσον : ὃς ἐκείνως ἂν μᾶλλον ὤνατο , ἀκούσας , Ἀντίοχ ' ,
5510871 κρης
ἐπὶ τοῦ ἀριθμοῦ περισπᾶται , ἀλλὰ καὶ τὸ ἦς : κρῆς τὸ οὐδέτερον περισπᾶται , ἀπὸ γὰρ τοῦ κρέας .
ἐξ ἑνὸς κελεύματος , κεχάναντι ἁμῖν πᾶσαι , τὸ δὲ κρῆς ἑκάστας ἐξέχει . ἀρσενικῶς δ ' Αἰσχύλος ἐν Ποντίῳ
5498956 Ἐοικε
πολλοὶ πεπλάσθαι φάσκοντες αὐτὰς ἀμφισβητεῖν ἀξιοῦσι πρὸς τοὺς ποιηθέντας . Ἔοικε δ ' οὐδὲν προὔργου τοῦτο εἶναι : καὶ γὰρ
ἐν Ἀφροδίτης γενεθλίοις ἐκ τῆς Πενίας καὶ τοῦ Πόρου . Ἔοικε δὲ ὁ λόγος καὶ περὶ τῆς Ἀφροδίτης ἀπαιτήσειν τι
5491836 προφερεται
καὶ Πύρητος τοῦ Μιλησίου καὶ Ἀλέξου καὶ ἄλλων τοιούτων ποιητῶν προφέρεται . καλεῖται δ ' οὗτος καὶ κιναιδολόγος . ἤκμασεν
θάνῃ τις οὐκ ἀπόλλυται : ὁ δὲ φιλαργυρίαν φεύγειν ἐγκελευόμενος προφέρεται τὸ μὴ Πλοῦτον εἴπῃς : οὐχὶ θαυμάζω θεόν ,
5480425 παιζει
] . Γ ἐπειδὴ σικελικὸν ἔφη τὸν τυρόν . Γ παίζει δέ : ἀντὶ τοῦ “ ἤσθιε καὶ ἐκορέσθη ”
βροντᾷ ” καὶ τὰ ἑξῆς . ὦ Ζεῦ βασιλεῦ ] παίζει ἐνταῦθα . κἂν ἀστράψω : ⌈ οἷον Γ φόβον
5424115 ληρει
αὐχήσας ὁ μάγειρος εἰδέναι τὸ ἠγορασμένον ὄψον σκευάζειν μουσικῶς , ληρεῖ ὅτι πρὸ τῆς μαγειρικῆς τέχνης πρότερον μαθεῖν δεῖ ἑτέρας
δὲ προγεγονότος τινὸς ὑπόμνησις , ὥστε ὁ τούτοις ἐναλλὰξ χρώμενος ληρεῖ . μεταβαλεῖν τοῦ μεταμορφοῦσθαι καὶ ἀλλοιοῦσθαι καὶ ἑτεροιοῦσθαι διαφέρει
5412959 χαλαζιον
ῥαφὴν ὑπερθέμενοι ὁμοίωϲ ἀποθεραπεύϲωμεν . εἰ δὲ ἔνδοθεν εἴη τὸ χαλάζιον , ὥϲτε διὰ τοῦ χονδρώδουϲ αὐτὸ διαυγάζεϲθαι , ἐκϲτρέψαντεϲ
ϲμιλίῳ τὸ βλέφαρον ἔπειτα μηλωτίδι ἢ τοιούτῳ τινὶ κομιϲόμεθα τὸ χαλάζιον : καὶ μεγάληϲ μὲν οὔϲηϲ ἢ καὶ ϲεϲηρυίαϲ τῆϲ
5388008 ἐπιμελουμαι
εἴρηκεν ἀπὸ τοῦ βοῦς καὶ τοῦ κομέω ~ κομῶ τὸ ἐπιμελοῦμαι παράγεσθαι , βουκόμος καὶ βουκόλος , ὥσπερ καὶ ἱπποκόμος
προφοράν , ἐνεργητικὴν δὲ τὴν σημασίαν . κομίζω καὶ τὸ ἐπιμελοῦμαι , ὡς ἐν Ὀδυσσείᾳ φησὶν ὁ Τηλέμαχος πρὸς τὴν
5379536 διατεθρυληται
ὑγρότητος [ τῶν σωμάτων ) ] συνίστανται νόσοι , [ διατεθρύληται . * * ] ὁ δὲ Αἰγύπτιος Νινύας [
τε δὴ καὶ [ διὰ ] τὸ ἱερὸν τὸ Ὀλυμπίασι διατεθρύληται σφόδρα ἡ χώρα . δεῖ δὲ τῶν παλαιῶν ἱστοριῶν
5343378 ἐξημαρτες
ἤ τινα πρόφασιν ἄλλην οἰστέον , δι ' ἣν εἰκότως ἐξήμαρτες τότε . λέγε δὲ καὶ ὡς οὔτε ταῦτα τότε
ἀντὶ τοῦ “ ἔχεις ἀπολογίαν , ὅτι τῷ πατρὶ πειθόμενος ἐξήμαρτες ” . ὠφελήθητι καὶ ἁμάρτανε δι ' ἐμέ .
