φύγεν ἕρκος ὀδόντων , δεινόν τ ' ἀργαλέον τε , νεμεσσῶμαι δέ τ ' ἀκούων , εἰ δὴ τοῦτό γε
μαχεσσαίμην ὅς τις πολέμοιο μεθείη λυγρὸς ἐών : ὑμῖν δὲ νεμεσσῶμαι περὶ κῆρι . ὦ πέπονες τάχα δή τι κακὸν
6333501 μεταδορπιος
πίθοιό μοι : οὐ γὰρ ἐγώ γε τέρπομ ' ὀδυρόμενος μεταδόρπιος , ἀλλὰ καὶ Ἠὼς ἔσσεται ἠριγένεια : νεμεσσῶμαί γε
ὀρθῶς λεγομένων ἢ γινομένων : οὐ γὰρ ἔγωγε τέρπομαι ὀδυρόμενος μεταδόρπιος : καί : Τηλέμαχε , ποῖόν σε ἔπος φύγεν
6181083 πεπονθας
παρούσης πημονῆς ἀπαλλαγῶ ] τούτου τοῦ δεσμοῦ ἐλευθερωθῶ . . πέπονθας ἀεικὲς πῆμα ] ὁ χορὸς ἀκούσας τῶν τοῦ Προμηθέως
. Ἀριστοφάνης Ἱππεῦσιν : ὅπερ γὰρ οἱ τὰς ἐγχέλεις θηρώμενοι πέπονθας . καὶ δευτέραις Νεφέλαις : τὰς εἰκοῦς τῶν ἐγχέλεων
6175696 πρηξαι
Ζεύς : δαιμονίη αἰεὶ μὲν ὀΐεαι οὐδέ σε λήθω : πρῆξαι δ ' ἔμπης οὔ τι δυνήσεαι , ἀλλ '
μοῦνοι καὶ ἐπιτυγχάνειν καὶ ἀτυχεῖν οἱ καλῶς τι καὶ κακῶς πρῆξαι ἐπιστάμενοι : ἐπιτυγχάνειν τε γὰρ τοῦτ ' ἐστὶ τὸ
6096985 ἀκιδνοτερον
ἀκήριος βʹ : ἀψυχοποιός . ἢ ἄνευ θανατηφόρου μοίρας . ἀκιδνότερον γʹ : τὸ ἀσθενέστερον . τὸ εὐτελέστερον . καὶ
πολυκοιρανίη , εἷς κοίρανος ἔστω , ὑπερβολικαὶ δὲ οἷον οὐδὲν ἀκιδνότερον γαῖα τρέφει ἀνθρώποιο . Ἡ δὲ ἐργασία παραπλησία τῆς
5995989 δρασω
τὸ ῥέω , οὗ μέλλων νάσω , νάμα , ὡς δράσω δράμα . Ναρόν . παρὰ τὸ αὐτὸ ῥῆμα ,
βλέποντα κοὐκ ἀφῆκας εἰς Ἅιδου μολεῖν ; Οἴμοι , τί δράσω ; πῶς ἀπιστήσω λόγοις τοῖς τοῦδ ' ὃς εὔνους
5974549 Τηλεμαχ
ἔργον . αἶψα δὲ Τηλέμαχον ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : “ Τηλέμαχ ' , ἦ μάλα δή τις ἐνὶ μεγάροισι γυναικῶν
τὸν δ ' αὖτ ' Ἀντίνοος ἀπαμειβόμενος προσέειπε : “ Τηλέμαχ ' ὑψαγόρη , μένος ἄσχετε , ποῖον ἔειπες .
5971244 ὑπαρχεις
ἕδνα ἕεδνα . ἴσχεο νῦν : ἐπίσχες , ὅστις ποτὲ ὑπάρχεις : πειθαρχήσομεν γὰρ οἷς λέγεις νόμοις . διὰ δὲ
τῶν φιληδούντων . ὥσπερ : Αἲξ εἰς θάλασσαν . Ἄτρωτος ὑπάρχεις ὡς ὁ Καινεύς : λέγουσι γὰρ ὅτι οὗτος ἄτρωτος
5941494 Οἰμοι
πρόφασις καλῶς εὑρημένη : τὸν γὰρ γέροντα διαβαλοῦμαι τήμερον . Οἴμοι . τί [ δήποτ ' ] ἐστί ; μῶν
ἐλύσσα . Τὸν δὲ νεβρὸς ἐξ ὕλης ἰδὼν ἔφησεν : Οἴμοι τῷ ταλαιπώρῳ : τί γὰρ μεμηνὼς οὕτως οὐχὶ ποιήσει
5917435 φλαυρον
τοῦτο γὰρ οἱ Ἴωνες διαβάλλονται . Γέροντα δ ' ὀρθοῦν φλαυρόν , ὃς νέος πέσοι . Γηράσκω ἀεὶ πολλὰ διδασκόμενος
τοῦτο γὰρ οἱ Ἴωνες διαβάλλονται . Γέροντα δ ' ὀρθοῦν φλαυρόν , ὃς νέος πέσοι . Γηράσκω ἀεὶ πολλὰ διδασκόμενος
5908224 Ἀντιλοχ
ὅτε τὸ δεύτερον ἁλεκτρυὼν ἐφθέγγετ ' . οἴμοι δείλαιος . Ἀντίλοχ ' , ἀποίμωξόν με τοῦ τριωβόλου τὸν ζῶντα μᾶλλον
ἔγειρεν . Ἀντίλοχον δ ' ὄτρυνε βοὴν ἀγαθὸς Μενέλαος : Ἀντίλοχ ' οὔ τις σεῖο νεώτερος ἄλλος Ἀχαιῶν , οὔτε
5834197 πεπονθα
. διότι . ἐχρῆν : Ἀντὶ τοῦ χρή . . πέπονθα : Ἔπαθα . . ἔπαθον . . δεινὰ :
