| , καὶ ταῦτα τοῦ ' λαίου σπανίζοντος , ὦ ' νόητε ; οὐ γὰρ δάκνει ς ' , ὅταν δέῃ | ||
| . τὰς δ ' ἐμβάδας ποῖ τέτροφας , ὦ ' νόητε σύ ; ὥσπερ Περικλέης , εἰς τὸ δέον ἀπώλεσα |
| τρέφῃ : τὸ γὰρ τρέφει Ἀττικόν . ἀνδρεῖα ὑποδήματα . στοχάζομαί γε ἐκ τῆς μελοποιίας οἷος ἄν τις εἴης . | ||
| ἀλαζονεύομαι μάντις ἄκρος εἶναι ἐπιγιγνώσκων τὰ θέσφατα , ὅμως δὲ στοχάζομαί τι κακὸν ἀποβήσεσθαι . ἀπὸ δὲ θεσφάτων ] γνωμολογῶν |
| λαβοῦσα τῶν ὤτων φίλησον τὴν χύτραν . Λαβοῦσα τῶν ὤτων φίλησον τὴν χύτραν . πολλῶν μαθητῶν γενομένων ἐμοί , Λύκε | ||
| τῇ πρὸς τὸ ἀνὰ μέσον ἀρετῆς καὶ κακίας ἀδιαφορίᾳ . φίλησον τὸ ἀνθρώπινον γένος . ἀκολούθησον θεῷ . ἐκεῖνος μέν |
| φωνῇ μεγάλῃ λέγουσα : Ἀδὰμ Ἀδάμ , ποῦ εἶ ; ἀνάστα ἐλθὲ πρός με , καὶ δείξω σοι μέγα μυστήριον | ||
| ἐκοιμᾶτο . ἐπιστᾶσα δὲ αὐτῷ ἡ Τύχη ἐβόα : ” ἀνάστα καὶ ἄπελθε ἐντεῦθεν , μήπως κάτωθεν τοῦ φρέατος πεσὼν |
| αἰρόμενος πόνους Δίωι παιδὶ συναντλεῖ ; καὶ μὰν τόνδ ' ἄθρησον πτεροῦντος ἔφεδρον ἵππου : τὰν πῦρ πνέουσαν ἐναίρει τρισώματον | ||
| χωρεῖν , συνῳδὰ τοῖς λόγοις μου πράττειν : δεῦρ ' ἄθρησον : δεῦρο εἰς ἐμὲ βλέψον , ἵνα κἂν διὰ |
| πλήρης λέων δὲ μοῦνος προὐκαλεῖτο θαρσήσας αὑτῷ μάχεσθαι . “ μεῖνον ” εἶπε “ μὴ σπεύσῃς ” ἅνθρωπος αὐτῷ , | ||
| δὲ μὴ δυνηθῇς , φησιν , ἀντιβαλεῖν τὸ ὀστοῦν , μεῖνον , ἵνα σαπῇ καὶ πέσῃ . καὶ πόθεν ἔχω |
| : εἰπὲ πρὸς αὐτῶν τῶν Ἐλευσινίων Κόρης καὶ Δήμητρος : δίδαξον ἄν τι σφαλώμεθα : πρόσθες τοῖς παρ ' ἡμῶν | ||
| ἀμερίμνους ἐκτενοῦσιν ἐπὶ καὶ τὰ στοιχεῖα τὰς ψυχὰς αὑτῶν ; δίδαξον ἐντεῦθεν ἐρᾶν τοῦ τι βουλεύεσθαι , ἵνα ἔχωσι καὶ |
| ἡ τύχη λέγεται δαιμόνων κατάστασις . ὁ δὲ νοῦς : ἔξελθε τῶν οἴκων : οὐ γὰρ ἐν χορείαις καὶ παρθενῶσιν | ||
| ὁμοίως : ἴθ ' ὦ ἄνα , πρὸς γονάτων , ἔξελθε καὶ σύγγνωθι τῇ τραπέζῃ . Φασὶν ἀλλήλαις ξυνελθεῖν τὰς |
| Τίς οὐκ ἂν εὐθὺς ἐκ τῆς προτρεχούσης περὶ τὸν πόντον εἰκασίας ἀνδρῶν πλωιζομένων θαλάττιον εἶναι νομίσειε φόβον ; ἀλλ ' | ||
| οὐδ ' ὑπεσταλμένως ἠλληγόρησεν οὐδ ' ὥστε δεῖσθαι λεπτῆς τινος εἰκασίας , ἀλλ ' ἐκ τοῦ φανεροῦ τὰ κατ ' |
| πάντας τοὺς αἰῶνας , καὶ τὸ ὄνομά σου ἅγιον καὶ εὐλογημένον εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας . . αἰῶνας : καὶ | ||
| ζῶντα καὶ ἐσθίει ἄρτον εὐλογημένον ⌈ ζωῆς καὶ πίνει ποτήριον εὐλογημένον ἀθανασίας καὶ χρίεται χρίσματι εὐλογημένῳ ⌉ ἀφθαρσίας , φιλῆσαι |
| τὸν καλὸν χρόα . φράζεο , μὴ τᾶς παιδός : φώνησόν σου τὴν κύνα , μή πως τὴν Γαλάτειαν καταδαίσηται | ||
| τὸν καλὸν χρόα . φράζεο , μὴ τᾶς παιδός : φώνησόν σου τὴν κύνα , μή πως τὴν Γαλάτειαν καταδαίσηται |
| εἰ τυγχάνοιμι χρώμενος αὐτοῖς . ἥκει δέ μοι καὶ παρὰ Ἡλιοδώρου τοῦ τῆς Αἰγύπτου ὑπάρχου γενομένου γράμματα ἅμα τοῖς βασιλικοῖς | ||
| ' ἃ κορωνὶς τοῦ δράματος . # κεκώλισται πρὸς τὰ Ἡλιοδώρου , παραγέγραπται ἐκ Φαείνου καὶ Συμμάχου . Δύο εἰσὶν |
| ἐστιν τῆς ψυχῆς τὸ ἐνθουσιῶν , καὶ εἰ πᾶν μόριον ἐνθουσιᾷ , καὶ εἰ πᾶς ἐνθουσιασμὸς ἐκ θεῶν , καὶ | ||