5340832 ἀποβαινει
γε διὰ τὸ προειλῆφθαι πρὸς τῶν πλείστων ὁμοίως ταῖς περιοχαῖς ἀποβαίνει . ὅσα δὲ παντελῶς ἐξίτηλα καὶ φλυαρίας καὶ λήρου
ἑαυτοῦ παρακοιμίζοντα γυναῖκα . Ἔτι ἔνια περὶ τὰ ἀγγεῖα διαφόρως ἀποβαίνει . οἷον γάλα ἐν γαυλῷ κερδαλέον , ἐν δὲ
5310331 χυω
καὶ ὁλόκληρον εἰς ον λῆγον ῥυδόν : καὶ παρὰ τὸ χύω τὸ χύδην . σεσημείωται τὸ βύζην , καὶ διὰ
+ . ἀμφέχυτο : παρὰ τὴν ἀμφί πρόθεσιν καὶ τὸ χύω ῥῆμα : τὸ παράγωγον χῦμι χῦμαι ἐχύμην ἔχυσο ἔχυτο
5293649 συντιθεις
καὶ ἁπλῶς ὁ ἐρυθρὸς καὶ ἔτι μᾶλλον ὁ κεχρωματισμένος καὶ συντιθεὶς ὁ ἐρυθρὸς χαλκὸς ἢ ὁ μέλας χαλκός . τοῖς
δόσιν , ὅ ἐστι τὰ δάκρυα . ὁμοῦ τιθείς ] συντιθεὶς μέλος θρήνει , ἀντὶ τοῦ εὐρύθμως . ἔρεσσε ]
5293268 φορω
. . . . . : ἐντροπαλιζόμενος : ὥσπερ φέρω φορῶ παράγωγον , φέβω φοβῶ , ἀφ ' οὗ ”
μέλλοντα , ὡς τὸ τελῶ τελέσω , καλῶ καλέσω , φορῶ φορέσω , καὶ ἡ δευτέρα τὸ α ὡς τὸ
5293099 εὐμετρον
Ἑλλάς . ἡ Ἀτθίς . καρποὺς ἀρκοῦντας μὴ ἔχουσα . εὔμετρον . ἀφ ' ὧν ταῦτα ἐτελέσθη , κἀκεῖνα συμβήσεται
αὐτὴν εἶναι δοκεῖν , ἀλλ ' εὔρυθμον αὐτὴν ἀπόχρη καὶ εὔμετρον φαίνεσθαι μόνον : οὕτως γὰρ ἂν εἴη ποιητικὴ μέν
5289501 ἀλεκτρυων
ἔχει πρὸς τὴν ὀσφὺν τοὺς ὄρχεις , καθάπερ τῶν διπόδων ἀλεκτρυών , τῶν δὲ τετραπόδων σαῦρος . τὰ μακροσκελῆ ζῷα
δὲ ζῷα ἀνθρώπων ἠράσθη : Σεκούνδου μέν τινος βασιλικοῦ οἰνοχόου ἀλεκτρυών : ἐκαλεῖτο δὲ ὁ μὲν ἀλεκτρυὼν Κένταυρος , ὁ
5283484 Πυτινῃ
τινὲς δέ φασιν αὐτὸν Σύρον . καὶ Κρατῖνος δὲ ἐν Πυτίνῃ : Ὑπέρβολον δὲ ἀποσβέσας ἐν τοῖς λύχνοισι γράψον .
εἴη ἕτερος , Λυσωνίδου πατρός , οὗ καὶ Κρατῖνος ἐν Πυτίνῃ ὡς οὐ πονηροῦ μνημονεύει . . . πρόπεμπτα .
5275453 ἐννη
' ἐρόεντα βῶμον πόας τέρεν ἄνθος μάλακον μάτεισαι Μᾶλις μὲν ἔννη λέπτον ἔχοις ' ἐπ ' ἀτράκτωι λίνον ὀνίαν τε
οἷον τοοῦτος εἰς Θήβας πάϊς ἁρμάτεσς ' ὀχήμενος Μᾶλις μὲν ἔννη λεπτὸν ἔχοις ' ἐπ ' ἀτράκτῳ λίνον κανὼν δὲ
5272006 ἀλλοδαπος
ἐὰν δὲ μηδέτερος τῶν φωστήρων βλέπῃ τὸν ὡροσκόπον ξένος καὶ ἀλλοδαπός ἐστιν ὁ κλέπτης . Τὴν δὲ τοῦ κλέπτου μορφὴν
τε φίλοι καὶ μώνυχες ἵπποι καὶ κύνες ἀγρευταὶ καὶ ξένος ἀλλοδαπός ; ἶσόν τοι πλουτέουσιν , ὅτωι πολὺς ἄργυρός ἐστι
5271093 διαχεω
δὲ ὁ μὲν αἶνος παρὰ τὸ ἰένω τὸ πέμπω καὶ διαχέω . ἰαίνεται γὰρ καὶ διαχέεται ἡ ψυχὴ τῇ διηγήσει
παρὰ τὸ ἰαίνω , τὸ τέρπω , * * * διαχέω , ἴαινος , ὁ διαχέων τὴν ψυχήν , καὶ
5269918 παρηγμενον
τοῦτο ὄνομα ὄν , καθάπερ οὐδὲ τὸ ἀπ ' αὐτοῦ παρηγμένον ῥῆμα τὸ ἔστι , σημεῖόν ἐστι τοῦ πράγματος ,
μὲν γὰρ ἐν τῷ παράγοντι , ἐπιστρέφεται δὲ κατὰ τὸ παρηγμένον , ὅ ἐστιν : πρόεισι δὲ εἰς τοῦτο ἀπ
5242769 πελλης
ὁμοῦ . γράφεται ἰσήρη βδήλαιο ] ἀμέλξειας γλάγος ] γάλα πέλλης ] σκύφου πέλλης ] τοῦ ἀμολγέως πέλλης ] ἀγγείου
ἐχρῶντο τῇ πελλίδι . καὶ πάλιν : ἐκ δὲ τῆς πέλλης ἔπινον , ἄλλοτ ' αὐτός , ἄλλοτ ' Ἀρήτη
5239407 νοατον
ἀνὰ τὸν αὐτὸν λόγον , καὶ οὕτω διῃρήσθω καὶ τὸ νοατὸν ποττὸ ὁρατόν , καὶ πάλιν ἑκάτερον οὕτως διωρίσθω ,
ὁρῆν : ὁ δὲ νόος τῶ νοατῶ , τὸ δὲ νοατὸν ἀκίνητον ἐξ οὐσίας : διὸ οὔτε μᾶλλον οὔτε ἧττον
5230670 κρανιον
φυτείαν τῆς ἐλαίας , τοῦ δὲ καταγῆναι τοῦ φαλακροῦ τὸ κρανίον τὸν ἀετὸν ῥίψαντα τὴν χελώνην , ὅπως τὸ χελώνιον
τῇ παχείᾳ τὸ περικείμενον ἔξωθεν ὀστοῦν , ὃ δὴ καὶ κρανίον ὀνομάζουσι , καθάπερ τι κράνος ἐπίκειται : τὴν μήνιγγα