προτέρων φρενῶν ἀπολειφθεὶς καὶ μανείς : † ἄλλως : τί πέπονθα ἀπολειφθεὶς τῶν πρὸ τῆς μανίας φρενῶν : † ἄλλως
5814982 ἐμφανως
γὰρ πεπονθέναι ὠφελοῦς ' ὑμᾶς ἅπαντας οὐ λόγοις ἀλλ ' ἐμφανῶς : πρῶτα μὲν τοῦ μηνὸς εἰς δᾷδ ' οὐκ
τῇ δὲ τρίτῃ λύσας , εὑ - ρήσεις τὰς χοιράδας ἐμφανῶς συνεστραμμένας καὶ τὸν πέριξ τόπον λελεπισμένον . ταύτας οὖν
5774860 διαφερεις
' ἐνδεέστερον , μᾶλλον δὲ τελέως ἐνδεῶς καὶ ἀπόρως : διαφέρεις γὰρ οὐδὲν σὺ τῶν πτωχῶν , οἳ τὴν ἐφήμερον
τοῦτο ἔχω , ὅτι ὅμοιός εἰμί σοι καὶ οὐδὲν τηλικοῦτον διαφέρεις ἡλίκον σε Ὅμηρος ἐκεῖνος ὁ τυφλὸς ἐπῄνεσεν ἁπάντων εὐμορφότερον
5773494 φης
οὐ γάρ ἐστι ταῦτα αἰσχρὰ οὐδ ' ἐλευθέροις , ὡς φής , ὕποπτα , καλὰ δὲ καὶ οἷα ὅπλα εἶναι
δ ' ἐν τῷ τῆς νουθεσίας ὀνόματι πάντα ταῦτα εἶναι φής , καὶ ἀποτυμπανίσας τὸν ἄνθρωπον εἰς ταὐτό μοι δοκεῖς
5731206 ὠφελω
πρὸς οἷς ἱκέτευεν , ἔρχεται τρέμων , ἐγὼ δὲ οὐδὲν ὠφελῶ καὶ ταῦτα πολλοὺς ἐκ δεσμῶν λελυκὼς καὶ δόξης οὔσης
. . . Ἄλφω καὶ ἀλφῶ διαφέρει . ἄλφω τὸ ὠφελῶ , ἀλφῶ δὲ τὸ εὑρίσκω . Ἄβαξ καὶ ἀβάκιον
5730467 Τηλεμαχε
εὖ φρονεῖν , ὃν περὶ πολλοῦ ποιῇ . Ἦλθες , Τηλέμαχε , γλυκερὸν φάος . μέχρι τούτου μοι τῷ ἔπει
λέγε , Ἀντίλοχε : γλυκερώτερον Νέστορος ἐρεῖς : λέγε , Τηλέμαχε : σφοδρότερον Ὀδυσσέως ἐρεῖς : λέγε , Ἀλκιβιάδη :
5705023 ἀθλιωτερον
δεῖ τὸν τεταγμένον χρόνον . } Πενίας περ οὐδέν ἐστιν ἀθλιώτερον . ἄμεινόν ἐστιν ἀποθανεῖν ἢ δυστυχεῖν . } Ἄνθρωπον
φαντάσματα , τὸν δὲ ἀληθέστερον ὄνειρον οὐκ ἐθεασάμην . νῦν ἀθλιώτερον ἀνετμήθης τὴν γαστέρα : αὕτη δυστυχεστέρα τῆς μαχαίρας τομή
5663213 διδασκεται
τῶν πέντε φωνῶν προτάσσεσθαι : εἰ γὰρ δι ' ὑπογραφῶν διδάσκεται τὸ γένος καὶ τὸ εἶδος , ἡ δὲ ὑπογραφὴ
δέ ἐστι λέγειν ὑπάρχειν τὸ μὴ ὄν : οὐκ ἄρα διδάσκεται τὸ μὴ ὄν . ἀλλ ' οὐδὲ τὸ ὄν
5653215 εὐτυχει
λέγω , καὶ μὴ ἀνοηταίνειν οἰομένους τι ἑτοίμως διαπράξασθαι . εὐτύχει . Τὰ μὲν παρὰ σοῦ ἐλθόνθ ' ὑπομνήματα θαυμαστῶς
σά . ἐπεὶ δίδαξον τοῦτο : πῶς , ὅτ ' εὐτύχει Τροία , πέριξ δὲ πύργος εἶχ ' ἔτι πτόλιν
5647769 πλημμελες
θεσμοὺς ἀκινήτους . αἱ μὲν γὰρ ἡμέτεραι γνῶμαι προσαναματτόμεναι τὸ πλημμελὲς ἐκ τοῦ συνεζευγμένου θνητοῦ τροπὰς καὶ μεταβολὰς εἰκότως ἐνδέχονται
μέγιστον ἀγαθὸν καὶ κάλλιστον τὴν εὐδαιμονίαν ἐπιτρέψαι τῇ τύχῃ λίαν πλημμελὲς ἂν εἴη . τοῦτο δὲ φανερόν ἐστι καὶ ἐκ
5624745 θαρρει
ἐκείνοις , μὴ καρτερούντων δὲ πρὸς τὴν ἀντιμάχησιν ἀλλὰ τῷ θάρρει τῶν πολιτῶν τῆς πόλεως ἐνδιδόντων καὶ τῆς σφῶν σωτηρίας
πρός σε , Δημέα , πορεύομαι . ἐκποδὼν ἄπειμι . θάρρει . τουτονὶ τέθνηχ ' ὁρῶν . τί τὸ πάθος
5614297 ἀφραινειν
καὶ πινύσω τὸ φρονῶ , ἐξ οὗ καὶ ἀπινύσσειν τὸ ἀφραίνειν . νοήματα : μηχανήματα . Οἵδε : ἰχθύες ,
καὶ ἡ τιμωρία . καὶ ἡ ὕβρις . μαίνεσθαι : ἀφραίνειν . καὶ ὀξέως πολεμεῖν . μάλα : λίαν .