| ἀπεμάξατο τὰς περὶ τῶν μελλόντων ἀψευδεστάτας διὰ τῶν ὀνείρων μαντείας ἐνθουσιᾷ , τοτὲ δὲ κἀν ταῖς ἐγρηγόρσεσιν : ὅταν γὰρ |
| . Καὶ μὴν ὁμοῦ ' στιν ἤδη . Μή νυν ἀνῶμεν , ἀλλ ' ἐπεντείνωμεν ἀνδρικώτερον . Ἤδη ' στὶ | ||
| κοινωνὸς εἶναι τετορήσω : σαφηνίσω , φράσω ξύλλαβε : βοήθει ἀνῶμεν : ἐνδῶμεν , ἐάσωμεν μυριάμφορον : πολύτιμον ἰπνόν : |
| κλιτικὴν ἔκτασιν συστείλας τὸ ἴδιον προστακτικὸν ποιεῖ , ἐλαβόμην ἐλάβου λαβοῦ , ἐπραθόμην ἐπράθου πραθοῦ : ταῦτα δὲ παραλόγως Ἀττικοὶ | ||
| . . πυθοὺ ] περισπῶσιν Ἀττικοὶ τοῦτο , καὶ τὸ λαβοῦ καὶ ἐμοῦ καὶ τὰ ὅμοια . ἔστι δὲ δεύτερος |
| ἀλλοτρίας ἐπινοίας αὐτοῖς αὐλοῖς ὁρμᾷ καὶ γλωττοκομείῳ . εἰ μὴ τεθέασαι τὰς Ἀθήνας , στέλεχος εἶ , εἰ δὲ τεθέασαι | ||
| μὴ τεθέασαι τὰς Ἀθήνας , στέλεχος εἶ , εἰ δὲ τεθέασαι μὴ τεθήρευσαι δ ' , ὄνος , εἰ δ |
| ' ἔγωγ ' ἐνεθυμήθην ὡς λυσιτελούντως αὐτῷ Πλάτωνι τὰς αἰτίας ἀπολύομαι καὶ ὁποίας τινὰς αὐτὸς καθ ' αὑτοῦ δίδωσι τὰς | ||
| δῆμον , ὅταν δέῃ . οὕτω μὲν δὴ τῶν δεσμῶν ἀπολύομαι καὶ ἐπὶ τὸ ἱερὸν ταχὺ μάλα ἠπειγόμην : καὶ |
| ταύτῃ τῇ ὁρτῇ ἰακχάζουσι . Πρὸς ταῦτα εἰπεῖν Δημάρητον : Σίγα τε καὶ μηδενὶ ἄλλῳ τὸν λόγον τοῦτον εἴπῃς . | ||
| Ἐφέσιον ἐξίχνευσα τοῖς ὀνείρασιν ; ἦ δ ' ὅς , Σίγα , ὦ Κριτία : εἰ ἐχεμυθεῖς , μυσταγωγήσω σε |
| οὖν φησι : τῶν Φαρσαλίων ἥκει τις ἵνα τὰς τραπέζας καταφάγῃ ; οὐδεὶς πάρεστι . εὖ γε δρῶντες . ἆρά | ||
| . Τῶν Φαρσαλίων ἥκει τις , ἵνα καὶ τὰς τραπέζας καταφάγῃ ; οὐδεὶς πάρεστιν . εὖ γε δρῶντες : ἆρά |
| αὐτὸς μὲν οὖν σὺ ] κόπτε : τί μ ' ἐνοχλεῖς , τάλαν ; [ λάβ ] ' : ἀποτρέχω | ||
| ταῦτα συγγράφοντι παραστὰς εἴποι : Τί , ὧ πονηρὲ , ἐνοχλεῖς σεαυτῷ ταῦτα συγγράφων καὶ ἃ μὴ οἶσθα διηγούμενος ; |
| θορυβεῖ γοῦν ἔνδοθεν . Οἴμοι δείλαιος . Φέρ ' αὐτὸν ἀποδρῶ : καὶ γὰρ ὥσπερ ᾐσθόμην καὐτὸς θυείας φθέγμα πολεμιστηρίας | ||
| εἴη ὅτῳ μαστιγώσεις με , ὡς βουλεύομαί γε ὅπως σε ἀποδρῶ λαβὼν τοὺς ἡλικιώτας ἐπὶ θήραν . καὶ ὁ Ἀστυάγης |
| τις ἦν αὐτοῦ περὶ τὸ πρόσωπον , καὶ ἄκαιρος στωμυλία λαλοῦντος κατηγόρει καὶ αὕτη τὸν τρόπον αὐτοῦ . πάντα δὲ | ||
| γὰρ ἀπόχρη τὸ θεωρεῖν ἐρώμενον οὐδ ' ἀπαντικρὺ καθημένου καὶ λαλοῦντος ἀκούειν , ἀλλ ' ὥσπερ ἡδονῆς κλίμακα συμπηξάμενος ἔρως |
| βούλεται , Μὴ θαύμαζε , ἔφη : καὶ γὰρ αὐτὸς ὁμότεχνός εἰμί σοι , καὶ εἰ βούλει , ἕπου πρὸς | ||
| βούλεται , Μὴ θαύμαζε , ἔφη : καὶ γὰρ αὐτὸς ὁμότεχνός εἰμί σοι , καὶ εἰ βούλει , ἕπου πρὸς |
| ; πάλιν λέγω : ὁ δεσπότης ἐν τῶι φρέατι . Σώστρατε , ἔξελθε δεῦρ ' : ἡγοῦ , βάδιζ ' | ||
| ' ἴσως μᾶλλον παρ ' ἡμῖν . οὐκ ἐθελήσει , Σώστρατε . σύμπεισον αὐτόν . ἂν δύνωμαι . δεῖ πότον |
| πάσας τὰς ὁράσεις ἃς εἶδον κατὰ τοὺς ὕπνους , καὶ ἠρξάμην λαλεῖν τοὺς λόγους τῆς δικαιοσύνης , ἐλέγχων τοὺς ἐγρηγόρους | ||
| ' ἀνοιστέος λόγος ἐπ ' ὄνομα τοὐμὸν κεῖς ' ὅθενπερ ἠρξάμην . καλοῦσι Μελανίππην , Χίρωνος δέ με ἔτικτε θυγάτηρ |
| δὴ μώνα ἐοῖσα πόθεν τὸν ἔρωτα δακρύσω ; ἐκ τίνος ἄρξωμαι ; τίς μοι κακὸν ἄγαγε τοῦτο ; ἦνθ ' | ||