5224852 πυκνοτηϲ
εὐθὺϲ δὲ τῇ ϲκληρότητι καὶ μικρότηϲ καὶ τάχοϲ ἐνίοτε καὶ πυκνότηϲ ἀντὶ τοῦ μεγέθουϲ διὰ τὴν χρείαν ἀκολουθεῖ . ὁ
τῆϲ ἐμψύξεωϲ ἐφιεμένην . ἀκολουθεῖ δὲ τούτοιϲ ἐν πυρετῷ καὶ πυκνότηϲ μὲν ὡϲ τὰ πολλά , ἐνίοτε δὲ καὶ μέγεθοϲ
5221664 ὀξυνει
τέ σύνδεσμος , ἐγκλιτικὸς ὤν , τὴν πρὸ αὑτοῦ λέξιν ὀξύνει , ὅτε βαρεῖά ἐστιν ἐξ ὀξείας : περισπωμένην γὰρ
φάθι ] ὁ μὲν Ἀπολλώνιος βαρύνει , ὁ δὲ Ἡρωδιανὸς ὀξύνει . Γ ὥσπερ δεφόμενος : ἀντὶ τοῦ ἀποδέρων τὸ
5214174 τρισκακοδαιμων
φέρων . Οἴμοι κακοδαίμων , ὡς ἀπόλωλα δείλαιος , καὶ τρισκακοδαίμων καὶ τετράκις καὶ πεντάκις καὶ δωδεκάκις καὶ μυριάκις :
μοι : τὸ μὴ δικαίως εὐτυχεῖν ἔχει φόβον . ὦ τρισκακοδαίμων , ὅστις ἐκ φειδωλίας κατέθετο μῖσος διπλάσιον τῆς οὐσίας
5209805 πυθοιμην
δοκεῖ [ ἔχειν ] περὶ ὀνομάτων ὀρθότητος ἔτι ἂν ἥδιον πυθοίμην , εἴ σοι βουλομένῳ [ ἐστίν ] . Ὦ
ἕκαστος ; Ὥστε ἡδέως κἂν τῶν ἀντιδικούντων ἡμῖν τοῦ σεμνοτάτου πυθοίμην εἰ ἄλλοθέν ποθεν ἔχοι ἂν ἐπιδεῖξαι αὑτὸν Ἀθηναῖον ἢ
5200772 ἀθρει
ἐν τῷ σάκει γῆς . ἱκανῶς ἔχεις τῶν ἐκτυπωμάτων . ἄθρει δὴ καὶ τὰ περὶ τοὺς νεανίας , ξὺν ὁποτέρῳ
γὰρ ὑπ ' αὐτῆς καὶ οὐδὲν διαφέρουσι τῶν μεμηνότων . ἄθρει δὲ ὡς ὅμοια πάντα τὰ ἔργα αὐτῶν καὶ τὰ
5196982 ἐξηγησαμεθα
γράφει . μὲν ἄλλα παρείσθω , τόν γε συναρμόττοντα λόγον ἐξηγησάμεθα πρότερον διότι τοῦ καλοῦ χάριν προσέρχεσθαι δεῖ των !
ἀλλ ' ἐπεὶ τὸν τῆς προσῳδίας ὅρον ὡς οἷόν τε ἐξηγησάμεθα φέρε εἰς πόσα διαιρεῖται ἡ προσῳδία εἴπωμεν . Ποσαχῶς
5181804 ηρος
δασεῖαν : οὕτως Ἡρωδιανὸς ἐν Ἐπιμερισμοῖς . Τὰ διὰ τοῦ ηρος παράγωγα ὑπὲρ δύο συλλαβὰς ὀξύτονα διὰ τοῦ η γράφονται
, βοός βοΐδιον . Τὰ εἰς ηγος καὶ ηλος καὶ ηρος διὰ τοῦ Η γράφεται οἷον ὁδηγός , στρατηγός ,
5181574 προϲαγομεν
αἰτίαϲ , καὶ θέρουϲ μὲν ἐπὶ τῶν καυϲωδεϲτάτων πυρετῶν ψυχρὸν προϲάγομεν , χειμῶνοϲ δὲ θερμότερον : ἐπὶ δὲ τῶν ἁπλουϲτέρων
τινοϲ περιϲκελίαϲ : διὸ καὶ τοῖϲ πυρέττουϲι περιοδικῶϲ καὶ χρονίωϲ προϲάγομεν αὐτόν : δίδοται δὲ καὶ μαινομένοιϲ ἑτεροκρανικοῖϲ ὑπὸ κεφαλαλγίαϲ
5181355 αἰτιασαμενου
αὐτοὺς ὡς ψωμοὺς ἤσθιε . τοῦ δὲ Ξάνθου τὸν ἀρτοποιὸν αἰτιασαμένου καὶ „ τί δή ποτε , ὦ κατάρατε „
αὐτὸν καὶ θεασαμένου γυναῖκάς τε καὶ πολυτελῆ ὀψωνίαν , ἔπειτα αἰτιασαμένου , μικρὸν διαλιπών , “ δύνασαι , ” φησί
5176760 περανω
κάνθαρος ; τουτὶ γὰρ ἂν πύθωμ ' ἔτι , αὐτὸς περανῶ τὰ πάντ ' . ἀμέλει κυκνοκάνθαρος . [ ἐξ
ἐλέγχων μὲν ταῦτα , διότι οὐχ οὕτως ἔχει , οὐδὲν περανῶ : ἐξηγεύμενος δὲ καθότι μοι δοκέει ἕκαστον ὀρθῶς ἔχειν
5174928 ἀρχᾳ
ἀρχὰ μὲν ὄντως ἀληθινά , μία : κείνα γὰρ ἐν ἀρχᾷ τέ ἐστιν ἓν καὶ μόνον . Ἄργος ἄειδε ,
ἐπιγείους βούλεται εἶναι : λέγει δὲ τοὺς ζῶντας . Διὸς ἀρχᾷ : Διὸς ἀρχὴν τὴν ζωὴν καὶ τὴν ἄνω διαγωγήν
5171483 ψοθου
. ψόθον γὰρ καλοῦσιν Ἀριστοφάνης : πλέῳ γράσου τε καὶ ψόθου , οἷον καὶ ῥύπου τε καὶ ψόθου πλέως Αἰσχύλος
συναρέσκοντος . Σοφοκλῆς Ποιμέσι . ἔστι δὲ ἀποκομματικὸν λεξείδιον τοῦ ψόθου . ψόθον γὰρ καλοῦσιν Ἀριστοφάνης : πλέῳ γράσου τε
5169941 γιγνω
τῷ ἀναδεδιπλωμένῳ τὸ ὁλόκληρον , οἷον μένω μίμνω , γένω γίγνω , οὕτω δὲ καὶ μέλω μέμλω καὶ πλεονασμῷ [
κινεῖν τὴν ὀσφύν φασιν . ὥσπερ δὲ παρὰ τὸ γνῶ γίγνω , οὕτως παρὰ τὸ κλῶ κίγκλω καὶ κίγκλος .