5602235 ἰητρος
θοῦται σὺν τῇ ἔσωθεν διορθώσει . Ἔπειτα δὲ ἐς ταῦτα ἰητρὸς οὐδεὶς ἄλλος ἐστὶ τοιοῦτος , εἰ ἐθέλοι καὶ μελετᾷν
ἐπὶ σάλου πορευομένοισιν . Τίς γὰρ ὦ πρὸς Διὸς ἠδελφισμένος ἰητρὸς ἰητρεύειν πεισθείη ἀτεραμνίῃ ; ὥστ ' ἐν ἀρχῇ ἀνακρίνοντα
5579838 φρονει
σῖτον ἄγοι καὶ ἐν Κιλικίᾳ κρόκον : λείπει , οὐ φρονεῖ ἤ τι ἄλλο τοιοῦτον : λέγεται γὰρ ἐπὶ τῶν
δὲ πλοῦτον ἢ σθένος μᾶλλον φίλων ἀγαθῶν πεπᾶσθαι βούλεται κακῶς φρονεῖ . στείχομεν οἰκτροὶ καὶ πολύκλαυτοι , τὰ μέγιστα φίλων
5560715 δεδαϊγμενος
καρίδος . νέκυος : νεκροῦ , ἤως τῆς καρίδος . δεδαϊγμένος : δεδαμασμένος , τρωθεὶς , δεδασμένος , πεφονευμένος :
ἱπποδάμοισι φέρειν πολύδακρυν Ἄρηα . νῦν δὲ σὺ μὲν κεῖσαι δεδαϊγμένος , αὐτὰρ ἐμὸν κῆρ ἄκμηνον πόσιος καὶ ἐδητύος ἔνδον
5544124 ἀδαημονες
ἄπειροι : “ ὦ φίλοι , οὐ μέν τι κακῶν ἀδαήμονες εἶμεν . ” καὶ ἀδαημοσύνη ἡ ἀπειρία : “
δ ' ἡρώων γένος ἐσμέν . Οὐδέ τι μὴν πολέμου ἀδαήμονες οὐδὲ μόθοιο , ξεῖνοι δ ' εὐχόμεθ ' εἶναι
5493432 παθω
στρατόπεδα γινόμενα , νῦν ἀναδεικνύω ναύαρχον , ἂν ἐγώ τι πάθω , τὸν διαδεξόμενον Κλέαρχον , ἄνδρα πεῖραν δεδωκότα τῶν
ἐνεστῶτος γίνεται , ὃς τὸ παθεῖν δηλοῖ , ὅθεν τὸ πάθω , ἐξ οὗ τὸ παθήσω ὡς τυχήσω , οὗ
5485138 κακοδαιμον
[ . ] οὐχ ? ? ? ὁρᾶιϲ με , κακόδαιμον , πάλαι ; ἀπροϲδόκητον [ ] . οὐχ ὑγιαίνει
, ὃν χρῆν φράζειν ἀνθρωπείως ; Ἀλλ ' , ὦ κακόδαιμον , ἀνάγκη μεγάλων γνωμῶν καὶ διανοιῶν ἴσα καὶ τὰ
5484579 σχετλιε
μοῦνος ἀνδρῶν ἔπρηξας ; τὰ οὐ πάμπαν ἐπαινέω . ὦ σχέτλιε , ὃς τοιάδε ἔτλης , οἷα μήτε σὲ παθέειν
μ ' ὁρῶν τὸν προστρόπαιον , τὸν ἱκέτην , ὦ σχέτλιε ; Ἀπεστέρηκας τὸν βίον τὰ τόξ ' ἑλών :
5461234 μεμηνας
οὗ δηλοῖ τὸν πόλεμον μαινομένη . μέμηνας ] ἐμάνης . μέμηνας ] ὀργίζῃ . μέμηνας ] μαίνῃ . γράφεται καὶ
, ὡς οὐκ οἶσθα ποῦ ποτ ' εἶ λόγων : μέμηνας ἤδη , καὶ πρὶν ἐξεστὼς φρενῶν . στείχωμεν ἡμεῖς
5458921 ἐπαθες
γὰρ περισσὸν οὐδέν : ἀντὶ τοῦ παράλογον παράδοξον : οὐδὲν ἔπαθες περισσὸν ὧν πάσχομεν πάντες . τοῦτο πρὸς παραμυθίαν ,
, μειράκιον , σωφροσύνης ἐρῶν ἄδικα μὲν ὑπὸ τῆς μητρυιᾶς ἔπαθες , ἀδικώτερα δὲ ὑπὸ τοῦ πατρός , ὥστε ὠδύρατο
5455468 τερπνον
' ἵπποις χρυσέαις καὶ Κορίνθου δειράδ ' ἐποψόμενος δαιτικˈλυτάν . τερπνὸν δ ' ἐν ἀνθρώποις ἴσον ἔσσεται οὐδέν . εἰ
θανεῖν ἀώρους παῖδας , ἀλλ ' εὐδαίμονας ἐν γῆι πατρώιαι τερπνὸν ἐκπλῆσαι βίον . πάντας δὲ βωμούς , οἳ κατ
5450655 πραττει
νυνδὴ ἐλέγομεν τὸ ῥῆμα , τὸ ὅτι τὸ ἐμὸν εὖ πράττει ἢ ὅτι τὸ ἐμὸν κακῶς . Ἀληθέστατα αὖ ,
καὶ γὰρ Ζεὺς ὅ , τι νεύσῃ : τοῦτο ἀναγκαστικώτατα πράττει . οἷον καὶ ὁ Ὁμηρικὸς Ζεὺς ὑπόκειται τῷ τῆς
5428821 γελᾳ
ὅταν γὰρ πρὸς ταῦτα ἔχῃ μὲν μηδὲν ὅτι λέγῃ , γελᾷ δέ , αὑτοῦ καταγελάσεται καὶ ὑπὸ τῶν παρόντων αὐτὸς
, οὐδὲν οἶδεν , ὡς ἔοικεν , ἐφ ' ᾧ γελᾷ οὐδ ' ὅτι πράττει : κάλλιστα γὰρ δὴ τοῦτο
5426407 ἐννοουμενος
τοῦ ἀνθρώπου λόγος τὸ ζῷον λογικὸν θνητὸν καθ ' ἑαυτὸν ἐννοούμενος ἅμα τῷ μετὰ ὕλης θεωρηθῆναι Σωκράτης ἐστὶν εὐθὺς ἢ
τῆς Ὀδυσσέως πλάνης ἐρεῖν Μενέλαος . Ἄμα δὲ ταῦτ ' ἐννοούμενος ὡσπερεὶ παρακροτῶν ἑαυτὸν εἶπεν : οὐδέ τί σε χρή
5423096 ἀχθομαι
μήποτ ' ὤφελον λιπεῖν τὴν Σκῦρον : οὕτω τοῖς παροῦσιν ἄχθομαι . Οὐκ εἶ κακὸς σύ , πρὸς κακῶν δ
νῦν δ ' ἴσον ἀπέχομεν εὐπορίας καὶ κολακείας καὶ οὐκ ἄχθομαι τῷ μὴ πλουτεῖν , ἀλλὰ φιλοτιμοῦμαι τῷ μὴ δουλεύειν
5404059 δηθ
. σκαιότατον ] ἀπαίδευτον , ἀπαιδευτότατον . , ματαιότατον . δῆθ ' ] ἀργόν , ἀληθῶς . ἀπὸ . .
φέρων , εἰ μὴ καθαιρήσει τις , ἀποπαρδήσομαι ; Μὴ δῆθ ' , ἱκετεύω , πλήν γ ' ὅταν μέλλω
5403017 ἀναιδης
ἡ τρὺξ καὶ ὁ ῥύπος τοῦ ἐλαίου . ἀλαζών ] ἀναιδής , κενόδοξος . , ὑπερήφανος . ἀλαζών . .