| καὶ τὴν ἀλήθειαν . αὐτίκα ἵν ' ἀπὸ τῶν τελευταίων ἄρξωμαι , εἰ μὲν ἃ φανταζόμεθα εἰς τὰ αὑτῶν σώματα |
| τῶν Ἀθηναίων ἀνέχειν : ἀπέχειν ἢ ἀπὸ τῶν πολεμίων : περιαιρετέον τὸν ἤ σύνδεσμον καὶ περιβαλοῦσαι : ἤγουν περικυκλώσασαι . | ||
| ἀνοικτέον : ζητητέον μέντοι τὴν αἰτίαν τῆς στενώσεως καὶ ταύτην περιαιρετέον . ἀρθέντων γὰρ τῶν περιεργαζομένων τὴν διάθεσιν αἰτίων , |
| πραγμάτων ὀρθὸς φανῆναι κριτής , ἐάσας τὸ τέλος τὴν γνώμην ἐξέταζε , καὶ μίαν ὄψει προσοῦσάν μοι πανταχοῦ . ἀνήχθην | ||
| εἰς εὐδοξίαν συμπράττειν σὸν ἂν εἴη τοῦ διδασκάλου κέρδος . ἐξέταζε δὴ τὸν τοῦδε ἐξετασμόν : οὐ γὰρ ἀξιοῦμεν τοὺς |
| πόδ ' εἶχον , τῶιδ ' ἂν εὐστόχωι πτερῶι ἀπόλαυσιν εἰκοῦς ἔθανες ἂν Διὸς κόρης . τί δ ' , | ||
| εἰς Ὑπέρβολον . ἐρείδουσιν ] τὰ ποιήματα αὐτῶν . τὰς εἰκοῦς τῶν ἐγχέλεων : ἀντὶ τοῦ “ τῶν λέξεων ” |
| ] ἐμνημόνευσας . ἐπειδὴ εἶπε τὴν Ὀλυμπίαν . ἴθι μοι παράστηθ ' ἀντιβολῶ : γυνὴ ⌈ τις ὑβρισμένη ὑπὸ τοῦ | ||
| ' , ἐξέμαθές γε τὴν Ὀλυμπίαν . ἴθι μοι , παράστηθ ' , ἀντιβολῶ , πρὸς τῶν θεῶν . ὁδὶ |
| τε . ἐντεῦθεν πάλιν εἶπεν ὁ Ξενοφῶν : Ἐπεὶ τοίνυν διανοῇ ἀποδιδόναι , νῦν ἐγώ σου δέομαι δι ' ἐμοῦ | ||
| εἰ κυνὸς τροφὴν ἐσθίεις , τῷ ὁμογενεῖ καὶ ὁμοιοτρόπῳ μάχεσθαι διανοῇ ; λέγει δὲ ἑαυτὸν κυνοκέφαλον διὰ τὸ ἀναιδὴς εἶναι |
| ; ” . κτύπον δέδορκα ] κατανοῶ . ὃ γὰρ κατανοῶ , τοῦτο δέδορκα τοῖς τοῦ νοῦ ὀφθαλμοῖς . πάταγος | ||
| γίνεται . ὅταν με καλέσῃ πλούσιος δεῖπνον ποιῶν , οὐ κατανοῶ τὰ τρίγλυφ ' οὐδὲ τὰς στέγας , οὐδὲ δοκιμάζω |
| , φράσω ξύλλαβε : βοήθει ἀνῶμεν : ἐνδῶμεν , ἐάσωμεν μυριάμφορον : πολύτιμον ἰπνόν : ἀρτοκόπιον , μαγειρεῖον ἄσμεναι : | ||
| ! ! ! [ χαίρων ] ? χορείῃς εἰς [ μυριάμφορον ] ? ? χρόνον ? ? ? ? ? |
| : στείχω ἔστιχον ἔστιχες ἔστιχε , τὸ προστακτικὸν στίχε καὶ ἀπόστιχε . . . . ἀπόερσεν : ἀπέπνιξε , διέφθειρε | ||
| τροπῇ τοῦ η εἰς ω ἀποφώλιος . . . . ἀπόστιχε : ἀπαλλάσσου , ἀναχώρει : στείχω ἔστιχον ἔστιχες ἔστιχε |
| τὰ τοιαῦτα δώσεις . μνήμη δὲ μισθῶν ὀφειλομένων οὐκ ἦν ἐσπουδακότος λόγος , ἀλλ ' ἀνδρὸς ἡδομένου τῇ μνήμῃ τῆς | ||
| , δυοῖν θάτερον , ἢ μανίας ἢ κέρδους ἕνεκ ' ἐσπουδακότος φήσαιμ ' ἂν εἶναι . Εἴη μέν , ὦ |
| , δυσφορεῖς καὶ θαυμάζεις ταῦτα , καὶ περίφοβος εἶ . καρτέρησον , ἕως οὗ καὶ τὰ λοιπὰ μάθῃς . . | ||
| , πνέει καθ ' ἡμῶν φλεγμονὰς πυρεκβόλους ; μικρόν τι καρτέρησον ἐμβαλὼν κράνος : ὑπὲρ θεοῦ νῦν ἵστασαι καὶ τῆς |
| ἐκ χειρὸς τύψαι . ἐλαφηβόλος κυνηγός . ἐλεαίρει ἐλεεῖ . ἐλέγξεις ἐλέγχῳ περιβάλῃς , ὀνείδει περιβάλῃς . ἐλεγχείη ἡ αἰσχύνη | ||
| οὖν αὐτὸν ὁ Ἀπολλώνιος , οὐδὲ γὰρ πικρὸς πρὸς τὰς ἐλέγξεις ἦν , „ ἀλλὰ μὴ τοῦτο „ ἔφη ” |
| τὸ γὰρ παρὰ τί Τρύφων ἥμαρτεν ; ἐν αἰτίῳ ἔξωθεν ὑπακουομένῳ κατ ' αἰτιατικὴν πτῶσιν , ὡς εἰ καὶ οὕτως | ||
| ἔδοξε καὶ τῇ τοιαύτῃ ἀντωνυμίᾳ ἴδιον ἄρθρον προσνέμειν καὶ τῷ ὑπακουομένῳ κτήματι . . Ἔστι δὲ παραπέμπεσθαι τὴν τοιαύτην πιθανότητα |