5165483 κατεσπασθαι
σημεῖον , τὸ ὑπόχολον , τὸ ὑπέρυθρον . οὕτω τὸ κατεσπάσθαι μαζοὺς ἰσχνοὺς ἢ ἀνεσπάσθαι καὶ περιτετάσθαι , καίτοι οὐκ
ἡ Σάμος μνημονεύεται , τάχα μέν γε διὰ τὸ πάλαι κατεσπάσθαι , τάχα δὲ καὶ διὰ τὴν θέσιν . τὸ
5164925 σαωτερος
ὑπερβολῆς τιθεὶς τὸ συγκριτικὸν ἀντὶ τοῦ ἁπλοῦ , ὡς τὸ σαώτερος ὥς κε νέηαι , ποτὲ δὲ καὶ τὸ ὑπερθετικὸν
ὁ σάος , καὶ ὁ σαώτερος : ὡς τὸ , σαώτερος ὥς κε νέηαι . Ἀπὸ τοῦ σάος δὲ συναιρέσει
5157249 ἀερσιποτητος
δὲ ἀπὸ τῆς μάρτυρος γενικῆς : οὕτω καὶ ἀπὸ τῆς ἀερσιπότητος γενικῆς , ὥς φησι Τζέτζης , ἡ ἀερσιπότητος εὐθεῖα
ἐκ πληρεστέρας ἡμέρας ὑπὲρ τὴν νύκτα Ἰουλίου ἢ Αὐγούστου . ἀερσιπότητος : τῆς ἐν ἀέρι πετομένης . ἤματος ἐκ πλείου
5151728 ἐκφυλα
καὶ ὑλαίοις καὶ μηδαμῇ μηδαμῶς μηδὲ ἓν βιβλιδάριον ἀναγνοῦσι πάντῃ ἔκφυλά τε δοκοῦσι καὶ ἀποδάσμια καὶ ἀληθείας πορρωτάτω ἐκτρέχοντα καὶ
καὶ ὑλαίοις καὶ μηδαμῇ μηδαμῶς μηδὲ ἓν βιβλιδάριον ἀναγνοῦσι πάντῃ ἔκφυλά τε δοκοῦσι καὶ ἀποδάσμια καὶ ἀληθείας πορρωτάτω ἐκτρέχοντα καὶ
5150848 χειρομακτρον
, παῖ , ταχέως κατὰ χειρὸς ὕδωρ , παράπεμπε τὸ χειρόμακτρον . σημειωτέον δὲ ὅτι καὶ μετὰ τὸ δειπνῆσαι κατὰ
τάδε ὑμῖν ἀπόνιμμα οἷς χρὴ καὶ οἷς θέμις . ὅτι χειρόμακτρον καλεῖται ᾧ τὰς χεῖρας ἀπεμάττοντο ὠμολίνῳ , ὃ Φιλόξενος
5148638 ἀχαλινωτον
ὄνου καταπεσὼν , ἐν τοῖς Νόμοις : Καὶ μὴ καθάπερ ἀχαλίνωτον στόμα βίᾳ ὑπὸ τοῦ λόγου φερόμενον . Ἄπληστος πίθος
βιαστικῶς καὶ συναρπάζει αὐτὸν τὸν δίφρον ἄνευ χαλινῶν , ἤτοι ἀχαλίνωτον γενόμενον , καὶ τὸν ζυγὸν συνθλᾷ . πίπτει δὲ
5145659 διδασκησαι
τὸ ἄλογον καὶ ἐν ἡμῖν ὡς ἐν τῷ ἀράχνῃ . διδασκῆσαι : τὸ διδασκῆσαι γὰρ ἀπὸ τοῦ διδασκῶ περισπωμένου ,
ἐν ἡμῖν ὡς ἐν τῷ ἀράχνῃ . διδασκῆσαι : τὸ διδασκῆσαι γὰρ ἀπὸ τοῦ διδασκῶ περισπωμένου , ὥσπερ ἀπὸ τοῦ
5142101 σιδηρειος
. τινὲς δὲ ἀποδεδώκασι σιδηρείῃ τῇ εὐτόνῳ , ὥσπερ καί σιδήρειος δ ' ὀρυμαγδὸς ὀρώρει . οὔπω κηρὶ κακῇ :
, ἀνηλεής , καὶ τὰ Πλάτωνος ἀτεράμων , κερασβόλος , σιδήρειος , καὶ τὸ Ὁμηρικὸν ἀμείλικτοςσκληρότερον γὰρ ὁ ἀστεμφής εὐτελέστερον
5137104 ὀρχηστου
: ἦν δὲ καὶ τοῦτο ἐνόπλιον . καὶ βαυκισμὸς Βαύκου ὀρχηστοῦ κῶμος ἐπώνυμος , ἁβρά τις ὄρχησις καὶ τὸ σῶμα
, ὡς μηδένα μηδὲν αὐτῶν διαλανθάνειν . μικροῦ μὲν γὰρ ὀρχηστοῦ εἰσελθόντος καὶ τὸν Ἕκτορα ὀρχουμένου μιᾷ φωνῇ πάντες ἀνεβόησαν
5129221 διαστροφους
Σωκράτους καὶ Πλάτωνος ἰσχὺν τῶν πάντας καταγωνισαμένων τοὺς παραλογιστικοὺς καὶ διαστρόφους σοφιστάςἵν ' οὖν ταῦτα παρῶ , ἐπεὶ μηδ '
ἀρχαίαν φύσιν καὶ ἐπιστρέφειν ἐπίσταται , καθάπερ τῶν κλάδων τοὺς διαστρόφους φυέντας οὐκ ἄν ποτε εὐθεῖς μηχανήσαιο ταῖς χερσὶ μαλάττων
5120892 αἰολλω
αἰολοπώλους : ταχυπώλους ποικίλως ἱππαζομένους . γίνεται δὲ ἐκ τοῦ αἰόλλω , ὃ σημαίνει τὸ κινῶ , καὶ † τὸ
παρὰ τὸ κείρω . . . , : κορυθαίολος : αἰόλλω ῥῆμα , τὸ κινῶ : καὶ ἀπὸ τοῦ αἰόλλω
5114736 σκεπαρνον
τοῦ τῆς εὐτεχνίας ἐπαίνου μεταλαμβάνουσιν . ἐπαινεῖται γὰρ πολλάκις καὶ σκέπαρνον καὶ πρίων καὶ τέρετρον ἐκ τοῦ κατὰ τέχνην ἀποτελέσματος
πακτῶσαι θύρας ἐν Ἀριστοφάνους Λυσιστράτῃ . τὰ δὲ ἐργαλεῖα τούτων σκέπαρνον , πέλεκυς ξυλοκόπος , ὡς ἔφη Ξενοφῶν , τρύπανον