: κυνώπιδος , ἀναιδοῦς : κύνειρον ἁπαλόν : κυνοθρασὺς , ἀναιδής : σεσημείωται τὸ κοῖλον , ἐξ οὗ καὶ τὸ
5384744 ῥιγιον
κεν αὐτὸς ἕλωμαι ἐλθὼν σὺν πλεόνεσσι : τό οἱ καὶ ῥίγιον ἔσται . Ὣς εἰπὼν προΐει , κρατερὸν δ '
. Ὑστρίγγων δ ' οὔπω τι πέλει κατὰ δάσκιον ὕλην ῥίγιον εἰσιδέειν οὔτ ' ἀργαλεώτερον ἄλλο : τῶν ἤτοι μέγεθος
5375604 διεφευγε
γενόμενος , καὶ πρὸς θεῶν θεραπείαν διαρκέστατος , ἐς τοσόνδε διέφευγε τὸ ἀνθρώπινον , ὥστε ἄνθρωπος ὢν ἐκινδύνευεν ὅλος εἶναι
, ἀλλ ' ἦν ἄρα περίγειος ὥσπερ ἡ μάχη καὶ διέφευγε τὰς ἐπιβουλὰς τῷ ἀσφαλεῖ τοῦ τείχους τὴν ἔφοδον ὑπεκκλίνασα
5371675 εὐφραινεται
σωφροσύνην ἢ ὑγίειαν , καὶ ἐνεργεῖ κατὰ ταύτην ἀνεμποδίστως , εὐφραίνεται . ἡ δὲ σωφρο - σύνη καὶ ὑγίεια ,
ἄλλον . Ὁ μῦθος δηλοῖ ὅτι , ὅσον ὁ θεὸς εὐφραίνεται ἐπὶ τῷ δικαίῳ , τοσοῦτον πάλιν ἄχθεται ἐπὶ τῷ
5365361 ὠφελησεν
καὶ ὅμως διὰ τὸ εἶναι αὐτὸν ἀτυχῆ , οὐδὲν αὐτὸν ὠφέλησεν ἡ τῶν φρενῶν πληθύς . Καὶ ἡ μὲν ἱστορία
τοῦ Ἀλκιβιάδου γράμματα οὐδὲν ἔβλαψε τὸν Φρύνιχον , ἀλλὰ μᾶλλον ὠφέλησεν . ᾠήθησαν γὰρ οἱ Ἀθηναῖοι τὸν Ἀλκιβιάδην παρὰ μὲν
5330935 ἀπολοιμην
Τί δ ' ἐστὶν ὅτι δέδοικας ἐλθεῖν αὐτόσε ; Κάκιον ἀπολοίμην ἂν ἢ σύ . Πῶς ; Ὅπως ; Δοκῶν
μὴ κατάξω τὴν κεφαλήν σου , Σωφρόνη , κάκιστ ' ἀπολοίμην . νουθετήσεις καὶ σύ με ; προπετῶς ἀπάγω τὴν
5329726 δυστυχων
κείμενον . Μακάριόν ἐστιν υἱὸν εὔτακτον τρέφειν . Μηδέποτε σαυτὸν δυστυχῶν ἀπελπίσῃς . Μὴ ' μβαινε δυστυχοῦντι : κοινὴ γὰρ
αἱ δὲ τιμαὶ ἀθάνατοι : εὐτυχῶν μὲν μέτριος ἴσθι , δυστυχῶν δὲ φρόνιμος : φίλοις εὐτυχοῦσι καὶ ἀτυχοῦσι ὁ αὐτὸς
5325342 ἰδοντι
οὔτε παρὰ νεκροῦ λαβεῖν ἀγαθόν : ἢ γὰρ αὐτῷ τῷ ἰδόντι ἤ τινι τῶν τοῦ ἰδόντος ὀλέθρια γίνεται . τῶν
ἔτι γοῦν καὶ νῦν τὰ μένοντα αὐτοῦ ἐρείπια καὶ λείψανα ἰδόντι θαυμάζειν ἔστι καὶ τὴν τέχνην τῶν τὴν ἀρχὴν κατασκευασάντων
5323626 μωρον
σήμερον Σικὶμ λεγομένη πόλις ἀσυνέτων : ὅτι ὡσεί τις χλευάσαι μωρὸν οὕτως ἐχλευάσαμεν αὐτούς : ὅτι καίγε ἀφροσύνην ἔπραξαν ἐν
ἱερὰν καθαίρεται , ἄλλος ἐπαοιδαῖς ἐπιθετῶν ἐμπαίζεται , Ἰουδαῖος ἕτερον μωρὸν ἐξᾴδει λαβών . ὁ δὲ θεραπείαν ἔλαβε παρὰ τῆς
5321605 πεισομαι
Γυμνοὺς μὴ ἐνοχλεῖν ξυμβουλεύοντα ἃ μὴ πείσεις . ” ” πείσομαι „ ἔφη „ καὶ ὁμολογείσθω ὁ μισθός . ”
μνῆμα τῆς Διὸς κόρης . ἀλλ ' ὦ τέκνον σοι πείσομαι : λέγεις γὰρ εὖ . ὡς εὐτυχοῦσά γ '
5317477 φησω
τοῖς Πυθαγορείοις τὸ ὀπτικὸν λέγεται αἰσθητήριον ; ὡς φωτός , φήσω , δεκτικὸν διά τε τοὺς λεπτοὺς καὶ διαυγεστάτους καὶ
; θέλεις οὖν ἄγγελος σύ μοι μολεῖν ; τί δῆτα φήσω χρόνιος οὖς ' ἐκ δωμάτων ; πολλὰς ἂν εὕροις
5313554 αἰδεομαι
θεοῦ , ὃν Ψαμάθεια τίκτ ' ἐπὶ ῥ̄ηγμῖνι πόντου . αἰδέομαι μέγα εἰπεῖν ἐν δίκᾳ τε μὴ κεκινδυνευμένον , πῶς
βίης ἀμειλίχου οὐ καθηψάμην μιάνας καὶ καταισχύνας κλέος , οὐδὲν αἰδέομαι : πλέον γὰρ ὧδε νικήσειν δοκέω πάντας ἀνθρώπους .