| , δοῦλον ἢ δούλην περανεῖ διὰ τὸ τὰς χεῖρας τὰς προσαγομένας τῷ αἰδοίῳ ὑπηρετικὰς εἶναι : εἰ δὲ μὴ ἔχοι | ||
| λαμβανομένας διαφορὰς ἐπί γε τῶν δι ' αἰσθήσεως νοητῶν , προσαγομένας δὲ ὑπ ' ἐκείνων ἐπὶ τὰς ἀκριβεῖς καὶ ὁμολογουμένας |
| τανύσσαι ἀπαρέμφατον διὰ τὸ βαλέειν . . Ο . ἂψ ἀπολυσάμενος βαλέειν εἰς οἴνοπα πόντον . * ) [ ἡ | ||
| θ ' Ἀμαζονίδων γένος ἐστί . „ ταῦτα δ ' ἀπολυσάμενος εἰς ἄλλο ἐμπέπτωκε πλάσμα : οὐδαμοῦ γὰρ ἐνθάδε εὑρίσκεται |
| : διὰ τὸ ἀεὶ ᾄδειν . Ἄκανθα : διὰ τὸ αἰκίζειν ἤγουν πλήττειν . Ἀστραπή : διὰ τὸ ἀστάτως καὶ | ||
| : διὰ τὸ ἀεὶ ᾄδειν . Ἄκανθα : διὰ τὸ αἰκίζειν ἤγουν πλήττειν . Ἀστραπή : διὰ τὸ ἀστάτως καὶ |
| . . . ἐπιβαίνοντας . ἀντιστροφὴ κώλων ιβʹ † λεύσσω Προμηθεῦ : ἡ ἀντιστροφὴ αὕτη . τῆς ἄνω ἐστὶ στροφῆς | ||
| οὐκ ἀκούσαις καὶ μὴ βουλομέναις ἡμῖν τοῦτο εἶπας , ὦ Προμηθεῦ , δηλονότι τὸ , ἔλθετε καὶ ἀκούσατε , ἵνα |
| ἴστε μετ ' ὀλίγον χρόνον , ἀναβεβίωκα : περιπατῶ , λαλῶ φρονῶν , τὴν τηλικούτων καὶ τοιούτων ηλιον νυντοντον εὑρών | ||
| ἁρμόζου τύχην . ὄνος βαδίζεις εἰς ἄχυρα τραγημάτων . Κροίσῳ λαλῶ σοι καὶ Μίδᾳ καὶ Ταντάλῳ . σαυτὴν ἐπαινεῖς ὥσπερ |
| υἱοὺς τῶν ἐγρηγόρων διὰ τὸ ἀδικῆσαι τοὺς ἀνθρώπους . καὶ ἀπόλεσον τὴν ἀδικίαν πᾶσαν ἀπὸ τῆς γῆς , καὶ πᾶν | ||
| , μετ ' αὐτῶν ὁμοῦ δεθήσονται μέχρι τελειώσεως γενεᾶς . ἀπόλεσον πάντα τὰ πνεύματα τῶν κιβδήλων καὶ τοὺς υἱοὺς τῶν |
| τὰ πρήγματα ὑμέων καὶ αὐτοὶ ὑμέες . Πῶς λέγεις ; καταγελᾷς ἡμῶν ἁπάντων καὶ παρ ' οὐδὲν τίθεσαι τὰ ἡμέτερα | ||
| ἐκπλήττωνται καθάπερ ἐπὶ τοῖς ἀσαφέσι τῶν χρησμῶν . ὁρᾷς ; καταγελᾷς μου καὶ σὺ ἐν τῷ μέρει . Οὐ τοσοῦτον |
| οὐδεὶς ὅλως ; οὐκ οἶδ ' ἔγωγε Δαιτυμόν ' . ἐλογιζόμην , ἥξει Φιλῖνος , Μοσχίων , Νικήρατος , ὁ | ||
| κατάλοιπον μέροπαϲ ἐπὶ δεῖπνον καλεῖν οὐκ οἴομαί γε Δαιτυμών . ἐλογιζόμην : οὐδεὶϲ παρέϲται , φημί . τί λέγειϲ ; |
| ψῆφον . ἐπὶ τούτοις οὖν ἤδη λέγε , καὶ ὁ Ἀρεοπαγίτης ἐγὼτοῦτο γὰρ ἔθου μεκατὰ σχῆμα τῆς βουλῆς ἀκούσομαί σου | ||
| δηλοῖ δ ' ἐπὶ τούτοις , ὡς καὶ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης ὑπὸ τοῦ ἀποστόλου Παύλου προτραπεὶς ἐπὶ τὴν πίστιν κατὰ |
| ἐγὼ γὰρ εἰς τοὐπτάνιον οὐκ εἰσέρχομαι . ἀλλὰ τί ; θεωρῶ πλησίον καθήμενος , πονοῦσι δ ' ἕτεροι . σὺ | ||
| γέγονεν . Λέων : παρὰ τὸ λάω τὸ σημαῖνον τὸ θεωρῶ , ἐξ οὗ καὶ ἀλαὸς ὁ τυφλός , ὁ |
| δοκεῖ κατὰ τὴν αἴσθησιν . λέγομεν οὖν ἡμεῖς ὅτι ἐὰν ὑγιαίνῃ τὸ αἰσθητήριον καὶ μὴ μεταβάλλοι τὸ αἰσθητόν , ὥσπερ | ||
| Οὐδέ γ ' , οἶμαι , τὴν μισθωτικήν , ἐὰν ὑγιαίνῃ τις μισθαρνῶν . Οὐ δῆτα . Τί δέ ; |
| . Ἐπεὶ δέ τινες φθόνῳ φερόμενοι ἢ ἀπειρίᾳ μονομερῶς καὶ σκοτεινῶς πραγματεύονται τὴν ἄφεσιν , ἀναγκαῖον ἡμᾶς τὴν διάκρισιν ἐπιδιασαφῆσαι | ||
| Βούλει οὖν , ἦν δ ' ἐγώ , ἵνα μὴ σκοτεινῶς διαλεγώμεθα , πρῶτον ὁρισώμεθα τάς τε ἀναγκαίους ἐπιθυμίας καὶ |
| ξίφους Περσέως ἐκλήθη ἡ πόλις Μυκήνη . Μασχάλη . σχῶ σχήσω , ὡς στήσω στήλη , καὶ μεταθέσει τοῦ η | ||