5113285 ποιηθεντα
Λίνος οὔτε ὁ τούτου γενόμενος ὕστερον ἐποίησαν : ἢ καὶ ποιηθέντα ἐς τοὺς ἔπειτα οὐκ ἦλθεν . ταῖς Μούσαις δὲ
χοροὶ ἀναμένουσί σε ἐν τῇ Αἰγίνῃ ᾀσόμενοι τὸν ὑπὸ Πινδάρου ποιηθέντα ἐπίνικον . ὁ δὲ Δίδυμος διηπατῆσθαί φησι τοὺς ὑπομνηματισαμένους
5098831 κλινοιτο
χαρίεν , ὅτι πᾶν οὐδέτερον ἀρσενικῷ παρεσχηματισμένον εἰ μὲν ἰσοσυλλάβως κλίνοιτο τῇ αἰτιατικῇ τοῦ ἀρσενικοῦ ὁμοφωνεῖ , τὸ σοφόν καὶ
διπλασιασμὸν τοῦ Λ ὀξύνεται , εἰ μὴ διὰ τοῦ Θ κλίνοιτο ἢ πόλιν σημαίνοι : φυλλίς κιγκλίς θυλλίς , τὸ
5096547 μελαινειν
δύο νεονύμφους , μέλαθρον τὸ μαγειρεῖον παρὰ τὸ τὸν ἀέρα μελαίνειν , ἢ τὸ ὑψηλὸν παρὰ τὸ μάλα αἰθερούμενον καὶ
ἢ ὁ ἔμπειρος . Μελάγκραιρα δὲ ἡ σίβυλλα παρὰ τὸ μελαίνειν τὴν φράσιν καὶ τοὺς χρησμούς . μελαγκραίρας ὁ μελαίνων
5088244 Σιγα
ταύτῃ τῇ ὁρτῇ ἰακχάζουσι . Πρὸς ταῦτα εἰπεῖν Δημάρητον : Σίγα τε καὶ μηδενὶ ἄλλῳ τὸν λόγον τοῦτον εἴπῃς .
Ἐφέσιον ἐξίχνευσα τοῖς ὀνείρασιν ; ἦ δ ' ὅς , Σίγα , ὦ Κριτία : εἰ ἐχεμυθεῖς , μυσταγωγήσω σε
5088163 βραδεες
' ἐπιπείθεο μύθῳ : ἠπεδανὸς δέ νύ τοι θεράπων , βραδέες δέ τοι ἵπποι . τὸν δ ' ἄρ '
γῆρας κατείληφέ σε , ἠπεδανὸς δέ νύ τοι θεράπων , βραδέες δέ τοι ἵπποι , ἐς τοὺς πόδας τοῦτο ἀποσκώπτων
5083840 παραπαιειν
καὶ πάνυ πείθομαι . φαίνῃ γὰρ ὑπὸ μὲν τοῦ λυπεῖσθαι παραπαίειν , ὑπὸ δὲ τοῦ παραφρονεῖν τοιαῦτα γράφειν . ἕως
ἢν ἀτυχῇ ὁ Προμηθεὺς δηλονότι τοῦδε , ἤγουν τοῦ μὴ παραπαίειν . πρὸς γὰρ τὸν χορὸν ποιεῖται τὸν λόγον ,
5082456 γλυ
, ἀνήθου σπέρματος ὀξύβαφον τὸ ἥμισυ : ταῦτα λέαινε ἐν γλυ - κεῖ κρητικῷ , ἢ ἑτέρῳ τινὶ τῶν σπουδαίων
, ὡς τὸ εἰπεῖν τὸ γλυκὺ πικρὸν καὶ τὸ ὄξος γλυ - κάδιον , παράφρασις δ ' ἡ τῶν λέξεων
5082096 βλειο
ὡς καὶ ἀπὸ τοῦ βλῶ βλῆμι καὶ τὸ εὐκτικὸν βλείμην βλεῖο , ὡς τὸ “ εἴπερ γάρ κε βλεῖο ”
φησι , λέγει καὶ ὅτι τὸ „ εἴπερ γάρ κε βλεῖο πονεύμενος „ , ὅπερ ἐν Ἰλιάδι κεῖται , εὐκτικόν
5081463 δασυνεται
, τὸ δέ γ ' ἅω αὕω αὑαίνω τὸ ξηραίνω δασύνεται παρὰ πᾶσιν , ὅθεν καὶ παρὰ τῷ κωμικῷ ἀφαυαίνειν
, καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ τούτοις ἀλλοχροοῦσι , καὶ ἡ φωνὴ δασύνεται , αἵθ ' ὑπὸ τὴν γλῶτταν φλέβες πλήρεις τε
5080913 ἐσφαλται
τι ἀγαθόν , καλόν . ἢ τοῦτο μὲν καὶ αὐτόθεν ἔσφαλται : οὐ γὰρ ἀντιστρέφει : ἐπὶ πλέον γὰρ τὸ
, κατὰ ῥητὸν καὶ διάνοιαν ἔστιν ἡ πρώτη ἐξέτασις , ἔσφαλται : τοῦτο δὲ ἔπταισεν ἀγνοήσας τὴν καθ ' ὁμωνυμίαν
5078722 νεοττιον
ἀγοραῖοι , ὀπωρώνης οἱ Ἀθηναῖοι καὶ Δημοσθένης . Νεοττοὶ καὶ νεόττιον λέγε , ἀλλὰ μὴ νοσσὸν καὶ νοσσίον : νοσσάκιον
εἶναι τῷ πατρὶ , γενέσθω πέρδιξ πανοῦργος . τοῦ πατρὸς νεόττιον : ὁ πέρδιξ ὄρνεον πανοῦργον , ὅπερ ἐξαπατᾷ τοὺς
5078406 συναναιρουντα
φύσει εἰσὶ τὰ συνυπάρχοντα ἀλλήλοις , τὰ συνεισφέροντα ἑαυτὰ καὶ συναναιροῦντα : μέσα γὰρ ὄντα τὰ ἅμα καθολικωτέρων καὶ μερικωτέρων
ἡ αἰτιατικὴ τὸν τόνον αὐτῆς ἀπηνέγκατο : ἀμέλει τὴν ἠόα συναναιροῦντα καὶ τὴν ἠῶ , καὶ τὴν αἰδόα καὶ τὴν
5076188 γενικωτατον
τῶν ἀτόμων προσεχῶς , ἐπειδὴ καὶ τὰ ὑπάλληλα καὶ τὸ γενικώτατον πρὸ τῶν ἀτόμων , ἀλλ ' οὐ προσεχῆ .