5312436 ἐολπα
καὶ δεῦρο κόμισσεν . ἤτοι μὲν γὰρ ἐγὼ κείνου παρεόντος ἔολπα οὐδ ' ἂν πυγμαχίῃ κρινθήμεναι : ἀλλ ' ὅτε
γε δίκην ἀδικώτερος ἕξει . ἀλλὰ τά γ ' οὔπω ἔολπα τελεῖν Δία μητιόεντα . Ὦ Πέρση , σὺ δὲ
5310581 δητ
δοίδυκα καὶ κιβώτιον . Λίθινον ; Μὰ Δί ' οὐ δῆτ ' , οὐχὶ τό γε κιβώτιον . Σὺ δὲ
θεῶν μέγας , ἄξειν νιν ὑπτίασμα κειμένου πατρός . τί δῆτ ' ἐγὼ κάτοικτος ὧδ ' ἀναστένω ; ἐπεὶ τὸ
5305629 φοβουμαι
Ἄργου γηγενοῦς : † ἄλευ ' , ἆ δᾶ : φοβοῦμαι , τὸν μυριωπὸν εἰσορῶσα βούταν . ὁ δὲ πορεύεται
τοῦ ἐμοῦ τάφου παρακαθημένην τὴν ἐμὴν ὁμόκοιτον γυναῖκα καὶ σύζυγον φοβοῦμαι μή τι κακὸν αὐτῇ ἐπιγέγονε . τὰς χοὰς δέ
5304595 αἰδεσεται
ὃ δέ μ ' οὐκ ἐλεήσει οὐδέ τί μ ' αἰδέσεται , κτενέει δέ με γυμνὸν ἐόντα αὔτως ὥς τε
: ἀρκεῖ γὰρ παρὼν ὁ λόγος , ὃν τὸ χεῖρον αἰδέσεται , ὥστε καὶ αὐτὸ τὸ χεῖρον δυσχερᾶναι , ἐάν
5299991 φευγεις
βαλλέτω ὡς ἐθέλει : πάλιν Ἄρτεμις ἄμμιν ἀρήγει . οὐ φεύγεις τὸν Ἔρωτα , τὸν οὐ φύγε παρθένος ἄλλη .
δὴ σοί , ὦ Εὐθύφρων , τίς ἡ δίκη ; φεύγεις αὐτὴν ἢ διώκεις ; Διώκω . Τίνα ; Ὃν
5283678 γινωσκει
εἰσιν ἢ ἵπποι ἢ ἀστέρες , ἀλλὰ τὴν φύσιν αὐτῶν γινώσκει . τοῦτο οὖν βούλεται δηλοῦν τὸ φιλοσοφία ἐστὶ γνῶσις
ὑπ ' αὐτῶν , ὁ δὲ ἀκόλαστος οὐδ ' ὅλως γινώσκει , εἰ κακαί εἰσιν αἱ αἰσχραὶ ἐπιθυμίαι ἀλλ '
5261819 βλαπτεται
βλάπτεται : ἴσον γάρ ἐστι τῷ εἴ τις μεθύει , βλάπτεται . τὸν τοιοῦτον λόγον ἀκριβέστερον ἐν τῷ περὶ συντάξεως
ὅλου τοῦ προσώπου : βαρεῖται γὰρ ὑπὸ τῶν καταπλασμάτων καὶ βλάπτεται πρὸς τῶν ἐμβροχῶν καταρρεουσῶν . καὶ ἐπὶ τῶν πολυκινήτων
5261055 πεπονθεν
προϊεμένη , ἔπειτ ' ἀνιστάντος αὐτὴν τοῦ πατρὸς καὶ τί πέπονθεν ἀξιοῦντος λέγειν : Ἱκέτις ἔφη γίνομαί σου πάτερ δεινὴν
τοῦ ἡλίου φῶς ἔχουσα ἀεί . Ὅπερ γὰρ ἡ γῆ πέπονθεν ἑστῶσα , τοῦτο [ καὶ ] ἡ σελήνη κινουμένη
5260044 ἀσυνετος
; ἵνα σαφῶς σου μανθάνω . Χαλεπόν γ ' ἀκροατὴς ἀσύνετος καθήμενος : ὑπὸ γὰρ ἀνοίας οὐχ ἑαυτὸν μέμφεται .
εἰσιν αἱ ἐπισκέψεις καὶ αἱ δεύτεραι γνῶμαι : λογίζομαι : ἀσύνετος : οὐ γὰρ περισσὸν οὐδέν : ἀντὶ τοῦ παράλογον
5257973 οἰμοι
ἡδόμεσθ ' ἀγῶνι δυστυχεῖ δόμοις δισσῶν ἀδελφῶν μόρον ἀκούοντες σέθεν οἴμοι τὸ πᾶν δῆτ ' ἐσφάλημεν ἐλπίδων ται μέγα τείσασθε
τοῦ ἀπό τινος ἐσθίειν , ὡς Ἕρμιππος ἐν Στρατιώταις : οἴμοι τάλας , δάκνει , δάκνει , ἀπεσθίει μου τὴν
5254215 ταλας
οἷς ἐποχοῦνται οἱ ναῦται . . τοιαῦτα μηχανήματ ' ἐξευρὼν τάλας ] προειπὼν καὶ ἀπαριθμησάμενος ὅσα καλὰ καὶ ἀγαθὰ μηχανήματα
. πρὸς αὐτὸν ἀπέτεινε τὸν λόγον : οἵων πραγμάτων ὁ τάλας ἐπιθυμήσας : οἴχῃ καὶ διέφθαρσαι ἀπὸ τοῦ τρίποδος δεξάμενος
5244872 κακιον
ἐμὲ καὶ τὰ ἐμὰ ἀδίκως καὶ τέμνειν καὶ αἴσχιον καὶ κάκιον , καὶ κλέπτειν γε ἅμα καὶ ἀνδραποδίζεσθαι καὶ τοιχωρυχεῖν
' ἐμῶν καὶ σῶν πολιτῶν , ὦ Κλεινία , πολὺ κάκιον ἦσαν πεπαιδευμένοι τὰς ψυχάς , τὰ δὲ σώματα πολὺ
5242197 σεαυτον
ἀναστένεις ; πέπαυσο , Κέκροψ ἄθλιε , καὶ τρέπου κατὰ σεαυτόν , ὦ πρέσβυ , μή σε λαβοῦσα κακόν τι
κάθευδε καὶ τὰ τοῦ σκώληκος ποίει , ὧν ἄξιον ἔκρινας σεαυτόν : ἔσθιε καὶ πῖνε καὶ συνουσίαζε καὶ ἀφόδευε καὶ
5236459 θυμε
χλοερὸν δρέπων δὲ φύλλον ἐδόκει τελεῖν Κυθήρην . ἄγε , θυμέ , πῆι μέμηνας μανίην μανεὶς ἀρίστην : τὸ βέλος
μέροϲ λόγου κ ! [ τοῦδε ϲυμπλέκειν [ ἔγειρε , θυμέ , γλῶτταν [ εὐκέραϲτον ὀρθουμένην εἰϲ ὑπόκριϲιν λόγων .