| ὑποφ ? [ μή ] τι μέγαιρε , φίλη : σχήσω γὰρ ἐς ποηφόρους ? ? [ κήπους ] ? |
| εἰπὼν περὶ πάντων ἐδήλωσεν . οὐ γὰρ δήπου , ὦ Θεόμνηστε , εἰ μέν τίς σε εἴποι πατραλοίαν ἢ μητραλοίαν | ||
| ἐμῶν ἐρώτων κρίσις , ἤδη φέρε . Παιδιᾶς , ὦ Θεόμνηστε , καὶ γέλωτος ἡγῇ τὴν διήγησιν ; ἡ δ |
| : ἀπὸ τοῦ ἀλοῶ , τὸ συντρίβω , ἀλοιῶ ὡς ποῶ ποιῶ ἀλοιήσω ἠλοίησα , ὅθεν καὶ πατραλοίας . . | ||
| , ὀκνῶ δὲ δεῖξαι : πατέρα γὰρ τοῦ παιδίου αὐτὸν ποῶ σχεδόν τι τοῦτον προσφέρων μεθ ' οὗ συνεξέκειτο . |
| δηλοῖ . χειροτόνους ] μετὰ χειρῶν τάσεως γενομένας . θ χειροτόνους ] ἀπὸ τοῦ τείνω καὶ τοῦ χείρ . Ξ | ||
| πατρίδος αὐτῶν φερομένας . χειροτόνους ] τὰς διὰ χειρῶν . χειροτόνους ] τὰς διὰ τάσεως τῶν χειρῶν γινομένας . χειροτόνους |
| πάντα προνοεῖσθαί με δεῖ . ἀλλ ' ἐκποδὼν ἄπειμι καὶ βουλεύσομαι τοῦτ ' αὔθ ' , ὅπως δεῖ διαφυγεῖν με | ||
| πολλοῦ ἀξίαν : εἰ δ ' ἐχθρὸς εἴης , οὐδὲ βουλεύσομαι . “ ὧδε μὲν ὁ Πομπώνιος ἀπεκρίνατο : καὶ |
| σφισιν οὐ πείθομαι , πειθέσθω δὲ ὅστις τὰ Ἐπιδαυρίων οὐ πέπυσται . τὸ δ ' ἐπιφανέστατον Ἀργείοις τῶν Ἀσκληπιείων ἄγαλμα | ||
| ' ἐνὶ μεγάρῳ : μήτηρ δ ' ἐμὴ οὔ τι πέπυσται , οὐδ ' ἄλλαι δμῳαί , μία δ ' |
| , ἡ δὲ νόσος οὐκ ἐκουφίζετο . ἅπαξ οὖν ποτε καθεύδουσα , ταύτην ἀφίησιν πυρπολουμένην τὴν φωνήν : “ Διὰ | ||
| Λυκοῦργος ὧν ἐς Διόνυσον ὕβρισαν διδόντες δίκας , Ἀριάδνη δὲ καθεύδουσα καὶ Θησεὺς ἀναγόμενος καὶ Διόνυσος ἥκων ἐς τῆς Ἀριάδνης |
| μετάσχοι τῆς τύχης , τὰς φύσεις ὑμῶν δεδοικὼς καὶ τὸν αὐτοδὰξ τρόπον , πρὶν παθεῖν τι δεινὸν αὐτός , ἐξέφλεξε | ||
| τῶν ἀνδρῶν λόγους . ὡς ἄν : Ὅπως ἄν . αὐτοδὰξ ὠργισμένων : Πάνυ ὠργισμένων . ἵνα μήποτε φάγῃ : |
| ἑλκομένας , ἔπειτα περιπυκασάμενοι τὰς τρίχας περὶ ἅπαν τὸ σῶμα ζώννυνται , χρώμενοι αὐταῖς ἀντὶ ἱματίου . αἰδοῖον δὲ μέγα | ||
| ἔμπροσθεν : ἔπειτα περιπυκασάμενοι τὰς τρίχας περὶ πᾶν τὸ σῶμα ζώννυνται , καὶ οὕτως ἀνθ ' ἱματίου ταῖς θριξὶν ἀμπέχονται |
| ὅσα τιμιώτατα ἄλλα ἐς ἀγροὺς ἢ τὰ ἐρυμνὰ τῆς πόλεως μεταφερόντων : οὐ γάρ πω σαφοῦς ὄντος , ὅτι μόνης | ||
| ἐπιπολῆς . φανερὸν δ ' ὅταν συνεχῶς αἰσθανώμεθά τι : μεταφερόντων γὰρ τὴν αἴσθησιν ἀκολουθεῖ τὸ πάθος , οἷον ἐκ |
| οὗ μέλλων εἰδήσω : τοῦ εἰδῶ παράγωγον εἴδημι , ὡς τιθῶ τίθημι , δεύτερον πρόσωπον εἴδης , ἐπεκτάσει εἴδησθα , | ||
| θ ' οἷ θέλεις σπεύδῃς , ἐγώ τε τἄνδον ἐξαρκῆ τιθῶ . Αὐτοῦ γε πρῶτον βαιὸν ἀμμείνας ' , ὅπως |
| θεασάμενοι τῆς Γοργοῦς τὴν κεφαλὴν ἀπελιθώθησαν , καὶ ὑμεῖς τοῦτο πάθητε . „ Τάδε λέγω καὶ περὶ Ἀμαζόνων , ὅτι | ||
| ἀσθενεῖς ὄντες καὶ μηδὲ μιᾷ μάχῃ ἐξαρκέσαι δυνάμενοι , μὴ πάθητε , τὸ ἐλπίδι πιστεῦσαι : μηδὲ τοῖς πολλοῖς ὁμοιωθῆτε |
| φόβον , πήλας ἀκούσει κεῖθι πεμφίδων ὄπα λεπτὴν ἀμαυρᾶς μάστακος προσφθέγμασιν . ὅθεν Γιγάντων νῆσος ἡ μετάφρενον θλάσασα καὶ Τυφῶνος | ||
| τερπνὸν δὲ τἀναγκαῖον ἐκφυγεῖν ἅπαν . τοιοῖσδέ τοί νιν ἀξιῶ προσφθέγμασιν . φθόνος δ ' ἀπέστω . πολλὰ γὰρ τὰ |
| πορεύεται διὰ τῆς ἀγορᾶς τὰς γνάθους φυσῶν , τὰς ὀφρῦς ἐπηρκώς , ἴσα βαίνων Πυθοκλεῖ : εἰ γὰρ συναφθείη ταῦτα | ||