τοῦτο δέ ἐστιν ἄτοπον . οὐ τοίνυν ἀληθές ἐστι τὸ γενικώτατον . καὶ μὴν οὐδὲ ψεῦδος διὰ τὰς ὁμοίας ἀπορίας
5067563 σιωπωντων
πράττουσιν , ἀλλ ' ἐπιδεικνύμενος ὅτι διὰ τούτων τῶν | σιωπώντων κηρύκων , εἰ δὴ κήρυγμα σιωπώμενον γίγνεται , πρὸς
κτημάτων , τί δὴ κρώζεις ἄλλων ὑπ ' ὤμων φερομένη σιωπώντων ; ” [ Κακοῦ πρὸς ἀνδρός ἐστι μακρὸν οἰμώζειν
5063932 ἀγροικως
ἀμφιβάλλου σφυροῖς : οὐ καθήσεις , τάλαν , μηδ ' ἀγροίκως ἄνω γόνατος ἀμφέξει ; Ἕρμιππος δέ φησι Θεόκριτον τὸν
βουκόλος ὢν ἐθέλεις με κύσαι , τάλαν ; οὐ μεμάθηκα ἀγροίκως φιλέειν , ἀλλ ' ἀστικὰ χείλεα θλίβειν . μὴ
5058240 ὀρινεν
ἔπειτα κτλ . ὅτι οὐ δεῖ ἀκούειν ἐκ τοῦ θυμὸν ὄρινεν ἐθύμωσεν , ἀλλὰ τὸ παρώρμησεν : δεξάμενος δέ τις
καὶ ἀθανάτων χόλος αἰνὸς ὦρτο : Ποσειδάων γὰρ ἀνηλέα πόντον ὄρινεν ἦρα κασιγνήτοιο φέρων ἐρικυδέι κούρῃ , ἥ ῥα καὶ
5057907 μισογυνης
, εἴγε παντὶ συνθέτῳ τὸ τοιοῦτο παρακολουθεῖἐν . γὰρ τῷ μισογύνης καὶ τὸ μισεῖν ἔγκειται καὶ ἡ γυνή , καὶ
, μισολόγος , μισοπόνηρος , μίσεργος , μισάνθρωπος μισόθεος , μισογύνης μισότεκνος , μίσιππος , μισόθηρος , μισοφίλιππος μισαλέξανδρος ,
5057283 ϲυναγεται
δριμύ τε τῇ ποιότητι καὶ διαφορητικὸν ἱκανῶϲ τῇ δυνάμει . ϲυνάγεται δὲ ἐν τοῖϲ ὑπὸ κύνα καύμαϲιν . ἐϲτὶ γὰρ
δὲ πλείοϲι καὶ ϲιτίοιϲ δριμυτέροιϲ καὶ ἐν θέρει ὁ πικρόχολοϲ ϲυνάγεται , ἐν φθινοπώρῳ δὲ καὶ ἐδέϲμαϲι τοιούτοιϲ καὶ πολυχρονίοιϲ
5055933 γραπτεον
τῷ κάμνοντι βρωθεὶς ὀπτός φρύνης ] εἶδος βατράχων λημναίης ] γραπτέον ἐστὶ λιμναίης μετὰ τοῦ ἰῶτα πολυηχέος ] πολυφώνου ἥ
: σκοτώδους , ἤγουν ὠχροῦ . μολίβδου : ἢ μολίβου γραπτέον ἤ , ἐπεὶ ὄνομα , οὐδὲν κωλύει τὸ δ
5055455 Φαινεται
τέχνῃ αὐτοῦ ἑκάστου ἐπιμελούμεθα , ἄλλῃ δὲ τῶν αὐτοῦ . Φαίνεται . Οὐκ ἄρα ὅταν τῶν σαυτοῦ ἐπιμελῇ , σαυτοῦ
ἀρχῆς τούτοις ἐπιθυμεῖ , τυραννικῆς , καὶ τύραννος εἶναι ; Φαίνεται . Οὐκοῦν ταύτης ἐπιθυμεῖν σὺ φῄς ; Ἔοικέν γε
5054153 ἐκπεφευγε
προστίθεται , ἐπεὶ προκρίνει τι κατὰ πίστιν ἢ ἀπιστίαν , ἐκπέφευγε τὸν σκεπτικὸν χαρακτῆρα : ὡς γὰρ καὶ τοῦτο ἡμῖν
. Λιπαρότητος ἥκιστα μετέχει : διὰ τοῦτο καὶ τὸ ναυτιῶδες ἐκπέφευγε , καὶ εἰ πεφθείη καλῶς , τροφὴν οὐκ ὀλίγην
5049153 Ἀντισθενους
ἔν τισι δοκοῦσιν ἐναντίως εἰρῆσθαι . ὁ δὲ λόγος οὗτος Ἀντισθένους ἐστὶ πρότερον , ὅτι τὰ μὲν δόξῃ , τὰ
τισι δοκοῦσιν ἐναντίως εἰρήσθαι . ὁ δὲ λόγος οὗτος , Ἀντισθένους ἐστὶ πρότερον , ὅτι τὰ μὲν δόξῃ , τὰ
5049001 ἀκουστεον
' ἄττα , ὡς ἔοικεν , ἀκουστέον τε καὶ οὐκ ἀκουστέον εὐθὺς ἐκ παίδων τοῖς θεούς τε τιμήσουσιν καὶ γονέας
ὅτι μὴ κυρίως : τέως δὲ ὅπερ ἔφην , ἁπλούστερον ἀκουστέον τούτων ἁπάντων τῶν ὀνομάτων . ἐπεὶ δὲ καὶ πάσχειν
5047772 Ῥοος
οὐ δύνανται ἀναφέρειν , ἀλλ ' ἀπόλλυνται ὑπὸ ἀσθενείης . Ῥόος ἄλλος : ῥέει ὑπόχλωρον οἷον ἐξ ὠοῦ , καὶ
ῥοφήματα , καὶ αἰωρέεσθαι καὶ ὀχέεσθαι καὶ μὴ ἠρεμεῖν . Ῥόος ἄλλος : καθαίρεται ὁκοῖον προβάτου οὖρον πολὺ , χροιὴ
5046416 ἐφυγομεν
εἰ δοκεῖ μὴ ὑπὲρ ἡμῶν εἶναι ἐπιδεδωκέναι αὐτὰ ἐξ ὅτου ἐφύγομεν : ἴσως γὰρ ἤδη καὶ ταῦτα ταῖς ἡμε -
, ὅτι ἠμφεσβήτησεν οὗτος μὴ εἶναι ἡμᾶς διαιτητὰς αὑτῷ , ἐφύγομεν τὸ διαιτῆσαι : ὁ δὲ οὐ μόνον ἀμφισβητηθείς ,
5039567 ἐτερπεν