5234019 πρασσει
θεῶν τε πνεῦμ ' ἔρως θ ' ὑμνῳδίας ὅστις δὲ πράσσει πολλὰ μὴ πράσσειν παρόν , μῶρος , παρὸν ζῆν
ἀπαιδεύτου ἔργον τὸ ἄλλοις ἐγκαλεῖν , ἐφ ' οἷς αὐτὸς πράσσει κακῶς : ἠργμένου παιδεύεσθαι τὸ ἑαυτῷ : πεπαιδευμένου τὸ
5227669 δουλοπρεπες
ζῆν δυνατόν φησι . τὸ γὰρ πρὸς ἄλλον δούλου καὶ δουλοπρεπές , ὡς ἐν Πολιτείαις δέδεικται . τοῦτο δὲ εἰπὼν
φρόνιμον , τὴν δὲ πανουργίαν καὶ τὴν ἀπάτην ἀνόητον καὶ δουλοπρεπές , ὁρῶν ὅτι καὶ τῶν θηρίων τὰ δειλότατα καὶ
5221836 αἰδειται
παρ ' Ἕρμον Φεύγει , οὐδὲ μένει , οὐδ ' αἰδεῖται κακὸς εἶναι . Οὐ γὰρ ἄν , ἔφη ,
δέχθαι , ἐπεὶ πάντη καὶ ὅτις μάλα κύντατος ἀνδρῶν Ξεινίου αἰδεῖται Ζηνὸς θέμιν ἠδ ' ἀλεγίζει . ” Ὧς φάτ
5215554 χρημ
δίκην ἀνοίσομεν . εἰ τῶν κρατούντων ἀδικίαις ὀλούμεθα ; τί χρῆμ ' ἀνερμήνευτα δυσθυμῆι , γύναι ; οὐδέν : μεθῆκα
χὠ μὲν σκυθράζει , δεσπότης δ ' ἀνιστορεῖ : Τί χρῆμ ' ἀθυμεῖς ; Ὦ ξέν ' , ὀρρωδῶ τινα
5206162 οὐπωποτ
καὶ ἀνάστατος αὐτῶν ἡ χώρα γέγονεν , οἱ δ ' οὐπώποτ ' ἐν τῷ πρόσθεν χρόνῳ γενόμενοι Μακεδόνες καὶ βάρβαροι
. ἀτοπώτερον ] τούτου , μὰ τὼ θεώ , ξένον οὐπώποτ ] ' εἶδον . αἲ τάλας , τί βούλεται
5200332 κρωζεις
ἐστὶν ἐπιδηλοῦν τι πεπανουργηκότα . Σὺ μὲν οἶδ ' ὃ κρώζεις : ὡς ἐμοῦ τι κεκλοφότος ζητεῖς μεταλαβεῖν . Μεταλαβεῖν
βλέμματι σὺ μὲν ] γράφε “ ἐγὼ μὲν ” . κρώζεις ] ματαίως λαλεῖς ὡς ἐμοῦ ] ἐξ μεταλαβεῖν ]
5195613 εἰμ
' , ὦ πάτερ . νῦν δ ' ἄθλιος μέν εἰμ ' ἐγώ , τλήμων δὲ σύ , οἰκτρὰ δὲ
λάβηι σε , θάνατος ξένιά σοι γενήσεται . εὔνους γάρ εἰμ ' Ἕλλησιν , οὐχ ὅσον πικροὺς λόγους ἔδωκα δεσπότην
5188202 κεχολωσθαι
: “ μῆτερ ἐμή , τὸ μὲν οὔ σε νεμεσσῶμαι κεχολῶσθαι : αὐτὰρ ἐγὼ θυμῷ νοέω καὶ οἶδα ἕκαστα ,
ἐλέγξῃς μηδὲ πόδας : πρὶν δ ' οὔ τι νεμεσσητὸν κεχολῶσθαι . οὕτω καὶ τῶν πρόσθεν ἐπευθόμεθα κλέα ἀνδρῶν ἡρώων
5188065 Φαιδρε
' ἂν ἐμοὶ εἶπες ἡδίω . Καὶ γάρ , ὠγαθὲ Φαῖδρε , ἐννοεῖς ὡς ἀναιδῶς εἴρησθον τὼ λόγω , οὗτός
καὶ οὕτω διατρίψαντα εἰς ἑσπέραν οἴκοι ἀναπαύεσθαι . Ὦ φίλε Φαῖδρε , ποῖ δὴ καὶ πόθεν ; Παρὰ Λυσίου ,
5188031 ἐπιγελασας
ἀλλὰ ἄλλον δεῖ περιμένειν εὐεργέτην . Καὶ ὁ Κέβης ἠρέμα ἐπιγελάσας , Ἴττω Ζεύς , ἔφη , τῇ αὑτοῦ φωνῇ
ἡμῖν ἔληξε τὰ παλαίσματα , λέγω πρὸς τὴν Παλαίστραν ἅμα ἐπιγελάσας , Ὦ διδάσκαλε , ὁρᾷς μὲν ὅπως εὐχερῶς καὶ
5185489 ψυξιοϲ
πορρωτάτω μὲν τοῦ οἰκείου θάλπεοϲ , ἐγγυτάτω δὲ τῆϲ ἔξω ψύξιοϲ . ἐν γὰρ τῇ νειαίρῃ γαϲτρὶ κατωτάτω ἵζει προϲωτάτω
ἀρχὰϲ ἴϲχῃ ἐπιμήκεαϲ , βάροϲ , δυϲκινηϲίη , νάρκη : ψύξιοϲ αἴϲθηϲιϲ , ἄλλοτε θάλπεοϲ ὑπερβολή . ὕπνοι ϲμικροί ,
5185428 ἐπαθεν
ἀστραπὴ διὰ τῆς βροντῆς . ἐξέλιπε τὰς ὁδούς ] ὑποσκίασιν ἔπαθεν , ὑπεσκιάσθη , ἀφῆκε . τὰς κινήσεις αὐτῆς .