| ἀπό γε τοῦ σχήματος καὶ βρενθυόμενος , ὁ τὰς ὀφρῦς ἐπηρκώς , ὁ ἐπὶ τῶν φροντίδων τίς ἐστιν , ὁ |
| πολλαχῆ γῆς φέρουσαι . . ὅπη πημονὰς ἀλύξω ] τὰς παρεστώσας ἐμοὶ κακοδαιμονίας ἐκφεύξομαι . . κλύεις πρόσφθεγμα ] ἀκούεις | ||
| τῷ βωμῷ καὶ αἵματι ῥεομένους , πατέρας δὲ καὶ μητέρας παρεστώσας οὐχ ὅπως ἀνιωμένας ἐπὶ τοῖς γιγνομένοις ἀλλὰ καὶ ἀπειλούσας |
| ὁ τὸ πῦρ κατέχων ; εἶπεν δὲ ὁ ἀρχιστράτηγος : Θεωρεῖς , πανόσιε Ἁβραὰμ , τὸν ἄνδρα τὸν φοβερὸν τὸν | ||
| τόπον τοῦ ποιῆσαι φόνον . καὶ εἶπεν πρὸς Μιχαήλ : Θεωρεῖς τὴν ἁμαρτίαν ταύτην ; ἀλλ ' ἐλθέτωσαν θηρία ἐκ |
| ' ἡμεῖς , οὐχ ὅπως σὲ παύσομεν . Πολλῶν ἂν ἥκοις , ὦ ξέν ' , ἄξιος τυχεῖν , εἰ | ||
| μᾶλλον . εἰ δὲ δι ' αἱμορροΐδος ἐπίσχεσιν ἐπὶ φλεβοτομίαν ἥκοις , εἰ μὲν ἐπέχειν αὐτὴν βούλοιο , τὰς ἐν |
| καὶ φαντασίαις . Τίς δὲ ἡ τοῦ πυρὸς κλοπὴ , μάνθανε . Πρὶν μὲν ἡ τοῦ πυρὸς χρῆσις ἄγνωστος ἦν | ||
| δεινόν ἐστιν ἀνθρώποις κακόν . Ὑπὲρ εὐσεβείας καὶ λάλει καὶ μάνθανε . Ὕπνος θανάτου γὰρ προμελέτησις τυγχάνει . Ὕπνος δὲ |
| οὐ πάσης , ἀλλὰ τοῦ μέρους . ὅταν δὲ ὅλον ἀναλάβωμεν δηλονότι ἀπολέσαντες , μάθησις : δὶς γὰρ μαθεῖν καὶ | ||
| καλῶς διαρθρωθείη , τὸν περὶ τῶν μορίων τῆς ψυχῆς λόγον ἀναλάβωμεν . τὸ μὲν οὖν θρεπτικὸν ἀναγκαίως ἐν παντὶ ἐμψύχῳ |
| κυβερνήτην κακόν . τύχην ἔχεις , ἄνθρωπε , μὴ μάτην τρέχε . εἰ δ ' οὐκ ἔχεις , κάθευδε , | ||
| , ἄνδρες φίλοι : ἄρτους ἐπιλελήσμεθ ' ἀρκοῦντας πρίασθαι . τρέχε δή , παῖ . καὶ τοῦτο ἔλεγεν αὐτὸς γελῶν |
| ὦ ξυνασχαλᾷ ] συλλυπεῖται μόχθοις ] δυστυχίαις τάδε ] ἃ πάσχεις ἔχρῃζον ] ἤθελον ἠλγύνθην κέαρ ] ἐλυπήθην , ἔπαθον | ||
| πόλεμον δεύτερον . Ἆρα καὶ σύ , Χλόη , τοιαῦτα πάσχεις ; ἆρα μέμνησαι τοῦ πεδίου τοῦδε καὶ τῶν Νυμφῶν |
| σχῆμα καταφυλάξῃ . ἀλλ ' ὡς μάλιστα τοῖν ποδοῖν ἐπικτυπῶν βάδιζε . ἡμῖν δ ' ἂν αἰσχύνην φέροι πάσαισι παρὰ | ||
| καὶ τὸν Σπεκτάτον ἡγοῦ τάχιστα ὄψεσθαι . μεθ ' οὗ βάδιζε , πρὸς θεῶν , εἰς Ἰταλίαν , ὡς σοί |
| γὰρ δικαία γλῶσς ' ἔχει κράτος μέγα ὦ παῖ , σιώπα : πόλλ ' ἔχει σιγὴ καλά τί ταῦτα πολλῶν | ||
| ἔχωδιαρρήξας τὸ ἱμάτιον αὐτοῦ εἶπε : Λάβε καὶ ἐργάζου καὶ σιώπα . Δύσκολόν τις ἠρώτα : Ποῦ μένεις ; ὁ |
| τὸν Ποσειδῶ , καὶ σὺ γὰρ τοὺς ἐκ Πύλου . Εἴπ ' , ἀντιβολῶ , πῶς ἐπενόησας ἁρπάσαι ; Τὸ | ||
| εἰπόντι τἀληθῆ φίλῳ σοὶ μηδὲν ἧσσον ἢ πάρος ξυνηρετεῖν ; Εἴπ ' : ἦ γὰρ εἴην οὐκ ἂν εὖ φρονῶν |
| ἐστὶν μεταβολὴ παντὸς ἔργου πλὴν ἑνός . . . . παραδίδου δ ' ἑξῆς ἐμοὶ τὸν ἀρκεσίγυιον , ὡς ἔφασκ | ||
| ἐν πείρᾳ γενέ - σθαι ζητουμένων τερπνῶν , ἴθι , παραδίδου μοι τερπνὸν σαυτὸν μαθητήν : ἐγὼ δὲ χαριζομένη ταῖς |
| χαμαίμηλον , καὶ μετὰ ταῦτα πάλιν εἰς τὸ πῦρ ἐπιθεὶς ἀνακίνει , ἕως ἂν καλῶς μιχθῇ , ἑνωθέντων δ ' | ||
| ἔμπασσε εἰς αὐτὸν τὴν σανδαράκην καὶ τὴν σάνδυκα λεῖα καὶ ἀνακίνει , ἕως ἂν καλῶς ἀναμιχθῇ , μετὰ ταῦτα δ |
| φησὶ Σώφρων . οὓς ἔνιοι θύννους καλοῦσιν , Ἀθηναῖοι δὲ θυννίδας . θυννίς . τοῦ ἄρρενος ταύτῃ φησὶ διαφέρειν Ἀριστοτέλης | ||