' ἐξ ἐνάρων πόλιν Ἠετίωνος ὀλέσσας : τῇ ὅγε θυμὸν ἔτερπεν , ἄειδε δ ' ἄρα κλέα ἀνδρῶν . μάθε
, Μοῖσαι ἀδονίδες πᾶσαί τε χελιδόνες , ἅς ποκ ' ἔτερπεν , ἃς λαλέειν ἐδίδασκε : καθεζόμεναι δ ' ἐπὶ
5038968 Κραντορος
Πλατωνικὸν καὶ Διόδωρον , εἶτα Πύρρωνα , ὧν ὑπὸ μὲν Κράντορος πιθανουργικός , ὑπὸ Διοδώρου δὲ σοφιστής , ὑπὸ δὲ
τοι πεπόνθαμεν . λέγεται δὲ καὶ Ἀνταγόρα τοῦ ποιητοῦ ὡς Κράντορος εἰς Ἔρωτα πεποιημένα φέρεσθαι ταυτί : ἐν δοιῇ μοι
5037097 ἀγγελλ
. ἐπεὶ δὲ κινεῖς μῦθον , ἱκετεύω , ξένε , ἄγγελλ ' Ὀρέστηι τἀμὰ κἀκείνου κακά , πρῶτον μὲν οἵοις
καὶ καταβαίνειν . οἶσθ ' οὓς φράζω ; τούτοις τοίνυν ἄγγελλ ' ὁτιὴ ψυχρὸν τοὔψον , τὸ ποτὸν θερμόν ,
5034452 θαυμαστικον
. . καὶ μάλιστα κατὰ τοὺς ἀνάπλους τοῦ Νείλου , θαυμαστικὸν ὄντα τῶν τοπικῶν ἰδιωμάτων ἅμα καὶ οὐκ ἀπαίδευτον .
τῷ τέλει τῶν στίχων κορωνίς . ὅσα δὴ δέδηγμαι : θαυμαστικὸν τὸ “ ὅσα ” , ἀντὶ τοῦ πολλά .
5032890 ἀτταγην
, ἢ φύσει μακρᾷ , οἷον : Ὠγήν ἁδήν ἀττήν ἀτταγήν τριβήν . Τὰ εἰς ΗΝ ὑπὲρ δύο συλλαβὰς χαίρουσι
Α ἐκτεταμένον . σεσημείωται τὸ ἀτταγᾶς περισπώμενον , ὅπερ καὶ ἀτταγήν λέγεται . Τὰ εἰς ΔΑΣ βαρύνεται , εἰ μὴ
5027781 ἀρνακις
καὶ ὑστριχίς , τάχα δὲ καὶ κῴδιον καὶ κῳδάριον καὶ ἀρνακίς , καὶ βακτήριον , καὶ σάκκος , καὶ λυχνίς
περιδέραιον καὶ περιδερὶς ὀνομάζεται : ἔνδοθεν δ ' αὐτῷ ὑπερράφθω ἀρνακίς , ὡς μὴ τρίβοιτο ὑπὸ τοῦ λώρου ἡ δειρὴ
5026500 ὑπηλυθε
, ὡς ἐν τούτοις : δοιοὺς δ ' ἄρ ' ὑπήλυθε θάμνους ἐξ ὁμόθεν πεφυῶτας , ὃ μὲν φυλίης ,
δὲ μάχης ἐπέπαυτ ' ἀλεγεινῆς : Τρῶας δὲ τρόμος αἰνὸς ὑπήλυθε γυῖα ἕκαστον δειδιότας , ὅθ ' ὁρῶντο ποδώκεα Πηλεΐωνα
5025124 εἰπες
, τῆς προρρηθείσης ὑφαντικῆς αὐτῷ φέροντες τὸ παράδειγμα . Καλῶς εἶπες , καὶ ποιῶμεν ἃ λέγεις . Οὐκοῦν ἀπό γε
; Ὁμολογῶ . Ἀλλὰ μὲν δὴ τούς γε πονηροὺς αὐτὸς εἶπες ὅτι καὶ σμικρὰ καὶ μεγάλα κέρδη φιλοῦσιν . Εἶπον
5024722 Παγκρατης
πάντα ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων στεφανώματα λέγονται . ὁ ἄνω ῥηθεὶς Παγκράτης οὐκ ἀγλαφύρως που εἴρηκεν : οὔλην ἕρπυλλον , λευκὸν
τὰ φυλλώδη ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων στεφανώματα λέγεσθαι . ὁ δὲ Παγκράτης ἐν τῷ ποιήματι οὐκ ἀγλαφύρως εἴρηκεν : οὔλην ἕρπυλλον
5021765 κερασσε
τοῦτο δὲ ἐκ τοῦ κερῶ , ὅθεν κέρασεν , οἷον κέρασσε δὲ νέκταρ . . ἀντὶ τοῦ ἐπέχεεν : οὐ
γέγονε παρὰ τὸ κερῶ κατὰ συγκοπὴν κρῶ , οἷον „ κέρασσε δὲ νέκταρ „ , ἀντὶ τοῦ ἐπέχεεν : οὐ
5019526 μεμαθηκε
φορεύμενα Νείκεος ἔχθει . οὕτως ἧι μὲν ἓν ἐκ πλεόνων μεμάθηκε φύεσθαι ἠδὲ πάλιν διαφύντος ἑνὸς πλέον ' ἐκτελέθουσι ,
σὲ νῦν , πρότερον οὐκ εἰθισμένος . εἶτ ' εἰ μεμάθηκε , δεσπότα , ζῆν ἐγκαλεῖς ; ζῆν δ '
5018980 λειοστρακον
λεπτόστομον , τὸ δὲ ὄστρεον παχύστομον , μονόθυρον δὲ καὶ λειόστρακον , λέπας δὲ δίθυρον καὶ λειόστρακον , μονοφυὲς δὲ
καὶ λειόστρακον , συμφυὲς δὲ μῦς , μονοφυὲς δὲ καὶ λειόστρακον σωλὴν καὶ βάλανος , κοινὸν δ ' ἐξ ἀμφοῖν
5015070 ἀπεκριθην
ἔκραξεν : „ ὁρᾷς , ὦ στρατηγέ , ὅπως ὀρθῶς ἀπεκρίθην ; ἃ γὰρ μὴ προσεδόκησα , καὶ συνήντησά σοι
. Καὶ θεόν : καὶ εἰς τήν . ἠμείφθην : ἀπεκρίθην . Ἔγρεο : ἐγείρου . τρηχεῖαν : δυσχερῆ .