ὦ φιλότας , ἀλλ ' ἀλλοπλατεῖς τὸ μέγιστον πάντ ' ἔπαθεν λιπαροντεσ εγχελεατινες ἄριστον γόγγροιτοιωνητεμων πλῆρες θεοτερπές . ἐπ '
5183194 ἀποκρινεται
καὶ μηδένα τὸ παράπαν νοητὸν θεὸν ἔξω τῶν ὁρατῶν νομίζων ἀποκρίνεται πρὸς ὕβριν εἰπών : ” τίς ἐστιν οὗ χρή
, ὁ μὲν νοσῶν αὐτὸς σιωπᾷ , ὁ δαίμων δὲ ἀποκρίνεται , ἑλληνίζων ἢ βαρβαρίζων ὁπόθεν ἂν αὐτὸς ᾖ ,
5182907 δαι
κοθόρνους εἶχες , ἂν γνῶναί ς ' ἔτι . Τί δαί ; Τὸ πολὺ τάριχος οὐκ εἴρηκά πω . Μὰ
τὸ δὲ αἰτοῦμαι τὸ μεθ ' ἱκεσίας . . τί δαί : Σύνδεσμος ἐρωτηματικός : διὰ τὴν ἔκτασιν δὲ διὰ
5181551 μεμφομαι
ἄν σοι προσέταξα Χαιρέαν ἀποκτεῖναι , σοῦ δὲ ποιήσαντος οὐ μέμφομαι : τὸ γὰρ ἀδίκημα φιλοδέσποτον . τοῦτο μόνον ἀμελῶς
καὶ μνήμης οὐ μέμφομαι ἔγωγε , ἄλλων δὲ πολλῶν ἕνεκα μέμφομαι . ἔλεγε γὰρ ἡ ἐπιστολὴ κατασκευασθῆναι Ἡφαιστίωνι ἡρῷον ἐν
5170799 ὀπιζομενων
, οἱ ῥιζοτόμοι . Ὁ μὲν οὖν ὀπισμὸς γίνεται τῶν ὀπιζομένων ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ τοῦ θέρους , τῶν μὲν
ἐπιστροφὴ , τὸ ἐσόμενον ὕστερον προλαβών τις εἶπεν . ἢ ὀπιζομένων , τῶν τοὺς θεοὺς πρὸ ὀφθαλμῶν ἐχόντων καὶ εὐλαβῶν
5170303 ὀϊω
αὐτόθι νεῖκος ὀρεῖται φυλόπιδος : μάλα δ ' ὦκα διακρινθέντας ὀΐω ἂψ ἴμεν Οὔλυμπον δὲ θεῶν μεθ ' ὁμήγυριν ἄλλων
θεὸν εἶναι , γίνεται ὀϊστὶ ἀνωϊστί . ἐκ δὲ τοῦ ὀΐω ὀϊστός καὶ ἀνώϊστος κατ ' ἔκτασιν . ἢ ἐκ
5165751 φιλτατη
τήνδε [ τὴν ] ψυχὴν [ ] ἅπαξ σοί , φιλτάτη τεκοῦσα , παρεθέμην [ ] μολών ? [ :
ὧν ἕνεκα ἤθλουν , καὶ φημὶ πρὸς αὐτήν , Ὦ φιλτάτη , δεῖξόν μοι μαγγανεύουσαν ἢ μεταμορφουμένην τὴν δέσποιναν :
5162948 ἀπεστι
μήπω συμφωνεῖν διὰ τὸ ἀτελὲς οἵου τε ὄντος τοῦ ὀργάνου ἄπεστι τὸ χρησόμενον , κἂν ἑτέρως τις παρεῖναι συγχωρῇ .
ἔχει τὸν θεὸν παρόντα καὶ ὁ ἀγνοῶν τῷ πανταχοῦ παρόντι ἄπεστι . καὶ † οὐδὲ ὀσμή τις μέμφ * *
5155081 ἀντερει
, οἷς σε δεῖ . οὐδὲν [ ] ὁ πατὴρ ἀντερεῖ [ μοι ] . τοιγαροῦν ἔγωγέ σοι ἐγγυῶ δίδωμι
τῇ σωφροσύνῃ , ἔδοξέ μοι ἀποθανεῖν : κράτιστον , οὐδεὶς ἀντερεῖ : ὡς οὐ καλῶς βουλευθεῖσιν οἷς ἐσκεψάμην , σιωπᾶν
5151636 ὀλιγωρον
ποιμνίου διαφυγεῖν τοὺς κύνας καὶ τοὺς ἀλκτῆρας , ποιμένα δὲ ὀλίγωρον ἢ κακοῦργον οὔτε ἐκφυγεῖν δυνατὸν τοῖς βοσκήμασιν οὔτε ἀλέξεσθαι
δήμου καθάπερ κοσμήματος καὶ κτήματος οὐ ῥᾴδιον ἦν τὸν θνητὸν ὀλίγωρον γενέσθαι . τῶν δὲ Γαλατῶν οἱ Σκορδίσται καλούμενοι χρυσὸν
5151041 παλιντραπελον
τοῦ κατά τινα χρόνον , καὶ ἐπί τινα βλάβην ἄγει παλιντράπελον , ἤγουν ἐπὶ τὸ ἐναντίον τετραμμένην , ἐξ ἐκείνου
θεόρτῳ : ὑπὸ θεοῦ ὀρθουμένῳ . ἀσφαλεῖ . θεοδωρήτῳ . παλιντράπελον : ἀντεστραμμένον . ἡ δὲ ὅλη διάνοια οὕτως ἔχει
5150959 ἀνθρωπε
τὸν καρπόν . τί γὰρ πλέον θέλεις εὖ ποιήσας , ἄνθρωπε ; οὐκ ἀρκεῖ τοῦτο , ὅτι κατὰ φύσιν τὴν
ρωτᾶν ἅπαντας ἐν μέρει , Τί γὰρ σύ , ὦ ἄνθρωπε , δέδοικας τὴν πενίαν οὕτως πάνυ , τὸν δὲ
5144813 ἀλητην
τὸ χαίρειν : ἦ ἀλύεις , ὅτι Ἶρον ἐνίκησας τὸν ἀλήτην ; γίνεται δὲ τὸ μὲν πρῶτον παρὰ τὸ λύω
καὶ μεταμώνια βάζεις . ἦ ἀλύεις ὅτι Ἶρον ἐνίκησας τὸν ἀλήτην ; μή τίς τοι τάχα Ἴρου ἀμείνων ἄλλος ἀναστῇ
5140579 ὑγιαινων
ἔστιν ὁ σκοπὸς τοῦ λόγου τοιοῦτος , ὅτι ὡς ὁ ὑγιαίνων ἢ εὐεκτῶν οὐκ ἂν δεηθῇ εἰδέναι ἰατρικὴν πρὸς τὸ
ὀλίγον ἔμπροσθεν . οὕτως ἀποκρινῇ ; Τίς γὰρ ἀποκρινόμενος ἄλλως ὑγιαίνων ἄν ποτε φανείη ; Σχεδὸν οὐδ ' ὁστισοῦν :
5138148 ἐρξαι
: εἰ δέ κε ποιήσῃς , μή μιν πρότερος κακὸν ἔρξαι μηδὲ ψεύδεσθαι γλώσσης χάριν : εἰ δέ σέ γ
σημαίνει γὰρ ἑκάτερον ἡ λέξις : τὸ δὲ ὧδ ' ἔρξαι ἀντὶ τοῦ οὕτως ἔρδε , ἀπαρέμφατον ἀντὶ προστακτικοῦ .