| θυννοθήρας ἐστίν . οὓς ἔνιοι θύννους καλοῦσιν , Ἀθηναῖοι δὲ θυννίδας . ΘΥΝΝΙΣ . τοῦ ἄρρενος ταύτην φησὶ διαφέρειν ὁ |
| μετὰ πολλῆς χαρᾶς κατῆλθεν εἰς τὸν ὑποδειχθέντα αὐτῷ τόπον δρομαίως ψηλαφῶν τὸ χρυσίον . περιτυχὼν δὲ ἐκεῖσε λῃσταῖς συνελήφθη ὑπ | ||
| Ξέρξης ἢ αὖθις καὶ πάλιν ἄγχι παμφαλώμενος καὶ περιβλέπων καὶ ψηλαφῶν μόσυνα φηγότευκτον ἤτοι ναῦν , οὕτω δὲ ψηλαφῶν ναῦν |
| . . . βλῆτο : ἀπὸ τοῦ βλῶ βλήσω βέβληκα βέβλημαι ἐβεβλήμην ἐβέβλησο ἐβέβλητο καὶ κατὰ συγκοπὴν ἔβλητο , οἷον | ||
| . . . βλῆσθαι : ἀπὸ τοῦ βλῶ βλήσω βέβληκα βέβλημαι βεβλῆσθαι καὶ ἀφαιρέσει τῆς βε βλῆσθαι . . . |
| δὴ καὶ τὰ λοιπὰ τοῦ ἄθλου μετὰ τῆς αὐτῆς ἐπιστήμης ἄνυε , καὶ καλὰ καλοῖς ἀκολουθείτω καὶ φαινέσθω μιᾶς γνώμης | ||
| πέτρᾳ ἐπερειδόμενος , ὅθεν ἡ πηγὴ χεῖται . ἐκ ποδὸς ἄνυε : ἢ ἐκ βάθους ἢ ἀφ ' ὑψηλοῦ : |
| Δί ' οὐχὶ κατέλιπον δ ' ἐγὼ οὐδέν . καὶ πλεκτάνην στιφρὰν σφόδρ ' , ἐν τούτοις τέ που αἰσχυνόμενον | ||
| πλεκτάνην ἐπιθῇ , τοὺς ὀδόντας ἀποβάλλει : ἀστακῷ ἐὰν πολύπους πλεκτάνην εἰς τὰς χηλὰς ἐπιθῇ , εὐθέως αὐτὰς ἀποβάλλει . |
| αἴτιον δὲ ] ὑπερβατὸν κατὰ παρένθεσιν . παρεσκευάκασιν ] προσώπου ὑποβολὴ τὸ σχῆμα . φέρε ] ἠθοποιία . παρείκατε ] | ||
| σκοπὸν [ εὑρὼν ἢ ] εὗρον . Ἑτεροπρόσωπον δέ ἐστιν ὑποβολὴ προσώπου τοῦ λέγοντος , ὡς ὅταν ὀκνῶν εἰπεῖν ἀφ |
| ἥσυχος . θηρία δὲ πάντα ὑποτάξεις καὶ ἐχθροὺς κατὰ σοῦ φιλιώσεις . ἐὰν δὲ καὶ λύκου τὸν δεξιὸν ὀφθαλμὸν ἐμβάλλῃς | ||
| ] φιλίαι . καταλλαγαὶ ] φιλιώσεις . καταλλαγαὶ ] αἱ φιλιώσεις τοῦ Οἰδίποδος καὶ τῆς Ἰοκάστης . τὰ δ ' |
| . ἐπειδὰν αἴσθωμαι συκοφάντην ἄνθρωπον ἐπιεικεῖ προσπεσόντα καθάπερ χειμάρρουν , ἀλγῶ τὴν ψυχὴν καί που δακρύω καὶ συμπράττειν ὅ τι | ||
| βοώσας παραπλέων τὰς ἡδονάς πλατὺν γέλωτα καταχέω τῶν δογμάτων . ἀλγῶ δὲ καὶ τῆς οὐχ ὁρωμένης ἐρῶ . δραχμῆς μὲν |
| δυσανασχετοῦσα λατρείαν φύγω . δός μοι τὴν προῖκά μου καὶ πορεύσομαι „ . πρὸς ταῦτα τοῦ Ξάνθου μεμψαμένου τὸν Αἴσωπον | ||
| ] δόξης . πρότερον . δόμων ] τῶν . ἤγουν πορεύσομαι . ἤγουν τοῦ Ξέρξου . τῷ Δαρείῳ . καὶ |
| τότε οὖν πρὸς τῇ Νέδᾳ πεφυκὼς ἐρινεὸς οὐκ ἐς εὐθὺ ηὔξητο , ἀλλὰ ἔς τε τὸ ῥεῦμα ἐπέστρεφε καὶ τοῦ | ||
| ὡς οὐ τεκνοποιὸς ὑπὸ τῆς μητρὸς τεχθείη : ἐπεὶ δὲ ηὔξητο , μετῴκησεν ἐς Λυδίαν τῷ Ἑρμησιάνακτος λόγῳ καὶ Λυδοῖς |
| στροφὴ κώλων δʹ . ἄνια ] ἀνίατα , λυπηρά . νεόκοτα ] † ἐκ νέας ὀργῆς δαίμονος ἐπελθόντα . δάϊ | ||
| καὶ ἀνιαρά . . ἄνια ] τὰ λυπηρά . . νεόκοτα ] νεωστὶ μηνυθέντα κακὰ ὑπό τινος τῶν δαιμόνων . |
| δίδωσι γὰρ ὁ λέγων , καὶ τὴν ἀπ ' ἄλλων ἐμποδίζεται δόσιν . μηδέποτε μέμφου τὴν τύχην , εἰδὼς ὅτι | ||
| τὸ πτερόν . Αὐαίνεται , τουτέστιν ἡ ἀναγωγὸς αὐτῆς δύναμις ἐμποδίζεται καὶ κατέχεται τῇ γενέσει . Τὰ τῶν διεξόδων στόματα |
| κέρδος : ὑποτιθεμένη ἐμοὶ κερδίσαι τὴν βασιλείαν , ἐὰν προλαβὼν ἀπέλθω κατὰ τοῦ ἀδελφοῦ μου . λέγουσα ἡ ἀρὰ κέρδος | ||