5014164 κινεον
ἄμπαυσιν διακοσμάσιος . εἰ δέ γε κάμνοι καὶ ἀμπαύοιτο τὸ κινέον , φθαρτὸν καὶ γενητὸν ὑπάρχον , καὶ αὐτὸ πέρας
σελήνας μέχρι τᾶς γᾶς . ἐπεὶ δέ γε καὶ τὸ κινέον ἐξ αἰῶνος ἐς αἰῶνα περιπολεῖ , τὸ δὲ κινεόμενον
5013301 συνετεθη
ἦν δὲ ἀγέννητα καὶ τὰ ἁπλᾶ ἐξ ὧν ἡ ὕλη συνετέθη , οὐκ ἔσται δύο καὶ μόνα τὰ ἀγέννητα .
ταύτην ἀποτελεῖ , συντεθείσης δὲ ἀμήχανον ἔτι τὰς ἐξ ὧν συνετέθη διακριθῆναι δυνάμεις , ἀλλ ' ἑκάστη μὲν αὐτῶν ἠφάνισται
5010949 μορμολυκειον
προσκυνοῦντες οὕτως ἀπίθανον κολοσσόν , ἡμισταδιαίαν γυναῖκα , γιγάντειόν τι μορμολύκειον . ἐγὼ δὲ ἐνενόουν μεταξὺ οἷοι ὄντες αὐτοὶ νέοις
κωμικά . Γ καὶ ἐν Ἀμφιαράῳ ἀφ ' οὗ κωμῳδικὸν μορμολύκειον ἔγνων . Γ ἀλλ ' ἢ κατεγέλων Γ :
5009139 ἀγχονη
στρατευόμενον καὶ πονοῦντα οὐ ξενίζουσιν . ταῦτα δῆτ ' οὐκ ἀγχόνη ] ἀγανακτῶν ὡς ξενιζομένων τῶν πρέσβεων τοῦτο λέγει .
βρόγχον ὑγροῦ παχέος καὶ γλίσχρου , μάλιστα ἐπὶ παιδίων . ἀγχόνη πυώδης ἀπόστασις μεταξὺ ἐπιγλωττίδος καὶ ῥίζης γλώττης . παρίσθμια
5007204 διακοψῃ
ἐπιπλεκομένους , ὧν χάριν χειμασθήσονται , ἐὰν μή τις μεσεμβολῶν διακόψῃ τὴν κάκωσιν . ἐὰν δὲ ὁ τοῦ Διὸς μαρτυρῇ
τιτρῶσκον , ὃ πάντως ὀξὺ μὲν ὑπάρχειν ἀναγκαῖόν ἐστιν ἵνα διακόψῃ , κοῦφον δ ' ἵνα μήτε θλάσῃ μήτε κατάξῃ
5002071 ἐταν
ἄρα τοῦ ἔτης ἡ κλητική ἐστιν ἔτα καὶ † Δωρικῶς ἔταν † . ὠόψ : ἐπίφθεγμα τῶν ἀφιέντων τινὰς ἅμα
ὅτε τὸ κύριον μόλῃ φάος τόκου , δαίμονά τ ' ἔταν , ἄμαχον ἀπόλεμον ἀνίερον , Θράσος , μελαίνα μελάθροισιν
4999759 βομβουν
αἱ Σαπφοῦς χρυσαστράγαλοι . βομβυλιὸς δὲ τὸ στενὸν ἔκπωμα καὶ βομβοῦν ἐν τῇ πόσει , ὡς Ἀντισθένης ἐν Προτρεπτικῷ .
κώνωπος , Ὁρᾷς , ἔφη , τοῦτο τὸ βραχὺ τὸ βομβοῦν ; ἢν εἰσδύῃ μου τῇ τῆς ἀκοῆς ὁδῷ ,
4998026 ἰωνικα
. ὁ δὲ ἰωνικολόγος τὰ Σωτάδου καὶ τῶν πρὸ τούτου ἰωνικὰ καλούμενα ποιήματα Ἀλεξάνδρου τε τοῦ Αἰτωλοῦ καὶ Πύρητος τοῦ
: τὸ δὲ βʹ , τὸ δʹ καὶ τὸ Ϙʹ ἰωνικὰ ἡμιόλια . ἐν ἐκθέσει δὲ τούτων τίθενται κἀνταῦθα ,
4995408 ἁνδανω
τὸ δάκω μάθω λάχω ἅδω πρὸς τὸ δαγκάνω μανθάνω λαγχάνω ἁνδάνω . ταύτῃ τοι καὶ τοῦ ἁμαρτάνω ὑποτακτικόν , φησίν
τοῦ ΑΝΩ ὑπὲρ δύο συλλαβὰς συστέλλει τὸ Α : λιμπάνω ἁνδάνω λαμβάνω , πλὴν τοῦ ἱκάνω κιχάνω . Τὰ εἰς

Back