5125260 ῥεζοντα
μόνον τὸν φίλον δηλονότι , ἀλλὰ καὶ τὸν ἐχθρὸν καλὰ ῥέζοντα καὶ πράττοντα : ἐπαινεῖν δ ' οὐχ ἁπλῶς ,
οὐ μόνον τὸν φίλον δηλονότι ἀλλὰ καὶ τὸν ἐχθρὸν καλὰ ῥέζοντα καὶ πράττοντα . ἐπαινεῖν δὲ οὐχ ἁπλῶς , ἤτοι
5124427 ἠλιτεν
τοὺς ξένους , ὅτι ξένου αὐτῷ ὄντος τοῦ Ἀρχεστράτου ψευσάμενος ἤλιτεν εἰς αὐτόν [ , ὅ ἐστιν ἥμαρτεν ] .
μὲν ἔργον : ἐκ γὰρ δή μ ' ἀπάτησε καὶ ἤλιτεν : οὐδ ' ἂν ἔτ ' αὖτις ἐξαπάφοιτ '
5122499 μετοπισθ
μ ' αἴδεο καί μ ' ἐλέησον . αὐτῷ τοι μετόπισθ ' ἄχος ἔσσεται , εἴ κεν ἀοιδὸν πέφνῃς ,
οἷόν τέ ἐστιν καὶ ἐγκλίνεσθαι τὴν ἀντωνυμίαν , αὐτῷ τοι μετόπισθ ' ἄχος ἔσσεται , αὐτόν σε φράζεσθαι ἐν Ἀργείοισιν
5121490 ἀμυναιτο
ἐμὲ βλασφημοῦντι „ . Ὁ αὐτὸς ἐρωτώμενος πῶς ἄν τις ἀμύναιτο τὸν ἐχθρὸν εἶπεν : ” εἰ σύ γε καλὸς
τῇ χειρὶ ἐφίστησιν , οὐδὲ ἔχοντος , ὅ τι καὶ ἀμύναιτο , καὶ χρησμοῦ προμηθείας δεόμενα τὰ παρόντα ὁρῶντος .
5112431 νοσει
καὶ τὰς ἐπιμενούσας εἶναι μικράς . ἔνια δὲ καὶ ῥιγώσαντα νοσεῖ , καθάπερ ἡ ἄμπελος : ἀμβλοῦνται γὰρ οἱ ὀφθαλμοὶ
, οἷον ἐὰν εἴπω οὐχ ὑγιαίνει Ἄνυτος , δῆλον ὅτι νοσεῖ . ἐπὶ δὲ τῶν μὴ οὕτως ὄντων ῥημάτων πάντα
5107377 φαινομαι
εἰμι τὴν χώραν τὴν ὑμετέραν οὔτ ' ἐν τῇ ἀγορᾷ φαίνομαί τινι ὀχληρός : οὐ γάρ εἰμι ῥήτωρ : οὐδὲ
παῖς μου εἶπεν , ἐπείσθης ἄν : ἐγὼ δὲ οὐ φαίνομαί σοι ἀξιοπιστότερος εἶναι ; Δύσκολος σκάλαν καταβαίνων σφαλεὶς κατέπεσε
5091900 ἐληλυθας
τοῦ ὄνου σύμβολον διασῴζειν καὶ σύρειν : σὺ δέ μοι ἐλήλυθας ἐξ ἐκείνου τοῦ καλοῦ καὶ χρησίμου ζῴου ἐς πίθηκον
πῶς τί ποτ ' ἐφλυάρησα τὰ ἐπελθόντα μοι ; φθονῶν ἐλήλυθας , τεταπεινωμένος , ὅτι σοι ἐξ οἴκου φέρεται οὐδέν
5088996 τοϲονδε
τὴν αἰτίην . ὁκόϲον ὦν ἧπαρ ἐϲ ὑγείην κρέϲϲον , τοϲόνδε κάκιον ἐν νούϲοιϲι . καὶ γὰρ ἐπιφλεγμαίνει θᾶϲϲόν τε
ψυχρῷ ἐμέϲαι χρή . ἐκραγείη γὰρ ἂν ὥνθρωποϲ , εἰ τοϲόνδε πίνων μηδὲν διαχωροίη , ἢ ἱδρῶϲι , ἢ οὔροιϲι
5086265 νοεις
πλόος πλέω πλέεις , ῥόος ῥέω ῥέεις , νόος νοῶ νοεῖς , θρόος θροῶ θροεῖς : ἐπειδὴ οὖν τὸ γόος
Τροίας πεδία πορθῆσαι μολών . Καὶ ταῦτ ' ἀληθῆ δρᾶν νοεῖς ; Πολλὴ κρατεῖ τούτων ἀνάγκη : καὶ σὺ μὴ
5083638 χαλεπηνῃ
δ ' ἐποπίζεο μῆνιν , μή πώς τοι μετόπισθε κοτεσσάμενος χαλεπήνῃ . ” ὣς ἄρα φωνήσας ἀπέβη κρατὺς Ἀργεϊφόντης :
γάρ τι νεμεσσητὸν βασιλῆα ἄνδρ ' ἀπαρέσσασθαι ὅτε τις πρότερος χαλεπήνῃ . Τὸν δ ' αὖτε προσέειπεν ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγαμέμνων
5075642 πειθεται
: ὅθεν καὶ Στράττις ἐν Φοινίσσαις εἶθ ' ἥλιος μὲν πείθεται τοῖς παιδίοις , ὅταν λέγωσιν ἔξεχ ' ὦ φίλ
δῶρα : νῦν ἐλπίδες : ἐκ τοῦ ἀπελθεῖν τὰ δῶρα πείθεται ὁ χορὸς ὅτι μέγα κακὸν γενήσεται ἐξ οὗ ἀναγκασθήσεται

Back