| : εἰς τὸν αἰθέρα τὸν οὐράνιον , φησὶ , πετασθεὶς ἀπέλθω εἰς τὸ ὑψιπετὲς μέλαθρον , ἔνθα ὁ Ὠρίων ἢ |
| καλεῖ , πρῶτον εἰποῦσα βαρυδότειρα μοῖρα , ἔπειτα ὦ μέλαινα Ἐριννύς ; δι ' οὐδὲν ἄλλο ἢ ὡς τῶν παρόντων | ||
| , καὶ μηδενὸς καταβεβλημένου . Αἰσχίνης κατὰ Κτησιφῶντος . Ἴσως Ἐριννύς ἐστιν ἐκ τραγῳδίας : τὰ γὰρ ἀποτρόπαια τῶν φαντασμάτων |
| δ ' ἡ θεραπεία τῶν ὑδερικῶν οὐ παντάπασιν εὔκολος καὶ χρῄζουσα τῆς τοῦ τεχνίτου παρουσίας : λεχθήσεται δ ' ὅμως | ||
| δ ' ἡ θεραπεία τῶν ὑδερικῶν οὐ παντάπασιν εὔκολος καὶ χρῄζουσα τῆς τοῦ τεχνίτου παρουσίας : λεχθήσεται δ ' ὅμως |
| τὰς χοιρίνας ⌈ εἰς Γ [ ὡς ] φιλοδικάστην τὰς χοιρίνας ⌈ πιέζων “ Γ [ πιέζοντα κωμῳδῶν ] . | ||
| ὁ τὸ γυναικεῖον αἰδοῖον ἀποθλίβων . Γ ἢ παρὰ τὰς χοιρίνας ⌈ εἰς Γ [ ὡς ] φιλοδικάστην τὰς χοιρίνας |
| . τοῖς φραγμοῖς τῶν οἴκων . ἀντὶ τοῦ ἐπὶ τοῦ θριγκοῦ . συγκάμψας . ὡς εἰς χόανον τὸν πρωκτὸν ἐμβαλεῖν | ||
| Πρωτοθρονίης καλουμένης Ἀρτέμιδος : ἀγάλματα δὲ ἄλλα τε ἐπὶ τοῦ θριγκοῦ καὶ γυναικὸς εἰκὼν πρὸς τῷ πέρατι ἕστηκε , τέχνη |
| ὀργίλους ἢ τὰς περὶ τὸν θυμὸν οὔσας ἀγαπητάς . τὰς περιθύμους ] τὰς ἐκ πλείστου θυμοῦ γενομένας . θ τὰς | ||
| περιθύμους ] τὰς ἐκ πλείστου θυμοῦ γενομένας . θ τὰς περιθύμους ] ὀργίλας , τὰς ἐκ ψυχῆς ῥηθείσας . Ξ |
| δὲ Ἐρατοσθένους καὶ τῶν τούτου φίλων , οἷς τὰς ἀπολογίας ἀνοίσει καὶ μεθ ' ὧν αὐτῷ ταῦτα πέπρακται . ὁ | ||
| , τίνα καὶ τὰς συμπαθείας ἀπὸ τῶν ἔξωθεν πρὸς ἡμᾶς ἀνοίσει . Δεῖ δὲ καὶ νομίζειν ἐπεισιόντος τινὸς ἀπὸ τῶν |
| μόνον ὁ παστός , ἀλλὰ καὶ ὁ οἶκος . θ θαλαμηπόλων ] τῶν νεονύμφων καὶ οἰκουρῶν . Ξ πολλὰ δ | ||
| αὐτὰς ἕτεροι ἀθλίως ἑλκομένας δακρύων σταλαγμοὺς ἐξ ὀφθαλμῶν καθιᾶσιν . θαλαμηπόλων ] νέων νυμφῶν ἢ οἰκουρῶν : θάλαμος γὰρ οὐ |
| . Τί δή , ὦ Σώκρατες ; Ὅτι , ὦ Πῶλε , ἐρομένου Χαιρεφῶντος τίνος Γοργίας ἐπιστήμων τέχνης , ἐγκωμιάζεις | ||
| , ὦ Σώκρατες , ἐξελέγξαι . Οὐ δῆτα , ὦ Πῶλε , ἀλλ ' ἀδύνατον : τὸ γὰρ ἀληθὲς οὐδέποτε |
| Ἐκφαντίδης παλαιότατος ποιητὴς τῶν ἀρχαίων φησὶ “ Μεγαρικῆς κωμῳδίας † ἆσμα δίειμαι αἰσχυνόμενος τὸ δρᾶμα Μεγαρικὸν ποιεῖν . ” δείκνυται | ||
| , ἐπειδὰν ὁ θεῖος ἐντακεὶς ἵμερος τὸν τοῦ γενητοῦ θρῆνον ἆσμα εἰς τὸν ἀγένητον ὕμνου ποιήσῃ . ἔνιοι μὲν οὖν |
| , ] γίνεται . Ἄκουε τἀπὸ καρδίας : ἐπὶ τῶν ἀπαρακαλύπτως ἃ φρονοῦσι διεξιόντων . Ἀλλότρια βάλλειν : ἐπὶ τῶν | ||
| τὸν τοιοῦτον λόγον τοσαῦτα . Μέθοδος δὲ τραχύτητος μία τὸ ἀπαρακαλύπτως καὶ ψιλῶς κατ ' ἐπιτίμησιν , ἀλλὰ μὴ ἄλλως |
| ὀρθὰς καὶ ἀποληφθῶσιν ἴσαι περιφέρειαι αἱ ΖΗ ΗΘ , καὶ γραφῶσιν παράλληλοι κύκλοι οἱ ΚΛ ΜΝ ΞΟ , γίνεται μείζων | ||
| καὶ διὰ τῶν γενομένων σημείων καὶ τοῦ πόλου μέγιστοι κύκλοι γραφῶσιν , ἀνίσους ἀπολήψονται περιφερείας τοῦ μεγίστου τῶν παραλλήλων τὰς |
| φιλήσοντός μου , τοὺς δ ' ἀγαθοὺς καταφιλήσοντος , θαρρῶν δίδασκε τῶν φίλων τὰ θηρατικά . καὶ ὁ Σωκράτης ἔφη | ||
| τῷ Ἀπόλλωνι . Πῶς δέ ; ἔφη ὁ Κῦρος : δίδασκε : πάνυ γὰρ παράδοξα λέγεις . Ὅτι πρῶτον μέν |